Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 72/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

4ο τμήμα

Αριθμός  απόφασης :  72 / 2025

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(4ο τμήμα)

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, Δημήτριο Καβαλλάρη, Εισηγητή Εφέτη και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….  για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤΩΝ  ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ (Α -Β): 1)  ……………., 2) ………….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν  από την πληρεξούσιά τους Δικηγόρο, Αγγελική Ριγανά (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ (Α-Β) : 1) …………  2)………….., 3) …………. και 4) ………………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια τους Δικηγόρο, Αικατερίνη Τσίρκα (με δήλωση κατ’ άρθρο242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

Oι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες άσκησαν αρχικά  στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών την  από  23-2-2018 αγωγή τους και με αρ. καταθ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018, επί της αγωγής εκδόθηκε αρχικά η με αριθμό 12537/2018 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, με την οποία αυτό  κηρύχθηκε καθ’ ύλην και κατά τόπον αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς.  Κατόπιν η υπόθεση  εισήχθη στο τελευταίο Δικαστήριο με την από  16-11-2018 και με αρ. καταθ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2018 κλήση των εναγόντων. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις :  με αριθμό 4141/2019 εν μέρει οριστική,  με αρ.  1367/2021 μη οριστική και με αρ. 2072/2023 οριστική απόφαση του άνω Δικαστηρίου.

Κατά των άνω αποφάσεων οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες άσκησαν  στο παρόν Δικαστήριο : α)  την από 13-3-2020 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023 έφεσή τους κατά της με αρ. 4141/2019 εν μέρει οριστικής απόφασης και  β) την από 21-7-2023 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2023 στρεφόμενοι κατά της με αρ. 2072/2023 οριστικής απόφασης και της συνεκκαλούμενης εν μέρει οριστικής. Οι υποθέσεις αυτές προσδιορίστηκαν να συζητηθούν την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση των άνω υποθέσεων, αφού συνεκφωνήθηκαν από το πινάκιο,  οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρθηκε και οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι αυτών αναφέρθηκαν    στις έγγραφες προτάσεις που είχαν προκαταθέσει.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στο Δικαστήριο αυτό εκκρεμούν οι εφέσεις  (α) από 13-3-2020 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023 και (β) από 21-7-2023 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023. Οι ανωτέρω εφέσεις πρέπει να συνεκδικασθούν, καθώς αφορούν την ίδια  υπόθεση [η (α) στρέφεται κατά της με αρ. 4141/2019 εν μέρει  οριστικής απόφασης και η (β) βάλλει κατά της οριστικής με αρ. 2072/2023 και της  συνεκκαλούμενης με αρ. 4141/2019] και επιταχύνεται και διευκολύνεται η διεξαγωγή της δικής και επέρχεται μείωση των δικαστικών εξόδων (άρθρο 246 ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 513 § 1 β` ΚΠολΔ, το ένδικο μέσο της έφεσης συγχωρείται μόνο κατά οριστικών αποφάσεων, που περατώνουν όλη τη δίκη ή μόνο τη δίκη για την αγωγή ή την ανταγωγή, αν δε η απόφαση είναι κατά ένα μέρος οριστική δεν επιτρέπεται έφεση ούτε κατά των οριστικών διατάξεων πριν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη. Από τον συνδυασμό της διάταξης αυτής προς τις διατάξεις των άρθρων 308, 309, 321 και 539 ΚΠολΔ συνάγεται ότι, οριστική απόφαση είτε του πρωτοβάθμιου είτε του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου είναι εκείνη που περατώνει τη δίκη, με την παραδοχή ή την απόρριψη της αγωγής, που απεκδύει τον δικαστή της περαιτέρω εξουσίας του σχετικά με το αγωγικό αίτημα. Το αποτέλεσμα αυτό διατυπώνεται με σχετική διάταξη στο διατακτικό, το οποίο αποτελεί την ουσία της απόφασης και περιέχει τη θέληση και διαταγή του δικαστηρίου, ή και στο σκεπτικό, αλλά ρητώς και σαφώς. Σε έφεση υπόκεινται μόνο οι «εν όλω» οριστικές αποφάσεις. Οι εν μέρει οριστικές δεν υπόκεινται σε έφεση ούτε ως προς τις οριστικές τους διατάξεις (Σ. Σαμουήλ, Η έφεση κατά τον ΚΠολΔ, εκδ. ε’, παράγρ. 207 και 223 -επ). Εν μέρει οριστική είναι η απόφαση, με την οποία περατώνεται η δίκη σε ορισμένο κεφάλαιο μόνο αυτής, ενώ για τα υπόλοιπα εξακολουθεί να είναι εκκρεμής, και εκείνη που δέχεται την αγωγή ως προς ορισμένα κονδύλια, ενώ ως προς άλλα αναστέλλει την πρόοδο της δίκης (Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας [Πανταζόπουλος] ΚΠολΔ2 άρθρο 513 αρ. 1-9.). Σκοπός της ανωτέρω απαγόρευσης είναι η αποφυγή κατάτμησης της διαφοράς μεταξύ δικαστηρίων πρώτου και δευτέρου βαθμού, όπως  και η εξοικονόμηση δαπανών και χρόνου για τον οριστικό τερματισμό της δίκης.  Περαιτέρω από  τη διάταξη του άρθρου 513 § 1 β ΚΠολΔ, σε συνδυασμό και με εκείνη του άρθρου 218 § 1 του ίδιου Κώδικα σε περίπτωση αντικειμενικής σωρεύσεως αιτήσεων παροχής έννομης προστασίας του ιδίου ενάγοντος κατά του ιδίου εναγόμενου σε ένα δικόγραφο, η απόφαση που περατώνει την δίκη ως προς μία αίτηση, χωρίς να αποφαίνεται οριστικώς ως προς την άλλη, δεν υπόκειται σε προσβολή με τα ως άνω ένδικα μέσα, πριν περατωθεί οριστικά η δίκη ως προς όλα τα αιτήματα, που ενώθηκαν στο ίδιο δικόγραφο, ακόμη και αν δεν υπάρχει κίνδυνος εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων, και τούτο χάριν της οικονομίας της δίκης και για την ταχεία περάτωσή της και προς αποτροπή της κατάτμησης και της παρέκλυσης  της δίκης με ταυτόχρονη αύξηση των εξόδων διεξαγωγής της. Συνεπώς, η απόφαση που περατώνει την δίκη ως προς μία αίτηση, χωρίς να αποφαίνεται οριστικώς ως προς την άλλη, δεν υπόκειται στο ανωτέρω ένδικο μέσο το οποίο, αν ασκηθεί, είναι απαράδεκτο  (ΟλΑΠ 1/2019, ΑΠ ΑΠ 1182/2022, ΑΠ 685/2022,  ΑΠ  800/2021, ΑΠ 1208/2020, ΑΠ 458/2020, AΠ 1260/2015, ΑΠ 876/2015, ΑΠ  409/2009 www.areiospagos.gr ).

Στην προκείμενη περίπτωση οι ενάγοντες με την από 23-2-2018 και με αρ. καταθ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2018 αγωγή τους, που άσκησαν αρχικά στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών ως τέκνα και εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της ……….,  που απεβίωσε στις 15.1.2016, ισχυρίστηκαν ότι η από 28.9.2012  ιδιόγραφη διαθήκη της  ………..,  με την οποία η ίδια κατέλιπε ολόκληρη την περιουσία της και ειδικότερα το διαμέρισμά της στη …… Αττικής στoυς  πρώτο και δεύτερο εναγόμενους, εγγονούς της και τέκνα της τέταρτης εναγόμενης, αδελφής των εναγόντων,  είναι άκυρη λόγω του ότι δεν έχει γραφεί και υπογραφεί από το χέρι αυτής κι επιπλέον δεν αποτυπώνει τη θέληση αυτής, γεγονός που  ήταν σε γνώση των άνω εναγόμενων. Ότι ο τρίτος εναγόμενος, σύντροφος της θανούσας πριν το θάνατό της, κατέθεσε αίτηση για τη δημοσίευση και κήρυξη κυρίας της άνω διαθήκης,  την οποία υπέγραψε ως πληρεξούσιος Δικηγόρος η τέταρτη εναγόμενη,  ισχυριζόμενος ότι η άνω ιδιόγραφη διαθήκη του παραδόθηκε μέσα σε φάκελο, με σκοπό να τη δημοσιεύσει, η οποία έχει συνταχθεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί από αυτή με σκοπό να ισχύσει  ως τελευταία της βούληση και συνεπώς είναι σύννομη. Ότι ο τρίτος  εναγόμενος εξεταζόμενος ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, βεβαίωσε  για τη γνησιότητα της γραφής και υπογραφής της θανούσας πετυχαίνοντας να κηρυχθεί η διαθήκη αυτή κύρια,  ενώ γνώριζε ότι αυτά δεν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια. Ότι  οι άνω φράσεις του τρίτου εναγόμενου στην αίτηση δημοσίευσης και κήρυξης της διαθήκης κυρίας, που δεν αποτελούσαν αναγκαίο περιεχόμενο περιελήφθησαν σκόπιμα και όλοι οι εναγόμενοι ενήργησαν παράνομα αντίθετα στην καλή πίστη και τα χρηστά ήθη και προκάλεσαν στους ενάγοντες οικονομική ζημία και ηθική βλάβη. Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησαν : α) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 28.9.2012  ιδιόγραφης διαθήκης της  …………, β) να αναγνωρισθεί (μετά περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό) ότι  οι εναγόμενοι, οφείλουν να καταβάλουν, το ποσό των 15.000 €,  ο  καθένας  εις ολόκληρον, σε καθένα από τους ενάγοντες ως χρηματική τους ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και να επιβληθούν σε βάρος των εναγόμενων τα δικαστικά τους έξοδα.  Η αγωγή αυτή παραπέμφθηκε με την με αρ. 12537/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών στο Πρωτοδικείο Πειραιώς και μετά την εισαγωγή της υπόθεσης με κλήση των εναγόντων στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς εκδόθηκαν  i) : η  με αρ. 4141/2019 εν μέρει οριστική απόφαση, η οποία  απέρριψε την σωρευόμενη αγωγή αναγνώρισης ακυρότητας διαθήκης ως προς τους τρίτο και τέταρτη εναγόμενους και την αγωγή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ως προς τους πρώτο και δεύτερο εναγόμενους και κατά τα λοιπά διέταξε επανάληψη συζήτησης προκειμένου να διεξαχθεί πραγματογνωμοσύνη. Στη συνέχεια :  ii) με την με αρ. 1367/2021 απόφαση του άνω Δικαστηρίου,  διατάχθηκε η διενέργεια νέας πραγματογνωμοσύνης.  Tέλος :  iii) εκδόθηκε η με αρ. 2072/2023 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία απέρριψε την αγωγή των εναγόντων. Οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες με την από 13-3-2020 και με αριθμό ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2023 έφεσή τους στρέφονται κατά της  με αρ.  4141/2019 εν μέρει οριστικής απόφασης, κατά το μέρος που η  σωρευόμενη στο δικόγραφο  αγωγή αναγνώρισης ακυρότητας διαθήκης απορρίφθηκε  ως προς τους τρίτο και τέταρτη εναγόμενους (αντίστοιχα εφεσίβλητους) και η  σωρευόμενη επίσης αγωγή χρηματική αγωγή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης απορρίφθηκε ως προς τους πρώτο και δεύτερο εναγόμενους (εφεσίβλητους αντίστοιχα).  Η άνω απόφαση όμως  δεν είναι τελειωτική για κανένα από τους εναγόμενους, που συνδέονται μεταξύ τους με το δεσμό της απλής ομοδικίας, αλλά εν μέρει οριστική ως προς όλους για όλα τα σωρευόμενα σ΄αυτή αιτήματα,  καθώς για τους πρώτο και δεύτερο εναγόμενους (εγγόνους της θανούσας, τετιμημένους με τη διαθήκη) παραμένει εκκρεμές  το αίτημα αναγνώρισης ακυρότητας της διαθήκης και για τους  τρίτο και τέταρτη εναγόμενους (τέως σύντροφο της θανούσας και πληρεξούσια Δικηγόρο θυγατέρα της θανούσας) το αίτημα αναγνώρισης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Τα αιτήματα αυτά  είναι απολύτως συναφή μεταξύ τους, αφού  εδράζονται στην ίδια προϋπόθεση, την  ακυρότητα της διαθήκης λόγω μη σύνταξης και υπογραφής από τη θανούσα, ώστε, με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, δεν είναι δυνατή η άσκηση έφεσης κατά αυτής  κατά μόνας, για την αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων (ΑΠ 1182/2022).   Κατόπιν αυτών η με από 13-3-2020 και με αριθμό ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2023 έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης αυτής που κατέθεσαν οι εκκαλούντες (αρ. ……………) στο Δημόσιο Ταμείο.  Σε βάρος των εκκαλούντων θα πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, όπως ορίζεται στο διατακτικό (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ).

Η (β)  από 21-7-2023 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2023  έφεση, η οποία στρέφεται κατά της με αρ. 2072/2023 οριστικής απόφασης, αλλά και της    συνεκκαλούμενης αυτής με αρ.  4141/2019 εν μέρει οριστικής απόφασης,  έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρο 518 ΚΠολΔ) κι έχει κατατεθεί το με αρ. ………….. και  παράβολο (e – paravolo) ποσού  100 €   (άρθρο  495 ΚΠολΔ). Συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1718, 1721 παρ. 1 εδ. α΄ και 180 του ΑΚ συνάγεται ότι η ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δεν έχει γραφεί ολόκληρη, χρονολογηθεί και υπογραφεί με το χέρι του διαθέτη, αλλά με το χέρι άλλου προσώπου, είναι άκυρη (ΑΠ 708/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1912/2014, ΑΠ 609/2014, ΑΠ 1336/2009). Την ακυρότητα αυτής μπορεί να προτείνει καθένας, που έχει άμεσο έννομο συμφέρον, όπως οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του διαθέτη, στους οποίους, λόγω της ακυρότητας της διαθήκης, περιέρχεται η κληρονομία του και η σχετική αγωγή στρέφεται κατά των τετιμημένων με αυτή (ΑΠ 1337/2021, ΑΠ 195/2017, ΑΠ 708/2015, ΑΠ 103/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 729/2011, ΑΠ 1063/2006 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 409/2018, Παπαδόπουλος Αγωγές Κληρονομικού Δικαίου τόμος Ι 1995. Σ. 235). Ο επικαλούμενος τη διαθήκη δεν αρκεί να αποδείξει τη γνησιότητα της υπογραφής σ΄ αυτή, αλλά πρέπει να αποδείξει ότι και όλο το περιεχόμενο γράφτηκε ιδιοχείρως από τον διαθέτη. Η κήρυξη ως κυρίας της ιδιόγραφης διαθήκης δεν παράγει τεκμήριο γνησιότητας υπέρ εκείνου που την επικαλείται. Τότε μόνο αποτελεί τεκμήριο, μέχρις ανταποδείξεως, όταν από τη δημοσίευση της διαθήκης παρήλθε πενταετία, χωρίς στο μεταξύ να αμφισβητηθεί η γνησιότητα της διαθήκης σε δίκη μεταξύ κάποιου από αυτούς που αντλούν δικαιώματα απ΄ αυτή και κάποιου από αυτούς που βλάπτονται από την ύπαρξή της (άρθρο 1777 του ΑΚ, ΑΠ 707/2015 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 409/2018, ΕφΔωδ 1/2016). Το νόημα του μαχητού αυτού τεκμηρίου γνησιότητας συνίσταται στην ανατροπή του βάρους απόδειξης, δηλαδή, ενώ μέχρι τη συμπλήρωση της πενταετίας όποιος επικαλείται τη γνησιότητα της διαθήκης βαρύνεται και με την απόδειξή της, μετά την πάροδο της πενταετίας ανατρέπεται το βάρος της απόδειξης και αυτός που αμφισβητεί το κύρος της διαθήκης βαρύνεται να αποδείξει την έλλειψη γνησιότητας (ΑΠ 1595/2006, ΑΠ 1377/2006 ΝΟΜΟΣ). Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση της αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής για ακυρότητα της διαθήκης, λόγω της μη ιδιόχειρης γραφής και υπογραφής αυτής, όπου αρκεί μόνο η με την αγωγή αντιτασσόμενη γενική άρνηση του ενάγοντος κατά του προβαλλομένου, από τη διαθήκη, δικαιώματος του εναγόμενου. Στην περίπτωση, δηλαδή, αυτή δεν είναι υποχρεωμένος ο ενάγων να αποδείξει την αναλήθεια των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το δικαίωμα του εναγομένου, αλλά ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αλήθεια των περιστατικών αυτών, δηλαδή την ιδιόχειρη, από τον διαθέτη, γραφή και υπογραφή της διαθήκης (ΑΠ 1337/2021, ΑΠ 726/2016, ΑΠ 618/2016, ΑΠ 708/2015, ΑΠ 1595/2006, ΕφΠειρ 409/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η προσβολή συγχρόνως της διαθήκης ως πλαστής δεν είναι αναγκαία, αφού αυτή είναι εξίσου άκυρη και όταν δεν είναι πλαστή, όπως συμβαίνει όταν έχει γραφεί από τρίτο με υπαγόρευση του διαθέτη. Όταν, όμως, προβάλλεται αυτοτελής ισχυρισμός για πλαστότητα της ιδιόγραφης διαθήκης, τα πραγματικά περιστατικά που τον στηρίζουν οφείλει να αποδείξει αυτός που τον προβάλλει (ΕφΑθ 399/2010, ΕφΑθ 2781/2008, Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, άρθρο 1721, αρ. 2).

Με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους οι εκκαλούντες παραπονούνται για την απόρριψη με την με αρ. 4149/2019 εν μέρει οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου της σωρευόμενης στο δικόγραφο αναγνωριστικής αγωγής τους ακυρότητας διαθήκης ως προς τους τρίτο και τέταρτη εναγόμενους, λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης αυτών. Ωστόσο με βάση τα όσα εκτέθηκαν,  η αγωγή αναγνώρισης ακυρότητας διαθήκης στρέφεται κατά των τετιμημένων με αυτή, που είναι οι πρώτος και δεύτερος εναγόμενοι,  ενώ έπεται ότι η αναγνώριση ή μη της ακυρότητας  ως προς τους λοιπούς εναγόμενους, που δεν έχουν αυτή την ιδιότητα, δεν θα έχει καμία έννομη συνέπεια, ώστε ως προς αυτούς οι ενάγοντες στερούνται  εννόμου συμφέροντος. Κατόπιν αυτών, ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την ως άνω μη οριστική του απόφαση, απέρριψε την αγωγή των εναγόντων, ώστε ο πρώτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Με τον δεύτερο λόγο της έφεσης οι εκκαλούντες παραπονούνται για την απόρριψη με την ως άνω  εν μέρει οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (4141/2019) της σωρευόμενης στο δικόγραφο αγωγής αναγνώρισης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ως προς τους πρώτο και δεύτερο εναγόμενους. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στο δικόγραφο, στις ενέργειες για τη δημοσίευση και κήρυξη  κυρίας της επίδικης διαθήκης  προέβη ο  τρίτος εναγόμενος, με πληρεξουσία Δικηγόρο την τέταρτη εναγόμενη, ενώ αναφορικά με τους πρώτο και δεύτερο  εναγόμενους, εγγόνους της θανούσας και τετιμημένους με τη διαθήκη, πέρα από τη γνώση αυτών,  δεν εκτίθεται ότι αυτοί, ως ωφελούμενοι, συνέργησαν με οποιονδήποτε τρόπο στις ενέργειες των προηγούμενων, αντίθετες με τα χρηστά ήθη (κατά τους ενάγοντες), είτε ακόμα τους έπεισαν να προχωρήσουν στις ενέργειες αυτές (ηθική αυτουργία), χωρίς να αρκεί η γενική αναφορά  ότι άπαντες οι εναγόμενοι ζημίωσαν αυτούς, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιείται η λέξη «ιδίως» για τους τρίτο και τέταρτη εναγομένους (…. «οι καθ’΄ών και ιδίως ο τρίτος και η τέταρτη ενήργησαν παράνομη πράξη αντίθετη με κάθε έννοια καλής πίστης, χρηστών συναλλακτικών ηθών….»). Κατόπιν αυτών, ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την συννεκκαλούμενη εν μέρει οριστική του απόφαση απέρριψε τη σωρευόμενη στο δικόγραφο αγωγή αδικοπραξίας με αίτημα την αναγνώριση καταβολής χρηματικής ικανοποίησης (ΑΚ 914, 932) ως αόριστη  για τους πρώτο και δεύτερο εναγόμενους, ώστε ο σχετικός λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν νόμιμα με επίκληση οι διάδικοι,  των με αρ.  ………/159-2020 και  ………./31-5-2022 εκθέσεων  γραφολογικών  πραγματογνωμοσυνών των δικαστικών γραφολόγων  ………  και ……….., που διενεργήθηκαν, αντίστοιχα, δυνάμει των με αρ. 4141/2019 και 1367/2021 αποφάσεων του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, της  με αρ.  …../30-3-2018 ένορκης βεβαίωσης  του μάρτυρα ……, που ελήφθη με την επιμέλεια των εναγόντων ενώπιον της Συμβολαιογράφου Νέας Ερυθραίας ………, μετά από νόμιμη κλήτευση των εναγόμενων (βλ. τις με αρ. … , …, .. και …/27-3-2018 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού Επιμελητή στο  Εφετείο Πειραιώς ………), της με αρ.  ………./5-6-2018 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ………,  που ελήφθη με την επιμέλεια των εναγόντων ενώπιον της συμβολαιογράφου Κιλκίς …………, μετά από νόμιμη κλήτευση των εναγόμενων (βλ.  τις  με αρ. .., …, … και …/31.5.2018 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς ……….), των με αρ. …. και …/20.6.2018 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ……… και ……….. που ελήφθησαν ομοίως με την επιμέλεια των εναγόντων ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, μετά από νόμιμη κλήτευση των εναγόμενων (βλ. την με αρ. ……../15-6-2018 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς ………) και προσκομίστηκαν με την προσθήκη αυτών κατά την αρχική συζήτησης της αγωγής στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών  και των με αρ. …, …, …. και …/4-6-2018 ενόρκων βεβαιώσεων  των μαρτύρων ………..,  οι οποίες ελήφθησαν με την επιμέλεια των εναγόμενων ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών μετά από νόμιμη κλήτευση των εναγόντων (βλ. την με αρ. …./30-5-2018 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ……….) και της με αρ. …./2023 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών …….. που ελήφθη με την επιμέλεια των εναγόντων στα πλαίσια άλλης δίκης και λαμβάνεται υπόψη ως έγγραφο προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Στις 15-1-2016 απεβίωσε στην Αθήνα σε ηλικία 76 ετών (γεννηθείσα στις 3.9.1939) στο Γενικό Νοσοκομείο Νοσημάτων Θώρακος Αθηνών «Η Σωτηρία», η ‘………….., εν διαστάσει σύζυγος ……, κάτοικος εν ζωή ……. Αττικής (βλ. το από 12.1.2017 απόσπασμα της με αρ.  …  τόμος …/2016  ληξιαρχικής πράξης θανάτου του ληξιάρχου ….) μητέρα των εναγόντων, … και ………., και της τέταρτης των εναγομένων, ………. και  γιαγιά των πρώτου και δευτέρου των εναγόμενων, …. και ………., από τη μητρική τους πλευρά.  Η θανούσα  τελούσε από πολλών ετών (από το 1986)  σε διάσταση με τον σύζυγό της και πατέρα των εναγόντων και της τετάρτης των εναγόμενων, ………… χωρίς, ωστόσο, μέχρι το θάνατό της να έχει λυθεί ο γάμος τους, ενώ τα τελευταία είκοσι επτά (27) έτη πριν αποβιώσει, τελούσε σε ελεύθερη ένωση με τον τρίτο των εναγόμενων, ………., με τον οποίο συμβίωνε τουλάχιστον επί εικοσαετία. Ο  τελευταίος,  εν ζωή σύντροφος της αποβιώσασας, υπέβαλε  στο Ειρηνοδικείο  Αθηνών την από 15-6-2016 και με αριθμό κατάθεσης …../17-6-2016 αίτηση για δημοσίευση και κήρυξη κυρίας της από 28-9-2012 ιδιόγραφης διαθήκης της ως άνω διαθέτιδας.   Δυνάμει του με αριθμό …./19-7-2016 πρακτικού του Ειρηνοδικείου Αθηνών, μετά από ένορκη εξέταση του ιδίου τρίτου εναγόμενου, ο οποίος δεν ήταν τετιμημένος με αυτή, δημοσιεύθηκε η άνω διαθήκη  και κηρύχθηκε κυρία (βλ. την αριθμό …./19-7-2016 Πράξεως της Ειρηνοδίκου Αθηνών). Με την διαθήκη της αυτή η αποβιώσασα κατέλιπε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία της στους εγγονούς της, …. και …….., δηλαδή στους πρώτο και δεύτερο  των εναγομένων. Το περιεχόμενο της διαθήκης αυτής ειδικότερα είναι το εξής : «Η Διαθήκη μου. Εγώ η ……… σήμερα 28 Σεπτεμβρίου 2012 που γνωρίζω και γράφω και είμαι καλά στα μυαλά μου, θέλω μετά το θάνατο μου κάθε κινητή και ακίνητη περιουσία μου και το σπίτι μου στη ….. να πάει στα εγγόνια μου …….. και ………. και να μην τα πουλήσουν. Αυτή είναι η επιθυμία μου με αυτή τη διαθήκη μου, δίνω την ευχή μου και θέλω να τη σεβαστούν όλη (όπως η ορθογραφία της διαθήκης). Πέραμα 28/9/2012 ……..».  Για την εγκυρότητα της διαθήκης αυτής διενεργήθηκαν δύο (2) πραγματογνωμοσύνες, αρχικά από την δικαστική γραφολόγο ……. και, στη συνέχεια, νέα γραφολογική πραγματογνωμοσύνη από την δικαστική γραφολόγο ……….  Σύμφωνα με την έκθεση της πρώτης (από 15.9/2020 αρ. καταθ. …/2020)  η γραφή του κειμένου της πειστήριας διαθήκης, εμφανίζει  ομοιότητες με τα δειγματικά στοιχεία της γραφής της θανούσας, οι οποίες  υπερτερούν ποσοτικά και ποιοτικά έναντι των διαφορών, από την αξιολόγηση των οποίων, με  δεδομένη όμως, όπως αναφέρει η άνω πραγματογνώμων,   την αδυναμία του δειγματικού υλικού των γνήσιων γραφών αυτής, το οποίο έχει  μικρή έκταση και  φέρει  απροσδιόριστης χρονολογίας γραφή που δεν επιτρέπει την διαμόρφωση σαφούς εικόνας για την γραφική ευχέρεια και τις συνήθειες της θανούσας,  η γραφή της επίδικης διαθήκης  πιθανολογείται  ότι έχει χαραχθεί από την ……….. Περαιτέρω η  ολόγραφη  υπογραφή που έχει τεθεί κάτω από το κείμενο της επίδικης  διαθήκης, συγκρινόμενη με δειγματικές γνήσιες υπογραφές αυτής (σε συμβολαιογραφικά έγγραφα και την ταυτότητά της) διαπιστώθηκε ότι παρουσιάζει διαφορές κυρίως σε γενικά γραφολογικά χαρακτηριστικά, αλλά και  αρκετές ομοιότητες, ως επί το πλείστον σε εσωτερικά δομικά γραφολογικά χαρακτηριστικά, από την αξιολόγηση των οποίων και με δεδομένη την αδυναμία του δειγματικού υλικού  πιθανολογείται επίσης ότι έχει χαραχθεί από την ………. Η γραφολόγος …… ( από 20.5.2022 και αρ. καταθ. ……../31-5-2022 έκθεση πραγματογνωμοσύνης) στη γραφή της επίμαχης διαθήκης σε σχέση με τη δειγματική γραφή της θανούσας εντοπίζει διαφορές σε λίγα γράμματα  και διαφοροποιήσεις στο γραφικό ρυθμό, αλλά ιδίως αρκετές ομοιότητες ως προς τις λεπτομέρειες χάραξης και τα εξατομικευμένα ιδιάζοντα γραφολογικά γνωρίσματα, τα οποία διαφεύγουν της προσοχής του πλαστογράφου, με βάση δε τη  γενική εικόνα της  διαθήκης αναφέρει ότι αυτή θα πρέπει να ήταν σε ασταθές υποστήριγμα και χρόνο που αυτή αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας Καταλήγει στην άποψη ότι η γραφή της επίμαχης διαθήκης έχει μεγάλη πιθανότητα να έχει γραφεί από τη θανούσα χωρίς όμως να είναι σε θέση να  καταλήξει σε  απόλυτα ασφαλές συμπέρασμα λόγω της μικρής ποσότητας του δειγματικού υλικού. Σε όμοιο συμπέρασμα καταλήγει  η άνω γραφολόγος και σχετικά με την υπογραφή της επίδικης διαθήκης, αναφέροντας ότι αυτή παρουσιάζει λίγες διαφορές και μερικές διαφοροποιήσεις αλλά ιδίως αρκετές ουσιώδεις ομοιότητες ως προς τις λεπτομέρειες χάραξης και τα εξατομικευμένα – ιδιάζοντα γραφολογικά γνωρίσματα, τα οποία δεν προσέχει αυτός που διενεργεί πλαστογραφία, ώστε με μεγάλη πιθανότητα πρόκειται για γνήσια υπογραφή της.   Η τεχνική σύμβουλος των εναγόμενων  ……….. αναφέρει στην από Μάϊο του 2018   γνωμοδότησή της ότι  η επίδικη διαθήκη χαράσσεται με φυσική και αυθόρμητη αποτύπωση, των επί μέρους σχηματισμών και υπογραφής ως συνόλου, η οποία εκδηλώνεται με άτακτη και ασυνεπή την κλίση και τη μορφή των γραμμάτων και με εμφανή την έλλειψη επιμέλειας και προσπάθειας για καλλιεπή χάραξη των επί μέρους στοιχείων της, παρά την ορθή διάταξη και οργάνωση κειμένου  και υπογραφής στον διατιθέμενο γραφικό χώρο. Ακόμα ότι  φέρεται με ευρήματα ελαφράς αλλοίωσης και δυσκαμψίας των γραμμάτων κατά τη χάραξη των γραμμών τους, αποτυπώνοντας έτσι ενδείξεις παθολογικότητας και άμβλυνσης του μυικού συστήματος του φορέως τους. Όλα τα στοιχεία αυτά κατά την άνω γραφολόγο  δεικνύουν ότι η διαθήκη αυτή φαίνεται ότι έχει συνταχθεί πρωτογενώς, αλλά αρκετά  βιαστικά και κάπως πρόχειρα από φυσικόν και σε καλή κατάσταση συντάκτη και φορέα. Περαιτέρω η άνω γραφολόγος συγκρίνοντας  τη γραφή και υπογραφή της θανούσας με τη γνήσια γραφή και υπογραφή αυτής διαπιστώνει απουσία ευρημάτων ή ενδείξεων  απομίμησης στον τρόπο διαμόρφωσης της  επίδικης γραφής και υπογραφής  και ακόμα ομοιότητες σε γραφολογικά γνωρίσματα, τα οποία είναι τόσο εξατομικευμένα, όσο και μη αντιληπτά από τον ίδιο τον συντάκτη τους, που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ……. είναι φυσική συντάκτρια της διαθήκης, ώστε η γραφή και υπογραφή σ΄αυτή είναι γνήσια. Στον αντίποδα οι γραφολόγοι – τεχνικοί σύμβουλοι των εναγόντων ……..  και  ………. υποστηρίζουν ότι η  γραφή και υπογραφή στην επίδικη διαθήκη δεν προέρχεται από τη θανούσα. Όμως η πρώτη στην έκθεσή της (από 2-10-2017) ως δειγματικό υλικό έχει χρησιμοποιήσει μόνο συμβολαιογραφικά έγγραφα με την υπογραφή της θανούσας, τα οποία έχουν συνταχθεί πολλά χρόνια πριν το θάνατό της (1966 -1990) και όχι  και τα λοιπά έγγραφα, όπου υπάρχει και η γραφή της (βιβλίο ψαλμών). Η δεύτερη (από 31.11.2020 γνωμοδότηση), ενώ εντοπίζει ομοιότητες μεταξύ διαθήκης και γνήσιας γραφής της θανούσας ως προς τη μορφή και τρόπο σχηματισμού ορισμένων γραφικών χαρακτήρων (α,γ ε, η, θ, κ, μ, σ, τ) δεν αξιολογεί αυτές, υποστηρίζοντας ότι είναι σύνηθες να εντοπίζονται ομοιότητες με δεδομένη την προσπάθεια του πλαστογράφου να απομιμηθεί τη διαθέσιμη προς αυτόν γραφή. Αντίθετα  εστιάζει στις διαφορές, ο οποίες κατά την ίδια  είναι σε ουσιώδη γραφολογικά χαρακτηριστικά  και με βάση αυτές συμπεραίνει ότι η γραφή και υπογραφή στην επίδικη διαθήκη δεν έχει γραφεί από τη θανούσα,  όμως δεν αιτιολογεί πώς προκύπτει η προσπάθεια απομίμησης της γνήσιας γραφής (και υπογραφής)  στην επίδικη διαθήκη,  ενώ αυτό  δεν φαίνεται από την   όλη εικόνα αυτής (βλ. την  πραγματογνωμοσύνη της ……………). Με βάση το άνω αποδεικτικό υλικό των πραγματογνωμοσυνών και των εκθέσεων των τεχνικών συμβούλων των διαδίκων,  λαμβάνοντας υπόψη  ιδίως το πόρισμα της πραγματογνωμοσύνης της ……….. και την τεχνική έκθεση της  ………., το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι η επίδικη διαθήκη έχει γραφεί και υπογραφεί από την θανούσα ……….. Η παραδοχή αυτή ενισχύεται και από το υπόλοιπο  αποδεικτικό υλικό της υπόθεσης. Η θανούσα ……… είχε διακόψει την έγγαμη συμβίωσή της με το σύζυγό της ………., από το έτος 1986 περίπου και διέμενε όπως ήδη εκτέθηκε με το σύντροφό της  ………. στο Πέραμα Αττικής. Από τα τέκνα αυτής καλύτερη σχέση είχε με την τέταρτη εναγόμενη Αικατερίνη, η οποία συνέδραμε αυτή και οικονομικά, καθώς η θανούσα δεν είχε εισοδήματα. Όπως καταθέτει η μάρτυρας ……….. (βλ. την με αρ. …../2018 ένορκη βεβαίωση στο Ειρηνοδικείο Αθηνών) γειτόνισσα και φίλη  εν ζωή της θανούσας,  η θανούσα μπροστά της συνέταξε την επίδικη  διαθήκη, αφού προηγήθηκε τηλεφωνική της επικοινωνία με την δεύτερη ενάγουσα θυγατέρα της, κατά την οποία η τελευταία, την απέτρεψε να επιστρέψει στην οικία της στη ….. και την  εξύβρισε. Κατά την ίδια μάρτυρα, η οποία δεν είχε  σχέση συγγένειας με τους διαδίκους,  με αφορμή τη  συμπεριφορά της δεύτερης ενάγουσας και των όχι  καλών σχέσεων που είχε επίσης με τον πρώτο ενάγοντα υιό της, η θανούσα κατέλιπε το κληρονομιαίο ακίνητο στα τέκνα της τέταρτης εναγόμενης. Ο μάρτυρας ……, τέως σύζυγος της θανούσας (βλ. την με αρ. ………../30.3.2018 ένορκη βεβαίωση) υποστηρίζει ότι η γραφή στην επίδικη διαθήκη δεν προέρχεται από αυτήν, καθώς η θανούσα  όπως καταθέτει, είχε  βγάλει μόνο τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού και  δεν γνώριζε καλά γραφή, όμως  ο ανωτέρω τελούσε σε διάσταση με την σύζυγό του  από το έτος 1986, όταν η θανούσα ήταν 47 ετών, ενώ η επίδικη διαθήκη γράφηκε πολλά χρόνια αργότερα, το έτος 2012.  Η ύπαρξη ορθογραφικών λαθών στα γνήσια κείμενα  της θανούσας δεν σημαίνει ότι η επίδικη διαθήκη (στην οποία πάντως υπάρχει και ΄σ΄αυτή ένα ορθογραφικό  λάθος στη λέξη «όλοι» στο τέλος αυτής)  δεν προέρχεται από αυτήν, όπως έχουν αποφανθεί οι πραγματογνώμονες. Για το λόγο αυτό δεν είναι επίσης χρήσιμη προς απόδειξη η ένορκη βεβαίωση  του μάρτυρα …….. (με αρ.  ………./5-6-2018 ενώπιον της συμβολαιογράφου Κιλκίς ………) που καταθέτει ότι από τετράδιο της θανούσας με συνταγές, διαπίστωσε ότι αυτή ήταν πρακτικώς αναλφάβητη και έγραφε με το διτονικό σύστημα, όμως δεν  έχει προσκομισθεί στο συγκριτικό υλικό παρόμοιο τετράδιο με γνήσια γραφή της θανούσας και ακόμα ο μάρτυρας δεν προσδιορίζει τι  σημαίνει ο όρος διτονικό σύστημα. Επίσης, ακόμα και  αν η θανούσα αρχικά είχε εκφράσει την πρόθεσή της να παραχωρήσει το επίδικο ακίνητο στη δεύτερη ενάγουσα – θυγατέρα της (βλ. ένορκη βεβαίωση του …….. και τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ………… και ………,  κατά τις οποίες  υπήρχε συμφωνία της οικογένειας για το ζήτημα αυτό να παραχωρηθεί το ακίνητο στη δεύτερη ενάγουσα),  δεν σημαίνει ότι δεν μπορούσε τελικά να μεταβάλει την άποψή της. Τέλος και το κείμενο της επίδικης διαθήκης, που δεν απαιτεί ιδιαίτερες γραμματικές γνώσεις – υψηλό μορφωτικό επίπεδο,    με τη χρήση των εκφράσεων «δίνω την ευχή μου»…. «να μη τα πουλήσουν»…. Αυτή είναι η επιθυμία μου να τη σεβαστούν όλοι»,   συνηγορεί στην γνησιότητα αυτής ως προερχόμενης από τη θανούσα και όχι στην σύνταξή της από κάποιον τρίτο. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, αποδεικνύεται ότι η επίδικη διαθήκη έχει συνταχθεί και υπογραφεί από τη θανούσα, ώστε η αγωγή αναγνώρισης της ακυρότητας αυτής έπρεπε να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατ΄ επέκταση, απορριπτέα ως αβάσιμη είναι  και  η σωρευόμενη στο δικόγραφο  αγωγή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, αφού,  ενόψει της γνησιότητας της διαθήκης,  δεν συντρέχει περίπτωση αδικοπραξίας – συμπεριφοράς αντίθετης με τα χρηστά ήθη, των τρίτου και τέταρτης των εναγόμενων σε  βάρος των εναγόντων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την αγωγή, ορθά εφάρμοσε το νόμο κι εκτίμησε τις αποδείξεις, οι δε ελλιπέστερες  αιτιολογίες αυτού συμπληρώνονται από την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), ώστε και οι λοιποί λόγοι της (β) έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι και  η έφεση στο σύνολό της.  Ενόψει της απόρριψης αυτής, θα πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης, που αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας, στο Δημόσιο Ταμείο.  Σε βάρος των εκκαλούντων πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας,  για την άνω έφεση, αλλά  ενιαία και με την με στοιχ. (α) έφεση, ενόψει του ότι οι διάδικοι είναι ταυτόσημοι και οι εφεσίβλητοι δεν υποβλήθηκαν ως προς αυτή  σε χωριστά έξοδα,  μειωμένα, όμως, ενόψει και της εύλογης αμφιβολίας για την έκβαση της δίκης (άρθρα 246, 179, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία των διαδίκων.

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις εφέσεις : (α) από 13-3-2020 και με αριθμό κατάθεσης  ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2023  και (β) από 21-7-2023 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2023.

Α) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την (α) από 13-3-2020 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2023  έφεση.

 Β) ΔΕΧΕΤAΙ τυπικά και απορρίπτει  κατ’ ουσίαν την (β) από 21-7-2023 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2023 έφεση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ  σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, τα οποία ορίζει, ενιαία και για τις δύο (2) εφέσεις,  στο ποσό των εξακοσίων (600 €) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στον Πειραιά  στις 9 Δεκεμβρίου 2024.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε δε  στον ίδιο τόπο σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου Ελένης Νικολακοπούλου, αποτελούμενη από τους Δικαστές, Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Σοφία Καλούδη και Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτες, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους και με την παρουσία της Γραμματέως στις   31-1-2025.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ