Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 118/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  118/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των αιτούντων- καλούντων- εφεσίβλητων (εναγόντων): 1) …………… έως και 16)……………,εκ των οποίων η πρώτη και η δέκατη πέμπτη δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, οι δεύτερος, τρίτη, πέμπτος, έκτος, έβδομη, ένατη, δέκατη, ενδέκατη, δωδέκατη, δέκατος τρίτος, δέκατη έκτη εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, Δημήτριο Μιχαλιό και οι τέταρτη, όγδοη και δέκατη τέταρτη παραστάθηκαν μετά του ίδιου ως άνω πληρεξούσιου δικηγόρου Δημήτριου Μιχαλιού,

Του καθ’ου η αίτηση-κλήση- εκκαλούντος (εναγόμενου): Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Δήμος Πόρου», το οποίο εδρεύει στον Πόρο Τροιζηνίας της Περιφερειακής Ενότητας Νήσων της Περιφέρειας Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Δήμαρχό του, με ΑΦΜ …………, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικήγορό του, Σπυρίδωνα Χρυσοφώτη.

Οι νυν καλούντες-εφεσίβλητοι-ενάγοντες άσκησαν κατά του νυν καθ’ου η κλήση- εκκαλούντος- εναγόμενου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, την από 29.11.2013 (υπ’ αριθ. εκθ. κατ. …../2013) αγωγή τους, επί της οποίας εκδόθηκε ερήμην του εναγόμενου η 4617/2015 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει αυτή.

Ο εναγόμενος προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση με την από 21-10-2016 έφεσή του, την οποία κατέθεσε στις 21.10.2016 στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2016 και Ε.Α.Κ. …/2016. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε αυθημερόν, στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2016 και Ε.Α.Κ. …/2016 ορίστηκε δικάσιμος και γράφτηκε στο πινάκιο. Επί της εφέσεως αρχικά εκδόθηκε η 703/2017 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου και στη συνέχεια η 136/2020 απόφαση αυτού, η οποία δέχθηκε τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση, κράτησε για να δικάσει την από 29.11.2013 αγωγή και διέταξε την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης για τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης. Μετά την κατάθεση της πραγματογνωμοσύνης, οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες με την από 15.2.2023 αίτηση- κλήση τους ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …./2023) επανέφεραν την υπόθεση για συζήτηση, οπότε δικάσιμος ορίστηκε η 1.2.2024 και η υπόθεση γράφτηκε στο πινάκιο και μετ’ αναβολή από αυτό νέα δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο από τον Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου, ο μεν πληρεξούσιος δικηγόρος των αιτούντων- καλούντων- εφεσιβλήτων-εναγόντων δήλωσε τη βίαιη διακοπή της δίκης και τη συνέχιση αυτής από τους κληρονόμους όσων από αυτούς απεβίωσαν, αμφότεροι δε οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα φέρεται από το πινάκιο μετ’ αναβολή προς συζήτηση κατ’ άρθρο 226 παρ.4 σε συνδυασμό με το άρθρο 498 παρ.2 ΚΠολΔ, δυνάμει της από 15.2.2023 (κατατεθείσας στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …/2023) αίτησης των εφεσίβλητων, κατ’ ορθή εκτίμηση αυτής, η από 29.11.2013 (με αριθ. κατ. …/2013) αγωγή των εφεσίβλητων, κατόπιν έκδοσης της 136/2020 απόφασης του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο δικάζοντας ερήμην του πρώτου εφεσίβλητου και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων την από 19.10.2016 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2016 και Ε.Α.Κ. …./2016 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2016 και Ε.Α.Κ. …./2016) έφεση του καθ’ου η αίτηση κατά των αιτούντων, δέχθηκε τυπικά και κατ’ ουσίαν αυτή, εξαφάνισε την 4617/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), κράτησε και δίκασε την ως άνω από 29.11.2013 αγωγή των εφεσίβλητων κατά του εκκαλούντος και διέταξε την επανάληψη της συζήτησής της στο ακροατήριο του ίδιου Δικαστηρίου, προκειμένου να διεξαχθεί τεχνική πραγματογνωμοσύνη. Ειδικότερα και δεδομένου ότι ο εκκαλών Δήμος υποστήριξε με την έφεσή του ότι το επίδικο ακίνητο του ανήκει εκ κληρονομίας από ιδιόγραφη υπέρ αυτού διαθήκη του Δημήτριου …… και ότι στην επίδικη θέση δεν υπήρξε ποτέ περιουσία των εναγόντων, διορίστηκε πραγματογνώμονας από τον τηρούμενο στο Δικαστήριο αυτό κατάλογο πραγματογνωμόνων, ο αγρονόμος τοπογράφος μηχανικός …………, για να γνωμοδοτήσει, αφού εξετάσει το εν λόγω ακίνητο, αν η επίδικη έκταση εμβαδού 13.407,3 τ.μ. περιλαμβάνεται στους τίτλους ιδιοκτησίας των εναγόντων, ως τμήμα του όλου ακινήτου που φέρονται ότι αυτοί απέκτησαν κατά κυριότητα και ευρίσκεται στη νήσο Καλαυρία στη θέση «…..», συνορεύοντας ανατολικά με πευκόφυτη ιδιοκτησία της ……, δυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων .. ……, νότια με ιδιοκτησία …. και ήδη κληροδότημα Πόρου και βόρεια με ιδιωτική δασική έκταση …., με ειδική και αιτιολογημένη αναφορά στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ………… από προηγούμενη για το ίδιο ακίνητο δίκη και στην τεχνική έκθεση του ………, και στα ειδικότερα σημεία αυτών με τα οποία συγκλίνει ή διαφοροποιείται, και επισυνάπτοντας στην έκθεσή του όλα τα σχεδιαγράμματα, στα οποία θα κάνει αναφορά. Ήδη ο παραπάνω πραγματογνώμονας κατέθεσε την από Οκτώβριο 2022 έκθεσή του στη γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου στις 28.12.2022 σύμφωνα με την σχετική έκθεση εγχείρισης και οι αιτούντες επανέφεραν με την ως άνω από 15.2.2023 αίτηση- κλήση τους την ένδικη αγωγή τους προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Επιπλέον με την αίτησή τους δήλωσαν ότι ο πρώτος των αρχικώς εναγόντων ………. απεβίωσε την 31.8.2018 στους Αγίους Θεοδώρους Κορινθίας. Ότι ως εκ τούτου επήλθε στο πρόσωπό του διακοπή της δίκης κατ’ άρθρο 286 εδ.α’ ΚΠολΔ, την οποία αφενός μεν γνωστοποίησαν κατ’ άρθρο 287 ΚΠολΔ, οι πρώτη και δεύτερος των καλούντων, ……… και ……….., αντίστοιχα χήρα και γνήσιο τέκνο του θανόντος, ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του κατά ποσοστό 25% και 75% αντίστοιχα, αφετέρου δε δήλωσαν ότι επαναλαμβάνουν τη δίκη κατ’ άρθρο 290 ΚΠολΔ (προσκομίζονται η υπ’ αρ. πρωτ. ……/1.9.2018 ληξιαρχική πράξη θανάτου του ….. από τον Δήμο Νίκαιας- Αγ. Ι. Ρέντη, το υπ’ αρ. πρωτ. ……./19.10.2018 πιστοποιητικό εγγύτερων συγγενών του Δήμου Λουτρακίου- Περαχώρας- Αγ. Θεοδώρων και η υπ’ αρ. ……../13-2-1019 δήλωση φόρου κληρονομίας προς τη Δ.Ο.Υ. Κορίνθου). Ήδη κατά την επαναφορά της υπόθεσης προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού κατόπιν της από 15.2.2023 αίτησης- κλήσης και την εκφώνησή της στο ακροατήριο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους ….. δήλωσε ότι απεβίωσε και η πρώτη των καλούντων ………, αφήνοντας μοναδικό εξ αδιαθέτου κληρονόμο της, τον υιό της ……., που επαναλαμβάνει με την ιδιότητά του αυτή τη δίκη (βλ. την υπ’ αριθ. πρωτ. ……./3.5.2023 ληξιαρχική πράξη θανάτου της ……… από το Ληξιαρχείο Δ.Ε. Νίκαιας, το υπ’ αριθ. πρωτ. ……/9.6.2023 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Δήμου Λουτρακίου- Περαχώρας- Αγ. Θεοδώρων, το υπ’ αριθ. ………./2024 πιστοποιητικό του Ειρηνοδικείου Νίκαιας περί μη δημοσίευσης διαθήκης της θανούσας, το υπ’ αριθ. ……./2024 πιστοποιητικό του Ειρηνοδικείου Νίκαιας περί μη δήλωσης αποποίησης από τον ……. .. και το υπ’ αρ. ……./2024 πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης αγωγής προσβολής κληρονομικού δικαιώματος του ……. αναφορικά με την κληρονομία της …….). Με την ίδια αίτηση-κλήση οι καλούντες γνωστοποίησαν τον θάνατο της τρίτης των αρχικώς εναγόντων, …….. …….., η οποία απεβίωσε την 11.1.2020 στη Νίκαια Αττικής και ως εκ τούτου επήλθε και στο πρόσωπο αυτής διακοπή της δίκης, την οποία αφενός γνωστοποίησαν οι δεύτερος, τρίτη, τέταρτη των νυν καλούντων, καθώς και η ……….., οι οποίοι τύγχαναν τέκνα των προαποβιωσάντων αμφιθαλών αδελφών της (την 31.8.2018) …….. (ο δεύτερος από αυτούς), (την 6.5.2017) ……… (η τρίτη από αυτούς) και (την 7.12.2012) ……. (η τέταρτη από αυτούς και η ………) ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της κατά ποσοστό 1/3, 1/3, 1/6 και 1/6 αντίστοιχα, αφετέρου δήλωσαν ότι επαναλαμβάνουν τη δίκη υπό την ιδιότητά τους ως κληρονόμων (βλ. την υπ’ αρ. πρωτ. ……/14.1.2020 ληξιαρχική πράξη θανάτου της ……… από το Ληξιαρχείο Δ.Ε. Νίκαιας, το υπ’ αρ. πρωτ. ……../23.1.2020 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Δήμου Νίκαιας-Αγ. Ι. Ρέντη, το υπ’ αρ. ……./2020 πιστοποιητικό της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου Νίκαιας περί μη αποποίησης της επαχθείσας περιουσίας από τους παραπάνω εξ αδιαθέτου κληρονόμους, το υπ’ αρ. ……./2020 πιστοποιητικό της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου Νίκαιας περί μη δημοσίευσης διαθήκης της …………. και το υπ’ αρ. ……/2020 πιστοποιητικό  του Πολιτικού Αρχείου του Πρωτοδικείου Πειραιά περί μη κατάθεσης αγωγής προσβολής κληρονομικού δικαιώματος των παραπάνω εξ αδιαθέτου κληρονόμων). Ομοίως δηλώθηκε ο θάνατος της πέμπτης των αιτούντων στην από 1.10.2020 (με Γ.Α.Κ. …./2020 και …./2020) αίτηση των εφεσίβλητων, ……… που απεβίωσε στις 15.4.2021 στη Νίκαια Αττικής, με αποτέλεσμα να επέλθει και ως προς το πρόσωπο αυτής διακοπή της δίκης, γεγονός που γνωστοποίησαν οι πέμπτος, έκτος και έβδομη των καλούντων, ……………, οι οποίοι τυγχάνουν χήρος (ο πρώτος από αυτούς) και γνήσια τέκνα της (οι δεύτερος και τρίτη) αντίστοιχα, ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της σε ποσοστά 2/8, 3/8 και 3/8 αντίστοιχα και δήλωσαν ότι επαναλαμβάνουν τη δίκη υπό τις παραπάνω ιδιότητές τους (βλ. την από 21.4.2021 ληξιαρχική πράξη θανάτου από το Ληξιαρχείο Αθηνών, το υπ’ αρ. πρωτ. ……/24.5.2021 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών, το υπ’ αρ. ……./2024 πιστοποιητικό του Ειρηνοδικείου Νίκαιας περί μη δημοσίευσης διαθήκης, το υπ’ αρ. …../2024 πιστοποιητικό της Γραμματέως του Ειρηνοδικείου Νίκαιας περί μη δήλωσης αποποίησης κληρονομίας από τους παραπάνω κληρονόμους και το υπ’ αρ. ………/2024 πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης αγωγής προσβολής κληρονομικού δικαιώματος του Πολιτικού Αρχείου του Πρωτοδικείου Πειραιά). Περαιτέρω, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, δηλώθηκε και ο θάνατος της δέκατης πέμπτης αιτούσας- δωδέκατης των αρχικώς εναγόντων, ………….. που απεβίωσε στις 17.9.2022 στην Αθήνα κι επήλθε και ως προς το πρόσωπο αυτής διακοπή της δίκης, δήλωσαν δε ότι συνεχίζουν στη θέση της ως κληρονόμοι της τη δίκη, οι ένατη, δέκατη, ενδέκατη, δωδέκατη, δέκατος τρίτος, δέκατη τέταρτη και δέκατη έκτη των αιτούντων και ήδη κατά την παράστασή τους με τις προτάσεις τους όγδοη, ένατη, δέκατη, ενδέκατη, δωδέκατος, δέκατη τρίτη, δέκατη τέταρτη, ήτοι οι …………, οι οποίοι τυγχάνουν αμφιθαλείς αδελφές της (οι όγδοη, ένατη, δέκατη, ενδέκατη και δέκατη τέταρτη των παρισταμένων στις προτάσεις) και τέκνα της προαποβιώσασας (την 10.5.2016 στην Αθήνα) αμφιθαλούς αδελφής της (ενδέκατης των αρχικώς εναγόντων οι δωδέκατος και δέκατη τρίτη των παρισταμένων στις προτάσεις) ……………. ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της και δη σε ποσοστά 1/6, 1/6, 1/6, 1/6, 1/6, 1/12 και 1/12 αντίστοιχα (βλ. το υπ’ αρ. πρωτ. …./11.5.2023 απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου από το Ληξιαρχείο Δ.Ε. Συμπολιτείας Αιγιαλείας Αχαϊας, το υπ’ αρ. πρωτ. …./10.5.2023 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Δήμου Αιγιαλείας, το υπ’ αρ. …/31.1.2024 πιστοποιητικό μη δημοσίευσης διαθήκης της ……….. από τον Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αιγιαλείας, το υπ’ αρ. …./2024 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αιγιαλείας περί μη καταχώρισης δήλωσης αποποίησης της κληρονομίας της θανούσας από τους παραπάνω κληρονόμους και το υπ’ αρ. ……../30.1.2024 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Αιγίου περί μη ύπαρξης εκκρεμούς δίκης ως προς το κληρονομικό δικαίωμα των παραπάνω κληρονόμων). Δεδομένου ότι αναφορικά με τις παραπάνω δηλώσεις προσκομίζονται τα απαιτούμενα πιστοποιητικά, νομίμως συνεχίζεται οι δίκη, μετά τη βίαιη διακοπή της από τους δηλώσαντες τη συνέχιση αυτής υπό την ιδιότητά τους ως κληρονόμων των ως άνω θανόντων.

Περαιτέρω, όπως διαλαμβάνεται στην 136/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, οι ενάγοντες εξέθεταν στην ένδικη από 29.11.2013 αγωγή τους ότι έχουν καταστεί συγκύριοι, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα ποσοστά εξ αδιαιρέτου ο καθένας, του ειδικότερα περιγραφόμενου κατά θέση, έκταση και όρια ακινήτου (κτήματος), κείμενου στη θέση «……..» στην νήσο Καλαυρία, της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Πόρου Τροιζηνίας και εκτός σχεδίου πόλεως, εκτάσεως 29.280 τ.μ. -ήδη όμως σύμφωνα με νεότερη καταμέτρηση του τοπογράφου μηχανικού Ιωάννη …….., εκτάσεως 36.304,25 τ.μ., αφαιρουμένου του εμβαδού του ασφαλτόδρομου που το τέμνει σε δύο τμήματα-  το μεν παραγώγως με κληρονομική διαδοχή, το δε πρωτοτύπως, ασκώντας επ’ αυτού διανοία συγκυρίων, τις ειδικότερα μνημονευόμενες πράξεις νομής, προσμετρώντας στον χρόνο νομής τους και εκείνον των δικαιοπαρόχων τους, που ανάγεται έως το έτος 1871. Ότι ο εναγόμενος Δήμος Πόρου, περί τα έτη 1997-1998 κατέλαβε το ειδικότερα περιγραφόμενο τμήμα του ακινήτου τους, συνολικής εκτάσεως 13.407,3 τ.μ., όπως αυτό αποτυπώνεται (γραμμοσκιασμένο) με τα περιμετρικά αριθμητικά στοιχεί 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 9 στο από Μαρτίου 2013 συνημμένο στην αγωγή τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ……….. (αφαιρουμένου του εμβαδού του διερχόμενου εντός αυτού ασφαλτόδρομου), προβαίνοντας μάλιστα και στη διάνοιξη δρόμου, επιφάνειας 1.610,86 τ.μ. εντός αυτού αλλά και στον καθαρισμό της καταληφθείσας έκτασης περί το έτος 2002 και ότι έκτοτε την κατέχει αμφισβητώντας τη συγκυριότητά τους επ’ αυτής και υποστηρίζοντας ότι το ακίνητο επί του οποίου διάνοιξε τον δρόμο αποτελεί το κληροδότημα που δήθεν είχε περιέλθει σε αυτόν με τη διαθήκη του . …… μετά τον θάνατό του την 19.12.1945, πλην όμως ότι στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο δεν ισχύει γιατί το κληροδότημα που κατέλειπε ο ανωτέρω διαθέτης στον Δήμο Πόρου με την από 5.2.1944 διαθήκη του κείται σε άλλη θέση από το επίδικο ακίνητο των εναγόντων. Επομένως, ζητούσαν να αναγνωριστούν συγκύριοι του συγκεκριμένου ακινήτου, κατά τα ειδικότερα ποσοστά εξ αδιαιρέτου ο καθένας, να υποχρεωθεί το εναγόμενο να τους αποδώσει το τμήμα εκτάσεως 13.407,3 τ.μ. που αυθαίρετα και άνευ δικαιώματος έχει καταλάβει, διατασσόμενης της αποβολής του από αυτό, καθώς και να επιβληθούν σε βάρος του τα δικαστικά τους έξοδα. Ήδη το παρόν Δικαστήριο, με την αμέσως παραπάνω απόφασή του, μολονότι δεν συμπεριέλαβε σχετική διάταξη στο διατακτικό, απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη, ελλείψει έννομου συμφέροντος, για το τμήμα του ενιαίου ακινήτου των 29.280 τ.μ., του οποίου δεν έχει γίνει κατάληψη, ούτε ως προς το οποίο αμφισβητείται η συγκυριότητα των εναγόντων εκ μέρους του εναγόμενου. Με την παρούσα, η παραπάνω απορριπτική κρίση του Δικαστηρίου συμπληρώνεται ως προς το ότι η αγωγή τυγχάνει απαράδεκτη ελλείψει έννομου συμφέροντος για το τμήμα του ενιαίου ακινήτου των 29.280 τ.μ. ήδη όμως κατά νεότερη καταμέτρηση 36.304,25 τ.μ. με βάση το συνημμένο στην αγωγή από Μαρτίου 2013 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ……….., του οποίου δεν έχει γίνει κατάληψη, ούτε αμφισβητείται η συγκυριότητα των εναγόντων εκ μέρους του εναγόμενου.

Ακολούθως αναφορικά με την υπόλοιπη επίδικη έκταση των 13.407,3 τ.μ., από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα του εκκαλούντος-εναγόμενου, …….., Προέδρου Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Πόρου και την ανωμοτί εξέταση της έκτης εφεσίβλητης-ενάγουσας, ………. ως διαδίκου, όπως αυτές περιέχονται στα υπ’ αρ. …../2017 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου, από την από Οκτώβριο 2022 τεχνική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του διορισθέντος από το παρόν Δικαστήριο πραγματογνώμονα τοπογράφο μηχανικό ……. με τα συνοδεύοντα αυτή τοπογραφικά διαγράμματα, απ’ όλα τα έγγραφα που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι μεταξύ των οποίων η από 8.3.2022 τεχνική έκθεση του ορισθέντος από τον εκκαλούντα για την ένδικη υπόθεση τεχνικού συμβούλου πολ. μηχανικού ………… που λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο κατ’ άρθρο 390 ΚΠολΔ και εκτιμάται ελεύθερα ως δικαστικό τεκμήριο (ΑΠ 1025/2014), ομοίως λαμβανόμενες υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια και η διενεργηθείσα στο πλαίσιο προηγούμενης δίκης των διαδίκων, κατόπιν άσκησης της από 23.11.2001 (υπ’ αριθ. …../2001) αγωγής υπ’ αριθ. …/2006 έκθεση του διορισθέντος με την 4512/2002 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά πραγματογνώμονα ………… που αφορά στην ίδια ιστορική διαφορά για έκταση 15.000 τ.μ. που περιλαμβάνει το νυν επίδικο εδαφικό τμήμα των 13.407,3 τ.μ. και η από 9.4.2003 έκθεση του τεχνικού συμβούλου των τότε εναγόντων στην ίδια παλαιότερη δίκη τοπογράφου μηχανικού ……, όπως και από τις παρατηρήσεις επί της υπ’ αριθ. 15…από Οκτωβρίου 2022 Έκθεση Πραγματογνωμοσυνης του τοπογράφου μηχανικού ……..,  από τις εκτυπωμένες φωτογραφίες που προσκομίζουν οι εφεσίβλητοι, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (βλ. άρθρο 444 παρ.1γ ΚΠολΔ) και τα τοπογραφικά διαγράμματα και τα υπόλοιπα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν και χρησιμεύουν είτε προς άμεση απόδειξη, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, όπως ως τέτοια (δικαστικά τεκμήρια) εκτιμώνται οι περιεχόμενες στο πλαίσιο της προγηούμενης δίκης στα υπ’ αριθ. ……/24.5.2002 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ανωμοτί κατάθεση της ενάγουσας ……… ως διαδίκου και η ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του εναγόμενου, …….., τότε μηχανικού του Δήμου Πόρου, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η επίδικη εδαφική έκταση εμβαδού 13.407,3 τ.μ. την οποία διεκδικούν οι ενάγοντες φέρεται σύμφωνα με την αγωγή τους και κατά το ενσωματωμένο σε αυτή από Μάρτιο 2013 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ………… ότι αποτελεί τμήμα ενός μεγαλύτερου ακινήτου, κείμενου στη θέση «……» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Πόρου Τροιζηνίας, εκτός σχεδίου πόλης Πόρου Τροιζηνίας Αττικής, της Περιφέρειας Αττικής, της Περιφερειακής Ενότητας Νήσων, με όψεις επί τριών δρόμων, ενός ασφαλτόδρομου, μιας οδού και ενός τσιμεντόδρομου, εμφαινόμενο με τα περιμετρικά αριθμητικά στοιχεία 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 49, 50, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 57, 1 στο ως άνω από Μάρτιο 2013 τοπογραφικό διάγραμμα. Το τελευταίο αυτό μεγαλύτερο ακίνητο, οι αρχικοί ενάγοντες στην από 23.11.2001 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που αφορούσε στην ίδια με την παρούσα, ιστορική διαφορά και η οποία αγωγή απορρίφθηκε με την 5075/2010 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου λόγω αοριστίας ως προς την περιγραφή του επίδικου εδαφικού τμήματος φέρονται ότι απέκτησαν ως καθολικοί διάδοχοι τριών αδελφών και δη: α) της …….., β) ……. …… και γ) της ………. Το κτήμα αυτό είχαν αποδεχθεί οι κληρονόμοι των παραπάνω τριών αδελφών με τις υπ’ αριθ. ../2001, …/2001 και …./2001 πράξεις αποδοχής κληρονομίας της συμβ/φου Πειραιώς …. και όπως και στα τρία συμβόλαια περιγράφεται πρόκειται για αγροτεμάχιο έκτασης 30.000 μ2 περίπου μετά των εντός αυτού ελαιοδένδρων και των συνεχόμενων αγριοελαιοδένδρων, χαρουπιών, ροδιών, αμυγδαλιών και λοιπών δένδρων, συνορεύει δε κατά τους τίτλους κτήσης του με αγρό ή δάσος κληρονόμων ………., με αγρό ή δάσος ……., με κληρονόμους ………. Στις τρεις ως άνω αδελφές το εν λόγω ακίνητο φέρεται ότι περιήλθε κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου στην κάθε μία ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων της μητέρας τους, …………, η οποία απεβίωσε το έτος 1912, χωρίς να αφήσει διαθήκη. Στην τελευταία το ακίνητο αυτό φέρεται ότι είχε περιέλθει μαζί με άλλα ακίνητα, λόγω του (τότε) επικείμενου γάμου της με τον ……… δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../1902 προικοσυμβολαίου του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη Καλαυρίας, ………, νόμιμα μεταγεγραμμένου στον τόμο … με α.α. …. στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας, από τους γονείς της, ……………. Η περιγραφή του ακινήτου στο εν λόγω συμβόλαιο είναι η εξής: «εκατόν (100) ελαιόδενδρα μετά των συνεχομένων αγριελαιοδένδρων, χαρουποδένδρων, πευκοδένδρων, αμυγδαλιών, ροδιών μετά της γης των και περιοχής, όσης εκτάσεως κι αν είνε, ως εισί κι ευρίσκονται κείμενα εις θέσιν …….. της νήσου Καλαυρίας του δήμου Τροιζήνος, συνορευόμενα γύρωθεν με αγρόν ή δάσος των κληρονόμων ………. και των κληρονόμων ……, κληρονόμων ……. …… και …….». Το εν λόγω ακίνητο φέρεται ότι είχε περιέλθει δυνάμει του υπ’ αριθ. …./11.2.1894 ανταλλακτικού συμβολαίου ακινήτων κτημάτων του συμβ/φου Πόρου ………. στην ………… από τον σύζυγό της ………, όπως αυτό μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο … με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας. Κι εδώ η περιγραφή του ακινήτου γίνεται ως εξής: «εκατόν ελαιόδενδρα μετά των συνεχομένων αγριελαιοδένδρων, χαρουποδένδρων, πευκοδένδρων, αμυγδαλοδένδρων ροδιών και μετά της γης των όσης εκτάσεως είναι και ως ευρίσκονται ήδη κείμενα εις θέσιν …….. της νήσου Καλαυρίας της περιφερείας του Δήμου Τροιζήνος και συνορευόμενα γύρωθεν με αγρόν ή δάσος των κληρονόμων ……. και των κληρονόμων ……… και των κληρονόμων .. …… και με ………». Στον δε . …….. το παραπάνω περιγραφόμενο ακίνητο φέρεται ότι είχε περιέλθει δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../1883 πωλητήριου του συμβολαιογράφου Καλαυρίας ………, νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο …. με α.α. …. στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας και ότι το αγόρασε από την …………….. Σύμφωνα με το προαναφερόμενο συμβόλαιο ο ……….. αγοράζει από την ………. «εκατό ελαιόδενδρα μετά των συνεχόμενων αγριοελαιοδένδρων, χαρουποδένδρων, πευκοδένδρων, αμυγδαλέων, ροδιών και μετά της γης και περιοχής όσης εκτάσεως και αν είναι» κείμενο στη θέση ……… της νήσου Καλαυρίας του Δήμου Τροιζηνίας συνορευόμενου ανατολικώς με αγρό ή δάσος των κληρονόμων του ………., δυτικώς με ωσαύτως των κληρονόμων …….., αρκτικώς με κληρονόμους …… …… και μεσημβρινώς με ……….. Περαιτέρω, ο πραγματογνώμονας …….. αναφέρει στην έκθεσή του ότι το ακίνητο που περιγράφεται στις αποδοχές κληρονομίας των κληρονόμων κατά το έτος 2001 έχει τα (ίδια) χαρακτηριστικά με το ακίνητο του προικοσυμφώνου (ενν. του έτους 1902) χωρίς όμως να υπάρχει γεωγραφικός προσδιορισμός και γεωμετρικά στοιχεία του ακινήτου. Γεωμετρικά στοιχεία για πρώτη φορά παρουσιάζονται στο τοπογραφικό διάγραμμα του ……… το 2001, με αναφορά ότι τα όρια υπέδειξαν οι ιδιοκτήτες για τα συμβόλαιά τους (με αριθμούς) …/1902 και …./1883. Επισημαίνει δε ο πραγματογνώμων ότι «Πέραν των γεωγραφικών λεπτομερειών απόσταση από παραλία, τοπωνύμιο, εμβαδό και σχήμα που προέκυψε από την υπόδειξη δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός της ακριβούς θέσης» (βλ. 42 της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης). Σχετικά με τη δυνατότητα ταυτοποίησης της θέσης του ακινήτου που περιγράφουν οι ενάγοντες στα παραπάνω συμβόλαιά τους και διεκδικούν με την ένδικη αγωγή και ο τεχνικός σύμβουλος των εναγόντων σε προηγούμενη αγωγή, τοπογράφος μηχανικός ………… αναφέρει ότι «από την ανάγνωση και την επεξεργασία των τίτλων που οι ενάγοντες προσκόμισαν διαπιστώθηκαν πολλοί αναριθμητισμοί ως προς τον αριθμό συμβολαίου, ως προς τις χρονολογίες, μεταχρονολογημένες εγγραφές, εσφαλμένα ονόματα, επίθετα, γένος, καθώς και μεταφορά ιδιοκτησιών από μία τοποθεσία σε μία άλλη κ.λ.π. που αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς των περί μεταφοράς και δημιουργίας ακινήτων (ανύπαρκτων στην πραγματικότητα) με συνέπεια την πρόκληση συγχύσεως ως προς την ταυτότητα του ακινήτου της προίκας υπ’ αριθμ. ………/1902 της ……… (γιαγιάς όλων των εναγόντων)…Από την διαχρονική εξέταση των τίτλων ιδιοκτησίας, των ιδιοκτησιών που είναι άλλες όμορες και άλλες ευρίσκονται εντός της υποδειχθείσας έκτασης ως ιδιοκτησία των εναγόντων και του εναγομένου παρατηρείται ότι δεν υπάρχει ταύτιση των ομόρων ιδιοκτητών στους τίτλους τους…». Περαιτέρω, ο εκκαλών-εναγόμενος Δήμος Πόρου υποστηρίζει με τις προτάσεις του ότι κατέχει και νέμεται την επίδικη έκταση συνεχώς και αδιαλείπτως εδώ και ογδόντα χρόνια, ήτοι από το έτος 1945 και ότι περιήλθε σε αυτόν ως κληρονομία από τον κατά την 18.12.1945 αποβιώσαντα .. ……, δυνάμει της από 5.2.1944 ιδιόγραφης διαθήκης του, που δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθ. …./27.12.1945 πρακτικό του Πρωτοδικείου Πειραιώς και ότι λανθασμένα οι ενάγοντες τοποθετούν στη θέση αυτή το δικό τους ακίνητο. Στην ως άνω ιδιόγραφη διαθήκη του Δημητρίου ……, ο εν λόγω διαθέτης διαλαμβάνει μεταξύ άλλων «…Κληρονόμον εφ’ απάσης της περιουσίας μου ορίζω και αφίημι την γυναικαδέφλην μου …….. δυναμένη να νέμεται αυτήν εφ’ όρου ζωής άνευ ουδενός ελέγχου. Περιουσία μου εννοώ άπαντα τα κτήματά μου τα προερχόμενα εξ αγοράς και τα διαλαμβανόμενα εις το υπ’ αριθ. ………/10-1-1881 διανεμητήριον συμβόλαιον του Συμβολαιογράφου Πόρου ………. και τα πατρικά μου και εκείνα του θείου μου …… …… ως και την επί της οδού ……. οικίαν του παρ’ η και κατοικώ και άτινα κατέχω και νέμομαι από του Απριλίου του 1909 έτους ήτοι πλέον της τριακονταετίας ως κάτοχος εξ αδιαθέτου κληρονόμος. Μετά δε τον θάνατόν αυτής η περιουσία μου θέλει περιέλθει εις την Κοινότητα της πατρίδος μου Πόρος ίνα εκ των εισοδημάτων αυτής εκτελεί έργα κοινής ωφελείας άνευ του δικαιώματος της απαλλοτριώσεως…». Κατά τους ισχυρισμούς του εναγόμενου με την ως άνω διαθήκη του o ……… κατέλειπε στον Δήμο επτά ακίνητα, μεταξύ δε αυτών και «4. Αγροτικό ακίνητο ελαιώνα στο … 10 περίπου στρέμματα: Είδος ακινήτου, αγροτικό ακίνητο, ελαιοπεριβόλιον, κείμενο στη νήσο Καλαυρίας του Δήμου Πόρου και στη θέση …., εκτάσεως 10 περίπου στρεμμάτων περιέχον περίπου 150 ελαιόδενδρα, 3 πεύκα και 3 κυπαρίσσια, οριζόμενο ανατολικώς με ιδιοκτησία …., …… και κληρονόμων .… ……, αρκτικώς με …. και μεσημβρινώς με ιδιοκτησία …. και .. ….», όπως αναγράφεται στο υπ’ αριθ. ../22.3.2005 πιστοποιητικό του γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιώς και όπως  διαλαμβάνεται στην υπ’ αριθ. …/2.7.1965 έκθεση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής καταρτίσεως του κτηματολογίου Δήμου Πόρου, το ακίνητο δε αυτό είναι που καταλαμβάνει την επίδικη έκταση. Το ως άνω περιελθόν στον εναγόμενο Δήμο ακίνητο απεικονίζεται με στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Α στο από 19-6-1964 σκαρίφημα της αμέσως παραπάνω Επιτροπής συνορευόμενο βορείως και ανατολικώς με ιδιοκτησία ….., νοτίως με ιδιοκτησία …….. και δυτικώς με ιδιοκτησία κληρονόμων ………… ……. Το απεικονιζόμενο σκαρίφημα του κτήματος του Δήμου Πόρου αναφέρει επιφάνεια έκτασης 10 στρεμμάτων στη θέση …. και τοπωνύμιο Ελαιών που απέχει από την παραλία … 130 μέτρα. Όπως αναφέρει ο διορισθείς πραγματογνώμονας …… συμφωνώντας στις σχετικές παρατηρήσεις του με τον πραγματογνώμονα στην παλιότερη δίκη μεταξύ των διαδίκων …… και τον τότε τεχνικό σύμβουλο των εναγόντων ……, σε τίτλους των όμορων ιδιοκτησιών η περιοχή αναφέρεται με τοπωνύμιο …… και όχι ……… Ακόμη ότι σύμφωνα με το κτηματολογικό διάγραμμα που συνοδεύει την έκθεση και το οποίο προήλθε από υπόδειξη των ορίων του εναγόμενου (όπως αναφέρεται στην έκθεση του πραγματογνώμονα …….) το εμβαδό του ακινήτου είναι 12.598,30 τετρ. μέτρα, η δε σημερινή μορφή του ακινήτου δεν έχει καμία σχέση με το σχήμα του ακινήτου που απεικονίζεται στο σκαρίφημα της Επιτροπής. Κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, από την επισκόπηση του σκαριφήματος, η νότια πλευρά του ακινήτου στο σκαρίφημα έχει ομοιότητες με τη σημερινή μορφή του ακινήτου, όχι όμως η βόρεια πλευρά. Επίσης διαπιστώνεται ότι στη διαθήκη δεν αναφέρεται πουθενά η έκταση και η θέση του ακινήτου ούτε ως έγγιστα. Το ακίνητο αυτό φέρεται να περιήλθε στον Δημήτριο …… με εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή τον Απρίλιο του 1909 από τον πατέρα του, . ……, στον οποίο είχε περιέλθει δυνάμει του υπ’ αριθ. …/16-1-1881 συμβολαίου εξωδίκου διανομής του συμβ/φου Καλαυρίας ….., νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας στον τόμο … με α.α…. ….. Με αυτό, ο …………, εκτός των άλλων κτημάτων, έλαβε «εις την πλήρη και τελεία αποκλειστική δικαιοδοσία και κυριότητα και κατοχή το εξής κτήμα, το ενταύθα επί της μεγάλης νήσου Καλαυρίας κτήμα στην θέση ….., περιβόλιον και ελαιώνα και αγρούς και τόπους ημέρους και αγροδάσος». Ως προς την περιγραφή αυτή τόσο ο νυν διορισθείς πραγματογνώμων ……., όσο και ο παλαιότερα ορισθείς από τους ενάγοντες τεχνικός τους σύμβουλος …….. επισημαίνουν ότι δεν αναφέρονται στο αρχικό αυτό συμβόλαιο για το συγκεκριμένο ακίνητο χαρακτηριστικά όρια ή όμοροι ιδιοκτήτες. Περιγραφή του γίνεται, κατά τα προαναφερθέντα, ως προς τους όμορους ιδιοκτήτες στη μεταγενέστερη υπ’ αρ. …./2.7.1965 έκθεση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής καταρτίσεως του κτηματολογίου του Δήμου Πόρου και στο σκαρίφημα της 19.6.1964 που συνέταξε ο μηχανικός …. και δέχθηκε η Επιτροπή, όπου όμως μεταξύ των δύο, σύμφωνα με τον τεχνικό σύμβουλο ……. και τον πραγματογνώμονα …. παρατηρείται μια διαφοροποίηση ως προς τη θέση του κτήματος σε σχέση με τις ιδιοκτησίες … και ………. που δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερη αβεβαιότητα ως προς τη θέση του ακινήτου και τον γεωγραφικό εντοπισμό του. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι ο εναγόμενος Δήμος υποστηρίζει ότι το ακίνητο των εναγόντων που περιγράφεται στο υπ’ αριθ. ……../19.12.1902 προικοσυμβόλαιο και το οποίο φέρεται ότι κληρονόμησαν εξ αδιαθέτου, σε όμοια μερίδια, από τη μητέρα τους ……., οι τρεις κόρες της και δικαιοπάροχοι των εναγόντων ……….., έχει ήδη πωληθεί από αυτές και δεν θα μπορούσε να κληρονομηθεί από τους ενάγοντες. Ειδικότερα, ο εναγόμενος υποστηρίζει ότι με το υπ’ αριθ. …/2.10.1933 συμβόλαιο του συμβ/φου Καλαυρίας ….., οι εκ των παραπάνω κληρονόμων …… και ….. πώλησαν η κάθε μία το εξ αδιαιρέτου ποσοστό της στην τρίτη αδελφή τους και συγκληρονόμο, ……… και ότι η τελευταία, ως μοναδική πλέον κυρία του ακινήτου, με το υπ’ αρ. ……./1936 συμβόλαιο του ίδιου ως άνω συμβ/φου πώλησε και μεταβίβασε αυτό στον …….., ο οποίος με τη σειρά του με το υπ’ αριθ. ……../1956 συμβόλαιο του συμβ/φου Καλαυρίας …….. το μεταβίβασε λόγω προίκας στη θυγατέρα του, …………. Ότι με τον θάνατο της τελευταίας στις 8.3.1989, οι μοναδικοί κληρονόμοι της και δη ο σύζυγός της ……. και ο υιός της ……., δυνάμει του υπ’ αριθ. ………/1989 συμβολαίου του συμβ/φου Καλαυρίας ……… πώλησαν και μεταβίβασαν κατά πλήρη κυριότητα το ακίνητο στην αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία “……..”. Ο ισχυρισμός αυτός του εναγόμενου, ως αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, δεν αποδεικνύεται στην ουσία του. Όπως στο σημείο αυτό συμφωνούν ο διορισθείς από το Δικαστήριο αυτό πραγματογνώμονας .. …., ο διορισθείς στην προηγούμενη δίκη των διαδίκων πραγματογνώμονας ……… και ο τότε τεχνικός σύμβουλος των εναγόντων …….., δεν προκύπτει ταυτότητα του ακινήτου του αρχικού δικαιοπαρόχου ……. με το ακίνητο της ……….. που πουλήθηκε στον ……., ούτε κατά τα όρια, ούτε κατά θέση. Οι όμοροι της ιδιοκτησίας του ελαιοτεμαχίου των εκατό περίπου ελαιοδένδρων που αναφέρονται στο υπ’ αρ. …./1933 πωλητήριο συμβόλαιο είναι οι ……… και δεν ταυτίζονται με τους όμορους της ιδιοκτησίας των εκατό ελαιοδένδρων που αναφέρονται στο υπ’ αρ. …./1902 προικοσύμφωνο και είναι ανατολικώς με αγρό ή δάσος κληρονόμων …….., δυτικώς με ωσαύτως των κληρονόμων …………, αρκτικώς με κληρονόμους …….. …… και μεσημβρινώς με ………. Περαιτέρω, όμως, ως προς το κρίσιμο ζήτημα του εάν η επίδικη έκταση εμπίπτει στο ακίνητο που περιγράφεται στο υπ’ αριθ. ……../1902 προικοσυμβόλαιο, ώστε να κριθεί ότι με παράγωγο τρόπο και δη με κληρονομική διαδοχή οι ενάγοντες έχουν αποκτήσει κατά τα μερίδια που αναφέρουν στην αγωγή τους την κυριότητα της ως άνω έκτασης, το Δικαστήριο δεν σχηματίζει πλήρη δικανική πεποίθηση. Συγκεκριμένα, ο διορισθείς στο πλαίσιο της προηγούμενης δίκης των διαδίκων πραγματογνώμων κατόπιν των 4512/2002 και 10620/2001 αποφάσεων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …….. στα συμπεράσματα της υπ’ αριθ. …./2006 έκθεσης πραγματογνώμονα καταλήγει ότι «Η έκταση των εναγόντων κατά τους τίτλους των δικαιοπαρόχων τους προσδιορίζεται Βορειότερα από την έκταση που κατέχεται σήμερα από τους ……….. (συνιδιοκτήτες του υπ’ αριθμόν 4 γεωτεμαχίου του συνημμένου Κτηματολογικού διαγράμματος). Καθώς την ίδια αρίθμηση ακολουθεί και ο νυν πραγματογνώμονας ……. στο συνημμένο στην έκθεσή του Τ3 από Οκτώβριο 2022 τοπογραφικό διάγραμμα, παρατηρείται ότι το υπ’ αριθμόν 4 γεωτεμάχιο ιδιοκτησίας ………… βρίσκεται σε γειτνίαση βορειοανατολικά της επίδικης έκτασης των 13.407,3 τ.μ. και ανατολικά ολόκληρου του ακινήτου των 36.304,25 τ.μ. που θεωρούν οι ενάγοντες ότι κληρονόμησαν από την απώτερη δικαιοπάροχό τους ……… (προγιαγιά τους), οπότε κατά την εκτίμηση του πραγματογνώμονα ………. το ακίνητο των εναγόντων όπως περιγράφεται στους τίτλους τους δεν συμπίπτει με το επίδικο ακίνητο, αλλά βρίσκεται σε τοποθεσία βορειότερα αυτού. Σημειωτέον ότι οι ενάγοντες στην ένδικη αγωγή τους, όπως περιγράφουν το ευρύτερο ακίνητο των 36.304,25 τ.μ., ως προς το οποίο έχουν κάνει αποδοχή κληρονομίας, όπως το προσδιορίζουν στο από Μάρτιο 2013 τοπογραφικό διάγραμμα του ………, υπό τη σημερινή ιδιοκτησιακή κατάσταση των όμορων ακινήτων, περιγράφουν ότι στα βόρεια αυτού επί πλευράς 9-10, μήκους 34,60 μέτρων συνορεύουν με ακίνητο ιδιοκτησίας ……… και ανατολικά επί πλευράς 8-9 μήκους, μήκους 50,89 μέτρων με ιδιοκτησία ιδίων. Είναι, λοιπόν, σαφές ότι ο παλαιότερα διορισθείς πραγματογνώμων …….. τοποθετεί το ακίνητο που κληρονόμησαν οι ενάγοντες με απώτερη δικαιοπάροχο την προγιαγιά τους, …….., όχι νότια του υπ’ αρ. 4 ακινήτου …….., όπως το περιγράφουν οι ενάγοντες στην ένδικη αγωγή τους, αλλά βόρεια αυτού. Από την άλλη πλευρά ως προς την κρίση αυτή του ……….. ο νυν διορισθείς πραγματογνώμων ……. διαφωνεί και θεωρεί ότι «δεν είναι αρκετά τα στοιχεία για να προσδιορισθεί η θέση» (εννοώντας τη θέση του ακινήτου που κληρονόμησαν οι ενάγοντες), χωρίς ωστόσο να καταλήγει σε συμπέρασμα ότι η επίδικη διαφιλονικούμενη έκταση βρίσκεται εντός του ακινήτου που έλαβε προίκα η …… το έτος 1902 και της οποίας απώτεροι κληρονόμοι τυγχάνουν οι ενάγοντες. Ειδικότερα, ο εν λόγω πραγματογνώμων επιχειρεί να εξάγει συμπεράσματα ως προς το εάν η επίδικη έκταση αποτελούσε τμήμα του ακινήτου των εναγόντων ή τμήμα του ακινήτου που κληρονόμησε ο εναγόμενος Δήμος από τον … ……, εξετάζοντας την περιγραφή των ακινήτων που γειτνιάζουν με το επίδικο στα σχετικά συμβόλαια μεταβίβασης αυτών. Αναφέρεται στα ακίνητα με αριθμούς 07 (ευρισκόμενο με βάση το Τ3 τοπογραφικό διάγραμμα βόρεια του επιδίκου), 19 (ευρισκόμενο με βάση το Τ3 τοπογραφικό διάγραμμα νότια του επιδίκου), 29-30-31 (ευρισκόμενα με βάση το Τ3 τοπογραφικό διάγραμμα βόρεια του επιδίκου) και 19-22-23 (ευρισκόμενα με βάση το Τ3 τοπογραφικό διάγραμμα νότια του επιδίκου). Καταλήγει δε ότι «Από την διερεύνηση των ομόρων ιδιοκτητών συμπερασματικά παρατηρήσαμε: 07 Τα ακίνητα περιγράφονται ευρισκόμενα πότε στη θέση …., πότε στη θέση ….. με την περιγραφή επιπλέον να δημιουργεί την πεποίθηση ότι οι σημερινοί ιδιοκτήτες βρίσκονται σε περιοχή άσχετη με την περιοχή που περιγράφεται στους τίτλους.    19. για το εν λόγω ακίνητο η περιγραφή των ομόρων είναι ξένη προς την πραγματική κατάσταση, όπως και στο εμβαδό.    29-30-31. ο …….. (δωρεοδότης) αναφέρεται ως όμορος. Υπάρχει ταύτιση θέσης ως προς την περιγραφή ιδιοκτησιών που στην πραγματική τους θέση βρίσκονται σε διαφορετικά σημεία. Ιδιοκτησίες 29-30-31 και ιδιοκτησία 15. Στις περιγραφές των ομόρων στις ιδιοκτησίες 19-22-23 αναφέρεται ως όμορος ιδιοκτήτης κληρονόμοι …. και όχι Δήμος Πόρου.» Αξίζει, εδώ, να σημειωθεί ότι στο σχεδιάγραμμα Τ3 που έχει συντάξει ο πραγματογνώμονας ….., οι υπ’ αριθ. 07, 29, 30 ιδιοκτησίες έχουν τοποθετηθεί από αυτόν εντός της υπόλοιπης έκτασης των 36.304,25 τ.μ. που με βάση το ενσωματωμένο στην αγωγή από Μάρτιο του 2013 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού …….., οι ενάγοντες θεωρούν ότι έχει περιέλθει σε αυτούς από την απώτερη δικαιοπάροχό τους, ……….., με το παραπάνω προικοσύμφωνο του έτους 1902 και της οποίας μέρος φέρεται να αποτελεί η επίδικη έκταση των 13.407,3 τ.μ. Όμοιο με το παραπάνω τοπογραφικό διάγραμμα είναι και κτηματολογικό διάγραμμα- έτος 2004-2005 του επιδίκου που συνέταξε ο πραγματογνώμων στην παλαιότερη μεταξύ των διαδίκων δίκη ……….. και κατέθεσε στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά στις 30.1.2007. Περαιτέρω, από τη σύγκριση τίτλων ακινήτων που σύμφωνα με τα τοπογραφικά διαγράμματα των παραπάνω πραγματογνωμόνων φέρονται να είναι όμορα της νυν επίδικης έκτασης και μάλιστα τίτλων που χρονικά βρίσκονται κοντά στο υπ’ αριθ. ………./1902 προικοσύμφωνο με το οποίο δόθηκε προίκα στη ……. προκύπτει ποιους θεωρούσαν ιδιοκτήτες της επίδικης έκτασης οι γείτονες αυτής. Έτσι, στην υπ’ αριθ. 07 στα παραπάνω διαγράμματα όμορη (βορείως της επίδικης έκτασης) ιδιοκτησία, στο πωλητήριο συμβόλαιο με αριθμό ………./12-5-1915 αναφέρονται ως όμοροι ιδιοκτήτες ανατολικά ο …….., δυτικά ο ……., βόρεια ο …….. και νότια -που είναι το σημείο που ενδιαφέρει εν προκειμένω- ο …….., δηλαδή ο δικαιοπάροχος του εναγόμενου Δήμου Πόρου και όχι κάποιος δικαιοπάροχος των εναγόντων. Οι υπ’ αριθ. … και ….. ιδιοκτησίες στα ίδια διαγράμματα που αναφέρονται ως ιδιοκτησία ……… έχουν απώτερη ιδιοκτήτρια, με βάση το υπ’ αριθ. ……../13-7-1872 προικοσύμφωνο, την …….., η οποία είναι θυγατέρα της ………., η οποία αναφέρεται στο υπ’ αριθ. …../1883 πωλητήριο συμβόλαιο των απώτατων δικαιοπαρόχων των εναγόντων (βλ. σελ. 14 στην υπ’ αριθ. ……./2006 έκθεση του παλαιότερου πραγματογνώμονα …………) ως νοτίως όμορη ιδιοκτήτρια. Ωστόσο, οι ιδιοκτησίες … και …. στα εν λόγω διαγράμματα βρίσκονται βορειοανατολικά της επίδικης έκτασης, αλλά και του μεγαλύτερου ακινήτου που υποστηρίζουν οι ενάγοντες ότι έχουν λάβει με κληρονομική διαδοχή, με απώτερη δικαιοπάροχο τη ……… και όχι νότια του ακινήτου τους, όπως αναφέρεται στο ως άνω υπ’ αρ. ……../1883 συμβόλαιο. Αντίθετα στο υπ’ αρ. ……. των ανωτέρω διαγραμμάτων ακίνητο που φέρεται σήμερα ως ιδιοκτησία ……… και όπως το ακίνητο αυτό φαίνεται στα παραπάνω διαγράμματα, κείμενο νοτίως της επίδικης έκτασης, στο απώτερο υπ’ αριθ. ………./1909 πωλητήριο συμβόλαιο (μεταγεγραμμένο στο Υποθηκοφυλακείο Καλαυρίας στον τόμο … και αρ. ….) φέρεται να συνορεύει βορειοανατολικά με πευκώνα …….., νοτιοανατολικά με ελαιόδενδρα ……… και δρόμο, νοτιοδυτικά με πευκώνα …….. και δυτικά με ελαιώνα ………, που όμως είναι ο σύζυγος της …., για τον γάμο των οποίων δόθηκε σε αυτή ως προίκα με το υπ’ αρ. ……./1902 συμβόλαιο η έκταση που διεκδικούν οι ενάγοντες. Δηλαδή η περιγραφή του υπ’ αριθ. 19 ακινήτου στο υπ’ αριθ. …../1909 πωλητήριο συμβόλαιο ως προς τα συνορεύοντα ακίνητα συνηγορεί υπέρ των ισχυρισμών των εναγόντων. Περαιτέρω από τον έλεγχο των παλαιότερων τίτλων των υπ’ αρ. 29-30-31 ακινήτων στα διαγράμματα των πραγματογνωμόνων …….. και …. φερόμενης σημερινής ιδιοκτησίας …….., τα οποία (ακίνητα) φέρονται κατά τα εν λόγω διαγράμματα να βρίσκονται βόρεια-βορειοδυτικά της επίδικης έκτασης δεν προκύπτουν στοιχεία που να μπορούν να στηρίξουν τη θέση των εναγόντων ότι στο σημείο αυτό βρισκόταν η ιδιοκτησία των δικαιοπαρόχων τους. Συγκεκριμένα στο υπ’ αρ. ……./8-1-1911 συμβόλαιο διανομής (μεταγεγραμμένο στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας στον τόμο … με αριθ. …. στις 12.2.1926) που αφορά σε διανομή του ακινήτου μεταξύ των ………. και ……… διανέμεται το «χερσοπερίβολον εκτάσεως 10 ως έγγιστα στρεμμάτων…» και αναφέρονται όμοροι «…γύρωθεν με κληρον. …….., ……, . …… και κληρονόμους . ……». Οι ίδιοι όμοροι ιδιοκτήτες αναφέρονται για τα ίδια ακίνητα στο συνταχθέν συμβόλαιο που αφορά στην κληρονομία του αποβιώσαντος την 24.9.1918 ……… Όπως παρατηρεί σχετικά ο διορισθείς στην προηγούμενη δίκη για το επίδικο ακίνητο, πραγματογνώμονας ……. «Στους υπ’ αριθ. [1] & [2] τίτλους των {29}, {30} & {31} μνημονεύεται ως όμορος ο …….. και ……. και κατά τα έτη 1911 και 1921 αντίστοιχα. – Ο ……. είναι και ο (με Διαθήκη που κατέλειπε) δωρεοδότης- του επίδικου κατά θέση «Κληροδοτήματος ……» (δηλαδή ο δικαιοπάροχος του εναγόμενου δήμου). «- Ο …….. δεν αναφέρεται σαν όμορος στην ιδιοκτησία των δικαιοπαρόχων των εναγόντων». Δηλαδή από την περιγραφή αυτή ενισχύεται η θέση του εναγόμενου Δήμου ότι εκεί βρίσκεται το δικό του ακίνητο. Αντίστοιχα, στην υπ’ αριθ. 9 ιδιοκτησία που κατά το τοπογραφικό διάγραμμα του πραγματογνώμονα ………. βρίσκεται βόρεια της επίδικης έκτασης, απώτερος τίτλος αναφέρεται το υπ’ αριθ. …./1878 συμβόλαιο με το οποίο ο …….. προκοδοτεί την κόρη του …, για να έλθει σε γάμο με τον ……., με ακίνητο στη θέση …….. συνορευόμενο ανατολικά με όμοια ……., δυτικά με κληρ. ……. ……, βόρεια με κληρ. … …… και νότια με κληρ. …. ……. Η περιγραφή αυτή ως προς το νότια κείμενο συνορευόμενο ακίνητο δεν ενισχύει τη θέση των εναγόντων ότι εκεί βρίσκεται ακίνητο ιδιοκτησίας τους, ενώ δεν διευκρινίζεται αν ο ……., στου οποίου τους κληρονόμους φέρεται να ανήκει το νοτίως συνορευόμενο ακίνητο είναι ο απώτατος δικαιοπάροχος του εναγόμενου, ………. Περαιτέρω, η υπ’ αριθ. …. ιδιοκτησία του …….., η οποία σύμφωνα με την ένδικη αγωγή συνορεύει νοτιοδυτικά με την επίδικη έκταση, όπως εμφαίνεται τόσο στο από Μάρτιο του 2013 τοπογραφικό διάγραμμα του ………, όσο και στο Οκτώβριο 2022 τοπογραφικό διάγραμμα του πραγματογνώμονα …… περιγράφεται ως προς τα γειτονικά ακίνητα σε παλαιότερους χρόνους στο υπ’ αριθ. …/1921 πωλητήριο συμβόλαιο, όσο και στο υπ’ αριθ. …/1911 συμβόλαιο διανομής. Σε αμφότερα τα συμβόλαια αναφέρεται ότι βρίσκεται στη θέση … και ότι συνορεύει με κληρ. ……, …….., . …… και κληρονόμους …… .. Δηλαδή στα συμβόλαια αυτά αναγνωρίζεται ως γείτονας ο δικαιοπάροχος του εναγόμενου Δήμου, ……… Σε ό,τι αφορά τις ιδιοκτησίες 10-11-12 φερόμενης ιδιοκτησίας σήμερα …….. που κατά το τοπογραφικό διάγραμμα ….. βρίσκονται δυτικά της επίδικης έκτασης (κατά την αγωγή εν μέρει εμπίπτουν στο ευρύτερο ακίνητο των εναγόντων, εν μέρει βρίσκονται νοτιοδυτικά αυτού) σημειώνεται ότι με το υπ’ αριθ. ………/1955 προικοσύμφωνο με το οποίο οι …….. προικοδοτούν τον …….. με ελαιοτεμάχιο 4 στρεμμάτων στη θέση …. της τοποθεσίας …, τα όρια ορίζονται βόρεια με ιδιοκτησία ……… και κληρ. ….., νότια με ιδιοκτησία …….., δυτικά με ιδιοκτησία ………. και ανατολικά (όπου φέρεται κατά το τοπογραφικό διάγραμμα να βρίσκεται το επίδικο ακίνητο) με ιδιοκτησία Δήμου Πόρου και …….., ενισχύοντας περισσότερο τη θέση του εναγόμενου. Ωστόσο, όπως παρατηρεί και ο …… συμφωνώντας με τον τεχνικό σύμβουλο των εναγόντων ………., η ιδιοκτησία …….. δεν βρίσκεται κατά το ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα, ανατολικά των ιδιοκτησιών 10-11-12, αλλά ως ιδιοκτησία ….., πιο κάτω στον χάρτη, νότια και ανατολικά των αμέσως ανωτέρω ιδιοκτησιών, οπότε δεν μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα ως προς την περιγραφόμενη γειτνίαση με το επίδικο. Σε ό,τι αφορά την ιδιοκτησία …. στο τοπογραφικό διάγραμμα ……, φερόμενου ιδιοκτήτη ……, κείμενη στο νοτιοανατολικό όριο της επίδικης έκτασης σύμφωνα με την αγωγή, στο παλαιότερο συμβόλαιο που έλεγξε ο νυν διορισθείς πραγματογνώμων και δη στο υπ’ αρ. …/1968 πωλητήριο συμβόλαιο περιγράφεται ως ένα αγροτεμάχιο με ελαιόδενδρα στη θέση …….. οριζόμενο ανατολικά με συνεχόμενη ιδιοκτησία ιδίων πωλητών σε πλευρά μήκους 34 μ., δυτικά με συνεχόμενη ιδιοκτησία …. …. σε πλευρά μήκους 20,70 μ., νότια με αγροτική οδό πλάτους 4 μ. σε πλευρά μήκους 45,80 μ. και εκείθε ιδίων πωλητών και βόρεια με ιδιοκτησία κληρ. …. σε πλευρά μήκους 27,20 μ. και με ιδιοκτησία κληρ. … σε πλευρά μήκους 31 μ. Όπως παρατηρεί ο τεχνικός σύμβουλος των εναγόντων, το έτος 1968 στο παραπάνω συμβόλαιο αναγνωρίζεται ως όμορος βόρεια ιδιοκτησία κληρ. …. και όχι Δήμος Πόρου και κληρ. …, συνηγορώντας η περιγραφή αυτή υπέρ των θέσεων των εναγόντων ως προς τη διεκδικούμενη έκταση. Τούτο, παρότι δεν αναφέρεται το βαφτιστικό όνομα του κληρονομούμενου …………, ώστε να διακριβωθεί αν πρόκειται για τον ……. ή για άλλον. Ομοίως στην υπ’ αρ. 23 ιδιοκτησία στο τοπογραφικό διάγραμμα ………, φερόμενης κυριότητας …….. που σύμφωνα με την ένδικη αγωγή βρίσκεται στο νοτιοανατολικό όριο της επίδικης έκτασης στο παλαιότερο ελεγχθέν από τον διορισθέντα πραγματογνώμονα συμβόλαιο, ήτοι στο υπ’ αριθ. …../3-10-1980 πωλητήριο συμβόλαιο περιγράφεται ως οικόπεδο έκτασης 514 τ.μ. στην ειδική θέση … του Πόρου Τροιζηνίας, οριζόμενο νότια σε πλευρά 15,67 μ. με δημοτική οδό, ανατολικά σε πλευρά 37,70 μ. με ιδιοκτησία ……… και βόρεια σε πλευρά μήκους 14,15 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων …… Δηλαδή και στο συμβόλαιο αυτό αναγνωρίζεται ως όμορος βόρεια ιδιοκτησία οι κληρονόμοι ….. και όχι ο Δήμος Πόρου. Εν κατακλείδι, σε άλλα συμβόλαια όμορων της επίδικης έκτασης ιδιοκτησιών φέρεται αυτή ως ιδιοκτησία Δημήτριου ……, ήδη ως ιδιοκτησία εναγομένου και σε άλλα φέρεται ως ιδιοκτησία κληρονόμων …….., δηλαδή ήδη ως ιδιοκτησία των εναγόντων. Εξάλλου, ούτε από κάποιο άλλο αποδεικτικό μέσο το Δικαστήριο τούτο άγεται σε ασφαλή κρίση ότι η επίδικη έκταση ανήκει στους ενάγοντες ή στον εναγόμενο, έχοντας περιέλθει σε αυτούς με παράγωγο τρόπο, δυνάμει κληρονομικής διαδοχής. Επιπλέον, ως προς την επικαλούμενη από τους ενάγοντες κτήση κυριότητας στην επίδικη έκταση με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας δεν αποδεικνύεται ότι οι απώτατοι δικαιοπάροχοι αυτών ασκούσαν πράξεις νομής στο επίδικο ακίνητο από το έτος 1871, διατηρώντας ισόγεια οικία, ότι προέβαιναν σε πράξεις γεωργικής εκμετάλλευσης (καλλιέργεια, σπορά, θέρος, αλώνισμα κ.ά.) ότι συνέλεγαν τους καρπούς των οπωροφόρων δέντρων του ακινήτου (αμυγδαλιών, ροδιών, συκιών, χαρουπιών και μιας καρυδιάς), ότι βιοπορίζονταν από την πώληση των εν λόγω προϊόντων, ότι αυτοί είχαν κατασκευάσει το αλώνι, τα ίχνη του οποίου διασώζονται μέχρι σήμερα στη βορειοδυτική πλευρά στο σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα, στο οποίο υποστηρίζουν ότι «στέγνωναν» και τους καρπούς (αμύγδαλα, ρόδια, χαρούπια) των οπωροφόρων δέντρων, ότι εκείνοι ήταν που είχαν κατασκευάσει στα επικλινή εδάφη του κτήματος «πεζούλια» προς συγκράτηση των υδάτων της βροχής στα δέντρα, τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα και ότι εξαιτίας αυτών είχε γίνει γνωστό στους παλαιούς κατοίκους της περιοχής ως «……….», όπως ισχυρίζονται με την αγωγή τους. Ομοίως δεν αποδεικνύεται ότι ήταν οι απώτατοι δικαιοπάροχοί τους που κατασκεύασαν δεξαμενές που γέμιζαν με τα ύδατα των εντός του κτήματος υπαρχουσών δύο πηγών, που σώζονται μέχρι σήμερα (όπως αποτυπώνονται τρεις συνολικά εντός του ευρύτερου επίδικου ακινήτου στο ενσωματωμένο στην αγωγή τοπογραφικό διάγραμμα), ότι εκείνοι ήταν που κατασκεύασαν κτιστό αυλάκι μέσω του οποίου το νερό των δεξαμενών και των πηγών έρεε προς συγκεκριμένο σημείο του κτήματος- το οποίο ονομαζόταν «……» τα ίχνη του οποίου φαίνονται στο ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα- ότι κάτω από τα ελαιόδενδρα εκείνοι καλλιεργούσαν κηπευτικά τόσο για ιδία χρήση, όσο και για εκμετάλλευση και συγκεκριμένα προς πώληση οπωροκηπευτικών προϊόντων στην αγορά του Πόρου. Ούτε αποδείχθηκε ότι στη συνέχεια, εκάστη των ……….., ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της αποβιώσασας το έτος 1912 μητέρας τους, …………. ασκούσαν μέχρι τον θάνατό τους όλες εκείνες τις πράξεις νομής και διακατοχής που προσιδίαζαν σε αποκλειστικούς κυρίους, αλλά και στη φύση του ακινήτου και ότι οι κληρονόμοι τους συνέχισαν τις ίδιες πράξεις νομής μέχρι και τα τέλη του 1995, ιδίως δε ότι μέχρι τότε επισκέπτονταν τακτικά το κτήμα, παρέμεναν σε αυτό πλησίον των δεξαμενών κάτω από τη μεγάλη καρυδιά, ότι συνέλεγαν τους καρπούς των αμυγδαλιών, όταν αυτές υπήρχαν, μέχρι που τις ξερίζωσε ο εναγόμενος Δήμος. Οι ενάγοντες υποστηρίζουν στην αγωγή τους ότι οι τρεις θυγατέρες του ……… θεωρούσαν ότι οι απώτεροι δικαιοπάροχοί τους είχαν χρέη προς τον εναγόμενο Δήμο, φόβο τον οποίο εκείνες καλλιέργησαν εν ζωή και στους ενάγοντες, τον οποίο όμως τον είχε εμπνεύσει με τη συμπεριφορά του ο εναγόμενος Δήμος, καθησυχάζοντάς τες παράλληλα (απατηλά) ότι θα τις βοηθούσε να μη χάσουν το κτήμα τους και ότι γι’ αυτό για την αποπληρωμή των (υποτιθέμενων ή πραγματικών) οφειλών του ………., τόσο οι  ανωτέρω άμεσες δικαιοπάροχοί τους, όσο και οι ενάγοντες είχαν εκχωρήσει τα μισθωτικά τους δικαιώματα επί του κληρονομιαίου ακινήτου προς τον αντίδικο Δήμο, προκειμένου να το εκμισθώνει σε τρίτους, αν και από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, δεν είχαν διαπιστώσει την ύπαρξη κανενός μισθωτή στο κτήμα τους. Ότι η εκχώρηση των μισθωτικών δικαιωμάτων αυτών είχε λάβει χώρα κατόπιν μόνο προφορικής συμφωνίας μεταξύ των ………. και του εναγόμενου Δήμου, διότι ο Δήμος Πόρου είχε αρνηθεί κατ’ επανάληψη να γίνει έγγραφη συμφωνία. Ότι όταν περί το έτος 1998, ορισμένοι εκ των εναγόντων επισκέφθηκαν το κληρονομιαίο ακίνητο, μετά από διάστημα τριών ετών κατά το οποίο λόγω προσωπικών προβλημάτων και δυσκολιών απείχαν από κάθε πράξη νομής, διαπίστωσαν ότι ο εναγόμενος είχε αυθαίρετα προβεί σε διάνοιξη ασφαλτόδρομου επιφάνειας 1.610,86 τ.μ., εντός του κτήματος, στο νότιο τμήμα του ακινήτου τους από νοτιοανατολικά προς νοτιοδυτικά, τέμνοντάς το σε δύο τμήματα, οπότε απαίτησαν να διακοπεί κάθε περαιτέρω ενέργεια καταπάτησης του ακινήτου τους και τότε κατόπιν αιτήσεώς τους ο Δήμος τους απάντησε ότι το ακίνητο επί του οποίου διάνοιξε τον δρόμο, του ανήκε, καθώς αποτελούσε το κληροδότημα που είχε περιέλθει σε αυτόν, σύμφωνα με τη διαθήκη του …. ……, μετά τον θάνατό του την 19.12.1945. Ότι ωστόσο το κληρονομιαίο ακίνητο που κατέλειπε ο ……… με την από 5.2.1944 στον εναγόμενο Δήμο βρίσκεται σε άλλη θέση από το επίδικο κτήμα και συγκεκριμένα βόρεια αυτού και ότι συγκεκριμένα το αγροδάσος του κληροδοτήματος (που αποτελείτο από περιβόλι, ελαιώνες σε τόπους αγρούς και ήμερους και αγροδάσος) βρισκόταν βόρεια του κτήματός τους και άρχιζε πέραν των εντός του κτήματος δεξαμενών και εκτός των παλαιοτάτων τοιχίων που είχαν κτίσει οι δικαιοπάροχοί τους στο βορειότατο αυτού άκρο, τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα, δηλαδή βρισκόταν εκτός του όλου ακινήτου που διεκδικούν οι ενάγοντες. Ότι το αγροδάσος του κληροδοτήματος καταλάμβανε μεγάλη έκταση του βορειοδυτικού τμήματος της περιοχής του «……», εκτεινόμενο μέχρι τον Ιερό Ναό του ….. στην κορυφή του βουνού, όπου εκεί υπήρχαν άλλα «πεζούλια», τα αποκαλούμενα σε τίτλους «………», νοτιοδυτικά έφτανε σε απόσταση περίπου 130 μέτρων από τη θάλασσα, ενώ η καταληφθείσα από τον εναγόμενο Δήμο έκταση δεν περιλαμβάνεται, ούτε είναι δυνατό να περιληφθεί στο κληροδότημα, δεδομένου ότι το «αγροδάσος» αυτού βρίσκεται προς την βορειοδυτική πλευρά της λεκάνης του …. αλλά και διότι το διεκδικούμενο από τους ενάγοντες ακίνητο νοτιοδυτικά, νότια και νοτιοανατολικά απέχει περίπου 300 μέτρα από τη θάλασσα, απόσταση πολύ μεγαλύτερη από το κληροδότημα, όπως ορίζεται από τον αντίδικο Δήμο. Προς υποστήριξη των παραπάνω ισχυρισμών τους οι ενάγοντες εξέτασαν ως διάδικο, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, την έκτη ενάγουσα, ……… ……, όπως την είχαν εξετάσει για την ίδια διαφορά ως διάδικο στο πλαίσιο της από 23.11.2001 αγωγής και η οποία υποστήριξε ότι το κληροδότημα . …… που έχει περιέλθει στον Δήμο Πόρου είναι αυτό των κληρονόμων …. ……, το οποίο συνορεύει με το όλο ακίνητο που διεκδικούν οι ενάγοντες ως δικό τους, ευρισκόμενο στα βόρεια-βορειοδυτικά αυτού, κατέθεσε δε ότι προ του έτους 1902 έγιναν οι πεζούλες (ενν. από την οικογένειά της) ότι καλλιεργούσαν σιτάρι, βρώμη, ότι το 1936-1937 οι μανάδες τους μάζευαν ελιές, αμυγδαλιές, ρόδια και ότι τα 100 ελαιόδενδρα ήταν σε συγκεκριμένο κομμάτι και το παραχώρησαν στον Δήμο για να το νοικιάζει προκειμένου να ξοφλήσουν, γιατί είχαν χρέη προς τον Δήμο, τούτο δε μετά το έτος 1946 και ότι αργότερα το χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι. Επίσης ανέφερε ότι το 1964-1965 έκαναν ανάρτηση στον Δήμο Πόρου για να δηλώσουν οι ενδιαφερόμενοι τα κτήματά τους στο ……, χωρίς όμως η ίδια να διευκρινίσει γιατί τότε, όταν ο εναγόμενος Δήμος εμφάνισε το επίδικο ως ανήκον σε αυτό, λόγω κληρονομίας από τον … ……, οι τρεις αδελφές δικαιοπάροχοι των εναγόντων δεν υπέβαλαν κάποια ένσταση (βλ. τα υπ’ αρ. …./2017 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά). Εξ ετέρου, ο εναγόμενος Δήμος εξέτασε κατά την ίδια δικάσιμο στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, ως μάρτυρα τον …………, Πρόεδρο του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Πόρου, ο οποίος είχε διατελέσει οκτώ χρόνια Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου και τέσσερα χρόνια Αντιδήμαρχος και κατέθεσε ότι βρίσκεται στον Πόρο από το έτος 1964, ότι το επίδικο ακίνητο είχε περιέλθει με τη διαθήκη του έτους 1944 του Δημήτριου …… στον Δήμο Πόρου, ο οποίος από το έτος 1945 νέμεται το ακίνητο και το νοίκιαζε για τις ελιές του, ότι η απόσταση του ακινήτου από τη θάλασσα είναι σε ευθεία 250 μέτρα και ότι κάποιος ….. το έτος 1965 μάζευε τις ελιές από το ακίνητο και όταν τον ρώτησε ο μάρτυρας αν ήταν δικές του, αυτός του απάντησε ότι ήταν του Δήμου. Ομοίως κατά τη συζήτηση της από 23.11.2001 αγωγής των εναγόντων για την ίδια διαφορά ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, στη δικάσιμο της 24.5.2002, εξετάσθηκε επιμελεία του εναγόμενου Δήμου ως μάρτυρας ο ……, μηχανικός του Δήμου Πόρου και κατέθεσε ότι από το 1945 δεν είχε αμφισβητηθεί η ιδιοκτησία του Δήμου στο κληροδότημα στο …… και ότι από το 1947 έως το 1983, το κληροδότημα ο εναγόμενος το εκμίσθωνε σε τρίτους. Οι ενάγοντες προσκομίζουν μεταξύ άλλων τα υπ’ αρ. …/1947, …/1949, …/1953 και …./1961 μισθωτήρια με τα οποία ο εναγόμενος Δήμος εκμίσθωσε σε τρίτους το επίδικο ακίνητο. Στο υπ’ αρ. …./2.2.1947 μισθωτήριο συμβόλαιο το επίδικο ακίνητο περιγράφεται ως «δημοτικόν ελαιοπεριβόλιον» (2η σελίδα, 11η σειρά), στο υπ’ αρ. …./21.10.1949 μισθωτήριο συμβόλαιο το επίδικο αναφέρεται ως ελαιοπεριβόλιο «κληροδοτήματος ….. ……» στην 1η σελίδα, ενώ γίνεται λόγος για «μισθωτήν κληρονομίας ……» στη 2η σελίδα. Επίσης στο υπ’ αρ. …../8.6.1953 μισθωτήριο συμβόλαιο στην 1η σελίδα ως προς το επίδικο ακίνητο που εκμισθώνεται γίνεται λόγος περί «γνωστού ελαιοκτήματος του Δήμου Πόρου (κληροδοτήματος … ……)». Ομοίως στο υπ’ αρ. …./3.8.1961 μισθωτήριο συμβόλαιο αναφέρεται ότι ο Δήμαρχος Πόρου «εκμισθοί εις τον αφ’ ετέρου συμβαλλόμενον …. ……, το εις θέσιν «……» περιφερείας Δήμου Πόρου ελαιοπεριβόλιον (κληροδότημα ……) ιδιοκτησίας Δήμου Πόρου…». Τα μισθωτήρια αυτά συμβόλαια καταρτίζονταν κατόπιν πλειοδοτικής δημοπρασίας και παρίσταντο κατά την σύνταξη τους και δύο μάρτυρες. Από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι ο εναγόμενος τότε θεωρούσε το επίδικο ακίνητο ιδιοκτησία των δικαιοπάροχων των εναγόντων, ήτοι ιδιοκτησία των θυγατέρων ……., ούτε ότι είχε πάρει την άδειά τους να το εκμισθώσει, ούτε έστω ότι θεωρούσε το ακίνητο αυτό αδιευκρίνιστης κυριότητας. Απεναντίας ενώπιον συμβολαιογράφου, μισθωτών και δύο κάθε φορά ενήλικων μαρτύρων δήλωνε ότι του ανήκει. Ενόψει των ανωτέρω, δεν αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος από το έτος 1945 και μετά κατείχε απλώς το επίδικο ακίνητο και το διέθετε προς μίσθωση για την απόσβεση χρεών του …….. προς τον Δήμο και ότι παρόλα αυτά αναγνώριζε ότι νομείς ήταν οι θυγατέρες του …….. Ούτε αποδείχθηκε ότι μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1970 απέκτησαν τη νομή του ακίνητου οι ενάγοντες και οι δικαιοπάροχοι αυτών. Συνακόλουθα, δεν αποδείχθηκε η κτήση κυριότητας της επίδικης έκτασης των 13.407,3 τ.μ. από τους ενάγοντες με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Περαιτέρω, μη σχηματισθείσας ως προς το κρίσιμο θέμα της παράγωγης κτήσης κυριότητας της επίδικης έκτασης πλήρους δικανικής πεποίθησης από το Δικαστήριο με βάση τους επικαλούμενους τίτλους κτήσης κυριότητας, εφαρμογής τυγχάνει το άρθρο 338 παρ.1 ΚΠολΔ περί του βάρους απόδειξης. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή κάθε διάδικος οφείλει να αποδείξει τα πραγματικά γεγονότα που είναι αναγκαία για να υποστηρίξει την αυτοτελή αίτηση ή ανταίτησή του. Το βάρος της απόδειξης διακρίνεται σε υποκειμενικό και αντικειμενικό. Το υποκειμενικό, προσδιορίζει τον διάδικο στον οποίο το δικαστήριο με παρεμπίπτουσα, περί απόδειξης απόφαση, θα επιβάλλει την ευθύνη προσκομιδής των αποδεικτικών μέσων, προς βεβαίωση στον απαιτούμενο βαθμό απόδειξης των θεμελιωτικών της αξίωσής του πραγματικών γεγονότων. Το πεδίο εφαρμογής του υποκειμενικού βάρους απόδειξης έχει περιορισθεί σημαντικά μετά την κατάργηση της προδικαστικής αποφάσεως. Το αντικειμενικό βάρος, που εδώ ενδιαφέρει, προσδιορίζει τον διάδικο που φέρει τον κίνδυνο της αμφιβολίας του δικαστή, ως προς τη συνδρομή των θετικών προϋποθέσεων επέλευσης της επίδικης έννομης συνέπειας (ΑΠ 341/2024, 651/2024 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 613/2023, ΑΠ 852/2021, ΑΠ 894/2020 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1935/2022, ΑΠ 1118/2023, ΑΠ 148/2016 στην ΤΝΠ Νόμος). Όπως προκύπτει από το άρθρο 340 παρ.2 ΚΠολΔ, ο δικαστής θεωρεί ως αποδεδειγμένους τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων, όταν σχηματίζει πλήρη δικανική πεποίθηση σχετικά με την αλήθειά τους. Αν δεν επιτευχθεί πλήρης απόδειξη, δηλαδή αν ο διάδικος αφήσει τον δικαστή να αμφιβάλλει ως προς ορισμένα πραγματικά περιστατικά, τότε οι ισχυρισμοί θεωρούνται μη αποδειχθέντες. Επί διεκδικητικής αγωγής, ο ενάγων οφείλει να αποδείξει το δικαίωμα κυριότητάς του επί του ακινήτου, καθώς και τη νομή ή κατοχή εκ μέρους του εναγόμενου, διαφορετικά απορρίπτεται η αγωγή του (βλ. ΑΠ 1103/2014 και 713/2014 στην ΤΝΠ Νόμος, Π. Χριστοδούλου, Απαλαγάκη-Σταματόπουλου, Ο νέος ΚΠολΔ, τόμος Ι, έκδοση 2022, άρθρο 338, σελ. 1241). Στην προκειμένη, λοιπόν, περίπτωση που απ’ όλα τα προδιαλαμβανόμενα αποδεικτικά μέσα το Δικαστήριο δεν οδηγείται στον σχηματισμό πλήρους δικανικής πεποίθησης ότι η επίδικη έκταση βάσει των τίτλων που επικαλούνται οι ενάγοντες ανήκει σε αυτούς, ανεξαρτήτως των αμφιβολιών που γεννώνται και αναφορικά με τους συμβολαιογραφικούς τίτλους του εναγόμενου Δήμου ως προς την ακριβή θέση του δικού του ακινήτου, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί στην ουσία της ως προς την επικαλούμενη βάση της παράγωγης κτήσης κυριότητας της επίδικης έκτασης. Επίσης απορριπτέα τυγχάνει η αγωγή ως προς τη βάση της περί κτήσης κυριότητας της επίδικης έκτασης με τα προσόντα της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας, αφού αποδείχθηκε ότι από το έτος 1945 και μετά, πράξεις φυσικής εξουσίασης σε αυτή (την έκταση) ασκούσε ο εναγόμενος Δήμος, θεωρώντας ότι το ακίνητο αποτελούσε μέρος του κληροδοτήματος ……… Απορριφθείσας της αγωγής στο σύνολό της, μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος-εναγόμενου ποσού 300 ευρώ  για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εφεσίβλητων-εναγόντων, ενώ κατά τα λοιπά πρέπει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων να συμψηφιστούν μεταξύ τους, καθώς υπήρχε εύλογη αμφιβολία για την έκβαση της δίκης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 179 τελ. εδ., 191 παρ.2, 183 ΚΠολΔ, κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων, όπως νομίμως συνεχίζουν τη δίκη κατά το σκεπτικό της παρούσας οι κληρονόμοι των εναγόντων εκείνων ως προς τους οποίους επήλθε διακοπή της δίκης λόγω θανάτου.

Απορρίπτει την αγωγή.

Επιβάλλει μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος-εναγόμενου για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος των εφεσίβλητων- εναγόντων, το οποίο ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ και συμψηφίζει κατά τα λοιπά τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων μεταξύ τους.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 25.2.2025.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ