Αριθμός Απόφασης 46/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη και Νικόλαο Κουτρούμπα Εφέτη-Εισηγητή και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………. για να δικάσει την αίτηση:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Ενορίας ………….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Νικόλαο Νύκτα με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
Κοινοποιούμενη: Α) Στον Υπουργό Οικονομικών, κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα, ως νόμιμο εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ως προς την εκ του νόμου γενική αρμοδιότητά του επί των εθνικών κληροδοτημάτων και των κοινωφελών περιουσιών του ν. 4182/2013,
Β) Στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου (Διεύθυνση Κοινωφελών Περιουσιών) που εδρεύει στον Πειραιά, οδός …………… και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ως ασκούσα την εποπτεία επί του κληροδοτήματος ………, μετά την εκχώρηση εκ μέρους του Υπουργού των Οικονομικών στον οικείο Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης των σχετικών αρμοδιοτήτων του (άρθρα 2 και 53 του ν. 4182/2013 σε συνδυασμό με το άρθρο 280 του ν. 3852/2010 όπως ισχύει),
Γ) Στον Εισαγγελέα Εφετών Βορείου Αιγαίου.
Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 2/6/2023 αίτησή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …../2023, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 7.12.2023, οπότε η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της με τις προτάσεις που κατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 109 παρ. 1 του Συντάγματος, δεν επιτρέπεται η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων διαθήκης, κωδικέλλου ή δωρεάς, ως προς τις διατάξεις τους υπέρ του δημοσίου ή υπέρ κοινωφελούς σκοπού. Η συνταγματική αυτή διάταξη αποβλέπει στην προστασία και κατοχύρωση της θέλησης των διαθετών και δωρητών και εναντίον των πράξεων της Πολιτείας, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν νομοθετικό περιεχόμενο και σύμφωνα με αυτήν δεν επιτρέπεται κατ’ αρχήν, η μεταβολή του σκοπού περιουσίας που έχει ταχθεί υπέρ του Δημοσίου ή προς εξυπηρέτηση κοινής ωφελείας, όχι μόνο με διατάγματα, αλλά ούτε και με νόμο (ΟλΑΠ 1241/1979 ΝοΒ 28.709, ΑΠ 1547/2010 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατ’ εξαίρεση, όμως, επιτρέπεται, σύμφωνα με την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, η επωφελέστερη αξιοποίηση ή η διάθεση του καταλειφθέντος ή δωρηθέντος περιουσιακού στοιχείου, υπέρ του ιδίου ή άλλου (συγγενούς) κοινωφελούς σκοπού, στην ίδια περιοχή που όρισε ο διαθέτης ή ο δωρητής, ή στην ευρύτερη περιφέρειά της, όταν βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση, είτε ότι η θέληση του διαθέτη ή του δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οποιοδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της, ως προς τον ορισθέντα σκοπό, είτε ότι η θέληση αυτή μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα με τη μεταβολή της εκμετάλλευσης του υπ’ όψη περιουσιακού στοιχείου, όπως ειδικός νόμος θα ορίσει (ΕφΘεσσαλ 1884/2021 στην ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 825 του ΚΠολΔ, όπως αναδιατυπώθηκε με τη διάταξη του άρθρου 77 παρ. 3 του Ν. 4182/2013, “κάθε αμφιβολία ή αμφισβήτηση για την ερμηνεία διαθήκης ή άλλης πράξης, με την οποία διαθέτονται περιουσιακά στοιχεία με κληρονομιά, κληροδοσία ή δωρεά υπέρ του κράτους ή κοινωφελών σκοπών, εφόσον αναφέρεται στον τρόπο της εκκαθάρισης και γενικά της διαχείρισης και της εκτέλεσης της περιουσίας που έχει διατεθεί για το κράτος ή για κοινωφελή σκοπό, υπάγεται στην αρμοδιότητα του Εφετείου της έδρας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης που εποπτεύει την κοινωφελή περιουσία. Αν η κοινωφελής περιουσία υπάγεται στην εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών, αρμόδιο είναι το Εφετείο Αθηνών.”. Από το συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων των άρθρων 109 παρ. 1-2 του Συντάγματος, 10 του ν. 4182/2013 καθώς και των άρθρων 42, 50 και 58 παρ. 1 του ίδιου νόμου (ν. 4182/2013), 825 ΚΠολΔ, καθώς και εκείνων των άρθρων 108 -110επ. του ΑΚ, το καθ` ύλη και κατά τόπο αρμόδιο Εφετείο έχει δικαιοδοσία και καθίσταται αποκλειστικά αρμόδιο να κρίνει τις αναφερθείσες στην προηγούμενη νομική σκέψη υποθέσεις, με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, στις ακόλουθες αποκλειστικά περιπτώσεις: α) εάν η θέληση του διαθέτη περιουσίας υπέρ κοινωφελούς σκοπού έχει καταστεί απραγματοποίητη εν όλω ή κατά το μεγαλύτερο μέρος της, ώστε θα πρέπει να επιτραπεί η ικανοποίηση με την αφιερωθείσα περιουσία άλλου συγγενούς και εφικτού κοινωφελούς σκοπού, β) εάν η θέληση του διαθέτη, στο πλαίσιο του ταχθέντος από αυτόν κοινωφελούς σκοπού ή του επιτρεπομένου κατά την προηγούμενη περίπτωση νέου παρόμοιου εφικτού κοινωφελούς σκοπού, μπορεί να ικανοποιηθεί καλύτερα με μεταβολή της εκμετάλλευσης της αφιερωθείσας περιουσίας ή μέρους της, ώστε να αξιοποιηθεί ή να διατεθεί αυτή με επωφελέστερο τρόπο και γ) εφόσον ανακύπτει ανάγκη ερμηνείας της διαθήκης λόγω αμφιβολίας ή αμφισβήτησης σχετικά με τον τρόπο της εκκαθάρισης και, γενικά, της διαχείρισης και της εκτέλεσης της αφιερωμένης στον κοινωφελή σκοπό περιουσίας (ΑΠ 989/2020 στην ΤΝΠ Νόμος). Ομοίως από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι το Εφετείο δεν έχει δικαιοδοσία να κρίνει με την ως άνω διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας όταν γεννάται αμφιβολία ή αμφισβήτηση που ανάγεται και σε άλλα θέματα, όπως στην ερμηνεία ή τροποποίηση σχετικής διάταξης διαθήκης που αφορά στην εκλογή, διορισμό ή αντικατάσταση μελών της διοίκησης κοινωφελούς περιουσίας που αποτελεί κεφάλαιο αυτοτελούς διαχείρισης (βλ. ΕφΠειρ 681/2023 στην efeteio-peir.gr που παραπέμπει στις ΑΠ 1547/2010, ΑΠ 678/1993, ΣτΕ 104/2021 δημ. στην ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, κατά το άρθρο 50 του ν. 4182/2013 «1. Περιουσία, η οποία διατίθεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του παρόντος αποτελεί ίδρυμα που διοικείται σύμφωνα με όσα προβλέπονται στη συστατική πράξη, όταν η εκτέλεση του κοινωφελούς σκοπού ανατίθεται σε φυσικά πρόσωπα ή σε νομικά πρόσωπα που συνιστώνται με αυτήν. Ομοίως αποτελεί αυτοτελές ίδρυμα η διάθεση περιουσίας σε υφιστάμενα νομικά πρόσωπα για κοινωφελείς σκοπούς, όταν ορίζεται ιδιαίτερος τρόπος διοίκησής της. 2. Περιουσία, η οποία καταλείπεται σε υφιστάμενα ιδρύματα, σωματεία, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και λοιπά νομικά πρόσωπα, με επιδιωκόμενο σκοπό που προσδιορίζεται επαρκώς και είναι διαφορετικός από αυτόν που επιδιώκει το υφιστάμενο νομικό πρόσωπο, χωρίς να καθορίζεται ιδιαίτερος τρόπος διοίκησης, αποτελεί ομάδα περιουσίας διακεκριμένη από την περιουσία του νομικού προσώπου ως κεφάλαιο αυτοτελούς διαχείρισης. 3. Αν δεν προσδιορίζεται ειδικότερα ή δεν συνάγεται επαρκώς από τη συστατική πράξη ο επιδιωκόμενος σκοπός, θεωρείται ότι η περιουσία έχει καταλειφθεί για την εξυπηρέτηση του σκοπού, που επιδιώκει κατά τον προορισμό του το νομικό πρόσωπο και εντάσσεται στην υπόλοιπη περιουσία του. Αν ο σκοπός είναι όμοιος, ο δε οριζόμενος ιδιαίτερος τρόπος διοίκησης διαφέρει μόνο σε επουσιώδη σημεία από τον τρόπο διοίκησης του υφιστάμενου νομικού προσώπου που προσδιορίζεται από το καταστατικό ή τον οργανισμό του, τότε εφαρμόζεται το προηγούμενο εδάφιο, ο δε κατά τα ανωτέρω ιδιαίτερος τρόπος διοίκησης τηρείται κατά το δυνατόν. Αν προκύψει διαφωνία για τον τρόπο εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου αυτής αποφασίζει η αρμόδια αρχή μετά από γνώμη του Συμβουλίου, είτε αυτεπάγγελτα είτε μετά από αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου» Κατά δε το άρθρο 1 του ίδιου νόμου «Αρμόδια αρχή» είναι ο Υπουργός Οικονομικών και ο Γενικός Γραμματέας της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, οι οποίοι ασκούν τις σχετικές αρμοδιότητες δια των οικείων Διευθύνσεων. «Συμβούλιο» είναι το συλλογικό όργανο με την ονομασία Συμβούλιο Κοινωφελών Περιουσιών που γνωμοδοτεί προς την αρμόδια αρχή, συγκροτείται κατά τα άρθρα 6 και 8 και έχει τις αρμοδιότητες του άρθρου 7. Από τις αμέσως πιο πάνω διατάξεις συνάγεται ότι παρέχεται αποκλειστική αρμοδιότητα στον Υπουργό Οικονομικών και στο Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης μετά από πρόταση του Συμβούλιο Κοινωφελών Περιουσιών για να επιλύσει οποιαδήποτε διαφωνία που ανέκυψε σχετικά με το αν ο κοινωφελής σκοπός προσδιορίζεται επαρκώς με την συστατική πράξη. Στην περίπτωση αυτή α) αν ο επιδιωκόμενος με τη συστατική πράξη κοινωφελής σκοπός δεν προσδιορίζεται ειδικά ή αν δεν συνάγεται επαρκώς από τη συστατική πράξη, αποφαίνεται ότι η κοινωφελής περιουσία έχει καταλειφθεί για την εξυπηρέτηση του σκοπού, που επιδιώκει κατά τον προορισμό του το νομικό πρόσωπο και εντάσσεται στην υπόλοιπη περιουσία του και β) αν ο επιδιωκόμενος σκοπός προσδιορίζεται επαρκώς και είναι όμοιος με το σκοπό που επιδιώκει το νομικό πρόσωπο, η περιουσία που καταλήφθηκε επίσης εντάσσεται στην περιουσία του νομικού προσώπου ακόμα και αν καθορίστηκε ιδιαίτερος τρόπος διοίκησης της περιουσίας εφόσον ο τρόπος διοίκησης διαφέρει σε επουσιώδη σημεία μόνο από τον τρόπο διοίκησης του νομικού προσώπου. Εξ αντιδιαστολής συνάγεται ότι εάν η «Αρμόδια Αρχή» αποφανθεί ότι ο επιδιωκόμενος κοινωφελής σκοπός προσδιορίζεται επαρκώς μεν, αλλά είναι διαφορετικός από το σκοπό που επιδιώκει το νομικό πρόσωπο, ακόμα και αν δεν καθορίζεται ιδιαίτερος τρόπος διαχείρισης της, η περιουσία που καταλείφθηκε αποτελεί ομάδα περιουσίας διακεκριμένη από την περιουσία του νομικού προσώπου ως κεφάλαιο αυτοτελούς διαχείρισης (βλ. ΕφΑνΚρ 81/2024 στην ΤΝΠ Νόμος). Σχετικά δε με τη διάκριση των περιπτώσεων που ως «Αρμόδια Αρχή» αποφασίζει ο Γενικός Γραμματέας της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή ο Υπουργός Οικονομικών, το άρθρο 2 παρ.3, 4 και 5 του ν. 4182/2013 ορίζει ότι «3. Αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης υφίσταται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 και τυχόν ειδικών διατάξεων, στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Όταν ο σκοπός της περιουσίας εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ανεξαρτήτως του τόπου όπου βρίσκεται η περιουσία. Τυχόν επικουρικοί σκοποί δεν επηρεάζουν την αρμοδιότητα. β) Όταν δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής η προηγούμενη περίπτωση και η περιουσία βρίσκεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. γ) Όταν πρόκειται για σχολάζουσα κληρονομία της οποίας τα ακίνητα περιλαμβάνονται στα όρια μιας και μόνης Αποκεντρωμένης Διοίκησης. 4. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις αρμόδιος είναι ο Υπουργός Οικονομικών. Αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών υφίσταται επίσης, κατ` εξαίρεση: α) Για την εποπτεία εκκαθάρισης και διαχείρισης περιουσιών που καταλείπονται στο Δημόσιο. β) Για την εποπτεία της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων και του Βαρβακείου Ιδρύματος. γ) Για την εκκαθάριση και εποπτεία κοινωφελών περιουσιών που έχουν τα κύρια περιουσιακά στοιχεία στην αλλοδαπή ή ο σκοπός τους εκτελείται κατά κύριο λόγο σε αυτή. δ) Για περιουσίες του Κεφαλαίου Ε` του παρόντος κώδικα που υπάγονται στην άμεση διαχείριση του Υπουργείου Οικονομικών. ε) Για την εποπτεία περιουσιών των οποίων η αξία εκτιμάται, μετά την προηγηθείσα εκκαθάριση, ως ανώτερη του ποσού των δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ ή των οποίων οι σκοποί εκτελούνται σε όλη την επικράτεια. Για την υπαγωγή των περιουσιών της περίπτωσης αυτής στην αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών, απαιτείται η έκδοση από αυτόν ειδικής προς τούτο υπουργικής απόφασης. 5. Αν υπάρχουν αμφιβολίες μεταξύ των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και των υπηρεσιών της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης για την ύπαρξη και το εύρος των αρμοδιοτήτων αυτών αποφαίνονται επ` αυτών, με κοινή απόφαση, οι Υπουργοί Οικονομικών και Εσωτερικών, μετά από γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβουλίου Κοινωφελών Περιουσιών του άρθρου 6. 6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών μπορεί να μεταβιβάζονται αρμοδιότητες που προβλέπονται στον παρόντα κώδικα στον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης».
Στην προκειμένη περίπτωση, με την από 2.6.2023 αίτησή της, όπως φέρεται μετ’ αναβολή ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά τις διατάξεις των άρθρων 748 παρ.1 και 226 ΚΠολΔ, η Ενορία των Ιερών Ναών ………… και ……….. της Τοπικής Κοινότητας ……….., Δ.Ε. …. του Δήμου …. υποστηρίζει ότι είναι ιδιοκτήτης ενός διαμερίσματος, επιφάνειας 70,70 τ.μ. με ΚΑΕΚ ………., στον β’ όροφο πολυκατοικίας κτισμένης επί οικοπέδου επί των οδών ……. και …….. του Δήμου ……. Αττικής, το οποίο περιήλθε σε αυτή από τον ……….., που απεβίωσε στις 2.9.1981 στην Αγία Παρασκευή Αττικής, αφήνοντας την από 10.1.1974 ιδιόγραφη διαθήκη του δημοσιευθείσα με το υπ’ αριθ. ………/1981 πρακτικό του Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία κατέλειπε στην αιτούσα, το εν λόγω διαμέρισμα, με σκοπό από τα εισοδήματα (μισθώματα) αυτού να συντηρούνται οι πτωχοί και άποροι απόκληροι και δυστυχούντες του χωριού του ……… που βρίσκεται στη νήσο ……. Ότι την ανωτέρω κληρονομία αποδέχθηκε η αιτούσα Ενορία με την υπ’ αριθ. ………/1995 πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβ/φου Χίου ………, νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου του Δήμου …….., στις 17.10.1995, στον τόμο …, με α.α. …., καθισταμένη κυρία του ανωτέρω ακινήτου. Ότι τη φροντίδα για τη συντήρηση, μίσθωση και είσπραξη των ενοικίων του διαμερίσματος και τη διανομή των εισοδημάτων αυτών στους δικαιούχους, ο παραπάνω διαθέτης ανέθεσε σε Επιτροπή αποτελούμενη από έναν ιερέα εξ εκάστης εκκλησίας, δηλαδή έναν ιερέα από τον Ιερό Ναό ….. και έναν ιερέα από τον Ιερό Ναό …………. της Κοινότητας Αγίου …….., τον εκάστοτε διευθυντή του Δημοτικού σχολείου του Αγίου …….. και τον ιδιώτη ………., το δε διαμέρισμα εκμισθώθηκε από την 4.12.1996 και έκτοτε το μίσθωμα καταβάλλεται σε λογαριασμό που διατηρεί η αιτούσα στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Ότι η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου (Τμήμα Δημόσιας Περιουσίας & Κρατικών Οχημάτων Γραφείο Εθν. Κληροδοτημάτων) έχει αιτηθεί να διευκρινιστεί με δικαστική απόφαση, η φύση της εν λόγω κοινωφελούς περιουσίας, ως κεφαλαίου αυτοτελούς διαχείρισης, οπότε η αιτούσα έχει προφανές έννομο συμφέρον να προσφύγει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, προκειμένου να κριθεί ότι το προμνησθέν διαμέρισμα-κοινωφελής περιουσία αποτελεί κεφάλαιο αυτοτελούς διαχείρισης. Επιπλέον, ότι ο κληρονομούμενος …………., εκ παραδρομής, έχει συμπεριλάβει στην ως άνω διαθήκη του ως μέλη της Επιτροπής Διοίκησης της κοινωφελούς περιουσίας και ιερέα από τον Άγιο …….., ενώ στην πραγματικότητα στην Κοινότητα Αγ. ………., ο ιερέας είναι κοινός για τον Ιερό Ναό …….. και τον Ιερό Ναό …….., ότι ακόμη ο ………. που ορίσθηκε από τον διαθέτη ως μέλος της Επιτροπής Διοίκησης απεβίωσε στις 8.2.2003, οι δε Ιεροί Ναοί ……… και …….. διοικούνται από κοινό Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της Ενορίας του …………. Ζητεί, λοιπόν, η αιτούσα: 1) να τροποποιηθούν οι όροι της από 10-1-1974 διαθήκης του ………… ως προς τη διοίκηση και τη διαχείριση της κοινωφελούς περιουσίας (ώστε να δύναται να ικανοποιηθούν οι σκοποί του διαθέτη) και συγκεκριμένα να τροποποιηθούν οι όροι της διαθήκης οι οποίοι ορίζουν ότι μέλη της Επιτροπής για την φροντίδα για τη συντήρηση, μίσθωση και είσπραξη των ενοικίων του διαμερίσματος επί της οδού ……….. στον Δήμο ….. Αττικής και τη διανομή των εισοδημάτων αυτών στους δικαιούχους αποτελούν ο Ιερέας εκάστου Ιερού Ναού και ο …………. και να αντικατασταθούν από τον όρο ότι μέλη της επιτροπής είναι ο εκάστοτε ιερέας των Ιερών Ναών ……. και …….., ο εκάστοτε αντιπρόεδρος του Ενοριακού Συμβουλίου . ……, ο εκάστοτε Γραμματέας του Ενοριακού Συμβουλίου, ο εκάστοτε Ταμίας του Ενοριακού Συμβουλίου και ο εκάστοτε Διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου Αγίου ……., δηλαδή θα αποτελείται από πέντε μέλη και 2) να κριθεί ότι η εν λόγω κοινωφελής περιουσία αποτελεί Κεφάλαιο Αυτοτελούς Διαχείρισης.
Η αίτηση, υποβληθείσα από την αιτούσα Ενορία ως έχουσα, σύμφωνα με το περιεχόμενο της ένδικης διαθήκης, έννομο συμφέρον κατ’ άρθρο 10 παρ.4 εδ.β’ του ν. 4182/2013 να την υποβάλει και αντίγραφο της οποίας επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως προς τον Υπουργό Οικονομικών, την εδρεύουσα στον Πειραιά Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου που εποπτεύει την εν λόγω κοινωφελή περιουσία, με κοινοποίηση και στον Εισαγγελέα Εφετών Βορείου Αιγαίου και περιλήψεις της οποίας αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα της αρμόδιας αρχής και του Δήμου Χίου (άρθρο 2 παρ 3 περ. β’, 10 παρ 4 του ν. 4182/2013), απαραδέκτως φέρονται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, για να εκδικαστούν, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ελλείψει δικαιοδοσίας, και γι’ αυτό πρέπει να απορριφθούν, αφού με αυτές ζητείται αφενός η τροποποίηση όρων διαθήκης με την οποία ορίστηκε κοινωφελής περιουσία ως κεφάλαιο αυτοτελούς διαχείρισης οι οποίοι (όροι) αφορούν στον διορισμό και στην αντικατάσταση μελών της Επιτροπής Διοίκησης, αντικείμενο το οποίο βρίσκεται εκτός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου κατά τη μείζονα σκέψη (πολλώ δε μάλλον που στην ίδια την αίτηση αναφέρεται ότι από τα ορισθέντα μέλη της αρχικά τετραμελούς Επιτροπής Διοίκησης της κοινωφελούς περιουσίας εξακολουθούν να υπάρχουν ο εκάστοτε Ιερέας των Ιερών Ναών ……. και …….. της Κοινότητας …………… και ο εκάστοτε Διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου ……………. που προφανώς εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους ως διμελής Επιτροπή Διοίκησης της παραπάνω κοινωφελούς περιουσίας), αφετέρου ως προς το αίτημα να κριθεί ότι η εν λόγω κοινωφελής περιουσία αποτελεί Κεφάλαιο Αυτοτελούς Διαχείρισης, καθώς ο ίδιος ο νομοθέτης έχει ορίσει κατά το άρθρο 50 παρ.3 σε συνδυασμό με τα άρθρα 1 και 2 του ν. 4182/2013, τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, που εν προκειμένω είναι η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου ως «Αρμόδια Αρχή» μετά από γνώμη του Συμβουλίου να αποφανθεί για το θέμα αυτό, είτε αυτεπάγγελτα είτε μετά από αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου. Κατά συνέπεια απορριπτέα ως απαράδεκτη τυγχάνει η παραπάνω αίτηση στο σύνολό της.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την αίτηση.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 9.1.2025
και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία της αιτούσας και του πληρεξούσιου δικηγόρου της, στις 20.1.2025.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ