Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 168/2025

Αριθμός  168/2025

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών,  Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη και Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα KΣ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ……….,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο, Χαρίκλεια Παπαδοπούλου (με δήλωση κατ’  άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία «………..» τον διακριτικό τίτλο «……….» που εδρεύει στον Δήμο ……………, και εκπροσωπείται νόμιμα,  η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο, Ιωάννα Ανδρουτσοπούλου.

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 12.10.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ 2273/2019  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία κήρυξε εαυτό κατά τόπον αναρμόδιο και παράπεμψε την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Με την, απευθυνόμενη στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, από  12.10.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2020) κλήση η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη επανέφερε  την ως άνω αγωγή προς εκδίκαση ενώπιον του προαναφερόμενου Δικαστηρίου, το οποίο, συζητήσεως γενομένης, εξέδωσε την υπ΄ αριθμ. 1034/2023 απόφασή του,  με την οποία δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την τελευταία αυτή απόφαση προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  ο εναγόμενος και ήδη  εκκαλών με την από  3.4.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……../2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………./2023) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 18η.4.2024, μετά δε από αναβολή, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμος.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και η πληρεξούσια  δικηγόρος της εφεσιβλητης, αφού έλαβε τον λόγο από τον Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η  με  αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του  Εφετείου Πειραιώς   …………/2023 έφεση κατά της υπ΄αριθμόν 1034/2023 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά την τακτική   διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις  27-3-2023  και  η  έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Πρωτοδικείου Πειραιά  στις  3-4-2023 (άρθρα  495,  511,  513,  516  παρ 1, 517 εδαφ  α,  518  παρ 1  και 147 ΚΠολΔ)  δίχως να έχει προηγηθεί επίδοση της απόφασης. Συνεπώς, πρέπει να  γίνει  τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής  κατά την  αυτή  διαδικασία  δοθέντος ότι έχει κατατεθεί και το προβλεπόμενο από την  διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παραβόλο άσκησης έφεσης (βλ υπ΄αριθμόν …………. /2023  e-παράβολο).

Με την αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση  η ενάγουσα εταιρεία  ιστορούσε ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων πωλήσεως που συνήψε προφορικά  με τον εναγόμενο  πώλησε και παρέδωσε  σ΄αυτόν  τα αναφερόμενα  κατ΄ειδος, ποσότητα,  τιμή μονάδος, τίμημα και εκδοθέν  τιμολόγιο στην αγωγή είδη νωπών, ξηρών και επεξεργασμένων   προϊόντων φυτικής προελεύσεως  συνολικής  αξίας 462.256,68  ευρώ με την συμφωνία το τίμημα κάθε επιμέρους πώλησης να πιστώνεται για χρονικό διάστημα 15 ημερών από της εκδόσεως του αντίστοιχου τιμολογίου.  Έναντι του ποσού αυτού ο εναγόμενος μεταβίβασε στην ενάγουσα εξ (6) επιταγές συνολικού ποσού 160.000 ευρώ δυνάμει των οποίων εξεδόθη  διαταγή πληρωμής ενώ αρνείται την καταβολή του εναπομείναντος υπολοίπου ύψους 302.256,68 ευρώ. Ζήτησε  δε, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος  να καταβάλει σ΄αυτήν το ποσό αυτό με το νόμιμο τόκο από της παρόδου της προθεσμίας της πίστωσης  μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως καθώς, επίσης και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στα δικαστικά της έξοδα. Η  αγωγή αυτή  αρχικά  απευθύνθηκε  στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών το οποίο με την υπ΄αριθμόν 2273/2019 απόφασή  κήρυξε  εαυτόν  κατά τόπο αναρμόδιο και παρέπεμψε την εκδίκαση  της  στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά, το οποίο  εξέδωσε την εκκαλουμένη με την οποία υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το αιτούμενο ποσό  με το νόμιμο τόκο από της   παρόδου της προθεσμίας της πίστωσης μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως πλέον εξόδων  ύψους 13.000 ευρώ.

Ήδη κατά της απόφασης αυτής βάλλει ο  εναγόμενος  παραπονούμενος για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και  ζητεί την διενέργεια λογιστικής πραγματογνωμοσύνης με σκοπό την  εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την εν όλω  άλλως εν μέρει  απόρριψη της αγωγής της  αντιδίκου του.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 527, 532 και 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι η ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου έρευνα, διέρχεται τρία στάδια, κατά τα οποία εξετάζονται: πρώτα το παραδεκτό της ασκηθείσας εφέσεως (άρθρα 532 παρ. 1), δεύτερο το παραδεκτό ενός εκάστου των λόγων αυτής και τρίτο το κατ’ ουσίαν βάσιμο αυτών (άρθρο 533 παρ. 1). Το βάσιμο ή μη των λόγων της εφέσεως κρίνεται από το Εφετείο από την εκτίμηση του σε αυτό και στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο συγκεντρωθέντος εν γένει αποδεικτικού υλικού, συμπεριλαμβανομένου και του προσκομισθέντος το πρώτον στην κατ’ έφεση δίκη κατά τις προϋποθέσεις και τους ορισμούς του άρθρου 529 παρ. 1 και 2. Το Εφετείο, όμως του νόμου μη ορίζοντος το αντίθετο, κατά την ορθή έννοια των ως άνω διατάξεων, δεν κωλύεται για την κατά την κρίση του ολοκλήρωση της έρευνας περί της βασιμότητας των λόγων της εφέσεως και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλούμενη απόφαση, α)να διατάξει νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις, δια των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 339 Κ.Πολ.Δ ,μεταξύ των οποίων και η πραγματογνωμοσύνη, β)να διατάξει επανάληψη της συζήτησης, όταν κατά τη μελέτη και διάσκεψη της υπόθεσης, παρουσιάστηκαν κενά, που χρειάζονται συμπλήρωση (άρθρο 254 Κ.Πολ.Δ), ώστε μετά την εκτίμηση των διεξαχθησομένων τούτων αποδείξεων καθώς και αυτών που εκτιμήθηκαν από την εκκαλούμενη απόφαση, να κρίνει εάν είναι εσφαλμένη ή μη η πληττόμενη με την έφεση απόφαση και, σε καταφατική περίπτωση, να αποφανθεί περί της βασιμότητας των λόγων της εφέσεως και, εκ τούτου, κατ’ επιταγή πλέον του νόμου (άρθρο 535 παρ. 1), να εξαφανίσει τότε την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, εφόσον κατά την έννοια της άνω διατάξεως, προϋπόθεση της εξαφανίσεως αυτής (αποφάσεως) είναι η προηγούμενη διάγνωση από το Εφετείο της βασιμότητας των λόγων εφέσεως, η οποία επιτυγχάνεται κυριαρχικά απ’ αυτό, κατά τα προεκτεθέντα. Το αντίθετο δεν συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, αλλά τουναντίον: α)από τη διάταξη του άρθρου 254 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, που εφαρμόζεται, κατά το άρθρο 524 παρ. 1 του ιδίου κώδικα, και στην κατ’ έφεση δίκη, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση και β)από την έχουσα επίσης εφαρμογή στη δευτεροβάθμια δίκη (άρθρο 524 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ) διάταξη του άρθρου 245 παρ. 1 του ιδίου Κώδικα, η οποία ορίζει ότι το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει οτιδήποτε μπορεί να συντελέσει στη διάγνωση της διαφοράς, σαφώς προκύπτει ότι το Εφετείο δικαιούται να διατάξει επανάληψη της συζήτησης και να διατάξει νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις, που θα συντελούν στη διάγνωση  της βασιμότητας του λόγου εφέσεως και της εν γένει διαφοράς, κατά τα δι’ αυτού οριζόμενα όρια, χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλουμένη. Αναφορικά δε με τα παραπάνω ζητήματα, το δικαστήριο αποφασίζει κατά την ανέλεγκτη κρίση του, εκτιμώντας ελεύθερα τη χρησιμότητα του επιλεγόμενου μέτρου για τη διευκόλυνση των εριστών σημείων της διαφοράς (ΕΑ 248/2012 ΕλλΔνη 2013.453). Τέλος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 368 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη ελεγχόμενη αναιρετικά κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο ελευθέρως εκτιμά την ανάγκη της χρησιμοποιήσεως του αποδεικτικού αυτού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται όχι απλώς “ειδικές”, αλλά “ιδιάζουσες” γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, οπότε οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονα ή πραγματογνώμονες, άλλως η απόρριψη, ρητώς ή σιωπηρώς, του σχετικού αιτήματος δημιουργεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως (ΑΠ 237/2016, ΑΠ 1009/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην  προκειμένη περίπτωση οι διάδικοι συνομολογούν   ότι :  Η ενάγουσα  εταιρεία δραστηριοποιείται στην εμπορία  νωπών, ξηρών και επεξεργασμένων προϊόντων φυτικής προελεύσεως  με έδρα στον Δήμο …………  Ο εναγόμενος διατηρεί ατομική επιχείρηση  με το αυτό είδος δραστηριότητας στην … Κυκλάδων έχοντας  δύο υποκαταστήματα,  ένα στην τοποθεσία ….  και ένα στην τοποθεσία ………….  Επί σειρά ετών ο εναγόμενος  προμηθευόταν   από την ενάγουσα μεγάλες ποσότητες  προϊόντων της,  τα οποία,  στη συνέχεια, διοχέτευε στην αγορά της …… Ειδικότερα, δυνάμει  διαδοχικών προφορικών συμβάσεων πώλησης η ενάγουσα πωλούσε στον εναγόμενο επί  δεκαπενταετία   προϊόντα    με πίστωση του τιμήματος, το οποίο  εξοφλούσε ο εναγόμενος σταδιακά,  άλλοτε  με  κατάθεση  σε τραπεζικό λογαριασμό της ενάγουσας και άλλοτε  με επιταγές  οι περισσότερες εκ των οποίων   έφεραν ημερομηνία  εκδόσεως  μεταγενέστερη  της  ημερομηνίας  μεταβίβασης   αυτών δίχως  ποτέ να παρουσιαστεί πρόβλημα στις μεταξύ τους σχέσεις. Η συνεργασία των διαδίκων  έληξε τον Ιανουάριο του έτους 2017. Δύο μήνες αργότερα η ενάγουσα  επέδωσε στον εναγόμενο την με ημερομηνία 20-3-2017 εξώδικη πρόσκληση  με την οποία τον κάλεσε να της  καταβάλει  ως  εναπομείναν υπόλοιπο από την επί μακρόν συναλλαγή τους  το ποσό των  302.256,68 ευρώ , το οποίο ήδη διεκδικεί με την κρινόμενη αγωγή και το οποίο απορρέει από 109  δελτία αποστολής – τιμολόγια πώλησης. Από την πλευρά του ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι η ενάγουσα δεν συνυπολόγισε στο αιτούμενο ποσό εξ (6) επιταγές εκδόσεως του ιδίου,  συνολικού ποσού 160.000 ευρώ τις οποίες είχε μεταβιβάσει σ΄αυτήν στις  9-10-2016  και συγκεκριμένα τις υπ΄αριθμούς ……….  επιταγές της τράπεζας «………….»  ποσού  40.000 ευρώ,  20000 ευρώ, 20.000 ευρώ, 20.000 ευρώ, 20.000 ευρώ  και 40.000 ευρώ   που φέρουν ημερομηνία έκδοσης 31-8-2017, 3-9-2017, 10-9-2017, 17-9-2017, 24-9-2017 και  30-9-2017, αντίστοιχα  και τις οποίες  ανακάλεσε στις 6-9-2017   με επακόλουθο την  βάσει  αυτών  έκδοση της  υπ΄αριθμόν  …/2017  διαταγής   πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου και την  ως εκ τούτου  εκ νέου διεκδίκηση του ποσού των 160.000 ευρώ με την ένδικη αγωγή. Προς απόδειξη δε, της ενστάσεώς  του αυτής  ο εναγόμενος  επικαλέστηκε  το γεγονός  ότι οι επιταγές αυτές δεν καταχωρήθηκαν ποτέ στην καρτέλα πελάτη που διατηρούσε η ενάγουσα  για τον ίδιο, όπως δεν καταχωρήθηκε ούτε η ανάκληση αυτών, ενώ αν πράγματι είχε συνυπολογίσει τις επιταγές αυτές   θα έπρεπε να αναφέρεται τόσο η μεταβίβαση των επιταγών όσο και η  ανάκληση αυτών και προς τούτο ζήτησε την διενέργεια λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, αίτημα το οποίο απέρριψε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Η ενάγουσα ανταπάντησε ότι οι επιταγές αυτές έχουν καταχωρηθεί στην εν λόγω καρτέλα πελάτη και έχουν προσμετρηθεί  κατά τον υπολογισμό  του οφειλόμενου ποσού. Το  αμφισβητούμενο αυτό θέμα  της καταχώρησης ή μη στην καρτέλα πελάτη των ανωτέρω επιταγών  και εντεύθεν του συνυπολογισμού του ποσού αυτών στο συνολικό οφειλόμενο ποσό,   αποτελεί ουσιώδες ζήτημα για την διάγνωση της επίδικης διαφοράς  προεχόντως  για το λόγο  ότι  απομειώνει ισόποσα  το διεκδικούμενο ποσό.  Ωστόσο,  για να γίνει αντιληπτό απαιτεί ειδικές γνώσεις της λογιστικής  επιστήμης καθώς πρόκειται για καρτέλα πελάτη απαρτιζόμενη από   τριάντα  οκτώ σελίδες  με πολυάριθμες εγγραφές  σε κάθε μία, παρατηρήσεις, προσθαφαιρέσεις, σημειώσεις και κωδικοποιημένες αναφορές.  Συνεπώς, είναι αναγκαίο προς  ολοκλήρωση της έρευνας περί της βασιμότητας των λόγων της έφεσης  και την διάγνωση της διαφοράς, χωρίς να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης  της υπόθεσης προκειμένου να διαταχθεί η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από λογιστή  περιλαμβανόμενο στον κατάλογο των πραγματογνωμόνων του  Δικαστηρίου τούτου για να γνωμοδοτήσει για το θέμα αυτό, κατά  τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Πρέπει, επίσης, να προσκομισθεί κατά την συζήτηση που θα επαναληφθεί και η υπ΄αριθμόν  …/2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ………..  εκ της οποίας προκύπτει η  κλήτευση  της ενάγουσας  για την  με επιμέλεια του εναγόμενου λήψη της υπ΄αριθμόν …………/2021 ένορκης  βεβαίωσης  ενώπιον  της συμβολαιογράφου Πειραιά,  ………..

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ  ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία των διαδίκων

ΔΕΧΕΤΑΙ  τυπικά την με αριθμό κατάθεσης στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιώς ………../2023  έφεση

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την επανάληψη της συζητήσεως   της υπόθεσης προκειμένου: α) να προσκομισθεί επιμελεία του εναγόμενου η υπ΄αριθμόν   …/2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ……….. β) να διενεργηθεί λογιστική πραγματογνωμοσύνη επιμελεία του επιμελέστερου των διαδίκων

ΔΙΟΡΙΖΕΙ πραγματογνώμονα τον εγγεγραμμένο στον τηρούμενο από το Δικαστήριο αυτό κατάλογο πραγματογνωμόνων ………….. ο οποίος  αφού δώσει τον προβλεπόμενο από το νόμο όρκο ενώπιον  του Δικαστηρίου τούτου μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών  από την νόμιμη κοινοποίηση της  απόφασης  σε αυτόν και  λάβει  γνώση  των στοιχείων της δικογραφίας που είναι χρήσιμα για την διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης, μεταξύ των οποίων και η προσκομισθείσα στο Δικαστήριο καρτέλα πελάτη του εναγόμενου  που διατηρούσε η ενάγουσα, ζητήσει διευκρινίσεις από τους διαδίκους και εξετάσει  το βιβλίο επιταγών εισπρακτέων  της ενάγουσας, συντάξει έκθεση, που θα καταθέσει στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την όρκισή του, στην οποία αιτιολογημένα και με σαφήνεια θα γνωμοδοτήσει   σχετικά με το αν:  α)  οι   εξ (6) επιταγές της τράπεζας «………  συνολικού ποσού 160.000 ευρώ  που εξέδωσε ο εναγόμενος και  μεταβίβασε  στις  9-10-2016 στην ενάγουσα  με αριθμούς ……………»  ποσού  40.000 ευρώ,  20000 ευρώ, 20.000 ευρώ, 20.000 ευρώ, 20.000 ευρώ  και 40.000 ευρώ  οι οποίες  φέρουν ημερομηνία έκδοσης 31-8-2017, 3-9-2017, 10-9-2017, 17-9-2017, 24-9-2017 και  30-9-2017, αντίστοιχα,  βάσει  των οποίων εξεδόθη  η   υπ΄αριθμόν  …../2017  διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου, έχουν καταχωρηθεί εν όλω ή εν μέρει  στην καρτέλα πελάτη που διατηρούσε η ενάγουσα για τον εναγόμενο  και σε ποια θέση της καρτέλας αυτής (να προσδιοριστεί ο χρόνος,  η σελίδα και η εγγραφή). β) αν  η ανάκληση των επιταγών αυτών έχει καταχωρηθεί στην καρτέλα αυτή (να προσδιοριστεί ο χρόνος  η σελίδα και η εγγραφή της ανάκλησης για κάθε μία).  Να διατυπωθεί, επίσης,  οτιδήποτε άλλο κρίνεται  ότι συντελεί στην διάγνωση του ανωτέρω ζητήματος.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 20η Φεβρουαρίου 2025  και δημοσιεύθηκε στις 19 Μαρτίου 2025 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ