Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 635/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Aπόφασης     635/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τον Γραμματέα Σ.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρίας με την επωνυμία “…………..”, η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ως οιονεί καθολικής διαδόχου της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «………..», μετά από συγχώνευση με απορρόφηση της τελευταίας από την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «……………» και αλλαγή της επωνυμίας της απορροφώσας εταιρίας σε «………..» και η οποία, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ανάργυρο (Αργύρη) Κουτσούκο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρείας …………, η οποία εδρεύει στην Κάλυμνο και εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μιχαήλ Νταλάκο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Η ήδη εφεσίβλητη, ανώνυμη ναυτιλιακή εταιρεία …….., άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 16.11.2020 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου …………/2020 αγωγή, κατά της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 1012/2022 οριστική απόφαση του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε δεκτή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η εναγόμενη με την από 27.10.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …………/1.11.2022 έφεση, δικάσιμος για την εκδίκαση της οποία ορίστηκε εκείνη της 19ης.10.2023 και, κατόπιν αναβολής αυτή που αναφέρεται στην αρχή τις παρούσας.

Κατά τη δικάσιμο αυτή, η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν με δήλωση και ανέπτυξαν τις απόψεις τις με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η ένδικη από 27.10.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………./1.11.2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, έφεση, με την οποία πλήττεται η με αριθμό 1012/2022 οριστική απόφαση του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και η οποία δέχθηκε ως νόμιμη και ακολούθως και ως βάσιμη στην ουσία της την από 16.11.2020 και με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης δικογράφου …………./2020 αγωγή της ήδη εφεσίβλητης ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας, πλοιοκτήτριας του περιγραφόμενου στην αγωγή ταχύπλοου επιβατηγού πλοίου, δια της οποίας ασκήθηκαν αξιώσεις καταβολής ασφαλιστικής αποζημίωσης για ζημία των μηχανών του εν λόγω πλοίου, στραφείσες κατά της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας, η οποία (αγωγή) έγινε δεκτή ως βάσιμη και στην ουσία της υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, έχει ασκηθεί παραδεκτώς από την ηττηθείσα πρωτοδίκως εναγομένη, κατατέθηκε δε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, συνοδευόμενη από το νόμιμο παράβολο (με αριθμό …………./2022 ηλεκτρονικό παράβολο) και εμπροθέσμως, δεδομένου ότι, από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως και δεν παρήλθε διετία από τη δημοσίευση αυτής (άρθρο 518 αριθ. 2 Κ.Πολ.Δ.), ενόψει του ότι το πρωτότυπο της άνω εφέσεως κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 1.11.2022, όπως προκύπτει από την, παρά πόδας του εφετηρίου δικογράφου, έκθεση κατάθεσης του Γραμματέα του άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και η εκκαλουμένη απόφαση εξεδόθη την 31.3.2022, φέρεται δε αρμόδια προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ). Κατά συνέπεια, η ένδικη έφεση, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 533 § 1 ΚΠολΔ, κατά την ίδια όπως και πρωτοδίκως [τακτική] διαδικασία.

ΙΙ.  Με την ένδικη αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η ενάγουσα ανώνυμη ναυτιλιακή εταιρεία ……. και ήδη εφεσίβλητη, ισχυρίσθηκε ότι, τυγχάνει πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία ταχύπλοου επαγγελματικού σκάφους «KD», νηολογημένου στην Κάλυμνο, τακτικώς δρομολογημένου. Ότι δυνάμει συμβάσεως ασφαλίσεως, διεπόμενη από το αγγλικό δίκαιο, η οποία καταρτίσθηκε αρχικώς την τον Ιούνιο του έτους 2016 και ανανεώθηκε την 28 Ιουνίου 2017  η εναγόμενη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «………….» και ήδη με την επωνυμία “………….” ανέλαβε, έναντι καταβληθέντος ασφαλίστρου, την κάλυψη των ζημιών του κύτους, των μηχανών – μηχανημάτων, υλικών και εξαρτημάτων, του εξοπλισμού και οτιδήποτε συνδέεται με αυτά, του ανωτέρω πλοίου της, έως του ποσού των εξακοσίων πενήντα χιλιάδων ευρώ (650.000 €), για χρονικό διάστημα αρχικά ενός [1] έτους αρχής γενομένης από την 30/06/2016 και ακολούθως για ένα ακόμη έτος αρχής γενομένης από 30.6.2017, προερχομένων (των ζημιών), δια της περιλήψεως στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο του όρου 6 των δημοσιευμένων και καθιερωμένων όρων του πρώην Ινστιτούτου Ασφαλιστών του Λονδίνου («ILU») και ήδη Διεθνούς Ένωσης Ασφαλιστών του Λονδίνου («IUA»), με την κωδική ονομασία «Institute Time Clauses – Hulls της 1.11.1995» «…από οποιοδήποτε κρυμμένο ελάττωμα στα μηχανήματα ή από αμέλεια του πλοιάρχου, των αξιωματικών, του πληρώματος ή των πλοηγών του πλοίου, καθώς επίσης κάθε απώλεια ή ζημία που προκαλείται υπό των επισκευαστών αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η απώλεια ή ζημιά δεν έχει προκύψει από την έλλειψη της δέουσας επιμέλειας των ασφαλισμένων, πλοιοκτητών, διαχειριστών ή επιθεωρητών ή οποιουδήποτε από την χερσαία τους διαχείρισή.». Ότι στα πλαίσια εργασιών ελέγχου, τακτικής συντήρησης και επισκευής του άνω άκρου των δύο κυρίων μηχανών του εν λόγω πλοίου, σύμφωνα με τις προβλέψεις των κατασκευαστών των εν λόγω μηχανών, τις οποίες αυτή (ενάγουσα) είχε αναθέσει τον μήνα Νοέμβριο 2017, στο εγκεκριμένο συνεργείο επισκευών «……..», διαπιστώθηκε ότι κύρια εξ αλουμινίου μέρη των εν λόγω κυρίων μηχανών είχαν υποστεί διάβρωση και ειδικότερα, στη δεξιά κύρια μηχανή, το σύμπλεγμα των δύο στροβιλοσυμπιεστών και η βάση της είχαν διαβρωθεί εκτενώς σε όλες τις περιοχές όπου διήρχετο το νερό ψύξεως, ο μηχανισμός λειτουργίας του στροβιλοσυμπιεστή δευτέρου σταδίου υπερπλήρωσης ήταν τελείως κολλημένος, ο τύπου σπιράλ ελαστικός σύνδεσμος των δύο στροβιλοσυμπιεστών βρέθηκε τρυπημένος, όλα τα κινητά μέρη των στροβιλοσυμπιεστών βρέθηκαν βαρέως επηρεασμένα, καθώς επίσης ανευρέθη επιφανειακή σκουριά στις εξωτερικές επιφάνειες των χυτωνίων και ψυχόμενων επιφανειών των κυλίνδρων, χωρίς εν τούτοις κάποιου μηχανικού ή χημικού τύπου ζημία στα κινούμενα μέρη της μηχανής, στην αριστερή δε κύρια μηχανή η πολύπλοκη βάση του συμπλέγματος των δύο στροβιλοσυμπιεστών βρέθηκε μετρίως διαβρωμένη σε όλες τις περιοχές όπου διέρχεται το νερό ψύξεως, ο μηχανισμός λειτουργίας του στροβιλοσυμπιεστή δευτέρου σταδίου υπερπλήρωσης βρέθηκε κολλημένος, τα κινούμενα μέρη του πρωτεύοντος στροβιλοσυμπιεστή βρέθηκαν ελαφρώς επηρεασμένα και επιφανειακή σκουριά στις εξωτερικές επιφάνειες των χιτωνίων και των ψυχόμενων επιφανειών των κυλίνδρων χωρίς εν τούτοις κάποια μηχανικού ή χημικού τύπου ζημία στα κινούμενα μέρη της μηχανής. Ότι, περί των ανωτέρω βλαβών, αμέσως και δη την 1.12.2017, ειδοποίησε την εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, κατόπιν δε ελέγχου των εν λόγω μηχανών από τους διορισθέντες από τους διαδίκους τεχνικούς συμβούλου και τους τεχνικούς του ανωτέρω συνεργείου επισκευής, διαπιστώθηκε ότι οι ανωτέρω βλάβες, αμφότερων των κυρίων μηχανών, προέκυψαν από εγγύτερη αιτία καλυπτόμενη ασφαλιστικά, όπως επιβεβαιώθηκε και από τους τεχνικούς συμβούλους της εναγομένης και δη από αμέλεια του πλοιάρχου ή του πληρώματος του ανωτέρω πλοίου (σελ. 33 ένδικης αγωγής), οι οποίοι από αμέλειά τους, δεν φρόντισαν και δη παρέλειψαν, κατά τη διάρκεια της τρέχουσας, κατά την αγωγή, ασφαλιστικής περιόδου, τον καθημερινό έλεγχο και τη συμπλήρωση των υγρών ψύξεως των εν λόγω κυρίων μηχανών, όταν από φαινόμενα μηχανολογικά, φυσικά και χημικά το επίπεδο αυτού (νερού ψύξεως) των εν λόγω κυρίων μηχανών, μειώθηκε κάτω από τα επιτρεπόμενα όρια. Μάλιστα, η ενάγουσα αναφέρει ότι οι σχετικές ενδείξεις που αποστέλλουν οι αισθητήρες των κυρίων μηχανών, οι οποίοι ενεργοποιούνται όταν εντοπίσουν χαμηλή στάθμη του ψυκτικού υγρού, είτε δεν έγιναν αντιληπτές από το πλήρωμα, είτε έγιναν αντιληπτές αλλά δεν αξιολογήθηκαν επαρκώς, είτε ελέγχθηκαν πλημμελώς, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο λόγω δυσλειτουργίας, οι αισθητήρες των εν λόγω κυρίων μηχανών να μην ενεργοποιήθηκαν ως έπρεπε. Ότι η εν λόγω ζημία επήλθε αν και η ενάγουσα δια των αρμοδίων οργάνων της επέδειξε τη δέουσα επιμέλεια και δη οι εν λόγω κύριες μηχανές είχαν επισκευασθεί και συντηρηθεί από εξουσιοδοτημένους επισκευαστές, τα χρησιμοποιηθέντα ανταλλακτικά ήταν γνήσια και οι επισκευές των εν λόγω κυρίων μηχανών πραγματοποιούντο εντός των υποδεικνυομένων υπό των κατασκευαστών του πλοίου χρονικών διαστημάτων, παράλληλα δε το εν λόγω πλοίο ήταν νόμιμα νηολογημένο και επανδρωμένο, διατηρούσε την κλάση του και όλα τα πιστοποιητικά του ήταν εν ισχύ, τηρούντο όλες οι προβλεπόμενες από το ασφαλιστήριο «εγγυήσεις» (warranties) και οι εκ του νόμου επιβαλλόμενες τοιαύτες, δηλαδή εν προκειμένω της αξιοπλοΐας και του νομίμου σκοπού και τρόπου διεξαγωγής των ταξιδίων (legality) του εν λόγω πλοίου. Ότι για την αποκατάσταση των εν λόγω βλαβών των κυρίων μηχανών του πλοίου, όλα τα επηρεασμένα μέρη εκάστης εξ αυτών καθαρίσθηκαν και εξετάσθηκαν επιμελώς, όλες οι ζημίες καταγράφηκαν και λήφθηκε φωτογραφικό υλικό, οι δε απαιτούμενες επισκευές σχεδιάστηκαν με λεπτομέρεια από τους τεχνικούς συμβούλους και τους τεχνικούς του συνεργείου επισκευής και εκτελέθηκαν. Συγκεκριμένα, τα μέρη ή εξαρτήματα τα οποία δεν ήταν δυνατόν να επισκευασθούν αντικαταστάθηκαν με αντίστοιχα γνήσια ανταλλακτικά της εταιρείας κατασκευής των εν λόγω κυρίων μηχανών και όλες οι εργασίες εκτελέσθηκαν από το αναφερόμενο στην αγωγή εξουσιοδοτημένο συνεργείο. Ότι, η ενάγουσα για την αποκατάσταση των εν λόγω βλαβών, που προήλθαν από ασφαλισμένο κίνδυνο, αναγκάσθηκε να δαπανήσει τα ακόλουθα ποσά, τα οποία κατά την αγωγή εντάσσονται στο εύλογο κόστος επισκευής των ανωτέρω κυρίων μηχανών του πλοίου και δη: [α] για την αγορά των αναφερομένων στην αγωγή ανταλλακτικών της αριστερής των κυρίων μηχανών το ποσό των ευρώ 62.877,32, όπως προκύπτει από την ορθή άθροιση των αναφερομένων στην αγωγή κονδυλίων αγοράς ανταλλακτικών, πλέον του ποσού των ευρώ 1.475,60, ως κόστος μεταφορικών και συνολικά το ποσό των ευρώ 64.352,92, [β] για την αγορά των αναφερομένων στην αγωγή ανταλλακτικών της δεξιάς των κυρίων μηχανών το ποσό των ευρώ 73.633,88, όπως προκύπτει από την ορθή άθροιση των αναφερομένων στην αγωγή κονδυλίων αγοράς ανταλλακτικών, πλέον του ποσού των ευρώ 1.475,60, ως κόστος μεταφορικών και συνολικά το ποσό των ευρώ 75.109,48, [γ] για εργασίες αποσυναρμολόγησης, ελέγχου, συντήρησης, επισκευών και συναρμολόγησης: (α) το ποσό των ευρώ 4.200 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή για εργασίες αποσύνδεσης των κυρίων μηχανών από τα βοηθητικά δίκτυα, οχετούς καυσαερίων, βάσεις κινητήρων, απεμπλοκή από τους αναστροφείς και αντίστοιχη επανασύνδεσή τους μετά την επισκευή, (β) το ποσό των ευρώ 8.000 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή για την εργασία δύο τεχνιτών για την έναρξη συντηρήσεως των κυρίων μηχανών του πλοίου, τις εξαρμώσεις των κινητήρων για την εξαγωγή τους από το πλοίο, την επανατοποθέτησή και επανασύνδεσή τους στο πλοίο, την θέση τους σε λειτουργία, συγχρονισμό και δοκιμές καλής λειτουργίας τους εν όρμω και εν πλώ για είκοσι (20) ημέρες κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή, (γ) το ποσό των ευρώ 27.000 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή για εργασίες γενικής επιθεώρησης των δύο κυρίων μηχανών και δη ποσό ευρώ 13.500,00 για εκάστη εξ αυτών, (δ) το ποσό των ευρώ 3.500 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή για μηχανουργικά έξοδα επισκευής εκάστης των ανωτέρω κυρίων μηχανών του πλοίου και συνολικά το ποσό των ευρώ 7.000, (ε) το ποσό των ευρώ 800 για αμοιβή ελέγχου απωλειών ρεύματος του πλοίου, (στ) το ποσό των ευρώ 250 για εκάστη των ανωτέρω κυρίων μηχανών και συνολικά το ποσό των ευρώ 500 για αμοιβή χρήσης γερανού για τη μετακίνηση αυτών από το πλοίο στο συνεργείο επισκευής «……..», (ζ) το ποσό των ευρώ 496 για κόστος ανάλυσης ύδατος των δύο κινητήρων των εν λόγω κυρίων μηχανών του πλοίου, (η) το ποσό των ευρώ 182 για κόστος ανάλυσης καυσίμων των κινητήρων των ανωτέρω δύο κύριων μηχανών, (θ) το ποσό των ευρώ 228,16 για κόστος ανάλυσης λιπαντικού κινητήρων των ανωτέρω δύο μηχανών, (ι) το ποσό των ευρώ 1.500 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή προμήθειας και αντικατάστασης αντλίας καυσίμου του αριστερού κινητήρα και δοκιμές εν όρμω και εν πλω του πλοίου, (ια) το ποσό των ευρώ 3.026,52 για δαπάνη μετάβασης και επιστροφής από τον Πειραιά στη νήσο Κάλυμνο, όπως τα επιμέρους ποσού διευκρινίσθηκαν παραδεκτώς, κατ’ άρθρο 223 ΚΠολΔ, με τις προτάσεις που η ενάγουσα κατέθεσε κατά την συζήτηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένου του ποσού των ευρώ 201,02 για μικροέξοδα, και συνολικά, κατόπιν ορθής άθροισης των ανωτέρω επιμέρους κονδυλίων το ποσό των ευρώ 52.932,68, και όχι το ποσό των ευρώ 51.262,60 όπως από γραφικό λάθος ανεγράφη στην ένδικη αγωγή (ΑΠ 1140/1993 ΕλλΔνη 36.1053), [δ] το ποσό των ευρώ 1.000 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή μεταφοράς των δύο κύριων μηχανών την 7.12.2017 από τη νήσο Κάλυμνο στις εγκαταστάσεις του συνεργείου επισκευών ……… στο Σχιστό Περάματος, [ε] το ποσό των ευρώ 621,00 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή μεταφοράς των δύο κύριων μηχανών από τις εγκαταστάσεις του συνεργείου επισκευών ………. στο Σχιστό Περάματος στη νήσο Κάλυμνο, [στ] το ποσό των ευρώ 800 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή για απεγκατάσταση και ακολούθως εγκατάσταση των δύο κυρίων μηχανών και της γεννήτριας του πλοίου, [ζ] το ποσό των ευρώ 4.000 για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή προετοιμασίας διαδρόμου και αφαίρεσης των κυρίων μηχανών υπό του πλοίου και επαναφοράς των χώρων στην προηγούμενη κατάσταση μετά την επανατοποθέτηση των κυρίων μηχανών, ως ειδικότερα το εν λόγω κονδύλιο αναλύεται στην αγωγή, [η] το ποσό των ευρώ 1.083,02, όπως παραδεκτώς κατ’ άρθρο 223 ΚΠολΔ περιορίσθηκε, δια των εγγράφων προτάσεων που η ενάγουσα κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, για αγορά αναλώσιμων υλικών κατά τις εργασίες δημιουργίας διόδου για αφαίρεση των κυρίων μηχανών του πλοίου και επαναφοράς των πραγμάτων μετά την επανατοποθέτησή τους στο πλοίο, ως τα επιμέρους υλικά αναλύονται στα επισυναπτόμενα στην αγωγή τρία τιμολόγια αγοράς, [θ] το ποσό των ευρώ 1.959,20, για κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσα αμοιβή για ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές εργασίες αφαίρεσης και επανατοποθέτησης συστατικών και παραρτημάτων του πλοίου, προκειμένου να δημιουργηθεί δίοδος προς τις μηχανές του, [ι] το ποσό των ευρώ 1.784,50, όπως παραδεκτώς κατά τις διατάξεις του άρθρου 223 ΚΠολΔ το αίτημα της αγωγής περιορίσθηκε, δια των εγγράφων προτάσεων που η ενάγουσα κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, για έξοδα διαμονής και σίτισης των τεχνικών της εταιρίας …….. κατά τη διάρκεια εργασιών αυτών στη νήσο Κάλυμνο που είχε συμφωνηθεί ως αμοιβή (σχετικά σελίδα 25 αγωγής), [ια] το ποσό των ευρώ 1.560 για την αγορά 20 λίτρων λιπαντικού ελαίου και ενός δοχείου χημικού ψυκτικού, [ιβ] το ποσό των ευρώ 892,80 ως αμοιβή στον νηογνώμονα του πλοίου για την επιθεώρηση αυτού μετά την αποκατάσταση της ζημίας και την έκδοση του Πιστοποιητικού Γενικής Επιθεώρησης, [ιγ] το ποσό των ευρώ 14.310 ως αμοιβή του τεχνικού συμβούλου της και συνολικά, κατόπιν ορθής άθροισης των επιμέρους κονδυλίων, το ποσό των ευρώ 219.605,60, πλην όμως, η ίδια η ενάγουσα, κατόπιν των διορθώσεων της ένδικης αγωγής, καθόρισε το άθροισμα των επιμέρους κονδυλίων στο ποσό των ευρώ 218.735,02. Ότι αν και η ίδια (ενάγουσα), ήταν συνεπής στις υποχρεώσεις της από την ένδικη σύμβαση ασφάλισης και δη κατέβαλε έγκαιρα τα ασφάλιστρα, ειδοποίησε άμεσα την εναγομένη για το επίδικο συμβάν, παρείχε όλα τα αιτηθέντα έγγραφα, πληροφορίες και στοιχεία, παρά ταύτα η εναγομένη αρνήθηκε και εξακολουθεί να αρνείται την καταβολή του ασφαλίσματος. Με βάση το ιστορικό αυτό και επικαλούμενη ότι, δυνάμει όρου της ενδίκου συμβάσεως ασφαλίσεως, από τις τυχόν δαπάνες αποκατάστασης ζημίας, εξέπιπτε το ποσό των 20.000 ευρώ ανά ζημιογόνο γεγονός, ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει, δι’ αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής, νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της από μέρους της γνωστοποίησης στην εναγομένη της επέλευσης της ζημιάς ήτοι από την 2.12.2017, άλλως από της οχλήσεως της εναγομένης και της αρνήσεως της να καταβάλει το ασφάλισμα, άλλως από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής, το ποσό των ευρώ (218.735,02 μείον 20.000=) 198.735,02 και να καταδικασθεί (η εναγομένη) στη δικαστική της δαπάνη. Η εναγομένη πρωτοδίκως συνομολόγησε τη συμβατική επιλογή του αγγλικού ως του διέποντος την επίδικη ασφάλιση δικαίου (συγκεκριμένα δε του νόμου περί θαλάσσιας ασφάλισης (ΜΙΑ 1906, όπως ισχύει μετά την ισχύ του INSURANCE ACT 2015 [στο εξής ΙΑ 2015], περί των οποίων θα γίνει λόγος πιο κάτω) και επικαλέστηκε τις διατάξεις του για να θεμελιώσει τους ισχυρισμούς που αντέταξε ως άμυνα, αμφισβητώντας, κατ’ ορθή εκτίμησή τους, κυρίως το παραδεκτό της ένδικης αγωγής και δη το ορισμένο αυτής και ακολούθως τη νομική βασιμότητά της, επικαλούμενη ότι εν προκειμένω δεν συντρέχει η κατά το άρθρο 55 της ΜΙΑ 1906 και του όρου 6.2. των Institute time clauses (Hulls) 1.11.1995, προϋπόθεση απώλειας ή ζημίας του αντικειμένου της ασφάλισης, διότι η περιγραφόμενη στην αγωγή ζημία αποτελεί μη καλυπτόμενη ασφαλιστικά απλή χειροτέρευση της κατάστασης (deterioration) εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών του πλοίου, εμφανιζόμενη με τη μορφή διάβρωσης, με συνέπεια τη μείωση του προσδόκιμου χρόνου λειτουργικής ζωής και ασφαλούς υπηρεσίας. Ακολούθως, αρνήθηκε την ουσιαστική βασιμότητα της ένδικης αγωγής και επικουρικά για την περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι η ένδικη αγωγή τυγχάνει νόμιμη, ορισμένη και βάσιμη κατά την ιστορική της βάση, σε επάλληλη βάση υπέβαλε σειρά καταλυτικών του αγωγικού δικαιώματος ενστάσεων (ως προς την επικουρική και επάλληλη προβολή τους σχετικά σελ. 234 εγγράφων προτάσεων τις οποίες  κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου). Με τη δεύτερη μάλιστα εξ αυτών, υπό του τίτλου «Ένσταση απαλλαγής μας από την υποχρέωση αποζημιώσεως λόγω υπαναχώρησής μας εξαιτίας προσοντούχου αθέτησης (qualifying BREACH) του προσυμβατικού καθήκοντος έντιμης (δίκαιης) παρουσίασης του προς ασφάλιση κινδύνου (DUTY OF FAI REPRESENTATION OF THE RISK)», αφού ισχυρίσθηκε ότι η ενάγουσα, κατά το προσυμβατικό στάδιο, κατά την περιγραφή του προτεινόμενου προς ασφάλιση κινδύνου, παραβίασε το προσυμβατικό καθήκον της σε έντιμη παρουσίαση του κινδύνου, κατά την περιγραφή του προταθέντος προς ασφάλιση κινδύνου και δη αποσιώπησε (α) το γεγονός ότι στο ένδικο Επιβατηγό-Δρομολογιακό (Ε/Γ-Δ/Ρ) πλοίο «ΚΝ», το οποίο έφερε δύο (2) μεγάλης ισχύος (1200 ίππους έκαστος) πολύστροφους πετρελαιοκινητήρες, δεν θα υπηρετούσε επαγγελματίας ναυτικός με την ειδικότητα του μηχανικού, κατάλληλα εκπαιδευμένος να επιβλέπει και να χειρίζεται τις υπόψη μηχανές, αλλά το καθήκον της εξ’ αποστάσεως επίβλεψης αυτών από τη γέφυρα θα εκτελούσε το πλήρωμα καταστρώματος (πλοίαρχος και/ή ναυτόπαις) (β) ότι λόγω των δήθεν “αυτοματισμών” του εν λόγω πλοίου, σε συνδυασμό με την ολική χωρητικότητά του σε κόρους, ενέπιπτε στην εξαίρεση του νόμου που προέβλεπε απαλλαγή από την υποχρέωση πρόσληψης προσωπικού μηχανοστασίου (γ) επί τoυ πλοίου της δεν τηρείτο ημερολόγιο μηχανοστασίου, (δ) ότι για την ψύξη των επίδικων μηχανών δεν θα χρησιμοποιούσε ψυκτικό υγρό της προβλεπόμενης ειδικής χημικής σύνθεσης, αλλά απλό νερό «της βρύσης», γεγονότα που τελούσαν σε γνώση της ενάγουσας τα οποία απεκρύβησαν σκοπίμως υπό της εναγούσης και ήταν ουσιώδη, δεν θα προέβαινε στην κατάρτιση της ένδικης σύμβασης ασφάλισης, εδήλωσε δε ότι υπαναχωρεί από την επίδικη σύμβαση ασφάλισης «avoid the contract»  λόγω της μη αποκάλυψης των ανωτέρω. Η ένδικη αγωγή συζητήθηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και επ’ αυτής εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία αφού έγινε δεκτή ως ορισμένη η ένδικη αγωγή, απορριφθείσας της περί αοριστίας αυτής ένστασης της εναγομένης, ακολούθως έγινε δεκτή και ως νόμιμη, με βάση το αγγλικό δίκαιο το οποίο κρίθηκε ως εφαρμοστέο κατ’ επιλογή των διαδίκων μερών και δη ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 3 παρ.2, 5, 27, 55, 56, 67, 69 του Marine Insurance Act 1905, ειδικώς ως προς το αίτημα επιδίκασης τόκων προ της επιδόσεως της ένδικης αγωγής στις διατάξεις του άρθρου 35Α του “Suprime Court Act 1981”, όσον δε αφορά το αίτημα επιδίκασης τόκων μετά την επίδοση της αγωγής, ως προς το οποίο εφαρμοστέο έκρινε το ελληνικό δίκαιο ως θεμελιούμενο στις διατάξεις του άρθρου 346 ΑΚ , καθώς επίσης και στις διατάξεις των άρθρων 176, 907 και 908 παρ.1α ΚΠολΔ, ως προς τα αιτήματα κήρυξης της απόφασης προσωρινώς εκτελεστής και επιδίκασης της δικαστικής δαπάνης, ως προς τα οποία θεώρησε ότι εφαρμοστέο τυγχάνει το ελληνικό δίκαιο ως lex fori. Ακολούθως, αφού ερεύνησε στην ουσία της την ένδικη αγωγή, χωρίς να λάβει υπόψη του τις με αριθμό …….. ένορκες βεβαιώσεις των ενόρκως βεβαιούντων, ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……….., που εξετάσθηκαν με επιμέλεια της εναγομένης, καθόσον έκρινε ότι δεν πληρούται η απαιτούμενη από τις διατάξεις του άρθρου 422 ΚΠολΔ προϋπόθεση της προηγούμενης νομότυπης κλητεύσεως της ενάγουσας, εφόσον από την υπό της εναγομένης προσκομισθείσας με αριθμό …….. από 8.4.2021 έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς η επιδοθείσα στην ενάγουσα κλήση γνωστοποίησης εξέτασης των ανωτέρω ενόρκως βεβαιούντων ήταν ασαφής ως προς τον χρόνο εξέτασης αυτών, δέχθηκε ως βάσιμη στην ουσία της την ένδικη αγωγή, απορρίπτοντας τους περιεχόμενους στις προτάσεις της εναγομένης ισχυρισμούς, υποχρέωσε δε την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των ευρώ 198.735,02 νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής, κήρυξε την καταψηφιστική διάταξη αυτής προσωρινώς εκτελεστής για το ποσό των ευρώ 70.000 και καταδίκασε την εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας το ύψος της οποίας όρισε στο ποσό των ευρώ 8.100. Ήδη, η εναγομένη, ως έχουσα έννομο συμφέρον, όπως αυτό προκύπτει από το διατακτικό της εκκαλουμένης αποφάσεως, παραδεκτώς, εφόσον η καταβολή εκ μέρους της του επιδικασθέντος ως προσωρινά εκτελεστού με την εκκαλουμένη απόφαση ποσού των 70.000 ευρώ δεν υποδηλώνει σιωπηρή αποδοχή της απόφασης, διότι στην από 15.4.2022 βεβαίωση της εφεσιβλήτου, η οποία προσκομίζεται ως σχετικό ΕΦ10 από την εναγομένη, αναφέρεται ότι, η εκούσια συμμόρφωση στην εκκαλουμένη απόφαση δεν συνιστά αναγνώριση οιασδήποτε υποχρέωσης της εναγομένης έναντι της ενάγουσας από την εκκαλουμένη απόφαση, ούτε παραίτηση από οιοδήποτε νόμιμο δικαίωμά της, με την ένδικη έφεσή της, όπως το περιεχόμενο αυτής διορθώθηκε δια των εγγράφων προτάσεών της, πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση με τους δώδεκα λόγους έφεσης, οι οποίοι εκτιμώμενοι αφορούν εσφαλμένη απόρριψη των ισχυρισμών της περί αοριστίας (πρώτος λόγος έφεσης) και μη νομιμότητας της ένδικης αγωγής (τρίτος και πέμπτος λόγος)  και αντίστοιχα εσφαλμένη παραδοχή ότι η ένδικη αγωγή τυγχάνει ορισμένη και νόμιμη, εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία νόμου και εσφαλμένη μη εφαρμογή διατάξεων αναγκαστικού δικαίου (δεύτερος, τέταρτος ένατος, δέκατος λόγοι έφεσης), κακή εκτίμηση των αποδείξεων (άπαντες οι λόγοι έφεσης, όπως αυτοί εκτιμώνται) και εσφαλμένη απόρριψη των αναφερομένων στους πέμπτο, έκτο έβδομο ένατο λόγους έφεσης πρωτοδίκως προβληθέντων ισχυρισμών της – καταλυτικών του αγωγικού δικαιώματος ενστάσεων αυτής, λόγω έλλειψης, άλλως ανεπαρκούς αιτιολογίας (πρώτος, τρίτος, τέταρτος πέμπτος, έκτος και δωδέκατος λόγοι έφεσης), παράλειψη λήψης υπόψη τον περί συμψηφισμού στις ένδικες απαιτήσεις της ισχυρισμού (έβδομος λόγος έφεσης) και λήψη υπόψη μη προταθέντων ισχυρισμών (έκτος λόγος) και επιδίκαση πλέον του αιτηθέντος (όγδοος λόγος έφεσης) καθώς επίσης παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας με το να μη λάβει υπόψη της  τις επικληθείσες και προσκομισθείσε από αυτήν των αναφερομένων στο ενδέκατο λόγο έφεσης ενόρκων βεβαιώσεων των με επιμέλεια αυτής εξετασθέντων μαρτύρων. Ζήτησε δε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αγωγή μετά από την εκ νέου κατ’ ουσίαν έρευνά της, να καταδικασθεί η ενάγουσα στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας και να διαταχθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 914 ΚΠολΔ η επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση και η επιστροφή του καταβληθέντος υπ’ αυτής στην ενάγουσα ποσού των εβδομήντα χιλιάδων ευρώ που επιδικάσθηκαν προσωρινά, επικουρικώς δε και για την περίπτωση που το παρόν Δικαστήριο δεν απορρίψει για οιοδήποτε λόγο την ένδικη αγωγή να διαταχθεί η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης.

[ΙΙΙ] Ειδικότερα, με τον πρώτο λόγο έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, η εναγομένη ισχυρίζεται ότι εσφαλμένως η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε την ένδικη αγωγή ως ορισμένη, αν και αυτή ήταν αόριστη για τους διαλαμβανόμενους σε αυτή λόγους, επιπροσθέτως δε δια του τρίτου και πέμπτου λόγου, ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη απόφαση εσφαλμένως δέχθηκε την ένδικη αγωγή ως νόμιμη, αν και έπρεπε να απορρίψει αυτή ως μη νόμιμη, αφενός μεν (δια του τρίτου και πέμπτου λόγου της ένδικης έφεσης) διότι στο πραγματικό της, κριθείσας υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ως εφαρμοστέα εν προκειμένω, διατάξεως του άρθρου 55 (1) ΜΙΑ 1906, υπάγεται μόνον η απώλεια (loss), δηλαδή ολοκληρωμένη ζημία (ολική ή μερική), υπό την έννοια της οριστικής αστοχίας και όχι η περίπτωση της εκτεταμένης φθοράς, χειροτέρευσης και υποβάθμισης της αντοχής του υλικού του ασφαλιστέου πράγματος ή η χειροτέρευση της κατάστασης διακριτών εξαρτημάτων του μηχανολογικού του εξοπλισμού, περίπτωση που δεν εμπίπτει ούτε στον όρο “damage” του όρου 6 των Ρητρών Institute Time Clauses Hulls 1995, με αποτέλεσμα να μη συντρέχει η αναγκαία προϋπόθεση της ζημίας για την πλήρωση του εν προκειμένω εφαρμοστέου κανόνα και να μην ιδρύεται ευθύνη της εναγομένης προς αποζημίωση, αφ’ ετέρου δε (δια του δευτέρου σκέλους του τρίτου λόγου έφεσης και του δευτέρου σκέλους του πέμπτου λόγου έφεσης) διότι με τις έγγραφες προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου προέβη σε υπαναχώρηση από την επίδικη σύμβαση (σε κοινοποίηση δήλωσης υπαναχώρησης από τη σύμβαση κατ’ ακριβή διατύπωση) η οποία επέφερε την αναδρομική ανατροπή των αποτελεσμάτων αυτής, συνεπεία προσοντούχου παραβίασης από την ενάγουσα  του καθήκοντος της ακριβοδίκαιης προσυμβατικής παρουσίασης του κινδύνου που βάρυνε αυτήν, με αποτέλεσμα την αναδρομική ακύρωση της σύμβασης ασφάλισης.

Επί των ισχυρισμών αυτών, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα:

[Α] Βάσει του άρθρου 7 παρ. 2 εδ. α του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 17ης Ιουνίου 2008 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη I)», οι συμβάσεις ασφάλισης που καλύπτουν μεγάλους κινδύνους, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 στοιχείο δ΄ της Πρώτης Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 «περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητος πρωτασφάλισης, εκτός της ασφάλισης ζωής, και την άσκηση αυτής», διέπονται από το δίκαιο που έχουν επιλέξει τα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κανονισμού, το οποίο κατοχυρώνει την ελευθερία επιλογής δικαίου στις συμβατικές ενοχές. Μάλιστα, η ελευθερία είναι πλήρης, δεν αποτελεί προϋπόθεση να πρόκειται για δίκαιο κράτους – μέλους, ούτε απαιτείται να συνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο με τη σχέση. Προς την ίδια κατεύθυνση βρίσκεται, άλλωστε, και η ρύθμιση του άρθρου 25 εδ. (α) ΑΚ, σύμφωνα με την οποία οι ενοχές που προέρχονται από σύμβαση ρυθμίζονται, κατ’ αρχήν, από το δίκαιο στο οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν υποβληθεί, ενώ η υποβολή των μερών σε ορισμένο δίκαιο μπορεί να γίνει με ρητή ή σιωπηρή δήλωση της βούλησης τους. Σύμφωνα δε με το προαναφερόμενο στοιχείο δ΄ του άρθρου 5 της ως άνω Πρώτης Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 5 της Δεύτερης Οδηγίας 88/357/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1988 «για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής και τη θέσπιση των διατάξεων που σκοπό έχουν να διευκολύνουν την πραγματική άσκηση της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ», μεγάλοι κίνδυνοι είναι, μεταξύ άλλων, οι κίνδυνοι που κατατάσσονται στον κλάδο 6 του σημείου Α του παραρτήματος της Πρώτης Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ (στον οποίο υπάγονται τα πλοία και συγκεκριμένα τα ποτάμια, λιμναία και θαλάσσια σκάφη) και αφορούν κάθε ζημία την οποία υφίστανται ποτάμια, λιμναία και θαλάσσια σκάφη.

[Β] Το αγγλικό δίκαιο της ναυτικής ασφάλισης περιέχεται κωδικοποιημένο στον αγγλικό νόμο περί θαλάσσιας ναυτικής ασφαλίσεως του 1906 (MIA 1906), οι δε διατάξεις του, ερμηνευόμενες και εμπλουτιζόμενες διαρκώς από τη νομολογία των αγγλικών δικαστηρίων (case law) και τους Άγγλους συγγραφείς και ερμηνευτές του δικαίου (authorities), ίσχυσαν αναλλοίωτες μέχρι την εισαγωγή του νεότερου (και γενικότερου) Insurance Act 2015, που τέθηκε σε ισχύ στις 12.8.2016, ο οποίος αναδιατύπωσε βασικές αρχές του δικαίου της ιδιωτικής ασφάλισης, που βρίσκουν εφαρμογή τόσο στο κοινοδίκαιο (common law), όσο και στις θαλάσσιες ασφαλίσεις, επιφέροντας ουσιώδεις μεν πλην περιορισμένες τροποποιήσεις στο νόμο ΜΙΑ 1906. Οι διατάξεις του Μ.Ι.Α. 1906 έχουν εφαρμογή σε κάθε περίπτωση ασφάλισης πλοίων ή πλωτών ναυπηγημάτων ή θαλάσσιων μέσων, αδιακρίτως μεγέθους, τύπου και προορισμού, περιλαμβανομένων και των θαλαμηγών πλοίων και των σκαφών αναψυχής. Η ασφάλιση, σχεδόν κατά κανόνα, παρέχεται με βάση ειδικούς όρους που περιλαμβάνονται στις «Ρήτρες του Ινστιτούτου της Ενώσεως των Ασφαλιστών του Λονδίνου (Institute of London Underwriters) (Εφ.Πειρ. 143/2015, Εφ.Πειρ. 4/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), η εφαρμογή των οποίων είναι υποχρεωτική, εφόσον στη σύμβαση ασφαλίσεως γίνεται ρητή παραπομπή σ’ αυτούς, ακόμα και αν δεν καλύπτονται με την υπογραφή των συμβαλλομένων, διότι θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος της συμβάσεως, οι όροι της οποίας είτε γενικοί είτε ειδικοί έχουν την ίδια νομική ισχύ και παράγουν την ίδια νομική δέσμευση (Α.Π. 1584/2011, Α.Π. 1650/2001, Εφ.Πειρ. 566/2007, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, βλ. και Χ. Στυλιανέα, Θαλάσσιοι κίνδυνοι και ζημία εν θαλάσση (Στη Ναυτική Ασφάλιση), σε ΕλλΔνη 1992, 725 επομ. (727)].  Στο άρθρο 1 του Μ.Ι.Α. 1906 ορίζεται ότι «Συμβόλαιο ναυτικής ασφαλίσεως είναι η γραπτή σύμβαση, δυνάμει της οποίας ο ασφαλιστής αναλαμβάνει να αποζημιώσει τον ασφαλιζόμενο κατά τρόπο και στην έκταση που με αυτή συμφωνούνται εναντίον κινδύνων θαλάσσης, δηλαδή των συναφών προς τη θαλάσσια περιπέτεια κινδύνων». Από το νομοθετικό αυτό ορισμό, προκύπτει ότι, προϋπόθεση της ασφαλιστικής καλύψεως είναι η ύπαρξη θαλάσσιων κινδύνων, στους οποίους εκτίθεται το ασφαλισμένο σκάφος και ότι κύριος σκοπός της ναυτασφαλιστικής συμβάσεως είναι η παροχή, εκ μέρους του αναλαμβάνοντος τον κίνδυνο, ασφαλιστή αποζημιώσεως στον ασφαλισμένο για ζημίες που προκλήθηκαν εξαιτίας των κινδύνων αυτών υπό τους όρους και κατά την έκταση που έχουν συμφωνηθεί (Εφ.Πειρ. 204/2015, Εφ.Πειρ. 858/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Βέβαια, το περιεχόμενο κάθε σύμβασης προσδιορίζεται από το ασφαλιστήριο, στο οποίο ενσωματώνεται η ασφαλιστική συμφωνία, καθώς και από τα παραρτήματά του [Φ. Χ. Χριστοδούλου, Αγγλικό δίκαιο της θαλασσίας ασφαλίσεως, σε Ε.Εμπ.Δ. 1988, 154 επομ. (156)], όμως, στον ως άνω ορισμό της έννοιας της ασφαλιστικής συμβάσεως περιγράφονται τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της, από τα οποία προκύπτει η νομική της φύση κατά το αγγλικό δίκαιο. Πρόκειται λοιπόν για σύμβαση ενοχική και συναινετική, αφού δημιουργεί έννομη σχέση μεταξύ προσώπων, που με τη συμφωνία τους αναλαμβάνουν υποχρεώσεις υποσχετικού χαρακτήρα, αμφοτεροβαρή, μιας και οι υποχρεώσεις αυτές είναι αμφίπλευρες και διαρκείς, επειδή η μεν παροχή του ασφαλιστή (ανάληψη του κινδύνου) εκτείνεται χρονικώς σε όλη τη διάρκεια της ασφαλίσεως, η δε παροχή του ασφαλισμένου (καταβολή ασφαλίστρου) αφορά ολόκληρη τη διάρκεια της ασφαλίσεως, ακόμα και αν το ασφάλιστρο καταβάλλεται εφάπαξ. Εν τούτοις, μετά την απόφαση ….. κατά ………., γνωστή ως υπόθεση “………..” εκπονήθηκε και ενσωματώνεται στα ασφαλιστήρια μια νέα ρήτρα (γνωστή έκτοτε ως Ρήτρα ……..) η οποία σχεδιάστηκε προκειμένου να καλύπτονται και περιπτώσεις ζημιών που δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ως συνέπεια της δράσης κάποιου κινδύνου της θάλασσας ή κάποιου άλλου του αυτού γένους κινδύνων, γνωστοί πλέον ως κίνδυνοι αμέλειας (negligence perils). Με τις τελευταίες αυτές συμβατικές προβλέψεις, καλύπτονται ζημιές που δεν προέρχονται από φυσικά φαινόμενα. Αυτοί οι κίνδυνοι μπορεί να περιλαμβάνουν αμέλεια ναυτικού ή λανθάνον ελάττωμα σε μηχανήματα. Η κάλυψη που παρέχεται με την εν λόγω ρήτρα υπόκειται σε όλους τους άλλους όρους, προϋποθέσεις και εξαιρέσεις που περιέχονται στην σύμβαση θαλάσσιας ασφάλισης και υπό την προϋπόθεση ότι η απώλεια ή η ζημία δεν έχει προκύψει από έλλειψη δέουσας επιμέλειας από τους ασφαλισμένους, ιδιοκτήτες ή διαχειριστές του ασφαλισμένου πράγματος. Σε συνάφεια προς τα ανωτέρω, σύμφωνα με τον όρο 6 των “INSTITUTE YACHT CLAUSES” της 1.11.1995, υπό τον όρο «ΚΙΝΔΥΝΟΙ» προβλέφθηκε ότι «6.1 Η παρούσα ασφάλιση καλύπτει απώλεια ή ζημιά (loss or damage) του ασφαλιζόμενου αντικειμένου που προκαλείται από 6.1.1. κίνδυνους της θάλασσας, των ποταμών, λιμνών ή άλλων ναυσιπλοούμενων υδάτων., 6.1.2.πυρκαγιά, έκρηξη, 6.1.3. βίαια κλοπή από πρόσωπα εκτός του πλοίου, 6.1.4. εκβολή φορτίου, 6.1.5. πειρατεία, 6.1.6 επαφή με χερσαία οχήματα, προβλήτες ή λιμενικό εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις, 6.1.7. σεισμό, ηφαιστειακή έκρηξη ή κεραυνούς,  6.1.8. ατυχήματα κατά τη φόρτωση, εκφόρτωση ή μετακίνηση φορτίου ή καυσίμων, 6.2. Η παρούσα ασφάλιση καλύπτει απώλεια ή ζημιά του ασφαλιζόμενου αντικειμένου, που προκαλείται από 6.2.1. έκρηξη λεβήτων, θραύση αξόνων ή οποιοδήποτε κρύφιο ελάττωμα στα μηχανολογικά ή το σκάφος, 6.2.2. αμέλεια των Πλοιάρχου, Αξιωματικών, Πληρώματος ή Πλοηγών, 6.2.3. αμέλεια επισκευαστών ή ναυλωτών, υπό την προϋπόθεση ότι οι υπόψη επισκευαστές ή ναυλωτές δεν είναι Ασφαλισμένοι υπό το παρόν… Υπό τον όρο ότι τέτοια απώλεια δεν έχει προκύψει από την έλλειψη της προσήκουσας επιμέλειας από τον Ασφαλισμένο, τους Πλοιοκτήτες, τους Διαχειριστές ή τους Επιβλέποντες ή από οποιουσδήποτε διοικούν αυτούς από ξηράς.». Με την παράγραφο 2 του όρου 6 και δη τους όρους 6.2.2. και 6.2.3. των ανωτέρω Ρητρών, καθιερώθηκε ως ασφαλιζόμενος κίνδυνος η απώλεια ή ζημία που έχει ως έγγιστα προκληθεί όχι από θαλάσσιους κινδύνους, αλλά από αμέλεια των αναφερομένων στις ανωτέρω περιπτώσεις προσώπων, κατά την εκπλήρωση των ιδίων αυτών καθηκόντων. Το αποτέλεσμα της ανωτέρω ρήτρας είναι να εισέλθει μέσα στο πλαίσιο της ασφάλισης, απώλεια ή ζημιά στο ασφαλιζόμενο αντικείμενο, που προκαλούνται από αμέλεια τρίτου ως προς την ασφάλιση προσώπου. Είναι ασφάλιση κατά κινδύνων, αλλά όχι αναγκαστικά κινδύνων της θάλασσας. Η ανάληψη της ευθύνης για την αμέλεια των ανωτέρω προσώπων προϋποθέτει εν τούτοις, ότι  η απώλεια ή ζημία δεν προέκυψε από έλλειψη της προσήκουσας επιμέλειας από τον Ασφαλισμένο, τους Πλοιοκτήτες, τους Διαχειριστές ή τους Επιβλέποντες ή από οποιουσδήποτε διοικούν αυτούς από ξηράς. Περίπτωση τέτοια συντρέχει σε περίπτωση εξ αμελείας παράλειψης στην εκπλήρωση των καθηκόντων αυτών τα οποία εμπίπτουν εντός της αρμοδιότητός τους. Υποστηρίζεται ότι δεν αποτελεί από μόνη της έλλειψη της δέουσας επιμέλειας, αν ο πλοιοκτήτης διορίζει κάποιο μη πιστοποιημένο πρόσωπο για καθήκοντα σε σχέση με τα οποία θα πρέπει να απασχοληθεί ένας πιστοποιημένος αξιωματικός, αλλά θα πρέπει να ελέγχεται η ύπαρξη των ουσιαστικών προσώπων. Καθώς επίσης, αν ο Πλοιοκτήτης εμπιστευθεί την άσκηση των ιδικών του καθηκόντων στον πλοίαρχο ή τους αξιωματικούς του πλοίου, σε περίπτωση παράληψης αυτών από τους τελευταίους, η πραγματική παράλειψη καταλογίζεται στον πλοιοκτήτη (Victor Dover Analysis of Marine Insurance Clauses εκδ. H.F. & G. Witherby LTDσελ. 49.50 προσκομιζόμενες από την εναγομένη). Η ανωτέρω ρήτρα δεν υποδεικνύει το τι εννοείται με το όρο «έλλειψη της δέουσας επιμέλειας» ή το ποιος φέρει το βάρος της απόδειξης της δέουσας επιμέλειας ή της έλλειψης της. Η διατύπωση της προϋπόθεσης της δέουσας επιμέλειας (diligence proviso) στην ανωτέρω ρήτρα (…..), θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι ο ασφαλισμένος οφείλει να αποδείξει τη δέουσα επιμέλεια πριν να μπορέσει να αποζημιωθεί για απώλεια από κάποιον από τους κινδύνους που ασφαλίζονται με τη ρήτρα. Ωστόσο κατ’ αναλογία προς το καθεστώς που ισχύει στους Κανόνες Χάγης – Βίσμπυ, η απόδειξη της δέουσας επιμέλειας καθίσταται αναγκαία μόνο όταν ο ασφαλιστής έχει θέσει prima facie ζήτημα έλλειψης της δέουσας επιμέλειας, οπότε ο ασφαλισμένος χρειάζεται απλά να προσκομίσει επαρκή απόδειξη για να αντικρούσει τον εναντίον του prima facie ισχυρισμό (FD Rose Marine Insurance Law and Practice 2012, σελ. 291 προσκομιζόμενη από την εναγομένη). Εξάλλου, ασφαλιστικό συμφέρον έχει κάθε πρόσωπο που έχει συμφέρον στη ναυτική περιπέτεια. Ένα πρόσωπο έχει συμφέρον στη ναυτική περιπέτεια, όταν τελεί σε οποιαδήποτε έννομη ή πραγματική σχέση με την περιπέτεια ή με οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, που εκτίθεται σε κίνδυνο κατ’ αυτήν, και εκ του γεγονότος αυτού, αυτός δύναται να ωφεληθεί από την ασφάλεια ή προσήκουσα άφιξη του ασφαλισμένου περιουσιακού στοιχείου ή δύναται να ζημιωθεί από την απώλεια, ζημία ή δέσμευση του ή δύναται να γεννηθεί στο πρόσωπο του ευθύνη σε σχέση με αυτό (ορισμός ασφαλιστικού συμφέροντος – άρθρο 5 §§ 1, 2 του Μ.Ι.Α. 1906). Το ασφαλιστήριο δύναται να είναι αποτιμημένο ή μη αποτιμημένο. Αποτιμημένο είναι το ασφαλιστήριο, το οποίο προσδιορίζει τη συμφωνημένη αξία του ασφαλισμένου πράγματος, ενώ με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου και εν απουσία απάτης η προσδιορισμένη με το ασφαλιστήριο αξία αποτελεί πλήρη απόδειξη μεταξύ του ασφαλιστή και του ασφαλισμένου της ασφαλιστέας αξίας του πράγματος, για το οποίο σκοπείται η ασφάλιση, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται περί ολικής ή μερικής απώλειας (αποτιμημένο ασφαλιστήριο – άρθρο 27 του Μ.Ι.Α. 1906). Το ασφαλιστήριο πρέπει να προσδιορίζει: α) το όνομα του ασφαλιζομένου ή κάποιου προσώπου, το οποίο πραγματοποιεί την ασφάλιση για λογαριασμό του, β) το αντικείμενο της ασφαλίσεως και τον καλυπτόμενο κίνδυνο, γ) το ταξίδι ή τη χρονική περίοδο ή και αμφότερα, αναλόγως της περιπτώσεως, που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο, δ) το ασφαλιζόμενο ή τα ασφαλιζόμενα ποσά και ε) το όνομα ή τα ονόματα των ασφαλιστών (τι πρέπει να προσδιορίζει το ασφαλιστήριο – άρθρο 23 του Μ.Ι.Α. 1906). Κατά το αγγλικό δίκαιο της ναυτικής ασφάλισης, εφόσον η ασφαλιστική περίπτωση επέλθει καθ’ ον χρόνο είναι ενεργός η ασφαλιστική κάλυψη, ο ασφαλιστής ευθύνεται να αποκαταστήσει οποιαδήποτε ζημία συνδέεται αιτιωδώς με τον ασφαλισμένο κίνδυνο (άρθρο 55 ΜΙΑ 1906: … the insurer is liable for any loss proximately caused by a peril insured against…). Ο αγγλικός νόμος εξαιρεί επίσης από την ασφαλιστική κάλυψη κάθε ζημία που οφείλεται σε φυσιολογική φθορά (ordinary wear and tear) ή σε εγγενές ελάττωμα (inherent vice) του αντικειμένου της ασφαλίσεως [s. 55 (2) (c)]. Η φυσιολογική φθορά δεν καλύπτεται, διότι δεν είναι τυχαίο περιστατικό, αφού το πλοίο θα υποστεί οπωσδήποτε τη φθορά του χρόνου και δεν υπάρχει αβεβαιότητα ως προς την πιθανότητα επέλευσης του γεγονότος αυτού (Birds’ Modern Insurance Law, 2001, ch. 8, σελ. 167, βλ. και Γ. Αθανασιάδη, Ασφάλιση Αεροσκάφους, [δ.δ.], 2003, σελ. 398), ενώ ούτε το εγγενές ελάττωμα έχει το χαρακτήρα πραγματικού κινδύνου, επειδή ενυπάρχει εξ αρχής και οδηγεί στην επιδείνωση της ασφαλισμένης περιουσίας κατά τη φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, χωρίς να μεσολαβήσει παρέμβαση τυχαίου εξωτερικού παράγοντα (Soya GmbH Mainz Kommanditgesellschaft v. White, HL [1983] 1 Lloyd’s Rep. 122, T. M. NOTEN B.V. v. Paul Charles Harding EWCA [1990] 2 Lloyd’s Rep. 283, Ayca Ucar, Perils of the Seas and Inherent Vice in Marine Insurance Law, 2020, σελ. 182 επομ.). Η νόμιμη εξαίρεση αυτών των κινδύνων εισάγεται πάντως με διάταξη ενδοτικού δικαίου, που δεν αποκλείει αντίθετη συμφωνία στο ασφαλιστήριο. Έτσι, επιτρεπτώς ο ασφαλιστής (αυξάνει το ασφάλιστρο και) αναλαμβάνει να καλύψει τον κίνδυνο ζημίας είτε α] από φυσιολογική φθορά του αντικειμένου του ασφαλισμένου συμφέροντος, αφού κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης είναι σε θέση να υπολογίσει το ρυθμό της προοδευτικής επιδείνωσης (gradual deterioration) της φυσικής κατάστασής του και τον εναπομένοντα χρόνο λειτουργικότητας του, κατά προσέγγιση πάντοτε, με βάση την ποιότητα κατασκευής, την τεχνολογία που εφαρμόστηκε και άλλα επιστημονικά ή τεχνικά δεδομένα, που παρέχει συνήθως ο κατασκευαστής του ή άλλος ειδικός (expert) και τα οποία προϋποθέτουν την ομαλή και κανονική χρησιμοποίηση του ασφαλισμένου αντικειμένου σύμφωνα με τον προορισμό του, ώστε να προσδιορίσει τη χρονική διάρκεια της ασφαλιστικής καλύψεως είτε β] από πραγματικά εσωτερικά ελαττώματα του αντικειμένου του ασφαλισμένου συμφέροντος, τα οποία γνωρίζει άλλωστε ήδη μετά τις προσυμβατικές δηλώσεις του λήπτη της ασφάλισης. Η φυσιολογική φθορά δεν νοείται ως ελάττωμα και τα φαινόμενα με τα οποία εκδηλώνεται προοδευτικά (υλική καταπόνηση, μηχανική κόπωση, διάβρωση οφειλόμενη στην υγρασία της ατμόσφαιρας ή της θάλασσας κλπ) δε συνιστούν θαλάσσιους κινδύνους ούτε τυχαία περιστατικά. Επομένως, ζημία που επέρχεται στο αντικείμενο του ασφαλισμένου συμφέροντος μετά τον προβλεπόμενο από τον κατασκευαστή του χρόνο αντοχής και λειτουργικότητάς του δεν καλύπτεται ασφαλιστικά, εφόσον τούτο δεν έχει συμφωνηθεί, αφού είναι απότοκος της φυσιολογικής φθοράς του. Ζημία ή απώλεια στο αντικείμενο του ασφαλισμένου συμφέροντος θα αποδίδεται σε συνήθη φθορά, σε αντίθεση προς το συμφυές ελάττωμα, όταν δεν προκύπτει από τέτοιο ελάττωμα ή ζημία ή από τη δράση κάποιου ασφαλισμένου κινδύνου, όπως για παράδειγμα έχοντας φθάσει στο τέλος της αναμενόμενης  λειτουργικής ζωής του, ή όταν αρχικώς υγιή υλικά έχουν υποστεί κάποια διαδικασία φθοράς [some process of deterioration, such as corrosion], όπως η διάβρωση, η οποία εισήχθη στη συνήθη πορεία των συναλλαγών και παρέμεινε μη διορθωμένη (Arnould’s Law of Maritime Insurance and Average παρ. 22-21 και 22.22 σελ 938-941 το οποίο προσκομίζεται σε απόσπασμα από την εναγομένη). Προκειμένου, να γεννηθεί αξίωση αποζημιώσεως εκ της ασφαλιστικής συμβάσεως πρέπει να αποδειχθεί ότι η ζημία προκλήθηκε, ως έγγιστα, από κάποιον ασφαλισθέντα κίνδυνο. Η αρχή αυτή εκφράζεται στο γνωστό νομικό απόφθεγμα “causa proxima non remota spectatur” (πρέπει να αναζητείται η εγγύτερη αιτία και όχι η απώτερη τοιαύτη) και αποτυπώνεται στη διάταξη του άρθρου 55 (1) του Μ.Ι.Α. 1906, φέροντος τον τίτλο “Καλυπτόμεναι και Εξαιρούμεναι Ζημίαι” συμφώνως προς την οποία, υπό την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του Νόμου και εκτός εάν το ασφαλιστήριο ορίζει άλλως, ο ασφαλιστής ευθύνεται δι` απώλεια ή ζημία, η οποία έχει ως έγγιστα προκληθεί (proximately caused) εκ τινός ασφαλισθέντος κινδύνου. Συνεπώς, για την θεμελίωση της ευθύνης του ασφαλιστή σε περίπτωση απώλειας ή ζημίας του ασφαλισμένου πράγματος πρέπει να υφίσταται μεταξύ του ζημιογόνου γεγονότος, δηλαδή του επελθόντος κινδύνου – ο οποίος πρέπει να αποτελεί ασφαλισμένο δια του ασφαλιστηρίου κίνδυνο – και της επελθούσης απώλειας ή προξενηθείσης ζημίας του ασφαλισμένου πράγματος, αιτιώδης σύνδεσμος, ήτοι η ζημία να είναι άμεσο αποτέλεσμα της εγγύτερης προς αυτήν αιτίας. Ως εγγύτερη δε αιτία θεωρείται όχι η χρονικώς τελευταία, αλλά εκείνη που είναι πρόσφορη και επικρατέστερη για την επέλευση του αποτελέσματος (Predominant in efficiency). Γενικώς, όπου ο κίνδυνος περιγράφει μία αιτία, ως επί θαλασσίων κινδύνων (Perils of the sea), εναπόκειται στον ασφαλισμένο να αποδείξει ότι η απώλεια ή η ζημία, η αξιούμενη βάσει ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου, οφείλετο σε ένα ασφαλισμένο κίνδυνο. Εάν ο ασφαλισμένος προβάλλει επαρκή αποδεικτικά μέσα για να αποδείξει ότι η απώλεια ή η ζημία πιθανόν προκλήθηκε από ασφαλισμένο κίνδυνο, αλλά ο ασφαλιστής διατυπώνει μια εναλλακτική θεωρία ως προς την αιτία, το ζήτημα θα αποφασισθεί βάσει των πιθανοτήτων και για να επιτύχει ο διάδικος, ο οποίος φέρει το βάρος της αποδείξεως, πρέπει να αποδείξει ότι υπάρχει μία υπερέχουσα πιθανότητα (Preponderance of propability), η οποία στηρίζει την υπόθεση του. Αυτός δεν οφείλει να αποκλείσει όλες τις πιθανότητες των ισχυρισμών της άλλης πλευράς, απλώς πρέπει να αποδείξει ότι η δική του περίπτωση στηρίζεται σε μία υπερέχουσα πιθανότητα (ΕφΠειρ 350/2018, ΕφΠειρ 358/2007 δημ. ΝΟΜΟΣ, όπου και παραπομπές σε αγγλική νομολογία και βιβλιογραφία). Στο άρθρο 56 του Μ.Ι.Α. 1906 ορίζεται ότι η ζημία αυτή (loss) μπορεί να είναι ολική ή μερική (total or partial) και ότι μερική είναι κάθε ζημία που δεν συνιστά ολική απώλεια (παρ. 1), ενώ η τελευταία μπορεί να είναι είτε πραγματική (actual) είτε τεκμαρτή – πλασματική (constructive). Περίπτωση πραγματικής ολικής απώλειας ανακύπτει όταν το αντικείμενο της ασφαλίσεως έχει καταστραφεί κατά την υλική του υπόσταση ή έχει υποστεί τέτοια βλάβη (αλλοίωση), ώστε να μην αποτελεί πλέον πράγμα του είδους που ασφαλίστηκε ή όταν ο ασφαλισμένος το έχει ανεπανόρθωτα αποστερηθεί (άρθρο 57). Αντιθέτως, τεκμαρτή ολική απώλεια ασφαλισμένου πλοίου, πλην αντίθετης συμφωνίας, υπάρχει, μεταξύ άλλων, όταν τούτο έχει βλαβεί από τον ασφαλισμένο κίνδυνο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το κόστος της επισκευής των ζημιών του να υπερβαίνει την αξία του κατά την επισκευή του (άρθρο 60 παρ. 1 και 2 του Μ.Ι.Α. 1906). Το ποσό, το οποίο ο ασφαλισμένος δύναται να λάβει ως αποζημίωση για απώλεια κάτω από το ασφαλιστήριο, με το οποίο αυτός έχει ασφαλισθεί, στην περίπτωση μη αποτιμημένου ασφαλιστηρίου κατά την πλήρη έκταση της ασφαλιστέας αξίας ή στην περίπτωση αποτιμημένου ασφαλιστηρίου κατά την πλήρη έκταση της αξίας που έχει ασφαλισθεί με το ασφαλιστήριο, καλείται το μέγεθος (ύψος) της αποζημιώσεως (έκταση της ευθύνης του ασφαλιστή για την απώλεια – άρθρο 67 παρ.1 του Μ.Ι.Α. 1906) (ΕφΠειρ 1592/1989 ΕΝΔ 18.64, ΠολΠρΠειρ 626/2004 ΕΕμπΔ 2005.337, ΠολΠρΠειρ 5462/1999 ΕΝΔ 27.370, ΠολΠρΠειρ 1336/1990 ΕΝΔ 19.6, ΜονΠρΠειρ 4145/2004 αδημ.). Με το άρθρο 69(1) Μ.Ι.Α. 1906 ορίζεται ότι όταν το πλοίο έχει επισκευασθεί, ο ασφαλισμένος δικαιούται το εύλογο κόστος των επισκευών, μείον τις συνήθεις απαλλαγές, το οποίο όμως δεν θα υπερβαίνει το ασφαλιζόμενο ποσό για κάθε μία ασφαλιστική περίπτωση. Με την παράγραφο (3) του άρθρου 69 Μ.Ι.Α. 1906 ορίζεται ότι, όταν το πλοίο δεν έχει επισκευασθεί και δεν έχει πωληθεί στην ανεπισκεύαστη κατάσταση του κατά τη διάρκεια της ασφάλισης, ο ασφαλισμένος δικαιούται να αποζημιωθεί για την εύλογη απομείωση της αξίας που προκύπτει από την ανεπισκεύαστη ζημία, η οποία όμως δεν θα υπερβαίνει το εύλογο κόστος της επισκευής τέτοιας ζημιάς κατά τον πιο πάνω υπολογισμό».

[Γ] Σύμφωνα με γενικώς αποδεκτή (άγραφη) αρχή του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, συναγόμενη, στο ελληνικό δίκαιο, εμμέσως και από τις διατάξεις των άρθρων 5 § 2 και 6 § 2 ΚΠολΔ (περί της οποίας βλ. Σπ. Βρέλλη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, 2008, σελ. 72, Χ. Μεϊδάνη, σε Ε. Βασιλακάκη, Δικονομικό Διεθνές Δίκαιο, 2008, σελ. 366, Τ. Παπαδοπούλου, Ο ρόλος του δικάζοντος δικαστή στο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, 2000, σελ. 52, σημ. 140, Χ. Τσούκα, Ρήτρες διεθνούς δικαιοδοσίας – Ζητήματα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, 1990, σελ. 25, Χ. Παμπούκη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, 2020, αρ. 1052, σελ. 828, πρβλ και Φ. Δωρή, Περιορισμοί της συμβατικής ελευθερίας στις ρήτρες αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας, 1988, σελ. 224), επικρατούσα δε και στο αγγλικό δίκαιο (βλ. σχετ. Fawcett J.J./Carruthers J.M., Private International Law, 2008, ch. 30, σελ. 1235), οι διαδικαστικές προϋποθέσεις της δίκης, επί διαφορών που εμφανίζουν στοιχεία αλλοδαπότητας είτε εξ υποκειμένου, λόγω της προσωπικής κατάστασης των αντιδίκων είτε εξ αντικειμένου, λόγω των χαρακτηριστικών της κρινόμενης βιοτικής σχέσης ή εξαιτίας του εφαρμοστέου στην επίδικη έννομη σχέση ουσιαστικού δικαίου, κρίνονται πάντοτε κατά την lex fori, δηλαδή κατά το δίκαιο του δικάζοντος δικαστηρίου (ΑΠ 1584/2011, ΕΝαυτΔ 2012/45 = ΕπισκΕΔ 2012/106), ενώ το ίδιο ισχύει και για τα δικονομικά ζητήματα που ανακύπτουν στη δευτεροβάθμια δίκη, όπως είναι το παραδεκτό του ενδίκου μέσου της έφεσης και καθενός από τους λόγους της. Έτσι, επί ιδιωτικών διαφορών υπαγόμενων στη δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων, οι όροι έγκυρης έναρξης και διεξαγωγής της δίκης, μεταξύ των οποίων και το παραδεκτό του εισαγωγικού δικογράφου από την άποψη της πληρότητας του περιεχομένου του, κρίνονται κατά το ημεδαπό αστικό δικονομικό δίκαιο, η δε εξέτασή τους προηγείται της έρευνας της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας της αγωγής. Κατά δε το σύστημα του ουσιαστικού ή συγκεκριμένου προσδιορισμού του αντικειμένου της πολιτικής δίκης, υπό τη σύγχρονη εκδοχή του της λειτουργίας του κανόνα δικαίου (περί του οποίου βλ. αναλυτικά σε Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, 2005, § 60, σελ. 142 επομ. και Κ. Μακρίδου, Η αόριστη αγωγή και οι δυνατότητες θεραπείας της, 2006, σελ. 24 επομ.), που υιοθετεί ο ΚΠολΔ (άρθρο 216 § 1), για το ορισμένο της αγωγής απαιτείται (αλλά και αρκεί) η παράθεση με σαφήνεια και επάρκεια όσων πραγματικών περιστατικών είναι νομικώς ικανά για τη θεμελίωση του δικαιώματος του οποίου ζητείται η προστασία (ΑΠ 6/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) ή, με άλλη διατύπωση, των στοιχείων του πραγματικού του κανόνα δικαίου, των οποίων η συνδρομή επισύρει την έννομη συνέπεια που αντιστοιχεί στο αίτημα του ενάγοντος. Επειδή δε το ορισμένο της αγωγής συναρτάται στενά με το ουσιαστικό δίκαιο που προβλέπει τις προϋποθέσεις παραγωγής του επίδικου δικαιώματος, είναι αυτονόητο ότι, αν με την αγωγή που εισάγεται σε ελληνικό δικαστήριο ασκούνται ουσιαστικά δικαιώματα, που κρίνονται κατ’ αλλοδαπό δίκαιο, το οποίο με συμφωνία τους οι διάδικοι κατέστησαν εφαρμοστέο στην επίδικη σχέση, τα αναγκαία για την πληρότητα του αγωγικού δικογράφου στοιχεία θα υποδείξει ο αλλοδαπός κανόνας δικαίου που καλείται σε εφαρμογή. Σε κάθε περίπτωση, η πλήρης έκθεση των πραγματικών περιστατικών στα οποία στηρίζεται η αγωγική αξίωση είναι αναγκαία προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα τόσο στον εναγόμενο να αντιτάξει αποτελεσματική άμυνα όσο και στο δικαστήριο να οριοθετήσει τα θέματα αποδείξεως και να κατανείμει το αντίστοιχο βάρος. Παρόμοια ισχύουν και στο αγγλικό δικονομικό δίκαιο κατ’ εφαρμογή της αρχής της prima facie case, στα πλαίσια της οποίας ο ενάγων, συστοίχως προς τις επιταγές του άρθρου 216 § 1 ΚΠολΔ, έχει το βάρος σαφούς επικλήσεως των ισχυρισμών που συγκροτούν την ιστορική βάση της αγωγής του με τέτοια πληρότητα, ώστε να είναι αυτή επιδεκτική αφενός μεν απαντήσεως από τον αντίδικό του και αφετέρου δικαστικής εκτιμήσεως, οπότε ακολουθεί η διεξαγωγή αποδείξεων. Άλλως, γίνεται δεκτό ότι δεν υπάρχει υπόθεση προς εκδίκαση και η αγωγή απορρίπτεται ως αόριστη (Φ. Χριστοδούλου, Βάρος ισχυρισμού και αποδείξεως επί ασφαλιστικής απαιτήσεως λόγω εξαφανίσεως του ασφαλισμένου πλοίου κατά το αγγλικό δίκαιο, σε Μελέτες προς τιμήν Νικολάου Α. Δελούκα, τόμος ΙΙ, 1989, σελ. 1031 επομ. [1035]). Συνεπώς, επί θαλάσσιας ασφάλισης, η οποία αποτελεί ασφάλιση κατά ζημιών, τόσο κατά το ελληνικό (Ι. Ρόκας, Ασφαλιστικό Δίκαιο, 2020, αρ. 291, σελ. 165), όσο και κατά το αγγλικό δίκαιο (Kyriaki Noussia, The Principle of Indemnity in Marine Insurance Contracts, 2007, σελ. 27, Χ. Στυλιανέας, Περί του δικαίου των ρητρών της ναυτικής ασφαλίσεως, σε Δνη 1982/281 επομ.), για το ορισμένο της αγωγής με την οποία, επιδιώκεται κατά το ελληνικό δίκαιο η καταβολή ασφαλιστικής αποζημίωσης λόγω επελεύσεως του ασφαλισμένου κινδύνου, αρκεί, σύμφωνα με τα άρθρα 1, 7 § 7, 11 §§ 1, 3 του Ν. 2496/1997 και 269 § 1 του ΚΙΝΔ, η επίκληση α] της αναλήψεως εκ μέρους του ασφαλιστή συμβατικά και έναντι ασφαλίστρου της υποχρέωσης καταβολής ασφαλίσματος σε περίπτωση επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης (ΑΠ 568/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 978/1996, Δνη 1998/823 = ΕΕμπΔ 1997/77 = ΕΕΝ 1998/170 = ΕΤρΑξΧρΔ 1997/167), β] της επελεύσεως της περίπτωσης αυτής, καθώς και γ] της ζημίας που προκλήθηκε στην ασφαλισμένη περιουσία με την αναφορά, επί αποκατασταθείσας ζημίας, των πραγμάτων που απωλέσθηκαν ή εβλάβησαν και εκείνων με τα οποία αντικαταστάθηκαν, ως και της αξίας (κόστους αγοράς) τους (ΕφΘεσ. 28/2006, ΕπισκΕΔ 2006/496, ΕφΑθ. 6347/1990, ΕΕμπΔ 1992/285 = ΕΝαυτΔ 1991/182). Λόγω δε της καταρχήν ισχύος στο ελληνικό δίκαιο της θαλάσσιας ασφάλισης της αρχής της καθολικότητας των ασφαλιζόμενων κινδύνων (βλ. σχετ. ΕφΠειρ. 815/2000, ΕΝαυτΔ 2001/157, με παρατηρήσεις Α. Μαρκάκη, Α. Κιάντου – Παμπούκη, Η αρχή της καθολικότητας των καλυπτομένων κινδύνων στη θαλάσσια ασφάλιση, σε ΕπισκΕΔ 2006/609 επομ., Α. Σινανιώτου – Μαρούδη, Ασφαλιστικό Δίκαιο, 2017, σελ. 253), που εκφραζόμενη νομοθετικά στη διάταξη του άρθρου 269 § 1 ΚΙΝΔ, αποσκοπεί στην κατά το δυνατόν καθολική κάλυψη του λήπτη της ασφαλίσεως έναντι όλων των κινδύνων που απειλούν το ασφαλισμένο συμφέρον και κατά την οποία καλύπτονται ασφαλιστικά όλοι οι κίνδυνοι της θαλασσοπλοΐας που μπορεί να συμβούν κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού και, ειδικότερα, τόσο οι κίνδυνοι της θάλασσας (perils of the sea), δηλαδή εκείνοι που η επέλευσή τους οφείλεται στην επενέργεια των στοιχείων της θάλασσας, όσο και οι κίνδυνοι στη θάλασσα (perils on the sea), δηλαδή εκείνοι που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια του πλου χωρίς να οφείλονται στην επιζήμια επενέργεια των θαλάσσιων δυνάμεων επί του ασφαλισμένου αντικειμένου (λ.χ. κλοπή εν πλω), ο ζημιωθείς ενάγων δεν χρειάζεται να επικαλεστεί ότι η ζημία προκλήθηκε από ασφαλισμένο κίνδυνο, καθώς για να αποζημιωθεί αρκεί να επικαλεστεί (και, αν αμφισβητηθεί, να αποδείξει) ότι υπέστη ζημία, η οποία πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του πλου και ενόσω η ασφαλιστική σύμβαση ήταν σε ισχύ (Γ. Δανιήλ, Στοιχεία του Δικαίου της Θαλάσσιας Ασφάλισης, 2022, σελ. 67). Τα ίδια κατά βάση ισχύουν και όταν πρόκειται για αγωγή με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση ασφαλιστικής αποζημίωσης λόγω επέλευσης ασφαλιζόμενου θαλάσσιου κινδύνου με βάση σύμβαση ασφάλισης, που είχε συμφωνηθεί να διέπεται από το αγγλικό δίκαιο. Ενόψει, όμως, της ισχύος εκεί της (αντίθετης) αρχής της ειδικότητας των ασφαλιζόμενων κινδύνων, που έχει την έννοια ότι καλύπτονται μόνον οι κίνδυνοι της θάλασσας που αναφέρονται στην ασφαλιστική σύμβαση [s. 55 (1) MIA 1906], αναγκαίο στοιχείο της ιστορικής της βάσης είναι, εκτός των άλλων και η επέλευση συγκεκριμένου ασφαλισμένου κινδύνου εξαιτίας της θάλασσας, που επέφερε την ασφαλιστική περίπτωση (ΜονΕφΠειρ. 343/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, κατά το αγγλικό δίκαιο της ναυτικής ασφάλισης, η δικαστική ικανοποίηση της αξιώσεως στο ασφάλισμα, που οφείλεται συνεπεία μερικής απώλειας του ασφαλισμένου πλοίου, υπό την έννοια όχι της ολοσχερούς καταστροφής του αλλά της πρόκλησης σ’ αυτό επισκευάσιμων βλαβών (s. 69 MIA 1906), προϋποθέτει ότι στη σχετική αγωγή που στρέφεται κατά του ασφαλιστή, που αρνείται την καταβολή της ασφαλιστικής αξίας, γίνεται επιπλέον μνεία της επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης σε χρονικό σημείο κατά το οποίο υπήρχε ενεργός ασφαλιστική κάλυψη και της αξίας αποκαταστάσεως της ζημίας που επήλθε, το ύψος της οποίας καθορίζει την έκταση της ευθύνης του ασφαλιστή προς αποζημίωση του ενάγοντος και ανέρχεται σε συγκεκριμένο ποσό, που αποτελεί κατά το s. 67 (1) MIA 1906 το μέτρο της αποζημιώσεως, το οποίο πρέπει για το λόγο αυτό να εκτίθεται στην αγωγή. Ειδικότερα, σε περίπτωση επισκευής της ζημίας σε χρόνο προγενέστερο της έγερσης της αγωγής, ο ενάγων δικαιούται, σύμφωνα με τη διάταξη του s. 69 (1) ΜΙΑ 1906, το εύλογο κόστος των επισκευών,  μείον τις ειθισμένες εκπτώσεις (περί των οποίων βλ. ΕφΠειρ. 358/2007, ΕΝαυτΔ 2007/194), το οποίο, όμως, δεν μπορεί να υπερβαίνει την ασφαλιστική αξία (ΤριμΕφΠειρ. 319/2018, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου στο διαδίκτυο, βλ. σχετ. και Μ. Παζαρζή, Ναυτασφαλίσεις, 2015, σελ. 222). Επομένως, για το ορισμένο της αγωγής με την οποία ζητείται κατά το αγγλικό δίκαιο η αξία της επισκευής του βλαβέντος πλοίου ως ασφαλιστική αποζημίωση, ο ενάγων οφείλει να εξειδικεύσει το αίτημά του με αναφορά του κόστους της γενομένης επισκευής και μνεία της αξίας των υλικών που αγοράστηκαν και της δαπάνης που καταβλήθηκε για την αμοιβή της εργασίας που απαιτήθηκε ή για την παροχή των υπηρεσιών που ήταν αναγκαίες. Όπως μάλιστα γίνεται δεκτό (ΕφΠειρ. 619/2008, ΕΝαυτΔ 2009/137), αρκεί η παράθεση στο αγωγικό δικόγραφο των δαπανών αποκατάστασης των ζημιών και απωλειών κατά ενότητες τούτων, εάν έτσι αποτιμώμενες μπορούν να ελεγχθούν κατά την απόδειξη [ΕΠ 53/2023 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς].

[Δ] Η σύμβαση θαλάσσιας ασφαλίσεως στο αγγλικό δίκαιο ήταν ανέκαθεν κατά τους κανόνες του κοινοδικαίου σύμβαση που απαιτεί την απόλυτη καλή πίστη: uberrima fides, όπως αποδίδεται με τον λατινικό όρο. Ο ΜΙΑ 1906 καθιέρωσε με ρητή νομοθετική διάταξη τον χαρακτήρα της συμβάσεως θαλάσσιας ασφαλίσεως ως συμβάσεως που απαιτεί την υπέρτατη καλή πίστη (utmost good faith) μεταξύ των μερών. Συγκεκριμένα, η παράγραφος 17 ΜΙΑ είχε, προ της τροποποιήσεως του με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Insurance Act 2015 σε μετάφραση ως εξής «Η σύμβαση θαλάσσιας ασφαλίσεως είναι σύμβαση βασισμένη στην υπέρτατη καλή πίστη και, αν η υπέρτατη καλή πίστη δεν τηρείται από οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος, η σύμβαση μπορεί να ακυρωθεί (may be avoided) από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος.». Η υπέρτατη καλή πίστη, όπως προβλέπεται από την ανωτέρω παράγραφο (17 ΜΙΑ) υπό την αρχική της μορφή, έχει την έννοια ότι οι πληροφορίες, οι οποίες παρέχονται κατά τη σύναψη της συμβάσεως, πρέπει να είναι απολύτως ειλικρινείς. Αυτό δικαιολογείται από τη φύση της συμβάσεως, από το γεγονός, δηλαδή, ότι ο ασφαλιστής, προκειμένου να προβεί στην ασφάλιση, βασίζεται αποκλειστικά στον ασφαλισμένο, ο οποίος είναι ο μόνος, που εκ των πραγμάτων μπορεί να γνωρίζει την κατάσταση της ασφαλιζόμενης περιουσίας και να του παράσχει τις πληροφορίες τις σχετιζόμενες με τη φύση και τον χαρακτήρα του κινδύνου που αναλαμβάνει, ώστε ο ασφαλιστής να κρίνει αν θα αναλάβει την ασφάλιση ή όχι. Κατά συνέπεια, η απόκρυψη ή παραμόρφωση από τον ασφαλισμένο, είτε ηθελημένως είτε όχι, οποιωνδήποτε ουσιωδών περιστατικών, τα οποία μπορούσαν να επηρεάσουν και πράγματι επηρέασαν τον ασφαλιστή να αναλάβει τον κίνδυνο ή να καθορίσει το ασφάλιστρο, δίνει στον τελευταίο το δικαίωμα να ακυρώσει τη σύμβαση. Δικαιολογητικός λόγος είναι η βασική αρχή της επιείκειας, ότι όποιος παρασύρθηκε να συνάψει σύμβαση εξ αιτίας άγνοιας ουσιώδους περιστατικού αποκρυβέντος, δεν μπορεί να εξαναγκασθεί να την εκτελέσει εις βάρος του έναντι εκείνου που προέβη στην απόκρυψη. Αν αυτή η απόκρυψη της αλήθειας οφείλεται σε δόλο, σε αμέλεια ή και σε τυχαίο λάθος δεν έχει σημασία. Οι συνέπειες είναι οι ίδιες. Ούτε αποτελεί δικαιολογία το γεγονός ότι ο ασφαλισμένος, καίτοι γνώριζε το ουσιώδες περιστατικό, δεν το απεκάλυψε γιατί δεν το θεώρησε ουσιώδες. Ο ακυρωτικός της συμβάσεως λόγος είναι το γεγονός ότι το ένα μέρος παραπλανήθηκε και όχι το ότι το έτερο μέρος ήταν υπαίτιο για την παραπλάνηση. Αν ένα συγκεκριμένο περιστατικό, το οποίο δεν αποκαλύφθηκε, είναι ουσιώδες ή όχι είναι ζήτημα πραγματικό. Το βάρος της αποδείξεως το φέρει εκείνος που επικαλείται τη μη αποκάλυψη. Ήδη το άρθρο 17 ΜΙΑ 1906 τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 14 του του Insurance Act 2015 σύμφωνα με το οποίο «Άρθρο 14 – Καλή πίστη.-(1) Οποιοσδήποτε κανόνας δικαίου, ο οποίος επιτρέπει σε μέρος ασφαλιστικής συμβάσεως να αποστεί από τη σύμβαση εξαιτίας μη τηρήσεως της υπέρτατης καλής πίστης από το έτερο μέρος, καταργείται. (2) Οποιοσδήποτε κανόνας δικαίου, δυνάμει του οποίου σύμβαση ασφαλίσεως αποτελεί σύμβαση θεμελιωμένη στην υπέρτατη καλή πίστη, τροποποιείται στο μέτρο που απαιτείται κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και του Νόμου περί Ασφαλίσεως Καταναλωτή (Ανακοινώσεις και Δηλώσεις) 2012. (3) Συνεπώς -(α) στο άρθρο 17 του Νόμου περί Θαλάσσιας Ασφαλίσεως 1906 (οι συμβάσεις θαλάσσιας ασφαλίσεως είναι συμβάσεις υπέρτατης καλής πίστης), οι λέξεις από «, και» μέχρι το τέλος παραλείπονται, και (β) η εφαρμογή του άρθρου αυτού (όπως τροποποιείται) υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και του Νόμου περί Ασφαλίσεως Καταναλωτή (Ανακοινώσεις και Δηλώσεις) 2012….». Ο Insurance Act 2015 αντικατέστησε το προαναφερόμενο καθήκον της υπέρτατης καλής πίστης στο προσυμβατικό στάδιο (ανωτέρω υπό α) από το καθήκον δίκαιης ή έντιμης προσυμβατικής παρουσιάσεως του προς ασφάλιση κινδύνου (duty of fair presentation) κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της ασφαλιστικής συμβάσεως (άρθρα 3-7), ενώ το άρθρο 8 του Insurance Act 2015, σε συνδυασμό με τα άρθρα 2-6 του Πρώτου Μέρους του Πρώτου Παραρτήματος του ως άνω νόμου, ορίζει τα βοηθήματα ή μέσα έννομης θεραπείας (remedies) του ασφαλιστή, αν ο ασφαλισμένος παραβίασε το ως άνω καθήκον δίκαιης παρουσιάσεως. Οι διατάξεις των άρθρων 3-8 του Insurance Act 2015 αποτελούν κυρίως σύγχρονη αναδιατύπωση των αντίστοιχων κανόνων του ΜΙΑ 1906 σύμφωνα με τις πρόσφατες νομολογιακές τάσεις και όχι γενική αναθεώρηση του προηγούμενου νομοθετικού πλαισίου. Πράγματι, ο Insurance Act 2015 συνέπτυξε τις ρυθμίσεις των άρθρων 18 και 20 του ΜΙΑ 1906 (non-disclosure, misrepresentation) στο καθήκον της δίκαιης παρουσιάσεως του κινδύνου (duty of fair representation of the risk): η υποχρέωση για ανακοίνωση (disclosure) κάθε ουσιώδους γεγονότος γνωστού στον ασφαλισμένο ή γεγονότος που αυτός θα όφειλε να γνωρίζει εισάγεται στο άρθρο 3 (3)(α) και (β) σε συνδυασμό με την παρ. (4), ενώ το καθήκον για ακριβείς προσυμβατικές δηλώσεις εισάγεται στο άρθρο 3 (3)(γ) σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 7 (5). Τα ως άνω άρθρα έχουν σε μετάφραση ως εξής: «Άρθρο 3 – Το καθήκον της δίκαιης παρουσιάσεως. (1) Πριν από την κατάρτιση μίας συμβάσεως ασφαλίσεως, ο ασφαλισμένος οφείλει να προβεί προς τον ασφαλιστή σε δίκαιη παρουσίαση (fair presentation) του κινδύνου. (2) Το επιβεβλημένο δυνάμει της παραγράφου (1) καθήκον αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως «το καθήκον της δίκαιης παρουσιάσεως». (3) Δίκαιη παρουσίαση του κινδύνου είναι αυτή – (α) η οποία προβαίνει στην απαιτούμενη κατά την υποπαράγραφο (4) αποκάλυψη, (β) η οποία προβαίνει στην αποκάλυψη κατά τρόπο που θα ήταν ευλόγως σαφής και προσβάσιμος σε έναν συνετό ασφαλιστή και (γ) στην οποία κάθε ουσιώδης παρουσίαση σχετικά με πραγματικό γεγονός είναι επί της ουσίας ορθή και κάθε ουσιώδης παρουσίαση σχετικά με ζήτημα προσδοκίας ή πεποιθήσεως γίνεται με καλή πίστη. (4) Η απαιτούμενη αποκάλυψη είναι η ακόλουθη, εκτός από ό,τι προβλέπεται στην παράγραφο (5) – (α) αποκάλυψη κάθε ουσιώδους περιστατικού, το οποίο ο ασφαλισμένος γνωρίζει ή θα όφειλε να γνωρίζει, ή (β) ελλείψει αυτού, αποκάλυψη, η οποία παρέχει στον ασφαλιστή επαρκή πληροφόρηση, ώστε να προειδοποιήσει τον συνετό ασφαλιστή ότι χρειάζεται να προβεί σε περαιτέρω έρευνες, προκειμένου να αποκαλύψει τα αυτά ουσιώδη περιστατικά. (5) Επί απουσίας έρευνας (ερωτήματος), η παράγραφος (4) δεν απαιτεί από τον ασφαλισμένο να αποκαλύψει περιστατικό αν – (α) αυτό μειώνει τον κίνδυνο, (β) ο ασφαλιστής το γνωρίζει, (γ) ο ασφαλιστής θα όφειλε να το γνωρίζει, (δ) ο ασφαλιστής τεκμαίρεται ότι το γνωρίζει, ή (ε) αποτελεί κάτι για το οποίο ο ασφαλιστής παραιτείται από την πληροφόρηση. (6) Τα άρθρα 4 έως 6 περιέχουν περαιτέρω διατάξεις ως προς τη γνώση του ασφαλισμένου και του ασφαλιστή και το άρθρο 7 περιέχει συμπληρωματικές διατάξεις.». «Άρθρο 4 – Η γνώση του ασφαλισμένου.- (1) Η παρούσα παράγραφος ορίζει τι γνωρίζει ο ασφαλισμένος ή θα όφειλε να γνωρίζει για τους σκοπούς του άρθρου 3(4)(α). (2) Ο ασφαλισμένος που είναι φυσικό πρόσωπο γνωρίζει μόνο – (α) ό,τι είναι γνωστό σε ένα φυσικό πρόσωπο, και (β) ό,τι είναι γνωστό σε ένα ή περισσότερα από τα φυσικά πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την ασφάλιση του ασφαλισμένου. (3) Ο ασφαλισμένος που δεν είναι φυσικό πρόσωπο γνωρίζει μόνο ό,τι είναι γνωστό σε ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα που είναι – (α) μέρος της ανώτερης διοίκησης του ασφαλισμένου, ή (β) υπεύθυνα για την ασφάλιση του ασφαλισμένου. (4) Ο ασφαλισμένος δεν τεκμαίρεται δυνάμει των υποπαραγράφων 2(β) ή 3(β) ότι γνωρίζει εμπιστευτικές πληροφορίες γνωστές σε φυσικό πρόσωπο αν – (α) το φυσικό πρόσωπο είναι αντιπρόσωπος του ασφαλισμένου ή είναι υπάλληλος του αντιπροσώπου του ασφαλισμένου, και (β) η πληροφορία αποκτήθηκε από τον αντιπρόσωπο του ασφαλισμένου (ή από έναν υπάλληλο του αντιπροσώπου αυτού) μέσω επαγγελματικής σχέσης με πρόσωπο που συνδέεται με τη σύμβαση ασφαλίσεως. (5) Για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (4) τα πρόσωπα που συνδέονται με τη σύμβαση ασφαλίσεως είναι -(α) ο ασφαλισμένος και κάθε άλλο πρόσωπο για το οποίο παρέχεται κάλυψη από τη σύμβαση, και (β) αν η σύμβαση αντασφαλίζει κινδύνους που καλύπτονται από άλλη σύμβαση, τα πρόσωπα που συνδέονται (δυνάμει της παρούσας υποπαραγράφου) με αυτήν την άλλη σύμβαση. (6) Ανεξαρτήτως αν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο ή όχι, ο ασφαλισμένος οφείλει να γνωρίζει ό,τι θα είχε ευλόγως αποκαλυφθεί κατόπιν εύλογης έρευνας σε διαθέσιμη στον ασφαλισμένο πληροφόρηση (ανεξαρτήτως αν η έρευνα διεξήχθη με την υποβολή ερωτήσεων ή με άλλα μέσα) (7) Στην υποπαράγραφο (6) ο όρος «πληροφόρηση» περιλαμβάνει πληροφόρηση η οποία φυλάσσεται εντός του οργανισμού του ασφαλισμένου ή από άλλο πρόσωπο (όπως ο αντιπρόσωπος του ασφαλισμένου ή πρόσωπο για το οποίο παρέχεται κάλυψη από τη σύμβαση ασφαλίσεως). (8) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου -(α) ο όρος «υπάλληλος», σε σχέση με τον αντιπρόσωπο του ασφαλισμένου, περιλαμβάνει κάθε φυσικό πρόσωπο που εργάζεται για τον αντιπρόσωπο, με οποιαδήποτε ιδιότητα κι αν ενεργεί το φυσικό πρόσωπο, (β) φυσικό πρόσωπο είναι υπεύθυνο για την ασφάλιση του ασφαλισμένου, αν το φυσικό πρόσωπο συμμετέχει εκ μέρους του ασφαλισμένου στη διαδικασία παροχής της ασφαλίσεως του ασφαλισμένου (ανεξαρτήτως αν το φυσικό πρόσωπο ενεργεί ως υπάλληλος ή αντιπρόσωπος του ασφαλισμένου, ως υπάλληλος του αντιπροσώπου του ασφαλισμένου ή με οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα), και (γ) ο όρος «ανώτερη διοίκηση» σημαίνει τα φυσικά αυτά πρόσωπα που έχουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση αποφάσεων ως προς τον τρόπο διοικήσεως ή οργανώσεως των δραστηριοτήτων του ασφαλισμένου.» «Άρθρο 6 – Γνώση: γενικά.- (1) Για τους σκοπούς των άρθρων 3 έως 5, αναφορές στη γνώση φυσικού προσώπου περιλαμβάνουν όχι μόνον την πραγματική γνώση, αλλά επιπλέον ζητήματα για τα οποία το φυσικό πρόσωπο είχε υποψίες και για τα οποία το φυσικό πρόσωπο θα είχε αποκτήσει γνώση, αν δεν απέφευγε εκ προθέσεως να τα επιβεβαιώσει ή να ερευνήσει για αυτά. (2) Η εφαρμογή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου, κατά τον οποίο η γνώση απάτης τελεσθείσας από ένα φυσικό πρόσωπο (“F“) εις βάρος είτε του ασφαλισμένου είτε του ασφαλιστή δεν καταλογίζεται στον ασφαλιστή ή στον ασφαλισμένο (αντιστοίχως), δεν επηρεάζεται από το παρόν Μέρος, όταν –(α) αν η απάτη τελέσθηκε εις βάρος του ασφαλισμένου, ο F είναι κάποιο από τα φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 4(2)(β) ή (3), ή (β) αν η απάτη τελέσθηκε εις βάρος του ασφαλιστή, ο F είναι κάποιο από τα φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 5(1).». «Άρθρο 7 – Συμπληρωματικά.- (1) Η δίκαιη παρουσίαση δεν χρειάζεται να περιέχεται σε ένα και μόνο έγγραφο ή προφορική παρουσίαση. (2) Ο όρος «περιστατικό» περιλαμβάνει κάθε επικοινωνία απευθυνόμενη προς, ή πληροφορία που λαμβάνεται από, τον ασφαλισμένο. (3) Περιστατικό ή παράσταση (δήλωση) είναι ουσιώδης, αν θα επηρέαζε την κρίση συνετού ασφαλιστή στην απόφαση για το αν θα αναλάβει τον κίνδυνο και σε καταφατική περίπτωση με ποιους όρους. (4) Παραδείγματα γεγονότων τα οποία θα μπορούσαν να συνιστούν ουσιώδη περιστατικά είναι -(α) ειδικά ασυνήθιστα γεγονότα που σχετίζονται με τον κίνδυνο, (β) κάθε ιδιαίτερες ανησυχίες που οδήγησαν τον ασφαλισμένο να αναζητήσει ασφαλιστική κάλυψη του κινδύνου, (γ) οτιδήποτε το οποίο εκείνοι που σχετίζονται με τον τομέα της ασφαλίσεως και τον συγκεκριμένο κλάδο δραστηριότητας θα αντιλαμβάνονταν γενικώς ότι αποτελεί κάτι που θα έπρεπε να αντιμετωπισθεί στο πλαίσιο δίκαιης παρουσιάσεως των κινδύνων του εν λόγω τύπου. (5) Μία ουσιώδης παρουσίαση είναι επί της ουσίας ορθή, αν συνετός ασφαλιστής δεν θα θεωρούσε τη διαφορά μεταξύ εκείνου που παριστάνεται και εκείνου που είναι πραγματικά ορθό ως ουσιώδη. (6) Μία παράσταση (δήλωση) μπορεί να ανακληθεί ή να διορθωθεί πριν από την κατάρτιση της συμβάσεως ασφαλίσεως.» «Άρθρο 8 – Βοηθήματα (Έννομα μέσα θεραπείας) για παραβίαση. (1) 0 ασφαλιστής διαθέτει έννομο μέσο θεραπείας (remedy) κατά του ασφαλισμένου για παραβίαση του καθήκοντος της δίκαιης παρουσιάσεως, μόνον αν ο ασφαλιστής αποδείξει ότι, χωρίς την παραβίαση, ο ασφαλιστής -(α) δεν θα είχε καταρτίσει τη σύμβαση ασφαλίσεως, ή (β) θα την είχε καταρτίσει υπό διαφορετικούς όρους. (2) Τα έννομα μέσα θεραπείας ορίζονται στο Παράρτημα 1. (3) Παραβίαση, για την οποία ο ασφαλιστής διαθέτει έννομο μέσο θεραπείας κατά του ασφαλισμένου, αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως «διακεκριμένη παραβίαση» (qualifying breach). (4)  Η διακεκριμένη παραβίαση είναι είτε – (α) με δόλο (σκοπίμως – deliberately) ή με επικίνδυνη αδιαφορία (ριψοκινδύνως – recklessly), ή (β) άνευ δόλου ή επικίνδυνης αδιαφορίας. (5) Η διακεκριμένη παραβίαση γίνεται με δόλο ή επικίνδυνη αδιαφορία αν ο ασφαλισμένος- (α) γνώριζε ότι παραβίαζε το καθήκον της δίκαιης παρουσιάσεως, ή (β) δεν ενδιαφερόταν αν παραβίαζε ή όχι το εν λόγω καθήκον. (6) Ο ασφαλιστής βαρύνεται να αποδείξει ότι κάποια διακεκριμένη παραβίαση έγινε με δόλο ή επικίνδυνη αδιαφορία. «Πρώτο Παράρτημα – Πρώτο Μέρος Παραβιάσεις με δόλο (deliberately) ή επικίνδυνη αδιαφορία (recklessly).- (2) Αν κάποια παραβίαση έγινε με δόλο ή επικίνδυνη αδιαφορία ο ασφαλιστής- (α) δύναται να υπαναχωρήσει (αποστεί – avoid) από τη σύμβαση και να αρνηθεί όλες τις απαιτήσεις, και (β) δεν απαιτείται να επιστρέψει οποιοδήποτε από τα ασφάλιστρα που έχει καταβληθεί. Άλλες παραβιάσεις.- (3) Τα άρθρα 4 μέχρι 6 εφαρμόζονται όταν κάποια διακεκριμένη παραβίαση έγινε άνευ δόλου ή επικίνδυνης αδιαφορίας. (4) Αν, ελλείψει της διακεκριμένης παραβιάσεως, ο ασφαλιστής δεν θα είχε συνάψει τη σύμβαση με οποιουσδήποτε όρους, ο ασφαλιστής μπορεί να υπαναχωρήσει (αποστεί) από τη σύμβαση και να αρνηθεί όλες τις απαιτήσεις, αλλά σε τέτοια περίπτωση οφείλει να επιστρέψει το ασφάλιστρο που καταβλήθηκε. (5) Αν ο ασφαλιστής θα είχε συνάψει τη σύμβαση, αλλά υπό διαφορετικούς όρους (εκτός από τους όρους που αφορούν στο ασφάλιστρο), η σύμβαση τεκμαίρεται ότι έχει καταρτισθεί σύμφωνα με αυτούς τους διαφορετικούς όρους, αν έτσι απαιτεί ο ασφαλιστής. (6) (1) Επιπλέον, αν ο ασφαλιστής θα είχε συνάψει τη σύμβαση (ανεξαρτήτως αν οι όροι που αναφέρονται σε άλλα ζητήματα πλην του ασφαλίστρου θα ήταν οι ίδιοι ή διαφορετικοί) αλλά θα είχε χρεώσει υψηλότερο ασφάλιστρο, ο ασφαλιστής μπορεί να μειώσει αναλογικά το πληρωτέο ποσό επί απαιτήσεως. (2) Στην υποπαράγραφο (1) ο όρος «να μειώσει αναλογικά» σημαίνει ότι ο ασφαλιστής οφείλει να καταβάλει επί απαιτήσεως μόνο Χ% του ποσού το οποίο σε διαφορετική περίπτωση θα είχε την υποχρέωση να καταβάλει υπό τους όρους της συμβάσεως (ή, αν τυγχάνει εφαρμογής, υπό τους διαφορετικούς όρους ως προβλέπεται δυνάμει της παραγράφου 5) όπου Χ= Το Πραγματικά Τιμολογηθέν Ασφάλιστρο / Το Υψηλότερο Ασφάλιστρο επί  100.». Οι ανωτέρω διατάξεις παρέχουν ένα πολύ συγκεκριμένο και αποκλειστικό πλαίσιο των δικαιωμάτων του ασφαλιστή σε περίπτωση παραβιάσεως του καθήκοντος δίκαιης παρουσιάσεως του κινδύνου από τον ασφαλισμένο: Αν ο ασφαλισμένος παραβίασε το καθήκον δίκαιης παρουσιάσεως με δόλο ή επικίνδυνη αδιαφορία (άρθρο 8 (5) Insurance Act 2015), ο ασφαλιστής δύναται να αποστεί από τη σύμβαση, να αρνηθεί κάθε αξίωση του ασφαλισμένου, ενώ δεν ενέχει υποχρέωση επιστροφής των ασφαλίστρων (άρθρο 2 ανωτέρω). Το ανωτέρω δικαίωμα ακυρώσεως της συμβάσεως εξ υπαρχής (avoidance) δύναται να ασκηθεί με μονομερή δήλωση υπαναχωρήσεως του ασφαλιστή (by rescission), χωρίς να απαιτείται προσφυγή στο δικαστήριο. Εκ των ανωτέρω, με σαφήνεια προκύπτει, ότι, στα πλαίσια αγωγής καταβολής του ασφαλίσματος, για να αποστεί ο ασφαλιστής με δήλωσή του από το συμβόλαιο ασφαλίσεως και να το ακυρώσει, απαιτούνται δύο προϋποθέσεις. Πρώτον, ο ασφαλιστής πρέπει να αποδείξει, ότι το περιστατικό που του απεκρύβει ήταν ουσιώδες. Το κριτήριο στην περίπτωση αυτή είναι ο μέσος συνετός ασφαλιστής. Και δεύτερον, καλείται να αποδείξει, ότι το συγκεκριμένο αυτό περιστατικό, που απεκρύβει, τον παρακίνησε να αναλάβει το κίνδυνο [πρβλ. ΑΠ 1657/2006 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ υπό το καθεστώς των διαταάξεων 17, 18, 19 και 20 ΜΙΑ 1906 προ του Insurance Act 2015, Brotherton v. Securidadora Colseguros]. Εξάλλου, δεν επιβάλλεται στον ασφαλισμένο να δηλώσει στον ασφαλιστή το περιεχόμενο του νόμου, αλλά μόνον πραγματικών περιστατικών (Αθ. Μαρκάκης ΕΝΔ 31.σελ. 376 με παραπομπή σε «The Bedouin” 1984 P.1 & Asp. MLC 391).

Εν προκειμένω, η υπό κρίση αγωγή, με το αναφερόμενο ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, παρίσταται επαρκώς ορισμένη ενόψει του ότι γίνεται επίκληση σε αυτή του τόπου και χρόνου συνάψεως της, μεταξύ των διαδίκων, ένδικης ασφαλιστικής συμβάσεως, δια της οποίας η εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία ανέλαβε συμβατικά και έναντι ασφαλίστρου την υποχρέωση καταβολής ασφαλίσματος για την περίπτωση βλάβης και «των κυρίων μηχανών του πλοίου, υλικών, εξαρτημάτων εξοπλισμού και οτιδήποτε συνδέεται με αυτά, χωρίς εξαιρέσεις» από αμέλεια του πλοιάρχου και του πληρώματος, ότι εν προκειμένω, επήλθε συγκεκριμένος ασφαλιστικός κίνδυνος σε χρονικό σημείο κατά το οποίο υπήρχε ενεργός ασφαλιστική κάλυψη, συνιστάμενος στη βλάβη των ασφαλισμένων κυρίων μηχανών του εν λόγω πλοίου, συνεπεία μερικής απώλειας αυτών, υπό την έννοια όχι της ολοσχερούς καταστροφής τους αλλά της πρόκλησης σ’ αυτό επισκευάσιμων βλαβών και δη ότι επήλθε διάβρωση στις κύριες μηχανές του πλοίου [και συγκεκριμένα κύρια εξ αλουμινίου μέρη των εν λόγω κυρίων μηχανών είχαν υποστεί διάβρωση και ειδικότερα, στη δεξιά κύρια μηχανή, το σύμπλεγμα των δύο στροβιλοσυμπιεστών και η βάση της είχαν διαβρωθεί εκτενώς σε όλες τις περιοχές όπου διήρχετο το νερό ψύξεως, ο μηχανισμός λειτουργίας του στροβιλοσυμπιεστή δευτέρου σταδίου υπερπλήρωσης ήταν τελείως κολλημένος, ο τύπου σπιράλ ελαστικός σύνδεσμος των δύο στροβιλοσυμπιεστών βρέθηκε τρυπημένος, όλα τα κινητά μέρη των στροβιλοσυμπιεστών βρέθηκαν βαρέως επηρεασμένα, καθώς επίσης ανευρέθη επιφανειακή σκουριά στις εξωτερικές επιφάνειες των χυτωνίων και ψυχόμενων επιφανειών των κυλίνδρων, χωρίς εν τούτοις κάποιου μηχανικού ή χημικού τύπου ζημία στα κινούμενα μέρη της μηχανής, στην αριστερή δε κύρια μηχανή η πολύπλοκη βάση του συμπλέγματος των δύο στροβιλοσυμπιεστών βρέθηκε μετρίως διαβρωμένη σε όλες τις περιοχές όπου διέρχεται το νερό ψύξεως, ο μηχανισμός λειτουργίας του στροβιλοσυμπιεστή δευτέρου σταδίου υπερπλήρωσης βρέθηκε κολλημένος, τα κινούμενα μέρη του πρωτεύοντος στροβιλοσυμπιεστή βρέθηκαν ελαφρώς επηρεασμένα και επιφανειακή σκουριά στις εξωτερικές επιφάνειες των χιτωνίων και των ψυχόμενων επιφανειών των κυλίνδρων χωρίς εν τούτοις κάποια μηχανικού ή χημικού τύπου ζημία στα κινούμενα μέρη της μηχανής] οφειλομένη όχι σε φυσιολογική φθορά, αλλά πρόωρα, ως αποτέλεσμα εξωτερικών περιστάσεων και δη από αμέλεια του πλοιάρχου και του πληρώματος αυτού (σελ. 33 ένδικης αγωγής), περίπτωση που καλύπτεται ασφαλιστικά από την ένδικη σύμβαση ασφάλισης, οι οποίοι (πλοίαρχος και πλήρωμα του εν λόγω πλοίου) από αμέλειά τους, δεν φρόντισαν και δη παρέλειψαν, κατά τη διάρκεια της τρέχουσας, κατά την αγωγή, ασφαλιστικής περιόδου, τον καθημερινό έλεγχο και τη συμπλήρωση των υγρών ψύξεως των εν λόγω κυρίων μηχανών, υπηρεσία που τους είχε αναθέσει η ενάγουσα, όταν από φαινόμενα μηχανολογικά, φυσικά και χημικά το επίπεδο αυτού (υγρού ψύξεως) των εν λόγω κυρίων μηχανών, μειώθηκε κάτω από τα επιτρεπόμενα όρια, για την αποκατάσταση των οποίων δικαιούται, το εύλογο κόστος των επισκευών,  μείον τις συμφωνημένες εκπτώσεις, το οποίο, όμως, δεν υπερβαίνει την ασφαλιστική αξία με αναφορά του κόστους της γενομένης επισκευής και μνεία της αξίας των υλικών που αγοράστηκαν και της δαπάνης που καταβλήθηκε για την αμοιβή της εργασίας που απαιτήθηκε και για την παροχή των υπηρεσιών που ήταν αναγκαίες, το οποίο αρνείται η εναγομένη να του καταβάλει. Τα λοιπά στοιχεία τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, ελλείπουν από το δικόγραφο της αγωγής και την καθιστούν αόριστη [εσφαλμένη περιγραφή του ενδίκου πλοίο της ενάγουσας εκ του λόγου ότι αναφέρεται ως αριθμό νηολογίου αυτού ο αριθμός …. αντί του ορθού ….., δεν δίδεται έμφαση στο γεγονός ότι το ένδικο πλοίο είναι δρομολογιακό, γεγονός που συνέχεται με την ειδική άδεια του Ν. 2932/2001), δεν επεξηγείται για ποίο λόγο δεν απαιτείται η τήρηση Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης αν και ήταν επιβατηγό, δεν αναφέρεται ποία η σύνθεση του πληρώματος, ποίος ο αριθμός των συγκροτούντων το πλήρωμα, σε ποίες θέσεις προσελήφθησαν, τα προσόντα, η ειδικότητα, το όνομα και τα στοιχεία ταυτότητάς τους, δεν γίνεται διάκριση μεταξύ πλοιάρχου και πληρώματος, δεν διευκρινίζει σε ποίον η ενάγουσα είχε αναθέσει τα καθήκοντα επίβλεψης, παρακολούθησης και ορθής λειτουργίας των προωστήριων μηχανών και του λοιπού πολύπλοκου ηλεκτρομηχνολογικού εξοπλισμού του, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατο να διαγνωσθεί αν και ποίο από αυτά βαρύνεται με την υπαιτιότητα που γενικά και αόριστα αποδίδεται στο πλήρωμα του πλοίου ως προς το ζήτημα της ορθής λειτουργίας των μηχανών αυτού, αν και αναφέρεται στην αγωγή ότι το μηχανοστάσιο ήταν αυτοματοποιημένο και λειτουργεί μη επανδρωμένο, ελεγχόμενο από τη γέφυρα του πλοίου, με αποτέλεσμα από αυτό να συνάγεται ότι την επίβλεψη των μηχανών από τη γέφυρα του πλοίου είχε ο πλοίαρχος, να τυγχάνει απορριπτέος ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι υπαίτιο ήταν το πλήρωμα του πλοίου, για ποίο λόγο ήταν αναγκαία η συμπλήρωση ψυκτικού υγρού σε κλειστό κύκλωμα ψύξης των μηχανών και για ποίο λόγο είχε μειωθεί η αρχική ποσότητα του ώστε να χρειάζεται συμπλήρωση, δεν αναφέρει σε ποίον είχε αναθέσει τα καθήκοντα μηχανικού ώστε να ερευνηθεί σε ποίο από αυτά είχε χορηγήσει τις απαραίτητες οδηγίες , δεν διευκρινίζεται με βάση ποία στοιχεία ή ευρήματα η ενάγουσα κατέληξε ότι η παράλειψη του πληρώματος έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της τρέχουσας ασφαλιστικής περιόδου, οπότε διεπιστώθη και η επέλευση της ζημίας, αφού αυτή (ενάγουσα) αναφέρει ότι η χειροτέρευση των στοιχείων της μηχανής δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτή παρά μόνον μετά την αποσυναρμολόγησή της, δεν αναφέρονται συγκεκριμένες ενέργειες στις οποίες είχε προβεί η ίδια (ενάγουσα) για την αποτροπή επίδειξης αμέλειας από το προσωπικό του πλοίου, η οποία έχει και το βάρος απόδειξης τούτου, το επίπεδο γενικής ναυτικής εκπαίδευσης και το γνωστικό αντικείμενο του προσωπικού του πλοίου, την ειδική εκπαίδευση στην οποία αυτή (ενάγουσα) είχε υποβάλλει το προσωπικό του πλοίου για την εκτέλεση των ανατεθειμένων σε αυτό ειδικών καθηκόντων, τις σαφείς και συγκεκριμένες οδηγίες που του είχε δώσει για την εκ μέρους του επιμελή και προσήκουσα εκτέλεση των ειδικών καθηκόντων του, αν και στη σελίδα 7 της ένδικης αγωγής, αναφέρεται ότι, τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 2014, σε συμμόρφωση προς τις προδιαγραφές της κατασκευάστριας των κυρίων μηχανών του πλοίου, εταιρείας, αυτή (ενάγουσα) προέβη σε γενική συντήρηση και επισκευή της αριστερής μηχανής, δεν αναφέρεται για ποίο λόγο προέβη σε γενική επισκευή της αριστερής μηχανής, ούτε τις προδιαγραφές της κατασκευάστριας και τι προέβλεπαν αυτές, με αποτέλεσμα να μη δύναται να διαγνωσθεί αν ορθώς η ενάγουσα προέβη σε γενική επισκευή, ποιες εργασίες πραγματοποιήθηκαν και σε συμμόρφωση προς ποιες προδιαγραφές των κατασκευαστών, δεν εξηγείται ο λόγος που στην αγωγή συνδυάζεται η ετήσια επιθεώρηση του πλοίου με την τακτική συντήρηση και επισκευή των άνω άκρων των μηχανών, αν οι διαβρώσεις που αναφέρονται στη σελίδα 13 της αγωγής ανακαλύφθηκαν ως ορίζεται στην εν λόγω σελίδα, δεν αναφέρεται ο λόγος για τον οποίο δεν μετρήθηκε η ποσότητα του ψυκτικού υγρού των κυρίων μηχανών καθώς επίσης και ο λόγος για τον οποίο τότε δεν πραγματοποιήθηκε χημική ανάλυση του υπόψη υγρού, δεν επεξηγείται η αναφορά στην αγωγή ότι το μηχανοστάσιο του ενδίκου πλοίου είναι πλήρως αυτοματοποιημένο και λειτουργεί μη επανδρωμένο από τη γέφυρα του πλοίου, για ποίο λόγο απαιτήθηκε η αποξήλωση και εξάρμωση των μηχανών από το πλοίο με τις εξ αυτού συνέπειες, ενώ παράλληλα στην αγωγή αναφέρεται ότι η γενική επισκευή της αριστερής μηχανής κατά το έτος 2014 είχε πραγματοποιηθεί επί του πλοίου, δεν επεξηγείται ο λόγος για τον οποίο απεστάλησαν προς χημική ανάλυση δείγματα πετρελαίου και λιπαντικών, δεν αναφέρεται ποιος, πότε και σε ποιο τόπο ελήφθη το δείγμα του φερόμενου ως αναλυθέντος ψυκτικού υγρού, παρουσία ποιων προσώπων έγινε η φερόμενη δειγματοληψία, σε ποια θερμοκρασία βρισκόταν το ψυκτικό υγρό κατά τη δειγματοληψία, σε ποια φάση αποσυναρμολόγησης των μηχανών παραλήφθηκε το δείγμα, ποια ποσότητα δείγματος παραλήφθηκε, αν ελήφθη και δεύτερο όμοιο-άθικτο δείγμα, αν το ληφθέν και φερόμενο ως αναλυθέν δείγμα ψυκτικού υγρού τοποθετήθηκε σε ειδικό περιέκτη, αν ο σφραγισμένος περιέκτης (container) με το δείγμα έφερε τα ονόματα και τις υπογραφές των παριστάμενων κατά την δειγματοληψία προσώπων, πότε είχε αντικατασταθεί για τελευταία φορά το ψυκτικό υγρό, αν είχε τύχει προμήθειας έτοιμο ή είχε παρασκευαστεί από την ενάγουσα και ποια η σύνθεση του, δεν αναφέρονται το αποτέλεσμα των αναλύσεων, οι περαιτέρω λεπτομερείς επιθεωρήσεις για τις οποίες γίνεται αναφορά στη σελίδα 10 της ένδικης αγωγής και τα αποτελέσματά τους, δεν αναφέρεται ποία ήταν η προβλεπομένη ορθή ποσότητα ψυκτικού υγρού και ποίο μέρος της απωλέσθη, η αιτία απωλείας του, αναφέρεται αντιφατικά στη σελίδα 10 της ένδικης αγωγής ότι εγγύτερη αιτία της λειτουργίας των κυρίων μηχανών του πλοίου με ανεπαρκή ποσότητα ψυκτικού υγρού τυγχάνει δε αδιάφορο αν αυτό οφείλετο στη δήθεν αμέλεια του πληρώματος, αν και ασφαλιστικά ενδιαφέρει η εγγύτερη αιτία και όχι η εγγύτερη αιτία της εγγύτερης αιτίας, γίνεται αόριστη αναφορά ότι οι μηχανές του πλοίου λειτούργησαν με μειωμένη στάθμη για κάποιο «πρόσφατο» χρονικό διάστημα χωρίς να προσδιορίζεται αυτό, χωρίς αναφορά του ακριβούς χρόνου και του προσώπου το οποίο ευθύνεται για την παράλειψη συμπλήρωσης ψυκτικού υγρού, δεν διευκρινίζεται στην αγωγή ο τρόπος με τον οποίο η ανεπαρκής ποσότητα ψυκτικού υγρού στα κλειστά κυκλώματα ψύξης και των δύο μηχανών οδήγησαν στη χειροτέρευση της κατάστασης των εξαρτημάτων της, ενόψει του ότι το γεγονός αυτό δεν προκαλεί διάβρωση στα εξαρτήματα, αλλά αυτό είναι αποτέλεσμα έλλειψης από το σχετικό μίγμα αντιδιαβρωτικών παραγόντων, το μειωμένο δε υγρό προκαλεί υπερθέρμανση, δεν αναφέρεται κάτι σαφές σχετικά με τη λειτουργία των alarms των κυρίων μηχανών του πλοίου, ποία αντικείμενα υπέστησαν ζημία και ο τρόπος αποκατάστασής τους, ποίες ενέργειες αποκατάστασης έγιναν ενόψει του ότι στην ένδικη αγωγή επισυνάπτονται αόριστες καταστάσεις ανταλλακτικών και εργασιών που δεν έχουν καμία σχέση με τις ζημίες που περιγράφονται σε αυτήν (αγωγή), δεν αναφέρονται οι κωδικοί ανταλλακτικών του κατασκευαστή που αγοράσθηκαν, με αποτέλεσμα να μην τυγχάνει εφικτή η επαλήθευση της ακριβούς ταυτότητας και αναγκαιότητας αυτών και της γνησιότητάς τους, τέλος δε η περιγραφή – καταγραφή των επιμέρους ανταλλακτικών είναι διαφορετική σε εκάστη των καταστάσεων που επισυνάπτονται στην αγωγή αφορώσες εκάστη των κυρίων μηχανών] αποτελούν ζητήματα αποδείξεως, όπως ζήτημα απόδειξης αποτελεί και το εάν οι επίδικες ζημίες καλύπτονται ασφαλιστικά ως ζημία. Ειδικώς όσον αφορά στην εκ μέρους της ενάγουσας ασφαλισμένης «επίδειξη της δέουσας επιμέλειας» ως προϋπόθεση, κατά τους ορισμούς του όρου 6 των “INSTITUTE YACHT CLAUSES” της 1.11.1995, ασφαλιστικής κάλυψης της επικαλούμενης με την αγωγή ζημίας της ενάγουσας από τη βλάβη των κυρίων μηχανών του ενδίκου πλοίου συνεπεία αμέλειας του πλοιάρχου και του πληρώματος αυτού, εφόσον, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη, η ανωτέρω ρήτρα δεν υποδεικνύει το ποιος φέρει το βάρος τα απόδειξης της δέουσας επιμέλειας ή της έλλειψης της, στην ένδικη δε αγωγή γίνεται αναφορά ότι η ενάγουσα επέδειξε τη δέουσα επιμέλεια, η απόδειξη αυτής (επίδειξης δέουσας επιμέλειας) καθίσταται αναγκαία μόνο όταν ο ασφαλιστής και εν προκειμένω η εναγομένη, θέσει prima facie ζήτημα έλλειψης της δέουσας επιμέλειας εκ μέρους της ενάγουσας – ασφαλισμένης, οπότε και μόνον αυτή ως ασφαλισμένει απαιτείται να προσκομίσει επαρκή απόδειξη για να αντικρούσει τον εναντίον της ισχυρισμό (FD Rose Marine Insurance Law and Practice 2012, σελ. 291 προσκομιζόμενη από την εναγομένη). Επομένως, ο περί αοριστίας της ένδικης αγωγής ισχυρισμός της εναγομένης, ορθώς απερρίφθη υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, έστω και με συνοπτική αιτιολογία η οποία συμπληρώνεται με την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), απορριπτομένου του περί του αντιθέτου πρώτου λόγου εφέσεως κατά τούτο.   Περαιτέρω, η ένδικη αγωγή τυγχάνει και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις που αναφέρονται στην μείζονα σκέψη της παρούσας, καθώς επίσης και στις διατάξεις των άρθρων 346 ΑΚ και 176 ΚΠολΔ, με την επισήμανση ότι οι περιγραφόμενες στην αγωγή διαβρώσεις των εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών, οι οποίες, κατά την αγωγή, δεν αποτελούν συνήθεις φθορές (υπό την έννοια ότι τα αρχικώς υγιή εξαρτήματα της εν λόγω μηχανής υπέστησαν διάβρωση με ανάγκη αντικατάστασής τους, κατά τη συνήθη λειτουργία αυτών, μετά τον προβλεπόμενο από τον κατασκευαστή τους χρόνο αντοχής και λειτουργικότητάς τους), αλλά γίνεται λόγος για φθορά αυτών τέτοιας μορφής που χρήζουν αντικαταστάσεως από λόγους εξαιρετικούς, σε χρόνο προ του προβλεπομένου από τον κατασκευαστή τους χρόνο αντοχής  και λειτουργικότητάς τους, από εξωτερικό παράγοντα καλύπτομενο ασφαλιστικά και δη συνεπεία της αμελούς συμπεριφοράς του πλοιάρχου και του πληρώματος του ανωτέρω πλοίου, εμπίπτει στην έννοια του όρου “damage” του ανωτέρω όρου  6 των ρητρών “INSTITUTE YACHT CLAUSES” της 1.11.1995, ο οποίος καλύπτεται ασφαλιστικά, καθόσον αστοχία των διαβρωμένων εξαρτημάτων των εν λόγω μηχανών αποτελεί η ίδια η διάβρωσή τους όχι από τη συνήθη χρήση. Εξάλλου, η ένδικη αγωγή, δεν καθίσταται μη νόμιμη εκ μόνου του λόγου της δήλωσης της εναγομένης, μετά την έγερση της ένδικης αγωγής, περί υπαναχωρήσεως (avoid the contract) αυτής από την ένδικη σύμβαση ασφάλισης, συνεπεία προσοντούχου παραβίασης εκ μέρους της ενάγουσας  του καθήκοντος της ακριβοδίκαιης προσυμβατικής παρουσίασης του κινδύνου που βάρυνε αυτήν, ως αναλύεται στις έγγραφες προτάσεις (σελ. 237) που η εναγομένη κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και επαναφέρει με την ένδικη έφεσή της δια του τρίτου και πέμπτου λόγου της ένδικης εφέσεως, η οποία κατά την εναγομένη επέφερε αναδρομική ανατροπή των αποτελεσμάτων αυτής, προεχόντως εκ του λόγου ότι στη δήλωση αυτή η εναγομένη προέβη επικουρικώς, μετά την άρνηση της ουσιαστικής βασιμότητας της αγωγής (σχετικά σελ. 234 εγγράφων προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου) και υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση ότι η ένδικη αγωγή κριθεί ορισμένη, νόμιμη και ουσιαστικά βάσιμη η ιστορική βάση αυτής, ήτοι μετά την ουσιαστική έρευνα της υπόθεσης, με αποτέλεσμα, εκ μόνου του λόγου τούτου της επικουρικώς δηλαδή και υπό την ανωτέρω διαδικαστική αίρεση προβληθείσας δήλωσης της εναγομένης περί υπαναχωρήσεως (avoid the contract), να μην καθίσταται μη νόμιμη η ένδικη αγωγή. Όμοια κρίνοντας η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία έκρινε νόμιμη την ένδικη αγωγή, ορθά εφάρμοσε τον νόμο, οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της εναγομένης που περιέχονται στον τρίτο και πέμπτο λόγο της ένδικης έφεσης, τυγχάνουν  αβάσιμοι στην ουσία τους κατά τούτο.

ΙV. Από την προσκομιζόμενη με αριθμό ……./30.3.2021 ένορκη βεβαίωση του ………., η οποία ελήφθη ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ….. ., με επιμέλεια της ενάγουσας, κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήσης της αντιδίκου της, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό …./24.3.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …….., την οποία η ενάγουσα επικαλέσθηκε και προσεκόμισε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με τις έγγραφες προτάσεις της, τις με αριθμό ………./14.4.2021 και ………./14.4.2021 ένορκες βεβαιώσεις των …….. και ……….., οι οποίες ελήφθησαν ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………, με επιμέλεια της ενάγουσας, κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου της, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό …………./9.4.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …………, τις οποίες η ενάγουσα επικαλέσθηκε και προσεκόμισε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με την προσθήκη επί των προτάσεών της προς αντίκρουση των περιεχομένων στις προτάσεις της εναγομένης ισχυρισμών, τη με αριθμό ……../14.7.2023 ένορκη βεβαίωση του ……….., η οποία ελήφθη  ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, με επιμέλεια της εκκαλούσας – εναγομένης, κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήσης του πληρεξουσίου δικηγόρου της αντιδίκου της και εκ του νόμου αντικλήτου, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό ……../11.7.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Πειραιά, . ……., τις με αριθμό ……./15.4.2024 και …../15.4.2024 ένορκες βεβαιώσεις των ………. και ……….., οι οποίες ελήφθησαν ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς …………….., με επιμέλεια της εκκαλούσας – εναγομένης, κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήσης του πληρεξουσίου δικηγόρου της αντιδίκου της και εκ του νόμου αντικλήτου, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό ……/9.4.2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Πειραιά, ………., οι οποίες (ανωτέρω τρεις ένορκες βεβαιώσεις που προσκομίζει η εναγομένη – εκκαλούσα για πρώτη φορά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου), παραδεκτώς λαμβάνονται υπόψη από το παρόν Δικαστήριο ως νέες αποδείξεις, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγούσης, πλην (α) της με αριθμό ……./30.3.2021 ένορκης βεβαίωσης του …………., η οποία ελήφθη ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, στα πλαίσια της συζήτησης της ένδικης αγωγής ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, με επιμέλεια της ενάγουσας, η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, κατά τις διατάξεις της περιπτώσεως β του άρθρου 424 του ΚΠολΔ σύμφωνα με το οποίο «Ένορκη βεβαίωση σε δίκη για την οποία δίδεται δεν λαμβάνεται υπόψη, ούτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, όταν: α) δεν έχει γίνει εμπρόθεσμη κλήση του αντιδίκου, β) δίδεται ενώπιον άλλου από τα αναφερόμενα στο άρθρο 421 όργανα ή σε διαφορετικό τόπο, ημέρα και ώρα από αυτήν που αναφέρεται στην κλήση, …», καθόσον ελήφθη σε διαφορετικό χρόνο από τον αναφερόμενο στη σχετική κλήση που η ενάγουσα επέδωσε στην εναγομένη. Συγκεκριμένα, από την προσκομιζόμενη με αριθμό …../24.3.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……., αποδεικνύεται ότι στην κλήση γνωστοποίησης της εξέτασης του εν λόγω μάρτυρος (….. ….) την οποία η ενάγουσα επέδωσε την 24.3.2021 στην εναγομένη, αναφέρονταν ως τόπος εξέτασης του εν λόγω γνωστοποιηθέντος μάρτυρος (……) το γραφείο του ανωτέρω συμβολαιογράφου, ως προς το χρόνο δε εξέτασης αυτού ορίζονταν, κατ’ ακριβή διατύπωση «… την 30η Μαρτίου 2021, ημέρα Τετάρτη και ώρα 11.30 π.μ.». Εν τούτοις, στην προσκομιζόμενη ανωτέρω με αριθμό ………../30.3.2021 ένορκη βεβαίωση του ενόρκως βεβαιούντος ……., που συντάχθηκε με επιμέλεια του ανωτέρω Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., βεβαιώνεται ότι ο εν λόγω μάρτυρας (……..) εμφανίσθηκε ενώπιόν του την 30.3.2021, ημέρα Τρίτη και ώρα 12.00. Προκύπτει δηλαδή ότι η εν λόγω ένορκη βεβαίωση εδόθη σε χρόνο διαφορετικό από αυτόν που γνωστοποιήθηκε στην εναγομένη και δη εδόθη ώρα 12.00 αντί ώρας 11.30, όπως προηγούμενα είχε γνωστοποιηθεί στην εναγόμενη, κατά τη λήψη της οποίας αυτή (εναγομένη) δεν παραστάθηκε ήτοι με καθυστέρηση τριάντα (30) λεπτά της ώρας από την ώρα που είχε γνωστοποιηθεί στην εναγομένη, χρόνος που ξεπερνούσε τον εύλογο χρόνο ανοχής αναμονής των δέκα πέντε λεπτών [ΟλΑΠ 20/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], χωρίς παράλληλα να προκύπτει από το περιεχόμενο της εν λόγω ενόρκου βεβαιώσεως ότι η καθυστέρηση αυτή οφείλεται στην υπηρεσιακή απασχόληση του ανωτέρω συμβολαιογράφου, (β) των με αριθμό ……../13.4.2021, ……../13.4.2021 και ………./13.4.2021 ενόρκων βεβαιώσεων των ……………., οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της εναγομένης, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., στα πλαίσια συζήτησης της ένδικης αγωγής ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, οι οποίες δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων κατά τις διατάξεις της περίπτωσης α του άρθρου 424 ΚΠολΔ κατά τις οποίες «Ένορκη βεβαίωση σε δίκη για την οποία δίδεται δεν λαμβάνεται υπόψη, ούτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, όταν: α) δεν έχει γίνει εμπρόθεσμη κλήση του αντιδίκου, β) …» και δη καθόσον ελήφθησαν χωρίς νόμιμη και εμπρόθεσμη προηγούμενη κλήτευση της ενάγουσας, κατά τους ορισμούς του άρθρου 422 ΚΠολΔ. Τούτο διότι, από την προσκομιζόμενη με αριθμό ………/8.4.2021 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Πειραιά, ………….., αποδεικνύεται ότι στην κλήση γνωστοποίησης της εξέτασης των ανωτέρω ενόρκως βεβαιούντων που η εναγομένη επέδωσε την 8.4.2021 στον πληρεξούσιο δικηγόρο της ενάγουσας, αναφέρονταν ως τόπος εξέτασης των ανωτέρω γνωστοποιηθέντων μαρτύρων (………….) το γραφείο της ανωτέρω συμβολαιογράφου, ως προς το χρόνο δε εξέτασης αυτών ορίζονταν, κατ’ ακριβή διατύπωση «… την Τρίτη 13 Απριλίου 2021 και ώρες 09.30, 10.00, 10.30 και/ή 11.00, 12.00 και 13.00 και/ή την Τετάρτη 14 Απριλίου 2021 και ώρες 09.00, 09.30, 10 και/ή 10.30…». Ο με τον ανωτέρω, κατά διαζευκτικό, τρόπο προσδιορισμός στην κλήση, περισσότερων χρόνων για την εξέταση των ανωτέρω μαρτύρων, δεν είναι σαφής και συγκεκριμένος ώστε να παρέχεται στην ενάγουσα η δυνατότητα να παρασταθεί κατά την εξέταση των γνωστοποιηθέντων μαρτύρων και συνακόλουθα, δεν πληρούται στη προκειμένη περίπτωση η απαιτούμενη από τη διάταξη του άρθρου 422 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, προϋπόθεση της προηγούμενης κλήτευσης του αντιδίκου γι` αυτό και οι δοθείσες παρά την έλλειψη αυτή ως άνω ένορκες βεβαιώσεις, κατά τις οποίες και δεν παραστάθηκε η ενάγουσα, είναι ανύπαρκτες ως αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 1321/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), χωρίς εκ του λόγου τούτου να τίθεται ζήτημα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας που καθιερώνεται στις διατάξεις του άρθρου 20 του Συντάγματος, από τη μη λήψη υπόψη, όπως αβασίμως υποστηρίζει η εναγομένη στα πλαίσια του δεκάτου λόγου της ένδικης έφεσης, (γ) της με αριθμό ………../14.7.2023 ένορκης βεβαίωσης του ενόρκως βεβαιούντος ………….., η οποία ελήφθη, στα πλαίσια της παρούσας δίκης, με επιμέλεια της εναγομένης – εκκαλούσας, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, κατά τις διατάξεις της περιπτώσεως β του άρθρου 424 του ΚΠολΔ σύμφωνα με το οποίο «Ένορκη βεβαίωση σε δίκη για την οποία δίδεται δεν λαμβάνεται υπόψη, ούτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, όταν: α) δεν έχει γίνει εμπρόθεσμη κλήση του αντιδίκου, β) δίδεται ενώπιον άλλου από τα αναφερόμενα στο άρθρο 421 όργανα ή σε διαφορετικό τόπο, ημέρα και ώρα από αυτήν που αναφέρεται στην κλήση, …», καθόσον ελήφθη σε διαφορετικό χρόνο από τον αναφερόμενο στη σχετική κλήση που η εναγομένη επέδωσε στην ενάγουσα. Συγκεκριμένα, από την προσκομιζόμενη με αριθμό ……../11.7.2023 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Πειραιά, ………, αποδεικνύεται ότι στην κλήση γνωστοποίησης της εξέτασης του εν λόγω μάρτυρος (…………..) καθώς επίσης και του μάρτυρος ……….., την οποία η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα επέδωσε την 11.7.2023 στον πληρεξούσιο δικηγόρο της ενάγουσας, αναφέρονταν ως τόπος εξέτασης των ανωτέρω γνωστοποιηθέντων μαρτύρων (………….) το γραφείο της ανωτέρω συμβολαιογράφου, ως προς το χρόνο δε εξέτασης αυτών ορίζονταν, κατ’ ακριβή διατύπωση «… την Παρασκευή 14 Ιουλίου 2023 και ώρες 09.00 και 11.30…». Εν τούτοις, στην προσκομιζόμενη ανωτέρω με αριθμό ……../14.7.2023 ένορκη βεβαίωση του ενόρκως βεβαιούντος …….., που συντάχθηκε με επιμέλεια της ανωτέρω Συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, βεβαιώνεται ότι ο εν λόγω μάρτυρας (……..) εμφανίσθηκε ενώπιόν της την 14.7.2023, ημέρα Παρασκευή ώρα 10.55 (σελ. 1) και αφού ανέμεναν έως ώρας 11.00 π.μ (σχετικά σελίδα 2) άρχισε η εξέταση του εν λόγω μάρτυρος. Προκύπτει δηλαδή ότι η εν λόγω ένορκη βεβαίωση εδόθη σε χρόνο διαφορετικό από αυτόν που γνωστοποιήθηκε στην ενάγουσα και δη εδόθη ώρα 11.00 αντί ώρας 11.30, όπως προηγούμενα είχε γνωστοποιηθεί στην ενάγουσα, χωρίς μάλιστα να προκύπτει ο χρόνος ολοκλήρωσης αυτής και (δ) της με αριθμό ……../15.4.2024 ένορκης βεβαίωσης του ενόρκως βεβαιούντος …….., η οποία ελήφθη, στα πλαίσια της παρούσας δίκης, με επιμέλεια της εναγομένης – εκκαλούσας, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……….., η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη, καθόσον τυγχάνει υπεράριθμη, εφόσον υπερβαίνει τον αριθμό των τριών ενόρκων βεβαιώσεων τις οποίες η εναγομένη εδικαιούτο, κατά τις διατάξεις του άρθρου 422 παρ.3 του ΚΠολΔ, όπως αυτές τροποποιήθηκαν από την 1η.1.2022, ως προς τον αριθμό των ένορκων βεβαιώσεων, δυνάμει  των  άρθρων 22 και 120 Ν 4842/2021 και ισχύει εν προκειμένω, κατά τις οποίες «3. Δεν επιτρέπεται η λήψη ένορκων βεβαιώσεων πάνω από τριών (3) για κάθε διάδικο και δυο (2) για την αντίκρουση, για κάθε βαθμό δικαιοδοσίας.», να προσκομίσει το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Ειδικότερα, η εναγομένη [πέραν της με αριθμό ………./14.7.2023 ένορκης βεβαίωσης του ενόρκως βεβαιούντος ……. η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, κατά τα διαλαμβανόμενα αμέσως ανωτέρω], προσεκόμισε με τις έγγραφες προτάσεις της και κατά τη σειρά επικλήσεώς τους, η οποία λαμβάνεται υπόψη (ΑΠ 666/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) την προμνημονευθείσα με αριθμό …………/14.7.2023 ένορκη βεβαίωση του ……….. ως σχετικό ΕΦ.5 (σχετικά σελ. 29 προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου), την προμνημονευθείσα με αριθμό …………/15.4.2024 ένορκη βεβαίωση του ………ικαστηρίου) και τη με αριθμό ………/15.4.2024 ένορκη βεβαίωση του …………, ως σχετικό ΕΦ.8 (σχετικά σελ. 30 προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου), ενώ την εν λόγω με αριθμό ………/15.4.2024 ένορκη βεβαίωση του ενόρκως βεβαιούντος ………….., επικαλέσθηκε τέταρτη κατά σειρά ως σχετικό ΕΦ.9 (σχετικά σελ. 30 προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου), με αποτέλεσμα ως υπεράριθμη, να μη λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς αυτή ως τέταρτη κατά σειρά  αποτελεί ανεπίτρεπτο αποδεικτικό μέσο [ΑΠ 1103/2022 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου, ΑΠ 666/2022 ο.π.] [Το αίτημα δε της εναγομένης που περιέχεται στην προσθήκη επί των προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και δη αντί της ανωτέρω ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρος αυτής …….., να ληφθεί υπόψη η ανωτέρω ένορκη βεβαίωση του …………, άλλως και επικουρικώς οι εκ των ενόρκων βεβαιώσεων αυτών των …….. και ……… (η έτερη επικαλούμενη του ενόρκως βεβαιούντος ……….. δεν δύναται να ληφθεί υπόψη ως ανωτέρω αναλύεται) να καταλογισθούν ως προσκομισθείσες με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και οι ένορκες βεβαιώσεων των …… και …………. να θεωρηθούν ως προσκομιζόμενες με την προσθήκη αντίκρουση που κατέθεσε επί των προτάσεων ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, όσον αφορά στην ανωτέρω ένορκη βεβαίωση του …………….., τυγχάνει απορριπτέο. Ειδικότερα, το πρώτο αίτημα ήτοι μετά την προσκόμιση υπό της εναγομένης των ανωτέρω ενόρκων βεβαιώσεων να ληφθεί υπόψη αντί της προηγούμενα κατά σειρά επικληθείσας ένορκης βεβαίωσης του ………. η ανωτέρω ένορκη βεβαίωση του ………, τέταρτη κατά σειρά επίκλησης, εάν ήθελε εκτιμηθεί ως παραίτηση από την προσκόμιση της πρώτης των ενόρκων βεβαιώσεων, τυγχάνει απορριπτέα ως παραβιάζουσα την καθιερούμενη από τις διατάξεις του άρθρου 346 ΚΠολΔ κατά τις οποίες «Τα Αποδεικτικά μέσα που έχει προσκομίσει ένας διάδικος λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο και για την Απόδειξη των ισχυρισμών άλλου διαδίκου.», αρχή της κοινότητας των αποδεικτικών μέσων. Το επικουρικό δε αίτημα η επικληθείσα με τις προτάσεις ανωτέρω ένορκη βεβαίωση του ……… να ληφθεί υπόψη ως προσκομισθείσα με την προσθήκη επί των προτάσεων, τυγχάνει απορριπτέα, αφού αυτή δεν προσκομίσθηκε με την προσθήκη επί των προτάσεων, αλλά ως υπεράριθμη με τις προτάσεις της εναγομένης που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να αποτελεί ανεπίτρεπτο αποδεικτικό μέσο (ΑΠ 666/2022 ο.π.)] και τα έγγραφα που οι διάδικοι προσεκόμισαν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η ενάγουσα τυγχάνει πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία Επιβατηγού Δρομολογιακού πλοίου «ΚΝ», νηολογίου Καλύμνου (αρ. νηολ. …..), κατασκευασμένο το έτος 2010 από ενισχυμένο πλαστικό GRP, ολικής χωρητικότητας, κατόπιν μετασκευής (κοχ) 24,67, καθαρής χωρητικότητας (κκχ) 12,90 κόρους,  ολικού μήκους 19,98 μ. και μήκους νηολογήσεως 19,58 μ. Κατά την επίδικη περίοδο, διέθετε δύο προωστήριες μηχανές, εκ των οποίων η δεξιά είχε αντικατασταθεί το έτος 2013 από την επίδικη ανακατασκευασμένη κύρια μηχανή, εκάστης ιπποδυνάμεως 1200 ΒΗΡ, πετρελαιοκινητήρες, εταιρείας κατασκευής  MTU, τύπου 8V2000M93, σε διάταξη V, με υπερτροφοδότηση και με αποδιδόμενη ισχύ εκάστη  1200 BHP.  Σύμφωνα με  το προσκομιζόμενο από 17.5.2017 Πρωτόκολλο Γενικής Επιθεώρησης Επιβατηγού πλοίου του Ελληνικού Νηογνώμονα, το εν λόγω πλοίο μπορούσε να εκτελέσει περιορισμένης έκτασης δρομολογιακούς και περιηγητικούς πλόες, συνολικής διαδρομής έως 10 ν.μ. εντός περιοχών Α1 GMDSS, καθώς επίσης και περιηγητικούς πλόες, συνολικής διαδρομής έως 30 ν.μ. από τις ακτές εντός περιοχής Α1 GMDSS. Πράγματι δε, απεδείχθη ότι, το εν λόγω πλοίο, κατά τη θερινή περίοδο, εκτελούσε τακτικά δρομολόγια μεταξύ των λιμένων Καλύμνου, Κω, Ψερίμου και Λέρου που δεν υπερέβαιναν τα 30 ναυτικά μίλια.  Επίσης, στο εν λόγω πλοίο υπηρετούν ως μέλη οργανωμένου πληρώματος ένας πλοίαρχος και ένας ναυτόπαις, κατά τις προβλέψεις της ΥΑ 3511.1/9/2003 (ΦΕΚ Β 573 2003) «Σύνθεση πληρώματος επιβατηγών πλοίων-πλοιαρίων με ημερήσια ταξίδια κάτω των 30 ν.μ.» κατά τις οποίες, σκάφη έως 25 κοχ ή ολικού μήκους μέχρι 17 μέτρα, εφοδιασμένα με μηχανές κλειστού τύπου, ανεξαρτήτως ιπποδυνάμεως, με αυτόματο χειρισμό αυτών από το χώρο διακυβέρνησης, εξαιρούνται από την υποχρέωση για την πρόσληψη προσωπικού μηχανής. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, η εναγομένη αν και στις σελίδες 252-254 και 256 των εγγράφων προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, δέχεται ότι στο εν λόγω πλοίο ετύγχανε εφαρμογής η ανωτέρω ΥΑ, εν τούτοις, στη σελίδα 267 των ιδίων προτάσεων [αφού στη σελίδα 263 επικαλείται τον ορισμό της έννοιας της λέξεως «αυτόματος» καθώς επίσης και της λέξεως «τηλεχειρισμός»], ισχυρίζεται ότι το πλοίο όφειλε εκ του νόμου να έχει προσωπικό μηχανοστασίου, ως μη διαθέτων αυτόματο χειρισμό των μηχανών από τη γέφυρα, εξυπονοώντας από τις αναλύσεις που προηγήθηκαν (σελ. 263-264), ότι διέθετε τηλεχειρισμό, γεγονός που απέκλειε στην περίπτωσή της την εφαρμογή της εξαιρέσεως της ανωτέρω Υπουργικής Απόφασης περί της οργανικής σύνθεσης του πληρώματός της. Εν τούτοις, με τη χρήση της φράσεως «αυτόματος χειρισμός αυτών (ενν. μηχανών κλειστού τύπου) από το χώρο διακυβέρνησης» και ιδίως δια της φράσεως «χειρισμός» είναι προφανές ότι ο νομοθέτης, στα πλαίσια της ΥΑ 3511.1/9/2003 (ΦΕΚ Β 573 2003) «Σύνθεση πληρώματος επιβατηγών πλοίων-πλοιαρίων με ημερήσια ταξίδια κάτω των 30 ν.μ.», δεν αναφέρεται σε ένα αυτοματοποιημένο μηχανοστάσιο, αλλά σε πλοίο στο οποίο  όλα τα χειριστήρια και όργανα ένδειξης των μηχανών του κλειστού τύπου με τα οποία αυτό είναι εφοδιασμένο, έχουν συγκεντρωθεί στο χώρο διακυβέρνησης του πλοίου, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Τούτο μάλιστα επιβεβαιώνεται και από την προσκομιζόμενη υπό της εναγομένης ως σχετικό 26 από 17.5.2017 Βεβαίωση του «Ελληνικού Νηογνώμονα» που αφορά το ένδικο πλοίο της ενάγουσας,  με την οποία, υπό του τίτλου «Βεβαίωση τηλεχειρισμούς και παρακολούθησης της λειτουργίας των προωστηρίων μηχανών και των ηλεκτροπαραγώγων ζευγών από τη γέφυρα», βεβαιώνεται ότι, από τα τηρούμενα από αυτό (Ελληνικό Νηογνώμονα) στοιχεία και την επιθεώρηση του ανωτέρω πλοίου της ενάγουσας, αυτό πληρούσε, κατά την ένδικη περίοδο τις απαιτήσεις του Πίνακα Β  της με αριθμό πρωτ. 2070.0/2819/2017/13-1-2017 εγκυκλίου Υ.ΝΑ.Ν.Π./Α.Λ.Σ. – ΕΛ. ΑΚΤ./ΚΕΠ/ΔΕΠ/ΜΕΜΣ-ΔΜΚ/ΜΕ και μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως τηλεχειριζόμενο. Τούτο διότι από τη διαγραφείσα στην ίδια βεβαίωση φράση «β) μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως πλοίο με μηχανές «κλειστού τύπου» με αυτόματο χειρισμό αυτών από το χώρο διακυβέρνηση.», το πλοίο το οποίο διαθέτει τηλεχειρισμό από τη γέφυρα των μηχανών πρόωσης, ταυτίζεται εννοιλογικά με τη φράση «αυτόματος χειρισμός από τη γέφυρα των μηχανών πρόωσης». Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της εν λόγω βεβαιώσεως, αυτή εξεδόθη σύμφωνα με τη με αριθμό πρωτ. 2070.0/2819/2017/13-1-2017 εγκύκλιο του Υ.ΝΑ.Ν.Π./Α.Λ.Σ. – ΕΛ. ΑΚΤ./ΚΕΠ/ΔΕΠ/ΜΕΜΣ-ΔΜΚ/ΜΕ και μάλιστα επί εντύπου που επισυνάπτεται στην εν λόγω εγκύκλιο. Η εν λόγω εγκύκλιος αφορά τηλεχειριζόμενα πλοία και όχι πλοία πλήρως αυτοματοποιημένου μηχανοστασίου, η δε διαγραφείσα ανωτέρω φράση («β) μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως πλοίο με μηχανές «κλειστού τύπου» με αυτόματο χειρισμό αυτών από το χώρο διακυβέρνηση) στην οποία γίνεται λόγος για αυτόματο χειρισμό από το χώρο διακυβέρνησης, αφορά τηλεχειριζόμενα από τη γέφυρα αυτών πλοία, τα οποία διαθέτουν μηχανές «κλειστού τύπου», όπως αυτές νοούνται στην ίδια την εγκύκλιο, εφόσον πληρούν τα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο (γ) παράγραφο των Παρατηρήσεων της εν λόγω εγκυκλίου, σύμφωνα με την οποία «στα πλοία με μηχανές κλειστού τύπου στα οποία οι δεξαμενές 1. Βρίσκονται σε χώρο εκτός μηχανοστασίου, προσβάσιμο από είσοδο εκτός μηχανοστασίου 2. Η χωρητικότητα της κάθε μίας είναι μικρότερη των 1000 lt και 3. Φέρουν τοπικό απομονωτικό επιστόμιο δύνανται να εκδίδεται βεβαίωση τηλεχειρισμού χωρίς την ύπαρξη μηχανισμού διακοπής παροχής καυσίμου στις προωστήριες μηχανές και στα ανεξάρτητα Η/Ζ. Στις περιπτώσεις αυτές, σχετική παρατήρηση θα καταχωρείται στο αντίστοιχο πεδίο της έκθεσης επιθεώρησης (παράρτημα 2).». Μάλιστα, εκ του λόγου τούτου, και δη λόγω μη επανδρώσεως του μηχανοστασίου, δεν είχε εκκινήσει η, εκ του άρθρου 46 παρ.1ζ του ΚΔΝΔ, υποχρέωση εφοδιασμού του ανωτέρω πλοίου της ενάγουσας, με ημερολόγιο μηχανής, εφόσον η τήρηση αυτού, κατά τις διατάξεις του άρθρου 49 του ιδίου Κώδικα, κατά τις οποίες «Το ημερολόγιον μηχανής είναι βιβλίον τηρούμενον υπό του πρώτου μηχανικού του πλοίου, υπό την εποπτείαν του πλοιάρχου και χρησιμεύει διά την αναγραφήν γεγονότων αφορώντων εις την κατάστασιν και λειτουργίαν των μηχανών και των βοηθητικών μηχανημάτων, την καύσιμον ύλην και την κατανάλωσιν αυτής.», προβλέπεται ως υποχρέωση του πρώτου μηχανικού του πλοίου, με αυτονόητη συνέπεια, σε περίπτωση μη επανδρώσεως του μηχανοστασίου να μην υφίσταται υποχρέωση εφοδιασμού και κατά συνέπεια τήρησης αυτού του βιβλίου (όμοια Χαρ. Δεληγιάννης, Υποναύαρχος ΛΣ (ε.α.) Η εφαρμογή από την Ελλάδα της Σύμβασης Ναυτικής εργασίας (MLC 2006) & Ελληνικό Ναυτεργατικό Δίκαιο Σεπτέμβριος 2023 σελ. 642). Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, κατόπιν αιτήσεως της ενάγουσας, καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων σύμβαση ασφαλίσεως του ανωτέρω πλοίου, καθώς επίσης και δύο ετέρων πλοίων πλοιοκτησίας αυτής (ενάγουσας), διάρκειας δώδεκα μηνών, με έναρξη της ασφάλισης από ώρας 00.00 Γκρίνουιτς της 30.6.2016, με την οποία, κατά το προσκομιζόμενο από την ενάγουσα σημείωμα καλύψεως, ορίσθηκε ασφαλισμένη η ενάγουσα, ασφαλισμένη αξία το ποσό των ευρώ 650.000, ασφάλιστρο μικτό ετήσιο το ποσό των 8.170 ευρώ, εκπιπτόμενο το ποσό των ευρώ 20.000, αντικείμενο ασφάλισης το κύτος, οι μηχανές – μηχανήματα, υλικά, εξαρτήματα, εξοπλισμό και οτιδήποτε συνδέεται με αυτά, χωρίς εξαιρέσεις, για δε τους ασφαλισμένους κινδύνους, με όρο της εν λόγω συμβάσεως, εγίνετο παραπομπή στις Ρήτρες του Institute Time Clauses – Hulls της 1.11.1995, με εξαίρεση την ευθύνη από σύγκρουση. Στους όρους της εν λόγω συμβάσεως προβλέφθηκε επίσης, κατ’ ακριβή διατύπωση σε μετάφραση από το συνταχθέν στην αγγλική γλώσσα πρωτότυπο «(1) Παρέχεται εγγύηση για ταξίδια όχι προς διάλυση (2) Παρέχεται εγγύηση για Πιστοποιητικό Συμμόρφωσης εκδιδόμενο από την Γενική Διεύθυνση Επιθεώρησης Ελληνικών Εμπορικών Πλοίων (πρώην G.M.S.I.S. Πιστοπ.) πάντα σε ισχύ χωρίς καμία παρατήρηση σε εκκρεμότητα (3) Παρέχεται εγγύηση ότι το πλοίο θα είναι αγκυροβολημένο/παροπλισμένο σε εγκεκριμένα ελληνικά λιμάνια και σύμφωνα με τους κανονισμούς των τοπικών λιμενικών αρχών τηρουμένων όλων των συστάσεων, (4) Παρέχεται εγγύηση ότι το «ΚΝ» είναι υπό την επιθεώρηση και την πιστοποίηση του Ελληνικού Νηογνώμονα και της Γενικής Διεύθυνσης Επιθεώρησης Ελληνικών Εμπορικών Πλοίων. (5) Παρέχεται εγγύηση «όχι υπό επισκευή», «όχι θερμές εργασίες», «όχι εκρηκτικό, εύφλεκτο ή επικίνδυνο φορτίο επί του πλοίου». (6) Επιστροφές Ακύρωσης μόνο. (7) Ελάχιστο ασφάλιστρο τρεις μήνες. (8) Παρέχεται εγγύηση σε περίπτωση απώλειας που υπερβαίνει το συνολικό ετήσιο ασφάλιστρο, πλήρες ετήσιο ασφάλιστρο καθίσταται ληξιπρόθεσμο (9) Ρήτρα Εξαίρεσης Κινδύνων (Ρήτρα 370) 10/11/03 από Ραδιενεργό Μόλυνση, Χημικά, Βιολογικά,Βιοχημικά και Ηλεκτρομαγνητικά όπλα όπως επισυνάπτεται (10) Ρήτρα Εξαίρεσης Κινδύνων από αμίαντο, όπως επισυνάπτεται. (11) Παρέχεται εγγύηση για συμμόρφωση με τον Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης (ISM) και διατήρηση συμμόρφωσης, εφόσον ισχύει, (12) Παρέχεται εγγύηση ότι δεν θα γίνεται υπέρβαση της επιτρεπόμενης χωρητικότητας επιβατών καμία στιγμή. (13) Παρέχεται εγγύηση ότι όλα τα πιστοποιητικά του πλοίου είναι έγκυρα καθ’ όλη την διάρκεια της περιόδου κάλυψης. (14) Επιτροπή Κοινής Υπερβάλλουσας Ζημίας για την Αναγνώριση Ηλεκτρονικής Ημερομηνίας Προσθήκη -C, (15) Οι εγγυήσεις που αναφέρονται στο παρόν είναι συμπληρωματικές σε οποιαδήποτε ρητή ή σιωπηρή εγγύηση που περιέχεται εντός των παραπάνω προϋποθέσεων ή τυχόν διατάξεις που αναφέρονται στο παρόν, ή αυτές που επιβάλλονται από το νόμο. (16) Περιορισμός κυρώσεων και ρήτρα αποκλεισμού, όπως επισυνάπτεται και (18) PCC 7,5%.». Όπως δε προκύπτει από το προσκομιζόμενο από την ενάγουσα από 28.6.2017 σημείωμα κάλυψης, η ανωτέρω σύμβαση ασφάλισης, ανανεώθηκε με τους ιδίους όρους για δώδεκα ακόμη μήνες, αρχής γενομένης από ώρας 00.00 της 30.6.2017. Δια της παραπομπής, όπως προελέχθη στις Ρήτρες του Institute Time Clauses – Hulls της 1.11.1995, ορίσθηκαν οι κίνδυνοι ασφαλίσεως με την ένδικη σύμβαση (ασφαλίσεως). Ειδικότερα, κατά το άρθρο 6 των ανωτέρω Ρητρών,  υπό τον τίτλο «Κίνδυνοι», προβλέφθηκε ότι «Η παρούσα ασφάλιση καλύπτει απώλεια ή ζημιά του ασφαλιζόμενου αντικειμένου που προκαλείται από κίνδυνους της θάλασσας, των ποταμών, λιμνών ή άλλων ναυσιπλοούμενων υδάτων, πυρκαγιά, έκρηξη, βίαια κλοπή από πρόσωπα εκτός του πλοίου, εκβολή φορτίου, πειρατεία, επαφή με χερσαία οχήματα, προβλήτες ή λιμενικό εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις, σεισμό, ηφαιστειακή έκρηξη ή κεραυνούς, ατυχήματα κατά τη φόρτωση, εκφόρτωση ή μετακίνηση φορτίου ή καυσίμων, 6.2 Η παρούσα ασφάλιση καλύπτει απώλεια ή ζημιά του ασφαλιζόμενου αντικειμένου, που προκαλείται από έκρηξη λεβήτων, θραύση αξόνων ή οποιοδήποτε κρύφιο ελάττωμα στα μηχανολογικά ή το σκάφος, αμέλεια των Πλοιάρχου, Αξιωματικών, Πληρώματος ή Πλοηγών, αμέλεια επισκευαστών ή ναυλωτών, υπό την προϋπόθεση ότι οι υπόψη επισκευαστές ή ναυλωτές δεν είναι Ασφαλισμένοι υπό το παρόν, ανταρσία των Πλοιάρχου, Αξιωματικών ή Πληρώματος, επαφή με αεροσκάφος, ελικόπτερα ή παρόμοια αντικείμενα ή αντικείμενα που πέφτουν απ’ αυτά. Υπό τον όρο ότι τέτοια απώλεια δεν έχει προκόψει από την έλλειψη της προσήκουσας επιμέλειας από τον Ασφαλισμένο, τους Πλοιοκτήτες, τους Διαχειριστές ή τους Επιβλέποντες ή από οποιουσδήποτε διοικούν αυτούς από ξηράς.». Απεδείχθη, επομένως ότι, δια της παραπομπής στις Ρήτρες Institute Time Clauses – Hulls 1.11.95 συμφωνήθηκε, όπως η ενάγουσα ισχυρίζεται με την ένδικη αγωγή της ότι, μεταξύ των κινδύνων ασφαλίσεως που η εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία ανέλαβε να καλύψει, περιελαμβάνοντο και η απώλεια ή ζημία στο ασφαλισμένο αντικείμενο εν προκειμένω, των κυρίων μηχανών αυτού καθώς επίσης και των υλικών των εξαρτημάτων, του εξοπλισμού και οτιδήποτε συνδέεται με αυτές, οι οποίες (απώλεια ή ζημία) προκαλούνται από αμέλεια του πλοιάρχου του πλοίου, των αξιωματικών και του πληρώματος αυτού. Ακολούθως, απεδείχθη, όπως η ίδια η ενάγουσα ισχυρίζεται, ότι κατά τον μήνα Νοέμβριο του έτους 2017, αυτή (ενάγουσα) ανέθεσε στη μη διάδικο στην παρούσα δίκη εταιρεία με την επωνυμία  …………, η οποία διατηρεί επιχείρηση συνεργείου επισκευής μηχανών πλοίων στην περιοχή στο ΒΙ.ΠΑ Σχιστού Αττικής, την εξέταση, συντήρηση και επισκευή του άνω άκρου αμφότερων των κυρίων μηχανών του ενδίκου πλοίου, αφορώσα όλα τα περιφερειακά εξαρτήματα και εγκαταστάσεις των κυρίων μηχανών, (δηλαδή στροβιλοσυμπιεστές κατά την ενάγουσα, ψυγεία γλυκού νερού συμπεριλαμβανομένου και του δικτύου γλυκού νερού, ψυγεία ελαίου λιπάνσεως συμπεριλαμβανομένου και του δικτύου ελαίου λιπάνσεως, σύστημα καυσίμου συμπεριλαμβανομένου του σχετικού ψυγείου, αντλίες καυσίμου και των μπεκ ψεκασμού καυσίμου, δίκτυο ψύξεως οχετού καυσαερίων, εξάρμωση καπακιών κυλίνδρων και επιθεώρηση χιτωνίων επιτόπου). Πράγματι, τεχνίτες του εν λόγω συνεργείου, μετέβησαν στη νήσο Κάλυμνο προς εκτέλεση της ανωτέρω εργασίας, την 14.11.2017, εφόσον η ενάγουσα προσκομίζει αντίστοιχα εισιτήρια μετάβασης από τον Πειραιά στη νήσο Κάλυμνο (σχετικά σελ. 26 αγωγής). Τα μέλη του εν λόγω συνεργείου προέβησαν σε μερική αποσυναρμολόγηση των κυρίων μηχανών επί του πλοίου (σχετικά φωτογραφίες σελ. 16 της από 26 Οκτωβρίου 2020 τελικής έκθεσης τεχνικής γνωμάτευσης της εταιρείας ……….) και σε εξάρμωση περιφερειακών εξαρτημάτων αυτών (ψυγεία νερού/λαδιού/πετρελαίου, υπερσυμπιεστών, οχετών εξαγωγής καυσαερίων). Κατά την αποσυναρμολόγηση των μηχανών, εντοπίστηκε μια εκτενής διάβρωση και στις δύο μηχανές, στην δεξιά μεγαλύτερη από ότι στην αριστερή. Τα εν λόγω περιφερειακά εξαρτήματα, συμπεριλαμβανομένων όλων των κεφαλών κυλίνδρων (συνολικά 16 τεμάχια), μεταφέρθηκαν στο συνεργείο ….. στο ΒΙ.ΠΑ Σχιστού, αμφότερες δε οι κύριες μηχανές παρέμειναν επί του ανωτέρω πλοίου, μερικώς αποσυναρμολογημένες. Για τον ακριβή χρόνο μεταφοράς των εν λόγω εξαρτημάτων από το πλοίο στο ανωτέρω συνεργείο κανείς των μαρτύρων δεν κατέθεσε, πλην όμως και δεδομένου ότι με την αγωγή, ως μέρος της συμφωνηθείσης αμοιβής μεταξύ της ενάγουσας και του ανωτέρω συνεργείου επισκευής συμφωνήθηκαν και τα έξοδα διαμονής και σίτισης των τεχνιτών του ανωτέρω συνεργείου, ήδη δε με την ένδικη αγωγή ζητώνται έξοδα διαμονής των τεχνιτών του εν λόγω συνεργείου έως και την 19.11.2017, κρίνεται ότι η μεταφορά των εν λόγω εξαρτημάτων στο συνεργείο στο ΒΙ.ΠΑ Σχιστού, έλαβε χώρα την 20.11.2017. Την 29.11.2017, όπως αποδεικνύεται από την περιεχομένη στην προμνημονευθείσα με αριθμό …. από 14.4.2021 ένορκη βεβαίωση του ………….., Ναυπηγού – Μηχανικού και Ναυτικού Μηχανικού του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης, ο οποίος, όπως ο ίδιος κατέθεσε, τα τελευταία τριάντα χρόνια διατηρεί δικό του γραφείο παροχής ναυπηγικών – μηχανολογικών συμβουλευτικών υπηρεσιών με την επωνυμία «………..», με αντικείμενο τις επιθεωρήσεις ζημιών πλοίων και φορτίων και επιθεωρήσεις ναυτικών ατυχημάτων, ο ………….., ο οποίος κατά την ίδια ένορκη κατάθεση του ……, τυγχάνει εξωτερικός συνεργάτης και τεχνικός σύμβουλος της ενάγουσας εταιρείας, του εζήτησε να προβεί σε επιθεώρηση των εξαρτημάτων των δύο κυρίων μηχανών του ως άνω πλοίου της ενάγουσας, καθόσον, όπως τον ενημέρωσε, κατά την διάρκεια των εργασιών προκαταρκτικής συντήρησης του άνω άκρου των κυρίων μηχανών αυτού, εντοπίστηκε μία διάβρωση στα αλουμινένια κυρίως μέρη και των δύο κυρίων μηχανών, η οποία ήταν σαφώς δυσανάλογα εκτενής σε σχέση με τις ώρες λειτουργίας αμφοτέρων αυτών (των κυρίων μηχανών) και δεν προερχόταν από φθορά εκ της συνηθισμένης χρήσεως αυτών. Ο εν λόγω, εξετασθείς με επιμέλεια της ενάγουσας, μάρτυρας ………, όπως ο ίδιος κατέθεσε στην ανωτέρω ένορκη βεβαίωσή του, επισκέφθηκε πράγματι τις εγκαταστάσεις του συνεργείου της ανωτέρω εταιρείας «……….» στο Βιομηχανικό Πάρκο Σχιστού, στο Πέραμα, την 30.11.2017. Την επομένη ημέρα (1.12.2017), ο ………. απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στον ….. ο οποίος είχε μεσολαβήσει την κατάρτιση της ένδικης σύμβασης ασφαλίσεως, ο οποίος αυθημερόν προώθησε αυτό στην εναγομένη εταιρεία, σύμφωνα με το οποίο, ενημέρωνε την εναγομένη, προκειμένου να διορίσει πραγματογνώμονα για να καταγράψει τις ζημίες που ανακαλύφθηκαν στις δύο κύριες μηχανές του πλοίου κατά τη διάρκεια συντήρησής τους. Το περιεχόμενο του εν λόγω ηλεκτρονικού μηνύματος σε ελληνική μετάφραση από το συνταχθέν σε αγγλική γλώσσα πρωτότυπο έχει ως ακολούθως: «Κατά τη διάρκεια συντήρησης ρουτίνας, ανακαλύφθηκε σημαντική ζημία, χειροτέρευση σε περιφερειακά εξαρτήματα της δεξιάς κύριας μηχανής, η οποία για πρακτικούς λόγους θεωρείται καινούργια/ανακατασκευασμένη μηχανή με μόνο 4000 ώρες λειτουργίας. Ίδια ζημιά εμφανίζεται να έχει υποστεί η αριστερή μηχανή. Επειδή είναι λίαν πιθανόν να υποβληθεί απαίτηση, παρακαλώ να διορίσετε πραγματογνώμονα να ενεργήσει για τον Ασφαλιστή σκάφους και μηχανών προκειμένου να καταγράψει τις ζημιές, πριν προβληθεί απαίτηση, για την εκτίμηση και τους σκοπούς εκτέλεσης επισκευών. Ο καλύτερος χαιρετισμός ………….». Η εναγομένη αυθημερόν και δη την 1.12.2017 έδωσε εντολή στην εταιρεία ναυτικών επιθεωρήσεων και πραγματογνωμοσυνών με την επωνυμία …….. να διενεργήσει επιθεώρηση των κυρίων μηχανών του ανωτέρω πλοίου της ενάγουσας και να γνωμοδοτήσει σχετικά με τη φύση, έκταση και την αιτία των τυχόν ελαττωμάτων, ζημιών, ή αντικανονικοτήτων που έφεραν. Η εκτέλεση της εντολής ανατέθηκε στον επιθεωρητή του ανωτέρω γραφείου, ναυπηγό μηχανικό ΤΕΙ, ……….., ως εισηγητή επιθεωρητή με επιβλέποντα επιθεωρητή τον επίσης ναυπηγό μηχανικό ΤΕΙ, ……….. Αυθημερόν δε, ήτοι την 1.12.2017,  ο ανωτέρω ορισθείς επιθεωρητής …… μετέβη στο συνεργείο επισκευής «……………», ο οποίος επιθεώρησε τα εξαρτήματα των κυρίων μηχανών του ανωτέρω πλοίου που ευρίσκοντο στο συνεργείο, παρουσία και του τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας ……….. Την ίδια ημέρα, αποφασίστηκε η επίσκεψη αυτών στο πλοίο της εναγομένης το οποίο ευρίσκετο στο λιμάνι της Καλύμνου, κατά τις ημερομηνίες 6 και 7 Δεκεμβρίου, όπως και πράγματι έγινε, οπότε και επιθεωρήθηκαν τα κύρια μέρη των μηχανών. Ακολούθως, αφηρέθησαν οι κύριες μηχανές του πλοίου από το πλοίο και μεταφέρθηκαν στο ανωτέρω συνεργείο  «……….» στο Πέραμα, όπου αμφότερες οι μηχανές απογυμνώθηκαν πλήρως και εξετάστηκαν από τους επιθεωρητές αμφοτέρων των διαδίκων πλευρών στις 13 Δεκεμβρίου 2017. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως αναφέρεται στην από 26.10.2020 έκθεση της εταιρείας «……………» από τα σώματα κάθε μηχανής, παρουσία των επιθεωρητών της εν λόγω εταιρείας και κατόπιν αιτήματός τους, ελήφθη δείγμα νερού το οποίο απεστάλη από το ανωτέρω συνεργείο προς ανάλυση, εφόσον αναφέρεται σε αυτή (σχετικά σελ. 10 και 12 ανωτέρω εκθέσεως) «Λαμβάνοντας υπόψη την ανάλυση του Τεχνικού Συμβούλου των Πλοιοκτητών και κατόπιν εξέτασης όλων των κατατεθέντων εγγράφων ισχύουν τα ακόλουθα: … θ) Τα αποτελέσματα ανάλυσης των δειγμάτων νερού (έγγραφο 12) – που ελήφθησαν παρουσία μας και μετά από αίτημα μας – από τα υπολείμματα νερού στα σώματα κάθε μηχανής, παραθέτονται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα:…». Κατόπιν των ανωτέρω επιθεωρήσεων οι τεχνικοί σύμβουλοι κατέληξαν στις ακόλουθες διαπιστώσεις: Σύμφωνα με τον τεχνικό σύμβουλο της ενάγουσας, όσον αφορά στη δεξιά κύρια μηχανή του πλοίου, το σύμπλεγμα των δύο Στροβιλοσυμπιεστών και η πολύπλοκη βάση αυτών βρέθηκαν εκτενώς επηρεασμένοι (διαβρωμένοι), σε όλες τις περιοχές από όπου διέρχεται το νερό ψύξεως, κατά δε την προμνημονευθείσα με αριθμό 26464 ένορκη βεβαίωσή του, τα εξ αλουμινίου τμήματα της δεξιάς μηχανής, δηλαδή το σύμπλεγμα των δύο Στροβιλοσυμπιεστών και η πολύπλοκη βάση αυτών, βρέθηκαν εκτενώς διαβρωμένα σε όλες τις περιοχές από όπου διέρχεται το νερό ψύξεως. Ο τύπου σπιράλ ελαστικός σύνδεσμος, (bellows), και των δύο Στροβιλοσυμπιεστών βρέθηκαν τρυπημένος. Όλα τα κινητά μέρη των Στροβιλοσυμπιεστών βρέθηκαν βαρέως επηρεασμένα. Πέραν της επιφανειακής σκουριάς που παρατηρήθηκε στις εξωτερικές επιφάνειες των χιτωνίων και των ψυχομένων επιφανειών των κυλίνδρων, όλα τα υπόλοιπα, (δηλαδή έμβολα. ελατήρια εμβόλων, πύροι και μπούσες εμβόλων, επιφάνειες λειτουργίας τριβόμενες επιφάνειες χιτωνίων, κομβία βάσεως και κομβία ποδός διωστήρων στροφαλοφόρου άξονα, έδρανα βάσεως και έδρανα ποδός διωστήρων και ωστικό έδρανο, κομβία και αντίστοιχα έδρανα και εργαζόμενες επιφάνειες του εκκεντροφόρου άξονα, εν ολίγοις όλα τα κινούμενα μέρη της μηχανής), βρέθηκαν ελεύθερα οποιοσδήποτε μηχανικού τύπου ή χημικού τύπου ζημιές. Κατά την από 26.10.2020 έκθεση που προσκομίζεται από την εναγομένη, υπογεγραμμένη πλέον (στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εν λόγω έκθεση δεν έφερε την υπογραφή των συντακτών της) ………………, ο οποίος διενήργησε την επιθεώρηση στο ανωτέρω συνεργείο, ……….. επιβλέποντος πραγματογνώμονος και ………….. Προϊστάμενο Πραγματογνωμόνων – Διευθύνοντα Σύμβουλο, «οπές εισαγωγής / εξαγωγής βάσης ψυγείων καθώς και ψυγεία νερού, λαδιού και πετρελαίου με παρουσία εκτεταμένης οξείδωσης με κατά τόπους διαβρώσεις. Οχετοί καυσαερίων (πλευρές A & Β) ομοίως στο τμήμα δικτύου ψύξεως. Οχετοί διαστολής καυσαερίων και αποστατική φλάντζα ομοίως. Κάτω κέλυφος βάσης υπερσυμπιεστών καυσαερίων (2 υπερσυμπιεστές σε κάθε μηχανή) τοπικά διαβρωμένο. Σώματα υπερσυμπιεστών (πλευρές A & Β) περιφερειακά διαβρωμένα. Στροφείο υπερσυμπιεστή πλευράς Α με φθορά στον άξονα. Σωλήνα διακλάδωσης καυσαερίων υπερσυμπιεστών έντονα διαβρωμένη και κλαπέ διεύθυνσης καυσαερίων κολλημένο. Κέλυφος έδρασης ρουλεμάν δεξιάς αντλίας θαλάσσης με σημάδια έντονης επιφανειακής ψωρίασης (pitting). Περίβλημα, πτερύγιο, μηχανισμός κατεύθυνσης (άξονας και μοχλός) καυσαερίων στους υπερσυμπιεστές βρέθηκαν με διάβρωση / κολλημένα. Επιφάνεια έδρασης κελύφους υπερσυμπιεστών βρέθηκε με οξείδωση.». Όσον αφορά στην αριστερή κύρια μηχανή, σύμφωνα με τον τεχνικό σύμβουλο της ενάγουσας, η πολύπλοκη βάση του συμπλέγματος των δύο Στροβιλοσυμπιεστών (το σύμπλεγμα των δύο Στροβιλοσυμπιεστών και η πολύπλοκη βάση αυτών κατά τη με αριθμό 26464 ανωτέρω ένορκη βεβαίωση) βρέθηκαν μετρίως επηρεασμένοι (διαβρωμένοι), σε όλες τις περιοχές από όπου διέρχεται το νερό ψύξεως. Ο μηχανισμός λειτουργίας του Στροβιλοσυμπιεστή δευτέρου σταδίου υπερπλήρωσης βρέθηκε κολλημένος, ενώ τα κινούμενα μέρη του πρωτεύοντος Στροβιλοσυμπιεστή βρέθηκαν ελαφρώς επηρεασμένα. Ενόψει όμως της γενικής έκτασης των άλλων απαιτούμενων επισκευών στην εν λόγω περιοχή, η οποιαδήποτε απόπειρα επισκευής των εν λόγω κινούμενων μερών  δεν θα άξιζε τον κόπο, (λόγω σύγκρισης κόστους αντικατάστασης με το προβλεπόμενο κόστος επισκευής αυτών). Επιπλέον, κατά τη με αριθμό …….. ανωτέρω ένορκη βεβαίωση του ιδίου, η εξ αλουμινίου εμπρόσθιου άκρου εξωτερική πλάκα εξάρτησης μηχανημάτων και ψυγείων βρέθηκε σοβαρά διαβρωμένη στις περιοχές από όπου προσαρτώνται οι σύνδεσμοι του γλυκού νερού ψύξεως. Πέραν της επιφανειακής σκουριάς που παρατηρήθηκε στις εξωτερικές επιφάνειες των χιτωνίων και των ψυχομένων επιφανειών των κυλίνδρων, όλα τα υπόλοιπα, (δηλαδή έμβολα, ελατήρια εμβόλων, πύροι και μπούσες εμβόλων, επιφάνειες λειτουργίας τριβόμενες επιφάνειες χιτωνίων, κομβία βάσεως και κομβία ποδός διωστήρων στροφαλοφόρου άξονα, έδρανα βάσεως και έδρανα ποδός διωστήρων και ωστικό έδρανο, κομβία και αντίστοιχα έδρανα και εργαζόμενες επιφάνειες του εκκεντροφόρου άξονα, εν ολίγοις όλα τα κινούμενα μέρη της μηχανής), βρέθηκαν ελεύθερα οποιοσδήποτε μηχανικού τύπου ή χημικού τύπου ζημιές. Αντίστοιχα, όσον αφορά στην αριστερή κύρια μηχανή, κατά την από 26.10.2020 έκθεση που προσκομίζεται από την εναγομένη «Οπές εισαγωγής/εξαγωγής βάσης ψυγείων καθώς και ψυγεία νερού, λαδιού και πετρελαίου με έντονη οξείδωση. Οχετοί καυσαερίων (πλευρές A & Β) οξείδωση. Οχετοί διαστολής καυσαερίων και αποστατική φλάντζα με έντονη οξείδωση και τοπική διάβρωση. Σώματα υπερσυμπιεστών (πλευρές A & Β) περιφερειακά με τοπική θραύση. Σωλήνα διακλάδωσης καυσαερίων υπερσυμπιεστών και κλαπέ διεύθυνσης καυσαερίων κολλημένο. Σφικτήρες οχετών καυσαερίων με οξείδωση. Κάτω κέλυφος βάσης υπερσυμπιεστών καυσαερίων (2 υπερσυμπιεστές σε κάθε μηχανή) τοπικά διαβρωμένο. Περίβλημα, πτερύγιο, μηχανισμός κατεύθυνσης (άξονας και μοχλός) καυσαερίων στους υπερσυμπιεστές βρέθηκαν με οξείδωση / κολλημένα. Σημειώσεις: Όλες οι κεφαλές κυλίνδρων επιθεωρήθηκαν στο συνεργείο και βρέθηκαν χωρίς εμφανείς ζημιές. Επίσης έμβολα και χιτώνια δεν παρουσίαζαν ζημίες πάρα μόνο χαρακτηριστικά συνήθους λειτουργίας. Όλα τα ανωτέρω εξαρτήματα και των δυο Κυρίων Μηχανών (Κ/Μ) μας παρουσιάστηκαν από τον Τεχνικό Σύμβουλό της Πλοιοκτήτριας ως ασφαλιστική απαίτηση εκ μέρους των. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκτός τον οξειδώσεων η διαβρώσεων στα ανωτέρω εξαρτήματα και των 2 ΚΜ, δεν μας υποδείχθηκε η διαπιστώθηκε καμμιά άλλη ζημιά στα εξαρτήματα αυτών.».  Αμφότερες οι διάδικες πλευρές αποκλείουν ότι η ανωτέρω κατάσταση των εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών του ενδίκου πλοίου οφείλεται σε πρόβλημα στο καύσιμο των μηχανών ή σε ελλιπή ή μη ποιοτική λίπανση αυτών. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της χημικής ανάλυσης των δειγμάτων από τα υπολείμματα νερού, τα οποία όπως απεδείχθη ελήφθησαν από τα σώματα των κυρίων μηχανών, το pH του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής ανήρχετο σε 6,1 pH Unit και της δεξιάς κύριας μηχανής σε 4,6 με ελάχιστο όριο 6,5 και μέγιστο όριο 8,00 της κατασκευάστριας των μηχανών εταιρείας, η σκληρότητα και δη mg/ICaCO3, French F, Germain D του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής ανήρχετο σε 365, 36,5, 20,5 αντίστοιχα και της δεξιάς κύριας μηχανής σε 359, 25.9, 20.1 με ελάχιστο όριο 0 και μέγιστο όριο 269, 27 και 19 αντίστοιχα της κατασκευάστριας των μηχανών εταιρείας, η χλωρίδα του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής σε mg/l 624 και της δεξιάς μηχανής σε 163 με μέγιστο όριο, κατά την κατασκευάστρια εταιρεία mg/l 100, τα οξείδια θείου του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής σε mg/l 15 και της δεξιάς κύριας μηχανής σε 12, τα αδιάλυτα του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής σε mg/l 7760 και της δεξιάς κύριας μηχανής σε 4280, το αλουμίνιο του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής σε mg/l 829 και της δεξιάς κύριας μηχανής σε 6393, το ασβέστιο του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής σε mg/l 87,8 και της δεξιάς κύριας μηχανής σε 114, ο χαλκός του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής σε mg/l 15 και της δεξιάς κύριας μηχανής σε 506 και ο σίδηρος του δείγματος της αριστερής κύριας  μηχανής σε mg/l 251000 και της δεξιάς κύριας μηχανής σε 1334000, ενώ δεν αναφέρονται ευρήματα αντιδιαβρωτικών στοιχείων, ήτοι αναστολέων διαβρώσεως.Όπως απεδείχθη, αναλύεται ανωτέρω και αναφέρουν και οι διορισθέντες για λογαριασμό της εναγομένης επιθεωρητές στην από 26.10.2020 έκθεσή τους, τα εν λόγω δείγματα από τα υπολείμματα νερού τα οποία ελήφθησαν από τα σώματα των κυρίων μηχανών, ελήφθησαν παρουσία τους και μάλιστα κατόπιν αιτήματός τους. Ακολούθως, απεδείχθη ότι, τα εν λόγω δείγματα, απεστάλησαν προς εργαστηριακό έλεγχο από την ανωτέρω εταιρεία «……………….», όπως περί τούτου κατέθεσε στην προμνημονευθείσα με αριθμό 26.466 ένορκη βεβαίωση ο ενόρκως βεβαιώσας ………….., στο εργαστήριο αναλύσεων της εταιρείας «……» για χημική ανάλυση, ο οποίος κατέθεσε ότι ουδέποτε του εζητήθη να υποβάλλει ειδικό ερώτημα στο εργαστήριο ανάλυσης προκειμένου να ερευνήσει την ύπαρξη αντιοξειδωτικού. Ο ίδιος μάλιστα κατέθεσε ότι η ανάλυση αυτή είναι ειδική ανάλυση, πέραν της συνηθισμένης, εκ του λόγου δε τούτου δεν αναφέρεται οποιοδήποτε εύρημα αντιοξειδωτικού στα αποτελέσματα αναλύσεως της …… Την εν λόγω ένορκη κατάθεση προσεπιβεβαίωσε και ο εξετασθείς με επιμέλεια της ενάγουσας μάρτυρας ………… στην ανωτέρω ένορκη βεβαίωσή του, ο οποίος κατέθεσε σχετικά «… Οι αντίστοιχες χημικές αναλύσεις του γλυκού νερού ψύξεως, αν και από μη αντιπροσωπευτικό δείγμα, δεν περιλάμβαναν αποτέλεσμα ως προς την διερεύνηση ύπαρξης αντιοξειδωτικού στο υπό εξέταση δείγμα γιατί απλά κάτι τέτοιο δεν είχε ζητηθεί από εμένα ή τον κο …………. Η ανάλυση αυτή είναι εξειδικευμένη κείμενη εκτός του εύρους της συνήθους αναλύσεως, γι’ αυτό δεν αναφέρεται οποιοδήποτε εύρημα θετικό ή αρνητικό ως προς αυτό στα αποτελέσματα αναλύσεως της …..….». Προς επιβεβαίωση των ανωτέρω ενόρκων καταθέσεων η ενάγουσα επικαλείται και προσκομίζει ως σχετικό 51 ηλεκτρονική αλληλογραφία μεταξύ του ……. και του εργαστηρίου ανάλυσης ……………… Ειδικότερα, το ηλεκτρονικό μήνυμα το οποίο ο …….., ως Τεχνικός Διευθυντής της ενάγουσας απέστειλε στο ανωτέρω εργαστήριο έχει το ακόλουθο περιεχόμενο « Υπόψιν κ. …. ., Σε συνέχεια της χθεσινής μας επικοινωνίας, σχετικά με την επισυναπτόμενη ανάλυση νερού που προσκομίστηκε στο εργαστήριό σας στις 2/1/18, παρακαλούμε για τα παρακάτω: 1. Εάν στην ανωτέρω ανάλυση ύδατος διενεργήθηκε έλεγχος για την ανίχνευση «Petrocal Paraflu». 2. Εάν ο εν λόγω έλεγχος διενεργείται μονο μετά από ειδικό αίτημα και εν προκειμένω δεν ζητήθηκε. 3. Η σύμμειξη «Petrocal Paraflu» σε αναλογία 1/10 με γλυκό νερό εξουδετερώνει συγκεκριμένο ποσοστό οξύτητας του νερού και πιο. 4. Που μπορεί να οφείλετααι η υπέρμετρη αύξηση της οξύτητας του νερού που ελέγχθηκε εργαστηριακά (π.χ. λόγω επαφής και ως εκ τούτου συμμείξεις του με καυσαέρια) και αν υπάρχει δυνατότητα το εναπομένον «Petrocal Paraflu» να μπορεί να ανιχνευθεί στην ανάλυση και να μετρηθεί. 5. Οι ανιχνευθείσες τιμές Ph 6.1 και 4,6 υποδεικνύουν ότι το νερό είναι υφάλμυρο ή αρμυρό…». Επί του εν λόγω ηλεκτρονικού μηνύματος, το ανωτέρω εργαστήριο απήντησε με το από 5.4.2021 ηλεκτρονικό του μήνυμα σύμφωνα με το οποίο «…. Σε συνέχεια των ερωτήσεων σας γνωρίζουμε τα παρακάτω: 1. Δεν διενεργήθηκε έλεγχος για την ανίχνευση «Petrocal Paraflu». 2. Δεν υπήρξε κάποιο σχετικό αίτημα. Έγινε ότι μας ζητήθηκε και το όποιο αναγράφεται στην τελική έκθεση. 3. Χωρίς να πραγματοποιηθεί ανάλυση δεν μπορεί να απαντηθεί θεωρητικα το ερώτημα αυτό, πόσο μάλλον το ποσοστό. 4. Δεν είναι δυνατόν να απαντηθεί ένα τέτοιο θεωρητικό ερώτημα. Να σημειώσουμε ότι το «Petrocal Paraflu» είναι εμπορικό όνομα δεν γνωρίζουμε τη σύνθεσή του και ως εκ τούτου δεν έχουμε διαθέσιμη πρότυπη/εγκεκριμένη μέθοδο ανίχνευσης του. 5. Το pH δεν έχει σχέση με την αλατότητα, αφορά την οξύτητα του εξετασθέντος δείγματος. Η έκθεση ……….. (επισυνάπτεται παρέχει ενδείξεις αυξημένης αλατότητας του δείγματος.».  Οι διάδικοι, στα πλαίσια της ένδικης αγωγής, διαφωνούν μεταξύ τους ως προς την εγγύτερη αιτία της ανωτέρω διαπιστωθείσας κατάστασης των ανωτέρω εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών. Επίσης, διαφωνούν και ως προς τις ισχύουσες εν προκειμένω, για τις επίδικες κύριες μηχανές του πλοίου, οδηγίες συντήρησης, με την ενάγουσα να επικαλείται ως σχετικό 7 το εκδοθέν το έτος 2015 έγγραφο με τίτλο «Πρόγραμμα Συντήρησης Μηχανή Ντήζελ V2000 M93 Κατηγορία εφαρμογής 1 DS» σύμφωνα με τις οποίες η γενικής επισκευή των εν λόγω μηχανών διενεργείται στις 5.000 ώρες λειτουργίας τους, ενώ η εναγομένη υποστηρίζει ότι, εφόσον πρόκειται για μηχανές κατασκευής προ του έτους 2015, εφαρμόζονται οι προγενέστερες οδηγίες συντήρησης του έτους 2008 που προβλέπουν εργασίες γενικής επισκευής των μηχανών στις 4000 ώρες λειτουργίας τους, η οποία μάλιστα αμφισβητεί ότι οι εργασίες συντήρησης της αριστερής κύριας μηχανής που διενήργησε η ενάγουσα κατά τον μήνα Δεκέμβριο 2014 ήταν εργασίες γενικής επισκευής επιπέδου QL4, υποστηρίζοντας ουσιαστικά ότι η αριστερή κύρια μηχανή δεν συντηρήθηκε κατά τις προβλέψεις του κατασκευαστή, έχουσα, κατά το μήνα Νοέμβριο 2017 υπερβεί τις ώρες που κατά την κατασκευάστρια εταιρεία έπρεπε να είχε υποβληθεί σε γενική επισκευή. Ως εγγύτερη αιτία της ανωτέρω διαπιστωθείσας κατάστασης των ανωτέρω εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι τυγχάνει η αμέλεια του πλοιάρχου και του πληρώματος του ανωτέρω πλοίου, οι οποίοι έχοντας αναλάβει να παρακολουθούν τη λειτουργία των μηχανών και να ελέγχουν την πληρότητα του ψυκτικού υγρού, αμέλησαν τα εν λόγω καθήκοντά τους, με αποτέλεσμα να μειωθεί το ψυκτικό υγρό της μηχανής και εκ του λόγου τούτου να προκληθούν οι ανωτέρω οξειδώσεις. Προς απόδειξη του ισχυρισμού της αυτού, επικαλείται την από 15.11.2018 τεχνική έκθεση του τεχνικού της συμβούλου ……… Ο τελευταίος στην εν λόγω έκθεσή του και δη στη σελίδα 13 αυτής, αναφέρει «… Η ζημιά που παρατηρήθηκε στο συγκρότημα Στροβιλοσυμπιεστών των δύο μηχανών, (ιδιαίτερα του συγκροτήματος της δεξιάς μηχανής), επισήμαινε προς ένα γεγονός υπερθέρμανσης, η πηγή του οποίου όμως δεν θα μπορούσε να εντοπιστεί σε κανένα από τα σημεία (των μηχανών) όπου διενεργείται η καύση του πετρελαίου, (δηλαδή η ανάλωση του καυσίμου). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι κανένα από τα έμβολα ή από τις κύλινδρο κεφαλές δεν είχε υποστεί σημάδια υπερθέρμανσης, και όπως ήδη ελέχθη, τα κατακάθια γύρω από τις επιφάνειες ψύξεως των χιτωνίων δεν ήταν του τύπου που θα έπρεπε να προκαλούν κάποια ανησυχία. Σε αυτό το σημείο παρατηρήθηκε ότι και στις δύο μηχανές, όλα τα χιτώνια είχαν μια ιδιόμορφη (περίεργη) κεκλιμένη γραμμή επί της πλευράς επί της οποίας κυκλοφορεί το νερό ψύξεως, (βλέπε κάτωθι φωτογραφίες)» παραθέτοντας φωτογραφία των χιτωνίων. Ακολούθως δε αναφέρει «Μετά από προσεκτική εξέταση βγήκε το συμπέρασμα ότι οι εν λόγω γραμμές δεν θα μπορούσαν να ήταν άλλες από τα σημάδια που άφησε η στάθμη του νερού ψύξεως, μέσα σε κάθε περιχιτώνιο χώρο. Αυτές οι γραμμές παρείχαν σαφή ένδειξη ότι είχε επιτραπεί και στις δύο μηχανές, να λειτουργήσουν με μειωμένη στάθμη νερού ψύξεως, για ένα χρονικό διάστημα αρκετά μεγάλο, ούτως ώστε να δημιουργηθούν αυτά τα σημάδια στάθμης. Αυτό θα μπορούσε να είχε συμβεί διότι ο συναγερμός χαμηλής στάθμης της αντίστοιχης δεξαμενής διαστολής (δεξαμενής νερού ψύξεως), δεν ενεργοποιήθηκε, ίσως λόγω του ότι κάποιο μέρος συστήματος αισθητήρα στάθμης νερού κατέστη ελαττωματικό, (έπαθε βλάβη). Εναλλακτικά, ο/οι συναγερμός/οί μπορεί να ενεργοποιήθηκαν σε κάποια χρονική στιγμή που ο καπετάνιος και ο βοηθός του υποχρεώθηκαν να αγνοήσουν ή να το αποσιωπήσουν και να αγνοήσουν, διότι απλά έτυχε να είναι πολύ απασχολημένοι, όπως όταν συμβαίνει με μια δύσκολη μανούβρα, κατά την προσέγγιση στην προβλήτα επιβατών, υπό συνθήκες ισχυρών ανέμων, φουσκοθαλασσιάς. κλπ. Βέβαια θα μπορούσε να υποστηριχτεί ότι ακόμα και κάτω από τέτοιες συνθήκες, ένας ευσυνείδητος καπετάνιος ή/και βοηθός, θα έκαναν έλεγχο της στάθμης του νερού, στις αντίστοιχες δεξαμενές διαστολής ψύξεως, και εν συνεχεία θα συμπλήρωναν τις τυχόν απώλειες. Το σχετικό ρητορικό ερώτημα πάντως είναι, το θέμα της στάθμης του νερού ψύξεως και του ανάλογου συναγερμού θα είχε διευθετηθεί αμέσως, μετά που η ασφαλής πρόσδεση του σκάφους στη προβλήτα είχε τελειώσει, (και μόλις προτού οι κύριες μηχανές σταματήσουν), ή έχοντας σταματήσει τις κύριες μηχανές μετά την ασφαλή πρόσδεση. η ασχολία με την συμπλήρωση της στάθμης του νερού ψύξεως και την επαναφορά σε ετοιμότητα του σχετικού συναγερμού, θα είχε αναβληθεί, για την επόμενη φορά που το σκάφος θα ετοιμαζόταν προς χρήση, (όπως όταν γίνεται προθέρμανση των μηχανών όταν η επιβίβαση των επιβατών είναι σε εξέλιξη). Μετά από έρευνα της σχετικής βιβλιογραφίας για κάποιο χρονικό διάστημα στο διαδίκτυο, ένα έγγραφο πού ειδικά εξέταζε το ζήτημα της ψύξης του Στροβιλοσυμπιεστή, βρέθηκε δημοσιευμένο από τον Honeywell Garrett σχετικά με την “Water Cooling” δηλαδή την “Ψύξη με Νερό”, (βλέπε Συνημμένο “14”). Ενώ ολόκληρο το άρθρο ήταν πολύ κατατοπιστικό και περιείχε πολλές πληροφορίες σχετικά με τις ανάγκες ψύξης που έχουν οι Στρόβιλοσυμπιεστές, οι παρακάτω παράγραφοι βρέθηκαν να έχουν ιδιαίτερη σημασία για την υπό εξέταση υπόθεση. “ΑΡΧΗ ΑΝΑΦΕΡΘΕΝΤΩΝ (QUOTE) Πώς η ψύξη με νερό λειτουργεί? \ How does water-cooling work? Η φυσική διαδικασία της ψύξης του υπερσυμπιεστή με την χρήση νερού ψύξεως έχει / ενδιαφέρον, και λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο από αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί προφανές. Είναι αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια της κανονικής λειτουργίας του κινητήρα, το νερό που ρέει μέσω του Στροβιλοσυμπιεστή, ρέει κυρίως λόγω της πίεσης που δημιουργείται από την εξηρτημένη στον κινητήρα αντλία νερού. Ωστόσο, ένα επιπλέον φαινόμενο που ονομάζεται “θερμικός σιφωνισμός”, τραβάει το νερό μέσω του κεντρικού περιβλήματος του Στρόβιλόσυμπιεστή, (εάν η διάταξή των σωληνώσεων είναι σωστή), ακόμη και μετά τη διακοπή λειτουργίας του κινητήρα, οπότε η εξηρτημένη αντλία νερού έχει σταματήσει να αντλεί. Η θερμότητα στο κεντρικό περίβλημα μεταφέρεται στο νερό μέσω αγωγιμότητας, όπως το φαινόμενο ψύξης που συμβαίνει μέσα σε έναν τυπικό, υδρόψυκτο κινητήρα (με ένα περίβλημα νερού στον περιχιτώνιο χώρο που περιβάλλει κάθε κύλινδρο που μετά διέρχεται από την κεφαλή του κυλίνδρου). Εάν το νερό που περνάει από ένα Στροβιλοσυμπιεστή αφεθεί να διαφύγει ελεύθερα αφού απορροφήσει τη θερμότητα, θα ανέβει μέσα από το σύστημα ψύξης, τραβώντας ψυχρότερο νερό στο Στροβιλοσυμπιεστή μαζί με αυτό. Με τον τρόπο αυτό, η έντονη θερμότητα που έχει απορροφηθεί από το στρόβιλο μετά το κλείσιμο του κινητήρα, απομακρύνεται από τα ρουλεμάν και τις τσιμούχες και έτσι εμποδίζεται η πρόκληση σοβαρών ζημιών, χωρίς την βοήθεια από την εξηρτημένη στον κινητήρα αντλία νερού.” Εάν την τελευταία φορά που οι μηχανές χρησιμοποιήθηκαν, η στάθμη του νερού ψύξεως ήταν χαμηλή, (και η τα σημάδια της στάθμης του νερού επί των χιτωνίων των κυλίνδρων δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι η στάθμη ήταν χαμηλή και στις δύο μηχανές), μπορεί εύκολα να βγει το συμπέρασμα ότι σαν άμεσο αποτέλεσμα, η διαδικασία “θερμικού σιφωνισμου”, (η διαφορετικά αποδιδόμενη στα Ελληνικά “θερμικής αποχέτευσης”) που περιγράφεται στα παραπάνω, θα διαταραχθεί. Μια τέτοια διαταραχή (άλλως διακοπή) στην φυσική κυκλοφορία του νερού ψύξεως, μετά που οι μηχανές έχουν κρατηθεί (σταματήσει), θα δημιουργούσε ζημιά υπερθερμάνσεως στον Στροβιλοσυμπιεστή, χωρίς υποχρεωτικά να έχει κάποια σημαντική επιρροή στη κατάσταση των σημείων της μηχανής στα οποία διενεργείται η καύση του καυσίμου, (δηλαδή του πετρελαίου). Εκτός από την άμεση βλάβη του Στροβιλοσυμπιεστή λόγω υπερθέρμανσης που προκλήθηκε από τη διακοπή της διαδικασίας “θερμικού σιφωνισμού”, επηρεάστηκαν σοβαρά και άλλες περιοχές, όπως τα μέρη του οχετού εξαγωγής καυσαερίων που ψύχονται από το νερό ψύξεως, (βλέπε “bellows” άλλως “ελαστικός σύνδεσμος” στα παρακάτω). Χωρίς την κυκλοφορία του νερού ψύξεως από την μια πλευρά τους, (λόγω της πτώσης της στάθμης του νερού ψύξεως), τα O-Rings, (λαστιχένια διαχωριστικά διατομής “Ο”) δεν θα μπορέσουν να διατηρήσουν το διαχωριστικό φραγμό μεταξύ των καυσαερίων και του νερού ψύξεως για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμα και αν τελικά η στάθμη του νερού ψύξεως συμπληρωνόταν μερικές φορές εκ των υστέρων, η ακεραιότητα του υλικού του O-Ring θα είχε υποβαθμιστεί.  Επιπροσθέτως, από την στιγμή που άρχισε η διάβρωση/ σκάψιμο στα λούκια των O-Rings, από διαφεύγοντα καυσαέρια στις περιοχές όπου το υλικό των O-Rings άρχισε υποχωρεί, το φράγμα διαχωρισμού των καυσαερίων από το νερό ψύξεως που κυκλοφορεί, γίνεται σε σύντομο προοδευτικό χρόνο αρκετά αναποτελεσματικό. Τα παραπάνω αποδεικνύουν πέρα πάσης αμφιβολίας ότι τα καυσαέρια μόλυναν το νερό ψύξης. Η προκύπτουσα οξύτητα αυξανόταν, με το νερό ψύξης του δεξιού κινητήρα να έχει καταλήξει σαφώς εκτός ορίων, (κάτι που εξηγεί γιατί η ζημιά της δεξιάς μηχανής ήταν πολύ πιο βαριά από αυτή της αριστερής μηχανής, έχοντας επηρεάσει τα ίδια αλουμινένια μέρη).». Αφού παραθέτει δε έναν πίνακα με τα αποτελέσματα της χημικής ανάλυσης του δείγματος νερού που ελήφθη από τις εν λόγω μηχανές συνεχίζει (σελ. 16) «Ο παραπάνω πίνακας, που ετοιμάστηκε από τα δεδομένα το υπάρχουν στο Συνημμένο “12”. δείχνει πώς η οξύτητα του νερού ψύξης επηρέασε τα μεταλλικά μέρη και των δύο κινητήρων. Η υποβάθμιση των εξαρτημάτων αλουμινίου ήταν η πιο προχωρημένη, επειδή σε αυτούς τους κινητήρες, το μεγαλύτερο μέρος του περιφερειακού εξοπλισμού είναι τοποθετημένο σε ένα μαζικό “COOLANT DISTR1B HSG”. Όπως δείχνει το παρακάτω σχέδιο, αυτό είναι ουσιαστικά μια κατασκευή βάσης σε επεξεργασμένη πλάκα από ένα αλουμινένιο μπλοκ. Πιθανώς, λόγω του ότι το νερό ψύξης του δεξιού κινητήρα περιείχε τη μεγαλύτερη ποσοστό αραιωμένων μετάλλων, αυτός θα πρέπει να είχε υποστεί την οξύτητα του νερού για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.  Η ανωτέρω ανάλυση περιέγραψε με λεπτομέρεια τον μηχανισμό με τον οποίο η υπό εξέταση ζημιά συνέβη και πολύ γρήγορα απλώθηκε και στις δύο κύριες μηχανές. Επιδεικνύεται σαφώς ότι για να ξεκινήσουν τα πάντα, και οι δύο κύριοι κινητήρες πρέπει να είχαν λειτουργήσει με χαμηλή στάθμη νερού ψύξης, ή έχοντας φτάσει στο λιμάνι, οι κινητήρες είχαν απενεργοποιηθεί, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η χαμηλή στάθμη νερού ψύξης, (ίσως και παρά την πιθανότητα ότι μπορεί να υπήρξε ειδοποίηση από το σχετικό συναγερμό). Επομένως η εγγυτέρα αιτία της ζημιάς είναι “Αμέλεια Πληρώματος”. όπου η πράξη της αμέλειας συνίσταται στη αποτυχία  διασφάλισης της απαιτούμενης στάθμης του νερού στη δεξαμενή διαστολής (αλλιώς γνωστή και ως δεξαμενή γλυκού νερού ψύξεως), στη κάθε μια των κυρίων μηχανών. Τελικά, ο μόνος λόγος γιατί στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι δύο Στροβιλοσυμπιεστές της κάθε μίας των κυρίων μηχανών δεν υπέστησαν μια καταστροφική ζημιά, έγκειται στο ότι το σκάφος απεσύρθη από την υπηρεσία του έγκαιρα, για την χειμωνιάτικη περίοδο. Η πρώιμη γενική επισκευή που διατάχθηκε για την αποφυγή οποιαδήποτε διακοπής, της δρομολογημένης υπηρεσίας που θα εκτελούσε κατά την περίοδο αιχμής του αμέσως επόμενου καλοκαιριού, απλώς έτυχε να ξεσκεπάσει τις αρχικά λανθάνουσες ζημιές αυτών των μηχανών.». Μάλιστα, ο εν λόγω τεχνικός σύμβουλος της ενάγουσας, στην ανωτέρω με αριθμό 26.464 ένορκη βεβαίωσή του, προσδιόρισε ότι η λειτουργία των κυρίων μηχανών του ενδίκου πλοίου χωρίς επαρκές ψυκτικό υγρό έλαβε χώρα εντός του τελευταίου τριμήνου λειτουργίας των μηχανών, προφανώς εννοώντας από της διακοπής των πλόων του προς συντήρηση, όπως επίσης  κατέθεσε ότι και δύο μόλις ημέρες λειτουργίας των κυρίων μηχανών χωρίς επαρκές ψυκτικό υγρό ήταν ικανές να προκαλέσουν τις ανωτέρω διαβρώσεις, εφόσον κατέθεσε κατ’ ακριβή διατύπωση εφόσον αναφέρει (σελ. 14 ανωτέρω ένορκης βεβαίωσής του «… Δεν μπορεί να προσδιορισθεί με μαθηματική ακρίβεια το χρονικό σημείο κατά το οποίο ξεκίνησαν να λειτουργούν οι μηχανές με μειωμένη στάθμη ύδατος, η αμέλεια συμπλήρωσης του οποίου από το πλήρωμα του πλοίου οδήγησε σταδιακά στην εν λόγω βλάβη των μηχανών. Με βάση την εμπειρία μου και τα διδάγματα της επιστήμης μπορώ να προσδιορίσω το χρονικό διάστημα αυτό, δηλαδή της λειτουργίας των μηχανών με μειωμένη στάθμη ύδατος, μεταξύ των 2 ημερών έως 15 ημερών. Πρέπει να είχε λάβει χώρα εγγύτατα (ήτοι εντός τριμήνου το πολύ) από το χρόνο διακοπής των δρομολογίων του σκάφους για την διενέργεια των εργασιών της προκαταρτικής συντήρησης περί τα τέλη του Νοεμβρίου 2017, (εντός τριών μηνών πριν την χρονολογία ανακάλυψης της ζημιάς). Η εκτίμησή μου αυτή επιρρωνύεται από τα περιορισμένα μέρη – εξαρτήματα των μηχανών που προανέφερα ότι είχαν υποστεί βλάβες και διαφοροποιείται μεταξύ των δύο μηχανών κατά τι δεδομένης της εκτενέστερης ζημίας της δεξιάς μηχανής η οποία ήταν καινούρια και είχε τοποθετηθεί στο πλοίο τον Νοέμβριο του 2013 έχουσα συνολικά 3.737 ώρες λειτουργίας…». Τις ανωτέρω απόψεις του, ως προς την εγγύτερη αιτία για την ανωτέρω κατάσταση των εξαρτημάτων των ανωτέρω κυρίων μηχανών του πλοίου της ενάγουσας, ο ανωτέρω τεχνικός σύμβουλος της ενάγουσας είχε διατυπώσει ήδη από την 20 Φεβρουάριου 2018, δια της συντάξεως της με αριθμό 4 έκθεσής του, την οποία είχε αποστείλει στους ανωτέρω ορισθέντες υπό της εναγομένης επιθεωρητές και δη είχαν λάβει γνώση αυτής ο ………… και ο …….. Μάλιστα, ο πρώτος εξ αυτών …………. είχε αποστείλει στον ανωτέρω τεχνικό σύμβουλο της ενάγουσας …………………, το από 09/03/2018 ηλεκτρονικό μήνυμα στο οποίο επισυνάπτονταν με μορφή επιστολής, έγγραφο αυτού (………..) με το οποίο συμφωνούσε με τα πορίσματα του τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας, αναφέροντας σχετικά «… Α. Δεν προκύπτουν αποδεικτικά στοιχεία, που να συνηγορούν σε πλημμελή συντήρηση των μηχανών ή φυσιολογική φθορά εξαρτημάτων αυτών τα οποία να προκάλεσαν τη ζημιά. Β. Επίσης, οι ζημιές όπως βεβαιώθηκαν δεν σχετίζονται με ελλιπή ή ακατάλληλη λίπανση. C. Τα ευρήματα στα σώματα των υπερπληρωτών (τούρμπο) υποδεικνύουν ελλιπή ψύξη λόγω ανεπαρκούς στάθμης ψυκτικού μέσου με επακόλουθη απώλεια αποδοτικότητας στεγανοποιητικών λαστιχένιων δακτυλίων δικτύου νερού. D. Αντίστοιχα, τα αλουμινένια εξαρτήματα και περιφερειακά των Κ/Μ (οχετοί εξαγωγής καυσαερίων, ψυγεία, κλπ) βρέθηκαν με ευρήματα που υποδεικνύουν καθολική επίδραση όξινου νερού λόγω της διείσδυσης καυσαερίων μέσω των στεγανοποιητικών που έχασαν την αποδοτικότητά τους ως παράγραφο C. Με βάση τα παραπάνω και ελλείψει άλλων στοιχείων που να συνηγορούν στο αντίθετο, συμφωνούμε ότι τα ευρήματα και το αίτιο της ζημιάς είναι συμβατά με την ανάλυση και το συμπέρασμα του Τεχνικού Συμβούλου του ιδιοκτήτη….». Με τα πορίσματα του τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας συμφωνούσε και ο . …….  Συγκεκριμένα, ο τελευταίος, στο από 28.3.2018 ηλεκτρονικό του μήνυμα προς τον τεχνικό σύμβουλο της ενάγουσας ………, επισύναψε έγγραφο με τίτλο «Συμπληρωματική έκθεση Νο3» με ημερομηνία 29.3.2018 ως προερχομένη από τους ………………. και τον ίδιο (………), στην οποία, μεταξύ άλλων, υποστήριζαν κατ’ ακριβή διατύπωση «Λαμβάνοντας υπόψη την ανάλυση του Τεχνικού Συμβούλου, τα έγγραφα που προσκομίστηκαν και τα ευρήματα κατά τις από κοινού επιθεωρήσεις μας, όπως αναλύονται παραπάνω θα θέλαμε να συνοψίσουμε τα ακόλουθα: Α. Δεν προκύπτουν στοιχεία ή ενδείξεις πλημμελούς συντήρησης των μηχανών ή φυσιολογική φθορά των εξαρτημάτων αυτών. Επομένως μπορεί να αποκλειστεί με ασφάλεια πιθανό σχετιζόμενο αίτιο. Β. Επίσης, οι ζημιές όπως βεβαιώθηκαν δεν σχετίζονται με ελλιπή/ακατάλληλη λίπανση ή ακατάλληλα καύσιμα. C. Τα ευρήματα συνηγορούν ότι οι μηχανές παρέμειναν με χαμηλή στάθμη νερού (είτε σε λειτουργία είτε σταματημένες) για διάστημα ικανό να προκαλέσει απώλεια στεγανότητας των δακτυλίων μεταξύ καυσαερίων και δικτύου νερού ψύξης. Ως αποτέλεσμα, η διαρροή καυσαερίων στο δίκτυο ψύξης προκάλεσε την αύξηση της οξύτητας του νερού ψύξης των μηχανών πέραν των ορίων. Παραμένει να διευκρινιστεί εάν το νερό ψύξης των μηχανών περιείχε την απαραίτητη ποσότητα και ποιότητα αντιοξειδωτικού μέσου. Η αυξημένη οξύτητα του ύδατος ψύξης είχε ως αποτέλεσμα την διάβρωση των αλουμινένιων εξαρτημάτων – μερών (κυρίως σε ζώνες υψηλής θερμοκρασίας) των Κ/Μ όπως επιβεβαιώθηκε υπό τα ευρήματα. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Με βάση τα παραπάνω και ελλείψει άλλων στοιχείων που να συνηγορούν στο αντίθετο, δεν έχουμε λόγο αμφισβήτησης της τεχνικής ανάλυσης του μηχανισμού που προκάλεσε την διάβρωση ή/και διάτρηση των αλουμινένιων μερών των Κ/Μ, όπως υποβλήθηκε από τον Τεχνικό Σύμβουλο των Πλοιοκτητών στις σχετικές εκθέσεις του, καθώς τεκμαίρεται από τα ευρήματα και τα ανωτέρω σχόλια ή συμπεράσματά μας. Το στοιχείο της αμέλειας εκ μέρους του πληρώματος (όσον αφορά την μη σωστή παρακολούθηση ή πλήρωση ψυκτικού μέσου των Κ-Μ) όπως συμπεραίνεται από τον Τεχνικό Σύμβουλο των Πλοιοκτητών, χρίζει περεταίρω εξέτασης εκ μέρους των Ασφαλιστών». Αξίζει να σημειωθεί ότι στην εν λόγω «Συμπληρωματική έκθεση Νο3» και δη στη σελίδα 7 αυτής,  γίνονταν αναφορά ότι «παραμένει να διευκρινισθεί εάν το νερό ψύξης των μηχανών περιείχε την απαραίτητη ποσότητα και ποιότητα αντιοξειδωτικού μέσου», παρά ταύτα στο συμπέρασμα αυτής, αμφότεροι οι ανωτέρω επιθεωρητές εδήλωναν ότι «… ελλείψει άλλων στοιχείων που να συνηγορούν στο αντίθετο, δεν έχουμε λόγο αμφισβήτησης της τεχνικής ανάλυσης του μηχανισμού που προκάλεσε την διάβρωση ή/και διάτρηση των αλουμινένιων μερών των Κ/Μ, όπως υποβλήθηκε από τον Τεχνικό Σύμβουλο των Πλοιοκτητών στις σχετικές εκθέσεις του, καθώς τεκμαίρεται από τα ευρήματα και τα ανωτέρω σχόλια ή συμπεράσματά μας …». Ακολούθως, εν τούτοις, και δη με την από 26.10.2020 έκθεσή τους, η οποία υπογράφεται και από τον ……………….., προϊστάμενο επιθεωρητή της ανωτέρω εταιρείας «……….», οι ανωτέρω επιθεωρητές  υποστηρίζουν ότι η πιθανότητα δημιουργίας ενός μηχανισμού διάβρωσης, όπως αυτός περιγράφεται από τον τεχνικό Σύμβουλο της ενάγουσας ………, δεν τεκμηριώνεται, αντίθετα κρίνεται αβάσιμος (σελ. 20), βασίζεται δε περισσότερο σε υποθέσεις, παρά σε τεχνικά τεκμηριωμένες διαπιστώσεις (σελ. 19). Κατά την άποψή τους, η φύση της διάβρωσης των εξαρτημάτων της μηχανής αποτελεί ένα μακροχρόνιο φαινόμενο διαρκείας (σελ. 20), οφειλόμενο σε κατ’ επανάληψη μη χρήση του κατάλληλου ψυκτικού υγρού στο δίκτυο ψύξεως των κεντρικών μηχανών, συνιστάμενο σε πλημμελή εφαρμογή του προγράμματος συντήρησης και παρακολούθησης καλής λειτουργίας αυτών εκ μέρους της ενάγουσας και δεν συνιστά αποκλειστικά αμέλεια του πληρώματος, όπως ισχυρίζεται ο τεχνικός σύμβουλος αυτής (ενάγουσας) (σελ. 19). Μάλιστα, προς θεμελίωση του πορίσματός τους αυτού, επικαλούνται (α) τη μη ένδειξη, αναφορά ή αλάρμ υπερθερμάνσεως των κεντρικών μηχανών κατά τη λειτουργίας τους, καθώς και την ύπαρξη ενός αλάρμ χαμηλής στάθμης στο δοχείο πλήρωσης ύδατος ψύξεως της δεξιάς κύριας μηχανής επί συνόλου 80 αλάρμ της μνήμης εγκεφάλου, (β) εν απουσία υπερθερμάνσεως η κατάσταση των ελαστικών δακτυλίων, συνιστά φθορά, όπως φθορά σε μεγάλο βάθος χρόνου αποτελεί η εντονότατη και προχωρημένη διάβρωση σε βαθμό αποσάθρωσης και διάτρησης της ολισθαίνουσας οχετού καυσαερίων η οποία μάλιστα δεν σχετίζεται με το δίκτυο ύδατος ψύξεως και (γ) την επιβεβαίωση από τον τεχνικό σύμβουλο της ενάγουσας, στην έκθεσή του, ότι εχρησιμοποιείτο νερό από το δίκτυο ύδρευσης για την πλήρωση του κυκλώματος των κυρίων μηχανών του σκάφους. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην εν λόγω έκθεση (σελ. 17), οι ενδείξεις στον περιχιτώνιο χώρο, αποδίδεται κατά πιθανολόγηση  από τους εν λόγω επιθεωρητές στην «περίοδο διαχείμασης» του σκάφους με τις μηχανές εν ακινησία, ελλείψει ενδείξεων υπερθέρμανσης των χιτωνίων, εμβόλων, βαλβίδων, και έλλειψης καταγραφής αλάρμς υψηλών θερμοκρασιών στη λίστα μνήμης των ηλεκτρονικών εγκεφάλων των κεντρικών μηχανών. Πράγματι, στη σελίδα 12 της ανωτέρω από 15.11.2018 έκθεσης του ………………, ο τελευταίος δικαιολογεί τη σκληρότητα του δείγματος των υγρών από τις κύριες μηχανές του ανωτέρω πλοίου που υπεβλήθη σε χημική ανάλυση στο γλυκό πόσιμο νερό με το οποίο καλύπτονται οι απώλειες σε ένα πλοίο που ταξιδεύει καθόσον, κατ’ ακριβή διατύπωση αναφέρει «… Όπως υποδεικνύεται εκ των ανωτέρω, οι τιμές Σκληρότητας που μετρήθηκαν από τη Χημική Ανάλυση, υπερέβησαν τις συνιστώμενες από την MTU μέγιστες τιμές Σκληρότητας, και στις δύο μηχανές. Αυτό όμως ήταν αναμενόμενο, διότι η προέλευση του Γλυκού Νερού που παρέχεται για να καλυφθούν οι απώλειες, σε ένα πλοίο που ταξιδεύει μεταξύ των Ελληνικών νησιών, περιορίζεται στο πόσιμο νερό αυτών των νησιών…» υπολαμβάνοντας ουσιαστικά ότι στην ένδικη περίπτωση πράγματι χρησιμοποιείτο, τουλάχιστον καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε πλόες, προς συμπλήρωση του ψυκτικού υγρού των κυρίων μηχανών του πλοίου πόσιμο νερό. Τη διαφορά των απόψεων των ανωτέρω ……… και ….., ως προς την ορθότητα της τεχνικής εκθέσεως του …………….., μεταξύ αυτών που διατύπωσαν στα προμνημονευθέντα ηλεκτρονικά τους μηνύματα και στην ανωτέρω από 26.10.2020 τεχνική τους έκθεση, η εναγομένη αποδίδει σε απόπειρα χειραγώγησης των ανωτέρω επιθεωρητών (σχετικά σελ. 14 ένδικης έφεσης), αναφέροντας ότι αυτοί, με γραπτές τοποθετήσεις τους και χωρίς εξουσιοδότηση της εναγομένης, εν αγνοία της και χωρίς εξουσιοδότησή της, αποδέχθηκαν «τάχα» τις τεχνικά και λογικά ανερμάτιστες τεχνικές εκθέσεις του γνωστού σε αυτούς εξωτερικού τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας σε βάρος των συμφερόντων της, ενώ παράλληλα, υποστηρίζει ότι οι ανωτέρω επιθεωρητές (……….. και …..) αρχικά ενέδωσαν στις ασφυκτικές πιέσεις του τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας για επιδοκιμασία των τεχνικών του θέσεων για τις οποίες κατά βάθος διατηρούσαν επιφυλάξεις(σχετικά σελίδα 116 ένδικης έφεσης). Επ’ αυτών η εναγομένη παραδεκτώς (ενόψει του ότι οι επικαλούμενες ένορκες βεβαιώσεις των ……. και …………… δεν λαμβάνονται υπόψη για τους διαλαμβανόμενους στην οικεία θέση λόγους) επικαλέσθηκε και προσεκόμισε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου τη με αριθμό ……. από 15.4.2024 ένορκη βεβαίωση του …………… ο οποίος επί των ανωτέρω βεβαίωσε ενόρκως: «… Λόγω αθέλητα άστοχων χειρισμών μου στην υπόθεση, που κατά κύριο λόγο οφείλονταν στην επαγγελματική καλοπιστία και συναδελφική εμπιστοσύνη που έδειξα στο συνάδελφο κ. …………… (τεχνικό σύμβουλο της ασφαλισμένης πλοιοκτήτριας) κατά τη διαχείριση της εντολής που μου δόθηκε, βρέθηκα εκτεθειμένος απέναντι στο ίδιο το γραφείο, στο οποίο εργάζομαι αλλά και στους εντολείς μας. Οι ενέργειές μου στα αρχικά στάδια διαχείρισης της προαναφερόμενης υπόθεσης, οι οποίες δημιούργησαν αμφιβολίες στους εντολείς περί της ορθότητας των τεχνικών απόψεων, που είχα προκαταρκτικά και σαφώς όχι οριστικά διατυπώσει ως προς την αιτία της υγρής διάβρωσης που είχε παρατηρηθεί σε εξαρτήματα των μηχανών του ΚΝ, οδήγησαν τους εντολείς μας σε διορισμό ομάδας του καθηγητικού προσωπικού της σχολής ναυπηγών μηχανολόγων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και στη συνέχεια στο διορισμό άλλου γραφείου πραγματογνωμόνων, προκειμένου να ελέγξουν την ορθότητα των τεχνικών απόψεων του τεχνικού συμβούλου της πλοιοκτήτριας (κ. ……………), τις οποίες εγώ, για τους λόγους που εξηγώ πιο κάτω σ’ αυτή την ένορκη βεβαίωση, είχα καλοπίστως υιοθετήσει σε προκαταρκτικό επίπεδο. Αντιλαμβάνομαι ότι οι ίδιες ακριβώς ενέργειες, στις οποίες άθελα μου παρασύρθηκα, χωρίς το παραμικρό προσωπικό όφελος ή συμφέρον διαδραμάτισαν ρόλο στην οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά υπ’ αριθ. 1012/2022 … Με την παρούσα επιθυμώ να εκθέσω την αλήθεια για τη διαμόρφωση των μοναδικών επισήμων θέσεων που περιέχονται στην από 26/10/2020 υπό στοιχεία Report No ………. επιστημονικά άρτια και τεχνικά πλήρη και ορθή έκθεση πραγματογνωμοσύνης του γραφείου μας εν σχέσει με τις άτυπες θέσεις που προκαταρκτικώς εξέφρασα, έχοντας παρασυρθεί να υιοθετήσω τις απολύτως εσφαλμένες τεχνικές θεωρίες του τεχνικού συμβούλου της πλοιοκτήτριας του ΚΝ. … Ο κ. …., μου συστήθηκε ως επί πολλά έτη πρώην εσωτερικός συνεργάτης – επιθεωρητής της ….., με πολυετή παρουσία στο χώρο των ναυτικών επιθεωρήσεων, και εκ της αιτίας αυτής υπήρξε εκ μέρους μου σεβασμός και φιλικό πνεύμα. Από τις πρώτες κιόλας επιθεωρήσεις διαπίστωσα ότι οι οξειδώσεις που παρουσίαζε σειρά εξαρτημάτων των μηχανών του ΚΝ είχαν τη μορφή υγρής διάβρωσης, χωρίς ενδείξεις υπερθέρμανσης, γεγονός που παρέπεμπε ευθέως σε ζητήματα σύνθεσης του ψυκτικού υγρού που χρησιμοποιείτο στο κλειστό κύκλωμα ψύξης των δύο μηχανών. Όπως ήταν αναμενόμενο η χημική ανάλυση δείγματος του ψυκτικού υγρού που λήφθηκε από τα δίκτυα των δύο μηχανών έδειξε πολύ μεγάλες αποκλίσεις από τα ελάχιστα και ανώτατα όρια των τιμών που θα έπρεπε να είχε το ψυκτικό υγρό. Όλα τα πιο πάνω οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι οι μηχανές είχαν λειτουργήσει για μεγάλα χρονικά διαστήματα με ακατάλληλο ψυκτικό υγρό, γεγονός στο οποίο θα έπρεπε να αποδοθεί και η εικόνα των επηρεασμένων από οξειδώσεις και διαβρώσεις εξαρτημάτων. Ο κ. ….., μολονότι παραδέχθηκε ότι η πλήρωση των κλειστών δικτύων ψύξης των μηχανών του πλοίου γινόταν συστηματικά με χρήση νερού από το δίκτυο ύδρευσης της πόλης της Καλύμνου και όχι με ειδικό αντιψυκτικό υγρό, όπως προβλέπεται από τους κατασκευαστές των μηχανών, διατύπωσε διαφορετική τεχνική θεωρία ως προς την αιτία των οξειδώσεων και διαβρώσεων που εμφάνιζαν τα εξαρτήματα των δύο μηχανών. Υποστήριξε ότι η χειροτέρευση της κατάστασής τους οφειλόταν στη λειτουργία των μηχανών για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα με ανεπαρκή ποσότητα νερού στο κλειστό δίκτυο ψύξης, που κατά τους ισχυρισμούς του, οφειλόταν στη συστηματική παράλειψη του πληρώματος του πλοίου (χωρίς να προσδιορίζει ποιου προσώπου και πότε) να συμπληρώνει το δίκτυο ψύξης με νερό, όταν απαιτείτο. … Οι θεωρίες του κ. …., σε συνδυασμό με την πίεση που διαρκώς μου ασκούσε για την γραπτή αποδοχή τους, με υποχρέωσαν να απευθυνθώ στον επιβλέποντα επιθεωρητή του γραφείου, που είχε ορισθεί στην περίπτωση του «ΚΝ» συνάδελφο, κ. ….., για μία δεύτερη γνώμη αναφορικά με τα όσα υποστήριζε ο κ. ………. Στη συνέχεια άρχισε να μου ασκείται από τον κ. …. μία ιδιαίτερα έντονη πίεση προκειμένου να καμφθούν οι δισταγμοί μου να αποδεχθώ ως ορθά όσα υποστήριζε ο ίδιος, περί ζημιάς οφειλόμενης σε αμέλεια εκείνων που είχαν διαχρονικά υπηρετήσει ως Πλοίαρχοι στο ΚΝ, συνισταμένη στην παράλειψή τους να συμπληρώνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα το ψυκτικό υγρό στα κλειστά κυκλώματα ψύξης των δύο μηχανών, για να μην λειτουργούν αυτές με χαμηλή στάθμη υγρού ψύξεως, που στην περίπτωση του ΚΝ  ήταν απλό τρεχούμενο νερό της βρύσης. Στο πλαίσιο των αλλεπάλληλων επικοινωνιών μας ο κ. ….. με παρέσυρε να θεωρήσω ως ακριβές ότι, σύμφωνα με τις οδηγίες των Γερμανών κατασκευαστών των δύο επίμαχων μηχανών (MTU), τα συγκεκριμένα μοντέλα μηχανών που έφερε το ΚΝ υπόκειντο σε γενική επισκευή (δηλαδή σε τελικό στάδιο συντήρησης, κατά το οποίο η μηχανή αποσυναρμολογείται πλήρως και ανακατασκευάζεται από την αρχή) μετά την ολοκλήρωση 5.000 ωρών λειτουργίας…. Δίνοντας πίστη στις διαβεβαιώσεις του συναδέλφου κ. ….. δέχθηκα την πιο πάνω  πληροφορία, χωρίς όπως θα έπρεπε να ερευνήσω το ζήτημα ο ίδιος…. Εν πάση περιπτώσει, οι διαρκείς πιέσεις του κ. …., ο οποίος προέβαλε την πολυετή εμπειρία του, σε συνδυασμό με τον επαγγελματικό σεβασμό που έτρεφα στο πρόσωπό του, λόγω της παλαιότερης σχέσης του με το γραφείο, έκαμψαν στο στάδιο εκείνο τις αντιρρήσεις μου και με έκαναν να αποδεχθώ προσωρινά τις τεχνικές του θεωρίες. Ο κ. ……., ζήτησε επιμόνως να επιβεβαίωνα γραπτά προς αυτόν ότι συμφωνούσα με τη δική του άποψη ως προς την αιτία της ζημιάς, προκειμένου να έπαυε το «πολύ στενό μαρκάρισμα» που μου ασκούσε επί μήνες. Ενεργώντας από την πλευρά μου καλόπιστα και όπως εκ των υστέρων μπορώ να πω, απερίσκεπτα, την 9/3/2018 του διαβίβασα με e-mail όσα με πίεζε να δεχθώ, χωρίς προηγουμένως να ενημερώσω τον κ. ….. και να λάβω τη συναίνεσή του για αυτό. Ο κ. ……, ο οποίος γνώριζε τη δομή και τον τρόπο λειτουργίας του γραφείου μας και ότι η άποψη του ενός πραγματογνώμονα, που είχε χρεωθεί την υπόθεση, δεν αρκούσε για να δεσμευτεί το γραφείο και δεν ισοδυναμούσε με την επίσημη θέση, που περιέχεται μόνον στην τελική επίσημη έκθεση πραγματογνωμοσύνης, αφού έλαβε το δικό μου email, απευθύνθηκε στον κ. …. και του ζήτησε το περιεχόμενο των όσων ανέφερα στο προηγούμενο προς αυτόν (….) e-mail μου να μετουσιωνόταν σε σχέδιο έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, ως προς την αιτία των διαβρώσεων, που θα κοινοποιούσαμε στη συνέχεια στους εντολείς μας για να προχωρούσε η διαδικασία της αποζημίωσης. Ο κ. …………….. αισθάνθηκε δεσμευμένος από τη δική μου προηγούμενη ενέργεια και βρέθηκε ενώπιον διλήμματος, κατά πόσον θα έπρεπε να με διαψεύσει ή να με υποστηρίξει συναδελφικά, χωρίς να με εκθέσει στην ηγεσία του γραφείου για την άστοχη ενέργειά μου. Αποφάσισε το δεύτερο και μου έδωσε οδηγία να συντάξω σχέδιο έκθεσης και να του το παραδώσω για να το ελέγξει. Πράγματι εγώ συνέταξα ένα προσχέδιο έκθεσης, στο οποίο δεχόμουν ως ορθά τα δεδομένα και τις απόψεις του κ. …. Το υπόψη σχέδιο τελικά προωθήθηκε, ως ανυπόγραφο σχέδιο, από τον κ. …. στον κ. …… Ο τελευταίος έδειξε να ικανοποιείται και σταμάτησε τις πιεστικές επικοινωνίες. Για μεγάλο χρονικό διάστημα το σχέδιο έκθεσης που κοινοποιήθηκε ιδιωτικά στον κ. …. παρέμενε στον φάκελο, χωρίς να προωθείται στους εντολείς μας. Από την άλλη πλευρά, οι εντολείς του κ. …., έχοντας, όπως —αντιλαμβάνομαι, πληροφορηθεί ότι ο τεχνικός τους σύμβουλος είχε στα χέρια του το ανυπόγραφο δικό μου σχέδιο, το οποίο θεώρησαν «γερό χαρτί» για την υπόθεσή τους, άρχισαν να πιέζουν τους εντολείς μας για εξελίξεις στην υπόθεσή τους. Από την πλευρά μας (….. και ……) δεν ήμασταν ικανοποιημένοι με τα όσα είχαμε ιδιωτικά κοινοποιήσει στον κ. ….. και δεν αποφασίζαμε να προβούμε στη διαδικασία σύνταξης, υπογραφής και έκδοσης της τελικής και δεσμευτικής για το γραφείο έκθεσης, διατηρώντας τις επιφυλάξεις μας, αφού δεν έθεσε (ο κ. ….) στη διάθεσή μας τους προηγούμενους κυβερνήτες για λήψη πληροφοριών. Τελικά μετά από πιέσεις των εντολέων για υποβολή έκθεσης και πιέσεις από τον κ. ….. να κλείσει η υπόθεση, την 12/10/2018 κοινοποιήσαμε στους εντολείς το υπό την αυτή ημερομηνία υπό στοιχ. DRAFT REPORT No …… προσχέδιο έκθεσης, που βασιζόταν στην ανακριβή πληροφορία των 5.000 ωρών λειτουργίας πριν τη γενική επισκευή και τις θεωρίες που είχε διατυπώσει ο κ. ….. Το συγκεκριμένο σχέδιο ανέφερε μόνο το όνομά μου ως «υπεύθυνο πραγματογνώμονα», μετά την απροθυμία του ………. να αναφερθεί και το δικό του όνομα λόγω διατήρησης επιφυλάξεων εκ μέρους του. Αντιλαμβάνομαι ότι ο κ. …… δεν συμφωνούσε με τα όσα εγώ ανέφερα στο προσχέδιο έκθεσης που ουσιαστικά αναπαρήγαγαν τις απόψεις …… Κατά την εξέταση του προσχεδίου της έκθεσης που διαβίβασα στους εντολείς, ο τότε προϊστάμενος ζημιών της εταιρίας κ. ………., που είναι και ο ίδιος ναυπηγός μηχανικός και επί σειρά ετών έχει διατελέσει ναυτικός πραγματογνώμονας στον Πειραιά, δεν βρήκε πειστικά τα όσα αναφέρονταν στο σχέδιο έκθεσης σχετικά με την αιτία των διαβρώσεων. Εξαιτίας αυτού οι εντολείς έδειξαν απρόθυμοι να δεχθούν τα όσα υποστήριζε ο κ. ….. και επαναλάμβανα κι εγώ στο σχέδιο έκθεσης. Για το λόγο αυτό απευθύνθηκαν στο ΕΜΠ για να αξιολογηθεί η βασιμότητα των όσων υποστήριζε ο κ. …. και είχα περιλάβει κι εγώ στο σχέδιό μου, για τους λόγους που έχω προεκθέσει. … Τα πορίσματα του ΕΜΠ τέθηκαν υπόψη εμού και του κ. ….. από τους εντολείς μας, οι οποίοι μας ζήτησαν να τοποθετηθούμε επ’ αυτών. Τα πορίσματα των καθηγητών του Πολυτεχνείου αποδομούσαν πλήρως και με τον πλέον τεκμηριωμένο τρόπο τις θεωρίες και τις απόψεις του κ. …. ως προς τις διαβρώσεις, που είχαν παρατηρηθεί επί εξαρτημάτων των αποσυναρμολογημένων δύο μηχανών του «ΚΝ» και ήταν πολύ ισχυρά από επιστημονικής απόψεως, μη δεκτικά αμφισβήτησης. … Οι πιο πάνω εξελίξεις έφεραν εμένα και τον συνάδελφο ….., σε εξαιρετικά δύσκολη θέση καθώς ήμαστε παγιδευμένοι μεταξύ των θεωριών των θεωριών του κ. ……., που δυστυχώς είχαμε παρασυρθεί να επιδοκιμάσουμε υπό τις συνθήκες που προανέφερα και της επιστημονικής αλήθειας της εκθέσεως του Πολυτεχνείου. Μετά από αρκετά μεγάλο διάστημα, οι εντολείς μας άρχισαν να πιέζουν τους επικεφαλής του γραφείου μας για την έκδοση τελικής τεχνικής έκθεσης, ενημερώνοντας ότι σε περίπτωση περαιτέρω καθυστέρησης θα ανακαλούσαν την εντολή τους και θα διόριζαν άλλο γραφείο πραγματογνωμόνων στη θέση μας. Τελικά το ζήτημα έφθασε στον Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρίας μας και Διευθυντή του τμήματος ναυτικών επιθεωρήσεων του γραφείου, κ. ….., με ειδικές σπουδές και γνώσεις στη ναυτική μηχανολογία και πλούσια εμπειρία στη διενέργεια πραγματογνωμοσυνών σε ναυτικές μηχανές, στον οποίο τόσο εγώ όσο και ο ……………. κληθήκαμε και δώσαμε εξηγήσεις για τη μεγάλη καθυστέρηση έκδοσης τελικής έκθεσης, ενημερώνοντας τον εν σχέσει με τον κ. …… Ο κ. …………….. ζήτησε να του παραδώσουμε τον φάκελο της υπόθεσης για να μελετήσει ο ίδιος τα ευρήματα και τις τεχνικές θέσεις, που είχαν διατυπωθεί από την πλευρά της πλοιοκτήτριας. Μετά από σχολαστική μελέτη του φακέλου του γραφείου μας ο κ. ….. έδειξε έκπληκτος για τα όσα υποστήριζε ο ……, χωρίς να κρύψει την ενόχλησή του για την επιπόλαιη διαχείριση του ζητήματος από πλευράς μου και από πλευράς του ……. Έχοντας απαλλαγεί από την ψυχολογική πίεση που μας ασκούσε μέχρι τότε η προσωρινή και προκαταρκτική υιοθέτηση των εσφαλμένων απόψεων …., εγώ και ο ………………. συμμετείχαμε σε σύσκεψη με τον προαναφερόμενο αρχαιότερο επιθεωρητή του γραφείου, κ. …… επανελέγξαμε ένα προς ένα όλα τα στοιχεία του φακέλου, τα έγγραφα, τις χημικές αναλύσεις, τις ενδιάμεσες εκθέσεις του κ. …… και τις δικές μας και κυρίως το φωτογραφικό υλικό, το οποίο μελετήθηκε σχολαστικά επί οθόνης ηλεκτρονικού υπολογιστή με ψηφιακή μεγέθυνση επί της οθόνης, που αποκάλυπτε και την πλέον δυσδιάκριτη με γυμνό οφθαλμό λεπτομέρεια. Ακολούθως με προσφυγή σε αναρτήσεις και εγχειρίδια του κατασκευαστή των μηχανών διαπιστώθηκε ότι ο ανώτατος αριθμός ωρών λειτουργίας πριν τη γενική επισκευή των συγκεκριμένων μηχανών δεν ήταν 5000 ώρες, που με είχαν παρασύρει να δεχθώ ο κ. …… και ο επισκευαστής των μηχανών κ. ……………., αλλά 4000 ώρες, μετά από τις οποίες απαιτείτο γενική επισκευή των κινητήρων του σταδίου συντήρησης QL4. Το ομόφωνο πόρισμα της επιτροπής των τριών πραγματογνωμόνων του γραφείου μας ήταν ότι η χειροτέρευση των οξειδωμένων και διαβρωμένων εξαρτημάτων των δύο μηχανών του ΚΝ δεν οφειλόταν στην αμέλεια του πληρώματος του, που γενικά και αόριστα προφασιζόταν ο κ. ….., δηλαδή στην παράλειψή τους να συμπληρώνουν το ψυκτικό νερό (της βρύσης) στα κλειστά δίκτυα ψύξης των μηχανών, με επακόλουθο τη λειτουργία αυτών με χαμηλή στάθμη ψυκτικού υγρού, όπως ισχυριζόταν ο κ. ……., αλλά σε διάβρωση, αυτών από τη συστηματική χρήση στα δίκτυά τους απλού τρεχούμενου νερού και όχι του ειδικού ψυκτικού υγρού με την προβλεπόμενη και απαιτούμενη από τον κατασκευαστή χημική σύνθεση που προέβλεπαν οι κατασκευαστές τους, δηλαδή απιονισμένου νερού με γλυκόλη και αναστολείς διαβρώσεως. … Τα πορίσματα, τα τεχνικά συμπεράσματα και οι εκτιμήσεις του γραφείου μας αναφορικά με τη χειροτέρευση της κατάστασης των εξαρτημάτων των μηχανών του ΚΝ που ανακαλύφθηκαν από την πλοιοκτήτριά του (όπως η ίδια υποστήριξε) το Νοέμβριο 2017 διατυπώνονται στην από 26/10/2020 κοινή έκθεση του γραφείου μας υπό στοιχεία REPORT …………… για το ΚΝ, την οποία συνυπογράφουμε και οι τρεις επιθεωρητές που συνεργαστήκαμε για την εξαγωγή των τεχνικών συμπερασμάτων. Ολοκληρώνοντας την παρούσα ένορκη βεβαίωσή μου, επιβεβαιώνω το περιεχόμενο της προαναφερόμενης κοινής έκθεσης των τριών επιθεωρητών του γραφείου μας, το οποίο συνυπέγραψα και αποκηρύσσω μετά λόγου γνώσεως όσα, υπό τις συνθήκες που ανέπτυξα ανωτέρω, διατύπωσα στο από 9/3/2018 e- mail μου προς τον κ. …… και επανέλαβα στο από 12/10/2018 προσχέδιο έκθεσης προς τους ασφαλιστές εντολείς μας….». Επί των αιτιάσεων της εναγομένης ως προς τις συνθήκες αποστολής των ανωτέρω ηλεκτρονικών μηνυμάτων, η ενάγουσα με τις έγγραφες προτάσεις της, που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (σελ. 178 επ.), χωρίς να αμφισβητεί και μάλιστα σαφώς την υπογραφή των ………και …….. επί της προαναφερομένης από 26.10.2020 τεχνικής εκθέσεως, αφού αναφέρει ότι τα ονόματά τους στην ανυπόγραφη τεχνική έκθεση που προσκομίσθηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου έθεσαν αρχικά οι διευθυντές της εταιρείας «………» που ενέδωσαν στις πιέσεις της εναγομένης, ακολούθως αναφέρει ότι οι εν λόγω τεχνικοί σύμβουλοι (……….. και ………….) ενέδωσαν στις πιέσεις της εναγομένης για την υπογραφή ενόρκων βεβαιώσεων ενόψει της ένδικης έφεσης (σχετικά σελ. 181 – 182) και εν τέλει κάνει λόγο για τέλεση υπό της εναγομένης του εγκλήματος της απάτης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου δια της υποβολής ψευδών ισχυρισμών, υποστηριζομένων με ψευδή αποδεικτικά μέσα και δη ψευδείς καταθέσεις μαρτύρων. Γεγονός πάντως είναι ότι ο ……………, στο ανωτέρω από  09/03/2018  ηλεκτρονικό του μήνυμα, ήτοι προ της συντάξεως της ανωτέρω τεχνικής έκθεσής του, είχε αποδεχθεί ότι πιθανότερη εγγύτερη αιτία των ανωτέρω ζημιών των εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών του πλοίου της ενάγουσας ήταν αυτή που υποστήριζε ο τεχνικός της σύμβουλος …………………. Όπως επίσης γεγονός είναι ότι, ο ………., στο από 28.3.2018 ηλεκτρονικό του μήνυμα προς τον τεχνικό σύμβουλο της ενάγουσας, ……., επισύναψε έγγραφο με τίτλο «Συμπληρωματική έκθεση Νο3» με ημερομηνία 29.3.2018 ως προερχομένη από τους …………….. και τον ίδιο (……..), στην οποία, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω δια της παράθεσης σχετικού αποσπάσματος σε ακριβή διατύπωση ότι μεταξύ άλλων, υποστήριζαν ότι «Τα ευρήματα συνηγορούν ότι οι μηχανές παρέμειναν με χαμηλή στάθμη νερού (είτε σε λειτουργία είτε σταματημένες) για διάστημα ικανό να προκαλέσει απώλεια στεγανότητας των δακτυλίων μεταξύ καυσαερίων και δικτύου νερού ψύξης. Ως αποτέλεσμα, η διαρροή καυσαερίων στο δίκτυο ψύξης προκάλεσε την αύξηση της οξύτητας του νερού ψύξης των μηχανών πέραν των ορίων.». Οι ίδιοι, αν και σαφώς ανέφεραν ότι «Παραμένει να διευκρινιστεί εάν το νερό ψύξης των μηχανών περιείχε την απαραίτητη ποσότητα και ποιότητα αντιοξειδωτικού μέσου.» καθώς επίσης ότι «Η αυξημένη οξύτητα του ύδατος ψύξης είχε ως αποτέλεσμα την διάβρωση των αλουμινένιων εξαρτημάτων – μερών (κυρίως σε ζώνες υψηλής θερμοκρασίας) των Κ/Μ όπως επιβεβαιώθηκε υπό τα ευρήματα.» εν τέλει στο Συμπέρασμά τους, διατύπωσαν την άποψη ότι «Με βάση τα παραπάνω και ελλείψει άλλων στοιχείων που να συνηγορούν στο αντίθετο, δεν έχουμε λόγο αμφισβήτησης της τεχνικής ανάλυσης του μηχανισμού που προκάλεσε την διάβρωση ή/και διάτρηση των αλουμινένιων μερών των Κ/Μ, όπως υποβλήθηκε από τον Τεχνικό Σύμβουλο των Πλοιοκτητών στις σχετικές εκθέσεις του, καθώς τεκμαίρεται από τα ευρήματα και τα ανωτέρω σχόλια ή συμπεράσματά μας. Το στοιχείο της αμέλειας εκ μέρους του πληρώματος (όσον αφορά την μη σωστή παρακολούθηση ή πλήρωση ψυκτικού μέσου των Κ-Μ) όπως συμπεραίνεται από τον Τεχνικό Σύμβουλο των Πλοιοκτητών, χρίζει περεταίρω εξέτασης εκ μέρους των Ασφαλιστών». Εν τούτοις, η εναγομένη, στα πλαίσια ανταπόδειξης της ένδικης αγωγής, επικαλέσθηκε και προσεκόμισε, πλην της ανωτέρω από 26.10.2020 τεχνικής έκθεσης, δύο τεχνικές εκθέσεις του ………, διπλωματούχου ναυπηγού μηχανικού της Σχολής Ναυπηγών – Μηχανικών του Πανεπιστημίου Newcastle Upon Tyne της Μεγάλης Βρετανίας,  η γνωστική επάρκεια λόγω της ιδιότητός του ως διπλωματούχου ναυπηγού μηχανικού αμφισβητείται υπό της εναγούσης για την ένδικη περίπτωση η οποία αφορά μηχανολογικής φύσεως θέματα, καθώς επίσης η ίδια (εναγομένη) προσκομίζει και μία τεχνική έκθεση των …….. Αναπληρωτή Καθηγητή της Σχολής Ναυπηγών Μηχ. Μηχανικών του ΕΜΠ και του ……, Καθηγητή της Σχολής Ναυπηγών Μηχ. Μηχανικών ΕΜΠ. Οι τρεις τελευταίοι τεχνικοί σύμβουλοι της εναγομένης, πράγματι δεν επιθεώρησαν οι ίδιοι τα επίδικα εξαρτήματα και τις κύριες μηχανές του πλοίου, πλην όμως δεν διατυπώνουν αδυναμία στο να εκφέρουν την επιστημονική τους άποψη ως προς την εγγύτερη αιτία των ανωτέρω βλαβών των κυρίων μηχανών του πλοίου. Ο πρώτος εκ των ανωτέρω τεχνικών συμβούλων της εναγομένης, με τις από 12.4.2021 δύο τεχνικές εκθέσεις του, καταλήγει ότι η αιτία διάβρωσης των ψυχόμενων εξαρτημάτων των ενδίκων κυρίων μηχανών του πλοίου οφείλεται αποκλειστικά και μόνον στη συστηματική, για μεγάλο χρονικό διάστημα και δη μηνών ή και ετών, χρήση ολοκληρωτικά ακατάλληλου νερού αντί ψυκτικού υγρού προδιαγραφών που προβλέπει ο κατασκευαστής των εν λόγω μηχανών. Οι ………. και ………, στην ανωτέρω από 12.4.2021 τεχνική τους έκθεση, αντικρούοντας τις απόψεις του τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας, υποστηρίζουν ότι (α) η τεκμηριωμένη, με φωτογραφικό υλικό, επιβεβαίωση της καλής κατάστασης κύριων τμημάτων των προωστήριων μηχανών του ενδίκου πλοίου δεν είναι συμβατή με την ερμηνεία ότι οι παρατηρηθείσες επιφανειακές διαβρώσεις οφείλονται σε ελλιπή ψύξη των μηχανών (λόγω μη εξασφάλισης της απαραίτητης στάθμης του ψυκτικού υγρού σε κατάλληλο επίπεδο, στα δοχεία υπερπλήρωσης κάθε μίας απ’ αυτές), αναφέροντας παράλληλα ότι, η έλλειψη ψυκτικού υγρού από το δίκτυο ψύξης, δεν είναι (τεχνικά) δυνατόν να προκαλέσει διαβρώσεις. Εάν πράγματι είχε υπάρξει (για οποιονδήποτε λόγο) πρόβλημα ανεπαρκούς ψύξης των προωστήριων μηχανών του σκάφους, θα είχαν οπωσδήποτε υπάρξει, παρατηρηθεί και αναφερθεί υπερθέρμανση, επακόλουθες (θερμικής φύσεως) σοβαρές αλλοιώσεις, και, προφανώς, αστοχίες σε κύρια τμήματα των μηχανών, σε αντίθεση με τα ευρήματα που αναφέρονται στην επισυναπτόμενη έκθεση του τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας και θα είχε επηρεαστεί και η ψύξη και το ίδιο το λιπαντικό έλαιος, γεγονός που δεν αναφέρεται εν προκειμένω. Κατά την ίδια έκθεση, ο ισχυρισμός περί μη εξασφάλισης της απαραίτητης στάθμης του ψυκτικού υγρού στο κλειστό δίκτυο ψύξης των μηχανών δηλαδή, η έλλειψη της αναγκαίας ποσότητας του ψυκτικού υγρού εντός αυτού, σωρευτικά προϋποθέτει: (ί) Την ύπαρξη διαρροής-απώλειας ψυκτικού υγρού, εκτός του δικτύου του κινητήρα, πλην όμως στην ένδικη υπόθεση δεν αναφέρονται ευρήματα που να στοιχειοθετούν τέτοια διαρροή. Αντίθετα, ο μηχανικός που διενήργησε τη Γενική Επισκευή των δύο κινητήρων, …… στην επισυναπτόμενη σε αυτή την έκθεση με αριθμό 26.378 ένορκη βεβαίωσή του, βεβαιώνει (σελ. 8) ότι δεν διαπιστώθηκε διαρροή ψυκτικού νερού από τα κλειστά κυκλώματα ψύξης των δύο επίμαχων κινητήρων, (ii) Ενεργοποίηση του συναγερμού (alarm) χαμηλής στάθμης ψυκτικού υγρού. Στο υλικό όμως της υπόθεσης δεν αναφέρεται τίποτα σχετικό, (iii) Ενεργοποίηση του συναγερμού (alarm) υψηλής θερμοκρασίας ψυκτικού υγρού. Στο υλικό όμως της υπόθεσης δεν αναφέρεται τίποτα σχετικό. Όσον αφορά στο αποτύπωμα της στάθμης του νερού ψύξης εντός του περιχιτώνιου χώρου των κυλίνδρων, οι εν λόγω τεχνικοί σύμβουλοι, αντικρούουν την άποψη του τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας ότι οφείλεται στη  σταθερά χαμηλή στάθμη του ψυκτικού υγρού κατά τη λειτουργία του κινητήρα ως τεχνικά εσφαλμένη, μη δυνάμενης να τύχει επιστημονικής τεκμηρίωσης, διότι το εμφανιζόμενο ίχνος/στάθμη, σε ύψος περί το μέσον των χιτωνίων, εάν συνδεθεί με απώλεια του ψυκτικού, αντιστοιχεί σε εκτιμώμενη απώλεια (διαρροή) ποσότητας τουλάχιστον 50% της συνολικής ποσότητας πλήρωσης του δικτύου. Αυτό θα είχε ως αποτελέσματα για τους κινητήρες: (α) τη μη λειτουργία («ξέπιασμα») της αντλίας κυκλοφορίας του ψυκτικού, (β) την έλλειψη στοιχειώδους ψύξης των κυλίνδρων, με επακόλουθα το κόλλημα των βαλβίδων, και το κόλλημα της βελόνης του κάθε εγχυτήρα (injector) καυσίμου, (γ) την έλλειψη στοιχειώδους ψύξης των υπερπληρωτών, των πολλαπλών εξαγωγής καυσαερίων, και λοιπών ψυχόμενων εξαρτημάτων του κινητήρα, με αποτέλεσμα την υπερθέρμανση και τη θερμική αστοχία αυτών, και τελικώς το «άρπαγμα» και «κόλλημα» των επιφανειών τους, (δ) το κόλλημα των ελατηρίων των εμβόλων (και, κατά συνέπεια, των εμβόλων επί των χιτωνίων), (ε) την υπερθέρμανση του λιπαντικού ελαίου, με αποτέλεσμα το κόλλημα των εδράνων βάσεως του στροφαλοφόρου άξονα και των εδράνων των διωστήρων, δηλαδή αστοχίες που δεν προέκυψαν. Προφανές αποτέλεσμα των παραπάνω θα ήταν η παύση της λειτουργίας των κινητήρων, η οποία προφανώς δεν σημειώθηκε, διότι οι κινητήρες μέχρι την ημερομηνία έναρξης των εργασιών συντήρησης ήταν πλήρως λειτουργικοί. Κατά την άποψή τους, το εν λόγω αποτύπωμα μπορεί να προκληθεί μόνον από σταθερά χαμηλή στάθμη με τον κινητήρα σε κατάσταση μη λειτουργίας (δηλαδή, εν στάσει) για σημαντικό χρονικό διάστημα. Συγκεκριμένα, οφείλει να αποδοθεί αποκλειστικά και μόνο στην παραμονή των μερικώς εξαρμοσμένων μηχανών στο πλοίο, κατά το διάστημα από 14-11-2017 (έναρξη εξαρμόσεων μέχρι και τις πολλαπλές εξαγωγής καυσαερίου, και αναπόφευκτη απώλεια- αποστράγγιση σημαντικής ποσότητας του ψυκτικού υγρού) έως 07/12/2017 (εξαγωγή των χιτωνίων των κυλίνδρων). Η αποστράγγιση δε του ψυκτικού (με τις μηχανές εν στάσει – εκτός λειτουργίας) είχε ως αποτέλεσμα την αποτύπωση της δημιουργηθείσας γραμμής με τρόπο σχεδόν πανομοιότυπο σε κάθε χιτώνιο και των δύο μηχανών, γεγονός που προφανώς αντιστοιχεί στην ίδια οριζόντια στάθμη του ψυκτικού στους υπόψη κινητήρες διάταξης V. Όσον αφορά στην άποψη του τεχνικού συμβούλου της ενάγουσας ότι έλαβε χώρα τοπική υπερθέρμανση, η οποία προκάλεσε απώλεια της στεγανότητας του στεγανοποιητικού δακτυλίου του ψυκτικού υγρού στις πολλαπλές εξαγωγής καυσαερίου (κάθε μηχανής) με αποτέλεσμα τη σταδιακή επιμόλυνση του ψυκτικού υγρού με καυσαέριο, οι εν λόγω τεχνικοί σύμβουλοι υποστηρίζουν ότι σε μια τέτοια περίπτωση: (α) Θα είχε προκληθεί υπερθέρμανση του ψυκτικού υγρού λόγω της υψηλής θερμοκρασίας των καυσαερίων (ενδεικτικά: τάξης 600 °C) σε σχέση με αυτήν του ψυκτικού υγρού, με αποτέλεσμα την υπερθέρμανση αυτού, και συνεπώς την απώλεια της ψυκτικής ικανότητάς του και επακόλουθο την καθολική απώλεια ψύξης του κινητήρα, (β) Όταν οι κινητήρες του σκάφους ετίθεντο εκτός λειτουργίας, τότε, λόγω της φερόμενης αστοχίας των στεγανοποιητικών δακτυλίων των πολλαπλών εξαγωγής καυσαερίου, αναπόφευκτα η μη ύπαρξη ροής και πίεσης καυσαερίων θα προκαλούσε διαρροή ψυκτικού υγρού αρχικά προς το εσωτερικό των πολλαπλών εξαγωγής καυσαερίων, και ακολούθως προς τους θαλάμους καύσης των κυλίνδρων, διαμέσου όποιων βαλβίδων εξαγωγής καυσαερίων θα είχαν παραμείνει ανοιχτές. Αυτό θα είχε ως απόρροια, κατά την επανεκκίνηση του κινητήρα, την πρόκληση υδραυλικής συμπίεσης και την επακόλουθη καταστροφή του κινητήρα. Ενόψει αυτών, κατά την άποψή τους, η υπόθεση της απώλειας της στεγανότητας των στεγανοποιητικών δακτυλίων (O-rings) και της επακόλουθης σημαντικής εισροής καυσαερίων στο δίκτυο του νερού ψύξης, οφείλει να αποκλειστεί κατηγορηματικά. Οι ίδιοι τεχνικοί σύμβουλοι, υποστηρίζουν ότι, η απουσία ειδοποίησης για χαμηλή στάθμη του ψυκτικού υγρού, είναι απολύτως συμβατή και υποστηρίζει περαιτέρω τα προηγηθέντα σχόλιά τους. Επιπλέον, εάν είχε προκύψει διαρροή και απώλεια ψυκτικού υγρού, και κατά συνέπεια alarms χαμηλής στάθμης αυτού, θα είχαν ακολουθήσει αναπόφευκτα και ειδοποιήσεις (alarms) για επακόλουθες συνέπειες, συγκεκριμένα: (α) alarm υψηλής θερμοκρασίας ψυκτικού υγρού, (β) alarm υψηλής θερμοκρασίας λιπαντικού ελαίου, (γ) alarm υψηλής θερμοκρασίας του αέρα εισαγωγής (μετά το intercooler), (δ) alarm υψηλής θερμοκρασίας επιστροφών καυσίμου, και (ε) alarms (δύο διακριτά) υψηλής θερμοκρασίας καυσαερίων. Πλην όμως, κατά την έκθεσή τους, κανένα από τα παραπάνω alarms δεν ενεργοποιήθηκε, με αποτέλεσμα και για το λόγο αυτό να πρέπει να αποκλειστεί και μάλιστα κατηγορηματικά  η υπόθεση για χαμηλή στάθμη του ψυκτικού υγρού κατά τη λειτουργία των κινητήρων. Στα συμπεράσματά τους, οι ανωτέρω τεχνικοί σύμβουλοι της εναγομένης, καταλήγουν ότι (α) η φερόμενη λειτουργία των προωστήριων μηχανών του σκάφους με ελλιπή ψύξη δεν συνάδει με τη διαπιστωθείσα, καταγεγραμμένη στην από 15.11.2018 έκθεση του ……….., καλή κατάσταση των κύριων τμημάτων των προωστήριων μηχανών του σκάφους και οφείλει να αποκλειστεί. Παρατεταμένη λειτουργία των μηχανών του σκάφους με ελλιπή ψύξη (εξαιτίας της φερόμενης διαρροής του ψυκτικού υγρού) είναι πρακτικά και τεχνικά αδύνατη. Ελλιπής ψύξη των προωστήριων κινητήρων του εν θέματι σκάφους, ακόμη κι αν ως υπόθεση εργασίας ήθελε υιοθετηθεί, δεν μπορεί να δικαιολογήσει, με οποιονδήποτε τρόπο, την παρουσία τόσο έντονης και εκτεταμένης διάβρωσης, ιδίως δε στα τεμάχια από αλουμίνιο, στις υπόψη προωστήριες μηχανές. Κατά συνέπεια, η λειτουργία των προωστήριων μηχανών του σκάφους με ελλιπή ψύξη για οποιαδήποτε αιτία, συμπεριλαμβανόμενης της μη εξασφάλισης της απαραίτητης στάθμης λόγω αμέλειας του πληρώματος, οφείλει να αποκλειστεί κατηγορηματικά και (β) Τα ευρήματα της παρούσας υπόθεσης είναι απολύτως συμβατά με υγρή διάβρωση μεταλλικών στοιχείων προωστήριων μηχανών από μακροχρόνια λειτουργία τους με χρήση ψυκτικού υγρού με μειωμένα χαρακτηριστικά αντιδιαβρωτικής προστασίας (έλλειψη αναστολέων διάβρωσης) σε συνδυασμό με φυσιολογική φθορά των εξαρτημάτων των εν λόγω κινητήρων από συνήθη χρήση και λειτουργική καταπόνηση, πιθανότατα χωρίς αντικατάσταση της πλήρους ποσότητας του ψυκτικού υγρού σε ετήσια βάση (όπως ορίζεται από την κατασκευάστρια εταιρία των κινητήρων). Τούτο άλλωστε, κατά τους εν λόγω τεχνικούς συμβούλους, επιβεβαιώνεται και από την με αριθμό 26.378 ένορκη βεβαίωση του ……., όπου γίνεται αναφορά σε «εμπλουτισμό με αντισκωριακό» του δικτύου ύδατος κυκλοφορίας». Με την αναφορά ότι, οι αναστολείς διάβρωσης δεν προστίθενται στην υπάρχουσα στο δίκτυο ποσότητα ψυκτικού υγρού με αυθαίρετο τρόπο, αλλά προσμειγνύονται με τη γλυκόλη και το απιονισμένο νερό σε συγκεκριμένη δοσολογία πριν από την πλήρωση του δικτύου με αυτό, ως ομογενοποιημένου εκτός μηχανής διαλύματος.

Ενόψει των διαφορετικών απόψεων των τεχνικών εκθέσεων που προσκομίζονται από τους διαδίκους, ως προς την πιθανότερη εγγύτερη αιτία της διαπιστωθείσας ανωτέρω κατάστασης των εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών του ενδίκου πλοίου, ζήτημα για το οποίο απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης, λαμβανομένου υπόψη ότι ειδικώς όσον αφορά την από 12.4.2021 τεχνική έκθεση των ……. και ….., σε αυτήν έγινε ειδική, προς επιβεβαίωση των επιστημονικών τους απόψεων, αναφορά στην απουσία ειδοποίησης για χαμηλή στάθμη του ψυκτικού υγρού προφανώς από τα ειδικά alarms που διαθέτουν οι κύριες μηχανές του εν λόγω πλοίου, παρά το γεγονός ότι η ενάγουσα επικαλείται και προσκομίζει ως σχετικά 13α και 13β φωτογραφικές απεικονίσεις από τις οθόνες του συστήματος παρακολούθησης και ελέγχου αυτοματισμού των κυρίων μηχανών, από τις οποίες εμφαίνεται, κατά τους ισχυρισμούς της το ιστορικό συναγερμών/ ενδείξεων και δη ένας συναγερμός (alarm) χαμηλής στάθμης νερού ψύξεως στη δεξιά μηχανή και δύο συναγερμοί (alarm) χαμηλής στάθμης νερού ψύξεως, αφορώντες στην αριστερή μηχανή {η λήψη φωτογραφιών την 22.6.2018, κατά τη διάρκεια τοποθέτησης των δυο κυρίων μηχανών επί του πλοίου, κατόπιν ενεργοποίησης των ηλεκτρονικών εγκεφάλων λειτουργίας από τον κατασκευαστή αυτών, παρουσία των επιθεωρητών της εταιρείας ………………, προσεπιβεβαιώνεται στη σελίδα 15 της ανωτέρω από 26.10.2020 τεχνικής έκθεσης αυτών, έστω κι αν οι ίδιοι αναφέρουν ότι από τις φωτογραφίες εντόπισαν μόνον ένα alarm χαμηλής στάθμης νερού ψύξεως στη δεξιά μηχανή},  όσον δε αφορά στην ανωτέρω από 15.11.2018 έκθεση του ………….., ως προς τη σκληρότητα του δείγματος των υγρών από τις κύριες μηχανές του ανωτέρω πλοίου που υπεβλήθη σε χημική ανάλυση, ο ίδιος ανέφερε στη σελίδα 12 της εν λόγω εκθέσεως «… Όπως υποδεικνύεται εκ των ανωτέρω, οι τιμές Σκληρότητας που μετρήθηκαν από τη Χημική Ανάλυση, υπερέβησαν τις συνιστώμενες από την MTU μέγιστες τιμές Σκληρότητας, και στις δύο μηχανές. Αυτό όμως ήταν αναμενόμενο, διότι η προέλευση του Γλυκού Νερού που παρέχεται για να καλυφθούν οι απώλειες, σε ένα πλοίο που ταξιδεύει μεταξύ των Ελληνικών νησιών, περιορίζεται στο πόσιμο νερό αυτών των νησιών…», το Δικαστήριο τούτο, προκειμένου να καταλήξει σε ασφαλή δικανική πεποίθηση για τη βασιμότητα των λοιπών, πλην των άνω απορριφθέντων, λόγων της ένδικης εφέσεως, κρίνει ότι πρέπει, χωρίς να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, γενομένου δεκτού σχετικού αιτήματος της εναγομένης, να διαταχθεί η επανάληψη της συζητήσεως στο ακροατήριο της υποθέσεως, που έχει κηρυχθεί περαιωμένη, προκειμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 254, σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 368 επ. ΚΠολΔ, να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη για να διαπιστωθεί η πιθανότερη εγγύτερη αιτία της μη κανονικής κατάστασης των κυρίων μηχανών του ανωτέρω πλοίου της ενάγουσας, όπως αυτή διαπιστώθηκε από τους τεχνικούς συμβούλους των διαδίκων και περιγράφεται στην από 15.11.2018 τεχνική έκθεση του ………. και στην από 26.10.2020 έκθεση της εταιρείας ………….. Η πραγματογνωμοσύνη θα διεξαχθεί με επιμέλεια του επιμελέστερου από τους διαδίκους, από ένα πραγματογνώμονα, που διορίζεται στο διατακτικό της παρούσας, από το σχετικό κατάλογο, που τηρείται στο Δικαστήριο τούτο, ο οποίος, αφού τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 375 και 385 του ΚΠολΔ, δώσει τον νόμιμο όρκο (άρθρο 385 σε συνδ. με 408 ΚΠολΔ), αφού λάβει υπόψη του όλα τα στοιχεία της δικογραφίας, που είναι χρήσιμα για τη διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης και ιδίως, μεταξύ άλλων, την αγωγή και τις έγγραφες προτάσεις των διαδίκων, την ένδικη έφεση, την εκκαλουμένη με αριθμό 1012/2022 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου που εξεδόθη κατά την τακτική διαδικασία, όλες τις προσκομιζόμενες τεχνικές εκθέσεις – γνωμοδοτήσεις των τεχνικών συμβούλων των διαδίκων, την επιδοτέα, προς αυτόν παρούσα απόφαση και οιοδήποτε έγγραφο κρίνει αναγκαίο και αφού ζητήσει σχετικές πληροφορίες από τους διαδίκους, να αποφανθεί, ύστερα και από μελέτη όλων των εγγράφων, με δεόντως αιτιολογημένη έγγραφη έκθεσή του, η οποία θα κατατεθεί, με σύνταξη σχετικής έκθεσης, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και θα προσκομισθεί κατά την επαναληπτική συζήτηση της υποθέσεως, αναφορικά με τα εξής ζητήματα:

(α) Ποία κατά την άποψή του τυγχάνει η πιθανότερη εγγύτερη αιτία της κατάστασης των κυρίων μηχανών του ανωτέρω πλοίου, η οποία διαπιστώθηκε από τους τεχνικούς συμβούλους των διαδίκων και περιγράφεται στην από 15.11.2018 τεχνική έκθεση του …………. και στην από 26.10.2020 έκθεση της εταιρείας …………., ιδίως δε εάν οι περιγραφόμενες στις ανωτέρω τεχνικές εκθέσεις διαβρώσεις, άλλως οξειδώσεις στα ανωτέρω αναφερόμενα εξαρτήματα των κυρίων μηχανών του πλοίου και το τρύπημα του τύπου σπιράλ ελαστικού συνδέσμου και των δύο στροβυλοσυμπιεστών, άλλως υπερσυμπιεστών, αποτελούν αποτέλεσμα (ι) φθοράς αυτών από τη συνήθη και δη κανονική χρήση, αφού ληφθούν υπόψη και οι οδηγίες συντήρησης του κατασκευαστή αυτών (κυρίων μηχανών), με σαφώς αιτιολογημένη αναφορά των ισχυόντων εν προκειμένω οδηγιών συντήρησης, ενόψει του χρόνου κατασκευής των εν λόγω κυρίων μηχανών και της διαφωνίας των διαδίκων ως προς τις οδηγίες συντήρησης του κατασκευαστή, οι οποίες εφαρμόζονται εν προκειμένω, καθώς επίσης αφού λάβει υπόψη του και τις προηγούμενες εργασίες συντήρησης αυτών και τα με αριθμό …. από 4.3.2015, ……. από 31.3.2015 και ….. από 30.10.2015 τιμολόγια της εταιρείας ………., ή (ιι) συνεπεία της λειτουργίας των εν λόγω κυρίων μηχανών του πλοίου με χαμηλή στάθμη ψυκτικού υγρού, όπως υποστηρίζει η ενάγουσα ή (ιιι) συνεπεία χρήσης μη κατάλληλου, κατά τις προδιαγραφές του κατασκευαστή των εν λόγω κυρίων μηχανών, ψυκτικού υγρού, όπως υποστηρίζει η εναγομένη,

(β) Εάν κατά την επιστημονική του άποψη πιθανότερη εγγύτερη αιτία της ανωτέρω διαπιστωθείσης κατάστασης των εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών του εν λόγω πλοίου είναι αυτή της λειτουργίας των κυρίων μηχανών του ενδίκου πλοίου με χαμηλή στάθμη ψυκτικού υγρού (ι) να προσδιορισθεί, ει δυνατόν, η αιτία απώλειας του ψυκτικού υγρού που καθιστούσε αναγκαία τη συμπλήρωση αυτού, ενόψει του ότι οι εν λόγω κύριες μηχανές διαθέτουν κλειστό κύκλωμα ψύξης, (ιι) να προσδιορισθεί η χρονική διάρκεια λειτουργίας των εν λόγω κυρίων μηχανών χωρίς επαρκές ψυκτικό υγρό η οποία ηδύνατο να οδηγήσει στο ανωτέρω αποτέλεσμα και να διευκρινισθεί εάν αρκεί έστω και μία φορά λειτουργίας των εν λόγω κυρίων μηχανών με μη επαρκή ποσότητα ψυκτικού υγρού να οδηγήσει σε απώλεια της στεγανότητας του στεγανοποιητικού δακτυλίου του ψυκτικού υγρού στις πολλαπλές εξαγωγής καυσαερίου (κάθε μηχανής) και να προσδιορίσει, ει δυνατόν, τον χρόνο που, κατά την επιστημονική του άποψη, οι εν λόγω κύριες μηχανές λειτούργησαν χωρίς επαρκές σε ποσότητα ψυκτικό υγρό (ιιι) αφού αναλυθεί η διαδικασία συμπλήρωσης ελλείποντος ψυκτικού υγρού στις κύριες μηχανές του εν λόγω πλοίου, να διευκρινισθεί εάν αυτή δύναται να πραγματοποιηθεί από μη μηχανικό και δη πρόσωπο μη διαθέτων ειδικές γνώσεις μηχανικού,

(γ) Το εκ του κατασκευαστή των εν λόγω κυρίων μηχανών χρονικό όριο γενικής επισκευής των κυρίων μηχανών του εν λόγω πλοίου και δη εάν αυτό είναι ο χρόνος των 4.000 ωρών λειτουργίας αυτών ή αυτό των 5.000 ωρών λειτουργίας, καθώς επίσης εάν με βάση τα προσκομισθέντα υπό της εναγούσης τιμολόγια επισκευής, αφορώντα κατά τους ισχυρισμούς της επισκευή της αριστερής μηχανής λαβούσα χώρα τον μήνα Δεκέμβριο 2014 ανταποκρίνονται στις κατά τον κατασκευαστή των εν λόγω κυρίων μηχανών εργασίες γενικής επισκευής επιπέδου (QL4).

(δ) Εάν οι αναφερόμενες στην αγωγή καταστάσεις αγοράς ανταλλακτικών και το προσκομισθέν τιμολόγιο επισκευής, αφορούν υλικά και εργασίες που συνδέονται με τη διαπιστωθείσα στην από 15.11.2018 τεχνική έκθεση του …………. και στην από 26.10.2020 έκθεση της εταιρείας …………….. κατάσταση των εξαρτημάτων των κυρίων μηχανών, που αποδίδεται από την ενάγουσα σε αμελή συμπεριφορά του πλοιάρχου και του πληρώματος του εν λόγω πλοίου και δη στην παράλειψη συμπλήρωσης του αναγκαίου ψυκτικού υγρού των ανωτέρω κυρίων μηχανών του πλοίου ή, όπως καταθέτει ο ……………… στην προαναφερομένη ένορκη βεβαίωσή του, αφορά αγορά ανταλλακτικών στα πλαίσια της γενικής επισκευής και των δύο μηχανών του πλοίου της ενάγουσας.

Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο διατάσσει επανάληψη της συζήτησης της υπό κρίση εφέσεως στο ακροατήριο, κατά τις διατάξεις των άρθρων 254 και 368 επ. ΚΠολΔ, προκειμένου να συνταχθεί και προσκομισθεί από τον επιμελέστερο των διαδίκων, η αναφερομένη στο διατακτικό της παρούσας έκθεση πραγματογνωμοσύνης, από ειδικό επιστήμονα που έχει επιλεγεί από τον οικείο κατάλογο του παρόντος Δικαστηρίου. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, εν προκειμένω όσον αφορά στην διατασσόμενη με την παρούσα επανάληψη συζήτησης προκειμένου και για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, δεν δύναται να εφαρμοσθεί η διάταξη του άρθρου 237 παρ.8 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με τις διατάξεις των άρθρων 12 και 120 του Ν. 4842/2021, εφαρμοζόμενη και στις εκκρεμείς δίκες, δεδομένου ότι προ της διερεύνησης της ουσίας της ένδικης υποθέσεως, έλαβε χώρα ουσιαστική διερεύνηση των πρώτου, τρίτου και πέμπτου των λόγων εφέσεως κατά το πρώτο σκέλος τους, ήτοι καθό μέρος η εναγομένη πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση εκ του λόγου ότι εδέχθη την ένδικη αγωγή ως ορισμένη και νόμιμη, η διερεύνηση των οποίων λογικά προηγείται της διερεύνησης της ουσίας της υπόθεσης, η οποία δύναται να γίνει μόνον με την έκδοση απόφασης από το Δικαστήριο περί τούτου και όχι με διάταξη του άρθρου 237 παρ.8 ΚΠολΔ. Η παρούσα απόφαση πρέπει, κατ’ άρθρο 375 ΚΠολΔ, να κοινοποιηθεί, με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου, στους διαδίκους και στον αναφερόμενο στο διατακτικό της παρούσας πραγματογνώμονα. Τέλος, διάταξη περί δικαστικών εξόδων δεν περιέχεται, καθόσον η παρούσα απόφαση είναι μη οριστική.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την ένδικη έφεση τυπικά.

Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης.

Διορίζει από τον οικείο κατάλογο του παρόντος Δικαστηρίου, πραγματογνώμονα τον …………………………..  ο οποίος αφού δώσει τον όρκο που προβλέπεται από το νόμο, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την επομένη ημέρα της κοινοποιήσεως σε αυτόν της παρούσας απόφασης, σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί από τη Γραμματεία, αφού λάβει υπόψη του όλα τα στοιχεία της δικογραφίας, που είναι χρήσιμα για τη διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης και ιδίως, μεταξύ άλλων, την αγωγή και τις έγγραφες προτάσεις των διαδίκων, την ένδικη έφεση, της εκκαλουμένη με αριθμό 1012/2022 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου που εξεδόθη κατά την τακτική διαδικασία, όλες τις προσκομιζόμενες τεχνικές εκθέσεις – γνωμοδοτήσεις των τεχνικών συμβούλων των διαδίκων, την επιδοτέα, προς αυτόν παρούσα απόφαση και οιοδήποτε έγγραφο κρίνει αναγκαίο που υπάρχει στη δικογραφία ή κατέχουν οι διάδικοι, και ζητήσει κάθε απαιτούμενη διευκρίνηση ή πληροφορία από τους διαδίκους ή τους πληρεξουσίους τους δικηγόρους, θα γνωμοδοτήσει εγγράφως, με πλήρως αιτιολογημένη έκθεση της, στην οποία θα αναφέρει κάθε χρήσιμο στοιχείο  για τη διαλεύκανση της υποθέσεως και την οποία θα καταθέσει στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την ημέρα της όρκισής της, για τα ειδικά θέματα που αναφέρονται στο σκεπτικό της παρούσας.

Διατάσσει την με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου κοινοποίηση αντιγράφου της παρούσας απόφασης στους διαδίκους και στον ανωτέρω διορισμένο πραγματογνώμονα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε   και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, δίχως την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων στον Πειραιά την 31-12-2024

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                 Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ