Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 123/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

3ο ΤΜΗΜΑ

Αριθμός αποφάσεως    123/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Βασιλική Παπιγκιώτη, Εφέτη, την οποία όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α’ Έφεση: Της εκκαλούσας: …………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον  πληρεξούσιο δικηγόρο της Μενέλαο Μίσκη.

Των εφεσίβλητων: 1) ………… και 2) Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……….», νομίμως εκπροσωπούμενης, που εδρεύει στη … Θεσσαλονίκης (………..), με ΑΦΜ ………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Μανουσάκη (Δ.Ε. Γ.Ι.Μ. Μανουσάκης Δικηγορική Εταιρεία), με δήλωση κατ΄άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Β’ Έφεση: Εκκαλούντες: 1) Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………», νομίμως εκπροσωπούμενης, που εδρεύει στη …. Θεσσαλονίκης (………..), με ΑΦΜ ……… και 2) …………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Μανουσάκη (Δ.Ε. Γ.Ι.Μ. Μανουσάκης Δικηγορική Εταιρεία), με δήλωση κατ΄άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Εφεσίβλητη: ……………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον  πληρεξούσιο δικηγόρο της Μενέλαο Μίσκη.

Η ενάγουσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 4-7-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2022 αγωγή της, ζητώντας τα διαλαμβανόμενα σε αυτή. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1198/2023 απόφαση, με την οποία δέχτηκε εν μέρει την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν: α) η ενάγουσα, με την από 27-9-2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά …………./2024 έφεσή της (αριθμός κατάθεσης δικογράφου και προσδιορισμού δικασίμου ενώπιον του Εφετείου Πειραιά, …………./2024), δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας και β) οι εναγόμενοι, με την από 20-9-2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά ……../2024 έφεσή τους (αριθμός κατάθεσης δικογράφου και προσδιορισμού δικασίμου ενώπιον του Εφετείου Πειραιά, …………/2024), δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο,  ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας – εφεσίβλητης ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις της, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος των εφεσίβλητων – εκκαλούντων δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσε προτάσεις, με τις οποίες ανέπτυξε τους ισχυρισμούς τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι φερόμενες προς συζήτηση και κρίση ενώπιον του παρόντος, αρμοδίου, καθ’ ύλην και κατά τόπον, Δικαστηρίου (άρθρα 19, 22 και 35 ΚΠολΔ): α) από 27-9-2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά ………./30-9-2024 έφεση της, πρωτοδίκως εν μέρει ηττημένης, ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας και β) από 20-9-2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά ………./23-9-2024 έφεση των, πρωτοδίκως εν μέρει ηττηθέντων εναγόμενων και ήδη εκκαλούντων, οι οποίες στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 1198/2023 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα (άρθρα 591 και 614 παρ. 6 ΚΠολΔ, ως ισχύουν μετά την – κατά περίπτωση – αντικατάσταση και τροποποίησή τους από τις διατάξεις του ν. 4335/2015), έχουν ασκηθεί νομίμως και εμπροθέσμως και μάλιστα, η πρώτη εξ αυτών εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της εκκαλουμένης (βλ. υπ’ αριθμ. ………../28-8-2024 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών . ……), δοθέντος ότι, βάσει του άρθρου 147 παρ. 2 ΚΠολΔ, το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται για τις προθεσμία του άρθρου 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, η δε δεύτερη  προ πάσης επιδόσεως και εντός διετίας από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, δεδομένου ότι, οι διάδικοι δεν επικαλούνται ούτε, άλλωστε, αποδεικνύεται επίδοση αυτής  στους εναγόμενους – εκκαλούντες (άρθρα 147 παρ.2, 495 – 499, 511, 513 παρ. 1β, 516, 517, 518 παρ. 1 και 2 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ. 1 εδαφ. α’ και παρ. 7 εδαφ. α’ του ΚΠολΔ, ως αυτές ισχύουν μετά την – κατά περίπτωση – αντικατάσταση και τροποποίησή τους από τις διατάξεις του ν. 4335/2015). Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω κατά το παραδεκτό και βάσιμο των επιμέρους λόγων τους, κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες, λόγω της προδήλου μεταξύ τους συνάφειας, καθ’ όσον βάλλουν κατά της ίδιας οριστικής απόφασης, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και με την ένωση και συνεκδίκασή τους, επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και αποτρέπεται το ενδεχόμενο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων (άρθρα 246 και 524 παρ. 1 ΚΠολΔ, ΕφΑθ 4299/2006 ΕλλΔνη 47. 1508), δεδομένου ότι, για το παραδεκτό τους, έχουν καταβληθεί και κατατεθεί τα, απαιτούμενα από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, παράβολα [υπ’ αριθμ. κωδ. ….. και …… παράβολα, ποσού εκατό (100) ευρώ έκαστο, μετά των συνημμένων βεβαιώσεων πληρωμής, αντίστοιχα].

Με την από 4-7-2022 αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι, υπό τις ειδικότερα διαλαμβανόμενες στην υπό κρίση αγωγή συνθήκες, έλαβε χώρα τροχαίο ατύχημα στον Κορυδαλλό Αττικής. Ότι  το ως άνω τροχαίο ατύχημα οφείλεται στην αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εναγόμενου και συγκεκριμένα σε αμέλεια, την οποία αυτός επέδειξε κατά την οδήγηση του οχήματός του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη έναντι τρίτων κατά τον χρόνο του επιδίκου ατυχήματος, στη δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία. Ότι συνεπεία του επιδίκου ατυχήματος, η ενάγουσα υπέστη τις ειδικότερα διαλαμβανόμενες στην υπό κρίση αγωγή βλάβες της υγείας της, όπως αυτές εξειδικεύονται, με αποτέλεσμα αυτή να αδυνατεί να αυτοεξυπηρετηθεί κατά το ειδικότερα διαλαμβανόμενο χρονικό διάστημα και να έχει ανάγκη πρόσληψης αποκλειστικής νοσοκόμου – οικιακής βοηθού για τη φροντίδα και την εξυπηρέτησή της, έργο το οποίο ανέλαβε ο σύζυγός της με εντατικοποίηση των δυνάμεών του και σε βάρος άλλων ενασχολήσεών του, σε διαφορετική δε περίπτωση θα ήταν αυτή αναγκασμένη να προσλάβει τρίτο πρόσωπο, με αποτέλεσμα να δικαιούται ως αποζημίωση εκ της ανωτέρω αιτίας ποσό 1.440 ευρώ. Ότι, περαιτέρω, συνεπεία του επιδίκου ατυχήματος, ήταν αναγκαίο να δαπανήσει για τις μετακινήσεις της ποσό 600 ευρώ, καθώς αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει αποκλειστικά μισθωμένο ΤΑΧΙ, καθώς και ποσό 600 ευρώ για βελτιωμένη διατροφή, η οποία ήταν απαραίτητη λόγω της κατάστασης της υγείας της. Ότι συνεπεία της ως άνω σε βάρος της αδικοπραξίας, η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη και εξ αυτής της αιτίας ζητά να της επιδικαστεί ποσό 40.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση. Για τους λόγους αυτούς ζητά, όπως παραδεκτά κατ’ άρθρα 223 εδ. β, 294 εδ. α, 295 παρ. 1 εδ. β και 297 ΚΠολΔ περιόρισε το αίτημά της με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της στο ακροατήριο κατά την συζήτηση της υπόθεσης, αλλά και με τις προτάσεις να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων να της καταβάλουν έκαστος εις ολόκληρον το ποσό των 42.640 ευρώ για τις ανωτέρω αιτίες, με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην δικαστική της δαπάνη.

Επί της αγωγής αυτής το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1198/2023 οριστική απόφασή του, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, αναγνωριζόμενης της υποχρέωσης των εναγόμενων να καταβάλουν έκαστος εις ολόκληρον στην ενάγουσα το ποσό των 2.800 ευρώ (2.400 ευρώ, σύμφωνα με το σκεπτικό) για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης της, συνεπεία του ένδικου ατυχήματος. Τα λοιπά κονδύλια της αγωγής απορρίφθηκαν ως ουσιαστικά αβάσιμα. Ειδικότερα, με την εκκαλουμένη έγινε εν μέρει δεκτή η ένσταση που προέβαλαν οι εναγόμενοι περί συνυπαιτιότητας της ενάγουσας στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος, κατά ποσοστό 50%.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες αμφοτέρων των υπό κρίση εφέσεων και ζητούν, κατ’ ορθή νοηματική εκτίμηση των διατυπωθέντων στις εφέσεις αιτημάτων τους και των λόγων που εκτίθενται σε αυτές, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανιστεί αυτή, με σκοπό – κατά μεν το αίτημα της ενάγουσας – να γίνει δεκτή η αγωγή της (επισημαίνεται, ωστόσο, ότι το κεφάλαιο που αφορά στην επιδικασθείσα χρηματική αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης δεν προσβάλλεται), – κατά δε το αίτημα των εναγόμενων – να απορριφθεί αυτή (αγωγή) σύνολό της, άλλως να περιορισθεί το επιδικασθέν στην αντίδικό της ποσό στο προσήκον μέτρο, σύμφωνα με τους περιεχόμενους στην έφεσή της λόγους.

Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα της ενάγουσας και την χωρίς όρκο εξέταση του πρώτου εναγόμενου, που εξετάστηκαν νόμιμα στο ακροατήριο, όπως αυτές περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν με τις προτάσεις τους οι διάδικοι, τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρ. 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), από την επισκόπηση των φωτογραφιών τις οποίες νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν με τις προτάσεις τους οι διάδικοι, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αρ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ) και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο (336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 14-6-2019, περί ώρα 14:35, ο πρώτος εναγόμενος οδηγούσε την υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……….. δίκυκλη μοτοσικλέτα κυριότητας του ιδίου, τύπου Piaggio Beverly 300 cc (Πιάτζιο Μπέβερλι), χρώματος μαύρου, η οποία ήταν κατά τον ως άνω χρόνο ασφαλισμένη για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία και έβαινε, με ταχύτητα μη υπερβαίνουσα τα 50 χλμ/ώρα, επί της κεντρικής λωρίδας κυκλοφορίας της οδού Γρηγορίου Λαμπράκη στον Κορυδαλλό Αττικής με κατεύθυνση προς το κτιριακό συγκρότημα Καταστημάτων Κράτησης Κορυδαλλού, ευρισκόμενος προ της διασταύρωσης με την οδό Δήλου. Στο σημείο εκείνο, η οδός Γρηγορίου Λαμπράκη είναι ευθεία, με ελαφρά ανωφέρεια μη επηρεάζουσα την ορατότητα καθ’ όλο το μήκος και πλάτος της, διπλής κατεύθυνσης με κλάδους πορείας αφενός προς το κτιριακό συγκρότημα Καταστημάτων Κράτησης Κορυδαλλού και αφετέρου προς Αθήνα, με ενδιάμεση διαχωριστική των κλάδων πορείας νησίδα ασφαλείας, η οποία είναι υπερυψωμένη με πρασιά σε όλο της το μήκος, με εξαίρεση το έναντι της διασταύρωσης με την οδό Δήλου τμήμα αυτής, πλάτους 1,80 μ., το οποίο είναι πεζοδρομημένο ώστε να επιτρέπει την διέλευση πεζών. Το δε ρεύμα πορείας προς το κτιριακό συγκρότημα Καταστημάτων Κράτησης Κορυδαλλού έχει τρεις λωρίδες κυκλοφορίας στο τμήμα αυτού προ της διασταύρωσης με την οδό Δήλου (αριστερή, κεντρική και δεξιά λωρίδα) και δύο λωρίδες κυκλοφορίας στο τμήμα αυτού μετά την ως άνω διασταύρωση (αριστερή και δεξιά λωρίδα), εξαλειφομένης της ως άνω δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας. Εκάστη λωρίδα είναι πλάτους περίπου τριών μέτρων, ενώ στο δεξί άκρο του ως άνω ρεύματος πορείας υφίσταται πεζοδρόμιο πλάτους περί τα 2 μ. προ της διασταύρωσης με την οδό Δήλου και περί το 1,5 μ. μετά από αυτή. Κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο, η ενάγουσα επιχειρούσε να διασχίσει πεζή κάθετα και ελαφρώς προς τα αριστερά το ρεύμα πορείας προς το κτιριακό συγκρότημα Καταστημάτων Κράτησης Κορυδαλλού, και συγκεκριμένα επιχειρούσε να μεταβεί από το πεζοδρομημένο τμήμα της ως άνω ενδιάμεσης διαχωριστικής νησίδας στο έναντι πεζοδρόμιο, μετά την διασταύρωση με την οδό Δήλου. Την στιγμή εκείνη και ενώ το όχημα του πρώτου εναγόμενου είχε εισέλθει κατά τρία περίπου μέτρα εντός της διασταύρωσης με την οδό Δήλου, η ενάγουσα, έχοντας διασχίσει ήδη την ως άνω αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας, επιχείρησε να διασχίσει και την ως άνω δεξιά (προέκταση της κεντρικής) λωρίδα κυκλοφορίας, ευρισκόμενη σε απόσταση τριών περίπου μέτρων από το όχημα του πρώτου εναγόμενου, με αποτέλεσμα να παρεμβληθεί στην πορεία αυτού. Ο πρώτος εναγόμενος επιχείρησε αποτρεπτικό ελιγμό προς τα δεξιά (κατά την φορά της κίνησής του), πλην όμως δεν κατάφερε να αποφύγει την ενάγουσα, την οποία παρέσυρε, εμπίπτοντας με το εμπρόσθιο αριστερό τμήμα του οχήματός του στην δεξιά πλευρά του σώματός της, με αποτέλεσμα αυτή να παρασυρθεί, να χάσει την ισορροπία της, να πέσει με το αριστερό τμήμα του σώματός της επί του οδοστρώματος και να τραυματιστεί, ο δε πρώτος εναγόμενος ομοίως έχασε την ισορροπία του με αποτέλεσμα να πέσει επί του οδοστρώματος, όπου και το όχημά του ακινητοποιήθηκε. Το ατύχημα οφείλεται στην αποκλειστική υπαιτιότητα της ενάγουσας πεζής, γενομένων δεκτών και των σχετικών ισχυρισμών των εναγόμενων, καθώς αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα πεζή επέδειξε αμέλεια κατά την πορεία της στο οδόστρωμα, παραβιάζοντας τη διάταξη του άρθρου 38 παρ. 4 περ. ε’ του ΚΟΚ, συμπεριφορά που είχε αναμφισβήτητα αιτιώδη συνάφεια με την πρόκληση του ατυχήματος, καθώς κινήθηκε επί του οδοστρώματος, εκτός διαβάσεων πεζών, χωρίς να ελέγξει ούτε και να αντιληφθεί την κυκλοφοριακή κατάσταση της οδού, την οποία επιθυμούσε να διασχίσει από έλλειψη της προσοχής της, υπολογίζοντας λανθασμένα ότι προλαβαίνει με το γρήγορο βηματισμό της να διασχίσει την οδό. Προτίμησε δε να μη μεταβεί ως τις διαβάσεις πεζών, στις οποίες η προτεραιότητα είναι των πεζών έναντι των οχημάτων (άρθρο 39 του ΚΟΚ). Αποτέλεσμα της συμπεριφοράς της ήταν να αποκόψει αιφνίδια την κανονική πορεία του μοτοποδηλάτου, που οδηγούσε ο πρώτος εναγόμενος, ο οποίος, μολονότι την αντιλήφθηκε έστω την τελευταία στιγμή και διενήργησε τον ενδεδειγμένο αποφευκτικό ελιγμό προς τα δεξιά, δεν μπόρεσε να αποφύγει τη σύγκρουση, αφού δεν είχε ούτε τα χρονικά ούτε τα τοπικά περιθώρια για να αντιδράσει προσηκόντως, δεδομένου, μάλιστα, ότι το μοτοποδήλατό του ανατράπηκε κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς του να αποφύγει την ενάγουσα πεζή. Προέκυψε επίσης, ότι υπήρχαν διαβάσεις πεζών σε απόσταση μικρότερη των εκατό μέτρων, στις οποίες θα μπορούσε εύκολα η ενάγουσα πεζή να μεταβεί και με ασφάλεια να χρησιμοποιήσει. Επιπλέον δε αυτή, κατά τον χρόνο που διέσχιζε το οδόστρωμα, η προσοχή της ήταν στραμμένη στην ευθεία κατεύθυνση και όχι δεξιά, προς την κατεύθυνση των διερχόμενων οχημάτων (βλ, από 29-6-2019 ένορκη εξέταση αυτόπτη μάρτυρα . ……..). Τα ως άνω αποδεικνύονται πλήρως από τις καταθέσεις ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από τις προανακριτικές καταθέσεις και, ειδικά, του … ….., ο οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας, από την έκθεση αυτοψίας με το σχεδιάγραμμα που την συνοδεύει, καθώς και από τις φωτογραφίες που προσκομίζουν οι διάδικοι. Επίσης, αποδεικνύεται ότι ο οδηγός του μοτοποδηλάτου, κινούνταν στο ρεύμα πορείας του, με ενδεδειγμένη ταχύτητα, ήτοι περί τα 40-50 χλμ/ώρα, καθώς πέραν των λοιπών αποδεικτικών μέσων, και σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, αν είχε αναπτυγμένη ταχύτητα, μετά την επαφή με την πεζή και την ανατροπή του, το μοτοποδήλατο θα είχε συρθεί επί του οδοστρώματος διαγράφοντας πλείστες χαρακιές, ενώ θα είχαν βρεθεί και θραύσματα επί του οδοστρώματος. Ακόμη, ο οδηγός του πιο πάνω οχήματος οδηγούσε με σύνεση και έχοντας τεταμένη την προσοχή του, ενώ λόγω της αιφνίδιας κίνησης της πεζής που επιχείρησε να διασχίσει κάθετα το οδόστρωμα, κινούμενη μπροστά από προσωρινά ακινητοποιημένο αυτοκίνητο, και της ελάχιστης απόστασης που μεσολαβούσε, παρά τον αποφευκτικό δεξιό ελιγμό που ενήργησε, δεν κατόρθωσε να αποφύγει το ένδικο ατύχημα. Επισημαίνεται, ότι ο ισχυρισμός της ενάγουσας, ο οποίος προβλήθηκε και κατά την προανακριτική της κατάθεση, ότι το μοτοποδήλατο κινούνταν αντίθετα με τη κυκλοφορία του ρεύματος της ανωτέρω οδού, τυγχάνει απορριπτέος, καθώς δεν βρίσκει έρεισμα σε κάποιο αποδεικτικό στοιχείο. Επίσης, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της, ότι υπήρχαν σταματημένα οχήματα και για τον λόγο αποφάσισε να διασχίσει κάθετα το οδόστρωμα, καθώς, σύμφωνα και με την έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος, η κυκλοφορία των οχημάτων ήταν κανονική και, συνεπώς, δεν υπήρχε κυκλοφοριακή συμφόρηση. Τέλος, το γεγονός ότι υπάρχει επί της οδού στη Λεωφόρο Γρ. Λαμπράκη νησίδα, προς διευκόλυνση της κίνησης των πεζών, τούτο δεν σημαίνει και ότι αυτοί μπορούν να διασχίζουν κάθετα την οδό, καθώς απαγορεύεται ρητά από τον ΚΟΚ, κατά τα ανωτέρω.

Επομένως, με βάση τα ως άνω, πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο πρώτος λόγος έφεσης των εναγομένων – εκκαλούντων στη Β’ έφεση, περί αποκλειστικής υπαιτιότητας της ενάγουσας – εφεσίβλητης στην ως άνω έφεση, στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος, παρέλκει δε η εξέταση του δεύτερου λόγου της έφεσης αυτής. Επίσης, απορριπτέος τυγχάνει ο πρώτος λόγος της Α’ έφεσης της ενάγουσας – εκκαλούσας, με τον οποίο διαμαρτύρεται για αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εναγόμενου – εφεσίβλητου, παρέλκει, επίσης, η εξέταση του δεύτερου λόγου της έφεσης αυτής, με τον οποίο διαμαρτύρεται για την απόρριψη των κονδυλίων, αναφορικά με τις ζημίες της εξαιτίας του ένδικου ατυχήματος. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του, έκρινε διαφορετικά από τα ανωτέρω εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε. Για τους προαναφερόμενους λόγους πρέπει: 1) Να γίνει δεκτή η Β΄ έφεση ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο τούτο και αφού δικαστεί η υπό κρίση αγωγή, η οποία είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 287, 297, 298, 299, 330, 340, 345, 481, 914, 926, 929 εδ. α, 930 παρ. 3, 932 ΑΚ, άρθρ. 2, 4, 9 Ν. ΓπΝ/1911, 176 ΚΠολΔ και ερευνηθεί κατ΄ ουσίαν, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Η δικαστική δαπάνη των εναγόμενων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, θα πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του ενάγοντα λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό και να διαταχθεί η επιστροφή του καταβληθέντος παραβόλου στους εκκαλούντες (άρθρο 495 παρ. 3 ΠολΔ) και 2) Να απορριφθεί η Α΄ έφεση, ως ουσία αβάσιμη. Η δικαστική δαπάνη των εναγόμενων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, θα πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του ενάγοντα λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό και να διαταχθεί η επιστροφή του καταβληθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ τις υπό κρίση εφέσεις αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ  κατ’ ουσίαν την από 27-9-2024 έφεση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του καταβληθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 20-9-2024 έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη υπ΄ αριθμ. 1198/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του καταβληθέντος παραβόλου στους εκκαλούντες.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εφεσίβλητη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εκκαλούντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στον Πειραιά, στις  26.2.2025

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                 Η ΓPAMMATEAΣ