Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 177/2025

Αριθμός    177 /2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  4ο  

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Aνώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «……….», πρώην με την επωνυμία «……….» (……….) και διακριτικό τίτλο «………» (……….), η οποία εδρεύει στο …. Αττικής, με ΑΦΜ ………. Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιά και με αρ. ΓΕΜΗ ….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τον νόμο 4354/2015, δυνάμει της με αριθμ. 220/1/13.03.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων [υπ’ αριθμ. 880/16.3.2017 ΦΕΚ (τ. Β’), η οποία ενεργεί με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου, διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…………» (………), που εδρεύει στην Ιρλανδία, με αριθμό μητρώου ………., όπως εκπροσωπείται νόμιμα. Η ανωτέρω εταιρεία ειδικού σκοπού, κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας υπό την επωνυμία «………» (ΑΦΜ …………. ΔΟΥ ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ), κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις Ν. 3156/2003, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Μαρία Φράγκου [ΧΑΡΑΚΤΙΝΙΩΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ].

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………..και 2) ……………., οι οποίοι αμφότεροι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους Δικηγόρο Δημήτριο Λυρίτση (με δήλωση κατ’  άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

Οι εφεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  10.11.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………../2022) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  1485/2023  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερομενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η καθ΄ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα με την από  16.6.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ  …………/2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ……../2023) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και  ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εφεσιβλήτων, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στην προκειμένη περίπτωση η από 19.06.2023 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………./2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../27.10.2023 έφεση κατά της υπ΄ αρ. 1485/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και έκανε δεκτή την από 11.11.2022 με αρ. εκ κατ. ……../2022 ανακοπή ως προς τον πρώτο ανακόπτοντα και ήδη πρώτο εφεσίβλητο, τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, ως προς τη δεύτερη καθ΄ης και ήδη εκκαλούσα, ελλείψει εννόμου συμφέροντος της εκκαλούσας, καθόσον η ως άνω ανακοπή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ως προς την δεύτερη ανακόπτουσα και ήδη δεύτερη εφεσίβλητη.

Η κρινόμενη από 19.06.2023 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../27.10.2023 έφεση κατά της υπ΄ αρ. 1485/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και έκανε δεκτή την από 11.11.2022 με αρ. εκ κατ. ……../2022 ανακοπή του πρώτου των ανακοπτόντων – ήδη πρώτου εφεσίβλητου και ακύρωσε τις προσβαλλόμενες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας,  έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ.1 στις 26.09.2022 κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ, εντός τριάντα ημερών (19.06.2023) από την επίδοση της εκκαλούμενης που περάτωσε τη δίκη, όπως προκύπτει από τη σχετική από την από 19.05.2023 βεβαίωση επί του σώματος της έφεσης του  δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, …………  (άρθρα 495 επ. 511, 513 παρ. 1 β, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο άρθρο ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 και έχει εφαρμογή λόγω του χρόνου έκδοσης της εκκαλουμένης απόφασης, καθότι οι σχετικές διατάξεις του εν λόγω νόμου για τα ένδικα μέσα, κατ’ αρθρ. 1 άρθρο ένατο παρ. 2 αυτού έχουν έναρξη εφαρμογής την 1.1.2016). Επομένως, η έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 περ.1 ΚΠολΔ εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για να δικαστεί με την ίδια ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών ως πρωτοδίκως κατ’ άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, δεδομένου ότι για το παραδεκτό του ένδικου μέσου έχει κατατεθεί από την  εκκαλούσα κατ’ άρθρο 495 παρ.3Α στοιχ.β’ του ΚΠολΔ το με κωδικό …….. /2023 e- Παράβολο του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένα στο εφετήριο αντίγραφα του e- Παράβολου και της από 19.06.2023 βεβαίωσης της Γραμματέως  περί εξόφλησης αυτού).

Οι ανακόπτοντες και ήδη εφεσίβλητοι, ζητούσαν με την από 11.11.2022  με αρ. εκ κατ. ………./2022 κατ΄ άρθρο 933 ΚΠολΔ, ανακοπή την ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης και συγκεκριμένα: α) της από 09.08.2022 επιταγής προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ΄αρ……../2019 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, β) της υπ΄αρ. …./19.10.2022 Έκθεσης Αναγκαστικής Κατάσχεσης Ακίνητης Περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ………….., δυνάμει της οποίας η καθ΄ής η ανακοπή – ήδη εκκαλούσα, με την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας ιδιότητά της, ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………..» (ως ειδικής διαδόχου της τραπεζικής ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….»), επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση, προς ικανοποίηση της μεταβιβασθείσας απαίτησης, πηγάζουσας από σύμβαση δανείου, επί του δικαιώματος ψιλής κυριότητας της περιγραφόμενης στην ανακοπή και παρακάτω, αυτοτελούς οριζόντιας ιδιοκτησίας, ορίστηκε δε βάσει της ως άνω έκθεσης κατάσχεσης πλειστηριασμός με ηλεκτρονικά μέσα του εν λόγω ακινήτου στις 31 Μάιου 2023 ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών …………… και της επισπευδόμενης βάσει των ανωτέρω πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης. Επ’ αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη οριστική απόφασή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που απέρριψε την ανακοπή ως απαράδεκτη, ως προς τη δεύτερη των ανακοπτόντων και έκανε δεκτή την ως άνω ανακοπή, ως προς τον πρώτο των ανακοπτόντων και ήδη εφεσίβλητο και ακύρωσε τις προσβαλλόμενες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας. Ήδη  η καθ’ ης η ανακοπή – εκκαλούσα με την κρινόμενη έφεση της παραπονείται  για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε η ως άνω ανακοπή  να απορριφθεί στο σύνολό της.

Όπως προκύπτει από το νόμο (άρθρο 919 σε συνδ. με άρθρο 325 αρ. 1 ΚΠολΔ), επισπεύδων δανειστής μπορεί να είναι κάθε πρόσωπο, που από το περιεχόμενο του εκτελεστού τίτλου εμφανίζεται ως φορέας της αξίωσης για την οποία ενεργείται η αναγκαστική εκτέλεση, ενώ παράλληλα νομιμοποιούνται και όσα πρόσωπα ειδικά καθορίζονται στο νόμο (άρθρο 919 σε συνδ. με άρθρα 325, 326, 327 και 329 ΚΠολΔ). Έτσι, εκτός από τους δικαιούχους που αναφέρονται στον εκτελεστό τίτλο, νομιμοποιούνται ενεργητικά για την αναγκαστική εκτέλεση, μεταξύ άλλων, οι καθολικοί, οι οιονεί καθολικοί, αλλά και οι ειδικοί διάδοχοι του δικαιούχου διαδίκου, και μάλιστα οι τελευταίοι ανεξάρτητα από το αν η ειδική διαδοχή πραγματοποιήθηκε με πράξη εν ζωή, π.χ. με εκχώρηση, ή αιτία θανάτου, ή αν αφορά εμπράγματα δικαιώματα, π.χ. εκχώρηση αξίωσης για μεταβίβαση κυριότητας, ή ενοχικά δικαιώματα, π.χ. εκχώρηση απαίτησης από δάνειο. Εξάλλου, η ρύθμιση αυτή είναι εναρμονισμένη και με τη βασική αρχή (άρθρο 225 ΚΠολΔ) ότι η μεταβίβαση του επίδικου αντικειμένου δεν προκαλεί καμία μεταβολή στη δίκη. Σε μια τέτοια περίπτωση, ενώ η διαγνωστική δίκη συνεχίζεται από τον ίδιο το διάδικο που απαλλοτρίωσε το επίδικο αντικείμενο, η αναγκαστική εκτέλεση θα μπορεί να επισπεύδεται μόνο από τον ειδικό διάδοχό του. Η ειδική διαδοχή πρέπει να έχει συντελεστεί μετά την εκκρεμοδικία, στη δε εκχώρηση, που ολοκληρώνεται με την αναγγελία, πρέπει και αυτή η τελευταία να έχει πραγματοποιηθεί μετά την εκκρεμοδικία (Π. Γέσιου-Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, Γενικό Μέρος, εκδ. 1998, παρ. 28 αρ. 2-3,7επ., 11-12, σελ. 385, 387επ., 390-391, αντίστοιχα). Επομένως, εάν έλαβε χώρα εκχώρηση της απαίτησης, ο εκδοχέας από και δια της αναγγελίας (άρθρο 460 ΑΚ) αποκτά το δικαίωμα έναντι του οφειλέτη με όλα τα πλεονεκτήματά του (άρθρα 455, 458 ΑΚ), μεταξύ των οποίων και η εκτελεστότητα. Συνεπώς ο εκδοχέας νομιμοποιείται για την έναρξη ή συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης, εφόσον έχει προηγηθεί η αναγγελία της εκχώρησης. Σηµειώνεται δε ότι οι νοµιµοποιούµενοι ενεργητικώς για την εκτέλεση, ως δικαιούχοι της ίδιας απαίτησης (π.χ. οι καθολικοί και ειδικοί διάδοχοι του κατασχόντος, ακριβέστερα δε του µέχρι τούδε επισπεύδοντος), δεν είναι τρίτοι και δύνανται (καταρχήν) να συνεχίσουν την εκτέλεση, όπως ακριβώς και ο µέχρι τούδε επισπεύδων, τηρώντας τις πρόσθετες διατυπώσεις των άρθρων 921, 925 και 973 ΚΠολΔ (Ι. Μπρίνιας, Αναγκαστική Εκτέλεσις, άρθρο 973 παρ. 393, σελ. 1016), για την έναρξη, όµως, αυτής απαιτείται η κατ’ άρθρο 925 ΚΠολΔ επίδοση της επιταγής (Ι. Μπρίνιας, ο.π., άρθρο 924 παρ. 121, σελ. 313). Εξάλλου, το άρθρο 925 ΚΠολΔ επιβάλλει την τήρηση ορισμένων διατυπώσεων, προκειµένου να αρχίσει ή να συνεχίσει την εκτέλεση ο καθολικός ή ο ειδικός διάδοχος και γενικώς ο νοµιµοποιούµενος ενεργητικώς για την αναγκαστική εκτέλεση (Ι. Μπρίνιας, ο.π., άρθρο 919 παρ. 87, σελ. 236).Ειδικότερα δε, σύμφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου δεν µπορεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την εκτέλεση πριν κοινοποιηθούν σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, η επιταγή και τα έγγραφα που τον νομιμοποιούν (Εφ.Πατρ. 437/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επίσης, η υποχρέωση κοινοποίησης των νομιμοποιητικών εγγράφων, τόσο για την έναρξη όσο και για τη συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης, είναι ανεξάρτητη από τον τρόπο διαδοχής (σύμβαση, νόμος, δικαστική απόφαση) και απαιτείται να γίνεται ακόμη και αν ο καθ’ ου η εκτέλεση έλαβε γνώση της διαδοχής από αλλού. Η υποχρέωση αυτή επιβάλλεται τόσο για την έναρξη, όσο και για τη συνέχιση της υπό του δικαιοπαρόχου αρξαμένης εκτελέσεως, είναι δε ανεξάρτητη και πρέπει να γίνεται ακόμα και όταν ο καθ’ ού η εκτέλεση έλαβε με άλλον τρόπο γνώση της διαδοχής (ΑΠ 1343/2022). Ως νοµιµοποιητικά έγγραφα νοούνται αυτά που αποδεικνύουν την συντέλεση της μεταβιβάσεως και στοιχειοθετούν τη νομιμοποίηση του επισπεύδοντος, τα οποία και πρέπει να κοινοποιούνται είτε αυτά είναι δημόσια, είτε ιδιωτικά.  (π.χ. διαθήκη, κληρονοµητήριο, συµβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονοµίας, έγγραφο µεταβιβαστικό της εκτελούµενης απαίτησης κ.τ.λ.) είτε δηµόσια είτε ιδιωτικά. Απαιτείται κοινοποίηση σε πρωτότυπα ή κυρωµένα αντίγραφα ολόκληρων εγγράφων και όχι αποσπασµάτων, ενώ δεν αρκεί η απλή αναφορά αυτών στην επιταγή. Δεν είναι αναγκαία, χωρίς να αποκλείεται, η προηγούµενη κοινοποίηση των νοµιµοποιητικών εγγράφων του ειδικού ή καθολικού διαδόχου, µπορεί να γίνει ταυτόχρονα µε την κοινοποίηση της επιταγής προς εκτέλεση. Αυτά πρέπει να κοινοποιούνται ως πρωτότυπα επίσημα έγγραφα, μη αρκούσης, της απλής μνείας τούτων στην επιταγή. Η παράβαση του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ συνεπάγεται ακυρότητα της εκτελέσεως ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου ότι η φράση του νόμου “δεν μπορεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση” είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας. (ΑΠ 598/2021ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,Β. Βαθρακοκοίλη, Ερµηνεία ΚΠολΔ, υπό το άρθρο 925, αρ. 2,3 και 4). Παρά τα ανωτέρω, στην περίπτωση της διαδοχής του δικαιούχου λόγω σύµβασης µεταβίβασης των τιτλοποιούµενων τραπεζικών απαιτήσεων κατά τους ορισµούς των Ν. 4354/2015 και 3156/2003, µε δεδοµένη τη συνθετότητα και την έκταση των επιµέρους πράξεων, από τις οποίες απαρτίζεται η µεταβίβαση των απαιτήσεων και εν συνεχεία η ανάθεση της διαχείρισης αυτών, άρα και των αντιστοίχων εγγράφων που την πιστοποιούν, η απαίτηση συγκοινοποίησης στον καθού η εκτέλεση οφειλέτη, στο πλαίσιο της ρύθµισης του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, ολόκληρων των σχετικών συµβάσεων µεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, εκτός του ότι δεν συµπορεύεται µε το πνεύµα της ρύθµισης του ανωτέρω άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, είναι ιδιαιτέρως πολυτελής, εξόχως δαπανηρή, στείρα τυπολατρική και παρεµβάλει σοβαρά εµπόδια στην εκτελεστική διαδικασία, παρεµποδίζοντας αδικαιολογήτως την πρόσβαση σε αυτήν των δανειστών. Η αναγκαστική εκτέλεση θέτει µεν συνήθως τον τύπο πριν από την ουσία, όχι, όµως, σε βαθµό που να εγγίζει τα όρια της κατάχρησης. Κατ’ ανάγκη λοιπόν, θα πρέπει να επιλεγούν εκείνα µόνο τα έγγραφα, που αποδεικνύουν την συντέλεση της µεταβίβασης και στοιχειοθετούν τη νοµιµοποίηση του επισπεύδοντος (ΑΠ 345/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικά, στην περίπτωση της ειδικής διαδοχής η ουσιαστικού δικαίου σύμβαση πρέπει να κοινοποιείται, διότι είναι απαραίτητη η αναγωγή στις επιμέρους συμφωνίες (λ.χ. της εκχωρήσεως), ώστε να διαπιστωθεί ο φορέας του επίδικου δικαιώματος, που αποτελεί ουσιαστικό συστατικό στοιχείο της νομιμοποιήσεως, ενώ αντίθετα, στην περίπτωση της (οιονεί) καθολικής διαδοχής, όπως επί συγχωνεύσεως ανωνύμων εταιρειών, δεν υπάρχει ανάγκη για εξακρίβωση του φορέα συγκεκριμένων δικαιωμάτων της διαδοχής, αφού στην περίπτωση αυτή η περιουσία της απορροφώμενης εταιρείας μεταβαίνει ως σύνολο στην απορροφώσα εταιρεία, γι’ αυτό και απαιτείται μόνον η συγκοινοποίηση της αποφάσεως του Υπουργού Αναπτύξεως, με την οποία εγκρίνεται η συγχώνευση, καθώς και η σχετική ανακοίνωση της καταχωρήσεως όλων των συγχωνευόμενων εταιρειών στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών (Α.Π 280/2024, ΝΟΜΟΣ).

Με το δεύτερο της έφεσης, η εκκαλούσα – καθ΄ής η ανακοπή παραπονείται για την  εσφαλμένη αποδοχή ως νόμιμου και βάσιμου κατ΄ ουσία του δεύτερου σκέλους του πρώτου  λόγου της ως άνω ανακοπής, ως προς τον πρώτο ανακόπτοντα και ήδη εφεσίβλητο, με τον οποίο ο πρώτος ανακόπτων ισχυρίζονταν ότι η καθ΄ ης η ανακοπή, κατά την επίδοση σε αυτόν της ανακοπτόμενης  επιταγής προς πληρωμή και της εντεύθεν αρξάμενης αναγκαστικής εκτέλεσης, του συγκοινοποίησε τα απαιτούμενα για την απόδειξη της νομιμοποίησης της έγγραφα, πλην όμως αυτά τα έγγραφα δεν μπορούσαν να αναγνωστούν, κατά παράβαση του άρθρου 925 ΚΠΟΛΔ, με συνέπεια τη ακυρότητα των ανακοπτόμενων πράξεων της εκτέλεσης. Η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι αν η εκκαλουμένη ορθά ερμήνευε και εφάρμοζε το νόμο θα είχε απορρίψει τον ως άνω λόγο ως μη νόμιμο, διότι αφού για τη δημοσιότητα της αναγγελίας της εκάστοτε σύμβασης μεταβίβασης των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, που είναι το μείζον αρκεί η καταχώρηση σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 2844/2000 σε περίληψη της σύμβασης που περιέχει τα ουσιώδη σημεία αυτής και ότι από την καταχώρηση επέρχεται η μεταβίβαση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων ισχύει αναλογικά  για το έλασσον ήτοι για τη νομιμοποίηση ότι αρκεί η συγκοινοποίηση των ανωτέρω εγγράφων.  Άπαντα δε τα ως άνω έγγραφα είναι δυνατόν να αναζητηθούν στο ενεχυροφυλακείο,  όπου είναι καταχωρημένα. Συνεπώς, εφόσον από τα παραπάνω έγγραφα αποδεικνύεται ότι έχουν καταχωριστεί στο ενεχυροφυλακείο Αθηνών περιλήψεις των προαναφερόμενων  συμβάσεων και δεδομένου ότι με την  καταχώρηση έχουν νομίμως συντελεστεί οι διαδοχικές μεταβιβάσεις  της ένδικης απαίτησης και η εν συνεχεία ανάθεση της διαχείρισης στην καθ΄ ης η ανακοπή, δεν απαιτείται η συγκοινοποιήση άλλου εγγράφου για τη νομιμοποιήση της καθ΄ης η ανακοπή, πολλώ δε μάλλον των παραρτημάτων ολόκληρων των παραρτημάτων των συμβάσεων. Εξάλλου, ο  ανακόπτων δεν υπέστη βλάβη, διότι από τα έγγραφα που του κοινοποιήθηκαν προκύπτει το περιεχόμενο της νομιμοποίησης, ενώ αναγράφονται οι αριθμοί των συμβάσεων  και καταχωρήσεων στα οποία έχει πρόσβαση ο ανακόπτων αφού αυτά διατηρούνται στο ενεχυροφυλακείο Αθηνών και προσκομίστηκαν με τις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις της καθ΄ης η ανακοπή ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου το σύνολο των νομιμοποιητικών εγγράφων.  Με το περιεχόμενο αυτό ο ως άνω λόγος είναι νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 3 εδ. γ του ν. 4354/2015 και 10 παρ. 8,9,10 και 16 του ν. 3156/2003 και 925 ΚΠΟΛΔ, πλην του σκέλους περί ανυπαρξίας βλάβης του πρώτου ανακόπτοντος, διότι η μη κοινοποίηση των κατά νόμο απαιτούμενων νομιμοποιητικών εγγράφων, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, επιφέρει την ακυρότητα των πράξεων της εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης. Κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμος πρέπει να εξεταστεί κατ΄ ουσίαν.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα εξής πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της με αριθμό …………/25.10.2017 σύμβασης χορήγησης τοκοχρεωλυτικού δανείου, της από 08,09.2010 πρόσθετης στην ως άνω (κύρια) δανειακή σύμβαση πράξης ρύθμισης συνολικής οφειλής κτηματικής πίστης «Εστία Κυμαινόμενο 3Μ Ελεύθερο Ρύθμιση 2010» και της από 29.09.2011 πρόσθετης στην ως άνω (κύρια) δανειακή σύμβαση πράξης συνολικής επαναρρύθμισης οφειλών με αρχική καταβολή κλασματικής δόσης», που καταρτίσθηκαν στην Αθήνα, μεταξύ του α’ των ανακοπτόντων, ως οφειλέτη, και της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….», νόμιμα εκπροσωπούμενης, ως δανείστριας, η τελευταία χορήγησε στον οφειλέτη έντοκο τοκοχρεωλυτικό δάνειο ποσού €180.000, με σκοπό την κάλυψη στεγαστικών αναγκών, με επιτόκιο 4,55% ετησίως, συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς του Ν. 128/1975, σταθερό για τις πρώτες 12 μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις εξυπηρέτησης του δανείου και κυμαινόμενο για την υπολειπόμενη διάρκεια έως τη λήξη τού συμβατικού χρόνου εξυπηρέτησης του δανείου, σύμφωνα και με τους λοιπούς ειδικότερους όρους που περιέχονται στην ως άνω δανειακή σύμβαση και τις πρόσθετες πράξεις αυτής, την πιστή τήρηση των οποίων εγγυήθηκε, υπέρ του α’ ανακόπτοντος, η β’ ανακόπτουσα. Η σύμβαση αυτή, μετά των πρόσθετων πράξεών της, καταγγέλθηκε από τη δανείστρια τράπεζα (την «……………»), ο δε τηρηθείς για την εξυπηρέτηση της ένδικης δανειακής σύμβασης με αριθμό …… . λογαριασμός έκλεισε, την 10.05.2019, με συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο €228.426,77, δυνάμει δε της με αριθμό …../2019 διαταγής πληρωμής τού Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, εκδοθείσας κατόπιν αίτησης της δανείστριας τράπεζας, οι ανακόπτοντες διατάχθηκαν, για την αιτία αυτή, να καταβάλουν στην τελευταία (την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία (……….») το ποσό των €228.426,77, έντοκα με το εκάστοτε ισχύον τραπεζικό επιτόκιο υπερημερίας από 10.05.2019 έως την εξόφληση, και με εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων υπερημερίας, καθώς και το ποσό των €5.845,00 για δικαστική δαπάνη. Ακολούθως, η δανείστρια τράπεζα (……………) επέδωσε, σε έκαστο των ανακοπτόντων, ακριβή αντίγραφα του πρώτου εκτελεστού απογράφου τής ως άνω με αριθμό ……/2019 διαταγής πληρωμής, μετ’ επιταγής προς πληρωμή, την 07.11.2019 (βλ. τις με αριθμούς …/07.11.2019 και …./07.11.2019 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………). Στη συνέχεια, η καθ’ ης η ανακοπή, «………..», επέδωσε στον πρώτο  ανακόπτοντα και ήδη εφεσίβλητο ακριβές αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου τής αυτής διαταγής πληρωμής, μετά της ανακοπτόμενης από 09.08.2022 επιταγής προς πληρωμή, την 05.09.2022 (βλ. τη με αριθμό ………..5.09.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……….), γνωστοποιώντας σε αυτόν τα εξής: «Η αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………»… κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………»…, κατόπιν μεταβίβασης σε αυτή, μεταξύ άλλων, και της επιδικασθείσας με την άνω διαταγή πληρωμής απαιτήσεως, στα πλαίσια τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις της ανωτέρω ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3)56/2003, δυνάμει της από 17-12-2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε νόμιμα την 17-12-2021 στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον Τόμο 13 με αύξ. αριθμό 207 και έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου 717/17-12-2021 (άρθρο 10 παρ, 8 του ν. 3156/2003). Η δημοσίευση αυτή ως προς το παράρτημά της επαναλήφθηκε με την με αριθμ. πρωτ. …./20-01-2022 δημοσίευση συμβάσεων του άρθρου 10 παρ. 8 ν. 3156/2003, η οποία και καταχωρήθηκε στο Βιβλίο του άρθρ. 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο … με αύξ. αριθμό …. Η διαχείριση των μεταβιβασθεισών κατά τα ανωτέρω απαιτήσεων ανατέθηκε αρχικά την 17-12-2021 στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία  «…………..».., δυνάμει της από 17-12-2021 Σύμβασης Διαχείρισης Ενδιάμεσης Περιόδου επιχειρηματικών απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε νόμιμα την 17.12.2021 με αριθμό πρωτ. …./17-12-2021 στα βιβλία του άρθρ. 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακειου Αθηνών στον τόμο 13 και με αύξοντα αριθμό 208 (αρ. 10 παρ. 8 ν. 3156/2003). Εν συνεχεία, δυνάμει της από 04-02-2022 σύμβασης που συνήφθη μεταξύ άλλων ανάμεσα στην Εταιρεία Ειδικού Σκοπού «……..» και το Διαχειριστή Ενδιάμεσης Περιόδου «………..» και δημοσιεύθηκε την 04/02/2022 με αριθμ. πρωτ. ….. και καταχωρήθηκε στα δημόσια βιβλία του αρ. 10 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακειου Αθηνών την 04.02.2022 στον τόμο …. και με αύξοντα αριθμό ….., Λύθηκε η ανωτέρω από 17.12.2021 Σύμβαση Διαχείρισης Ενδιάμεσης Περιόδου επιχειρηματικών απαιτήσεων μεταξύ των ιδίων συμβαλλομένων (…). Περαιτέρω, την 04.02.2022, διαχειριστής των απαιτήσεων που τιτλοποιήθηκαν… κατέστη η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………» και το διακριτικό τίτλο «………» …, δυνάμει της από 17-12-2021 σύμβασης μακροχρόνιας διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων (κατ’ άρθρο 10 παράγραφοι 14 και 16 του ν. 3I50/2003J, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε νόμιμα την 04-02-2022 με αρ. πρωτ. ……/04-02-2022 στα βιβλία του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακειου Αθηνών στον Τόμο …. με αυξ. αριθμ. ……. σε συνδυασμό και με το από 17.12.2021 πληρεξούσιο του συμβολαιογράφου Ιρλανδίας ……… (……….)», κοινοποίησε δε σε αυτόν σειρά εγγράφων, προς απόδειξη της ενεργητικής της νομιμοποίησης στην επίσπευση της ανακοπτόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης. Συγκεκριμένα, στην ανακοπτόμενη εππαγή γίνεται μνεία περί συγκοινοποίησης στον πρώτο ανακόπτοντα και ήδη εφεσίβλητο των εξής εγγράφων : α. της με αριθμό πρωτοκόλλου ……/17.12.2021 περίληψης της από 17.12.2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, δημοσιευθείσας στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακειου Αθηνών στον τόμο ….. με αύξοντα αριθμό …., β. των με αριθμούς 47109-47110 σελίδων του με αριθμό πρωτοκόλλου …./20.01.2022 αποσπάσματος της με αριθμό πρωτοκόλλου …./20.01.2022 δημοσίευσης συμβάσεων του άρθρου 10 παρ. 8 Ν. 3156/2003, δημοσιευμένου στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο … και με αριθμό …., το οποίο αποτελεί ορθή επανάληψη του παραρτήματος της με αριθμό πρωτοκόλλου …./17.12.2021 δημοσίευσης της από 17.12.2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, γ. της με αριθμό πρωτοκόλλου …../17.12.2021 περίληψης της από 17.12.2021 Σύμβασης Διαχείρισης Ενδιάμεσης Περιόδου επιχειρηματικών απαιτήσεων, δημοσιευθείσας στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο … με αύξοντα αριθμό …, δ. της με αριθμό πρωτοκόλλου …./04.02.2022 περίληψης της από 04.02.2022 λύσης τής ανωτέρω από 17.12.2021 Σύμβασης Διαχείρισης Ενδιάμεσης Περιόδου επιχειρηματικών απαιτήσεων, δημοσιευθείσας στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του  Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο … και με αύξοντα αριθμό …., ε. της με αριθμό πρωτοκόλλου …/04.02.2022 περίληψης της από 17.12.2021 σύμβασης μακροχρόνιας διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, δημοσιευθείσας στα βιβλία του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο … και με αύξοντα αριθμό, και ε. του από 17.12.2021 πληρεξουσίου του συμβολαιογράφου Ιρλανδίας ….. {……..). Όπως όμως προκύπτει από τα μετ επικλήσεως προσκομιζόμενα από τον πρώτο ανακόπτοντα και ήδη εφεσίβλητο έγγραφα που επεδόθησαν σε αυτόν την 05.09.2022, από τα κατά τα ως άνω μνημονευόμενα ως συγκοινοποιούμενα σε αυτόν, είναι δυνατόν να αναγνωσθούν μόνο η με αριθμό πρωτοκόλλου …../04.02.2022 περίληψη της από 04.02.2022 λύσης τής από 17.12.2021 Σύμβασης Διαχείρισης Ενδιάμεσης Περιόδου επιχειρηματικών απαιτήσεων, η με αριθμό πρωτοκόλλου …./04.02.2022 περίληψη της από 17.12.2021 σύμβασης μακροχρόνιας διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων και ε. το από 17.12.2021 πληρεξουσίου του συμβολαιογράφου Ιρλανδίας …….. (……….), τα λοιπά δε έγγραφα που επεδόθησαν, επιμελεία της καθ’ ης και ήδη εκκαλούσα, στον πρώτο των ανακοπτόντων και ήδη εφεσίβλητο είναι παντελώς δυσανάγνωστα, τόσο κατά τίτλο και αριθμό καταχώρισης όσο και κατά περιεχόμενο, γεγονός που και η καθ’ ης και ήδη εκκαλούσα  σιωπηρά συνομολογεί. Τα έγγραφα που κοινοποιήθηκαν κατά τα ως άνω, τα οποία δεν είναι δυνατόν να διαβαστούν, δεν ανταποκρίνονται στη νομοτυπική μορφή των εγγράφων που ο επισπεύδων την εκτέλεση οφείλει, με ποινή ακυρότητας, να κοινοποιήσει στον καθ’ ου η εκτέλεση, κατά παράβαση του άρθρου 925 ΚΠολΔ, το οποίο πρέπει να ερμηνευθεί σε συνδυασμό με το άρθρο 432 ΚΠολΔ, που αξιώνει τα έγγραφα, για να έχουν αποδεικτική δύναμη, να μπορούν να διαβαστούν. Συνεπώς οι  ανακοπτόμενες πράξεις τής κύριας εκτελεστικής διαδικασίας τυγχάνουν ακυρωτέες. Ο ισχυρισμός της εκκαλούσας περί του ότι έχουν καταχωριστεί στο ενεχυροφυλακείο Αθηνών περιλήψεις των προαναφερόμενων  συμβάσεων και ότι με την  καταχώρηση έχουν νομίμως συντελεστεί οι διαδοχικές μεταβιβάσεις της ένδικης απαίτησης και η ανάθεση της διαχείρισης στην καθ΄ ης η ανακοπή και ότι από τα έγγραφα που του κοινοποιήθηκαν προκύπτει το περιεχόμενο της νομιμοποίησης, ενώ αναγράφονται οι αριθμοί των συμβάσεων και καταχωρήσεων στα οποία έχει πρόσβαση ο πρώτος ανακόπτων αφού αυτά διατηρούνται στο ενεχυροφυλακείο Αθηνών,  τυγχάνει απορριπτέος. Τούτο διότι η καθ΄ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα δεν τήρησε την υποχρέωση της κοινοποίησης των νομιμοποιητικών εγγράφων, που αποδεικνύουν την συντέλεση της μεταβιβάσεως και στοιχειοθετούν τη νομιμοποίηση του επισπεύδοντος αφού τα μόνα αναγνώσιμα έγγραφα που κοινοποίησε ήταν η με αριθμό πρωτοκόλλου …./04.02.2022 περίληψη της από 04.02.2022 λύσης της από 17.12.2021 σύμβασης Διαχείρισης Ενδιάμεσης Περιόδου επιχειρηματικών απαιτήσεων, η με αριθμό πρωτοκόλλου …./04.02.2022 περίληψη της από 17.12.2021 σύμβασης μακροχρόνιας διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων και το από 17.12.2021 πληρεξουσίου του συμβολαιογράφου Ιρλανδίας …….. (………), στα οποία δεν περιλαμβάνεται σε αναγνώσιμη μορφή το απόσπασμα του παραρτήματος της από 17.12.2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων που καταρτίσθηκε μεταξύ της «………..» και της επισπεύδουσας την εκτέλεση εταιρείας «…………», από το οποίο να προκύπτει η καταχώρηση της μεταβίβασης της απαίτησης σε βάρος της καθ’ ης η εκτέλεση εκκαλούσας στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών. Η εν λόγω υποχρέωση περί συγκοινοποιήσης των νομιμοποιητικών εγγράφων μαζί με την επιταγή προς εκτέλεση υφίσταται ακόμη και αν ο καθ’ ου η εκτέλεση και ήδη εφεσίβλητος είχε τη δυνατότητα να λάβει γνώση της  διαδοχής από τους αναγραφόμενους αριθμούς των συμβάσεων και καταχωρήσεων αφού αυτά διατηρούνται στο ενεχυροφυλακείο Αθηνών καθώς και από την προσκομιδή των νομιμοποιητικών εγγράφων με τις προτάσεις της καθ΄ης και ήδη εκκαλούσας ενώπιον του πρωτοβαθμίου  Δικαστηρίου. Περαιτέρω, τυγχάνει απορριπτέος ο ισχυρισμός της εκκαλούσας περί ότι η ως άνω ανακοπή έπρεπε να απορριφθεί από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, διότι στο δικόγραφο της ανακοπής δεν προσδιορίζονται σαφώς τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν τους προβαλλόμενους λόγους, καθόσον οι ανακόπτοντες περιορίζονται σε γενικόλογους ισχυρισμούς περί ακυρότητας της επιταγής, ενώ ως προς την έλλειψη νομιμοποίησης αναφέρουν μόνο ότι το απόσπασμα του ενεχυροφυλακείου δεν περιλαμβάνει τα ονόματα των εγγυητών. Τούτο διότι ο πρώτος ανακόπτων και ήδη εφεσίβλητος με το δικόγραφο της ως άνω ανακοπής επικαλείται  ότι  η καθ΄ ης η ανακοπή , κατά την επίδοση σε αυτούς της ανακοπτόμενης  επιταγής προς πληρωμή και της εντεύθεν αρξάμενης αναγκαστικής εκτέλεσης, του συγκοινοποίησε τα απαιτούμενα για την απόδειξη της νομιμοποίησης της έγγραφα, πλην όμως αυτά τα έγγραφα δεν μπορούσαν να αναγνωστούν, κατά παράβαση του άρθρου 925 ΚΠΟΛΔ, με συνέπεια τη ακυρότητα των ανακοπτόμενων πράξεων της εκτέλεσης. Συνεπώς, ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι επαρκώς ορισμένος, παρέλκει δε η εξέταση του ως άνω λόγου έφεσης ως προς το ορισμένο των λοιπών λόγων ανακοπής, διότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο  εξέτασε και δέχθηκε μόνο το προαναφερόμενο δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου ανακοπής και ως προς το λόγο αυτό εφεσιβάλλεται η εκκαλουμένη.  Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που, με την εκκαλουμένη απόφασή του, κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν και έκανε δεκτή την ανακοπή ως προς τον ως άνω λόγο της,  δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Πρέπει, συνεπώς, να απορριφθούν οι ως άνω λόγοι έφεσης ως αβάσιμοι κατ΄ουσίαν ως προς τον πρώτο εφεσίβλητο και  μη απομένοντος άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, η κρινόμενη έφεση να απορριφθεί κατ΄ουσία στο σύνολό της και να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο ταμείο, του παραβόλου της έφεσης, που κατέθεσε η εκκαλούσα, κατ΄ άρθρο 495 παρ.3 εδ.ε΄ ΚΠολΔ, κατά τα εκτιθέμενα στο διατακτικό. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον παρόντα  βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματός τους, να επιβληθούν σε βάρος της ηττηθείσας εκκαλούσας    κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, την από 19.06.2023 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../27.10.2023 έφεση κατά της υπ΄ αρ. 1485/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και έκανε δεκτή την από 11.11.2022 με αρ. εκ κατ. ……………/2022 ανακοπή ως προς τον πρώτο ανακόπτοντα και ήδη πρώτο εφεσίβλητο.

Απορρίπτει  ως απαράδεκτη την ως άνω έφεση, ως προς την δεύτερη εφεσίβλητη.

Δέχεται τυπικά την έφεση και

Απορρίπτει αυτήν στην ουσία, ως προς τον πρώτο εφσίβλητο.

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα των   εφεσιβλήτων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των πεντακοσίων (500,00 ) ευρώ.

Διατάσσει να εισαχθεί στο Δημόσιο ταμείο, το κατατεθέν από την  εκκαλούσα για την άσκηση της έφεσης, παράβολο που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας, ποσού 100 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 24 Μαρτίου 2025,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ