Αριθμός 630/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Ναυτικό Τμήμα
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο Μαρία Λειβιδιώτου-Σαξώνη.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «……..» («…………») που εδρεύει στην …….. Ν. Αττικής (………..) με ΑΦΜ …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Γαρυφαλιά Δάρρα.
Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 5.11.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2021) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ αριθ 1256/2022 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή εν μέρει.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 23.5.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………./2022-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ……../2022) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 16η.3.2023, μετά δε από διαδοχικές αναβολές η δικάσιμος της 15ης.2.2024 και αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιες δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινομένη με αριθμό κατάθεσης ………../2022 και αριθμό προσδιορισμού ……../2022 έφεση κατά της με αριθμό 1256/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 614 αρ.3 και 621 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του τότε ισχύοντος ΚΙΝΔ), αντιμωλία των διαδίκων, επί της με αριθμό …………/2021 αγωγής του εν μέρει ηττηθέντος ενάγοντος, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις με κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και εμπροθέσμως, εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας από την έκδοση της εκκαλουμένης αφού δεν προκύπτει επίδοση της ούτε οι διάδικοι επικαλούνται τέτοια (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Πρέπει επομένως η κρινόμενη έφεση και να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια παραπάνω ειδική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι ως προς τις διαφορές αυτές υπάρχει απαλλαγή από το παράβολο εφέσεως του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012.
Με την ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης ………/2021 αγωγή του, ο ενάγων εξέθετε ότι δυνάµει συµβάσεως ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που κατάρτισε με την εναγομένη μονοπρόσωπη ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία που εδρεύει στην ………, ναυτολογήθηκε την 7η.8.2020 στο λιµάνι του Πειραιά υπό την ειδικότητα του ναυκλήρου επί του υπό ελληνική σηµαία Ε/Γ-Τ/Ρ επαγγελµατικού πλοίου αναψυχής µε το όνοµα «Α», Νηολογίου Πειραιά …………., µε ΔΔΣ …….., πλοιοκτησίας της εναγοµένης, µε µηνιαίες αποδοχές ανερχόµενες στο ποσό των 1.400 ευρώ, κατά τα λοιπά σύµφωνα µε τους όρους αµοιβής και εργασίας που προβλέπονται στη Συλλογική Σύµβαση Ναυτικής Εργασίας των Πληρωµάτων Επαγγελµατικών Τουριστικών Σκαφών των ετών 2020-2021, και εργάσθηκε συνεχώς στο ως άνω πλοίο µέχρι την 21η.7.2021, οπότε απολύθηκε στο λιµάνι του Αργοστολίου «αµοιβαία συναινέσει» του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Ότι από την προσφορά των υπηρεσιών του στο ως άνω πλοίο διατηρεί κατά της εναγοµένης πλοιοκτήτριας εταιρίας απαιτήσεις για αµοιβή από παροχή υπερωριακής εργασίας σε καθηµερινές, Σάββατα, Κυριακές και αργίες, αµοιβή για τροφοδοσία και για αποδοχές αδείας, όπως οι επιµέρους απαιτήσεις εξειδικεύονται κατ’ είδος, χρόνο και ποσό στο δικόγραφο της κρινοµένης αγωγής. Ακολούθως αιτήθηκε να υποχρεωθεί η εναγοµένη με προσωρινά εκτελεστή απόφαση να του καταβάλει το ποσό των 17.349,33 ευρώ µε το νόµιµο τόκο από την εποµένη της απολύσεώς του, ήτοι από 22-7-2021, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής, κυρίως µε βάση τις διατάξεις περί ενδοσυµβατικής ευθύνης άλλως µε βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισµού. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι έχει υλική και τοπική αρμοδιότητα προς εκδίκαση της υπόθεσης λόγω και του ναυτικού της χαρακτήρα κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών-εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αριθ. 3 και 621 ΚΠολΔ) και έκρινε ότι η κύρια βάση της έχει νομικό έρεισμα στις διατάξεις των άρθρων 648 επ., 653, 655, 340, 341, 345, 346 ΑΚ, άρθρα 53, 54, 57, 60, 84 του τότε ισχύοντος Κ.Ι.Ν.Δ, σε συνδυασµό µε τη Συλλογική Σύµβαση Εργασίας Πληρωµάτων Επαγγελµατικών Τουριστικών Σκαφών του ν. 4256/2014 των ετών 2020-2021. Στη συνέχεια τη δέχτηκε κατά ένα μέρος μόνο ως ουσιαστικά βάσιμη υποχρεώνοντας στην εναγομένη ήδη εφεσίβλητη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 2.320 ευρώ εντόκως αφότου λύθηκε η εργασιακή σχέση και μέχρι την εξόφληση. Κατά την απόφασης αυτή παραπονείται τώρα ο ενάγων ήδη εκκαλών με την κρινόμενη έφεση του και τους διαλαμβανόμενους σε αυτή λόγους παραπονούμενος για κακή εκτίμηση αποδεικτικού υλικού καθώς κρίθηκε ότι δεν εργάστηκε υπερωριακά και για εσφαλμένη εφαρμογή νόμου διότι κρίθηκε ότι δεν δικαιούται δώρα επειδή αυτά έχουν ενσωματωθεί στην κανονική άδεια από την 1.1.1983 και ακολούθως κατά εν μέρει παραδοχής της υποβληθείσας ένστασης συμψηφισμού αφαιρέθηκε το ποσό των 2.930 ευρώ από αυτό που κρίθηκε ως συνολικά οφειλόμενο για τροφοδοσία. Ακολούθως ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση του ώστε να μεταρρυθμιστεί η εκκαλουμένη απόφαση. Να σημειωθεί ότι αλυσιτελώς ζητεί να γίνει δεκτή στο σύνολό της η αγωγή καθώς δεν πλήττει με λόγο εφέσεως όλα τα κεφάλαια της εκκαλουμένης.
Ο νομοθέτης διευθέτησε πρόσφατα το εν λόγω ζήτημα της χρονικής ισχύος των σσνε, ως προς το οποίο προέκυψε όπως προελέχθη διχογνωμία, με το άρθρο 49 του ν. 4597/2019 «Για την κύρωση των Συμβάσεων Παραχώρησης που έχουν συναφθεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε. – Διατάξεις για τη λειτουργία του συστήματος λιμενικής διακυβέρνησης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 35/28.2.2019), με το οποίο ορίστηκε ότι «Η αληθής έννοια της παρ. 1 του άρθρου 5 του α.ν. 3276/1944 (Α΄ 24, αναδημ. Α΄ 172/1945) είναι ότι η απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με την οποία κυρώνεται συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας σύμφωνα με τον ανωτέρω νόμο ισχύει αναδρομικά από την έναρξη ισχύος που ορίζεται στην οικεία συλλογική σύμβαση, ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης ή/και κύρωσής της από τον Υπουργό». Με τη διάταξη αυτή διευκρινίζεται η αληθής έννοια του άρθρου 5 παρ. 1 εδαφ. α του α.ν. 3276/1944 και επομένως ως ερμηνευτική διάταξη εφαρμόζεται από το εφετείο χωρίς να περιορίζεται από το άρθρο 533 παρ. 2 ΚΠολΔ, ανατρέχουσα ως προς το χρόνο έναρξης της ισχύος της, σε εκείνον (χρόνο ισχύος) της ερμηνευόμενης διάταξης (ΟλΑΠ 1/2014, 22/1997 και 10/1990). Κατά συνέπεια με τη λήξη της καθορισθείσας χρονικής διάρκειας της σσνε, παύει άμεσα αυτή να ισχύει και στο εξής, τις συνθήκες παροχής και τις αμοιβές της εργασίας των ναυτικών, ρυθμίζουν οι όροι της ατομικής σύμβασης ναυτικής εργασίας για την υπόλοιπη συμφωνημένη διάρκειά της. Επομένως, αν καταρτιστεί ατομική σύμβαση ναυτικής εργασίας μετά τη λήξη της ισχύος της τελευταίας σχετικής σσνε, το εργασιακό καθεστώς δεν διέπεται πλέον από τη λήξασα σσνε, αλλά προσδιορίζεται αυτοτελώς από τους όρους της ατομικής σύμβασης. Έτσι μπορούν οι συμβαλλόμενοι κατά τη σύναψη της ατομικής σύμβασης ναυτικής εργασίας να συμφωνήσουν και να καταστούν περιεχόμενο αυτής οι όροι συγκεκριμένης σσνε ακόμα και μέλλουσας (ΑΠ 692/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) ή, ακόμα και αυτής που έληξε και αυτό είναι έγκυρο και επιτρεπτό διότι είναι σύμφωνο με τις αρχές της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης και της ελευθερίας των συμβάσεων, που απορρέουν από τη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ, από την οποία συνάγεται ότι είναι δυνατόν να συμφωνηθεί έγκυρα λ.χ. το ύψος του μισθού με παραπομπή σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις, οι οποίες καλύπτουν άλλη κατηγορία εργαζομένων ή θέτουν προϋποθέσεις που δεν συγκεντρώνει ο συγκεκριμένος μισθωτός (ΑΠ 1109/2017, ΑΠ 1150/2017, ΑΠ 51/2017 ΑΠ 251/2012, ΑΠ 1494/2010, ΑΠ 637/2004, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤρΕφΠειρ 720/2015, ΤρΕφΘεσ. 262/2011, τνπ ΝΟΜΟΣ).
Από καταθέσεις των ενόρκως εξετασθέντων στο ακροατήριο µαρτύρων δηλαδή του πλοιάρχου ………. και του πρώτου μηχανικού …………, οι οποίες περιλαµβάνονται στα ταυτάριθµα µε την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τις προσκοµιζόµενες µετ’ επικλήσεως από την εναγοµένη με αριθμούς .. και …./14.3.2022 ένορκες βεβαιώσεις, ενώπιον του συμβολαιογράφου Πειραιώς ….. ., οι οποίες ελήφθησαν σύμφωνα με τις διατυπώσεις των άρθρων 421επ. του ΚΠολΔ και κατόπιν νοµοτύπου και εµπροθέσµου. κλητεύσεως του άλλου διάδικου μέρους σύμφωνα με τη με αριθμό ……/9.3.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς …………, και όλων των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν τα διάδικα μέρη πλήρως αποδείχθηκαν κατά την ουσιαστική κριση αυτού του δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Ο ενάγων που έχει ναυτικό φυλλάδιο και απασχολειται ως ναυτικός ναυτολογήθηκε με σύμβαση ναυτικής εργασίας που καταρτίστηκε την 7η.8.2020 στο λιµάνι του Πειραιά υπό την ειδικότητα του ναυκλήρου επί του υπό ελληνική σηµαία Ε/Γ- Τ/Ρ επαγγελµατικού πλοίου αναψυχής µε το όνοµα «Α.», Νηολογίου Πειραιά ………, µε ΔΔΣ ……… πλοιοκτησίας της εναγοµένης. Κατά το χρόνο απασχόλησης του οι νόμιμες αποδοχές του με βάση τη με αριθμό 2242.5-1.8/8545/2021 συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας των πληρωμάτων επαγγελματικών τουριστικών σκαφών του ν. 4256/2014 των ετών 2020-2021 ανέρχονταν σε 2.037,44 ευρώ αφού αποτελούνταν από :βασικό μισθό 846 ευρώ (άρθρο 22) + επίδομα Κυριακών 186,12 ευρώ + μηνιαία τροφή 450 ευρώ (άρθρο 3) (15χ30) + 12 επίδομα ανθυγιεινής εργασίας (άρθρο 28 παρ. 2) + αποζημίωση αδείας 543,32 ευρώ [(846+186,12+12+450):22 χ8}. Η σύμβαση αυτή εφαρμόζεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 49 του ν. 4597/2019 αλλά και με βάση τη ρητή συμφωνία των διαδίκων, πλέον του κλειστού μισθού που εδώ συμφωνήθηκε στο ποσό των 1.500 ευρώ και από 1.12.2020 στο ποσό των 1.600 ευρώ. Οι συμφωνηθείσες αποδοχές δεν μπορούν να υπολείπονται των νομίμων όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εφεσίβλητη. Ο ενάγων και ήδη εκκαλών απασχολήθηκε στο ως άνω πλοίο µέχρι την 21η.7.2021, οπότε απολύθηκε στο λιµάνι της Ελευσίνας «αµοιβαία συναινέσει» του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Ο αγωγικός ισχυρισμός περί υπερωριακής απασχόλησης πλέον του οκταώρου τις καθημερινές δεν αποδείχθηκε. Τούτο δε διότι πέραν του τέτοια υπερωριακή απασχόληση δεν αποδεικνύεται με κάποιο τρόπο από το ημερολόγιο του πλοίου που προσκομίζεται, αποδείχθηκε ότι στις 11.9.2020 ενώ το πλοίο βρισκόταν στον Πόρο εκδηλώθηκε σε αυτό πυρκαγιά. Ακολούθως, το πλοίο µεταφέρθηκε στις 17.9.2020 στο ναυπηγείο της εταιρείας «…………», που βρίσκεται στο Πέραµα, παρέµεινε εκεί ανελκυσµένο έως τις 6.7.2021 με ημερομηνία εξόδου την 16.7.2021. Σύμφωνα με τις ένορκες βεβαιώσεις της καμαρώτου του σκάφους και κατοίκου Πειραιώς ………… και του εργαζόμενου στην εφεσίβλητη και κατοίκου Αμαρουσίου ……….. κατά το διάστηµα από 17.9.2020 έως το Φεβρουάριο του 2021 στο πλοίο εκτελούνταν µόνο επιθεωρήσεις από πραγµατογνώµονες σχετικά µε τα αίτια της πυρκαγιάς και την έκταση των ζηµιών, προκειµένου να αποφασιστεί από την πλοιοκτήτρια εταιρία εάν ήταν προς το συµφέρον της να προχωρήσει στην αποκατάσταση των ζηµιών, εφόσον θα συµφωνούσε µε τους ασφαλιστές στο ύψος της ασφαλιστικής αποζηµίωσης ή εάν το πλοίο θα χαρακτηριζόταν ως «ολική απώλεια. Όταν πλέον αποφασίστηκε η αποκατάσταση των ζηµιών εκτελέστηκαν στο πλοίο διάφορες εργασίες από συνεργεία κατά τη διάρκεια των ωρών λειτουργίας του ναυπηγείου από τις 7:30 έως 15:30 κατά µόνο κατά τις εργάσιµες ηµέρες. Επομένως κρίνεται ότι και το ωράριο εργασίας του πληρώµατος περιοριζόταν τις προαναφερόμενες ώρες από τις 7:30 έως 15:30, που ήταν ανοιχτό το ναυπηγείο, τις εργάσιµες µόνο ηµέρες, ενώ κανένα µέλος του πληρώµατος δεν εργαζόταν πέραν αυτών των ωρών και ηµερών. Να σημειωθεί επιπλέον ότι επειδή το πλοίο ήταν σε ιδιωτικό ναυπηγείο στο οποίο υπήρχε φύλαξη, δεν χρειαζόταν να γίνονται ούτε βάρδιες φύλαξης από τα µέλη του πληρώµατος. Σε αντίθετο συμπέρασμα δεν μπορεί να οδηγήσει το παραδεκτώς προσκομιζόμενο κατ’άρθρο 529 του ΚΠολΔ, παρά τα όσα αβασίμως ισχυρίζεται η εφεσίβλητη, από 18.10.2022 έγγραφο της ανώνυμης εταιρίας “νέα ελληνικά ναυπηγεία” με το οποίο βεβαιώνεται αφενός ότι οι ώρες του ναυπηγείου είναι από Δευτέρα έως Παρασκευή από τις 7.30 έως τις 15.30 αφετέρου ότι τα ναυπηγείο επιτρέπει στα μέλη των πληρωμάτων, τους ιδιοκτήτες ή νομίμους εκπροσώπους των φιλοξενούμενων θαλαμηγών να παραμένουν στο ναυπηγείο ακολουθώντας πιστά τους όρους και τους κανόνες υγιεινής, διότι από αυτό δεν μπορεί να συναχθεί ότι ο ενάγων παρέμενε επί δεκάωρο και Σαββατοκύριακα εντός του ναυπηγείου εκτελώντας χειρωνακτικές εργασίες προκειμένου να μην επιβαρύνεται η πλοιοκτήτρια με επιπλέον εργατοώρες συνεργείου ναυπηγείου, όπως καταθέτει ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ο πλοίαρχος του σκάφους ……………., πρωτίστως διότι η περιγραφόμενη πρακτική αφενός δεν συνάδει με τους όρους ασφάλειας εργασίας ενός ναυπηγείου, και αφετέρου, διότι, πέραν του ότι δεν προσδιορίζονται οι χειρωνακτικές εργασίες που αφαιρούσαν εργατοώρες ναυπηγείου από την πλοιοκτήτρια και δεν αρκεί η αναφορά ότι ο ενάγων μετέφερε σε δύο κοντέινερ που υπήρχαν στο λιμάνι όλα τα κατεστραμμένα πράγματα που πλοίου, η 10ωρη καθημερινή χειρωνακτική απασχόληση και κατά το διάστημα που πραγματοποιούνταν εργασίες, έρχεται σε αντίθεση με τα διδάγματα της κοινής πείρας και του κανόνες της λογικής που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως. Κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι ο ενάγων δεν απασχολήθηκε υπερωριακά και απορρίπτοντας ως ουσιαστικά αβάσιμο το σχετικό αγωγικό αίτημα, ορθά ερμήνευσε τις αποδείξεις και το όσα περί του αντιθέτου αναγράφονται στο σχετικό πρώτο λόγο έφεσης είναι αβάσιμα και απορριπτέα.
Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 440 του ΑΚ ορίζεται ότι ο συμψηφισμός επιφέρει απόσβεση των μεταξύ δύο προσώπων αμοιβαίων απαιτήσεων, όσο καλύπτονται, αν είναι ομοειδείς κατά το αντικείμενο και ληξιπρόθεσμες. Εξ άλλου με τη διάταξη του άρθρου 664 του ΑΚ ορίζεται ότι ο εργοδότης δεν μπορεί να συμψηφίσει οφειλόμενο μισθό σε απαίτησή του κατά του εργαζομένου, εφόσον ο μισθός αυτός είναι απολύτως αναγκαίος για τη διατροφή του εργαζομένου και της οικογένειάς του. Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για το συμψηφισμό με απαίτηση που έχει ο εργοδότης λόγω ζημίας που του προξένησε ο εργαζόμενος με δόλο κατά την εκτέλεση της σύμβασης εργασίας. Ο μισθός, εφόσον δεν υπόκειται σε συμψηφισμό, είναι και ακατάσχετος. Η τελευταία αυτή διάταξη, ως ειδικότερη, κατισχύει εκείνης του άρθρου 451 του ΑΚ σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 982 παρ. 2 εδ. δ του ΚΠολΔ, η οποία αποκλείει την κατάσχεση στα χέρια τρίτου του μισθού στο σύνολό του, με εξαίρεση τις απαιτήσεις για διατροφή οφειλόμενη από το νόμο ή από διάταξη τελευταίας βούλησης ή για συνεισφορά στις ανάγκες της οικογένειας. Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις των άρθρων 440 και 664 του ΑΚ συνάγεται ότι είναι δυνατή η απόσβεση ομοειδών, ληξιπροθέσμων απαιτήσεων δύο προσώπων στην έκταση που καλύπτονται η μία με την άλλη, εφ` όσον το ένα πρόσωπο δηλώσει στο έτερο τη βούλησή του για το σκοπό αυτό. Ο κανόνας κάμπτεται, κατ` εξαίρεση, όταν πρόκειται για απαιτήσεις μισθολογικών παροχών. Τότε, ο συμψηφισμός τους με ανταπαίτηση του εργοδότη απαγορεύεται. Η απαγόρευση, όμως, ισχύει μόνο για το μέρος, ως προς το οποίο οι μισθολογικές παροχές ήθελε θεωρηθούν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, απολύτως αναγκαίες για τη διατροφή του εργαζομένου και της οικογένειάς του. Πλήρης επαναφορά στον κανόνα επέρχεται όταν η ανταπαίτηση του εργοδότη απορρέει από ζημία, που του προξένησε δολίως ο εργαζόμενος κατά την παροχή της εργασίας. Με τον ως άνω συμψηφισμό όμως δεν πρέπει να συγχέεται ο καταλογισμός ενός ποσού στο μισθό. Ειδικότερα, ως καταλογισμός νοείται η αφαίρεση (έκπτωση) από τον οφειλόμενο μισθό ορισμένου μέρους του ή και ολόκληρου του ποσού του, κατά το μέτρο που το ποσό αυτό έχει καταβληθεί ήδη στον εργαζόμενο είτε ως προκαταβολή των αποδοχών του είτε χωρίς νόμιμη αιτία (π.χ. από παραδρομή). Ο καταλογισμός λειτουργεί ως μηχανισμός αποτροπής της διπλής πληρωμής των ίδιων μισθολογικών παροχών και επιτρέπεται πάντοτε για λόγους ουσιαστικής δικαιοσύνης, χωρίς να προσκρούει στην απαγόρευση της ΑΚ 664 (ΑΠ 358/2020, ΑΠ 1067/2017, ΑΠ 764/2010 δημ. νόμος).
Περαιτέρω αποδείχθηκε κατά τα ανωτέρω ότι στον ενάγοντα έπρεπε να καταβάλλεται επίδομα τροφής ύψους 15 ευρώ ημερησίως και για τις 350 ημέρες που ήταν ναυτολογημένος κατά τα προαναφερόμενα συνολικά 5.250 ευρώ. Επίσης να σημειωθεί οι αποδοχές αδείας το διάστημα ναυτολόγησης του ανέρχονταν σε 1.494,12 :22 χ 92 =6.248,14 ευρώ και όχι σε 6.197 ευρώ, όπως κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, και η αιτιολογία του αντικαθίσταται κατά μέρος αυτό σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 534 του ΚΠολΔ. Με το δεύτερο λόγο εφέσεως ο ενάγων παραπονείται για το ότι αφαιρέθηκε από το ποσό που κρίθηκε ότι του οφείλεται ως τροφοδοσία το ποσό των 2.930 ευρώ που του δόθηκε κατά την απόλυση του και ότι το ποσό αυτό του χορηγήθηκε λόγω επιδομάτων εορτών παρόλο που αυτά με ρητή διάταξη της σχετικής συλλογικής σύμβασης καταργήθηκαν από 1.1.1983 και ενσωματώθηκαν στην κανονική άδεια, η οποία αυξήθηκε σε 96 ημέρες (βλ. άρθρο 6 παρ. 6 της σχετικής και εφαρμοζόμενης ΣΣΝΕ), και ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εκτίμησε εσφαλμένα τις αποδείξεις, διότι αυτός συμφώνησε προφορικά με την εργοδότρια του να λαμβάνει 14 μηνιαίους μισθούς και ότι συνεπώς το ποσό που του καταβλήθηκε λόγω επιδομάτων εορτών δεν έπρεπε να συμψηφιστεί κατά παραδοχή της σχετικής ενστάσεως της εργοδότριας για τον επιπρόσθετο λόγο ότι οι αποδοχές που οφείλονται στον εργαζόμενο συμψηφίζονται μόνο αν προέρχονται από ζημία που προξένησε ο εργαζόμενος κατά την εκτέλεση της εργασίας του, αφού είναι αναγκαίες για τη διατροφή του εργαζόμενου και της οικογένειας του. Στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση δεν αποδείχθηκε ο αγωγικός ισχυρισμός ότι η εργοδότρια είχε συμφωνήσει να καταβάλει στους εργαζόμενους της 14 κλειστούς μισθούς, όπως καταθέτει ο πλοίαρχος του σκάφους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθώς η κατάθεση του δεν κρίνεται κατά το μέρος αυτό πειστική διότι δεν επιβεβαιώνεται από άλλο αποδεικτικό μέσο και κρίνεται ότι επειδή ο συγκεκριμένος μάρτυρας απασχολείτο στο συγκεκριμένο σκάφος το επίδικο διάστημα ενδεχομένως να εξαρτά συμφέρον από την έκβαση της δίκης. Ως προς το δεύτερο σκέλος του λόγου εφέσεως σύμφωνα με το προαναφερόμενα στη νομική σκέψη ως καταλογισμός νοείται η αφαίρεση (έκπτωση) από τον οφειλόμενο μισθό ορισμένου μέρους του ή και ολόκληρου του ποσού του, κατά το μέτρο που το ποσό αυτό έχει καταβληθεί ήδη στον εργαζόμενο είτε ως προκαταβολή των αποδοχών του είτε χωρίς νόμιμη αιτία δηλαδή από παραδρομή, κατά την παραδοχή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Ο καταλογισμός λειτουργεί ως μηχανισμός αποτροπής της διπλής πληρωμής των ίδιων μισθολογικών παροχών και επιτρέπεται πάντοτε για λόγους ουσιαστικής δικαιοσύνης, χωρίς να προσκρούει στην απαγόρευση της ΑΚ 664. Κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι το ποσό των 2.930 ευρώ έπρεπε να αφαιρεθεί από το οφειλόμενο λόγω επιδόματος τροφής ποσό μετά την υποβολή της ενστάσεως συμψηφισμού εκ μέρους της εφεσίβλητης ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ερμήνευσε το νόμο και συνεπώς όσα περί του αντιθέτου αναφέρονται στο σχετικό δεύτερο λόγο έφεσης είναι αβάσιμα και απορριπτέα.
Κατόπιν των ανωτέρω και με δεδομένο ότι δεν υφίσταται προς εξέταση άλλος λόγος εφέσεως, θα πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας βαρύνουν τον εκκαλούντα, λόγω της ήττας του, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 176, 183 και 193 παρ. 1 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων τη με αριθμό κατάθεσης ……../2022 και αριθμό προσδιορισμού …………../2022 έφεση κατά της με αριθμό 1256/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 614 αρ.3 και 621 επ. του ΚΠολΔ αντιμωλία των διαδίκων, επί της με αριθμό ………../2021 αγωγής
Δέχεται τυπικά την έφεσή και απορρίπτει αυτή κατ’ουσία
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και τα ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ,
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 23 Δεκεμβρίου 2024 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ