Αριθμός 541/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Δ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από την ………. έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……. την οποία προσκομίζουν με επίκληση οι εκκαλούντες στην με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……. έφεση καθώς και από την … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών .. που προσκομίζει με επίκληση η εκκαλούσα στην με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …. έφεση, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο των εν λόγω εφέσεων με πράξη ορισμού ημερομηνίας συζήτησής τους και κλήση να παραστεί σ’ αυτήν, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εφεσίβλητη (άρθρα 122, 123, 126 παρ.1 εδ.δ ΚΠολΔ), με αμφότερες τις άνω εφέσεις, εταιρία με την επωνυμία «……..», η οποία ωστόσο δεν εμφανίστηκε κατά την αναφερόμενη ανωτέρω δικάσιμο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Ενόψει αυτού και σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 4 ΚΠολΔ, θα πρέπει η συζήτηση των ενώπιον του Δικαστηρίου εισαχθέντων εφέσεων να προχωρήσει σαν να ήταν και η απολιπόμενη εταιρία παρούσα.
ΙΙ. Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου φέρονται, κατά χρονολογική σειρά, προς κρίση οι εφέσεις με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου, 1)…… των κυρίως εναγόντων, της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «……», ………. κατά των κυρίως εναγομένων εταιριών με την επωνυμία «……….» και «…..», καθώς και της προσθέτως παρεμβαίνουσας-προσεπικαλούμενης και παρεμπιπτόντως εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «………», 2) ….. της κυρίως εναγόμενης εταιρίας με την επωνυμία «……» κατά των ανωτέρω κυρίως εναγόντων και 3) ……. της προαναφερόμενης προσθέτως παρεμβαίνουσας ασφαλιστικής εταιρίας κατά των διαδίκων της κύριας αγωγής (εναγόντων και εναγομένων). Με τις εφέσεις αυτές πλήττεται η με αριθμό 1230/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς εκδοθείσα κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων. Οι ένδικες εφέσεις έχουν ασκηθεί, από τους παραπάνω, εν μέρει, πρωτοδίκως ηττηθέντες, διαδίκους, νομότυπα και εμπρόθεσμα, (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1περ.β, 516, 517 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), εφόσον οι εκκαλούντες δεν επικαλούνται, ούτε άλλωστε προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα, ότι έγινε επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης και δεν παρήλθε έως την άσκησή τους η κατ’ άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ προθεσμία από τη δημοσίευση αυτής (11-5-2016), επομένως, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξετασθούν, κατά το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους, με την ίδια, όπως και η εκκαλουμένη, (τακτική) διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες σύμφωνα με τα άρθρα 524 παρ. 1 και 246 ΚΠολΔ, αφού διευκολύνεται η διεξαγωγής της δίκης, ερήμην της απολιπόμενης εφεσίβλητης εταιρίας.
ΙΙΙ. Ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου συνεκδικάσθηκαν: 1) η από 29-11-2013 (αριθμ. κατ. ……..) κύρια αγωγή, στην οποία οι ενάγοντες ιστορούν, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου των εναγόντων, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά αλλά και με τις προτάσεις αυτών (224 ΚΠολΔ), ότι η πρώτη ενάγουσα, δυνάμει σχετικής συμφωνίας που κατάρτισε με την εταιρεία με την επωνυμία «…….», πλοιοκτήτρια του ρ/κ πλοίου «Α ΙΙΙ», με αριθμό Νηολογίου Πειραιά ……, με την οποίαν είχε καταρτίσει το από 27-8-2010 ιδιωτικό προσύμφωνο αγοραπωλησίας του ως άνω πλοίου, απέκτησε (πριν την ολοκλήρωση των τυπικών διαδικασιών που απαιτούνταν για την κατάρτιση της οριστικής σύμβασης αγοραπωλησίας και μεταβίβασης της κυριότητας του πλοίου σε αυτήν) δικαίωμα αποκλειστικής εκμετάλλευσης αυτού, με την παράδοσή του στην ίδια (την ενάγουσα) του πλοίου από την ανωτέρω πωλήτρια, δικαίωμα που διατήρησε η ενάγουσα έως τις 3-9-2012, οπότε αποφασίστηκε η εκ νέου παράδοση του πλοίου από την αγοράστρια ενάγουσα στην πωλήτρια και πλοιοκτήτρια αυτού, λόγω αδυναμίας εκδόσεως των αναγκαίων για την πώλησή του πιστοποιητικών. Ότι στις 3-12-2011 ενώ το εν λόγω πλοίο, με πλοίαρχο τον δεύτερο των εναγόντων και πλήρωμα τους τρίτο και τέταρτο εξ αυτών (πρώτος μηχανοδηγός και ναύτης, αντίστοιχα), εκτελούσε εργασίες ρυμούλκησης φορτηγίδων, στα πλαίσια εκτέλεσης υφάλων εκσκαφών στην κοίτη του ποταμού Κηφισού, για λογαριασμό της πρώτης ενάγουσας, η οποία συμμετείχε στην …….. (με διακριτικό τίτλο …..), η οποία (Κοινοπραξία) είχε αναλάβει, ως υπεργολάβος, την εκτέλεση των εργασιών αυτών, σε συνέχεια σύμβασης υπεργολαβίας που είχε καταρτίσει την 22.1.2010 με την εταιρεία «……….», παρέσχε αποτελεσματική σωστική αρωγή στα διατρέξαντα κίνδυνο πλοία και συγκεκριμένα στην θαλαμηγό θ/γ «G.» που ανήκει στην πλοιοκτησία της πρώτης εναγομένης και επί της οποίας εκδηλώθηκε πυρκαγιά ενώ ήταν πλαγιοπρυμνοδετημένη στο νότιο τμήμα της Μαρίνας Ζέας Φαλήρου, καθώς και στην παρακείμενη αυτής θαλαμηγό θ/γ «AA» που ανήκει στην πλοιοκτησία της τρίτης εναγομένης, υπό τις ειδικότερα αναφερόμενες στην αγωγή συνθήκες. Ότι, χάρη στις υπηρεσίες αρωγής που παρείχε το ανωτέρω πλοίο των εναγόντων και τον από μέρους τους περιορισμό της πυρκαγιάς, η μεν πρώτη θαλαμηγός δεν καταστράφηκε ολοσχερώς αλλά ήδη επισκευάζεται προς πλήρη αποκατάστασή της, ενώ παράλληλα αποφεύχθηκε ο κίνδυνος επέκτασης της πυρκαγιάς στην παρακείμενη δεύτερη θαλαμηγό. Με βάση το ιστορικό αυτό, επικαλούμενοι περαιτέρω οι ενάγοντες ότι η μεν εμπορική αξία της θ/γ G. ανέρχονταν πριν την πυρκαγιά στο ποσό των 8.000.000 ευρώ και μετά την πυρκαγιά στο ποσό των 4.000.000 ευρώ, η δε εμπορική αξία της θ/γ ΑΑ ανερχόταν στο ποσό των 4.000.000 ευρώ, ζητούν, μετά από παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους που καταχωρήθηκε στα πρακτικά αλλά και με τις προτάσεις τους (αρθρ. 223, 224, 295 παρ.1 ΚΠολΔ), να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να τους καταβάλουν, η μεν πρώτη εναγομένη (………), στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 100.000 ευρώ, στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 50.000 ευρώ και στους τρίτο και τέταρτο ενάγοντες από κοινού το ποσό των 50.000 ευρώ, η δε τρίτη εναγομένη (…….), στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 20.000 ευρώ, στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 10.000 ευρώ και στους τρίτο και τέταρτο ενάγοντες από κοινού το ποσό των 10.000, τα οποία αντιστοιχούν στην εύλογη αμοιβή των εναγόντων, η οποία ανέρχεται στο 5% της διασωθείσας αξίας του πρώτου πλοίου και στο 1% του δεύτερου πλοίου, συνυπολογιζομένων της διασωθείσας αξίας αυτών, του μεγέθους της επιτυχίας των εναγόντων κατά την αποτροπή των κινδύνων που τα απειλούσαν, του κινδύνου από πυρκαγιά στον οποίον εκτέθηκε το πλήρωμα του αρωγού πλοίου και του έγκαιρου της παρέμβασης – πυρόσβεσης αυτών. 2) Η από 29-1-2014 (αριθμ. κατ. ….) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε παρέμβαση δικονομικού εγγυητή και παρεμπίπτουσα αγωγή, της τρίτης εναγομένης στην άνω κύρια αγωγή, πλοιοκτήτριας εταιρίας του φερομένου ως ζημιογόνου πλοίου, κατά της προαναφερόμενης ασφαλιστικής εταιρείας, με την οποία αυτή, ιστορώντας ότι η εναγομένη, κατά τον επίμαχο χρόνο, είχε αναλάβει συμβατικά την κάλυψη της, έναντι τρίτων, αστικής της ευθύνης από την χρήση και λειτουργία του επίμαχου σκάφους της «θ/γ G», ζήτησε να παρέμβει στην κύρια δίκη και σε περίπτωση ήττας και καταδίκης της ίδιας να υποχρεωθεί αυτή, η παρεμπιπτόντως εναγομένη, να της καταβάλει, νομιμοτόκως, όποιο ποσό θα υποχρεωνόταν να καταβάλει στους ενάγοντες της εναντίον της κύριας αγωγής. 3) η από 15-09-2014 (αριθμ. κατ. ……) πρόσθετη παρέμβαση της εν λόγω ασφαλιστικής εταιρείας υπέρ της ασφαλισμένης της εταιρίας στην ανοιγείσα, με την με στοιχείο (1) εναντίον της κύρια αγωγή, δίκη, με την οποίαν ζήτησε την απόρριψή της (αγωγής).
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του: α) δέχθηκε ότι η κύρια αγωγή δεν ασκήθηκε ως προς την δεύτερη εναγόμενη εταιρεία, με την επωνυμία «….» επειδή οι ενάγοντες, παραδεκτά και νομότυπα παραιτήθηκαν, από αυτήν, πριν από τη συζήτησή της, β) δέχθηκε εν μέρει την από 29.11.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……) κύρια αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση α) της πρώτης εναγόμενης «…….», να καταβάλει, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 10.000 ευρώ, στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 5.000 ευρώ και στους τρίτο και τέταρτο ενάγοντες, από κοινού, το ποσό των 5.000 ευρώ και β) της τρίτης εναγομένης, «…….» να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 3.600 ευρώ, στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 1.800 ευρώ και στους τρίτο και τέταρτο ενάγοντες, από κοινού, το ποσό των 1.800 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, μέχρι την οριστική εξόφληση των ποσών αυτών, γ) δέχθηκε την από 29.1.2014 (αριθμ. εκθ. κατάθ. ……..) προσεπίκληση και εν μέρει την ενωμένη σ’ αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση της καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενης να καταβάλει στην προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα το συνολικό ποσό των 7.200 Ευρώ, επιπλέον δε και τους νόμιμους τόκους και τα δικαστικά έξοδα που θα καταβάλει στους ενάγοντες, τα ποσά δε αυτά (κεφάλαιο, τόκοι, έξοδα) εντόκως νομίμως από την επομένη της επίδοσης της (παρεμπίπτουσας) αγωγής και μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης, τέλος, δ) καταδίκασε όλους τους ηττηθέντες, σε κάθε δικόγραφο, διαδίκους στα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων τους.
Κατά της απόφασης αυτής του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, παραπονούμενοι, τώρα με τις ένδικες εφέσεις τους, οι εκατέρωθεν ηττηθέντες, εν μέρει, διάδικοι, για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν την παραδοχή τους (εφέσεων) και, ακολούθως, την εξαφάνισή της, προκειμένου, κατά μεν τους εκκαλούντες – ενάγοντες να γίνει πλήρως δεκτή η αγωγής τους, κατά δε την εκκαλούσα-εναγόμενη, να απορριφθεί αυτή, καθ’ ολοκληρίαν, ενώ κατά την εκκαλούσα-παρεμπιπτόντως εναγομένη-προσθέτως παρεμβαίνουσα ασφαλιστική εταιρεία, να απορριφθεί η εναντίον της, υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση, κύρια αγωγή των καθ’ ων αυτή (πρόσθετη παρέμβαση).
Από την συνεκτίμηση των ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου νόμιμα προσκομισθέντων με επίκληση αποδεικτικών μέσων και συγκεκριμένα των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων που δόθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, της με αριθμό …….. ένορκης βεβαίωσης ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών, …….., που προσκομίζει και επικαλείται η εκκαλούσα- τρίτη εναγομένη-εφεσίβλητη και ελήφθη μετά από νομότυπη κλήτευση των αντιδίκων της, εναγόντων (σχετ. οι με αριθμούς ……….. εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……, περί επίδοσης στον πληρεξούσιο δικηγόρο των εναγόντων, της από 13-3-2015 κλήσης της εκκαλούσας-τρίτης εναγομένης) και όλων των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και νομίμως προσκομίζουν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, όπως και της με αριθμό ……. ένορκης βεβαίωσης του ………., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, την οποίαν προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι εκκαλούντες-ενάγοντες-εφεσίβλητοι με την από 3-4-2015 προσθήκη των προτάσεών τους, η οποία λήφθηκε ύστερα από προηγούμενη κλήτευση των αντιδίκων τους εναγομένων που έλαβε χώρα κατά τη συζήτηση της αγωγής και καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου. Από όλα τα ανωτέρω που προσκομίζονται είτε προς άμεση, είτε προς έμμεση, για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, απόδειξη σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τα όσα οι διάδικοι συνομολογούν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά :
Η ενάγουσα εταιρία με την επωνυμία «….» και έδρα το … Κρήτης είναι ναυτική εταιρεία με αντικείμενο εργασιών, σύμφωνα με το από 12-6-2008 καταστατικό της, την κυριότητα, εκμετάλλευση ή διαχείριση ιδιόκτητων ελληνικών εμπορικών πλοίων και την απόκτηση μετοχών άλλων ναυτικών εταιρειών που έχουν τον ίδιο με αυτήν σκοπό. Στα πλαίσια της εν λόγω δραστηριότητάς της κατάρτισε το από 27-8-2010 ιδιωτικό συμφωνητικό (προσύμφωνο) αγοραπωλησίας του ρυμουλκού πλοίου «ΑΙΙΙ» με την πλοιοκτήτρια αυτού εταιρεία με την επωνυμία «……..», με το οποίο συμφωνήθηκε να της πωλήσει η τελευταία το εν λόγω ρ/κ πλοίο, με αριθμό νηολογίου Πειραιώς …, κ.ο.χ. 57,11 και κ.κ.χ. 18, αντί τιμήματος 110.000 Ευρώ και να της το παραδώσει έως τις 30-9-2010, στις εκβολές του Κηφισού ποταμού, για μία δίμηνη ή και περισσότερη δοκιμαστική περίοδο πιστοποίησης καλής λειτουργίας του ρ/κ σε έργο της αγοράστριας ενάγουσας εταιρίας. Στη συνέχεια και λόγω αδυναμίας της πωλήτριας εταιρίας να εξασφαλίσει πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας και πιστοποιητικό μεταβίβασης εσωτερικού από το ΝΑΤ, καταρτίστηκε, στις 21-12-2011, μεταξύ των ιδίων ως άνω νομικών προσώπων, το «συμπληρωματικό ιδιωτικό συμφωνητικό αγοραπωλησίας ρυμουλκού «ΑΙΙΙ» στο οποίο συμφωνήθηκε : 1. ότι η πωλήτρια εταιρία εκχωρεί στην αγοράστρια ενάγουσα εταιρία την αποκλειστική και άνευ περιορισμών εκμετάλλευση του ρ/κ «ΑΙΙΙ», μέχρι την ολοκλήρωση της μεταβίβασης της κυριότητας αυτού, χωρίς καμία οικονομική απαίτηση από τον πωλητή 2. Ότι η αγοράστρια θα έχει την πλήρη και αποκλειστική δυνατότητα α) να χρησιμοποιεί το εν λόγω ρ/κ για έργα που έχει αναλάβει να εκτελέσει, β) να το μισθώνει σε τρίτους για οποιαδήποτε νόμιμη χρήση, γ) να χρησιμοποιεί το ρ/κ για πυροσβέσεις, διασώσεις, μεταφορές μηχανημάτων κλπ, τόσο της εταιρείας της ή τρίτων, όποτε και εφόσον προκύψουν και δ) γενικώς να εκμεταλλεύεται το ρ/κ για κάθε νόμιμη χρήση. 3) Για τις αναφερόμενες αμέσως προηγουμένως συμφωνηθείσες χρήσεις η πωλήτρια εταιρία δεν θα έχει καμία οικονομική αξίωση ή άλλης φύσεως ωφέλεια τις οποίες παραχωρεί ρητά, ανεπιφύλακτα χωρίς περιορισμό αποκλειστικά στην αγοράστρια εταιρία. Τέλος καθορίστηκε από τις συμβαλλόμενες εταιρίες η ισχύς της από 21-12-2011 συμφωνίας τους, μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβίβασης της πλήρους κυριότητας στην αγοράστρια, το αργότερο έως την 30-3-2012. Εν τέλει στις 3-9-2012, καταρτίσθηκε, μεταξύ των ιδίων ως άνω συμβαλλομένων μερών, νέο ιδιωτικό συμφωνητικό-πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής του ως άνω ρυμουλκού, δυνάμει του οποίου συμφωνήθηκε, λόγω, οριστικής, αδυναμίας της πωλήτριας να εκδώσει τα απαιτούμενα πιστοποιητικά και κατά συνέπεια, αδυναμίας ολοκλήρωσης της μεταβίβασης της κυριότητας του εν λόγω πλοίου στην αγοράστρια, την εκ νέου μεταβίβαση της νομής (και της εκμετάλλευσης) του ως άνω πλοίου στην πωλήτρια – πλοιοκτήτρια αυτού, εταιρεία …………..
Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η ενάγουσα εταιρία αποτελούσε μέλος της κοινοπραξίας με την επωνυμία «…………», η οποία, με βάση το από 9-4-2010 ιδιωτικό συμφωνητικό ανάθεσης υπεργολαβίας, όπως αυτό τροποποιήθηκε με την από 27-6-2011 σύμβαση τροποποίησης, μεταξύ της εταιρείας «……….» συμβληθείσας ως «εργοδότης» και της κοινοπραξίας, ανέλαβε, ως υπεργολάβος (σε συνέχεια εκχώρησης των σχετικών δικαιωμάτων σε αυτήν, από την εταιρεία με την επωνυμία «. ……….» που είχε αρχικά αναλάβει ως υπεργολάβος τις παρακάτω αναφερόμενες εργασίες με το από 22-1-2-10 συμφωνητικό με τον ίδιο ως άνω εργοδότη), την εκτέλεση των εργασιών ύφαλων εκσκαφών και καθαιρέσεων στο τμήμα κοίτης ποταμού, χοάνης και λεκάνης εκβολής του ποταμού Κηφισού, θαλάσσιων μεταφορών των βυθοκορημάτων των εκσκαφών και απόρριψη αυτών στη θάλασσα.
Στις 3-12-2011 και ενώ συνεχίζονταν από ώρα 7 οι προαναφερόμενες εργασίες που είχε αναλάβει η κοινοπραξία, το ρ/κ «ΑΙΙΙ» με πλοίαρχο τον δεύτερο των εναγόντων και πλήρωμα τους λοιπούς δυο ενάγοντες, ως πρώτο μηχανοδηγό και ως ναύτη, αντίστοιχα, μετέφερε στον πλωτό γερανό που συμμετείχε στις ίδιες εργασίες το πλήρωμά του, μεταξύ των οποίων και ο εξετασθείς ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μάρτυρας (απόδειξης) των (κυρίως) εναγόντων και ακολούθως προχώρησε στην προετοιμασία εκτέλεσης της ρυμούλκησης της φορτηγίδας «Λ», προς το σημείο απόρριψης αδρανών υλικών, όταν ο πλοίαρχος του ρ/κ διαπίστωσε περί ώρα 7.40 την εκπομπή καπνού από σκάφος που βρισκόταν πλαγιοπρυμνοδετημένο στην παρακείμενη μαρίνα Ζέας Φαλήρου, σε απόσταση περίπου 100 μέτρων από το πλοίο του. Άμεσα ο πλοίαρχος επικοινώνησε με το πλήρωμα του γερανού και διέκοψε την προγραμματισμένη προετοιμασία για τη ρυμούλκηση της φορτηγίδας και αφού έδωσε εντολή στον μηχανοδηγό να θέσει σε λειτουργία το μόνιμο σύστημα εκτόξευσης νερού που διαθέτει το ρυμουλκό, κατηύθυνε αυτό στο εσωτερικό της μαρίνας, όπου βρισκόταν η φλεγόμενη θαλαμηγός ενέργειες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από ώρα 7.50 έως 8.00, ενώ στη συνέχεια ο πλοίαρχος του ρ/κ ενημέρωσε το «Πειραιάς Τράφικ» και το αρμόδιο Λιμεναρχείο, το οποίο επιβεβαιώνει την ενημέρωσή του ώρα 8.00 με αντίστοιχη καταγραφή στο ημερολόγιο συμβάντων (σχετικά το απόσπασμα από το ημερολόγιο συμβάντων του Ε΄ Λιμενικού Τμήματος). Το ρ/κ της ενάγουσας κατέφθασε πρώτο στο σημείο της πυρκαγιάς, λίγα λεπτά πριν την 8 πρωινή ώρα και πριν την άφιξη των χερσαίων δυνάμεων της Πυροσβεστικής, που κατέφθασαν μετά από 25 με 30 λεπτά και, αφού προσέγγισε το καιόμενο πλοίο, σε θέση μεταξύ της πλώρης αυτού και της πλώρης του παρακείμενου πλοίου, έδεσε επί του πρώτου με μεγάλη δυσκολία, λόγω του καπνού, του περιορισμένου χώρου και των σχοινιών που είχαν πέσει στη θάλασσα από μικρό ιστιοφόρο που βρισκόταν στο ίδιο σημείο και αναχώρησε αμέσως μετά την εκδήλωση της πυρκαγιάς, άρχισε τις ρίψεις νερού τόσο με το «κανόνι» όσο και με «λάστιχο» που διέθετε, τόσο προς το σκάφος όπου είχε εκδηλωθεί η πυρκαγιά με άμεση συνέπεια την μείωση του εκπεμπόμενου καπνού όσο και στο παρακείμενο αυτού σκάφος με σκοπό να αποτρέψει την εξάπλωση και σ’ αυτό της φωτιάς. Το σκάφος στο οποίο εκδηλώθηκε η πυρκαγιά έφερε την ονομασία θ/γ G με σημαία Βρετανίας (με αριθμό νηολογίου JERSEY,…..) ανήκει στην πρώτη των κυρίως εναγομένων εταιριών και εδώ ερήμην δικαζόμενη εφεσίβλητη, με την επωνυμία «…….» που εδρεύει στις ….., το δε παρακείμενο αυτού σκάφος θ/γ «A.A.» με ελληνική σημαία και αριθμό νηολογίου Πειραιά, …, ανήκει στην εκκαλούσα-εφεσίβλητη-τρίτη των κυρίως εναγομένων-προσεπικαλούσα και παρεμπιπτόντως ενάγουσα εταιρία με την επωνυμία «……..» που εδρεύει στο … Αγγλίας και ήταν ασφαλισμένο, κατά τον επίδικο χρόνο, για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη, στην εκκαλούσα-εφεσίβλητη-προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγομένη και προσθέτως παρεμβαίνουσα ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «………», που εδρεύει στο .. Γαλλίας.
Περί ώρα 8.20 μετέβη στο χώρο του ένδικου περιστατικού, αφού ειδοποιήθηκε προηγουμένως το αρμόδιο Λιμεναρχείο Ζέας (Ε΄ Λιμενικό Τμήμα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς), στέλεχος αυτού, το οποίο σύμφωνα με το με αριθμ. πρωτ. ….. ημερολόγιο συμβάντων, διαπίστωσε ότι στην προβλήτα Μ και στη θέση 26 είχε εκδηλωθεί και εξελισσόταν πυρκαγιά από άγνωστη αιτία στην θ/γ «G.», ότι στο χερσαίο χώρο του προβλήτα επιχειρούσε δύναμη δεκαπέντε (15) ανδρών του Πυροσβεστικού Σώματος με τέσσερα βυτιοφόρα οχήματα, καθώς και άγημα πυρκαγιάς της Μαρίνας Φαλήρου, ενώ ταυτόχρονα από θαλάσσης επιχειρούσε πυρόσβεση το ρ/κ «ΑΙΙΙ», όπως και η λέμβος της Μαρίνας Φαλήρου. Στις 8.30 κατέφθασε στο σημείο ο Διοικητής του Τμήματος και οι καθ’ ύλην Α/Ξ του ΚΛΠ, για την εφαρμογή του σχετικού «μνημονίου» για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς.
Σύμφωνα με τις μη αμφισβητηθείσες καταγραφές στο ίδιο ως άνω, δημόσιο έγγραφο, της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, στις 8.35 απομακρύνθηκαν άμεσα τα πλοία «AS» και «AA», ένεκα της γειτνίασής τους με τη φλεγόμενη θ/γ. Στις 8.45 αφίχθη το ρ/κ «ΗΙΙΙ», για παροχή συνδρομής στην επιχείρηση κατάσβεσης. Στις 8.52 και ενώ είχαν απομακρυνθεί πρώτα ασφαλώς τα γειτνιάζοντα πλοία, το πλωτό του ΠΣ με αριθμό 10 επιχειρούσε δια θαλάσσης, με δύναμη επτά ανδρών. Στις 8.55 προσήλθε στο θαλάσσιο χώρο το ΠΛΣ 607. Στις 9.05 ενημερώθηκε ο Πράκτορας της φλεγόμενης θαλαμηγού, καθώς και η διαχειρίστρια εταιρεία Λιμένα Φαλήρου, όπως μεριμνήσουν για τη λήψη κάθε πρόσφορου μέτρου για την αποτροπή θαλάσσιας ρύπανσης. Στις 9.30 ρίφθηκαν πλωτά φράγματα από την εταιρεία «Τεχνική Προστασία Περιβάλλοντος Α.Ε.», για την πρόληψη θαλάσσιας ρύπανσης. Ακολούθως, στις 10.00, 10.30 και 10.35 κατέφθασαν στο σημείο τα ρ/κ «ΜΣ», «ΧΧΧΙ» και «ΜΧΙΙ», αντίστοιχα, για συνδρομή στην επιχείρηση κατάσβεσης. Η πυρκαγιά ετέθη υπό έλεγχο περί ώρα 10.30, ενώ περί ώρα 11.30, κατέφθασε στο σημείο και πλωτός γερανός, με τη συνδρομή του οποίου συγκρατήθηκε η θαλαμηγός και, στη συνέχεια, ανελκύθηκε αυτή, προκειμένου να μεταφερθεί στο λιμενοβραχίονα. Το ανωτέρω ρυμουλκό παρέμεινε σε ετοιμότητα, στην αυτή θέση, μέχρι ώρα 20.30 της ιδίας ημέρας. Τις επόμενες ημέρες ο πλωτός γερανός μετάφερε την ως άνω θαλαμηγό σε καρνάγιο στο Πέραμα.
Τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά αποδεικνύονται τόσο με βάση το προσκομισθέν και μη προσβληθέν από τους διαδίκους αντίγραφο ημερολογίου συμβάντων του Ε΄ Λιμενικού Τμήματος (Ζέας) του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά το οποίο συνιστά δημόσιο έγγραφο (άρθρο 438 ΚΠολΔ) και στο οποίο καταγράφονται με χρονολογική σειρά τα περιστατικά, όπως αυτά συνέβησαν και εξελίχθηκαν, όσο και από την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης ………., ο οποίος είχε προσωπική και άμεση αντίληψη των γεγονότων τα οποία ανέφερε κατά την ένορκη κατάθεσή του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αφού παρακολουθούσε την εξέλιξή τους από τον προαναφερόμενο πλωτό γερανό αρχικά αλλά και από τον μώλο όπου μετέβη μετά από λίγη ώρα με βάρκα καθώς και από τις καταγραφές στο ημερολόγιο πλοίου του ίδιου του ρ/κ. Από τα εν λόγω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται περίτρανα ότι το ρ/κ «ΑΙΙΙ» ήταν το πρώτο που βρέθηκε στο θαλάσσιο χώρο της εκδηλωθείσας πυρκαγιάς από τα στελέχη του Λιμενικού Σώματος που μετέβησαν, ώρα 8.20, στο σημείο της πυρκαγιάς, καθώς και ότι το πλοίο της τρίτης εναγομένης, η θ/γ «AA», απομακρύνθηκε από το σημείο περί ώρα 8.35, δηλαδή τουλάχιστον 40 με 45 λεπτά μετά την διαπίστωση της πυρκαγιάς και την έναρξη των ενεργειών κατάσβεσής της από το ρ/κ της ενάγουσας.
Αντίθετη κρίση δεν μπορεί να συναχθεί από τις καταθέσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης καθώς ο μεν πρώτος εξ αυτών, δεύτερος κατά την σειρά εξέτασης των μαρτύρων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, δεν ήταν παρών κατά την εξέλιξη του ένδικου περιστατικού, δεν παρείχε σαφείς πληροφορίες για το χρονικό σημείο αμέσως μετά την εκδήλωση της πυρκαγιάς, αλλά επικεντρώθηκε στο χρόνο μετά την άφιξη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, ενώ αναφέρει ότι το πλήρωμα του πλοίου «S», ήταν το πρώτο που αντιλήφθηκε και συνέβαλε στην κατάσβεση της πυρκαγιάς, πληροφορία ωστόσο που δεν επιβεβαιώνεται από αντίστοιχη αναφορά στο προαναφερόμενο αντίγραφο ημερολογίου συμβάντων του αρμοδίου Λιμεναρχείου. Σύμφωνα δε με την κατάθεση του μάρτυρα της τρίτης εναγομένης, ….., καπετάνιου της θ/γ «A.A.» και τρίτου κατά τη σειρά εξέτασης των μαρτύρων στην πρωτοβάθμια δίκη, αυτός ενημερώθηκε για την εκδήλωση της πυρκαγιάς ενώ βρισκόταν στο σπίτι του, ήτοι στην οδό …, στη … και επομένως χρειάστηκε τουλάχιστον μισή ώρα μέχρι να ειδοποιήσει και τα δυο μέλη του πληρώματος της θ/γ να μεταβούν σ’ αυτήν, ο ένας από την …. του Πειραιά όπου διέμενε και ο έτερος από την κατοικία του στο ….., να καταφθάσει και να επιβιβαστεί στο κινδυνεύον πλοίο μαζί με το πλήρωμα, να λύσει τους κάβους με τους οποίους ήταν πρυμνοδετημένο και να το απομακρύνει και όχι μόνο δέκα λεπτά, όπως ο ίδιος μη πειστικά υποστήριξε στην κατάθεσή του, εκτιμωμένης της απόστασης που βρίσκεται το σπίτι του αλλά και του χρόνου που απαιτήθηκε για να ενημερώσει το πλήρωμα, να ετοιμαστεί, να κατέλθει στο αυτοκίνητό του, να σταθμεύσει αυτό και να προσεγγίσει τη θ/γ για να επιβιβαστεί σ’ αυτήν, συνεκτιμωμένου ακόμα ότι με βάση τις καταγραφές στο ημερολόγιο συμβάντων του αρμόδιου Λιμενικού Τμήματος είναι αδύνατον να ειδοποιήθηκε πριν τις 7.50 αφού τότε ενημερώθηκε το «Πειραιάς Τράφικ» και ώρα 8.00 το Λιμενικό Σώμα. Εξάλλου αντιφατική και ασαφής είναι η κατάθεσή του ως προς την παρουσία του ρ/κ της κυρίως ενάγουσας και τη συμμετοχή του ή μη στην κατάσβεση της πυρκαγιάς καθώς ο μάρτυρας, αν και αρχικώς απαντώντας σε σχετική ερώτηση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατέθεσε ότι το ρ/κ ΑΙΙΙ το είδε όταν έφευγε με την θ/γ «ΑΑ» από την μαρίνα, όταν έλυνε κάβους για να φύγει μετά τις 8.05΄ και ενώ ήδη χερσαίες δυνάμεις της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας κατέσβηναν την φωτιά στην θ/γ «G», στη συνέχεια στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου για την συμμετοχή του ρ/κ στο ένδικο συμβάν, απάντησε ότι δεν τον ενδιέφερε ποιος ήταν παρών και ποιος δεν ήταν και στη συνέχεια ότι «το ΑΙΙΙ παρευρισκόταν αλλά τι έκανε δεν γνωρίζει». Σε ερώτηση δε του πληρεξουσίου δικηγόρου της πλοιοκτήτριας και εργοδότριας του εταιρίας που διατυπώθηκε ως εξής : «και ενώ ήταν εν κινήσει το AΑ τότε συναντηθήκατε και το ΑΙΙ το πλησίαζε», απάντησε «είδαμε ένα ρυμουλκό, τώρα αν ήταν το ΑΙΙΙ …το ΑΙΙΙΙ θα ήταν εφόσον όλοι ισχυρίζονται ότι ήταν το ΑΙΙΙΙ θα ήταν αυτό … αλλά δεν παρείχε καμία βοήθεια σε μας, κανένα πλωτό μέσο ούτε διάσωσης ούτε τίποτα…. εκτός από την Πυροσβεστική Υπηρεσία η οποία ήταν πάνω για να κατασβηστεί η πυρκαγιά στο G», ωστόσο στο τέλος της κατάθεσής του αναφέρει ότι όταν έφτασε στη μαρίνα ήταν εκεί μόνο η Πυροσβεστική Υπηρεσία μέλη του πληρώματος της μαρίνας και της θαλαμηγού AΑ. Ομοίως και η προσκομισθείσα από την ίδια κυρίως εναγόμενη εταιρία-εφεσίβλητη-εκκαλούσα εταιρία «….» ένορκη βεβαίωση, του μέλους του πληρώματος της θ/γ «ΑΑ», ………, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών, …., σύμφωνα με την οποία το εν λόγω πλοίο, κατά την έξοδό του από τη Μαρίνα Φλοίσβου, περί ώρα 8.05, συνάντησε εν πλω το ρ/κ «ΑΙΙΙ», το οποίο εισερχόταν εκείνη την ώρα στο θαλάσσιο χώρο της μαρίνας, δεν κρίνεται πειστική καθώς δεν επιβεβαιώθηκε από το λοιπό αποδεικτικό υλικό ενώ είναι πλήρως αντίθετη με όσα καταγράφονται στο αντίγραφο του ημερολογίου συμβάντων του Ε΄ Λιμενικού Τμήματος Ζέας, όπου γίνεται σαφής αναφορά ότι το ρ/κ «ΑΙΙΙ» βρισκόταν στο χώρο του συμβάντος και επιχειρούσε όταν στέλεχος του λιμενικού σώματος κατέφθασε εκεί ώρα 8.20 και ότι το «AA» απομακρύνθηκε περί ώρα 8.35, ούτε άλλωστε επιβεβαιώνεται από την ίδια την κατάθεση του προαναφερόμενου έτερου μάρτυρα της τρίτης εναγομένης, ………, στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ο οποίος, σε διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με την κατάθεσή του ότι «το AΙΙΙ το είδαμε όταν εμείς φεύγαμε από τη ΜΑΡΙΝΑ» καταθέτει, όπως προεκτίθεται ήδη, ότι «το AΙΙΙ το βρήκα μες στη ΜΑΡΙΝΑ, μες στο χώρο της ΜΑΡΙΝΑΣ» και ότι «με το AΙΙΙ ξέρω ότι παρευρισκόταν, τώρα τι έκανε δεν το γνωρίζω». Ούτε περαιτέρω, η παράλειψη από μέρους των εναγόντων λήψης εξασφαλιστικών της, ένδικης, απαίτησής τους μέτρων συνιστά απόδειξη του αβασίμου αυτής, καθώς η άσκηση του σχετικού δικαιώματός τους, που προβλέπεται στο άρθρο 21 της εφαρμοζόμενης Δ/Σ του Λονδίνου ανήκει στην διακριτικής τους ευχέρεια και δεν είναι υποχρεωτική. Τέλος οι αναρτήσεις στον ηλεκτρονικό τύπο δεν συνιστούν ασφαλές και αξιόπιστο μέσο για να στηριχθεί επί αυτού κρίση για την παρουσία και συμβολή του ρ/κ ή μη κατά το ένδικο συμβάν, αφού δεν προκύπτει από αυτές η πηγή των πληροφοριών που περιέχουν, ο τρόπος κτήσης αυτών αλλά και το χρονικό διάστημα που αφορούν. Κατά συνέπεια όλων των παραπάνω αποδειχθέντων ορθά εφαρμόζοντας το νόμο και εκτιμώντας τις αποδείξεις η εκκαλουμένη απόφαση κατέληξε στην ίδια ως άνω κρίση και όσα αντίθετα ισχυρίστηκαν οι, κυρίως εναγόμενη-εφεσίβλητη και η παρεμπιπτόντως ενάγουσα-εφεσίβλητη, εταιρίες με τους δεύτερο (κατά το ένα σκέλος αυτού), τρίτο και πέμπτο λόγο της έφεσής της η πρώτη και τους δεύτερο (κατά το ένα σκέλος αυτού), τρίτο και τέταρτο λόγο της έφεσής της η δεύτερη είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα.
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1,12 παρ. 1 και 13 παρ. 1 της Διεθνούς Σύμβασης του Λονδίνου του 1989 περί επιθαλάσσιας αρωγής, η οποία έχει κυρωθεί με το άρθρο πρώτο του ν. 2391/1996 και έχει υπερνομοθετική ισχύ δυνάμει του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγματος, ισχύει δε στη χώρα μας από 3-6-1997, κατά τις οποίες αντίστοιχα «Για τους σκοπούς αυτής της Σύμβασης: (α) Επιχείρηση θαλάσσιας αρωγής σημαίνει κάθε πράξη ή δραστηριότητα, που αποσκοπεί στην παροχή βοήθειας σε πλοίο ή οποιοδήποτε άλλο περιουσιακό στοιχείο, που βρίσκεται σε κίνδυνο σε ύδατα κατάλληλα για ναυσιπλοΐα ή σε οποιαδήποτε άλλα ύδατα», «Επιχειρήσεις θαλάσσιας αρωγής οι οποίες είχαν ωφέλιμο αποτέλεσμα παρέχουν δικαίωμα για αμοιβή» και «1. Η αμοιβή θα καθορίζεται με στόχο την ενθάρρυνση των επιχειρήσεων αρωγής, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια, άσχετα με τη σειρά με την οποία αυτά αναφέρονται κατωτέρω: (α) τη διασωθείσα αξία του πλοίου και των άλλων περιουσιακών στοιχείων, (β) την επιτηδειότητα και τις προσπάθειες, που κατέβαλαν οι αρωγοί για να αποτρέψουν ή να ελαχιστοποιήσουν βλάβη του περιβάλλοντος, (γ) το μέγεθος της επιτυχίας, που επιτεύχθηκε από τον αρωγό, (δ) τη φύση και την έκταση του κινδύνου, (ε) την επιτηδειότητα και τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι αρωγοί για να σώσουν το πλοίο, τυχόν άλλα περιουσιακά στοιχεία και ζωές, (στ) το χρόνο, που διατέθηκε, τις δαπάνες και τις απώλειες, που είχαν οι αρωγοί, (ζ) τον κίνδυνο ευθύνης και άλλους κινδύνους, τους οποίους διέτρεξαν οι αρωγοί ή ο εξοπλισμός τους, (η) το έγκαιρον των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν, (θ) τη δυνατότητα διάθεσης και χρησιμοποίησης πλοίων ή άλλου εξοπλισμού που προορίζονται για επιχειρήσεις αρωγής, (ι) το βαθμό ετοιμότητας και επάρκειας του εξοπλισμού του αρωγού και την αξία τούτου», συνάγεται ότι αναγκαίο στοιχείο της επιχείρησης επιθαλάσσιας αρωγής είναι η συνδρομή κινδύνου απώλειας ή βλάβης του πλοίου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου, προς το οποίο παρέχεται η αρωγή, ο οποίος, όμως, κατ’ αντικειμενική εκτίμηση των πραγμάτων πρέπει να είναι υπαρκτός, χωρίς να απαιτείται να είναι άμεσος ή επικείμενος, αλλά να αναμένεται μετά πιθανότητας (ΕφΠειρ 516/2010 ΕΝΔ 38.442, 73/2008 ΕΝΔ 36.132, 751/2007 ΕΝΔ 36.52), η φύση δε και η έκταση του εν λόγω κινδύνου συνεκτιμώνται μετά τα υπόλοιπα κριτήρια προς καθορισμό της αμοιβής του αρωγού, εφόσον η αρωγή είχε ωφέλιμο αποτέλεσμα. Διακρίνεται δε αυτή (η αρωγή) σε εκείνη που διέπεται από (μόνο) τον νόμο, αρωγή διεπομένη από σύμβαση συναφθείσα υπό την επήρεια του κινδύνου και αρωγή διεπομένη από σύμβαση προγενέστερη του κινδύνου. Η διεπομένη από τον νόμο, την άνω Διεθνή Σύμβαση, αρωγή δημιουργεί υπέρ του αρωγού αξίωση αμοιβής με την προϋπόθεση του ωφέλιμου, όπως αναφέρθηκε, αποτελέσματος.
Με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά αποδεικνύεται περαιτέρω ότι το πλοίο, θ/γ «G», πλοιοκτησίας της πρώτης, κυρίως, εναγομένης, έτους κατασκευής, από GRP (πλαστικό) το 2007, με μήκος 30,38 ποδών, πλάτος 7,08 ποδών και βάθος 3,55 ποδών, εφοδιασμένο με δύο έλικες και μηχανές εσωτερικής καύσεως, εργοστασίου κατασκευής M.T.U., ιπποδύναμης 4.080 KW, αντιμετώπισε σοβαρό, άμεσο και πραγματικό κίνδυνο ζημιών λόγω της πυρκαγιάς που εκδηλώθηκε σε αυτό, ο οποίος προϋπήρχε των υπηρεσιών επιθαλάσσιας αρωγής που του προσέφερε το ρ/κ «ΑΙΙΙ», ενώ αναμενόταν με σφοδρή πιθανότητα, η μετάδοση της φωτιάς στο παρακείμενο πλοίο θ/γ «ΑΑ», πλοιοκτησίας της τρίτης εναγομένης, το οποίο είχε ναυπηγηθεί στη Φινλανδία το έτος 2005, από ενισχυμένο πλαστικό, με μήκος 27,70 μέτρων, πλάτος 7,08 και βύθισμα 3,15 μέτρων, εφοδιασμένο με μία μηχανή ΜΕΚ 206 BHP, στο οποίο, επίσης, παρασχέθηκαν υπηρεσίες επιθαλάσσιας αρωγής από το ανωτέρω ρυμουλκό της κυρίως ενάγουσας. Ενώ, συγκεκριμένα οι δυο θαλαμηγοί, βρέθηκαν σε άμεσο, πραγματικό και σοβαρό κίνδυνο συνεπεία της εκδηλωθείσας πυρκαγιάς στην πρώτη εξ αυτών (θ/γ «G»), το πλήρωμα του ρ/κ «ΑΙΙΙ» εμπόδισε αποτελεσματικά με την έγκαιρη ρίψη νερού, πριν από οποιοδήποτε άλλο μέσο πυρόσβεσης καταφθάσει στο χώρο του ένδικου περιστατικού, την επέκταση της πυρκαγιάς στο πρώτο πλοίο αλλά και την μετάδοσή της στο παραπλεύρως πρυμνοδετημένο έτερο πλοίο και επομένως το επελθόν, ωφέλιμο αποτέλεσμα, συνίσταται στην, λόγω της άμεσης επέμβασης του αρωγού πλοίου, αποτροπή της πλήρους εξάπλωσης της πυρκαγιάς στο κινδυνεύον πλοίο αλλά και στην αποτροπή μετάδοσης αυτής στο παραπλεύρως αυτού, ομοίως κινδυνεύον πλοίο (θ/γ ΑΑ), ήτοι στις σωστικές υπηρεσίες του ρ/κ της κυρίως ενάγουσας. Με την αρωγή αυτού, στο μεν πρώτο πλοίο περιορίστηκαν οι ζημίες που θα μπορούσε να προκαλέσει η πυρκαγιά και αποτράπηκε πλήρως και ολοσχερώς ο κίνδυνος πρόκλησης ζημιών στο δεύτερο πλοίο, με την μετάδοση και εξάπλωση σε αυτό της πυρκαγιάς, ο οποίος ήταν πιθανό να συμβεί λόγω του ελλιμενισμού του παραπλεύρως του φλεγόμενου πλοίου εξ αρχής, από την εκδήλωση της πυρκαγιάς μέχρι την (κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα) απομάκρυνσή του με τον απόπλου του από τη θέση του. Επομένως το ρ/κ «ΑΙΙΙ» (μετά των εξαρτημάτων και του προσωπικού του), πρόσφερε υπηρεσίες, (κατά το νόμο) επιθαλάσσιας αρωγής, όπως η έννοιά της αναλύθηκε στην προαναφερόμενη σκέψη, αφού, σύμφωνα με αυτήν το πλήρωμά του προέβη σε σωστικές ενέργειες που είχαν το προαναφερθέν ωφέλιμο αποτέλεσμα ενώ το γεγονός ότι συνέδραμαν, κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα, (και) χερσαίες δυνάμεις της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και πλωτά σκάφη του Λιμενικού και άλλα ρυμουλκά πλοία, με συνέπεια την ολική κατάσβεση της εκδηλωθείσας πυρκαγιάς, δεν αναιρεί την συμβολή του ρ/κ της ενάγουσας στην διάσωση των θαλαμηγών αφού αυτό έφθασε πρώτο στο συμβάν και άρχισε άμεσα τη ρίψη νερού και εξακολούθησε τουλάχιστον για δέκα λεπτά να ρίχνει μόνο αυτό, αποτρέποντας έτσι, κατ’ αρχήν, τον κίνδυνο επέκτασης της πυρκαγιάς, σε κάθε δε, περίπτωση, η συμβολή και άλλων πλοίων στην κατάσβεση της πυρκαγιάς δεν αναιρεί τα δικαιώματα του αρωγού πλοίου, εκ της μερικής συμβολής του στη διατήρηση των κινδυνευόντων πλοίων, ενόψει του ότι οι σωστικές υπηρεσίες παρασχέθηκαν από περισσότερους από έναν αρωγούς (βλ. Ι. Κοροτζή, «Ναυτικό Δίκαιο», εκδ. 2007, τόμος τρίτος, σελ. 386). Άλλωστε η επιχείρηση διάσωσης της θ/γ «ΑΑ» διήρκεσε σαράντα λεπτά περίπου (μέχρι την αποχώρησή του από τον τόπο της πυρκαγιάς) και επομένως τα πρώτα λεπτά αυτής, όπου επιχειρούσε μόνο το ρ/κ της ενάγουσας από θέση μεταξύ των δυο πλωρών των κινδυνευόντων πλοίων, ήταν καθοριστικά για την διάσωσή του, συνεκτιμωμένου της έντασης της πυρκαγιάς που ήταν ορατή από μεγάλη απόσταση και του εύφλεκτου του υλικού κατασκευής της θ/γ. Επομένως είναι ουσιαστικά αβάσιμοι οι σχετικοί ισχυρισμοί των εφεσίβλητων στην πρώτη των συνεκδικαζόμενων εφέσεων που επαναφέρονται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ως λόγοι των ιδίων εφέσεων, ότι δεν συνέτρεξαν, ως προς το σκάφος «ΑΑ», οι προϋποθέσεις επιδίκασης αμοιβής στο πλοίο των εναγόντων, για παροχή υπηρεσιών επιθαλάσσιας αρωγής, ήτοι η παροχή βοήθειας, ο επικείμενος και πραγματικός κίνδυνος και το ωφέλιμο αποτέλεσμα. Άλλωστε η απομάκρυνση του σκάφους μετά την έλευση του πληρώματός του, από το σημείο όπου αυτό ελλιμενιζόταν, περί ώρα 8.35, δεν αναιρεί το γεγονός ότι βρέθηκε σε πραγματικό και επικείμενο κίνδυνο, υπαρκτό άμεσα με την έναρξη της πυρκαγιάς έως την απομάκρυνσή του από τη θέση που κατείχε ακριβώς παραπλεύρως με το θ/γ «G» καθώς και την πιθανότητα εκτεταμένων ζημιών από την μετάδοση και εξάπλωση της πυρκαγιάς σε αυτό, η οποία αποφεύχθηκε από την έγκαιρη και άμεση επέμβαση, με τη ρίψη ύδατος, του πλοίου των εναγόντων. Επομένως με βάση τα ανωτέρω είναι απορριπτέοι ως ουσιαστικά αβάσιμοι οι δεύτερος (κατά το έτερο σκέλος αυτού) και τέταρτος λόγος της έφεσης της εφεσίβλητης-εκκαλούσας πλοιοκτήτριας εταιρίας καθώς και ο δεύτερος (κατά το έτερο σκέλος αυτού) λόγος της έφεσης της εφεσίβλητης-εκκαλούσας ασφαλιστικής εταιρίας
Τέλος από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκαν οι ισχυρισμοί των εναγομένων ότι η πυρκαγιά εντοπίστηκε από το πλήρωμα της παρακείμενης θαλαμηγού S. και όχι από τους ενάγοντες και αυτό διότι η συμβολή του πληρώματος της θ/γ «S» δεν καταγράφεται στο αντίγραφο ημερολογίου συμβάντων του Ε΄ Λιμενικού Τμήματος Ζέας, ώστε ακόμα και αν πράγματι συνέβαλε στην αντιμετώπιση του κινδύνου, η συμβολή του δεν ήταν ουσιώδης σε ένταση και αποτέλεσμα.
Κατά συνέπεια των ανωτέρω αναλυτικά αναφερομένων, συνέτρεξαν όλες οι προϋποθέσεις του νόμου προς καταβολή στους ενάγοντες αμοιβής επιθαλάσσιας αρωγής σε αμφότερα τα κινδυνεύσαντα πλοία η οποία, εύλογη, αμοιβή, αφού δεν αποδείχθηκε ούτε εξάλλου αμφισβητείται ότι υπήρξε συμφωνία των μερών προς τούτο, προσδιορίζεται κατόπιν συνεκτίμησης του ωφέλιμου αποτελέσματος που επετεύχθη, της αποτροπής του κινδύνου που διέτρεξαν τα κινδυνεύσαντα σκάφη, του κινδύνου που διέτρεξε το αρωγό πλοίο (ο εξοπλισμός και το πλήρωμά του), της προσπάθειας, της επιτηδειότητας και του ζήλου που επέδειξε το πλήρωμα του ρυμουλκού «ΑΙΙΙ», του χρόνου που διατέθηκε και των απωλειών που είχε ο αρωγός, του έγκαιρου των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν, της αξίας του αρωγού πλοίου που ανέρχεται σε 110.000 ευρώ και τέλος, της αξίας των διασωθέντων πλοίων, όλων κατά το χρόνο του ένδικου συμβάντος. Με βάση τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αλλά και τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 εδ. 4 ΚΠολΔ) η θ/γ «G» υπέστη κατά το ένδικο περιστατικό σημαντικές ζημίες οι οποίες μείωσαν κατά ποσοστό 50% την αρχική της αξία η οποία εκτιμάται σε 4.000.000 ευρώ και επομένως η μετά το περιστατικό αξία αυτής ανέρχεται σε 2.000.000 ευρώ ενώ η αξία της θ/γ «AA», ανέρχεται σε 3.600.000 ευρώ (σχετ. η κατάθεση του καπετάνιου της και μάρτυρα της τρίτης εναγομένης πλοιοκτήτριας εταιρίας, ……). Επομένως με βάση όλα τα παραπάνω, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου η εύλογη αμοιβή των εναγόντων ανέρχεται στο ποσό των 20.000 ευρώ για την θ/γ «G» και στο ποσό των 15.000 ευρώ για τη θ/γ «AA». Τα ποσά αυτά πρέπει να κατανεμηθούν κατά το ½ καθενός εξ αυτών στην πρώτη των εναγόντων εταιρία, το ¼ αυτών στον δεύτερο εξ αυτών πλοίαρχο του ρ/κ και το λοιπό ¼ εξ ημισείας στους λοιπούς ενάγοντες μέλη του πληρώματος, συγκεκριμένα η ενάγουσα δικαιούται το ποσό των 10.000 και 7.500 ευρώ, ο πρώτος ενάγων τα ποσά των 5.000 και 3.750 ευρώ και οι λοιποί δυο ενάγοντες τα ποσά των 5.000 και 3.750 ευρώ από κοινού. Θα πρέπει κατά συνέπεια να γίνει δεκτός κατά το ένα σκέλος αυτού ο μοναδικός λόγος έφεσης των εναγόντων με τον οποίο παραπονούνται ως προς τον καθορισμό της αμοιβής τους για την επιθαλάσσια αρωγή που παρείχαν στο δεύτερο από τα ανωτέρω πλοία και να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι αντίστοιχα οι τελευταίοι λόγοι των εφέσεων των αντιδίκων τους εταιριών με τους οποίους παραπονούνται για το ύψος της καθορισθείσας αμοιβής.
Η ενάγουσα εταιρία αποτελεί την εκ του νόμου δικαιούχο της εν λόγω αμοιβής αφού αυτή παρείχε με την ιδιότητα της εφοπλίστριας του ρ/κ «ΑΙΙΙ» την επιθαλάσσια αρωγή στις υπόχρεες πλοιοκτήτριες εταιρίες που δέχθηκαν την αρωγή και δη αποκλειστικά αφού αυτή κατά το χρόνο του ένδικου συμβάντος, στις 3-11-2011, είχε την νομή και κατοχή του ρ/κ και ασκούσε για δικό της αποκλειστικά λογαριασμό την σχετική με αυτό ναυτιλιακή επιχείρηση, αναλαμβάνοντας, ως εφοπλίστρια αυτού, προσωπικά και απεριόριστα τον επιχειρηματικό κίνδυνο και εκμεταλλευόμενη για τον εαυτό της το πλοίο, το οποίο ανήκε στην κυριότητα της ……., απολαμβάνοντας τα κέρδη από την εκμετάλλευσή του και επωμιζόμενη απεριόριστα τον οικονομικό κίνδυνο από αυτήν, με βάση την αναφερόμενη παραπάνω έγγραφη συμφωνία μεταξύ των δυο εταιριών (σχετ. το από 27.8.2010 ιδιωτικό προσύμφωνο αγοραπωλησίας του ως άνω πλοίου, άρθρα 84 105 και 106 ΚΙΝΔ, ΕΠ 672/2010 466/2016 δημοσ στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Χωρίς μάλιστα να επηρεάζει το δικαίωμά της να επιδιώξει δικαστικά την είσπραξη της επίδικης αμοιβής της από τις υπόχρεες προς τούτο σύμφωνα με την εφαρμοζόμενη Διεθνή Σύμβαση του Λονδίνου του 1989 πλοιοκτήτριες εταιρίες, η συμφωνία κατανομής της αμοιβής με την κυρία του ρ/κ καθώς αυτή αφορά αποκλειστικά τις μεταξύ τους σχέσεις (res inter alios acta) και επομένως μόνο η αντισυμβαλλομένη της μπορεί να εγείρει σχετικές ενστάσεις και ισχυρισμούς από την εν λόγω συμφωνία. Ούτε εξάλλου η συμμετοχή της στην «……..», εμποδίζει την ενάγουσα να επιδιώξει την είσπραξη της αμοιβής της αποκλειστικά η ίδια καθώς αντικείμενο της εν λόγω κοινοπραξίας δεν ήταν η παροχή σωστικών υπηρεσιών αλλά, όπως έχει εκτεθεί παραπάνω, η εκτέλεση των εργασιών εκσκαφής στην κοίτη του ποταμού Κηφισού, ενώ η ίδια η ενάγουσα διατηρούσε την εκμετάλλευση, για δικό της αποκλειστικά λογαριασμό, του ως άνω πλοίου επωμιζόμενη απεριόριστα τον οικονομικό κίνδυνο από αυτήν, και όχι η ως άνω κοινοπραξία στην οποία είχε παραχωρηθεί η χρήση του εν λόγω ρυμουλκού, αποκλειστικά και μόνο για την εκτέλεση των προαναφερομένων εργασιών. Επομένως ορθά εφαρμόζοντας το νόμο και εκτιμώντας τις αποδείξεις απέρριψε τους ισχυρισμούς των εναγομένων που αφορούσαν το ορισμένο και το βάσιμο της ενεργητικής νομιμοποίησης της ενάγουσας οι οποίοι επαναφέρονται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με τους πρώτο και πέμπτο λόγο αντίστοιχα της δεύτερης και τρίτης των συνεκδικαζομένων εφέσεων αφού πλέον των αμέσως ανωτέρω εκτεθέντων, η ενάγουσα επαρκώς εκθέτει στην αγωγή της τη σχέση βάση της οποίας ασκούσε αποκλειστικά τον επί του ρ/κ εφοπλισμό και όλα τα στοιχεία που θεμελιώνουν το δικαίωμά της να επιδιώξει ως αποκλειστικός δικαιούχος την επίδικη αμοιβή της.
Τέλος το θ/γ «AA» είχε ασφαλιστεί κατά το επίδικο χρονικό διάστημα στην παρεμπιπτόντως εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, όπως εξάλλου συνομολογείται και δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους με το με αριθμό …….. ασφαλιστήριο συμβόλαιο, δυνάμει του οποίου εκδόθηκε το ταυτάριθμο Πιστοποιητικό Ασφάλισης για την ασφαλιστική κάλυψη του ανωτέρω σκάφους, για τη χρονική περίοδο από 16-7-2011 έως και 15-7-2012. Η ασφαλιστική εταιρία προέβαλε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου τον ισχυρισμό τον οποίο επαναφέρει και στην παρούσα δίκη με τον πρώτο λόγο της έφεσής της ότι οποιαδήποτε ευθύνη της προς αποζημίωση της αντισυμβαλλομένης της εταιρίας αφορά απαιτήσεις τρίτων οι οποίες ξεπερνούν το ποσό των 22.500 ευρώ το οποίο έχει συμφωνηθεί στο άνω συμβόλαιο ως αφαιρετέο, ότι ειδικότερα θα έχει ευθύνη προς αποζημίωση για ποσό πάνω από το προαναφερόμενο ενώ δικαιούται κατά το συμβόλαιο απαλλαγή έως το ύψος αυτού (των 22.500 ευρώ). Από την επισκόπηση του περιεχομένου του ασφαλιστηρίου συμβολαίου που προσκομίζεται αποσπασματικά κατά τα κρίσιμα τμήματα αυτού, μεταφρασμένο στην ελληνική γλώσσα, αποδεικνύεται ότι, πράγματι, υφίσταται συμφωνία μεταξύ των αντισυμβαλλομένων εταιριών περί απαλλαγής της ασφαλιστικής εταιρίας και ευθύνης αυτής για το υπερβαίνον του αφαιρετέου ποσού που έχει συμφωνηθεί διαφορετικό για κάθε κίνδυνο. Ειδικότερα στην υπό στοιχ 12 ρήτρα, όπως αναφέρεται στο προσκομισθέν απόσπασμα του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, καμία απαίτηση από καλυπτόμενο κίνδυνο δεν θα πληρώνεται σύμφωνα με την παρούσα ασφάλιση εκτός εάν το σύνολο όλων αυτών των απαιτήσεων που προκύπτουν από κάθε ξεχωριστό ατύχημα ή συμβάν (συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων σύμφωνα με τον όρο 11, 14 – που αφορά δαπάνες/έξοδα διάσωσης που πραγματοποιήθηκαν για να αποφευχθεί ζημία/απώλεια από καλυπτόμενους κινδύνους και 15) υπερβαίνουν το ποσό που ορίζεται για το σκοπό αυτό στον παρόν παράρτημα της παρούσας (εννοεί του επίδικου ασφαλιστηρίου συμβολαίου) σύμβασης, στην οποία περίπτωση το ποσό αυτό θα αφαιρείται. Επομένως και συνεκτιμωμένου ότι η προσεπικαλούσα και παρεμπιπτόντως ενάγουσα ουδέν αναφέρει περί της εν λόγω απαλλαγής τόσο στις πρωτόδικες προτάσεις της όσο και στις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προσκομισθείσες, εσφαλμένα η εκκαλουμένη έκρινε όπως βάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα και παρεμπιπτόντως εναγομένη εταιρία, ότι αυτή ευθύνεται μέχρι του ποσού των 22.500 ευρώ για την ένδικη απαίτηση, αφού κατά την ασφαλιστική σύμβαση απαλλάσσεται της ευθύνης να αποζημιώσει για ζημίες στο κύτος και τον εξοπλισμό της θ/γ «AA» μέχρι του ποσού των 22.500 ευρώ. Κατά συνέπεια εσφαλμένα η εκκαλουμένη δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμη από ουσιαστική άποψη την παρεμπίπτουσα αγωγή η οποία ενόψει των ανωτέρω θα πρέπει να απορριφθεί, πλήρως, ως ουσιαστικά αβάσιμη.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω θα πρέπει να γίνει δεκτή η …… έφεση των κυρίως εναγόντων καθώς και η ….. έφεση της προσεπικληθείσας-παρεμπιπτόντως εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας, να απορριφθεί η ….. έφεση της κυρίως εναγόμενης-παρεμπιπτόντως ενάγουσας εταιρίας, να εξαφανιστεί στο σύνολό της η εκκαλουμένη για το ενιαίο της εκτελέσεως, στη συνέχεια να κρατηθεί η υπόθεση και να δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει δεκτή η κύρια αγωγή ως μερικά, σύμφωνα με τα ανωτέρω ουσιαστικά βάσιμη, να απορριφθεί η προσεπίκληση και η ενωμένη με αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή και να αναγνωριστεί η υποχρέωση α) της πρώτης κυρίως εναγομένης να καταβάλει, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 10.000 ευρώ, στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 5.000 ευρώ και στους τρίτο και τέταρτο ενάγοντες, από κοινού, το ποσό των 5.000 ευρώ και β) της τρίτης εναγομένης, να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 7.500 ευρώ, στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 3.750 ευρώ και στους τρίτο και τέταρτο ενάγοντες, από κοινού, το ποσό των 3.750, νομιμοτόκως όλα τα ανωτέρω ποσά από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου για την άσκηση των ενδίκων εφέσεών τους στους ως άνω εκκαλούντες- ενάγοντες και εκκαλούσα- προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως εναγομένη και να διαταχθεί η εισαγωγή του αντίστοιχου παραβόλου στο δημόσιο ταμείο για την έφεση της ηττηθείσας τρίτης εναγομένης, να οριστεί το οικείο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από την απολιπόμενη πρώτη κυρίως εναγόμενη εταιρία-εφεσίβλητη, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της απόφασης. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα μεταξύ όλων των διαδίκων και στις δύο αυτοτελείς δίκες επί της κυρίας και παρεμπίπτουσας αγωγής και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν, στο σύνολό τους, γιατί η ερμηνεία των παραπάνω κανόνων που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρα 106, 179, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως, ειδικότερα, ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας αποφάσεως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει, ερήμην της εφεσίβλητης εταιρείας με την επωνυμία «……….», τις εφέσεις με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης 1) ……. των κυρίως εναγόντων, 2) …… της κυρίως εναγόμενης εταιρίας με την επωνυμία «…….» και 3) …. της προσεπικαλούμενης-προσθέτως παρεμβαίνουσας και παρεμπιπτόντως εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «…….», κατά της 1230/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία.
Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Δέχεται τυπικά τις εφέσεις,
Απορρίπτει, κατ’ ουσίαν, την από 20-02-2017 (αριθμ. κατ. δικογρ. …….) έφεση.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου (με αριθμούς ……….) στο δημόσιο ταμείο.
Δέχεται, κατ’ ουσίαν την από 20-09-2016 (αριθμ. κατ. δικογράφου …….) έφεση καθώς και την από 14-03-2012 (αριθμ. κατ. δικογρ. …….) έφεση.
Εξαφανίζει την 1230/2016 εκκαλουμένη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτικής διαδικασίας).
Κρατεί και δικάζει την υπόθεση.
Δέχεται εν μέρει την από 29.11.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……) κύρια αγωγή.
Απορρίπτει την από 29.1.2014 (αριθμ. εκθ. κατάθ. …..) προσεπίκληση και την ενωμένη σ’ αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή.
Αναγνωρίζει την υποχρέωση α) της πρώτης εναγόμενης εταιρίας με την επωνυμία «…..», να καταβάλει, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ και στους τρίτο και τέταρτο ενάγοντες, από κοινού, το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ και β) της τρίτης εναγόμενης εταιρίας με την επωνυμία «…», να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των επτά χιλιάδων πεντακοσίων (7.500) ευρώ, στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων επτακοσίων πενήντα (3.750) ευρώ και στους τρίτο και τέταρτο ενάγοντες, από κοινού, το ποσό των τριών χιλιάδων επτακοσίων πενήντα (3.750) ευρώ, με το νόμιμο τόκο, όλα τα ποσά από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, μέχρι την οριστική τους εξόφληση.
Διατάσσει την επιστροφή των παραβόλων με αριθμούς ….. στους εκκαλούντες στην από 20-09-2016 (αριθμ. κατ. δικογράφου ……) έφεση και του ηλεκτρονικού παραβόλου με αριθμό …… στην εκκαλούσα στην από 14-03-2017 (αριθμ. κατ. δικογρ. ……….) έφεση.
Συμψηφίζει μεταξύ όλων των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας. –
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 31 Αυγούστου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ