Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 93/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης    93/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Παναγιωτοπούλου, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα E.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……………., για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Α) Της εκκαλούσας: Της εδρεύουσας στην ……… Αττικής και επί των οδών ………. εταιρείας με την επωνυμία <<………..>>, με ΑΦΜ ………, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ευάγγελο Λιούσκο (ΑΜ ΔΣΠ …..), που κατέθεσε την από 8.1.2025 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Του εφεσίβλητου: ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αννα Κοντοσέα (ΑΜ ΔΣΠ ……… ΔΕ Γ.Κοντοσέας και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία ΔΣΠ …).

Β) Του εκκαλούντος: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αννα Κοντοσέα (ΑΜ ΔΣΠ ……. ΔΕ Γ.Κοντοσέας και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία ΔΣΠ …..).

Της εφεσίβλητης: Της νόμιμα εκπροσωπούμενης εταιρείας με την επωνυμία <<……….>> (…………) που εδρεύει στην …….. Αττικής, οδός ………., η οποία εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ευάγγελο Λιούσκο (ΑΜ ΔΣΠ ………….), που κατέθεσε την από 8.1.2025 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Ο εκκαλών της υπό στοιχ. Β έφεσης και εφεσίβλητος της υπό στοιχ. Α έφεσης, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 23.12.2022 (με γεν.αριθ.κατάθ. …../2022 και αριθ.καταθ. δικογρ. …/2022) αγωγή, με την οποία ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ’αριθ. 2506/2023 οριστική απόφαση, με την οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, διατάσσοντας τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα της υπό στοιχ. Α έφεσης, με την από 27-11-2023 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …./21.12.2023 και ειδ.αριθ.καταθ. …/21.12.2023 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …./27.12.2023 και ειδ.αριθ.καταθ. …./27.12.2023) έφεση και ο ενάγων και ήδη εκκαλών της υπό στοιχ. Β έφεσης, με την από 2.12.2024 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/2.12.2024 και αριθ.καταθ.ενδ.μέσου …/2.12.2024 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …./3.12.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …../3.12.2024) έφεση, οι οποίες προσδιορίστηκαν προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκαν στο πινάκιο.

Οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν στη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν αντιμωλία των διαδίκων.

Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω, αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: α) η από 27.11.2023 (με γεν.αριθ.καταθ. …./27.12.2023 και ειδ.αριθ.καταθ. …/27.12.2023) έφεση και β) η από 2.12.2024 (με γεν.αριθ.καταθ. …/3.12.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …/3.12.2024) έφεση στρεφόμενες κατά της υπ’αριθ. 2506/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσας κατά τη διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, κατ’αντιμωλία των διαδίκων, οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, λόγω της προδήλου μεταξύ τους συνάφειας, καθ’ όσον βάλλουν κατά της αυτής οριστικής αποφάσεως, υπάγονται στην αυτή διαδικασία και με την ένωση και συνεκδίκασή τους επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και αποτρέπεται το ενδεχόμενο εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων (άρθρα 246 και 524παρ.1 ΚΠολΔ, ΕφΑθ4299/2006 ΕλλΔνη 47 1508).

Οι κρινόμενες αντίθετες, από  27.11.2023 υπό στοιχ. Α έφεση και από 2.12.2024 υπό στοιχ. Β έφεση, που στρέφονται κατά της υπ’αριθ. 2506/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρ. 82 ΚΙΝΔ σε συνδ. με άρθρ. 591, 614, 621, 622 ΚΠολΔ), κατ’αντιμωλία των διαδίκων και έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της στις 26.7.2023, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου του άρθρου 495 ΚΠολΔ, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής, (Εφ.Πειρ. 416/2024 www.efeteio-peir.gr). Εφόσον δε οι ένδικες εφέσεις αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.

Ο ενάγων με την προαναφερθείσα αγωγή του εξέθετε ότι με διαδοχικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας που κατήρτισε με την εναγομένη, ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του μάγειρα Β’, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, εντός της χρονικής περιόδου από 11.9.2020 έως 1.4.2022, στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο <<B2>>, ολικής χωρητικότητας 16.172 κόρων και με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….., πλοιοκτησίας της εναγομένης, αντί των προβλεπόμενων από την οικεία Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019 μηνιαίου μισθού και επιδομάτων και ακολούθως του έτους 2020, κατά ρητή συμφωνία των συμβαλλομένων. Οτι παρείχε τις υπηρεσίες του στο εν λόγω πλοίο, που εκτελούσε τα αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια, εργαζόμενος επί δεκατέσσερις (14) ώρες ημερησίως, ασκώντας τα καθήκοντα της ειδικότητάς του, έως την 1.4.2022, οπότε λύθηκε η τελευταία σύμβαση ναυτολόγησής του με αίτηση του πλοιάρχου και άνευ δικής του υπαιτιότητας. Οτι από τις ως άνω ναυτολογήσεις του, διατηρεί αξιώσεις για πρόσθετη αμοιβή λόγω υπερωριακής απασχόλησης, διαφορά επιδομάτων εορτών των ετών 2021 και 2022, διαφορά επί της αμοιβής δρομολογίων εξπρές, αποζημίωση για μη χορήγηση άδειας διανυκτέρευσης και διαφορά επί της αποζημίωσης απόλυσής του. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητούσε – κατόπιν παραδεκτής τροπής όλων των αγωγικών κονδυλίων από καταψηφιστικά σε έντοκα αναγνωριστικά πλην της αμοιβής για υπερωριακή απασχόληση – να υποχρεωθεί η εναγομένη, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να του καταβάλει το ποσό των 21.017,16 ευρώ και να αναγνωριστεί ότι υποχρεούται να του καταβάλει το ποσό των 7.252,61 ευρώ, αμφότερα τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο από την τελευταία απόλυσή του (1.4.2022) άλλως από την επίδοση της αγωγής  καθώς και να καταδικαστεί αυτή στη δικαστική του δαπάνη. Με την εκκαλουμένη απόφαση, η αγωγή αυτή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, πλην των αγωγικών κονδυλίων αμοιβής δρομολογίων εξπρές καθ’ο μέρος ο ενάγων υπολόγισε στις μηνιαίες αποδοχές του την αναλογία των επιδομάτων εορτών, ακολούθως δε, με την παραδοχή, μεταξύ άλλων, ότι η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος ανερχόταν σε δώδεκα (12) ώρες, έγινε κατά ένα μέρος δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και, συγκεκριμένα, υποχρεώθηκε η εναγομένη, με διάταξη που κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή, στην καταβολή του ποσού των 13.109,14 ευρώ, ως υπόλοιπο αμοιβής για την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος και αναγνωρίστηκε ότι υποχρεούται στην καταβολή του ποσού των 5.245,94 ευρώ ως υπόλοιπο εορταστικών επιδομάτων και πρόσθετης αμοιβής για την εκτέλεση δρομολογίων εξπρές και ως αποζημίωσή του για τις διανυκτερεύσεις που δικαιούτο αλλά δεν του χορηγήθηκαν καθώς και για την απόλυσή του, αμφότερα τα ποσά με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της λύσεως της τελευταίας σύμβασης ναυτικής εργασίας του ενάγοντος, στις 1.4.2022, εκτός από το χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο επίδομα εορτών Χριστουγέννων του έτους 2022 που κρίθηκε τοκοφόρο από 1.1.2023 (παραλείποντας ωστόσο στο διατακτικό αυτής μέρος να περιλάβει διάταξη περί τόκων για το ποσό που αναγνωρίσθηκε ότι οφείλεται στον ενάγοντα, για το οποίο θα γίνει λόγος κατωτέρω, αφού η παράλειψη αυτή έχει προσβληθεί με λόγο έφεσης), ενώ απέρριψε τις ενστάσεις εξόφλησης και συμψηφισμού που προέβαλε η εναγομένη. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ήδη με τις ένδικες εφέσεις τους αμφότεροι οι διάδικοι και, αποδίδοντάς της εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου καθώς και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητούν την ουσιαστική παραδοχή των εφέσεών τους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, την αναδίκαση της υποθέσεως από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω παραδοχή ή απόρριψη της αγωγής αντιστοίχως, ενώ η εκκαλούσα της υπό στοιχ.Α έφεσης υποβάλλει και αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη της εκτέλεσης κατάσταση, κατ’ άρθρο 914 ΚΠολΔ, επειδή κατέβαλε στον αντίδικό της α) το χρηματικό ποσό των 13.109,14 ευρώ, από το οποίο παρακρατήθηκε και αποδόθηκε φόρος μισθωτών υπηρεσιών 10%, αποδοτέου εν τέλει του ποσού των 11.798,23 ευρώ και β) το χρηματικό ποσό των 1.936,21 ευρώ για τόκους του ανωτέρω κεφαλαίου, από το οποίο παρακρατήθηκε και αποδόθηκε φόρος μισθωτών υπηρεσιών 15%, αποδοτέου εν τέλει του ποσού των 1.645,77 ευρώ  που η εκκαλουμένη του επιδίκασε προσωρινά.

Ι. Το δικόγραφο της αγωγής, κατά το άρθρο 216 του ΚΠολΔ, πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118-119 του ίδιου κώδικα α) σαφή έκθεση των γεγονότων τα οποία θεμελιώνουν κατά το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα (ιστορική βάση της αγωγής), β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Τα πραγματικά περιστατικά θα πρέπει να είναι τόσα όσα απαιτούνται για τη θεμελίωση της αξίωσης, ν’ αναφέρονται δε αυτά με τέτοια σαφήνεια, ώστε, όχι μόνο να μην αφήνεται αμφιβολία για την αξίωση του ενάγοντος που απορρέει απ’ αυτά, για την οποία αναφέρεται το αίτημα της αγωγής, αλλά ακόμη και κατά τρόπο ώστε ο εναγόμενος να έχει τη δυνατότητα άμυνας με ανταπόδειξη ή ένσταση κατά της αξίωσης του ενάγοντος. Αν λείπουν αυτά τα στοιχεία, το δικόγραφο της αγωγής είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας. Το απαράδεκτο αυτό ερευνάται και αυτεπαγγέλτως, ως αναγόμενο στην προδικασία, η οποία αφορά τη δημόσια τάξη, γι’ αυτό η αοριστία αυτή δεν μπορεί να θεραπευτεί με τις προτάσεις, ούτε με την παραπομπή σε άλλα έγγραφα της δίκης, ούτε με την εκτίμηση των αποδείξεων (Α.Π. 1807/1990, Δ. 22, 444, Εφ.Θεσ. 2472/1995, ΕλλΔνη 38, 1161). Σε περίπτωση αμφιβολίας περί της πληρότητας ή όχι του δικογράφου, λογίζεται έγκυρη η αγωγή εφόσον οι ελλείψεις του δικογράφου της δεν δυσχεραίνουν την ανταπόδειξη (Εφ.Πειρ. 236/2006, αδημ, Εφ.Πειρ. 187/2005, αδημ, Εφ.Πειρ. 187/2005, Ε.Ν.Δ. 2005, 97, Εφ.Πειρ. 575/2004, Ναυτ.Δικ. 6, 479, Εφ.Πειρ. 860/1997, Ε.Ν.Δ. 26, 9, Σ. Σταυρόπουλου, Ερμ, ΚΠολΔ υπ’ άρθρο 216, παρ. 6, Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ υπ’ άρθρο 216 εδ. 2, 3). Ειδικότερα, όταν πρόκειται για αγωγή, με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση δεδουλευμένων αποδοχών ναυτικού, στοιχεία της βάσης της, τα οποία ο ενάγων οφείλει να επικαλεστεί και, αν αμφισβητηθούν, να αποδείξει, είναι, σύμφωνα με το άρθρο 53 ΚΙΝΔ, η σύμβαση ναυτολόγησης, η παροχή από τον ενάγοντα ναυτικό της εργασίας του στον πλοιοκτήτη και ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός, σε συνδυασμό με τη χωρητικότητα του πλοίου, ώστε να εφαρμοστεί η αρμόζουσα ΣΣΝΕ (ΑΠ 365/2005, Δνη 47/1663, ΑΠ 225/2002, Δνη 44/160 = ΔΕΝ 2002/1314, ΜονΕφΠειρ. 196/2020 με παραπομπές σε ΜονΕφΠειρ. 147/2014, πρώτη δημοσίευση σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 994/2007, ΕΝαυτΔ 2007/385 = ΠειρΝομ. 2008/199, ΕφΠειρ. 857/2006, ΕΝαυτΔ 2006/268, ΕφΠειρ. 567/2005, ΕΝαυτΔ 2005/345, ΕφΠειρ. 124/2003, ΕΝαυτΔ 2003/130, Α. Βερνάρδος, Το δίκαιον της ναυτικής εργασίας, 1980, σελ. 99).

Η ένδικη αγωγή, με την οποία ο ενάγων εκθέτει ότι ναυτολογήθηκε διαδοχικά στο αναφερόμενο ακτοπλοϊκό πλοίο, πλοιοκτησίας της εναγομένης, ως μάγειρας Β’, αντί των καθοριζομένων από την οικεία και εκάστοτε ισχύουσα ΣΣΝΕ όρων και αποδοχών, ότι παρέσχε σε αυτό τις υπηρεσίες του κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα χρονικά διαστήματα και με την οποία ζητεί να του καταβληθούν διαφορές από υπερωριακή εργασία, κατά τις καθημερινές, Σάββατα, Κυριακές και αργίες, από επιδόματα εορτών και από την αμοιβή των δρομολογίων εξπρές καθώς και αποζημίωση για τη μη χορήγηση άδειας διανυκτέρευσης και διαφορά αποζημίωσης απόλυσης, είναι ορισμένη και σαφής, αφού περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν. Ο χρόνος της θαλάσσιας υπηρεσίας του ενάγοντος, δεν συνιστά στοιχείο της βάσης της αγωγής, κατά τα εκτιθέμενα ανωτέρω και επομένως δεν απαιτείται να διατυπώνεται κατά τρόπο εμφατικό στο δικόγραφο, αλλά μπορεί να προκύπτει από τον υπολογισμό του επιδόματος αδείας, βάση του οποίου αποτελούν τα ημερομίσθια ανά μήνα, ανάλογα με τα έτη θαλάσσιας υπηρεσίας, όπως στην προκειμένη περίπτωση που αναφέρονται ως βάση υπολογισμού τα 5 ημερομίσθια ανά μήνα (ορ σχετ.σελ. 2, 3, 9, 11 και 12 της αγωγής), υποδηλώνοντας σαφώς ότι ο ενάγων κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής διέθετε τουλάχιστον διετή θαλάσσια υπηρεσία. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε ότι η αγωγή είναι ορισμένη και απέρριψε τον προβληθέντα αμυντικό ισχυρισμό της εναγομένης περί αοριστίας του ποσού του επιδόματος αδείας [λόγω μη σαφούς αναφοράς στην αγωγή του χρόνου θαλάσσιας υπηρεσίας του ενάγοντος], συνεπεία της οποίας συμπαρασύρεται σε αοριστία το σύνολο των νομίμων, δυνάμει της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ αποδοχών του ενάγοντος, ορθώς το νόμο εφάρμοσε και ο πρώτος λόγος της υπό στοιχ. Α έφεσης, με τον οποίο η εκκαλούσα – εναγόμενη επαναφέρει τον ίδιο ισχυρισμό της είναι απορριπτέος ως  αβάσιμος. Για τους ίδιους λόγους απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο δεύτερος λόγος της υπό στοιχ. Α έφεσης, με τον οποίο η εκκαλούσα – εναγομένη παραπονείται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έκανε δεκτά πραγματικά περιστατικά που δεν προτάθηκαν και ειδικότερα ότι δέχθηκε ότι ο ενάγων είχε θαλάσσια υπηρεσία άνω των δύο ετών, ώστε κατά τον υπολογισμό του νομίμου μισθού του να δικαιούται επίδομα αδείας 5 ημερομισθίων ανά μήνα. Τούτο διότι, όπως εκτέθηκε ανωτέρω, ο χρόνος θαλάσσιας υπηρεσίας του ενάγοντος προκύπτει άμεσα και υποδηλώνεται σαφώς στο αγωγικό δικόγραφο από τον λεπτομερή υπολογισμό του επιδόματος αδείας, ως βάση του οποίου λήφθηκαν υπόψη τα 5 ημερομίσθια ανά μήνα, ώστε να μην είναι αναγκαία η με πανηγυρικό τρόπο αναφορά του, ενώ η εν λόγω έλλειψη ουδόλως δυσχέρανε το δικαίωμα ανταπόδειξης της εναγομένης. Σημειωτέον ότι η τελευταία βάλλει μόνο κατά της έλλειψης αναγραφής της θαλάσσιας υπηρεσίας στο αγωγικό δικόγραφο χωρίς εν τέλει να αμφισβητεί με ανταποδεικτικά μέσα το πραγματικό γεγονός της πενταετούς και πλέον θαλάσσιας υπηρεσίας του ενάγοντος.

ΙΙ. Κατά το άρθρο 3 § 1 του Ν. 3239/1955 η ατομική σύμβαση εργασίας, που καταρτίζεται από πρόσωπο δεσμευόμενο από συλλογική σύμβαση εργασίας, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους θεσπισθέντες με αυτήν την τελευταία όρους, οι δε αντίθετες ατομικές συμφωνίες είναι άκυρες. Όμως, όροι ατομικής εργασιακής συμβάσεως ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από αυτούς της συλλογικής σύμβασης είναι επικρατέστεροι. Εκ τούτων συνάγεται ότι, εάν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπομένων από τη συλλογική σύμβαση και περιελήφθη όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις πέραν των νομίμων καταβαλλόμενες, ο όρος είναι ισχυρός. Τούτο ισχύει όχι μόνο για τις αποδοχές που υφίστανται κατά το χρόνο συνάψεως της ατομικής εργασιακής σύμβασης αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες που θα θεσπιστούν μετά την κατάρτιση της ατομικής σύμβασης. Τα ανωτέρω ισχύουν ομοίως και για αξιώσεις από ναυτική εργασία, που θεμελιώνονται σε ειδικές διατάξεις (ΑΠ 516/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 465/2009, ΕΝαυτΔ 2009/276). Μάλιστα, στη ναυτική πρακτική, η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές που προβλέπονται από την οικεία ΣΣΝΕ, ονομάζεται «κλειστός μισθός» και είναι έγκυρη κατ’ άρθρο 361 ΑΚ, με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον συμβατικό «κλειστό» μισθό, διαφορετικά, αν δηλαδή ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η σχετική συμφωνία δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, Δνη 44/160 = ΔΕΝ 2002/1314, ΜονΕφΠειρ. 361/2013, ΕΝαυτΔ 2013/208, ΕφΠειρ 391/2009, ΕΝαυτΔ 2009/283, ΕφΠειρ 429/2008, ΕΝαυτΔ 2008/284, ΕφΠειρ 30/2008, ΕΝαυτΔ 2008/106, Ι. Πιτσιρίκος, Η σύμβαση ναυτικής εργασίας, 2006, § 9, σελ. 69). Η έννοια του «κλειστού» μισθού, που προϋποθέτει υφιστάμενο ένα νόμιμα καθοριζόμενο όριο ελάχιστων αποδοχών του εργαζομένου, περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα, χωρίς ανάγκη άλλου ειδικού καθορισμού αυτών των τελευταίων (ΜονΕφΠειρ. 369/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται τακτικώς και παγίως στο ναυτικό, κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπομένου από την οικεία ΣΣΝΕ μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του, της δραστηριότητας και του ζήλου του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, χωρίς πρόβλεψη περί καταλογισμού αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο τούτο ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του εργοδότη, ελευθέρως ανακλητή ή δυνάμενη να καταλογιστεί μονομερώς προς άλλες συμβατικές αξιώσεις του ναυτικού. Όμως, το ως άνω πρόσθετο χρηματικό ποσό («επιμίσθιο») μπορεί να συμψηφιστεί προς τις προβλεπόμενες από τις οικείες ΣΣΝΕ αποδοχές, μόνον τότε, όταν υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση ναυτικής εργασίας περί καταλογισμού του στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή δεν έχει κάτι τέτοιο ειδικώς και ορισμένως συμφωνηθεί, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον εν λόγω συμψηφισμό, γιατί με τον τρόπο αυτό θα περιόριζε μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 213/2016, ΜονΕφΠειρ. 50/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 322/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 221/2015, Δνη 2016/1405, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΠειρ 185/2012, ΕΝαυτΔ 2012/397, ΤριμΕφΠειρ 471/2011, ΕΝαυτΔ 2011/257, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 60, σελ. 326, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 205). Πρέπει να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που δεν εξειδικεύονται οι αποδοχές που καλύπτει ο «κλειστός» μισθός και υπάρχει κενό στη σύμβαση εργασίας ή γεννιέται αμφιβολία περί της έννοιας των βουλήσεων που δηλώθηκαν, αν δηλαδή περιλαμβάνονται ή όχι σε αυτόν ορισμένες από τις νόμιμες απαιτήσεις του ναυτικού, ανακύπτει θέμα ερμηνείας της σύμβασης, κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, δηλαδή, όπως απαιτεί η καλή πίστη λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών (ΑΠ 1214/2010, ΕφΑΔ 2010/1322, ΑΠ 1746/2009, ΝοΒ 58/729, ΑΠ 142/2003, Δνη 44/1305, ΑΠ 737/2001, Δνη 43/723, ΑΠ 1700/1998, ΕΝαυτΔ 1999/465, Εφ.ΠΠειρ. 120/2019, ο.π., ΕφΠειρ. 670/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 457/2000, ΔΕΕ 2000/895).

ΙΙΙ. Με τα άρθρα 11, 12 παρ. 1, 13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ. 1 της ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 (ΦΕΚ Β’ 3170/12.8.2019) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2019», του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση,  ορίζονται τα ακόλουθα: « …Οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορά η ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση ορίζονται σε 40 εβδομαδιαίως, δηλαδή 8 ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. …Ειδικά για το προσωπικό γενικών υπηρεσιών εν γένει, πλην των Ραδιοτηλεγραφητών, η οκτάωρη εργασία κατανέμεται από της 06.00 ώρας μέχρι της 22.00 ώρας με μία ώρα διακοπή. … Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανόμενων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής: Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παρ. 1 του άρθρου 1 (αφορά το βασικό μισθό) διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173)… Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακή αμοιβή του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%… Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών…. Οι κατωτέρω κατονομαζόμενες θρησκευτικές εορτές θεωρούνται ως ημέρες αργίας. Εργασίες εκτελούμενες κατά τις αργίες αυτές εν πλω και στο λιμάνι αμείβονται υπερωριακώς, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 13 της Συλλογικής Σύμβασης… α. Η 1η του Έτους, β. Η εορτή των Θεοφανείων. γ. Η Καθαρή Δευτέρα, δ. Η 25η Μαρτίου, ε. Η Μεγάλη Παρασκευή, στ. Η Δευτέρα του Πάσχα. ζ. Η ημέρα του Αγίου Γεωργίου, η. Η 1η Μαΐου. θ. Η ημέρα της Αναλήψεως. ι. Η 15η Αυγούστου. ια. Η 14η Σεπτεμβρίου, ιβ. Η 28η Οκτωβρίου, ιγ. Η ημέρα του Αγίου Νικολάου. ιδ. Η ημέρα των Χριστουγέννων, ιε. Η δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων…. ». Καθ’ όσον αφορά ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, ότι η ως άνω Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας προβλέπει στο άρθρο 6 ότι «Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του μισθού ενεργείας, που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας», δηλαδή το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής, αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (Εφ.Πειρ. 132/2023, Εφ.Πειρ. 481/2023, Εφ.Πειρ. 300/2023, δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς).

IV. Από την διάταξη του άρθρου 14 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ 2019, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι ναυτικοί, τις ατομικές συμβάσεις εργασίας των οποίων αυτή διέπει, δικαιούνται επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 164/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) και συνυπολογίζεται μόνον αν πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΤριμΕφΠειρ. 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 364/2012, αδημ.). Αντιθέτως, το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 20 της ως άνω ΣΣΝΕ μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του κατώτερου πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων δώρων εορτών (ΜονΕφΠειρ. 676/2014,  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΜονΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262), για το λόγο ότι δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως σαφώς από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται, αιτία της χορηγήσεώς του αποτελεί η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΕΕΔ 2005/237 = ΔΕΝ 59/1300 = Δνη 2005/123, ΑΠ 226/2003, ΕΕΔ 2004/790 = ΔΕΝ 59/1138, ΤριμΕφΠειρ. 177/2012, ΠειρΝ 2012/354, ΤριμΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262, ΕφΠειρ. 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009/102, ΜονΕφΠειρ. 347/2016, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 671/2015, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204).

V. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 της ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, υπό τον τίτλο «Δρομολόγια Εξπρές», προβλέπεται ότι, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά την παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. Όμως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή η μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και η επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των δώδεκα (12) ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι, καθόσον αφορά την προβλεπόμενη απ` αυτές πρόσθετη αμοιβή, αυτή καταβάλλεται εφόσον σε κάθε δρομολόγιο το πλοίο δεν παραμείνει τουλάχιστον έξι (6) ώρες στο λιμάνι αφετηρίας πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο. Κατά τη σαφή δε έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 170 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέρα και ώρα ιδιαίτερο ταξίδι προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής” (ΕΠ 71/2014 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η υποχρέωση δε εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 των πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει έξι (6) ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν έξι (6) τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί έξι (6) ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του, προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του (Εφ.Πειρ.546/2016 ΕΝΔ 44.323). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο εκτελεί έως πέντε κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, για τον προσδιορισμό της οφειλόμενης πρόσθετης αμοιβής αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως έξι (6) ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή, εννοείται για τα δρομολόγια της εν λόγω εβδομάδας. Εν τούτοις, δεν καθίσταται απαράδεκτη ή νόμω αβάσιμη η αγωγή του εργαζομένου, με την οποία αυτός, έχοντας αξίωση λήψης πρόσθετης αμοιβής για πρόωρη αναχώρηση του πλοίου που εκτελεί έως πέντε κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως για περισσότερες της μίας εβδομάδας στα πλαίσια του χρόνου ναυτολόγησής του, υπολογίζει όλες τις ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου, καθόλη τη διάρκεια της ναυτολογήσεώς του, διότι εν τέλει και ο τρόπος αυτός υπολογισμού στο ίδιο αποτέλεσμα καταλήγει, εφόσον βάση προσδιορισμού της πρόσθετης αμοιβής, αποτελεί το πηλίκον της διαιρέσεως των ωρών πρόωρης αναχώρησης του πλοίου με τον αριθμό 8. Είτε οι ώρες πρόωρης αναχώρησης ληφθούν σε εβδομαδιαία βάση και ακολούθως, αφού διαιρεθούν με τον αριθμό 8, γίνει άθροιση του πηλίκου των διαιρέσεων όλων των επιμέρους εβδομάδων απασχόλησης του εργαζομένου, είτε απευθείας όλες οι ώρες πρόωρης αναχώρησης διαιρεθούν με τον αριθμό 8, οδηγούν κατ’ αποτέλεσμα στον ίδιο αριθμό δρομολογίων. Εξάλλου, για την εφαρμογή της παραπάνω § 7, στο σύνολο των μηνιαίων αποδοχών του δικαιούχου συμπεριλαμβάνεται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από το ναυτικό εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά (ΜονΕφΠειρ. 317/2018, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 265/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνυπολογίζονται, επομένως, ο μισθός ενέργειας, τα επιδόματα Κυριακών και βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, ο μέσος όρος της αμοιβής που καταβάλλεται τακτικά για επαναλαμβανόμενη υπερωριακή εργασία (ΤριμΕφΠειρ. 53/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 1/2003, ΕΝαυτΔ 2003/124), το επίδομα αδείας (ΜονΕφΠειρ. 317/2018, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 265/2016, ΜονΕφΠειρ. 51/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς και ο μέσος όρος των πρόσθετων αμοιβών που εισπράττει ο ναυτικός από τον εργοδότη του, αν αυτές του καταβάλλονται σταθερά και αδιαλείπτως κάθε μήνα (ΜονΕφΠειρ. 57/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ο.π.). Κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, στις μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή, περιλαμβάνονται και τα εορταστικά επιδόματα (δώρα), έστω κι αν κατά το άρθρο 14 της ως άνω ΣΣΝΕ καταβάλλονται «επ’ ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων, Νέου έτους και Πάσχα», εφόσον αυτά καταβάλλονται τακτικώς κάθε μήνα (όμοια ΕφΠειρ 328/2023 και ΕφΠειρ 433/2023, Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς, Δ. Καμβύση, Ναυτεργατικό Δίκαιο 1977, σελ. 148).

VI. Σε περίπτωση απολύσεως ναυτικού που λαμβάνει χώρα σε λιμένα του εσωτερικού συνεπεία καταγγελίας της συμβάσεώς του από τον πλοίαρχο, η αποζημίωσή του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 75 εδαφ. δ΄ και 76 εδαφ. α΄ ΚΙΝΔ ισούται με τις πάσης φύσεως πάγιες και σταθερές αποδοχές του δεκαπέντε (15) ημερών κατά το χρόνο της απόλυσής του και για τον υπολογισμό της λαμβάνονται υπόψη ο καταβαλλόμενος μισθός κατά τον τελευταίο μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης (μισθός ενέργειας), το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, το αντίτιμο τροφής, η αποζημίωση άδειας, η υπερωριακή αμοιβή του, τα επιδόματα εορτών και κάθε άλλη παροχή καταβαλλομένη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του τακτικώς καθ’ έκαστο μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς καθ’ ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΑΠ 1224/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 161/2024, ΜονΕφΠειρ. 254/2022, 423/2021, 422/2021, 120/2019, όλες προσβάσιμες στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου στο Διαδίκτυο, ΜονΕφΠειρ. 351/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 57/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΕφΠειρ. 172/2008, ΕΝαυτΔ 36/100, ΕφΠειρ. 719/2006, ΕΝαυτΔ 34/355, βλ. και Δ. Καμβύση, ο.α.π., άρθρο 76, σελ. 266), το άθροισμα των οποίων διαιρείται  δια δύο [2] (ΜονΕφΠειρ. 71/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 231/2013, ΕΝαυτΔ 2013/220).

Από την εκτίμηση της από 8.1.2025 και υπ’αριθ.πρωτ. ………….2025 κατ’άρθρο 421 ΚΠολΔ, ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της Δικηγόρου Θεσσαλονίκης ……….., που λήφθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης, δυνάμει της υπ’αριθ. ……../16.12.2024 έκθεσης επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά, ……………, της οποίας (ένορκης βεβαίωσης) γίνεται επίκληση και προσαγωγή το πρώτον ενώπιον του παρόντος, δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου και λαμβάνεται υπόψη κατ’άρθρο 529 ΚΠολΔ, από την επανεκτίμηση της υπ’αριθ. ………./22.03.2023 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά …….., που λήφθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης, δυνάμει της υπ’αριθ. ……../17.3.2023 έκθεσης επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά, ……………, η οποία λαμβάνεται υπόψη παρά το γεγονός ότι ο μαρτυρών τυγχάνει αντίδικος της εναγομένης επειδή έχει ασκήσει εναντίον της άλλη, δική του, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο, αφού αυτό από μόνο του, δεν αποκλείει την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (ΕφΑθ. 3879/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ. 698/2003, ΑχΝομ. 2004/266), της υπ’αριθ. ……../9.6.2023 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον του συμβολαιογράφου Πειραιά …………, που λήφθηκε με επιμέλεια της εναγομένης, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος, όπως προκύπτει από την υπ’αριθ. ………./6.6.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …………., οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) άπασες σταθμίζονται κατά το μέτρο της γνώσεως και το βαθμό της αξιοπιστίας των ενόρκως βεβαιούντων καθώς και από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, τα οποία συνδυάζει με τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα αποδείξεως και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Με διαδοχικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία  Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου <<B2>>, ολικής χωρητικότητας 16.172 κόρων και με αριθμό νηολογίου Πειραιά …. και του ενάγοντος, απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του με αριθμό …………. ναυτικού φυλλαδίου, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του μάγειρα Β’ στο ανωτέρω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του 1) από 11.09.2020 έως 3.3.2021, οπότε απολύθηκε στον Πειραιά αμοιβαία συναινέσει αυτού και του Πλοιάρχου, 2) από 28.4.2021 έως 1.11.2021, που αποναυτολογήθηκε στον Πειραιά λόγω αδείας έως την 1.12.2021 και 3) από 10.12.2021 έως 1.4.2022, οπότε απολύθηκε στον Πειραιά αιτήσει του Πλοιάρχου και άνευ υπαιτιότητας του ενάγοντος ναυτικού. Για τις παραπάνω συμβάσεις ναυτικής εργασίας τηρήθηκε έγγραφος τύπος και από τις συγκεκριμένες γραπτές συμφωνίες, αντίγραφα των οποίων προσκόμισε η εναγομένη, προκύπτει ότι ο μηνιαίος μισθός του ενάγοντος συνομολογήθηκε κλειστός, ανερχόμενος στο συνολικό (μικτό) χρηματικό ποσό των 3.308,24 ευρώ. Κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, οι όροι εργασίας του ενάγοντος και ιδίως το ύψος των καταβαλλόμενων σε αυτόν αποδοχών διέπονταν αρχικά από την ΣΣΝΕ των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 (ΦΕΚ Β’ 3170/12.8.2019) του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και ακολούθως – κατά ρητή συμφωνία των διαδίκων – από τη ΣΣΝΕ των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2022, η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/8785/2022 (ΦΕΚ Β’ 663/15.2.2022), όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες από τους διαδίκους αποδείξεις μισθοδοσίας. Από τους περιλαμβανόμενους στις ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις πίνακες αμοιβών κατά βαθμό και ειδικότητα και τις σχετικές διατάξεις περί των αποδοχών των ναυτικών προκύπτει ότι με τη ΣΣΝΕ του έτους 2019 οι αποδοχές του μάγειρα Β’ για το έτος 2021 ορίζονταν ως ακολούθως: 1.418,11 ευρώ μισθός ενεργείας, 311,98 ευρώ επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22%, 36,64 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, 599,40 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,98 ευρώ Χ 30), 493,10 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.418,11 ευρώ μισθός ενεργείας + 311,98 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.730,09 ευρώ Χ 1/22 = 78,64 ευρώ Χ 5 ημέρες = 393,20 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,98 Χ 5) = 99,90  ευρώ], ενώ για το έτος 2022 ορίζονταν ως ακολούθως: 1.460,65 ευρώ μισθός ενεργείας, 321,34 ευρώ επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22%, 37,47 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, 617,40 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (20,58 ευρώ Χ 30), 507,90 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.460,65 ευρώ μισθός ενεργείας + 321,34 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.781,99 ευρώ Χ 1/22 = 81,00 ευρώ Χ 5 ημέρες = 405.00 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (20,58 Χ 5) = 102,90  ευρώ]. Ακόμη, προκειμένου περί μάγειρα Β’, η υπερωριακή αμοιβή για το έτος 2021 ορίστηκε σε 10,25 ευρώ (με προσαύξηση 25%) για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και 12,30 ευρώ (με προσαύξηση 50%) για κάθε ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ενώ για το έτος 2022 ορίστηκε σε 10,55 ευρώ και σε 12,66 ευρώ αντίστοιχα. Κατά το ένδικο χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος, το ως άνω πλοίο της εναγομένης εκτελούσε τα ακόλουθα ακτοπλοϊκά (κυρίως κυκλικά) δρομολόγια, τα οποία δεν αμφισβητεί η εναγομένη:

  1. Κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως και 3.3.2021.

ΔΕΥΤΕΡΑ                  ΤΡΙΤΗ                                 ΤΕΤΑΡΤΗ                    ΠΕΜΠΤΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ
Πάτμος 00.20 00.40 Πάτμος 03.00 03.15 Πάτμος   00.15 Πάτμος 03.00 03.35
Σύρος 05.35 05.55 Λέρος 04.30 04.45 Πειραιάς 08.05 17.00 Λέρος 04.30 04.45
Πειραιάς 10.45 17.00 Κως 07.00 07.30 Σύρος 21.50 22.05 Κάλυμνος 05.55 06.15
Σύρος 21.50 22.05 Ρόδος 11.15 16.00       Κως 07.15 07.45
      Κως 19.45 20.15       Ρόδος 11.30 16.00
      Λέρος 22.30 22.45       Κως 19.45 20.15
      Πάτμος 23.59         Κάλυμνος 21.15 21.35
                  Λέρος 22.45 23.05

ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ             ΣΑΒΒΑΤΟ              ΚΥΡΙΑΚΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ      
Πάτμος 00.20 00.40 Πάτμος 03.00 03.15 Ρόδος   16.00      
Πειραιάς 09.15 17.00 Λέρος 04.30 04.45 Κως 19.45 20.15      
Σύρος 21.50 22.05 Κάλυμνος 05.55 06.15 Κάλυμνος 21.15 21.35      
      Κως 07.15 07.45 Λέρος 22.45 23.05      
      Ρόδος 11.30              
  1. Κατά το χρονικό διάστημα από 28.4.2021 έως 3.5.2021, από 17.5.2021 έως 7.6.2021 (πρωί) και από 6.9.2021 (βράδυ) έως 1.11.2021 (πρωί).

ΔΕΥΤΕΡΑ                  ΤΡΙΤΗ                                    ΤΕΤΑΡΤΗ                  ΠΕΜΠΤΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ
Σύρος 04.00 04.20 Πάτμος 03.15 03.35 Σύρος 04.00 04.20 Πάτμος 03.15 03.35
Πειραιάς 08.05 19.00 Λέρος 04.35 04.55 Πειραιάς 08.05 19.00 Λέρος 04.35 04.55
Σύρος 22.50 23.10 Κως 06.35 07.05 Σύρος 22.50 23.10 Κάλυμνος 05.55 06.15
      Ρόδος 10.10 17.00       Κως 07.00 07.30
      Κως 20.05 20.35       Ρόδος 10.20 17.00
      Λέρος 22.15 22.35       Κως 20.05 20.35
      Πάτμος 23.35 23.55       Κάλυμνος 21.20 21.40
                  Λέρος 22.30 22.50
                  Πάτμος 23.40 23.55

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ           ΣΑΒΒΑΤΟ                ΚΥΡΙΑΚΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ      
Σύρος 04.00 04.20 Πάτμος 03.15 03.35 Ρόδος   17.00      
Πειραιάς 08.05 19.00 Λέρος 04.35 04.55 Κως 20.05 20.35      
Σύρος 22.50 23.10 Κάλυμνος 05.55 06.15 Κάλυμνος 21.20 21.40      
      Κως 07.00 07.30 Λέρος 22.30 22.50      
      Ρόδος 10.20   Πάτμος 23.40 23.55      

 

Παρατηρήσεις:

Την Πέμπτη 29.4.2021 το πλοίο αναχώρησε από τη Ρόδο την 16.00μμ προς Κω (αφ.18.45-αν.19.15) – Κάλυμνο (αφ.20.00-αν.20.20) -Λέρο (αφ.21.10-αν.21.30) – Πάτμο (αφ.22.20-αν.22,40) – Σύρο (02.20 της επομένης Παρασκευή 30.4.2021 – αν.02.35) – Πειραιά (αφ.06.05-αν.23.30) – Πάτμο (αφ.06.25 της επομένης Σάββατο 1.5.2021 – αν.06.40) – Λέρο (αφ.07.35-αν.07.50) – Κάλυμνο (αφ.08.45-αν.09.05) – Κω (αφ.10.00-αν.10.30) – Ρόδο (αφ.13.20).

  • Κατά το χρονικό διάστημα από 4.5.2021 έως και 16.5.2021.

ΔΕΥΤΕΡΑ                 ΤΡΙΤΗ                     ΤΕΤΑΡΤΗ                   ΠΕΜΠΤΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ
Πάτμος 00.20 00.40 Πάτμος 03.00 03.15 Πάτμος   00.15 Πάτμος 03.00 03.35
Σύρος 05.35 05.55 Λέρος 04.30 04.45 Σύρος 05.10 05.30 Λέρος 04.30 04.45
Πειραιάς 10.45 17.00 Κως 07.00 07.30 Πειραιάς 10.20 17.00 Κάλυμνος 05.55 06.15
Σύρος 21.50 22.05 Ρόδος 11.15 16.00 Σύρος 21.50 22.05 Κως 07.15 07.45
      Κως 09.45 20.15       Ρόδος 11.30 16.00
      Λέρος 22.30 22.45       Κως 19.45 20.15
      Πάτμος 23.59         Κάλυμνος 21.15 21.35
                  Λέρος 22.45 23.05

ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ              ΣΑΒΒΑΤΟ             ΚΥΡΙΑΚΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ      
Πάτμος 00.20 00.40 Πάτμος 03.00 03.15 Ρόδος   16.00      
Σύρος 05.10 05.30 Λέρος 04.30 04.45 Κως 19.45 20.15      
Πειραιάς 10.45 10.00 Κάλυμνος 05.55 06.15 Κάλυμνος 21.15 21.35      
Σύρος 21.50 22.05 Κως 07.15 07.45 Λέρος 22.45 23.05      
      Ρόδος 11.30              

 

  1. Κατά το χρονικό διάστημα από 7.6.2021 (βράδυ) έως και 6.9.2021 (πρωί).

ΔΕΥΤΈΡΑ                       ΤΡΙΤΗ                   ΤΕΤΆΡΤΗ                   ΠΕΜΠΤΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ
Πάτμος   00.05 Πάτμος 02.15 02.35 Σύρος 04.00 04.20 Πάτμος 02.15 02.35
Σύρος 04.00 04.20 Λέρος 03.35 03.55 Πειραιάς 08.05 18.00 Λέρος 03.35 03.55
Πειραιάς 08.05 18.00 Κως 05.35 06.05 Σύρος 21.50 22.10 Κάλυμνος 04.55 05.15
Σύρος 21.50 22.10 Σύμη 08.15 08.35       Κως 06.05 06.35
      Ρόδος 09.35 17.00       Ρόδος 09.35 17.00
      Σύμη 18.00 18.20       Κως 20.05 20.35
      Κως 20.25 20.55       Κάλυμνος 21.10 21.40
      Λέρος 22.30 22.50       Λέρος 22.35 22.55
      Πάτμος 23.45 23.59       Πάτμος 23.50  

ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ              ΣΑΒΒΑΤΟ                ΚΥΡΙΑΚΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ      
Πάτμος   00.05 Κάλυμνος 02.30 02.50 Κατάπολα 05.30 05.50      
Σύρος 04.00 04.20 Κως 03.35 04.05 Πάτμος 08.00 08.20      
Πειραιάς 08.05 18.00 Ρόδος 06.55 09.00 Λέρος 09.20 09.40      
Σύρος 21.30 21.50 Κως 11.35 12.00 Κως 11.10 11.40      
      Κατάπολα 15.10 15.30 Ρόδος 14.30 17.00      
      Πειραιάς 20.55 23.55 Κως 20.05 20.35      
            Κάλυμνος 21.20 21.40      
            Λέρος 22.35 22.55      
            Πάτμος 23.50        

 

Παρατηρήσεις:

– Την Τετάρτη 16.6.2021 εκτελέσθηκε δρομολόγιο ως εξής: Πειραιάς (αν. 23.00) – Σύρος (αφ. 02.30 της επομένης Πέμπτη 17.6.2021 – αν. 02.45) – Πάτμος (αφ.06.15 -αν.06.35) – Λέρος (αφ. 07.30 -αν.07.50) – Κάλυμνος (αφ.08.45-αν.09.05) – Κως (αφ.09.50 – αν.10.20) – Ρόδος (αφ.13.05 – αν. 17.00) – Κως (αφ. 20.05 – αν.20.35) – Κάλυμνος (αφ.21.20 – αν.21.40) – Λέρος (22.35-αν.22.55) – Πάτμος (αφ.23.50 -αν.00.05 της επομένης Παρασκευή 18.6.2021) – Σύρος (αφ.04.00 -αν.04.20) – Πειραιάς (αφ.08.05).

–  Την Κυριακή 20.6.2021 το πλοίο παρέμεινε στο λιμάνι της Ρόδου. Τη Δευτέρα 21.6.2021 εκτελέσθηκε δρομολόγιο ως εξής: Ρόδος (αν.07.00) – Κως (αφ.09.45 -αν.10.15) – Κάλυμνος (αφ.11 – αν. 11.20) – Λέρος (αφ.12.10 -αν.12.30) – Πάτμος (αφ.13.20 -αν.13.40) – Σύρος (αφ.17.20 -αν.17.35) – Πειραιάς (αφ.21.05 -αν.23.30) – Σύρος (αφ.02.50 της επομένης Τρίτη 22.6.2021 – αν.03.05) – Πάτμος (αφ.06.25-αν.06.40) – Λέρος (αφ.07.35 -αν.07.50) – Κως (αφ.09.15 -αν.09.45) – Σύμη (αφ.11.55 -αν.21.10) – Ρόδος (αφ.13.10 -αν.17.00) – Σύμη (αφ.18.00 -αν.18.20) – Κως (αφ.20.25 -αν.20.55) – Λέρος (αφ.21.30 -αν.22.50) – Πάτμος (αφ.23.45 -αν.23.59) – Σύρος (αφ.04.00 -αν.04.20) – Πειραιάς (αφ.08.05).

– Την Πέμπτη 2.9.2021 το πλοίο αναχώρησε από τη Ρόδο στις 17.00 προς Σύμη (αφ.18.00 -αν.18.20) – Κω (αφ.20.25 -αν.20.55) – Κάλυμνο (αφ.21.40 – αν.22.00) – Λέρο (αφ.22.55 -αν.23.15) – Πάτμο (αφ.00.15 της επομένης Παρασκευή 3.9.2021 – αν.00.30) – Σύρο (αφ.04.05 -αν.04.25) – Πειραιά (αφ.08.05).

  1. Κατά το χρονικό διάστημα από 10.12.2021 έως και 1.4.2022

ΔΕΥΤΈΡΑ                     ΤΡΙΤΗ                     ΤΕΤΆΡΤΗ                            ΠΕΜΠΤΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ
Σύρος 04.00 04.20 Πάτμος 02.45 03.05 Πειραιάς 08.00 18.00 Πάτμος 02.45 03.05
Πειραιάς 08.35 18.00 Λέρος 04.10 04.30 Σύρος 22.10 22.30 Λέρος 04.10 04.30
Σύρος 22.10 22.30 Κως 06.20 06.50       Κάλυμνος 05.35 05.55
      Ρόδος 10.05 16.00       Κως 06.45 07.15
      Κως 19.10 19.40       Ρόδος 10.30 16.00
      Λέρος 21.55 22.15       Κως 19.10 19.40
      Πάτμος 23.25 23.45       Κάλυμνος 20.30 20.50
                  Λέρος 21.55 22.15
                  Πάτμος 23.25 23.45

ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ            ΣΑΒΒΑΤΟ                 ΚΥΡΙΑΚΗ

ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ ΑΝ      
Πειραιάς 08.00 18.00 Πάτμος 02.45 03.05 Ρόδος   16.00      
Σύρος 22.10 22.30 Λέρος 04.10 04.30 Κως 19.10 19.40      
      Κάλυμνος 05.35 05.55 Κάλυμνος 20.30 20.50      
      Κως 06.45 07.15 Λέρος 21.55 22.15      
      Ρόδος 10.30   Πάτμος 23.25 23.45      

Ο ενάγων, κατά το διάστημα της ναυτολόγησής του, απασχολούνταν καθημερινά με τα ανατιθέμενα σε αυτόν καθήκοντα, συναφή με την ειδικότητά του. Ειδικότερα, μεριμνούσε για τη συγκέντρωση και τη μεταφορά των υλικών από τις αποθήκες τροφίμων στο χώρο του μαγειρείου, τον καθαρισμό των τροφίμων και την προετοιμασία, σύμφωνα με τους κανόνες της μαγειρικής τέχνης, των εδεσμάτων  που προορίζονταν για τους επιβάτες και το πλήρωμα του πλοίου, ενώ μετά την ολοκλήρωση της παρασκευής και παράθεσης των γευμάτων, συμμετείχε στις εργασίες καθαριότητας και καλής συντήρησης των χώρων του μαγειρείου, των ψυγείων και των εντός αυτών τροφίμων, των πλυντηρίων και εν γένει των μαγειρικών σκευών. Στο υπόψη πλοίο λειτουργούσαν για τους επιβάτες ένα εστιατόριο σελφ σέρβις μαζί με ένα εστιατόριο της εταιρείας ……. και ένα αλά καρτ καθώς και δύο ξεχωριστά εστιατόρια για το πλήρωμα. Στους ανωτέρω χώρους εξυπηρετούνταν καθημερινά μεγάλος αριθμός ατόμων, αφού το πλοίο, ως ένα από τα μεγαλύτερα της ακτοπλοϊας, είχε μεταφορική ικανότητα 1.854 επιβατών και πλήρωμα που αριθμούσε περισσότερα από 80 άτομα.  Οι ασχολίες του ενάγοντος, αναλόγως της βάρδιάς του, συνίσταντο κυρίως στην παρασκευή του πρωϊνού γεύματος, μετά την ολοκλήρωση του οποίου ασχολούνταν με εργασίες καθαρισμού, ακολούθως με την προετοιμασία του μεσημεριανού γεύματος και στη συνέχεια με την προετοιμασία και το σερβίρισμα του βραδινού γεύματος. Την επομένη ημέρα (εφόσον την προηγούμενη είχε εργαστεί έως το κλείσιμο των εστιατορίων) εκκινούσε αργότερα την εργασία του, ασχολούμενος με την προετοιμασία του μεσημεριανού και του βραδινού γεύματος και, μετά το κλείσιμο των εστιατορίων, με τον καθαρισμό του χώρου και των σκευών. Η διάρκεια της καθημερινής απασχόλησης του ενάγοντος δεν ήταν εκ των προτέρων ακριβώς καθορισμένη, διότι τελούσε σε συνάρτηση με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεόμενων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου και την εξυπηρέτηση της συγκεκριμένης ακτοπλοϊκής γραμμής. Αποδείχθηκε όμως ότι για την εκτέλεση των καθηκόντων του και εντός των πλαισίων της καλύτερης λειτουργίας των υπηρεσιών του πλοίου, ο ενάγων εργαζόταν, κατ’εντολή του προϊσταμένου αρχιμάγειρα, πέραν του νομίμου ωραρίου του, γεγονός άλλωστε που συνομολογεί και η εναγομένη, η οποία με τη μισθοδοσία κάθε μήνα, του κατέβαλε χρηματικά ποσά για <<αμοιβή υπερωριών>> και για απασχόληση <<Σάββατα και αργίες>>, όπως προκύπτει και από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας. Εγείρεται όμως αμφισβήτηση ως προς την επικαλούμενη από τον ενάγοντα ημερήσια διάρκεια της απασχόλησής του και ως προς το ύψος της αξιούμενης για την αιτία αυτή, απαίτησης, εκ μέρους της εναγομένης, η οποία υποστηρίζει ότι οι ώρες της υπερωριακής του απασχόλησης ήταν λιγότερες από τις επικαλούμενες και από αυτές που δέχθηκε η εκκαλουμένη και ότι έχουν εξοφληθεί πλήρως με την καταβολή των ποσών που έλαβε ο ενάγων για την αιτία αυτή. Με βάση όσα προεκτέθηκαν και ιδίως α) τις συνθήκες και περιστάσεις που επικρατούσαν στο εν λόγω πλοίο, το οποίο είναι ένα από τα μεγαλύτερα ακτοπλοϊκά πλοία στην Ελλάδα και ήταν δρομολογημένο στην ανωτέρω γραμμή, β) τη σταθερή καταβολή κάθε μήνα του ένδικου χρονικού διαστήματος, χρηματικών ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, τόσο τις καθημερινές και Κυριακές όσο και τα Σάββατα και τις αργίες και γ) τη φύση και το αντικείμενο απασχόλησης του ενάγοντος, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι ο ενάγων για την εκτέλεση των ανωτέρω καθηκόντων του, απασχολούνταν καθημερινά επί 12 ώρες, δηλαδή εργαζόταν υπερωριακώς κατά τέσσερις (4) ώρες τις καθημερινές και Κυριακές και κατά δώδεκα (12) ώρες τα Σάββατα και τις αργίες. Ο αγωγικός ισχυρισμός περί απασχολήσεώς του επί δεκατέσσερις (14) ώρες ημερησίως, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της υπό στοιχ. Β έφεσης, δεν κρίνεται πειστικός και τυγχάνει απορριπτέος για το πέραν των ως άνω ωρών καθημερινής απασχόλησης σκέλος του, αφενός διότι οι ανωτέρω αναφερόμενες εργασίες επιμερίζονταν μεταξύ του ενάγοντος και των άλλων μαγείρων που ήταν ναυτολογημένοι στο πλοίο κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, αφετέρου διότι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, τέτοια συνεχής σωματική εργασία, παρεχόμενη επί σειρά μηνών επί καθημερινής βάσης, θα οδηγούσε τον ενάγοντα ναυτικό, γεννημένο το έτος 1966, στα όρια της σωματικής του αντοχής. Ομοίως ο ισχυρισμός της εναγομένης που επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο της έφεσής της (υπό στοιχ. Α), κατά το πρώτο σκέλος αυτού, ότι ο ενάγων δεν απασχολούνταν υπερωριακά, πολλώ δε μάλλον τις συγκεκριμένες ώρες που επικαλείται ή αυτές που του επιδίκασε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ότι εν πάσει περιπτώσει, ουδέποτε ξεπέρασε τις 11 ώρες εργασίας κατά μέσο όρο τις καθημερινές και τις 8 ώρες τα Σάββατα, για τις οποίες έχει εξοφληθεί πλήρως, κρίνεται, ενόψει όσων προαναφέρθηκαν, ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον οι προπεριγραφείσες εργασίες του ενάγοντος, οι οποίες αποτελούσαν τα καθημερινά του καθήκοντα, δεν είναι κατά την κοινή πείρα και λογική εφικτό να εκτελούνται εντός του νομίμου οκταώρου. Σημειώνεται ότι ο ενάγων παρείχε την προαναφερόμενη υπερωριακή εργασία ακόμη και τα Σάββατα της χειμερινής περιόδου, που το πλοίο διανυκτέρευε στο λιμάνι της Ρόδου, όπως ισχυρίζεται η εναγομένη και δεν αμφισβητεί ο ενάγων, συμμετέχοντας στην προετοιμασία και παράθεση γευμάτων (πρωινού, μεσημεριανού και βραδινού) προκειμένου να ικανοποιηθούν οι ανάγκες σίτισης του πληρώματος που παρέμενε εντός του πλοίου και αριθμούσε, όπως προαναφέρθηκε, περισσότερα από 80 άτομα. Εξάλλου, το γεγονός ότι η ως άνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν πλήρως στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η εναγομένη διά του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 των ως άνω ΣΣΝΕ, καθώς και το ότι ο ενάγων υπέγραφε στο εν λόγω βιβλίο, καθώς και στις αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού (Εφ.Πειρ. 155/2023, Εφ.Πειρ. 577/2022, Εφ.Πειρ. 304/2020, Εφ.Πειρ. 274/2019, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 716/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), επιπλέον δε, είναι κοινώς γνωστό ότι δεν είναι σύνηθες οι ναυτικοί που υπηρετούν σε ένα πλοίο να διατυπώνουν επιφυλάξεις στις σχετικές καταστάσεις, προφανώς από φόβο ότι μπορεί να δυσαρεστήσουν τον εργοδότη και να διακινδυνεύσουν τη θέση εργασίας τους. Εξάλλου, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, η οποία συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174, 180, 679 Α.Κ, 8 ν. 2112/1920 και 8 παρ. 4 Ν. 4020/1959, κάθε παραίτηση του εργαζόμενου από το δικαίωμα λήψης των νόμιμων αποδοχών, επιδομάτων ή άλλων από την εργασία του παροχών, έστω και υπό τη μορφή άφεσης χρέους κατ’ άρθρο 454 ΑΚ, είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη (Α.Π. 587/2006, Εφ.Πειρ. 18/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 304/2020, www.efeteio-peir.gr). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες επί δώδεκα (12) ώρες κατά μέσο όρο, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει οι σχετικοί λόγοι (τρίτος της υπό στοιχ.Α έφεσης κατά το πρώτο σκέλος αυτού και πρώτος της υπό στοιχ. Β έφεσης κατά το πρώτο σκέλος αυτού) των ενδίκων εφέσεων, που βάλλουν κατά της παραδοχής αυτής, να απορριφθούν ως  αβάσιμοι. Ο εκκαλών – ενάγων με τον πρώτο λόγο της έφεσής του (υπό στοιχ.Β) κατά το δεύτερο σκέλος αυτού, παραπονείται για τον αριθμό των ημερών που πρωτοδίκως κρίθηκε ότι εργάστηκε εντός του έτους 2021, επικαλούμενος ότι οι καθημερινές – εργάσιμες ημέρες και οι Κυριακές, κατά τις οποίες παρείχε υπερωριακή εργασία, ανέρχονταν σε 222 και όχι σε 218 όπως εσφαλμένα δέχθηκε η εκκαλουμένη. Πράγματι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατά τον υπολογισμό των καθημερινών – εργάσιμων ημερών και των Κυριακών του έτους 2021 δέχθηκε ότι ο ενάγων παρείχε την εργασία του επί 218 ημέρες, καθ’ομολογία της της εναγομένης, η οποία λήφθηκε υπόψη κατά το άρθρο 106 ΚΠολΔ. Ωστόσο οι ημέρες (καθημερινές και Κυριακές) που πράγματι εργάστηκε υπερωριακά προκύπτει, κατ’ορθή καταμέτρηση, ότι ανέρχονται σε 222 και επομένως ο ανωτέρω λόγος κατά το ειδικότερο σκέλος αυτού, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος. Συνεπώς με βάση τις παραδοχές της εκκαλουμένης ως προς τον αριθμό των ημερών εργασίας του ενάγοντος, κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, διορθούμενες μόνο ως προς το σημείο που προαναφέρθηκε, δεδομένου και του ότι οι διάδικοι δεν αμφισβητούν ειδικώς και δεν πλήττουν με τις εφέσεις τους τα κεφάλαια του γενόμενου αριθμητικού υπολογισμού και της εξαγωγής των οικείων τελικών κονδυλίων, ο ενάγων δικαιούται να λάβει για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης: α) για το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως και 3.3.2021, από 28.4.2021 έως και 1.11.2021 και από 10.12.2021 έως και 31.12.2021 ι) για 37 Σάββατα (ήτοι 2, 9, 16, 23, 30/1, 6, 13, 20, 27/2, 8, 15, 22, 29/5, 5, 12, 19, 26/6, 3, 10, 17, 24, 31/7, 7, 14, 21, 28/8, 4, 11, 18, 25/9, 2, 9, 16, 23, 30/10, 11, 18/12) και 12 αργίες (ήτοι 1/1, 6/1, 30/4, 1/5, 3/5, 10/6, 22/6, 15/8, 14/9, 28/10, 25/12, 26/12) και συνολικά επί 49 ημέρες που πραγματοποίησε 588 (49 χ 12) ώρες υπερωριακής εργασίας, το ποσό των  (588 ώρες χ 12,30 ευρώ ανά ώρα=) 7.232,40 ευρώ, έναντι του οποίου, έλαβε το ποσό των 4.996,69 ευρώ, όπως προκύπτει από τις οικείες αποδείξεις μισθοδοσίας του έτους 2021, προσκομιζόμενες από αμφότερα τα διάδικα μέρη και επομένως δικαιούται να λάβει επιπλέον το ποσό των 2.235,71 ευρώ, ιι) για 222 ημέρες  καθημερινές και Κυριακές που εργάστηκε 4 ώρες υπερωριακά ανά ημέρα και συνολικά πραγματοποίησε 888 ώρες υπερωριακής εργασίας, το ποσό των (888 ώρες χ 10,25 ευρώ ανά ώρα=) 9.102,00 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.550,27 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί και δεν αντιλέγει η εναγομένη και επομένως δικαιούται να λάβει επιπλέον το ποσό των 7.551,73 ευρώ, β) για το χρονικό διάστημα από 1.1.2022 έως και 1.4.2022 ι) για 12 Σάββατα (ήτοι 8, 15, 22, 29/1, 5, 12, 19, 26/2, 5, 12, 19, 26/3) και 4 αργίες (ήτοι 1/1, 6/1, 7/3 και 25/3) και συνολικά επί 16 ημέρες που πραγματοποίησε 192 (16 χ 12) ώρες υπερωριακής εργασίας, το ποσό των (192 ώρες χ 12,66 ευρώ ανά ώρα=) 2.430,72 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.754,09 ευρώ, όπως προκύπτει από τις οικείες αποδείξεις μισθοδοσίας του έτους 2022, προσκομιζόμενες από αμφότερα τα διάδικα μέρη και επομένως δικαιούται να λάβει επιπλέον το ποσό των 676,63 ευρώ, ιι) για 75 ημέρες καθημερινές και Κυριακές που εργάστηκε 4 ώρες υπερωριακά ανά ημέρα και συνολικά πραγματοποίησε 300 ώρες υπερωριακής εργασίας, το ποσό των (300 ώρες χ 10,55 ευρώ ανά ώρα=) 3.165,00 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 544,24 ευρώ,  όπως ο ίδιος συνομολογεί και δεν αντιλέγει η εναγομένη και επομένως δικαιούται να λάβει επιπλέον το ποσό των 2.620,76 ευρώ. Περαιτέρω ο εκκαλών – ενάγων με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του (υπό στοιχ. Β), κατά το πρώτο σκέλος αυτού, παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όσον αφορά το ποσό που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλόμενων σε αυτόν επιδομάτων εορτών των ετών 2021 και 2022, ως μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της εναγομένης εντός των ιδίων ετών. Ειδικότερα, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη υπολόγισε εσφαλμένα το ανωτέρω ποσό επί τη βάσει της, επίσης εσφαλμένης, παραδοχής ότι αυτός απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του, λιγότερες ώρες από όσες πράγματι εργάσθηκε καθ’υπέρβαση του προβλεπόμενου στην εφαρμοστέα ΣΣΝΕ ωραρίου, αφού έγινε δεκτό ότι η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του ανερχόταν κατά μέσο όρο σε δώδεκα (12) και όχι σε δεκατέσσερις (14) ώρες, όπως επικαλούνταν με την αγωγή του, ενώ η εναγομένη ισχυρίζεται ότι ο μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής που λήφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο τυγχάνει εσφαλμένος, αφού αυτός πράγματι ανέρχεται σε έντεκα (11) ώρες. Ωστόσο, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση συνυπολόγισε στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, με βάση τις οποίες προσδιόρισε τα ποσά που δέχθηκε ότι του οφείλονται ως δώρα εορτών των ετών 2021 και 2022, το μέσο όρο της μηνιαίας αμοιβής (με την παραδοχή ότι αυτός απασχολούνταν υπερωριακά επί δώδεκα ώρες ημερησίως), το αντίτιμο τροφής και το επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας, ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα και συμφώνως προς τα προεκτεθέντα στην υπό στοιχ. IV νομική σκέψη της παρούσας. Επομένως ο ανωτέρω δεύτερος λόγος της έφεσης του εκκαλούντος – ενάγοντος (υπό στοιχ. Β), κατά το πρώτο σκέλος αυτού, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Επίσης ο ενάγων – εκκαλών της υπό στοιχ. Β έφεσης, με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου αυτής παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα κρίνοντας δεν συνυπολόγισε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλόμενων σε αυτόν επιδομάτων εορτών των ετών 2021 και 2022, την μηνιαία αναλογία αποζημίωσης διανυκτέρευσης. Ομως, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. IV νομική σκέψη της παρούσας, η αποζημίωση αυτή δεν αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο, ούτε καταβάλλεται παγίως και τακτικώς κατά μήνα αλλά μόνο σε περίπτωση μη παρεχόμενης διανυκτέρευσης, προβλεπόμενης από το άρθρο 16 της οικείας ΣΣΝΕ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο κατά τον, με σκοπό καθορισμού των επιδομάτων δώρων εορτών που δικαιούνταν ο ενάγων, προσδιορισμό των τακτικών σε μηνιαία κλίμακα καταβαλλόμενων αποδοχών του, δεν συνυπολόγισε τη μηνιαία αναλογία αποζημίωσης διανυκτέρευσης, όπως ζητούσε ο ενάγων, με την αιτιολογία ότι αυτή δεν αποτελούσε παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της εργασίας του, ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες οι συναφείς αιτιάσεις που προβάλλονται με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου της έφεσης (υπό στοιχ. Β) του εκκαλούντος – ενάγοντος, όπου υποστηρίζονται τα αντίθετα. Με βάση τις παραδοχές αυτές, διορθούμενες μόνο ως τον προς τον αριθμό των καθημερινών – εργάσιμων ημερών και των Κυριακών (συνολικά 222) που έγινε δεκτό ότι ο ενάγων εργάστηκε κατά το έτος 2021, ο τελευταίος δικαιούται για επιδόματα εορτών: 1) αναλογία δώρου Πάσχα 2021, για την περίοδο από 1.1.2021 έως 3.3.2021 και από 28.4.2021 έως 30.4.2021, δεδομένου ότι εργάστηκε 65 ημέρες, δικαιούται να λάβει ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8 ημέρες εργασίας, επομένως δικαιούται [1.418,11 ευρώ μισθός ενεργείας + 311,98 ευρώ επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% + 36,64 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 599,40 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,98 ευρώ Χ 30) + 493,10 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.418,11 ευρώ μισθός ενεργείας + 311,98 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.730,09 ευρώ Χ 1/22 = 78,64 ευρώ Χ 5 ημέρες = 393,20 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,98 Χ 5=) 99,90  ευρώ] + 1.808,40 ευρώ κατά μέσο όρο μηνιαία υπερωριακή αμοιβή (7.232,40 + 9.102,00 = 16.334,40 ευρώ δια 271 ημέρες, ίσον 60,28 ευρώ χ 30 ημέρες=) 4.667,63 ευρώ χ 1/2 χ 1/15 χ (65 ημέρες αναφοράς /8 =) 8,13 οκταήμερα = 1.264,95 ευρώ, έναντι του οποίου  ο ενάγων έλαβε το ποσό των 657,26 ευρώ και επομένως δικαιούται να λάβει επιπλέον το ποσό των 607,69 ευρώ, 2) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2021, για το διάστημα της υπηρεσίας του από 1.5.2021 έως 1.11.2021 και από 10.12.2021 έως 31.12.2021, ήτοι για περίοδο 207 ημερών, δικαιούται να λάβει [4.667,63 ευρώ μηνιαίο μισθό χ 2/25 χ (207 ημέρες αναφοράς /19=) 10,90 δεκαεννεαήμερα=] 4.070,18 ευρώ, έναντι του οποίου ο ενάγων έλαβε το ποσό των 2.097,38 και επομένως δικαιούται να λάβει επιπλέον το ποσό των 1.972,80 ευρώ. 3) Για αναλογία δώρου Πάσχα 2022, για την περίοδο από 1.1.2022 έως 1.4.2022, δεδομένου ότι ο ενάγων εργάστηκε 91 ημέρες δικαιούται να λάβει ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8 ημέρες εργασίας, επομένως δικαιούται [1.460,65 ευρώ μισθός ενεργείας + 321,34 ευρώ επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% + 37,47 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 617,40 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (20,58 ευρώ Χ 30) + 507,90 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.460,65 ευρώ μισθός ενεργείας + 321,34 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.781,99 ευρώ Χ 1/22 = 81,00 ευρώ Χ 5 ημέρες = 405.00 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (20,58 Χ 5) = 102,90  ευρώ] + 1.845,00 ευρώ κατά μέσο όρο μηνιαία υπερωριακή αμοιβή ( 2.430,72 + 3.165,00 = 5.595,72 ευρώ δια 91 ημέρες, ίσον 61,50 ευρώ χ 30 ημέρες=) 4.789,77 ευρώ χ 1/2 χ 1/15 χ (91 ημέρες αναφοράς /8 =) 11,38 οκταήμερα = 1.816,12 ευρώ, έναντι του οποίου ο ενάγων έλαβε το ποσό των 977,74 ευρώ και επομένως δικαιούται να λάβει επιπλέον το ποσό των 838,38 ευρώ. Περαιτέρω, από τους πίνακες δρομολογίων, τους οποίους η εναγομένη δεν αμφισβητεί, προκύπτει ότι το πλοίο <<B2>>, κατά το χρονικό διάστημα από 28.5.2021 έως 6.9.2021 πραγματοποίησε πρόωρες αναχωρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 33 της οικείας ΣΣΝΕ, όπως αυτές εμφαίνονται στον παρακάτω πίνακα:

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΩΡΑ ΑΦ. ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΩΡΑ ΑΝ. ΑΠΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΩΡΕΣ ΠΡΟΩΡ.ΑΝΑΧ.
12.6.2021 20.55 23.55 3
19.6.2021 20.55 23.55 3
21.6.2021 21.05 23.30 3,58
26.6.2021 20.55 23.55 3
3.7.2021 20.55 23.55 3
10.7.2021 20.55 23.55 3
17.7.2021 20.55 23.55 3
24.7.2021 20.55 23.55 3
31.7.2021 22.55 23.55 3
7.8.2021 20.55 23.55 3
14.8.2021 20.55 23.55 3
21.8.2021 20.55 23.55 3
28.8.2021 20.55 23.55 3
 4.9.2021 20.55 23.55 3
                                   Σύνολο 42,58 ώρες

Συνεπώς το πλοίο εκτέλεσε (42,58/8=) 5,32 δρομολόγια εξπρές, διάρκειας άνω των 12 ωρών έκαστο και για το λόγο αυτό ο ενάγων δικαιούται ως αμοιβή για έκαστο εξ αυτών, το 1/30 των μηνιαίων αποδοχών του. Για τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του ναυτικού που λαμβάνονται ως βάση της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, υπολογίζεται ο μέσος όρος της υπερωριακής αμοιβής του και το επίδομα αδείας (ΤρΕφΠειρ. 53/2013, δημ. ΝΟΜΟΣ). Ενόψει όσων έχουν ήδη αναφερθεί περί της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης και μετά την απόρριψη ως αβάσιμων του τρίτου λόγου της υπό στοιχ. Α έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος αυτού και του πρώτου λόγου της υπό στοιχ. Β έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος αυτού, που πλήττουν την κρίση της εκκαλουμένης περί δωδεκάωρης ημερήσιας εργασίας του, παρέλκει η έρευνα του τρίτου λόγου της υπό στοιχ. Β έφεσης κατά το πρώτο σκέλος αυτού, με το οποίο ο εκκαλών – ενάγων παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλόμενης σε αυτόν πρόσθετης ειδικής αμοιβής για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας. Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του δεν συνυπολόγισε στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, με βάση τις οποίες προσδιόρισε τα ποσά που δέχθηκε ότι του οφείλονται ως πρόσθετη ειδική αμοιβή του για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές κατά το έτος 2021, τη μηνιαία αναλογία αποζημίωσης διανυκτέρευσης, όπως ζητούσε ο ενάγων, με τη σαφώς υπονοούμενη παραδοχή ότι αυτή δεν αποτελούσε παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της εργασίας του, ούτε καταβάλονταν σταθερά και αδιάλειπτα κάθε μήνα, ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες οι συναφείς αιτιάσεις που προβάλλονται με το δεύτερο σκέλος του τρίτου λόγου της υπό στοιχ. Β έφεσης του εκκαλούντος – ενάγοντος, όπου υποστηρίζονται τα αντίθετα. Σφάλμα όμως εντοπίζεται στο αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης, μόνο στο σημείο κατά το οποίο δεν συνυπολόγισε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλόμενης σε αυτόν πρόσθετης ειδικής αμοιβής για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, τη μηνιαία αναλογία δώρων εορτών, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην υπό στοιχ. V) νομική σκέψη της παρούσας, κατά παραδοχή ως βάσιμου του τρίτου σκέλους του τρίτου λόγου της υπό στοιχ Β έφεσης του εκκαλούντος – ενάγοντος κατά το ειδικότερο μέρος του που πλήττει την κρίση αυτή της εκκαλουμένης. Συνεπώς με βάση τις ανωτέρω παραδοχές, ο ενάγων έπρεπε να λάβει για την εκτέλεση από το πλοίο 5,32 δρομολογίων εξπρές το ποσό των [4.667,63 μηνιαίος μισθός + (4.667,63 χ 1,5 /12 =) 583,46 ευρώ αναλογία δώρων εορτών =) 5.251,09 χ 1/30 χ 5,32=) 931,22 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε 509,78 ευρώ, όπως συνομολογεί και δεν αντικρούεται από την εναγομένη και επομένως δικαιούται να λάβει ακόμη από την ανωτέρω αιτία το ποσό των 421,44 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούνταν να λαμβάνει τις προβλεπόμενες στο άρθρο 16 της οικείας ΣΣΝΕ άδειες διανυκτέρευσης, μία (1) φορά μηνιαίως κατά τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο και 2 φορές μηνιαίως κατά τους λοιπούς μήνες, τις οποίες δεν έλαβε κατά το διάστημα των ναυτολογήσεών του και επομένως δικαιούται αποζημίωσης για κάθε μη παρεχόμενη διανυκτέρευση ίση με το 1/22 του μισθού ενεργείας αυτού. Ειδικότερα για το χρονικό διάστημα που παρείχε την εργασία του, εντός του έτους 2021, δικαιούνταν να λάβει 15 διανυκτερεύσεις (από δύο ημέρες κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Μάιο, Ιούνιο, Οκτώβριο και Δεκέμβριο και από μία ημέρα κατά τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο),  ενώ για το χρόνο ναυτολόγησής του εντός του έτους 2022 δικαιούνταν να λάβει 6 διανυκτερεύσεις, (από δύο ημέρες κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο), τις οποίες δεν του χορήγησε η εναγομένη, απορριπτόμενου του τρίτου λόγου της έφεσής της (υπό στοιχ. Α) κατά το δεύτερο σκέλος αυτού, με το οποίο επαναφέρει τον πρωτοδίκως προβληθέντα ισχυρισμό της ότι ο ενάγων είχε λάβει όσες διανυκτερεύσεις δικαιούνταν. Ο ισχυρισμός αυτός όμως δεν αποδείχθηκε καθώς από τα προσκομιζόμενα μετ’επικλήσεως από την εναγομένη, αποσπάσματα του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου, δεν προκύπτει ποια μέλη του πληρώματος έλαβαν τις προβλεπόμενες άδειες, αλλά γενικόλογα αναφέρεται ότι χορηγείται άδεια διανυκτέρευσης στο πλήρωμα που αναγράφεται σε καταστάσεις συγκεκριμένων ημερομηνιών, οι οποίες (καταστάσεις) όμως δεν προσκομίζονται. Με βάση τις παραδοχές αυτές,  οφείλεται στον ενάγοντα ως αποζημίωση για την αιτία αυτή α) για το έτος 2021 το ποσό των [1.418,11 ευρώ ο μισθός ενεργείας Χ 1/22=) 64,46 Χ 15 διανυκτερεύσεις=] 966,90 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε, όπως συνομολογεί, το ποσό των 251,39 ευρώ και επομένως δικαιούται να λάβει ακόμη το ποσό των 715,51 ευρώ και β) για το έτος 2022 το ποσό των [1.460,65 ευρώ ο μισθός ενεργείας χ 1/22 χ 6 διανυκτερεύσεις=] 398,36 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 66,39 ευρώ, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη μετ’επικλήσεως από την εναγομένη, απόδειξη πληρωμής του μηνός Μαρτίου 2022, και επομένως δικαιούται να λάβει ακόμη το ποσό των 331,97 ευρώ.

Περαιτέρω αποδείχθηκε, βάσει του ναυτικού φυλλαδίου του ενάγοντος, ότι ο τελευταίος απολύθηκε στις 1.4.2022 κατόπιν καταγγελίας της συμβάσεώς του από τον Πλοίαρχο, άνευ υπαιτιότητάς του. Ενόψει όσων έχουν ήδη αναφερθεί περί της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης και μετά την απόρριψη ως αβάσιμων των λόγων της υπό στοιχ. Α έφεσης (τρίτος κατά το πρώτο σκέλος αυτού) και της υπό στοιχ.Β έφεσης (πρώτος κατά το πρώτο σκέλος αυτού) που πλήττουν την κρίση της εκκαλουμένης περί δωδεκάωρης ημερήσιας εργασίας του, παρέλκει η έρευνα του τέταρτου λόγου της υπό στοιχ. Β έφεσης κατά το πρώτο σκέλος αυτού, με το οποίο ο εκκαλών – ενάγων παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλόμενης σε αυτόν αποζημίωσης απόλυσης, ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας. Επίσης το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του δεν συνυπολόγισε στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, με βάση τις οποίες προσδιόρισε το ποσό που δέχθηκε ότι του οφείλεται ως αποζημίωση απόλυσης, τη μηνιαία αναλογία αποζημίωσης διανυκτέρευσης, όπως ζητούσε ο ενάγων, με τη σαφώς υπονοούμενη παραδοχή ότι αυτή δεν αποτελούσε παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της εργασίας του, ούτε καταβάλονταν σταθερά και αδιάλειπτα κάθε μήνα, ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε, απορριπτόμενου του δεύτερου σκέλους του τέταρτου λόγου της έφεσής του (υπό στοιχ.Β) με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Σφάλμα όμως εντοπίζεται στο αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης, μόνο στο σημείο κατά το οποίο δεν συνυπολόγισε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλόμενης σε αυτόν αποζημίωσης απόλυσης, τη μηνιαία αναλογία δώρων εορτών, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην υπό στοιχ. VΙ) νομική σκέψη της παρούσας, κατά παραδοχή ως βάσιμου του τρίτου σκέλους του τέταρτου λόγου της έφεσης του εκκαλούντος – ενάγοντος (υπό στοιχ.Β) κατά το ειδικότερο μέρος του που πλήττει την κρίση αυτή της εκκαλουμένης. Με βάση τις παραδοχές αυτές ο ενάγων δικαιούται να λάβει ως αποζημίωση απόλυσης το ποσό των [4.789,77 μηνιαίος μισθός + (4.789,77 χ 1,5 /12 =) 598,73 ευρώ αναλογία δώρων εορτών =) 5.388,50 : 2 = 2.694,25 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.012,87 ευρώ και επομένως δικαιούται να λάβει ακόμη το ποσό των 681,38 ευρώ.

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τον με αριθμό 1 συμπληρωματικό όρο καθεμιάς από τις από 11.9.2020, 28.4.2021 και 10.12.2021 προσκομιζόμενες συμβάσεις ναυτικής εργασίας του ενάγοντος που καταρτίστηκαν εγγράφως, με αυτόν ρητά συμφωνήθηκε ότι «Κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρίας σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας». Όμως, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην υπό στοιχ.IΙ  νομική σκέψη της παρούσας, ο συμβατικός αυτός όρος, ερμηνευόμενος κατά τις υποδείξεις των διατάξεων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, δεν επιτρέπει οποιονδήποτε συμψηφισμό, εφόσον δι’ αυτού δεν προσδιορίζονται ειδικά και ορισμένα οι υπέρτερες αποδοχές του ενάγοντος, που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με πραγματοποιούμενες υπερωρίες του ή με άλλες συμβατικές υποχρεώσεις της εργοδότριας. Δεν συνέτρεξαν, επομένως, εν προκειμένω οι νόμιμες προϋποθέσεις του επιτρεπτού συμβατικού συμψηφισμού, αφού δεν προσδιορίσθηκαν ειδικά κατά ποιόν και ποσόν οι υπέρτερες αποδοχές (ως επιμίσθιο, τακτικά και παγίως καταβαλλόμενο) του ενάγοντος, που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με μελλοντικές υποχρεώσεις της εναγομένης προς αυτόν, προερχόμενες από οποιαδήποτε νόμιμη αιτία. Πράγματι, η αόριστη διατύπωση της εν λόγω συμφωνίας («κάθε ποσό … πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές …») δεν δύναται να θεμελιώσει δυνατότητα συμβατικού συμψηφισμού των εν λόγω «εκτάκτων αμοιβών», όπως, αντιθέτως, θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση κατά την οποία στον επίμαχο όρο προβλεπόταν ρητώς ότι οι συγκεκριμένες παροχές, υπό την ένδειξη «έκτακτες αμοιβές», θα καλύπτουν την οφειλόμενη υπερωριακή αμοιβή του ενάγοντος (ΕφΠειρ. 465/2009, ο.π.). Άλλωστε, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι τα ποσά που ο ενάγων έλαβε ως «έκτακτες αμοιβές» του, αποτελούσαν ποσοστό επί των εισπράξεων των μπαρ και εστιατορίων του πλοίου, διανεμόμενο μεταξύ των θαλαμηπόλων και των εργαζόμενων στο μαγειρείο του πλοίου, μολονότι, όπως δεν αμφισβητείται αλλά και αποδεικνύεται, η επίμαχη συμφωνία «συμψηφισμού» περιλαμβανόταν στις συμβάσεις όλων των απασχολούμενων σ’ αυτό ναυτικών ανεξαρτήτως ειδικότητας. Ούτε προσδιορίστηκε κατά τρόπο συγκεκριμένο και αναμφίβολο ότι τα ποσά που αντιστοιχούσαν σε ποσοστό επί των ως άνω εισπράξεων θα υπόκεινται (αυτά και όχι οποιαδήποτε άλλα) σε συμψηφισμό με ενδεχόμενες νόμιμες αξιώσεις του ενάγοντος πέραν των συμβατικώς προβλεπομένων. Και τούτο ανεξαρτήτως του ότι τα ποσά των επίμαχων «πρόσθετων αμοιβών» δεν προκύπτει ότι καταβλήθηκαν από την εναγόμενη αλλά από τρίτον και συγκεκριμένα από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία <<……………..>>, στην οποία είχε παραχωρηθεί η εκμετάλλευση των μπαρ και εστιατορίων του πλοίου και η οποία εισέπραττε το τίμημα της πώλησης από αυτά, αγαθών στους επιβάτες και κατέβαλλε ποσοστό από τις εισπράξεις αυτές στα μέλη του πληρώματος ενδιαίτησης και στους εργαζόμενους στο μαγειρείο του πλοίου, ως αντάλλαγμα για την αρωγή τους στην προώθηση των πωλήσεών της επί του πλοίου, με αποτέλεσμα να μην είναι σύννομη η πρότασή τους σε συμψηφισμό, βασική προϋπόθεση του οποίου αποτελεί, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 440 ΑΚ, η αμοιβαιότητα των απαιτήσεων, υπό την έννοια ότι ο οφειλέτης της κύριας απαίτησης, κατά της οποίας προτείνεται ο συμψηφισμός, είναι και δανειστής της ανταπαίτησης που προβάλλεται σε συμψηφισμό και, αντίστοιχα, ο δανειστής της κύριας απαίτησης είναι συγχρόνως και οφειλέτης της ανταπαιτήσεως (ΑΠ 1703/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 955/1995, ΝοΒ 1997/1112, Ι. Καρακατσάνης, Ο συμψηφισμός με μονομερή δικαιοπραξία, 1980, § 7, σελ. 106, Ι. Καράκωστας, Αστικός Κώδικας, Ερμηνεία – Νομολογία – Σχόλια, τόμος 3, Γενικό Ενοχικό, 2006, άρθρο 440, ΙΙ, αρ. 1489, σελ. 794), κατά τρόπον ώστε ο οφειλέτης να δύναται να συμψηφίσει μόνο δικές του ανταπαιτήσεις και όχι ξένες. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που, κρίνοντας τα ίδια πραγματικά περιστατικά, απέρριψε την ένσταση συμψηφισμού της εναγομένης δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και επομένως ο σχετικός τέταρτος λόγος της έφεσης της εκκαλούσας – εναγομένης (υπό στοιχ.Α) πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Με τον πέμπτο λόγο της έφεσής του (υπό στοιχ Β), ο εκκαλών – ενάγων παραπονείται επειδή η εκκαλουμένη, αν και δέχθηκε στο αιτιολογικό αυτής μέρος ότι πρέπει να επιδικαστεί νόμιμος τόκος επί του ποσού που αναγνώρισε ότι του οφείλει η εναγομένη, από την επομένη της απολύσεώς του (1.4.2022), εντούτοις στο διατακτικό αυτής δεν επιδίκασε τους τόκους αυτούς από προφανή παράλειψη. Ο λόγος αυτός, με τον οποίο προσβάλλεται συγκεκριμένη παράλειψη του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος, ακολούθως δε να συμπληρωθεί η διάταξη της εκκαλουμένης, ως προς την επιδίκαση νόμιμου τόκου από την επομένη της απόλυσης του ενάγοντος (1.4.2022) επί του ποσού που αναγνωρίζεται ότι του οφείλει η εναγομένη.

Κατ’ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς εξέταση, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη η υπό στοιχ. Α έφεση, να γίνει εν μέρει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη η υπό στοιχ. Β έφεση, κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους της και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη πληγέν και μη ανατραπέν μέρος της για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο,να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη και α) να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 13.084,83 (2.235,71 + 7.551,73 + 676,63 + 2.620,76) ευρώ και β) να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 5.569,17 (607,69 + 1.972,80 + 838,38 + 421,44 + 715,51 + 331,97 + 681,38) ευρώ, όλα δε τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του (1.4.2022), πλην του ποσού των 1.972,80 ευρώ που αντιστοιχεί στο επίδομα Χριστουγέννων 2021 (και όχι του έτους 2022 όπως εκ παραδρομής αναγράφεται στην εκκαλουμένη, διορθούμενη ως προς το σημείο αυτό) και ήταν καταβλητέο την 31.12.2021, το οποίο η εναγομένη οφείλει νομιμοτόκως από την 1.1.2022. Κατόπιν αυτών παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση του θεμελιωθέντος στη διάταξη του άρθρου 914 ΚΠολΔ και υποβληθέντος, με τις προτάσεις της έφεσης, αιτήματος της εναγομένης – εκκαλούσας της υπό στοιχ. Α έφεσης, για επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που βρίσκονταν πριν από την εκ μέρους της καταβολή στον ενάγοντα, του χρηματικού ποσού των δέκα τριών χιλιάδων εκατόν εννέα ευρώ και δεκατεσσάρων λεπτών (13.109,14), από το οποίο παρακρατήθηκε και αποδόθηκε φόρος μισθωτών υπηρεσιών 10%, πλέον του ποσού των τόκων χιλίων εννιακοσίων τριάντα έξι ευρώ και είκοσι ενός λεπτών (1.936,21) από το οποίο παρακρατήθηκε και αποδόθηκε φόρος μισθωτών υπηρεσιών 15%, τα οποία ως άνω ποσά η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα σε συμμόρφωση προς την προσωρινώς εκτελεστή διάταξη της εκκαλουμένης, αφού το χρηματικό ποσό της τελεσίδικης καταψήφισης υπερβαίνει το καταβληθέν. Τέλος, η εναγομένη, λόγω της ήττας της πρέπει να καταδικαστεί σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 180, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων α) την από 27-11-2023 (με γεν.αριθ.καταθ. …./27.12.2023 και ειδ.αριθ.καταθ. …./27.12.2023) έφεση και β) την από 2.12.2024 (με γεν.αριθ.καταθ. …./3.12.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …../3.12.2024) έφεση στρεφόμενες κατά της υπ’αριθ. 2506/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την από 27.11.2023 έφεση.

Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ουσίαν την από 2.12.2024 έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.

Κρατεί και δικάζει την αγωγή κατ’ουσίαν.

Δέχεται αυτήν εν μέρει.

Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των δέκα τριών χιλιάδων ογδόντα τεσσάρων ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (13.084,83) και

Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των πέντε χιλιάδων πεντακοσίων εξήντα εννέα ευρώ και δέκα επτά λεπτών (5.569,17), άπαντα τα ανωτέρω ποσά (όπως αναλύονται στο αιτολογικό) με το νόμιμο τόκο από την 1.4.2022, πλην του επιδόματος Χριστουγέννων 2021, το οποίο πρέπει να καταβάλει νομιμοτόκως από την 1.1.2022.

Απορρίπτει αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση.

Επιβάλλει σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των χιλίων τριακοσίων (1.300,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 7 Φεβρουαρίου 2025.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ