Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 566/2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Αποφάσεως  566/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τη δικαστή Μαρία Κωττάκη, Εφέτη, που όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως και τη Γραμματέα  Κ.Δ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ

          Ι.  Σύμφωνα με το άρθρο 235 ν. 4364/2016: “1. Η Εποπτική Αρχή είναι η μόνη αρμόδια να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης του άρθρου 220 του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή ακολουθεί το στάδιο ασφαλιστικής εκκαθάρισης, εκτός αν άλλως ορίζεται στην απόφαση… 2… 3. Στην περίπτωση ασφαλιστικής εκκαθάρισης εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα, και επί ζητημάτων που δεν ρυθμίζονται από τον Πτωχευτικό Κώδικα, οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και του ΚΠολΔ. Παράβαση των διατάξεων αυτών επιφέρει τις ίδιες κυρώσεις και πρόστιμα στο πρόσωπο του ασφαλιστικού εκκαθαριστή όπως στην περίπτωση του Διοικητικού Συμβουλίου.” Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 239 παρ. 3 του ίδιου νόμου: “Κατά το χρονικό διάστημα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση αναστέλλεται κάθε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της και σε βάρος των ασφαλισμένων της για ασφαλίσεις αστικής ευθύνης, μέχρι το ποσό για το οποίο ευθύνεται εις ολόκληρον η ασφαλιστική επιχείρηση. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης.” Τέλος, κατά τη διάταξη 25 του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3788/2007) “1. Με επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 26, από την κήρυξη της πτώχευσης αναστέλλονται αυτοδικαίως όλα τα ατομικά καταδιωκτικά μέτρα των πιστωτών κατά του οφειλέτη προς ικανοποίηση ή εκπλήρωση πτωχευτικών απαιτήσεών τους. Ιδίως απαγορεύεται η έναρξη ή συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης, η άσκηση αναγνωριστικών ή καταψηφιστικών αγωγών, η συνέχιση των δικών επ’ αυτών, η άσκηση ή εκδίκαση ένδικων μέσων, η έκδοση πράξεων διοικητικής ή φορολογικής φύσεως, ή η εκτέλεσή τους σε στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας. 2. Πράξεις κατά παράβαση της κατά την παράγραφο 1 αναστολής είναι απολύτως άκυρες”. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι αν ανακληθεί η άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης (με απόφαση της αρμόδιας Εποπτικής Αρχής), ακολουθεί, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στην απόφαση, το στάδιο της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, η οποία, αντιθέτως με ότι συμβαίνει στην πτώχευση, συνιστά συλλογική διαδικασία διοικητικής φύσεως, που κινείται από την Εποπτική Αρχή (και όχι με πρωτοβουλία των πιστωτών), οδηγεί δε στη ρευστοποίηση της περιουσίας της ασφαλιστικής επιχείρησης με σκοπό την ικανοποίηση, αποκλειστικά με τη ρευστοποίηση της περιουσίας της ασφαλιστικής επιχείρησης, των πιστωτών ανάλογα με το ύψος των κατά της τελευταίας υφισταμένων απαιτήσεών τους. Επί της εκκαθαρίσεως αυτής είναι δυνατή η συμπληρωματική, ευθεία και όχι αναλογική, εφαρμογή εκείνων μόνον των διατάξεων του Πτωχευτικού Κώδικα οι οποίες δεν αντίκειται στον επιδιωκόμενο με την ως άνω εκκαθάριση σκοπό. Μεταξύ των εφαρμοστέων διατάξεων περιλαμβάνεται και εκείνη του άρθρου 25 του Πτωχευτικού Κώδικα, η οποία προβλέπει την αυτοδίκαιη αναστολή, από την κήρυξη της πτωχεύσεως, όλων των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων των πιστωτών κατά του οφειλέτη προς εκπλήρωση ή ικανοποίηση των πτωχευτικών απαιτήσεών τους (έναρξη, συνέχιση αναγκαστικής εκτέλεσης, άσκηση, εκδίκαση ενδίκων μέσων κ.λπ.), όσες δε πράξεις ενεργηθούν κατά παράβαση της αναστολής αυτής είναι απολύτως άκυρες. Κατ’ ακολουθίαν αυτών, θα πρέπει -αναφορικά με τα κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα- να γίνει δεκτό ότι στο πλαίσιο της ασφαλιστικής εκκαθάρισης επέρχονται, ειδικότερα, οι ακόλουθες έννομες συνέπειες: Η συζήτηση κάθε είδους αναγνωριστικού ή καταψηφιστικού χαρακτήρα αγωγών, που ασκήθηκαν από πιστωτές της εκκαθάρισης, κηρύσσεται απαράδεκτη. Η συνέχιση εκκρεμών δικών επί αγωγών αντίστοιχου χαρακτήρα αναστέλλεται αυτοδικαίως. Η έναρξη διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης με την επίδοση επιταγής προς πληρωμή θεωρείται άκυρη. Η διενέργεια πράξεων συντηρητικής ή αναγκαστικής εκτέλεσης και η συνέχιση αντίστοιχων διαδικασιών κατά της περιουσίας της ασφαλιστικής επιχείρησης, ακόμη κι αν έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση, αναστέλλονται. Η άσκηση και η εκδίκαση ενδίκων μέσων επί αποφάσεων, που εκδόθηκαν κατόπιν αγωγής ή άλλου ενδίκου βοηθήματος από πιστωτές της εκκαθάρισης, απαγορεύεται. Η έναρξη ή συνέχιση διαδικασιών εκτέλεσης εκ μέρους του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ. σε βάρος της ασφαλιστικής επιχείρησης αναστέλλονται ομοίως. Σε περίπτωση δε που παρά την ανωτέρω απαγόρευση ασκηθούν αγωγές, ένδικα μέσα ή άλλου είδους έννομα βοηθήματα, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται αυτών οφείλει και αυτεπαγγέλτως να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση (ΑΠ 1942/2017, ιστότοπος Αρείου Πάγου). Στην προκειμένη περίπτωση και σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της υπό κρίση από 5-10-2017 (Γ.Α.Κ ….., Α.Κ. …..) εφέσεως της εκκαλούσας- εναγομένης-παραμπιπτόντως ενάγουσας κατά το μέρος που αυτή στρέφεται κατά της  εφεσίβλητης-παρεμπιπτόντως εναγομένης, ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “………”, καθόσον η άδεια λειτουργίας της τελευταίας ανακλήθηκε οριστικά με την υπ’ αριθ. 261/23-8-2018 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της  Τράπεζας της Ελλάδος και η εταιρεία ετέθη σε καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 109, 111, 114, 220,221 και 235 του Ν. 4364/2016, διορίσθηκε δε με την ίδια απόφαση ασφαλιστικός εκκαθαριστής αυτής η ορκωτή ελεγκτής λογίστρια ………. (βλ. ΦΕΚ ΠΡΑΔΙΤ 165/23-2-2018).

ΙΙ. Οι υπό κρίση από 11-10-2017 (Γ.Α.Κ. ……, Α.Κ. …… ) και από 5-10-2017 (Γ.Α.Κ ……, Α.Κ. …….) εφέσεις της ενάγουσας και της εναγομένης, αντιστοίχως,  κατά της υπ’ αριθ. 3110/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε την ένδικη διαφορά κατ’ αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα με κατάθεση του δικογράφου τους και του σε αυτό συνημμένου παραβόλου στη Γραμματεία του εκδόντος την εκκαλουμένη δικαστηρίου πριν την επίδοσή της.  Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις να συνεκδικασθούν (246 ΚΠολΔ), να γίνουν τυπικώς δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (αρθρ. 495 επ., 511, 513, 516, 517, 518, 520 § 1, 532, 533 ΚΠολΔ).

ΙΙΙ. H εκκαλουμένη συνεκδίκασε την από 3-11-2015 (ΓΑΚ …. ΑΚ ……) αγωγή της ενάγουσας εταιρείας και ήδη εκκαλούσας-εφεσίβλητης καθώς και την από 21-12-2015 (ΓΑΚ ……. ΑΚ …….) παρεμπίπτουσα αγωγή της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας – εφεσίβλητης κατά της προαναφερόμενης ασφαλιστικής εταιρείας και δέχθηκε αυτές εν μέρει ως και κατ’ ουσίαν βάσιμες. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται αμφότερες οι εκκαλούσες για κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της  ώστε κατά τη μεν ενάγουσα-εκκαλούσα να γίνει ολικά δεκτή η αγωγή της κατά δε την εναγομένη-εκκαλούσα να απορριφθεί αυτή.

ΙV.     Κατά τα άρθρα 111 παρ. 2, 118 παρ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει με ποινή απαραδέκτου, εκτός άλλων στοιχείων, και ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, με πλήρη έκθεση όλων των πραγματικών γεγονότων που είναι αναγκαία για τη στήριξη του αξιουμένου δικαιώματος. Η αναγραφή των συγκεκριμένων περιστατικών είναι απαραίτητη για να μπορεί ο εναγόμενος να αμυνθεί αλλά και το δικαστήριο να προβεί στον προσήκοντα υπαγωγικό συλλογισμό προς διάγνωση της διαφοράς. Τέλος, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 235, 236 ΚΙΝΔ και 914 ΑΚ προκύπτει ότι σε περίπτωση συγκρούσεως πλοίων, που έγινε εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων και κρίνεται κατά το ελληνικό δίκαιο (άρθρο 26 ΑΚ), αν δεν συντρέχει η εφαρμογή άλλου δικαίου, κατά τη Σύμβαση των Βρυξελλών του 1911, η ευθύνη και η προς αποζημίωση υποχρέωση εξαρτάται από το βαθμό της υπαιτιότητας του κάθε πλοίου. Στη ρύθμιση των πιο διατάξεων του ΚΙΝΔ υπάγεται και η περίπτωση κατά την οποία τα συγκρουσθέντα πλοία είναι αγκυροβολημένα (άρθρο 245 ΚΙΝΔ). Ενόψει των ανωτέρω, στην αγωγή με την οποία ζητείται αποζημίωση προς αποκατάσταση των ζημιών που υπέστη ένα πλοίο, κατά τη σύγκρουσή του με άλλο πλοίο, πρέπει να γίνεται επίκληση και αναφορά των συνθηκών, κάτω από τις οποίες συνέβη η σύγκρουση, καθώς και των συγκεκριμένων περιστατικών υπαιτιότητας του πλοίου του εναγομένου και επιπλέον να προσδιορίζεται με επάρκεια η οφειλομένη στη σύγκρουση, ζημία του πλοίου του ενάγοντος (ΑΠ 106/2015 – “Νόμος”). Περαιτέρω, αποκατάσταση της ηθικής βλάβης μπορούν να ζητήσουν και τα νομικά πρόσωπα, και εν προκειμένω οι εταιρείες, αν με την εις βάρος τους αδικοπραξία προσεβλήθη η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους φήμη και υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον (ΑΠ 179/2011, 387/2005 και 6/2004 – “Νόμος”).  Για την αποκατάσταση αυτής της ηθικής βλάβης, τα προσβαλλόμενα νομικά πρόσωπα, πρέπει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 ΚΠολΔ, να αναφέρουν ορισμένα ότι με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον, προσβολές από τις οποίες τους προκλήθηκε συγκεκριμένη υλική ζημία, την οποία πρέπει να επικαλούνται και να αποδεικνύουν με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα, σε ενδιάθετο αίσθημα, αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής χωρίς αποδείξεις, αλλά σε μια συγκεκριμένη βλάβη που έχει υλική υπόσταση (ΑΠ 1381/2013 “Νόμος”,  ΕφΑθ 5749/2009 ΕλλΔνη 2010, 260, Γεωργιάδης σε ΑΚ Γεωργ-Σταθ. άρθρο 932, αριθ.13, ΣΕΑΚ Γεωργιάδη αρθ. 932 αριθ. 22). Στην προκειμένη περίπτωση, με την ως άνω κριθείσα αγωγή, η ενάγουσα ναυτική εταιρεία, κυρία του επιβατηγού-υδροπτέρυγου (Ε/Γ-Υ/Γ) πλοίου “ΦΛΑΪΝΓΚ ΝΤΟΛΦΙΝ …….”, νηολογίου Πειραιώς, ισχυρίστηκε ότι από αποκλειστική υπαιτιότητα του πλοιάρχου του επιβατηγού-τουριστικού πλοίου με την ονομασία “ΖΔ”, νηολογίου Θεσσαλονίκης, πλοιοκτησίας της εναγομένης, έλαβε χώρα στο λιμένα Αλοννήσου (Πατητήρι), σύγκρουση των ανωτέρω πλοίων,  με αποτέλεσμα να υποστεί η ενάγουσα θετική και αποθετική ζημία και ηθική βλάβη συνιστάμενη στην τρώση της φήμης της και τη μείωση της αξιοπιστίας της έναντι του επιβατηγού κοινού, το αίσθημα ασφάλειας του οποίου ως προς το πλοίο της κλονίσθηκε, όπως όλα τα προηγούμενα με επάρκεια περιγράφονται στην αγωγή. Ζήτησε δε να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, ποσό ευρώ  15.327,33 ως αποζημίωση για τη θετική ζημία της, ποσό ευρώ 28.759,17 ευρώ για διαφυγόντα κέρδη και ποσό 30.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης της. Η αγωγή, με το πιο πάνω περιεχόμενο και αίτημα, περιέχει όλα τα κατά νόμο απαιτούμενα στοιχεία για τη νομική της θεμελίωση και τη δικαστική της εκτίμηση. Ειδικότερα, αναφέρονται στο δικόγραφό της με επάρκεια οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες συνέβη η σύγκρουση των ως άνω πλοίων, καθώς και τα συγκεκριμένα περιστατικά υπαιτιότητας του πλοίου της εναγομένης -εκκαλούσας,  η συγκεκριμενοποίηση των οποίων, άλλωστε, είναι επιτρεπτή με βάση τα ειδικότερα περιστατικά που προκύπτουν από την αποδεικτική διαδικασία, ενώ γίνεται αναλυτικός προσδιορισμός της θετικής και αποθετικής ζημίας που υπέστη η ενάγουσα-εκκαλούσα-εφεσίβλητη, από τις προκληθείσες στο πλοίο της φθορές και βλάβες, με παράθεση, αναλυτικά, όλων των επιμέρους κονδυλίων και της αιτίας τους, τα οποία απαρτίζουν το αξιούμενο ποσό αποζημίωσης, καθώς και επίκληση της συγκεκριμένης υλικής ζημίας (όπως η μείωση της εμπιστοσύνης του επιβατηγού κοινού προς την αξιοπλοΐα του πλοίου της ενάγουσας) στην οποία ερείδεται η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.  Επομένως, δεν έσφαλε η εκκαλουμένη, που δέχθηκε ότι η ένδικη αγωγή είναι ορισμένη (και νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 914, 932 ΑΚ, 235, 236 και 245 ΚΙΝΔ), απορριπτομένου ως αβάσιμου του πρώτου λόγου εφέσεως της εναγομένης-εκκαλούσας, με τον οποίο αυτή παραπονείται ότι τόσο το κονδύλιο της θετικής ζημίας της ενάγουσας όσο και της ηθικής βλάβης έπρεπε να απορριφθούν ως απαράδεκτα λόγω αοριστίας.

  1. V. Κατά το άρθρο 281 Α.Κ.: “Η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος”. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η οποία αποσκοπεί στην πάταξη της κακοπιστίας και της ανηθικότητος στις συναλλαγές και γενικώς στην άσκηση κάθε δικαιώματος, για να θεωρηθεί η άσκηση του δικαιώματος καταχρηστική, πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος να προκύπτει από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου και του υποχρέου ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε ή από τις περιστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή την άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, ως αντιτιθεμένη στο περί δικαίου αίσθημα και την ηθική τάξη και προκαλούσα έντονη εντύπωση αδικίας. Απαιτείται δηλαδή για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση δικαιώματος, να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο από τη συμπεριφορά του δικαιούχου, σε συνάρτηση και με εκείνη του υπόχρεου, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Το ζήτημα αν οι συνέπειες που επάγεται η άσκηση του δικαιώματος είναι επαχθείς για τον υπόχρεο πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν εις βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποιήσεως του δικαιώματός του. Για την κατάφαση της καταχρηστικότητας δεν είναι απαραίτητο η άσκηση του δικαιώματος να προκαλεί αφόρητες ή δυσβάστακτες συνέπειες για τον υπόχρεο, θέτοντας σε κίνδυνο την οικονομική του υπόσταση, αλλά αρκεί να έχει δυσμενείς απλώς επιπτώσεις στα συμφέροντά του (πρβλ. ΟλΑΠ6/2016, ΟλΑΠ 16/2006, 17/1995, 62/1990, ΑΠ 1871/2014, 1504/2013, 1623/2012, 91/2011, 1130/2011, 1521/2009, 279/2008, 298/2008) Επίσης, εκτός από την άσκηση, και η κτήση του δικαιώματος μπορεί να παρίσταται καταχρηστική, όταν επιτεύχθηκε με μέσα που προσκρούουν στην αντικειμενική καλή πίστη. ‘Ετσι ως προς την καταχρηστικότητα ελέγχεται και η κτήση του δικαιώματος όταν αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της ΑΚ 281 (ΣΕΑΚ Α. Γεωργιάδη, υπό το άρθρο 281 αριθ. 21). Στην προκειμένη περίπτωση, η εναγομένη-εκκαλούσα, με τον τρίτο λόγο της υπό κρίση εφέσεώς της παραδεκτώς επαναφέρει την παραδεκτώς προταθείσα στον πρώτο βαθμό ένστασή της περί καταχρηστικότητας του ενδίκου δικαιώματος της ενάγουσας, ισχυριζόμενη, κατ΄εκτίμηση του δικογράφου, ότι αυτό εκτήθη και ασκήθηκε καταχρηστικά καθόσον η επισκευή του πλοίου της ενάγουσας έγινε χωρίς να προηγηθεί η γνωμοδότηση του παρακολουθούντος το πλοίο νηογνώμονος, σε μη ενδεδειγμένο τόπο και χρόνο, με σκοπό να αποφύγει η ενάγουσα την εκτέλεση, κατά το διάστημα που απαιτήθηκε για την επισκευή, ζημιογόνων δρομολογίων λόγω ελλείψεως επιβατηγού κοινού και χωρίς να τηρηθεί η υποχρέωση  περιορισμού της ζημίας της, καθόσον η επισκευή μπορούσε να γίνει, χωρίς κίνδυνο του πλοίου και των επιβατών, μετά το πέρας των ετήσιων δρομολογίων, σε χρόνο που το πλοίο θα περνούσε από ετήσια επιθεώρηση και ούτως ή άλλως θα παρέμενε σε αργία. Η βασιμότητα του λόγου αυτού θα ερευνηθεί στη συνέχεια, κατά την εκτίμηση των αποδείξεων.
  2. VI. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 298 και 914 Α.Κ., τυχόν ωφέλεια του ζημιωθέντος που τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με το ζημιογόνο γεγονός, συνυπολογίζεται και μειώνει το ύψος της ζημίας. Ο συνυπολογισμός αυτός, σύμφωνα με την άποψη που επικράτησε στη θεωρία και τη νομολογία, λαμβάνεται υπόψη, μόνον εάν ο ζημιώσας -εναγόμενος επικαλεσθεί αυτόν, αντιτάσσοντας ένσταση, ανατρεπτική κατά της αγωγής, για αποζημίωση περί συμψηφισμού ζημίας και κέρδους, ο οποίος νοείται ευρύτερα, δηλαδή με την έννοια του συνυπολογισμού του κέρδους στη ζημία (ΑΠ 1297/2014 ιστότοπος Αρείου Πάγου, ΑΠ 537/2006, 1539/1998 – “Νόμος”). Ο συνυπολογισμός αυτός, δηλαδή, δεν γίνεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο κατά την εκτίμηση των αποδείξεων ούτε περιλαμβάνεται μεταξύ των ισχυρισμών περί αρνήσεως της αγωγής. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 527 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015, προκύπτει ότι είναι απαράδεκτη η προβολή για πρώτη φορά στην κατ` έφεση δίκη ισχυρισμών που δεν προτάθηκαν ή δεν προτάθηκαν παραδεκτώς στην πρωτόδικη δίκη, εκτός εάν (αριθ. 1) προτείνονται, μεταξύ των άλλων, από τον εφεσίβλητο εναγόμενο ως υπεράσπιση κατά της έφεσης (δηλαδή κατατείνουν στη διατήρηση του διατακτικού των εκκαλουμένης) ή (αριθ. 2) γεννήθηκαν μετά την τελευταία συζήτηση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ή (αριθ. 3) λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως ή μπορεί να προταθούν σε κάθε στάση της δίκης ή (αριθ. 4) το δικαστήριο κρίνει ότι δεν προβλήθηκαν εγκαίρως με τις προτάσεις από δικαιολογημένη αιτία ή (αριθ. 5) προέκυψαν για πρώτη φορά μεταγενέστερα ή (αριθ. 6) αν αποδεικνύονται εγγράφως ή με δικαστική ομολογία του αντιδίκου. Το δε απαράδεκτο των ανωτέρω ισχυρισμών λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως. Ως νέοι ισχυρισμοί νοούνται μόνο οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί που τείνουν σε θεμελίωση, παρακώλυση ή κατάλυση ουσιαστικού δικαιώματος και στοιχειοθετούν τη βάση ένστασης, αντένστασης ή άλλης αυτοτελούς αίτησης για παροχή έννομης προστασίας. Εξάλλου, όταν η διαδικασία εκδίκασης της διαφοράς είναι προφορική και γραπτή, για την παραδεκτή προβολή αυτοτελών ισχυρισμών, πρέπει αυτοί να περιέχονται στις προτάσεις και επιπλέον να γίνεται σχετική δήλωση πριν από την έναρξη της συζήτησης στο ακροατήριο και καταχώριση αυτής στα πρακτικά (ΑΠ 1087/2014, 1253/2004 – “Νόμος”). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πέμπτο λόγο της εφέσεώς της η εναγομένη-εκκαλούσα επαναφέρει τον πρωτοδίκως προταθέντα ισχυρισμό της περί του ότι από την αποθετική ζημία που υπέστη  η ενάγουσα πρέπει να αφαιρεθεί η ωφέλειά της, δηλαδή τα ποσά που εξοινοκόμησε (δαπάνες για καύσιμα, τέλη ελλιμενισμού κλπ) από τη μη εκτέλεση των δρομολογίων του πλοίου της κατά το χρόνο που απαιτήθηκε για την επισκευή του. Ο ισχυρισμός αυτός, ορθώς εκτιμηθείς ως ένσταση συνυπολογισμού κέρδους-ζημίας, απερρίφθη από την εκκαλουμένη ως απαραδέκτως προταθείς με τις προτάσεις της εναγομένης και όχι και με δήλωσή της καταχωρισθείσα στα πρακτικά. Ενόψει δε του ότι η συζήτηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου που δικάζει κατά την τακτική διαδικασία είναι γραπτή και προφορική (115 παρ. 2 ΚΠολΔ), η ως άνω ένσταση πράγματι έπρεπε να προταθεί  ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου όχι μόνο με τις προτάσεις της εναγομένης (όπως εν προκειμένω) αλλά και με προφορική δήλωσή της καταχωρισθείσα στα πρακτικά, πράγμα το οποίο δεν συνέβη (βλ. ταυτάριθμα της εκκαλουμένης πρακτικά). Επομένως, ο πέμπτος λόγος της εφέσεως της εναγομένης ως περιέχων ένσταση μη προταθείσα παραδεκτώς ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την οποία η εκκαλουμένη ορθώς απέρριψε για το λόγο αυτό ως απαράδεκτη, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος,  καθόσον η ανωτέρω ένσταση δεν ανήκει στους ισχυρισμούς που παραδεκτά προβάλλονται το πρώτον ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου αφού ειδικότερα δεν ανήκει σε εκείνους που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, ή σε εκείνους που προτείνονται σε κάθε στάση της δίκης, ή  που προέκυψαν μεταγενέστερα, ή δεν προβλήθηκε εγκαίρως από δικαιολογημένη αιτία ούτε αποδεικνύεται με έγγραφο ή με δικαστική ομολογία της ενάγουσας-εφεσίβλητης. Ούτε προβάλλεται για πρώτη φορά από τον εναγόμενο-εφεσίβλητο με τις προτάσεις του του δευτέρου βαθμού προς το σκοπό απορρίψεως της αγωγής σε περίπτωση που η έφεση του εκκαλούντος-ενάγοντος ευδοκιμήσει για άλλο λόγο και διακρατηθεί η υπόθεση από το Εφετείο (πρβλ. ΑΠ 194/2012, 1372/2010, 1308/2006 – “Νόμος”).

VII.  Aπό την εκτίμηση των ενόρκων μαρτυρικών καταθέσεων που περιέχονται στα ταυτάριθμα της εκκαλουμένης πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, τα οποία προσκομίζονται με επίκληση σε νομίμως επικυρωμένο αντίγραφο, όλων ανεξαιρέτως των νομίμως μετ΄επικλήσεως προσκομιζομένων εγγράφων, σε μερικά από τα οποία ενδεικτικώς μόνο γίνεται μνεία κατωτέρω, καθώς και από τις υπ’ αριθ. ……. και …… ένορκες βεβαιώσεις των …….., αντιστοίχως, που με νόμιμη επίκληση προσκομίζουν η ενάγουσα και η εναγομένη, αντιστοίχως, και των οποίων προηγήθηκε νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση εκάστου αντιδίκου (βλ. ………. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Πειραιά ….. και … έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Αθηνών …….αντιστοίχως), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα είναι κυρία του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Υ/Γ πλοίου με την ονομασία: “FLYING DOLFIN …….”, νηολογίου Πειραιώς με αριθμό … και Δ.Δ.Σ. …., το οποίο, κατά τον ένδικο χρόνο ήταν δρομολογημένο στη γραμμή Βορείων Σποράδων. Την 21.16 ώρα της 11-7-2015, το ανωτέρω πλοίο κατέπλευσε στο λιμένα “Πατητήρι” της Αλοννήσου και πλαγιοδέτησε με την αριστερή του πλευρά στην εσωτερική πλευρά του κρηπιδώματος, στη θέση που του είχε υποδειχθεί από το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Αλοννήσου και παρέμεινε εκεί ασφαλώς προσδεδεμένο μέχρι την επόμενη ημέρα, προκειμένου να εκτελέσει το προγραμματισμένο του δρομολόγιο περί ώρα 15.30 της επομένης. Περί ώρα 12.30 της 12-7-2015, υπό καλές καιρικές συνθήκες και άπλετη ορατότητα, το υπό ελληνική σημαία επιβατηγό-δρομολογιακό πλοίο με την ονομασία “ΖΔ”, πλοιοκτησίας της εναγομένης, προερχόμενο από το λιμένα Σκιάθου, κατά τη διαδικασία της πρόσδεσής του στον ανωτέρω λιμένα, προσέκρουσε με την αριστερή πρυμναία πλευρά του στον μέσον της δεξιάς πλευράς του πλοίου “….”. Αποτέλεσμα της πρόσκρουσης ήταν να προκληθούν στο τελευταίο πλοίο φθορές και βλάβες. Ειδικότερα, αυτό υπέστη στρέβλωση του δεξιού παρατροπιδίου, εσωτερικό κοίλωμα στη γάστρα βάθους περίπου 1,5 εκατοστού καθώς και σχίσιμο του ενισχυτικού ελάσματος που συνδέει το δεξί πρωραίο με το δεξί πρυμναίο πτερύγιο, όπως διαπιστώθηκε από την έκτακτη ναυπηγική επιθεώρηση που διενεργήθηκε αυθημερόν από τον …………, ανθυποπλοίαρχο Λ.Σ, μετά δε από υποβρύχια επιθεώρηση στα ύφαλα του πλοίου από τον δύτη ………, που  επίσης διενεργήθηκε την ίδια ημέρα, διαπιστώθηκε μικρής εκτάσεως χτύπημα στο δεξί μέσο φρύδι και μικρή εκδορά χρώματος, ενώ τα ύφαλα, τα πηδάλια και οι προπέλες βρέθηκαν σε καλή κατάσταση.  Αποκλειστικά υπαίτιος της ένδικης συγκρούσεως είναι ο πλοίαρχος του πλοίου “ΖΔ” , ο οποίος από έλλειψη της προσοχής που μπορούσε και όφειλε να καταβάλει, δεν εκτέλεσε, κατά τη διαδικασία προσδέσεως του ανωτέρω πλοίου στον προβλήτα του λιμένος “Πατητήρι”, τους επιβαλλόμενους από τους κανόνες της ναυτικής τέχνης και πείρας χειρισμούς και δεν υπολόγισε σωστά την απόσταση από το παραπλεύρως προσδεδεμένο πλοίο σε συνδυασμό με την ικανότητα ακινητοποιήσεως και ελιγμών του δικού του πλοίου ούτε τήρησε απαρεγκλίτως τις διατάξεις των Διεθνών Κανονισμών για την αποφυγή σύγκρουσης στη θάλασσα (ΝΔ 94/1974 ΦΕΚ Α’ 293 που τέθηκε σε ισχύ με το ΠΔ 94/77 ΦΕΚ Α’ 30/1977), όπως είχε υποχρέωση σύμφωνα με το άρθρο 4 περ.γ’ του εφαρμοστέου εν προκειμένω Γενικού Κανονισμού Λιμένος Σκιάθου (περί ου κατωτέρω), με αποτέλεσμα να προσκρούσει κατά τον προαναφερόμενο τρόπο στο πλοίο της ενάγουσας. Υπαιτιότητα του πλοιάρχου του πλοίου της ενάγουσας δεν αποδεικνύεται. Το ανωτέρω πλοίο, όπως προαναφέρεται, ήταν ασφαλώς πλαγιοδετημένο σε θέση και με τρόπο που του είχε υποδειχθεί από το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Αλοννήσου, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 παρ. 1 και 2 του Γενικού Κανονισμού Λιμένος Σκιάθου αριθ. 1 (ΦΕΚ 328 Β’/08-06-1983), ο οποίος εφαρμόζεται και στον Λιμένα  Αλοννήσου γιατί ο λιμενικός σταθμός Αλοννήσου υπάγεται στη δικαιοδοσία της Λιμενικής Αρχής Σκιάθου. Αντιθέτως, δεν είναι εφαρμοστέος στην προκειμένη περίπτωση ο Γενικός Κανονισμός  Λειτουργίας Τουριστικών Λιμένων (ΦΕΚ Β’ 1323/2003), όπως εσφαλμένως ισχυρίζεται η εναγομένη-εκκαλούσα, γιατί η ένδικη σύγκρουση δεν έλαβε χώρα σε τουριστικό λιμένα (“μαρίνα”) ούτε πρόκειται για σύγκρουση μεταξύ τουριστικών σκαφών. Ενόψει του ότι το βλαβέν πλοίο της ενάγουσας ήταν ασφαλώς προσδεδεμένο στον προβλήτα, δεν υπήρχε υποχρέωση των μελών του πληρώματος αυτού  για οπτική και ακουστική επιτήρηση (look out) σύμφωνα με τον κανόνα 5 των προαναφερόμενων Διεθνών Κανονισμών. Ομοίως, δεν υπήρχε υποχρέωση για εκπομπή φωτεινών και ηχητικών σημάτων κινδύνου προς αποφυγή συγκρούσεως αφού ούτε περιορισμένη ήταν η ορατότητα ούτε υπήρχαν συνθήκες  έκτακτης ανάγκης ή κινδύνου που να επιβάλουν τη χρήση τέτοιων σημάτων (κανόνες 35, 36, 37 των ανωτέρω Διεθνών Κανονισμών). Επίσης, το πλοίο της ενάγουσας, που όπως προαναφέρεται ήταν πλαγιοδετημένο με την αριστερή του πλευρά, δεν είχε υποχρέωση να φέρει στη δεξιά του πλευρά προστατευτικά παρεμβλήματα (fenders), γιατί σύμφωνα με τους κανόνες της ναυτικής τέχνης και πείρας τέτοια παρεμβλήματα τοποθετούνται από την πλευρά της πλαγιοδέτησης του πλοίου ώστε να παρεμβάλλεται αυτό ασφαλώς από την προκυμαία, αντιθέτως, σύμφωνα με τους ίδιους κανόνες, τέτοια υποχρέωση, δηλαδή τοποθέτηση fenders, έχει το καταπλέον σε λιμένα πλοίο, το οποίο υποχρεούται να λαμβάνει κάθε μέτρο προς αποφυγή συγκρούσεως με τα ήδη προσδεδεμένα πλοία. Τέλος, το βλαβέν πλοίο έφερε συρματόσχοινο που συνδέει το πρωραίο με το πρυμναίο πτερύγιο της δεξιάς του πλευράς, το οποίο εθραύσθη εξαιτίας της ένδικης συγκρούσεως ενώ εξάλλου σκοπός αυτού του συρματόσχοινου δεν είναι η προστασία του σκάφους από το ενδεχόμενο συγκρούσεως αλλά χρησιμεύει για το “ζύγισμα” των πτερυγίων κάθε πλευράς και για να διευκολύνει τον πλοίαρχο να αντιλαμβάνεται τα όρια των πλευρικών διαστάσεων του πλοίου κατά την πλεύση και κατά τη διαδικασία πλαγιοδέτησης. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι ο δεύτερος λόγος της εφέσεως της εναγομένης-εκκαλούσας, με τον οποίο επαναφέρεται η παραδεκτώς προβληθείσα πρωτοδίκως ένσταση συνυπαιτιότητας (300ΑΚ) του βλαβέντος πλοίου στην πρόκληση της ένδικης συγκρούσεως και στην έκταση της ζημίας και ορθώς η εκκαλουμένη απέρριψε την ένσταση αυτή ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι την ημέρα της ένδικης συγκρούσεως (12-07-2015) διενεργήθηκε, όπως προαναφέρεται, έκτακτη ναυπηγική επιθεώρηση από τον Ανθυποπλοίαρχο του Λιμενικού Σώματος, ………, ο οποίος συνέταξε την από 12-07-2015 έκθεση, στην οποία περιγράφονται οι ανωτέρω φθορές και βλάβες. Με την ίδια έκθεση απαγορεύθηκε ο απόπλους του πλοίου της ενάγουσας μέχρι την χορήγηση από το Νηογνώμονά της («Bureau Veritas»)  πιστοποιητικού επιθεώρησης πλοίου μετά από βλάβη/ζημία. Ακολούθως, κατόπιν της από 13-07-2015 αιτήσεως της ενάγουσας, επιτράπηκε ο απόπλους του πλοίου της από το λιμένα της Αλοννήσου, προκειμένου να εκτελέσει μεμονωμένο πλου κενό επιβατών με προορισμό το λιμένα Βόλου, για τη διενέργεια ελέγχου και την αποκατάσταση των βλαβών που υπέστη από τη σύγκρουση. Μετά την έκδοση και του από 13-07-2015 βεβαιωτικού μη αντιρρήσεως για την εκτέλεση μεμονωμένου πλου από το Νηογνώμονα του πλοίου, το πλοίο αναχώρησε για το λιμένα Βόλου, στον οποίο κατέπλευσε την 13-07-2015, ενώ μετά τον κατάπλου, του απαγορεύθηκε η συνέχιση πλόων, μέχρι την επαναεπιθεώρησή του και την προσκόμιση πιστοποιητικού διατηρήσεως κλάσεως από το νηογνώμονα. Οι επισκευαστικές εργασίες διενεργήθηκαν στο Βόλο κατά το χρονικό διάστημα από 14-07-2015 έως 15-07-2017 και εκτελέστηκαν από συνεργείο τριών ατόμων της ατομικής επιχειρήσεως του επισκευαστή ………., υπό την επίβλεψη του Αρχιμηχανικού της ενάγουσας, ……., ο οποίος μετέβη από το Πέραμα στο Βόλο για το σκοπό αυτό. Την 15-07-2015, μετά το πέρας των εργασιών, το παραπάνω πλοίο επιθεωρήθηκε από επιθεωρητές του Κεντρικού Λιμεναρχείου Βόλου και του ανωτέρω Νηογνώμονα και διαπιστώθηκε ότι είχε αποκατασταθεί η ζημία, με την τοποθέτηση νέου ελάσματος διαστάσεων 5 X 1.300 X 1.150 χιλιοστών στο τέταρτο στεγανό διαμέρισμα στο δεξιό πλευρικό τοίχωμα του πλοίου (μεταξύ νομέων 19-20), με την τοποθέτηση νέου ελάσματος στο ζωνάρι στη δεξιά πλευρά (νομέας 20). Επίσης, διενεργήθηκε οπτικός έλεγχος στεγανότητας των συγκολλήσεων και έλεγχος με διεισδυτικά υγρά με ικανοποιητικά αποτελέσματα. Κατόπιν εκδόσεως πιστοποιητικού διατηρήσεως κλάσεως από τον παραπάνω Νηογνώμονα επιτράπηκε η συνέχιση των πλόων του παραπάνω πλοίου και αυτό απέπλευσε από το λιμένα Βόλου την 16-07-2015 και ώρα 15.00 για την εκτέλεση του προγραμματισμένου δρομολογίου Σκιάθος-Σκόπελος-Αλόννησος. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη το πλοίο της κυρίως ενάγουσας, αυτή κατέβαλε τα ακόλουθα ποσά: α) το ποσό των ογδόντα (80) ευρώ στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Βόλου, για την έκδοση άδειας διενέργειας επισκευών (βλ. το υπ’ αριθ. ………. αποδεικτικό είσπραξης), β) το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 23%, ποσού εξήντα εννέα (69) ευρώ, για την επιθεώρηση απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια (βλ. το υπ’ αριθ. …….. τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών), γ) το ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων τριάντα (3.630) ευρώ, για τις επισκευές των ζημιών και την αντικατάσταση λαμαρίνας διαστάσεων 1.300 Χ 1.100 Χ 5 mm (βλ. το υπ’ αριθ. ……… τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών του ……..), δ) το συνολικό ποσό των χιλίων επτακοσίων ογδόντα επτά (1.787) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. 23%, για τη χρήση γερανού του Οργανισμού Λιμένος Βόλου για την ανέλκυση/καθέλκυση του πλοίου (βλ. το υπ’ αριθ. …….. τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών της ανώνυμης εταιρίας Οργανισμός Λιμένος Βόλου Α.Ε.), ε) το ποσό των εκατόν εβδομήντα δύο ευρώ και είκοσι λεπτών (172,20) συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. 23%, για τη χρήση υπηρεσιών τεχνικού ασφαλείας (βλ. το υπ’ αριθ. ……. τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών του Ναυπηγού – Μηχανολόγου Μηχανικού ………….), στ) το συνολικό ποσό των ( 19 + 7 =) είκοσι έξι ευρώ, για αγορά υλικών και χρωμάτων (βλ. τα υπ’ αριθ. …….. τιμολόγια – δελτία αποστολής και την ………. απόδειξη), ζ) το ποσό των χιλίων ενενήντα τριών ευρώ και τριάντα τεσσάρων λεπτών (1.093,34), για την επιθεώρηση του πλοίου από το Νηογνώμονα (βλ. το υπ’ αριθ. …….. τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών του Bureau Veritas), η) το ποσό των εξακοσίων έξι ευρώ και σαράντα λεπτών (606,40), για καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων (800 λίτρα Χ 0,758 ευρώ ανά λίτρο = 606,40 ευρώ) για το ταξίδι του πλοίου από την Αλόννησο στο Βόλο, θ) το συνολικό ποσό των επτακοσίων σαράντα (740) ευρώ, για τη διαμονή των μελών του συνεργείου, του αρχιμηχανικού και των μελών του πληρώματος σε ξενοδοχείο στο Βόλο (βλ. τα υπ’ αριθ. …….. τιμολόγια παροχής υπηρεσιών του ξενοδοχείου «……..», καθώς και το υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών του ξενοδοχείου «………», και ι) το συνολικό ποσό των εκατόν σαράντα τριών ευρώ και τριάντα λεπτών (143,30), για τη σίτιση του συνεργείου και των μελών του πληρώματος (βλ. τις με ημερομηνίες 14-07-2015 και 15-07-2015 αποδείξεις – Σχετικά 26 – 30). Όλα τα παραπάνω ποσά, που ανέρχονται στο συνολικό ποσό των (80 + 369 + 3.630 + 1.787 + 172,20 + 26 + 1.093,34 + 606,40 + 740 + 143,30 =) 8.647,24 ευρώ, συνιστούν εύλογες και αναγκαίες δαπάνες της ενάγουσας για την αποκατάσταση της ζημίας της, και συνιστούν αποκαταστατέα ζημία της, καθώς συνδέονται αιτιωδώς με την πρόκληση της ένδικης συγκρούσεως. Αντιθέτως, η καταβολή ποσού 14,02 ευρώ για την αγορά εξαρτημάτων δεν συνδέεται αιτιωδώς με την ένδικη σύγκρουση, διότι το παραπάνω ποσό δαπανήθηκε για την αγορά εξαρτημάτων (ρακόρ, συστολές), τα οποία χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση σωληνουργικών και όχι ελασματουργικών εργασιών και ορθώς απερρίφθη από την εκκαλουμένη ενώ το κονδύλι των 50 ευρώ για φιλοδώρημα στο χειριστή του γερανού ορθώς απερρίφθη από την εκκαλουμένη ως μη νόμιμο γιατί πηγάζει από ελευθεριότητα και δεν συνιστά αποκαταστατέα ζημία (πρβλ. ΑΠ 1935/2013, ΕφΠειρ 722/2009 – “Νόμος”). Περαιτέρω, η ανέλκυση του βλαβέντος πλοίου ήταν αναγκαία προκειμένου αυτό να επισκευασθεί διότι  οι ελασματουργικές εργασίες που έπρεπε να γίνουν για την αποκατάσταση της ζημίας περιελάμβαναν και την αντικατάσταση στρεβλού ελάσματος που βρισκόταν κάτω από την ίσαλο γραμμή, με αποτέλεσμα οι εργασίες να μην μπορούν να γίνουν εν πλω.  Επίσης, εύλογη παρίσταται η επιλογή της ενάγουσας να μεταφέρει το πλοίο της για επισκευή στο Βόλο, διότι η αποκατάσταση των ζημιών στον τόπο της ένδικης συγκρούσεως δεν ήταν δυνατή λόγω της ελλείψεως κατάλληλης υποδομής για τη διενέργεια των απαραίτητων εργασιών και της μη υπάρξεως γερανού για την ανέλκυση του πλοίου στην ξηρά. Μάλιστα, η επιλογή του τόπου διενέργειας των επισκευών παρίσταται εύλογη και για το λόγο ότι η απόσταση της Αλοννήσου από τον Βόλο είναι μόλις 68 ν.μ., ενώ, επίσης κρίνεται εύλογος και ο χρόνος διάρκειας των επισκευών, που δεν υπερέβη τις δύο ημέρες. Περαιτέρω, κατά τη διαδικασία των εργασιών επισκευής ήταν απαραίτητη η διαρκής επί του πλοίου παρουσία του πληρώματος (Α’ μηχανικού, μηχανοδηγού, ναύκληρος, ναύτης), προκειμένου να διευκολύνουν το συνεργείο στην εκτέλεση των εργασιών, όπως, για παράδειγμα, να ανοίγουν τις ανθρωποθυρίδες, που βρίσκονται κάτω από τη μοκέτα δαπέδου του χώρου επιβατών προκειμένου να κατεβαίνουν οι εργάτες στο κύτος του πλοίου, να επανατοποθετούν τα ανωτέρω στη θέση τους, να προβαίνουν σε εργασίες καθαρισμού μετά το πέρας των εργασιών. Για το σκοπό αυτό πραγματοποίησαν υπερωριακή εργασία, για την οποία η ενάγουσα επιβαρύνθηκε με το ποσό των 3.300 ευρώ, και ειδικότερα, κατέβαλε: α) στον Α’ Μηχανικό το ποσό των 1.050 ευρώ για υπερωριακή του απασχόληση επί 15 ώρες Χ 70 ανά ώρα, β) στο Μηχανοδηγό Β’ το ποσό των 750 ευρώ για την υπερωριακή του απασχόληση επί 15 ώρες Χ 50 ευρώ ανά ώρα, γ) στο Ναύκληρο, ………, το ποσό των 150 ευρώ για την υπερωριακή του απασχόληση επί 3 ώρες Χ 50 ευρώ ανά ώρα, δ) στο Ναύκληρο, …….. το ποσό των 600 ευρώ για την υπερωριακή του απασχόληση επί 12 ώρες Χ 50 ευρώ ανά ώρα, ε) στο Ναύτη, ……., το ποσό των 150 ευρώ για την υπερωριακή του απασχόληση επί 3 ώρες Χ 50 ευρώ, και στ) στο Ναύτη, ……. το ποσό των 600 ευρώ για την υπερωριακή του απασχόληση 12 ώρες Χ 50 ευρώ. Τέλος, για έξοδα μετάβασης από το Πέραμα στο Βόλο με επιστροφή και έξοδα κίνησης του  προαναφερόμενου Αρχιμηχανικού, δαπάνησε η ενάγουσα συνολικό ποσό 300 ευρώ, για τα έξοδα διαμονής δύο επιβατών σε ξενοδοχείο στη Σκόπελο, στην οποία παρέμειναν λόγω ματαιώσεως του προγραμματισμένου δρομολογίου εξαιτίας της ενδίκου συγκρούσεως, την 13η-07-2015 και την 14η-07-2015, ποσό εξήντα (60) ευρώ (βλ. το υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο του ξενοδοχείου: «A…..») και ποσό εκατό (100) ευρώ για τα έξοδα μετάβασης του επιβάτη …… από Βόλο προς Πλατανιά με ταξί και από εκεί με θαλάσσιο ταξί στη Σκιάθο λόγω ματαιώσεως του αντίστοιχου δρομολογίου και αδυναμίας έγκαιρης ειδοποιήσεως του επιβάτη λόγω ελλείψεως στοιχείων επικοινωνίας του (βλ. την υπ’ αριθ. …….. απόδειξη είσπραξης). Με βάση τα ανωτέρω, η αποκαταστατέα θετική ζημία της ενάγουσας από την ένδικη σύγκρουση ανέρχεται συνολικά σε (8.647,24 + +3.300 + 300 + 160=) 12.407,24 ευρώ. Περαιτέρω, η  επιλογή της ενάγουσας να προβεί στην αποκατάσταση των ζημιών του πλοίου της, υπό τις περιστάσεις και συνθήκες που εκτέθηκαν παραπάνω, δεν αποτελεί συμπεριφορά που υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα συναλλακτικά ήθη και τον οικονομικό σκοπό του δικαιώματός της να αποζημιωθεί για την ένδικη σύγκρουση, όπως αυτά ανωτέρω υπό στοιχείο V αναλύονται, καθόσον δεν αποδείχθηκε ότι οι εν λόγω επισκευές διενεργήθηκαν στον παραπάνω χρόνο με αποκλειστικό σκοπό την αποφυγή εκτελέσεως ζημιογόνων για την ενάγουσα δρομολογίων λόγω ελλείψεως επιβατηγού κοινού ούτε εξάλλου ήταν δυνατή η συνέχιση των δρομολογίων χωρίς να επισκευασθεί το πλοίο μέχρι το πέρας των ετήσιων δρομολογίων και τη διενέργεια τακτικής επιθεωρήσεως αφού μετά τη σύγκρουση και τη διενέργεια των προαναφερόμενων επιθεωρήσεων απαγορεύθηκαν οι πλόες από την αρμόδια λιμενική αρχή, απορριπτομένου ως αβάσιμου του τρίτου λόγου εφέσεως της εναγομένης-εκκαλούσας, με τον οποίο αυτή παραδεκτώς επαναφέρει την παραδεκτώς προταθείσα πρωτοδίκως ένστασή της εκ του άρθρου 281 ΑΚ, όπως αυτή εκτίθεται ανωτέρω υπό στοιχείο V.  Η παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου δεν αντικρούεται από το γεγονός ότι η κυρίως ενάγουσα είχε υποβάλει την από 07-07-2015 αίτηση προς τις αρμόδιες Αρχές για την έγκριση τροποποίησης των δρομολογίων της για την περίοδο από 16-07-2015 έως 25-07-2015, επικαλούμενη λόγους οικονομικής κρίσης και μειωμένης επιβατικής κίνησης, ούτε από το γεγονός ότι κατόπιν αιτήσεώς της είχαν τροποποιηθεί – περικοπεί τα δρομολόγια του πλοίου της για το διάστημα από 19-06-2015 έως 06-09-2015 στις γραμμές Βόλος – Σκιάθος – Σκόπελος – Αλόννησος και Άγιος Κωνσταντίνος – Σκιάθος – Σκόπελος – Αλόννησος. Επιπλέον, το Δικαστήριο δε δύναται να οδηγηθεί σε αντίθετη κρίση από το γεγονός ότι η αποκατάσταση των ζημιών έγινε χωρίς να προηγηθεί στην Αλόννησο επιθεώρηση από τον Νηογνώμονα του πλοίου, με σχετικές υποδείξεις του τρόπου και του χρόνου διενέργειας των επισκευών, διότι πρόδηλον είναι ότι χωρίς την αποκατάσταση των ζημιών ο Νηογνώμονας δεν θα χορηγούσε πιστοποιητικό διατηρήσεως κλάσεως ενώ εξάλλου, με τον τρόπο που ενήργησε η ενάγουσα διασφάλισε τη συντομότερη δυνατή επαναδρομολόγηση του πλοίου της. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι το πλοίο της ενάγουσας, το οποίο ήταν δρομολογημένο στη γραμμή των Βορείων Σποράδων, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η ένδικη σύγκρουση, θα εκτελούσε τα ακόλουθα δρομολόγια από την 12-7-2015 έως την 16-07-2015 και ώρα 15.00 (ημέρα και ώρα κατά την οποία ξανάρχισαν τα δρομολόγια από Βόλο για Σκιάθο-Σκόπελο-Αλόννησο): Ι) Την Κυριακή 12-07-2015: i) Αλόννησος (με αναχώρηση 15.30) – Σκιάθος – Άγιος Κωνσταντίνος, και ii) Άγιος Κωνσταντίνος (με αναχώρηση 18.10) – Σκιάθος – Σκόπελος – Αλόννησος. ΙΙ) Τη Δευτέρα 13-07-2015: i) Αλόννησος (με αναχώρηση 06.30) – Σκόπελος – Σκιάθος – Βόλος, ii) Βόλος (με αναχώρηση 14.00) – Σκιάθος  – Σκόπελος – Αλόννησος, iii) Αλόννησος (με αναχώρηση 16.30) – Σκόπελος – Σκιάθος – Άγιος Κωνσταντίνος, και iv) Άγιος Κωνσταντίνος (με αναχώρηση 19.05) – Σκιάθος – Σκόπελος – Αλόννησος. ΙΙΙ) Την Τρίτη 14-07-2015: i) Αλόννησος (με αναχώρηση 6.30) – Σκόπελος – Σκιάθος – Βόλος, και ii) Βόλος (με αναχώρηση 18.00) – Σκιάθος – Σκόπελος – Αλόννησος. IV)  Την Τετάρτη 15-07-2016: i) Αλόννησος (με αναχώρηση 06.30) – Σκόπελος – Σκιάθος – Βόλος, ii) Βόλος (με αναχώρηση 14.00) – Σκιάθος – Σκόπελος, iii) Σκόπελος (με αναχώρηση 16.10) – Σκιάθος – Βόλος, και iv) Βόλος (με αναχώρηση 18.30) – Σκιάθος – Σκόπελος – Αλόννησος. V) Την Πέμπτη 16-07-2015: Αλόννησος (με αναχώρηση 06.30) – Σκόπελος – Σκιάθος – Βόλος. Κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα, ο καθαρός ναύλος ανά προορισμό ήταν διαμορφωμένος ως εξής: Ι) Από Αλόννησο: i) προς Σκόπελο απλή μετάβαση: 6,56 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 11,48 ευρώ, ii) προς Σκιάθο απλή μετάβαση: 10,65 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 18,02 ευρώ, iii) προς Βόλο απλή μετάβαση: 35,23 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 60,39 ευρώ, iv) προς Άγιο Κωνσταντίνο απλή μετάβαση: 34,41 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 58,99 ευρώ. ΙΙ) Από Άγιο Κωνσταντίνο: i) προς Αλόννησο απλή μετάβαση: 34,41 ευρώ, μετ΄ επιστροφής: 58,99 ευρώ, ii) προς Σκόπελο απλή μετάβαση: 32,78 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 55,72 ευρώ, iii) προς Σκιάθο απλή μετάβαση: 26,22 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 45,07 ευρώ. ΙΙΙ) Από Βόλο: i) προς Αλόννησο απλή μετάβαση: 35,23 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 60,39 ευρώ, ii) προς Σκόπελο απλή μετάβαση: 33,55 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 57,04 ευρώ, iii) προς Σκιάθο απλή μετάβαση: 26,84 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 46,13 ευρώ. IV) Από Σκόπελο: i) προς Αλόννησο απλή μετάβαση: 6,56 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 11,48 ευρώ, ii) προς Σκιάθο απλή μετάβαση: 10,65 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 18,02 ευρώ, iii) προς Βόλο απλή μετάβαση: 33,55 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 57,04 ευρώ, iv) προς Άγιο Κωνσταντίνο απλή μετάβαση: 32,78 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 55,72 ευρώ. V) Από Σκιάθο: i) προς Αλόννησο απλή μετάβαση: 10,65 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 18,02 ευρώ, ii) προς Σκόπελο απλή μετάβαση: 10,65 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 18,02 ευρώ, iii) προς Βόλο απλή μετάβαση: 26,84 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 46,13 ευρώ, iv) προς Άγιο Κωνσταντίνο απλή μετάβαση: 26,22 ευρώ, μετ’ επιστροφής: 45,07 ευρώ. Η ενάγουσα, την αντίστοιχη χρονική περίοδο του προηγούμενου έτους (2014), αποδεικνύεται ότι εισέπραξε από καθαρούς ναύλους για την εκτέλεση,  με το ένδικο πλοίο, δρομολογίων στην ανωτέρω ακτοπλοϊκή γραμμή, με τα οποία διακινήθηκαν συνολικά 1.346 επιβάτες, συνολικό ποσό 28.759,17 ευρώ. Το ποσό αυτό ζητεί η ενάγουσα να της επιδικασθεί ως διαφυγόν εισόδημα εξαιτίας της ενδίκου συγκρούσεως.  Ωστόσο, εξαιτίας των δυσμενών οικονομικών συνθηκών που επικρατούσαν τον Ιούλιο του έτους 2015, μετά και την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls), η επιβατική κίνηση κατά το ένδικο χρονικό διάστημα στην ανωτέρω ακτοπλοϊκή γραμμή ήταν μειωμένη σε σύγκριση με αυτή του προηγούμενου έτους, τουλάχιστον κατά ποσοστό 40%. Η κρίση αυτή διαμορφώνεται με βάση τα πασίδηλα και τα διδάγματα της κοινής πείρας και ενισχύεται από το γεγονός ότι μετά από αίτημα της ενάγουσας είχαν τροποποιηθεί-περικοπεί τα δρομολόγια του ένδικου πλοίου στην ανωτέρω γραμμή για το χρονικό διάστημα από 19-6-2015 έως 6-9-2015 (βλ. έντυπο σήμα …. του ΥΠ.Ο.Υ.Ν.Τ/Α.Λ.Σ/ΕΛ.ΑΚΤ-ΔΘΣ 1ο), παρά δε την ανωτέρω περικοπή, η ίδια η ενάγουσα, με μεταγενέστερη, από 7-7-2015, αίτησή της (βλ. προσκομιζόμενη) υπέβαλε νέο αίτημα προς τις αρμόδιες Αρχές για την έγκριση  περαιτέρω περικοπών των δρομολογίων της για την περίοδο από 16-07-2015 έως 25-07-2015, επικαλούμενη την οικονομική κρίση “των τελευταίων ημερών”, όπως επί λέξει αναγράφεται στην αίτηση και  “μηδενική” κίνηση επιβατών και δηλώνοντας ότι για τα παραπάνω δρομολόγια δεν είχαν εκδοθεί εισιτήρια. Επομένως, κρίνεται ότι τα έσοδα που θα αποκόμιζε η ενάγουσα από τους καθαρούς ναύλους, κατά το χρονικό διάστημα που το πλοίο της δεν πραγματοποίησε δρομολόγια εξαιτίας της ένδικης συγκρούσεως και του χρόνου που απαιτήθηκε για την επισκευή του, ανέρχονται, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, ενόψει και των προπαρασκευαστικών μέτρων που είχε λάβει αλλά και των ανωτέρω συνθηκών, στο συνολικό ποσό των 17.255,51 ευρώ, δηλαδή παρίστανται μειωμένα κατά ποσοστό 40% σε σύγκριση με τους καθαρούς ναύλους που εισέπραξε την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.   Περαιτέρω, αμέσως μετά την αποκατάσταση των ένδικων βλαβών συνεχίστηκαν απρόσκοπτα τα προγραμματισμένα δρομολόγια του πλοίου της ενάγουσας στη γραμμή των Βορείων Σποράδων, σύμφωνα με τις περικοπές που, όπως προαναφέρεται, η ίδια είχε ζητήσει για άλλους λόγους και σε χρόνο ανύποπτο ως προς την ένδικη σύγκρουση. Μείωση του επιβατηγού κοινού εξαιτίας της ένδικης συγκρούσεως, δεν παρουσιάστηκε, όπως θα συνέβαινε εάν πράγματι, εξαιτίας αυτής, είχε τρωθεί η φήμη της ενάγουσας και είχε κλονισθεί η εμπιστοσύνη του επιβατηγού κοινού απένταντι στα πλοία της. Αντιθέτως, ο αριθμός των επιβατών μετά την ένδικη σύγκρουση παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με αυτόν των εβδομάδων που προηγήθηκαν της συγκρούσεως. Κατά συνέπεια, δεν αποδεικνύεται ότι εξαιτίας της ένδικης συγκρούσεως η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη  υπό την έννοια που αναφέρεται ανωτέρω υπό στοιχείο ΙV και έσφαλε η εκκαλουμένη που δέχθηκε το αντίθετο και επιδίκασε για την αιτία αυτή στην ενάγουσα ποσό 5.000 ευρώ, δεκτού γενομένου ως βάσιμου του έκτου λόγου της εφέσεως της εναγομένης-εκκαλούσας.

VIII. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, η έφεση της ενάγουσας-εκκαλούσας πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη ως προς τον πρώτο λόγο της, που αφορά στην απόρριψη από την εκκαλουμένη του κονδυλίου για την υπερωριακή αμοιβή του πληρώματος, απορριπτομένου του δεύτερου λόγου περί μερικής αποδοχής του κονδυλίου των  διαφυγόντων κερδών ως αβάσιμου ενώ ο τρίτος και τελευταίος λόγος που αφορά στην εσφαλμένη επιδίκαση των δικαστικών εξόδων καθίσταται, μετά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, άνευ αντικειμένου αφού εξαφανίζεται και η διάταξή της περί δικαστικών εξόδων. Η δε έφεση της εναγομένης-εκκαλούσας πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη ως προς τον έκτο λόγο της που αφορά στην επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης, απορριπτομένων των λοιπών λόγων ως αβάσιμων. Πρέπει δε επιστραφεί σε κάθε εκκαλούσα το κατατεθέν από αυτή παράβολο. Ακολούθως, αφού εξαφανισθεί η εκκαλουμένη κατά το μέρος της που αφορά την κύρια (και όχι την παρεμπίπτουσα) αγωγή, κρατηθεί η υπόθεση και δικασθεί κατ΄ουσίαν, πρέπει η  αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα συνολικό ποσό είκοσι εννέα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα δύο ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (29.662,75),  νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, πρέπει η εναγομένη να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, στα οποία θα υπολογισθούν, σύμφωνα με το αίτημα της ενάγουσας και τα έξοδα που καταβλήθηκαν για την προσαγωγή των αποδεικτικών μέσων (τεχνικής έκθεσης, ένορκης βεβαίωσης), κατά τις διατάξεις των άρθρων 176, 183, 189 στοιχ. ε’, 191 παρ. 1 ΚΠολΔ και των άρθρων 58,63,68 και 69 του Ν. 4194/2013, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

-Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της από 5-10-2017 (Γ.Α.Κ ……., Α.Κ. ……) εφέσεως κατά το μέρος που αυτή στρέφεται κατά της παρεμπιπτόντως εναγομένης -εφεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “………”

-Συνεκδικάζει την από 11-10-2017 (Γ.Α.Κ. ……., Α.Κ. ….. )  έφεση και την από 5-10-2017 (Γ.Α.Κ ……, Α.Κ. ……) έφεση κατ` αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

  • Δέχεται αυτές τυπικά και κατ’ ουσίαν.
  • Διατάζει την επιστροφή σε κάθε εκκαλούσα του κατατεθέντος για την έφεσή της παραβόλου.

-Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 3110/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά το μέρος της που αφορά την από 3-11-2015 (ΓΑΚ …, ΑΚ …..) αγωγή.

-Κρατεί και δικάζει την από 3-11-2015 (ΓΑΚ ….. ΑΚ ….) αγωγή.

-Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

-Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα συνολικό ποσό  είκοσι εννέα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα δύο ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (29.662,75), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.

-Καταδικάζει την εναγομένη στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο συνολικό ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων (3.500) ευρώ.

-Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια, στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις  12   Σεπτεμβρίου 2018.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ