Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 603/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  603/2024

ΤΡΙΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Σοφία Καλούδη, Εφέτη, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα, Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΠΟΡΟΥ» (ΑΦΜ ………..), με έδρα τον Πόρο Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Αικατερίνη Μώρου με δήλωση (ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

Του εφεσιβλήτου: ……….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Στυλιανό Τσολάκο.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με αρ. κατ. …………/2021 αγωγή, που ζήτησε να γίνει δεκτή.

Το Δικαστήριο με τη με αριθμό 2813/2023 οριστική απόφαση δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Εναντίον αυτής της απόφασης το εναγόμενο εκκαλούν άσκησε την με αρ. κατ. ………./2023 έφεση, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί (αρ. ……………/2023 εκθ. Εφ.Πειρ.) στη δικάσιμο αυτή που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αρ. 2813/2023 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 1). Είναι επομένως τυπικά δεκτή και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της.

Με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή, ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος, ζήτησε να αναγνωριστεί κύριος ενός αυτοτελούς ενιαίου ακινήτου που περιέγραφε κατά θέση, έκταση και όρια, την κυριότητα του οποίου ισχυρίστηκε ότι απέκτησε με παράγωγο τρόπο και δη από κληρονομιά του πατέρα του που αποδέχθηκε με νομίμως μεταγεγραμμένο συμβολαιογραφικό έγγραφο, ο οποίος είχε αποκτήσει αυτό εν ζωή με αγορά με νομίμως μεταγεγραμμένο συμβολαιογραφικό έγγραφο από αληθινούς συγκυρίους τούτου και οι τελευταίοι είχαν αποκτήσει αυτό από κληρονομιά του πατέρα τους που αποδέχθηκαν με ενεργή ανάμειξη σ’ αυτήν, σύμφωνα με το προγενέστερο δίκαιο, ο οποίος είχε αποκτήσει αυτό με αγορά από αληθινούς κυρίους με νομίμως μεταγεγραμμένο συμβολαιογραφικό έγγραφο, που το απέκτησαν για νόμιμες αιτίες μετά από αδιάκοπη σειρά νομίμως μεταγεγραμμένων συμβολαιογραφικών εγγράφων, του τελευταίου τούτων το έτος 1858. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι οι απώτατοι δικαιοπάροχοί του απέκτησαν κυριότητα επί του επιδίκου ασκώντας τις προσιδιάζουσες σ’ αυτό  πράξεις νομής που ανέφερε, συνεχώς και αδιαλείπτως από το έτος 1858 έως το έτος 1936, οπότε και εντάχθηκε στη χερσαία ζώνη λιμένος μέχρι το έτος 2008, που εξήλθε αυτής. Το εναγόμενο, ήδη εκκαλούν, αρνήθηκε την αγωγή και πρόβαλε την ένσταση ότι το επίδικο είχε καταστεί κοινόχρηστο μέχρι την εισαγωγή το Αστικού Κώδικα με την αμνημονεύτου χρόνου παραγραφή του προισχύσαντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε τον εφεσίβλητο ενάγοντα κύριο του επιδίκου με παράγωγο τρόπο, απορρίπτοντας κατ’ ουσίαν τους ισχυρισμούς του εκκαλούντος εναγομένου. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονείται το τελευταίο με την υπό κρίση έφεσή του α) για  εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, επειδή η ένδικη αγωγή κρίθηκε ορισμένη ενώ ήταν αόριστη και ως εκ τούτου απαράδεκτη, γιατί αφορούσε τμήμα μείζονος έκτασης και δεν προσδιορίζονταν τα όρια αυτού ως προς αυτήν και β) για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να απορριφθεί κατ’ ουσίαν η αγωγή.

Σχετικά με το λόγο έφεσης που αφορά το παραδεκτό της αγωγής, αυτός πρέπει να απορριφθεί, επειδή, κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, το επίδικο ακίνητο, είναι ένα αυτοτελές ενιαίο ακίνητο, που προέρχεται από παλαιότερη κατάτμηση μείζονος έκτασης, επί του οποίου ολόκληρου η κυριότητα του ενάγοντος αμφισβητείται και επομένως επαρκώς προσδιορίζεται τούτο ως αυτοτελές ακίνητο ως προς τη θέση, την έκταση και τα όριά του, ανεξάρτητα από τη μείζονα έκταση από την οποία παλαιότερα προήλθε.

Από τα έγγραφα που προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων περιέχονται και ένορκες βεβαιώσεις που ελήφθησαν στα πλαίσια άλλων δικών και δεν χρειάζεται να αναφέρονται ειδικά, όλες τις μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφίες και ορθοφωτογραφίες και όλα τα σχεδιαγράμματα και τους χάρτες που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, είτε για άμεση είτε για έμμεση απόδειξη, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:   Το επίδικο ακίνητο είναι ένα οικόπεδο, επιφανείας 704,04 τ.μ. που βρίσκεται εντός του Δήμου Πόρου Τροιζηνίας, στο Ο.Τ …. και ορίζεται βόρεια με πλευρά 37.98 μ. με το ………………, νότια με πλευρά 34,02 μ. με ………., ανατολικά με πλευρά 20,5 μ. με τη δημόσια οδό …………. και δυτικά με πλευρά 19,20 με ιδιοκτησία αγνώστου και πέραν αυτής με γραμμή παλαιού αιγιαλού και με ……….., όπως φαίνεται στο από Σεπτεμβρίου 2008 τοπογραφικό διάγραμμα ……………, αξίας τούτου 456.000 ευρώ. Το ως άνω ακίνητο ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι απέκτησε από εκ δημόσιας διαθήκης κληρονομιά του αποβιώσαντος την 18.1.1998 πατέρα του, ………., την οποία αποδέχθηκε με τη νομίμως μεταγεγραμμένη ………/29.7.2010 πράξη δήλωσης αποδοχής ενώπιον του συμβ/φου Αθηνών, …………. και ότι ο δικαιοπάροχος πατέρας του απέκτησε αυτό, ως τμήμα μείζονος εκτάσεως, κατά τα εξ αδιαιρέτου μερίδια 14/15 και 1/15, από τους …………….., με δύο νομίμως μεταγεγραμμένα αγοραπωλητήρια συμβόλαια, το ………../5.6.1952 του συμβ/φου Αθηνών ……….. (14/15) και το ……../1953 του συμβ/φου Καλαυρίας ………… Οι δε ειδικοί δικαιοπάροχοι αυτού ισχυρίζεται ότι απέκτησαν όλη τη μείζονα έκταση από τους …….. και ………. με το νομίμως μεταγεγραμμένο ……../7.3.1923 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβ/φου Καλαυρίας, ……….. Στους τελευταίους ισχυρίζεται ότι περιήλθε από άνευ διαθήκης κληρονομιά του αποβιώσαντος την 27.4.1901 πατέρα τους, ……….., την οποία αποδέχθηκαν με ενεργή ανάμειξη σ’ αυτήν, ενώ σ’ αυτόν ισχυρίζεται ότι περιήλθε με αγορά από τον ………. με το νομίμως μεταγεγραμμένο 5.188/1896 συμβόλαιο του συμβ/φου Καλαυρίας . ……….. Στον τελευταίο, ο εφεσίβλητος ισχυρίζεται ότι περιήλθε το επίδικο από τον ………… με αγορά με το ………/1894 συμβόλαιο του συμβ/φου Καλαυρίας, …………., στον οποίο ισχυρίζεται ότι περιήλθε με αγορά από τους ….. και ………. με το ……../1858 συμβόλαιο του συμβ/φου Καλαυρίας, ………… Στα …………./1952 και ………../1953 προαναφερόμενα συμβόλαια αναφέρεται ως βόρειο σύνορο του ακινήτου που αφορούν, η οικία ….., ως δυτικό, ο δημόσιος δρόμος και ως νότιο σύνορο αυτού, από παλιά το οικόπεδο του ……. και, κατά το χρόνο σύνταξης του συμβολαίου, ιδιωτική οδός. Στο ……../1923 ως άνω συμβόλαιο, αναφέρεται ως βόρειο σύνορο η οικία και ο κήπος κληρονόμων ……, ως δυτικό, ο δρόμος και ως νότιο, η οικία και το προαύλιο ………. Στο ………../1858 ως άνω συμβόλαιο,  αναφέρεται ως βόρειο σύνορο, το οικόπεδο ……….., ως δυτικό, ο δημόσιος δρόμος και ως νότιο, το οικόπεδο ………… Στα …/1896 και …../1894 ως άνω συμβόλαια η έκταση οριοθετείται γύρωθεν με δρόμο και οικία ………..και …………, με δημόσιο δρόμο, με οικόπεδο …….. και νυν ……..  και με οικία ………….. Σε κανένα εκ των αναφερομένων τίτλων δεν αναφέρεται ως βόρειο σύνορο ο χώρος που βρίσκεται σήμερα το …….. Πόρου, στον οποίο το 1831 υπήρχε ο πρώτος ναύσταθμος της ελεύθερης Ελλάδας, που αρχικά μεν ιδρύθηκε το 1827 σε άλλο σημείο της νήσου, 300 μέτρα νοτιότερα του επιδίκου, όπου σήμερα βρίσκεται το ………., αλλά το 1831 μεταφέρθηκε στο χώρο του ………. Μεταγενέστερα το έτος 1897 στον ως άνω χώρο εγκαταστάθηκε το ……….., το οποίο παρέμεινε και λειτούργησε μέχρι το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά την απελευθέρωση, ως κέντρο προπαίδευσης και εκπαίδευσης ναυτών έως το 1952 και μετά έως το 1991 σαν σχολή υπαξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού και μετέπειτα μέχρι σήμερα, ως κέντρο εκπαίδευσης. Εν ολίγοις, ο χώρος, ως Ναύσταθμος ή Κεντρικό Προγυμναστήριο ή κέντρο προπαίδευσης ή σχολή υπαξιωματικών ή κέντρο εκπαίδευσης υπάρχει από το 1831 έως σήμερα και ήταν γνωστός σε όλους, γι’ αυτό και αναφέρεται στα ως άνω συμβόλαια ότι το ακίνητο που αφορούσαν βρισκόταν έναντι ή παρά ή πλησίον του Κεντρικού Προγυμναστηρίου, αλλά σε κανένα ως βόρειο σύνορο. Αντίθετα στα ως άνω συμβόλαια αναφέρονται ως βόρειο σύνορο ιδιοκτησίες ιδιωτών. Επίσης στα ως άνω συμβόλαια, που επικαλείται ως τίτλους κτήσης ο εφεσίβλητος, αναφέρεται ως δυτικό σύνορο, ο δημόσιος (παραλιακός) δρόμος και ως νότιο σύνορο, ιδιωτική οδός (στα πιο πρόσφατα συμβόλαια, ήτοι τα ……./1952 και ……./1953) και η ιδιοκτησία ……… (στα παλαιότερα συμβόλαια, ήτοι τα ………../1923, ………./1896, ………./1894), που είναι η ίδια με αυτήν που αναφέρεται ως ιδιοκτησία ……….. στο από Σεπτεμβρίου 2008 τοπογραφικό διάγραμμα ………….. Το επίδικο όμως έχει ως δυτικό σύνορο ιδιοκτησία αγνώστου και μετά απ’ αυτήν τη γραμμή παλαιού αιγιαλού και χώρο σταθμεύσεως, ως δε νότιο σύνορο την δημοτική παιδική χαρά. Ο δε δημόσιος παραλιακός δρόμος που αναφέρουν τα ως άνω συμβόλαια ότι συνορεύει δυτικά το ακίνητο που αφορούν είναι η οδός που παλαιότερα ονομαζόταν …….. και τώρα ………, ο οποίος (δρόμος) υπήρχε από το έτος 1830 και με το πέρασμα των χρόνων διαπλατύνθηκε και διαμορφώθηκε στη σημερινή του μορφή. Αυτή η οδός βρίσκεται ανατολικά του επιδίκου. Ο επικαλούμενος από τον εφεσίβλητο ως παραλιακός δρόμος που βρίσκεται δυτικά του επιδίκου και σε επαφή με την παραλία δεν είναι ο δημόσιος παραλιακός δρόμος αλλά ήταν ο παλαιός αιγιαλός (η αμμουδιά) που μεταγενέστερα (το έτος 1862 όπως θα αναλυθεί κατωτέρω) διαμορφώθηκε σε προκυμαία και σήμερα σε προβλήτα. Ποτέ όμως δεν υπήρξε ο δημόσιος παραλιακός δρόμος. Το δε νότιο όριο του ακινήτου των επικαλούμενων από τον εφεσίβλητο ενάγοντα τίτλων είναι ιδιοκτησίες (………. και ιδιωτικός δρόμος) που δεν ταυτίζονται με το νότιο όριο του επιδίκου και όλες τους βρίσκονται ανατολικότερα του ως άνω δημόσιου παραλιακού δρόμου ………., ενώ το επίδικο ακίνητο βρίσκεται δυτικότερα.  Από τα ανωτέρω είναι ξεκάθαρο ότι το επίδικο ακίνητο δεν περιλαμβάνεται στους τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων (άμεσου, απώτερων και απώτατων) του εφεσίβλητου. Αυτοί οι τίτλοι αφορούν την ιδιοκτησία που αναμφισβήτητα έχει ο εφεσίβλητος, συγκεκριμένα ένα τριώροφο κτίσμα μετά του οικοπέδου του που βρίσκεται έναντι του ………., στο Ο.Τ. ……… και συνορεύει δυτικά με τον δημόσιο δρόμο ………, βόρεια με δημοτική οδό και μετά με ιδιοκτησίες αγνώστων και νότια εν μέρει με δημοτική οδό με κλίμακα (βλ. την 665/2019 Τριμελές Εφετείο Πειραιώς) και μετά με ιδιοκτησία … ή ….. ή ….. Επομένως, εφόσον το επίδικο δεν περιλαμβανόταν στα …………../1952 και ………/1953 αγοραπωλητήρια συμβόλαια του πατέρα του εφεσίβλητου, ούτε στους ως άνω αναφερόμενους τίτλους των απώτερων και απώτατων δικαιοπαρόχων του, αυτός δεν απέκτησε κυριότητα επί του επιδίκου με παράγωγο τρόπο. Ούτε όμως και με πρωτότυπο τρόπο (τακτική και έκτακτη χρησικτησία) απέκτησαν κυριότητα οι απώτεροι και απώτατοι δικαιοπάροχοι του εφεσιβλήτου επί του επιδίκου. Και τούτο γιατί οι επικαλούμενες απ’ αυτόν πράξεις νομής που έκαναν αυτοί πριν το έτος 1938 – αφού έκτοτε και μέχρι το 2008 το επίδικο εντάχθηκε στη χερσαία ζώνη λιμένος (25169/1938 απόφαση του Υπουργού Συγκοινωνιών σε συνδυασμό με την 07/ΔΤΑ/1339/22.2.2008 απόφαση του Γ.Γ. Περιφέρειας Αττικής) και δεν ασκούσαν καμία πράξη νομής, όπως ομολογεί και ο ίδιος στην αγωγή του – αυτές οι πράξεις νομής αφορούσαν το ακίνητο που περιγράφονταν στα ως άνω συμβόλαια, που βρισκόταν ανατολικά του δημόσιου δρόμου ……….., όπου κείται και το τριώροφο κτίσμα, ιδιοκτησίας του, και όχι το επίδικο, που είναι διαφορετικό απ’ αυτό, βρίσκεται δυτικά του προαναφερόμενου δρόμου και δεν περιλαμβάνεται στους τίτλους. Άλλωστε η επίδικη έκταση αποτελεί τμήμα μείζονος κοινόχρηστης δημοτικής έκτασης που σήμερα καταλαμβάνει το Ο.Τ. ……… και δημιουργήθηκε το έτος 1862 με την διαμόρφωση των κρηπιδωμάτων στην εν λόγω περιοχή (ΒΔ 17.7.1862 περί της γραμμής των κρηπιδωμάτων της πόλεως Πόρου). Έκτοτε (1862) η εν λόγω έκταση χρησιμοποιούνταν συνεχώς και αδιαλείπτως από αόριστο αριθμό κατοίκων της περιοχής, ως κοινόχρηστη, για περιπάτους και αναψυχή, για δε το χρονικό διάστημα από το 1936 και έπειτα και για την εξυπηρέτηση του λιμένα της περιοχής (πρόσβαση, αποχώρηση, παραμονή), μέχρι και την 23.2.1946, οπότε τέθηκε σε εφαρμογή ο Αστικός Κώδικας. Έτσι το επίδικο, ως τμήμα του μείζονος Ο.Τ. 376 απέκτησε την ιδιότητα του κοινοχρήστου, ανεπίδεκτου έκτοτε χρησικτησίας, με την αμνημονεύτου χρόνου παραγραφή του προγενέστερου βυζαντινορωμαϊκού δικαίου (ν.3 παρ. 2, πανδ 43.7, ν.2 παρ. 8 πανδ. 39.3, ν.28 πανδ. 22.3), αφού η αρχαιότητα στην ως άνω κοινόχρηστη χρήση, από ευρύτερο, αόριστο αριθμό προσώπων, υπήρξε συνεχής επί δύο γενεές, η κάθε μία των οποίων εκτείνεται σε σαράντα έτη και είχε συμπληρωθεί πριν από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (αρ. 51 ΕισΝΑΚ). Κατόπιν όλων των ανωτέρω η υπό κρίση αγωγή του εφεσιβλήτου έπρεπε να απορριφθεί κατ’ ουσίαν. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του τη δέχθηκε κατ’ ουσίαν και αναγνώρισε τον εφεσίβλητο κύριο της ως άνω επίδικης έκτασης, έσφαλε στην εκτίμηση των αποδείξεων, γι’ αυτό και πρέπει να γίνει δεκτή κατ’ ουσίαν η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να κρατηθεί η υπόθεση και να απορριφθεί η αγωγή κατ’ ουσίαν, καταδικαζομένου του ενάγοντος εφεσιβλήτου στη δικαστική δαπάνη του εκκαλούντος εναγομένου (ΚΠολΔ 183, 176).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την έφεση τυπικά και κατ’ ουσίαν.

Εξαφανίζει την 2813/2023 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διακρατεί και δικάζει επί της με αρ. κατ. …………/2021 αγωγής.

Απορρίπτει την αγωγή.

Καταδικάζει τον ενάγοντα εφεσίβλητο στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του εναγομένου εκκαλούντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας που καθορίζει σε δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 5  Δεκεμβρίου 2024 και δημοσιεύτηκε στον ίδιο τόπο στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις   6 Δεκεμβρίου 2024.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ