Αριθμός 166 /2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα E.Δ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……………» και το διακριτικό τίτλο «………..», η οποία εδρεύει στον Πειραιά (………….) (ΑΦΜ ………….) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «………….» (……….), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα (οδός ………….) (ΑΦΜ …………) και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Γεώργιο Καραχάλιο.
Το εφεσίβλητο ΝΠΙΔ άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 3.6.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3650/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την από 5.10.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………../2021-ΓΑΚ/ΕΑΚ ……………/2024) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από την προσκομιζόμενη από το εφεσίβλητο ν.π.ι.δ., υπ’ αριθμ. ……΄/1-8-2024 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, …………, αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της ένδικης έφεσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (21-11-2024) επιδόθηκε στην εκκαλούσα νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 128 παρ.4 και 498 παρ.1 του ίδιου Κώδικα). Στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, το εφεσίβλητο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια αυτού δικηγόρο, Γεωργία Καραχάλιου, ενώ η εκκαλούσα δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε υποβλήθηκε δήλωση από πληρεξούσιο αυτής δικηγόρο, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ ότι επιθυμεί να δικαστεί χωρίς να παραστεί κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου. Ενόψει του ότι η εκκαλούσα είναι η απολειπόμενη διάδικος που κλητεύθηκε από το παριστάμενο εφεσίβλητο να παραστεί κατά τη συζήτηση της ένδικης έφεσης, πρέπει να δικαστεί ερήμην.
ΙΙ. Η υπό κρίση έφεση της ηττηθείσας εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας κατά του ενάγοντος και ήδη, εφεσίβλητου ν.π.ι.δ. και κατά της με αριθμ. 3650/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε ερήμην της εναγόμενης, κατά την τακτική διαδικασία, αρμοδίως εισάγεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου ανήκει το εκδώσαν την εκκαλουμένη απόφαση Πρωτοδικείο (άρθρα 19, 495, 498 ΚΠολΔ), ασκήθηκε, δε, νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση του ένδικου δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 6-10-2021, ήτοι πριν από επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρα 495 παρ. 1, 499 ΚΠολΔ), εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ καταχρηστικής διετούς προθεσμίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα την 25-11-2020, το γεγονός δε αυτό δεν αμφισβητείται από το παριστάμενο εφεσίβλητο, ούτε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ). Επίσης, έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα, για το παραδεκτό της έφεσης, το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α (γ) ΚΠολΔ παράβολο, ποσού 150,00 ευρώ (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2021 έκθεση κατάθεσης του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αναφορά στο με αριθμ………………../2021 e – παράβολο). Επομένως, πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ).
ΙΙΙ. Ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου με την από 3-6-2019 με ΓΑΚ και ΕΑΚ ……………/2019 αγωγή του το ενάγον ν.π.ι.δ. ιστορούσε ότι πρόκειται για Οργανισμό, ένα μέρος των πόρων του οποίου προέρχεται από το αγγελιόσημο. ΄Ότι η εναγόμενη εταιρεία διά του νομίμου εκπροσώπου της, πραγματοποίησε κατά το διάστημα από 26-11-2000 έως 31-12-2008 διαφημιστικές καταχωρήσεις σε ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών, όπως αναλυτικά αυτές μνημονεύονται στο δικόγραφο της αγωγής, για τις οποίες εκδόθηκαν επ’ονόματί της τα αντίστοιχα τιμολόγια, πληρωτέα κατά το χρονικό διάστημα από 22-1-2001 έως 20-1-2009.΄Ότι η εναγόμενη, αν και όφειλε -διά του νομίμου εκπροσώπου της- να καταθέσει στον επ’ονόματί του λογαριασμό, που τηρείτο για το σκοπό αυτό στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, μέχρι την 20η ημέρα του μήνα που ακολουθεί το κάθε ημερολογιακό δίμηνο, το αναλογούν αγγελιόσημο, αυτή είτε δεν το κατέβαλε καθόλου, είτε το κατέβαλε εκπροθέσμως. ΄Ότι το οφειλόμενο αγγελιόσημο ανέρχεται σε ποσό ύψους 24.390,18 ευρώ, ενώ, έτι περαιτέρω, τα επιβαλλόμενα από το νόμο πρόσθετα τέλη, λόγω είτε μη καταβολής τους εκ μέρους της εναγόμενης μέχρι την 31η-5-2019, είτε εκπρόθεσμης καταβολής τους, ανέρχονται, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής, στο συνολικό ποσό των 30.359,81 ευρώ και συνεπώς, το συνολικό οφειλόμενο ποσό είναι ύψους 54.749,99 ευρώ. Με βάση το παραπάνω ιστορικό και μετά από νομότυπο περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής στο σύνολό του σε αναγνωριστικό, το ενάγον ν.π.ι.δ. ζητούσε να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης να του καταβάλει κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις (ήτοι, κατ’άρθρ.71 και 914 επ.ΑΚ σε συνδυασμό με άρθρ.12 ν.2328/1995), με απόφαση, που ζητούσε να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, το συνολικό ποσό των (24.390,18 ευρώ+30.359,81 ευρώ=)54.749,99 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή του εξόφληση και να καταδικαστεί η αντίδικός του στη δικαστική του δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξέδωσε, κατά την τακτική διαδικασία και ερήμην της εναγόμενης, την προσβαλλόμενη με αριθμ.3650/2020 οριστική του απόφαση, με την οποία, αφού έκρινε την αγωγή ως ορισμένη και νόμιμη, εκτός από το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της απόφασης ως προσωρινά εκτελεστής, το οποίο μετά την μετατροπή του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, απορρίφθηκε ως μη νόμιμο, επιπλέον, δε, το αίτημα περί τοκοφορίας του ζητηθέντος ποσού από την επίδοση στην εναγόμενη της αγωγής κρίθηκε νόμιμο για το έλασσον, ήτοι από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, κατ’άρθρ.144 ΚΠολΔ, εν τέλει, λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης, οι περιεχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί του ενάγοντος θεωρήθηκαν ομολογημένοι(άρθρ.271 παρ.3 ΚΠολΔ) και κατά συνέπεια η αγωγή έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει στο ενάγον νομικό πρόσωπο το συνολικό ποσό των 54.749,99 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση και επιβλήθηκαν στην εναγόμενη, λόγω της ήττας της, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος. Κατά της παραπάνω απόφασης παραπονείται η εναγόμενη και ήδη, εκκαλούσα, με την υπό κρίση έφεσή του και για τους αναφερόμενους στην έφεση λόγους, που ανάγονται σε έλλειψη δικαιοδοσίας, εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητά την εξαφάνισή της, προκειμένου να απορριφθεί η σε βάρος της ασκηθείσα αγωγή. Η έφεση αυτή είναι επαρκώς ορισμένη και κατά τα λοιπά παραδεκτή, όπως τούτο εξετάζεται πλέον από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατ’ άρθρο 524 παρ. 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ, ακόμη και σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος (ΤριμΕφΔωδ 50/2022, με αναφορά στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4842/2021, Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Κατά συνέπεια, πρέπει η υπό κρίση έφεση, ερευνώμενη αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο, να απορριφθεί στην ουσία της λόγω της ερημοδικίας της εκκαλούσας, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 524 παρ. 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 28 του Ν. 4842/2021. Εξάλλου, πρέπει να καθοριστεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης εκ μέρους της εκκαλούσας ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του νόμιμου σχετικού αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, καθώς επίσης, και να διαταχθεί η εισαγωγή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από την εκκαλούσα για την άσκηση της έφεσης (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2021 έκθεση κατάθεσης του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), στο Δημόσιο Ταμείο, καθότι απορρίφθηκε η ένδικη έφεση, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εκκαλούσας.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200,00) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ουσίαν την έφεση κατά της με αριθμ. 3650/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του αναφερόμενου στο σκεπτικό παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 14 Μαρτίου 2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου του εφεσιβλήτου.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ