ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 60/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Τμήμα Ναυτικών Διαφορών)
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Κωνσταντίνα Ταμβάκη, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη και Γεωργία Παναγιωτοπούλου Εφέτη – Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της καλούσας – αιτούσας: Της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία <<…………..>>, που εδρεύει στα . ……., με ΑΦΜ …… ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Φρίξο Γεραλή (ΑΜ ΔΣΑ … Δικηγορική Εταιρεία Χρυσομάλλη – Γεραλή ΑΜ ΔΣΑ ….), που κατέθεσε την από 23-10-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Του καθ’ού η κλήση – καθ’ου η αίτηση: …………, ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η αιτούσα, άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 21-06-2023 και με αριθμό κατάθεσης ………/2023 αίτηση διόρθωσης απόφασης, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί αρχικά για τη δικάσιμο της 21-09-2023 και μετά από νόμιμη αναβολή για τη δικάσιμο της 16-11-2023, οπότε ματαιώθηκε. Με την από 12-12-2023 και με αριθμό κατάθεσης …………./2023 κλήση, η αιτούσα επανέφερε την ανωτέρω αίτηση προς συζήτηση, η οποία προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 15-02-2024 και μετά από νόμιμη αναβολή για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας, ο οποίος παραστάθηκε όπως ανωτέρω αναφέρεται, προκατέθεσε νομότυπα έγγραφες προτάσεις.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με τη διάταξη του άρθρο 315 του ΚΠολΔ ορίζεται ότι, αν από παραδρομή, κατά τη σύνταξη της απόφασης περιέχονται λάθη γραφικά ή λογιστικά ή το διατακτικό της διατυπώθηκε κατά τρόπο ελλιπή ή ανακριβώς, το δικαστήριο, που την έχει εκδώσει, μπορεί, αν το ζητήσει κάποιος διάδικος ή και αυτεπαγγέλτως, να τη διορθώσει με νέα απόφασή του. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι είναι δυνατό να γίνει διόρθωση των σφαλμάτων της απόφασης, που οφείλονται στην ασυμφωνία μεταξύ αυτών που προδήλως θέλησε το δικαστήριο, όπως τούτο συνάγεται από το περιεχόμενο της προς διόρθωση απόφασης σε συνδυασμό και με άλλα στοιχεία που ορίζουν το περιεχόμενό της, όπως πρακτικά, προτάσεις ή δικόγραφα των διαδίκων, και εκείνων που έχουν διατυπωθεί στο διατακτικό της, έστω και αν από τη διόρθωση της ανακρίβειας της διατύπωσης του διατακτικού επέρχεται μεταβολή σε αυτό (ΟλΑΠ 29/2004, ΟλΑΠ 30/2004, ΑΠ 536/2020 ΝΟΜΟΣ). Αρκεί η μεν παραδρομή στην οποία οφείλονται τα λάθη να προκύπτει προδήλως από την όλη διάρθρωση της απόφασης και των συμβάντων κατά τη σύνταξή της, η δε διόρθωση να μην σχετίζεται με την ουσία της υπόθεσης, ούτε να αλλοιώνει την έννοια της απόφασης και να μεταβάλλει ή ανακαλεί το περιεχόμενό της (ΟλΑΠ 17/2017, ΑΠ 536/2020 ο.π.). Αντικείμενο, επομένως, της αίτησης διόρθωσης μπορεί να αποτελέσουν μόνο ακούσιες πλημμέλειες που παρεισέφρησαν κατά τη σύνταξη ή καθαρογραφή της απόφασης και όχι διαγνωστικά σφάλματα του δικαστηρίου, ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή ουσιαστικής διάταξης και την εκτίμηση των αποδείξεων, τα οποία σχετίζονται με την ουσία της υπόθεσης και μεταβάλλουν ή αλλοιώνουν ηθελημένα το περιεχόμενό της απόφασης. Τα σφάλματα αυτά διορθώνονται μόνο με προσβολή της απόφασης με ένδικα μέσα (ΟλΑΠ 17/2017, ΑΠ 536/2020 ο.π., ΑΠ 266/2019, ΑΠ 1703/2006, ΑΠ 1672/2001). Κατά συνέπεια είναι επιτρεπτή η διόρθωση και στην περίπτωση που το δικαστήριο παρέλειψε να περιλάβει διάταξη στο διατακτικό του ως προς ορισμένο αίτημα, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ασχολήθηκε στο αιτιολογικό του με το αίτημα αυτό (ΑΠ 413/2006, ΑΠ 536/2020 ο.π.). Εξάλλου, αρμόδιο για την εκδίκαση της αίτησης διόρθωσης, δικαστήριο είναι το δικαστήριο που εξέδωσε τη διορθωτέα απόφαση (άρθρο 317 παρ. 2 ΚΠολΔ), το οποίο μάλιστα παραμένει αρμόδιο ακόμα και αν στο μεταξύ η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον ανώτερου δικαστηρίου λόγω άσκησης ενδίκου μέσου, αρκεί να μην έχει εξαφανισθεί η διορθωτέα απόφαση (ΑΠ 548/2017, δημ. ΝΟΜΟΣ). Η συζήτηση της αιτήσεως διορθώσεως γίνεται κατά την διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η απόφαση της οποίας διώκεται η διόρθωση και αφού κληθούν τουλάχιστον οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν την συζήτηση όλοι οι διάδικοι, που αναφέρονται στην απόφαση (άρθρο 318 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ) και αν οι απόντες κατά την εκφώνηση της υποθέσεως κλητεύθηκαν νόμιμα η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρ. 318 παρ.2 ΚΠολΔ).
Εισάγεται προς συζήτηση η από 21-06-2023 και με αριθμό καταθέσεως ………/2023 αίτηση της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία <<……..>>, με την οποία διώκεται η διόρθωση της με αριθμό 555/2020 οριστικής αποφάσεως του παρόντος Δικαστηρίου, προκειμένου στο διατακτικό αυτής να προστεθεί η διαλαμβανόμενη στο αιτιολογικό της διάταξη, με την οποία υποχρεώνεται ο καθ’ου η αίτηση ……. σε δήλωση βούλησης προς υπογραφή του πρωτοκόλλου παράδοσης – παραλαβής του Ρ/Κ πλοίου Χ, νηολογίου Πειραιώς με αριθμό εγγραφής ……, υπό τον όρο της ταυτόχρονης καταβολής της αμοιβής του, που ανέρχεται στο ποσό των 368.101,08 ευρώ.
Η κρινόμενη αίτηση, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που εξέδωσε τη διορθωτέα απόφαση (άρθρο 317 παρ. 2 ΚΠολΔ), το οποίο παραμένει αρμόδιο παρά το γεγονός ότι η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον ανώτερου δικαστηρίου και δη του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, κατόπιν άσκησης εκ μέρους της αιτούσας, της από 20-10-2020 αιτήσεως αναιρέσεως, η οποία όμως απορρίφθηκε δυνάμει της υπ’αριθ. 1454/2022 αποφάσεως, με συνέπεια να μην έχει εξαφανισθεί η διορθωτέα απόφαση, κατά τα εκτιθέμενα στην ως άνω νομική σκέψη. Είναι δε νόμιμη, στηρίζόμενη στις προαναφερόμενες διατάξεις, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ΄ουσίαν, ερήμην του καθ’ου η αίτηση, ο οποίος δεν εμφανίσθηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, αν και κλήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, όπως προκύπτει από την υπ’αριθ. …./05-01-2024 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, ……………, για την δικάσιμο της 15-02-2024, κατά την οποία η συζήτηση αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, με την επισήμανση ότι δεν απαιτείται η εκ νέου κλήτευση του καθ’ού, καθόσον η αναγραφή της υπόθεσης που αναβλήθηκε, πινάκιο, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (άρθρ. 226 παρ.4, 524παρ.1 ΚΠολΔ). Η συζήτηση ωστόσο θα χωρήσει σαν να ήταν και αυτός παρών (άρθρο 318 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Από τα έγγραφα που προσκομίζονται μετ’επικλήσεως από την αιτούσα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν, η αιτούσα την από 21-6-2017 και υπ’αριθ. κατάθεσης …./2017 αγωγή και ο καθ’ου η αίτηση την από 26-7-2017 και υπ’αριθ. κατάθεσης …../2017 αγωγή, κατόπιν συνεκδίκασης των οποίων εκδόθηκε η υπ’αριθ. 4726/2018 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν αμφότερα τα διάδικα μέρη με αντίθετες εφέσεις, επί των οποίων εκδόθηκε η υπ’αριθ. 555/2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς (Ναυτικό Τμήμα), που απέρριψε στο σύνολό της την έφεση της ώδε αιτούσας και έκανε δεκτή εν μέρει την έφεση του ώδε καθ’ου. Ακολούθως εξαφάνισε την εκκαλουμένη και δικάζοντας την υπόθεση κατ΄ουσίαν, έκανε δεκτή την από 26-7-2017 αγωγή (του ώδε καθ’ου), καταδικάζοντας την εναγομένη να του καταβάλει νομιμοτόκως το ποσό των 368.101,08 ευρώ. Επίσης κατά παραδοχή της από 21-6-2017 αγωγής, έκρινε ότι πρέπει να υποχρεωθεί ο εναγόμενος (ώδε καθ’ου) σε δήλωση βουλήσεως προς υπογραφή του πρωτοκόλλου παράδοσης – παραλαβής του Ρ/Κ πλοίου Χ, νηολογίου Πειραιώς, με αριθμό εγγραφής ….., υπό τον όρο της ταυτόχρονης καταβολής της αμοιβής του, που ανέρχεται στο ως άνω χρηματικό ποσό των 368.101,08 ευρώ (βλ. 19ο φύλλο της απόφασης στοιχ. VII και επόμενη σελίδα στην αρχή). Ωστόσο ενώ στο σκεπτικό της ανωτέρω απόφασης ρητά αναφέρεται η υποχρέωση του εναγομένου (ώδε καθ’ου) σε δήλωση βούλησης προς υπογραφή του πρωτοκόλλου παράδοσης – παραλαβής του ένδικου πλοίου, εν τούτοις, από πρόδηλη παραδρομή, το διατακτικό διατυπώθηκε κατά τρόπο ελλειπή, αφού δεν περιλαμβάνει διάταξη ως προς το ζήτημα αυτό με το οποίο το Δικαστήριο πράγματι ασχολήθηκε. Συνεπώς συντρέχει λόγος να διορθωθεί με συμπλήρωση, η υπ’αριθ. 555/2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς, προκειμένου στο διατακτικό αυτής να προστεθεί η διαλαμβανόμενη στο αιτιολογικό της διάταξη, με την οποία υποχρεώνεται ο καθ’ου η αίτηση, ……… σε δήλωση βούλησης προς υπογραφή του πρωτοκόλλου παράδοσης – παραλαβής του Ρ/Κ πλοίου Χ, νηολογίου Πειραιώς με αριθμό εγγραφής …….., υπό τον όρο της ταυτόχρονης καταβολής της αμοιβής του, που ανέρχεται στο ποσό των 368.101,08 ευρώ. Περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η σημείωση της παρούσας διορθωτικής απόφασης στο πρωτότυπο της απόφασης που διορθώνεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 320 ΚΠολΔ. Παράβολο ερημοδικίας δεν θα ορισθεί, διότι κατά της παρούσας απόφασης δεν συγχωρείται κατά νόμο (άρθρο 310 ΚΠολΔ) η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην του καθ’ού η αίτηση.
Δέχεται την αίτηση.
Διατάσσει τη διόρθωση της υπ’αριθ. 555/2020 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, προκειμένου στο διατακτικό αυτής να προστεθεί η διαλαμβανόμενη στο αιτιολογικό της διάταξη και συγκεκριμένα από το εσφαλμένο “Υποχρεώνει την εναγομένη της από 26-7-2017 αγωγής να καταβάλει στον ενάγοντα αυτής το χρηματικό ποσό των τριακοσίων εξήντα οκτώ χιλιάδων εκατόν ενός ευρώ και οκτώ λεπτών (368.101,08), με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη επίδοσης της αγωγής” στο ορθό : “Υποχρεώνει τον εναγόμενο της από 21-6-2017 αγωγής σε δήλωση βουλήσεως προς υπογραφή του πρωτοκόλλου παράδοσης-παραλαβής του Ρ/Κ πλοίου Χ, νηολογίου Πειραιώς με αριθμό εγγραφής …., υπό τον όρο ταυτόχρονα η εναγομένη της από 26-7-2017 αγωγής να καταβάλει στον ενάγοντα αυτής το ποσό των τριακοσίων εξήντα οκτώ χιλιάδων εκατόν ενός ευρώ και οκτώ λεπτών (368.101,08), με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη επίδοσης της αγωγής”.
Διατάσσει την υπό της Γραμματέως του παρόντος Δικαστηρίου σημείωση της παρούσας διορθωτικής απόφασης στο πρωτότυπο της απόφασης που διορθώνεται.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά, στις 9.1.2025 και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου της αιτούσας στον Πειραιά, στις 27.1.2025
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ