ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 184/2025
TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ……….., η οποία εμφανίστηκε στο ακροατήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Θεόδωρο Αρβανιτόπουλο και
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………, ο οποίος εμφανίστηκε στο ακροατήριο με την πληρεξούσια δικηγόρο του Ειρήνη Ιορδανίδου.
Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 25.1.2021 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2021 αγωγή του, κατά της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας. Ομοίως η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου την από 5.2.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2021 αγωγή της κατά της εναγομένου εφεσίβλητου. Οι δύο αγωγές συνεκδικάστηκαν αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση και επ’ αυτών, εκδόθηκε η με αριθμό 3602/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έλυσε τον γάμο των διαδίκων κάνοντας δεκτές αμφότερες τις αγωγές. Την απόφαση αυτή προσβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού η εκκαλούσα με την από 17.3.2023 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2023 έφεση, δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας, ορίστηκε αρχικά η 7.3.2024 και μετά από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας. Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο με αριθμό 29 και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από τη Δικαστή, αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1439 παρ. 1 του Α.Κ., καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσης και προσδιορίζονται γενικώς όρια εντός των οποίων θα κινηθεί ο δικαστής, χωρίς να τίθεται η υπαιτιότητα ως βάση του ισχυρού κλονισμού. Επομένως, τα γεγονότα που μπορούν να προκαλέσουν ισχυρό κλονισμό μπορεί να είναι και ανυπαίτια ή ακόμη και μη καταλογιστά, δεν έχει δε σημασία ποιος από τους δύο συζύγους δημιούργησε πρώτος τον λόγο κλονισμού της έγγαμης συμβίωσης. Υπό την έννοια αυτή, αν το κλονιστικό περιστατικό αφορά και τους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται ανεξαρτήτως του ποιον από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξη του και του εάν υπάρχει υπαιτιότητα μόνον στο πρόσωπο του ενός των συζύγων (Α.-Ν. Κουκούλη, Οι Λόγοι Διαζυγίου [Ζητήματα ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου], σελ. 39-40, 149 επόμ., με πλήθος παραπομπών στη νομολογία και στην ελληνική και ξένη βιβλιογραφία). Το ότι για την λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο εάν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός, σημαίνει ότι στη δίκη του διαζυγίου δεν δικαιολογείται σε καμία πλευρά έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητας, αφού το δεδικασμένο της διαπλαστικής απόφασης του διαζυγίου σε καμία περίπτωση δεν επεκτείνεται σε ζητήματα υπαιτιότητας. Συνέπεια των ανωτέρω παραδοχών είναι ότι η απόφαση που απαγγέλει τη λύση του γάμου δεν αποτελεί δεδικασμένο ούτε ως προς την ύπαρξη καθ’ εαυτή των επί μέρους πραγματικών περιστατικών τα οποία επέφεραν τον κλονισμό της έγγαμης σχέσης, εφ’ όσον το δεδικασμένο αφορά στην έννομη σχέση ή στο δικαίωμα που κρίθηκε τελεσιδίκως ΚΠολΔ 322, 324) ούτε ως προς το ζήτημα της υπαιτιότητας για τον κλονισμό αυτό, ακόμη και αν ο λόγος διαζυγίου αφορά αποκλειστικά στο πρόσωπο του εναγομένου, τα δε ζητήματα υπαιτιότητας κρίνονται αυτοτελώς στην δίκη διατροφής. Στην πραγματικότητα δηλαδή, αντικείμενο της δίκης διαζυγίου είναι, όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό δικαίωμα της λύσης του γάμου. Περαιτέρω, από τα άρθρα 218 παρ. 1 και 219 παρ. 1 KΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ.1 ιδίου κώδικα, προκύπτει ότι σε περίπτωση επίκλησης εκ μέρους του ενάγοντος συζύγου δύο βάσεων του άρθρου 1439 ΑΚ, δυνάμει των οποίων αιτείται τη λύση του γάμου του και συγκεκριμένα λόγω ισχυρού κλονισμού από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου συζύγου, σύμφωνα με την παράγραφο 1, αλλά και λόγω ισχυρού κλονισμού, που τεκμαίρεται, λόγω διετούς διάστασής τους, σύμφωνα με την παράγραφο 3, και ανεξάρτητα αν υπάρχει απλή σώρευση ή επικουρική, το δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο, με βάση την αρχή της εξουσίας διάθεσης (άρθ. 106 KΠολΔ), να λάβει υπόψη τη σειρά προτεραιότητας, που υποδεικνύει ο ενάγων, αλλά μπορεί να ερευνήσει πρώτα τη βάση της διετούς διάστασης, ακόμη και αν υποβάλλεται επικουρικά. Μόνον, αν αυτή δεν αποδεικνύεται, θα προχωρήσει στην έρευνα της κύριας βάσης και τούτο διότι οι άνω βάσεις της αγωγής διαζυγίου αναπτύσσουν ισοδύναμη ενέργεια, καθόσον η αιτούμενη με αυτές διάπλαση, που είναι η λύση του γάμου και όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου που δικαιολογεί την απαγγελία του, επέρχεται ήδη με την αποδοχή της μίας βάσης, έστω και επικουρικής, ώστε να καθίσταται αλυσιτελής η έρευνα της άλλης βάσης λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος του ενάγοντος, το οποίο δεν υφίσταται ούτε για την άσκηση έφεσης ή και αναίρεσης για το λόγο αυτό εκ μέρους του, αφού με την παραδοχή της επικουρικής βάσης της αγωγής του και τη λύση του γάμου, που επιδίωκε με αυτή, θεωρείται ότι νίκησε (ΑΠ 818/2021, 315/2018, 20/2015, 470/2005), ενώ τέτοιο έννομο συμφέρον σαφώς δεν υφίσταται και στο πρόσωπο του εναγομένου (ή εναγομένης), στον οποίο αποδόθηκε με τη μη ερευνηθείσα βάση της αγωγής λόγος, που προκάλεσε ισχυρό κλονισμό του γάμου. Ειδικότερα το ότι για την λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο βάσει των διατάξεων του άρθρου 1439 ΑΚ, αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός, σημαίνει ότι στη δίκη διαζυγίου δεν δικαιολογείται σε καμία πλευρά έννομο συμφέρον για την έρευνα υπαιτιότητας (ΑΠ 296/2023 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 68, 73, 516 και 532 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το έννομο συμφέρον αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης επί της έφεσης και η συνδρομή του ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, η έλλειψη του δε, συνεπάγεται την απόρριψη του ενδίκου μέσου της έφεσης ως απαράδεκτου. Ως γενική διαδικαστική προϋπόθεση, το έννομο συμφέρον πρέπει να υπάρχει για την άσκηση έφεσης και για κάθε έναν από τους λόγους της (ΑΠ 51/2019, ΕφΑΔ 2019/947, ΑΠ 1310/2018, ΑΠ 1014/2017, Τ.Ν.Π. Νόμος, ΑΠ 1092/2013, ΧρΙΔ 2014/37, ΕφΑΟ 2229/2019, ΕφΠειρ 624/2018, ΕφΔωδ 271/2017, ΕφΑΟ 6060/2013, Τ.Ν.Π. Νόμος, Κεραμέως-Κονδύλη-Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ [2η έκδοση-2020], άρθρο 516, αρ. 16, 18, 19, 20, 23, Α. Μαργαρίτη-Μ. Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ [2η έκδοση-2018], άρθρο 68 αρ. 13-16 και άρθρο 516 αρ. 22, Κ. Οικονόμου, Η Έφεση [2017], σελ. 91- 93, Δ. Κονδύλη, Το Δεδικασμένο κατά τον ΚΠολΔ [2η έκδοση-2007], σελ. 356, IV, Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση κατά τον ΚΠολΔ [6η έκδοση-2009], σελ. 143, αρ. 313). (Εφ. Πειρ. 614/2024 δημ. στην ιστοσελίδα του εφετείου Πειραιώς)
Στην κρινόμενη περίπτωση, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εισήχθησαν οι εξής αγωγές: Α) Η από 25.1.2021 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2021 αγωγή με την οποία ο ενάγων ζήτησε να λυθεί ο γάμος του με την εναγομένη, λόγω ισχυρού κλονισμού της έγγαμης σχέσης που τεκμαίρεται από την διετή διάστασή τους. Β) Η από 5.2.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………./2021 αγωγή, με την οποία η εναγομένη της προηγούμενης αγωγής και ενάγουσα σε αυτή, ζήτησε να λυθεί ο μεταξύ των διαδίκων γάμος, επίσης εξ αιτίας ισχυρού κλονισμού της έγγαμης σχέσης, για λόγους που αφορούν στο πρόσωπο του εναγομένου (και ενάγοντος της προηγούμενης αγωγής) και επικουρικά λόγω της διετούς τους διάστασης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη 3602/2022 απόφαση, αφού διέταξε την συνεκδίκαση των παραπάνω αγωγών, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση αντιμωλία των διαδίκων, δέχτηκε ως ουσία βάσιμη την αγωγή του ενάγοντος, αλλά και της ενάγουσας κατά την επικουρική βάση της διετούς διάστασης και απήγγειλε τη λύση του μεταξύ των διαδίκων τελεσθέντος γάμου. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εκκαλούσα με την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας έφεση για τους διαλαμβανόμενους σε αυτήν λόγους, που αναφέρονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε να γίνει δεκτή η έφεσή της, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, κατά το μέρος που έκανε δεκτή την αγωγή του εφεσίβλητου, και κατά το μέρος που απέρριψε την δική της αγωγή και εν τέλει να γίνει δεκτή η κύρια βάση της αγωγής της και να απαγγελθεί η λύση του γάμου της με τον εφεσίβλητο, για λόγους που ανάγονται σε υπαιτιότητα του τελευταίου. Τέλος ζητεί να καταδικαστεί ο εφεσίβλητος στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Η κρινόμενη έφεση έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα εντός της κατ’ άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ προθεσμίας, αφού η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα την 20.2.2023, όπως προκύπτει από την επισημείωση της Δικαστικής Επιμελήτριας …………….. σε αντίγραφο της απόφασης, που προσκομίζει η εκκαλούσα και η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε με την κατάθεση του δικογράφου αυτής στη Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την 17.3.2023 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2023). Περαιτέρω, η εκκαλούσα με την κατάθεση της έφεσης, κατέβαλε το με κωδικό …….. ηλεκτρονικό παράβολο Δημοσίου, σε συνδυασμό με την απόδειξη πληρωμής του της Τράπεζας Πειραιώς. Το ως άνω παράβολο πρέπει να επιστραφεί στην εκκαλούσα, ανεξαρτήτως της ευδοκίμησης ή μη της έφεσής της, επειδή οι διαφορές που αφορούν τη λύση του γάμου κα εμπίπτουν στην διάταξη του άρθρου 592 αρ.1 ΚΠολΔ, όπως εν προκειμένω, εξαιρούνται της υποχρέωσης καταβολής παραβόλου Δημοσίου με την κατάθεση του ένδικου μέσου (άρθρο 495, τελ. Εδάφιο ΚΠοΔ). Υπό τα ανωτέρω εκτιθέμενα όμως, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις νομικές σκέψεις που προηγούνται, η ένδικη έφεση θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ελλείψει εννόμου συμφέροντος για την άσκηση της (άρθρα 68, 73, 516 και 532 ΚΠολΔ) δεδομένου ότι η μοναδική έννομη συνέπεια που απορρέει από την εκκαλουμένη, είναι η λύση του γάμου, η οποία επιδιώκεται και από τους δύο διαδίκους. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της, ακόμη υφιστάμενης, σχέσης τους ως συζύγων (άρθρα 179 και 183 KΠολΔ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 17.3.2023 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2023 έφεση κατά της με αριθμό 3602/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση ως απαράδεκτη.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος ηλεκτρονικού παραβόλου Δημοσίου, με κωδικό ………… στην εκκαλούσα.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την 28η.3.2025 με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, με παρούσα την Γραμματέα.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ