Αριθμός 2/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη και Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα K.Σ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
Α) ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» («e-ΕΦΚΑ») (ΦΕΚ Α 43/28.2.2020), πρώην «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.), ως οιονεί καθολικού διαδόχου του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ Ο.Α.Ε,.Ε.» και του «ΙΚΑ-ΕΤΑΜ» (51 και 53 του ν. 4387/2016), που εδρεύει στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπούμενο από το Διοικητή του (Α.Φ.Μ. …………..), το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο, Αικατερίνη Μπάγκου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) …….. και, 2) ………. ως συνασκούντων τη γονική μέριμνα και επιμέλεια του ανήλικου τέκνου τους ……. … κατοίκου ομοίως ως άνω, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους Δικηγόρο, Ασημίνα Αγγελοπούλου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).
Β) ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Φ.Μ. …….), ως εκπροσώπου του Δημοσίου, η οποία εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή αυτής, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα [άρθρα 1 παρ. 1,36 παρ. 1,41 παρ. 4 και 43 ν. 4389/2016, σε συνδ. με άρθρο 85 εδ. Α΄ΚΕΔΕ], το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον Δικαστικό Πληρεξούσιο Ν.Σ.Κ. Παναγιώτη Γαρόζη.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………….. και, 2) …………, ως ασκούντων από κοινού τη γονική μέριμνα και επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου γιου τους …………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους Δικηγόρο, Ασημίνα Αγγελοπούλου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).
Οι υπό στοιχ Α και Β εφεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 20.2.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2565/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) το υπό στοιχ Α εκκαλούν (δεύτερο εκ των εναγομένων) ν.π.δ.δ. με την από 30.12.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……/2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ …../2023) έφεσή του και β) το υπό στοιχ Β εκκαλούν (πρώτο εκ των εναγομένων) με την από 24.6.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτ ……./2022-ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023) έφεσή του. Δικάσιμος των ως άνω εφέσεων ορίσθηκε αρχικά η 11η.5.2023, μετά δε από αναβολή, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του υπό στοιχ Α εκκαλούντος και των υπό στοιχ Α και Β εφεσιβλήτων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν και ο δικαστικός πληρεξούσιος ΝΣΚ του υπό στοιχ Β εκκαλούντος, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 495 § 1 ΚΠολΔ το ένδικο μέσο της έφεσης ασκείται με δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ κατά το άρθρο 532 του ιδίου Κώδικα αν λείπει κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της έφεσης και ιδίως αν αυτή ασκήθηκε εκπροθέσμως το δευτεροβάθμιο δικαστήριο την απορρίπτει ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως. Το απαράδεκτο αποτελεί συνέπεια της έκπτωσης του διαδίκου από το δικαίωμα ασκήσεως της έφεσης (άρθρο 151 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 144 § 1 και 145 ΚΠολΔ προς εκείνη του άρθρου 518 § 2 του ιδίου Κώδικα, η οποία, μετά τη μεταρρύθμιση του ΚΠολΔ από το Ν. 4335/2015, ισχύει και όταν πρόκειται για έφεση κατ’ αποφάσεως που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (Π. Γιαννόπουλος, σε Κ. Οικονόμου [επιμ.] Η Έφεση – Συστηματική κατ’ άρθρο ερμηνεία του ΚΠολΔ, 2017, άρθρο 518, αρ. 4, σελ. 121, ο ίδιος, Οι ειδικές διαδικασίες του ΚΠολΔ μετά το ν. 4335/2015, ΕΠολΔ 2015/453 επομ., Κ. Μακρίδου, Ειδικές διαδικασιες στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μετά το Ν. 4335/2015, 2017, σελ. 59 – 61), προκύπτει ότι η προθεσμία της έφεσης κατ’ αποφάσεως που δεν επιδόθηκε είναι διετής, αρχίζει από την επομένη της δημοσιεύσεώς της και λήγει την αντίστοιχη ημέρα του δεύτερου έτους. Πρόκειται για καταχρηστική κατά τη νομική της φύση προθεσμία, η οποία κινείται ανεξάρτητα από οποιαδήποτε πρωτοβουλία των διαδίκων και δεν επηρεάζεται από τις προσωπικές συνθήκες τους (ΑΠ 1161/2021, πρώτη δημοσίευση σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ). Επειδή μάλιστα αποβλέπει στη δημιουργία διαδικαστικής βεβαιότητας και σε παγίωση της ασφάλειας των συναλλαγών (ΑΠ 1030/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), είναι ανελαστική και ανεπίδεκτη αναστολής ή επαναφοράς στην πρότερη κατάσταση κατά το άρθρο 152 ΚΠολΔ, το οποίο δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση παραμέλησης καταχρηστικής προθεσμίας (ΑΠ 264/2013, ΧρΙΔ 2014/374, ΑΠ 2064/2009, ΕφΑΔΠολΔ 2010/831, ΑΠ 1471/2007, ΝοΒ 2008/113), ακόμα και αν η απώλειά της οφείλεται σε ανώτερη βία, με την εξαίρεση, βέβαια, διαφορετικής ρύθμισης του νόμου. Τέτοια περίπτωση, ομοιάζουσα προς δικαιοστάσιο κατά την έννοια του άρθρου 255 ΑΚ (περί της οποίας βλ. Δ. Παπαδοπούλου – Κλαμαρή, σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλου Αστικός Κώδικας, 2η έκδοση [2016], τόμος Ιβ, Γενικές Αρχές, άρθρο 255, αρ. 12, σελ. 1384), το οποίο πάντως αφορά την αναστολή της παραγραφής των ουσιαστικών αξιώσεων και όχι των δικονομικών προθεσμιών ενέργειας, εισήχθη με τις νεαρές και εξαιρετικές νομοθετικές διατάξεις που απέβλεψαν στη ρύθμιση των ζητημάτων που ανέκυψαν λόγω της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της Χώρας για την προστασία του πληθυσμού από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID–19, που προκάλεσε την πρόσφατη πανδημία. Ειδικότερα, με το άρθρο 74 § 1 του Ν. 4690/2020 ορίστηκε ότι «Το χρονικό διάστημα της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της Χώρας (13.3.2020 – 31.5.2020) δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, … Μετά τη λήξη της παραπάνω αναστολής οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από τον νόμο προθεσμία. Ειδικότερα οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 215, των παρ. 1 και 2 του 237 και του άρθρου 238 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ), καθώς και οι προθεσμίες άσκησης ανακοπών, με εξαίρεση τις προθεσμίες του άρθρου 934 ΚΠολΔ, ένδικων μέσων και πρόσθετων λόγων δεν συμπληρώνονται, αν δεν παρέλθουν επιπλέον τριάντα (30) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους» και στην § 1 του άρθρου 83 του Ν. 4790/2021 ορίστηκε ότι «Το χρονικό διάστημα από τις 7.11.2020 έως και την ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, δυνάμει της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 11 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α` 55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α 76), δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, … Μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου, οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από τον νόμο προθεσμία. Οι προθεσμίες που ανεστάλησαν κατά τα προηγούμενα εδάφια, δεν συμπληρώνονται, εάν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους», ενώ στην ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 25 του Ν. 4792/2021 ορίστηκε ότι «Κατά την αληθή έννοια του άρθρου 83 του ν. 4790/2021, ως ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων της χώρας για τον υπολογισμό των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών, λογίζεται η ημερομηνία άρσης της αναστολής των προθεσμιών, η οποία επήλθε με τη λήξη ισχύος της υπό στοιχεία Δ Ια/Γ.Π.οικ. 18877/26.3.2021 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Μετανάστευσης και Ασύλου, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό “Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού CΟVID-19 στο σύνολο της Επικράτειας για το διάστημα από τη Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021 και ώρα 6:00 έως και τη Δευτέρα, 5 Απριλίου 2021 και ώρα 6:00” (Β’ 1194), ήτοι η 6.4.2021». Τέλος, στη γνήσια ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 49 του Ν. 4963/2022, υπό τον τίτλο «Πεδίο εφαρμογής της αναστολής των προθεσμιών που εισήχθησαν με το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 και την παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4790/2021», η οποία θεσπίστηκε μετά τη διχογνωμία που ανέκυψε στη νομολογία σχετικά με το αν η αναστολή καταλαμβάνει ή όχι και τις καταχρηστικές προθεσμίες άσκησης ενδίκων μέσων (βλ. τις αντίθετες ΑΠ 460/2022 και 762/2022, σε ΝοΒ 2022/1304 και 1307 αντίστοιχα), ορίστηκε ότι: «1. Κατά την αληθή έννοια του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 (Α΄ 104) και του πρώτου εδάφιου της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (Α΄ 48) ως προθεσμίες άσκησης ενδίκων βοηθημάτων και μέσων που ανεστάλησαν κατά το διάστημα από 13.3.2020 ως 31.5.2020 και από 7.11.2020 έως 5.4.2021, νοούνται και οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 518, της παρ. 5 του άρθρου 545 και της παρ. 3 του άρθρου 564 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985 (Α΄ 182), ΚΠολΔ). 2. Κατά την αληθή έννοια του τρίτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 και του τρίτου εδαφίου της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 ως προθεσμίες άσκησης ενδίκων μέσων των οποίων παρατείνεται η λήξη νοούνται και οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 518, της παρ. 5 του άρθρου 545 και της παρ. 3 του άρθρου 564 ΚΠολΔ». Με κριτήριο δε την εξαιρετική φύση και την ειδικότητα των εν λόγω ρυθμίσεων η νομολογία δέχεται ότι σε περίπτωση κατά την οποία η καταχρηστική προθεσμία του άρθρου 518 § 2 ΚΠολΔ εκκίνησε πριν την έναρξη της πρώτης αναστολής λόγω COVID και δεν έληξε κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, δηλαδή το εκτός των δύο αναστολών (1.6.2020 – 29.10.2020), εφαρμοστέα τυγχάνει αποκλειστικά η διάταξη του άρθρου 83 § 1 εδαφ. γ΄ του Ν. 4790/2021, με αποτέλεσμα, επί προθεσμίας άσκησης έφεσης που λήγει μετά τον τερματισμό της δεύτερης αναστολής (6.4.2021), για τη συμπλήρωσή της να υπολογίζεται μόνον η παράταση των δέκα [10] ημερών, που χορηγήθηκε με την παραπάνω διάταξη και να μην αθροίζεται και το τριακονθήμερο της παράτασης που χορηγήθηκε με το άρθρο 74 § 1 εδαφ. γ΄ του Ν. 4690/2020 (ΜονΕφΘεσ. 2289/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, έτσι κατ’ αποτέλεσμα και η ΑΠ 1130/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, κατά την οποία το συνολικό χρονικό διάστημα των λόγω COVID αναστολών της καταχρηστικής προθεσμίας ασκήσεως ενδίκων μέσων ανέρχεται σε επτά [7] μήνες και δεκαοκτώ [18] ημέρες [από 13.3.2020 έως 31.5.2020 και από 7.11.2020 έως 6.4.2021], χωρίς συνυπολογισμό της δεκαήμερης ως άνω παράτασης). (ΕΦ.ΠΕΙΡ. 470/2023).
Στην προκειμένη περίπτωση εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: Α) η από 24.6.2022 (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ……./24.6.2022 και αρ. εκ. κατ. Εφ………/25.01.2023) έφεση του ηττηθέντος εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου και ήδη εκκαλούντος, νομίμως εκπροσωπουμένου, Β) η από 30.12.2022 (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. ………../02.01.2023 και αρ. εκ. κατ. Εφ. ……../02.01.2023) έφεση του ηττηθέντος εναγομένου και ήδη εκκαλούντος Ν.Π.Δ.Δ με την επωνυμία <<Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης>>, ως καθολικού διαδόχου των Τ.ΕΒ.Ε και Ι.Κ.Α οι οποίες (εφέσεις) στρέφονται, κατά της με αριθμό 2565/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, όπως διορθώθηκε με την με αριθμό 442/2021 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και έκανε δεκτή την από 20.02.2019 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./02.04.2019 αγωγή των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων ως ασκούντων από κοινού τη γονική μέριμνα και επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους κατά των ως άνω εναγομένων και ήδη εκκαλούντων. Οι υπό κρίση αντίθετες εφέσεις έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης πριν την άσκηση αυτών (εφέσεων), ούτε παρήλθε διετία από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517, 518 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ) που έλαβε χώρα την 20.7.2020. Η διετής καταχρηστική προθεσμία άσκησης της έφεσης (άρθρ. 518 παρ.2 ΚΠολΔ) άρχισε στις 21.7.2020, δηλαδή την επομένη της δημοσίευσης της εκκαλουμένης και θα έληγε κανονικά στις 21.7.2022. Ωστόσο, ενδιάμεσα και πριν την λήξη της, η προθεσμία της έφεσης καταλήφθηκε από τη δεύτερη αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων λόγω της πανδημίας του covid-19, η οποία διήρκεσε μέχρι τις 15.4.2021. Ειδικότερα , ως προς την υπό στοιχεία Β έφεση, μέχρι τις 7.11.2020 (χρονικό σημείο έναρξης της δεύτερης αναστολής) είχε διατρέξει προθεσμία δυο [2] μηνών και δέκα έξι [16] ημερών,- μη υπολογιζομένου του χρονικού διαστήματος από 1 έως 31 Αυγούστου κατ΄ άρθρο 141 παρ. 1 ΚΠΟΛΔ – με αποτέλεσμα να απομένει για τη συμπλήρωσή της διετίας, χρόνος είκοσι ενός [21] μηνών και δέκα τεσσάρων [14] ημερών, έτσι ώστε η λήξη της μετατέθηκε για ισόχρονο διάστημα μετά τη λήξη και της δεύτερης αναστολής, δηλαδή για τις 5.5.2023. Σημειωτέον ότι εξαιρέθηκε το χρονικό διάστημα από 25.1.2022, 26.1.2022, 27.1.2022 και 29.1.2022, δυνάμει των με αριθμό 4034/2022, 4035/2022 απόφασης του Υπ. Δικαιοσύνης (Φ.Ε.Κ Β΄186/24.01.2022, Φ.Ε.Κ Β΄190/26.01.2022). Η ένδικη έφεση, ασκήθηκε στις 02.01.2023, δηλαδή περίπου πέντε μήνες πριν τη συμπλήρωση της καταχρηστικής προθεσμίας του άρθρου 518 § 2 ΚΠολΔ και για το λόγο αυτό και μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο παραδεκτή. Οι ως άνω εφέσεις αρμοδίως εισάγονται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος. Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό του ως άνω ενδίκου μέσου, ως προς την υπό στοιχεία Α έφεση δεν απαιτείται η καταβολή του τασσόμενου από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ παραβόλου, αφού το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής κάθε τέλους και παραβόλου για την άσκηση ενδίκου μέσου σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ.1 του Καν. Δ/τος της 26 Ιουνίου/10 Ιουλίου 1944 “Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου” (βλ. ΤρΕφΠειρ 50/2020 στο site του Εφετείου Πειραιά, efeteio-peir.gr), ομοίως ως προς την στοιχεία Β έφεση δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, εξαιρουμένου του εκκαλούντος Ε.Φ.Κ.Α. από την υποχρέωση κατάθεσης παραβόλου για την έφεση κατ’ άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ, καθώς με το άρθρο 62 παρ.3 περ. Θ’ του ν. 4387/2016 απαλλάσσεται από τη σχετική υποχρέωση. Πρέπει, επομένως, οι ως άνω εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια τακτική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά το μέρος που μεταβιβάζεται η υπόθεση με την άσκηση εκάστης έφεσης στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο άρθρο 522 ΚΠΟΛΔ, αφού συνεκδικαστούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1711, 1846 1847, 1848, 1849, 1850, 1851, 1856 και 1857 ΑΚ συνάγεται ότι ο κληρονόμος, είτε καλείται από διαθήκη, είτε εξ αδιαθέτου, αποκτά αυτοδίκαια την κληρονομία με μόνο το θάνατο του κληρονομουμένου, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε ενέργεια από μέρους του, ακόμα και χωρίς τη γνώση ή θέλησή του. Το δικαίωμα, όμως, αυτό της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας είναι προσωρινό και μετακλητό, γιατί τελεί υπό την τιθέμενη από το νόμο διαλυτική αίρεση της εμπρόθεσμης αποποίησης της κληρονομιάς (άρθρ. 1847 ΑΚ), δηλαδή δικαιούται ο κληρονόμος να αποποιηθεί, κατά βούληση, την κληρονομία που έχει επαχθεί σ’ αυτόν από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου, οπότε η κτήση αναιρείται, εξαρχής, και θεωρείται σαν να μην έγινε. Η αποποίηση της κληρονομίας είναι δήλωση του προσωρινού κληρονόμου ότι αποκρούει – δεν δέχεται – την κληρονομία που έχει επαχθεί σ’ αυτόν από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου. Η αποποίηση συνιστά μονομερή δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα, μη απευθυντέα σε τρίτο, υποκείμενη σε συστατικό τύπο και είναι ανεπίδεκτη οποιασδήποτε αίρεσης ή προθεσμίας, χάριν της ασφάλειας των συναλλαγών (άρθρο 1851 εδ. β ΑΚ). Η σχετική δήλωση αποποίησης γίνεται ενώπιον του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών (με τη διαφοροποίηση του άρθρου 1847 παρ. 2 ΑΚ), που αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος έλαβε γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής. Στην επαγωγή, όμως, από διαθήκη η προθεσμία δεν αρχίζει πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης (άρθρ. 1847 παρ. 1 εδ. β ΑΚ). Από την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας αποποίησης τεκμαίρεται αμαχήτως από το νόμο (άρθρ. 1850 εδ.β ΑΚ) η αποδοχή της κληρονομίας. Η δήλωση αποποίησης έχει διαπλαστικό χαρακτήρα, αφού δημιουργεί μία νέα νομική κατάσταση ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου. Η κληρονομία επάγεται σ’ εκείνον που θα είχε κληθεί, αν εκείνος που αποποιήθηκε δεν ζούσε κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου (άρθρ. 1856 ΑΚ). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 και 2 ΑΚ, η αποδοχή ή η αποποίηση της κληρονομίας είναι αμετάκλητη, ενώ η αποδοχή ή η αποποίηση που οφείλεται σε πλάνη ή απάτη ή απειλή κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες. Δεν αποκλείεται όμως, παρά το ότι η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 ΑΚ καθιερώνει το αμετάκλητο της αποδοχής ή της αποποίησης ως μονομερούς δικαιοπραξίας, με προφανή σκοπό τη δημιουργία βεβαιότητας ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου, η αποδοχή και η αποποίηση να είναι συνέπεια πλάνης που δεν αναφέρεται στο λόγο της επαγωγής, ή που είναι αποτέλεσμα απάτης ή απειλής. Στις περιπτώσεις αυτές, η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 2 ΑΚ προβλέπει τη δυνατότητα ακύρωσης της αποδοχής ή αποποίησης, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις για τις ακυρώσιμες δικαιοπραξίες (άρθρ. 140 επ., 147 επ., 150 επ. ΑΚ), που εφαρμόζονται ενόσω δεν τροποποιούνται από τις ιδιαίτερες ρυθμίσεις των διατάξεων του άρθρου 1857 παρ. 2-4 ΑΚ. Έτσι, εφόσον πρόκειται για δήλωση από πλάνη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 140, 141 και 142 ΑΚ, αν κατά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, η δήλωση δεν συμφωνεί από ουσιώδη πλάνη με τη βούληση του δηλούντος, αυτός έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η πλάνη είναι ουσιώδης, όταν αναφέρεται σε σημείο ή ιδιότητα του προσώπου ή του πράγματος τέτοιας σπουδαιότητας για την όλη δικαιοπραξία ώστε, αν ο πλανηθείς γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε τη δικαιοπραξία. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης όταν η, με τον τρόπο αυτό, συναγόμενη, κατά πλάσμα του νόμου, αποδοχή, δεν συμφωνεί με τη βούλησή του από ουσιώδη πλάνη, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της κατάστασης που διαμόρφωσε τη βούλησή του, αν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε, αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση, ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Η εσφαλμένη γνώση ή άγνοια, που δημιουργεί τη, μεταξύ βούλησης και δήλωσης, διάσταση, η οποία, όταν είναι ουσιώδης, θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δήλωσης λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των προαναφερόμενων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομιάς (Ολ ΑΠ 858/1990), υπάρχει δε πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομίας και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια που ανάγεται : α) στο σύστημα της κτήσης της κληρονομίας κατά το ΑΚ που επέρχεται, αμέσως, μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847 ΑΚ δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει τη γνώση της επαγωγής της κληρονομιάς και β) σε άγνοια μόνο της ύπαρξης της προθεσμίας του άρθρου 1847 ΑΚ προς αποποίηση ή της κατά το άρθρο 1850 ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης (ΑΠ 1497/2023, 842/2022, ΑΠ 827/2017, ΑΠ 572/2016, ΑΠ 1041/2015). Εάν έχει χωρήσει πλασματική αποδοχή της κληρονομιάς, λόγω της προαναφερθείσας πλάνης, η έναρξη της προθεσμίας αποποίησης προϋποθέτει την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής τελεσιδίκως, ώστε η, εν συνεχεία, αποποίηση να επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της. Η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας είναι δυνατόν να στραφεί κατά του δανειστή της κληρονομίας (ΑΠ 1497/2023, 842/2022, ΑΠ 1041/2022, ΑΠ 827/2017). Αποποίηση που γίνεται ενώ έχει επέλθει πλασματική αποδοχή λόγω πλάνης, επιφέρει τις έννομες συνέπειές της, μόνο, στην περίπτωση ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής, καθώς πρόκειται για αποποίηση με νομική αίρεση (condicio juris), ήτοι προϋπόθεση που τίθεται από το νόμο, καθώς η εκ των υστέρων ακύρωση ανατρέχει αναδρομικά στο χρόνο επαγωγής (πρβλ. Α.Π 1497/2023 , ΑΠ 572/2016, ΑΠ 1534/2011).
Με την από 20.02.2019 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2.4.2019 αγωγή ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου οι ενάγοντες, ως ασκούντες από κοινού τη γονική μέριμνα και επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους εκθέτουν ότι τυγχάνουν σύζυγοι, έχοντας συνέλθει σε νόμιμο πολιτικό γάμο στις 30-6-2016, στο Δήμο Θερμαϊκού, τοπική κοινότητα ….., και από το γάμο τους αυτό έχουν αποκτήσει, στις 2-1-2018, ένα γιο, τον ……………. Ότι λίγο πριν τη γέννηση του γιου τους και, συγκεκριμένα, στις 21-11-2017 απεβίωσε στο σπίτι του, στη Δραπετσώνα, ο πατέρας της δεύτερης εξ αυτών, ………., χωρίς να αφήσει διαθήκη. Ότι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του άνω αποβιώσαντος είναι α) η δεύτερη των εναγόντων, β) η αδελφή της ………. και γ) η τελευταία σύζυγός του, … …. Ότι η θεία του ανήλικου και η δεύτερη των εναγόντων, καλούμενες ως κληρονόμοι στην πρώτη τάξη της κληρονομικής διαδοχής, αποποιήθηκαν στις 11-1-2018 ενώπιον του γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πειραιά, την επαχθείσα σε εκείνες κληρονομιά, όπως αποποιήθηκε νόμιμα και η σύζυγος του αποβιώσαντος, ………. Ότι, στη συνέχεια, οι ενάγοντες άσκησαν την με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ ……./26-4-2018 αίτησή τους ενώπιον του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης για παροχή άδειας αποποίησης κληρονομιάς για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους. Επί της ως άνω αίτησης εκδόθηκε η με αριθμό 943Ε/21-11-2018 απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, που τους παρείχε την άδεια «… να προβούν στο όνομα και για λογαριασμό αυτού, στη νομότυπη αποποίηση της εξ αδιαθέτου κληρονομιάς του παππού του. …………….». Ότι οι ενάγοντες εκ πλάνης παραμέλησαν να προβούν στην αποποίηση της κληρονομιάς για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, θεωρώντας ότι από τη δημοσίευση της παραπάνω αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης άρχισε νέα τετράμηνη προθεσμία προς αποποίηση. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητούσαν, κατ’ εκτίμηση του αγωγικού αιτήματος, να ακυρωθεί η πλασματική αποδοχή της κληρονομιάς του ανωτέρω αποβιώσαντος από μέρους τους, λόγω ουσιώδους πλάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μετά από συζήτηση αντιμωλία των διαδίκων, εξέδωσε την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, με την οποία έκρινε ότι η ως άνω αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, και την έκανε δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και ακύρωσε την πλασματική αποδοχή της κληρονομίας του αποβιώσαντος την 21.11.2017 στη Δραπετσώνα Αττικής, ………. από μέρους των εναγόντων, ως νόμιμων εκπροσώπων του ανηλίκου τέκνου τους, …………. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εναγόμενοι με τις υπό κρίση εφέσεις τους για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτές λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η ως άνω αγωγή.
Με τον δεύτερο λόγο της υπό στοιχείο Β΄ έφεσης το εκκαλούν ν.π.δ.δ παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, επειδή έκρινε ότι η ως άνω αγωγή με την οποία οι ενάγοντες ζητούσαν την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας του ως άνω αποβιώσαντος ως νόμιμοι αντιπρόσωποι του ανηλίκου τέκνου τους ήταν ορισμένη, ενώ αν ορθά ερμήνευε και εφάρμοζε το νόμο έπρεπε να απορρίψει την αγωγή αυτή ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, καθόσον δεν αναφέρονται στο αγωγικό δικόγραφο οι συγκεκριμένοι αριθμοί των επικαλούμενων εκθέσεων αποποιήσεων, αν η ………. που υπεισήλθε στην κληρονομία ως νόμιμος κληρονόμος του ως αποβιώσαντος είχε τέκνα, το κληρονομικό μερίδιο του ανήλικου τέκνου των εναγόντων, ποιοι κληρονόμοι θα υπεισέλθουν στην κληρονομία σε περίπτωση που η υπό κρίση αγωγή γίνει δεκτή και τέλος δεν εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ότι η επικαλούμενη πλάνη των εναγόντων ήταν ουσιώδης. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της υπό στοιχεία Β΄ έφεσης τυγχάνει απορριπτέος, διότι τα επικαλούμενα στοιχεία δεν είναι απαραίτητα για το ορισμένο της αγωγής ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας στην οποία εν προκειμένω αναφέρεται με σαφήνεια ότι η επικαλούμενη πλάνη είναι ουσιώδης γιατί αναφέρεται σε εσφαλμένη γνώση των νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας (ΟΛ.Α.Π 3/1989, Α.Π 496/2013) και συγκεκριμένα ως προς το εναρκτήριο σημείο της προθεσμίας αποποίησης για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, μετά την έκδοση της απόφασης που παρείχε την άδεια αποποίησης για λογαριασμό του ανηλίκου. Συνεπώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε την υπό κρίση αγωγή ορισμένη ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ο σχετικός λόγος τυγχάνει απορριπτέος.
Από την επανεκτίμηση της ένορκης βεβαίωσης με αριθμό …./10-4-2019 που ελήφθη ενώπιον της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης . …. μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγομένων, καθώς και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν νόμιμα με επίκληση οι διάδικοι, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η με αριθμό …./10-4-2019 πράξη ανωμοτί εξέτασης διαδίκου της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης …….. η οποία συνιστά ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο, καθόσον ο διάδικος δεν είναι τρίτος και δεν μπορεί να εξετασθεί ως μάρτυρας (ΑΠ 2194/2014, ΑΠ 288/2013, δημ. Νόμος), αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι τυγχάνουν σύζυγοι και έχουν συνέλθει σε νόμιμο πολιτικό γάμο στις 30-6-2016, στο Δήμο Θερμαϊκού, τοπική κοινότητα ……. Ν. Θεσσαλονίκης. Από το γάμο τους απέκτησαν, ένα άρρεν τέκνο και δη, τον Σταμούλη που γεννήθηκε την 02.01.2018. Την 21-11-2017 απεβίωσε στην οικία του, στη Δραπετσώνα Αττικής, ο πατέρας της δεύτερης των εναγόντων, …………., χωρίς να αφήσει διαθήκη και κατέλειπε πλησιέστερους συγγενείς και εξ αδιαθέτου κληρονόμους, κατά το χρόνο του θανάτου του : α) την θυγατέρα του (δεύτερη των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητη) ……….., β) την θυγατέρα του (αδελφή της) ………… και γ) την δεύτερη σύζυγό του, ……… Άλλους εγγύτερους συγγενείς δεν κατέλειπε ο ως άνω αποβιώσας (βλ. το με αρ. πρ, ………/22-12-201/ πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών της Διεύθυνσης Αστικής Κατάστασης του Δήμου Αθηναίων). Η δεύτερη των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητη αποποιήθηκε την κληρονομιά του άνω αποβιώσαντος πατέρα της εμπρόθεσμα, πριν την παρέλευση τετράμηνου από τον θάνατό του, και δη, στις 11-1- 2018 (βλ. την με αριθμό …./2018 δήλωση αποποίησης κληρονομιάς ενώπιον της Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Νίκαιας). Μετά την αποποίηση της δεύτερης των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητης, κλήθηκε στην κληρονομία, σύμφωνα με το άρθρο 1813 ΑΚ (διαδοχή κατά ρίζες) το ανήλικο τέκνο των διαδίκων ….. .. Εντός της νόμιμης προθεσμίας, και δη πριν παρέλθει τετράμηνο από την αποποίηση της δεύτερης των εναγόντων, οι ενάγοντες – γονείς του ανηλίκου άσκησαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης την από 26-4-2018 αίτησή τους με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …………/2018, ζητώντας να τους χορηγηθεί άδεια να αποποιηθούν για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους την επαχθείσα σε αυτό κληρονομιά. Η αίτησή τους έγινε δεκτή με την με αριθμό 943Ε/2018 απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε άδεια στους ενάγοντες να αποποιηθούν για λογαριασμού του ανηλίκου τέκνου τους την κληρονομιά του αποβιώσαντος ………….. η οποία δημοσιεύτηκε την 21.11.2018. Οι ενάγοντες, γονείς του ως άνω ανηλίκου εν τέλει δεν προέβησαν για λογαριασμό του σε αποποίηση της επαχθείσας σε αυτό κατάχρεης κληρονομίας του αποβιώσαντος εκ μητρός πάππου τους, λόγω παρέλευσης της νόμιμης προθεσμίας, με συνέπεια την πλασματική αποδοχή της ως άνω κληρονομίας. Αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι εκ πλάνης θεώρησαν ότι από την έκδοση της αποφάσεως (21.11.2018) με την οποία τους χορηγήθηκε η άδεια να αποποιηθούν την κληρονομιά για λογαριασμό του ανηλίκου υιού τους, άρχισε να τρέχει νέα τετράμηνη προθεσμία, με αποτέλεσμα να απωλέσουν την προθεσμία αποποίησης για λογαριασμό του ως άνω ανηλίκου τέκνου τους. Αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες επιθυμούσαν την αποποίηση της επαχθείσας στο ανήλικο τέκνο τους κληρονομίας και για το λόγο αυτό προέβησαν εμπρόθεσμα σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες, προκειμένου να τους επιτραπεί να αποποιηθούν για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους την επαχθείσα σε αυτό κατάχρεη κληρονομιά του αποβιώσαντος …………. Αποδείχθηκε ότι η παράλειψή των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων ως γονέων του ανηλίκου υιού τους να αποποιηθούν εμπροθέσμως την επαχθείσα στον ανήλικο υιό τους κληρονομία οφειλόταν στην πεπλανημένη αντίληψή τους περί του ότι ενόψει της εκδόσεως αποφάσεως περί παροχής αδείας αποποίησης από το αρμόδιο Ειρηνοδικείο ξεκινούσε νέο τετράμηνο αποποίησης. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι η παράλειψη των γονέων του ανηλίκου να αποποιηθούν εμπροθέσμως την επαχθείσα στο ανήλικο τέκνο κληρονομία, λόγω της αποποίησης της επαχθείσας κληρονομίας στην μητέρα του (δεύτερη των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητη) οφείλεται στην άγνοια του νομικού καθεστώτος, διότι τελούσαν σε πλάνη, ως προς το χρόνο έναρξης της προθεσμίας αποποίησης για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους και συγκεκριμένα της τότε ισχύουσας νομοθετικής ρύθμισης περί του ότι η ανασταλείσα προθεσμία με την κατάθεση της αίτησης για την παροχή άδειας αποποίησης προθεσμίας συνεχίζεται με την έκδοση της απόφασης περί παροχής της σχετικής αδείας και συμπληρώνεται με την πάροδο του εναπομείναντος χρόνου από την αποποίηση του αρχικού κληρονόμου μέχρι τη συμπλήρωση του τετράμηνου. Συνεπώς, η παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης οφείλεται στην πλάνη τους περί το δίκαιο της αποποίησης της κληρονομιάς το οποίο ούτε μπορούσαν εξ΄ ιδίων γνώσεων, ούτε όφειλαν να γνωρίζουν και σε καμία περίπτωση δεν υπαγορευόταν από την επιθυμία τους να υπεισέλθει στην ανωτέρω κατάχρεη κληρονομιά το ανήλικο τέκνο τους. Η ανωτέρω πλάνη των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων για την αποδοχή της επαχθείσας στο ανήλικο τέκνο τους κληρονομιά, η οποία δεν σχετίζεται με το κατάχρεο της κληρονομιάς είναι πράγματι ουσιώδης, καθόσον αφορά νομικές διατάξεις σχετικές με την αποδοχή της κληρονομίας και συγκεκριμένα τον υπολογισμό της προβλεπόμενης στη διάταξη των άρθρων 1847 και 1912 του ΑΚ προθεσμίας προς αποποίηση και θεμελιώνει την ακύρωση της πλασματικής -κατά το νόμο- αποδοχής της ανωτέρω κληρονομιάς. Δεν κρίνεται βάσιμος ο ισχυρισμός των εκκαλούντων των υπό στοιχεία Α΄ και Β΄ εφέσεων περί του ότι δεν υφίσταται έννομο συμφέρον των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων ως νόμιμων αντιπροσώπων του ανήλικου τέκνου τους να ακυρωθεί λόγω ουσιώδους πλάνης η πλασματική αποδοχή της επαχθείσας στο ως άνω ανήλικο τέκνο κληρονομίας, διότι υπάρχει η νομοθετική πρόβλεψη περί του ότι ο ανήλικος έχει πάντοτε το προνόμιο να αποδεχθεί την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής κατ΄ άρθρο 1527 Α.Κ με καταληκτικό όριο της σύνταξης αυτής τη συμπλήρωση του 19ου έτους της ηλικίας του, έτσι ώστε εφόσον υπάρχει ενεργητικό, τότε καθίσταται δικαιούχος αυτού άλλως εφόσον υπάρχει παθητικό δεν ευθύνεται για τα χρέη της κληρονομίας τα οποία εξοφλούνται από το ενεργητικό αυτής. Τούτο διότι στην προκειμένη περίπτωση δεν αποδείχθηκε ότι υφίστατο οποιοδήποτε ενεργητικό της επαχθείσας το ως άνω ανήλικο τέκνο κληρονομίας, αντιθέτως αποδείχθηκε ότι ήταν σε γνώση των κληρονόμων του ως άνω αποβιώσαντος ότι η κληρονομία ήταν κατάχρεη, έτσι ώστε να μην υφίσταται λόγος τήρησης της διαδικασίας σύνταξης απογραφής μετά την ενηλικίωση του ως άνω ανηλίκου τέκνου. Συνεπώς, υφίσταται έννομο συμφέρον των γονέων του, ως νόμιμων αντιπροσώπων αυτού να επιδιώξουν την έκδοση δικαστικής απόφασης για την παροχή άδειας αποποίησης κληρονομίας καθώς και να αιτηθούν την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας λόγω ουσιώδους πλάνης τους, περί της προθεσμίας αποποίησης, κατά τα ανωτέρω. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι πρέπει να ακυρωθεί η πλασματική αποδοχή της ανωτέρω κληρονομιάς από μέρους των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων, ως νόμιμων αντιπροσώπων του ανηλίκου τέκνου τους, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ούτε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένων των σχετικών λόγων της από 24.6.2022 (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ……../24.6.2022 και αρ. εκ . κατ. Εφ……../25.01.2023) έφεσης και της από 30.12.2022 (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ………/02.01.2023 και αρ. εκ. κατ. Εφ. ………./02.01.2023) έφεσης. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, και μη απομένοντος άλλου λόγου προς εξέταση, πρέπει να απορριφθούν για τους παραπάνω λόγους οι υπό κρίση εφέσεις στο σύνολό τους και δη : Α) η από 24.6.2022 (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ……../24.6.2022 και αρ. εκ. κατ. Εφ………../25.01.2023) έφεση στο σύνολο της και Β) η από 30.12.2022 (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ……../02.01.2023 και αρ. εκ. κατ. Εφ. ……./02.01.2023) έφεση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183 και 179 ΚΠολΔ, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας στην ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων τις : Α) από 24.6.2022 (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ……/24.6.2022 και αρ. εκ. κατ. Εφ. …./25.01.2023) έφεση και την από Β) από 30.12.2022 (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. …./02.01.2023 και αρ. εκ . κατ. Εφ. …../02.01.2023) έφεση κατά της με αριθμό 2565/2020 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, όπως διορθώθηκε με την με αριθμό 442/2021 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν τις εφέσεις.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας μεταξύ τους.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 7 Νοεμβρίου 2024.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, την 3η Ιανουαρίου 2025, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου Ελένης Νικολακοπούλου, αποτελούμενη από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Σταυρούλα Λιακέα και Κωνσταντίνα Παπαντωνίου, Εφέτες και τη Γραμματέα Κ.Σ, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων του υπό στοιχ Α εκκαλούντος, των υπό στοιχ Α και Β εφεσιβλήτων, καθώς του δικαστικού πληρεξουσίου ΝΣΚ του υπό στοιχ Β εκκαλούντος.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ