Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 86/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  86/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

2ο ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Νικολέττα Λαμπρίδου, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του  Εφετείου  Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Α) Των εκκαλούντων : 1) ………. και 2) …………, τους οποίους εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Νικόλαος Καραμητσάνης (ΑΜΔΣΑ : ……….).

Του εφεσίβλητου : ………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Απόστολο Μουλαγιάννη (ΑΜΔΣΑ : ……..).

Β) Του εκκαλούντος : ……………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Απόστολο Μουλαγιάννη (ΑΜΔΣΑ : ………….).

Των εφεσίβλητων : 1) ………….. ως άμεσου συνεργάτη του ιδιωτικού νοσηλευτικού ιδρύματος «……….», που εδρεύει στο …………, 2) ………….., αλλά και ως άνω, ως εκ της συνεργασίας του με το ιδιωτικό νοσηλευτικό ίδρυμα «…………..», τους οποίους εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Νικόλαος Καραμητσάνης (ΑΜΔΣΑ : …….) και 3) Της εταιρίας με την επωνυμία «…………» και το διακριτικό τίτλο «……………..», που εδρεύει στο ……. Αττικής, οδός ………., όπως νόμιμα εκπροσωπείται, ΑΦΜ : ………. Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιά, η οποία εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Ρουμελιώτη (ΑΜΔΣΑ : ………..).

Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 15-6-2020 με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2021 και ειδικό …/2021 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με τη με αριθμό 2089/2023 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα σε αυτή (απόφαση).

Την απόφαση αυτή πρόσβαλαν : Α) ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων ……… και …….. και ήδη εκκαλούντες, με την από 10-9-2023 έφεσή τους, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/2023 και ειδικό …./2023  και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2023 και ειδικό …./2023  για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, και Β) ο ενάγων ……….. και ήδη εκκαλών, με την από 2-4-2024 έφεσή του, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …../2024 και ειδικό …./2024  και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2024 και ειδικό …/2024 για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Κατά τη δικάσιμο αυτή οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκαν.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων – εφεσίβλητων ……. και ……….. παραστάθηκε στο ακροατήριο και αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, ενώ οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των λοιπών διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν δηλώσεις κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, αντίστοιχα.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Επειδή ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εισάγονται προς συζήτηση, Α) η από 10-9-2023 έφεση, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/2023 και ειδικό …../2023 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2023 και ειδικό …/2023 και Β) η από 2-4-2024 έφεση, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/2024 και ειδικό …/2024  και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2024 και ειδικό …/2024, πρέπει να διαταχθεί η συνεκδίκασή τους, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, αφού αφορούν εν μέρει τους ίδιους διαδίκους, υπάγονται στην ίδια τακτική διαδικασία και στρέφονται κατά της ίδιας εκκαλουμένης απόφασης (2089/2023) και γιατί έτσι, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31, 246, 524 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Οι υπό στοιχεία Α από 10-9-2023 και υπό στοιχεία Β από 2-4-2024 αντίθετες εφέσεις αφενός των εν μέρει ηττηθέντων εναγόμενων …….. και ………. και ήδη εκκαλούντων κατά του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου και αφετέρου του ενάγοντος ……. και ήδη εκκαλούντος κατά των εναγόμενων …….., ………. και της εταιρίας με την επωνυμία «……………..» και ήδη εφεσίβλητων και κατά της με αριθμό 2089/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία, αρμοδίως εισάγονται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου ανήκει το εκδώσαν την εκκαλουμένη απόφαση Πρωτοδικείο (άρθρα 19, 495, 498 ΚΠολΔ), ασκήθηκαν αμφότερες δε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση του δικογράφου κάθε έφεσης στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 12-9-2023 και την 23-4-2024 αντίστοιχα, ήτοι εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ καταχρηστικής διετούς προθεσμίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα την 30-6-2023, καθώς οι διάδικοι δεν επικαλούνται επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ούτε άλλωστε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο (άρθρα 495 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ). Για δε το παραδεκτό κάθε εφέσεως έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες και τον εκκαλούντα το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α (β) ΚΠολΔ παράβολο ποσού 100,00 ευρώ, αντίστοιχα [βλ. τη με αριθμό ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../12-9-2023 έκθεση κατάθεσης δικογράφου του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, όπου αναφέρεται ότι κατατέθηκε e – παράβολο με αριθμό ……………/2023 ποσού 100,00 ευρώ και τη με αριθμό ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/23-4-2024 έκθεση κατάθεσης δικογράφου του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, όπου αναφέρεται ότι κατατέθηκε e – παράβολο με αριθμό …………/2024 ποσού 100,00 ευρώ, αντίστοιχα]. Πρέπει επομένως, να γίνουν τυπικά δεκτές (άρθρο 532 ΚΠολΔ) οι υπό στοιχεία Α και Β εφέσεις και να ερευνηθούν περαιτέρω από το παρόν Δικαστήριο, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των προβαλλόμενων λόγων τους, μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτές (άρθρα 522, 524 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες μεταξύ τους, κατά τα προεκτεθέντα.

III. Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την κρινόμενη από 15-6-2020 με αριθμό κατάθεσης γενικό ……../2021 και ειδικό ………../2021  αγωγή του ο ενάγων εξέθετε ότι την 3-10-2016 υποβλήθηκε στο ιδιωτικό νοσοκομείο «………», που διατηρεί στο ……….. Αττικής η τρίτη των εναγόμενων, σε χειρουργική επέμβαση αιμορροϊδεκτομής με την τεχνική Longo (ή Stapled αιμορροϊδεκτομή), την οποία διενήργησαν ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων, ιατροί – γενικοί χειρουργοί, προστηθέντες της τρίτης των εναγόμενων, πλην όμως, διεγχειρητικά υπέστη ρήξη ορθού, με συνέπεια την άμεση διαφυγή ενδοαυλικού περιεχομένου (αεριογόνα μικρόβια) της χειρουργηθείσας περιοχής του ορθού προς το χώρο της πυέλου (λεκάνης) και δημιουργία πυελικής λοίμωξης, ενώ οι απειλητικές για τη ζωή του επιπλοκές (πυελική λοίμωξη, πνευμοπισθοπεριτόναιο, φυσαλίδες αέρα στην περιοχή του προσθίου κοιλιακού τοιχώματος), που εμφανίστηκαν μετεγχειρητικά, οφείλονταν στην τρώση του τοιχώματος του ορθού, η οποία προκλήθηκε από κακό διεγχειρητικό χειρισμό είτε λόγω βαθύτερης τοποθέτησης της περίσπασης άνωθεν της οδοντωτής γραμμής ή/και λόγω της απόκλισης του άξονα του κυκλικού αναστομωτήρα κατά τη σύγκλισή του με τον άξονα του πρωκτικού σωλήνα. Στη συνέχεια, ιστορούσε ότι οι εναγόμενοι ιατροί, αν και αντιλήφθηκαν και γνώριζαν την πλημμελή εκτέλεση της χειρουργικής επέμβασης, εντούτοις υπαιτίως του απέκρυψαν την αμελή συμπεριφορά τους, επιτρέποντάς του να λάβει εξιτήριο την επόμενη ημέρα, την 4-10-2016, πλην όμως, μετά την εμφάνιση δυσμενών μετεγχειρητικών επιπλοκών και τη σταδιακή επιδείνωση αυτών κατά τις βραδινές ώρες της ίδιας ημέρας, εισήχθη εσπευσμένα εκ νέου στο ως άνω νοσοκομείο της τρίτης εναγόμενης κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 5ης-10-2016. Περαιτέρω, ανέφερε ότι παρέμεινε νοσηλευόμενος μέχρι την 14-10-2016, ότι κατά το διάστημα αυτό ήταν διασωληνωμένος, διατρεφόμενος παρεντερικά μέσω ειδικής παροχέτευσης, καθώς επιβαλλόταν να μη διέλθει τροφή από το έντερό του, υποβαλλόμενος σε συνεχείς εξετάσεις, ενώ η κλινική και η απεικονιστική κατάστασή του ήταν συνεχώς επιδεινούμενη έως και την 7-10-2016, με ενδείξεις για βαρύτατη χειρουργική επέμβαση κολοστομίας και με άμεσο κίνδυνο ζωής λόγω σηψαιμίας, ότι ήδη από την 6-10-2016 κλήθηκε από το δεύτερο εναγόμενο ο ειδικός λοιμωξιολόγος .…….., ο οποίος υπέδειξε τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής του, καθώς και ότι τελικά τις επόμενες ημέρες και δη την 12-10-2016 ο οργανισμός του ανέκαμψε μερικώς, οπότε εξεταζόμενος από τον ιατρό ………. επιβεβαιώθηκε η βελτίωση της κλινικής του κατάστασης, μέχρι την έξοδό του από το νοσοκομείο με οδηγίες για κατ’ οίκο νοσηλεία, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Επίσης, εξέθετε ότι κατά το επόμενο χρονικό διάστημα βρισκόταν στην οικία του σε πλήρη κλινοστατισμό, έχοντας απωλέσει 15% του σωματικού του βάρους και ακολουθώντας ισχυρή φαρμακευτική αγωγή και υποβαλλόμενος σε επώδυνες ιατρικές εξετάσεις (ορθοσιγμοειδοσκόπηση) την 7-12-2016 και την 17-5-2017, από τις οποίες διαπιστώθηκε ότι εξακολουθεί να πάσχει από αιμορροϊδοπάθεια, η οποία δεν θεραπεύτηκε με την προπεριγραφείσα χειρουργική επέμβαση. Επιπλέον, ισχυριζόταν, κατά τη δέουσα εκτίμηση, ότι κατά το χρόνο της νοσηλείας του στην κλινική που εκμεταλλεύεται η τρίτη εναγόμενη, ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων, οι οποίοι ήταν προστηθέντες στην υπηρεσία της προστήσασας αυτούς τρίτης εναγόμενης, συνεργάζονταν ελευθέρως με την τρίτη εναγόμενη και συγκεκριμένα προέβαιναν στη διενέργεια ιατρικών πράξεων και στη νοσηλεία πελατών τους, χρησιμοποιώντας τις κτιριακές και λοιπές εγκαταστάσεις της τρίτης εναγόμενης, δεδομένου ότι από την ως άνω σύμβαση ελεύθερης συνεργασίας και τον επιδιωκόμενο από αυτήν σκοπό, η δραστηριότητα του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων ενέπιπτε στον επιχειρηματικό και επαγγελματικό κλάδο δράσης της τρίτης εναγόμενης, η οποία ωφελείτο από τη δραστηριότητα των τελευταίων, καθώς με τη συνδρομή τους επέκτεινε τον κύκλο της επιχειρηματικότητας της και τη δυνατότητα αποκόμισης αντίστοιχων κερδών. Τέλος, ισχυριζόταν ότι ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων ιατρών ευθύνονται σε αποζημίωσή του για κάθε ζημία που ο ίδιος (ενάγων) υπέστη ως ασθενής τους, καθότι κατά την εκτέλεση των ιατρικών καθηκόντων τους ενήργησαν κατά παράβαση των αναγνωρισμένων και γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης, αλλά και των, εκ του γενικού καθήκοντος πρόνοιας και ασφαλείας, απορρεουσών υποχρεώσεων επιμέλειας του μέσου συνετού ιατρού της ειδικότητάς τους, επιδεικνύοντας παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με το ζημιογόνο σε βάρος της κατάστασης της υγείας του αποτέλεσμα. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να του καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος το συνολικό ποσό των 29.150,00 ευρώ, και συγκεκριμένα, α) το ποσό των 4.150,00 ευρώ για πλασματική δαπάνη απασχόλησης νοσηλεύτριας, τις υπηρεσίες της οποίας προσέφερε ο πατέρας του, λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης του ίδιου (ενάγοντος) κατά το χρονικό διάστημα της νοσηλείας του στο άνω ιδιωτικό θεραπευτήριο και της μετέπειτα κατ’ οίκο νοσηλείας του, και β) το ποσό των 25.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, που του προξένησε η προπεριγραφόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων, οι οποίοι, ως προστηθέντες της τρίτης των εναγόμενων και ως υπόχρεοι λόγω του επαγγέλματός τους να καταβάλουν ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, ενεργώντας αμελώς, προκάλεσαν την ως άνω βλάβη της υγείας του ενάγοντος, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, καθώς και να καταδικαστούν οι αντίδικοί του στην εν γένει δικαστική δαπάνη του. Επί της αγωγής αυτής το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξέδωσε κατά την τακτική διαδικασία κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων την εκκαλουμένη με αριθμό 2089/2023 οριστική απόφασή του, δυνάμει της οποίας έγινε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν η ένδικη αγωγή και αναγνωρίστηκε ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν έκαστος εις ολόκληρον στον ενάγοντα το ποσό των 7.000,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση και συμψηφίστηκαν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής (2089/2023) παραπονούνται ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων και ήδη εκκαλούντες με την υπό στοιχεία Α από 10-9-2023 έφεσή τους, ζητώντας να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, για τους αναφερόμενους στην έφεση λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με σκοπό να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η εναντίον τους ασκηθείσα αγωγή. Τέλος, κατά της απόφασης αυτής (2089/2023) παραπονείται και ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την υπό στοιχεία Β από 2-4-2024 έφεσή του, ζητώντας να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, για τους αναφερόμενους στην έφεση λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με σκοπό να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του.

IV. Από τις διατάξεις των άρθρων 298, 330 εδ. β, 914 και 932 ΑΚ συνάγεται ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση ή (και) προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής ζημίας ή (και) ηθικής βλάβης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της, περιουσιακού ή μη χαρακτήρα, ζημίας. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί δε η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της, κοινωνικώς επιβεβλημένης και εκ της θεμελιώδους δικανικής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας, υποχρέωσης λήψης ορισμένων μέτρων επιμέλειας για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων. Αμέλεια, ως μορφή υπαιτιότητας, υπάρχει όταν, εξαιτίας της παράλειψης του δράστη να καταβάλει την επιμέλεια που αν κατέβαλε – με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς εκπροσώπου του κύκλου δραστηριότητάς του – θα ήταν δυνατή η αποτροπή του ζημιογόνου αποτελέσματος, αυτός (δράστης) είτε δεν προέβλεψε την επέλευση του εν λόγω αποτελέσματος είτε προέβλεψε μεν το ενδεχόμενο επέλευσής του, ήλπιζε όμως ότι θα το αποφύγει. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (σχ. ΑΠ 2/2009 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Η συνδρομή των παραπάνω προϋποθέσεων θεμελιώνει και την αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού για ζημία που προκαλείται από αυτόν κατά την παροχή των ιατρικών του υπηρεσιών (ΑΠ 974/2014 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 24 του Α.Ν. 1565/1939 “περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος”, που διατηρήθηκε σε ισχύ κατά το άρθρο 47 ΕισΝΑΚ, “Ο ιατρός οφείλει να παρέχει με ζήλο, ευσυνειδησία και αφοσίωση την ιατρική του συνδρομή, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης και της κτηθείσας πείρας τηρώντας τις ισχύουσες διατάξεις για τη διαφύλαξη των ασθενών και την προστασία των υγιών”. Από τη διάταξη αυτή σε συνδυασμό με τα άρθρα 330, 652 και 914 ΑΚ, προκύπτει ότι ο ιατρός ευθύνεται για τη ζημία και την ηθική βλάβη που έπαθε ο ασθενής πελάτης του από κάθε αμέλειά του, ακόμη και ελαφρά, αν κατά την εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων παρέβη την υποχρέωσή του να ενεργήσει σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια, δηλαδή αυτή που αναμένεται από το μέσο εκπρόσωπο του κύκλου του (ΑΠ 424/2012, ΑΠ 181/2011, ΑΠ 1362/2007 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), υπό την έννοια της, ελλείψει του αντικειμενικώς επιβαλλομένου καθήκοντος επιμέλειας και προσοχής, παράβασης των θεμελιωδών αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης. Στην περίπτωση αυτή, ο ιατρός ευθύνεται στην καταβολή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος ασθενούς κατά τους όρους των άρθρων 297, 298, 299 και 932 ΑΚ. Μάλιστα, η αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού για ζημία που προκάλεσε σε ασθενή κατά την παροχή σ’ αυτόν των ιατρικών υπηρεσιών του εμπίπτει και στη ρυθμιστική εμβέλεια του άρθρου 8 του ν. 2251/1994 “για την προστασία των καταναλωτών”, που καθιερώνει νόθο αντικειμενική ευθύνη για τον υπαίτιο ιατρό, αφού και αυτός παρέχει τις ιατρικές υπηρεσίες του κατά τρόπο ανεξάρτητο, δηλαδή δεν υπόκειται σε συγκεκριμένες υποδείξεις ή οδηγίες του ασθενούς, αλλά έχει την πρωτοβουλία και την ευχέρεια να προσδιορίζει ο ίδιος τον τρόπο της παροχής των υπηρεσιών του (ΑΠ 687/2013, ΑΠ 1227/2007 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 1133/2004 ΕπισκΕμπΔ 2004. 980). Αμφότερες οι προϋποθέσεις αυτές (παρανομία και υπαιτιότητα) συντρέχουν ταυτόχρονα, με βάση τη θεώρηση της αμέλειας ως μορφής πταίσματος και ως μορφής παρανομίας («διπλή λειτουργία της αμέλειας»). Έτσι, αν στο πλαίσιο μιας ιατρικής πράξης παραβιασθούν οι κανόνες και αρχές της ιατρικής επιστήμης και εμπειρίας ή (και) οι εκ του γενικού καθήκοντος πρόνοιας και ασφάλειας απορρέουσες υποχρεώσεις επιμέλειας του μέσου συνετού ιατρού της ειδικότητας του ζημιώσαντος, τότε η συμπεριφορά αυτή είναι παράνομη και, συγχρόνως, υπαίτια. Ενόψει δε, της νόθου αντικειμενικής ευθύνης, που καθιερώνεται συναφώς κατά τα προαναφερόμενα, με την έννοια της αντιστροφής του βάρους απόδειξης τόσο ως προς την υπαιτιότητα όσο και ως προς την παρανομία, ο ζημιωθείς φέρει το βάρος να αποδείξει την παροχή των υπηρεσιών, τη ζημία του και τον αιτιώδη σύνδεσμο της ζημίας με την εν γένει παροχή των υπηρεσιών, όχι όμως και τη συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη που επέφερε το ζημιογόνο αποτέλεσμα, ενώ ο παρέχων τις υπηρεσίες ιατρός, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη, πρέπει να αποδείξει είτε την ανυπαρξία παράνομης και υπαίτιας πράξης του είτε την έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου της ζημίας με την παράνομη και υπαίτια πράξη του είτε τη συνδρομή κάποιου λόγου επαγόμενου την άρση ή τη μείωση της ευθύνης του (ΑΠ 974/2014, ΑΠ 687/2013, ΑΠ 424/2012, ΑΠ 1227/2007, ΑΠ 589/2001 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί κατά τις πιο πάνω διατάξεις ευθύνη του ιατρού και υποχρέωσή του για αποζημίωση, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη πρόσφορου αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της φερομένης ως παράνομης συμπεριφοράς του ιατρού και της ζημίας που έχει προκληθεί ή και της βλάβης, περιουσιακής ή ηθικής, την οποία ο ασθενής επικαλείται. Ο εν λόγω αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, η φερομένη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, ήταν ικανή και πρόσφορη να επιφέρει το ζημιογόνο γεγονός (ΑΠ 1226/2007) [ΤριμΕφΠειρ 648/2023 δημοσίευση στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς, ΤριμΕφΑθ 190/2019 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ]. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 932 ΑΚ «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης». Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία της αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι’ αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου – θύματος (τόσο της ηθικής βλάβης όσο και της ψυχικής οδύνης) και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών, χωρίς να απαιτείται η ειδικότερη αιτιολόγηση καθενός στοιχείου (ΑΠ 1414/2019, ΑΠ 838/2017). Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται, κατ’ αρχήν, σε αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να κριθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, είτε ευθέως, είτε εκ πλαγίου, για έλλειψη νόμιμης βάσης. Επιβάλλεται όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, πράγμα που, αν συμβαίνει, ελέγχεται ως παραβίαση της πιο πάνω γενικής νομικής αρχής, ήτοι ως πλημμέλειες του άρθρου 559 αριθ. 1 και 19 ΚΠολΔ (Ολ ΑΠ 10/2017, Ολ ΑΠ 9/2015). Και τούτο, διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά τον δικαιούχο – παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μία δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΑΠ 34/2022, ΑΠ 736/2021, ΑΠ 525/2021, ΑΠ 1096/2020 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ).

V. Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται νόμιμα και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 277/2020, ΑΠ 386/2015 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), από τη σχηματισθείσα σε βάρος του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων με ΑΒΜ : Α18/645 ποινική δικογραφία, μέρος της οποίας αποτελούν και η από 30-6-2018 μήνυση του ενάγοντος ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς, η από 6-5-2019 ιατρική πραγματογνωμοσύνη του νόμιμα διορισθέντος Ιατροδικαστή – Πραγματογνώμονα, …………., το από 2-8-2019 κατηγορητήριο του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς και η με αριθμό ………/6-6-2022 απόφαση του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, τα οποία, προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους, παραδεκτώς λαμβάνονται υπόψη από το παρόν Δικαστήριο για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 681/2021, ΑΠ 1286/2003, ΑΠ 283/2003 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), από την από 27-11-2018 ιδιωτική γνωμοδότηση του ιατρού – χειρουργού, Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ……….., που συντάχθηκε κατόπιν αιτήματος του πρώτου των εναγόμενων και προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως από τους εναγόμενους – ιατρούς, εκτιμώμενη ελεύθερα από το Δικαστήριο (άρθρο 390 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο ενάγων ……….., ηλικίας κατά τον επίδικο χρόνο 32 ετών (γεν. την 5-9-1984), επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τον πρώτο των εναγόμενων, ……….., ιατρό – γενικό χειρουργό, Διευθυντή Γενικό Χειρουργό (Consultant General Surgeon) στη Χειρουργική Κλινική του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου ………. στο Λονδίνο από το έτος 2009 και εξωτερικό συνεργάτη του ιδιωτικού νοσοκομείου «……………» από το έτος 2015, λόγω χρόνιων ενοχλήσεων (άλγος, αιμορραγία από το ορθό), που οφείλονταν σε αιμορροϊδοπάθεια, προκειμένου να τον εξετάσει και να του υποδείξει την κατάλληλη μέθοδο αντιμετώπισης του προβλήματος υγείας του. Άλλωστε, ο πρώτος εναγόμενος στο παρελθόν είχε χειρουργήσει με επιτυχία για την ίδια πάθηση τον πατέρα του ενάγοντος, …….. (γεν. την 1-4-1954), δηλαδή με πλήρη ίαση από αιμορροϊδοπάθεια και χωρίς μετεγχειρητικές επιπλοκές. Αφού ο πρώτος εναγόμενος επέστρεψε από το εξωτερικό λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, ο ενάγων την 26-9-2016 πραγματοποίησε στο ιδιωτικό θεραπευτήριο «……….», που διατηρεί η τρίτη των εναγόμενων, τον απαραίτητο προεγχειρητικό έλεγχο (λήψη ατομικού ιστορικού, γενική αίματος, βιοχημικές εξετάσεις, έλεγχος πήξεως αίματος). Την 3-10-2016 ο ενάγων μαζί με τον πατέρα του μετέβη στο ανωτέρω νοσοκομείο και εξετάστηκε από τον πρώτο εναγόμενο και τον ……….., ήδη δεύτερο εναγόμενο, στρατιωτικό ιατρό-χειρουργό και επιμελητή της Β΄ Χειρουργικής Κλινικής του …………. από το έτος 2017, ο οποίος πραγματοποιούσε χειρουργικές επεμβάσεις και σε πολλές ιδιωτικές κλινικές ως εξωτερικός συνεργάτης, μεταξύ των οποίων και το ιδιωτικό νοσοκομείο «…………..». Στη συνέχεια την ίδια ημέρα, την 3-10-2016, κατόπιν προφορικής διαλογικής συζήτησης με τον ενάγοντα ασθενή και αφού ο τελευταίος υπέγραψε την απαιτούμενη δήλωση συγκατάθεσης ασθενούς για χειρουργικές ή παρεμβατικές πράξεις, εισήχθη στο χειρουργείο για την πραγματοποίηση αιμορροϊδεκτομής με την τεχνική Longo (ή Stapled αιμορροϊδεκτομή) από τους πρώτο και δεύτερο εναγόμενους ιατρούς – χειρουργούς. Ειδικότερα, η ονομασία αυτή οφείλεται στον Ιταλό χειρουργό που την επινόησε Antonio Longo. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για την τεχνική αυτή είναι τα εξής : Διαφανές πρωκτοσκόπιο διαστολέας, πρωκτοσκόπιο για τη διενέργεια ράμματος περίσπασης (γραμμή συρραφής 2-3εκ. πάνω από την οδοντωτή γραμμή), οδηγός για το πέρασμα του ράμματος περίσπασης, αυτόματος κυκλικός αναστομωτήρας 33mm. Με το μηχάνημα αυτό (κυκλικός αναστομωτήρας) επιτυγχάνεται σε απόσταση 2-3εκ. από την οδοντωτή γραμμή, δηλαδή εκεί που έχει τοποθετηθεί το ράμμα της περίσπασης, η ταυτόχρονη α) εκτομή (αφαίρεση) κυλινδρικού τμήματος βλεννογόνου – υποβλεννογόνιου χιτώνα του ορθού και των τελικών κλάδων του άνω αιμορροϊδικού πλέγματος (άρα διακοπή της αρτηριακής αιμάτωσης των αιμορροΐδων) και β) κυκλοτερή αναστόμωση του εντερικού σωλήνα μέσω αυτόματης συρραφής. Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά δεν εκτελείται πραγματική εκτομή των αιμορροΐδων, αλλά ανατάσσεται η πρόπτωση του εντερικού βλεννογόνου, διακόπτεται η αιματική ροή των τελικών κλάδων του άνω αιμορροϊδικού πλέγματος και επαναφέρονται (καθηλώνονται) τα αιμορροϊδικά πλέγματα στην ανατομική τους θέση. Αυτή η επέμβαση γενικής χειρουργικής θεωρείτο μεσαίας βαρύτητας κατά τον πίνακα βαρύτητας επεμβάσεων γενικής χειρουργικής. Σύμφωνα με το από 3-10-2016 πρακτικό του χειρουργείου, που υπογράφει ο δεύτερος εναγόμενος, χορηγήθηκε γενική αναισθησία, με ημερομηνία χειρουργικής επέμβασης, την 3-10-2016, ώρα έναρξης του χειρουργείου στις 12:30, ώρα λήξης του χειρουργείου στις 14:00, και τα ευρήματα ήταν «3ου βαθμού εσωτερικές αιμορροΐδες», που αντιμετωπίστηκαν με «αιμορροϊδεκτομή κατά Longo» και «αιμοστατικές ραφές στη γραμμή συρραφής (4-5)». Μετά τη χειρουργική επέμβαση ο ενάγων ασθενής, αφού οδηγήθηκε στο στάδιο της ανάνηψης, παρέμεινε κλινήρης στο άνω νοσοκομείο για μία (1) ημέρα. Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 4-10-2016 πήρε εξιτήριο και του συστάθηκε φαρμακευτική αγωγή. Στο εξιτήριο, που υπογράφει ως θεράπων ιατρός ο δεύτερος εναγόμενος, μεταξύ άλλων αναφέρονται τα εξής: «Έκβαση : ίαση, ομαλή μετεγχειρητική πορεία, επανεξέταση μετά από συνεννόηση με θεράποντα ιατρό, απαιτείται αναζήτηση ιατρικής βοήθειας σε περίπτωση έντονου κοιλιακού ή περιπρωκτικού άλγους, εμπύρετου άνω των 38° C, αίμα από το ορθό». Κατά τις βραδινές ώρες της ιδίας ημέρας, την 4-10-2016, ο ενάγων επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον πρώτο εναγόμενο λόγω εμπύρετου, άλγους και αιμορραγίας από το ορθό. Ο ενάγων μετέβη εκ νέου στο άνω νοσοκομείο, για να εισαχθεί την 4-10-2016 για κλινικό-εργαστηριακό-απεικονιστικό έλεγχο. Η διάγνωση εισόδου ήταν εμπύρετο, περιπρωκτική φλεγμονή και αέρας στο οπίσθιο περιτόναιο μετά από αιμορροϊδεκτομή κατά Longo. Την 4-10-2016 διενεργήθηκε αξονική τομογραφία (CT) κάτω κοιλίας, με τα εξής ευρήματα : «Μετεγχειρητικά ευρήματα ορθού. Σημειώνεται η ανομοιογενής απεικόνιση στο εγχειρητικό πεδίο με παρουσία πολλαπλών φυσαλίδων αέρος περί το ορθό, καθώς επίσης και μόλις υποσημαινόμενης συλλογής στο αριστερό ημιπλάγιο της ελάσσονος πυέλου. Τονίζεται ιδιαίτερα η παρουσία ελεύθερου αέρα στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο σε όλη την έκταση αυτού, καθώς επίσης και επί τα εκτός των παρακολικών αυλάκων, καθώς και ανάμεσα στις μυϊκές ομάδες του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώματος (ορθούς κοιλιακούς μύες)…». Ο ενάγων μετά τη δεύτερη εισαγωγή του στο νοσοκομείο νοσηλεύτηκε από την 4-10-2016 έως την 14-10-2016. Σε αυτό το χρονικό διάστημα αποφασίστηκε η παρεντερική σίτισή του και αντιμετωπίστηκε συντηρητικά με φαρμακευτική αγωγή, χωρίς να χρειαστεί η διενέργεια κολοστομίας, ενώ ο εργαστηριακός έλεγχος ανέδειξε σημαντική πτώση του αιματοκρίτη (ΗCΤ) και της αιμοσφαιρίνης (ΗGΒ). Συγκεκριμένα, στον προεγχειρητικό έλεγχο την 26-9-2016 οι τιμές ήταν: ΗCΤ = 44,7% και ΗGΒ=14,8 gr/dL, ενώ σαφώς χαμηλότερες τιμές διαπιστώθηκαν την 7-10-2016: ΗCΤ = 27,2% και ΗGΒ = 8,9 gr/dL. Την 12-10-2016 οι τιμές ήταν: ΗCΤ = 30,0% και ΗGΒ = 9,9 gr/dL. Υπήρξε επίσης παρακολούθηση της δημιουργηθείσας φλεγμονής, των δεικτών της φλεγμονής και των κλινικο-εργαστηριακών ευρημάτων. Την 6-10-2016 κλήθηκε εκτάκτως από το δεύτερο των εναγόμενων ο ιατρός – παθολόγος – λοιμωξιολόγος ………., η διάγνωση του οποίου στο σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό (πρόσκληση και πιστοποίηση επίσκεψης ιατρού ειδικότητας), που υπογράφει αυθημερόν, είναι η εξής : «Ρήξη ορθού μετά αιμορροϊδεκτομή Longo, ασθενής υπό παρεντερική σίτιση, … κλινικοεργαστηριακή βελτίωση σε σχέση με την εικόνα εισαγωγής του, CT : μεγάλη ποσότητα αέρα στο οπισθοπεριτόναιο έως και τα μαλακά μόρια…», ενώ ο ίδιος συνέστησε συγκεκριμένο σχήμα αντιβίωσης και σημείωσε στο ίδιο ως άνω ιατρικό πιστοποιητικό ότι «Επί μη ανταπόκρισης στη συντηρητική αγωγή είναι εύλογο ότι θα εξεταστεί το ενδεχόμενο χειρουργικής επέμβασης με εκτροπή του εντέρου.». Στη συνέχεια, την 10-10-2016 διενεργήθηκε αξονική τομογραφία (CT) άνω – κάτω κοιλίας, με τα εξής ευρήματα : «Αναφερόμενο ιστορικό : περιεδρικό απόστημα. Έγινε συγκριτικός έλεγχος με την προηγούμενη εξέταση της 4-10-2016. Σημειώνεται σημαντικού βαθμού μείωση του υποδόριου εμφυσήματος. Στην ελάσσονα πύελο ελέγχεται εγκυστωμένη συλλογή, με ανάπτυξη φλεγμονής και αποστηματικής κοιλότητας, παρά των αναστομωτικών clips…». Την 12-10-2016 επισκέφθηκε εκ νέου τον ενάγοντα κατόπιν πρόσκλησης του δεύτερου εναγόμενου ο προαναφερόμενος ιατρός – λοιμοξιωλόγος   …….., ο οποίος διαπίστωσε σαφή κλινικοεργαστηριακή βελτίωση, απεικονιστικά συνολική βελτίωση φλεγμονής ελάσσονος πυέλου ΑΡ, συνέστησε απεικονιστικό follow  – up του φλέγματος για το ενδεχόμενο διαδερμικής παροχέτευσης και παρακολούθηση δεικτών φλεγμονής και επανεκτίμηση, ενώ συνέστησε και συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή κατά την έξοδο του ασθενούς από το θεραπευτήριο. Αφού διακόπηκε εντός του εν λόγω νοσοκομείου η παρεντερική σίτιση την 11-10-2016, ο ασθενής έλαβε εξιτήριο την 14-10-2016, το οποίο υπογράφει ο δεύτερος εναγόμενος και στο οποίο αναφέρεται ως αιτία (δεύτερης) εισαγωγής «εμπύρετο – περιπρωκτική φλεγμονή», ως τελική διάγνωση «περιπρωκτική φλεγμονή μετά από αιμορροϊδεκτομή κατά Longo», ως έκβαση της νοσηλείας του η βελτίωση της κατάστασης της υγείας του και συνέχισε κατ’ οίκον τη φαρμακευτική αγωγή με Ciproxin και flagyl (δηλαδή διπλό αντιβιοτικό σχήμα), Zurcalzol (φάρμακο γαστροπροστασίας) και Ultra levure (προβιοτικό), ενώ συστήθηκε σε αυτόν να πραγματοποιήσει σε μία εβδομάδα μετά το εξιτήριό του γενική εξέταση αίματος και CRP (αντιδρώσα πρωτεΐνη = δείκτης φλεγμονής) και τέλος, εάν επανεμφάνιζε εμπύρετο, άλγος κοιλίας ή περιπρωκτικό άλγος, να αναζητούσε άμεσα ιατρική βοήθεια. Κατά δε το επόμενο χρονικό διάστημα, ο ασθενής στο πλαίσιο της μετεγχειρητικής του παρακολούθησης πραγματοποίησε δύο (2) ενδοσκοπικούς ελέγχους στο ανωτέρω νοσοκομείο. Συγκεκριμένα, στα αποτελέσματα της ορθοσιγμοειδοσκόπησης, στην οποία υποβλήθηκε την 7-12-2016 [περίπου δύο (2) μήνες μετά το χειρουργείο] αναφέρονται τα εξής: «Είσοδος του οργάνου μέχρι τα 10εκ από τον πρωκτικό δακτύλιο. Αμέσως μετά την οδοντωτή γραμμή παρατηρείται μικρή παραμόρφωση και εξέλκωση του βλεννογόνου» και στα αποτελέσματα της ορθοσιγμοειδοσκόπησης, στην οποία υποβλήθηκε την 17-5-2017 (περίπου 7 ½  μήνες μετά το χειρουργείο) αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής: «Έλεγχος μέχρι βάθους 10εκ από τον πρωκτικό δακτύλιο… Υπόλειμμα χειρουργείου με ράμμα επ’ αυτού. Συμπεφορημένος αιμορροϊδικός δακτύλιος. Συμπέρασμα: Αιμορροϊδοπάθεια». Περαιτέρω, σύμφωνα με την από 6-5-2019 ιατρική πραγματογνωμοσύνη του ιατρού-ειδικού ιατροδικαστή …….., ο οποίος διορίστηκε πραγματογνώμονας δυνάμει της με αριθμό …/11-4-2019 Πράξης της 4ης Πταισματοδίκη Πειραιά στα πλαίσια της με ΑΒΜ: ……. σχηματισθείσας σχετικής ποινικής δικογραφίας, και ειδικότερα, σύμφωνα με τις επισημάνσεις του άνω δικαστικού πραγματογνώμονα επί σημείων της υπόθεσης (υπό στοιχείο Γ): 1) Από τα ιατρικά έγγραφα συνάγεται ότι ο ασθενής ελέγχθηκε κλινικά και αφού ενημερώθηκε και υπέγραψε την απαιτούμενη δήλωση συγκατάθεσης ασθενούς για χειρουργικές ή παρεμβατικές πράξεις, δρομολογήθηκε σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής σε προεγχειρητικό έλεγχο για τη χειρουργική αντιμετώπιση της αιμορροϊδοπάθειάς του. 2) Για την αιτιολογική αντιμετώπιση της νόσου, για τη μείωση του μετεγχειρητικού πόνου, του χρόνου παραμονής στο νοσοκομείο και του χρόνου επιστροφής στις δραστηριότητες-εργασία, η εγχειρητική τεχνική Longo, που επιλέχθηκε από τους θεράποντες ιατρούς, ήταν ενδεδειγμένη για την περίπτωση του ενάγοντος ασθενούς (3ου βαθμού εσωτερικές αιμορροΐδες). 3) Διεγχειρητικά υπέστη ρήξη ορθού. Συνέπεια αυτής ήταν η άμεση διαφυγή ενδοαυλικού περιεχομένου (αεριογόνα μικρόβια) της χειρουργηθείσας περιοχής του ορθού προς το χώρο της πυέλου (λεκάνης) και δημιουργία πυελικής λοίμωξης. Επομένως, στην προκειμένη περίπτωση η πυελική λοίμωξη δεν προκλήθηκε από την επέκταση της περιπρωκτικής φλεγμονής στο ορθό και εν συνεχεία στον πυελικό χώρο, αλλά από την άμεση διαφυγή των μικροβίων του εντέρου προς την πύελο λόγω της τρώσης του τοιχώματος του ορθού. 4) Κατά τη διάρκεια της τεχνικής Longo, είναι πολύ σημαντικό ο άξονας του κυκλικού αναστομωτήρα να συμπίπτει κατά τη σύγκλισή του με τον άξονα του πρωκτικού σωλήνα. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η ευρύτερη ή η βαθύτερη εκτομή του τοιχώματος του ορθού, δηλαδή αποφεύγεται η τρώση του τοιχώματός του. Για τους ίδιους ακριβώς λόγους, ο χειρουργός πρέπει να επιδείξει την κατάλληλη προσοχή ελέγχοντας συνεχώς την τοποθέτηση της περίσπασης άνωθεν της οδοντωτής γραμμής (κακή τοποθέτησή της, δηλαδή βαθύτερη τοποθέτηση της περίσπασης μπορεί να επιφέρει τρώση του τοιχώματος του ορθού). 5) Ενώ στο (από 6-10-2016) ιατρικό πιστοποιητικό υπογεγραμμένο από τον ιατρό παθολόγο ………. αναφέρεται, μεταξύ άλλων, «Ρήξη ορθού μετά αιμορροϊδεκτομή  Longo», παραδόξως στην αξονική τομογραφία (CΤ) κάτω κοιλίας την 4-10-2016 αποφεύγεται η διατύπωση: «Ρήξη ορθού» και απλά αναγράφεται: «Μετεγχειρητικά ευρήματα ορθού». Αντιθέτως, στην ίδια αξονική τομογραφία περιγράφεται αναλυτικά το πνευμοπισθοπεριτόναιο, δηλαδή η ύπαρξη φυσαλίδων αέρα στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο, οι οποίες μάλιστα επεκτάθηκαν και στην κοιλιακή χώρα: «Τονίζεται ιδιαίτερα η παρουσία ελεύθερου αέρα στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο σε όλη την έκταση αυτού καθώς επίσης και επί τα εκτός των παρακολικών αυλάκων καθώς και ανάμεσα στις μυϊκές ομάδες του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώματος (ορθούς κοιλιακούς μύες)». Οι φυσαλίδες αέρος παράγονται από τα αεριογόνα μικρόβια της χλωρίδας του εντέρου και στην προκειμένη περίπτωση η παρουσία τους στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο και στην κοιλιακή χώρα οφείλεται στην τρώση του τοιχώματος του ορθού. 6) Τα συμπτώματα που εμφάνισε ο ασθενής (εμπύρετο, άλγος) ώρες μετά το εξιτήριό του από το νοσοκομείο την 4-10-2016, τον οδήγησαν σε εκ νέου εισαγωγή για την αντιμετώπιση της φλεγμονής, που εξελισσόταν μετεγχειρητικά λόγω της τρώσης του τοιχώματος του ορθού. Πραγματοποιήθηκαν άμεσα και ενδεδειγμένα όλες οι απαραίτητες εξετάσεις και οι ιατροφαρμακευτικοί χειρισμοί προκειμένου να αντιμετωπιστεί η δυνητικά απειλητική για τη ζωή κατάσταση του ασθενούς. Ο ασθενής αντιμετωπίστηκε συντηρητικά με φαρμακευτική αγωγή, δεν χρειάστηκε κολοστομία και παρατάθηκε η νοσηλεία του στο νοσοκομείο για άλλες δέκα (10) ημέρες. 7) Η μετεγχειρητική πτώση του αιματοκρίτη του ασθενούς οφείλεται στην απώλεια αίματος, η οποία μπορεί να προέρχεται από τα clips του κυκλικού αναστομωτήρα ή/και από την ύπαρξη υπολειμματικών αιμορροϊδικών όζων. 8) Στην ορθοσιγμοειδοσκόπηση την 17-5-2017 (δηλαδή 7 ½ περίπου μήνες από το χειρουργείο), διαπιστώνεται: «Συμπεφορημένος αιμορροϊδικός δακτύλιος» και στο συμπέρασμα αναγράφεται: «αιμορροϊδοπάθεια». Είναι σαφής η ύπαρξη υπολειπόμενης νόσου ακόμα και μετά το χειρουργείο, για να αξιολογηθεί όμως, το τελικό αποτέλεσμα της ιατρικής αυτής πράξης (πλήρης ίαση ή μη) θα πρέπει να υπάρχει τουλάχιστον μία τωρινή αξιολόγηση της κατάστασης του ασθενούς. Συνεκτιμώντας και συναξιολογώντας όλα τα ανωτέρω εκτεθέντα, ο ανωτέρω δικαστικός πραγματογνώμονας γνωμοδότησε σχετικά ότι: 1) Οι θεράποντες ιατροί ενήργησαν προεγχειρητικά με επιμέλεια και σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. 2) Η τεχνική Longo είναι ενδεδειγμένη για την περίπτωση του ενάγοντος ασθενούς. 3) Οι δυνητικά απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές (πυελική λοίμωξη, πνευμοπισθοπεριτόναιο, φυσαλίδες αέρος στην περιοχή του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώματος), που εμφανίστηκαν μετεγχειρητικά, οφείλονται στην τρώση του τοιχώματος του ορθού, η οποία προκλήθηκε από κακό διεγχειρητικό χειρισμό είτε λόγω βαθύτερης τοποθέτησης της περίσπασης άνωθεν της οδοντωτής γραμμής ή/και λόγω της απόκλισης του άξονα του κυκλικού αναστομωτήρα κατά τη σύγκλισή του με τον άξονα του πρωκτικού σωλήνα. 4) Οι θεράποντες ιατροί ενήργησαν άμεσα στην εκ νέου εισαγωγή του ασθενούς (δηλαδή μετεγχειρητικώς), με επιμέλεια και σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. 5) Μετά την πάροδο 7 ½ περίπου μηνών από το χειρουργείο, είναι σαφής η ύπαρξη υπολειπόμενης νόσου, για να αξιολογηθεί όμως, το τελικό αποτέλεσμα της ιατρικής αυτής πράξης (πλήρης ίαση ή μη) θα πρέπει να υπάρχει τουλάχιστον μία τωρινή αξιολόγηση της κατάστασης του ασθενούς, η οποία και στα πλαίσια της παρούσας δίκης δεν προσκομίστηκε [βλ. τον πλήρη ιατρικό φάκελο του ενάγοντος, με το πρακτικό χειρουργείου, τις ιατρικές εξετάσεις, τις απεικονιστικές εξετάσεις, τις δύο (2) προσκλήσεις και πιστοποιήσεις επίσκεψης ιατρού ειδικότητας και συγκεκριμένα του ιατρού – παθολόγου – λοιμωξιολόγου ………, τα δύο (2) εξιτήρια, κ.α., σε συνδυασμό με την πιο πάνω δικαστική πραγματογνωμοσύνη]. Επομένως, με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα περιστατικά προκύπτει ότι ο πρώτος των εναγόμενων, ιατρός – χειρουργός, ως χειριστής του κυκλικού αναστομωτήρα και ο δεύτερος των εναγόμενων, ιατρός – χειρουργός, βοηθός του πρώτου εναγόμενου, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και ως υπεύθυνοι για την επιστημονικά ορθή και κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης (de lege artis) διενέργεια της χειρουργικής επέμβασης, δεν επέδειξαν την απαιτούμενη για το μέσο ιατρό επιμέλεια, που όφειλαν και μπορούσαν υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις να καταβάλουν, αλλά ενήργησαν κατά παράβαση των θεμελιωδών αρχών της ιατρικής επιστήμης και της πείρας που έχει διαμορφωθεί στον τομέα τους. Ειδικότερα, από αμέλειά τους, δεν τήρησαν τους κοινώς παραδεδεγμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, καθώς ενεργώντας όλως αμελώς κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης της αιμορροϊδεκτομής κατά Longo, μέθοδο που εφάρμοσαν στον ενάγοντα, δεν ήλεγξαν συνεχώς και επισταμένως, ώστε ο άξονας του κυκλικού αναστομωτήρα να συμπίπτει κατά τη σύγκλισή του με τον άξονα του πρωκτικού σωλήνα, ώστε να αποφευχθεί η ευρύτερη ή η βαθύτερη εκτομή του τοιχώματος του ορθού, δηλαδή να αποφευχθεί η τρώση του τοιχώματός του, ούτε επέδειξαν τη δέουσα προσοχή, ελέγχοντας συνεχώς την τοποθέτηση της περίσπασης άνωθεν της οδοντωτής γραμμής, ώστε να αποφευχθεί τυχόν κακή τοποθέτησή της, καθότι βαθύτερη τοποθέτηση της περίσπασης μπορεί να επιφέρει τρώση του τοιχώματος του ορθού. Αντίθετα, αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι – ιατροί, από έλλειψη της προσοχής που όφειλαν και από τις περιστάσεις μπορούσαν να επιδείξουν, προέβησαν σε κακό διεγχειρητικό χειρισμό είτε λόγω βαθύτερης τοποθέτησης της περίσπασης άνωθεν της οδοντωτής γραμμής ή και λόγω της απόκλισης του άξονα του κυκλικού αναστομωτήρα κατά τη σύγκλισή του με τον άξονα του πρωκτικού σωλήνα, με αποτέλεσμα να προκληθεί σωματική βλάβη σε βάρος του ενάγοντος και δη τρώση του τοιχώματος του ορθού, δηλαδή ρήξη ορθού, η οποία με τη σειρά της προκάλεσε τόσο περιπρωκτική φλεγμονή όσο και πυελική λοίμωξη λόγω άμεσης διαφυγής ενδοαυλικού περιεχομένου (αεριογόνα μικρόβια της χλωρίδας του εντέρου) της χειρουργηθείσας περιοχής του ορθού προς το χώρο της πυέλου (λεκάνης), με συνακόλουθες μετεγχειρητικές δυνητικά απειλητικές για τη ζωή του ενάγοντος ασθενούς επιπλοκές (πυελική λοίμωξη, πνευμοπισθοπεριτόναιο, φυσαλίδες αέρος στην περιοχή του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώματος). Συνεπώς και με βάση τις προδιαληφθείσες παραδοχές προκύπτει σαφώς ότι, αν ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων, ιατροί – χειρουργοί, επεδείκνυαν τη δέουσα επιμέλεια και προσοχή του μέσου συνετού ιατρού και τηρούσαν τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης και της διαμορφωθείσας ιατρικής πείρας, θα είχαν προβεί στην προσήκουσα και ενδεδειγμένη εκτέλεση της συγκεκριμένης χειρουργικής επέμβασης με την τεχνική Longo, ελέγχοντας διαρκώς και επισταμένως κάθε στάδιο διενέργειας αυτής και ιδίως την ορθή τοποθέτηση της περίσπασης άνωθεν της οδοντωτής γραμμής και τη σύμπτωση του άξονα του κυκλικού αναστομωτήρα κατά τη σύγκλισή του με τον άξονα του πρωκτικού σωλήνα, ώστε να αποφύγουν τυχόν αδέξιους και εσφαλμένους διεγχειρητικούς χειρισμούς, εξαιτίας των οποίων μπορούσε να επέλθει και πράγματι επήλθε τρώση του τοιχώματος του ορθού του ενάγοντος. Άλλωστε, από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχτηκε ότι οι άνω ιατροί ενήργησαν με τη δέουσα επιμέλεια και εκτέλεσαν τις ιατρικά επιβεβλημένες ενέργειες. Ούτε αποδείχτηκε ότι εξαιτίας ειδικών περιστάσεων οι συγκεκριμένοι εναγόμενοι ιατροί δεν ηδύναντο να επιδείξουν τη δέουσα κατά τα ανωτέρω επιμέλεια του μέσου συνετού ιατρού της ιδίας ειδικότητας και υπό τις ίδιες συνθήκες. Αποτέλεσμα της ανωτέρω αμελούς συμπεριφοράς του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων, ήταν, όπως ήδη προαναφέρθηκε, η τρώση του τοιχώματος του ορθού του ενάγοντος, δηλαδή ρήξη ορθού, από την οποία προκλήθηκαν περιπρωκτική φλεγμονή, πυελική λοίμωξη, πνευμοπισθοπεριτόναιο και φυσαλίδες αέρος στην περιοχή του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώματος, που συνιστούν δυνητικά απειλητικές για τη ζωή του ασθενούς επιπλοκές, οι οποίες εμφανίστηκαν μετεγχειρητικά, με συνέπεια ο ενάγων να υποφέρει από άλγος και έντονους πόνους, πυρετό και αιμορραγία από το ορθό και να εισαχθεί επειγόντως για δεύτερη φορά στο νοσοκομείο και να νοσηλευτεί αναγκαστικά για άλλες δέκα (10) ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων ήταν αρχικά διασωνηλωμένος και διατρεφόμενος παρεντερικά μέσω ειδικής παροχέτευσης (τοποθέτηση καθετήρα PICC εκ της δεξιάς βασιλικής με υπερηχογραφική καθοδήγηση και ακτινοσκοπικό έλεγχο), εμφανίζοντας κακή κλινική κατάσταση με σοβαρή πτώση του αιματοκρίτη και επιδείνωση των λοιπών δεικτών και υποβαλλόμενος σε σειρά ιατροδιαγνωστικών εξετάσεων [δύο (2) φορές σε αξονική τομογραφία, κ.α.] και σε συνεχή βαριά φαρμακοληψία, ώσπου τελικά να ανταποκριθεί ο οργανισμός του στη συντηρητική αγωγή και να αποτραπεί το ενδεχόμενο διενέργειας κολοστομίας και ενώ είχε ήδη προηγηθεί το χειρουργείο της κατά Longo αιμορροϊδεκτομής. Αποδείχτηκε περαιτέρω ότι η επελθούσα σωματική βλάβη της υγείας του ενάγοντος (τρώση του τοιχώματος του ορθού, δηλαδή ρήξη ορθού) οφείλεται στην αποκλειστική παράνομη και υπαίτια (αμελή) αδικοπρακτική συμπεριφορά του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων ιατρών και ειδικότερα στην ιατρική αμέλεια που εκείνοι επέδειξαν, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής την οποία κατά τις περιστάσεις όφειλαν και μπορούσαν να καταβάλουν, δεν προέβλεψαν το αξιόποινο αποτέλεσμα των πράξεών τους (μη συνειδητή αμέλεια κατ’ άρθρο 28 εδάφιο α ΠΚ), η οποία (ιατρική αμέλεια), εμφανίζεται με τη μορφή της παράλειψης τήρησης των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης, για τους οποίους δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση (lege artis). Δηλαδή κατά τις γενικά κρατούσες αρχές της ιατρικής επιστήμης, οι ενέργειές τους δεν ήταν σύμφωνες με το αντικειμενικά επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας του μέσου συνετού ιατρού – χειρουργού προς τον ασθενή του κατά τη διενέργεια της συγκεκριμένης χειρουργικής επέμβασης (αιμορροϊδεκτομή κατά Longo). Υφίσταται επομένως, αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των ένδικων πράξεων του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων, θεραπόντων ιατρών του ενάγοντος και του ζημιογόνου σε βάρος του τελευταίου αποτελέσματος. Κατόπιν τούτων, προέκυψε σαφώς ότι ουδόλως αποδείχθηκε από τους ανωτέρω εναγόμενους είτε η ανυπαρξία παράνομης και υπαίτιας πράξης τους είτε η έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου της ζημίας με την παράνομη και υπαίτια πράξη τους είτε η συνδρομή κάποιου λόγου επαγόμενου την άρση ή τη μείωση της ευθύνης τους, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω σχετική μείζονα σκέψη. Άρα, οι εν λόγω εναγόμενοι, ιατροί – χειρουργοί, η κοινή ιατρική αμέλεια των οποίων ήταν ικανή και πράγματι προκάλεσε το ζημιογόνο αποτέλεσμα που επήλθε, οφείλουν να αποζημιώσουν εις ολόκληρον έκαστος (άρθρα 914, 926 ΑΚ) τον ενάγοντα, σύμφωνα με τις περί αδικοπραξιών διατάξεις για τη ζημία που παράνομα και υπαίτια του προξένησαν. Κατ’ ακολουθίαν, τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τους εναγόμενους, αρνούμενους αιτιολογημένα την αγωγή, περί έλλειψης αστικής ευθύνης τους και περί επιπλοκής της εγχείρησης μη οφειλόμενης σε αμέλεια των ιατρών, τα οποία επαναφέρονται στο παρόν Δικαστήριο με το δεύτερο και τον τρίτο λόγους της υπό στοιχεία Α έφεσης του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων, με τους οποίους βάλλουν κατά της εκκαλουμένης απόφασης λόγω επικαλούμενης απουσίας επελθούσας σωματικής βλάβης σε βάρος του ενάγοντος και λόγω του μη προσδιορισμού του εσφαλμένου ιατρικού χειρισμού και του συγκεκριμένου προσώπου που τον έκανε, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν, όπως και οι σχετικοί αυτοί λόγοι της ένδικης έφεσής τους στο σύνολό τους. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων κατέθεσε την 25-7-2018 την από 30-6-2018 έγκλησή του ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς σε βάρος των εναγόμενων ιατρών, οι οποίοι παραπέμφθηκαν για να δικαστούν ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς για την πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια τελεσθείσας δια παραλείψεως από υπόχρεους. Ήδη ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων κηρύχθηκαν αθώοι, λόγω αμφιβολιών, της αποδιδόμενης σε αυτούς αξιόποινης πράξης σε βάρος του ενάγοντος, δυνάμει της με αριθμό ……/6-6-2022 απόφασης του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, απόφαση η οποία ήδη έχει καταστεί αμετάκλητη, όπως προκύπτει από την από 12-7-2023 βεβαίωση του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, που παραδεκτά λαμβάνεται υπόψη από το παρόν Δικαστήριο για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε. Οι εν λόγω εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες ισχυρίζονται με τον πρώτο λόγο της υπό στοιχεία Α έφεσής τους ότι με την εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία αναγνωρίστηκε αστική ευθύνη τους, παραβιάζεται το τεκμήριο αθωότητάς τους, σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 2, 5 και 7 του Συντάγματος, των άρθρων 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ και 14 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και θα πρέπει να εκδοθεί πολιτική απόφαση συμβατή με την αμετάκλητη αθωωτική ποινική απόφαση. Επί του εν λόγω ισχυρισμού τους, λεκτέα τα ακόλουθα : Η αμετάκλητη αθώωση του κατηγορουμένου από τα ποινικά δικαστήρια είναι προϊόν άλλων (λιγότερο αυστηρών) αποδεικτικών προϋποθέσεων, ενώ η αντίστοιχη κρίση του πολιτικού δικαστηρίου είναι προϊόν πλήρους δικανικής πεποίθησης. Επομένως, η αυτοτέλεια των αρμοδιοτήτων των δύο δικαιοδοσιών (ποινικής και πολιτικής) έχει την έννοια ότι το πολιτικό δικαστήριο, όταν αποφασίζει περί του αν τελέσθηκε το αστικό και συγχρόνως ποινικό αδίκημα, δεν δεσμεύεται από την τυχόν προηγηθείσα σχετική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αθωωτική ή καταδικαστική. Επιβάλλεται όμως, να λάβει σοβαρά υπόψη ως ισχυρό τεκμήριο την ποινική κρίση και μπορεί να αφίσταται από αυτήν, με απόλυτα αιτιολογημένη απόφαση. Ειδικά επί αθωωτικής απόφασης, το τεκμήριο αθωότητας δεν συνεπάγεται αποδεικτική δέσμευση του πολιτικού δικαστηρίου, που οδηγεί υποχρεωτικά σε αποδεικτικό πόρισμα σύμφωνο με την αθωωτική ποινική απόφαση και κατ’ ανάγκη σε αποκλεισμό της αστικής αδικοπρακτικής ευθύνης του αθωωθέντος, και συνακόλουθα, σε ουσιαστική απόρριψη της αποζημιωτικής αγωγής, με την αιτιολογία ότι διαφορετικά δημιουργούνται αμφιβολίες για την αθώωση και παραβιάζεται η αρχή του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ και 14 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. Μια τέτοια θεώρηση δεν είναι σύμφωνη με τα δογματικά όρια του τεκμηρίου αθωότητας, αλλά προσκρούει και στο Σύνταγμα, αφού έτσι δημιουργείται ένα είδος «αποδεικτικής δεσμεύσεως», ένα νέο είδος «δεδικασμένου», μη προβλεπόμενο από τον ισχύοντα Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Ολ ΑΠ 4/2020, ΜονΕφΠειρ 375/2021 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Κατ’ ακολουθίαν, τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο της υπό στοιχεία Α έφεσης των εναγόμενων – ιατρών τυγχάνουν απορριπτέα ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν, όπως και ο σχετικός λόγος έφεσης στο σύνολό του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων, ιατροί, ήταν εξωτερικοί συνεργάτες και προστηθέντες στην υπηρεσία της τρίτης των εναγόμενων ανώνυμης εταιρίας, η οποία διατηρεί ιδιωτικό νοσοκομείο, στις εγκαταστάσεις του οποίου έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, και η οποία (τρίτη των εναγόμενων) υπέχει γνήσια αντικειμενική ευθύνη, δικαιολογητικό λόγο της οποίας αποτελεί το γεγονός ότι η προστήσασα εταιρία, που εκμεταλλεύεται το ιδιωτικό νοσοκομείο, ωφελείται από τις υπηρεσίες των προστηθέντων ιατρών, διευρύνοντας το πεδίο της επιχειρηματικής της δραστηριότητας και ως εκ τούτου, είναι εύλογο να φέρει την ευθύνη για τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δραστηριότητα των προστηθέντων. Κατά συνέπεια και με βάση τις προδιαληφθείσες παραδοχές, προκύπτει σαφώς ότι, εφόσον από αμελή κατά την εκτέλεση των ιατρικών καθηκόντων τους συμπεριφορά των προστηθέντων ιατρών, πρώτου και δεύτερου των εναγόμενων, επήλθε σωματική βλάβη του ενάγοντος ως νοσηλευόμενου στο νοσοκομείο, η τρίτη των εναγόμενων ως προστήσασα τους ιατρούς υπέχει γνήσια αντικειμενική ευθύνη για την αποκατάσταση της υλικής ζημίας και της ηθικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων. Έτι περαιτέρω, ως προς το αιτούμενο από τον ενάγοντα ποσό των 4.150 ευρώ και συγκεκριμένα 1.750 ευρώ και 2.400 ευρώ, που ο ίδιος θα κατέβαλε εάν προσελάμβανε νοσηλεύτρια – βοηθό για το χρονικό διάστημα των δέκα (10) ημερών, ήτοι από την 5-10-2016 έως και την 14-10-2016, που νοσηλεύτηκε στο άνω νοσοκομείο, καθώς και των τριάντα (30) ημερών, ήτοι από την 15-10-2016 έως και την 15-11-2016, που νοσηλεύτηκε κατ’ οίκον, ουδόλως προσκομίστηκε κάποιο αποδεικτικό μέσο προς απόδειξη του σχετικού ισχυρισμού ότι ο ίδιος είχε ανάγκη για παροχή τέτοιων υπηρεσιών και ότι τις σχετικές υπηρεσίες και φροντίδες παρείχε σε αυτόν ο πατέρας του και άρα, το αιτούμενο κονδύλιο για την παραπάνω αιτία πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν. Κατ’ ακολουθίαν, τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα, τα οποία επαναφέρονται στο παρόν Δικαστήριο με το δεύτερο λόγο της υπό στοιχεία Β έφεσης του ίδιου (ενάγοντος), πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν, όπως και ο σχετικός αυτός λόγος της ένδικης έφεσής του στο σύνολό του. Επιπρόσθετα, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, ηλικίας κατά τον επίδικο χρόνο 32 ετών, πρωταθλητής Ελλάδας στο άθλημα της πυγμαχίας στην κατηγορία των 64 – 69 kg, από την προπεριγραφόμενη σε βάρος του αδικοπραξία και την προκληθείσα σε αυτόν σωματική βλάβη (ρήξη ορθού), εξαιτίας της οποίας υπέφερε από έντονους πόνους και άλγος, πυρετό και αιμορραγία από το ορθό, και υπέστη σοβαρές μετεγχειρητικές επιπλοκές (περιπρωκτική φλεγμονή, πυελική λοίμωξη, πνευμοπισθοπεριτόναιο, φυσαλίδες αέρος στην περιοχή του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώματος), αναγκάστηκε να νοσηλευτεί για δεύτερη φορά επί δέκα (10) ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων η ζωή του τέθηκε σε άμεσο κίνδυνο, μέχρι τελικά και αφού νοσηλεύτηκε διασωληνωμένος, διατρεφόμενος παρεντερικά, και αφού απώλεσε 15% του σωματικού του βάρους, υποβλήθηκε σε σειρά ιατροδιαγνωστικών εξετάσεων και σε ιατρικές πράξεις και συνεχή και βαριά φαρμακοληψία, να ανακάμψει μερικώς ο οργανισμός του και να αποφύγει το ενδεχόμενο διενέργειας κολοστομίας [ο οποίος (οργανισμός) σημειωτέον ήταν σε πολύ καλή φυσική κατάσταση ως αθλητής και μη επιβαρυμένος με κακές συνήθειες, όπως κατανάλωση αλκοόλ και κάπνισμα], υπέστη έντονο ψυχικό άγχος, ψυχική ταλαιπωρία, θλίψη και στεναχώρια, αισθανόμενος ανασφάλεια, αβεβαιότητα και αγωνία για την εξέλιξη της υγείας του και την ίδια τη ζωή του. Αλλά και μετά τη δεύτερη έξοδό του από το νοσοκομείο εξακολούθησε να λαμβάνει ισχυρή φαρμακευτική αγωγή και να υποβάλλεται σε επώδυνες ιατρικές εξετάσεις (την 7-12-2016 και την 17-5-2017) στο πλαίσιο της μετεγχειρητικής του παρακολούθησης, ενώ και σε χρονικά μεταγενέστερο από την εγχείρηση στάδιο και συγκεκριμένα, την 17-5-2017, διαπιστώθηκε μετά τη διενέργεια ορθοσιγμοειδοσκόπησης η ύπαρξη υπολειπόμενης νόσου και ως εκ τούτου, τουλάχιστον μέχρι εκείνο το χρονικό σημείο δεν είχε επέλθει πλήρης ίαση από την αιμορροϊδοπάθεια. Κατόπιν των προεκτεθέντων, ενόψει των εν γένει συνθηκών και περιστάσεων υπό τις οποίες έλαβε χώρα σε βάρος του ενάγοντος η προπεριγραφόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων, του βαθμού της υπαιτιότητας καθενός από αυτούς, της έλλειψης συνυπαιτιότητας του παθόντος, του είδους και της έκτασης της προσβολής της υγείας του, του άμεσου κινδύνου, που διέτρεξε η ζωή του, της στενοχώριας και της θλίψης, που προκλήθηκε στον ενάγοντα, της ηλικίας του και της μετέπειτα ταλαιπωρίας του, καθώς και της κοινωνικής, οικονομικής και περιουσιακής κατάστασης όλων των διαδίκων, χωρίς να απαιτείται η ειδικότερη αιτιολόγηση καθενός στοιχείου, το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι με βάση την αρχή της αναλογικότητας πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν έκαστος εις ολόκληρον χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το ύψος της οποίας πρέπει να προσδιοριστεί στο ποσό των 9.000,00 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο και δίκαιο (άρθρα 914, 932 ΑΚ), σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω σχετική μείζονα σκέψη. Το ποσό αυτό δεν υπερβαίνει τα ακραία όρια που θέτουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη, καθώς και ο οικονομικός και κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος, έτσι ώστε να δημιουργείται δυσαναλογία του μέσου προς το σκοπό, εφαρμοζομένης της αρχής της αναλογικότητας, η οποία προβλέπεται στα άρθρα 25 παρ. 1 του Συντάγματος και 2, 9 παρ. 2 και 10 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, όπως η αρχή αυτή δεσμεύει ως γενική δικαϊκή αρχή και εξειδικεύεται με τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω σχετική μείζονα σκέψη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση (2089/2023) έκρινε ότι το ποσό της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των 7.000 ευρώ για τον ενάγοντα, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά παραδοχή του πρώτου λόγου της υπό στοιχεία Β έφεσης του εκκαλούντος – ενάγοντος ως και ουσιαστικά βάσιμου. Κατά συνέπεια και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό στοιχεία Β από 2-4-2024 έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος κατά των εφεσίβλητων – εναγόμενων ως ουσιαστικά βάσιμη, απορριπτόμενης της υπό στοιχεία Α από 10-9-2023 αντίθετης έφεσης των εκκαλούντων – πρώτου και δεύτερου των εναγόμενων ως αβάσιμης κατ’ ουσίαν, και ακολούθως, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της και στη συνέχεια, αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί κατ’ ουσίαν από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν η από 15-6-2020 αγωγή και να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στον ενάγοντα το ποσό των 9.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Εξάλλου, μετά τον καταμερισμό της δικαστικής δαπάνης ανάλογα με την έκταση της νίκης και της ήττας καθενός από τους διαδίκους, πρέπει μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, δεδομένου ότι μετά την καθολική εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, εξαφανίστηκε και η διάταξή της περί δικαστικών εξόδων, κατά μερική παραδοχή του νόμιμου σχετικού αιτήματος του τελευταίου, να επιβληθεί σε βάρος των εναγόμενων – εφεσίβλητων (άρθρα 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63, 68 του Ν. 4194/2013 / Κώδικας Δικηγόρων), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από τον εκκαλούντα της υπό στοιχεία Β από 2-4-2024 έφεσης για την άσκηση αυτής (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./23-4-2024 έκθεση κατάθεσης του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), στον τελευταίο, καθότι η έφεσή του αυτή έγινε δεκτή, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, καθώς και να διαταχθεί η εισαγωγή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από τους εκκαλούντες της υπό στοιχεία Α από 10-9-2023 έφεσης για την άσκηση αυτής (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/12-9-2023 έκθεση κατάθεσης του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), στο Δημόσιο Ταμείο, καθότι η έφεσή τους αυτή απορρίφθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ Α) την από 10-9-2023 έφεση, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./2023 και ειδικό …../2023 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2023 και ειδικό …./2023 και Β) την από 2-4-2024 έφεση, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./2024 και ειδικό …./2024 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2024 και ειδικό …./2024,  κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ ουσίαν την από 10-9-2023 με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2023 έφεση κατά της εκκαλουμένης με αριθμό 2089/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του με αριθμό …………./2023   e-παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

ΔΕΧΕΤΑΙ την από 2-4-2024 με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2024 έφεση κατά της εκκαλουμένης με αριθμό 2089/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία), τυπικά και κατ’ ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη με αριθμό 2089/2023 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).

ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ ουσίαν την από 15-6-2020 αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 15-6-2020 αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στον ενάγοντα το ποσό των εννέα χιλιάδων (9.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγόμενων – εφεσίβλητων μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800,00) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του με αριθμό …………./2024 e-παραβόλου στον εκκαλούντα.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την   6  Φεβρουαρίου 2025, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                        Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ