Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 73/2025

Αριθμός    73 /2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  T.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την …….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Ιωάννη Καρούζο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΚΑΘ΄ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρείας  περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία  «……….» και με διακριτικό τίτλο «………..», η οποία εδρεύει  στο Δήμο ……… Αττικής (οδός …….) (ΑΦΜ ……….) και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Αναστάσιο Πασσά (Α.Γ. ΠΑΣΣΑΣ-Ε.Ε. ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ)  (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ο καλών-εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  27.8.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ 176/2021 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο ενάγων και ήδη καλών-εκκαλών με την από  13.5.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………/2021-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………/2021) έφεσή του, καθώς και τους από  2.11.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2022) πρόσθετους λόγους έφεσης. Δικάσιμος της έφεσης ορίσθηκε αρχικά η 3η.2.2022, μετά δε από αναβολή, η δικάσιμος της 19ης.5.2022, οπότε η συζήτηση ματαιώθηκε. Με την από 29.7.2022 κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κλήση του καλούντος-εκκαλούντος, η υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον αυτού στη δικάσιμο της 8ης.12.2022, μετά δε από αναβολή στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης. Δικάσιμος των προσθέτων λόγων έφεσης ορίσθηκε αρχικά η 8η.12.2022, μετά δε από αναβολή η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την από 29-7-2022 κλήση του ……, η από 13-5-2021 και με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου Πειραιώς ……../2021 έφεσή του, η οποία προσδιορίστηκε ενώπιον  του Δικαστηρίου τούτου, με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2021, με ημερομηνία συζήτησης τη δικάσιμο της 3-2-2022, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 19-5-2022, οπότε ματαιώθηκε. Κατά τη δικάσιμο που ορίσθηκε, αρχικά, με την από 29-7-2022 κλήση του εκκαλούντος (8-12-2022), η συζήτηση της έφεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, για την ίδια, δε, αρχική δικάσιμο (8-12-2022) προσδιορίσθηκε να συζητηθεί και το από 2-11-2022 δικόγραφο πρόσθετων λόγων του εκκαλούντος και μετ’αναβολήν, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Η ως άνω έφεση καθώς και το δικόγραφο πρόσθετων λόγων, που στρέφονται αμφότερα κατά της υπ’αριθμ. 176/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών – τμήμα εργατικών διαφορών. Πρέπει, επομένως, να ενωθούν και συνεκδικασθούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθ’ όσον προσβάλλουν την αυτή πρωτόδικη απόφαση, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και στην αρμοδιότητα του ίδιου Δικαστηρίου και από τη συνεκδίκασή τους διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρ. 246 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθρ. 524 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Η ως άνω έφεση έχει ασκηθεί στις 14-5-2021 νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 511, 513 περ. β΄, 516 παρ.1 και 2, 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ), ήτοι, εντός της διετούς προθεσμίας από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης (18-1-2021), καθώς δεν έλαβε χώρα επίδοση αυτής. Περαιτέρω, η έφεση αυτή αρµοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικ/θηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011). Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτή, κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατ’ ουσίαν, κατά την ίδια παραπάνω ειδική διαδικασία (άρθρα 522 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ) ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, με δεδομένο ότι, ως προς τις διαφορές αυτές υπάρχει εκ του νόμου απαλλαγή από την καταβολή παραβόλου, του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012.

Οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης στις ειδικές διαδικασίες, κατά τη διάταξη του άρθρου 591 παρ. 1 εδ.ζ΄ ΚΠολΔ, όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν.4335/2015, ασκούνται με ποινή απαραδέκτου, μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και επιδίδεται στον αντίδικο οκτώ (8) ημέρες πριν από την συζήτηση της έφεσης. Κατά τη σαφή διατύπωση της διάταξης, απαιτείται να συντελεσθούν και οι δύο ως άνω συμπλεκτικώς οριζόμενες διαδικαστικές πράξεις, της κατάθεσης δηλαδή του δικογράφου της στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και της κοινοποίησης στον αντίδικο, οι οποίες αποτελούν την έγγραφη προδικασία της άσκησης κατά την έννοια του άρθρου 111 ΚΠολΔ και οι δύο, δε, πρέπει να λάβουν χώρα πριν από την τιθέμενη αποκλειστική προθεσμία των οκτώ ημερών πριν από τη συζήτηση, αλλοιώς απορρίπτονται ως απαράδεκτοι. Περαιτέρω, οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης, μολονότι αποτελούν παρακολούθημα της έφεσης, την οποία και συμπληρώνουν διευρύνοντας το δικόγραφό της, από άποψη περιεχομένου έχουν αυτοτελή χαρακτήρα και συνιστούν σε σχέση με την έφεση ιδιαίτερη διαδικαστική πράξη, που διέπεται από τις σχετικές με αυτή διατάξεις, (ΟλΑΠ 33/1990 Δνη 1991.56, ΑΠ 771/1997 ΕΕΝ 1998.736, ΕφΘεσ 264/2009 ΕΦΑΔ 2009.590, ΕφΠατρ 43/2007 ΑχΝομ 2008. 317, ΕφΘεσ 1730/2003 Αρμ2004.1398 και Σ. Σαμουήλ Η έφεση, έκδ. 2003, αρ. 606, 608, 524, 625). Συνεπώς, το παραδεκτό και οι διατυπώσεις τους, κατά το άρθρο 12 ΕισΝ ΚΠολΔ, κρίνονται σύμφωνα με το νόμο, που ισχύει κατά τον χρόνο άσκησής τους.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι από 2-11-2022 και με αριθμ.έκθ.κατάθ. …………/2022 πρόσθετοι λόγοι έφεσης που άσκησε ο εκκαλών-ενάγων, με δικόγραφο που κατατέθηκε εμπρόθεσμα, την 3-11-2022, στη γραμματεία του  Δικαστηρίου τούτου, επιδόθηκαν εμπρόθεσμα στην εφεσίβλητη – εναγόμενη, στις 4-11-2022, σύμφωνα με την μετ’επικλήσεως προσκομιζόμενη με αριθμ. ……….΄/4-11-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, ……….). Επομένως πρέπει, ενόψει και του ότι οι λόγοι που περιέχουν, προσβάλλουν τα κεφάλαια της απόφασης, που έχουν προσβληθεί με την έφεση, (άρθρο 520  ΚΠολΔ) να γίνουν τυπικά δεκτοί και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ` ουσίαν.

Ο εκκαλών-ασκών τους πρόσθετους λόγους έφεσης, με την από 27-8-2018 και με γεν. αριθμ. κατάθ. ………./2019 και με ειδ. αριθμ. κατάθ. ………./2019 αγωγή, που άσκησε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ιστορούσε ότι είναι οικονομολόγος-λογιστής Α΄τάξης και, την 22-5-2019 προσλήφθηκε από την εναγόμενη και ήδη, εφεσίβλητη-καθ’ης οι πρόσθετοι λόγοι, εταιρεία, ως υπεύθυνος λογιστηρίου, κατά πλήρη απασχόληση και μηνιαίο μισθό 2.474,41 ευρώ, μικτά. ΄Ότι την εναγόμενη διαχειρίζονταν οι αδελφοί ….. και …………, οι οποίοι διαχειρίζονταν και άλλες τρεις εταιρείες, μεταξύ των οποίων και την εταιρεία «………..», με ίδιο αντικείμενο, ήτοι, την εμπορία νωπών και κατεψυγμένων κρεάτων. ΄Ότι οι επαγγελματικές σχέσεις των ανωτέρω δύο-και μοναδικών-διαχειριστών είχαν διαρραγεί ήδη από το 2016, με συνέπεια να καταστεί αναγκαίος ο διορισμός προσωρινής διοίκησης της ως άνω ανώνυμης εταιρείας. ΄Ότι ο ενάγων-εκκαλών-ασκών τους πρόσθετους λόγους ορίστηκε μέλος του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου της εν λόγω εταιρείας, με την υπ’αριθμ.2031/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Ότι εκτελούσε τα καθήκοντά του με συνέπεια και αφοσίωση, μέχρι και την 30-5-2019, οπότε με πρωτοβουλία ενός εκ των εταίρων και διαχειριστών της εναγόμενης-εφεσίβλητης-καθ’ης οι πρόσθετοι λόγοι (…………….), καταγγέλθηκε η σύμβαση εργασίας του, ενώ την 13-5-2019 είχε προηγηθεί η κοινοποίηση σ’αυτόν εξώδικης δήλωσης-από τον ίδιο διαχειριστή-με την οποία του καταλογιζόταν η διάπραξη ποινικώς κολάσιμων πράξεων και δη, της υπεξαίρεσης. ΄Ότι ωστόσο, η καταγγελία της επίδικης σύμβασης είναι καταχρηστική, διότι δεν σχετίζεται με την ποιότητα των παρεχόμενων εκ μέρους του υπηρεσιών, αλλά από λόγους εκδικητικότητας και, δη, λόγω της προσωρινής συμμετοχής του στο Δ.Σ. της ανώνυμης εταιρείας, σε κάθε, δε, περίπτωση αναιτιολόγητη. Κατόπιν αυτών, λόγω καταχρηστικότητας της καταγγελίας και μη καταβολής σ’αυτόν της νόμιμης αποζημίωσης, ζητούσε, κατόπιν παραδεκτής τροπής μέρους του καταψηφιστικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό και ορθή εκτίμηση του αιτητικού:1)Nα αναγνωριστεί η – για τους ανωτέρω λόγους-ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του, 2)να υποχρεωθεί η εναγόμενη να δέχεται τις προσφερόμενες υπηρεσίες του, με την απειλή χρηματικής ποινής 300€, ημερησίως, για κάθε ημέρα αρνήσεώς της να αποδεχθεί τις υπηρεσίες του σε περίπτωση διάγνωσης της σχετικής υποχρέωσης από το δικαστήριο, 3)να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει ως μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος από 1-6-2019 έως 31-12-2019 το ποσό των 17.320,87 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του επιδόματος Χριστουγέννων 2019) και να αναγνωρισθεί  η υποχρέωσή της να του καταβάλει για το μεταγενέστερο διάστημα από 1-1-2020 έως 30-9-2020, το ποσό των 24.744,10 ευρώ, άλλως και επικουρικώς, σε περίπτωση που κριθεί έγκυρη η καταγγελία της σύμβασης- να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει ως αποζημίωση απόλυσης το ποσό των 5.773,62 ευρώ και 4) ν’ αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης προς καταβολή σ’αυτόν του ποσού των 20.000 ευρώ(κατά κύρια και επικουρική βάση), ως χρηματική ικανοποίηση, για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης, νομιμοτόκως από τότε που το καθένα από τα παραπάνω κονδύλια κατέστη απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής, μέχρι την εξόφληση.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η εκκαλούμενη απόφαση, που την απέρριψε, στο σύνολό της, ως κατ’ουσίαν αβάσιμη και κατά της οποίας παραπονείται ο ενάγων και ήδη εκκαλών, με την έφεσή του και το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων για λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων.

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 669 παρ. 2 του ΑΚ, 1 του Ν. 2112 /1920 και 1 και 5 του Ν. 3198/1955 προκύπτει ότι η καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου είναι μονομερής αναιτιώδης δικαιοπραξία και συνεπώς το κύρος αυτής δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ή την ελαττωματικότητα της αιτίας για την οποία έγινε, αλλά αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη και του εργαζομένου. Η άσκηση, όμως, του δικαιώματος αυτού, όπως και κάθε δικαιώματος, υπόκειται στον περιορισμό του άρθρου 281 ΑΚ, δηλαδή της μη προφανούς υπέρβασης με την καταγγελία των ορίων που επιβάλλει η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Η προφανής δε υπέρβαση των ορίων αυτών καθιστά άκυρη την καταγγελία, σύμφωνα με τα άρθρα 174 και 180 ΑΚ. Ειδικότερα, η εκ μέρους του εργοδότη καταγγελία της σύμβασης εργασίας θεωρείται καταχρηστική, όταν υπαγορεύεται από κίνητρα ξένα προς το σκοπό, για τον οποίο έχει προβλεφθεί, ως δικαίωμα. Αυτό μπορεί να συμβεί σε περιπτώσεις, κατά τις οποίες η καταγγελία γίνεται από εμπάθεια ή διάθεση εκδικήσεως, ύστερα από προηγηθείσα νόμιμη, αλλά μη αρεστή στον εργοδότη, συμπεριφορά του εργαζόμενου. Δεν θεωρείται καταχρηστική η καταγγελία, όταν δεν υπάρχει γι` αυτήν κάποια εμφανής ή αληθής αιτία. Διότι, λόγω του αναιτιώδους χαρακτήρα της καταγγελίας, δεν είναι ο εργοδότης, εκείνος που πρέπει να τη δικαιολογήσει. Ο εργαζόμενος, επιδιώκοντας την αναγνώριση της ακυρότητας της καταγγελίας, πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει συγκεκριμένα περιστατικά, εξ αιτίας των οποίων η άσκηση του σχετικού δικαιώματος του εργοδότη υπερβαίνει, προφανώς, τα όρια που διαγράφει η 281 ΑΚ και, εκ του λόγου αυτού, καθίσταται απαγορευμένη (ΑΠ 166/2018, δημ. ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 669 παρ. 2 του ΑΚ, 1 του Ν. 2112 /1920 και 1 και 5 του Ν. 3198/1955, 57, 59, 330, 281, 299, 648, 672, 914 και 932 ΑΚ, 5 παρ. 1 και 22 παρ. 1 του Συντάγματος, συνάγεται ότι αν η καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη συντελέστηκε υπό συνθήκες παράνομης και υπαίτιας προσβολής της προσωπικότητας του μισθωτού, ήτοι μείωσης της υπόληψης αυτού, ως εργαζομένου, καθώς και της επαγγελματικής δραστηριότητας του, ενόψει του είδους της εργασίας και του ιδιαίτερα έντονου συμφέροντος αυτού για πραγματική απασχόληση ή που συνιστούν αδικοπραξία, περίπτωση, που συντρέχει επί καταχρηστικής καταγγελίας, ο εργοδότης μπορεί να υποχρεωθεί να καταβάλει στον εργαζόμενο και χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη, το ποσό της οποίας καθορίζεται, κατ’ εύλογη κρίση, από το Δικαστήριο (βλ. ΑΠ 22/2014, ΑΠ 282/2009, ΕφΠειρ 146/2014, Δημοσίευση ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Με την από 27-8-2019 αγωγή του, ο ενάγων και ήδη, εκκαλών ιστορούσε ότι είναι οικονομολόγος – λογιστής Α’ τάξης και, την 22-5-2018 προσελήφθη από την εναγόμενη και ήδη, εφεσίβλητη, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως υπεύθυνος λογιστηρίου, κατά πλήρη απασχόληση και μηνιαίο μισθό 2.474,41 ευρώ μεικτά. Ότι την εναγόμενη διαχειρίζονταν οι αδερφοί …………. και ……….., οι οποίοι διαχειρίζονταν και άλλες τρεις εταιρίες, μεταξύ των οποίων και την εταιρία «……….», με ίδιο αντικείμενο, ήτοι την εμπορία νωπών και κατεψυγμένων κρεάτων. Ότι οι επαγγελματικές σχέσεις των ανωτέρω δύο – και μοναδικών –  διαχειριστών είχαν διαρραγεί ήδη από το έτος 2016, με συνέπεια να καταστεί αναγκαίος ο διορισμός προσωρινής διοίκησης της ως άνω ΑΕ. Ότι ο ενάγων ορίστηκε μέλος του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου της εν λόγω εταιρίας με την υπ’ αριθμ. 2031/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Ότι εκτελούσε τα καθήκοντά του με συνέπεια και αφοσίωση, μέχρι και την 30η-5-2019, οπότε με πρωτοβουλία ενός εκ των εταίρων και διαχειριστών της εναγόμενης (…………), καταγγέλθηκε η σύμβαση εργασίας του, ενώ την 13η-5-2019 είχε προηγηθεί η κοινοποίηση σ’ αυτόν εξώδικης δήλωσης – από τον ίδιο διαχειριστή – με την οποία του καταλογιζόταν η διάπραξη ποινικώς κολάσιμων πράξεων και δη, αυτής της υπεξαίρεσης. Ότι ωστόσο, η καταγγελία της επίδικης σύμβασης είναι καταχρηστική, διότι δεν σχετίζεται με την ποιότητα των παρεχόμενων εκ μέρους του υπηρεσιών, αλλά από λόγους εκδικητικότητας και δη, λόγω της προσωρινής συμμετοχής του στο ΔΣ της ΑΕ, σε κάθε, δε, περίπτωση ανατιολόγητη. Κατόπιν αυτών, επικαλούμενος καταχρηστικότητα της καταγγελίας και την μη καταβολή σ’ αυτόν της νόμιμης αποζημίωσης, ζητούσε, κατόπιν παραδεκτής τροπής μέρους του καταψηφιστικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό και ορθή εκτίμηση του αιτητικού: 1) Να αναγνωρισθεί η – για τους ανωτέρω λόγους – ακυρότητα της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας του, 2) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να δέχεται τις προσφερόμενες υπηρεσίες του, με την απειλή χρηματικής ποινής 300 € ημερησίως για κάθε ημέρα αρνήσεώς της να αποδεχθεί τις υπηρεσίες του σε περίπτωση διάγνωσης της σχετικής υποχρέωσης από το Δικαστήριο, 3) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει ως μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος από 1-6-2019 έως 31-12-2019 το ποσό των 17.320,87 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του επιδόματος Χριστουγέννων 2019) και ν’ αναγνωρισθεί η υποχρέωσή της να του καταβάλει για το μεταγενέστερο διάστημα από 1-1-2020 έως 30-9-2020 το ποσό των 24.744,10 ευρώ, άλλως και επικουρικώς – σε περίπτωση που κριθεί έγκυρη η καταγγελία της σύμβασης – να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει ως αποζημίωση απόλυσης το ποσό των 5.773,62 ευρώ, και 4) ν’ αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης προς καταβολή σ’ αυτόν του ποσού των 20.000 ευρώ (κατά κύρια και επικουρική βάση), ως χρηματική ικανοποίηση, για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης, νομιμοτόκως από τότε που το κάθε ανωτέρω κονδύλι κατέστη απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση, και να καταδικασθεί η εναγόμενη στα δικαστικά του έξοδα.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία, αφού κρίθηκε ότι η αγωγή ασκήθηκε παραδεκτά, ως προς το αίτημά της περί καταβολής μισθών υπερημερίας και αποζημίωσης απόλυσης, καθόσον ασκήθηκε εντός της προβλεπομένης από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 και 2 του ν. 3198/55 τρίμηνης και εξάμηνης αποσβεστικής προθεσμίας αντίστοιχα και αφού κρίθηκε ως επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 669 παρ. 2 του ΑΚ, 1 του Ν. 2112 /1920 και 1 και 5 του Ν. 3198/1955,   1 παρ. 1, 2 και 3 του Ν 1082/80, 1 παρ. 1, 2 και 3, 3 παρ. 1, 6, 10 παρ. 1 της 19040/1981 ΚΥΑ Οικονομικών και Εργασίας (δώρα εορτών),  57, 59, 330, 281, 299, 648, 672, 914 και 932 ΑΚ, 5 παρ. 1 και 22 παρ. 1 του Συντάγματος , στη συνέχεια, αφού κρίθηκε απορριπτέος, ως μη νόμιμος, ο υπό στοιχείο β΄λόγος ακυρότητας της ένδικης καταγγελίας, αναφορικά με ανυπαρξία ουσιαστικού και βάσιμου λόγου για την απόλυση του ενάγοντος και ήδη, εκκαλούντος, αφού, όπως ορθά έγινε δεκτό, η εναγόμενη και ήδη, εφεσίβλητη, δικαιούτο να καταγγείλει την ως άνω σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου αναιτιωδώς οποτεδήποτε, τελικώς, η αγωγή ως κατ’ουσίαν αβάσιμη, απορρίφθηκε.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται, ήδη ο ενάγων, με την υπό κρίση έφεση και το δικόγραφο προσθέτων λόγων, για τους διαλαμβανόμενους σ’αυτά λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητά την εξαφάνισή της, προκειμένου να γίνει η αγωγή του δεκτή.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, από όλα τα νομίμως προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως έγγραφα, που λαμβάνονται υπ’όψιν είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, την υπ’ αριθμ. …./20-1-2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα του ενάγοντος, . .. …….., ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, η οποία παραδεκτώς δόθηκε εντός της, προς αντίκρουση των προταθέντων κατά τη συζήτηση της αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ισχυρισμών (ΑΠ 454/2015, ΕφΠειρ 69/2016, δημ. ΝΟΜΟΣ), αφού τηρήθηκε η προβλεπόμενη στον νόμο προδικασία (βλ. σχετική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του ενάγοντος στα πρακτικά συζητήσεως της αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο) και από τις ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τις έγγραφες προτάσεις τους, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εναγόμενη και ήδη, εφεσίβλητη, με αρχική επωνυμία «………….» μέχρι και το 2007, δραστηριοποιείται μεταξύ άλλων, στην εμπορία, εισαγωγή, επεξεργασία και τυποποίηση νωπών και κατεψυγμένων κρεάτων και ειδών διατροφής καθώς και στη λειτουργία και εκμετάλλευση επιχειρήσεων Super Market. Από το έτος 2010 μοναδικοί εταίροι – κατά ποσοστό 50% έκαστος –   και μοναδικοί διαχειριστές της, ενεργώντας χωριστά και αυτοτελώς, ως προς τη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων και την εκπροσώπησή της έναντι παντός τρίτου, είναι οι αδελφοί ………. και ……….. Επιπλέον, εκμεταλλεύεται τέσσερα καταστήματα super market πωλήσεως κρέατος και ειδών διατροφής. Ειδικότερα, διατηρεί ένα super market στην έδρα της, επί της οδού …….. στη …, ένα δεύτερο, στο υποκατάστημα της επί της ……… στις …, ένα τρίτο, στο υποκατάστημα της επί της οδού ………. στην …. και ένα τέταρτο, στο υποκατάστημα της επί της …. στα …… Οι ανωτέρω εταίροι της εφεσίβλητης είναι συγχρόνως οι μοναδικοί μέτοχοι και έτερου νομικού προσώπου και συγκεκριμένα της ανώνυμης εταιρείας με την σημερινή επωνυμία ……………. (………..). Η εταιρεία αυτή προέρχεται από μετατροπή της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία Αφοί ……….. Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά συνομολογούνται από τους διαδίκους. Ο ενάγων, οικονομολόγος – Λογιστής Α’ Τάξης, προσλήφθηκε από την εναγόμενη την 1η-6-2018, δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, με καθήκοντα υπευθύνου λογιστηρίου. Η πρόσληψή του, κατά την ως άνω ημερομηνία, αποδεικνύεται τόσο από την (έντυπη) αναγγελία πρόσληψης, που υποβλήθηκε από τον ίδιο διαδικτυακά, με τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητάς του, στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ (στην οποία ειδικότερα αναγράφεται ως ημερομηνία αναγγελίας «31-5-2018» και ώρα «19.20΄» και ως ημερομηνία πρόσληψης  «1-06-2018»), καθώς και από την από 16-5-2019 εξώδικη απάντηση του ίδιου προς τον …………., στην οποία αναγνωρίζει ότι «παρέλαβε το ταμείο της εταιρείας (ενν. εναγομένης) στις 31-5-2018», τις από 6-11-2019  έγγραφες εξηγήσεις του ενώπιον του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Αθηνών και την από 28-11-2019 έγκλησή του κατά του ………….. ενώπιον του αυτού ως άνω αρμόδιου Εισαγγελέα. Το γεγονός ότι ο ενάγων και ήδη, εκκαλών ως προϊστάμενος λογιστηρίου της εναγόμενης ήταν επιφορτισμένος με την επακριβή τήρηση των διατάξεων της εργατικής και φορολογικής νομοθεσίας δεν συνάδει με τους κανόνες της λογικής, τη δική του πρόσληψη να την μετέθεσε χρονικά σε μεταγενέστερο χρόνο, δεδομένου ότι ο ίδιος προέβη στην αναγγελία της πρόσληψής του. Διαφορετικά δεν θα υπήρχαν τα πλήρη στοιχεία του στην αναγγελία πρόσληψής του στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, ως προϊσταμένου και δεν θα δήλωνε ο ίδιος ανακριβώς την ημερομηνία πρόσληψής του, ούτε προέκυψε κάποιος λόγος, η εναγόμενη να μεταχρονολόγησε την πρόσληψή του για ελάχιστες ημέρες, διακινδυνεύοντας τις συνέπειες μίας άκυρης απόλυσης.

Το ίδιο, αναφορικά με την πραγματική ημερομηνία πρόσληψής του, προκύπτει, εξάλλου, από την ένορκη κατάθεση στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου του μάρτυρος της εναγόμενης, …………, ο οποίος κατέθεσε ότι η πρώτη συζήτησή του με τον ενάγοντα και ήδη, εκκαλούντα για το ενδεχόμενο εργασίας του τελευταίου στην εναγόμενη και ήδη, εφεσίβλητη εταιρεία έγινε την ημέρα συζήτησης αίτησης για τον διορισμό προσωρινής διοίκησης της εταιρείας «…………..», στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που, μετ’αναβολήν, έλαβε χώρα στις 14-5-2018 και ότι, στις επόμενες ημέρες επακολούθησαν επαφές και συζητήσεις μεταξύ του ίδιου μάρτυρα και του ήδη, εκκαλούντος, σχετικά με το αν η πρόταση ίσχυε, οπότε, στην τελευταία τους επικοινωνία, στις 28-5-2018, ο μάρτυρας …. συνέστησε στον ήδη, εκκαλούντα να μιλήσει με τον εκ των διαχειριστών της εναγόμενης, …., για να συνεννοηθεί για το ύψος της αμοιβής του, κάτι, που, σύμφωνα πάντα με την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα, έλαβε χώρα στις 30 ή 31-5-2018.Ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να έχει προσληφθεί πριν την 31-5-2018, αφού μέχρι τότε δεν είχε υπάρξει συμφωνία για το ύψος των αποδοχών του, ούτε, άλλωστε, επικαλέστηκε ή προσκόμισε ο εκκαλών οποιοδήποτε αποδεικτικό μισθοδοσίας του, από το οποίο να προκύπτει ότι για το διάστημα, που επικαλείται ότι εργάστηκε, εντός του Μαϊου του 2018, έλαβε, ως δεδουλευμένες αποδοχές, οποιοδήποτε ποσό. Σε κάθε πάντως περίπτωση, το έντυπο Ε3 Ενιαίο ΄Εντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης (Ε3 Αναγγελία  Πρόσληψης και Ε4 Συμπληρωματικός Πίνακας Προσωπικού Νέας Πρόσληψης) υποβάλλεται ηλεκτρονικά το αργότερο την ίδια ημέρα της πρόσληψης και πάντως πριν από την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο (βλ. Κων. Λαναρά, ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ, νέα έκδοση 2018, σελ.71 και 180), στην προκείμενη, δε, περίπτωση, με δεδομένο ότι η ηλεκτρονική αναγγελία της πρόσληψής του έγινε από τον ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα, αργά το απόγευμα της 31-5-2018 (ώρα 19.20΄), προκύπτει με βεβαιότητα, ότι η ανάληψη υπηρεσίας απ’αυτόν ξεκίνησε την 1-06-2018, ημερομηνία, που αναγράφηκε ως τέτοια από τον ίδιο, στο σχετικό έντυπο. Δεν αποδεικνύονται, έτσι, ως βάσιμοι οι ισχυρισμοί του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος ότι η πρόσληψή του έλαβε χώρα στις 22-5-2018. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε τα ίδια, ως προς την ημερομηνία πρόσληψης του ενάγοντος και ήδη, εκκαλούντος, σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει, έτσι, ο περί του αντιθέτου, πρώτος λόγος της έφεσης, καθώς και ο πρώτος πρόσθετος λόγος έφεσης, ως αβάσιμοι να απορριφθούν.

Την 30η-5-2019, κοινοποιήθηκε στον ενάγοντα και ήδη, εκκαλούντα από την εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη –διά του διαχειριστή της, ………….., η έγγραφη καταγγελία της επίδικης σύμβασης εργασίας, στην οποία αναφέρονται επί λέξει τα εξής: «Σας γνωρίζουμε ότι η εταιρεία μας καταγγέλει με την παρούσα την από 1-6-2018 σύμβαση εργασίας σας, λόγω της πρόδηλης και επανειλημμένης μη προσήκουσας ανταπόκρισής σας στα καθήκοντά σας, ως προϊσταμένου λογιστηρίου της εταιρείας, γεγονός, που επιβεβαιώθηκε και από το προσφάτως διαπιστωθέν ταμειακό έλλειμμα, ποσού άνω των 500.000 € και τούτο ανεξάρτητα των τυχόν ποινικών και αστικών ευθυνών σας, ως προς αυτό, που θα αναζητηθούν από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές. Η γνωστοποίηση της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας σας στις αρμόδιες υπηρεσίες θα γίνει ηλεκτρονικά, σύμφωνα με όσα ορίζει ο νόμος…». Κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, η απόλυσή του οφειλόταν αποκλειστικά σε λόγους εκδικητικότητας του …………. προς το πρόσωπό του, διότι ο ίδιος είχε διορισθεί μέλος της προσωρινής διοίκησης της ………… Παρενθετικά, προ της παράθεσης των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών σχετικά με την συμμετοχή του στο προσωρινό ΔΣ της ………., πρέπει να σημειωθεί, ότι ο ήδη εκκαλών, αρχικά (προ της επίδικης σύμβασης εργασίας)  είχε προσφέρει τις υπηρεσίες του στους αδερφούς ………., ως λογιστής, προσληφθείς, την 1-7-1993, από την ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία (……….), η οποία τότε, ως προειπώθηκε, έφερε την επωνυμία …………, με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, ενόσω υπεύθυνος λογιστηρίου αυτής ήταν ο ……….. Η σύμβαση αυτή καταγγέλθηκε με προειδοποίηση και τελευταία ημέρα εργασίας του την 30-8-2013, ωστόσο, εξακολούθησε να εργάζεται μέχρι την 30-12-2015, λαμβάνοντας ως αποζημίωση απόλυσης το ποσό των 59.323,37 ευρώ. Εκτός αυτού όμως, οι σχέσεις των αδερφών ….. είχαν διαρρηχθεί λόγω οικονομικών διαφορών, ήδη από το έτος 2016, γεγονός που δεν αμφισβητείται από την εφεσίβλητη. Την 20-2-2018, ο ………… κατέθεσε αίτηση διορισμού προσωρινής διοίκησης της εταιρίας …….. ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας), ισχυριζόμενος ότι ο αδελφός του και μέλος του ΔΣ αυτής, ………., είχε συστήσει το 2016 ΙΚΕ με την επωνυμία «………..», με συνέπεια τη σύγκρουση συμφερόντων, αφού είχαν ίδιο εταιρικό σκοπό, ήτοι, την εμπορία κρέατος. Κατά την ημέρα της συζήτησης της υπόθεσης (14.5.2018), οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του αιτούντος, ….., δήλωσαν στα πρακτικά της εν λόγω δίκης, ότι προτείνουν ως μέλος του προσωρινού ΔΣ τον νυν εκκαλούντα (ο οποίος –όπως προαναφέρθηκε- είχε και κατά το παρελθόν εργαστεί για λογαριασμό των αδερφών …. και συνεπώς τους ήταν οικείο πρόσωπο), ο, δε, πληρεξούσιος δικηγόρος του ….. (παρόντος του τελευταίου κατά την επ’ ακροατηρίω διαδικασία) που παραστάθηκε ασκώντας κύρια παρέμβαση, με την οποία ζητούσε την απόρριψη της αίτησης, λαμβάνοντας γνώση της δήλωσης αυτής, ουδόλως αντέλεξε στον διορισμό του. ΄Ετσι, με την υπ’ αριθμ. 2031/23-7-2018 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, ο ήδη, εκκαλών διορίσθηκε μέλος του προσωρινού ΔΣ της ………, τα καθήκοντα του οποίου περιορίζονταν στην σύγκληση έκτακτης Γενικής Συνέλευσης εντός έξι μηνών από τον διορισμό του για την εκλογή νέου οριστικού διοικητικού συμβουλίου. Κατόπιν αυτών, εφόσον ο ……….., δέχθηκε να διορισθεί ο ήδη, εκκαλών, μέλος στο ΔΣ της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας, παρά τις τεταμένες σχέσεις με τον αδερφό του και αντίδικό του, κατά την ανωτέρω δίκη και εφόσον τα καθήκοντα του εν λόγω ΔΣ ήταν προσωρινά και περιορισμένα, χωρίς ευχέρεια δηλαδή λήψης κρίσιμων αποφάσεων, πλην της σύγκλησης εντός εξαμήνου από το διορισμό του ΄Εκτακτης Γενικής Συνέλευσης για την εκλογή νέου οριστικού διοικητικού συμβουλίου, δεν μπορεί να συνδεθεί αιτιωδώς, ούτε να εξηγηθεί, με ποιο τρόπο ο διορισμός του νυν εκκαλούντος στο προσωρινό διοικητικό συμβούλιο μιάς άλλης εταιρείας, αυτός καθ’εαυτός, προκάλεσε την εκδικητική διάθεση του ………… προς το πρόσωπό του, η οποία αποτέλεσε, κατά τους ισχυρισμούς του και την αιτία για την απόλυσή του. Μάλιστα, η πρόσληψη του εκκαλούντος από την εφεσίβλητη, έλαβε χώρα λίγες μόνον ημέρες  μετά την συζήτηση στις 14-5-2018, της ως άνω αίτησης του …………., ο οποίος καταλόγιζε στον …………., περιστατικά βαρύτατης αντιεταιρικής συμπεριφοράς και επομένως, από τις 14-5-2018, ο τελευταίος γνώριζε όχι μόνον ότι ο εκκαλών αποτελούσε επιλογή του ………….., ως πρόσωπο απολύτου εμπιστοσύνης του για τη συγκρότηση του προσωρινού Διοικητικού Συμβουλίου στα πλαίσια της αίτησής του και της ανακύψασας οξύτατης αντιδικίας των δύο αδελφών-εταίρων της εταιρείας «…………», αλλά επιπλέον ότι ο εκκαλών αποδέχθηκε ρητώς τον προταθέντα διορισμό του, επιπλέον, δε, εάν ο ………….. έτρεφε οποιαδήποτε εμπάθεια προς το πρόσωπό του, δεν θα είχε δεχθεί την εισήγηση του …… ., τον Μάϊο του 2018, μετά τη συζήτηση της αίτησης για διορισμό προσωρινής διοίκησης, να προσληφθεί ο εκκαλών, ως προϊστάμενος λογιστηρίου της εφεσίβλητης, όπερ και εγένετο, κατά τα παραπάνω, την 1-6-2018. Μάλιστα, σε επίρρωση της ανυπαρξίας οποιουδήποτε στοιχείου εμπάθειας και εκδικητικότητας εκ μέρους του …………, πρέπει να σημειωθεί ότι, ήδη, από τις 12-4-2019, ήτοι, πολύ πριν την απόλυση του εκκαλούντος, στις 30-5-2019, είχε δημοσιευτεί η υπ’αριθμ.1032/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών(εκούσια δικαιοδοσία), που διόρισε νέα προσωρινή διοίκηση με συμμετοχή και του ………….. και χωρίς τη συμμετοχή πλέον του εκκαλούντος και στη συνέχεια, εκδόθηκε η υπ’αριθμ.485/2020 απόφαση του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, που διόρισε νέα προσωρινή διοίκηση χωρίς και πάλι τη συμμετοχή του εκκαλούντος. Δεν συνάδει, εξάλλου, με τους κανόνες της λογικής, η επικαλούμενη εκδικητικότητα και εμπάθεια στο πρόσωπο του εκκαλούντος να μην ανέκυψε όλο το χρονικό διάστημα που ο εκκαλών συμμετείχε στο προσωρινό ΔΣ της …………. και να ανέκυψε αιφνιδίως σε χρονικό διάστημα που πλέον ο εκκαλών δεν συμμετείχε στο προσωρινό ΔΣ της εταιρείας και όλα αυτά σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η εισήγηση για την πρόσληψη από τον ……………., που ο ίδιος ο εκκαλών τον αναφέρει στο αγωγικό δικόγραφο ως πρόσωπο εμπιστοσύνης του ………….., έλαβε χώρα με τη συναίνεση και σε κάθε περίπτωση με την ανοχή του ………., που σε διαφορετική περίπτωση, άλλωστε, ως διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της εφεσίβλητης μπορούσε από την πρώτη ημέρα της πρόσληψης του εκκαλούντος να καταγγείλει και μόνος του τη σύμβαση, αφού μπορούσε να δεσμεύει και να εκπροσωπεί την εταιρεία μας και με μόνη την υπογραφή του.΄Ετσι, παρ’όλο που την 1-6-2018 ήταν ήδη γνωστή στον . ….. η υποψηφιότητα του εκκαλούντος για το ΔΣ της ………….., ο ………, αν και, όπως συνομολογείται από την εφεσίβλητη, εξέφρασε αντιρρήσεις, που είχαν να κάνουν με την επαγγελματική επάρκειά του, τελικά αποδέχθηκε την πρόσληψη του τελευταίου από την τελευταία, κυρίως για να βοηθήσει τον εκκαλούντα, που ήταν, όπως δήλωνε άνεργος και είχε άμεση ανάγκη για εργασία για να διαθρέψει τα τρία ανήλικα τέκνα του. Την αποδοχή του εκκαλούντος από τον …………. και τις πολύ καλές σχέσεις τους, κατά το διάστημα εργασίας του εκκαλούντος στην εφεσίβλητη, επιβεβαίωσε και ο ……….., που στην ερώτηση  «ξέρετε αν ο κύριος ….. … είχε εκφράσει κάποια προσωπική αντιπαράθεση…», κατέθεσε ότι «Ποτέ και πολλές φορές, που έτυχε μπροστά μου να τον παίρνει τηλέφωνο του έλεγε έλα ….., έτσι του μίλαγε, δηλαδή τόσο πολύ οικείο ήταν». Δεν αποδείχθηκε, επομένως, ότι η απόλυση του εκκαλούντος ήταν αποτέλεσμα της προηγούμενης νόμιμης συμπεριφοράς του, όπως οριστεί προσωρινά μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας …………. και ο περί του αντιθέτου δεύτερος λόγος της έφεσης, πρέπει ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.

Αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι ο εκκαλών ως υπεύθυνος λογιστηρίου της εφεσίβλητης ήταν υποχρεωμένος να προβαίνει σε εμπρόθεσμη υποβολή δηλώσεων στον ΕΦΚΑ και στη ΔΟΥ και εμπρόθεσμη πληρωμή των οφειλών στο δημόσιο και στους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Παρά ταύτα ο εκκαλών συστηματικά και αδικαιολόγητα παραμελούσε τις υποχρεώσεις του αυτές με αποτέλεσμα οι εκπρόθεσμες υποβολές δηλώσεων σε άλλες περιπτώσεις να επιφέρουν την επιβολή σε βάρος της εφεσίβλητης προστίμου και σε άλλες περιπτώσεις να εγκυμονεί κίνδυνος επί ελέγχου από το ΣΕΠΕ, να εντοπιστούν οι σχετικές παραβάσεις και να επιβληθούν σε βάρος της εφεσίβλητης υψηλά πρόστιμα. Τούτο καθίσταται σφόδρα πιθανό, δεδομένου ότι με την θέση σε λειτουργία του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ και την πλήρη μηχανογράφηση και ηλεκτρονική καταχώρηση κάθε είδους δηλώσεων, όπως τροποποιήσεις πινάκων ωραρίου εργασίας προσωπικού, υποβολή συμβάσεων εργασίας και αναγγελιών πρόσληψης και καταγγελιών συμβάσεων εργασίας, είναι πλέον ευχερές στις υπηρεσίες να διαπιστώσουν όλες τις σχετικές παραβάσεις και να επιβάλουν τα ανάλογα πρόστιμα.

Ειδικότερα, ο εκκαλών από τον έλεγχο στην οικονομική διαχείριση της εφεσίβλητης, προέκυψε ότι διέπραξε τα ακόλουθα : ί. Η Αναλυτική Περιοδική Δήλωση (ΑΠΔ) αποδοχών του προσωπικού της εφεσίβλητης περιόδου 2ου/2018 που αφορούσε ποσό ασφαλιστικών εισφορών εκ 31.800,98 ευρώ, δεν είχε υποβληθεί από τον προηγούμενο υπεύθυνο λογιστηρίου της εφεσίβλητης, . …….. Ο εκκαλών υπέβαλε την ως άνω ΑΠΔ στις 5-7-2018, στην συνέχεια όμως αν και ως υπεύθυνος – προϊστάμενος λογιστηρίου είχε αποκλειστική προς τούτο υποχρέωση, δεν φρόντισε ώστε να πληρώσει η εφεσίβλητη εμπρόθεσμα τις ως άνω εισφορές, λόγο για τον οποίο και εκδόθηκε σε βάρος της εφεσίβλητης από τον ΕΦΚΑ η υπ’ αριθμ. …………./2018 ΠΕΕ, συνολικού ποσού εισφορών 31.800.98 ευρώ Παράλληλα για την αιτία αυτή ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του νομίμου εκπροσώπου της εφεσίβλητης, …………….. και παραπέμφθηκε να δικαστεί στο ακροατήριο του Α’ Μονομελούς Πλημ-κείου Πειραιά κατά την δικάσιμο της 28 Μαρτίου 2019 για το αδίκημα της μη καταβολής εισφορών (βλ.προσκομιζόμενο από την εφεσίβλητη κλητήριο θέσπισμα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιώς).  Η  αμέλεια αυτή του εκκαλούντος είχε ως συνέπεια να επιβληθεί στην εφεσίβλητη προσαύξηση ασφαλιστικών εισφορών από τον 7/2018 και μέχρι την καταβολή (20-2-2019) ύψους 1.696,04 ευρώ (31.800,98Χ8%Χ8/12). Το ως άνω πρόστιμο που επιβάρυνε από αδικαιολόγητη αμέλεια του εκκαλούντος την εφεσίβλητη το κατέβαλε η εφεσίβλητη στις 20-2-2019 επιπλέον του κεφαλαίου, ήτοι, κατέβαλε, μαζί με την προσαύξηση 33.497€ (βλ. προσκομιζόμενο από την εφεσίβλητη, έντυπο χρεώσεων οφειλών). ii. Ο εκκαλών αν και ως υπεύθυνος λογιστηρίου είχε υποχρέωση εμπροθέσμου υποβολής των δηλώσεων Φόρου Μισθωτών Υπηρεσιών, από αδικαιολόγητη αμέλεια υπέβαλε εκπρόθεσμα τις δηλώσεις ΦΜΥ 1ου, 2ου /2019 με αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί η εφεσίβλητη με επιπλέον πρόστιμο 47,31€ για τον 1°/2019 και 37,79€ για τον 2° /2019. iii.Ενώ είχε υποχρέωση να υποβάλει στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ τόσο τις οικειοθελείς αποχωρήσεις όσο και τις καταγγελίες συμβάσεων εργασίας του προσωπικού της εφεσίβλητης σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν.4488/2017 από αδικαιολόγητη αμέλεια παρέλειψε την υποχρέωσή του αυτή. Ειδικότερα: δεν ανήγγειλε στο ΕΡΓΑΝΗ εντός 4 εργασίμων ημερών την απόλυση της εργαζόμενης στο υποκατάστημα Πετραλώνων της εφεσίβλητης, …………… που έγινε στις 23-03-2019. Ομοίως δεν ανήγγειλε εμπροθέσμως στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ την οικειοθελή αποχώρηση του πρώην εργαζόμενου της εφεσίβλητης, ….. … που αποχώρησε από το κατάστημα της Νίκαιας την 28-02-2019. Οι ανωτέρω παραλείψεις του σε περίπτωση ελέγχου από τον ΕΦΚΑ θα επιφέρουν σε βάρος της εφεσίβλητης την επιβολή ασφαλιστικών εισφορών δεδομένου ότι δεν έχει γνωστοποιηθεί η λύση των συμβάσεων εργασίας και επιπλέον πρόστιμα για την υποβολή των ως άνω δηλώσεων. iv. Ο εκκαλών αν και είχε προς τούτο υποχρέωση δεν υπέβαλε στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ εντός του Ιανουαρίου 2019 τον ετήσιο πίνακα αδειών 1) του προσωπικού της εφεσίβλητης. Η παράλειψή του αυτή έχει ως συνέπεια επί εκπρόθεσμης υποβολής να υποβληθεί στην εφεσίβλητη πρόστιμο 3.500€ και επί μη υποβολής 7.500€. v. Όπως διαπίστωσε η εφεσίβλητη μετά την απόλυση του εκκαλούντος, ενώ προσλήφθηκε με αποδοχές 2.470€ (βλ. αναγγελία πρόσληψής του), στην πραγματικότητα από την έναρξη της εργασίας του στην εφεσίβλητη αμειβόταν με 2.550€, επειδή άλλαξε μονομερώς τις αποδοχές του από την πρώτη ημέρα. Για αυτή την αλλαγή επιπροσθέτως ουδέποτε υπέβαλε τροποιητικό πίνακα αποδοχών (Ε4) γεγονός για το οποίο, μόλις εντοπισθεί από την Επιθεώρηση Εργασίας θα  επιβληθεί στην εφεσίβλητη πρόστιμο 3.750 ευρώ.΄Ολα τα ανωτέρω επιβεβαίωσε και ο μάρτυρας της εφεσίβλητης ………….. που κατέθεσε, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Από τα ανωτέρω αποδεικνύονται αναληθείς οι καταθέσεις και βεβαιώσεις, αντίστοιχα, των μαρτύρων του εκκαλούντος, …………, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και ………., με την υπ’αριθμ…../20-1-2020 ένορκη  βεβαίωσή του ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, ότι  ο εκκαλών εκτελούσε σωστά τα καθήκοντά του. iv. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι κατά τη περίοδο εργασίας του εκκαλούντος στην επιχείρηση της εφεσίβλητης προέκυψε έλλειμα στο ταμείο της ύψους 506.432,02€.. Για το λόγο αυτό ο εκ των τότε εταίρων της, ………… υπέβαλε ενώπιον του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Πειραιώς, κατά του εκκαλούντος και του έτερου συνεταίρου του στην εφεσίβλητη, . ……, την από 31-5-2019 μήνυση με την οποία κατηγορούσε, μεταξύ άλλων, τον εκκαλούντα, για το αδίκημα της υπεξαίρεσης κακουργηματικού χαρακτήρα και της συνέργειας σε κακουργηματική απιστία. Επί του ζητήματος αυτού πρέπει να σημειωθούν τα εξής : Όπως κατέθεσε πρωτοδίκως και ο ………, παρ’ ότι τυπικά ο ένας εκ των δυο εταίρων της εφεσίβλητης, ………… φερόταν να είναι συνδιαχειριστής της εφεσίβλητης, η ουσιαστική διαχείριση αυτής διενεργείτο κατ’ αποκλειστικότητα από τον άλλο εταίρο και διαχειριστή, ήτοι το ………… και πρόσωπα της απολύτου εμπιστοσύνης του με προεξάρχοντα τον εκκαλούντα, μέχρι την απόλυση του, την 30-5-2019, ο οποίος ήταν πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του …………. και αποκλειστικά δικής του επιλογής. Ενόψει της προσωπικής από το 2016 εντονότατης διένεξης μεταξύ των δύο συνεταίρων, … και ………., ο …………. δεν διατηρούσε επαφή με το λογιστήριο και την εν γένει διαχείριση της εφεσίβλητης. Για το λόγο αυτό ο ……….. απέστειλε στο ………… την από 20-9-2018 εξώδικη δήλωση, με την οποία τον καλούσε, μεταξύ άλλων, να τον ενημερώσει για τις ταμειακές κινήσεις και τα ταμειακά διαθέσιμα της εφεσίβλητης. Όμως, ο ………….. με την από 01-10-2018 απάντηση δεν του απάντησε επί των ως άνω ερωτημάτων. Για το λόγο αυτό ο ………. εκ νέου με την από 16-10-2018 νέα εξώδική δήλωση προς τον ………., τον καλούσε να τον ενημερώσει για τις ταμειακές κινήσεις και τα ταμειακά διαθέσιμα της εφεσίβλητης. Παράλληλα, ο ……….. επικοινώνησε και με τον εκκαλούντα του ζήτησε με την ιδιότητα του ως υπεύθυνου λογιστηρίου της εφεσίβλητης να τον ενημερώσει σχετικά με τις ταμειακές κινήσεις και τα ταμειακά διαθέσιμά της και την εν γένει οικονομική της κατάσταση(βλ. από 18-1-2019 ηλεκτρονικό μήνυμα ………. προς τον εκκαλούντα). Ομως ο εκκαλών αρνήθηκε για ακόμη μια φορά να τον ενημερώσει επί των προαναφερθέντων θεμάτων. Στις συνεχείς έγγραφες και προφορικές οχλήσεις του ………… από τον Σεπτέμβριο του 2018 να ενημερωθεί για την οικονομική κατάσταση της εφεσίβλητης και τα ταμειακά της διαθέσιμα, ο εκκαλών δεν απάντησε στην εύλογη ανησυχία του …………. και στο νόμιμο  δικαίωμά του ως εταίρου και συνδιαχειριστή της εφεσίβλητης ΕΠΕ να ζητήσει πληροφόρηση επί παντός εταιρικού θέματος, ενόψει του ότι υπήρχαν σοβαρότατες από μέρους του ………. επιφυλάξεις σχετικά με τον τρόπο που ασκείτο η οικονομική διαχείριση της εταιρίας και σχετικά με τον ασφαλή τρόπο φύλαξης του υπάρχοντος ταμείου, με τις ανησυχίες του να εστιάζονται στην εμφανιζόμενη ύπαρξη τεραστίου ύψους χρηματικών διαθεσίμων, χωρίς αυτά να είναι κατατεθειμένα σε τραπεζικό λογαριασμό και χωρίς να του γνωστοποιείται ο λόγος που είχε επιλεγεί αυτός ο επικίνδυνος και ανασφαλής τρόπος φύλαξης και τα ακριβή στοιχεία του θεματοφύλακα των μετρητών. Συνεπεία τούτου, κατόπιν πολλαπλών οχλήσεων από τον ………. και συνεχών ανταλλαγών ηλεκτρονικών μηνυμάτων (βλ. προσκομιζόμενα από την εφεσίβλητη, από 18-1-2019 και 25-1-2019 ηλεκτρονικά μηνύματα προς τον εκκαλούντα) και υπό την ιδιότητά του ως διαχειριστή και συνεταίρου της εφεσίβλητης, ο ………. έδωσε εντολή ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας στον ορκωτό λογιστή, ……….. με AM: ΣΟΕΛ ……… να διενεργήσει έλεγχο στην εφεσίβλητη και συγκεκριμένα να προβεί σε αιφνίδια καταμέτρηση των χρηματικών διαθεσίμων και αξιογράφων σε όλα τα καταστήματα ταυτόχρονα (4 εγκαταστάσεις) και στην καταγραφή όλων των παραστατικών και είσπραξης αξιών (εντάλματα, γραμμάτια, ταμειακές κλπ). Περαιτέρω, στον ως άνω ορκωτό λογιστή δόθηκε εντολή να διερευνήσει και να αξιολογήσει τους εσωτερικούς κανονισμούς λειτουργίας και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που αφορούν στο λειτουργικό κύκλωμα της διακίνησης των χρηματικών διαθεσίμων της εταιρίας μεταξύ των καταστημάτων της και των τραπεζών. Επίσης του δόθηκε η εντολή κατόπιν ελέγχου του, να επισκοπήσει και να συμφωνήσει τις καταμετρημένες αξίες με τα αντίστοιχα λογιστικά αρχεία, τις κινήσεις του ταμείου και των αξιογράφων στις 31-12-2018 και στην ημερομηνία της καταμέτρησης, τις κινήσεις των τραπεζικών διαθεσίμων στις 31-12-2018 και στην ημερομηνία της καταμέτρησης, τις δανειακές υποχρεώσεις μεταξύ της τράπεζας και των βιβλίων στις 31-12-2018 και στην ημερομηνία της καταμέτρησης, τις απαιτήσεις από πελάτες και χρεώστες μεταξύ εμπορικής διαχείρισης και λογιστικής και τον εντοπισμό υπολοίπων σε καθυστέρηση, τις υποχρεώσεις από προμηθευτές και πιστωτές μεταξύ της εμπορικής διαχείρισης και της λογιστικής και τις υποχρεώσεις από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές μεταξύ των δηλώσεων που υποβλήθηκαν και των βιβλίων. Σε εκτέλεση της ανωτέρω εντολής ελέγχου ο ανωτέρω ορκωτός ελεγκτής προέβη, στις 29-03-2019, σε αιφνίδια καταμέτρηση των ταμειακών διαθεσίμων στην έδρα της εταιρίας και στο σύνολο των υποκαταστημάτων αυτής. Παράλληλα, την αυτή ως άνω ημερομηνία ο ορκωτός λογιστής έλαβε από τον εκκαλούντα τα ακόλουθα λογιστικά βιβλία της εταιρίας: 1.Προσωρινό ισοζύγιο γενικής λογιστικής με ημερομηνία 31-12-2018 2. Προσωρινό ισοζύγιο γενικής λογιστικής με ημερομηνία 29-03-2019 3. Αναλυτικές καρτέλες γενικής λογιστικής των λογαριασμών ταμειακών διαθεσίμων που τηρούνται στις εγκαταστάσεις της εταιρίας για την περίοδο από 31-12-2018 έως 29-03-2019 και συσχετισμός με τα αποτελέσματα των επιτόπιων καταμετρήσεων. Τέλος, ελήφθησαν από τον ορκωτό λογιστή, πάντα δια χειρός του εκκαλούντος, ως υπεύθυνου Λογιστηρίου της εφεσίβλητης κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, οι απογραφικές καταστάσεις ταμείων (ημερήσιο ταμείο) όλων των καταστημάτων της εταιρίας ενημερωμένες με το κλείσιμο εκάστου ταμείου στο πέρας της ημέρας, την 29-03-2019 και έλαβε χώρα συσχετισμός και σύγκριση αυτών με τα αποτελέσματα των καταμετρήσεων ορκωτού λογιστή, καθώς και αντίγραφα κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών, που τηρεί η εφεσίβλητη στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (Τράπεζα Πειραιώς και Eurobank) για την περίοδο από 31-12-2018 έως 29-03-2019 και έλαβε χώρα και συσχετισμός με τους αντίστοιχους λογαριασμούς της γενικής λογιστικής. Το κύριο αποτέλεσμα του διενεργηθέντος ελέγχου, που δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί γιατί ο εκκαλών τότε Προϊστάμενος Λογιστηρίου της εταιρίας, παρά τις διαβεβαιώσεις του, δεν παρέσχε το σύνολο των ζητηθέντων στοιχείων, συνίσταται στην διαπίστωση της υπάρξεως ταμειακού ελλείμματος που την 29-03-2019 ανήρχετο σε συνολικό ύψος 506.430,02 ευρώ. Η επικοινωνία του ορκωτού λογιστή έλαβε χώρα, όπως ο ίδιος αναγράφει στην σχετική έκθεση ευρημάτων, που φέρει ημερομηνία 22-04-2019, με παρόντα τον εκκαλούντα, κατά την επιτόπια καταμέτρηση/φυσική απογραφή του ταμείου που διενεργήθηκε στην έδρα της εφεσίβλητης, όπου και το κατάστημα της Νίκαιας. Μάλιστα είναι ιδιαιτέρως σημαντικό ότι ο διενεργήσας τον έλεγχο ορκωτός λογιστής επισημαίνει στην έκθεσή του ότι ο εκκαλών κατείχε το ταμείο της εφεσίβλητης και ήταν εκείνος που παρείχε στον έλεγχο τα λογιστικά βιβλία, με ημερομηνία 29-03-2019, τις απογραφικές καταστάσεις ταμείων και τα αντίγραφα των τραπεζικών λογαριασμών που τηρούσε η εφεσίβλητη στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (…… και ……).΄Αλλωστε και ο ίδιος ο εκκαλών συνομολογεί και μάλιστα εγγράφως την ιδιότητά του ως υπευθύνου και κατόχου του ταμείου και οι περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις των δύο προαναφερόμενων μαρτύρων του, δεν κρίνονται αληθείς. Περαιτέρω, σύμφωνα πάντα με τον γενόμενο έλεγχο, που σε ό,τι αφορά τον έλεγχο ταμείου ως προϊόν φυσικής απογραφής και καταμέτρησης, στηρίζεται σε αντικειμενικά δεδομένα, από την συσχέτιση των ταμειακών διαθεσίμων που καταμετρήθηκαν και επιβεβαιώθηκαν στις εγκαταστάσεις της εφεσίβλητης, παρόντος του εκκαλούντος, με τα αντίστοιχα ποσά των λογαριασμών της γενικής λογιστικής στις 29-03-2019 προέκυψαν τα ακόλουθα: • Το λογιστικό υπόλοιπο του ταμείου της έδρας της εφεσίβλητης, στις 29-03-2019 ανήρχετο σε 137.196,34€, ενώ το ποσό που καταμετρήθηκε στην φυσική απογραφή, παρόντος του εκκαλούντος, ανήρχετο σε 59.017,33€: Έλλειμμα 78.179,01€. •Το λογιστικό υπόλοιπο του ταμείου του υποκαταστήματος της Νίκαιας, στις 29-03-2019, ανήρχετο σε 115.718,816 €, ενώ το ποσό που καταμετρήθηκε στην φυσική απογραφή, παρόντος του εκκαλούντος, ανήρχετο σε 5.893,576: Έλλειμμα 109.825,246€. •Το λογιστικό υπόλοιπο του ταμείου του υποκαταστήματος Αχαρνών, στις 29-03-2019, ανήρχετο σε 133.827,326 €, ενώ το ποσό που καταμετρήθηκε στην φυσική απογραφή παρόντος του εκκαλούντος ανήρχετο σε 8.589,606: Έλλειμμα 125.237,726€. •Το λογιστικό υπόλοιπο του ταμείου του υποκαταστήματος της Αργυρούπολης, στις 29-03-2019, ανήρχετο σε 182.415,866 €, ενώ το ποσό που καταμετρήθηκε στην φυσική απογραφή, παρόντος του εκκαλούντος, ανήρχετο σε 13.123,926: Έλλειμμα 169.291,946€. •Το λογιστικό υπόλοιπο του ταμείου του υποκαταστήματος Πετραλώνων, στις 29-03-2019, ανήρχετο σε 32.499,296 €, ενώ το ποσό που καταμετρήθηκε στην φυσική απογραφή, παρόντος του εκκαλούντος, ανήρχετο σε 8.603,186€: Έλλειμμα 23.896,116€.΄Ετσι, το συνολικό έλλειμα του ταμείου στην έδρα και τα καταστήματα της εφεσίβλητης διαπιστώθηκε ότι ανερχόταν σε 506.430,026 ευρώ. Με βάση τα πορίσματα του ανωτέρω ελέγχου, το τεράστιο αυτό έλλειμα του ταμείου, παρά τις επίμονες οχλήσεις του ελέγχου, δεν αιτιολογήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από τον εκκαλούντα, ως Προϊστάμενο του Λογιστηρίου, κατά τον χρόνο του ελέγχου. Κατόπιν αυτού, η εφεσίβλητη απέστειλε στον εκκαλούντα, με σχετική κοινοποίηση στον …….., την από 13-05-2019 εξώδικη δήλωση- γνωστοποίηση- αναφορά, με την οποία γνωστοποιούσε στον εκκαλούντα τα παραπάνω ευρήματα του ελέγου και τον καλούσε εντός πενθήμερης προθεσμίας να αποδώσει στο ταμείο της εφεσίβλητης το ανωτέρω διαπιστωθέν έλλειμμα. Η ταχθείσα προθεσμία προς τον εκκαλούντα παρήλθε άπρακτη δεδομένου ότι ο εκκαλών με την από 16-5-2019 εξώδικη απάντησή του, ουδέν απολύτως ανέφερε για την αιτιολόγηση του ζητούμενου ταμειακού ελλείματος, ενώ, όλως προσχηματικά κάλεσε τον εργοδότη του να μεταβεί  ο τελευταίος στις 22-5-2019, στα γραφεία της εφεσίβλητης, προκειμένου να του αποδείξει ότι έκανε «υποδειγματική διαχείριση» των οικονομικών της εφεσίβλητης, χωρίς, ωστόσο, να του εκθέσει αιτιολογημένα και εγγράφως και με ακριβή στοιχεία, όπως όφειλε, λόγω της θέσης του στην εφεσίβλητη, τα αίτια  δημιουργίας του ως άνω, τεράστιου ελλείματος. Στη συνέχεια, ο …….. απέστειλε την από 20-05- 2019 εξώδικη πρόσκληση προς τον αδελφό του, με την οποία με την ιδιότητα του συνδιαχειριστή της εταιρίας, συγκάλεσε Συνέλευση των εταίρων για τις 30-05-2019 με θέματα ημερήσιας διάταξης την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων των χρήσεων 2015-2016-2017, την σύνταξη αναλυτικής απογραφής όλων των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού και την λήψη των αναγκαίων μέτρων και νομικών ενεργειών σε σχέση με το ως άνω διαπιστωθέν έλλειμμα. Μάλιστα, την 29-05-2019 ήτοι την προτεραία της Συνέλευσης των εταίρων, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ……….. απέστειλε κατ’ εντολήν του τελευταίου, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, επιστολή στον εκκαλούντα, με την οποία τον καλούσε εν όψει της Συνέλευσης της 30-05-2019 και με την ιδιότητα μέχρι τότε του Προϊσταμένου – υπεύθυνου Λογιστηρίου της εφεσίβλητης, να αποστείλει άμεσα εντός της ιδίας ημέρας τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις των ως άνω χρήσεων υπογεγραμμένες από τον ίδιο και συνοδευόμενες από την αντίστοιχη αναλυτική κατάσταση απογραφής των παγίων- αποσβέσεων, των αποθεμάτων, καθώς και των απαιτήσεων και υποχρεώσεων. Στο εύλογο αυτό αίτημα της εφεσίβλητης μέσω του διαχειριστή, ………., καθώς δεν θα μπορούσε να γίνει συνέλευση των εταίρων με αντικείμενο την έγκριση των ετησίων οικονομικών καταστάσεων, αν δεν ήταν διαθέσιμες οι οικονομικές καταστάσεις για επεξεργασία, απεστάλη, στις 29-5-2019, στον ………….. μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, επιστολή του …………. προς τον εκκαλούντα με την οποία απαγόρευε με την ιδιότητα του εταίρου κατά 50% της εφεσίβλητης στον εκκαλούντα να παραδώσει τα αιτούμενα στοιχεία με το πρόσχημα ότι ο ……… είχε ζητήσει την διενέργεια νέου ελέγχου από ορκωτούς λογιστές, από 10-05-2019, ενώ με βάση ακριβή αντίγραφα των σχετικών λογιστικών βιβλίων και στοιχείων της εφεσίβλητης, που τυχόν είχε χορηγήσει για τον σχετικό έλεγχο ο ……….., θα μπορούσε να είχαν χορηγηθεί στον …….., για την ικανοποίηση κατά τα παραπάνω του αιτήματος του πληρεξουσίου δικηγόρου του ………, προκειμένου να καταστεί δυνατό να λάβει χώρα η συνέλευση των εταίρων της εφεσίβλητης. Περαιτέρω, κατά τον έλεγχο των οικονομικών συναλλαγών της εφεσίβλητης προέκυψε ότι γινόταν χρήση του συστήματος winbank και διενέργεια τους συνόλου των οικονομικών εταιρικών συναλλαγών της εφεσίβλητης ηλεκτρονικά από τρίτο πρόσωπο, μη εταίρο, γεγονός για το οποίο ο τότε εταίρος της εφεσίβλητης, . ….. τελούσε σε πλήρη άγνοια. Επειδή όμως τα ανωτέρω συνδυάζονταν με το ανευρεθέν έλλειμα ταμείου, ο …….. ζήτησε από τα πιστωτικά ιδρύματα της τραπέζης … και της ……. να του γνωστοποιήσουν εγγράφως ποιός είναι ο χρήστης του συστήματος winbank στο οποίο προφανώς είχε δοθεί και ο απόρρητος κωδικός πρόσβασης και εφόσον ήταν τρίτος μη εταίρος, δοθέντος ότι κατά το καταστατικό της εταιρίας απαιτείτο συνέλευση εταίρων για την παροχή της σχετικής εντολής, να του χορηγηθεί αντίγραφο της σχετικής απόφασης της συνέλευσης εταίρων με το ανάλογο περιεχόμενο. Να σημειωθεί ότι ο εκκαλών, στα πλαίσια προκαταρκτικής εξέτασης, που έλαβε χώρα μετά την υποβολή της  μήνυσης για κακουργηματική υπεξαίρεση του ποσού των 506.492€ από το ταμείο της εφεσίβλητης,  με υπόμνημα παροχής εξηγήσεων, ισχυρίστηκε εντελώς αόριστα ότι τα χρήματα που διαπιστώθηκε ότι έλειπαν, καταβάλλονταν σε υπαλλήλους της εφεσίβλητης εκτός επίσημης μισθοδοσίας ως αμοιβή για υπερωρίες και bonus, ισχυρισμό που αορίστως και αναπόδεικτα, προβάλλει και στην παρούσα δίκη, καθώς δεν κατονομάζει ούτε τους υπαλλήλους, στους οποίους κατά τους ισχυρισμούς του δόθηκαν τα χρήματα, ούτε πότε δόθηκαν, ούτε πόσα δόθηκαν, ούτε για ποιά αιτία. Η πραγματικότητα είναι ότι ο εκ των εταίρων της εφεσίβλητης, ……. αποδεδειγμένα δεν είχε καμία ουσιαστική σχέση με την διαχείριση της εφεσίβλητης για μεγάλο χρονικό διάστημα, διαφορετικά, δεν εξηγείται το γεγονός ότι απέστειλε επανειλημμένα ερωτήματα στον εκκαλούντα με την ιδιότητα του υπευθύνου Προϊσταμένου του Λογιστηρίου της εφεσίβλητης για να του απαντήσει για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας, τα ταμειακά διαθέσιμα, πληρωμές, δαπάνες κλπ, στοιχείο, που αφ’ενός μεν καταδεικνύει την άγνοιά του για τα θέματα αυτά, αφ’ετέρου, δε, πιστοποιείται και η άρνηση με διάφορα προσχήματα και προσκόμματα του εκκαλούντος να απαντήσει ουσιαστικά και αιτιολογημένα στα καίρια ερωτήματα του ……….. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα αιτήματα του ……. στις 18-1-2019 και 25-1-2019, ο εκκαλών με το από 11-2-2019 ηλεκτρονικό μήνυμά του απάντησε ότι τα ζητηθέντα προ μηνός στοιχεία που κατείχε ως προϊστάμενος λογιστηρίου της εφεσίβλητης, «θα τα γράψει αύριο», όμως, ουδέποτε τα «έγραψε» ούτε τα έστειλε στο διαχειριστή της εφεσίβλητης, που του τα ζητούσε επίμονα (βλ. το από 18-01-2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προς τον εκκαλούντα με το οποίο ο ….. ζητούσε το ισοζύγιο Δεκεμβρίου 2018, καθώς και πλήθος άλλων αποτελεσμάτων, το από 25-01-2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προς τον εκκαλούντα με το οποίο ο …… . επαναπροώθησε το μήνυμα της 18-01-2019, καθώς έμεινε αναπάντητο, το από 11-02-2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του εκκαλούντος και το από 29-05-2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προς τον εκκαλούντα από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ………., με το οποίο ζητούνταν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εταιρίας).Τη μη χορήγηση οικονομικών στοιχείων από τον εκκαλούντα στον …… επιβεβαίωσε και ο …… στην εξέταση του στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, όπου κατέθεσε τα εξής: «Ερώτηση : Γνωρίζετε εάν ζήτησε στοιχεία ο …….) προκειμένου να γίνουν οι απαραίτητες συζητήσεις και να εγκριθούν οι οικονομικές καταστάσεις απ τον κύριο …;

Απ. ….. Ναι..

Ερώτηση: Ο κύριος …. του τα προσκόμισε αυτά τα στοιχεία;

Απ. ….. Όχι.

Ερώτηση : Ήταν υποχρεωμένος ο κύριος …. εκ της θέσεως του να τα προσκομίσει αυτά τα στοιχεία στον διαχειριστή της ΕΠΕ;

Απ. …………. Αυτή είναι η δουλειά του.»

Περαιτέρω, δεν αποδεικνύεται, ως αληθής ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι τα χρήματα που έλειπαν από το ταμείο της εφεσίβλητης δίδονταν για να εξοφλήσει η εταιρεία χρέη της από εμπορεύματα προς τη προμηθεύτρια της, εταιρεία …….., καθώς τα χρήματα που δίνονταν στην …….., δεν δίνονταν άτυπα, αλλά έναντι παραστατικών και σχετικών λογιστικών εγγραφών, αφού, η ……… ήταν, κατ’ ουσίαν η μόνη προμηθεύτρια της εφεσίβλητης εταιρείας. Η ………. από τα επίσημα λογιστικά στοιχεία της έχει απαίτηση κατά της εφεσίβλητης και συγκεκριμένα τα χρήματα που εισέπραττε η ……… ως ο βασικός προμηθευτής της εφεσίβλητης, όχι μόνον δεν αποτελούσαν «διευκόλυνση ή κάλυψη εξόδων» της, αλλά αντίθετα δεν επαρκούσαν για να εξοφλήσουν τις αγορές της εφεσίβλητης. Αυτό φαίνεται και διαχρονικά από το ανεξόφλητο υψηλό οφειλόμενο υπόλοιπο, που είχε η εφεσίβλητη προς την ……… το οποίο ανέβηκε στα ύψη μετά την 1-1-2016. Ενδεικτικά τα οφειλόμενα της εφεσίβλητης προς την ………. ήταν: 31-12-2015: 50.000€, 31-12-2016: 680.000€, 31-12-2017: 931.000€, 31-12-2018: 812.000€. 30-09-2019: 630.000€.Από τα ανωτέρω είναι προφανές ότι η ………… διευκόλυνε την εφεσίβλητη και κατά συνέπεια οιαδήποτε καταβολή γινόταν από την ……… στην ………. δεν θα γινόταν ατύπως, αλλά στα πλαίσια απομείωσης της υπάρχουσας οφειλής επί τη βάσει νομίμων παραστατικών.΄Ετσι, αντίκειται στους κανόνες της λογικής ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι χρήματα από το ταμείο της εφεσίβλητης δίνονταν για να καλυφθούν ανάγκες της ………….., η οποία διαθέτει ταμείο-ρευστότητα 5.000.000 € και ετήσια κερδοφορία το επίδικο διάστημα σχεδόν 3.000.000 €, με ετήσιο κύκλο εσόδων τάξεως- μεγέθους 80.000.000-100.000.000€ και μάλιστα, με βάση τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της χρήσης 2018, τα καθαρά κέρδη της εταιρίας αυτής την χρήση 2018 φέρονταν προ φόρων να ανέρχονται σε 4.196.878,24€, ενώ την 31-12-2017 ανήρχοντο σε 3.663.151,46€ και μετά από φόρους την 31-12-2018 ανέρχονται σε 2.193.715,97€, ενώ στις 31-12-2017 ανήρχοντο σε 1.705.737,76€ (αύξηση).

Με βάση τα παραπάνω δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι το διαπιστωθέν έλλειμμα αποτελεί «λογιστική διαφορά», ανακύπτουσα από εσφαλμένες λογιστικές εγγραφές (χωρίς να προσδιορίζει ποιες) και παράλληλα ισχυρίζεται ότι είναι αποτέλεσμα της καταβολής χρημάτων σε εργαζόμενους και τρίτους, χωρίς να γίνονται σχετικές λογιστικές εγγραφές. Ταμειακό έλλειμμα σημαίνει ότι λείπουν χρήματα από το ταμείο της εταιρίας, όπως αυτό απεικονίζεται στα βιβλία και στοιχεία της. Εάν αυτή η «έλλειψη» προκλήθηκε από κάποια λανθασμένη εγγραφή, ο πρώτος που θα έπρεπε να το γνωρίζει και να το αποδείξει ήταν ο εκκαλών ως υπεύθυνος- Προϊστάμενος Λογιστηρίου. Πάντως ακόμη και η καταβολή χρημάτων σε εργαζόμενους ή τρίτους χωρίς νόμιμη αιτία δεν αποτελεί «λανθασμένη λογιστική εγγραφή», αλλά παράνομη πράξη του εκκαλούντος που προκαλεί πραγματικό έλλειμμα διαθέσιμου χρήματος. Και κατά την αντίκρουση της σε βάρος του μήνυσης ο εκκαλών δεν παρείχε κάποια εξήγηση γιατί τον συγκεκριμένο ισχυρισμό δεν τον πρότεινε από την αρχή όταν του ζητήθηκαν εξηγήσεις από τον …….. για το τεράστιο ταμειακό έλλειμμα, παρά έπρεπε να προηγηθεί η υποβολή μήνυσης εναντίον του και να κληθεί να παράσχει εξηγήσεις στα πλαίσια της διαταχθείσης προκαταρκτικής εξέτασης. Παράλληλα στο ίδιο ως άνω σημείωμα παροχής εξηγήσεων ο εκκαλών προέβαλε επιπλέον τον, κατά τα παραπάνω, αναπόδεικτο ισχυρισμό ότι το ταμειακό έλλειμμα οφειλόταν  και στο γεγονός ότι η εφεσίβλητη διευκόλυνε ταμειακά την …….. χωρίς την έκδοση των αντίστοιχων παραστατικών και έτσι δημιουργήθηκε ένα λογιστικό – πλασματικό ταμειακό έλλειμμα που υποτίθεται δεν ήταν πραγματικό. Πέραν του ότι ο ανωτέρω ισχυρισμός, όπως προεκτέθηκε, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το γεγονός της υπερπολλαπλάσιας φερεγγυότητας της ……….., της ύπαρξης εκτεταμένης ρευστότητας στο πρόσωπό της και του γεγονότος ότι η ………. αποτελούσε και αποτελεί την αποκλειστική προμηθεύτρια της εφεσίβλητης προς την οποία η εφεσίβλητη στους κρίσιμους χρόνους είχε υψηλότατα χρεωστικά υπόλοιπα, ο ανωτέρω ισχυρισμός είναι και αντιφατικός προς τον αμέσως προηγούμενο: Από τη μια πλευρά ο εκκαλών, επέχοντας πλέον θέση οιονεί κατηγορουμένου, ανέπτυξε για πρώτη φορά  δυο καινοφανείς ισχυρισμούς: 1ον  : Ότι το ταμειακό έλλειμμα οφειλόταν σε καταβολή ανεπίσημης μισθοδοσίας και – 2ον : Ότι οφειλόταν σε ταμειακές διευκολύνσεις προς την ………. χωρίς παραστατικά. Οι εν λόγω ισχυρισμοί του όμως, πέραν της αοριστίας τους είναι και αναπόδεικτοι, αλλά και ασύμβατοι με τη λογική και τα οικονομικά δεδομένα της …………. και αυτά της εφεσίβλητης, αλλά και αντιφατικοί μεταξύ τους, καθώς ο πρώτος εξ αυτών κατατείνει στην δικαιολόγηση της ύπαρξης πραγματικού ελλείμματος με τον ισχυρισμό ότι έλαβαν χώρα πραγματικές καταβολές “ζωντανού” χρήματος υπό μορφήν “μισθοδοσίας, ενώ ο δεύτερος ισχυρισμός όλως αντιφατικώς αναφέρεται σε λογιστικό – πλασματικό και μόνο έλλειμμα, δηλαδή σε λογιστική και μόνο διακίνηση χρηματικών ποσών.

Από όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται πλήρως και αναμφίβολα ότι ο εκκαλών αν και κατείχε την ιδιαίτερα κρίσιμη θέση του υπεύθυνου – προϊσταμένου λογιστηρίου της εφεσίβλητης και εκ του λόγου αυτού είχε άμεση και πλήρη πρόσβαση στο σύνολο των οικονομικών σχέσεων, δεδομένων, στοιχείων και συναλλαγών της εφεσίβλητης παραβίασε κατάφωρα, συστηματικά και κατ’ επανάληψη την υποχρέωση πίστεως προς την εφεσίβλητη.

Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, η εκκαλουμένη, η οποία έκρινε ότι: «Συνοψίζοντας ο ενάγων, κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα, αφενός εκτελούσε πλημμελώς τα καθήκοντά του και δη μη τηρώντας τις κατά νόμο ασφαλιστικές και φορολογικές προθεσμίες, με ποινικές και διοικητικές επιπτώσεις σε βάρος της εναγομένης και αφετέρου δεν επέδειξε συνεργασιμότητα στην ενημέρωση του ………… συνδιαχειριστή και εταίρου της εναγομένης ως προς τα οικονομικά στοιχεία αυτής, με συνέπεια την έλλειψη αρμονικής συνεργασίας με τον νόμιμο εκπρόσωπο της εργοδότριάς εταιρίας και της διατάραξης της μεταξύ των μερών σχέσης εμπιστοσύνης που πρέπει να διέπει τη λειτουργία της σύμβασης και συνεπώς για τους επιπλέον αυτούς λόγους, η καταγγελία της επίδικης σύβασης εργασίας του ενάγοντος δεν κρίνεται καταχρηστική και πρέπει η υπό κρίση αγωγή να απορριφθεί κατ’ ουσίαν ως προς την κύρια βάση της», ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και συνεπώς, ο δεύτερος και τρίτος λόγος της έφεσης και οι συναφείς πρόσθετοι λόγοι κρίνονται ως αβάσιμοι και απορριπτέοι.

Από όλα τα ανωτέρω αποδείχθηκε επίσης ότι ο εκκαλών παραβίασε κατάφωρα την υποχρέωση που είχε λόγω της θέσης του ως προϊσταμένου και υπευθύνου του λογιστηρίου της εφεσίβλητης να προασπίζει τα οικονομικά συμφέροντα της εφεσίβλητης. Με τις προαναφερθείσες παραλείψεις του που είχαν σαν συνέπεια την επιβολή σε βάρος της εφεσίβλητης προστίμων, αποδείχθηκε πλήρως ότι βάσιμος λόγος καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας του εκκαλούντος ήταν η πλημμελής άσκηση των καθηκόντων του. Δεν αποδείχθηκε, τέλος ότι ο πρώην λογιστής της εταιρείας ………….., ………………., είχε οποιαδήποτε σχέση, γνώση ή ανάμειξη στην οικονομική διαχείριση των ταμείων των υποκαταστημάτων της εφεσίβλητης, τα οποία διαχειριζόταν αποκλειστικά ο εκκαλών.

Αναπόδεικτα, επίσης, ισχυρίζεται ο εκκαλών ότι η απόλυσή του οφειλόταν στην αντιδικία μεταξύ των εταίρων της εφεσίβλητης. Η αντιδικία όμως αυτή ουδεμία απολύτως σχέση έχει με τον ίδιο, ο οποίος όχι μόνο διέπραξε τις παραπάνω παράτυπες και παράνομες ενέργειες σε βάρος των συμφερόντων της εφεσίβλητης, αλλά αρνήθηκε παράνομα να χορηγήσει στον εκ των εταίρων και τότε συνδιαχειριστή της εφεσίβλητης, ……….. όλα τα ζητηθέντα από αυτόν στοιχεία οικονομικής διαχείρισης της εφεσίβλητης. Ενόψει, επομένως, του ότι η απόλυση του εκκαλούντος ήταν καθ’όλα νόμιμη, αφού έγινε λόγω της αντισυμβατικής και παράνομης συμπεριφοράς του, μη αποδεικνυομένων των ισχυρισμών του περί καταχρηστικότητος αυτής, κατ’άρθρ.281ΑΚ και συνεπώς ακυρότητος αυτής, συνεπώς η αξίωση καταβολής μισθών υπερημερίας κρίνεται ως ουσιαστικά αβάσιμη και απορριπτέα, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση και συνεπώς, ο περί καταχρηστικότητας της καταγγελίας της εργασιακής του σύμβασης τέταρτος λόγος της έφεσης πρέπει ως αβάσιμος να απορριφθεί.

Περαιτέρω, απορριπτέα κρίνεται η αγωγή και ως προς την επικουρική βάση της περί καταβολής αποζημίωσης, λόγω έγκυρης καταγγελίας της προκείμενης σύμβασης, καθόσον όπως κατά τα παραπάνω αποδείχθηκε, δεν είχε συμπληρωθεί – έστω και οριακά –  ένα έτος από την πρόσληψή του (α. 1 και 3 Ν.2112/1920) και ο περί υποχρέωσης της εφεσίβλητης καταβολής αποζημίωσης τέταρτος πρόσθετος λόγος της έφεσης πρέπει ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.

Πρέπει, τέλος, ενόψει του ότι ο ………. προ της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του εκκαλούντος του είχε αποστείλει  την από 13-5-2019 εξώδικη δήλωση, με την οποία έθεσε ζήτημα ποινικής ευθύνης του ανωτέρω εργαζόμενου ως προς την τέλεση της υπεξαίρεσης, λόγω του ανωτέρω διαπιστωθέντος ελλείμματος, προκύπτει ότι ο ……………, προέβη στην καταγγελία αυτή, βασιζόμενος στα πορίσματα της έκθεσης του ορκωτού λογιστή ………… σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπιστοσύνης προς το πρόσωπο του ενάγοντος, όπως διαμορφώθηκε κατόπιν της πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων και της εν γένει έλλειψης μεταξύ τους συνεργασίας και συνεπώς, δημιουργήθηκε σ’ αυτόν η πεποίθηση ότι πράγματι ο ενάγων τέλεσε το ανωτέρω αδίκημα και ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί το ανωτέρω αίτημα χρηματικής ικανοποίησης, ελλείψει υπαιτιότητας του άνω προστηθέντος της  εφεσίβλητης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια αναφορικά με την αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και συνεπώς, ο περί του αντιθέτου, τρίτος πρόσθετος λόγος της έφεσης πρέπει, ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί. Μετά ταύτα και κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η έφεση και το δικόγραφο των προσθέτων λόγων ως αβάσιμα κατ’ουσίαν να απορριφθούν και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του εκκαλούντος-ασκούντος τους πρόσθετους λόγους, λόγω της ήττας του στην παρούσα δίκη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση και το δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης, που ασκήθηκαν κατά της υπ’αριθμ. 176/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών.

ΔΕΧΕΤΑΙ  τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την έφεση και το δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης κατά της ως άνω απόφασης.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος-ασκούντος τους πρόσθετους λόγους τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων πενήντα ευρώ (650€).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις  31 Ιανουαρίου 2025, με την ίδια σύνθεση και με την παρουσία της Γραμματέως Κ.Σ, λόγω συνταξιοδοτήσεως και αναχωρήσεως της Γραμματέως, Τ.Λ., χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ