ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩN
Αριθμός απόφασης 245/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή, Ελένη Πρέντζα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα, Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος – εφεσίβλητου: …………. ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του, Ειρήνης Κοντοσέα, του Γεωργίου [ΑΜ ΔΣΠ …..], δικηγόρου της ΔΕ «Γ. Κοντοσέας και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία» [ΑΜ ΔΣΠ ….] η οποία και κατέβαλε το με αρ. ……./21.11.2024 γραμμάτιο προείσπραξης του ως άνω ΔΣ.
Της εφεσίβλητης-εκκαλούσας: Ναυτικής εταιρείας, με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στον ., ……… και εκπροσωπείται νόμιμα, που παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου, Στέφανου Β. Λύρα [ΑΜ ΔΣΠειρ ……] και κατέβαλε το με αρ. …./19.11.2024 γραμμάτιο προείσπραξης του ως άνω ΔΣ.
Ο εκκαλών- εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, και εναντίον της εφεσίβλητης – εκκαλούσας την από 30-12-2021 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 392/2023 οριστική απόφαση που δέχτηκε εν μέρει αυτήν. Την απόφαση προσέβαλαν αμφότεροι οι εν μέρει ηττηθέντες διάδικοι με τις από 4.10.2023 [ενάγων] και 12.12.2023 [εναγόμενη], αντίστοιχα, αντίθετες εφέσεις τους, δικάσιμος των οποίων ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και έλαβαν αριθμό πινακίου .. και …. αντίστοιχα, αφού, δε, συνεκφωνήθηκαν από το πινάκιο, συζητήθηκαν αντιμωλία των διαδίκων. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι κρινόμενες αντίθετες εφέσεις: Α] Από 4.10.2023 του ενάγοντος [Α΄ έφεση] και με γενικό αριθμό κατάθεσης και αριθμό κατάθεσης ένδικου μέσου, αντίστοιχα, στη Γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Δικαστηρίου, …../04.10.2023 και για προσδιορισμό δικασίμου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα, αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../23.10.2023, για την οποία δικάσιμος ορίστηκε, με την επιμέλεια του ίδιου, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας (βλ. την με αρ. …… /20.11.2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, ……..) και έλαβε αριθμό πινακίου 2 και Β] Από 12.12.2023 της εναγόμενης [Β΄ έφεση], με γενικό και ειδικό αντίστοιχα, αριθμό κατάθεσης ένδικου μέσου, στη Γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Δικαστηρίου, ………/18.12.2023 και για προσδιορισμό δικασίμου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα, αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/19.12.2023, για την οποία δικάσιμος ορίστηκε, με την επιμέλεια της ίδιας, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας (βλ. την με αρ. ……….. /27.12.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, ………) και έλαβε αριθμό πινακίου …., οι οποίες (εφέσεις) στρέφονται εναντίον τής με αρ. 392/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 663 επ. ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχτηκε εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη την από 30-12-2021 (με γενικό και ειδικό αριθμό, αντίστοιχα, έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………../30.12.2021) αγωγή του πρώτου κατά της δεύτερης, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε παρήλθε η νόμιμη διετής καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της, στις 09.02.2023, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Εφόσον, δε, οι ένδικες υπό Α και Β, αντίστοιχα, εφέσεις αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του ν 3994/2011), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης και την μείωση των εξόδων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, να εξεταστούν κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και την βασιμότητα των λόγων κάθε μίας εξ αυτών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ.
Με την αγωγή του ο ενάγων – και εκκαλών της υπό Α έφεσης – ισχυρίστηκε ότι δυνάμει σύμβασης ναυτικής εργασίας, αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε την 4.3.2020 στον Πειραιά, μεταξύ αυτού και της εναγόμενης εταιρείας, εφοπλίστριας τού, με ελληνική σημαία, επιβατηγού – οχηματαγωγού [ε/γ – ο/γ] πλοίου, με την ονομασία «AJ», κ.ο.χ. 5.377, ναυτολογήθηκε ως βοηθός φροντιστή, επί του πλοίου αυτού, μέχρι την 26.03.2021, που λύθηκε η σύμβασή του, στον Πειραιά, αμοιβαία συναινέσει. Ότι με την ίδια ειδικότητα επαναυτολογήθηκε στο ίδιο πλοίο στις 16.04.2021 και υπηρέτησε σε αυτό μέχρι τις 26.07.2021, με αναγραφόμενη στο ναυτικό του φυλλάδιο αιτιολογία απόλυσης «λόγω μετάθεσης», στην πραγματικότητα, όμως, λόγω μονομερούς καταγγελίας της σύμβασης από τον πλοίαρχο. Ότι συμφωνήθηκε να αμείβεται βάσει της ΣΣΝΕ πληρωμάτων επιβατηγών – ακτοπλοϊκών πλοίων του έτους 2019. Περαιτέρω, ο ενάγων αφού ενσωματώνει στο αγωγικό δικόγραφο τους πίνακες με τα εκτελούμενα από το πλοίο δρομολόγια, ισχυρίζεται ότι εργαζόταν επί 14 ώρες την ημέρα και παραθέτει τα ποσά που δικαιούται να λάβει από την εναγόμενη για κάθε αγωγικό κονδύλιο και τα ποσά που έλαβε έναντι αυτού, αξιώνοντας τη διαφορά ή και το σύνολο αυτού. Κατόπιν, δε, μερικής τροπής του αγωγικού αιτήματος, συνολικού ύψους 42.685,06€, με τις προτάσεις του και με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά (άρθρ. 223 εδ. β’ ΚΠολΔ), από καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό, ως προς όλα τα αγωγικά κονδύλια, συνολικού ποσού 13.616,77 ευρώ, πλην του κονδυλίου για υπερωριακή του απασχόληση, ύψους 29.068,29€, το οποίο διατήρησε καταψηφιστικό, ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 29.068,29€ και να αναγνωριστεί ότι οφείλει να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 13.616,77 ευρώ, για τις κατωτέρω αναφερόμενες αιτίες, με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από την απόλυσή του, την 26.7.2021, άλλως, από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφλησή του, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί η εναγόμενη στην δικαστική του δαπάνη. Ειδικότερα, ο ενάγων ζήτησε τα κάτωθι: α) Για την ειδική αμοιβή του για τη μεταφορά τροφοεφοδίων (άρθ. 8 παρ. 10 σσνε) το συνολικό ποσό των 1.459,39€, β) Για διαφορά του ειδικού επιδόματος βοηθού φροντιστή με πτυχίο (άρθ. 8 παρ. 11 σσνε) το συνολικό ποσό των 812,58€, γ) Για αποζημίωσή του για την μη χορήγηση αδειών διανυκτέρευσης το συνολικό ποσό των 1.423,76 ευρώ, δ)Για διαφορές από την υπερωριακή του εργασία για Σάββατα, αργίες, καθημερινές και Κυριακές το συνολικό ποσό των 29.068,29 ευρώ, ε)Για διαφορές επί της αναλογίας των δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των ετών 2020 και 2021: εα) ως αναλογία δώρου Πάσχα 2020, έπρεπε να λάβει το ποσό των 1.248,45 ευρώ, εβ) ως αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020, έπρεπε να λάβει έναν πλήρη μηνιαίο μισθό, ύψους 5.166,03 ευρώ, εγ) ως αναλογία δώρου Πάσχα 2021, έπρεπε να λάβει το ποσό των 2.152,50 ευρώ και εδ) ως αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020, έπρεπε να λάβει το ποσό των 1.892,82 ευρώ. Ότι συνολικά έπρεπε να λάβει για την παραπάνω αιτία (υπό ε΄) το ποσό των 10.459,80 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε 3.656,38 ευρώ και ζήτησε την διαφορά εκ ποσού 6.803,42 ευρώ, στ) Για την αμοιβή του για την εκτέλεση δρομολογίων «εξπρές» το συνολικό ποσό των 211,73 ευρώ και τέλος, ζ) Για την αποζημίωσή του λόγω της απόλυσής του, σύμφωνα με τα άρθρα 76 – 76 ΚΙΝΔ, το ποσό των 2.905,89 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη με αρ. 392/2023 απόφασή του έκρινε ότι με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή αρμόδια καθ’ ύλην και κατά τόπον εισάγεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 25 παρ. 2 ΚΠολΔ και 51 παρ. 3Α του N. 2172/1993 και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 648 επ. 653) 655) 340, 341 εδ. α’, 345 εδ. α’, 346 ΑΚ, 53, 54, 57, 60) 72 και 75 του N. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν,Δ., σε συνδυασμό με τις διατάξεις της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. ΥΑ 2242.51.5/56040/2019 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ B 3170/12-8-2019 και της ΥΑ70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82 «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιούμενους ναυτικούς», 907 και 908 παρ. 1 στοιχ. ε’ ΚΠολΔ, πλην του παρεπόμενου αιτήματος περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, κατά το μέρος που τράπηκε σε αναγνωριστική, καθόσον εκτελεστότητα προσδίδεται μόνο σε αιτήματα που περιέχουν καταδίκη, δηλαδή καταψηφιστικά και όχι σε αναγνωριστικά. Εξέτασε, περαιτέρω, την αγωγή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα δεδομένου ότι: α) για το αντικείμενό της κατά το μέρος αυτού που υπερβαίνει το όριο της υλικής αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου (άρθρο 71 ΕισΝΚΠολΔ), καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου (σχ. το υπό κωδικό …….. &παράβολο Υπ. Ψηφιακής Διακυβέρνησης, σε συνδυασμό με σχετικό παραστατικό πληρωμής) και β) για το παραδεκτό της συζήτησής της τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 3 του N. 4640/2019 (σχ. το από 18.10.2021 ενημερωτικό έγγραφο της πληρεξουσίας δικηγόρου του ενάγοντος για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, υπογεγραμμένο από τον ενάγοντα και την πληρεξουσία δικηγόρο του) και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Ειδικότερα, δε, υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των εννέα χιλιάδων οκτακοσίων τεσσάρων ευρώ και είκοσι επτά λεπτών (9.804,27€), νομιμότοκα από την 27η.07.2021 και αναγνώρισε ότι υποχρεούται να του καταβάλει το ποσό των επτά χιλιάδων οκτακοσίων σαράντα οκτώ ευρώ και ογδόντα επτά λεπτών (7.848,87 €), εκ του οποίου το ποσό των επτά χιλιάδων διακοσίων τριάντα οκτώ ευρώ και ενενήντα επτά λεπτών (7.238,97 νομιμότοκα από την 27η.07.2021και το ποσό των εξακοσίων εννέα ευρώ και ενενήντα λεπτών (609,90 €) νομιμότοκα από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, κήρυξε την απόφαση, ως προς την καταψηφιστική της διάταξη, εν μέρει προσωρινά εκτελεστή για το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000€) και καταδίκασε την εναγόμενη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, το οποίο όρισε στο ποσό των εξακοσίων ευρώ (600 €). Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται με τις εφέσεις τους αμφότεροι οι εν μέρει ηττηθέντες διάδικοι για τα κεφάλαια της απόφασης που καθορίζονται με τους λόγους της έφεσής τους και, αποδίδοντάς της εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης με σκοπό ο μεν εκκαλών – ενάγων της υπό Α΄ έφεσης την παραδοχή ως ουσιαστικά βάσιμης της αγωγής του, η δε εκκαλούσα – εναγόμενη της υπό Β΄ έφεσης, την απόρριψη της αγωγής και την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη της εκτέλεσης κατάσταση, κατ’ άρθρο 914 ΚΠολΔ, επειδή κατέβαλε στον ενάγοντα – εκκαλούντα το χρηματικό ποσό που η εκκαλουμένη επιδίκασε υπέρ του προσωρινά. Αμφότεροι, δε, οι διάδικοι ζήτησαν την καταδίκη του αντιδίκου τους στην δικαστική τους δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.
Από την επανεκτίμηση όλων των εγγράφων τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, προς άμεση απόδειξη ή για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, οι διάδικοι, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, τα οποία ναι μεν δε λαμβάνονται υπόψη συμπληρωματικά, πλην όμως, αυτό γίνεται υπό τους όρους πλέον των άρθρων 393 και 394 ΚΠολΔ, από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από τους διαδίκους ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης και ειδικότερα από τις με αρ. πρωτ. ΔΣΠ …. και ….. αμφότερες από 28.3.2022 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης, ………. και …………, οι οποίες δόθηκαν ενώπιον του Δικηγόρου Πειραιά, ………. (ΑΜΔΣΠ ……….), κατ΄άρθρο 421 ΚΠολΔ, όπως η διάταξη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 21 ν. 4842/2021, πριν τη λήψη των οποίων κλητεύθηκε να παραστεί, νομότυπα και εμπρόθεσμα, πριν από δύο (2) εργάσιμες ημέρες εκπρόσωπος της εναγόμενης (βλ. την υπ’ αριθμ. ………/22.03.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά ….. …), τις υπ’ αριθμ. .. και … αμφότερες από 28.3.2022 και …/01.04.2022 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης, …………., αντίστοιχα, που λήφθηκαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, πριν τη λήψη των οποίων κλητεύθηκε να παραστεί, νομότυπα και εμπρόθεσμα, πριν από δύο (2) εργάσιμες ημέρες, ο ενάγων (βλ. την υπ’ αριθμ. …/22.03.2022 για τις δύο πρώτες ένορκες βεβαιώσεις και την με αρ. …/29.03.2022 για την τρίτη εξ αυτών εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, …….., βάσει των οποίων βεβαιώνεται ότι η κλήτευση αυτή έγινε προς την πληρεξούσια δικηγόρο και αντίκλητο, κατ’ άρθρο 143 § 1 ΚΠολΔ του ενάγοντος, Ειρήνη Κοντοσέα), τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων, οι οποίες έχουν ληφθεί στο πλαίσιο άλλων δικών και συνεπώς λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τις ομολογίες των διαδίκων και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, αποδείχτηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα εξής πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει δύο συμβάσεων ναυτικής εργασίας, αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν μεταξύ του ενάγοντος, απογεγραμμένου Έλληνα ναυτικού και του πλοίαρχου του πιο κάτω πλοίου, ενεργώντας στο όνομα και για λογαριασμό της εναγόμενης, ο πρώτος ναυτολογήθηκε στις 04.03.2020, στο λιμάνι του Πειραιά, με την ειδικότητα του βοηθού φροντιστή, επί του υπό ελληνική σημαία και αριθμ. νηολογίου και με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….. επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου «AJ», ολικής χωρητικότητας 5.377 κόρων, με αριθμό ΙΜΟ ….. και διεθνές διακριτικό σήμα …., που ανήκει κατά κυριότητα στην εταιρεία με την επωνυμία «……………», που εδρεύει στον Πειραιά και του οποίου η εναγόμενη ασκεί τον εφοπλισμό. Στο ως άνω πλοίο, o ενάγων υπηρέτησε μέχρι τις 26.03.2021, οπότε απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει», όπως στο φυλλάδιο αναγράφηκε, ενώ, ακολούθως, με την ίδια ως άνω ειδικότητα, προσλήφθηκε και πάλι και επαναυτολογήθηκε στο ως άνω πλοίο στις 16.04.2021 και υπηρέτησε σε αυτό μέχρι τις 26.07.2021, με αναγραφόμενη στο ναυτικό του φυλλάδιο αιτιολογία απόλυσης «λόγω μετάθεσης». Κατά το χρονικό αυτό διάστημα τους όρους εργασίας και αμοιβής των ναυτικών στα υπό ελληνική σημαία ακτοπλοϊκά επιβατηγά πλοία ρύθμιζε, όπως οι διάδικοι δεν αμφισβητούν, η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, με έναρξη ισχύος από 1.1.2019, που κυρώθηκε αρμοδίως και, έτσι, κατέστη γενικά υποχρεωτική με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β 3170/12.8.2019), οι ρυθμίσεις της οποίας, ως προς τους όρους εργασίας και αμοιβής των ναυτικών, κατέλαβαν και τους διαδίκους. Με αυτήν τη ΣΣΝΕ (άρθρα 1, 3, 5, 6, 8 § 11, 13, 10 § 4 και 15 § 2) ο μηνιαίος μισθός ενέργειας του βοηθού φροντιστή ορίστηκε σε χίλια διακόσια τέσσερα ευρώ και ογδόντα ένα λεπτά (1.204,81 €), το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε διακόσια εξήντα πέντε ευρώ και έξι λεπτά (265,06 €), το επίδομα ιματισμού σε πενήντα οκτώ ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτά (58,78 €), το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε τριάντα έξι ευρώ και εξήντα τέσσερα λεπτά (36,64 €), το ειδικό επίδομα του βοηθού φροντιστή με πτυχίο σε πενήντα επτά ευρώ και εξήντα τρία λεπτά (57,63 €), οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας σε τετρακόσια τριάντα τρία ευρώ και ενενήντα έξι λεπτά {[(1.204,81 € + 265,06 € : 22) + 19,98 €] Χ 5 ημέρες = 433,96 €} και το αντίτιμο τροφής ύψους 599,40 [19,98€ Χ30 ημέρες], το δε ωρομίσθιο της ίδιας ειδικότητας καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό των έξι ευρώ και ενενήντα έξι λεπτών (6,96 €) και με τις προσαυξήσεις 25% [για τις καθημερινές και Κυριακές] και 50% [για τα Σάββατα και αργίες] σε οκτώ ευρώ και εβδομήντα λεπτά (8,70€) και δέκα ευρώ και σαράντα τέσσερα λεπτά (10,44€), αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ανέρχονταν σε δύο χιλιάδες εξακόσια πενήντα έξι ευρώ και είκοσι οκτώ λεπτά (2.656,28 €). Κατά την διάρκεια των ναυτολογήσεων του ενάγοντος το πλοίο διενεργούσε τακτικά τα ακόλουθα ακτοπλοϊκά δρομολόγια με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, είτε την Κίσαμο Χανίων. Ειδικότερα εκτελείτο δρομολόγιο άγονης γραμμής κάθε Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Κυριακή μεταξύ των λιμένων Πειραιά, Κυθήρων, Κισσάμου, Αντικυθήρων και Γυθείου, συγκεκριμένα κάθε Δευτέρα δεν εκτελείτο δρομολόγιο, κάθε Τρίτη αναχώρηση από Πειραιά 10:00 προς Κύθηρα και Κίσσαμο κατάπλου 21:00, κάθε Τετάρτη αναχώρηση από Κίσσαμο 08:30 προς Αντικύθηρα, Κύθηρα, Γύθειο, Αντικύθηρα και Κίσσαμο κατάπλου 23:30, κάθε Πέμπτη αναχώρηση από Κίσσαμο 08:30 προς Κύθηρα και Πειραιά κατάπλου 20:00, κάθε Παρασκευή αναχώρηση από Πειραιά 15:00 προς Κύθηρα, Αντικύθηρα και Κίσσαμο κατάπλου 02:30 Σαββάτου που δεν εκτελείτο δρομολόγιο και κάθε Κυριακή αναχώρηση από Κίσσαμο 11:30 προς Αντικύθηρα, Κύθηρα και Πειραιά κατάπλου 23:30 [βλ. τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έντυπα σημάτων του Υ.ΝΑ.Ν.Π. μετά των επ’αυτών επισυναπτόμενων πινάκων δρομολογίων Νο. …./03-2020, …./05-2020, …./07-2020 και ……/11-2020]. Από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου, αποδεικνύεται ότι δρομολόγια είτε δεν εκτελέστηκαν καθόλου (πχ. 14/3/2020, 26/9/2020, 10/10/2020, 28/10/2020, 7/11/2020), είτε πραγματοποιούνταν μόνο βάρδιες ως εν πλω, κατά τη διάρκεια των οποίων δεν αποδείχθηκε υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος. Ειδικότερα, δεν απαιτήθηκε υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος επί 89 καθημερινές και Κυριακές (4, 5, 9, 16, 30/3/2020, 5, 6, 7, 8, 13, 19, 22. 27/4/2020, 4, 18, 21, 25/5/2020, 1, 3, 7, 15, 22, 29/6/2020, 6, 13, 20, 27/7/2020, 3, 10, 24, 31/8/2020, 7, 9, 18, 20, 28/9/2020, 5, 12, 19, 26/10/2020, 2, 6, 10, 16, 25, 30/11/2020, 7, 11, 14, 27/12/2020, 4, 8, 13, 14, 18/1/2021, 8, 13, 14, 18, 27/1/2021, 1, 8, 11, 15, 16, 25/2/2021, 2, 3, 8, 22/3/2021, 16, 19, 25, 26/4/2021, 2, 9, 10, 17, 24, 31/5/2021, 7, 14, 16, 20, 28/6/2021, 5, 12, 19 και 26/7/2021), επί 13 Σάββατα (14/3/2020, 4, 18/4/2020, 9, 16/5/2020, 18/7/2020, 29/8/2020, 19, 26/9/2020, 10, 17/10/2020, 7/11/2020 και 12/6/2021) και επί 8 αργίες (23/4/2020, 15/8/2020, 14/9/2020, 28/10/2020, 25/12/2020, 1/1/2021, 15/3/2021 και 1/5/2021). Επομένως, καθ’ όλη τη διάρκεια της ναυτολόγησης του ενάγοντος λόγος για υπερωριακή απασχόλησή του μπορεί να γίνει μόνο για τριακόσιες ογδόντα τέσσερις (384) καθημερινές και Κυριακές και 66 Σάββατα και αργίες {ήτοι α)54 Σάββατα: 7, 21, 28/3, 11, 25/4, 2, 23, 30/5, 6, 13, 20, 27/6, 4, 11, 25/7, 1, 8, 22/8, 5, 12/9, 3, 24, 31/10, 14, 21, 28/11, 5, 12, 19/12 του έτους 2020, στις 2, 9, 16, 23, 30/1, 6, 13, 20, 27/2, 6, 13, 20/3, 17, 24/4, 8, 15, 22, 29/5, 5, 19, 26/6 και 3, 10, 17 και 24/7 του έτους 2021] και β) δώδεκα (12) αργίες: 25.3.2020, 17.4.2020, 20.4.2020, 1.5.2020, 28.5.2020, 6.12.2020, 26.12.2020, 6.1.2021, 25.3.2021, 30.4.2021, 3.5.2021 και 10.6.2021} και συνολικά για τετρακόσιες πενήντα ημέρες (384 Κυριακές και καθημερινές + 54 Σάββατα + 12 αργίες = 450 ημέρες). Συνεπώς, κρίνεται ουσιαστικά αβάσιμος ο προβαλλόμενος στο πλαίσιο του πρώτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος ισχυρισμός ότι απασχολήθηκε υπερωριακά και κατά τα παραπάνω χρονικά διαστήματα, τα οποία δεν θα προσμετρηθούν σε περίπτωση που αποδειχθεί υπερωριακή του απασχόληση. Περαιτέρω, κατά την ένδικη χρονική περίοδο στο πλοίο ως προσωπικό τροφοδοσίας απασχολούταν μόνον ο ενάγων, γεγονός που υποδηλώνει ότι στο πλοίο δεν παρασκευαζόταν τροφή για τους επιβάτες (παρά μόνον για το πλήρωμα), καθώς σε τέτοια περίπτωση θα είχε προσληφθεί αξιωματικός φροντιστής και μαθητευόμενος φροντιστής, αποκαλούμενος «μεταφορέας», σύμφωνα με τους ορισμούς της § 3 του άρθρου 5 ΠΔ 177/1974 «Περί οργανικής συνθέσεως των πληρωμάτων των επιβατηγών (ακτοπλοϊκών – μεσογειακών – τουριστικών) πλοίων» (ΦΕΚ Α 64/13.3.1974), που καθορίζει την οργανική σύνθεση του προσωπικού τροφοδοσίας των ακτοπλοϊκών πλοίων. Επιπλέον, όπως αποδεικνύεται από το αντίγραφο ναυτολογίου […..] του πλοίου, με τόπο και έτος έκδοσης «ΚΙΣΣΑΜΟΣ 23.08.2020», στο προσωπικό γενικών υπηρεσιών απασχολούνταν ένας προϊστάμενος και δύο Α΄και Β΄τάξης, αντίστοιχα, οικονομικοί, ένας προϊστάμενος αρχιθαλαμηπόλος, τρεις θαλαμηπόλοι και δύο επίκουροι, οι οποίοι από 1.11 έως 31.3. μειώνονται κατά ½, οπότε υπηρετούσαν δύο θαλαμηπόλοι και ένας επίκουρος (ανά 350 επιβάτες), ένας Α΄μάγειρας και ένας Β΄μάγειρας, μη προβλεπομένου από την οργανική σύνθεση και λόγω των 5.377 κ.ο.χ. του πλοίου [άρθ. 29 ν. 4150/2013 φεκ 102Α] αρχιμάγειρα και δύο χυτροκαθαριστές τους καλοκαιρινούς μήνες και ένας τους χειμερινούς. Συνεπώς, κρίνεται ουσιαστικά αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός της εναγόμενης ότι υπηρετούσε στο πλοίο και ένας αρχιμάγειρας, τον οποίο μάλιστα ούτε κατονομάζει, κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεων του ενάγοντος. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 110 και 111 του ΒΔ 683/1960 «Περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω» (ΦΕΚ Α 158/4.10.1960), όπως αντικαταστάθηκαν με τα άρθρα 4 και 5 του ΠΔ 192/2009 (ΦΕΚ Α 230/17.12.2009) «Ο βοηθός φροντιστή είναι ο υπόλογος της υπηρεσίας Τροφοδοσίας και Γενικών Προμηθειών του πλοίου και των μαθητευόμενων ως κατώτερου προσωπικού Τροφοδοσίας και Γενικών Προμηθειών» (§ 1 του άρθρου 110), τελεί δε υπό τις άμεσες διαταγές και τον έλεγχο του αξιωματικού φροντιστή και τον βοηθά στα καθήκοντά του (§ 2 του ιδίου άρθρου). Ειδικότερα, ο βοηθός φροντιστή α) εφοδιάζει το μαγειρείο, τα κυλικεία και τους χώρους αποθήκευσης και συντήρησης τροφίμων, καθώς και τους χώρους αποθήκευσης των υλικών που του έχουν ανατεθεί, με την εκάστοτε αναγκαία ποσότητα για την παρασκευή εδεσμάτων και για την άμεση χρησιμοποίησή τους αντιστοίχως, β) υπό τις διαταγές και οδηγίες του αξιωματικού φροντιστή, διευθύνει και διαχειρίζεται τους χώρους διανομής των τροφίμων και των υλικών που του έχουν ανατεθεί και γ) δέχεται και προσπαθεί να ικανοποιεί κάθε δίκαιο παράπονο των επιβαινόντων που αφορά στα καθήκοντα του, αναφέροντας σχετικά στον φροντιστή (άρθρο 111). Καθ’ όλο το διάστημα της ναυτολόγησής του ο ενάγων εκτελούσε καθημερινά τα καθήκοντα της ειδικότητάς του και, συγκεκριμένα, μεριμνούσε για τον ανεφοδιασμό του πλοίου με τροφοεφόδια, επέβλεπε την παραλαβή τους μία με δύο φορές, κατά μέσο όρο, την εβδομάδα στο λιμένα του Πειραιά, όπου λάμβανε χώρα η παράδοσή τους από τους προμηθευτές τους και τα οποία μετέφεραν κάθε φορά από τον καταπέλτη του πλοίου εντός της αποθήκης, που βρισκόταν δύο επίπεδα πιο ψηλά στο πλοίο, ο ενάγων και ένας χυτροκαθαριστής. Μεταξύ των χυτροκαθαριστών που αναλάμβαναν την μεταφορά μαζί με τον ενάγοντα αποδεικνύεται ότι ήταν και ο μάρτυρας ανταπόδειξης, ………, ο οποίος αναγράφεται στα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τον ενάγοντα, υπογεγραμμένα από αυτόν ως υπεύθυνο τροφοδοσίας και τον εκάστοτε προϊστάμενο οικονομικό του πλοίου –στην συγκεκριμένη περίπτωση από τον ……….., «Μεταφορικά μηνός Οκτωβρίου 2020» και για τα οποία (μεταφορικά) έλαβε ο εν λόγω χυτροκαθαριστής ως ειδική αμοιβή κατά τόννον, σύμφωνα με το άρθρο 8 αρ. 10 της σσνε 2019, το ποσό των 38,16 ευρώ για την μεταφορά των τροφοεφοδίων στην αποθήκη του πλοίου. Επομένως, είναι ουσιαστικά αβάσιμος ο ισχυρισμός της εναγόμενης, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσής της ότι η μεταφορά των τροφοεφοδίων γινόταν από τις εταιρείες που έκαναν τον ανεφοδιασμό, οι οποίες τα μετέφεραν με παλετοφόρο όχημα και τα παρέδιδαν με δικό τους προσωπικό έξω από την τροφαποθήκη του πλοίου, όπου τα παραλάμβανε o ενάγων, χωρίς ο τελευταίος, ούτε και οι χυτροκαθαριστές να μεταφέρουν τα τροφοεφόδια στις τροφαποθήκες του πλοίου (υπό 5.9 του 1ου λόγου της έφεσης) και οι όμοιου περιεχομένου, επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από την εναγόμενη, ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης, αφενός του ως άνω, …………, χυτροκαθαριστή στο ως άνω πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από 30.07.2020 έως 14.01.2021 και από 17.05.2021 έως 04.11.2021, ο οποίος αν και αποδείχθηκε ότι έλαβε την ως άνω αμοιβή για μεταφορικά για τον μήνα Οκτώβριο 2020, κατέθεσε αναληθώς ότι δεν ζητήθηκε ποτέ στον ίδιο και στον δεύτερο χυτροκαθαριστή στο πλοίο η μεταφορά τροφοεφοδίων στην τροφαποθήκη και αφετέρου της υπεύθυνης πληρωμάτων των πλοίων του ομίλου διαχείρισης ναυτικών εταιρειών …………, ……., που επανέλαβε τους ως άνω ισχυρισμούς της εναγόμενης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως και επιδίκασε στον ενάγοντα την ειδική αμοιβή κατ΄ άρθρο 8 αρ. 10 της ΣΣΝΕ ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει να απορριφθεί το σκέλος του 1ου λόγου έφεσης της εναγόμενης με το οποίο ισχυρίζεται πως ο ενάγων δεν μετέφερε τα τροφοεφόδια του πλοίου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων φρόντιζε για την αποθήκευση των τροφοεφοδίων στον οικείο χώρο του πλοίου, με την καθαριότητα του οποίου ήταν επιφορτισμένος, μεριμνούσε για τον εφοδιασμό του μαγειρείου και του κυλικείου του πλοίου με τρόφιμα και συναφή αναλώσιμα είδη, των οποίων ήταν υπεύθυνος να ελέγχει την επάρκεια και την ποιότητα και είχε την διεύθυνση και την διαχείριση των χώρων όπου μεταφέρονταν τα τρόφιμα και τα υλικά ως εκ της ειδικότητάς του και σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στο ΒΔ 683/1960. Έτσι, αν χρειαζόταν άνοιγε την αποθήκη τροφίμων περισσότερες από μία φορά την ημέρα, από όπου και παρέδιδε τα τροφοεφόδια στους θαλαμηπόλους και τους μαγείρους, όπως και ο ίδιος συνομολογεί (βλ. σελ. 8 των προτάσεων του ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού) και εφοδίαζε τον χώρο της ρεσπέντζας που λειτουργούσε υπ΄ ευθύνη του, αφού η διεύθυνση και η διαχείριση των χώρων διανομής των τροφίμων και υλικών που του έχουν ανατεθεί ανήκε στον ίδιο. Δεν αποδείχθηκε, όμως, ότι ο ενάγων συμμετείχε και στην προετοιμασία των γευμάτων του πληρώματος, απασχολούμενος στη ρεσπέτζα του πλοίου, με την παρασκευή κρύων εδεσμάτων, δεδομένου ότι δεν υπήρχε ανάγκη προς τούτο, αφού στο πλοίο απασχολούνταν, όπως λέχθηκε, ως προσωπικό μαγειρείου δύο [2] μάγειροι και δύο [2] χυτροκαθαριστές. Επομένως, δεν επιβεβαιώνονται τα λεγόμενα από τους μάρτυρες αποδείξεως ότι τρεις φορές την ημέρα ο ενάγων συμμετείχε στην προετοιμασία των γευμάτων του πληρώματος, σε βοηθητικό χώρο της κουζίνας (ρεσπέντζα) και ότι προετοίμαζε και διάφορα εδέσματα για τους επιβάτες, τα οποία διατίθεντο προς πώληση στα μπαρ του πλοίου. Άλλωστε, η εργασία αυτή δεν συμπεριλαμβανόταν στα καθήκοντα της ειδικότητάς του και η εκτέλεσή της θα παρείχε στον ενάγοντα δικαίωμα να αξιώσει τις αποδοχές της συναφούς ειδικότητας (λ.χ. του βοηθού μαγείρου), σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 192, 193, 361, 648 – 653, 659 του ΑΚ και 53 του ΚΙΝΔ, είτε πλήρεις, είτε μειωμένες (ΟλΑΠ 861/1984, Δνη 1984/1363, ΑΠ 1007/2000, ΕΝαυτΔ 2001/40, ΤριμΕφΠειρ. 77/2011, ΠειρΝομ. 2011/195, ΕφΠειρ. 712/2004, ΔΕΕ 2005/211, ΕφΠειρ. 480/2007, ΕΝαυτΔ 2007/402, ΕφΠειρ. 172/2003, ΕΝαυτΔ 2003/133, ΕφΠειρ. 70/1997, ΕφΠειρ. 202/1997, σε ΝομΝαυτΤμημΕφΠειρ. 1996 – 1997, σελ. 632 και 634 αντίστοιχα, ΤριμΕφΠειρ. 114/2011, ΕΝαυτΔ 2011/282, ΕφΠειρ. 241/2009, ΕΝαυτΔ 2009/108), όχι όμως και να λάβει υπερωριακή αμοιβή για την εκτέλεση των καθηκόντων της δικής του ειδικότητας πέραν του νομίμου ωραρίου του. Εξάλλου, η καταβολή στον ενάγοντα τακτικά σχεδόν κάθε μήνα κονδυλίων υπό την ονομασία «ποσοστά μπαρ» και «ποσοστά κουζίνας» (βλ. αποδείξεις πληρωμής του) δεν συνδέεται με την ισχυριζόμενη απασχόλησή του στη ρεσπέτζα του πλοίου αλλά στο γεγονός ότι εκ της ιδιότητάς του αυτός ήταν ο υπόλογος της υπηρεσίας τροφοδοσίας και γενικών προμηθειών του πλοίου στα μπαρ, τα κυλικεία και το μαγειρείο, χώρους τους οποίους προμήθευε με τα αναγκαία τρόφιμα και συνεπώς αποτελούσε την αναλογία του στο ποσοστό που υπολογίζεται κάθε μήνα «βάσει των πωλήσεων του κυλικείου» και διανέμεται στα μέλη του προσωπικού τροφοδοσίας (βοηθό φροντιστή), της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων (θαλαμηπόλους και επίκουρους) και της υπηρεσίας του μαγειρείου, κατά πάγια πρακτική της εναγόμενης, ως κίνητρο για την αύξηση των πωλήσεων των διατιθέμενων από το κυλικείο ειδών προς το επιβατικό κοινό. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε διαφορετικά και συνυπολόγισε στην υπερωριακή εργασία του ενάγοντος και απασχόλησή του στην κρύα κουζίνα, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει κατά το κεφάλαιο αυτό να εξαφανιστεί, δεκτού γενομένου του σχετικού σκέλους του 1ου λόγου της έφεσης της εναγόμενης. Περαιτέρω, από όσα προαναφέρθηκαν συνάγεται ότι για να ανταποκριθεί στις ποικίλες λειτουργικές ανάγκες του πλοίου και για την εκτέλεση των καθηκόντων του ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά και πέραν του νομίμου ωραρίου του, γεγονός, άλλωστε, που συνομολογεί και η εναγόμενη, η οποία του κατέβαλε τακτικά και σε μόνιμη βάση κάθε μήνα αμοιβή για την υπερωριακή του απασχόληση. Από τις αποδείξεις καταβολής της μισθοδοσίας του ενάγοντος αποδεικνύεται μάλιστα ότι η εφοπλίστρια – εναγόμενη του κατέβαλε πράγματι για την αιτία αυτήν μηνιαίως συνήθως το ποσό των 334,28€ για υπερωριακή εργασία Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 83,57€ για καθημερινές και Κυριακές, καθ’ όλο το διάστημα της ένδικης ναυτολόγησής του [βλ. αποδείξεις πληρωμής αποδοχών). Ενόψει όλων αυτών πρέπει να γίνει, κατά μερική παραδοχή ως ουσιαστικά βάσιμου του πρώτου λόγου της έφεσης της εναγόμενης [Β΄ έφεση], δεκτό ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά επί δέκα (10) ώρες και όχι επί δεκατέσσερις (14) ώρες, όπως ο ίδιος καθ’ υπερβολήν -με τον, συνεπώς, αβάσιμο πρώτο λόγο της έφεσής του [Α΄ έφεση]-, ισχυρίζεται, ούτε επί έντεκα (11) ώρες, όπως πρωτοδίκως εσφαλμένα κρίθηκε, εξαφανιζομένης, κατά το κεφάλαιο αυτό, της εκκαλουμένης απόφασης λόγω εσφαλμένης εκτίμησης των αποδείξεων. Επομένως, ο ενάγων δικαιούται ως αμοιβή Α]Για την υπερωριακή του απασχόληση: α) για την εργασία του κατά τα πενήντα τέσσερα [54] Σάββατα και τις δώδεκα [12] αργίες του ενδίκου χρονικού διαστήματος, ήτοι τα Σάββατα στις 7, 21, 28/3, 11, 25/4, 2, 23, 30/5, 6, 13, 20, 27/6, 4, 11, 25/7, 1, 8, 22/8, 5, 12/9, 3, 24, 31/10, 14, 21, 28/11, 5, 12, 19/12 του έτους 2020, στις 2, 9, 16, 23, 30/1, 6, 13, 20, 27/2, 6, 13, 20/3, 17, 24/4, 8, 15, 22, 29/5, 5, 19, 26/6 και 3, 10, 17 και 24/7 του έτους 2021 και τις αργίες στις 25.3.2020, 17.4.2020, 20.4.2020, 1.5.2020, 28.5.2020, 6.12.2020, 26.12.2020, 6.1.2021, 25.3.2021, 30.4.2021, 3.5.2021 και 10.6.2021, ήτοι συνολικά για 66 ημέρες, το ποσό των έξι χιλιάδων οκτακοσίων ενενήντα ευρώ και σαράντα λεπτών (66 Χ 10 Χ 10,44€/ώρα = 6.890,40 ευρώ, και β) για 384 καθημερινές και Κυριακές το ποσό των (384 Χ 2 Χ 8,70€/ώρα = 6.681,60 ευρώ και συνολικά το ποσό των δεκατριών χιλιάδων πεντακοσίων εβδομήντα δύο {13.572€} ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε, σύμφωνα με τις αποδείξεις πληρωμής, σε συνδυασμό με τα εμβάσματα πληρωμής στον τραπεζικό του λογαριασμό, το συνολικό ποσό των 6.175,21 ευρώ (ήτοι ποσό 4.632,51 ευρώ για υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα, 1.221,70 ευρώ για υπερωριακή του απασχόληση κατά τις αργίες και 321 ευρώ για υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και Κυριακές), οπότε γενομένης εν μέρει δεκτής ως κατ’ ουσία βάσιμης της σχετικής νόμιμης κατ΄ άρθρ. 416 ΑΚ ένστασης εξόφλησης της εναγόμενης, που επαναφέρεται με τον 1ο λόγο έφεσής της, οφείλεται σε αυτόν η διαφορά ποσού επτά χιλιάδων τριακοσίων ενενήντα έξι ευρώ και εβδομήντα εννέα λεπτών [13.572€ – 6.175,21€ = 7.396,79€]. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι στις ένδικες συμβάσεις ναυτολόγησης του ενάγοντος, περιέχεται o υπ’ αρ. 2 συμπληρωματικός όρος με το εξής περιεχόμενο: «Σε περίπτωση καταβολών υπέρτερων των νόμιμων αποδοχών, ως δώρο (bonus) ή άλλως πως χαρακτηριζόμενων, η εταιρεία δικαιούται και o ναυτικός συμφωνεί στον καθ’ οιονδήποτε χρόνο καταλογισμό των επιπλέον των ελάχιστων νόμιμων καταβληθέντων τοιούτων ποσών, σε συμψηφισμό και εξόφληση πάσης φύσεως ανεξαιρέτως και εν γένει τακτικών ή/και εκτάκτων αποδοχών του προβλεπόμενων από την οικεία συλλογική σύμβαση εργασίας ή/και πάσης φύσεως νομοθέτημα, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά αναφερόμενων βασικού μισθού, επιδομάτων, υπερωριών, εξτρά αμοιβών, αποδοχών/αποζημιώσεως αδείας και επιδόματος αδείας, επιδομάτων εορτών, αντιτίμου τροφής, τυχόν αυξήσεων προβλεπόμενων από συλλογικές συμβάσεις ή/και πάσης φύσεως νομοθέτημα, αποζημίωση απολύσεως, αποζημίωση ατυχήματος, μισθών ασθένειας και πάσης φύσεως αποζημίωση κ.ο.κ.». Κατά το επίδικο χρονικό διάστημα καταβλήθηκε στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των χιλίων εξακοσίων είκοσι δύο ευρώ και τριάντα έξι λεπτών [92,21 + 566,07 + 126,57 + 126,78 + 122,85 + 220,58 + 126,57 + 112,09 + 38,77 + 31,19 + 52,82 + 0,39 + 5,47 = 1.622,36 ευρώ], με την αιτιολογία «bonus πλοιοκτητών», επιπρόσθετα του μισθού του και συμφωνήθηκε, σύμφωνα με τα παραπάνω, να συμψηφίζεται με τις αξιώσεις αυτού που απορρέουν από τις ένδικες συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων ρητά και των αξιώσεών του λόγω παροχής υπερωριακής εργασίας, για την οποία συμφωνία δεν αντιλέγει ο ενάγων (βλ. σελ. 4 – 5 της ένδικης έφεσής του). Ειδικότερα, στον επίμαχο όρο προβλέπεται ρητά ότι η συγκεκριμένη παροχή (bonus) θα καλύπτει την οφειλόμενη υπερωριακή αμοιβή του ενάγοντος, ενώ σημειώνεται ότι η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 4 του ΝΔ/τος 4020/1959, με την οποία προβλέπεται στη χερσαία εργασία η ακυρότητα των συμβάσεων με τις οποίες συμφωνείται η κάλυψη των αξιώσεων καταβολής υπερωριακής αμοιβής με τις πέραν των ελαχίστων ορίων καταβαλλόμενες υπέρτερες αποδοχές, δεν εφαρμόζεται για την πάγια κατ΄ αποκοπή αμοιβή υπερωριών στη ναυτική εργασία (ΑΠ 516/2017 ΝΟΜΟΣ). Συντρέχουν, συνεπώς, οι προϋποθέσεις συμψηφισμού τού ως άνω ποσού με τις ένδικες αξιώσεις του ενάγοντος για αμοιβή λόγω υπερωριακής απασχόλησης, και πρέπει, γενομένης εν μέρει δεκτής και ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της σχετικής νόμιμης ερειδόμενης στις διατάξεις των άρθρ. 361, 440 ΑΚ ένστασης της εναγόμενης, που επαναφέρεται με τον 1ο λόγο της έφεσής της, να υποχρεωθεί η τελευταία να καταβάλει στον ενάγοντα για την υπερωριακή του απασχόληση το συνολικό ποσό των πέντε χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα τριών λεπτών [7.396,79€ – 1.622,36€ = 5.774,43€]. Εξάλλου, στο υπό τον τίτλο «Διανυκτέρευση εις λιμένα» άρθρο 16 της ως άνω ΣΣΝΕ ορίζεται ότι: «Κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει τα της υπηρεσίας των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά τον μήνα κατά τους μήνας Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους λοιπούς μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν (§ 1). Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο ήτοι το 1/22 του υπό της Συλλογικής Συμβάσεως προβλεπομένου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (§ 2). Για την παρεχομένη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή (§ 3)». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι ο νόμιμος λόγος παραγωγής ευθύνης του πλοιοκτήτη προς αποζημίωση του ναυτικού που στερήθηκε της δυνατότητας διανυκτέρευσης εκτός του πλοίου συνίσταται μόνον στο ότι αυτός δεν έχει ρυθμίσει τα της υπηρεσίας του πλοίου του κατά τρόπο που να εξασφαλίζει την παροχή τέτοιας δυνατότητας. Αντιθέτως, η αποζημίωση αυτή δεν οφείλεται όταν η μη διανυκτέρευση του ναυτικού στο λιμένα αφετηρίας ή προορισμού του δρομολογίου του πλοίου δεν προκαλείται από γεγονός αναγόμενο στη σφαίρα ευθύνης του πλοιοκτήτη αλλά συνιστά επιλογή του ίδιου του ναυτικού. Πράγματι, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων ο τελευταίος δεν έχει δικαίωμα επιλογής (επιθυμία την ονομάζει η ΣΣΝΕ) μόνον του λιμένα στον οποίο θα διανυκτερεύσει, από τους δύο εκάστου δρομολογίου (αφετηρίας ή προορισμού) κατά το συμφέρον του (χωρική εγγύτητα του τόπου διανυκτέρευσης με τον τόπο της μόνιμης κατοικίας του) αλλά και του αν θα διανυκτερεύσει εκτός του πλοίου ή όχι. Αν, μολονότι ελεύθερος υπηρεσίας σε οποιοδήποτε λιμάνι, δεν επιθυμεί να υποβληθεί σε δαπάνες για την ανεύρεση νυκτερινού καταλύματος, δεν μπορεί να υποχρεωθεί σε παραμονή εκτός πλοίου από τον πλοιοκτήτη, προκειμένου αυτός να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης, επειδή ο ναυτικός δεν άσκησε το δικαίωμά του να διανυκτερεύσει εκτός πλοίου. Για την ταυτότητα του νομικού λόγου δεν μπορεί, αντίστοιχα, ο πλοιοκτήτης να υποχρεωθεί σε καταβολή αποζημίωσης, επειδή ο ναυτικός δεν ζήτησε τη χορήγηση διανυκτέρευσης, μολονότι οι υπηρεσίες στο πλοίο είχαν ρυθμιστεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να έχει αυτή την δυνατότητα (ΜονΕφΠειρ. 161/2024, ΜονΕφΠειρ. 259/2022, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου στο Διαδίκτυο). Εν προκειμένω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι ο ενάγων ουδέποτε ζήτησε να διανυκτερεύσει εκτός πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, τα οποία άλλωστε, δεν εμφάνιζαν εγγύτητα με τον τόπο της μόνιμης κατοικίας του, δηλαδή το Αγρίνιο, του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Σχετικό αίτημα ούτε ο ίδιος επικαλείται, αφού κατά την επιθυμία του θα ελάμβανε την σχετική άδεια, ούτε από κανένα στοιχείο της δικογραφίας προκύπτει ότι υπήρχε λόγος να μην του χορηγηθεί άδεια διανυκτέρευσης, δεδομένου ότι κανείς από τους μάρτυρες απόδειξης δεν αναφέρει ότι ο ενάγων ήταν υποχρεωμένος να παραμένει στο πλοίο ως προσωπικό ασφαλείας ή για άλλη αιτία αναγόμενη στη σφαίρα ευθύνης του πλοιοκτήτη, ενώ κατά τη διάρκεια της νύχτας ούτε ο ενάγων ισχυρίζεται ότι ασκούσε τα καθήκοντα της ειδικότητάς του και επομένως είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός του, που περιέχεται στον 2ο λόγο της έφεσής του ότι δεν λάμβανε τις σχετικές άδειες διανυκτέρευσης επειδή δεν υπήρχε άλλος βοηθός φροντιστή να τον αντικαταστήσει. Ούτε η άδεια διανυκτέρευσης είναι 24ωρη, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει ο ενάγων, δεδομένου ότι και από την γραμματική διατύπωση του άρθρου 16 της σσνε ευχερώς συνάγεται ότι διανυκτέρευση θεωρείται η εκτός του πλοίου απουσία του ναυτικού κατά τη διάρκεια της νύκτας και μόνον. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που απέρριψε το σχετικό κονδύλιο ποσού 1.423,76 € ως κατ’ ουσία αβάσιμο ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει να απορριφθεί ο 2ος λόγος της έφεσης του ενάγοντος. Με τον 3ο λόγο έφεσης του ενάγοντος και τον 2ο λόγο έφεσης της εναγόμενης, αμφότεροι οι διάδικοι παραπονούνται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, για το λόγο ότι προσδιόρισε εσφαλμένα το ύψος του μισθού του ενάγοντος, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτές μέσο όρο 11ωρης υπερωριακής αμοιβής και, στη συνέχεια, υπολόγισε εσφαλμένα την διαφορά που δικαιούτο ως επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων των ετών 2020 και Πάσχα 2021, με αποτέλεσμα να του επιδικάσει κατά τους ισχυρισμούς, του μεν ενάγοντος, λιγότερο ποσό από το αιτούμενο και μη λαμβάνοντας, επιπλέον, υπόψιν τον μέσο όρο της αποζημίωσης για τη μη χορήγηση αδειών διανυκτέρευσης, αφού η εκκαλουμένη απέρριψε το κονδύλιο αυτό, της δε εναγόμενης, περισσότερο ποσό αυτού που έπρεπε να λάβει, επιπλέον, δε, εσφαλμένα συνυπολογίζοντας στις αποδοχές και παροχές που δεν είναι τακτικές, ήτοι το επίδομα άγονης γραμμής, εξ ευρώ 84,34, το οποίο καταβάλλεται εάν και εφόσον εκτελείται δρομολόγιο άγονης γραμμής, καθώς και τον μέσο όρο μεταφοράς τροφοεφοδίων εξ ευρώ 97,29, που καταβάλλεται εάν και εφόσον υπάρχει σχετική απασχόληση και αναλόγως του βάρους των τροφοεφοδίων, ταυτόχρονα, δε, επαναφέρει και την ένσταση εξόφλησης των εν λόγω κονδυλίων. Επί των λόγων αυτών λεκτέα τα ακόλουθα:
Από τη διάταξη του άρθρου 14 της εφαρμοστέας άνω σσνε σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14-12-1982 απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς του δικαιούμενους ναυτικούς» (Φ.Ε.Κ. B’ 1/07-01-1982), προκύπτει ότι οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντίστοιχα, εφόσον η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από την 1η Μαΐου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου και από την 1η Ιανουαρίου μέχρι την 30η Απριλίου αντίστοιχα, ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ’ όλο το αντίστοιχο χρονικό διάστημα, τα 2/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του μισού (μηνιαίου) μισθού για κάθε οκταήμερο χρονικό διάστημα αντίστοιχα ή ανάλογο κλάσμα σε περίπτωση χρονικού διαστήματος μικρότερο του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου. Για τον υπολογισμό των επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πράγματι καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα προ του Πάσχα αντίστοιχα, ενώ ως καταβαλλόμενος μισθός νοείται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού. Τακτικές αποδοχές για την εφαρμογή των διατάξεων της άνω Υπουργικής Απόφασης θεωρούνται ο μισθός καθώς και κάθε άλλη παροχή εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από το μισθωτό εργασίας, τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά, κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα του χρόνου. Ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικά στην ανωτέρω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος πάγια και τακτικά ανά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικά, γ) οι λοιπές, τακτικά και πάγια, καταβαλλόμενες παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (Εφ.Πειρ. 435/2022, Εφ.Πειρ. 397/2020, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 18/2016, Εφ.Πειρ. 19/2016, Εφ.Πειρ. 371/2016, Εφ.Πειρ. 73/2016, Εφ.Πειρ. 160/2014, Εφ.Πειρ. 36/2014, Εφ.Πειρ. 647/2014, Εφ.Πειρ. 231/2013, Εφ.Πειρ. 377/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), η τροφοδοσία, είτε καταβάλλεται αυτούσια είτε σε χρήμα (Εφ.Πειρ. 463/2022, Εφ.Πειρ. 435/2022, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 496/2015, αδημ, Εφ.Πειρ. 861/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (Α.Π. 1013/2003, Εφ.Πειρ. 463/2022, Εφ.Πειρ. 481/2022, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 430/2014, Εφ.Πειρ. 361/2014, Εφ.Πειρ. 56/2014, Εφ.Πειρ. 83/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) και το επίδομα άγονης γραμμής (Εφ.Πειρ. 544/2022, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 464/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (Εφ.Πειρ. 463/2022, Εφ.Πειρ. 220/2022, Εφ.Πειρ. 435/2022, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 164/2014, Εφ.Πειρ. 328/2014, Εφ.Πειρ. 177/2012, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), ωστόσο συνυπολογίζεται και η εν λόγω αμοιβή στην περίπτωση που πραγματοποιούνται τακτικά τέτοια δρομολόγια και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (Εφ.Πειρ. 463/2022, ό.α, Εφ.Πειρ. 544/2022, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 590/2014, Εφ.Πειρ. 66/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, νομίμως λαμβάνεται υπ’ όψιν το αντίτιμο τροφής, ασχέτως αν παρέχεται σε χρήμα ή σε είδος, καθόσον αποτελεί μέρος του μισθού και τακτική προσαύξησή του, αποτιμητή σε χρήμα κατά τα οριζόμενα στη σσνε (ΜΕφΠ 496/2015 ΝΟΜΟΣ), όχι, όμως, το επίδομα ιματισμού, αφού τούτο δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον η κύρια και βασική αιτία χορηγήσεώς του Είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΑΠ 226/2003, ΕφΠειρ 194/2022, 48/2021, ΕφΠειρ 294/2020, ΕφΠειρ 397/2020, ΕφΠειρ 55/2017, ΝΟΜΟΣ, Ι. Κοροτζή, Ναυτικό Δίκαιο, τ. υπ’ άρθρο. σ. 332 και υπ’ άρθρο 76, σ. 387).
Με βάση τα παραπάνω, στις νόμιμες τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος ναυτικού θα συνυπολογιστούν ο μέσος όρος της αμοιβής του για υπερωριακή εργασία, η οποία αποδείχθηκε ότι ο ενάγων παρείχε, απορριπτομένων ως ουσιαστικά αβάσιμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της εναγόμενης και του οικείου λόγου της έφεσής της, ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής μεταφοράς τροφοεφοδίων εξ ευρώ 97,29 €, το οποίο έπρεπε να λαμβάνει ο ενάγων τακτικά κάθε μήνα και του επιδόματος πλόων άγονης γραμμής, εξ ευρώ 84,34€, δεδομένου ότι από τις μηνιαίες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του ενάγοντος προκύπτει η κατά τρόπο σταθερό, τακτική, κάθε μήνα καταβολή ποσών για την αιτία αυτή, καθ΄ ομολογία δε και της εναγόμενης το πλοίο διενεργούσε τακτικά πλόες στην άγονη γραμμή, απορριπτομένων των αντίθετων ισχυρισμών της. Δεν θα συνυπολογιστεί, όμως, στις τακτικές αποδοχές του: α)το επίδομα ιματισμού, για τον λόγο που αναφέρθηκε στην αμέσως παραπάνω μείζονα σκέψη και β) η πρόσθετη αμοιβή του για δρομολόγια εξπρές, επειδή δεν την λάμβανε αδιαλείπτως και τα δρομολόγια εξπρές δεν πραγματοποιούνταν τακτικά, ενώ και ο ίδιος δεν τη συνυπολογίζει στις τακτικές αποδοχές του στο δικόγραφο της αγωγής του και γ) το μηνιαίο «bonus», δεδομένου ότι αυτό δόθηκε, κατά τα ανωτέρω, με σκοπό να μπορεί να συμψηφιστεί με την αμοιβή για τυχόν υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, όπως και έγινε κατά τα ανωτέρω, οπότε δεν μπορεί να συνυπολογιστεί επιπλέον και χωριστά από τις υπερωρίες [ΕφΠειρ 397/2020, www.efeteio-peir. gr). Κατόπιν τούτων οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος βάσει των οποίων υπολογίζονται τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ανέρχονται στο συνολικό ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων ογδόντα τριών ευρώ και ενενήντα τριών λεπτών: [μηνιαίος μισθός ενέργειας 1.204,81€ + επίδομα Κυριακών 265,06€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64€ + ειδικό επίδομα βοηθού φροντιστή με πτυχίο 57,63€ + αποδοχές άδειας μετά τροφοδοσίας 433,96€ + αντίτιμο τροφής 599,40€ + μέσος όρος μηνιαίας ειδικής αμοιβής μεταφοράς τροφοεφοδίων 97,29€ + μέσος όρος επιδόματος πλόων άγονης γραμμής 84,34€ + μέσος όρος αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 904,80€ (13.572€ [6.890,40€ {Σάββατα και αργίες} + 6.681,60€ {Καθημερινές και Κυριακές} /450 ημέρες {66 + 384} = 30,16 Χ 30) = 3.683,93€]. Κατά συνέπεια ο ενάγων δικαιούται: α)Για αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα 2020 δεδομένου ότι ο ενάγων απασχολήθηκε εντός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος από 04.03.2020 έως 30.04.2020, ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8 ημέρες εργασίας και άρα το ποσό των οκτακοσίων ενενήντα ευρώ και τριάντα λεπτών (ήτοι: μηνιαίος μισθός 3.683,93€ : 2 Χ 1/15 = 122,80 ευρώ ανά 8ήμερο Χ 7,25 οκταήμερα = 890,30 ευρώ), έναντι του οποίου η εναγόμενη του κατέβαλε το συνολικό ποσό των 615,64 ευρώ (297,21€ + 318,43€), όπως αποδεικνύεται από τους επικαλούμενους και προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, σε συνδυασμό με τα σχετικά εμβάσματα πληρωμής και συνεπώς, γενομένης δεκτής και ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της σχετικής ένστασης της εναγόμενης, δικαιούται να λάβει την διαφορά, ποσού διακοσίων εβδομήντα τεσσάρων ευρώ και εξήντα πέντε λεπτών [890,30€ – 615,64€=274,65€], β) Για αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2020 και για το διάστημα της υπηρεσίας του από 1.5.2020 έως 31.12.2020, ο ενάγων δικαιούται να λάβει ποσό ίσο με έναν πλήρη μηνιαίο μισθό, ο οποίος όπως προεκτέθηκε ανερχόταν στο ποσό των 3.683,93€, έναντι του οποίου η εναγόμενη του κατέβαλε το συνολικό ποσό των 2.306,49 ευρώ (322,21 + 162,50 + 305,57 + 305,33 + 305,33 + 305,33 + 294,89 + 305,33), όπως αποδεικνύεται από τους επικαλούμενους και προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας, σε συνδυασμό με τα σχετικά εμβάσματα πληρωμής, και συνεπώς, γενομένης δεκτής και ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της σχετικής ένστασής της ο ενάγων δικαιούται την διαφορά, ποσού χιλίων τριακοσίων εβδομήντα επτά ευρώ και σαράντα πέντε λεπτών [3.683,93 – 2.306,49 = 1.377,45 (με στρογγυλοποίηση), γ) για αναλογία δώρου Πάσχα 2021, δεδομένου ότι ο ενάγων απασχολήθηκε εντός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος, από 01.01.2021 έως 26.03.2021 και από 16.04.2021 έως 30.04.2021, ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του, για κάθε 8 ημέρες εργασίας και άρα το ποσό των χιλίων πεντακοσίων τριάντα τεσσάρων ευρώ και ενενήντα επτά λεπτών (ήτοι: μηνιαίος μισθός 3.683,93€ : 2 Χ 1/15 = 122,80 ευρώ ανά 8ήμερο Χ 12,5 οκταήμερα = 1.534,97€), έναντι του οποίου η εναγόμενη του κατέβαλε το συνολικό ποσό των 1.048,26 ευρώ (312,30 + 312,30 + 270,99 + 152,67], όπως αποδεικνύεται από τους επικαλούμενους και προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, σε συνδυασμό με τα σχετικά εμβάσματα πληρωμής και συνεπώς, γενομένης δεκτής ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της σχετικής ένστασης της εναγόμενης, ο ενάγων δικαιούται να λάβει την διαφορά, ποσού τετρακοσίων ογδόντα έξι ευρώ και εβδομήντα ενός λεπτών [1.534,97€ – 1.048,26€ = 486,71€] και δ)Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2021, για το χρονικό διάστημα από 01.05.2021 έως 26.07.2021, ποσό ίσο με τα 2/25 του μηνιαίου μισθού του για κάθε 19 ημέρες απασχόλησης και άρα το ποσό των χιλίων τριακοσίων σαράντα εννέα ευρώ και εβδομήντα εννέα λεπτών [3.683,93 Χ2/25 Χ 4,58 δεκαεννεαήμερα = 1.349,79€), έναντι του οποίου η εναγόμενη του κατέβαλε το συνολικό ποσό των οκτακοσίων τριάντα οκτώ ευρώ και είκοσι επτά λεπτών [316,56 + 247,61 + 274,10 = 838,27€] ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους επικαλούμενους και προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας, σε συνδυασμό με τα σχετικά εμβάσματα πληρωμής, και συνεπώς, γενομένης δεκτής ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της σχετικής ένστασης της εναγόμενης, ο ενάγων δικαιούται την διαφορά, ποσού πεντακοσίων έντεκα ευρώ και πενήντα δύο λεπτών [1.349,79 – 838,27 = 511,52€]. Επομένως, συνολικά για τις ανωτέρω αιτίες [αναλογία ΔΠ 2020 και 2021 και ΔΧ 2020 και 2021] ο ενάγων δικαιούται να λάβει από την εναγόμενη το ποσό των δύο χιλιάδων εξακοσίων πενήντα ευρώ και τριάντα τριών λεπτών [274,65 + 486,71 +1.377,45 + 511,52 = 2.650,33€]. Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που επιδίκασε περισσότερα ποσά για την αιτία αυτή εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο αυτό και να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος εν μέρει ο 2ος λόγος της έφεσης της εναγόμενης και να απορριφθεί, αντίστοιχα, ως αβάσιμος στην ουσία του ο 3ος λόγος της έφεσης του ενάγοντος. Με τον 4ο λόγο της έφεσης του τελευταίου και τον 3ο λόγο έφεσης της εναγόμενης οι διάδικοι παραπονούνται ο μεν ενάγων για εσφαλμένο προσδιορισμό των αποδοχών επί των οποίων υπολογίστηκε η αποζημίωση απόλυσής του και συνέχεται με τον μέσο όρο αφενός της υπερωριακής του απασχόλησης και αφετέρου της αναλογίας επί των επιδομάτων εορτών, τα οποία υπολόγισε η εκκαλουμένη εσφαλμένα, με βάση μειωμένες ώρες και επιπλέον μη λαμβάνοντας υπόψιν τον μ.ο. της αποζημίωσης για μη λήψη αδειών διανυκτέρευσης, καθόσον απέρριψε το κονδύλιο αυτό. Η δε εναγόμενη ισχυρίζεται ότι ο ενάγων δεν δικαιούται αποζημίωση απόλυσης και ήταν εσφαλμένη η κρίση της εκκαλουμένης απόφασης και επίσης ότι δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται η αποζημίωση απόλυσης η αποζημίωση αδειών διανυκτέρευσης, ούτε η αναλογία των επιδομάτων εορτών. Επί των λόγων αυτών λεκτέα τα ακόλουθα: Όπως αποδεικνύεται από τις αντίστοιχες εγγραφές στο ναυτικό του φυλλάδιο, ο ενάγων απολύθηκε στις 26.03.2021 «αμοιβαία συναινέσει», ενώ, ακολούθως, κατόπιν της επαναυτολόγησής του στο ως άνω πλοίο στις 16.04.2021 απολύθηκε στις 26.07.2021, με αναγραφόμενη στο ναυτικό του φυλλάδιο αιτιολογία απόλυσης «λόγω μετάθεσης». Με τον συμπληρωματικό όρο 3 της τελευταίας από 16.04.2021 σύμβασης εργασίας του, όρος που περιλαμβανόταν και στην προγενέστερη σύμβασή του, η εναγόμενη διατηρούσε το δικαίωμα να μεταθέσει τον ενάγοντα σε έτερα πλοία ιδίων συμφερόντων της, συναινούντος προς τούτο του ενάγοντος, o οποίος, δυνάμει του ως άνω όρου, υποχρεούνταν να αποδεχθεί την όποια μετάθεση. Έτσι, η αναγραφή από τον πλοίαρχο στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος τής «λόγω μετάθεσης» απόλυσής του λαμβάνει χώρα κατόπιν εντολής προς τον πλοίαρχο της εργοδότριας έχουσα προς τούτο σχετικό δικαίωμα κατά ρητή συμβατική συμφωνία με τον ενάγοντα και εκάστοτε ναυτικό, σύμφωνα με τον ως άνω με αρ. 3 συμβατικό όρο των Συμπληρωματικών Όρων των Ατομικών Συμβάσεων Ναυτικής Εργασίας του και όχι κατόπιν προηγούμενης συνεννόησής της με τον ενάγοντα και συνεπώς σε περίπτωση άρνησης του ναυτικού στην μετάθεσή του δεν γεννάται υποχρέωση του πλοιάρχου να επέμβει επί του ναυτικού φυλλαδίου και να προβεί σε αλλαγή του περιεχομένου του και δη σε τροποποίηση – διαγραφή της «λόγω μεταθέσεως» απόλυσης και αντικατάσταση με νέα εγγραφή «λόγω παραιτήσεως του ναυτικού», όπως εσφαλμένα έκρινε η εκκαλουμένη απόφαση. Ο ενάγων συνομολογεί τον παραπάνω συμβατικό όρο περί μεταθέσεώς του και ότι ενόψει αυτού αποδέχθηκε την μετάθεσή του και απολύθηκε αλλά ισχυρίζεται, στη συνέχεια, ότι δικαιολογημένα και με καλή πίστη ενεργώντας αρνήθηκε την ναυτολόγησή του στο ταχύπλοο πλοίο CV, η πλοιοκτήτρια του οποίου ανήκει στον ίδιο “όμιλο” επιχειρήσεων με την εναγόμενη, για τον λόγο ότι μαζί και η τελευταία τον ενημέρωσαν ότι στα πλαίσια της εκτέλεσης των καθηκόντων του θα ήταν αναγκαίο να χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό υπολογιστή, προκειμένου να κάνει διάφορες εργασίες, όπως π.χ. καταχώρηση δεδομένων σε ηλεκτρονικό αρχείο, λήψη και αποστολή email κλπ, ενώ ο ίδιος δεν διέθετε επαρκείς γνώσεις ηλεκτρονικών υπολογιστών για να μπορεί να εκτελεί αυτές τις εργασίες και κατόπιν τούτου, εκείνες υπαναχώρησαν της συμφωνίας μετάθεσης και τελικά δεν ναυτολογήθηκε στο ως άνω ταχύπλοο. Τα αυτά βεβαιώνει και ο μάρτυρας αποδείξεως ……., ο οποίος, όμως, αναφέρεται, στην από 28.3.2022 ένορκη βεβαίωσή του, σε απόλυση του ενάγοντος εσφαλμένα τον Ιανουάριο του έτους 2021, αντί του ορθού, 26.07.2021. Από την άλλη μεριά η μάρτυρας ανταπόδειξης, ……. καταθέτει μετά λόγου γνώσης τα εξής:«…Μετά από συνεχή υπηρεσία του στα πλοία του ομίλου από του έτους 2017, με τις μεταθέσεις του …………. να γίνονται πάντοτε μέσω του οικείου λιμεναρχείου κάθε λιμένος, με τους ίδιους όρους εργασίας, τις ίδιες αποδοχές της συλλογικής σύμβασης που ίσχυε κάθε φορά για τα πληρώματα της ακτοπλοΐας, και με την ίδια ειδικότητα, την 26/7/2021 απελύθη του με Ελληνική σημαία πλοίου “AJ” στο οποίο υπηρετούσε συνεχώς από 4/3/2020 έως 26/3/2021 και από 16/4/2021 έως 26/7/2021, λόγω μεταθέσεώς του στο με Κυπριακή σημαία και συμβεβλημένο με το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο ακτοπλοϊκό επιβατηγό πλοίο “CV” της εταιρείας “………”, επίσης ιδίων συμφερόντων του ομίλου ………… Όμως ο ……… αρνήθηκε την μετάθεσή του δηλώνοντας στον πλοίαρχο του πλοίου “AJ” ότι ήθελε να πάει στο σπίτι του στο Αγρίνιο να ξεκουραστεί και έτσι δεν έγινε η μετάθεσή του από αποκλειστική υπαιτιότητά του. Δεν είναι αληθής η αναφορά του ……… στην αγωγή που κατέθεσε κατά της εταιρείας ότι επειδή θα χρησιμοποιούσε ηλεκτρονικό υπολογιστή για καταχώριση στοιχείων και ηλεκτρονικών μηνυμάτων, δήλωσε ότι δεν έχει επαρκείς γνώσεις και η εταιρεία υπαναχώρησε και δεν τον ναυτολόγησε. Αυτό είναι επινόηση του …….. για να διεκδικήσει αποζημίωση απόλυσης. Οι όποιες ηλεκτρονικές καταχωρήσεις γίνονται από την Οικονομική Επιστασία του πλοίου και όχι από τον βοηθό φροντιστή και ποτέ δεν ζητήθηκε από τον …… να εκτελέσει άλλα καθήκοντα εκτός από αυτά του βοηθού φροντιστή που εκτελούσε και στα προηγούμενα τέσσερα πλοία του ομίλου συνεχώς από του έτους 2017…». Εξάλλου, η καταχώριση από τον ενάγοντα δεδομένων σε ηλεκτρονικό αρχείο, λήψη και αποστολή email, όπως ο ίδιος αναφέρει, ενόψει και της ηλικίας του (γενν.1969) αλλά και της από μακρού χρόνου ευρέως διαδεδομένης χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή δεν δικαιολογεί την άρνησή του να επαναυτολογηθεί και αληθής υποτιθέμενος ο ισχυρισμός του. Αποδεικνύεται, όμως, ότι πράγματι ο ενάγων υπαναχώρησε από τη νέα σύμβαση ναυτολόγησης για λόγους που αφορούσαν αποκλειστικά τον ίδιο και ειδικά για λόγους ξεκούρασης, ενόψει του ότι από το έτος 2017 ήταν ναυτολογημένος σε πλοία της εναγόμενης και ήθελε να επιστρέψει στον τόπο του για αναψυχή για περισσότερο χρόνο από αυτόν που θα του δινόταν σε περίπτωση χορήγησης άδειας, όπως συνήθως συμβαίνει στο ναυτικό επάγγελμα. Επομένως, ο ενάγων δεν δικαιούται να λάβει αποζημίωση απόλυσης και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε διαφορετικά και του επιδίκασε για την αιτία αυτή το ποσό των 2.221,19 ευρώ, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει και κατά το κεφάλαιο αυτό να εξαφανιστεί, απορριπτομένου του 4ου λόγου της έφεσης του ενάγοντος και δεκτού γενόμενου, αντίστοιχα, του 3ου λόγου της έφεσης της εναγόμενης. Ενόψει, δε, του ότι δεν προβάλλεται από τους διαδίκους άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθούν όσα κρίθηκαν απορριπτέα και να γίνουν εν μέρει δεκτές ως ουσιαστικά βάσιμες οι συνεκδικαζόμενες εφέσεις, κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους τους, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη υπ΄αριθμ. 391/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη ανατραπέν μέρος της, για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Δνη 1985/642, ΜονΕφΠειρ. 8/2024, ΜονΕφΘεσ. 174/2018, ΜονΕφΠειρ. 16/2017, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΠειρ. 700/2011, ΕΝαυτΔ 2012/113), συμπεριλαμβανομένης τής, περί επιβολής δικαστικών εξόδων, διάταξής της και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν επανεκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και ως ουσιαστικά βάσιμη και: Α]Να αναγνωριστεί ότι οφείλει η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα: α) Για την ειδική αμοιβή για τη μεταφορά τροφοεφοδίων (άρθ. 8 παρ. 10 σσνε) το ποσό των χιλίων τετρακοσίων πενήντα εννέα ευρώ και τριάντα εννέα λεπτών (1.459,39€), β) Για διαφορά του ειδικού επιδόματος βοηθού φροντιστή με πτυχίο (άρθ. 8 παρ. 11 σσνε) το ποσό των οκτακοσίων δώδεκα ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτών (812,58€), γ) Για διαφορές αναλογίας επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα για τα έτη 2020 και 2021, το ποσό των δύο χιλιάδων εξακοσίων πενήντα ευρώ και τριάντα τριών λεπτών [2.650,33€], δ)Για πρόσθετη αμοιβή για την εκτέλεση δρομολογίων εξπρές το ποσό των εκατόν εξήντα ενός ευρώ και ογδόντα πέντε λεπτών (161,85€) και συνολικά για τις παραπάνω αιτίες το ποσό των πέντε χιλιάδων ογδόντα τεσσάρων ευρώ και δεκαπέντε λεπτών [1.459,39 + 812,58 + 2.650,33 + 161,85 = 5.084,15€] και Β]Να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα για διαφορές από την υπερωριακή του απασχόληση το ποσό των πέντε χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (5.774,43€) και όλα τα παραπάνω με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της λύσης (26.7.2021) της σύμβασης ναυτολόγησής του, δηλαδή από 27.7.2021, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, πλην, της διαφοράς επί της αναλογίας του επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2021, ποσού 511,52 ευρώ, η οποία πρέπει να του καταβληθεί με το νόμιμο τόκο από την 1.1.2022 [ΥΑ 70.109/8008 [(Εμπορικής Ναυτιλίας) σχετ. ΟλΑΠ 39-40/2002, ΑΠ 1.537/2006 ΝΟΜΟΣ], που κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή. Κατόπιν αυτών, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση του υποβληθέντος με το δικόγραφο της έφεσης αιτήματος της εναγόμενης για επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που βρίσκονταν πριν από την εκ μέρους της καταβολή στον ενάγοντα του χρηματικού ποσού των 5.000 ευρώ, που αφορούσε την καταψηφιστική διάταξη για την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος που η εκκαλουμένη απόφαση κήρυξε εν μέρει προσωρινά εκτελεστή και η εναγόμενη θεμελιώνει στις διατάξεις των άρθρων 525 § 3 και 914 ΚΠολΔ, διότι το χρηματικό ποσό της τελεσίδικης καταψήφισης για την αιτία αυτή, ύψους 5.774,43 ευρώ, υπερβαίνει το καταβληθέν από την εναγόμενη. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα από τους διαδίκους πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ τους κατά ένα μέρος, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους και να επιβληθεί μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος σε βάρος της εναγόμενης (άρθρα 106, 176, 178, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις εφέσεις.
Δέχεται αυτές τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν.
Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.
Κρατεί και δικάζει την αγωγή.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Αναγνωρίζει ότι υποχρεούται η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των πέντε χιλιάδων ογδόντα τεσσάρων ευρώ και δεκαπέντε λεπτών [5.084,15€] και
Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των πέντε χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (5.774,43€) και όλα τα παραπάνω με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την 27.7.2021, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, πλην, της διαφοράς επί της αναλογίας του επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2021 που πρέπει να του καταβληθεί με το νόμιμο τόκο από την 1.1.2022.
Απορρίπτει αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.
Επιβάλλει σε βάρος της εναγόμενης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο καθορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, στις 25.4.2025
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ