ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
τμήμα 4ο
Αριθμός απόφασης : 91/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(4ο τμήμα)
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……………, για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ :
Α) ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΚΥΡΙΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΝΤΟΣ : Του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΠΑΛΑΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΤΑΜΕΙΟΝ» (Π.Ε.Τ.), νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ. Καλλιόπη Στόλη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ : 1) …………… η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της Πολύβιο Βερώνη (ΒΕΡΩΝΗΣ και συνεργάτες ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ). 2) Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ………..), που εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την Δικαστικό πληρεξούσιο του ΝΣΚ Ηλία Βασιλειάδη( με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Β) ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ………….), που εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την Δικαστικό πληρεξούσιο του ΝΣΚ Ηλία Βασιλειάδη κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ : 1) ………… η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της Πολύβιο Βερώνη (ΒΕΡΩΝΗΣ και συνεργάτες ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ. 2) Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ………..), που εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ,. από την δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ. Καλλιόπη Στόλη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
H εφεσίβλητη ……. άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την 20-05-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑ.Κ./ΕΑ.Κ. ………./2019 αγωγή της. Το (α) εκκαλούν -κυρίως παρεμβαίνον Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο άσκησε στο ίδιο Δικαστήριο την από 16-10-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. ……../2019 κύρια παρέμβαση. Επί της αγωγής και κύριας παρέμβασης που συζητήθηκαν, αφού συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε η με αρ. 930/2021 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που δεκτή την αγωγή και απέρριψε την κύρια παρέμβαση.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι εκκαλούντες α) Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο με την από 05-05-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου Εφετείου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2023 έφεση και β) Το Ελληνικό Δημόσιο με την από 05-05-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2023 έφεση τους, η συζήτηση των οποίων προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση των άνω υποθέσεων, αφού συνεκφωνήθηκαν από το πινάκιο, οι δικαστικοί πληρεξούσιοι του Ν.Σ.Κ. ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις προτάσεις που είχαν προκαταθέσει .και ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της εφεσίβλητης με τις έγγραφες προτάσεις του.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Στο Δικαστήριο αυτό εκκρεμούν οι εφέσεις : α) από 05-05-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023 του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο» και β) από 05-05-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2023 του Ελληνικού Δημοσίου κατά της υπ’ αριθ. 930/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, οι οποίες πρέπει να συνεκδικασθούν, καθώς πλήττουν την ίδια απόφαση, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και, από τη συνεκδίκαση αυτών διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρο 246 Κ.Πολ.Δ.). Οι κρινόμενες εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Σημειωτέον ότι για το παραδεκτό της άσκησης των εφέσεων δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, που προβλέπεται από το άρθρο 495 § 3 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι το ΝΠΔΔ και το Δημόσιο, κατά το άρθρο 19 § 1 του Κωδ. Δ/τος της 26-6/10.7.1944 σε συνδυασμό με άρθρο 36 ΠΔ 28/1931 (ΦΕΚ α’ 239/1931) απαλλάσσεται της προκαταβολής των τελών της δίκης, μεταξύ των οποίων και το εν λόγω παράβολο (βλ. Μιχάλης και Άντα Μαργαρίτη, ΕρμΚΠολΔ, τόμ. Α΄, έκδοση 2018, άρθρο 495, αρ. 19, σελ. 849765).
Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη με την 20-05-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑ.Κ./ΕΑ.Κ……./2019 αγωγή της ισχυρίστηκε ότι έχει καταστεί κυρία νομέας και κάτοχος ενός οικοπέδου μετ΄αυτού κτισμάτων που βρίσκεται στην Θέση ……… εντός του εγκεκριμένου Σχεδίου του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας εντός του Ο.Τ. ……., όπως αυτό περιγράφεται στην αγωγή. ¨Ότι περιήλθε σ΄αυτήν με παράγωγο τρόπο με εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή, με την οποία αποδέχθηκε την κληρονομία της μητέρας της ………… (κατά ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου) του πατέρα της ……. (κατά ποσοστό 2/8 εξ αδιαιρέτου) και του αδελφού της …….. που απεβίωσαν αντίστοιχα στις 16.10.2007, 7.6.2011 και 4.4.2012 με την συμβολαιογραφική πράξη ……./2019 αποδοχή κληρονομίας της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., η οποία ως προς την καταχώρησή της στο κτηματολογικό φύλλο τελεί υπό την αναβλητική αίρεση να γίνει αμετάκλητη η απόφαση επί της παρούσας αγωγής. Ότι η μητέρα αυτής είχε καταστεί κυρία του ιδίου ακινήτου, με το με αριθμό ……../29-9-1995 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Πειραιά ………, το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα, η οποία το είχε αποκτήσει με παράγωγο τρόπο, όπως καθορίζονται οι δικαιοπάροχοι αυτής, με απώτερο αυτών τον ……….., ο οποίος το πώλησε στη γιαγιά της ενάγουσας ……….., με το με αρ. ………../20.1.1961 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών ………….., αφού είχε αποκτήσει αυτό δυνάμει του με αρ. ………./2.3.1953 διανεμητήριου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., που μεταγράφηκε νόμιμα και καθώς με την με αρ. 8405/1952 Υπουργική Απόφαση του Υπουργείου Γεωργίας είχε επιτραπεί η διανομή είχε στην ευρύτερη έκταση. Ότι η ίδια και οι δικαιοπάροχοί της ασκούσαν ανέκαθεν στο ακίνητο αυτό, οικόπεδο εντός σχεδίου πόλης, για διάστημα τουλάχιστον 60 ετών, διακατοχικές πράξεις με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, χωρίς να ενοχληθούν από κανένα, καθώς κατοικούσαν σ΄αυτό, το είχαν περιφράξει κι επιπλέον το δήλωναν στο έντυπο E9. ¨Ότι κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης της περιοχής, το οικόπεδο αυτό καταχωρίστηκε ως γεωτεμάχιο με αρ. ΚΑΕΚ ……….., με ιδιοκτήτη το Ελληνικό Δημόσιο. Με βάση το ιστορικό αυτό επικαλούμενη παράγωγο τρόπο κτήσης, άλλως πρωτότυπο (τακτική και έκτακτη χρησικτησία και ειδική χρησικτησία του άρθρου 4 του. Ν3127/2003) ζήτησε να αναγνωρισθεί κύρια του άνω ακινήτου, και να διαταχθεί η διόρθωση της πρώτης εγγραφής, ώστε να αναγραφεί η ίδια ως κυρία του ακινήτου, με παράγωγο τρόπο άλλως με πρωτότυπο τρόπο και να υποχρεωθεί ο προϊστάμενος του κτηματολογικού γραφείου να προβεί στη σχετική εγγραφή. Το κυρίως παρεμβαίνον ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο» με την από 16-10-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ……../2019 κύρια παρέμβασή του, αφού επισύναψε σ΄αυτήν την αίτηση, ισχυρίστηκε, ότι επίδικο ακίνητο και ήδη το γεωτεμάχιο με αρ. ΚΑΕΚ ………, αποτελεί τμήμα ευρύτερης έκτασης 10.000 τμ. στην οποία περικλείονται τα δημόσια κτήματα με ΑΒΚ ………, …. και ΑΒΚ …… (μ 912.790,50 τ.μ). η οποία ανήκε στην κυριότητα της Ιεράς Μονής ………., στην οποία είχε περιέλθει με πρωτότυπο τρόπο, και συγκεκριμένα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, ασκώντας πράξεις νομής (φύλαξη καλλιέργεια εκμίσθωση) από τουλάχιστον το 1700. Ότι μετά τη διάλυση της ανωτέρω Ιεράς Μονής, τα ακίνητα της, μεταξύ των οποίων και το επίδικο, περιήλθαν στη δική του κυριότητα, το οποίο συνέχισε να ασκεί τις ίδιες διακατοχικές πράξεις με καλή πίστη αδιαλλείπτως, ώστε κατέστη κύριο με έκτακτη χρησικτησία του προϊσχύσαντος και χρησικτησία του ισχύοντος δικαίου. (δυνάμει των διαταγμάτων: α) της 4.12.1834 «Περί της ιδιοκτησίας των εν τοις Μοναστηρίοις μοναχών», β) της 25.8.1835 «Περί των εν τω βασιλείω Μοναστηριών», γ) της 26.4.1834 «Περί ιδιοκτητών Μοναστηριών και Εκκλησιών», δ) 20.5.1836 «Περί των εκκλησιαστικών κτημάτων», και ε) της 13.7.1838 και της 29.4.1843, με τα οποία (διατάγματα), ειδικότερα, όλη η περιουσία των διαλυθεισών Ιερών Μονών μεταβιβάστηκε σ’ αυτό) Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζήτησε να απορριφθεί η αγωγή, να αναγνωριστεί η κυριότητα του επί του εν λόγω ακινήτου και να διαταχθεί η διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού απέρριψε ως μη νόμιμο το αίτημα να υποχρεωθεί ο Προϊστάμενος του κτηματολογίου να καταχωρήσει την εγγραφή έκανε δεκτή την αγωγή αναγνώρισε την κυριότητα της ενάγουσας και διέταξε τη διόρθωση της πρώτης εγγραφής, ώστε να εγγραφεί κυρία η ενάγουσα με τίτλο την κτήσης τη τακτική χρησικτησία του άρθρου 4 του ν. 3127/2003. Απέρριψε δε την κύρια παρέμβαση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες κυρίως παρεμβαίνον ΝΠΔΔ και εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων.
Kατά τη διάταξη του άρθρου 6 §§ 2,3 του ν. 2664/1998 ο επικαλούμενος ότι έχει εγγραπτέο δικαίωμα από κληρονομική διαδοχή, ασκεί ως έχων άμεσο έννομο συμφέρον την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 και ζητεί την διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής με αίτημα να αναγραφεί ως δικαιούχος του δικαιώματος, ο κληρονομούμενος από τον οποίο και αντλεί το επικαλούμενο εγγραπτέο δικαίωμα, λόγω κληρονομικής διαδοχής. Στη συνέχεια και αφού εκδοθεί η τελεσίδικη απόφαση και γίνει η διόρθωση της ανακριβούς εγγραφής με την εγγραφή του κληρονομουμένου στο κτηματολογικό φύλλο, προβαίνει σε αποδοχή κληρονομιάς την οποία εγγράφει ως μεταγενέστερη εγγραφή κατά το άρθρο 12 παρ. ιζ. Β) Ο επικαλούμενος κληρονομικό δικαίωμα, κάνει χρήση των διατάξεων του άρθρου 7Α παρ. 1α και 7 παρ. 3 του Ν. 2664/1998 και συγκεκριμένα α) Ο κληρονόμος ή οι κληρονόμοι προβαίνουν σε δήλωση αποδοχής της κληρονομιάς με τη χρήση υπάρχοντος κτηματολογικού αποσπάσματος β) ασκούν την κατά περίπτωση αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 ή την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 του Ν. 2664/1998 για τη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής περιλαμβάνοντας στη νομιμοποίησή τους την προηγηθείσα αποδοχή κληρονομιάς και γ) εγγράφουν ταυτόχρονα με την αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 ή την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 στο οικείο κτηματολογικό φύλλο τη δήλωση αποδοχής της κληρονομιάς σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 7σ παρ. 1. Η εγγραφή αυτή είναι προσωρινή και τελεί υπό την αίρεση της αποδοχής της αίτησης ή της αγωγής και οριστικοποιείται μόλις καταστεί αμετάκλητη η απόφαση η οποία δέχεται ή απορρίπτει την αγωγή ή την αίτηση. Η διορθωμένη κατά τον τρόπο αυτό εγγραφή καθίσταται οριστική και παράγει το προβλεπόμενο στην παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 2664/1998 αμάχητο τεκμήριο υπέρ των φερομένων με τις εγγραφές αυτές ως δικαιούχων για τα δικαιώματα στα οποία αυτές αφορούν μετά την έκδοση της απόφασης επί της αγωγής ή αιτήσεως. Η αγωγή ή η αίτηση για τη διόρθωση της ανακριβούς εγγραφής ασκείται από τους κληρονόμους αυτού ή από όποιον έχει έννομο συμφέρον (π.χ. δανειστή των κληρονόμων) και έχει ως αίτημα την διόρθωση της ανακριβούς εγγραφής και την εγγραφή του αληθούς δικαιούχου του δικαιώματος στο οικείο κτηματολογικό φύλλο κατά το χρόνο των πρώτων εγγραφών. Η διατύπωση του αιτήματος για την διόρθωση της ανακριβούς εγγραφής και την εγγραφή ως αληθούς δικαιούχου του δικαιώματος στο οικείο κτηματολογικό φύλλο κατά τον χρόνο των πρώτων εγγραφών έχει άμεση σχέση και συναρτάται με το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου και συγκεκριμένα αν αυτός συνέβη πριν ή μετά την έναρξη λειτουργίας του οικείου κτηματολογικού γραφείου. Και αυτό γιατί η κτήση κυριότητας με κληρονομική διαδοχή έχει την ιδιαιτερότητα ότι, ανεξάρτητα από το χρόνο σύνταξης του σχετικού εγγράφου για την αποδοχή κληρονομιάς, αυτή ανατρέχει πάντοτε στο χρόνο επαγωγής (ex tunc) που είναι ο θάνατος του κληρονομουμένου κατά τα άρθρα 1193, 1195, 1198, 1199 και 1845 ΑΚ άσχετα με το χρόνο μεταγραφής ή εγγραφής του σχετικού εγγράφου αποδοχής κληρονομιάς. Συνεπώς α) αν ο θάνατος του κληρονομουμένου επήλθε μετά την έναρξη ισχύος του Κτηματολογίου, δηλαδή ο αποβιώσας κατά το χρόνο έναρξης αυτού ήταν εν ζωή, τότε δικαιούχος του εγγραπτέου δικαιώματος είναι ο κληρονομούμενος και με την αίτηση θα ζητείται η αναγραφή των στοιχείων του κληρονομουμένου στο κτηματολογικό φύλλο και β) αντίθετα αν ο θάνατος του κληρονομουμένου επήλθε πριν από την έναρξη ισχύος του Κτηματολογίου τότε δικαιούχοι του εγγραπτέου δικαιώματος είναι οι κληρονόμοι αυτού, δεδομένου ότι δε νοείται να είναι φορέας εμπραγμάτων δικαιωμάτων πρόσωπο το οποίο δεν υπάρχει, και με την αγωγή ή αίτηση θα ζητείται η αναγραφή στο κτηματολογικό φύλλο των κληρονόμων του αποβιώσαντος με αιτία κτήσης κληρονομιά και τίτλο κτήσης την ήδη εγγραφείσα κατ’ άρθρο 7α πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς (ΑΠ 690/2018, ΕφΠειρ 45/2020, ΕφΠειρ 461/2016, ΕφΑθ 5848/2010, ΕλλΔνη 2011, 568, ΜΠρΘεσ. 3363/2017 Αρμ. 2017,945, ΜΠρΛαμ 28/2012 ΝΟΜΟΣ, Γ. Μαγουλάς Κτηματολογικές εγγραφές, 81-83). ¨Όμως κατά τη διάταξη του άρθρου του άρθρου 6 παρ.3 περ. στ’του ν. 2664/1998, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ. 2 του ν. 4315/2014, «Όταν ο τίτλος κτήσης του δικαιώματος που προσβάλλεται με την ανακριβή εγγραφή και για το οποίο ζητείται η διόρθωση είναι χρησικτησία, η συμπλήρωση της νομής υπολογίζεται κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής της παραγράφου 2 ή της αίτησης της περίπτωσης α` της παρούσας παραγράφου, υπό την επιφύλαξη των οριζομένων στην υποπερίπτωση ββ` της ίδιας περίπτωσης της παρούσας παραγράφου και εντός της προθεσμίας που ορίζεται στις περιπτώσεις α` και β` της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και στις αγωγές και αιτήσεις που ασκήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν ακόμη συζητηθεί σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό. Οι διατάξεις των προηγούμενων δύο εδαφίων δεν θίγουν τις σχετικές διατάξεις που ισχύουν για το Δημόσιο και ιδίως εκείνες των περιπτώσεων α` και β` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 3127/2003 (περ. στ’)». Κατά τις τελευταίες διατάξεις σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που προϋφίσταται του έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2000 κατοίκων που έχει οριοθετηθεί, ο νομέας θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου, εφόσον α) νέμεται μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού (17-3-2003) αδιαταράκτως για δέκα έτη το ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ιδίου ή του δικαιοπαρόχου του, που έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23-2-1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη ή β) νέμεται, μέχρι της έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, ακίνητο αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα 30 ετών, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη. Στον χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις α” και β” προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σε κακή πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 ΑΚ. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για ακίνητο μέχρι 2000 τ.μ.». Η ρύθμιση αυτή ως ειδική και εξαιρετική επιτρέπει μεταξύ άλλων την απόκτηση της κυριότητας με τακτική έκτακτη χρησικτησία σε ακίνητα του Δημοσίου, που βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως ή οριοθετημένο οικισμό, εφόσον κάποιος που απέκτησε με καλή πίστη τη νομή νέμεται αδιατάρακτα αυτό για τριάντα έτη που φθάνουν χρονικά μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, δηλαδή μέχρι την 19-3-2003, υπό τις λοιπές διαλαμβανόμενες προϋποθέσεις στην § 1 περ α` και β` του ίδιου νόμου. Α.Κ.. Η έννοια όμως του «νέμεται αδιατάρακτα» στην ως άνω διάταξη του άρθρου 4 του Ν. 3127/2003 δεν αναφέρεται σε προσβολή και προστασία της νομής του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά πλάσμα του νόμου αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Δημόσιο, αλλά σε μη παρενόχληση του νεμομένου το δημόσιο κτήμα, η οποία μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο μπορεί να προστατεύσει τη νομή του επί του δημοσίου κτήματος το Ελληνικό Δημόσιο και τέτοιος είναι η κοινοποίηση πράξης της αρμόδιας Αρχής περί καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης του δημοσίου κτήματος. Από το χρονικό σημείο κατά το οποίο ο νεμόμενος το δημόσιο κτήμα λαμβάνει υπόψη ότι υφίσταται παρενόχληση, από τον κατά νόμο αληθή νομέα αυτού Ελληνικό Δημόσιο, παύει να νέμεται αδιατάρακτα με την έννοια της παραπάνω διάταξης (ΟλΑΠ 11/2015, ΧρΙΔ 2015, σελ. 590, ΑΠ 1813/2017, ΑΠ 190/2017, ΑΠ 165/2017 ΑΠ 201/2016, ΑΠ 1446/2015, ΑΠ 2166/2014, ΑΠ 1023/2013, ΑΠ 1518/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επίσης, από τη διατύπωση των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 4 § 1 του ν. 3127/2003 («εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη») συνάγεται ότι το βάρος απόδειξης της καλής πίστης δεν το έχει ο επικαλούμενος κυριότητα, νομέας, αλλά αντιθέτως το Δημόσιο βαρύνεται με την απόδειξη της κακής πίστης του επικαλούμενου κυριότητα νομέα ή του δικαιοπαρόχου του (ΑΠ 786/2012 και ΑΠ 1777/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ανωτέρω όμως ρύθμιση, ως ειδική και εξαιρετική, εφαρμόζεται μόνο προκειμένου περί ακινήτων του Δημοσίου, όχι όμως και επί ακινήτων ανηκόντων στην κυριότητα των Ο.Τ.Α. ή άλλων ν.π.δ.δ. (ΑΠ 184/2018, ΑΠ 1564/2010, ΑΠ 1824/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ),
Στην προκείμενη περίπτωση, με βάση τα όσα εκτίθενται στο δικόγραφο, η μητέρα της ενάγουσας, ο πατέρας αυτής και ο αδελφός της, την κληρονομία των οποίων η τελευταία αποδέχθηκε με την επικαλούμενη αποδοχή κληρονομίας, απεβίωσαν μετά την έναρξη του κτηματολογίου στο Δήμο Κερατσινίου (11.6.2007 ΦΕΚ 934/Β/11.6.2007), ώστε το αίτημα διόρθωσης της πρώτης εγγραφής, αναφορικά με τον παράγωγο τρόπο κτήσης, όφειλε να αφορά την εν ζωή (κατά τον άνω χρόνο) δικαιοπάροχο, μητέρα της ενάγουσας. Η επικουρική βάση στηριζόμενη στον πρωτότυπο τρόπο κτήσης (τακτική και έκτακτη χρησικτησία) κρίνεται ως προς το χρόνο συμπλήρωσης της νομής κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής (άρθρο 6 παρ.3 περ. στ’του ν. 2664/1998, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ. 2 του ν. 4315/2014, όμως η ειδική χρησικτησία της διάταξης του άρθρου 4 του ν. 3127/2003 (χωριστή βάση) προϋποτίθεται ότι έχει συμπληρωθεί την 19.3.2003, και συνεπώς αφορά ομοίως την μητέρα της ενάγουσας, που ήταν εν ζωή κατά το χρόνο αυτό, με δεδομένο ότι ρητώς στο τελευταίο εδάφιο της ίδιας διάταξης ορίστηκε ότι δεν θίγονται οι περιπτώσεις α` και β` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 3127/2003 (περ. στ’)”,που εξακολουθούν να ισχύουν. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όμως αφού έκρινε ότι η αγωγή ήταν νόμιμη στο πρόσωπο της ενάγουσας έκανε αυτή δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, αναγνώρισε την κυριότητα της ενάγουσας και διέταξε την διόρθωση της πρώτης εγγραφής δεχόμενο την επικουρική αυτή βάση, τακτική χρησικτησία του άρθρου 4 του ν. 3127/2003. Κατόπιν συνέπεια κατά το σχετικό ταυτόσημο βάσιμο λόγο των εφέσεων θα πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς το αίτημα διόρθωσης της πρώτης εγγραφής, το οποίο όμως δεν είναι τελείως απορριπτέο, αλλά είναι νόμιμο και θα ερευνηθεί ως προς το πρόσωπο της δικαιοπαρόχου της ενάγουσας, αφού στο δικόγραφο έχουν παρατεθεί όλα τα απαραίτητα ως προς αυτό στοιχεία, αναφορικά με τη βάση της ειδικής χρησικτησίας του άρθρου 3 του ν. 3127/2003, κατά την οποία έγινε δεκτή η αγωγή. Αναγκαίως θα εξαφανισθεί η απόφαση και ως προς το αίτημα αναγνωστικό της κυριότητας, αφού και αυτό αφορά την πρώτη εγγραφή στο κτηματολογικό φύλλο. Επομένως θα πρέπει να ερευνηθεί η αγωγή ως προς την άνω επικουρική της βάση, η οποία έγινε δεκτή από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (αφού όπως συνάγεται απορρίφθηκε η κύρια βάση) η οποία είναι νόμιμη καθώς στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 947, 974, 999, 1000, 1041, 1042, 1045, 1046 ΑΚ, 68, 70 Κ.Πολ.Δ, 6 παρ. 2, 3 περ.στ, 11, 17, Ν.2664/1998 και παρ. 4 Ν.3127/2003. Επισημαίνεται ότι η αγωγή είναι πλήρως ορισμένη ως προς τη βάση της αυτή, αφού η απώτερη δικαιοπάροχος της μητέρας της ενάγουσας κατέστη κυρία αυτού με επαχθή αιτία (αγορά) και παρατίθενται οι πράξεις νομής που άσκησαν διαχρονικά και σε συνέχεια η άνω δικαιοπάροχος, ο πατέρας με τα αδέλφια της και η μητέρα της ενάγουσας και τέλος μόνη η τελευταία (επιτήρηση, ανοικοδόμηση κατοίκηση), χωρίς να είναι απαραίτητη η περαιτέρω εξειδίκευση, ως προς το χρόνο απόκτησης της νομής από τον καθένα, αφού συνάγεται αυτός από το δικόγραφο κατά το χρόνο θανάτου/μεταβιβάσεων της κυριότητας (ΑΠ 1125/2018). Η αγωγή κατά τα λοιπά πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο ισχυρίσθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ισχυρισμούς που επαναφέρει και με την έφεσή του : ότι το επίδικο είχε περιέλθει σ΄αυτό α) ως κτήμα ανήκον στο Οθωμανικό Δημόσιο βάσει της Συνθήκης Κωνσταντινουπόλεως, ως καταληφθέν και δημευθέν κατά τους αγώνες της ανεξαρτησίας, άλλως ως εγκαταληφθέν από τους κυρίους του Οθωμανούς β) κατελήφθη ως αδέσποτο δ) ότι περιήλθε σε αυτό με τακτική άλλως έκτακτη χρησικτησία από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους. Οι με στοιχ. όμως (α) ισχυρισμός όμως πρέπει να απορριφθούν ως μη νόμιμος, καθώς η Αττική δεν κατακτήθηκε με όπλα, αλλά παραχωρήθηκε στο Ελληνικό Κράτος την 31-3-1833 με βάση την από 27-6/9-7-1832 Συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως και κατόπιν σχετικών συμφωνιών μεταξύ των Ελληνικών και Τουρκικών Αρχών και υπό τον όρο σεβασμού των δικαιωμάτων των ιδιωτών, ώστε δεν υπήρχαν στην Αττική δημευθέντα ακίνητα δικαιώματι πολέμου (ΑΠ1527/2022, ΑΠ 1029/2021, ΑΠ 832/2020, ΑΠ73/2018, ΑΠ 638/2016 σε www.areiospagos.gr), ενώ επιπλέον δεν εκτίθενται στοιχεία για νόμιμο τίτλο για την κατάφαση τακτικής χρησικτησίας. Ακόμη, ο ισχυρισμός ότι κατελήφθη από το εναγόμενο ως αδέσποτο, τυγχάνει παντελώς αόριστος, αφού δεν αναφέρεται η βούληση εγκατάλειψης αυτού υπό του κυρίου του (ΕφΠειρ 509/2023). ¨Όμως ο ισχυρισμός περί έκτακτης χρησικτησίας είναι νόμιμος (ΑΚ 1045) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Από τα έγγραφα, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι με των με αρ. …/11-10-2019, …/11-10-2019, …../11-10-2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων .………… που ελήφθησαν με την επιμέλεια της ενάγουσας ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγομένου (βλ. την υπ’ αριθμ. ………/Ο8-1Ο-2Ο19 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, ………), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 ς 4 του ΚΠολΔ, βλ. ΑΠ 811/2008 ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Το επίδικο ακίνητο είναι ένα οικόπεδο μετά των αυτού κτισμάτων, ήτοι ισόγειο επιφανείας 42,68 τ.μ., αποτελούμενο από δύο δωμάτια, λουτρό και αποθήκη, υπόγειο εμβαδού 13,64 τ.μ. αποτελούμενο από μια κουζίνα, κείμενο στη θέση ….. του Δήμου Κερατσινίου (ήδη Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας) εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλης αυτής και επί της οδού ………, στο Ο.Τ. ….., έχοντας του πρόσοψη επί της οδού Τερψιχόρης, στο νότιο δηλαδή όριο αυτού, επιφάνειας αυτού σύμφωνα με τον αρχικό τίτλο κτήσεως 150 τετρ. μέτρων. Κατά νεώτερη και τελευταία σύμφωνα με το από Μαρτίου 2010 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ………, έχει εμβαδόν 157,93 τ.μ., είναι άρτιο και οικοδομήσιμο, δεν οφείλει εισφορά σε γη και χρήμα, δεν αποτελεί τμήμα μεγαλύτερης έκτασης, εμφαίνεται, δε, στο σχεδιάγραμμα αυτό με τα κεφαλαία αλφαβητικά γράμματα ΑΒΓΔΑ και συνορεύει γύρω του ΒΟΡΕΙΑ και σε πλευρά Γ-Δ μήκους 10,03 μέτρων με ιδιοκτησία αγνώστων (κατά τον τίτλο κτήσης με το με αριθμό 159 αγροτεμάχιο), ΝΟΤΙΑ σε πλευρά Α-Β μήκους 9,90 μέτρων με την οδό Τερψιχόρης, ΔΥΤΙΚΑ σε πλευρά Α-Δ μήκους 15,66 μέτρων με ιδιοκτησία αγνώστων και ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ σε πλευρά ΒΓ μήκους 15,98 μέτρων πάλι με ιδιοκτησία αγνώστων. Το ίδιο ακίνητο κατά την καταμέτρηση του με την καταμέτρηση του Ο.Κ.Χ.Ε. έχει επιφάνεια εκατόν πενήντα οκτώ (158) τ.μ., έχει λάβει ως γεωτεμάχιο τον ΚΑΕΚ ……….. και φέρεται στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιώς ότι ανήκει στο εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο. Το γεωτεμάχιο αυτό, φέρεται τμήμα δημόσιου κτήματος, και συγκεκριμένα του με αρ. ΑΒΚ …., εμβαδού 912.790,50 τ.μ., κειμένου στη θέση «…………» του Δήμου Νίκαιας (όρια με δήμο Κερατσινίου Δραπετσώνας), όπως αποτυπώνεται με στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Π-Ρ-Σ-Τα-Υ-φ.χ.ψ.Ω-Α’-Β’-Γ’-Δ’-Ε’-Ζ’-Η’-‘-Γ-Κ’-Λ’-Μ’-Ν’-Ξ’-Ο’-Π’-Ρ’-Σ’-Α στο από 30-12-1971 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού του Υπουργείου Οικονομικών ….. ., η οποία καταγράφηκε ως δημόσιο κτήμα την 1-8-1981 με βάση την υπ’ αρ. Δ ……./13-3-1979 διαταγή του Υπουργού Οικονομικών και κατόπιν της υπ’ αρ. …./23.6.1972 γνωμοδότησης του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων. Το εν λόγω δημόσιο κτήμα αποτελεί, με τη σειρά του, τμήμα του Εθνικού Λιβαδιού με τη γενική ονομασία «…» που έχει έκταση 10.000 στρέμματα, περιλαμβάνει τις επιμέρους τοποθεσίες «… ή … (…)», «……», «…..» και «… ή …. και συνόρευε ανατολικά με ………, δυτικά με γαίες της Ιεράς Μονής ….., βόρεια με . ……, και νότια εν μέρει με γαίες παραχωρηθείσες στον …… και εν μέρει με εθνικές γαίες ανήκουσες στη διαλυθείσα Ιερά Μονή ……… Στην περιοχή του «……..», που είχε συμπεριληφθεί στις δημόσιες γαίες από το έτος 1890 με αύξοντα αριθμό … (γενικός πίνακας εθνικών και εκκλησιαστικών κτημάτων), έχουν καταγραφεί εντός αυτής τα Δημόσια κτήματα ΒΚ .., εκτάσεως 1.396 στρεμμάτων, ΒΚ … έκτασης 959 στρεμμάτων και ΒΚ …. Εξάλλου η τοποθεσία «…..», όπου βρίσκεται και το επίδικο ακίνητο είναι κυρίως βουνώδης, βραχώδης, επικλινής και εν μέρει δασική έκταση, ακατάλληλη για συστηματική καλλιέργεια και βόσκηση. Η σημερινή κατάσταση της έκτασης αυτής είναι η εξής : 473.402 τμ. έχουν ενταχθεί στα ρυμοτομικά σχέδια των Δήμων Νίκαιας και Κερατσινίου, 121.465 τμ. είναι δασικές εκτάσεις, 54.611 τμ. είναι εκτός σχεδίου οικιστικά αξιοποιούμενες εκτάσεις που έχουν καταληφθεί παρανόμως 168.201 τμ. χώροι πρασίνου αναψυχής, 32.510 τμ. εργοτάξια 8.602 τμ. με τεχνητή δάσωση και 5.795 τ.μ καταλαμβάνει η Δεξαμενή και συνεχόμενο πλάτωμα (βλ. την από 26.5.2003 έκθεση φωτοερμηνείας του δασολόγου ……… και την από 15.11.1977 έκθεση ιδιοκτησιακής έρευνας προϊσταμένου Δ/νσης Δασών Αττικής). Η έκταση αυτή περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο μετά το τέλος των αγώνων υπέρ της ανεξαρτησίας του Ελληνικού Έθνους (βλ. την με αρ, …./30.12.1971 Έκθεση Ελέγχου, το με αρ. …./23.6.1972 πρακτικό γνωμοδότησης του Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων), το οποίο άρχισε να την νέμεται και να την κατέχει έκτοτε με διάνοια κυρίου και καλή πίστη συνεχώς και αδιαλείπτως μέχρι το έτος 1915 αλλά και μετά, ενεργώντας με τα νόμιμα όργανα του όλες τις πράξεις νομής, που προσιδιάζουν στη φύση και στον προορισμό της, όπως εκμισθώσεις χορτονομής προς τρίτους (μαζί με την ευρύτερη περιοχή του «…..»), χαρτογραφήσεις, κατεδαφίσεις αυθαιρέτων, αναδασώσεις, παραχωρήσεις, εκδόσεις πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής, φύλαξη επιτήρηση, εποπτεία και αποκρούσεις κάθε είδους επεμβάσεων τρίτων επ’ αυτή (ενδεικτ. τις διακηρύξεις δημοπραξίας επταετούς ή πενταετούς ενοικίασης χορτονομής …./1888, … και …/1888, …/1889, …/19-1-1896, …/1926), κατά το βάσιμο ισχυρισμό αυτού. Επίσης, με επιμέλεια του Ελληνικού Δημοσίου συντάχθηκαν τοπογραφικά διαγράμματα της παραπάνω περιοχής και από το έτος 1880 προέβαινε σε παραχωρήσεις τμημάτων της ανωτέρω έκτασης σε ιδιώτες. Το Ελληνικό Δημόσιο προχώρησε σε κήρυξη της εν λόγω περιοχής ως δημόσιας δασικής αναδασωτέας έκτασης με την υπ’ αρ. 108424/13-9-1934 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας και προέβη σε έκδοση πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής σε βάρος ιδιωτών για κατάληψη τμημάτων του δημοσίου κτήματος (βλ. ενδεικτ. ../13-11-1979, ../6-9-1980, ../29-10-1980, ../16-1-1981, ../16-1-1981, …/10-2-1981, ../25-11-1981, ../25-11-1981, ../3-6-1982 πρωτοκόλλα), και παραχώρησε τμήματα της ίδιας έκτασης είτε κατά κυριότητα είτε κατά χρήση σε διάφορους δημόσιους φορείς, όπως τους δήμους Νικαίας και Κερατσινίου για λόγους δημόσιας ωφέλειας (βλ. το από 13-6-1984 παραχωρητήριο προς τους δήμους Νικαίας και Κερατσινίου, καθώς και την Δ/416/21-2-1994 απόφαση του νομάρχη Πειραιώς για παραχώρηση προς τον ΟΣΚ). Εκκλησιαστικά ακίνητα υπήρχαν στις θέσεις ………., όχι όμως στη θέση «………….». Την περιουσία της ήδη διαλυμένης μονής ………., η οποία έχει περιέλθει στο δεύτερο εκκαλούν – κυρίως παρεμβαίνον, που εξακολουθεί να υφίσταται (ΒΔ της 25-9/7-10-1833, σε συνδυασμό με το ΒΔ 1-13/12/1834, ΦΕΚ 41/21-12-1834, βλ. την με αρ. …/1975 Γνωμοδότηση του ΝΚΣ) κτηματογράφησε ο γεωμέτρης …….., όμως δεν βρέθηκε το διάγραμμα που απεικονίζει στη θέση «…», ούτε υπάρχουν διαγράμματα για τις θέσεις «…», και «…». Λόγω γειτνίασης της θέσης «..» με τη θέση «…», ενδεχομένως στα όρια του ΒΚ … να υπήρχε εκκλησιαστική περιουσία, χωρίς όμως αυτή να μπορεί να τεκμηριωθεί κατ΄έκταση σε συγκεκριμένη τοποθεσία, αφού απωλέσθηκε το διάγραμμα που απεικόνιζε τη θέση …, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του άνω δημοσίου κτήματος αποτελεί βουνώδη έκταση ανεπίδεκτη καλλιέργειας, ώστε ενδεχομένως η έκταση αυτή ήταν εθνικό λιβάδιο. Δεν έχουν βρεθεί όμως παραχωρητήρια χορτονομής για τη τοποθεσία «…………» (βλ. την από 27-5-2003 τεχνική έκθεση έρευνας ομάδας εργασίας έρευνας ιδιοκτησιακού καθεστώτος ……. και την από 8-10-2003 συμπληρωματική στην ως άνω τεχνική έκθεση συνταχθείσες από τους μηχανικούς …….., κατόπιν διαταγής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών). Για την ειδικότερη θέση που βρίσκεται το επίδικο δεν βρέθηκαν επίσης διαγράμματα, ούτε αποδείχθηκε καταγραφή του ως περιουσία του Δημοσίου ή της Μονής του ……. Το εκκαλούν της (α) έφεσης προσκομίζει τις με αρ. 1249/1970 και 4462/1976 αποφάσεις του Εφετείου Αθηνών, όπου γίνεται γενική αναφορά ότι ο «….…» ανήκε στη Μονή ….., χωρίς όμως να είναι επίδικη ή να γίνεται ειδική μνεία για τη θέση «……..». Προσκομίζει επίσης την πρόσφατη με αρ. 687/2007 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή κύρια παρέμβαση του (β) εκκαλούντος, χωρίς όμως να προκύπτει ότι η υπόθεση αυτή αφορούσε την ίδια έκταση όπου βρίσκεται και το επίδικο. Αντίστοιχα επίσης το εκκαλούν της (α) έφεσης Ελληνικό Δημόσιο προσκομίζει την νεώτερη με αρ. 489/2006 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου η οποία απέρριψε τελεσιδίκως την αγωγή την «…….» και την κύρια παρέμβαση του ΠΕΤ, δεχόμενη ότι η τοποθεσία «…..» ανήκε στο Ελληνικό Δημόσιο. Απλή αναφορά επίσης σε άλλα έγγραφα ή παραχωρητήρια των αρχών του αιώνα, ή εκμισθώσεις χορτονομής που γίνεται μνεία στην περιοχή «…» ως εκκλησιαστική περιουσία (ενδεικτ. …./1892) δεν αναιρούν τις διαπιστώσεις της νεώτερης παραπάνω έρευνας, δεδομένου το Ελληνικό Δημόσιο, διαχειριζόταν ενιαία τα εκκλησιαστικά και δημόσια κτήματα χρησιμοποιώντας χωρίς διάκριση αμφότερες τις ονομασίες. Μόνο η από 22.8.1983 Έκθεση της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων αναφέρει ότι το κτήμα …. και η περιοχή …. ήταν Εκκλησιαστικά ακίνητα της πρώην Μονής ….., όμως η Έκθεση αυτή έχει συνταχθεί αναφορικά με διεκδικήσεις ιδιωτών, χωρίς τεκμηρίωση και διάκριση σε σχέση την με περιουσία του Δημοσίου, όπως έχει κάνει η από 27-5-2003 τεχνική έκθεση και η από 8.10.2003 συμπληρωματική της. Σε κάθε περίπτωση τα έγγραφα ή παραχωρητήρια δεν αφορούσαν την ειδικότερα θέση …….., όπως εκτέθηκε όπου βρίσκεται το ακίνητο. Κατόπιν αυτών δεν αποδεικνύεται ότι το επίδικο ακίνητο και η ευρύτερη έκταση ήταν της κυριότητας του (α) εκκαλούντος και κυρίως παρεμβαίνοντος Παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου, η κύρια παρέμβαση του οποίου πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι με τη με αριθμό 8405/1952 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας επιτράπηκε το 1952 η διανομή μεγάλης ακίνητης έκτασης στη θέση ……. του Δήμου Κερατσινίου (ήδη Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας). Στη συνέχεια βάσει της παραπάνω Υπουργικής Απόφασης, συντάχθηκε το με αριθμό …/2-3-1953 διανεμητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών . ….., που μεταγράφτηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά στον τόμο …. με αριθμό ….. και όπου μεταξύ των εκτάσεων που χωρίστηκαν και διανεμήθηκαν τότε σε διάφορους ιδιοκτήτες, ήταν και το οριοθετηθέν με αριθμό …. οικόπεδο (επίδικο), το οποίο έλαβε στην αποκλειστική του κυριότητα, νομή και κατοχή ο απώτερος από τότε δικαιοπάροχος της μητέρας της ενάγουσας, …….., που με βάση το σχεδιάγραμμα που ενσωματωνόταν στο συμβόλαιο αυτό, είχε έκταση 150 τετρ. μέτρα και συνόρευε γύρω του τότε: Βόρεια σε πλευρά μήκους 10 μέτρων με το με αριθμό …….. οικόπεδο, Νότια σε πλευρά μήκους 10 μέτρων με την τότε οδό …., Δυτικά σε πλευρά μήκους 15 μέτρων με το με αριθμό …. οικόπεδο και Ανατολικά σε πλευρά μήκους 15 μέτρων με το με αριθμό …. οικόπεδο. Ο προαναφερόμενος ………., αριθμό ……./20-1-1961 συμβόλαιο του άνω συμβολαιογράφου ………, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά στον τόμο …. με αριθμό …., πούλησε και μεταβίβασε κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή το άνω οικόπεδο με αριθμό …. στη …, σύζυγο ……., το γένος …….., γιαγιά της ενάγουσας από την μητρική γραμμή (μητέρα της μητέρας της). Η τελευταία, απεβίωσε τον Αύγουστο του 1966 χωρίς να αφήσει διαθήκη και κληρονομήθηκε από το σύζυγό της και παππού της ενάγουσας, ………… κατά τα 5/20 εξ αδιαιρέτου και από τα 5 παιδιά της: α) ……….. κατά τα 3/20 εξ αδιαιρέτου, β) …….. κατά τα 3/20 εξ αδιαιρέτου, γ) …………….. κατά τα 3/20 εξ αδιαιρέτου, δ) …… κατά τα 3/20 εξ αδιαιρέτου, ε) …….. κατά τα 3/20 εξ αδιαιρέτου. Την κληρονομιά της αυτή που συνίστατο αποκλειστικά και μόνο στο ως άνω ακίνητο αποδέχτηκαν όλοι τους με τη με αριθμό ……/11-4-1967 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Πειραιά ………, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά στον τόμο …. με αριθμό ….. Στη συνέχεια, ο παππούς της ενάγουσας ……… με το με αριθμό ………./17-4-1967 προικοσύμφωνο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Πειραιά ……., που μεταγράφτηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών Υποθηκοφυλακείου Πειραιά στον τόμο …. με αριθμό …., συνέστησε, για το εξ αδιαιρέτου μερίδιό του των 5/20 επί του άνω οικοπέδου μετά των υπαρχόντων κτισμάτων του, αδιατίμητη προίκα υπέρ της θυγατέρας του ………, μητέρα της ενάγουσας για το γάμο της με τον πατέρα της …………… Με το προικοσύμφωνο αυτό περιήλθε η ψιλή κυριότητα στη μητέρα της ενάγουσας και η επικαρπία στον πατέρα της τελευταίας επί του άνω ποσοστού εξ αδιαιρέτου. Με την κατάργηση το 1982 του θεσμού της προίκας, το ποσοστό των 5/20 ή του 1/4 που είχε εξ αδιαιρέτου ο ανωτέρω περιήλθε κατά πλήρη κυριότητα στην θυγατέρα του, ………., και έτσι αυτή είχε πλέον στην αποκλειστική της κυριότητα, νομή και κατοχή συνολικά τα 8/20 εξ αδιαιρέτου του άνω ακινήτου, ήτοι 3/20 από τη μητέρα της και γιαγιά της ενάγουσας και 5/20 από τον πατέρα της και παππού της ενάγουσας. Αργότερα, με το με αριθμό ……/29-9-1995 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Πειραιά ………., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά στον Τόμο …. με αριθμό ….., η …………. αγόρασε τα υπόλοιπα ποσοστά εξ αδιαιρέτου (12/20) κι έτσι κατέστη πλήρης κυρία του άνω ακινήτου της οδού ………. στο Κερατσίνι. Την κυριότητα νομή και κατοχή του άνω οικοπέδου διατήρησε έως το θάνατό της στις 11.6.2007, οπότε κληρονομήθηκε από τον σύζυγό της και πατέρα της ενάγουσας, ………., κατά τα 2/8 εξ αδιαιρέτου, β) από το γιο της και αδελφό της ενάγουσας, ………., κατά τα 3/8 εξ αδιαιρέτου και γ) από την ίδια την ενάγουσα (θυγατέρα της) κατά τα υπόλοιπα 3/8 εξ αδιαιρέτου. Την κληρονομία αυτής αποδέχθηκε η ενάγουσα με την με αρ, …../2019 αποδοχή κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Αθηνών, ………, με την οποία αποδέχθηκε τόσο την κληρονομία της μητέρας της όσο και του αδελφού της και πατέρα της που απεβίωσαν στις 7-6-2011 και 4-4-2012 αντίστοιχα η οποία έχει καταχωρηθεί στο κτηματολογικό φύλλο (αρ. καταχώρησης …..). Είναι άξιο μνείας ότι το επίδικο ως οικόπεδο έχει ενταχθεί στο σχέδιο πόλεως του Δήμου Κερατσινίου [βλ. το από 10-3-1952 Βασιλικό Διάταγμα (ΦΕΚ Α’ 65/15-3-1952) «περί επεκτάσεως του σχεδίου Αγίου Γεωργίου Κερατσινίου εις τας περιοχάς Κοκκινόβραχος και Αμφιάλη» και το από 26-2-1956 Βασιλικό Διάταγμα (ΦΕΚ Α’ 80/6-3-1956) «περί επεκτάσεως του ρυμοτομικού σχεδίου Κερατσινίου προς βορράν της περιοχής Κοκκινοβράχου και καθορισμού ορίων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτού» και με την υπ’ αρ. 50491/1391/12-3-1991 Υπ. Απόφαση Έγκρισης Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου του δήμου Κερατσινίου (ΦΕΚ Δ’ 206/26-4-1991), όπως αναθεωρήθηκε με την υπ’ αρ. 345303/14/22-7-1992 (ΦΕΚ Δ’ 971/25-9-1992) απόφαση του Νομάρχη Πειραιά και την υπ’ αρ. 20422/15-4-2014 Υπ. Απόφαση Έγκρισης τροποποίησης του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου της δημοτικής ενότητας Κερατσινίου δήμου Κερατσινίου-Δραπετσώνας (ΦΕΚ τ. ΑναγκΑπαλ 142/5-5-2014)] δεν αποτελεί κοινόχρηστο χώρο ή χώρο πρασίνου, και δεν υπάγεται στην προστασία του ν.998/1979 «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας» (άρθρο 3 § 6ζ), Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η μητέρα της ενάγουσας ………. και πριν από αυτή οι προαναφερόμενοι δικαιοπάροχοί της (η μητέρα της από το έτος 1961, η ως άνω από κοινού με τον πατέρα της– αδέλφια της μετά το θάνατο της μητέρας της το έτος 1967 ως συννομείς, την οποία εκπροσώπησε ο πατέρας της κατά ποσοστό 5/20 εξ αδιαιρέτου μετά τη σύσταση υπέρ της προίκας υπέρ αυτής με την ίδια κατά ποσοστό 8/20 εξ αδιαιρέτου και τέλος ως πλήρης κυρία αυτού από το έτος 1995), ενεργούσαν επί του ως άνω οικοπέδου συνεχώς και αδιαλείπτως με καλή πίστη και νόμιμο τίτλο, πράξεις διακατοχής που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του με διάνοια κυρίου, χωρίς να οχληθούν από κανένα, καθώς φρόντιζαν, επόπτευαν και περιποιούνταν αυτό, στο οποίο ο πατέρας αυτής ανήγειρε ισόγειο οικία, όπου κατοίκησε η …….. με την οικογένεια της, το οποίο έλαβε ως προίκα από τον πατέρα της για το γάμο της, όπου μάλιστα γεννήθηκε η θυγατέρα της ενάγουσα (βλ. ένορκες βεβαιώσεις). Ουδέποτε ενοχλήθηκαν από τρίτους και ειδικότερα από όργανα του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο δεν προέβη στη σύνταξη πρωτοκόλλου κατάληψης του ως άνω ακινήτου κατά τις διατάξεις περί δημοσίων κτημάτων (άρθρο 34 § 2 του α.ν. 1539/1938), ή όχλησε αυτούς με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Είναι γεγονός ότι το Ελληνικό Δημόσιο υπέβαλε προς τον ΟΚΧΕ την με αρ. πρωτ. ……/31.5.2000 δήλωση, με την οποία δήλωσε ως ιδιοκτησία του μεταξύ άλλων το δημόσιο κτήμα με αρ. ΑΒΚ ……. και την με πρωτ. ……/18.2003 ένσταση όσον αφορά το ΚΑΕΚ ….. (επίδικο οικόπεδο) όπως αντίστοιχη ένσταση έκανε και κυρίως παρεμβάν Π.ΕΤ. χωρίς όμως να προκύπτει ότι επ’ αυτών εκδόθηκε απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στην μητέρα της ενάγουσας πριν την έναρξη ισχύος του ν.3127/2003 (19.3.2003), που να συνιστά όχληση σε βάρος της (βλ. ΑΠ 111/2023, ΑΠ 15/2023, ΑΠ 807/2019 www.areiospagos.gr). Αποδεικνύεται επομένως ότι με βάση τη διάταξη του άρθρου 4 του 3127/2003 είχε καταλυθεί η κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου στο επίδικο ακίνητο, καθώς η μητέρα της ενάγουσας είχε καταστεί κυρία αυτού με νόμιμο τίτλο, με επαχθή αιτία (η απώτερη δικαιοπάροχος μητέρα αυτής, γιαγιά της ενάγουσας είχε αποκτήσει με επαχθή αιτία, αλλά και η ίδια η …….) και είχε αυτό πάνω από δεκαετία στη νομή της με καλή πίστη και σε κάθε περίπτωση πάνω από 30 έτη, με προσμέτρηση της νομής και των δικαιοπαρόχων της. Κατόπιν αυτών θα πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να αναγνωρισθεί το δικαίωμα πλήρους κυριότητας στο επίδικο ακίνητο της δικαιοπαρόχου μητέρας της ενάγουσας κατά την 19.3.2003 και το χρόνο έναρξης του κτηματολογίου στο Δήμο Κερατσινίου και να διαταχθεί η διόρθωση της πρώτης εγγραφής. Σε βάρος του εναγόμενου και του προσθέτως παρεμβάντος, ενόψει της ήττας αυτών θα πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας των δύο βαθμών δικαιοδοσίας μειωμένα όμως σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 191 § 2, 183 ΚΠολΔ και 22 § 1 του ν. 3693/1957, αλλά και ενόψει της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 ΚΠολ) κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων τις εφέσεις α) από 05-05-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2023 του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο» και β) από 05-05-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2023 του Ελληνικού Δημοσίου.
ΔΕΧΕΤΑΙ αυτές τυπικά και κατ΄ουσίαν.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση.
ΔΙΚΑΖΕΙ επί της από 20-05-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑ.Κ./ΕΑ.Κ………/2019 αγωγής και από 16-10-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. …………/2019 κύριας παρέμβασης.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την κύρια παρέμβαση.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή ως προς την επικουρική της βάση.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η μητέρα της ενάγουσας …………, σύζυγος ………. έχει καταστεί κυρία του με αρ. ΚΑΕΚ ……….., οικοπέδου, όπως αυτό περιγράφηκε ειδικότερα στο σκεπτικό της παρούσας.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη διόρθωση της πρώτης εγγραφής, ώστε να αναγραφεί ως κυρία του άνω οικοπέδου η μητέρα της ενάγουσας, ………………, με τίτλο κτήσης την τακτική χρησικτησία του άρθρου 4 παρ.1 του ν. 3127/2003.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγόμενου και κυρίως παρεμβάντος τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350 €) για το καθένα.
ΚΡΙΘΗΚΕ αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους Δικηγόρων την 7.2.2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ