Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 126/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός   126/2025

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Σωκράτη Γαβαλά, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την ………….., προκειμένου να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

(Ι) Της Εκκαλούσας Εταιρείας: Της υπό εκκαθάριση εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………….» που εδρεύει στον …….. Αττικής επί της ….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου τους Χρόνη Μαυροειδή (ΑΜ ΔΣΑ ….), (βλ. το υπ’ αριθμόν Π …./29-10-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Α. – άρθρο 61 Ν. 4194/2013).

Της Εφεσίβλητης Εταιρείας: Της Ναυτιλιακής εταιρείας με την επωνυμία «………..» που εδρεύει στο ……… Κρήτης επί της οδού …. αρ. … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Ιωάννη Σιέρρα (ΑΜ ΔΣΑ …..), (βλ. το υπ’ αριθμόν Α …./24-10-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Π. – άρθρο 61 Ν. 4194/2013).

(ΙΙ) Της Εκκαλούσας Εταιρείας: Της Αλλοδαπής Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης, με την επωνυμία <<…………>>, εδρεύουσας στο  Giebe……..lstadt της Γερμανίας, επί της οδού ……….>> και εκπροσωπούμενης νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Γεώργιου Κιντή (ΑΜ ΔΣΑ ….), (βλ. το υπ’ αριθμόν Π ……/23-10-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Α. – άρθρο 61 Ν. 4194/2013), και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, προκειμένου να εκδικαστεί η υπόθεση χωρίς ο ίδιος να παραστεί, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., ήτοι, χωρίς αυτοπρόσωπη εμφάνισή του στο ακροατήριο.

Της Εφεσίβλητης Εταιρείας: Ναυτιλιακής εταιρείας με την επωνυμία «………..» που εδρεύει στο …… Κρήτης επί της οδού …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Ιωάννη Σιέρρα (ΑΜ ΔΣΑ ….), (βλ. το υπ’ αριθμόν Α …../24-10-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Π. – άρθρο 61 Ν. 4194/2013),

Η εφεσίβλητη Εταιρεία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς σε βάρος των εκκαλουσών Εταιρειών την από 30. 07.2020 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παραπάνω Δικαστηρίου, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης (Γ.Α.Κ.) …/2020 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α. Κ.Δ.) …../2020.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν 1.916/2022 (μη οριστική) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία (Διαδικασία άρθρων 1-465 Κ.Πολ.Δ.), με την οποία, αφού αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης, διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, κατ’ άρθρο 254 Κ.Πολ.Δ., προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα σε αυτήν.

Ακολούθως και μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης , η ενάγουσα Εταιρεία επανέφερε την ένδικη υπόθεση ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την από 10-01-2023 κλήση της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παραπάνω Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ.) …../2023 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ.) …/27-01-2023.

Στη συνέχεια, εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν 1803/2023 (οριστική) απόφαση του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή η ένδικη αγωγή κατά ένα μέρος αυτής, ως κατ’ ουσία βάσιμη, σύμφωνα με όσα  ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό αυτής.

Κατά της απόφασης αυτής οι ηττηθείσες εναγόμενες Εταιρείες άσκησαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (= Εφετείου Πειραιώς)η μεν πρώτη (1η) από αυτές την από 01/09/2023 έφεσή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόσαντος αυτήν Δικαστηρίου, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου (Γ.Α.Κ.) ……/01-09-2023 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ) …./01-09-2023 και ακολούθως στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης (Γ.Α.Κ.) …./29-09-2023 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ.) …/29-09-2023, δικάσιμος δε ορίστηκε αυτή, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η δε δεύτερη (2η) από αυτές (=εναγόμενες) άσκησε την από 27-09-2023 έφεσή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόσαντος αυτήν Δικαστηρίου, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου (Γ.Α.Κ.) ……/28-09-2023 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ) …/28-09-2023 και ακολούθως στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης (Γ.Α.Κ.) …/29-09-2023 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ.) …/29-09-2023, δικάσιμος δε ορίστηκε ομοίως αυτή, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και εκδικάστηκε αντιμωλία των διαδίκων.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, που παραστάθηκαν στο ακροατήριο ανέπτυξαν τις απόψεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στην έφεση και στις προτάσεις, που κατέθεσαν κατά την εκδίκαση της ένδικης υπόθεσης, ενώ ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της εκκαλούσας στην υπό στοιχεία (Ι) έφεση Εταιρείας ανέπτυξε τις απόψεις του με τις προτάσεις, που προκατέθεσε, όπως ανωτέρω.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

(Ι) Οι κρινόμενες: (Α) από 01/09/2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Γ.Α.Κ.) …./ (Ε.Α.Κ.Δ.) …/29-09-2023 και (Β) 27-09-2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Γ.Α.Κ.) …/29-09-2023 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ.) …../29-09-2023 εφέσεις των εναγομένων Εταιρειών κατά της υπ’ αριθμόν 1.803/2023 (οριστικής) απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), εκδοθείσας αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία (Διαδικασία άρθρων 1-465 Κ.ΠολΔ), αρμοδίως φερόμενες ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ.), έχουν ασκηθεί, σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, ήτοι, μέσα στην προθεσμία του μηνός από το χρόνο επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης, καθώς αυτή επιδόθηκε και στις δύο (2) εναγόμενες- εκκαλούσες Εταιρείες, την 03-07-2023,  για γνώση τους και για τις νόμιμες συνέπειες, ενώ το δικόγραφο της υπό στοιχεία (Α) εφέσεως κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόσαντος αυτήν πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την 01η Σεπτεμβρίου 2023]  και της υπό στοιχεία (Β) εφέσεως, την 28η Σεπτεμβρίου 2023, αντίστοιχα, δεδομένου ότι ως προς αυτήν διαδράμει η προθεσμία των δύο (2) μηνών από το χρόνο επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης, αφού εδρεύει στην αλλοδαπή, όπως προεκτέθηκε, (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.). Συνεπώς, εφόσον για το παραδεκτό της συζήτησής αυτών καταβλήθηκε το κατ` άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ` ΚΠολΔ. παράβολο του Ελληνικού Δημοσίου, αξίας εκατό (100,00) Ευρώ (βλ. το με αριθμό κωδικού ηλεκτρονικού παραβόλου  …………./ 2023 με το σχετικό παραστατικό πληρωμής αναφορικά με την πρώτη (1η) από αυτές και το με αριθμό κωδικού ηλεκτρονικού παραβόλου  …………/2023 με το σχετικό παραστατικό πληρωμής σε συνδυασμό με το υπ’ αριθμόν Α …../28-09-2023 γραμμάτιο προείσπραξης του Δ.Σ.Π., αναφορικά με τη δεύτερη (2η) από αυτές, αντίστοιχα), πρέπει αυτές να γίνει τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση. Εφόσον οι παραπάνω εφέσεις εισάγονται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά την ίδια παραπάνω δικάσιμο, πρέπει αυτές να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειάς τους, καθώς με αυτές προσβάλλεται η ίδια απόφαση, εκδοθείσα ανάμεσα στους ίδιους διαδίκους, σε δίκη με ταυτότητα νομικής και ιστορικής βάσης, ενώ υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατ’ αυτό τον τρόπο διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης, δεδομένου ότι από τη συνεκδίκαση επέρχεται μείωση των εξόδων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 246 Κ.Πολ.Δ..

(ΙΙ) Με την ένδικη αγωγή της, η ενάγουσα-εφεσίβλητη Εταιρεία όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με τις προτάσεις που κατέθεσε κατ’ άρθρο 224 ΚΠολΔ, εκθέτει ότι στο πλαίσιο του καταστατικού της σκοπού, που συνίσταται στην απόκτηση κυριότητας, εκμετάλλευση ή διαχείριση ιδιόκτητων πλοίων αναψυχής με ελληνική σημαία συνήψε εγγράφως με την πρώτη εναγόμενη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης “……………..”, την 13.5.2019, σύμβαση πώλησης του ειδικότερα περιγραφόμενου στο δικόγραφο ιστιοπλοϊκού σκάφους αναψυχής, κατασκευής του ναυπηγείου της δεύτερης (2ης) εναγόμενης εταιρείας, αντί συμφωνηθέντος συνολικού τιμήματος, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού και της αμοιβής για τις παρεπόμενες υπηρεσίες, που θα παρείχε η πωλήτρια Εταιρεία, ανερχόμενου στο χρηματικό ποσό των 281.700 ευρώ, σε εκτέλεση των συνομολογηθέντων με το επίσης μεταξύ τους υπογραφέν από 05.02.2019 προσύμφωνο, ως προς τα βασικά χαρακτηριστικά και τον επιπρόσθετο εξοπλισμό του, την αποπληρωμή του τιμήματος και τις υποχρεώσεις της πωλήτριας. Ότι η ενάγουσα Εταιρεία εξόφλησε τμηματικά ολοσχερώς το τίμημα, που ανήλθε τελικά στο συνολικό χρηματικό ποσό των 282.250 ευρώ, το δε σκάφος, που νηολογήθηκε στον Πειραιά με το όνομα <<DV>>, παραδόθηκε δε σε αυτήν την 30-05-20:19 στον Άλιμο Αττικής, κατόπιν όμως μεταφοράς του στην έδρα της ενάγουσας στο Ηράκλειο Κρήτης, λίγες μόνο ημέρες μετά την παράδοσή του και συγκεκριμένα την 18.06.2019, παρουσίασε κατασκευαστικό ελάττωμα συνιστάμενο σε εισροή θαλάσσιων υδάτων στο εσωτερικό της κεντρικής σεντίνας του, εξαιτίας ελλιπούς στεγανότητάς του, γεγονός, για το οποίο την ίδια ημέρα ενημερώθηκε η πωλήτρια Εταιρεία. Ότι την 23-07-2019 ο διαχειριστής της πρώτης (1ης) εναγόμενης – πωλήτριας Εταιρείας διαπίστωσε το ελάττωμα, το οποίο απέδωσε σε κατασκευαστική αστοχία, και ανέλαβε την πλήρη αποκατάστασή του, πλην όμως αμέλησε ως προς την αναγγελία του ελαττώματος στη δεύτερη (2η) εναγόμενη Εταιρεία – κατασκευάστρια, κατόπιν δε επανειλημμένων οχλήσεων της ενάγουσας Εταιρείας, λόγω αύξησης της εισροής υδάτων, τον Σεπτέμβριο 2019 της συνέστησε να διακόψει τις ναυλώσεις του σκάφους έως ότου αυτό εξεταστεί από τους τεχνικούς της κατασκευάστριας. Ότι την 14.10.2019 η δεύτερη (2η) εναγόμενη Εταιρεία ζήτησε να ανελκυσθεί το σκάφος με την παρουσία τεχνικών της, κατόπιν δε προτροπής της πρώτης (1ης) εναγόμενης, αυτό μεταφέρθηκε στη Μαρίνα Αλίμου το μήνα Νοέμβριο 2019, όπου και ανελκύσθηκε την 13.12.2019. Ότι την 17.12.2019 η ενάγουσα Εταιρεία ενημερώθηκε από την πωλήτρια ότι ‘οι τεχνικοί της δεύτερης (2ης) εναγόμενης είχαν ήδη προβεί σε διορθωτικές επεμβάσεις επί του σκάφους χωρίς την παρουσία και έγκρισή της, ενώ την 18.12.2019 της γνωστοποιήθηκε από τεχνικό της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας ότι είχε διαπιστωθεί ύπαρξη θύλακα αέρα στην κόλλα μεταξύ της καρίνας και της γάστρας, στο εμπρόσθιο μέρος της ένωσης. Ότι στις έντονες διαμαρτυρίες της ενάγουσας Εταιρείας η πρώτη (1η) εναγόμενη Εταιρεία απάντησε ότι το σκάφος είχε επισκευασθεί κατά τον προσήκοντα τρόπο και με τη συγκατάθεση της ενάγουσας Εταιρείας, ενώ, σύμφωνα και με την από 21.3.2020 έκθεση γνωμοδότησης, που έχει ενσωματωθεί στην ένδικη αγωγή, η διαδικασία επισκευής, που ακολουθήθηκε, ήταν αντίθετη σε οποιαδήποτε καλή τεχνική πρακτική. Ότι κατόπιν τούτων το νεοναυπηγηθέν σκάφος παρουσίαζε ήδη από το χρόνο πώλησης και παράδοσής του στην ενάγουσα Εταιρεία κατασκευαστικά ελαττώματα, τα οποία η πρώτη εναγόμενη – πωλήτρια Εταιρεία όφειλε και μπορούσε να γνωρίζει λόγω της πολυετούς εμπειρίας της στο χώρο της πώλησης σκαφών, παρέλειψε δε να τα ελέγξει από δική της υπαιτιότητα, ενώ επιπρόσθετα προέβη με τους τεχνικούς της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας- συνεργάτιδάς της σε διορθωτικές ενέργειες, που δεν ήταν ενδεδειγμένες ούτε σύμφωνες με τους κανόνες της ναυπηγικής. Περαιτέρω, εκθέτει ότι η δεύτερη (2η) εναγόμενη Εταιρεία τυγχάνει διεθνούς φήμης κατασκευάστρια Εταιρεία, το ελάττωμα δε, που παρουσίασε το σκάφος, οφειλόταν σε αμελή συμπεριφορά των υπαλλήλων της και έλλειψη των προσηκόντων μέτρων ασφαλείας, τα οποία όφειλε και μπορούσε να λάβει. Επικαλούμενη η ενάγουσα Εταιρεία ότι το ως άνω ουσιώδες ελάττωμα μειώνει την αξία και τη χρησιμότητα του επίδικου -κατά παραγγελία κατασκευασθέντός- σκάφους, καθώς το καθιστά αναξιόπλοο και μη ασφαλές για την κατά προορισμό χρήση του ως επαγγελματικού πλοίου αναψυχής, ασκεί το δικαίωμα της αντικατάστασης του με ομοειδές της ίδιας κατηγορίας και των ίδιων τεχνικών χαρακτηριστικών, επικουρικά δε το δικαίωμα της μείωσης του τιμήματος κατά το χρηματικό ποσό των 118.500 ευρώ} όπως αυτό ειδικότερα υπολογίζεται στην ένδικη αγωγή, που αντιστοιχεί στην οικονομική διάφορά μεταξύ της αγοραστικής αξίας ενός μη ελαττωματικού ομοειδούς σκάφους και της αξίας του παραδοθέντος σε αυτήν ελαττωματικού σκάφους και, εφόσον το σύνολο του τιμήματος έχει καταβληθεί, αξιώνει την επιστροφή του εν λόγω χρηματικού  ποσού. Περαιτέρω, λόγω του πταίσματος της πρώτης (1ης) εναγόμενης – πωλήτριας Εταιρείας σε συνδυασμό με την αδικοπραξία της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας, συνιστάμενη στην κατά παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας παραγωγή και διάθεση ελαττωματικού προϊόντος, ισχυρίζεται ότι δικαιούται αποζημίωση, λόγω της απώλειας ναύλων για το χρονικό διάστημα από 04/09/2019 μέχρι και το μήνα Νοέμβριο 2019, χρηματικού ποσού 32.400 ευρώ, το οποίο κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και σύμφωνα με τις προπαρασκευαστικές ενέργειες, στις οποίες αυτή είχε προβεί, θα αποκέρδαινε με βεβαιότητα για ναυλώσεις πενήντα τεσσάρων (54) ημερών, αντί ημερήσιου ναύλου ανερχόμενου στο χρηματικό ποσό των εξακοσίων (6οο,00) Ευρώ (Ε), καθώς και για τις δαπάνες, στις οποίες προέβη και που συνδέονται αιτιωδώς με το ελάττωμα, ήτοι 227 ευρώ για την αγορά καυσίμων, προκειμένου να μετακινηθεί το σκάφος στη Μαρίνα Αλίμου για επιθεώρηση από τους τεχνικούς της δεύτερης (2ς) εναγόμενης Εταιρείας, 500,00 ευρώ ως αμοιβή για τη μεταφορά του σκάφους στο Ηράκλειο Κρήτης μετά την αναποτελεσματική απόπειρα διόρθωσης του ελαττώματος, 379,6ο ευρώ για την αγορά καυσίμων, προκειμένου να μεταβεί από τη μαρίνα Αλίμου στο Ηράκλειο Κρήτης, 1.772,00 ευρώ για την εκναύλωση του υποκατάστατου σκάφους «Κ», το οποίο χρησιμοποιήθηκε από πελάτες της ενάγουσας, που είχαν ήδη προναυλώσει το επίδικο σκάφος, και 1,736 ευρώ για τη σύνταξη της από 21.3.2020 έκθεσης γνωμοδότησης. Τέλος, η ενάγουσα Εταιρεία επικαλείται ότι από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της δεύτερης (2ης) εναγόμενης ως κατασκευάστριας – παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος σε συνδυασμό με τη μη προσήκουσα άρση – διόρθωση σύμφωνα με τους ενδεδειγμένους κανόνες της ναυπηγικής, του ελαττώματος, θίχτηκε η εμπορική πίστη, η επαγγελματική υπόληψη και γενικά το εμπορικό μέλλον της, καθώς αναγκάσθηκε να ακυρώσει ναυλώσεις και διαταράχθηκαν οι επαγγελματικές της συνεργασίες, με συνέπεια να υποστεί ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται εύλογη χρηματική ικανοποίηση. Κατόπιν τούτων, η ενάγουσα Εταιρεία ζητεί, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της πρώτης (1ης) εναγόμενης Εταιρείας να προβεί στην αντικατάσταση του επίδικου σκάφους τύπου με ομοειδές της ίδιας κατηγορίας και των ίδιων τεχνικών χαρακτηριστικών, με τον ίδιο εξοπλισμό, νεοναυπηγηθέν και αμεταχείριστο, το οποίο θα είναι απαλλαγμένο από κατασκευαστικά ελαττώματα, διαφορετικά και  επικουρικά ν’ αναγνωρισθεί η υποχρέωση της πρώτης (1ης) εναγόμενης Εταιρείας να της καταβάλει το χρηματικό ποσό των εκατόν δεκαοκτώ χιλιάδων πεντακοσίων (118.500,00) ευρώ, περαιτέρω να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγόμενων Εταιρειών να της καταβάλουν αλληλεγγύως και σε ολόκληρο η καθεμία από αυτές ως αποζημίωση το χρηματικό ποσό των 37.015,3 ευρώ, καθώς και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της δεύτερης (2ης)εναγόμενης να της καταβάλει το χρηματικό ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000,00) Ευρώ (Ε), ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, την οποία υπέστη, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ένδικης αγωγής μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση.

Η αγωγή αυτή κρίθηκε επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 288, 297, 298, 299, 330, 340,345, 346, 361,481, 513, 522, 534, 535, 537, 540, 543, 547, 559, 904 παρ. ι εδ. β’, 9Η>932 ΑΚ, 70, 219 παρ. ι και 176 ΚΠολΔ, όπως οι διατάξεις περί πώλησης ισχύουν μετά το Ν. 3043/2002. Ακολούθως, με την υπ’ αριθμόν 1.916/2023 (μη οριστική) απόφαση του το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξε την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη, διορίζοντας προς τούτο, ως Πραγματογνώμονα τον ………, και να γνωμοδοτήσει σχετικά με τα ακόλουθα ζητήματα: (Α) Εάν οι διορθωτικές εργασίες από τους τεχνικούς της δεύτερης (2ης) εναγόμενης του πραγματικού ελαττώματος του επίδικου σκάφους, ιδίως της έλλειψης στεγανότητας λόγω εισροής νερού, ήταν οι ενδεδειγμένες και σύμφωνες με την καλή τεχνική και συνήθη πρακτική, καθώς και αν είχαν ως αποτέλεσμα την πλήρη αποκατάσταση του προβλήματος. Σε αντίθετη περίπτωση, ποιος ήταν ο σύμφωνος με τους κανόνες της ναυπηγικής τρόπος αντιμετώπισης του εμφανισθέντος προβλήματος. (Β) Εάν η ναύλωση του σκάφους κατά το χρονικό διάστημα από την εμφάνιση του προβλήματος (Ιούνιος 2019) έως την αποκατάστασή του συνετέλεσε και σε ποιο βαθμό στην επίταση του προβλήματος της εισροής υδάτων και στη μεταγενέστερη εξέλιξη της κατάστασης του σκάφους. (Γ) Ποια είναι η κατάσταση του επίδικου σκάφους, ήτοι εάν εμφανίζει ελαττώματα, που μειώνουν την αξία ή και επιδρούν στη χρησιμότητά του, καθιστώντας το αναξιόπλοο και μη ασφαλές ιδίως δε οξείδωση και έλλειψη στεγανότητας στο σημείο ένωσης της γάστρας με την καρίνα, και τα οποία οφείλονται στον ατελή τρόπο κατασκευής ή/και στις μη ενδεδειγμένες και πρόχειρες ενέργειες για την αποκατάσταση του εμφανισθέντος ελαττώματος της εισροής νερού. Επίσης, για την περίπτωση, που αυτό εμφανίζει ελαττώματα, εάν αυτά οφείλονται και σε ποιο βαθμό στην κατά προορισμό χρήση του ως επαγγελματικού πλοίου αναψυχής, που περιλαμβάνει διαρκείς ναυλώσεις, ιδίως μετά την επισκευή του. (Δ) Εάν ελλοχεύει ο κίνδυνος να εμφανιστούν στο μέλλον (νέα) προβλήματα στην ομαλή λειτουργία και εμφάνιση του επίδικου σκάφους λόγω της μη ενδεδειγμένης αντιμετώπισης του αρχικού προβλήματος) Σε περίπτωση θετικής απάντησης, εάν είναι δυνατές πλέον ενέργειες για την αποτροπή μελλοντικών προβλημάτων, ποιες είναι αυτές, καθώς και αν κρίνονται συμφέρουσες. (Ε) Πού οφειλόταν το πραγματικό ελάττωμα που εμφανίσθηκε. Στην περίπτωση, που οφειλόταν σε κατασκευαστικό σφάλμα, εάν η κατασκευάστρια Εταιρεία με τους τεχνικούς της είχε τη δυνατότητα να διαγνώσει το πρόβλημα πριν την παράδοση του σκάφους στο ναυπηγείο της, εφόσον αυτό υφίστατο τότε έστω και σε λανθάνουσα κατάσταση. (Ζ) Εάν το πραγματικό ελάττωμα είχε τελικά επίπτωση στην αξία η τη χρησιμότητα του νεότευκτου σκάφους και σε ποιο βαθμό, με αναφορά στην αξία του πράγματος χωρίς τις εν λόγω ελλείψεις, συγκριτικά με την αξία αυτού με τις εν λόγω ελλείψεις. Μετά τη διενέργεια της κατά τα παραπάνω τεχνικής πραγματογνωμοσύνης επισπεύστηκε η εκδίκαση της ένδικης υπόθεσης και τελικά εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν 1.803/2023 (οριστική) απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της πρώτη (1ης) εναγομένης Εταιρείας να καταβάλει στην ενάγουσα Εταιρεία το χρηματικό ποσό των εκατόν δέκα οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων (118.500,00) Ευρώ (Ε), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, ενώ παράλληλα αναγνωρίστηκε η υποχρέωση αμφοτέρων των εναγομένων Εταιρειών να καταβάλουν στην ενάγουσα Εταιρεία, αλληλέγγυα και σε ολόκληρο η κάθε μία από αυτές, το χρηματικό ποσό των τριάντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων δέκα πέντε ευρώ και τριάντα λεπτών (36.415,30), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση αυτού, τέλος δε αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας να καταβάλει επιπλέον στην ενάγουσα Εταιρεία το χρηματικό ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000,00) Ευρώ (Ε), ως ηθική βλάβη με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση αυτού.

Κατά της παραπάνω απόφασης η μεν πρώτη (1η) εναγόμενη Εταιρεία άσκησε την από 01.09.2023 και με αριθμό καταθέσεως δικογράφου (Γ.Α.Κ.) ……/(Ε.Α.Κ.Δ.)…./29-09-2023 έφεση της, με την οποία επικαλείται πλημμέλειες αυτής, συνιστάμενες σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αναφορικά με την αποκατάσταση του ζητήματος της στεγανότητας του σκάφους κατά τρόπο πλήρη και οριστικό, κατόπιν παρέμβασης των τεχνικών της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας, εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου αναφορικά με αοριστία  του αιτούμενου χρηματικού ποσού των 118.500,00 Ευρώ (Ε), δεδομένου ότι αυτή κατέβαλε το ήμισυ της δαπάνης για την αγορά του επίδικου σκάφους, αμφισβητώντας την αξία του επίδικου σκάφους, σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αναφορικά με τη βασιμότητα των αναφερόμενων αγωγικών κονδυλίων θετικής ζημίας, όπως και του κονδυλίου για διαφυγόντα κέρδη, επικαλούμενη το αξιόπλοο του επίδικου σκάφους, η δε δεύτερη (2η) εναγόμενη Εταιρεία  άσκησε την από 27.09.2023 και με αριθμό καταθέσεως δικογράφου (Γ.Α.Κ.) …/ (Ε.Α.Κ.Δ.) …../21-09-2023 έφεσή της, με την οποία και αυτός επικαλείται πλημμέλειες αυτής, συνιστάμενες σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου αλλά και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Πλέον συγκεκριμένα, η εκκαλούσα Εταιρεία επικαλείται εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου αλλά και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ως προς την έννοια του νομικού ελαττώματος και την έννοια της επιδιόρθωσης αυτού σε συνδυασμό με τις παραδοχές, στις οποίες προέβη η εκκαλούμενη σχετικά με την επίτευξη της στεγανοποίησης του σκάφους στο σημείο διαρροής, καθώς ουσιαστικά έγινε δεκτό ότι ακολουθήθηκε ο ενδεδειγμένος τρόπος επισκευής, με συνέπεια να αποκλείεται η σωρευτική άσκηση δικαιώματος υπαναχώρησης ή μείωσης του τιμήματος. Επιπλέον, η εκκαλούσα Εταιρεία διατείνεται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του, δέχθηκε ότι επήλθε μείωση της αξίας του επίδικου σκάφους για το ως άνω χρηματικό ποσό, μολονότι ο διορισθείς Πραγματογνώμονας δεν αναφέρει οτιδήποτε σχετικό επ’ αυτού. Περαιτέρω, η εκκαλούσα διατείνεται για πλημμέλεια της εκκαλούμενης απόφασης, συνιστάμενη σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αναφορικά με την αποδοχή ως βάσιμου του αγωγικού κονδυλίου των διαφυγόντων κερδών ύψους 31.800,00 Ευρώ (Ε), καίτοι τούτο πάσχει  από αοριστία. Επίσης, η εκκαλούσα Εταιρεία διατείνεται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου και συγκεκριμένα του Ν. 2251/1994, που διέπει αποκλειστικά την επίδικη έννομη σχέση, καθώς με το να αναγνωρίσει υποχρέωση για χρηματική ικανοποίηση ποσού πέντε χιλιάδων (5.000,00) Ευρώ (Ε) λόγω ηθικής βλάβης ένεκα κλονισμού της εμπορικής πίστης της εφεσίβλητης Εταιρείας χωρίς κάτι τέτοιο να εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο του συγκεκριμένου Νόμου. Περαιτέρω, η εκκαλούσα Εταιρεία διατείνεται για πλημμέλεια του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου συνιστάμενη σε μη λήψη υπόψη ισχυρισμού, που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και συγκεκριμένα σε μη λήψη του αυτοτελούς ισχυρισμού- ενστάσεως για συντρέχον πταίσμα της ενάγουσας Εταιρείας στη μη ναύλωση του επίδικου σκάφους, κατ’ άρθρο 300 Α.Κ.. Τέλος, η εκκαλούσα Εταιρεία διατείνεται για πλημμέλεια του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου συνιστά μενη σε επιδίκαση υπέρογκης δικαστικής δαπάνης, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα

Οι λόγοι αυτοί, που τυγχάνουν επαρκώς ορισμένοι, δεκτικοί δικαστικής αξιολόγησης και ως εκ τούτου παραδεκτά προβάλλονται, πρέπει εξεταστούν ως προς τη βασιμότητά τους, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση.

(ΙΙΙ) Η ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων ρυθμίζεται ειδικά από τις διατάξεις των άρθρων 534 επ. του Αστικού Κώδικα (όπως τροποποιήθηκαν με το Ν. 3043/2002, στο πλαίσιο προσαρμογής -στο ελληνικό δίκαιο- της Οδηγίας 1999/44/ΕΚ “σχετικά με ορισμένες πτυχές της πώλησης και των εγγυήσεων καταναλωτικών αγαθών”). Στο άρθρο 534 ΑΚ καθιερώνεται η υποχρέωση του πωλητή να παραδώσει πράγμα με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα. Πραγματικό ελάττωμα υπάρχει, όταν το πράγμα, που παρέδωσε ο πωλητής στον αγοραστή, φέρει ατέλειες στην φυσική του ιδιοσυστασία ή κατάσταση, οι οποίες συνιστούν απόκλιση προς το χειρότερο σε σχέση με αυτό, που καθόρισαν οι συμβαλλόμενοι και οι οποίες επιδρούν στην αξία ή στη χρησιμότητα του πράγματος. Οι ιδιότητες θεωρούνται συνομολογημένες, όταν τα μέρη έχουν συμφωνήσει, ρητά ή σιωπηρά, ότι το πράγμα έχει τις συγκεκριμένες ιδιότητες. Η έλλειψη μιας ιδιότητας μπορεί να συνιστά ταυτόχρονα και πραγματικό ελάττωμα, οπότε, αν δεν αποτέλεσε αντικείμενο συμφωνίας, ο πωλητής θα ευθύνεται για ύπαρξη πραγματικού ελαττώματος. Ο πωλητής αναλαμβάνει την ευθύνη της μη εκπλήρωσης ή της πλημμελούς εκπλήρωσης, ανεξάρτητα από την πλήρωση ή μη της αντικειμενικής υπόστασης του άρθρου 330 ΑΚ. Η ευθύνη του είναι πρωτογενής και αντικειμενική (ΑΚ 537 παρ. 1). Η παραβίαση της υποχρέωσης εκπλήρωσης του άρθρου 534 ΑΚ αποτελεί conditiosine qua non για την άσκηση των ειδικότερων αξιώσεων του άρθρου 540 ΑΚ. Στο άρθρο 535 ΑΚ ταυτίζεται η ως άνω υποχρέωση του πωλητή -προς παράδοση του πράγματος με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα- με την υποχρέωσή του να παραδώσει στον αγοραστή πράγμα, που ανταποκρίνεται στη σύμβαση. Στο άρθρο εισάγεται μία ενδεικτική περιπτωσιολογία κριτηρίων, τα οποία συνιστούν μαχητά τεκμήρια μη ανταπόκρισης του πράγματος στη σύμβαση και έχουν αρνητική διατύπωση. Η ενδεικτική απαρίθμηση (ιδίως) επιτρέπει στον αγοραστή -και στην περίπτωση ακόμη, που δεν συντρέχει ένα από τα τέσσερα αυτά κριτήρια- να αποδείξει την έλλειψη ανταπόκρισης κατ’ άλλον τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, ορίζονται τα ακόλουθα: “Ο πωλητής δεν εκπληρώνει την κατά το προηγούμενο άρθρο υποχρέωσή του, αν το πράγμα, που παραδίδει στον αγοραστή δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση, και ιδίως: 1. δεν ανταποκρίνεται στην περιγραφή, που έχει γίνει από τον πωλητή ή στο δείγμα ή υπόδειγμα που ο πωλητής είχε παρουσιάσει στον αγοραστή 2. δεν είναι κατάλληλο για το σκοπό της συγκεκριμένης σύμβασης και ιδιαίτερα για τη σύμφωνη με το σκοπό αυτόν ειδική χρήση (υποκειμενικά κριτήρια) 3. δεν είναι κατάλληλο για τη χρήση, για την οποία προορίζονται συνήθως πράγματα της ίδιας κατηγορίας 4. δεν έχει την ποιότητα ή την απόδοση, που ο αγοραστής ευλόγως προσδοκά από πράγματα της ίδιας κατηγορίας, λαμβάνοντας υπόψη και τις δημόσιες δηλώσεις του πωλητή, του παραγωγού ή του αντιπροσώπου του, στο πλαίσιο ιδίως της σχετικής διαφήμισης ή της επισήμανσης, εκτός αν ο πωλητής δεν γνώριζε ούτε όφειλε να γνωρίζει τη σχετική δήλωση (αντικειμενικά κριτήρια)”. Με τις ρυθμίσεις των άρθρων 534 & 535 ΑΚ απλοποιείται η διαδικασία προσδιορισμού του ελαττώματος ή της συνομολογημένης ιδιότητας και, με βάση το πρότυπο της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, δημιουργούνται τύποι ποιοτικών αποκλίσεων του αντικειμενου της πώλησης, με βασικό τύπο απόκλισης τη μη ανταπόκριση του πράγματος στη σύμβαση, δηλαδή την απόκλισή του από τις χρήσεις ή από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που αποτυπώνονται στη σύμβαση ή συνάγονται από αυτήν. Το άρθρο 540 ΑΚ ρυθμίζει τα δικαιώματα, που πηγάζουν από την ευθύνη του πωλητή λόγω μη εκπλήρωσης ή πλημμελούς εκπλήρωσης της παροχής του: “Στις περιπτώσεις ευθύνης του πωλητή για πραγματικό ελάττωμα ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ο αγοραστής δικαιούται κατ’ επιλογήν του: 1. να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνσή του, τη διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν μια τέτοια ενέργεια είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες 2. να μειώσει το τίμημα 3.να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός αν πρόκειται για επουσιώδες πραγματικό ελάττωμα”. Τα δικαιώματα του άρθρου 540 ΑΚ ασκούνται εντός διετίας από την παράδοση του κινητού πράγματος (άρθρα 554 & 555 ΑΚ), λαμβανομένου υπόψη του μαχητού τεκμηρίου του άρθρου 537 παρ. 2 (“το ελάττωμα ή η έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, που διαπιστώνεται μέσα σε έξι μήνες από την  παράδοση του πράγματος τεκμαίρεται ότι υπήρχε κατά την παράδοση, εκτός εάν τούτο δε συμβιβάζεται με τη φύση του πράγματος, που πουλήθηκε ή με τη φύση του ελαττώματος ή της έλλειψης”) ή κατόπιν σχετικών αποδείξεων (στην περίπτωση εμφάνισης του ελαττώματος σε μεταγενέστερο χρόνο). Παρέχονται εναλλακτικά στον αγοραστή χωρίς ιεραρχική διαβάθμιση μεταξύ τους: Παρέχεται δηλαδή στον αγοραστή η δυνατότητα ελεύθερης επιλογής του ένδικου βοηθήματος, που θα ασκήσει και η επιλογή ενός από τα σχετικά ένδικα βοηθήματα αναλώνεται μόνον όταν οδηγεί στην πλήρη ικανοποίησή του, δηλαδή στην πλήρη αποκατάσταση της διαταραγμένης ισορροπίας της παροχής. Συνεπώς, αν δεν επιτευχθεί πλήρης αποκατάσταση, ο αγοραστής μπορεί να ασκήσει άλλο βοήθημα κ.ο.κ. μέχρι την πλήρη ικανοποίησή του.  Τα δικαιώματα διόρθωσης/ αντικατάστασης συνιστούν αξιώσεις συμπληρωματικές της πρωτογενούς αξίωσης εκπλήρωσης, καθώς αποσκοπούν στην αυτούσια πραγμάτωση της βασικής αξίωσης είτε με τη βελτίωση του πράγματος, που έχει παραδοθεί, είτε με την αντικατάστασή του με άλλο που ανταποκρίνεται στη σύμβαση. Η μείωση του τιμήματος, με την οποία ουσιαστικά επανακαθορίζεται το αρχικά συμφωνηθέν τίμημα και προσαρμόζεται στην αξία του ελαττωματικού πράγματος, αλλά και η υπαναχώρηση, με την άσκηση της οποίας καταλύεται εξ ολοκλήρου η αρχική σύμβαση της πώλησης, συνιστούν διαπλαστικά δικαιώματα, αφού με την άσκησή τους διαπλάσσεται νέα έννομη κατάσταση. Έτσι, κατά την κρατούσα στη νομολογία άποψη, τα εκ του άρθρου 540 ΑΚ χορηγούμενα στον αγοραστή δικαιώματα και αξιώσεις δεν μπορούν να ασκηθούν σωρευτικά, αλλά ο αγοραστής έχει το εκλεκτικό δικαίωμα να επιλέξει μια από αυτές και να την ασκήσει, γιατί κατά τη διάταξη του άρθρου 306 ΑΚ η οποία εφαρμόζεται αναλογικά επί διαζευκτικής συρροής αξιώσεων, η επιλογή, που θα γίνει μια φορά είναι αμετάκλητη (ΑΠ 202/2007). Ειδικά όμως καθόσον αφορά στην αξίωση διόρθωσης, που συνιστά επί της ουσίας αξίωση μετεκπλήρωσης της σύμβασης, ο αγοραστής εξακολουθεί να έχει δικαίωμα υπαναχώρησης ή μείωσης του τιμήματος, στην περίπτωση εκείνη, κατά την οποία  η διόρθωση έλαβε μεν χώρα, το ελάττωμα όμως παρέμεινε. Η ερμηνευτική αυτή εκδοχή ενισχύεται τόσο από τη διάταξη του άρθρου 541 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία “ο αγοραστής μπορεί, αν διαπιστωθεί αργότερα και άλλο ελάττωμα, να ασκήσει εκ νέου ένα από τα δικαιώματα” του όρθρου 540 AΚ, όσο και από την τελολογία των οικείων διατάξεων, δεδομένου ότι η αξίωση διόρθωσης ως αξίωση μετεκπλήρωσης της σύμβασης παρέχει μία επιπλέον δυνατότητα στον πωλητή, πριν την άσκηση των λοιπών δραστικότερων δικαιωμάτων από μέρους του αγοραστή, να εκπληρώσει προηγουμένως τη σύμβαση, διορθώνοντας το ελάττωμα. Όταν όμως η διόρθωση αυτή αποβαίνει ατελέσφορη ή αποδεικνύεται αδύνατη ή αναποτελεσματική, τότε η στέρηση του αγοραστή από τη δυνατότητα άσκησης των λοιπών δικαιωμάτων του, θα κατέληγε σε μία αντίθετη προς το σκοπό του νόμου, αδυναμία ικανοποίησής του. Άλλωστε, στην περίπτωση, που ο αγοραστής επιλέξει το δικαίωμα της αντικατάστασης, η άσκηση του οποίου γίνεται με άτυπη δήλωσή του απευθυντέα στον πωλητή και ο τελευταίος δεν προβεί στην αντικατάσταση εντός ευλόγου χρόνου κατ’ άρθρο 540 παρ. 2 ΑΚ, ευθυνόμενος πλέον για μη εκπλήρωση της σύμβασης, τότε ο αγοραστής δικαιούται σε άσκηση μιας από τις άλλες  αξιώσεις των άρθρων 540, 543, εφόσον η άσκηση της πρώτης αξίωσής του (αντικατάσταση πράγματος) δεν οδηγεί στην αποκατάσταση της ισοδυναμίας των εκατέρωθεν παροχών (ΑΠ 575/2013).Εξάλλου, κατά το άρθρο 543 του ΑΚ : “Αν κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή ελλείπει η συνομολογημένη ιδιότητα του πράγματος, ο αγοραστής δικαιούται, αντί για τα δικαιώματα του άρθρου 540, να απαιτήσει αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης ή σωρευτικά με τα δικαιώματα αυτά να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση παροχής, ελαττωματικού πράγματος, η οποία οφείλεται σε πταίσμα του πωλητή”. Από τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου συνάγεται ότι εφόσον η προβλεπόμενη αυτές αποζημίωση οφείλεται στο πλαίσιο της συμβατικής ευθύνης του πωλητή λόγω της ελαττωματικότητας του πράγματος (παράβαση κύριας συμβατικής υποχρέωσης), συνιστά περίπτωση θετικού διαφέροντος “για μια εκπλήρωση της σύμβασης” (543 εδ. α’), που αποσκοπεί, καλύπτοντας τόσο τις θετικές ζημίες όσο και το διαφυγόν κέρδος του αγοραστή, να τον φέρει (οικονομικά) στη θέση, που θα βρισκόταν αν το πράγμα ανταποκρινόταν στη σύμβαση, δεν είχε δηλαδή το πραγματικό ελάττωμα ή αν έφερε τη συνομολογημένη ιδιότητα. Ειδικότερα, στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία ο αγοραστής επιλέξει να κρατήσει το πράγμα, δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση: (α) τόσο για τη θετική ζημία, που επήλθε από την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας ή την ύπαρξη του πραγματικού ελαττώματος και που συνίσταται στη διαφορά μεταξύ την ύπαρξη του πραγματικού ελαττώματος και που συνίσταται στη διαφορά μεταξύ της αξίας, που θα είχε το πωληθέν χωρίς την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας ή χωρίς το πραγματικό ελάττωμα και εκείνης, που έχει ήδη το ελαττωματικό ή σε όσα δαπάνησε για την αποκατάσταση της έλλειψης και όχι στην πλήρη από την μη εκτέλεση της σύμβασης καθ’ ολοκληρίαν οφειλόμενη αποζημίωση, όσο και για το διαφυγόν κέρδος εξαιτίας της έλλειψης της συνομολογημένης ιδιότητας ή της ύπαρξης του πραγματικού ελαττώματος, (β) για τη λεγόμενη “περαιτέρω ζημία”, δηλαδή τη ζημία σε άλλα πέρα από το αντικείμενο της πώλησης ή σε αγαθά, που απορρέουν από την προσωπικότητα (π.χ.: στην υγεία του, στην κυριότητά του σε άλλα αντικείμενα κ.τ.λ.), η οποία, χωρίς να συνδέεται άμεσα με την “εκπλήρωση” της παροχής του πωλητή, οφείλεται εντούτοις έμμεσα και αυτή αιτιωδώς στην ελαττωματικότητα του πράγματος. Πρόκειται δηλαδή για τις ζημίες, που οφείλονται μεν αιτιωδώς στην ελαττωματικότητα του πράγματος, αλλά δεν εμπίπτουν σε εκείνες, που κατά λαμβάνονται από το στοιχείο α’ ανωτέρω της παρούσας. Περαιτέρω, με το άρθρο 1 παρ. 1 και 2 του Ν.2251/1994 εξαγγέλλεται η μέριμνα της Πολιτείας για τη διαφύλαξη της υγείας, της ασφάλειας και των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών, καθώς και για την οργάνωση και λειτουργία του καταναλωτικού κινήματος. Η ευθύνη του παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων ρυθμίζεται από τη διάταξη του άρθρου 6 του άνω νόμου, που έχει ενσωματώσει την υπ’ αριθμόν 85/374/25.07.1985 Οδηγία της ΕΟΚ για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών-μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων. Η ρύθμιση αποτελεί στην ουσία ειδική ρύθμιση της αδικοπρακτικής ευθύνης του παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων. Στο πλαίσιο της ειδικής αυτής ρύθμισης του άρθρου 6 του Ν. 2251/ 1994, όπως αυτός ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το Ν.3587/2007, ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία, που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του (παρ. 1). Κατά την παρ. 5 του ίδιου άρθρου ελαττωματικό είναι το προϊόν, αν δεν παρέχει την εύλογη αναμενόμενη ασφάλεια, ενόψει όλων των ειδικών συνθηκών και ιδίως της εξωτερικής εμφάνισής του, της εύλογα αναμενόμενης χρησιμοποίησής του και του χρόνου κατά τον οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία. Κατά την παρ. 8 ο παραγωγός απαλλάσσεται αν αποδείξει τη συνδρομή ορισμένων αρνητικών προϋποθέσεων. Ο ενάγων δηλαδή καταναλωτής έχει την υποχρέωση να επικαλεσθεί με την αγωγή αποζημιώσεως και να αποδείξει το ελάττωμα και την ταυτότητα του προϊόντος, δηλαδή τη σύνδεση του με τον εναγόμενο παραγωγό ή τα λοιπά εξομοιούμενα με αυτόν πρόσωπα (παρ. 2-4), τη ζημία του και τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ του ελαττώματος και της ζημίας, στην οποία περιλαμβάνεται και η ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης (παρ. 6), ενώ κατά την παρ. 8 για τον αποκλεισμό της ευθύνης του παραγωγού και των λοιπών εξομοιούμενων προσώπων, πρέπει αυτοί να επικαλεστούν και να αποδείξουν την συνδρομή λόγου απαλλαγής τους και μάλιστα ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή την έλλειψη υπαιτιότητάς τους, αφού η ευθύνη τους έχει διαμορφωθεί ως γνήσια αντικειμενική. Η ικανοποίηση όμως της ηθικής βλάβης δεν καλυπτόταν από τις διατάξεις του ν. 2251/1994, όπως αυτός ίσχυε, αλλά από τις κοινές διατάξεις των άρθρων 914 και 932 του Α.Κ. Όμως, μετά την τροποποίηση του Ν. 2251/ 1994, το άρθρο 6 παρ. 7 ορίζει κατά τρόπο ρητό ότι σε περίπτωση παράβασης του άρθρου 6 οφείλεται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Η ειδική ρύθμιση της ευθύνης του παραγωγού αποσκοπεί στη διαφύλαξη της σωματικής και περιουσιακής ακεραιότητας των καταναλωτών (διαφέρον ακεραιτότητας), από προσβολές εξαιτίας ελαττωματικών προϊόντων. Η ειδική ρύθμιση της ευθύνης του παραγωγού αποσκοπεί στη διαφύλαξη της σωματικής και περιουσιακής ακεραιότητας των καταναλωτών (διαφέρον ακεραιότητας) από προσβολές εξ αιτίας ελαττωματικών προϊόντων (βλ. και Πουλιάδη, Ευθύνη του Παραγωγού και κατανομή του βάρους απόδειξης σε ΝοΒ 35, σελ. 474-475). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις για την ευθύνη του παραγωγού (άρθ. 6 παρ. 6-7 του ν. 2251/1994), τα είδη ζημίας, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων αυτών είναι: η ζημία λόγω θανάτου ή λόγω σωματικής βλάβης, σύμφωνα με τα άρθρα 928-930 του ΑΚ, καθώς και η ζημία λόγω βλάβης ή καταστροφής εξαιτίας του ελαττωματικού προϊόντος κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν. Έτσι, προστατευόμενα αγαθά είναι η ζωή, η υγεία, η σωματική ακεραιότητα, τα πράγματα (πλην του ελαττωματικού), με τα οποία ο καταναλωτής συνδέεται με έννομη σχέση, καθώς και η περιουσία, εφόσον θίγεται εξαιτίας της βλάβης ή καταστροφής που επέφερε το ελαττωματικό προϊόν σε ένα από τα πιο πάνω έννομα αγαθά. Στο μέτρο, λοιπόν, που από την προσβολή του συγκεκριμένου προστατευόμενου αγαθού, δηλαδή της ζωής, υγείας κ.λ.π. ή πράγματος (πλην του ελαττωματικού), προκληθεί ζημία στην περιουσία του καταναλωτή, η αποκατάσταση της εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο της ευθύνης του παραγωγού. Η άμεση συνεπώς περιουσιακή ζημία, που υφίσταται ο καταναλωτής εξαιτίας της ελαττωματικότητας του πράγματος δεν αποκαθίσταται, εφόσον δεν απορρέει από την προσβολή των προστατευόμενων αγαθών. Προκειμένου περί ζημιών στο πρόσωπο, το πεδίο προστασίας των διατάξεων για την ευθύνη του παραγωγού είναι ευρύτερο απ’ ότι σε περίπτωση ζημιών σε πράγματα. Παρά τη γραμματική αναφορά μόνο στις ζημίες λόγω βλάβης του σώματος, οι διατάξεις περί ευθύνης του παραγωγού καλύπτουν επίσης τις ζημίες εξαιτίας βλάβης της υγείας του ίδιου του χρήστη ή καταναλωτή του ελαττωματικού προϊόντος. Κατά τα λοιπά, ο καθορισμός του ύψους της αποζημιώσεως, όπως και των προϋποθέσεων καταλογισμού της, εξαρτώνται από τη συνδρομή των διατάξεων του αδικοπρακτικού δικαίου του Αστικού Κώδικα, Τέλος, η εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικα για τις αδικοπραξίες εξακολουθεί να ισχύει και μετά την εισαγωγή του νομοθετικού πλαισίου για την προστασία του καταναλωτή, αφού η ευθύνη του παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων βάσει του άρθρου 6 του ν. 2251/1994, σύμφωνα με την ορθότερη άποψη χαρακτηρίζεται ως ειδική περίπτωση αδικοπρακτικής ευθύνης. Την αδικοπρακτική αυτή ευθύνη εξακολουθεί να θεμελιώνει η νομολογία στην αθέτηση της υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στον τομέα της παραγωγής των προϊόντων. Συντρέχει μάλιστα, συρροή νόμιμων βάσεων της αξίωσης, το επιτρεπτό της οποίας προκύπτει από το άρθρο 14 παρ; 5 του Ν. 2251/1994. Από τη διάταξη αυτή, ερμηνευόμενη υπό το φως των διατάξεων και του στόχου της προαναφερθείσας Οδηγίας 85/374 (άρθ. 13 αυτής), συνάγεται ότι ο νόμος για την ευθύνη του. παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων δεν αποκλείει τα δικαιώματα που μπορεί να έχει ο καταναλωτής με βάση τις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης του κοινού δικαίου (βλ. και Εφ αρ 491/2002 ο.π.) και αφήνει να επιβιώνουν όλες οι κοινές διατάξεις, με την έννοια της συρροής νόμιμων βάσεων, ακόμη και αν παρέχουν στον καταναλωτή μικρότερη προστασία από εκείνη του άρθρου 6 του ν. 2251/1994. Κατά τη νομολογία, οι κοινές διατάξεις για την αδικοπραξία εφαρμόζονται μόνον αν παρέχουν μεγαλύτερη προστασία στον καταναλωτή ή πρόκειται για θέματα, που δεν καλύπτονται από την ειδική ρύθμιση (ΑΠ 891/2013 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕΑ 47/2006 ΕλΔ 2006.910I. Καράκωστας, ευθύνη παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα, σελ. 103-104).

Στη συγκεκριμένη περίπτωση από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται από οποιοδήποτε διάδικο, όπως αυτά κατονομάζονται και διαριθμούνται στις προτάσεις τους νόμιμα, (Ολ. ΑΠ 23/ 2008, ΑΠ 87/ 2013, ΑΠ 179/2013, ΑΠ 168/2014), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων από αυτά να τους προσδίδει αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα υπόλοιπα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 561/2008, ΑΠ 655/ 2005, δημοσιευμένες αμφότερες στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών <<ΝΟΜΟΣ>>) είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εφόσον επιτρέπεται η εμμάρτυρη απόδειξη στην παρούσα δίκη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 395 Κ. Πολ.Δ, (ΑΠ 154/1992, ΕλλΔνη 33-814, ΑΠ 796/1983, ΕλλΔνη 1983. 1398, ΕφΑθ 9440/1986, ΕλλΔνη 1986,869), από τις υπ’ αριθ. …/8.12.2020, …./8.12.2020, …/8.12. 2020 ένορκες βεβαιώσεις που λήφθηκαν με επιμέλεια της ενάγουσας ενώπιον του Συμβολαιογράφου Ηρακλείου ………. και από τις υπ’ αριθ. ………../7.12.2020 και ………/7.12.2020 ένορκες βεβαιώσεις, που λήφθηκαν επίσης με επιμέλεια της ενάγουσας Εταιρείας ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……….., κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόμενων Εταιρειών, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμόν ……/ 4.9·2020 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς …… αναφορικά με την πρώτη (1η) εναγόμενη-εκκαλούσα Εταιρεία και από την υπ’ αριθμόν ……../4·9·2020 έκθεση επίδοσης της ίδιας ως άνω Δικαστικής Επιμελήτριας και την από 21. 09.2020 σχετική βεβαίωση (του άρθρου 10) του Κανονισμού 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις επιδόσεις δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις ως προς τη δεύτερη (2η) εναγόμενη-εκκαλούσα Εταιρεία, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η ενάγουσα, από τις υπ’ αριθ. Πρωτ. ……….. και ………….. ένορκες βεβαιώσεις κατ’ άρθρο 74 παρ. 6 Ν. 4690/2020 που προσκομίζει με επίκληση η πρώτη (1η) εναγόμενη-εκκαλούσα Εταιρεία, οι οποίες λήφθηκαν κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της ενάγουσας-εφεσίβλητης Εταιρείας, όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθμόν …/4-1·2021 και …../20.112021 αντίστοιχα εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Ανατολικής Κρήτης με έδρα το Πρωτοδικείο Ηρακλείου . ….,  από την υπ’ αριθμόν έκθεσης κατάθεσης …………/14-12-2022 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ……….., ο οποίος διορίστηκε πραγματογνώμονας με την υπ’ αριθμόν 1916/2022 (μη οριστική) απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «……………» δραστηριοποιείτο στον τομέα της ναύλωσης και της πώλησης σκαφών αναψυχής. Στα πλαίσια της δραστηριότητάς της αυτής και ως επίσημη αντιπρόσωπος της δεύτερης (2ης) εναγόμενης εταιρείας “………….”, συνήψε στον Άλιμο Αττικής το από 05.02.2019 ιδιωτικό συμφωνητικό (προσύμφωνο πωλήσεως) με την ενάγουσα Ναυτιλιακή Εταιρεία Πλοίων Αναψυχής Ν. 3182/2003 με την επωνυμία «………..», δραστηριοποιούμενη στον τομέα της παροχής υπηρεσιών ενοικίασης τουριστικών πολυτελών σκαφών για θαλάσσιες εκδρομές. Με βάση το ιδιωτικό αυτό συμφωνητικό η πρώτη (1η) εναγόμενη Εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να πωλήσει, παραδώσει και μεταβιβάσει στην ενάγουσα Εταιρεία ένα (1) ιστιοπλοϊκό σκάφος, κατασκευασμένο από το ναυπηγείο της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας τύπου ΒΑVARIA 51 Cruiser, έτους ναυπήγησης 2019, με 5 καμπίνες και 3 τουαλέτες, μηχανή Volvo Ρenta 02-75 και τον ειδικότερα περιγραφόμενο σe αυτό (προσύμφωνο) παραγγελθέντα εξοπλισμό. Το τίμημα του σκάφους, εξαιρούμενο του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) λόγω επαγγελματικής χρήσης του σκάφους, δικαιοπρακτικά ορίστηκε να ανέλθει στο χρηματικό ποσό των διακοσίων τριάντα επτά χιλιάδων (237·οοο,00) Ευρώ (Ε), πλέον χρηματικού ποσού τεσσάρων χιλιάδων τετρακοσίων (4.400,00) Ευρώ (Ε) για τη νηολόγηση και τον εκτελωνισμό του σκάφους, πλέον δεκατεσσάρων χιλιάδων εννιακοσίων (14.900,00) Ευρώ (Ε) για τη μεταφορά του σκάφους από το ναυπηγείο στο Giebelstadt της Γερμανίας μέχρι το ναυπηγείο …….. στους Αγίους Θεοδώρους Κορινθίας με νταλίκα και από το ναυπηγείο Αλμύρα στη Μαρίνα Αλίμου, όπου θα παραδιδόταν, διά θαλάσσης, πλέον χρηματικού ποσού πέντε χιλιάδων διακοσίων (5.200,00) Ευρώ (Ε) για την τοποθέτηση bow thruster τύπου Craftsman (Ολλανδίας), πλέον του χρηματικού ποσού των δεκαπέντε χιλιάδων διακοσίων (15.200,00) Ευρώ (Ε) για τον εξοπλισμό του μεταξύ άλλων με βαρκάκι ΚΑΠΠΑ, εξωλέμβιο Ηοnda κ.ά., καθώς και πλέον χρηματικού ποσού πέντε χιλιάδων (5.000,00) Ευρώ (Ε) για την προετοιμασία του σκάφους, ήτοι το αλμπούρωμα, μουράβιασμα, τοποθέτηση των οργάνων και του εξοπλισμού, που θα λάμβανε χώρα στο ναυπηγείο Αλμύρα στους Αγίους Θεοδώρους Κορινθίας. Το τίμημα της πώλησης (237.000 Ευρώ) συμφωνήθηκε να καταβληθεί, με τον ακόλουθο τρόπο: (α) 37.000,00 Ευρώ (Ε) κατά την υπογραφή τού εν λόγω από 05.02.2019 προσυμφώνου, (β) 200.000,00 ευρώ σε οποιαδήποτε ημερομηνία επιθυμούσε η ενάγουσα – αγοράστρια Εταιρεία, σε κάθε περίπτωση όμως τρεις (3) τουλάχιστον ημέρες πριν την παράδοση στην έδρα του ναυπηγείου και τη φόρτωσή του στην νταλίκα, όπως συνομολογείται από τους διαδίκους. Ως προς τα επιπλέον χρηματικά ποσά των δεκατεσσάρων χιλιάδων εννιακοσίων (14.900,00) Ευρώ (Ε) ορίστηκε ανάμεσα στα συμβαλλόμενα μέρη να καταβληθούν με τη φόρτωση του σκάφους στο ναυπηγείο, είκοσι πέντε χιλιάδων τετρακοσίων (25.400,00) Ευρώ (Ε) με την τοποθέτηση των οργάνων και του bow thruster, την αγορά του εξοπλισμού και την προετοιμασία του σκάφους και των τεσσάρων χιλιάδων τετρακοσίων (4.400,00) Ευρώ (Ε) με τη νηολόγησή του. Ακολούθως, υπεγράφη το από 13.05.2019 ιδιωτικό συμφωνητικό αγοραπωλησίας σκάφους, με το οποίο η πρώτη (1η) εναγόμενη Εταιρεία πώλησε στην ενάγουσα Εταιρεία το παραπάνω καινούργιο και αμεταχείριστο σκάφος, με πανιά και μηχανή, μήκους κύτους 14,99 μ·, πλάτους 4,6ι μ., βυθίσματος 2,09 μ., υπ’ αριθ. πλαισίου ……… αντί τιμήματος 281.700 ευρώ, το οποίο στο σύνολό του εξοφλήθηκε με τη μεταφορά πίστωσης/ εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό, που διατηρεί η πωλήτρια στην “…………..”, και το σκάφος παραδόθηκε αυθημερόν στη Μαρίνα Αλίμου, με τη .σημείωση στο συμφωνητικό ότι ενδεχόμενες απαιτήσεις της αγοράστριας λόγω πραγματικών ελαττωμάτων θα έπρεπε να εγερθούν μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα και πάντως όχι μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών. Προς τούτο η πρώτη (1η) εναγόμενη Εταιρεία εξέδωσε το υπ’ αριθμόν …../20.05.2019 τιμολόγιο πώλησης, το οποίο υποβλήθηκε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα 2014-2020 «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία» – Δράση: Ενίσχυση της Ίδρυσης και Λειτουργίας Νέων Τουριστικών Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων, καθώς η ενάγουσα Εταιρεία επιδοτήθηκε με το χρηματικό ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150. 000,00) Ευρώ (Ε) σε σύνολο επένδυσης τριακοσίων χιλιάδων (300.000,00) Ευρώ (Ε). Σύμφωνα με το από 30.05.2019 πιστοποιητικό εθνικότητας, το επίδικο τουριστικό – επαγγελματικό σκάφος με ΔΔΣ …….. (κοχ 34,ο6 και κκχ 30,99) έλαβε το όνομα «DV (ΝΒ)» και νηολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιώς με αριθμό 12325, ενώ την 25.06.2019 καταχωρίστηκε στην ηλεκτρονική εφαρμογή – μητρώο του άρθρου 2 του Ν. 4256/2014 με μοναδικό αριθμό Μητρώου ….. Την 14.06.2019, εκδόθηκε από το Διεθνές Γραφείο Επιθεωρήσεων Πλοίων- Νηογνώμονας το με αριθμό …….. Πρωτόκολλο Γενικής Επιθεώρησης Μικρού Επιβατηγού Πλοίου, κατόπιν επιθεώρησής του την 30.05.2019 στη Μαρίνα Αλίμου. Μετά τη μεταφορά του στο Ηράκλειο Κρήτης και μέσα σε λίγες ημέρες λειτουργίας, την 18.6.2019 διαπιστώθηκε ότι στο εσωτερικό της κεντρικής σεντίνας του σκάφους υπήρχε μικρή ποσότητα ύδατος, το οποίο, κατόπιν εξέτασης δείγματος από το Γενικό Χημείο του Κράτους, διαπιστώθηκε ότι ήταν θαλασσινό. Ο εκπρόσωπος της πρώτης (1ης) εναγόμενης εταιρείας ……….. μετέβη στο Ηράκλειο την 23.ο7.2019 και έλεγξε προσωπικά το πρόβλημα της εισροής υδάτων στο σκάφος, ανέλαβε δε την πλήρη αποκατάσταση του εν λόγω πραγματικού ελαττώματος, μετά από συνεννόηση με τη δεύτερη (2η) εναγόμενη κατασκευάστρια Εταιρεία, στην οποία και ανήγγειλε το ελάττωμα, την 02.08.2019· Επειδή δε η εισροή των υδάτων αυξήθηκε στο μεταξύ, τον Σεπτέμβριο 2019 η ενάγουσα Εταιρεία περιόρισε την εκτέλεση ναύλων με το συγκεκριμένο σκάφος, κατόπιν σχετικής σύστασης της πρώτης (1ης) εναγόμενης Εταιρείας για διακοπή τους. Την 14.10.2019 το ναυπηγείο της δεύτερης (2ης) εναγόμενης εταιρείας απάντησε ότι το σκάφος έπρεπε να ανελκυσθεί παρουσία του τεχνικού συνεργείου της, ο δε νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης (1ης) εναγόμενης εταιρείας υπέδειξε η ανέλκυση του σκάφους να λάβει χώρα στη Μαρίνα Αλίμου, η δε ενάγουσα Εταιρεία, με το από 12.11.2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e= mail), ζήτησε να παρίστανται επίσης ο νόμιμος εκπρόσωπος και τεχνικός της σύμβουλος κατά την ανέλκυση. Εν τέλει, η ημερομηνία επιθεώρησης του σκάφους από τους τεχνικούς της δεύτερης (2η) εναγόμενης, μετά την ανέλκυσή του, που θα λάμβανε χώρα την 13.12.2019, προκειμένου να προλάβει να στεγνώσει σε ένα βαθμό, ορίστηκε για την 16.12.2019, ώστε οι εργασίες να ξεκινήσουν από την 17.12.2019, και ενημερώθηκε σχετικά η ενάγουσα Εταιρεία, η οποία και παρευρέθηκε με τα ορισθέντα προς τούτο πρόσωπα κατά την ορισθείσα ανέλκυση. Ενώ όμως την 17.12.2019 μετέβησαν στη Μαρίνα Αλίμου ο εκπρόσωπος της ενάγουσας πλοιοκτήτριας Εταιρείας και ο Ναυπηγός Μηχανικός …………., με την ιδιότητά του ως τεχνικός του σύμβουλος, όταν συνάντησαν εκεί τον εκπρόσωπο της πρώτης (1ης) εναγόμενης, που συνοδευόταν από δύο τεχνίτες του ναυπηγείου της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας, ο τελευταίος (……….) τους ενημέρωσε ότι οι τεχνίτες του ναυπηγείου είχαν ήδη προβεί σε επισκευή του ελαττώματος την προηγούμενη ημέρα (16.12.2019), χωρίς την παρουσία εκπροσώπου της πλοιοκτήτριας Εταιρείας. Ειδικότερα, σύμφωνα με την αναφορά εργασιών συντήρησης (Service Report) των τεχνικών της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας, η εισροή θαλάσσιου ύδατος, που προκλήθηκε από φυσαλίδες εγκλωβισμένου αέρα στην κόλλα, ο οποίος, όταν θερμάνθηκε, διεστάλη, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ρωγμών στην κόλλα, ενώ το πρόβλημα επιδεινώθηκε λόγω της χρήσης του σκάφους για κάποιο διάστημα μετά την εμφάνιση της διαρροής, αντιμετωπίστηκε με την αναγνωρισμένη μέθοδο και κατά τη δοκιμή πλεύσης την 17-12-2019 διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε πλέον εισροή. Συγκεκριμένα, αποσυναρμολογήθηκαν τα σπειρώματα της καρίνας, προκειμένου να είναι δυνατή η μετακίνηση της ανοξείδωτης πλάκας, πραγματοποιήθηκε διάνοιξη στην οπή γύρω από τον πείρο της καρίνας/διεύρυνση της υφιστάμενης οπής του πείρου κατά περίπου 3 mm περιμετρικά, πραγματοποιήθηκε διάνοιξη τριών οπών 6 mm γύρω από την οπή του πείρου, για να επιτραπεί στην κόλλα Ρlexus να φτάσει σε όλες τις περιοχές, καθαρίστηκε η κατασκευή στο εσωτερικό του σκάφους, η ανοξείδωτη πλάκα και ο πείρος της καρίνας, τοποθετήθηκε κόλλα Ρlexus μέσω των μικρότερων οπών από το κάτω μέρος, για να γεμίσει η οπή του μπουλονιού και το κενό μεταξύ της γάστρας και της καρίνας, ώστε να αποφευχθούν τυχόν φυσαλίδες εγκλωβισμένου αέρα στο Ρlexus, προστέθηκε Ρlexus για την πλήρη κάλυψη της ανοξείδωτης πλάκας, τοποθετήθηκε η ανοξείδωτη πλάκα πίσω με τα μπουλόνια και σφίχτηκαν τα σπειρώματα της καρίνας, λειάνθηκε το σημείο της ένωσης μεταξύ καρίνας και γάστρας με αμμοβολή για την αφαίρεση της αντιρρυπαντικής υφαλοπροστασίας (μιουράβια), προκειμένου να πραγματοποιηθεί έλεγχος για ρωγμές στην περιοχή της ένωσης, αφαιρέθηκε η παλιά κόλλα Ρlexus στην περιοχή, όπου εντοπίστηκαν ρωγμές, καθαρίστηκε και απολιπάνθηκε η περιοχή, από την οποία αφαιρέθηκε η κόλλα Ρlexus, προετοιμάστηκαν οι περιοχές, που επρόκειτο να στεγανοποιηθούν με το απαιτούμενο αστάρι (Primer) και τέλος γεμίστηκε η περιοχή ανάμεσα στη γάστρα και την καρίνα ξανά. με κόλλα και πραγματοποιήθηκε η ένωση. Κατόπιν αυτών, ο ως άνω τεχνικός σύμβουλος της ενάγουσας πραγματοποίησε την 17-12-2019 εσωτερική επιθεώρηση στο σκάφος και σύμφωνα με τις προφορικές πληροφορίες και το φωτογραφικό υλικό, που τέθηκε υπόψη του από τους τεχνίτες του ναυπηγείου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ενέργειες των τεχνικών σταμάτησαν μεν την εισροή του θαλασσινού νερού στο σκάφος, πλην όμως ήταν αντικανονικές και ακατάλληλες για την αντιμετώπιση της εισροής, διότι η διεύρυνση της οπής του κοχλία (τζαβέτα), που στηρίζει την καρίνα στη γάστρα του σκάφους, πέραν των 1-2 χιλιοστό μετρων της αρχικής – κατασκευαστικής διαμέτρου του, δεν θεωρείται ενδεδειγμένη, όπως δεν θεωρούνται ενδεδειγμένες και οι τρεις οπές, που ανοίχθηκαν περιμετρικά και πολύ κοντά στη διευρυμένη οπή του παραπάνω κοχλία, ενώ η εξωτερική εφαρμογή ειδικής κόλλας, οι προδιαγραφές της οποίας δεν ήταν ακόμη γνωστές, σίγουρα όμως, δεν επρόκειτο για υαλοπίλημμα και ρήτίνη (πολυεστέρας), που αποτελούσαν τα ενδεδειγμένα υλικά κατασκευής της γάστρας του σκάφους, τοπικά στη σύνδεση μεταξύ της καρίνας και της γάστρας για την πλήρωση του κενού, είναι αμφίβολης μακροχρόνιας σταθερότητας. Επίσης, αυτός επεσήμανε ότι είχε εγκλωβιστεί άγνωστου ποσοστού ανεπιθύμητη σχετική υγρασία εσωτερικά της πολυεστερικής δομής του πυθμένα, η οποία σίγουρα είχε διαπεράσει μέσω της οπής του κοχλία (τζαβέτα) λόγω της εισροής του θαλασσινού νερού και συνεπώς λόγω και των προαναφερθεισών αντικανονικών επεμβάσεων, η τοπική αντοχή της γάστρας είχε επηρεαστεί αρνητικά, με πιθανό το ενδεχόμενο μελλοντικής μηχανικής αστοχίας, κατάσταση η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε τοπικές ρηγματώσεις εξαιτίας των έντονων δυναμικών καταπονήσεων, που υφίσταται ο πυθμένας του σκάφους από την καρίνα κατά την πλεύση του σκάφους και δη στο πρωραίο τμήμα σύνδεσης της καρίνας στη γάστρα, ιδίως κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες (θαλασσοταραχές). Επικαλούμενη λοιπόν ότι οι ενέργειες διόρθωσης του επίδικου ελαττώματος ήταν αντικανονικές και ότι είχε κλονιστεί η εμπιστοσύνη της στην ασφάλεια του σκάφους, το οποίο ήταν νεοναυπηγηθέν και επιθυμούσε την επί μακρό χρόνο ναύλωσή του, η ενάγουσα Εταιρεία απέστειλε στην πρώτη 91η) εναγόμενη Εταιρεία την από 27-12-2019 εξώδικη διαμαρτυρία – δήλωσή της, με την οποία ζητούσε την άμεση αντικατάσταση του σκάφους με άλλο όμοιο, καθώς και αποζημίωση για τα διαφυγόντα κέρδη της και τις δαπάνες, στις οποίες είχε προβεί. Η πρώτη (1ης) εναγόμενη Εταιρεία απάντησε με την από 15-1-2020 εξώδικη δήλωσή της ότι το ελάττωμα ήταν μικρής έκτασης, επιδεινώθηκε όμως, διότι η ενάγουσα Εταιρεία εκτέλεσε ικανό αριθμό ναυλώσεων μέχρι τα τέλη του μήνα Οκτωβρίου 2019, σχεδόν καθημερινά, παρά τη σύσταση της πωλήτριας Εταιρείας να διακόψει τις ναυλώσεις του μέχρι την αποκατάσταση του προβλήματος. Περαιτέρω, στην εξώδικη απάντηση της ανέφερε ότι η μικρής έκτασης διόρθωση, που έλαβε χώρα στο εσωτερικό του σκάφους, χωρίς εξωτερική επέμβαση στη γάστρα της θαλαμηγού, από τους τεχνικούς του ναυπηγείου της κατασκευάστριας δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας στο πλαίσιο της εγγύησης και σύμφωνα με τους κανόνες της ναυπηγικής τέχνης και των κατασκευαστικών προτύπων του νηογνώμονα Germanischer Loyd’s, έλαβε χώρα κατόπιν συνεννόησης και με τη συγκατάθεση της ενάγουσας Εταιρείας, η οποία, εκπροσωπούμενη, επιθεώρησε το σκάφος την 17-12-2019 και βεβαιώθηκε ότι το πρόβλημα στεγανότητας είχε αποκατασταθεί πλήρως, σε κάθε δε περίπτωση δεν υπέστη οποιαδήποτε ζημία, αφού δεν απώλεσε ναύλους ούτε υποβλήθηκε σε οποιοδήποτε έξοδο. Κατόπιν αυτών, της ζήτησε να παραλάβει τη θαλαμηγό από τη Μαρίνα Αλίμου, όπου ακόμα ελλιμενιζόταν, γνωστοποιώντας της ότι δεν αναλάμβανε κανένα έξοδο σχετικά μετά την πάροδο της 18-12-2019. Ακολούθως, η ενάγουσα Εταιρεία ζήτησε και έλαβε γνωμοδότηση από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο – Σχολή Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών, σχετικά με τον τρόπο επισκευής του σκάφους «DV», με επιστημονικό υπεύθυνο τον Καθηγητή του Τομέα Θαλάσσιων Κατασκευών της ως άνω Σχολής …………. Σύμφωνα με την από 21-3-2020 έκθεση γνωμοδότησης του τελευταίου, για την οποία λήφθηκαν υπόψη οι φωτογραφίες του εσωτερικού της κεντρικής σεντίνας του σκάφους, που λήφθηκαν τον Αύγουστο 2019, η τεχνική έκθεση των τεχνικών, που επισκεύασαν το σκάφος, την 16-12-2019, με τις σχετικές φωτογραφίες και σκαριφήματα, φωτογραφίες της εξωτερικής όψης της καρίνας του σκάφους, μετά την ανέλκυσή του το Φεβρουάριο 2020, το ιστορικό των γεγονότων, όπως αναφέρθηκαν από την πλοιοκτήτρια Εταιρεία, αλλά και η διεθνής βιβλιογραφία και καλή τεχνική πρακτική, εξάγονται τα ακόλουθα συμπεράσματα: 1. Η ελλιπής στεγανότητα στην εμπρόσθια περιοχή σύνδεσης της καρίνας με τη γάστρα του σκάφους αποτελεί κατασκευαστικό ελάττωμα, 2. Η ύπαρξη θύλακα αέρα στην κόλλα μεταξύ της καρίνας και της γάστρας αποτελεί κατασκευαστικό ελάττωμα, 3. Ύπαρξη ρωγμών στο εσωτερικό της σύνδεσης καρίνας/ γάστρας, οι οποίες αποτελούν κατασκευαστικό ελάττωμα και πιθανότατα συνεχίζουν να υπάρχουν στο εσωτερικό της σύνδεσης, αφού δεν πραγματοποιήθηκε καμία εργασία αποκατάστασής τους, 4. Η διεύρυνση της οπής επί της γάστρας του σκάφους του πρόσθιου κοχλία σύνδεσης καρίνας/γάστρας και η διάνοιξη των πρόσθετων τριών μικρότερων οπών περιφερειακά, σε συνδυασμό με το μη στέγνωμα της περιοχής πριν γίνει η επισκευή, μείωσαν τοπικά την αντοχή της γάστρας του σκάφους, αυξάνοντας τον κίνδυνο τοπικής αστοχίας στο μέλλον, 5. Η ύπαρξη μεγάλης αποκόλλησης μεταξύ του κολλητικού υλικού ΡΙexus και της καρίνας μετά την επισκευή θέτει υπό αμφισβήτηση την ποιότητα των επισκευαστικών εργασιών, που πραγματοποιήθηκαν και αμφίβολη τη μακροχρόνια αντοχή και ομαλή λειτουργία της επισκευής, 6. Η συγκεκριμένη διαδικασία επισκευής, που ακολουθήθηκε και η ποιότητα των εργασιών, που πραγματοποιήθηκαν, δεν εξασφαλίζουν τη μακροχρόνια αποτελεσματικότητα της επισκευής. Σε περίπτωση δε, που απαιτηθεί νέα επισκευή, αυτή δεν θα μπορέσει πιθανότατα να πραγματοποιηθεί χωρίς τη δημιουργία πρόσθετων προβλημάτων στη γάστρα του σκάφους, όπως τοπική ζημιά του πλαστικού υλικού της γάστρας, λόγω του πολύ ισχυρού συγκολλητικού μέσου που έχει χρησιμοποιηθεί, και 7. Η μη αποκατάσταση στην εξωτερική επιφάνεια του σκάφους και στην περιοχή, όπου έγιναν οι εργασίες επισκευής της σύνδεσης καρίνας/γάστρας του gel coat και της αντιοσμωτικής προστασίας είναι αντίθετη σε οποιαδήποτε καλή τεχνική πρακτική. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, σύμφωνα με την από 15-12-2020 υπ’ αριθμόν …….. τεχνική έκθεση – αξιολόγηση και εκτέλεση επισκευής της καρίνας ενός Βavaria Cruiser 51, που εξέδωσε η «………..», μέλος της Γερμανικής Ένωσης Κατασκευαστών Σκαφών και Πλοίων και της Ένωσης Εμπειρογνωμόνων Γερμανών Κατασκευαστών Σκαφών και Πλοίων, κατόπιν εντολής της δεύτερης (2ης) εναγόμενης εταιρείας, η επισκευή πραγματοποιήθηκε σωστά και επαγγελματικά και ήταν σύμφωνη με τη συνήθη πρακτική, εξ αυτής δε δεν μειώθηκε η αξία του σκάφους. Ειδικότερα, ο εκπονήσας την παραπάνω τεχνική έκθεση εμπειρογνώμονας θεωρεί ως πιθανή αιτία της εισροής των υδάτων μέσω του μπροστινού πείρου της καρίνας, αποκλείοντας την επαφή με το έδαφος και την πολύ μεγάλη δύναμη συμπίεσης του καταρτιού, είτε σφάλμα επεξεργασίας, δηλαδή σφάλμα κατά την τοποθέτηση της κόλλας στο ναυπηγείο, είτε ζημία κατά τη μεταφορά με φορτηγό ή λόγω του γερανού κατά την ανύψωση και στη συνέχεια τοποθέτηση κάτω του σκάφους. Στη συγκεκριμένη έκθεση δεν προκύπτει ότι ο συντάξας αυτήν διαθέτει κάποια πληροφορία σχετικά με την ποσότητα του θαλάσσιου ύδατος, που εισήλθε στο σκάφος, ούτε η περιεκτικότητα σε υγρασία του laminate (υλικού κατασκευής της γάστρας) γύρω από τον πείρο της καρίνας πριν την επισκευή, θεωρώντας επομένως ότι υπήρξε μικρή ποσότητα ύδατος, που συγκεντρώθηκε στάγδην στη σεντίνα, κρίνει την επισκευή, όπως προεκτάθηκε, σύμφωνη με τη συνήθη πρακτική και σωστή, διότι επιτεύχθηκε το επιθυμητό αποτέλεσμα, χωρίς να κρίνεται απαραίτητη η πλήρης αποσυναρμολόγηση της καρίνας. Αναφέρεται περαιτέρω ότι δεν υπήρξε αρνητική επίδραση της επισκευής στο σκάφος και κυρίως στη δομή του κύτους και του laminate, καθώς και όχι επειδή πριν την έναρξη της επισκευής το ιστιοπλοϊκό σκάφος βρισκόταν ήδη τρεις μέρες στην ξηρά στη Mαρίνα του Αλίμου, το νερό, το οποίο ενδεχομένως είχε εισέλθει μέσω της ρωγμής από τον πείρο της καρίνας στη σεντίνα, είχε αποβληθεί λόγω της βαρύτητας, η ενδεχόμενη δε υγρασία στο σημείο αυτό είχε στεγνώσει. Στο ερώτημα πόση υγρασία μπορεί να παραμείνει μεταξύ της επιφάνειας της καρίνας, που έχει στεγανοποιηθεί με εποξειδική ρητίνη και του gel coat του κύτους, αν η καρίνα, όπως συνηθίζεται σε σκάφη της Βavaria., είναι κολλημένη σε όλη της την επιφάνεια, δόθηκε επί λέξει η ακόλουθη απάντηση: «Ούτε tο gel coat ούτε η ατσάλινη καρίνα απορροφούν νερό σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα (από τον Ιούνιο μέχρι τον Δεκέμβριο, επομένως 6 μήνες), το οποίο να οδηγεί σε ζημία του Ιaminate ή σε διάβρωση της καρίνας ή του πείρου της καρίνας. Μόνον στην τρύπα, που έχει διανοιχθεί για τον πείρο της καρίνας, υπάρχει η δυνατότητα μέσω ενδεχόμενων αποκαλυφθεισών ινών του ενισχυμένου με ίνες υάλου Ιaminate λόγω του τριχοειδούς φαινομένου να μπορεί να περάσει υγρασία στο Ιaminate. Για να αντιμετωπιστεί αυτό σύμφωνα με το πρωτόκολλο επισκευής, το Ιaminate απομακρύνθηκε γύρω από τη διανοιχθείσα οπή για τον πείρο της καρίνας, ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν θα παραμείνει καθόλου υγρασία στο Ιaminate. Η μεγέθυνση της διαμέτρου της οπής επίσης δεν επηρεάζει καθόλου τη δομή και τη σταθερότητα της ένωσης καρίνας – κύτους, γιατί και οι 13 πείροι της καρίνας τοποθετούνται μόνον μέσω της οπής, επομένως μέσω του κύτους, και στη συνέχεια βιδώνονται με πλάκες και δίσκους, οι οποίοι τότε ευθύνονται για τη μετάδοση των δυνάμεων στο κύτος. Για να σφραγιστεί η άκρη της διανοιχθείσας οπής και το Ιaminate και να εξασφαλιστεί ότι δεν βρίσκεται καμία τρύπα στην ένωση της καρίνας με το κύτος γύρω από τον μπροστινό πείρο της καρίνας, από την οποία περνά αέρας, γύρω από τη διανοιχθείσα οπή για τον πείρο ανοίχθηκαν τρεις τρύπες μικρότερης διαμέτρου λοξά στην κατεύθυνση της κεντρικής γραμμής κατά μήκος του σκάφους, στις οποίες στη συνέχεια εγχύθηκε η υγρή κόλλα. Έτσι, πιέστηκε η κόλλα από κάτω προς τα πάνω μέσω της διανοιχθείσας οπής για τον πείρο της καρίνας. Έτσι ο αέρας μπορεί χωρίς πρόβλημα να δραπετεύσει προς τα πάνω και ο πείρος της καρίνας χώρα περιβάλλεται από κόλλα. Επομένως, είναι αδύνατη η πιθανή διάβρωση του πείρου της καρίνας από ενδεχόμενη παραμένουσα υγρασία, γιατί ούτε ο αέρας ούτε η υγρασία μπορούν να φτάσουν στον πείρο της καρίνας. Επίσης, η κόλλα δύο συστατικών Ρlexus αναπτύσσει μεγάλη θερμότητα κατά την επεξεργασία με μία εξωθερμιική χημική αντίδραση, από την οποία επιπροσθέτως θα στέγνωνε η παραμένουσα υγρασία. Την επιφύλαξη ότι μεταξύ της καρίνας και του κύτους μπορεί να προκύψει ωσμωτική αντίδραση λόγω πιθανής περικλειόμενης υγρασίας, ο υπογράφων (την έκθεση) τη θεωρεί ιδιαίτερα απίθανη, γιατί για μία τέτοια ωσμωτική αντίδραση πρέπει να υφίστανται /περισσότερες παράμετροι. Αυτό περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την εξωτερική υδροστατική πίεση, η οποία όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι αμελητέα, γιατί στην απίθανη περίπτωση, που η υγρασία εγκλωβίστηκε μεταξύ κύτους και καρίνας κατά την επισκευή, σε αυτή τη «φυσαλίδα με νερό» (με πραγματικά αμελητέα ποσότητα νερού) μεταξύ της καρίνας και του κύτους, η υδροστατική πίεση είναι ίση με την πίεση του αέρα κατά το χρόνο της επισκευής. Η πίεση αυτή δεν θα άλλαζε, γιατί η “φυσαλίδα με νερό” περιβάλλεται σταθερά από κόλλα και επομένως ενεργεί όπως μια κάψουλα βύθισης. Επίσης, για μία ωσμωτική αντίδραση πρέπει να έχει παγιδευτεί αέρας στο Ιaminate ακριβώς στο σημείο, όπου βρίσκεται η «φυσαλίδα με νερό», καθώς και υπολείμματα ορισμένων βαρέων μεtάλλων, τα οποία θα μπορούσαν να υπάρχουν στη συνδετική ύλη των ινών σάλου». Με βάση τα παραπάνω, οι εναγόμενες Εταιρείες ισχυρίζονται ότι η επισκευή, που πραγματοποιήθηκε, δεν είχε καμία σημαντική αρνητική επίδραση στη δομή στην περιοχή του μπροστινού πείρου της καρίνας και ότι το πρόβλημα στεγανότητας έχει αποκατασταθεί πλήρως και δεν παρατηρείται πλέον εισροή υδάτων στο σκάφος, ενώ και η ενάγουσα Εταιρεία δεν επικαλείται κάτι διαφορετικό με την αγωγή της. Επίσης, από την από 10-12-2020 τεχνική έκθεση του Ναυπηγού Μηχανικού …………, σύμφωνα με την οποία, μετά την ανέλκυση του επίδικου σκάφους στην ξηρά κατά τον χρόνο εκείνο και τον έλεγχο της επίμαχης περιοχής στη σύνδεση μεταξύ της γάστρας και της καρίνας του, ο παραπάνω ναυτικός επιθεωρητής διαπίστωσε ότι το εμπρόσθιο τμήμα της καρίνας είναι σαφώς αποκολλημένο από τη γάστρα, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει την αντικανονική σύνδεση των δύο μερών, η οποία θα έπρεπε να είναι σταθερή και υδατοστεγής. Επειδή δε αυτό δεν συμβαίνει στην υπό κρίση περίπτωση, το ρήγμα και οι οξειδώσεις στο εμπρόσθιο τμήμα σύνδεσης των δύο μερών καταδεικνύουν ότι θαλασσινό νερό εισχώρησε κατά τη χρήση του σκάφους στη θάλασσα από τον Μάρτιο 2020 μέχρι τον Δεκέμβριο 2020 και αυτό, κατά την εκτίμησή του, αργά ή γρήγορα θα έχει αντίκτυπο τόσο στην εμφάνιση νέας εισροής υδάτων στο εσωτερικό του σκάφους, διαμέσου των κοχλιών σύνδεσης της καρίνας στη γάστρα, όσο και στους ίδιους τους κοχλίες, οι οποίοι θα υποστούν διάβρωση σε μορφή βελονισμού (ρitting). Καταλήγει δε ο εν λόγω Ναυπηγός επιθεωρητής ότι η κατάσταση αυτή αποδεικνύει την κακή ποιότητα της επισκευής και το ακατάλληλο υλικό ΡΙexus, που χρησιμοποίησαν οι τεχνικοί της Βavaria τον Δεκέμβριο 2019 για να αντιμετωπίσουν πρόχειρα την εισροή υδάτων, που εμφανίστηκε στην κεντρική σεντίνα του σκάφους. Ενόψει των παραπάνω αντιφατικών συμπερασμάτων των τεχνικών συμβούλων των διαδίκων το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε, με την υπ’ αριθμόν 1916/2022 (μη οριστική) απόφασή του, ότι απαιτούνται ιδιάζουσες γνώσεις για την επίλυση των αναφυέντων τεχνικών ζητημάτων, διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης και διόρισε πραγματογνώμονα τον ………, Ναυπηγό – Μηχανολόγο Μηχανικό Ε.Μ.Π., προκειμένου να γνωμοδοτήσει αιτιολογημένα στα ακόλουθα ζητήματα: (Α) Εάν οι διορθωτικές εργασίες από τους τεχνικούς της δεύτερης (2ης) εναγόμενης του πραγματικού ελαττώματος του επίδικου σκάφους, ιδίως της έλλειψης στεγανότητας λόγω εισροής νερού ήταν οι ενδεδειγμένες και σύμφωνες με την καλή τεχνική και συνήθη πρακτική, καθώς και αν είχαν ως αποτέλεσμα την πλήρη αποκατάσταση του προβλήματος. Σε αντίθετη περίπτωση, ποιος ήταν ο σύμφωνος με τους κανόνες της ναυπηγικής τρόπος αντιμετώπισης του εμφανισθέντος προβλήματος; (Β) Εάν η ναύλωση του σκάφους κατά το χρονικό διάστημα από την εμφάνιση του προβλήματος (Ιούνιος 2019) έως την αποκατάστασή του συνετέλεσε και σε ποιο βαθμό στην επίταση του προβλήματος της εισροής υδάτων και στη μεταγενέστερη εξέλιξη της κατάστασης του σκάφους; (Γ) Ποια είναι η κατάσταση του επίδικου σκάφους σήμερα, ήτοι εάν εμφανίζει ελαττώματα, που μειώνουν την αξία ή/και επιδρούν στη χρησιμότητά του, καθιστώντας το αναξιόπλοο και μη ασφαλές, ιδίως δε οξείδωση και έλλειψη στεγανότητας στο σημείο ένωσης της γάστρας με την καρίνα, και τα οποία οφείλονται στον ατελή τρόπο κατασκευής ή/και στις μη ενδεδειγμένες και πρόχειρες ενέργειες για την αποκατάσταση του εμφανισθέντος ελαττώματος της εισροής νερών. Επίσης, για την περίπτωση, που εμφανίζει ελαττώματα, εάν αυτά οφείλονται και σε ποιο βαθμό στην κατά προορισμό χρήση του ως επαγγελματικού πλοίου αναψυχής, που περιλαμβάνει διαρκείς ναυλώσεις, ιδίως μετά την επισκευή του. (Δ) Εάν ελλοχεύει ο κίνδυνος να εμφανιστούν στο μέλλον (νέα) προβλήματα στην ομαλή λειτουργία και εμφάνιση του επίδικου σκάφους λόγω της μη ενδεδειγμένης αντιμετώπισης του αρχικού προβλήματος. Σε περίπτωση θετικής απάντησης, εάν είναι δυνατές πλέον ενέργειες για την αποτροπή μελλοντικών προβλημάτων, ποιες είναι αυτές, καθώς και αν κρίνονται συμφέρουσες. (Ε) Πού οφειλόταν το πραγματικό ελάττωμα που εμφανίσθηκε; Στην περίπτωση, που οφειλόταν σε κατασκευαστικό σφάλμα, εάν η κατασκευάστρια εταιρεία διά των τεχνικών της είχε τη δυνατότητα να διαγνώσει το πρόβλημα πριν την παράδοση του σκάφους στο ναυπηγείο της, εφόσον αυτό υφίστατο τότε έστω και σε λανθάνουσα κατάσταση. (Ζ) Εάν το πραγματικό ελάττωμα είχε εν τέλει επίπτωση στην αξία ή τη χρησιμότητα του νεότευκτου σκάφους και σε ποιο βαθμό, με αναφορά στην αξία του πράγματος χωρίς τις εν λόγω ελλείψεις, συγκριτικά με την αξία αυτού με τις εν λόγω ελλείψεις. Τέλος, να αποφανθεί επί οποιοσδήποτε άλλου στοιχείου, το οποίο μπορεί να έχει επιρροή στη διάγνωση της διαφοράς. Ο ορισθείς Πραγματογνώμονας συνέταξε την από 30-11-2022 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, την οποία κατέθεσε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../14-12-2022. Ειδικότερα, αφού διενήργησε την 15-11-2022 αυτοψία στο επίδικο σκάφος [«DV»] στη Μαρίνα του Αγίου Νικολάου Κρήτης, όπου το σκάφος ανελκύσθηκε, διαπίστωσε αρχικά ότι το πραγματικό ελάττωμα, που εμφανίστηκε κατά την αρχική πλεύση του, ήταν η εισροή θαλασσινού νερού στην πρωραία κεντρική σεντίνα από την οπή του πρωραίου πείρου σύνδεσης της καρίνας στο σκάφος. Στη συνέχεια, προσδιόρισε, ως αιτία διέλευσης του θαλασσινού νερού από τη θάλασσα μέχρι την οπή του πείρου την ύπαρξη “καναλιών” διέλευσης στο κολλητικό μέσον της περιοχής συναρμολόγησης της καρίνας στη γάστρα του σκάφους, τα οποία προφανώς οφείλονται σε βλάβη ή κακοτεχνία, που έλαβε χώρα κατά την ένωση της καρίνας με τη γάστρα του σκάφους. Ως πιθανότερη δε αιτία της παραπάνω βλάβης ή κακοτεχνίας θεωρεί την ύπαρξη σφάλματος κατά τη συναρμολόγηση της καρίνας στη γάστρα του σκάφους και δη κατά την τοποθέτηση της συνδετικής κόλλας μεταξύ αυτών είτε επειδή επιστρώθηκε μικρότερη ποσότητα κόλλας από την απαιτούμενη στην άνω όψη της καρίνας, που θα επικολλείτο στη γάστρα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν διάκενα στην ένωση, είτε επειδή τοποθετήθηκε κόλλα, που μπορεί να είχε ήδη στεγνώσει πριν τη συναρμολόγηση, επειδή δεν τηρήθηκαν ο απαιτούμενος χρόνος επεξεργασίας ή/και οι προδιαγραφόμενοι παράμετροι των συνθηκών περιβάλλοντος, οπότε δεν επιτεύχθηκε παντού καλή συγκόλληση, με αποτέλεσμα να παραμείνουν στην ένωση διάκενα, είτε επειδή δεν απομακρύνθηκαν επαρκώς από τις επιφάνειες, που επρόκειτο να συγκολληθούν τυχόν προϋπάρχουσες λιπαρές ουσίες ή/και σκόνη, με αποτέλεσμα κατά τη συναρμολόγηση να παραμείνουν ακόλλητα τμήματα, που σχηματίζουν διάκενά στην ένωση. Κατόπιν των παραπάνω διαπιστώσεων, ο Πραγματογνώμονας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το διαπιστωθέν πραγματικό ελάττωμα της εισροής θαλασσινού νερού στο σκάφος οφείλεται σε κατασκευαστικό σφάλμα, που έλαβε χώρα στο ναυπηγείο της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας. Εν συνεχεία,  αναφορικά με το αν οι διορθωτικές εργασίες των τεχνικών της τελευταίας ήταν οι ενδεδειγμένες και αν αποκατέστησαν το παραπάνω πραγματικό ελάττωμα, ο Πραγματογνώμονας αναγνωρίζει ότι κατ’ αρχήν οι εν λόγω εργασίες αποκατέστησαν το διαπιστωθέν πρόβλημα της έλλειψης στεγανότητας, αποκλείοντας την εισροή θαλασσινού νερού στην πρωραία κεντρική σεντίνα του σκάφους, αφού διαπιστώθηκε η παύση της διαρροής αυτής, καθώς και ότι εξασφάλισαν έναντι διάβρωσης τον πρωραίο πείρο της σύνδεσης καρίνας – γάστρας του σκάφους με τη μόνωσή του με το κολλητικό υλικό plexus. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι στην έκθεση τεχνικής πραγματογνωμοσύνης στο σύνολο των ερωτημάτων, που τέθηκαν με την υπ’ αριθμόν 1916/2022 (μη οριστική) απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προς τον ορισθέντα πραγματογνώμονα, ως «πραγματικό ελάττωμα» του σκάφους αναφέρεται «η έλλειψη στεγανότητας λόγω εισροής νερού», ελάττωμα, στο οποίο γίνεται αναφορά και στην εκκαλουμένη, Λαμβανομένου υπόψη του πορίσματος της έκθεσης τεχνικής πραγματογνωμοσύνης σχετικά με την αποκατάσταση του κατασκευαστικού ελαττώματος της έλλειψης στεγανότητας και τον εξ αυτού του λόγου αποκλεισμό της εισροής θαλασσινού νερού στην πρωραία κεντρική σεντίνα του σκάφους και στην εξασφάλιση αυτού έναντι διάβρωσης τον πρωραίο πείρο της σύνδεσης καρίνας – γάστρας του σκάφους με τη μόνωση του με το κολλητικό υλικό plexus, το οποίο (= πόρισμα) δεν αναιρέθηκε από την μετέπειτα πορεία των πραγμάτων, γεγονός, που ουσιαστικά συνομολογείται και από την ενάγουσα Εταιρεία, καθώς δεν προβάλλεται ισχυρισμός ότι έκτοτε παρουσιάστηκε εισροή θαλάσσιου νερού και οποιαδήποτε διάβρωση του σκάφους, με συνέπεια να έχει συντελεστεί αποκατάσταση του ελαττώματος στα πλαίσια της παρασχεθείσας εγγύησης σχετικά με την ποιότητα αυτού από τη δεύτερη (2η) εναγόμενη Εταιρεία. Ειδικότερα, εφόσον η εφεσίβλητη-ενάγουσα Εταιρεία: (α) διαπίστωσε την ύπαρξη συγκεκριμένου ελαττώματος, το οποίο ρητά αναφέρεται ότι ήταν η εισροή -μικρής έστω ποσότητας- ύδατος στην πρωραία κεντρική σεντίνα του σκάφους (β) επέλεξε από τα δικαιώματα  του άρθρου 540 ΑΚ να ασκήσει αυτό της αξίωσης διόρθωσης του σκάφους, (γ) έλαβε όντως χώρα η διόρθωση και (δ) το συγκεκριμένο ελάττωμα δεν παρέμεινε, αφού οι πραγματοποιηθείσες εργασίες « … αποκατέστησαν το διαπιστωθέν πρόβλημα της έλλειψης στεγανότητας, αποκλείοντας την εισροή θαλασσινού νερού στην πρωραία κεντρική σεvτίva του σκάφους .. ,». Άλλωστε, μέχρι την 05.05.2024 βρισκόταν σε ισχύ το από 09. 06.2022 Πιστοποιητικό Γενικής Επιθεώρησης του Νηογνώμονα Ι SB (ισχύος), το οποίο, εφόσον η κατά τα παραπάνω επισκευή δεν ήταν η ενδεδειγμένη και εξακολουθούσε να υφίσταται το κατασκευαστικό ελάττωμα- πρόβλημα, δεν θα εκδιδόταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής. Κατόπιν τούτων, συντρέχει περίπτωση μετεκπλήρωσης της επίδικης σύμβασης, κατά την προεκτεθείσα στη νομική σκέψη της παρούσας έννοια, αφού η ενάγουσα Εταιρεία ουσιαστικά αξίωσε τη διόρθωση του ελαττώματος του πωληθέντος σκάφους στα πλαίσια της εγγύησης της δεύτερης (2ης) εναγόμενης κατασκευάστριας Εταιρείας σχετικά με την ποιότητα του πωληθέντος σκάφους, όπως και τελικά έγινε, ανεξάρτητα από το ενδεδειγμένο ή μη των επισκευαστικών εργασιών, τις οποίες επεσήμανε ο ορισθείς Πραγματογνώμονας, καθώς το ουσιώδες κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου στοιχείο αποτελεί το εάν επήλθε τελικά πλήρης αποκατάσταση της στεγανότητας και επιτεύχθηκε ο αποκλεισμός της εισροής θαλάσσιου νερού εντός του σκάφους και η εξ αυτού του λόγου αποτράπηκε διάβρωση του επίδικου σκάφους. Άλλωστε, στην εκκαλούμενη γίνονται δεκτά τα ακόλουθα: <<για μεγάλο χρονικό διάστημα, από το καλοκαίρι του 2019, που διαπιστώθηκε το ελάττωμα μέχρι και σήμερα, (= η ενάγουσα Εταιρεία) χρησιμοποιεί το εν λόγω σκάφος για επαγγελματικούς σκοπούς, αποκομίζοντας σημαντικά έσοδα, χωρίς να προκύπτει ότι έχει τεθεί ποτέ σε κίνδυνο η ζωή των επιβαινόντων σε αυτό… », ενώ και ο ορισθείς από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο Πραγματογνώμονας στο υπό στοιχείο (Γ) ερώτημα αποφαίνεται σχετικά ότι «… Το σκάφος σήμερα (15.11.2022) παρουσιάζει την απαιτούμενη στεγανότητα που το καθιστά αξιόπλοο και ασφαλές…». Κατ’ ακολουθία των παραπάνω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με το να δεχθεί την επικουρική βάση της ένδικης αγωγής, αποκλείοντας το αίτημα για αντικατάσταση του επίδικου σκάφους, ότι συντρέχει δηλαδή περίπτωση μείωσης του τιμήματος, υπέπεσε στην αποδιδόμενη με τους σχετικούς λόγους των υπό κρίση εφέσεων πλημμέλεια της εσφαλμένης εκτίμησης του πορίσματος της διενεργηθείσας πραγματογνωμοσύνης και εν γένει των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του. Κατόπιν τούτων, πρέπει να γίνουν δεκτοί οι σχετικοί λόγοι των υπό κρίση εφέσεων, ως ουσιαστικά βάσιμοι. Εξάλλου, η υποβληθείσα από τη δεύτερη (2η) εναγόμενη-εκκαλούσα Εταιρεία ένσταση συντρέχοντος πταίσματος της ενάγουσας Εταιρείας πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσία, καθότι αποδείχθηκε από την υπ’ αριθμόν κατάθεσης ………/2022 έκθεση πραγματογνωμοσύνης ότι η ναύλωση του επίδικου σκάφους κατά το βραχύ χρονικό διάστημα από την εμφάνιση του προβλήματος {Ιούνιος 2019) μέχρι τη διορθωτική επισκευή από τους τεχνικούς της δεύτερης (2ης)  εναγόμενης (Δεκέμβριος 2019) δεν είχε επίδραση στο πρόβλημα της εισροής υδάτων ή σε μεταγενέστερη επιβάρυνση της κατάστασης του σκάφους. Ανεξάρτητα από το γεγονός της αποκατάστασης του πραγματικού ελαττώματος, οι εναγόμενες Εταιρείες υπέχουν ευθύνη προς αποκατάσταση της θετικής και αποθετικής ζημίας, την οποία υπέστη η ενάγουσα Εταιρεία, ως απότοκο της διαπιστωθείσας ελαττωματικότητας του ένδικου σκάφους. Ειδικότερα, αποδεικνύεται ότι η ενάγουσα Εταιρεία επιβαρύνθηκε με τις ακόλουθες δαπάνες, οι οποίες συνιστούν αποκαταστατέα περιουσιακή θετική ζημία της: (α) χρηματικό ποσό 227,70 Ευρώ (Ε) για αγορά 150 λίτρων πετρελαίου κίνησης για τη μετακίνηση του σκάφους από το Ηράκλειο Κρήτης στη Μαρίνα Αλίμου, προκειμένου να επιθεωρηθεί από τους τεχνικούς της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας, όπως τούτο προκύπτει από το υπ’ αριθ. ……/11-11-2019 τιμολόγιο-δελτίο αποστολής του Πρατηρίου Υγρών Καυσίμων «…….», (β) χρηματικό ποσό πεντακοσίων (500,00) Ευρώ (Ε) ως αμοιβή του skipper ………. για τη μεταφορά του ένδικου σκάφους από τη Μαρίνα Αλίμου πίσω στην Κρήτη, όπως τούτο προκύπτει από το υπ’ αριθ. ……/31-1-2020 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών του προαναφερθέντος, (γ) χρηματικό ποσό 379,60 Ευρώ (Ε) για αγορά 260 λίτρων πετρελαίου κίνησης για τη μετακίνηση του σκάφους από τη Μαρίνα Αλίμου πίσω στην Κρήτη, όπως τούτο προκύπτει από το υπ’ αριθμόν ……./31-1-2020 δελτίο αποστολής – τιμολόγιο του Πρατηρίου ….. του …….., (δ) χρηματικό ποσό 1.772 ευρώ για ναύλωση του υποκατάστατου σκάφους <<Κ>> από ώρα 12.00 της 15-11-2019 έως ώρα 15.00 της 01-10-2019, από ώρα 09.00 της 22-11-2019 έως ώρα 09.00 της 23-11-2019 και κατά την 09-09-2019, από τα υπ’ αριθ. …./15-11-2019, …./22-11-2019 και ……/9-9-2019 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών του ……… Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι κατόπιν σύστασης της πρώτης (1ης) εναγομένης για διακοπή πλόων με το ένδικο σκάφος, η ενάγουσα Εταιρεία, από την 04-09-2019 και εντεύθεν μέχρι και το Νοέμβριο του ίδιου έτους, που το σκάφος ελλιμενίστηκε στη Μαρίνα Αλίμου, προκειμένου να διενεργηθούν σε αυτό οι επισκευαστικές εργασίες από τους τεχνικούς της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας, περιόρισε την εκτέλεση ναύλων, για ίο λόγο δε αυτό και προκειμένου να εξυπηρετήσει πελάτες της, με τους οποίους είχε προσυμφωνήσει τη ναύλωση του συγκεκριμένου σκάφους, αναγκάστηκε να ναυλώσει έτερο υποκατάστατο σκάφος και δη σκάφος «Κ», με αριθμό νηολογίου Πειραιώς ………..) ποσό 1.736,00 ευρώ για την παροχή γνωμοδότησης σχετικά με τον τρόπο επισκευής του ένδικου σκάφους από το ………, Καθηγητή του Τομέα Θαλάσσιων Κατασκευών της Σχολής Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών, κατόπιν σχετικού από 26-2-2020 ιδιωτικού συμφωνητικού έργου, που υπεγράφη μεταξύ της ενάγουσας και του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας – Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο», όπως τούτο προκύπτει από το υπ’ αριθ. ……../5-3-2020 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών του παραπάνω ΝΠΔΔ. Περαιτέρω, η ενάγουσα δικαιούται να λάβει ως διαφυγόντα κέρδη τους ναύλους, τους απώλεσε από την 04-09-2019 έως και τα τέλη Νοεμβρίου 2019, οπότε κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας λήγει η θερινή περίοδος στη νήσο της Κρήτης, αφού από τα προσκομιζόμενα ιδιωτικά συμφωνητικά και συγκεκριμένα το από 30-7-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό με την εταιρεία «……..», το από 05-07-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό με την εταιρεία «…………», το από 08-07-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό με την εταιρεία «………», το από 01-07-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό με την εταιρεία «………..», το από 30-06-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό με την εταιρεία «………………», καθώς και από τα ιδιωτικά συμφωνητικά που συνήψε με τις αλλοδαπές εταιρείες ……… αποδεικνύεται ότι είχε λάβει όλα τα απαιτούμενα προπαρασκευαστικά μέτρα για την επίτευξη των παραπάνω κερδών και συγκεκριμένα είχε έρθει σε επαφή με ταξιδιωτικά γραφεία και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις για την ανεύρεση υποψήφιων ναυλωτών του σκάφους για το θέρος του έτους 2019 και σε κάποιες περιπτώσεις και για το θέρος του έτους 2020. Ειδικότερα, αποδεικνύεται σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων και ιδίως με βάση τις παραπάνω προπαρασκευασιικές ενέργειες, στις οποίες αυτή είχε προβεί, σε συνδυασμό και με τις ναυλώσεις, που εκτέλεσε ότι θα πραγματοποιούσε ναυλώσεις δεκαεπτά (17) ημερών για το Σεπτέμβριο του έτους 2019, είκοσι και μία (21) ήμερων για τον Οκτώβριο του ίδιου έτους και δεκαπέντε (15) ημερών για το Νοέμβριο του ίδιου έτους, καθώς η τουριστική περίοδος στην Κρήτη εκτείνεται μέχρι και το μήνα Νοέμβριο, από κάθε μία από τις οποίες θα αποκέρδαινε κατά μέσο όρο το χρηματικό ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ. Κατά συνέπεια, αυτή δικαιούται να λάβει ως διαφυγόν κέρδος το συνολικό χρηματικό ποσό των τριάντα μία χιλιάδων οκτακοσίων (31.800,00) Ευρώ (Ε), αναλυόμενο, ως εξής: (17 + 21 + 15 =) πενήντα (53) ημερών  X 600 ευρώ/ημέρα =.(31.800,00) Ευρώ (Ε). Η κρίση αυτή ενισχύεται ότι εκπρόσωποι μεγάλων ξενοδοχειακών επιχειρήσεων κλπ, καθώς και οι αντιπρόσωποι τουριστικών πρακτορείων όπως το όπως το ……………, στους οποίους η ενάγουσα Εταιρεία είχε προωθήσει το σκάφος και είχαν προβεί σε προναυλώσεις, εξέφρασαν την έντονη δυσαρέσκειά τους για την ακύρωση των ναυλώσεων. Συνολικά από τις παραπάνω αιτίες η ενάγουσα Εταιρεία δικαιούται το χρηματικό ποσό των τριάντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων δεκαπέντε Ευρώ και τριάντα λεπτών (36.415,30 Ευρώ (Ε), αναλυόμενο αυτό, ως εξής: (227,70 + 500 + 379,60 + 1.772 + 1.736 + 31.800 =) 36.415,30 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση αυτού. Αναφορικά με το αγωγικό κονδύλι της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης αυτό τυγχάνει απορριπτέο, ως μη νόμιμο, καθώς ο νόμος για την προστασία των καταναλωτών δεν σκοπεί να υποκαταστήσει το πλέγμα των νομικών διατάξεων, που ρυθμίζει τις συνέπειες από την πώληση ελαττωματικού προϊόντος, αλλά θεσμοθετεί την ευθύνη του παραγωγού που διέθεσε στην αγορά προϊόντα μη ασφαλή, από την χρήση των οποίων προέκυψε ζημία στον καταναλωτή, Ως εκ τούτου, η ζημία, που κατά το χρόνο αυτό πρέπει να αποκατασταθεί, περιορίζεται στο θάνατο και τη σωματική βλάβη προσώπων, καθώς επίσης και στη βλάβη η καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, που οφείλεται στο ελάττωμα του προϊόντος, εφόσον τούτο προοριζόταν κατά τη φύση του και πράγματι από τον ζημιωθέντα για προσωπική του χρήση ή κατανάλωση. εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν. Έτσι, προστατευόμενα αγαθά είναι η ζωή, η υγεία, η σωματική ακεραιότητα, τα πράγματα (πλην του ελαττωματικού), με τα οποία ο καταναλωτής συνδέεται με έννομη σχέση, καθώς και η περιουσία εφόσον θίγεται εξαιτίας της βλάβης ή καταστροφής που επέφερε το ελαττωματικό προϊόν σε ένα από τα πιο πάνω έννομα αγαθά και όχι η εμπορική πίστη. Η επαγγελματική υπόληψη και το μέλλον της εταιρίας, την βλάβη των οποίων επικαλείται η ενάγουσα, δεδομένου μάλιστα ότι δεν συντρέχει άλλη περίπτωση αδικοπρακτικής συμπεριφοράς, συνιστάμενη σε αθέμιτη απόκρυψη ή παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών από την πλευρά της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας, η οποία δεν υπήρξε αντισυμβαλλόμενη της ενάγουσας Εταιρείας και ως εκ τούτου δεν προέβη σε δηλώσεις.. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με το να κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και να αναγνωρίσει την υποχρέωση της δεύτερης (2ης) εναγόμενης Εταιρείας να καταβάλλει στην ενάγουσα Εταιρεία το χρηματικό ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000,00) Ευρώ (Ε) υπέπεσε στην αποδιδόμενη πλημμέλεια με την υπό στοιχεία (Ι) έφεση και συνακόλουθα ο σχετικός λόγος αυτής πρέπει να γίνει δεκτός, ως κατ’ ουσία βάσιμος. Κατ’ ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων το  πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του, έκανε εν μέρει δεκτή την ένδικη αγωγή και αναγνώρισε ότι: (Α)  η πρώτη (1η) εναγόμενη Εταιρεία υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα Εταιρεία το χρηματικό ποσό των εκατό δέκα οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων (118.500,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και(Β) η δεύτερη (2η) εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα Εταιρεία το χρηματικό ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000, 00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση αυτού έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων. Επομένως, οι ένδικες εφέσεις πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές ως και ουσιαστικά βάσιμες κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους τους και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη ανατραπέν μέρος της για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, Εφ. Πειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων Εταιρειών να καταβάλλουν η καθεμία από αυτές αλληλέγγυα και σε ολόκληρο στην ενάγουσα Εταιρεία το χρηματικό ποσό των τριάντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων δεκαπέντε Ευρώ και τριάντα λεπτών (36.415,30 Ευρώ (Ε), αναλυόμενο αυτό, ως εξής: (227,70 + 500 + 379,60 + 1.772 + 1.736 + 31.800 =) 36.415,30 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση αυτού. Τα παράβολα των εφέσεων, που κατέθεσαν οι εκκαλούσες Εταιρείες, κατά την κατάθεση των ενδίκων εφέσεων, πρέπει να αποδοθούν σε αυτές, αφού κρίθηκε ότι αυτές πρέπει να γίνουν ουσιαστικά δεκτές, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 § 3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την ισχύ του Ν. 4335/2015. Τέλος τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρα 106, 176, 178 αρ.1, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των εξόδων της ενάγουσας Εταιρείας σε βάρος των εναγόμενων Εταιρειών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

-ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.

-ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις (Α) από 01/09/2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Γ.Α.Κ.) …/ (Ε.Α.Κ.Δ.) …/29-09-2023 και (Β) 27-09-2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Γ.Α.Κ.) …/ 29-09-2023 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ.) …../29-09-2023 εφέσεις των εναγομένων Εταιρειών κατά της υπ’ αριθμόν 1.803/2023 (οριστικής) απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών),

-ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν εν μέρει τις εφέσεις.

-ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμόν 1.803/2023 (οριστική) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών).

-ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ  κατ’ ουσία την υπόθεση επί της από 30 Ιουλίου 2020 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Γ.Α.Κ.) …../ (Ε.Α.Κ.Δ.) ……../19-08-2020 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

-ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή κατά ένα μέρος αυτής

-ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενες υποχρεούνται να καταβάλουν στην ενάγουσα, αλληλέγγυα και σε ολόκληρο η καθεμία, το χρηματικό ποσό των τριάντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων δέκα πέντε ευρώ και τριάντα λεπτών (36.415,30), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση αυτού.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την απόδοση στις εκκαλούσες Εταιρείες των παραβό λων χρηματικού ποσού εκατό ευρώ (100,00) Ευρώ (Ε), το καθένα από αυτά, αντίστοιχα, που καταβλήθηκαν από την πλευρά τους κατά την άσκηση των εφέσεων με τους υπ’ αριθμ. κωδικούς ηλεκτρονικών παραβόλων ………../2023 αναφορικά με την πρώτη (1η) από αυτές και …………. αναφορικά με τη δεύτερη (2η) από αυτές, αντίστοιχα

-ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγόμενης Εταιρείας μέρος των δικαστικών εξόδων  του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο χρηματικό ποσό των επτακοσίων (700,00) Ευρώ (Ε).

-ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του στο ακροατήριο του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους, στον Πειραιά, την 26η  Φεβρουαρίου 2025.

Ο  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η   ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ