ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩN
Αριθμός απόφασης 220/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή Ελένη Πρέντζα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας: Εταιρείας με την επωνυμία “……….”, που εδρεύει στην …. Αττικής, οδός ………, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, με ΑΦΜ ………… ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της, Μαρίας Αρβανίτη (ΑΜ ΔΣΠ ….), με δήλωση (άρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατέβαλε το με αρ. …./22.10.2024 γραμμάτιο προείσπραξης του ως άνω ΔΣ.
Του εφεσίβλητου: ………. (Α.Φ.Μ. ……), ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του, Άννας Κοντοσέα (ΑΜ ΔΣΠ ….), δικηγόρου της ΔΕ «Γ. Κοντοσέας και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία» (ΑΜ ΔΣΠ …..), η οποία (ΔΕ) κατέβαλε το με αρ. …../23.10.2024 γραμμάτιο προείσπραξης του ως άνω ΔΣ.
Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και εναντίον της εκκαλούσας την από 28-12-2020 (με γενικό αριθμό και αριθμό, αντίστοιχα, έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……./28.12.2020) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 2252/2023 οριστική απόφαση, την οποία έκανε εν μέρει δεκτή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε η εν μέρει ηττηθείσα εναγόμενη, με την από 19.10.2023 και με γενικό αριθμό κατάθεσης και αριθμό κατάθεσης ένδικου μέσου, αντίστοιχα, στη Γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Δικαστηρίου, ……………../20.10.2023 έφεση και για προσδιορισμό δικασίμου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα, αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../23.10.2023. Δικάσιμος, δε, ορίστηκε, με την επιμέλεια της εκκαλούσας η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό 10. Η υπόθεση εκφωνήθηκε με την σειρά της από το πινάκιο και συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 19.10.2023 έφεση, με γενικό αριθμό κατάθεσης και αριθμό κατάθεσης ένδικου μέσου, αντίστοιχα, στη Γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση (πρωτοβάθμιου) Δικαστηρίου, ………./20.10.2023 και για προσδιορισμό δικασίμου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα, αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./23.10.2023, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε, με την επιμέλεια της εκκαλούσας η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας (αρ. πιν. 10) ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε παρήλθε η νόμιμη διετής καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της στις 10.07.2023, ενώ για το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Εφόσον, δε, η ένδικη έφεση αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί, περαιτέρω, κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και την βασιμότητα των λόγων της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.
Με την αγωγή του, όπως παραδεκτά διορθώθηκε (άρθρ. 224 εδ. β ΚΠολΔ) ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι ναυτολογήθηκε διαδοχικά έξι (6) φορές με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου και απασχολήθηκε κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, εντός της χρονικής περιόδου από 30-11-2018 έως 11-9-2020, στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό – οχηματαγωγό (Ε/Γ – 0/Γ] πλοίο «BS», ολικής χωρητικότητας 16.391 κόρων, πλοιοκτησίας της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας, ναυτιλιακής εταιρίας, αντί των προβλεπόμενων από την οικεία συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων ή, κατά περίπτωση, Μεσογειακών Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων, του έτους 2019, αποδοχών, παρείχε, δε, τις υπηρεσίες του στο εν λόγω πλοίο, που εκτελούσε καθημερινά τα αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια, εργαζόμενος ημερησίως επί δεκατέσσερις (14) ώρες μέχρι τη λύση της τελευταίας σύμβασής του με την εναγόμενη. Ότι η ως άνω ΣΣΝΕ εφαρμόζεται, καθόσον τόσο o ίδιος όσο και η εναγόμενη, αποτελούν μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων που συμβλήθηκαν για την υπογραφή της. Ότι, επιπλέον, το ως άνω πλοίο εκτέλεσε και τα αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια εξπρές, ενώ, κατά τη διάρκεια των ένδικων ναυτολογήσεών του δεν έλαβε τις δικαιούμενες άδειες διανυκτέρευσης. Ότι, μολονότι η σύμβαση της ναυτικής εργασίας του λύθηκε την 2-1-2019 λόγω ασθενείας, η εναγόμενη, αντί απόλυσης, του χορήγησε άδεια ανάπαυσης για ένα μήνα. Ότι επαναυτολογήθηκε στις 2-4-2019. Με βάση το ιστορικό αυτό και επικαλούμενος ότι απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των αποδοχών του που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες και χωρίς να συνυπολογιστούν αυτές στο σύνολό τους για τον προσδιορισμό και την καταβολή της αναλογίας των επιδομάτων (δώρων) εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των ετών 2019 και 2020, τα οποία δικαιούται, ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή και με καταδίκη της στα δικαστικά του έξοδα, να του καταβάλει το συνολικό χρηματικό ποσό των 30.817,86 ευρώ, αναλυόμενο ως εξής: 1) ποσό 16.763,23 ευρώ για διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης (11.818,51 ευρώ για ακτοπλοϊκά δρομολόγια + 4.944,72 ευρώ για τα δρομολόγια Πάτρα – Ιταλία), 2) 4.046,33 ευρώ για διαφορά επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, των ετών 2019 και 2020, 3) 2.581,60 ευρώ για αμοιβή δρομολογίων εξπρές, 4) 636,07 ευρώ για αποζημίωση λόγω μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων, 5) 4.760,40 ευρώ για μισθούς ασθενείας τριών μηνών, ήτοι από 3-1-2019 έως 2-4-2019 και 6) 2.030,23 ευρώ για δαπάνες νοσηλείας του, όλα, δε, τα ως άνω ποσά, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα της τελευταίας αποναυτολόγησής του (11-9-2020), επικουρικά, δε, από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιόν του, ως καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιου (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 16 περ. 2, 33 ΚΠολΔ και 51 παρ. 3Α του N. 2172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) για την εκδίκασή της κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών — εργατικών διαφορών (άρθρ. 614, 621, 622 ΚΠ0λΔ και 82 ΚΙΝΔ). Ότι για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής -λαμβανομένου υπόψη του χρόνου κατάθεσής της (28-12-2020)- προσκομίζεται υπογεγραμμένο από τον ενάγοντα και την πληρεξούσια δικηγόρο του το με ημερομηνία 23-10-2020 έντυπο ενημέρωσης για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση [(παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 4640/2019 [(ΦΕΚ T. Α’ 190/30.11.2019, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του Ν. 4647/2019 (ΦΕΚ τ. Α’ 204/16.12.2Ο19)]. Ότι η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, αφού αναφέρονται -εκτός από τα στοιχεία που απαιτούνται για όλες τις αξιώσεις από ναυτεργατική σύμβαση και συγκεκριμένα ο χρόνος σύναψής της, το είδος της εργασίας και η συμφωνία σχετικά με τον τρόπο αμοιβής του ενάγοντος- η διάρκεια της καθημερινής του απασχόλησης για όλο το επίδικο χρονικό διάστημα, από την οποία, με σαφήνεια και ακρίβεια προκύπτουν οι ώρες της κανονικής αλλά και της υπερωριακής εργασίας του, στοιχεία που, κατ’ άρθρο 216 §1 και 591 §1 ΚΠολΔ είναι επαρκή και καθιστούν έτσι πλήρως ορισμένη την αγωγή κατά το κεφάλαιό της. Ότι η αγωγή είναι και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648, 652, 653, 655 ΑΚ, 176, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε’ ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 60, 66, 82 και 84 του Κ.Ι.Ν.Δ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β’ 1/1982), της ΣΣΝΕ πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων έτους 2019, που κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 (ΦΕΚ B’ 3170/12-8-2019) και της ΣΣΝΕ πληρωμάτων Μεσογειακών Τουριστικών πλοίων έτους 2019, που κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.1015616612019 (ΦΕΚ Β’ 3097/1-8-2019), με την επισήμανση ότι νόμιμα ο ενάγων: α] συνυπολογίζει για τα επιδόματα εορτών το επίδομα αδείας, καθώς και το ημερήσιο αντίτιμο τροφής, το οποίο αποτελεί μέρος των πάγιων και σταθερών αποδοχών του ναυτικού, ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτούσια (ΕφΠειρ 231/2013, Ε.Ν,Δ. 2013, 220, Εφπειρ 377/2011, Ε.Ν.Δ. 2011, 262) και την αμοιβή για την υπερωριακή του απασχόληση, εφόσον, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, αυτή παρέχεται τακτικά κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα και, επομένως, περιλαμβάνεται στην έννοια των τακτικών αποδοχών, παρά τα όσα αντίθετα υποστήριξε η εναγόμενη και β] αξιώνει μισθούς ασθενείας, εμφανισθείσας κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησής του, χωρίς να είναι αναγκαία η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ εργασίας και ασθενείας και ακολούθως απέρριψε τον περί του αντιθέτου ισχυρισμό της εναγόμενης. Περαιτέρω εξέτασε την αγωγή αντιμωλία των διαδίκων και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου [βλ. το δεσμευμένο ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό …………… και το αποδεικτικό εξόφλησής του μέσω της ΕΤΕ, άρθρο 71 ΕισΝΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 17 Ν. 2479/1997, σε συνδυασμό με το άρθρο 14 παρ. 1α ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 Ν.3994/2011 (ΦΕΚ Α 165/25-7-2011)] και δέχτηκε κατά ένα μέρος την αγωγή, υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό χρηματικό ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων τριακοσίων ενενήντα πέντε ευρώ και εξήντα τριών λεπτών (18.395,63€), με το νόμιμο τόκο από την 12-9-2020 μέχρι την πλήρη εξόφληση, εκτός από το χρηματικό ποσό των τριακοσίων πενήντα τριών ευρώ και τριάντα τριών λεπτών (353,33€), που κρίθηκε τοκοφόρο από 1.1.2021, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή για το ποσό των έξι χιλιάδων διακοσίων (6.200) ευρώ και καταδίκασε την εναγόμενη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, που όρισε στο ποσό των 710 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την ένδικη έφεσή της η εν μέρει ηττηθείσα εναγόμενη για τα κεφάλαια της απόφασης που καθορίζονται με τους λόγους της έφεσής της και, αποδίδοντάς της εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά τα κεφάλαια που προσβάλει και συνακόλουθα, την απόρριψη της αγωγής και την καταδίκη του εφεσίβλητου στην δικαστική της δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.
Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης, ……., που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατά τη συνεδρίαση της 13-4-2021 και περιέχεται στα άνευ αριθμού απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι και λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση είτε προς έμμεση απόδειξη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις υπ’ αριθμ. …./9-4-2021 και …./12-4-2021 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά, …….., που λήφθηκαν με επιμέλεια του ενάγοντος, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη (προ τουλάχιστον 2 εργάσιμων ημερών — άρθρ. 422 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 Ν. 4335/2015) κλήτευση της εναγόμενης (βλ. την υπ’ αριθμ. ………./6-4-2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας, ……..), λαμβάνεται δε υπόψη από το Δικαστήριο παρά το γεγονός της αντιδικίας των εν λόγω μαρτύρων με την εναγόμενη, αφού αυτό από μόνο του δεν μπορεί να αποκλείσει την αποδεικτική αξία όσων οι μάρτυρες καταθέτουν (ΕφΑθ 3879/2012, NOMOS, ΕφΠατρ 698/2003, ΑχΝομ.2ΟΟ4/266), πέραν του ότι α] οι ίδιοι δεν μπορεί να ενταχθούν πλέον στην κατηγορία των εξαιρετέων μαρτύρων μετά την κατάργηση της παρ.3 του άρθρου 400 ΚΠολΔ ενώ β] προσωπική και άμεση γνώση για τις συνθήκες εργασίας του ενάγοντα, κυρίως και πιθανώς, μόνο οι συνάδελφοί του ναυτικοί μπορεί να έχουν, ενώ οποιοσδήποτε τρίτος θα έχει πληροφορίες από διηγήσεις του ίδιου του ενάγοντος, από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από τον ενάγοντα υπ’ αριθμ. …./23-9-2019 και ……/23-9-2019 ένορκες βεβαιώσεις, που λήφθησαν στο πλαίσιο άλλης δίκης και χρησιμεύουν ως δικαστικά τεκμήρια, από τις ομολογίες των διαδίκων (άρθρ. 261 και 352 ΚΠολΔ) και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη (άρθρ. 336 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με διαδοχικές συμβάσεις εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά και στην Πάτρα μεταξύ του ενάγοντος, Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του με αριθμό ….. ναυτικού φυλλαδίου και των νόμιμων εκπροσώπων της εναγόμενης, ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας, πλοιοκτήτριας τού υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού
(Ε/Γ – Ο/Γ) ακτοπλοϊκού πλοίου “BS1”, νηολογημένου στο λιμένα του Πειραιά με αύξοντα αριθμό εγγραφής …., ολικής χωρητικότητας 16.391 κ.ο.χ., υπό το διεθνές διακριτικό σήμα ……., ο εφεσίβλητος ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου τις κάτωθι ημερομηνίες: από 30-11-2018 έως 2-1-2019, οπότε απολύθηκε «λόγω αδείας έως την 2-2-2019», σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στο ναυτικό του φυλλάδιο, από 2-4-2019 έως 16-7-2019, οπότε απολύθηκε «λόγω αδείας έως την 16-8-2019», από 8-8-2019 έως 6-10-2019, οπότε απολύθηκε «λόγω αδείας έως 30-10-2019», από 1-11-2019 έως 14-11-2019, οπότε και απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει», από 8-1-2020 έως και 2-2-2020, που απολύθηκε, επειδή το πλοίο διέκοψε τα δρομολόγιά του ενόψει της ετήσιας επιθεώρησης, από 18-2-2020 μέχρι 14-5-2020, οπότε και απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει αυτού και του πλοιάρχου και από 29-7-2020 μέχρι την 11-9-2020, που απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεων του εφεσίβλητου το ως άνω πλοίο διενεργούσε τους αναφερόμενους στην εκκαλουμένη απόφαση τακτικούς ακτοπλοϊκούς πλόες -που δεν αμφισβητούνται από την εκκαλούσα (εναγόμενη), ως ακολούθως: Κατά τα χρονικά διαστήματα από 2-4-2019 έως και 16-7-2019, από 8-8-2019 έως και 5-10-2019, από 8-1-2020 έως και 2-2-2020, από 18-2-2020 έως και 19-2-2020 και από 29-7-2020 έως και 11-9-2020, το πλοίο εκτελούσε ακτοπλοϊκούς πλόες με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά προς τα Δωδεκάνησα, το Ηράκλειο Κρήτης ή τις Κυκλάδες. Κατά τις ένδικες χρονικές περιόδους στο Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο “BS1” και στην υπηρεσία ενδιαιτημάτων αυτού απασχολούνταν προσωπικό που αριθμούσε 21 θαλαμηπόλους, 15 επίκουρους θαλαμηπόλους και έναν αρχιθαλαμηπόλο, των οποίων προΐστατο ο μοναδικός προϊστάμενος αρχιθαλαμηπόλος. Κατά τη θερινή περίοδο (1.4 έως και 30.9), λόγω της αυξημένης επιβατικής κίνησης, προστίθεντο δύο (2) ακόμη θαλαμηπόλοι. Με βάση το είδος της εργασίας του εφεσίβλητου ναυτικού, ο οποίος απασχολούνταν με την ως άνω ιδιότητα του θαλαμηπόλου εκτελώντας κατά κύριο λόγο καθήκοντα σερβιτόρου στο κυλικείο που βρισκόταν στο κύριο σαλόνι των επιβατών του πλοίου, μέχρι και τρεις ώρες πριν από την αναχώρηση του πλοίου λόγω της πρόωρης επιβίβασης των επιβατών, απασχολούμενος παράλληλα και με την υποδοχή και τακτοποίηση των επιβατών, ή εκτελώντας καθήκοντα σερβιτόρου στο εστιατόριο “a la carte”, για όσο χρόνο αυτό λειτουργούσε, ενώ παράλληλα εκτελούσε εργασίες καθαριότητας στους ίδιους ως άνω χώρους (κυλικείο, εστιατόριο), μετά, δε, την αποβίβαση των επιβατών απασχολούνταν με την καθαριότητα των καμπινών των επιβατών και άλλων κοινόχρηστων χώρων του πλοίου, σύμφωνα με τις εντολές του προϊσταμένου αρχιθαλαμηπόλου και λαμβανομένων υπόψη των χρονικών ορίων των εκτελεσθέντων δρομολογίων, όπως αυτά αναλυτικά αναφέρονται στην εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητούνται, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής και το Δικαστήριο αυτό κρίνει ότι ο εφεσίβλητος, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, παρείχε, κατά μέσο όρο, εργασία δώδεκα (12) ωρών ημερησίως. Η δε ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον εφεσίβλητο των μισθοδοτικών του καταστάσεων δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον εφεσίβλητο των ως άνω δελτίων μισθοδοσίας και του βιβλίου υπερωριών ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (νοούμενη ως άφεση χρέους) είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζόμενου από τα δικαιώματά του, που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (παραίτηση) λαμβάνει χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη. Εφαρμοστέα, καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια των ως άνω ναυτολογήσεων του εφεσίβλητου από 1-1-2019, που το πλοίο διενεργούσε ακτοπλοϊκούς πλόες, κατέστη η από 8.7.2019 ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, του έτους 2019, που κυρώθηκε στις 24.7.2019 με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 12.8.2019 (ΦΕΚ Β 3170), γεγονός που δεν αρνείται η εκκαλούσα και αποδεικνύεται και από τις αναλυτικές αποδείξεις μισθοδοσίας, όπου οι αποδοχές υπολογίζονται βάσει της προαναφερόμενης ΣΣΝΕ. Η κρίση αυτή του παρόντος Δικαστηρίου ενισχύεται από τις αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσε η εκκαλούσα και ειδικότερα από τους ισχυρισμούς της στις μεν πρωτόδικες προτάσεις της (βλ. σελ. 4, παράγραφος α΄) πως η ημερήσια εργασία του εφεσίβλητου λόγω της πληθωρικής σύνθεσης του πλοίου ήταν 8ωρη και σε κάθε περίπτωση δεν υπερέβαινε τις 10 ώρες και ούτε απασχολείτο σταθερά επί 10 ώρες, στις δε προτάσεις της στο παρόν Δικαστήριο (σελ. σελ. 5, παρ. α΄) πως η εργασία του αυτή δεν υπερέβαινε τις 10 με 11 ώρες. Ο μάρτυρας, όμως, απόδειξης …………….., ο οποίος εργάστηκε για πολλά χρόνια μαζί με τον εφεσίβλητο, με την ειδικότητα του επίκουρου και γνωρίζει από προσωπική αντίληψη τον τρόπο και τις ώρες εργασίας του καταθέτει, επομένως, μετά λόγου γνώσης, ότι τα επίδικα έτη 2019 και 2020 τα δρομολόγια του ως άνω πλοίου άλλαζαν συνέχεια. Τον περισσότερο καιρό έκανε ακτοπλοϊκά δρομολόγια, με αφετηρία τον Πειραιά προς τις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα. Ένα μικρό διάστημα στις αρχές του έτους 2020 έκανε δρομολόγια από Πειραιά προς το Ηράκλειο, ενώ τα χρονικά διαστήματα από αρχές Οκτωβρίου, μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου του έτους 2019 και από 20 Φεβρουαρίου περίπου του έτους 2020 μέχρι τα τέλη Ιουλίου του 2020 το πλοίο έκανε δρομολόγια με αφετηρία το λιμάνι της Πάτρας προς την Ηγουμενίτσα και την Ανκόνα. Μόνο ένα μικρό διάστημα, τον Φεβρουάριο του έτους 2020 ταξίδευε προς το Μπάρι της Ιταλίας και όχι την Ανκόνα. Το πλοίο BS1 είναι ένα από τα μεγαλύτερα πλοία της ακτοπλοΐας, έχει μεταφορική ικανότητα κοντά στους 2.000 επιβάτες, διαθέτει 200 περίπου καμπίνες, με περίπου 470 κρεβάτια και γι’ αυτό δρομολογείται συνήθως σε λιμάνια που έχουν πολύ μεγάλη επιβατική κίνηση. Διαθέτει τρία εστιατόρια, τρία εσωτερικά και ένα εξωτερικό μπαρ, αποθήκη ιματισμού, ρεσεψιόν, σαλόνια, αίθουσες καθισμάτων κλπ. Όλος αυτός ο κόσμος και οι χώροι εξυπηρετούνται από τους θαλαμηπόλους και τους επίκουρους, από τους οποίους εξυπηρετούνται και τα περίπου 70 μέλη του πληρώματος. Όπως όλοι οι θαλαμηπόλοι, έτσι και ο εφεσίβλητος εργαζόταν σε συγκεκριμένα πόστα που τα όριζε o προϊστάμενός του, αρχιθαλαμηπόλος. Τα διαστήματα που το πλοίο έκανε ακτοπλοϊκά δρομολόγια προς τις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα, κάθε πρωί έπιανε δουλειά στις 07.00 στο μπαρ, που βρισκόταν στο κύριο σαλόνι των επιβατών και εκεί δούλευε ως σερβιτόρος μέχρις ότου το πλοίο φτάσει στο τελικό λιμάνι προορισμού, δηλαδή τη Ρόδο ή τον Πειραιά που το μπαρ έκλεινε. Στη συνέχεια δούλευε σε εργασίες καθαριότητας είτε στο ίδιο μπαρ, είτε και σε άλλα πόστα, όπως σε καμπίνες και ανάλογα με το πού θα του όριζε ο αρχιθαλαμηπόλος του πλοίου. Σταμάταγε για λιγότερο από τρεις ώρες το μεσημέρι και αναλάμβανε εκ νέου εργασία με την έναρξη της επιβίβασης των επιβατών. Όταν τελείωνε η επιβίβαση συνέχιζε να δουλεύει μέχρι τα μεσάνυχτα είτε στο παραπάνω μπαρ του κυρίως σαλονιού, είτε στο εστιατόριο a Ια carte. Όταν το πλοίο έκανε δρομολόγια από Πειραιά προς Ηράκλειο, ο εφεσίβλητος απασχολείτο από τις 05.00 το πρωί, ως διαμεριστής στις καμπίνες για την προετοιμασία των επιβατών για την αποβίβαση και στη συνέχεια απασχολείτο στην αποβίβαση που ξεκινούσε με το που έδενε το πλοίο. Τότε, αποχωρούσε ο κύριος όγκος επιβατών, όμως υπήρχαν και πολλοί επιβάτες που καθυστερούσαν και κατέβαιναν αργότερα. Αμέσως μετά την αποβίβαση ο εφεσίβλητος ξεκινούσε να εκτελεί εργασίες καθαριότητας στις καμπίνες που άδειαζαν και επιπλέον εργασίες γενικής καθαριότητας των εσωτερικών χώρων. Ο κάθε θαλαμηπόλος καθάριζε το πόστο του, δηλαδή τα μπαρ, τα εστιατόρια, τις καμπίνες αφότου άδειαζαν κλπ, ενώ γίνονται και βαριές εργασίες οι λεγόμενες «αγγαρείες», όπως ειδικοί καθαρισμοί κλπ. Στις εργασίες καθαριότητας απασχολούμασταν τουλάχιστον μέχρι τις 11.30 πμ.. Η επιβίβαση ξεκινούσε στις 18.00 μμ. Τότε ο εφεσίβλητος αναλάμβανε πάλι εργασία και απασχολείτο καθ’ όλη τη διάρκεια της επιβίβασης στην παραλαβή και εξυπηρέτηση των επιβατών και μετά την αναχώρηση του πλοίου και την ολοκλήρωση των εργασιών επιβίβασης πήγαινε στο μπαρ στο κύριο σαλόνι των επιβατών και δούλευε σαν σερβιτόρος έως τη 01.30 το πρωί. Το μπαρ έκλεινε στη μία το βράδυ αλλά ο εφεσίβλητος παρέμενε τουλάχιστον μισή ώρα ακόμα για να κάνει έναν στοιχειώδη καθαρισμό του χώρου. Προσέθεσε ακόμα ότι επειδή το πλοίο ταξίδευε όλη τη νύχτα, οι περισσότεροι επιβάτες έκλειναν καμπίνες. Τα χρονικά διαστήματα που το πλοίο εκτελούσε δρομολόγιο από Πάτρα προς Ηγουμενίτσα και Ιταλία ο εφεσίβλητος δούλευε 14 ώρες την ημέρα. Κάθε μέρα έπιανε δουλειά στις 07.00 το πρωί και δούλευε μέχρι τις 23.00 το βράδυ διακόπτοντας μόνο για δύο ώρες το μεσημέρι. Και τότε δούλευε στο ίδιο μπαρ αλλά και στην καθαριότητα και την εξυπηρέτηση των επιβατών στις καμπίνες και στην επιβίβαση των επιβατών όταν αυτό ξεκινούσε από την Πάτρα ή το Μπάρι ή την Ανκόνα. Στην Πάτρα και την Ανκόνα η επιβίβαση των επιβατών ξεκινούσε τρεις ώρες πριν την αναχώρηση, εκτός από τις ημέρες που το πλοίο είχε άμεση αναχώρηση στην Ανκόνα, οπότε αποβίβαση και επιβίβαση γίνονταν χωρίς διακοπή. Τις ημέρες που το πλοίο έφευγε από το λιμάνι την επομένη ο εφεσίβλητος συμμετείχε σε εργασίες γενικής καθαριότητας στους χώρους που όριζε ο προϊστάμενός του, δηλαδή, είτε στις καμπίνες, στα μπαρ, στα σαλόνια. Και τις ημέρες αυτές η απασχόληση ήταν η ίδια. Μία φορά το μήνα υπέγραφαν τις καταστάσεις ωρών εργασίας και ανάπαυσης, τους λογαριασμούς μισθοδοσίας και παρόλο που στα έγγραφα αυτά δεν φαίνονταν οι πραγματικές ώρες εργασίας των ναυτολογημένων ναυτικών, αυτοί υπέγραφαν, από φόβο μην απολυθούν. Εξάλλου, η κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης, ……….. αφενός υποπίπτει σε αντιφάσεις και αφετέρου συνομολογεί εν μέρει το ωράριο εργασίας και τα καθήκοντα του εφεσίβλητου και επομένως σταθμίζεται ανάλογα και ο βαθμός αξιοπιστίας του και με δεδομένο ακόμα ότι τον μάρτυρα αυτόν πολλάκις έχει προτείνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις η εναγόμενη, προκειμένου να υπερασπιστεί τους δικούς της ισχυρισμούς. Ειδικότερα, αν και ο ανωτέρω μάρτυρας αρχικά κατέθεσε ότι ο εφεσίβλητος απασχολείτο μόνο στις εργασίες καθαριότητας των καμπινών των επιβατών και σε ένα από τα σαλόνια του πλοίου, στη συνέχεια παραδέχθηκε ότι απασχολείτο, επιπλέον, και στην υποδοχή των επιβατών σε όλα τα λιμάνια. Ενώ κατ’ αρχάς κατέθεσε ότι τις πρωινές ώρες ο εφεσίβλητος απασχολείτο μόνο στις εργασίες καθαριότητας στις καμπίνες των επιβατών στον Πειραιά ή τη Ρόδο, επί 2-3 ώρες, στη συνέχεια επιβεβαίωσε ότι το μπαρ όπου απασχολείτο λειτουργούσε από τις 07.00 πμ έως την άφιξη του πλοίου στο τελικό λιμάνι κατάπλου (τον Πειραιά ή τη Ρόδο) και ότι εν συνεχεία δεν ήταν ελεύθερος υπηρεσίας αλλά συνέχιζε να απασχολείται σε εργασίες καθαριότητας στις καμπίνες των επιβατών και όπου του υποδείκνυε ο προϊστάμενός του αρχιθαλαμηπόλος. Κατέθεσε ακόμα ότι το μπαρ στο κεντρικό σαλόνι των επιβατών άνοιγε με την έναρξη της επιβίβασης και έκλεινε στη 01.00 π.μ. επιβεβαιώνοντας ότι ο εφεσίβλητος αναλάμβανε εκ νέου εργασία με την έναρξη της επιβίβασης και συνέχιζε να απασχολείτο τουλάχιστον μέχρι τα μεσάνυχτα. Ακόμη, επιβεβαίωσε κατέθεσε ο μάρτυρας της αντιδίκου μου ότι μου είχαν ανατεθεί καθήκοντα και ήμουν επιφορτισμένος με την καθαριότητα 50 κλινών, οι οποίες αντιστοιχούν σε τουλάχιστον 25 καμπίνες. Αντίστοιχα, οι κοινόχρηστοι χώροι των επιβατών εκτείνονταν σε χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα. Επομένως, εκ των πραγμάτων ο καθαρισμός όλων αυτών των χώρων καθημερινά, δεν μπορούσε να διαρκεί δύο μόνο ώρες και μάλιστα χωρίς την συμμετοχή των θαλαμηπόλων που ασχολούνταν με τις καμπίνες ή τα μπαρ. Οι κοινόχρηστοι χώροι δεν ήταν αποκλειστικής αρμοδιότητας κάποιων συναδέλφων αλλά καθαρίζονταν από όλους μας και επιπρόσθετα από τις υπόλοιπες καθημερινές εργασίες μας. Καθ’ ομολογία του μάρτυρα της αντιδίκου μου εγώ απασχολούμουν στο μπαρ, στον καθαρισμό των καμπινών και πάλι στο μπαρ κατά τις βραδινές ώρες. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που κατέληξε στην ίδια κρίση σχετικά με τις ώρες υπερωριακής απασχόλησης του εφεσίβλητου κατά τη διάρκεια των ακτοπλοϊκών δρομολογίων του πλοίου, δηλαδή κατά μέσο όρο ημερήσια υπερωριακή απασχόλησή του επί δώδεκα (12) ώρες τα Σάββατα και τις αργίες και επί τέσσερις (4) ώρες τις καθημερινές και Κυριακές ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Ομοίως και ο δεύτερος λόγος της έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, που συνέχεται με τον πρώτο λόγο και την αμφισβήτηση των ωρών υπερωριακής απασχόλησης του εφεσίβλητου και ακολούθως των κονδυλίων που του επιδικάστηκαν για τον λόγο αυτό πρωτοδίκως ως αναλογία επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων των ετών 2019 και 2020 πρέπει για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Περαιτέρω με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου έφεσης η εκκαλούσα ζητά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης για το λόγο ότι επιδίκασε ως υπόλοιπο διαφοράς για την αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων έτους 2019 το ποσό των 1.380,35€, δεχόμενη ότι έναντι του συνολικά δικαιούμενου ποσού των 2.307,60€ έλαβε το ποσό των 1.071,85€ αντί του ορθού ποσού των 1.235,75€, που πράγματι αυτή τού είχε καταβάλει και αναφέροντας η εκκαλουμένη εσφαλμένα ότι η εκκαλούσα ισχυρίστηκε ότι του είχε καταβάλει για την αιτία αυτή το ποσό των 2.048,98€, ενώ τέτοιο ισχυρισμό ουδέποτε αυτή υπέβαλε. Όπως αποδεικνύεται από την εκκαλουμένη απόφαση σχετικά με το κονδύλιο αυτό έκρινε ότι: «..2.Για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2019, δεδομένου ότι οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονται στο ποσό των 4.034,28 ευρώ και απασχολήθηκε από 1-5-2019 έως 16-7-2019 και από 8-8-2019 έως 5-10-2019 (136 ημέρες), ποσό ίσο με τα 2/25 του μηνιαίου μισθού του για κάθε 19 ημέρες απασχόλησης και δη το ποσό των 2.307,60€ (4.034,28€ οι μηνιαίες αποδοχές ως ανωτέρω Χ 2/25 Χ 7,15 δεκαεννιαήμερα), έναντι του οποίου έλαβε 1.071,85€ κατά μερική παραδοχή της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγομένη, ισχυριζόμενη ότι κατέβαλε το ποσό των 2.048,98 ευρώ, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 1.380,35€.» Όπως αποδεικνύεται από την σελίδα 8 των πρωτόδικων προτάσεών της η εκκαλούσα ισχυρίστηκε πράγματι ότι για την ως άνω αιτία είχε καταβάλει στον εφεσίβλητο το ποσό των 1.235,75 ευρώ και όχι το ποσό των 2.048,98€, που εσφαλμένα ανέγραψε η εκκαλουμένη, από, δε, τη συγκεντρωτική κατάσταση αποδοχών του εφεσίβλητου, που είχε προσκομίσει και επικαλεστεί με τις πρωτόδικες προτάσεις της η εκκαλούσα (σχετ. 33) αποδεικνύεται και η καταβολή του συγκεκριμένου ποσού (1.235,75€). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αποδεικνύεται ότι εκ παραδρομής αφαίρεσε από το κριθέν ως συνολικά οφειλόμενο ποσό, των 2.307,60€, για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2019, το ποσό των 1.071,85€ [βλ. οπίσθια όψη 11ου φύλλου αυτής] αντί του πράγματι καταβληθέντος και το οποίο και δεν αμφισβήτησε ειδικά ο εφεσίβλητος με τις προτάσεις του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ποσού των 1.235,75€. Πλην, όμως, κατά την επιδίκαση εν τέλει των συνολικά οφειλόμενων από την εναγόμενη ποσών προς τον ενάγοντα ανέγραψε ως διαφορά αναλογίας ΔΧ/2019 το ορθό ποσό των χιλίων εβδομήντα ενός ευρώ και ογδόντα πέντε λεπτών (2.307,60€ – 1.235,75€ =1.071,85€), το οποίο και του επιδίκασε και συνεπώς αλυσιτελώς προβάλλεται ο λόγος αυτός της έφεσης [2ο σκέλος 2ου λόγου] και πρέπει να απορριφθεί δεδομένου ότι κατ΄ αποτέλεσμα η επιδίκαση του ποσού είναι σωστή. Ο τρίτος λόγος της έφεσης συνέχεται με τον πρώτο λόγο αυτής και την αμφισβήτηση από την εναγόμενη των ωρών υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος και ακολούθως των κονδυλίων που του επιδικάστηκαν πρωτόδικα για την πρόσθετη αμοιβή εξπρές δρομολογίων και την απόρριψη της ένστασή της περί εξόφλησης. Σύμφωνα, όμως, με όσα παραπάνω στον 1ο λόγο έγιναν δεκτά πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος και ο λόγος αυτός. Με τον τέταρτο λόγο η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατ΄εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και εφαρμογή του άρθρου 16 της ισχύουσας ΣΣΝΕ επιδίκασε στον ενάγοντα το ποσό των 486,93€, ως διαφορά οφειλόμενης αποζημίωσης λόγω μη χορήγησης δέκα πέντε αδειών διανυκτερεύσεως κατά το επίδικο χρονικό διάστημα (2019 και 2020). Η αγωγική αξίωση του ενάγοντος σχετικά με το κονδύλιο αυτό ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 821,43€. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι του καταβλήθηκε από τη δεύτερη των εναγομένων (προφανώς από παραδρομή γιατί είναι μία η εναγόμενη) το ποσό των 334,50€. Όπως, όμως, αποδεικνύεται από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από την εναγόμενη αποδείξεις πληρωμής (σχετ. 5 και 18) και τις αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας των ετών 2019 και 2020 (σχετ. 33 και 34) το πραγματικά καταβληθέν στον ενάγοντα ποσό για την αιτία αυτή, το οποίο δεν αμφισβητεί ειδικά με τις ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου προτάσεις του, ανέρχεται στο ποσό των 438,65€, καθώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατά τον υπολογισμό της καταβληθείσας αποζημίωσης για μη χορήγηση διανυκτερεύσεων εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη την καταβολή ποσού 104,15€, που αφορούσε το χρονικό διάστημα από τη ναυτολόγηση του ενάγοντος στις 02.04.2019 μέχρι την 30.04.2019 [βλ. απόδειξη πληρωμής την οποία έχει υπογράψει ο ενάγων – σχετ. 5] και του επιδίκασε το ποσό αυτό. Συνεπώς, η εκκαλουμένη εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει να γίνει δεκτός ο 4ος λόγος της έφεσης ως ουσιαστικά βάσιμος, να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο αυτό η εκκαλουμένη απόφαση και να επιδικαστεί στον ενάγοντα ως διαφορά αποζημίωσης λόγω μη χορήγησης δέκα πέντε αδειών διανυκτέρευσης το ποσό των τριακοσίων ογδόντα δύο ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτών [821,43€ – 438,65€ = 382,87€].Με τον πέμπτο λόγο της έφεσης η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων το πρωτοβάθμιο δικαστήριο επιδίκασε στον ενάγοντα διαφορά υπερωριακής αμοιβής, δεχόμενο ότι αυτός για την εκτέλεση των καθηκόντων του ως θαλαμηπόλου στο πλοίο της BS1 και όσο αυτό εκτελούσε μεσογειακούς πλόες εργαζόταν καθημερινά κατά τα έτη 2019 και 2020 επί 14 ώρες, δηλαδή παρείχε 6 ώρες υπερωριακή εργασία, αν και δέχθηκε καταρχήν ορθά ότι η οργανική σύνθεση του προσωπικού γενικών υπηρεσιών και μάλιστα των θαλαμηπόλων του πλοίου, όπως αυτή καθορίσθηκε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 87 παρ. 2 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ν.δ. 178/1973) περιελάμβανε είκοσι ένα (21) άτομα, ο αριθμός των οποίων αυξανόταν κατά δύο (2) ακόμη τη θερινή περίοδο και χωρίς να λάβει υπόψη την κατάθεση στο ακροατήριο του μάρτυρά της, ……. Και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, διότι αποδείχθηκε από όλα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα και ιδίως από τους μάρτυρες απόδειξης, που μετά λόγου γνώσης κατέθεσαν σχετικά με τις ώρες εργασίας και τα ωράρια του ενάγοντος, χωρίς να υποπίπτουν σε αντιφάσεις, σε αντίθεση με τον μάρτυρα ανταπόδειξης, όπως λέχθηκε παραπάνω στην απόκρουση του 1ου λόγου της έφεσης, ότι ο ενάγων πράγματι και όσο το πλοίο εκτελούσε μεσογειακούς πλόες απασχολείτο καθημερινά κατά τα έτη 2019 και 2020 επί 14 ώρες, στην ειδικότητα του θαλαμηπόλου, δηλαδή παρείχε 6 ώρες υπερωριακή εργασία, κατά τις καθημερινές και Κυριακές και 14 κατά τα Σάββατα και αργίες. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι κατά τα χρονικά διαστήματα από 1-1-2019 έως 2-1-2019, από 6-10-2019 έως 14-11-2019 και από 20-2-2020 έως 14-5-2020, κατά τα οποία ο ενάγων ήταν ναυτολογημένος στο ως άνω πλοίο, αυτό διενεργούσε, με αφετηρία το λιμάνι της Πάτρας προς την Ανκόνα Ιταλίας τους τακτικούς μεσογειακούς πλόες, που αναφέρονται στην εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητούνται από την εναγόμενη. Κατά τις ένδικες χρονικές περιόδους στο Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο ”BS1” και στην υπηρεσία ενδιαιτημάτων αυτού απασχολούταν προσωπικό που αριθμούσε 21 θαλαμηπόλους, 15 επίκουρους θαλαμηπόλους και έναν αρχιθαλαμηπόλο, των οποίων προΐστατο ο μοναδικός προϊστάμενος αρχιθαλαμηπόλος. Με βάση το είδος της εργασίας του ενάγοντος, ο οποίος απασχολούνταν, με την ως άνω ιδιότητα του θαλαμηπόλου, εκτελώντας κατά κύριο λόγο καθήκοντα σερβιτόρου στο κυλικείο που βρισκόταν στο κύριο σαλόνι των επιβατών του πλοίου αλλά και εργασίες καθαριότητας στις καμπίνες των επιβατών και των κοινόχρηστων χώρων του πλοίου, μετά την αποβίβαση αυτών, υποδεχόμενος, επιπλέον, τους επιβάτες κατά την έναρξη της επιβίβασής τους από το λιμάνι της Πάτρας ή της Ανκόνα, αντίστοιχα, σύμφωνα με τις εντολές του προϊσταμένου αρχιθαλαμηπόλου και λαμβανομένων υπόψη των χρονικών ορίων των εκτελεσθέντων δρομολογίων, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής και το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι ο τελευταίος, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα παρείχε, κατά μέσο όρο, εργασία δεκατεσσάρων (14) ωρών ημερησίως. Η δε ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μισθοδοτικών του καταστάσεων δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ως άνω δελτίων μισθοδοσίας και του βιβλίου υπερωριών ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (νοούμενη ως άφεση χρέους) είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα δικαιώματά του, που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (παραίτηση) λαμβάνει χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη. Εφαρμοστέα, επίσης, χωρίς να αμφισβητείται από την εναγόμενη, καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια των ως άνω ναυτολογήσεων του ενάγοντος από 1-1-2019, που το πλοίο διενεργούσε μεσογειακούς πλόες, ήταν η ΣΣΝΕ πληρωμάτων Μεσογειακών Τουριστικών πλοίων έτους 2019, που κυρώθηκε με την ΥΑ (ΦΕΚ B’ 3097/1-8-2019). Ενόψει αυτών το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που κατέληξε στην ίδια κρίση ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει ο 5ος και τελευταίος λόγος της έφεσης να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Κατ’ ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων πρέπει να απορριφθούν όσα κρίθηκαν απορριπτέα και να γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η έφεση, κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους της, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη με αρ. 2252/2023 απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη ανατραπέν μέρος της, για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Δνη 1985/642, ΜονΕφΠειρ. 8/2024, ΜονΕφΘεσ. 174/2018, ΜονΕφΠειρ. 16/2017, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΠειρ. 700/2011, ΕΝαυτΔ 2012/113), συμπεριλαμβανομένης τής, περί της επιβολής δικαστικών εξόδων, διάταξής της και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν επανεκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό χρηματικό ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων τριακοσίων τριάντα εννέα ευρώ και εβδομήντα έξι λεπτών (18.339,76€). Και ειδικότερα: 1) ποσό 10.072,94€ για διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης (6.132,81€ για ακτοπλοϊκά δρομολόγια + 3.940,13€ για τους μεσογειακούς πλόες και όχι ποσό 4.034,28€ που εκ παραδρομής αναγράφει η εκκαλουμένη όπισθεν του 17ου φύλλου αυτής αναφέροντας όμως σωστό άθροισμα), 2) 1.837,72€ για διαφορά επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, αντίστοιχα, των ετών 2019 και 2020 (189,64€ {ΔΠ/2019} + 1.071,85€ {ΔΧ/2019} + 222,90€ {ΔΠ/2020} + 353,33€ {ΔΧ/2020}), 3)981,97€ για αμοιβή δρομολογίων εξπρές, 4) 382,78€ για αποζημίωση λόγω μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων, 5)3.074,12€ για μισθούς ασθενείας και αντίτιμο τροφής και 6) 1.990,23€ για δαπάνες νοσηλείας του, όλα, δε, τα ως άνω ποσά, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της τελευταίας αποναυτολόγησής του (ήτοι από 12-9-2020) μέχρι την πλήρη εξόφληση, εκτός από το χρηματικό ποσό των 353,33€, που αντιστοιχεί στο επίδομα εορτών Χριστουγέννων του έτους 2020 που είναι τοκοφόρο από 1.1.2021. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα από τους διαδίκους πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ τους κατά ένα μέρος, αναλόγως της εν μέρει νίκης και ήττας καθενός από αυτούς και με δεδομένο ότι η έφεση κατά το μεγαλύτερο μέρος αυτής απορρίφθηκε να επιβληθεί μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος σε βάρος της εναγόμενης (άρθρα 106, 176, 178, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την έφεση.
Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.
Κρατεί και αναδικάζει την αγωγή κατ’ ουσίαν.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό χρηματικό ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων τριακοσίων τριάντα εννέα ευρώ και εβδομήντα έξι λεπτών (18.339,76€), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την 12-9-2020 μέχρι την πλήρη εξόφληση, εκτός από το χρηματικό ποσό των τριακοσίων πενήντα τριών ευρώ και τριάντα τριών λεπτών (353,33€), που είναι τοκοφόρο από 1.1.2021.
Επιβάλλει σε βάρος της εναγόμενης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο καθορίζει στο ποσό των χιλίων εκατό (1.100) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, στις 8,4,2025
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ