ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 575 /2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευδοξία Πιστιόλα, Εφέτη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Δ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………, και 2) …………, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν, στο ακροατήριο.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: …………., η οποία παραστάθηκε, στο ακροατήριο, δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Βασιλείου Νικολετάκη.
Η εφεσίβλητη άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των εκκαλούντων, την από 13-12-2022 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ………./2022 αγωγή, επί της οποίας εξεδόθη, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, ερήμην των εναγομένων – εκκαλούντων, η υπ’ αριθμ. 2247/2023 οριστική απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή. Την ως άνω απόφαση προσέβαλαν, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, οι εναγόμενοι, με την από 19-12-2023 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ……../2023, ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. …………/2024, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έφεση, η οποία προσδιορίσθηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 4-4-2024 και, μετά από αναβολή, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης κατέθεσε εμπρόθεσμα τις προτάσεις της και παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, ως αναφέρεται ανωτέρω.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 και, ακολούθως, τροποποιήθηκε, με το άρθρο 28 του ν. 4842/2021, με έναρξη ισχύος, κατ’ άρθρο 120 εδ. β΄ αυτού, από την 1-1-2022, εφαρμοζόμενου και επί εκκρεμών ένδικων μέσων (άρθρο 116 παρ. 2 β΄ αυτού) «Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται, εφόσον είναι παραδεκτή». Η απόρριψη της έφεσης, λόγω της ερημοδικίας του εκκαλούντος, γίνεται κατ’ ουσίαν και όχι για τυπικό λόγο, διότι, παρότι στην πραγματικότητα οι λόγοι έφεσης δεν εξετάζονται, ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται, κατά πλάσμα νόμου, ότι είναι αβάσιμοι και, για το λόγο αυτό, είναι πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίδεται στο Δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί την παραδοχή τους (ΑΠ 1382/19, ΑΠ 641/17, ΑΠ 700/17 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατ’ εφαρμογή των θεμελιακών δικονομικών αρχών της εκατέρωθεν ακρόασης και της τήρησης προδικασίας (άρθρα 110 παρ. 2 και 111 ΚΠολΔ), σε περίπτωση απουσίας οποιουδήποτε διαδίκου, εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως, από το δικαστήριο, εάν νομίμως φέρεται προς συζήτηση η υπόθεση ενώπιόν του, η οποία, μετά την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης, συντελείται, κατά το άρθρο 498 ΚΠολΔ, με κλήση, κατά την προσδιορισθείσα, με επιμέλεια του διαδίκου, δικάσιμο, η οποία επιδίδεται στον αντίδικο και δεν αρκεί, μόνον, ο προσδιορισμός δικασίμου, αλλά απαιτείται και επίδοση της κλήσης, η οποία έχει τα ίδια αποτελέσματα και για εκείνον, με παραγγελία του οποίου έγινε, και υποδηλώνει τη βούλησή του ότι επιθυμεί την εκδίκαση της έφεσης, ενώ η μη επίδοσή της υποδηλώνει την αντίθετη προς τούτο βούληση του διαδίκου. Αν ο εκκαλών δεν εμφανιστεί ή δεν λάβει μέρος κανονικά στη συζήτηση, το δικαστήριο οφείλει να εξετάσει αν επισπεύδει αυτός τη συζήτηση ή, όταν την επισπεύδει ο παριστάμενος εφεσίβλητος, αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, σε αποφατική δε περίπτωση, να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς όλους τους διαδίκους (ΑΠ 549/07 ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση αδυναμίας διακρίβωσης του διαδίκου που επισπεύδει τη συζήτηση, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη, διότι λείπει η απαιτούμενη προδικασία της κλήσης προς συζήτηση (ΑΠ 106/19, ΑΠ 864/17 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 226 παρ. 4 εδ. β και γ ΚΠολΔ, που έχουν γενική εφαρμογή, αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραμματέας οφείλει, αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιμο που ορίσθηκε, κατά την οποία δεν χρειάζεται νέα κλήση του διαδίκου, προς εμφάνιση, και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται, σύμφωνα με την όμοια διάταξη του άρθρου 260 παρ. 4 ΚΠολΔ, και στην περίπτωση κατά την οποία οι εγγεγραμμένες στο πινάκιο υποθέσεις δεν εισάγονται προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανώτερης βίας και ορίζεται αυτεπαγγέλτως για τη συζήτησή τους νέα δικάσιμος. Ωστόσο, κατά την έννοια των τελευταίων αυτών διατάξεων, η αναβολή της υπόθεσης και η αναγραφή της στο πινάκιο του δικαστηρίου, για τη μετ’ αναβολή δικάσιμο, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιμο αυτή και, επομένως, δεν χρειάζεται νέα κλήση του απολειπόμενου κατ’ αυτή διαδίκου, εφόσον αυτός είχε επισπεύσει την αρχική συζήτηση ή είχε νόμιμα κλητευθεί να παραστεί κατά την αρχική δικάσιμο ή είχε νόμιμα παραστεί, κατά την ίδια δικάσιμο, οπότε, με τη νόμιμη παράστασή του χωρίς εναντίωσή του, καλύφθηκε η έλλειψη ή η τυχόν ακυρότητα της κλήτευσής του, για την αρχική δικάσιμο. Διαφορετικά, η αναβολή της υπόθεσης και η αναγραφή της στο πινάκιο του δικαστηρίου, για τη μετ’ αναβολή δικάσιμο, δεν ισχύει ως κλήτευση του απολειπόμενου κατ’ αυτή διαδίκου (ΑΠ 241/15, ΑΠ 1507/14, ΑΠ 111/13, ΑΠ 1794/12, ΑΠ 354/11, ΑΠ 281/11, ΑΠ 1379/09, ΑΠ 136/99 ΤΝΠ Δ.Σ.Α.). Στην προκειμένη περίπτωση, η εφεσίβλητη άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των εκκαλούντων, την από 13-12-2022 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. …………/2022 αγωγή, επί της οποίας εξεδόθη, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, ερήμην των εναγομένων – εκκαλούντων, η υπ’ αριθμ. 2247/2023 οριστική απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή. Κατά της ως άνω αποφάσεως (η οποία, ακολούθως, διορθώθηκε, με την υπ’ αριθμ. 3364/2023 απόφαση του αυτού δικαστηρίου), οι εναγόμενοι, άσκησαν την από 19-12-2023 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. …………/2023, ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ………/2024, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έφεση. Η έφεση αυτή τυγχάνει παραδεκτή, καθώς έχει ασκηθεί, νομότυπα και εμπρόθεσμα, εφόσον δεν προκύπτει, από τα έγγραφα που προσκομίζονται, ούτε η εφεσίβλητη επικαλείται ότι έχει χωρήσει επίδοση της εκκαλουμένης και δεν έχει παρέλθει διετία από τη δημοσίευση της τελευταίας, στις 10-7-2023, έως την άσκηση της ως άνω εφέσεως, στις 20-12-2023 (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 513 παρ. 1β΄, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ). Σημειώνεται δε ότι η εν λόγω διαφορά, ως εργατική, απαλλάσσεται, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδ. τελ. ΚΠολΔ, της υποχρέωσης καταβολής παραβόλου, για το παραδεκτό της έφεσης, και, κατά συνέπεια, ως εκ περισσού, προσκομίζεται από τους εκκαλούντες το σχετικό, με κωδικό αριθμό …… ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού 100 ευρώ, το οποίο, για το λόγο τούτο, πρέπει να αποδοθεί σε αυτούς, ανεξαρτήτως της έκβασης της δίκης (ΑΠ 791/17, ΕΔωδ 29/21, ΕΠατρ 82/21, ΕΑ 37/20 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η έφεση προσδιορίσθηκε αρχικά να συζητηθεί για τη δικάσιμο της 4-4-2024, με επίσπευση των εκκαλούντων, αφού, όπως προκύπτει από τη σχετική από 4-3-2024 σημείωση του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …………….., επί προσκομιζομένου από την εφεσίβλητη αντιγράφου της υπό κρίση έφεσης, σε συνδυασμό και με την επισυναπτόμενη σε αυτό από 4-3-2024 παραγγελία προς επίδοση του πληρεξουσίου δικηγόρου των εκκαλούντων, ακριβές αντίγραφο της έφεσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την ως άνω ορισθείσα δικάσιμο, επέδωσαν στην εφεσίβλητη οι εκκαλούντες. Στην ανωτέρω δε δικάσιμο της 4-4-2024, η υπόθεση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά του Δικαστηρίου τούτου, οι εκκαλούντες δεν παραστάθηκαν, καθ’ οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, στη σειρά της από το πινάκιο, ενώ η εφεσίβλητη παρέστη, νομίμως, δια του προαναφερόμενου πληρεξουσίου δικηγόρου της. Επομένως, σύμφωνα και με τα προπαρατιθέμενα στη μείζονα σκέψη, οι εκκαλούντες, -εφόσον οι ίδιοι είχαν επισπεύσει τη συζήτηση της εφέσεως, για την ως άνω αρχικά ορισθείσα δικάσιμο, με αποτέλεσμα να μην απαιτείται κλήτευση αυτών, στην παρούσα μετ’ αναβολή δικάσιμο, και η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο να λογίζεται, κατ’ άρθρο 226 παρ. 4 ΚΠολΔ, ως κλήτευση όλων των διαδίκων- πρέπει να δικασθούν ερήμην. Συνακολούθως, πρέπει η κρινομένη έφεσή τους να απορριφθεί (άρθρο 524 παρ. 3 ΚΠολΔ), χωρίς να ακολουθήσει περαιτέρω έρευνα αυτής, να ορισθεί το παράβολο, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας, κατά της παρούσας απόφασης, από τους απολιπόμενους εκκαλούντες (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), και, τέλος, κατ’ αποδοχή του σχετικού αιτήματος της εφεσίβλητης, να καταδικασθούν οι εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα αυτής, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 183, 184 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των εκκαλούντων.-
-ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο, για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας, κατά της παρούσας, για έκαστο των εκκαλούντων, στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.-
-ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση κατά της, εκδοθείσας κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, υπ’ αριθμ. 2247/2023 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.-
-ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του υπ’ αριθμ. …………….. e- παραβόλου εφέσεως στους εκκαλούντες.-ΚΑΙ
-ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εκκαλούντες στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.-
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια, στο ακροατήριό του, συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, στις 28.11.2024
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ