Αριθμός 67/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη και Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ……………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ……………………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Θεόδωρο Αρβανιτόπουλο.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Κωνσταντίνο Παπαναστασίου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 22.7.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2020) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθ 2895/2022 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δεχθηκε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την από 26.10.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……/2022-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………./2023) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η με αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του Εφετείου Πειραιώς ………../2023 έφεση κατά της υπ΄αριθμόν 2895/2022 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά την νέα τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα καθώς η εκκαλουμένη απόφαση δημοσιεύτηκε στις 31-8-2021 και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 26-10-2022 (άρθρα 495, 511, 513, 516 παρ 1, 517 εδαφ α, 518 παρ 1 και 147 ΚΠολΔ) δίχως να έχει προηγηθεί επίδοση της απόφασης. Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής κατά την αυτή διαδικασία δοθέντος ότι έχει κατατεθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παραβόλο άσκησης έφεσης (βλ υπ΄αριθμόν …………../2022 e-παράβολο).
Με την αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση ο ενάγων ιστορούσε ότι η εναγομένη με την οποία συνδεόταν στο παρελθόν συναισθηματικά υπέκλεψε τους κωδικούς του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αυτού και έλαβε γνώση της αλληλογραφίας του στην οποία περιλαμβάνονταν και οι αριθμοί κράτησης των εισιτηρίων με τα οποία είχε προγραμματίσει να ταξιδέψει με την νέα σύντροφό του από την Αθήνα στο ΄Αμστερνταμ με την αεροπορική εταιρεία «…………….» έχοντας καταβάλει το ποσό των 750 ευρώ από την προσωπική τραπεζική κάρτα του. Ακολούθως, η εναγομένη ακύρωσε τα εισιτήρια με σκοπό να ματαιωθεί το ταξίδι του ενάγοντος ο οποίος πληροφορήθηκε την ακύρωση των εισιτηρίων τους φθάνοντας στο αεροδρόμιο για να ταξιδέψει. Λόγω της εξέλιξης αυτής υποχρεώθηκε να ταξιδέψει με την σύντροφό του με έτερη αεροπορική εταιρεία ώστε να μην ματαιωθούν τα σχέδιά τους στο Άμστερνταμ. Ως εκ τούτου απώλεσε το ποσό των 710 ευρώ καθώς η αεροπορική εταιρεία «……….» επέστρεψε σ΄αυτόν το ποσό των φόρων των δύο εισιτηρίων ύψους 40 ευρώ. Επιπρόσθετα, η εναγομένη χρησιμοποίησε, εν αγνοία του ενάγοντος, τους κωδικούς της κάρτας συγκέντρωσης μιλίων της αυτής ως άνω αεροπορικής εταιρείας του ενάγοντος και τα προσωπικά στοιχεία αυτού και αναβάθμισε δικό της αεροπορικό εισιτήριο της αυτής εταιρείας από Αθήνα για Παρίσι από οικονομική θέση σε διακεκριμένη θέση (business class) αναλώνοντας σχετικό δικαίωμα του ενάγοντος ο οποίος μόλις πληροφορήθηκε την αναβάθμιση αυτή προέβη σε ακύρωση αυτής. Ζήτησε δε, να υποχρεωθεί η εναγομένη να παραλείπει στο μέλλον κάθε πράξη που συνιστά εισβολή και ανάμιξη στην προσωπική ζωή αυτού με χρήση του ονόματος αυτού, του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αυτού και των προσωπικών δεδομένων αυτού γενικότερα, με απειλή επιβολής χρηματικής ποινής ύψους 3000 ευρώ και προσωπικής κράτησης αυτού ενός μηνός για κάθε παράβαση της απόφασης και περαιτέρω, να υποχρεωθεί να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 710 ευρώ κατά το οποίο ζημιώθηκε καθώς και το ποσό των 10.000 ευρώ προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγόμενης και συνολικά το ποσό των 10.710 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως καθώς και την καταδίκη της εναγομένης στα δικαστικά του έξοδα. Επί της νομίμου αυτής αγωγής (άρθρα 57, 59, 299, 914, 932, 346 ΑΚ, 370 β ΠΚ και 176,191 παρ 2, 947 ΚΠολΔ) εξεδόθη αρχικά η υπ΄αριθμόν 1800/2021 απόφαση με την οποία διατάχθηκε κατά πλειοψηφία η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης προκειμένου να προσκομισθεί πληρεξούσιο παροχής πληρεξουσιότητας του ενάγοντος προς τον δικηγόρο του. Ακολούθως, εξεδόθη η εκκαλουμένη (υπ΄αριθμόν 2895/2022 απόφαση Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά) με την οποία υποχρεώθηκε η εναγομένη να παραλείπει στο μέλλον κάθε πράξη που συνιστά εισβολή και ανάμιξη στην προσωπική ζωή του ενάγοντα με χρήση του ονόματος του και των προσωπικών δεδομένων αυτού με απειλή επιβολής χρηματικής ποινής ύψους 500 ευρώ και απαγγελίας προσωπικής κράτησης ενός μηνός για κάθε παράβαση της σχετικής υποχρέωσης της, περαιτέρω δε, υποχρεώθηκε η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό 710 ευρώ κατά το οποίο ζημιώθηκε από την ακύρωση των εισιτηρίων του καθώς και χρηματική ικανοποίηση ύψους 1.000 ευρώ προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης και συνολικά το ποσό των 1.710 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξόφλησης ενώ καταδικάσθηκε η εναγομένη και στα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος ύψους 570 ευρώ. Ήδη κατά της απόφασης βάλλει η εναγόμενη παραπονούμενη για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την απόρριψη της αγωγής του αντιδίκου της.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι κατ΄εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου απερρίφθη η ένσταση αοριστίας της αγωγής που προέβαλε επικαλούμενη ότι στην αγωγή δεν αναφέρονται οι αριθμοί των αεροπορικών εισιτηρίων που ακυρώθηκαν, ούτε αναλυτικά η αξία εκάστου, ήτοι το ποσό της αμοιβής της εταιρίας, ο αναλογών φόρος προστιθέμενης αξίας, τα τέλη και τις κρατήσεις. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι στην αγωγή δεν αναφέρεται α) ότι δεν υπήρχαν κενές θέσεις στην αυτή ή άλλη πτήση, β) ο αριθμός τιμολογίου και η ημερομηνία έκδοσης των εκδοθέντων μετά την ακύρωση εισιτηρίων, γ) οι ημερομηνίες αναχώρησης και άφιξης, δ) ο τρόπος πληρωμής των ακυρωθέντων εισιτηρίων αλλά και των μετέπειτα εκδοθέντων καθώς και ε) η αιτία που η αεροπορική εταιρεία δεν απέδωσε στον ενάγοντα το σύνολο του καταβληθέντος αντιτίμου πλην του ποσού των 40 ευρώ. Τέλος, ισχυρίζεται ότι δεν προέκυψε ούτε η ταυτότητα του προσώπου που κατέβαλε το αντίτιμο των αρχικών εισιτηρίων, ούτε ο τρόπος καταβολής αυτού ζητώντας την απόρριψη της αγωγής ως αόριστης. Η ένσταση αυτή είναι απορριπτέα ως αβάσιμη καθόσον η αγωγή περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που την θεμελιώνουν και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά της εναγομένης, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Ειδικότερα, αναφέρεται η ημερομηνία κατά την οποία επρόκειτο να ταξιδέψει ο ενάγων με τη νέα σύντροφό του στο Άμστερνταμ, η αεροπορική εταιρεία που είχε επιλέξει, ο αριθμός της πτήσης, ότι η έκδοση των εισιτηρίων έγινε ηλεκτρονικά, ότι η πληρωμή αυτών έλαβε χώρα μέσω της τραπεζικής κάρτας του ενάγοντος καθώς και η αξία αυτών, καθώς και ότι το ποσό των 40 ευρώ που επιστράφηκε στον ενάγοντα αφορά τους φόρους με τους οποίους είχαν επιβαρυνθεί τα εισιτήρια που ακυρώθηκαν, ενώ δεν απαιτείται η αναφορά των αριθμών των αεροπορικών εισιτηρίων που ακυρώθηκαν, ούτε η ανάλυση της αξίας εκάστου ώστε να προκύπτει η αμοιβή της εταιρίας, ο φόρος προστιθέμενης αξίας, τα τέλη και τις κρατήσεις. Επίσης, δεν απαιτείται ν΄αναφέρεται ότι δεν υπήρχαν κενές θέσεις στην πτήση αυτή ή σε άλλη πτήση, ούτε ο αριθμός τιμολογίου και η ημερομηνία έκδοσης των εκδοθέντων μετά την ακύρωση εισιτηρίων. Κατόπιν αυτών η ένσταση αοριστίας τυγχάνει απορριπτέα.
Από τις με αριθμούς …./2020 και …../2020 ένορκες βεβαιώσεις που δόθηκαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς επιμελεία της εναγομένης κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του ενάγοντος (βλ υπ΄αριθμόν …/19-11-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ………), την από 24-11-2020 και με αριθμό πρωτ. ……. ένορκη βεβαίωση που δόθηκε επιμελεία της εναγομένης ενώπιον δικηγόρου κατ΄άρθρο 74 παρ 6 του ν 4690/2020 κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του ενάγοντος (βλ προαναφερόμενη έκθεση επίδοσης) και όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αλλά και τις ομολογίες της εναγόμενης οι οποίες συνάγονται από τις έγγραφες προτάσεις αυτής (οι οποίες εξειδικεύονται παρακάτω), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η εναγόμενη, διατηρούσε συναισθηματική σχέση με τον ενάγοντα η οποία έληξε στις 31-7-2019 και λόγω της σχέσης αυτής γνώριζε τους κωδικούς του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του ενάγοντος. Μολονότι δε, είχε διακοπεί η μεταξύ τους επικοινωνία και σχέση, στις 26-12-2019 χρησιμοποίησε τους κωδικούς αυτούς και διάβασε την ηλεκτρονική αλληλογραφία του ενάγοντος οπότε πληροφορήθηκε ότι επρόκειτο να ταξιδέψει συνοδευόμενος από κοπέλα στις 27-12-2019 και ώρα 13.40 από την Αθήνα για το Άμστερνταμ Ολλανδίας με την πτήση …….. της αεροπορικής εταιρείας «………» και να επιστρέψει στις 30-12-2019 και ώρα 12.15 μμ. Η αξία των εισιτηρίων την οποία είχε καταβάλει ο ενάγων μέσω της τραπεζικής κάρτας αυτού ανερχόταν σε 750,60 ευρώ. Κινούμενη από εκδικητικά κίνητρα η εναγομένη επικοινώνησε με την αεροπορική εταιρεία και προσποιούμενη ότι ήταν κάτοχος των εισιτηρίων αυτών επικαλούμενη τους κωδικούς κράτησης τους προέβη σε ακύρωση τους. Μόλις πληροφορήθηκε την ακύρωση αυτή ο ενάγων απευθύνθηκε σε έτερη αεροπορική εταιρεία και προγραμμάτισε εκ νέου την μετάβασή του στο Άμστερνταμ με την σύντροφό του ώστε να μην ματαιωθούν τα προγραμματισμένα σχέδιά τους. Προς απόδειξη του ισχυρισμού του ότι η εναγομένη επικοινώνησε με την ανωτέρω αεροπορική εταιρεία και ζήτησε την ακύρωση των εισιτηρίων ο ενάγων προσκόμισε τον ψηφιακό δίσκο ήχου (CD) με την συνομιλία για την ακύρωση των εισιτηρίων του εμφανισθέντος ως κατόχου των εισιτηρίων με την υπάλληλο της εταιρείας τον οποίο είχε αποστείλει σ΄αυτόν η αεροπορική εταιρεία «…………..», κατόπιν αιτήματός του. Εκ της συνομιλίας αυτής αναγνώρισε με βεβαιότητα την εναγομένη ως το πρόσωπο που ζήτησε την ακύρωση των εισιτηρίων. Η εναγομένη από την πλευρά της δεν αμφισβήτησε ότι συνομιλήτρια της υπαλλήλου της αεροπορικής εταιρείας ήταν η ίδια, ούτε αμφισβήτησε την γνησιότητα του ψηφιακού αυτού δίσκου, ούτε ζήτησε την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης προς απόδειξη του ότι δεν συνομιλούσε η ίδια με την υπάλληλο της αεροπορικής εταιρείας, αλλά ισχυρίστηκε ότι ο ενάγων δεν απέδειξε ότι η φωνή του προσώπου που ζήτησε την ακύρωση των εισιτηρίων ανήκει στην ίδια. Επίσης, με την από 12-2-2020 εξώδικη απάντηση την οποία επέδωσε η εναγομένη στον ενάγοντα κατόπιν έγγραφης διαμαρτυρίας του τελευταίου για την ακύρωση των εισιτηρίων από μέρους της, η εναγομένη δεν αμφισβήτησε κατηγορηματικά ότι αναμείχθηκε στην ακύρωση των εισιτηρίων, αλλά απλώς κάλεσε τον ενάγοντα να βεβαιωθεί για την ορθότητα των λεγομένων του αναφέροντας επί λέξει τα εξής: «Ως προς την ακύρωση των εισιτηρίων οφείλετε, επίσης, προτού εγγράφως απευθύνετε βαρύτατους ισχυρισμούς να είστε απολύτως βέβαιος για την ορθότητα τους». Κατόπιν αυτών δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι το πρόσωπο που αιτήθηκε και πέτυχε την ακύρωση των εισιτηρίων ήταν η εναγόμενη καθώς εκ της προαναφερόμενης στάσης της σε συνδυασμό με το σύνολο των ισχυρισμών των διαδίκων συνάγεται (άρθρο 263 ΚΠολΔ) στην προκειμένη περίπτωση, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ομολογία ως προς την συμβολή της στην ακύρωση των εισιτηρίων. Συνεπεία της παράνομης αυτής συμπεριφοράς της εναγόμενης ο ενάγων απώλεσε το αντίτιμο των ακυρωθέντων εισιτηρίων το οποίο είχε καταβάλει ο ίδιος πληρώνοντας με την προσωπική τραπεζική κάρτα του και συγκεκριμένα απώλεσε εκ του ποσού των 750 ευρώ που κατέβαλε το ποσό των 710 ευρώ κατά το οποίο και ζημιώθηκε, καθώς η αεροπορική εταιρεία «…………….» επέστρεψε σ΄αυτόν τους φόρους με τους οποίους είχαν επιβαρυνθεί τα εισιτήρια ύψους 20 ευρώ για καθένα, ήτοι συνολικά 40 ευρώ απορριπτομένου ως αβάσιμου του ισχυρισμού της εναγομένης ότι ο ενάγων ζημιώθηκε κατά την αξία του δικού του εισιτηρίου και μόνον και όχι και κείνου της συντρόφου του, καθόσον κατά το χρόνο ακύρωσης των εισιτηρίων νόμιμος κάτοχος αυτών ήταν ο ενάγων. Απορριπτέα, επίσης, κρίνεται ως αβάσιμη και η ένσταση της εναγομένης περί ευθύνης τρίτου προσώπου και δη της υπαλλήλου της αεροπορικής εταιρείας η οποία αποδέχτηκε το αίτημα για ακύρωση των εισιτηρίων χωρίς να ζητήσει προσωπικά στοιχεία της αιτούσας, όπως ονοματεπώνυμο, αριθμό φορολογικού μητρώου και ημερομηνία γέννησης καθόσον για την τηλεφωνική ακύρωση αεροπορικών εισιτηρίων απαιτείται, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο κωδικός κράτησης των εισιτηρίων, ο οποίος γνωστοποιείται από την αεροπορική εταιρεία στον επιβάτη ή σε εξουσιοδοτημένο απ΄αυτό πρόσωπο και επομένως, μόνη η επίκληση του κωδικού κράτησης παρέχει εχέγγυα στην αεροπορική εταιρεία ότι η αίτηση ακύρωσης προέρχεται από νομιμοποιούμενο πρόσωπο. Ως εκ τούτου η ανωτέρω υπάλληλος δεν υποχρεούνταν σε έλεγχο των στοιχείων ταυτότητας του προσώπου που αιτήθηκε την ακύρωση των εισιτηρίων και δεν φέρει ευθύνη για την ακύρωση των εισιτηρίων που πέτυχε η εναγόμενη. Πέραν της ανωτέρω πράξεως στις 7-2-2020 η εναγομένη, η οποία γνώριζε λόγω της σχέσης της με τον ενάγοντα τους κωδικούς της κάρτας συγκέντρωσης μιλίων της αυτής ως άνω αεροπορικής εταιρείας «……………..» με την οποία είχε εφοδιαστεί ο ενάγων, χρησιμοποίησε, εν αγνοία του τελευταίου τους κωδικούς της κάρτας αυτής και αναβάθμισε δικό της αεροπορικό εισιτήριο της αυτής εταιρείας για μετάβαση από Αθήνα σε Παρίσι από οικονομική θέση σε διακεκριμένη θέση (business class) αναλώνοντας το σχετικό δικαίωμα του ενάγοντος ο οποίος μόλις πληροφορήθηκε την αναβάθμιση αυτή με σχετική ειδοποίηση της αεροπορικής εταιρείας προέβη σε ακύρωση της. Η εναγομένη συνομολόγησε την πράξη της αυτή ισχυριζόμενη περαιτέρω ότι είχε δικαίωμα να το πράξει καθώς ο ενάγων κατά την διάρκεια της σχέσης τους είχε χρησιμοποιήσει τους δικούς της κωδικούς της κάρτας συγκέντρωση μιλίων της αυτής αεροπορικής εταιρείας και είχε αναβαθμίσει δικό του αεροπορικό εισιτήριο και ως εκ τούτου υπείχε σχετική υποχρέωση απέναντι της. Ωστόσο, η διακοπή της μεταξύ τους σχέσης αποτελούσε απαγορευτική συνθήκη για μια τέτοια ενέργεια και επέβαλε την προηγούμενη ενημέρωση και συναίνεση του ενάγοντος, η έλλειψη της οποίας κατέστησε την ενέργεια της εναγομένης παράνομη. Συνεπεία των ανωτέρω πράξεων της εναγομένης ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη καθώς περιήλθε σε κατάσταση άγχους, ανησυχίας, αβεβαιότητας και ανασφάλειας αντιλαμβανόμενος ότι τρίτο πρόσωπο παρεμβαίνει στη ζωή του και διαφοροποιεί κατά βούληση και εν αγνοία του τον προγραμματισμό της περιορίζοντας τις κινήσεις του. Προς αποκαταστάση δε αυτής πρέπει να επιδικαστεί σ΄ αυτόν χρηματική ικανοποίηση η οποία, λαμβανομένου υπόψη του είδους της προσβολής που δέχτηκε ο ενάγων, της έκτασης και των συνεπειών αυτής, των περιστάσεων υπό τις οποίες έλαβε χώρα, του βαθμού πταίσματος της εναγομένης και της περιουσιακής και κοινωνικής κατάστασης των διαδίκων μερών, πρέπει να οριστεί βάσει της αρχής της αναλογικότητας, η οποια, επιβάλλεται να τηρείται κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (ΟλΑπ 9/2015), στο ποσό των 1000 ευρώ. Συνακόλουθα, πρέπει να υποχρεωθεί η εναγομένη να παραλείπει κάθε πράξη επέμβασης στην προσωπική ζωή του ενάγοντος και χρήσης των προσωπικών δεδομένων αυτού και ν΄ απειληθεί σε βάρος της και υπέρ του ενάγοντος χρηματική ποινή ύψους 500 ευρώ και προσωπική κράτηση ενός μηνός για κάθε παράβαση της απόφασης ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης (άρθρο 947 ΚΠολΔ). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία και υποχρέωσε την εναγομένη να παραλείπει κάθε πράξη επέμβασης στην προσωπική ζωή του ενάγοντος και χρήσης των προσωπικών δεδομένων αυτού με απειλή επιβολής χρηματικής ποινής ύψους 500 ευρώ και απαγγελίας προσωπικής κράτησης ενός μηνός για κάθε παραβίαση της υποχρέωσής της αυτής και ακολούθως υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα συνολικά το ποσό των 1710 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής ορθά κατ΄αποτέλεσμα έκρινε. Πρέπει, επομένως, να αντικατασταθεί η αιτιολογία με τις αιτιολογίες της απόφασης αυτής και ν΄απορριφθεί η έφεση (άρθρο 534 ΚΠολΔ). Τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης λόγω της ήττας αυτής (άρθρο 183, 176, 191 παρ 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Πρέπει, επίσης, να διαταχθεί και η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο λόγω της απόρριψης της εφέσεως (άρθρο 495 παρ 4 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη στα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 9η Ιανουαρίου 2025 και δημοσιεύθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2025 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ