Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 78/2025

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Δ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ    78/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Κακόγιαννο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Της ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ………… ατομικά και ως ασκούσας την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ειρήνη Καρβουνιάρη.

Η ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗ άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά του εκκαλούντος – εναγόμενου, την από 14-7-2021 αγωγή, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης αντίστοιχα (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ………./2021. Επίσης ο εκκαλών άσκησε, κατά της εφεσίβλητης  εναγόμενης, την από 12-7-2021 αγωγή, με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. …………/2021.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ΄αρ. 2160/2022 οριστική απόφασή του (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση), αφού συνδεκδίκασε τις ως άνω αγωγές, έκανε εν μέρει δεκτές αυτές.

Ήδη την ανωτέρω απόφαση προσβάλλει ο εναγόμενος στην πρώτη ως άνω αγωγή, ήδη εκκαλών, με την ένδικη από 9-9-2022 έφεσή του, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ ………./12-9-2022, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ …………./19-9-2022, προσδιορίστηκε δε αρχικά για τη δικάσιμο της 5ης-10-2023, κατά την οποία δεν εισήχθη προς συζήτηση λόγω των περιφερειακών εκλογών της 8ης-10-2023. Επαναπροσδιορίστηκε δε οίκοθεν προς συζήτηση, δυνάμει της υπ΄αρ. 81/2023 Πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αρ. ……..

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το πινάκιο, η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις της, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, ύστερα από δήλωσή του, που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσε προτάσεις.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ΄αρ. 2160/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 αρ.3 περ.β΄ και δ΄, 593-602, 610-613 ΚΠολΔ), έχει  ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 591 παρ.1  ΚΠολΔ) και εντός της 30ημερης προθεσμίας του άρθρου 518 παρ.1 ΚΠολΔ, καθώς, η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις 13-7-2022 (βλ. υπ΄αρ. …./13-7-2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……………) και η ένδικη έφεση κατατέθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 12-9-2022, όπως προκύπτει από την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας έκθεση κατάθεσης (χωρίς να υπολογίζεται για την ως άνω προθεσμία το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ), και μέσα στα πλαίσια που ορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ). Σημειωτέον δε ότι, εκ του περισσού κατατέθηκε από τον εκκαλούντα, το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.3 εδ.α΄ ΚΠολΔ, παράβολο (βλ. τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κάτωθεν της έκθεσης κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης), αν και στην ένδικη περίπτωση δεν απαιτείται η κατάθεσή του, διότι, σύμφωνα με το εδ. στ΄ της παρ.3 του ίδιου άρθρου, από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται, μεταξύ άλλων, οι διαφορές του άρθρου 592 παρ.1,3 ΚΠολΔ, στις οποίες εμπίπτει η ένδικη. Ως εκ τούτου και ανεξάρτητα από την κρίση του Δικαστηρίου επί της ουσιαστικής βασιμότητας της έφεσης, θα διαταχθεί η απόδοση στον εκκαλούντα του κατατεθέντος από αυτόν παραβόλου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 και 1493 του ΑΚ προκύπτει, ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν είτε έχει διακοπεί η συμβίωση τους είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμα και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον όμως τα εισοδήματά από αυτήν ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του έξοδα και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του (ΑΠ 1020/2021, ΑΠ 416/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), προκαταβάλλεται δε σε χρήμα κάθε μήνα, εκτός αν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι να καταβληθεί με άλλο τρόπο. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαίδευσης, και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Εκείνος δε ο γονέας ο οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου μπορεί να συνυπολογίσει καθετί που συνδέεται με την εξαιτίας αυτής πραγματική διάθεση χρημάτων για τις ανάγκες του τέκνου καθώς και άλλες παροχές σε είδος, οι οποίες απορρέουν από τη συνοίκηση, η οποία, κατά κανόνα, συνοδεύει την επιμέλεια. Η αποτίμηση όμως σε κάθε περίπτωση των ιδιαιτέρων φροντίδων και παροχών του γονέα που έχει την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου είναι δυσχερής. Η διαφορά προσδιορίζεται στο προσήκον μέτρο με βάση τις ανάγκες των τέκνων, όπως προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του και την επαγγελματική του εκπαίδευση. Κατ’ αρχήν αξιολογούνται τα εισοδήματα των γονέων απ’ οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου. Συνθήκες ζωής νοούνται οι όροι διαβίωσης χωρίς να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις και η σπατάλη χρημάτων (ΑΠ 1020/2021 ό.π, ΑΠ 1612/2017, ΑΠ 174/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).  Οι συνθήκες δε αυτές που ανταποκρίνονται στο επίπεδο διαβίωσης του δικαιούχου ανάλογα με την ηλικία, υγεία, ικανότητες, εκπαίδευση κ.λπ. προσδιορίζουν το ύψος της διατροφής που του οφείλεται και η οποία μπορεί να είναι μικρότερη από τις δυνατότητες του υπόχρεου. Αντίθετα η διατροφή θα μειώνεται κάτω από το επίπεδο διαβίωσης του δικαιούχου, αν οι δυνατότητες του υπόχρεου είναι περιορισμένες και δεν επαρκούν. Εξάλλου, η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 εδ. 2 ΑΚ, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Ο εναγόμενος, συνεπώς γονέας, προς καταβολή ολοκλήρου του ποσού της διατροφής, μπορεί να επικαλεστεί κατ’ ένσταση, κατ’ άρθρο 262 ΚΠολΔ, ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου, οπότε, με την απόδειξη της ένστασης αυτής, περιορίζεται η υποχρέωση του εναγόμενου γονέα κατά το ποσό που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα και στη βάση αυτής υποχρέωση συνεισφοράς του άλλου γονέα (ΑΠ 416/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση δε μη υποβολής της σχετικής αυτής ένστασης, δεν δύναται το δικαστήριο να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως την οικονομική δυνατότητα του άλλου γονέα και να κανονίσει, ανάλογα με τις δυνάμεις του κάθε γονέα, το επιδικαστέο σε βάρος του εναγομένου ποσό της διατροφής. Όμως, σε περίπτωση που, σύμφωνα και με τα  ανωτέρω εκτιθέμενα, με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιμώνται οι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνο το μέρος το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέα (του εναγόμενου), ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Τότε, ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα προς τα εκατέρωθεν αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και δη ισχυρισμού στα πρακτικά ή τις προτάσεις του εναγόμενου (Εφ. Πειρ. 214/2016,  Εφ.Πατρ. 194/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390 και 1391, 1493 συνάγεται ότι οι σύζυγοι έχουν υποχρέωση να συνεισφέρουν από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας. Στην υποχρέωση αυτή, το μέτρο της οποίας προσδιορίζεται ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής, περιλαμβάνονται ειδικότερα, η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή τους, η κοινή υποχρέωση αυτών για τη διατροφή των τέκνων τους και γενικά η υποχρέωση για συμβολή στη λειτουργία του κοινού οίκου. Η συνεισφορά αυτή των συζύγων γίνεται με την προσωπική τους εργασία τα εισοδήματα και την περιουσία τους έστω και απρόσοδης (Ολ.ΑΠ 9/1991 ΕλΔνη 33.1429, Εφ.Πειρ.214/2016 ο.π).

Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1391, 1392 εδ. 2 και 1495 ΑΚ προκύπτουν τα εξής: Σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, οπότε εξακολουθεί μεν ο μεταξύ των συζύγων γάμος, αλλά δεν μπορεί να γίνει λόγος περί συνεισφοράς αυτών προς αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, μεταξύ των οποίων και η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή, αφού με τη διακοπή της συμβίωσης έπαυσε να υπάρχει και να λειτουργεί κοινός οίκος και να δημιουργούνται οικογενειακές ανάγκες, εκείνος από τους συζύγους που για εύλογη στο πρόσωπό του αιτία διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση, δικαιούται από τον άλλο, ανεξαρτήτως του εάν ο ένας είναι εύπορος και ο άλλος άπορος, διατροφή σε χρήμα, που προκαταβάλλεται μηνιαίως και υποκαθιστά τη συνεισφορά του υπόχρεου υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής. Η υποχρέωση για καταβολή κατά μήνα διατροφής σε χρήμα, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, είναι συνέπεια της κατά το άρθρο 1389 ΑΚ υποχρέωσης συνεισφοράς των συζύγων στην αμοιβαία διατροφή αυτών κατά τη διάρκεια του γάμου και δεν εξομοιώνεται με την κατά τα άρθρα 1485 επ. ΑΚ διατροφή (Ολ.ΑΠ 9/1991 ό.π.), ούτε με την κατά τα άρθρα 1442 επ. ΑΚ οφειλόμενη μετά το διαζύγιο, η οποία προυποθέτει την απορία του δικαιούχου, υπάρχει δε και αν ακόμη ο υπόχρεος αναγκάστηκε στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου. Εξάλλου, από τις ίδιες παραπάνω διατάξεις των άρθρων 1389, 1390 και 1391 ΑΚ προκύπτει ότι, το μέτρο της μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης οφειλόμενης στο δικαιούχο διατροφής, προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής, σε συνδυασμό με εκείνες που ανέκυψαν από τη χωριστή διαβίωση λαμβανομένων υπόψη των εκατέρωθεν οικονομικών δυνάμεων μεταξύ των οποίων και η περιουσία (Ολ.ΑΠ 2/1994, Ολ.ΑΠ 9/1991, ΑΠ 1218/2018, ΑΠ 773/2014, ΑΠ 1028/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ενόψει τούτων, στην αγωγή περί διατροφής του συζύγου που διέκοψε την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, πρέπει, κατά το άρθρο 216 παρ.1 ΚΠολΔ, ο ενάγων να επικαλείται τη συζυγική ιδιότητα, τη διακοπή της συμβίωσης για εύλογη αιτία και ότι οι βιοτικές του ανάγκες, λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών της χωριστής διαβίωσης, δικαιολογούν τον προσδιορισμό της διατροφής στο ζητούμενο με την αγωγή χρηματικό ποσό, ενώ δεν απαιτείται να αναφέρεται στην αγωγή, ούτε και στην απόφαση με την οποία επιδικάζεται διατροφή λόγω διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, η αποτίμηση της συνεισφοράς καθενός από τους συζύγους για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας. Ακόμη, από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, οπότε εκλείπει το στοιχείο της από κοινού συμβολής των συζύγων στην αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, χωρεί ένα είδος συμψηφισμού των αμοιβαίων υποχρεώσεων για διατροφή, έτσι ώστε δικαιούχος της χρηματικής διατροφής του άρθρου 1391 παρ. 1 του ΑΚ είναι ο σύζυγος, ο οποίος υπό τους όρους της έγγαμης συμβίωσης όφειλε τη μικρότερη συνεισφορά, οπότε, αν διέκοψε τη συμβίωση για εύλογη αιτία, του οφείλεται σε χρήμα ως διατροφή η διαφορά μεταξύ της μεγαλύτερης συνεισφοράς του άλλου και της δικής του μικρότερης συνεισφοράς (ΑΠ 132/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για τη θεμελίωση αυτής της αξίωσης (διατροφής) απαιτείται είτε ο δικαιούχος της διατροφής σύζυγος να διέκοψε ο ίδιος την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, όπως ρητά ορίζεται στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1391 του ΑΚ, είτε, κατ΄ επέκταση, η διακοπή να προήλθε από την πλευρά του υπόχρεου για διατροφή συζύγου (ΑΠ 1967/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εύλογη αιτία για τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης είναι οποιοδήποτε γεγονός που μπορεί να δικαιολογήσει τη διάσπαση της συμβίωσης. Ο τρόπος με τον οποίο επέρχεται η διάσπαση (εγκατάλειψη ή αποπομπή) δεν ενδιαφέρει. Η εύλογη αιτία μπορεί να οφείλεται σε υπαιτιότητα του ενός από τους συζύγους ή και σε κοινή υπαιτιότητα (ΑΠ 1967/2014, Εφ.Λαμ. 98/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα της ως άνω από 14-7-2021 και με Ε.Α.Κ. ……/2021 (υπό στοιχείο Α΄) αγωγής, ήδη εφεσίβλητη, εξέθετε σε αυτήν, κατόπιν παραδεκτής συµπλήρωσής της µε τις πρωτόδικες προτάσεις της, ότι έχει διακοπεί η έγγαµη συµβίωσή της µε τον εναγόµενο σύζυγό της για εύλογη αιτία και ότι αυτός αδυνατεί, για τους εκεί αναφερόμενους λόγους, να επιµελείται του τέκνου τους προς το συµφέρον αυτού, ζητούσε δε ακολούθως: i) να ανατεθεί αποκλειστικά στην ίδια η άσκηση της επιµέλειας του ανήλικου τέκνου τους Ιωάννη, ii) να υποχρεωθεί ο εναγόµενος να της προκαταβάλλει, για λογαριασµό του εν λόγω αδυνατούντος να αυτοδιατραφεί ανηλίκου τέκνου τους, ως µηνιαία διατροφή αυτού σε χρήµα και υπό την ιδιότητά της ως εν τοις πράγµασι ασκούσα την επιµέλειά του, το ποσό των 846 ευρώ µηνιαίως, µέσα στις πρώτες πέντε ηµέρες κάθε µήνα και για το χρονικό διάστημα από την επίδοση της αγωγής έως τον Ιούλιο του έτους 2023, iii) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της προκαταβάλλει ατομικά, ως μηνιαία διατροφή αυτής σε χρήμα, το ποσό των 1.000 ευρώ μηνιαίως, λόγω αδυναμίας της να αντιμετωπίσει τις ανάγκες της διατροφής της, εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα και για το χρονικό διάστημα από την επίδοση της αγωγής έως τον Ιούλιο του έτους 2023, με τον νόμιμο τόκο, τα ανωτέρω ποσά, από την καθυστέρηση καταβολής κάθε δόσης έως την εξόφληση, iv) να παραχωρηθεί στην ίδια, για λόγους επιείκειας και λόγω των αναφερόμενων ειδικών συνθηκών, η αποκλειστική χρήση της ειδικότερα αναφερόμενης οικογενειακής στέγης των μερών, αποκλειστικής κυριότητας του εναγόμενου.

Εξάλλου, ο ενάγων στην από 12-7-2022 και με Ε.Α.Κ. ……/2021 (υπό στοιχείο Β΄) αγωγή, ήδη εκκαλών, επικαλούμενος διακοπή της έγγαµης συµβίωσής του µε την εναγόμενη σύζυγό του, ζητούσε: i) να διαταχθεί η µετοίκηση της εναγόμενης από τη συζυγική οικία, ii) να ανατεθεί από κοινού στους διαδίκους η επιµέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους ……., καθοριζόµενης της επικοινωνίας του µε το ως άνω τέκνο κατά το χρόνο της µη διαµονής του µε αυτό, σύμφωνα με τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή, άλλως να ανατεθεί η άσκηση της επιµέλειας του ως άνω ανηλίκου τέκνου, ως προς τους τοµείς της µόρφωσης, της εκπαίδευσης και της υγείας αυτού, από κοινού στους διαδίκους – γονείς του, καθοριζοµένης επιπλέον της επικοινωνίας του ενάγοντος µε αυτό, κατά τα επίσης ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή, απειλoυµένης κατά της εναγόμενης χρηµατικής ποινής και προσωπικής κράτησης, για την περίπτωση παραβίασης του διατακτικού της απόφασης ως προς το σκέλος της επικοινωνίας.

Με την εκκαλουμένη απόφασή του (υπ΄αρ. 2160/2022), το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, συνεκδικάζοντας τις ως άνω αγωγές, έκρινε  παραδεκτή και ορισμένη την πρώτη αγωγή, διότι περιέχει, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην οικεία μείζονα σκέψη, όλα τα απαιτούμενα από τον νόμο στοιχεία για τη θεμελίωσή της, παρά τους αβάσιμους περί αοριστίας της ισχυρισμούς του εναγόμενου-εκκαλούντος, και νόμιμη, πλην του παρεπόμενου αιτήματός της να κηρυχθεί αυτή προσωρινώς εκτελεστή, το οποίο απέρριψε ως μη νόμιμο αναφορικά με το περί ανάθεσης της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου των διαδίκων διαπλαστικού μέρους της. Επίσης, η εκκαλουμένη, έκρινε παραδεκτή, ορισμένη και νόμιμη και τη δεύτερη αγωγή, πλην του αιτήματός της περί µετοίκησης της εναγόμενης από την οικογενειακή στέγη, το οποίο απέρριψε ως νομικά αβάσιμο, αφού συνιστά ασφαλιστικό µέτρο, πρόσφορο για την προσωρινή ρύθµιση της χρήσης της οικογενειακής στέγης, στο πλαίσιο ανοιγείσας δίκης ασφαλιστικών µέτρων και όχι επί αγωγής για την κύρια υπόθεση, καθώς και του παρεπόμενου αιτήματος περί κήρυξης αυτής προσωρινώς εκτελεστής, διότι δεν συνάδει με τον διαπλαστικό χαρακτήρα της. Ακολούθως, έκανε εν μέρει δεκτές τις ανωτέρω αγωγές και ως ουσιαστικά βάσιμες, ανέθεσε την επιμέλεια του προσώπου του ως άνω ανήλικου τέκνου οριστικά στην μητέρα του – ενάγουσα στην Α΄ αγωγή, με την οποία θα διαμένει, ανατιθεμένου, εντούτοις, του επιμέρους τομέα της επιμέλειας αυτού που αφορά στην υγεία του και στους δύο γονείς του, ρύθμισε την επικοινωνία του τέκνου με τον πατέρα του – εναγόμενο στην Α΄ αγωγή και ενάγοντα στη Β΄, κατά τον αναφερόμενο σε αυτήν (εκκαλουμένη) τρόπο και υποχρέωσε αυτόν να καταβάλλει στην ενάγουσα της Α΄ αγωγής, μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, ως διατροφή: α) ατομικά το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για το διάστημα από την επίδοση της αγωγής μέχρι και τις 5-11-2021, ημερομηνία κατά την οποία κατέστη αμετάκλητη η υπ΄αρ. 1817/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, δυνάμει της οποίας λύθηκε ο γάμος των διαδίκων και β) ως ασκούσας την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου των διαδίκων και για λογαριασμό αυτού, το ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως, για το διάστημα από την επίδοση της αγωγής μέχρι και τις 31-7-2023. Όλα δε τα ως άνω ποσά, με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε δόσης έως την εξόφληση.

Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονείται ο εναγόμενος στην Α΄ αγωγή – ήδη εκκαλών, με την κρινόμενη έφεσή του, κατ΄ ορθή εκτίμηση του δικογράφου της,  για  τους λόγους που εκθέτει σ΄ αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Οι λόγοι αυτοί πλήττουν το μέρος της εκκαλουμένης απόφασης, που αφορά στην υποχρέωσή του για την καταβολή της διατροφής εκ μέρους του, στην ενάγουσα της ως άνω υπό στοιχείο Α΄ αγωγής – εφεσίβλητη, τόσο ατομικά όσο και για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, ενώ δεν προσβάλλει την απόφαση ως προς τα λοιπά κεφάλαιά της, ήτοι αυτά με τα οποία ανατίθεται η οριστική επιμέλεια του τέκνου στη μητέρα του (πλην του τομέα της υγείας αυτού, στον οποίο θα έχουν συνεπιμέλεια) και καθορίζεται η επικοινωνία του με το ως άνω τέκνο. Ζητεί δε την εξαφάνιση της, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ώστε να απορριφθεί, κατά τα προαναφερθέντα, σχετικά με την καταβολή διατροφής αιτήματά της, η αγωγή της αντιδίκου του.

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού, των υπ΄αρ. …./9-11-2021, …./9-11-2021, …../9-11-2021 ένορκων βεβαιώσεων των …………………, αντίστοιχα, οι οποίες ελήφθησαν ενώπιον του συµβολαιογράφου Πειραιώς ………….., µε την τήρηση των κατ΄ άρθρα 591, 421 επ. ΚΠολΔ διατυπώσεων, με επιμέλεια του εναγόμενου στην Α΄ αγωγή – ενάγοντος στη Β΄, ήδη εκκαλούντος, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου του (βλ. την υπ΄αρ. ……/4-11-2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιµελήτριας του Εφετείου Πειραιώς, µε έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, ……………..), καθώς και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 26-2-2011, οι διάδικοι τέλεσαν στην Καλλιθέα Αττικής νόµιµο θρησκευτικό γάµο, κατά τη διάρκεια του οποίου απέκτησαν ένα άρρεν τέκνο, τον ………, που γεννήθηκε στις 21-6-2012. Μετά πρώτα έτη του γάμου τους, κατά τα οποία η συμβίωσή τους ήταν αρμονική, οι σχέσεις των διαδίκων άρχισαν να διαταράσσονται και, προϊόντος του χρόνου, επήλθε ψυχική και σωματική αποξένωση αυτών, αδυναμία επικοινωνίας, ενώ συχνά δημιουργούνταν μεταξύ τους έντονες φιλονικίες με αποτέλεσμα, από τις αρχές του έτους 2019, η έγγαµη συµβίωσή τους να διακοπεί οριστικά, όπως κρίθηκε και με την υπ΄αρ. 1817/2-9-2021 απόφαση του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσα επί αγωγής του εκκαλούντος, που κατέστη αμετάκλητη τις 5-11-2021 και µε την οποία απαγγέλθηκε η λύση του γάµου των διαδίκων λόγω υπερδιετούς διάστασης. Παρότι δε οι διάδικοι συνέχισαν μέχρι και την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης, να κατοικούν στη συζυγική οικία επί της οδού ……………. στο Πέραμα Αττικής, ιδιοκτησίας του εκκαλούντος, τουλάχιστον για κάποιες ημέρες την εβδομάδα, καθώς η εφεσίβλητη, κατά διαστήματα, διέμενε, μαζί με το ανήλικο τέκνο τους, στην οικία της μητέρας της επί της οδού ……………. στην Καλλιθέα Αττικής, εντούτοις, η έγγαμη συμβίωσή τους είχε διακοπεί ουσιαστικά, από τον ως άνω χρόνο (αρχές του έτους 2019), αφού δεν υπήρχε καμία ψυχική και σωματική επαφή μεταξύ τους, όπως προεκτέθηκε.  Ήδη, μετά την έκδοση της εκκαλουμένης, η οποία απέρριψε το αίτημα της ενάγουσας (στην Α΄ αγωγή) – εφεσίβλητης να παραχωρηθεί στην ίδια η χρήση της οικογενειακής στέγης, η τελευταία έχει αποχωρήσει από την ανωτέρω οικία ιδιοκτησίας του εναγόμενου (στην Α΄ αγωγή) – εκκαλούντος και έχει μισθώσει νέα οικία επί της οδού …………… στο Πέραμα, όπου και κατοικεί πλέον μαζί με το ως άνω τέκνο των διαδίκων. Η προαναφερθείσα διακοπή της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, οφείλεται σε κοινή υπαιτιότητά τους, καθώς, σταδιακά, λόγω και της πολύωρης απουσίας του εκκαλούντος εξαιτίας του επαγγέλματός του (ναυτικός), της δυσαρέσκειάς αυτού για το γεγονός ότι η εφεσίβλητη, κάποιες ημέρες (κυρίως Σαββατοκύριακα και αργίες), μετέβαινε με το τέκνο τους στην οικία της μητέρας της, προκειμένου να μην είναι μόνη της όταν ο εκκαλών ταξίδευε, αλλά και άλλων προσωπικών τους λόγων, επήλθε αποξένωση, αδιαφορία και έλλειψη αµοιβαίας αγάπης και σεβασµού, µε συνέπεια τη δηµιουργία συνεχών διαφωνιών και διαπληκτισμών µεταξύ τους, που πλέον καθιστούσαν αφόρητη την έγγαμη συμβίωση και συνεπώς ευλόγως αυτή διακόπηκε εκ μέρους της ενάγουσας. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα – εφεσίβλητη, τουλάχιστον από τη γέννηση του ως άνω τέκνου των διαδίκων και καθόλη τη διάρκεια του γάμου αυτών, δεν εργαζόταν, καθώς  ήταν επιφορτισμένη με τη φροντίδα, την ανατροφή και την περιποίηση του εν λόγω τέκνου τους, αλλά και με τις οικιακές εργασίες, συµµετέχοντας στην αντιµετώπιση των οικογενειακών αναγκών αποκλειστικά µε την προσφορά της προσωπικής της εργασίας. Ο εναγόμενος – εκκαλών εργαζόταν κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης και μέχρι και σήμερα υπό την ειδικότητα του ΑΒ’ μηχανικού στο πλοίο …… της εταιρείας ……………, με το οποίο πραγματοποιεί πλόες σε νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου και στην Καβάλα, αποκομίζει δε από την εργασία του αποδοχές ποσού τουλάχιστον 4.000 ευρώ μηνιαίως. Το ύψος αυτό των αποδοχών του, το οποίο αμφισβητεί ο εναγόμενος με την κρινόμενη έφεσή του, αποδεικνύεται τόσο από τη δήλωση και το εκκαθαριστικό φορολογίας εισοδήματος του εναγόμενου – εκκαλούντος για το έτος 2018, που προσκομίζονται από  την ενάγουσα – εφεσίβλητη, όπου οι ετήσιες δηλωθείσες αποδοχές του είναι 71.826,42 ευρώ και ο παρακρατηθείς φόρος, που αντιστοιχεί σε αυτές, 10.773,96 ευρώ, όσο και από το αποδεικτικό μισθοδοσίας του εναγόμενου – εκκαλούντος από την ως άνω εταιρεία στην οποία εργάζεται, για τον μήνα Σεπτέμβριο 2020, το οποίο επικαλείται και προσκομίζει ο ίδιος, όπου αναφέρονται ως καθαρές αποδοχές του για τον μήνα αυτόν, το ποσό των 4.315 ευρώ, εκ των οποίων πληρωτέο είναι το ποσό των 2.615,60 ευρώ, καθώς έλαβε προκαταβολή 1.700 ευρώ, όπως αναφέρεται στο ίδιο έγγραφο. Ακόμη και ο μάρτυρας του εναγόμενου κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ότι οι μηνιαίες αποδοχές του εναγόμενου είναι 3.000 – 4.000 ευρώ. Επίσης, ο εκκαλών έχει την πλήρη  και αποκλειστική κυριότητα ενός διαμερίσματος επιφάνειας 83 τ.μ., ευρισκομένου στον πρώτο όροφο πολυκατοικίας επί της οδού ……………. στο Πέραμα Αττικής, το οποίο αποτελούσε και τη συζυγική εστία των διαδίκων, καθώς επίσης και μίας ισόγειας εξοχικής κατοικίας επιφανείας 49 τ.μ., που βρίσκεται στο δημοτικό διαμέρισμα …. στην Εύβοια. Ακόμη, είναι ιδιοκτήτης του με αριθμό κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκινήτου 1.392 cc, με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2000. Δεν αποδείχθηκε δε ότι ο εναγόμενος – εκκαλών, διαθέτει άλλα περιουσιακά στοιχεία, εισοδήματα ή πόρους από άλλη πηγή. Διαμένει στο ανωτέρω διαμέρισμα στο Πέραμα και, επομένως, δεν βαρύνεται με την καταβολή μισθώματος, βαρύνεται, όμως, με τα λειτουργικά έξοδα αυτής της οικίας (δαπάνες ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος, θέρμανσης κ.α.), καθώς και με τις συνήθεις δαπάνες για την εν γένει διατροφή του, των ατόμων της ίδιας ηλικίας και κοινωνικοοικονομικής με αυτόν κατάστασης, ενώ δεν έχει υποχρέωση διατροφής άλλων τρίτων προσώπων, πλην του εν λόγω τέκνου του και της, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, εν διαστάσει συζύγου του. Εξάλλου, προέκυψε ότι η  ενάγουσα – εφεσίβλητη, διέκοψε την εργασία της (υπάλληλος σε σούπερ μάρκετ), μετά τον γάμο των διαδίκων και έκτοτε δεν έχει εργαστεί ξανά, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι έχει περιουσιακά στοιχεία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή, ούτε ότι έχει αποταμιεύσει χρήματα από αυτά που της έστελνε ο εναγόμενος όταν ταξίδευε, όπως ο τελευταίος εικάζει στην έφεσή του. Κατά τη διάρκεια της έγγαµης συµβίωσής της με τον εκκαλούντα, κατά τα προεκτεθέντα, η ενάγουσα – εφεσίβλητη συµµετείχε στην αντιµετώπιση των οικογενειακών αναγκών µε την προσφορά της προσωπικής της εργασίας, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι αυτός (εκκαλών) απουσίαζε από τη συζυγική εστία πολλές ώρες την ημέρα λόγω της φύσης της εργασίας του. Περαιτέρω, η ενάγουσα – εφεσίβλητη συνέχισε να διαμένει για ένα διάστημα στην ως άνω συζυγική στέγη, παρά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης με τον αντίδικό της, αλλά και στην οικία της μητέρας της στην Καλλιθέα, κατά διαστήματα, όπως προαναφέρθηκε, ενώ, μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης έχει αποχωρήσει από την ως άνω οικία ιδιοκτησίας του εκκαλούντος και έχει μισθώσει νέα οικία στο Πέραμα, επί της οδού …………., όπου και κατοικεί πλέον μαζί με το ως άνω τέκνο των διαδίκων. Έχει τις συνήθεις ανάγκες διατροφής των ατόμων της ίδιας ηλικίας και κοινωνικοοικονομικής με αυτήν κατάστασης, ενώ στερείται διατροφικών υποχρεώσεων προς άλλα πρόσωπα, πλην του τέκνου της. Σύμφωνα με τα παραπάνω, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής των διαδίκων, ο εναγόμενος έφερε το αποκλειστικό βάρος συντήρησης της οικογένειάς τους με τα έσοδά του από την εργασία του, η δε συνεισφορά της ενάγουσας, συνίστατο στη διεύθυνση και φροντίδα του συζυγικού οίκου και στην παροχή των υπηρεσιών και των φροντίδων της προς τον ίδιο τον εκκαλούντα και το ανήλικο τέκνο τους. Το γεγονός αν ήταν ο εναγόμενος που απέτρεψε την ενάγουσα, από την αρχή του γάμου τους, να συνεχίσει να εργάζεται  στο σούπερ – µάρκετ όπου απασχολείτο έως τότε, όπως κατέθεσε ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η μάρτυρας απόδειξης στην A΄ αγωγή …………….., αδερφή της ενάγουσας – ήδη εφεσίβλητης, ή αν η ίδια η ενάγουσα επέλεξε να μην εργάζεται μετά τον γάμο τους, όπως ισχυρίζεται ο  εναγόμενος – ήδη εκκαλών, ισχυρισμό που επιβεβαιώνουν ο μάρτυρας ανταπόδειξης ………………, φίλος του εναγόμενου και οι ως άνω ενόρκως βεβαιούντες, δεν ασκεί ουσιώδη έννομη επιρροή, δεδομένου ότι, σε κάθε περίπτωση, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα δεν εργαζόταν κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης, καθώς φρόντιζε το ανήλικο τέκνο που είχε αποκτήσει με τον εναγόμενο, λαμβανομένης μάλιστα υπόψη της πολύωρης, λόγω των απαιτήσεων της εργασίας του, απουσίας του τελευταίου από την συζυγική οικία. Από τα παραπάνω σαφώς προκύπτει ότι, κατά τη διάρκεια της έγγαµης συµβίωσης των διαδίκων, η ενάγουσα απολάµβανε µέρος των εισοδηµάτων του εναγόμενου συζύγου της αφού η ίδια, λόγω των οικονομικών της δυνατοτήτων, όφειλε τη µικρότερη συνεισφορά στην αντιµετώπιση των οικογενειακών αναγκών. Ενόψει δε ότι, κατά τα επίσης προεκτεθέντα, η έγγαμη συμβίωσή της με τον εναγόμενο – εκκαλούντα, διακόπηκε από εύλογη αιτία, ήτοι λόγω ισχυρού κλονισµού της από λόγους, που αφορούν αµφότερους τους διαδίκους (παρά τον αβάσιμο ισχυρισμό του εκκαλούντος περί αποκλειστικής υπαιτιότητας της αντιδίκου του για την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης), ώστε βάσιµα να είναι αφόρητη η εξακολούθησή της και για τους δύο συζύγους, η ενάγουσα δικαιούται διατροφής από τον εναγόμενο, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του τελευταίου που προβάλει με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης. Το ποσό της διατροφής αυτής, πρέπει να καθοριστεί στα 400 ευρώ µηνιαίως, το οποίο ανταποκρίνεται στις διαµορφωθείσες µετά τη διακοπή της έγγαµης συµβίωσης ανάγκες της ενάγουσας και αποτελεί την αναλογία που ο εναγόµενος θα ήταν υποχρεωµένος να συνεισφέρει για τη διατροφή της στο πλαίσιο αυτής (έγγαµης συµβίωσης), µε µέτρο τις οικονομικές  δυνατότητες καθένα από τους διαδίκους και τις συνθήκες της οικογενειακής τους ζωής, κατά τα ανωτέρω αναφερθέντα, όπως ορθά κρίθηκε με την εκκαλουμένη. Σημειωτέον δε ότι, για το διάστημα για το οποίο επιδικάστηκε η μηνιαία αυτή διατροφή σε χρήμα υπέρ της ενάγουσας, ήτοι από την επίδοση της Α΄αγωγής έως τις 5-11-2021, η τελευταία, πέραν της φροντίδας του ανηλίκου τέκνου της, αδυνατούσε, παρά τις προσπάθειές της, να ανεύρει εργασία, λόγω και των εξαιρετικά δυσχερών συνθηκών που επικρατούσαν στην αγορά εργασίας εξαιτίας των μέτρων που είχαν ληφθεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας του covid 19, που είχαν μειώσει σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα, δεδομένου μάλιστα ότι, η ενάγουσα αφενός μεν είχε, από πολλών ετών, σταματήσει να εργάζεται, αφετέρου δε, δεν είχε κάποια επαγγελματική ειδίκευση.

Εξάλλου, προέκυψε ότι, το ως άνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων  ……., αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, διότι δεν έχει δική του περιουσία, ούτε εισοδήµατα από οποιαδήποτε άλλη πηγή, ενώ λόγω της ηλικίας του, δεν έχει τη δυνατότητα να εργασθεί. Συνεπώς, υπόχρεοι προς διατροφή είναι οι γονείς του από κοινού, ο καθένας ανάλογα µε τις οικονοµικές του δυνάµεις. Ήδη, δε η εφεσίβλητη συνεισφέρει, όπως προεκτέθηκε, στις ανάγκες διατροφής του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων με την προσωπική της εργασία για τη φροντίδα και την ανατροφή του, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα. Ο ανήλικος γιός των διαδίκων φοιτά σε δηµόσιο δηµοτικό σχολείο, παρακολουθεί κατ’ οίκον παραδόσεις µαθηµάτων αγγλικής γλώσσας από την . ………, αντί διδάκτρων 96 ευρώ μηνιαίως, ενώ, επιπλέον, παρακολουθεί µαθήµατα ζίου ζίτσου στον Αθλητικό Πολιτιστικό Οργανισµό …….. ‘………….., για τα οποία καταβάλλεται το ποσό των 50 ευρώ µηνιαίως ως συνδροµή, όπως προκύπτει από την προσκοµιζόµενη, σε φωτοαντίγραφο, από την εφεσίβλητη, υπ’ αρ. ……/12-11-2021 απόδειξη του ως άνω αθλητικού συλλόγου, καθώς και μαθήματα κολύμβησης έναντι 30 ευρώ μηνιαίως. Όσον αφορά στην ιατρική του περίθαλψη, είναι έµµεσα, δια μέσου του  πατέρα του, ασφαλισµένος στον Οίκο Ναύτου, καθώς και σε ιδιωτικό ασφαλιστικό φορέα, με καταβαλλόμενα ασφάλιστρα ποσού 237,05 ευρώ κάθε εξάµηνο, το οποίο ήδη καταβάλλεται απευθείας, από τον εναγόμενο, στην οικεία ασφαλιστική εταιρεία, ενώ περαιτέρω παρακολουθείται από ιδιώτη παιδοενδοκρινολόγο για την επίσκεψη στον οποίο απαιτείται το ποσό των 70 ευρώ μηνιαίως. Επιπροσθέτως, το εν λόγω τέκνο έχει τις συνήθεις ανάγκες διατροφής, ένδυσης, ψυχαχωγίας, μετακίνησης κ.λπ., που έχει ένα τέκνο της ηλικίας του, με βάση και την οικονομική κατάσταση των γονέων του. Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες του εναγόμενου – εκκαλούντος και της ενάγουσας- εφεσίβλητης, τα ως άνω έξοδα του τέκνου και τις εν γένει περιστάσεις, η κατά μήνα διατροφή για το ως άνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων, πρέπει να καθορισθεί σε 750 ευρώ (πλέον ποσού 40 ευρώ περίπου μηνιαίως, το οποίο καταβάλλει απευθείας στην οικεία ασφαλιστική εταιρεία ο εναγόμενος – εκκαλών). Το ποσό αυτό είναι ανάλογο με τις ανάγκες του όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και ανταποκρίνεται στα απαραίτητα έξοδα για την εκπαίδευση, διατροφή, ένδυση, ψυχαγωγία και την εν γένει  συντήρησή  του, όπως προαναφέρθηκε, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εκκαλούντος, που προβάλει με τον δεύτερο και τελευταίο λόγο της έφεσής του. Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω δεδομένων, για το επίδικο χρονικό διάστημα πρέπει ο εναγόμενος να καταβάλλει ως ανάλογη τακτική σε χρήμα διατροφή για τον ανήλικο γιο του, το ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως. Κατά το λοιπό ποσό των 150 ευρώ μηνιαίως, που απαιτείται για τη διατροφή του ως άνω τέκνου, θα  συνεισφέρει η ενάγουσα – μητέρα αυτού, με την προσφορά της προσωπικής της εργασίας και απασχόλησης για την φροντίδα του, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα, γενομένης εν μέρει δεκτής, ως προς το ποσό αυτό και ως  ουσιαστικά βάσιμης της σχετικής ένστασης συνεισφοράς (άρθρο 1489 παρ.2 ΑΚ) του εναγόμενου και απορριπτομένης αυτής κατά τα λοιπά, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα. Η έτερη ένσταση του εναγόμενου – εκκαλούντος περί διακινδύνευσης της δικής του διατροφής, και παραπομπής του ανηλίκου τέκνου του για την διατροφή του στην ενάγουσα μητέρα του, είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη, καθώς, από τα προαναφερθέντα και με βάση τα ως άνω εισοδήματα του, προκύπτει ότι ο εναγόμενος μπορεί να καταβάλλει το ως άνω ποσό για την κάλυψη μέρους της διατροφής του ανηλίκου τέκνου που έχει αποκτήσει με την ενάγουσα, χωρίς να κινδυνέψει η δική του διατροφή. Εξάλλου, η ενάγουσα, κατά το κρίσιμο διάστημα που επιδικάστηκε με την εκκαλουμένη διατροφή σε χρήμα για το ανήλικο τέκνο τους, ήτοι για μία διετία από την επίδοση της εκκαλουμένης (από 31-7-2021 έως 31-7-2023), όπως προκτέθηκε, αδυνατούσε να εργαστεί, παρά τα όσα αντίθετα υποστηρίζει ο εναγόμενος, διότι, πέραν του ότι είχε τη φροντίδα του ανήλικου αυτού τέκνου, ήταν εξαιρετικά δύσκολη εκ μέρους της η ανεύρεση εργασίας, ακόμη και μερικής απασχόλησης, λόγω των έκτακτων μέτρων που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας του covid 19,  τα οποία επηρέασαν σημαντικά δυσμενώς την οικονομία. Η δε κατάσταση ανάγκης λόγω της πανδημίας αυτής, που κηρύχθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.)  στις 11-3-2020, άρθηκε από τον ίδιο Οργανισμό, στις 5-5-2023.

Κατόπιν τούτων, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που, με την εκκαλουμένη απόφασή του, κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν σχετικά με τα προσβαλλόμενα με την έφεση κεφάλαιά της και έκανε, ως προς αυτά, εν μέρει δεκτή την ως άνω αγωγή της ενάγουσας – εφεσίβλητης κι ως ουσιαστικά βάσιμη κατά τα ανωτέρω, υποχρεώνοντας τον εναγόμενο – εκκαλούντα να καταβάλλει, νομιμοτόκως, στην ενάγουσα ως μηνιαία διατροφή σε χρήμα: α) για την ίδια, 400 ευρώ μηνιαίως, για χρονικό διάστημα από την επίδοση της αγωγής έως τις 5-11-2021 και β) για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, 600 ευρώ μηνιαίως, για χρονικό διάστημα από την επίδοση της αγωγής έως τις 31-7-2023, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση, πρέπει να απορριφθεί κατ΄ ουσία. Όσον αφορά στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, αυτά θα επιβληθούν εις βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρα 183, 176 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει, κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων, την έφεση κατά της υπ’αρ. 2160/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου της έφεσης (e – παράβολο με αρ. ………………….., ποσού 100 ευρώ) στον καταθέσαντα αυτό εκκαλούντα.

Δέχεται τυπικά την έφεση.

Απορρίπτει την έφεση στην ουσία.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 6  Φεβρουαρίου 2025, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                  H  ΓPAMMATEAΣ