ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 85/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
2ο ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Νικολέττα Λαμπρίδου, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα K.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Του εκκαλούντος : ……………………, τον οποίο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Μάριος Καζάς (ΑΜΔΣΑ : ……….).
Των εφεσίβλητων : 1) …………. και 2) …………, τους οποίους εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος τους Μαρία – Αγγελική Τσοκαϊτη (ΑΜΔΣΑ : ….).
Επί της από 25-11-2019 με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2019 και ειδικό …../2019 αγωγής των εναγόντων κατά του εναγόμενου εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία η με αριθμό 767/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα σε αυτή (απόφαση).
Την απόφαση αυτή προσβάλλει ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 8-10-2021 έφεσή του, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/2021 και ειδικό …/2021 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2021 και ειδικό …/2021 για τη δικάσιμο της 20ης Οκτωβρίου 2022, οπότε η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 25ης Μαΐου 2023, οπότε η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.
Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν στο ακροατήριο και αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, αντίστοιχα.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η υπό κρίση έφεση του εν μέρει ηττηθέντος εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος κατά των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητων και κατά της με αριθμό 767/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, αρμοδίως εισάγεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου ανήκει το εκδώσαν την εκκαλουμένη απόφαση Πρωτοδικείο (άρθρα 19, 495, 498 ΚΠολΔ), ασκήθηκε δε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση του ένδικου δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 8-10-2021, ήτοι εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, που έλαβε χώρα την 9-9-2021 με επιμέλεια των εναγόντων, όπως προκύπτει από τη με αριθμό …./9-9-2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………… (άρθρα 126 παρ. 1 στοιχ. α, 127 παρ. 1 ΚΠολΔ), που μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι, το γεγονός δε αυτό δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους και ούτε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ). Επίσης, έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα, για το παραδεκτό της εφέσεως, το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α (β) ΚΠολΔ παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/8-10-2021 έκθεση κατάθεσης του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αναφορά στο με αριθμό …../2021 e-παράβολο ποσού 100,00 ευρώ). Πρέπει επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω από το παρόν Δικαστήριο, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των προβαλλόμενων λόγων της, μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτήν (άρθρα 522, 524 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
ΙΙ. Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την από 25-11-2019 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019 αγωγή τους οι ενάγοντες εξέθεταν ότι την 6-8-2018 κατάρτισαν στην Αθήνα με τον εναγόμενο, μέσω του διαμεσολαβητή του τελευταίου, που ομιλούσε τη γερμανική γλώσσα, ……….., σύμβαση πώλησης, δυνάμει της οποίας ο εναγόμενος ανέλαβε την υποχρέωση να τους παραδώσει ένα μεταχειρισμένο ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητο εργοστασίου κατασκευής Volkswagen τύπου Transporter T2 mini – bus, με αριθμό πλαισίου ………., με βενζινοκίνηση, αντί του τιμήματος ποσού 16.200 ευρώ, καθώς και ότι μεταξύ τους συμφωνήθηκε ότι το συγκεκριμένο όχημα θα πρέπει να έχει τις εξής τεχνικές ιδιότητες, ήτοι να έχει υποστεί πλήρη επισκευή ως προς το μηχανικό του σκελετό και όλο το εσωτερικό μέρος και τον ελαιοχρωματισμό του εξωτερικού μέρους του και να έχει υποβληθεί στους προβλεπόμενους τακτικούς ελέγχους και συντήρηση και να μην έχει μηχανικές βλάβες. Ιστορούσαν περαιτέρω ότι το ένδικο όχημα τους παραδόθηκε την 6-8-2018 από τον εναγόμενο, αφού οι ίδιοι μετέβησαν αεροπορικώς από το Μόναχο στην Αθήνα και το συμφωνηθέν τίμημα καταβλήθηκε τοις μετρητοίς στον εναγόμενο, ενώ την αμέσως επόμενη ημέρα (7-8-2018) οι ίδιοι (ενάγοντες) ανέθεσαν τη μεταφορά του πωληθέντος οχήματος οδικώς σε εταιρία διεθνών μεταφορών στον τόπο κατοικίας τους στη Γερμανία, η οποία ολοκληρώθηκε την 14-8-2018. Επίσης, ισχυρίζονταν ότι μετά την παραλαβή του οχήματος κατέβαλαν για τις πρώτες επισκευές, που αφορούσαν κυρίως τον άξονα και το σύστημα διεύθυνσης του οχήματος, προκειμένου να υποβληθεί στον έλεγχο πιστοποίησης τεχνικής κατάστασης, όπως αυτές αναλυτικά εκτίθενται στην αγωγή, καθώς και για αμοιβή του μηχανικού, που εξέτασε για πρώτη φορά το ένδικο όχημα, το συνολικό ποσό των 1.918,36 ευρώ, ότι απευθύνθηκαν στην αρμόδια τεχνική εταιρία, προς πιστοποίηση της τεχνικής κατάστασης του αυτοκινήτου, προκειμένου το όχημα να λάβει σχετική άδεια κυκλοφορίας σύμφωνα με τις διατάξεις της γερμανικής νομοθεσίας, πλην όμως, κατόπιν εξέτασης αυτού από μηχανικό την 10-11-2018 διαπιστώθηκε ότι το όχημα στερούνταν των ανωτέρω συμφωνημένων ιδιοτήτων, καθότι το αμάξωμά του, το πλαίσιο και οι εγκάρσιες δοκίδες του, ήτοι τα συστατικά μέρη του ήταν πλήρως διαβρωμένα, καθιστώντας το όχημα ακατάλληλο προς κυκλοφορία, οι δε ανωτέρω ελλείψεις ήταν αδύνατον να διαπιστωθούν με απλή εξέταση του οχήματος, διότι οι διαβρωμένες επιφάνειες είχαν καλυφθεί με στόκο και χρώμα, ώστε να μην γίνονται εύκολα αντιληπτές, ενώ επιπροσθέτως, διαπιστώθηκαν σοβαρές ελλείψεις σε βασικά παραρτήματα του οχήματος, όπως στο σύστημα φωτισμού, στο μηχανισμό πέδησης, στο σύστημα θέρμανσης και στις ζώνες ασφαλείας, όπως οι ελλείψεις αυτές εξειδικεύονται λεπτομερώς στην αγωγή. Ακόμα, ανέφεραν ότι οι ανωτέρω ελλείψεις του οχήματος υπήρχαν κατά το χρόνο παράδοσής του από τον εναγόμενο πωλητή, ο οποίος σαφώς τελούσε σε γνώση αυτών, ότι εξαιτίας αυτών των ελλείψεων δεν είναι δυνατόν να εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας, ότι η αξία του στην τρέχουσα κατάστασή του ανερχόταν στο ποσό των 1.800 ευρώ και ότι το κόστος επισκευής του, ώστε να καταστεί το όχημα ασφαλές και κατάλληλο προς κυκλοφορία, θα προσέγγιζε το ποσό των 20.000 ευρώ έως 25.000 ευρώ. Στη συνέχεια, εξέθεταν ότι κατόπιν αυτών, προέβησαν την 1-2-2019 στην επίδοση στον εναγόμενο της από 11-1-2019 εξώδικης δήλωσης και διαμαρτυρίας τους, με την οποία, αφού επικαλούνταν την έλλειψη των συνομολογημένων ιδιοτήτων του πωληθέντος οχήματος, κάλεσαν τον εναγόμενο να τους καταβάλει ως αποζημίωση το ποσό των 10.000 ευρώ, που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του τιμήματος, που κατέβαλαν, για την αγορά του και της πραγματικής αξίας του λόγω των ανωτέρω ελλείψεων, και του κόστους επισκευής του, τάσσοντάς του προθεσμία δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της εξώδικης πρόσκλησης, ενώ ταυτόχρονα δήλωσαν στον εναγόμενο ότι σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της ταχθείσας προθεσμίας, υπαναχωρούν από την ένδικη σύμβαση πώλησης, προσφέροντας προς παράδοση στον εναγόμενο το ένδικο όχημα και ζητώντας να τους καταβάλει παράλληλα το συνολικό ποσό των 20.314 ευρώ, που αφορούσε στο καταβληθέν τίμημα αγοράς εκ ποσού 16.200 ευρώ και στις δαπάνες, στις οποίες υποβλήθηκαν, ήτοι α) ποσό 714 ευρώ για μεταφορά του οχήματος στη Γερμανία, β) ποσό 2.000 ευρώ για τις επισκευές και την αμοιβή του μηχανικού και γ) ποσό 1.400 ευρώ για τα έξοδα του ταξιδιού στην Ελλάδα. Κατόπιν, ιστορούσαν ότι ως απάντηση στην από 14-2-2019 εξώδικη δήλωση και διαμαρτυρία του αντιδίκου τους, με την οποία ο τελευταίος αρνήθηκε πλήρως την ιδιότητα του πρώην ιδιοκτήτη του πωληθέντος αυτοκινήτου, προέβησαν την 14-3-2019 στην επίδοση προς τον εναγόμενο της από 14-3-2019 εξώδικης απάντησης και δήλωσής τους, με την οποία έταξαν νέα προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη λήψη της εξώδικης δήλωσής τους προς καταβολή από τον εναγόμενο του ανωτέρω ποσού των 10.000 ευρώ, ενώ ταυτόχρονα δήλωσαν εκ νέου ότι σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της ταχθείσας προθεσμίας, υπαναχωρούν από την ένδικη σύμβαση πώλησης, προσφέροντας προς παράδοση στον εναγόμενο το ένδικο όχημα και ζητώντας να τους καταβάλει παράλληλα το συνολικό ποσό των 20.314 ευρώ, χωρίς όμως, ο εναγόμενος να έχει ανταποκριθεί στις ανωτέρω προσκλήσεις τους έως το χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησαν να αναγνωριστεί η εγκυρότητα της από 30-3-2019 δήλωσης υπαναχώρησής τους και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να τους καταβάλει το συνολικό ποσό των 33.909,61 ευρώ και συγκεκριμένα, 1) το ποσό των 16.200 ευρώ, που κατέβαλαν ως τίμημα αγοράς του ένδικου οχήματος, 2) το ποσό των 714 ευρώ, που κατέβαλαν για τα έξοδα μεταφοράς αυτού στη Γερμανία, 3) το ποσό των 1.918,36 ευρώ, που κατέβαλαν για τις πρώτες επισκευές και για αμοιβή του μηχανικού, που εξέτασε για πρώτη φορά το ένδικο όχημα, 4) το ποσό των 1.379,52 ευρώ, που κατέβαλαν για τα έξοδα του ταξιδιού τους στην Ελλάδα και για έξοδα διαμονής τους στη χώρα, 5) το ποσό των 1.500,01 ευρώ, που κατέβαλαν για έξοδα διαφήμισης του αυτοκινήτου στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, 6) το ποσό των 10.483,60 ευρώ, που αντιστοιχεί στο διαφυγόν κέρδος τους, το οποίο θα αποκόμιζαν σύμφωνα με τη συνήθη πορεία των πραγμάτων από την εκμίσθωση του ένδικου οχήματος και 7) το ποσό των 1.714,12 ευρώ, που κατέβαλαν για τη σύνταξη και την έκδοση της από 18-6-2019 συντηρητικής πραγματογνωμοσύνης από επίσημο εκτιμητή – ορκωτό πραγματογνώμονα –διπλωματούχο μηχανικό, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της επίδοσης της από 14-3-2019 εξώδικης όχλησής τους προς τον εναγόμενο, άλλως από την επίδοση της αγωγής, μέχρι την εξόφληση. Επίσης, ζήτησαν να προσδιοριστεί τόπος και τρόπος παράδοσης του οχήματος, να κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή η εκδοθησομένη απόφαση και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην εν γένει δικαστική δαπάνη τους. Επί της αγωγής αυτής, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξέδωσε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία την εκκαλουμένη με αριθμό 767/2021 οριστική απόφασή του, δυνάμει της οποίας, αφού απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα το αίτημα αναγνώρισης της εγκυρότητας της από 30-3-2019 εξώδικης δήλωσης υπαναχώρησης και το αίτημα τοκοδοσίας από την παρέλευση της προθεσμίας των δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση της από 14-3-2019 εξώδικης όχλησης ως προς τα μη περιεχόμενα σε αυτήν αγωγικά κονδύλια, κατά τα λοιπά κρίθηκε η αγωγή ως επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, έγινε εν μέρει δεκτή αυτή (αγωγή) ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλει στους ενάγοντες το ποσό των 29.809 ευρώ, ισομερώς στον καθένα από αυτούς, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας ως προς το ποσό των 18.153,88 ευρώ από την 30-3-2019 και ως προς το ποσό των 11.655,12 ευρώ από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, κηρύχθηκε η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή ως προς την πιο πάνω καταψηφιστική της διάταξη κατά το ποσό των 10.000 ευρώ και καταδικάστηκε ο εναγόμενος στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων των εναγόντων ύψους 1.300,00 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής (767/2021) ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών άσκησε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου την κρινόμενη έφεσή του, ζητώντας να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, για τους αναφερόμενους στην έφεση λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με σκοπό να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η εναντίον του ασκηθείσα αγωγή.
III. Από τις διατάξεις των άρθρων 513, 522, 534, 535, 537 και 540 ΑΚ, όπως τα τέσσερα τελευταία έχουν αντικατασταθεί με το άρθρο 1 του Ν. 3043/2002, ο οποίος κατά το άρθρο 14 τούτου άρχισε να ισχύει από τις 21-8-2002, προκύπτουν τα ακόλουθα: ο πωλητής ευθύνεται ανεξάρτητα από υπαιτιότητά του, αν το πράγμα, κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή, δηλαδή από την παράδοσή του στον τελευταίο ή επί ακινήτου, από την τυχόν γενόμενη πριν την παράδοση μεταγραφή της πώλησης, έχει πραγματικά ελαττώματα ή στερείται τις συνομολογημένες ιδιότητες. Το ελάττωμα ή η έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, που διαπιστώνεται μέσα σε έξι μήνες από την παράδοση του πράγματος, τεκμαίρεται ότι υπήρχε κατά την παράδοση, εκτός αν τούτο δεν συμβιβάζεται με τη φύση του πράγματος που πουλήθηκε ή με τη φύση του ελαττώματος ή της έλλειψης. Ο αγοραστής στις περιπτώσεις ευθύνης του πωλητή για πραγματικό ελάττωμα ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, δικαιούται, κατ’ επιλογή του, είτε να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνσή του, τη διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν μία τέτοια ενέργεια είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες, είτε να απαιτήσει τη μείωση του τιμήματος είτε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός αν πρόκειται για επουσιώδες πραγματικό ελάττωμα. Υπό το νέο δίκαιο, μετά και την κατάργηση των άρθρων 559 – 561 ΑΚ, ο αγοραστής έχει το δικαίωμα να κάνει χρήση, ενιαίως για κάθε πώληση, είτε γένους, είτε είδους, οποιουδήποτε από τα προαναφερόμενα ένδικα βοηθήματα, η δε ευθύνη του πωλητή, κατά τη σαφή έννοια των παραπάνω διατάξεων, αποτελεί πλέον ευθύνη λόγω μη εκπλήρωσης. Η παράδοση παροχής ελαπωματικής ή χωρίς τις συμφωνημένες ιδιότητες συνιστά αθέτηση της υποχρέωσης προσήκουσας εκπλήρωσης που απορρέει από τη διάταξη του άρθρου 534 ΑΚ (ΑΠ 1588/2018 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Η ευθύνη του πωλητή στην περίπτωση αυτή είναι αντικειμενική, δηλαδή ανεξάρτητη από τη γνώση ή την έστω ανυπαίτια άγνοια αυτού περί της υπάρξεώς του και ο πωλητής ευθύνεται ανεξάρτητα από πταίσμα του (ΑΠ 420/2016, ΑΠ 1420/2013 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Ενώ σε περίπτωση που υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή, ο αγοραστής μπορεί, σωρευτικά, με τα ανωτέρω δικαιώματα να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους (ΑΠ 1230/2019, ΑΠ 402/2018 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Πραγματικό ελάττωμα, υπό την έννοια των προαναφερόμενων διατάξεων, συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάστασή του κατά τον κρίσιμο χρόνο της μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού. Ως ιδιότητα δε του πράγματος θεωρείται όχι μόνο κάποιο συγκεκριμένο φυσικό γνώρισμα ή πλεονέκτημα αυτού, αλλά και οποιαδήποτε σχέση, η οποία, από το είδος και τη διάρκειά της, επιδρά κατά την αντίληψη των συναλλαγών στην αξία ή τη χρησιμότητα του πράγματος. Επίσης, ως συνομολογημένη νοείται μία ιδιότητα, όταν υπάρχει ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών ότι το πράγμα έχει τη συγκεκριμένη ιδιότητα, στην ύπαρξη της οποίας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία από τον αγοραστή και την οποία ο πωλητής εγγυάται αναλαμβάνοντας και την ευθύνη για την ενδεχόμενη έλλειψή της (ΑΠ 1497/2018, ΑΠ 499/2017, ΑΠ 267/2015, ΑΠ 575/2013 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κατά το άρθρο 543 ΑΚ : «Αν κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή λείπει η συνομολογημένη ιδιότητα του πράγματος, ο αγοραστής δικαιούται, αντί για τα δικαιώματα του άρθρου 540, να απαιτήσει αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης ή, σωρευτικά με τα δικαιώματα αυτά, να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση παροχής ελαττωματικού πράγματος, η οποία οφείλεται σε πταίσμα του πωλητή». Από τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου συνάγεται ότι, εφόσον η προβλεπόμενη σε αυτές αποζημίωση οφείλεται στο πλαίσιο της συμβατικής ευθύνης του πωλητή λόγω της ελαττωματικότητας του πράγματος (παράβαση κύριας συμβατικής υποχρέωσης), συνιστά περίπτωση θετικού διαφέροντος «για μη εκπλήρωση της σύμβασης» (543 εδ. α), που αποσκοπεί, καλύπτοντας τόσο τις θετικές ζημίες όσο και το διαφυγόν κέρδος του αγοραστή, να τον φέρει (οικονομικά) στη θέση που θα βρισκόταν, αν το πράγμα ανταποκρινόταν στη σύμβαση, δεν είχε δηλαδή το πραγματικό ελάττωμα ή αν έφερε τη συνομολογημένη ιδιότητα (ΑΠ 1588/2018, ΤριμΕφΛαρ 9/2021 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Τέλος, τα ανωτέρω δικαιώματα παρέχονται στον αγοραστή κατά εκλεκτική ή διαζευκτική συρροή και ναι μεν δεν μπορούν να ασκηθούν σωρευτικά και η επιλογή του αγοραστή να ασκήσει ένα από αυτά είναι αμετάκλητη και αποκλείει πλέον άλλη επιλογή, είτε πρόκειται για το δικαίωμα της υπαναχωρήσεως από την πώληση, το οποίο, σημειωτέον, μπορεί να ασκηθεί και με σχετική αγωγή και παραδεκτά μπορούν να σωρευθούν σ’ αυτή και οι δευτερογενείς αξιώσεις από την υπαναχώρηση από την πώληση, ή για εκείνο (δικαίωμα) της μειώσεως του τιμήματος είτε για αυτό της αξιώσεως αποζημιώσεως, όμως δεν πρέπει να αποκλεισθεί η επιβοηθητική κατά το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠολΔ άσκηση των δικαιωμάτων αυτών για την περίπτωση που κριθεί ότι δεν υπήρξε στην πραγματικότητα επιλογή και μάλιστα έγκυρη του δικαιώματος, που πρώτο προβάλλεται με την αγωγή ή δεν συντρέχουν οι ειδικότερες προϋποθέσεις της αξιώσεως αποζημιώσεως, αφού ναι μεν ορίζει η διάταξη του άρθρου 306 παρ. 1 του ΑΚ, ότι η επιλογή που γίνεται σε περίπτωση διαζευκτικής ενοχής δεν επιδέχεται αίρεση ή προθεσμία, όμως η διαζευκτική ενοχή αφορά περισσότερες παροχές της αυτής ενιαίας αξίωσης και όχι διαζευκτικά συρρέουσες περισσότερες αξιώσεις ή δικαιώματα, οπότε, κατά την ορθότερη γνώμη, δεν συντρέχει ταυτότητα του νομικού λόγου για την αναλογική εφαρμογή της ως άνω διάταξης και στην περίπτωση της εκλεκτικής ή διαζευκτικής συρροής περισσότερων δικαιωμάτων (ΑΠ 402/2018, ΑΠ 1596/2014 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ).
IV. Με τον πρώτο λόγο έφεσης παραπονείται ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου η ένδικη αγωγή κρίθηκε ως ορισμένη, ενώ όφειλε να είχε απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, καθότι, κατά τη δέουσα εκτίμηση, δεν περιγράφεται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο το αντικείμενο της κρινόμενης υπόθεσης, ούτε η σχέση του εναγόμενου με το ένδικο όχημα, αλλά προβάλλονται ασαφείς ισχυρισμοί για δήθεν εκδήλωση εκ μέρους του ίδιου (εναγόμενου) παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς σε βάρος των εναγόντων και ουδεμία αναφορά γίνεται στην ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της δήθεν συμπεριφοράς του εναγόμενου και της δήθεν ζημίας των εναγόντων, από την οποία αντλούν τις δήθεν αγωγικές αξιώσεις τους, οι οποίες ουδόλως προσδιορίζονται με άλλα ειδικότερα στοιχεία πέραν του κόστους αυτών. Ωστόσο, ο προβαλλόμενος αυτός λόγος έφεσης, με τον οποίο επαναφέρεται πρωτοδίκως προβληθείς ισχυρισμός του εναγόμενου (με εν μέρει διαφορετικό περιεχόμενο, πλην όμως, παραδεκτά προτείνεται κατ’ άρθρο 527 αρ. 3 ΚΠολΔ ως εξεταζόμενος αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο), είναι απορριπτέος ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν, διότι, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της ένδικης αγωγής, οι ενάγοντες επικαλούνται με σαφήνεια στην ιστορική βάση της αγωγής τους όλα τα γεγονότα, τα οποία σύμφωνα με τον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου (άρθρα 513, 534, 540, 543, 297, 298 ΑΚ) θεμελιώνουν τη ζητούμενη έννομη συνέπεια, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω σχετική μείζονα σκέψη. Ειδικότερα, εκτίθεται στο αγωγικό δικόγραφο με σαφήνεια το σύνολο των γεγονότων επί των οποίων θεμελιώνεται το αίτημα αυτής κατά την έννοια του άρθρου 216 ΚΠολΔ, τα πραγματικά δηλαδή περιστατικά, που απαρτίζουν την ιστορική βάση της αγωγής και προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης, ήτοι εκείνα που περιγράφουν την κατάρτιση της ένδικης σύμβασης πώλησης, με τα ουσιώδη στοιχεία αυτής (συμβαλλόμενοι, αντικείμενο πώλησης, τίμημα), την ειδικότερη συμφωνία των διαδίκων για τις συγκεκριμένες ιδιότητες του ένδικου οχήματος, την έλλειψη των συνομολογημένων αυτών ιδιοτήτων κατά τον κρίσιμο χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στους ενάγοντες, τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος των τελευταίων προς διεκδίκηση αποζημίωσης για μη εκτέλεση της ένδικης σύμβασης με την επίδοση των δύο (2) εξώδικων δηλώσεών τους προς τον εναγόμενο, όπως και την αιτούμενη αποζημίωση προς αποκατάσταση της επελθούσας θετικής και αποθετικής ζημίας τους, όπως σαφώς εξειδικεύεται με τα επιμέρους αγωγικά κονδύλια, συνδεόμενα αιτιωδώς με την εν γένει αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του εναγόμενου πωλητή, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή, ώστε να δύναται το Δικαστήριο να προβεί στη νομική θεμελίωση της αγωγής και να τάξει τις δέουσες αποδείξεις, ο εναγόμενος δε, να αμυνθεί. Συνεπώς, η εκκαλουμένη απόφαση, που έκρινε ομοίως, ορθά κατ’ αποτέλεσμα το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν έσφαλε, έστω και με ανύπαρκτες αιτιολογίες, που παραδεκτά συμπληρώνονται και αντικαθίστανται με αυτές της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 ΚΠολΔ) και τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον ανωτέρω λόγο έφεσης, με τον οποίο επαναφέρεται πρωτοδίκως προβληθείς σχετικός ισχυρισμός του εναγόμενου, τυγχάνουν απορριπτέα, όπως και ο υπό κρίση πρώτος λόγος έφεσης στο σύνολό του.
V. Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται νόμιμα και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 277/2020, ΑΠ 386/2015 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), καθώς και από τις φωτογραφίες του ένδικου οχήματος, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ. 1 στοιχ. γ, 448 παρ. 2, 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατά το χρονικό διάστημα από την 25-6-2018 έως την 5-8-2018, οι ενάγοντες, κάτοικοι ………… Γερμανίας, ήρθαν σε διαπραγματεύσεις με τον εναγόμενο, κάτοικο Πειραιώς, με σκοπό να αγοράσουν από τον τελευταίο ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, με συγκεκριμένες προδιαγραφές, όπως κατωτέρω αναφέρεται. Διαμεσολαβητής του εναγόμενου στις διαπραγματεύσεις ήταν ο …………., ο οποίος ομιλούσε τη γερμανική γλώσσα και διευκόλυνε, εκτελώντας χρέη διερμηνέα, τους διαδίκους, τόσο στις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις όσο και στην κατάρτιση της επίδικης σύμβασης πώλησης. Ειδικότερα, οι διαπραγματεύσεις αφορούσαν το μεταχειρισμένο μίνι φορτηγό όχημα, ιδιωτικής χρήσης, εργοστασίου κατασκευής VOLKSWAGEN τύπου TRANSPORTER T2 mini – bus, με αριθμό πλαισίου ………….. και με βενζινοκίνηση. Οι ενάγοντες ζήτησαν μέσω του διαμεσολαβητή του από τον εναγόμενο να έχει το ένδικο όχημα τις εξής ιδιότητες, ήτοι α) να έχει επισκευαστεί πλήρως ως προς το μηχανικό σκελετό του και όλο το εσωτερικό μέρος, καθώς και ως προς τον ελαιοχρωματισμό του εξωτερικού μέρους του, β) να έχει υποβληθεί στους προβλεπόμενους τακτικούς ελέγχους και συντήρηση και γ) να μην έχει μηχανικές βλάβες. Και τούτο διότι, όπως οι ενάγοντες κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων κατέστησαν σαφές, το προς αγορά όχημα θα χρησιμοποιείτο προς κυκλοφορία και θα έπρεπε για το λόγο αυτό να είναι πλήρως λειτουργικό. Ο δε εναγόμενος αποδέχθηκε και ανέλαβε την υποχρέωση να παραδώσει στους ενάγοντες το ανωτέρω αυτοκίνητο, το οποίο θα φέρει τις άνω συμφωνημένες ιδιότητες, αποστέλλοντας στους ενάγοντες και σχετικές φωτογραφίες του αυτοκινήτου κατά τη διαδικασία επισκευής του. Εντός του παραπάνω χρονικού διαστήματος ο εναγόμενος διαβεβαίωσε τους ενάγοντες ότι το ένδικο όχημα ήταν πλήρως ελεγμένο και συντηρημένο, ότι δεν παρουσιάζει καμία μηχανική βλάβη και ότι ήδη πραγματοποιήθηκαν οι απαιτούμενες επισκευές σε αυτό. Κατόπιν τούτων και αφού οι ενάγοντες πείστηκαν στις ανωτέρω διαβεβαιώσεις του εναγόμενου ότι υφίστανται οι ανωτέρω συνομολογημένες ιδιότητες του ένδικου οχήματος, οι τελευταίοι ταξίδεψαν αεροπορικώς από το Μόναχο στην Αθήνα και την 6-8-2018, οι διάδικοι προέβησαν στην κατάρτιση σύμβασης πώλησης του προπεριγραφόμενου οχήματος, οπότε ο εναγόμενος τους παρέδωσε τα κλειδιά αυτού, αντί συμφωνημένου τιμήματος ποσού 16.200,00 ευρώ, το οποίο οι ενάγοντες κατέβαλαν στον εναγόμενο τοις μετρητοίς. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, όταν οι ενάγοντες ζήτησαν, πριν από την κατάρτιση της ένδικης σύμβασης πώλησης, αποδεικτικό νόμιμης κατοχής του προς πώληση κινητού πράγματος από τον εναγόμενο, εκείνος τους επέδειξε το με αριθμό …. από 25-4-2018 τιμολόγιο πώλησης του συγκεκριμένου οχήματος με τα στοιχεία του ίδιου ως αγοραστή και οφειλέτη του ποσού των 6.350 βρετανικών λιρών, ήτοι ………, ………., από την πωλήτρια εταιρία «…….», με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο (…………..). Σημειωτέον ότι στο εν λόγω τιμολόγιο ρητά αναγράφεται «Επωλήθη όπως περιγράφεται» και «Κατεβλήθη μετρητοίς». Για δε τη σύναψη της ένδικης σύμβασης πώλησης καταρτίστηκε στην Αθήνα το από 6-8-2018 ιδιωτικό συμφωνητικό αγοράς του ένδικου οχήματος, στο οποίο ρητά αναγράφονται ο εναγόμενος με την ιδιότητα του πωλητή και οι ενάγοντες με την ιδιότητα των αγοραστών. Στη δε ένδικη σύμβαση πώλησης δεν γίνεται μνεία σε τρίτο πρόσωπο ούτε υπάρχει επιφύλαξη ή κάποιου είδους δήλωση εκ μέρους του εναγόμενου ως προς την ιδιότητα του πωλητή του οχήματος (βλ. τα δύο αυτά προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως έγγραφα). Εξάλλου, ο εναγόμενος αρνείται αιτιολογημένα την ένδικη αγωγή, ισχυριζόμενος ότι δεν είναι ο ίδιος ιδιοκτήτης του ένδικου οχήματος, αλλά αυτό ανήκε στο φίλο του ………….., ενώ επιπλέον, προς εξυπηρέτηση του αληθινού ιδιοκτήτη ο ίδιος (εναγόμενος) δέχθηκε να παραχωρήσει το χώρο στάθμευσης της επιχείρησης, που διατηρεί στον Πειραιά (οδός …………), προκειμένου να μεταφερθεί το επίδικο όχημα στο χώρο αυτό (του εναγόμενου) και να συναντηθούν εκεί οι ενδιαφερόμενοι για την κατάρτιση της ένδικης σύμβασης, χωρίς ο ίδιος (εναγόμενος) να έχει άλλη συμμετοχή στην επίδικη συναλλαγή. Ωστόσο, ο άνω προβαλλόμενος ισχυρισμός του εναγόμενου τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν, εφόσον ουδέν αποδεικτικό μέσο (έγγραφο, ένορκη βεβαίωση, κ.α.), προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως προς απόδειξη αυτού. Αντίθετα, η ιδιότητα του εναγόμενου ως ιδιοκτήτη του επίδικου οχήματος και πωλητή αυτού χωρίς επιφύλαξη, καθώς και η κατάρτιση της επίδικης σύμβασης αγοραπωλησίας οχήματος προκύπτουν από τα προαναφερόμενα ιδιωτικά έγγραφα, ήτοι το πιο πάνω τιμολόγιο πώλησης του εν λόγω αυτοκινήτου από την προλεχθείσα αλλοδαπή εταιρία προς τον εναγόμενο και το πιο πάνω ιδιωτικό συμφωνητικό αγοράς του ίδιου οχήματος, που καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων, το περιεχόμενο και τη γνησιότητα των οποίων (εγγράφων) ουδόλως αμφισβητεί ο εναγόμενος με τις έγγραφες προτάσεις του. Άλλωστε, αν ήθελε θεωρηθεί αληθής ο πιο πάνω προβαλλόμενος ισχυρισμός του εναγόμενου, δεν δίδεται κάποια εξήγηση για την αναγραφή των στοιχείων του τελευταίου στο βρετανικό τιμολόγιο, στο οποίο οι ενάγοντες απέκτησαν πρόσβαση από τον εναγόμενο. Συνεπώς, τα αντίθετα υποστηριζόμενα με ειδικότερο σκέλος του δεύτερου λόγου έφεσης, με τον οποίο επαναφέρεται πρωτοδίκως προβληθείς συναφής ισχυρισμός του εναγόμενου περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης τυγχάνουν απορριπτέα, όπως και ο υπό κρίση δεύτερος λόγος έφεσης κατά το μέρος αυτό. Στη συνέχεια, οι ενάγοντες ανέθεσαν την 7-8-2018 τη μεταφορά του πωληθέντος αυτοκινήτου οδικώς στην εταιρία διεθνών μεταφορών με την επωνυμία «……..» από τις εγκαταστάσεις του εναγόμενου στον Πειραιά στον τόπο κατοικίας τους στη Γερμανία, η οποία (μεταφορά) ολοκληρώθηκε την 14-8-2018. Για την αιτία αυτή οι ενάγοντες κατέβαλαν το ποσό των 714,00 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 19% 114,00 ευρώ, όπως προκύπτει από το με αριθμό …………. από 6-9-2018 τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας διεθνών μεταφορών σε συνδυασμό με την από 7-8-2018 φορτωτική. Μετά την παραλαβή του οχήματος στη χώρα τους από τους ενάγοντες, διαπιστώθηκε η αναγκαιότητα αντικατάστασης ορισμένων τμημάτων του άξονα και του συστήματος διεύθυνσης και ορισμένων μηχανολογικών εξαρτημάτων του, όπως και δύο (2) ελαστικών του στον πίσω άξονα. Για την αιτία αυτή οι ενάγοντες κατέβαλαν α) το ποσό των 105,20 ευρώ, ήτοι 88,40 ευρώ πλέον ΦΠΑ 19% 16,80 ευρώ, για αγορά προς τοποθέτηση δύο (2) ελαστικών μάρκας BRIDGESTONE (βλ. το με αριθμό …. από 25-8-2018 τιμολόγιο της επιχείρησης «…………»), β) το ποσό των 183,07 ευρώ, ήτοι 153,84 ευρώ πλέον ΦΠΑ 19% 29,23 ευρώ και συγκεκριμένα για την αγορά προς αντικατάσταση και τοποθέτηση των κάτωθι ανταλλακτικών : 20,17 ευρώ για δίσκο bus, 10,08 ευρώ για γκέτες – ντίζα γκαζιού bus, 6,72 ευρώ για ντίζα γκαζιού, 20,16 ευρώ για φυσούνα – σφαιρικό σύνδεσμο, 30,24 ευρώ για φυσούνα (ψαλίδι τιμονιού), 31,94 ευρώ για ρουλεμάν λαστιχένια τραβέρσα κινητήρα, 3,78 ευρώ για λαμαρίνα ασφαλείας – φλάντζα τιμονιού, 1,68 ευρώ για ρουλεμάν – μπουλόνι ντίζας γκαζιού, 6,72 ευρώ για προστατευτικό καπάκι κεντρικού κυλίνδρου φρένων, 15,97 ευρώ για φωτισμό πινακίδας και 6,38 ευρώ για έξοδα αποστολής (βλ. το με αριθμό 514615 από 4-9-2018 τιμολόγιο της επιχείρησης «………..»), καθώς και γ) το ποσό των 322,09 ευρώ, ήτοι 270,66 ευρώ πλέον ΦΠΑ 19% 51,43 ευρώ και συγκεκριμένα για την αγορά προς αντικατάσταση και τοποθέτηση των κάτωθι ανταλλακτικών : 94,12 ευρώ για σφαιρικό σύνδεσμο, 26,89 ευρώ για βίδες, 41,18 ευρώ για ψαλίδα, 41,18 ευρώ για ψαλίδα, 57,98 ευρώ για ράβδο ρυμούλκησης και υποβοήθησης οδήγησης και 9,31 ευρώ για έξοδα αποστολής (βλ. το με αριθμό 515503 από 12-9-2018 τιμολόγιο της επιχείρησης «………»). Έπειτα οι ενάγοντες απευθύνθηκαν στην αρμόδια τεχνική εταιρία ……….. για την πιστοποίηση της τεχνικής κατάστασης του αυτοκινήτου, προκειμένου να λάβει άδεια κυκλοφορίας σύμφωνα με τις διατάξεις της γερμανικής νομοθεσίας. Πλην όμως, λόγω της δυσκολίας, που αντιμετώπισαν κατά τη διαδικασία αυτή και μετά από μεταγενέστερο ενδελεχή έλεγχο του αυτοκινήτου από μηχανικό, διαπιστώθηκε ότι το επίδικο όχημα δεν είχε τις συνομολογημένες ιδιότητες, όπως αυτές ανωτέρω αναφέρθηκαν κατά την προειρημένη συμφωνία των διαδίκων και ήταν πλήρως ακατάλληλο προς κυκλοφορία και χρήση κατά τον προορισμό του, καθότι έφερε σοβαρές ελλείψεις στο αμάξωμα, στο πλαίσιο και στις εγκάρσιες δοκίδες (διαδοκίδες), εξαιτίας των οποίων επηρεαζόταν αρνητικά τόσο η λειτουργία του όσο και η οδική ασφάλεια, όπως άλλωστε επιβεβαιώθηκε και από την 18-6-2019 «συντηρητική πραγματογνωμοσύνη» συνταχθείσα από τον επίσημο Εκτιμητή – Ορκωτό Πραγματογνώμονα – Εκτιμητή Ζημιών και Εκτιμητή Οχημάτων Διπλωματούχο Μηχανικό …………, κατόπιν αιτήματος των εναγόντων, εκτιμώμενη ελεύθερα από το Δικαστήριο (άρθρο 390 ΚΠολΔ), το πόρισμα της οποίας δεν αναιρείται από άλλο αποδεικτικό στοιχείο της δικογραφίας. Ειδικότερα, την 23-5-2019 διενεργήθηκε κατόπιν εντολής των εναγόντων αυτοψία στο επίδικο όχημα από τους ιδιώτες πραγματογνώμονες ………. και ………, όπου διεξήχθη Τεχνικός Έλεγχος Οχήματος βάσει του άρθρου 29 του γερμανικού Κανονισμού Ταξινόμησης Απογραφής και Θέσης Οχημάτων σε Κυκλοφορία (Κ.Τ.Α.Θ.Ο.Κ.) και Έλεγχος Καυσαερίων από τον ελεγκτή μηχανικό διπλωματούχο μηχανικό (ΤΕΙ) ……….. Συγκεκριμένα, κατά τον έλεγχο του οχήματος διαπιστώθηκαν πολυάριθμες σοβαρές ελλείψεις, εξαιτίας των οποίων δεν μπορεί να χορηγηθεί Ειδικό Σήμα Τεχνικού Ελέγχου, ήτοι 1) μηχανισμός πέδησης, ποδόπληκτρο : το αντιολισθητικό κάλυμμα του ποδόπληκτρου πέδησης έχει φθαρεί, 2) σύστημα υαλοκαθαριστήρων : ακατάλληλος τελικός διακόπτης, 3) εξοπλισμός χειρισμού, κεντρικός διακόπτης χειρισμού φωτισμού : ελαττωματική λειτουργία, 4) φώτα διασταύρωσης, αριστερός λαμπτήρας : χαμηλή φωτεινή ένταση, 5) οπίσθια φώτα θέσης, δεξιά και αριστερά : δεν λειτουργούν, 6) δεξιός οπίσθιος προβολέας ομίχλης : θέση όχι σύμφωνη με τη νομοθεσία, 7) δεξιός οπίσθιος προβολέας ομίχλης : δεν λειτουργεί, 8) λείπει ο συγκρατήρας της μπαταρίας, λείπουν τα καλύμματα των πόλων της μπαταρίας, 9) τα ελαστικά του πρώτου άξονα, δεξιά και αριστερά, φέρουν σημεία γήρανσης (σχισίματα), 10) τα ελαστικά του πρώτου και δεύτερου άξονα δεν φέρουν ένδειξη καταλληλότητας, 11) ρουλεμάν πρώτου άξονα δεξιά : μεγάλες ανοχές (τζόγος), 12) ρουλεμάν δεύτερου άξονα αριστερά : μεγάλες ανοχές (τζόγος), 13) πέδη στάθμευσης : διαφορετική λειτουργία δεξιά και αριστερά, 14) στο πλαίσιο του οχήματος, στην περιοχή του δαπέδου, των βατήρων (μαρσπιέ) και των εγκάρσιων δοκίδων (διαδοκίδων) έχουν γίνει σημαντικές εργασίες συγκόλλησης, εν μέρει άκρως πλημμελείς, 15) ο αριστερός βατήρας (μαρσπιέ) έχει επισκευαστεί πλημμελώς, 16) ο δεξιός βατήρας (μαρσπιέ) έχει επισκευαστεί πλημμελώς, 17) το δεξιό τμήμα της εμπρόσθιας εγκάρσιας δοκίδας (διαδοκίδας) έχει επισκευαστεί πλημμελώς, 18) ο οπίσθιος αριστερός βατήρας (μαρσπιέ) έχει υποστεί σημαντική οξείδωση, 19) ο οπίσθιος δεξιός βατήρας (μαρσπιέ) είναι ασταθής λόγω διάβρωσης, 20) το εμπρόσθιο τμήμα της δεξιάς διαμήκους δοκίδας έχει συγκολληθεί πλημμελώς, 21) το δεξιό τμήμα της μεσαίας εγκάρσιας δοκίδας (διαδοκίδας) είναι ασταθές λόγω διάβρωσης, 22) το δεξιό τμήμα της μεσαίας εγκάρσιας δοκίδας (διαδοκίδας) έχει επισκευαστεί πλημμελώς, 23) η εμπρόσθια κεντρική περιοχή του πλαισίου έχει υποστεί σημαντική οξείδωση, 24) οι μεσαίες κολώνες, δεξιά και αριστερά, στην εσωτερική τους πλευρά, είναι ασταθείς λόγω διάβρωσης, 25) το μεσαίο αριστερό τμήμα του πλαισίου έχει συγκολληθεί πλημμελώς, 26) το μεσαίο δεξιό τμήμα του πλαισίου έχει συγκολληθεί πλημμελώς, 27) ο εμπρόσθιος αριστερός θόλος του τροχού έχει υποστεί σημαντική οξείδωση, 28) ο εμπρόσθιος αριστερός θόλος του τροχού έχει επισκευαστεί πλημμελώς, 29) η οροφή έχει τροποποιηθεί με ανεπίτρεπτο τρόπο, 30) η οροφή έχει διανοιχτεί και μετατραπεί σε πτυσσόμενη, 31) τμήμα του αριστερού τοιχώματος του οχήματος έχει διανοιχτεί και μετατραπεί σε πάγκο μπαρ/καντίνας – ανεπίτρεπτη τροποποίηση, 32) θέρμανση : ο εναλλάκτης θερμότητας έχει υποστεί βλάβη, 33) η θέρμανση δεν λειτουργεί, 34) το εμπρόσθιο αριστερό τμήμα του δαπέδου είναι φθαρμένο, το εμπρόσθιο τμήμα του δαπέδου έχει υποστεί σημαντική οξείδωση, 35) ο μηχανισμός ρύθμισης του καθίσματος του οδηγού δεν λειτουργεί άρτια, 36) το κάθισμα του συνοδηγού έχει επιδιορθωθεί πλημμελώς, 37) οι ζώνες ασφαλείας, δεξιά και αριστερά, δεν είναι επαρκώς στερεωμένες και 38) η πόρπη της ζώνης ασφαλείας στο κάθισμα του συνοδηγού έχει εγκατασταθεί πλημμελώς. Επιπρόσθετα, οι εργασίες βαφής με χρώμα κόκκινο στην περιοχή του αμαξώματος και χρώμα λευκό στην περιοχή της οροφής έχουν εν μέρει διεξαχθεί με ερασιτεχνικό τρόπο και έχουν αφήσει σημαντικά κατάλοιπα. Ακόμα, διαπιστώθηκε, δεδομένης της ηλικίας και της λειτουργικής απόδοσης, ότι η κατάσταση του επίδικου οχήματος ήταν κακή, ενώ αναφορικά και με τον έλεγχο καυσαερίων, σύμφωνα με τις επισυναπτόμενες στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης κάρτες ελέγχου, οι τιμές ρύπων δεν ήταν εντός των επιτρεπτών ορίων και το συνολικό αποτέλεσμα του ελέγχου καυσαερίων ήταν ανεπιτυχές. Επομένως, με βάση τον πιο πάνω κατάλογο ελλείψεων και τα ευρήματα του τεχνικού ελέγχου του οχήματος, διαπιστώθηκε ότι αυτό φέρει σοβαρές ελλείψεις στην περιοχή του αμαξώματος, του πλαισίου και των εγκάρσιων δοκίδων (διαδοκίδων), ότι στα εν λόγω σημεία έχουν πραγματοποιηθεί πλημμελείς ή ακατάλληλες επισκευές και επιπλέον υφίστανται σημαντικές βλάβες λόγω διάβρωσης και σημαντικές οξειδώσεις, ενώ οι σοβαρές ελλείψεις, που υπάρχουν, επηρεάζουν αρνητικά την οδική ασφάλεια και στο αμάξωμα έχουν πραγματοποιηθεί παράνομες τροποποιήσεις. Συμπερασματικά και συνολικά διαπιστώθηκαν παρά πολλές και σοβαρές ελλείψεις στην περιοχή του πλαισίου, του βοηθητικού πλαισίου, των εγκάρσιων δοκίδων (διαδοκίδων), του αμαξώματος, του συστήματος φωτισμού, καθώς και στους άξονες. Όσον αφορά δε στην καταλληλότητα ή μη για ασφαλή κυκλοφορία, διαπιστώθηκε ότι το όχημα έχει περιορισμένη ικανότητα κίνησης και κυκλοφορίας, καθότι, όπως προαναφέρθηκε, φέρει σοβαρές ελλείψεις, οι οποίες επηρεάζουν αρνητικά τόσο τη λειτουργία του όσο και την οδική ασφάλεια και το όχημα, στην κατάσταση που βρίσκεται, δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε να κυκλοφορήσει με ασφάλεια και η οδηγική ασφάλεια είναι σημαντικά περιορισμένη. Τελικά, δεν ήταν δυνατή η επιτυχής ολοκλήρωση του Τεχνικού Ελέγχου Οχήματος βάσει του άρθρου 29 του γερμανικού Κανονισμού Ταξινόμησης Απογραφής και Θέσης Οχημάτων σε Κυκλοφορία (Κ.Τ.Α.Θ.Ο.Κ.) και το όχημα δεν πέρασε επιτυχώς από τον Έλεγχο Καυσαερίων και ως εκ τούτου δεν ήταν δυνατόν να λάβει άδεια κυκλοφορίας. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι η έλλειψη των συνομολογημένων ιδιοτήτων του πωληθέντος οχήματος (πλην των αστοχιών που αφορούσαν στα ελαστικά του πίσω άξονα, τα οποία αντικατέστησαν οι ενάγοντες στη Γερμανία), υφίστατο κατά το χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στους αγοραστές και δη κατά το χρόνο παράδοσης αυτού στους ενάγοντες στην Ελλάδα, πλην όμως, η απουσία αυτών των ιδιοτήτων, που οι συμβαλλόμενοι είχαν συμφωνήσει ότι θα έχει το πωλούμενο κινητό πράγμα, ουδόλως μπορούσε να γίνει αντιληπτή από τους ενάγοντες αγοραστές κατά τον κρίσιμο αυτόν χρόνο της παράδοσης του οχήματος σε αυτούς, καθότι οι σημαντικές οξειδώσεις και διαβρώσεις ολόκληρου του αμαξώματος και του πλαισίου και του βοηθητικού πλαισίου και οι συγκολλήσεις τμημάτων, όπως αυτές αναλυτικά ανωτέρω εκτέθηκαν σε κάθε επιμέρους παράρτημα αυτού, δεν ήταν ορατές με μία απλή, εξωτερική και «δια γυμνού οφθαλμού» αυτοψία και εξέταση του οχήματος, δοθέντος ότι μεγάλο μέρος αυτών είχαν καλυφθεί με στόκο και χρώμα βαφής και για την αποκάλυψή τους, έπρεπε να γίνει μερική απομάκρυνση της επένδυσης ή αποσυναρμολόγηση ορισμένων τμημάτων του εσωτερικού του οχήματος, στην οποία προέβησαν οι ενάγοντες, αλλά και οι ανωτέρω ιδιωτικοί πραγματογνώμονες κατά τον ενδελεχή έλεγχο αυτού, κατά τα προεκτεθέντα (βλ. και τις συνημμένες στην άνω ιδιωτική γνωμοδότηση φωτογραφίες του οχήματος και αποσυναρμολογημένων τμημάτων του, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται από τον εναγόμενο). Επίσης, η αξία του επίδικου αυτοκινήτου προσδιορίστηκε από τους πιο πάνω μηχανικούς στο ποσό των 1.800 ευρώ, το δε κόστος αποκατάστασης των σημαντικών βλαβών στο αμάξωμα και στο πλαίσιο, καθώς και για τη βελτίωση ή αποκατάσταση των εν μέρει άκρως ακατάλληλων συγκολλητικών εργασιών εκτιμήθηκε κατά προσέγγιση στο ποσό των 20.000 ευρώ έως 25.000 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ). Άλλωστε, προέκυψε ότι ο εναγόμενος ρητά συνομολογεί (άρθρο 352 παρ. 1 ΚΠολΔ) την ακαταλληλότητα του οχήματος λόγω των μηχανικών ελαττωμάτων του για τη θέση του σε νόμιμη κυκλοφορία στους ελληνικούς και κατά λογική ακολουθία και στους γερμανικούς δρόμους (βλ. σελ. 3 των πρωτόδικων προτάσεών του). Ωστόσο, ισχυρίζεται περαιτέρω ότι οι ενάγοντες εξέτασαν οι ίδιοι το όχημα και αποδέχτηκαν τη μηχανική ακαταλληλότητά του προς κυκλοφορία, καθότι, κατά τους ισχυρισμούς του εναγόμενου, οι ενάγοντες επικαλέστηκαν ότι μοντέλα τέτοιου τύπου και παλαιότητας είναι δυσεύρετα στην αγορά της Γερμανίας και διατίθενται σε κατά πολύ ακριβότερες τιμές πώλησης. Ο τελευταίος αυτός ισχυρισμός του εναγόμενου περί γνώσης, εκ μέρους των αντιδίκων του, ότι το πωλούμενο όχημα δεν ανταποκρίνεται στην ένδικη σύμβαση και συγκεκριμένα, δεν είναι κατάλληλο για κυκλοφορία στο δρόμο, συνιστά ένσταση, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 537 ΑΚ, καταλυτική της ευθύνης του πωλητή, πλην όμως, τυγχάνει απορριπτέα ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν, εφόσον ουδέν αποδεικτικό μέσο προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως προς απόδειξη από τον έχοντα το βάρος απόδειξης ενιστάμενο – εναγόμενο. Συνεπώς, τα αντίθετα υποστηριζόμενα με ειδικότερο σκέλος του δεύτερου λόγου έφεσης, με τον οποίο επαναφέρεται πρωτοδίκως προβληθείσα ένσταση του εναγόμενου περί γνώσης εκ μέρους των εναγόντων κατά τη σύναψη της επίδικης σύμβασης πώλησης ότι το πράγμα (όχημα) δεν ανταποκρίνεται στην ένδικη σύμβαση, τυγχάνουν απορριπτέα, όπως και ο υπό κρίση δεύτερος λόγος έφεσης κατά το μέρος αυτό. Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι μετά τη διαπίστωση της έλλειψης των συνομολογημένων ιδιοτήτων του οχήματος, οι ενάγοντες προέβησαν στην επίδοση στον εναγόμενο την 1-2-2019 της από 11-1-2019 εξώδικης δήλωσης – επιφύλαξης υπαναχώρησης – διαμαρτυρίας – κλήσης (βλ. τη με αριθμό ……./1-2-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……….), με την οποία, αφού εξέθεσαν την έλλειψη των συμφωνημένων ιδιοτήτων του πωληθέντος οχήματος και την πλήρη ακαταλληλότητά του για τη χρήση για την οποία προοριζόταν, τον κάλεσαν να τους καταβάλει ως αποζημίωση το χρηματικό ποσό των 10.000 ευρώ, το οποίο συνίστατο στη διαφορά μεταξύ του καταβληθέντος τιμήματος και της πραγματικής (μειωμένης) αξίας του εξαιτίας της έλλειψης των συνομολογημένων ιδιοτήτων και του κόστους επισκευής, τάσσοντας προθεσμία δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της εξώδικης όχλησης, δηλώνοντας παράλληλα ότι σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της άνω ταχθείσας προθεσμίας υπαναχωρούν από τη σύμβαση πώλησης, οπότε, εκδηλώνοντας την πρόθεση να παραδώσουν το όχημα και τα κλειδιά του, ζήτησαν την παράλληλη καταβολή από τον εναγόμενο του ποσού των 20.314 ευρώ, που αντιστοιχούσε στο καταβληθέν τίμημα (16.200 ευρώ), στην καταβληθείσα δαπάνη μεταφοράς του οχήματος (714,00 ευρώ), στις καταβληθείσες δαπάνες για την επισκευή του (2.000 ευρώ) και στα καταβληθέντα έξοδα του ταξιδιού στην Ελλάδα (1.400,00 ευρώ). Ο δε εναγόμενος επέδωσε στην πληρεξούσια δικηγόρο των εναγόντων (που υπέγραψε την πιο πάνω πρώτη εξώδικη δήλωσή τους) την 17-2-2019, όπως προκύπτει από την επ’ αυτής σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ………, την από 14-2-2019 εξώδικη δήλωση – διαμαρτυρία του, με την οποία αρνήθηκε την ιδιότητα του ιδιοκτήτη και πωλητή του ένδικου οχήματος, το οποίο προοριζόταν για αντίκα και οι ενάγοντες θα το χρησιμοποιούσαν για διαφημιστικό σκοπό. Σε απάντηση της ως άνω εξώδικης δήλωσης του εναγόμενου, οι ενάγοντες προέβησαν στην επίδοση στον εναγόμενο την 14-3-2019 της από 14-3-2019 εξώδικης απάντησης, δήλωσης και διαμαρτυρίας μετ’ επιφυλάξεως παντός νόμιμου δικαιώματός τους (βλ. τη με αριθμό ……/14-3-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …….), με την οποία, αφού δήλωσαν ότι ουδέποτε τους γνωστοποιήθηκε ότι το αυτοκίνητο ανήκε σε άλλο πρόσωπο και ότι ήδη κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων είχε γίνει πολλάκις μνεία ότι το προς αγορά όχημα θα χρησιμοποιείται κανονικά προς κυκλοφορία, αλλά και επανέλαβαν την ένδικη συμφωνία για την ύπαρξη των προαναφερόμενων συνομολογημένων ιδιοτήτων του οχήματος, τον κάλεσαν εκ νέου να τους καταβάλει ως αποζημίωση το χρηματικό ποσό των 10.000 ευρώ, τάσσοντας νέα προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη λήψη της εξώδικης όχλησης, επαναλαμβάνοντας και τη δήλωση ότι σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της άνω ταχθείσας προθεσμίας υπαναχωρούν από τη σύμβαση πώλησης, οπότε, εκδηλώνοντας εκ νέου την πρόθεση να παραδώσουν το όχημα και τα κλειδιά του, ζήτησαν την παράλληλη καταβολή από τον εναγόμενο του ποσού των 20.314 ευρώ, όπως τα επιμέρους κονδύλια εξειδικεύονται κατά ποσό και αιτία κατά ταυτόσημο τρόπο με την προαναφερόμενη πρώτη εξώδικη δήλωσή τους. Σημειωτέον ότι μετά την άσκηση του δικαιώματος των εναγόντων προς αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης λόγω έλλειψης των συνομολογημένων ιδιοτήτων, που έγινε με τις πιο πάνω εξώδικες δηλώσεις τους προς τον εναγόμενο, η περιεχόμενη στις ανωτέρω εξώδικες προσκλήσεις των εναγόντων δήλωσή τους για υπαναχώρηση από την ένδικη σύμβαση πώλησης μετά την άπρακτη παρέλευση της ταχθείσας προθεσμίας προς καταβολή της αιτούμενης αποζημίωσης, στερείτο εννόμων συνεπειών, καθόσον οι ενάγοντες ήδη απώλεσαν το δικαίωμα υπαναχώρησης (άρθρο 540 αρ. 3 ΑΚ), με την αμετάκλητη επιλογή της διεκδίκησης αποζημίωσης για μη εκτέλεση της ένδικης σύμβασης πώλησης (άρθρο 543 ΑΚ) [με την ταυτόχρονη παράδοση του πράγματος στον πωλητή], η οποία καλύπτει τόσο τη θετική ζημία όσο και το διαφυγόν κέρδος του αγοραστή, που συνδέονται αιτιωδώς με την έλλειψη των συνομολογημένων ιδιοτήτων του πράγματος, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω μείζονα σκέψη. Ειδικότερα, οι ενάγοντες κατέβαλαν, πέραν του τιμήματος πώλησης ποσού 16.200 ευρώ, όπως άλλωστε ρητά αναγράφεται στο ένδικο ιδιωτικό συμφωνητικό αγοράς μεταξύ των διαδίκων, και των προαναφερόμενων κονδυλίων για τη μεταφορά του οχήματος στη Γερμανία και για τις αρχικές επισκευές αυτού, επιπλέον και το ποσό των 1.714,12 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 19% 227,62 ευρώ (ήτοι καθαρό ποσό τιμολογίου 1.198 ευρώ πλέον ΦΠΑ 19% 227,62 ευρώ πλέον τιμολογίου τρίτων …… από 7-6-2019, 178,50 ευρώ, πλέον εξόδων GTU από 22-5-2019, 110,00 ευρώ, άρα συνολικό ποσό 1.714,12 ευρώ), για τη σύνταξη της πιο πάνω ιδιωτικής γνωμοδότησης του Διπλωματούχου Μηχανικού ……. (βλ. το με αριθμό ………. από 18-6-2019 τιμολόγιο του τελευταίου), που συνιστά θετική ζημία τους. Επίσης, οι ενάγοντες κατέβαλαν το ποσό των 467,52 ευρώ (285,26 ευρώ + 182,26 ευρώ αντίστοιχα), για την αεροπορική μετάβασή τους στην Ελλάδα την 6-8-2018 και την επιστροφή τους στη Γερμανία την 8-8-2018 (βλ. τις αποδείξεις πώλησης εισιτηρίων της αεροπορικής εταιρίας «…….»), όπως και το ποσό των 162,00 ευρώ για τη διαμονή τους [για δύο (2) διανυκτερεύσεις] σε ξενοδοχείο των Αθηνών (……..) κατά το ίδιο διάστημα (βλ. τη σχετική απόδειξη καταβολής), ποσά τα οποία ομοίως συνιστούν θετική ζημία τους. Επιπρόσθετα, αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες, ενόψει της ένταξης του επίμαχου οχήματος στα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης διαφημιστικής τεχνολογίας, ψηφιακής εκτύπωσης και γραφικής αποτύπωσης, που διατηρούσαν στην πόλη …… της Γερμανίας, προέβησαν κατά το χρονικό διάστημα Αυγούστου – Σεπτεμβρίου 2018 σε συμβάσεις παραγγελίας προς μίσθωσή του από τρίτους ενδιαφερόμενους μισθωτές για τη διοργάνωση εορταστικών εκδηλώσεων. Ειδικότερα, οι ενάγοντες προέβησαν στην κατάρτιση 1) της από 30-8-2018 σύμβασης για την εκμίσθωσή του προς τον ……….. για τις ώρες από 8.00 έως 16.00 της 1-5-2019, αντί του ποσού των 350,00 ευρώ, 2) της από 30-8-2018 σύμβασης για την εκμίσθωσή του προς τον ………… για το χρονικό διάστημα από την 26-5-2019 μέχρι την 27-5-2019, αντί του ποσού των 500,00 ευρώ, 3) της από 3-9-2018 σύμβασης για την εκμίσθωσή του προς την επιχείρηση «……….» για τις ώρες από 10.00 έως 00.00 της 21-6-2019, αντί του ποσού των 610,00 ευρώ, 4) της από 5-9-2018 σύμβασης για την εκμίσθωσή του προς τον ………… για τις ώρες από 10.00 έως 13.00 της 14-6-2019, αντί του ποσού των 320,00 ευρώ, 5) της από 10-9-2018 σύμβασης για την εκμίσθωσή του προς την …….. για τις ώρες από 10.00 έως 1.00 της 22-6-2019, αντί του ποσού των 520,00 ευρώ και 6) της από 28-9-2018 σύμβασης για την εκμίσθωσή του προς τον …….. για το χρονικό διάστημα από την 16-12-2018 και ώρα 10.00 μέχρι την 6-1-2019 και ώρα 24.00, αντί του ποσού των 5.500 ευρώ. Τα πιο πάνω χρηματικά ποσά θα εισέπρατταν οι ενάγοντες με πιθανότητα σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων (άρθρο 298 ΑΚ), αν το πωληθέν όχημα ήταν κατάλληλο προς χρήση κατά τον προορισμό του, ήτοι κατάλληλο να κινηθεί με ασφάλεια για τους επιβάτες του και τους λοιπούς χρήστες της οδού, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια από τους ως άνω μισθωτές του για τη διοργάνωση εορταστικών εκδηλώσεων, καθόσον οι ενάγοντες είχαν προβεί στις ανωτέρω συμφωνίες εκμίσθωσής του πριν τη διαπίστωση εκ μέρους τους της έλλειψης των συμφωνημένων ιδιοτήτων του. Συνεπώς, το αποκαταστατέο διαφυγόν κέρδος των εναγόντων ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 7.800 ευρώ (350 + 500 + 610 + 320 + 520 + 5.500 ευρώ). Σημειωτέον ότι το επιμέρους αγωγικό κονδύλιο ποσού 559,30 ευρώ για την παραπάνω αιτία κρίνεται απορριπτέο ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν, διότι η προσκομιζόμενη από τους ενάγοντες σύμβαση εκμίσθωσης του οχήματος προς τον ……. δεν φέρει ημερομηνία σύναψης αυτής. Ακόμα, τα επιμέρους αγωγικά κονδύλια για την παραπάνω αιτία ποσού 66,50 ευρώ, 95 ευρώ, 115,90 ευρώ, 60,80 ευρώ, 98,80 ευρώ και 1.045 ευρώ για ΦΠΑ, αντίστοιχα, τυγχάνουν απορριπτέα, αφού δεν αποδείχθηκε η έκδοση νόμιμου φορολογικού παραστατικού από τους ενάγοντες (πρβλ. ΜονΕφΑιγ 147/2019, ΜονΕφΔωδ 42/2017, ΜονΕφΠειρ 870/2014 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Το δε επιμέρους αγωγικό κονδύλιο ποσού 642,60 ευρώ για την ίδια ως άνω αιτία (διαφυγόν κέρδος), ήδη απορρίφθηκε πρωτοδίκως και το κεφάλαιο αυτό της εκκαλουμένης απόφασης δεν προσβάλλεται, κατά τη δέουσα εκτίμηση, με την ένδικη έφεση, λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος του εκκαλούντος. Ωσαύτως, τα επιμέρους αγωγικά κονδύλια ποσού 1.500,01 ευρώ για έξοδα διαφήμισης του αυτοκινήτου στο πλαίσιο της επαγγελματικής δραστηριότητας των εναγόντων, ποσού 258,00 ευρώ για λάδια μηχανής, μπουζιά και πολλαπλασιαστή, ποσού 350,00 ευρώ για έξοδα φανοποιίας (ανάλυση/βαφή/μέτρηση), ποσού 150,00 ευρώ για αμοιβή τεχνικού αναφορικά με το αμάξωμα – φορτηγό, ποσού 500,00 ευρώ για αμοιβή υπηρεσιών επισκευών και τοποθέτηση ανταλλακτικών, ποσού 180,00 ευρώ για έξοδα στάθμευσης αεροδρομίου/προμήθεια/αεροδρόμιο, ποσού 150,00 ευρώ για έξοδα σίτισης κατά τη διάρκεια της διαμονής τους στην Αθήνα και ποσού 420,00 ευρώ για λοιπά έξοδα, στα οποία φέρεται να προέβησαν οι ενάγοντες στο πλαίσιο της αγοράς του ένδικου οχήματος, ήδη απορρίφθηκαν πρωτοδίκως και το κεφάλαιο αυτό της εκκαλουμένης απόφασης δεν προσβάλλεται, κατά τη δέουσα εκτίμηση, με την ένδικη έφεση, λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος του εκκαλούντος. Επομένως, με βάση τις προδιαληφθείσες παραδοχές, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στους ενάγοντες το συνολικό ποσό των 27.668 ευρώ (16.200 + 714,00 + 105,20 + 183,07 + 322,09 + 1.714,12 + 467,52 + 162 + 800 ευρώ), ισομερώς στον καθένα από αυτούς (άρθρο 480 ΑΚ), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας α) ως προς το ποσό των 18.153,88 ευρώ (16.200 + 714,00 + 105,20 + 183,07 + 322,09 + 467,52 + 162 ευρώ), από την παρέλευση της ταχθείσας προθεσμίας των δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση (την 14-3-2019) στον εναγόμενο της από 14-3-2019 εξώδικης όχλησης των εναγόντων, ήτοι από την 30-3-2019, όπως προκύπτει από τη με αριθμό 2438/14-3-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Παναγιώτας Γεωργαντά, και β) ως προς το ποσό των 9.514,12 ευρώ (1.714,12 + 7.800 ευρώ), από την επίδοση της αγωγής, μέχρι την εξόφληση.
VI. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του (767/2021) έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στους ενάγοντες το ποσό των 29.809 ευρώ, ισομερώς στον καθένα από αυτούς, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας ως προς το ποσό των 18.153,88 ευρώ από την 30-3-2019 και ως προς το ποσό των 11.655,12 ευρώ από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα ισχυρίζεται με το σχετικό δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής του ο εκκαλών – εναγόμενος. Ακολούθως, αφού δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι προς έρευνα, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν η ένδικη έφεση, να εξαφανιστεί στο σύνολό της η εκκαλουμένη οριστική απόφαση (767/2021) για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου και αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και δικαστεί κατ’ ουσίαν (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) και αφού περιληφθούν στην παρούσα απόφαση τα κεφάλαια της εκκαλουμένης απόφασης, τα οποία παρέμειναν αλώβητα, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή αυτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στους ενάγοντες το συνολικό ποσό των είκοσι επτά χιλιάδων εξακοσίων εξήντα οκτώ (27.668) ευρώ [16.200 + 714,00 + 105,20 + 183,07 + 322,09 + 1.714,12 + 467,52 + 162 + 800 ευρώ], ισομερώς στον καθένα από αυτούς, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας α) ως προς το ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων εκατό πενήντα τριών ευρώ και ογδόντα οκτώ λεπτών (18.153,88 ευρώ) [16.200 + 714,00 + 105,20 + 183,07 + 322,09 + 467,52 + 162 ευρώ], από την 30-3-2019, και β) ως προς το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων δεκατεσσάρων ευρώ και δώδεκα λεπτών (9.514,12 ευρώ) [1.714,12 + 7.800 ευρώ], από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του εναγόμενου – εκκαλούντος, λόγω της μερικής ήττας του και ανάλογο με την έκταση αυτής, μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων – εφεσίβλητων, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, δεδομένου ότι μετά την καθολική εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης εξαφανίστηκε και η διάταξή της περί δικαστικών εξόδων, κατά μερική παραδοχή του νόμιμου σχετικού αιτήματος των τελευταίων (άρθρα 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63, 68 του Ν. 4194/2013 / Κώδικας Δικηγόρων), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, ενώ πρέπει και να διαταχθεί η επιστροφή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από τον εκκαλούντα για την άσκηση της ένδικης έφεσης (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../8-10-2021 έκθεση κατάθεσης του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς) στον τελευταίο, καθότι η έφεσή του έγινε δεκτή, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της με αριθμό 767/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη με αριθμό 767/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την από 25-11-2019 με αριθμό κατάθεσης γενικό ……./2019 και ειδικό …./2019 αγωγή.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλει στους ενάγοντες το συνολικό ποσό των είκοσι επτά χιλιάδων εξακοσίων εξήντα οκτώ (27.668) ευρώ, ισομερώς στον καθένα από αυτούς, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας α) ως προς το ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων εκατό πενήντα τριών ευρώ και ογδόντα οκτώ λεπτών (18.153,88 ευρώ), από την 30-3-2019, και β) ως προς το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων δεκατεσσάρων ευρώ και δώδεκα λεπτών (9.514,12 ευρώ), από την επίδοση της αγωγής.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του αναφερόμενου στο σκεπτικό παραβόλου στον εκκαλούντα.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγόμενου – εκκαλούντος μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων – εφεσίβλητων, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων εκατό (1.100,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 6 Φεβρουαρίου 2025, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ