Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 169/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης    169/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Παναγιωτοπούλου, Εφέτη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………., για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Α) Των εκκαλουσών: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία <<…………>>, που εδρεύει στον Πειραιά (………..) και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ……….. ΔΟΥ Πλοίων και 2) Της εταιρείας με την επωνυμία <<……………>> (………..), που εδρεύει στην ………… Αττικής, οδός ……….. και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ….., οι οποίες αμφότερες εκπροσωπήθηκαν στην παρούσα δίκη από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Μαρία Αρβανίτη (ΑΜ ΔΣΠ …………), που  κατέθεσε την από 17.2.2025 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Του εφεσίβλητου: ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα (ΑΜ ΔΣΠ ………), που κατέθεσε την από 19.2.2025 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Β) Του εκκαλούντος: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα (ΑΜ ΔΣΠ ………..), που κατέθεσε την από 19.2.2025 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Των εφεσιβλήτων: 1) Της νόμιμα εκπροσωπούμενης εταιρείας με την επωνυμία <<………..>>, που εδρεύει στον Πειραιά επί της ……….. και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) Της νόμιμα εκπροσωπούμενης εταιρείας με την επωνυμία<<.………..>>, στην …… Αττικής, οδός ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες αμφότερες εκπροσωπήθηκαν στην παρούσα δίκη από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Μαρία Αρβανίτη (ΑΜ ΔΣΠ ……….), που κατέθεσε την από 17.2.2025 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Ο εκκαλών της υπό στοιχ. Β έφεσης και εφεσίβλητος της υπό στοιχ. Α έφεσης, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 19.12.2022 (με γεν.αριθ.κατάθ. …/2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …../2022) αγωγή, με την οποία ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ’αριθ. 4030/2023 οριστική απόφαση, με την οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, διατάσσοντας τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν οι εναγομένες και ήδη εκκαλούσες της υπό στοιχ. Α έφεσης, με την από 19.1.2024 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …./23.1.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …./23.1.2024 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/24.1.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …./24.1.2024) έφεση και ο ενάγων και ήδη εκκαλών της υπό στοιχ. Β έφεσης, με την από 29.1.2024 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …./12.7.2024 και ειδ.αριθ.καταθ…../12.7.2024 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …./12.7.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …../12.7.2024) έφεση, οι οποίες προσδιορίστηκαν προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκαν στο πινάκιο.

Οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν στη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν αντιμωλία των διαδίκων.

Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω, αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: α) η από          19.1.2024 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/23.1.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …./23.1.2024 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …./24.1.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …/24.1.2024) έφεση και β) η από 29.1.2024 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/12.7.2024 και ειδ.αριθ.καταθ…./12.7.2024 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/12.7.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …../12.7.2024) έφεση, στρεφόμενες κατά της υπ’αριθ. 4030/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσας κατά τη διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, κατ’αντιμωλία των διαδίκων, οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, λόγω της προδήλου μεταξύ τους συνάφειας, καθ’ όσον βάλλουν κατά της αυτής οριστικής αποφάσεως, υπάγονται στην αυτή διαδικασία και με την ένωση και συνεκδίκασή τους επιταχύνεται η διεξαγωγή  της δίκης και αποτρέπεται το ενδεχόμενο εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων (άρθρα 246 και 524παρ.1 ΚΠολΔ, ΕφΑθ4299/2006 ΕλλΔνη 47 1508).

Οι κρινόμενες αντίθετες, από 19.1.2024 υπό στοιχ. Α έφεση και από 29.1.2024 υπό στοιχ. Β έφεση, που στρέφονται κατά της υπ’αριθ. 4030/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρ. 82 ΚΙΝΔ σε συνδ. με άρθρ. 591, 614, 621, 622 ΚΠολΔ), κατ’αντιμωλία των διαδίκων και έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της στις 11.12.2023, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής (Εφ.Πειρ. 315/2023, Εφ.Πειρ. 2632/2023, www.efeteio-peir.gr). Εφόσον δε οι ένδικες εφέσεις αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.

Ο ενάγων, με την προαναφερθείσα αγωγή του, εξέθετε ότι με διαδοχικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας που κατήρτισε με τη δεύτερη εναγομένη, ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή του χρονικά διαστήματα, εντός της χρονικής περιόδου από 14.8.2020 έως 14.12.2022, στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο <<BG>, ολικής χωρητικότητας 15.150 κόρων, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……., πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης, του οποίου τον εφοπλισμό ασκούσε η δεύτερη εναγομένη, αντί των προβλεπόμενων από την οικεία Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019 και ακολούθως του έτους 2022, μηνιαίου μισθού και επιδομάτων. Οτι παρείχε τις υπηρεσίες του στο εν λόγω πλοίο, που εκτελούσε τα αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια, εργαζόμενος ημερησίως επί δεκατέσσερις (14) ώρες, ενώ κατά τις ημέρες που το πλοίο εκτελούσε τα αναφερόμενα διπλά δρομολόγια, εργαζόταν δεκαέξι (16) ώρες. Οτι από τις ως άνω ναυτολογήσεις του, διατηρεί αξιώσεις για πρόσθετη αμοιβή λόγω υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές, Κυριακές, Σάββατα και αργίες και διαφορά επιδομάτων εορτών των ετών 2021 και 2022, όπως οι επιμέρους απαιτήσεις εξειδικεύονται κατά είδος και ποσό στο αγωγικό δικόγραφο. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων ζητούσε, κατόπιν παραδεκτής, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με τις έγγραφες προτάσεις του (άρθρο 223 ΚΠολΔ), μετατροπής του αγωγικού κονδυλίου για υπερωριακή αμοιβή καθημερινών και Κυριακών για το έτος 2022, από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, η μεν πρώτη ως κυρία του πλοίου και έως την αξία αυτού, η δε δεύτερη ως εργοδότρια και ως ασκούσα τον εφοπλισμό και την εκμετάλλευση του πλοίου, να του καταβάλουν το ποσό των 18.890,77 ευρώ και να αναγνωρισθεί η υποχρέωσή τους να του καταβάλουν το ποσό των 7.666,39 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της τελευταίας απόλυσής του (14.12.2022) και επικουρικά από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση, ως προς το καταψηφιστικό της αίτημα, προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με την εκκαλουμένη απόφαση, η αγωγή αυτή κρίθηκε νόμιμη και με την παραδοχή, μεταξύ άλλων, ότι η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος ανερχόταν σε έντεκα (11) ώρες, εκτός από τις ημέρες που το πλοίο πραγματοποιούσε και ημερήσια (πρόσθετα) δρομολόγια, κατά τις οποίες οι ώρες απασχόλησής του ανέρχονταν σε δεκατέσσερις (14),  έγινε κατά ένα μέρος δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενες, με διάταξη που κηρύχθηκε εν μέρει προσωρινώς εκτελεστή ως προς το ποσό των 2.800 ευρώ, στην καταβολή του ποσού των 8.284,84 ευρώ νομιμοτόκως από 15.12.2022, ενώ αναγνωρίστηκε η υποχρέωσή τους να του καταβάλουν το ποσό των 1.439,02 ευρώ, νομιμοτόκως από την ανωτέρω ημερομηνία. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ήδη με τις ένδικες εφέσεις τους αμφότερες οι διάδικες πλευρές και, αποδίδοντάς της εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου καθώς και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητούν την ουσιαστική παραδοχή των εφέσεών τους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, την αναδίκαση της υποθέσεως από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω παραδοχή ή απόρριψη της αγωγής αντιστοίχως.

Ι. Με τα άρθρα 11, 12 παρ. 1, 13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ. 1 της ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 (ΦΕΚ Β’ 3170/12.8.2019) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2019», του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση,  ορίζονται τα ακόλουθα: « …Οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορά η ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση ορίζονται σε 40 εβδομαδιαίως, δηλαδή 8 ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. …Ειδικά για το προσωπικό γενικών υπηρεσιών εν γένει, πλην των Ραδιοτηλεγραφητών, η οκτάωρη εργασία κατανέμεται από της 06.00 ώρας μέχρι της 22.00 ώρας με μία ώρα διακοπή. … Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανόμενων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής: Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παρ. 1 του άρθρου 1 (αφορά το βασικό μισθό) διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173)… Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακή αμοιβή του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%… Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών…. Οι κατωτέρω κατονομαζόμενες θρησκευτικές εορτές θεωρούνται ως ημέρες αργίας. Εργασίες εκτελούμενες κατά τις αργίες αυτές εν πλω και στο λιμάνι αμείβονται υπερωριακώς, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 13 της Συλλογικής Σύμβασης… α. Η 1η του Έτους, β. Η εορτή των Θεοφανείων. γ. Η Καθαρή Δευτέρα, δ. Η 25η Μαρτίου, ε. Η Μεγάλη Παρασκευή, στ. Η Δευτέρα του Πάσχα. ζ. Η ημέρα του Αγίου Γεωργίου, η. Η 1η Μαΐου. θ. Η ημέρα της Αναλήψεως. ι. Η 15η Αυγούστου. ια. Η 14η Σεπτεμβρίου, ιβ. Η 28η Οκτωβρίου, ιγ. Η ημέρα του Αγίου Νικολάου. ιδ. Η ημέρα των Χριστουγέννων, ιε. Η δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων…. ». Καθ’ όσον αφορά ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, ότι η ως άνω Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας προβλέπει στο άρθρο 6 ότι «Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του μισθού ενεργείας, που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας», δηλαδή το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής, αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (Εφ.Πειρ. 132/2023, Εφ.Πειρ. 481/2023, Εφ.Πειρ. 300/2023, δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς).

ΙΙ. Από την διάταξη του άρθρου 14 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ 2019, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι  ναυτικοί, τις ατομικές συμβάσεις εργασίας των οποίων αυτή διέπει, δικαιούνται επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 164/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) και συνυπολογίζεται μόνον αν πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΤριμΕφΠειρ. 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 364/2012, αδημ.). Αντιθέτως, το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 20 της ως άνω ΣΣΝΕ μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του κατώτερου πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων δώρων εορτών (ΜονΕφΠειρ. 676/2014,  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΜονΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262), για το λόγο ότι δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως σαφώς από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται, αιτία της χορηγήσεώς του αποτελεί η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΕΕΔ 2005/237 = ΔΕΝ 59/1300 = Δνη 2005/123, ΑΠ 226/2003, ΕΕΔ 2004/790 = ΔΕΝ 59/1138, ΤριμΕφΠειρ. 177/2012, ΠειρΝ 2012/354, ΤριμΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262, ΕφΠειρ. 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009/102, ΜονΕφΠειρ. 347/2016, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 671/2015, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204).

Από την επανεκτίμηση της υπ’αριθ. πρωτ. ΔΣΠ-……… από 24.2.2023 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον του δικηγόρου Πειραιά ……….. (ΑΜ ΔΣΠ ……), που λήφθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγομένων, δυνάμει των υπ’αριθ. …./21.2.2023 και …../21.2.2023 εκθέσεων επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά …………., η οποία λαμβάνεται υπόψη παρά το γεγονός ότι ο μαρτυρών τυγχάνει αντίδικος των εναγομένων επειδή έχει ασκήσει εναντίον τους άλλη, δική του, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο, αφού αυτό από μόνο του, δεν αποκλείει την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (ΕφΑθ. 3879/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ. 698/2003, ΑχΝομ. 2004/266), επιπλέον δε ο ανωτέρω μαρτυρών α) δεν μπορεί να ενταχθεί πλέον στην κατηγορία των εξαιρετέων μαρτύρων μετά την κατάργηση της παρ.3 του άρθρου 400 ΚΠολΔ, ενώ β) προσωπική και άμεση γνώση για τις συνθήκες εργασίας του ενάγοντος, κυρίως μόνο οι συνάδελφοί του ναυτικοί μπορεί να έχουν ενώ οποιοσδήποτε τρίτος θα έχει πληροφορίες από διηγήσεις του ίδιου του ενάγοντος, της υπ’αριθ. …/23.2.2023 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, που λήφθηκε με επιμέλεια των εναγομένων, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος, δυνάμει της υπ’αριθ. …………./17.2.2023 εκθέσεως επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, …….., οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) αμφότερες σταθμίζονται κατά το μέτρο της γνώσεως και το βαθμό της αξιοπιστίας των ενόρκως βεβαιούντων καθώς και από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, τα οποία συνδυάζει με τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα αποδείξεως και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Με διαδοχικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης εναγομένης, και του ενάγοντος, απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του με αριθμό ……… ναυτικού φυλλαδίου, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη, στο υπό ελληνική σημαία  Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο <<BG>, ολικής χωρητικότητας 15.150 κόρων, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……, πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης, του οποίου τον εφοπλισμό ασκούσε η δεύτερη εναγομένη και παρείχε τις υπηρεσίες του α) από 14.8.2020 έως 6.1.2021 που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας 30 ημερών, β) από 29.1.2021 έως 22.3.2021 που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω διακοπής των πλόων για ετήσια επιθεώρηση, γ) από 14.4.2021 έως 20.7.2021 που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας, δ) από 28.9.2021 έως 2.10.2021 που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω διακοπής των πλόων για ετήσια επιθεώρηση, ε) από 13.10.2021 έως 17.12.2021, που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω ασθενείας έως την 27.12.2021, στ) από 11.1.2022 έως 22.1.2022, που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας ενός μηνός, ζ) από 12.2.2022 έως 30.6.2022, που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας, η) από 20.7.2022 έως 13.8.2022, που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω ασθενείας και θ) από 23.8.2022 έως 14.12.2022, που απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω ατυχήματος/τραυματισμού. Για τις παραπάνω συμβάσεις ναυτικής εργασίας τηρήθηκε έγγραφος τύπος και από τις συγκεκριμένες γραπτές συμφωνίες, αντίγραφα των οποίων προσκόμισαν οι εναγόμενες αλλά και από τις σχετικές εγγραφές στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος (όπου στη θέση μισθός αναγράφεται ΣΣ) προκύπτει ότι κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, οι όροι εργασίας του ενάγοντος και ιδίως το ύψος των καταβαλλόμενων σε αυτόν αποδοχών και επιδομάτων διέπονταν από την εκάστοτε ΣΣΝΕ και δη διέπονταν αρχικά από την ΣΣΝΕ των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 (ΦΕΚ Β’ 3170/12.8.2019) του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και ακολούθως από τη ΣΣΝΕ των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2022, η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/8785/2022 (ΦΕΚ Β’ 663/15.2.2022). Από τους περιλαμβανόμενους στις ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις πίνακες αμοιβών κατά βαθμό και ειδικότητα και τις σχετικές διατάξεις περί των αποδοχών των ναυτικών προκύπτει ότι με τη ΣΣΝΕ του έτους 2019 οι αποδοχές του ναύτη για το έτος 2021 ορίζονταν ως ακολούθως: 1.204,77 ευρώ μισθός ενεργείας, 265,05 ευρώ επίδομα Κυριακών, 36,64 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, 599,40 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,98 ευρώ Χ 30), 433,95 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.204,77 ευρώ μισθός ενεργείας + 265,05 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.469,82 ευρώ Χ 1/22 = 66,81 ευρώ Χ 5 ημέρες = 334,05 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,98 Χ 5) = 99,90  ευρώ], ήτοι συνολικά ποσό 2.539,81 ευρώ, ενώ για το έτος 2022 ορίζονταν ως ακολούθως: 1.240,91 ευρώ μισθός ενεργείας, 273,00 ευρώ επίδομα Κυριακών, 37,74 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, 617,40 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (20,58 ευρώ Χ 30), 446,97 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.240,91 ευρώ μισθός ενεργείας + 273,00 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.513,91 ευρώ Χ 1/22 = 68,82 ευρώ Χ 5 ημέρες = 344,10 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (20,58 Χ 5) = 102,90  ευρώ], ήτοι συνολικά ποσό 2.616,02 ευρώ. Ακόμη, προκειμένου περί ναύτη η υπερωριακή αμοιβή για το έτος 2021 ορίστηκε σε 8,70 ευρώ (με προσαύξηση 25%) για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και 10,44 ευρώ (με προσαύξηση 50%) για κάθε ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ενώ για το έτος 2022 ορίστηκε σε 8,96 ευρώ και σε 10,76 ευρώ αντίστοιχα. Κατά το ένδικο χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος, το ως άνω πλοίο ήταν ενταγμένο σε ακτοπλοϊκή γραμμή και με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, εκτελούσε τα κατωτέρω δρομολόγια, που δεν αμφισβητούνται από τις εναγόμενες: Από 1.1.2021 έως 6.1.202, από 29.1.2021 έως 22.3.2021, από 14.4.2021 έως 26.6.2021, από 28.9.2021 έως 2.10.2021 και από 13.10.2021 έως 31.10.2021, το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Χανιά με επιστροφή, με ώρα άφιξης στον Πειραιά 06.30, αναχώρησης από τον Πειραιά 21.00 της ίδιας ημέρας, ώρα άφιξης στα Χανιά 06.00 της επομένης και ώρα αναχώρησης από τα Χανιά 22.00 της ίδιας ημέρας. Από 26.7.2021 έως 20.7.2021 εκτελούσε καθημερινά το ανωτέρω δρομολόγιο με ώρα άφιξης στον Πειραιά 06.30, ώρα αναχώρησης από τον Πειραιά ώρα 22.00 της ίδιας ημέρας, ώρα άφιξης στα Χανιά 06.30 και ώρα αναχώρησης από τα Χανιά 22.00 της ίδιας ημέρας. Από 1.11.2021 έως 17.12.2021, από 11.1.2022 έως 22.1.2022, από 12.2.2022 έως 25.6.2022 και από 5.9.2022 έως 14.12.2022, το πλοίο εκτελούσε καθημερινά το ανωτέρω δρομολόγιο με  ώρα άφιξης στον Πειραιά 06.00, ώρα αναχώρησης από τον Πειραιά 21.00 της ίδιας ημέρας, ώρα άφιξης στα Χανιά 05.30 και ώρα αναχώρησης από τα Χανιά 22.00 της ίδιας ημέρας. Από 26.6.2022 έως 30.6.2022, από 20.7.2022 έως 13.8.2022 και από 23.8.2022 έως 4.9.2022, το πλοίο εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο Πειραιάς – Χανιά και επιστροφή, με ώρα άφιξης στον Πειραιά 06.30, ώρα αναχώρησης από τον Πειραιά στις 22.00 της ίδιας ημέρας, ώρα άφιξης στα Χανιά στις 06.30 και ώρα αναχώρησης από τα Χανιά στις 22.00 της ίδιας ημέρας. Επίσης το ένδικο πλοίο, για ορισμένες ημέρες του έτους 2021 και συγκεκριμένα στις α) 17 και 18/7 αναχώρησε από το λιμάνι αφετηρίας (Πειραιάς ή Χανιά) στις 10.00 και κατέπλευσε στο λιμάνι προορισμού (Πειραιάς ή Χανιά) στις 19.00 και β) στις 20,21,23,24,27,28,29,30,31/7, 3,4,5,6,7,9,12,13/8, 24,25,27,28,31/8 και 3/9 αναχώρησε από το λιμάνι αφετηρίας (Πειραιάς ή Χανιά) στις 10.00 και κατέπλευσε στο λιμάνι προορισμού (Πειραιάς ή Χανιά αντίστοιχα) στις 18.00. Ο ενάγων, με την ειδικότητα του ναύτη, παρείχε τις υπηρεσίες του στο πλοίο είτε εκτελώντας βάρδιες (φυλακές γέφυρας) μαζί με άλλο ναύτη, είτε εργαζόμενος ως ημερεργάτης. Όταν εκτελούσε φυλακές γέφυρας εργαζόταν σε δύο βάρδιες των 4 ωρών ανά 24ωρο, κάνοντας περιπολίες σε όλους τους χώρους του πλοίου όπου κούρδιζε τα ρολόγια πυρασφάλειας, ενώ ως ημερεργάτης απασχολούνταν με εργασίες συντήρησης και καθαρισμού του πλοίου, όπως μικροεπισκευές, αποσκωριάσεις, βαψίματα, καθαρισμούς στο γκαράζ και στα εξωτερικά καταστρώματα και πλύσιμο. Σε κάθε δε περίπτωση, είτε εκτελούσε φυλακές γέφυρας είτε εργαζόταν ως ημερεργάτης (ντεϊμάνης), συμμετείχε στις εργασίες κατάπλου, φορτοεκφόρτωσης και απόπλου του πλοίου στα λιμάνια αφετηρίας και προορισμού του δρομολογίου, όπως συνηθίζεται στην ακτοπλοΐα σε ναυτικούς της ειδικότητάς του. Κατά τη διάρκεια δε της βάρδιάς του συμμετείχε στην πρόσδεση και απόδεση του πλοίου και στη φορτοεκφόρτωση των οχημάτων, συμπεριλαμβανομένης της έχμασής τους, δηλαδή της σταθεροποίησής τους δια της πρόσδεσής τους στο κύτος του πλοίου με ιμάντες ή παρόμοια μέσα, όταν τούτο ενόψει κυματισμού κρινόταν απαραίτητο, προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπλοΐα του πλοίου και να αποτραπεί κίνδυνος μετακίνησής τους, καθώς τούτο προκύπτει από τη σταθερή καταβολή της σχετικής πρόσθετης αμοιβής του άρθρου 30 παρ. 1 των ως άνω ΣΣΝΕ, σύμφωνα με τις αποδείξεις πληρωμής του. Στις εργασίες αυτές συμμετείχε το προσωπικό καταστρώματος που αποτελούνταν από τους ναύτες, το ναύκληρο, τους υποναύκληρους και τους ναυτόπαιδες. Η διάρκεια της καθημερινής απασχόλησης του ενάγοντος δεν ήταν εκ των προτέρων ακριβώς καθορισμένη, διότι τελούσε σε συνάρτηση με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεόμενων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου και την εξυπηρέτηση της συγκεκριμένης ακτοπλοϊκής γραμμής. Αποδείχθηκε όμως ότι για την εκτέλεση των καθηκόντων του και εντός των πλαισίων της καλύτερης λειτουργίας των υπηρεσιών του πλοίου, ο ενάγων εργαζόταν, κατ’εντολήν του προϊσταμένου του, πέραν του νομίμου ωραρίου του, γεγονός άλλωστε που συνομολογούν και οι εναγόμενες, η δεύτερη εκ των οποίων ως εργοδότρια, κάθε μήνα, του κατέβαλε χρηματικά ποσά για <<αμοιβή υπερωριών>> και για απασχόληση <<Σάββατα και αργίες>>, όπως προκύπτει και από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας. Εγείρεται όμως αμφισβήτηση ως προς την επικαλούμενη από τον ενάγοντα ημερήσια διάρκεια της απασχόλησής του και ως προς το ύψος της αξιούμενης για την αιτία αυτή απαίτησης, εκ μέρους των εναγομένων, οι οποίες υποστηρίζουν ότι οι ώρες της υπερωριακής του απασχόλησης ήταν λιγότερες από τις επικαλούμενες και από αυτές που δέχθηκε η εκκαλουμένη και ότι έχουν εξοφληθεί πλήρως με την καταβολή των ποσών που έλαβε ο ενάγων για την αιτία αυτή. Με βάση όσα προεκτέθηκαν και ιδίως α) τις συνθήκες και περιστάσεις που επικρατούσαν στο εν λόγω πλοίο, β) τη σταθερή καταβολή κάθε μήνα του ένδικου χρονικού διαστήματος, χρηματικών ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, τόσο τις καθημερινές και Κυριακές όσο και τα Σάββατα και τις αργίες και γ) τη φύση και το αντικείμενο απασχόλησης του ενάγοντος, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι ο ενάγων για την εκτέλεση των ανωτέρω καθηκόντων του, εργαζόταν υπερωριακώς, κατά μέσο όρο, τις μεν καθημερινές και Κυριακές επί τέσσερις (4) ώρες ημερησίως, τα δε Σάββατα και τις αργίες επί  δώδεκα (12) ώρες την ημέρα, κατά μερική μόνο παραδοχή του πρώτου λόγου της έφεσής του (υπό στοιχ. Β), ενώ ο αγωγικός ισχυρισμός περί απασχολήσεώς του επί δεκατέσσερις (14) ώρες ημερησίως και δεκαέξι (16) ώρες σε περίπτωση δεύτερου δρομολογίου, που επαναφέρεται με τον ως άνω λόγο, δεν κρίνεται πειστικός για τον πέραν των ως άνω διαπιστωμένων ωρών καθημερινής απασχόλησης του ενάγοντος χρόνο, ενόψει των προεκτεθέντων αλλά και διότι οι ανωτέρω αναφερόμενες εργασίες, επιμερίζονταν μεταξύ του ιδίου και των υπολοίπων μελών του προσωπικού καταστρώματος, ενώ σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, τέτοια συνεχής σωματική εργασία, παρεχόμενη επί σειρά μηνών επί καθημερινής βάσης, θα οδηγούσε τον ενάγοντα ναυτικό στα όρια της σωματικής του αντοχής. Ομοίως αβάσιμος κρίνεται και ο ισχυρισμός των εναγομένων, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους (υπό στοιχ Α), κατά τον οποίο ο ενάγων παρείχε την εργασία του εντός του νομίμου ωραρίου και μόνο κατ’εξαίρεση εργαζόταν υπερωριακά και ότι ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η πραγματική εργασία του δεν υπερέβαινε σε ημερήσια βάση τις δέκα (10) έως έντεκα (11) ώρες, καθόσον οι προπεριγραφείσες εργασίες του ενάγοντος, οι οποίες αποτελούσαν τα καθημερινά του καθήκοντα, δεν είναι κατά την κοινή πείρα και λογική εφικτό να εκτελούνται εντός του οκταώρου, ενώ όπως προεκτέθηκε, η δεύτερη εναγομένη του κατέβαλε κάθε μήνα με τη μισθοδοσία του, αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση, αποδεχόμενη με τον τρόπο αυτό ότι ο ενάγων παρείχε εργασία πέραν του νομίμου ωραρίου. Η παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, δεν αναιρείται από τον επικαλούμενο από τις εναγόμενες ισχυρισμό, ότι το πλοίο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ταξίδευε με πλήρη σύνθεση πληρώματος, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΚΔΝΔ, ΦΕΚ Α 261/3.10.1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια αυτού κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν υποδηλώνει ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (ΜονΕφΠειρ. 23/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 180/2008, ΕΝαυτΔ 2008/308 = ΠειρΝομ. 2009/197, ΕφΠειρ. 1/2003, ΕΝαυτΔ 2003/124), ενώ και το επικαλούμενο από τις εναγόμενες γεγονός ότι υπήρχε αλληλοκάλυψη των καθηκόντων του ενάγοντος από τα υπόλοιπα μέλη του προσωπικού καταστρώματος, δεν συνεπάγεται άνευ άλλου την έλλειψη αναγκαιότητας υπερωριακής εργασίας, αφού και υπό την εκδοχή αυτή, η διαδικασία φόρτωσης και εκφόρτωσης του πλοίου κατά τον κατάπλου και απόπλου ήταν πολύωρη και με συχνές καθυστερήσεις, ώστε το ωράριο εργασίας των ναυτών, είτε αυτοί εργάζονταν ως φύλακες βάρδιας είτε ως ημερεργάτες, να παρατείνεται αναλόγως. Εξάλλου, το γεγονός ότι η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν πλήρως στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η δεύτερη εναγόμενη, διά του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 της των ως άνω ΣΣΝΕ, καθώς και το ότι ο ενάγων υπέγραφε στο εν λόγω βιβλίο χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού (ΜονΕφΠειρ. 716/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 526/2012, ΕΝαυτΔ 2012/381, ΕφΠειρ. 452/2010, ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Αλλά και η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα, των μισθοδοτικών του καταστάσεων και των πινάκων ωρών αναπαύσεως, δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα, των ως άνω αποδείξεων πληρωμής της μισθοδοσίας του και του βιβλίου υπερωριών ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (νοούμενη ως άφεση χρέους) είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (παραίτηση) λαμβάνει χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 166/2016, ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 495/2006, ΔΕΕ 2006/948, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονEφΠειρ. 698/2014, Δνη 2015/504, ΜονΕφΠειρ. 626/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 361/2013, ΕΝαυτΔ 2013/208), απορριπτομένων συνεπώς ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου ειδικότερων ισχυρισμών των εναγομένων, που επαναφέρονται στα πλαίσια του πρώτου λόγου της έφεσής τους (υπό στοιχ.Α). Σημειωτέον ότι η μαρτυρία του ενόρκως βεβαιούντος για λογαριασμό του ενάγοντος, ναυτικού, ………….., η οποία λήφθηκε υπόψη από το παρόν Δικαστήριο, μαζί με τα λοιπά προσκομισθέντα μετ’επικλήσεως αποδεικτικά μέσα, δεν καθίσταται αναξιόπιστη μόνο από το γεγονός ότι αυτός έχει επιδιώξει δικαστικά την ικανοποίηση παρόμοιων με του ενάγοντος αξιώσεων, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενες στο πλαίσιο του εξεταζόμενου (πρώτου) λόγου έφεσης, αφού από καμία διάταξη νόμου δεν προβλέπεται η εξαίρεση ή η μειωμένη αξιοπιστία ενός τέτοιου μάρτυρα, ο οποίος, ως εκ της ειδικότητάς του ως ναύτη και του γεγονότος ότι συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στο ένδικό πλοίο έως το Σεπτέμβριο του έτους 2021, είχε άμεση και προσωπική αντίληψη για τα ιστορούμενα από τον ίδιο πραγματικά περιστατικά (ΜονΕφΠειρ 557/2022, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς), ενώ το Δικαστήριο για το σχηματισμό της κρίσης του έλαβε υπόψη και την ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος ανταπόδειξης, ο οποίος σημειωτέον, κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής βρισκόταν σε σχέση εργασιακής εξάρτησης από τη δεύτερη εναγομένη, αφού εργαζόταν στο ένδικο πλοίο ως ναύκληρος, η οποία συνεκτιμήθηκε με όλα τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά επί έντεκα (11) ώρες κατά μέσο όρο, εκτός από τις ημέρες που το πλοίο πραγματοποιούσε και ημερήσια (πρόσθετα) δρομολόγια, κατά τις οποίες οι ώρες απασχόλησής του ανέρχονταν σε δεκατέσσερις (14), έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει από τους προαναφερθέντες λόγους των ενδίκων εφέσεων, που βάλλουν κατά της παραδοχής αυτής, ο μεν πρώτος της υπό στοιχ Α έφεσης να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, ο δε πρώτος της υπό στοιχ Β έφεσης, να γίνει εν μέρει δεκτός. Ο ενάγων – εκκαλών της υπό στοιχ.Β έφεσης, με τον προαναφερόμενο (πρώτο) λόγο της έφεσής του, παραπονείται μόνο για τον αριθμό των ωρών που πρωτοδίκως κρίθηκε ότι εργαζόταν υπερωριακώς χωρίς να πλήττει τα κεφάλαια του γενόμενου αριθμητικού υπολογισμού και της εξαγωγής των οικείων τελικών κονδυλίων. Συνεπώς με βάση την παραδοχή της εκκαλουμένης ως προς τον αριθμό των ωρών της εργασίας του ενάγοντος, διορθούμενη μόνο ως προς το σημείο που προαναφέρθηκε και με την επισήμανση ότι για το χρονικό διάστημα από 11.1.2022 έως 22.1.2022 ο ενάγων υπολογίζει την αμοιβή του με βάση τα προβλεπόμενα στη ΣΣΝΕ 2019, η οποία λαμβάνεται υπόψη κατ’άρθρο 106 ΚΠολΔ και όχι με βάση τις υψηλότερες αποδοχές της ΣΣΝΕ 2022, ο τελευταίος δικαιούται: Α) Για το έτος 2021, κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2021 έως 6.1.2021, από 29.1.2021 έως 22.3.2021, από 14.4.2021 έως 20.7.2021, από 28.9.2021 έως 2.10.2021, από 13.10.2021 έως 17.12.2021 και από 11.1.2022 έως 22.1.2022 α) για 34 Σάββατα και 9 αργίες, ήτοι συνολικά 43 ημέρες, το ποσό των (43 ημέρες χ 12 ώρες χ 10,44 ευρώ=) 5.387,04 ευρώ έναντι του οποίου, του καταβλήθηκε από τη δεύτερη εναγομένη, το ποσό των 3.805,52 ευρώ (3.609,01 ευρώ για το έτος 2021 + 196,51 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 11.1.2022 έως 22.1.2022) κατά παραδοχή της νόμιμα και παραδεκτά προβληθείσας ένστασης μερικής εξόφλησης των εναγομένων και επομένως του οφείλεται η διαφορά ποσού 1.581,52 ευρώ, β) για 164 καθημερινές και 33 Κυριακές, ήτοι συνολικά 197 ημέρες, το ποσό των (197 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ=) 6.855,60 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 4.138,25 ευρώ (3.923,06 ευρώ για το έτος 2021 + 215,19 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 11.1.2022 έως 22.1.1022) κατά παραδοχή της νόμιμα και παραδεκτά προβληθείσας ένστασης μερικής εξόφλησης των εναγομένων και επομένως του οφείλεται η διαφορά ποσού 2.717,35 ευρώ, Β) Για το έτος 2022, κατά τα χρονικά διαστήματα από 12.2.2022 έως 30.6.2022, από 20.7.2022 έως 13.8.2022 και από 13.8.2022 έως 14.12.2022 α) για 40 Σάββατα και 9 αργίες, ήτοι συνολικά 49 ημέρες, το ποσό των (49 ημέρες χ 12 ώρες χ 10,76 ευρώ=) 6.326,88 ευρώ, έναντι του οποίου, του καταβλήθηκε από τη δεύτερη εναγομένη το ποσό των 4.503,32 ευρώ (4.699,83 ευρώ – 196,51 ευρώ που αφορά το χρονικό διάστημα από 11.1.2022 έως 22.1.2022 και αφαιρέθηκε ως ανωτέρω) κατά παραδοχή της νόμιμα και παραδεκτά προβληθείσας ένστασης μερικής εξόφλησης των εναγομένων και επομένως του οφείλεται η διαφορά ποσού 1.823,56 ευρώ και β) για 190 καθημερινές και 38 Κυριακές, ήτοι συνολικά 228 ημέρες, το ποσό των (228 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,96 ευρώ=) 8.171,52 ευρώ, έναντι του οποίου του καταβλήθηκε από τη δεύτερη εναγομένη το ποσό των 5.146,58 ευρώ κατά παραδοχή της νόμιμα και παραδεκτά προβληθείσας ένστασης μερικής εξόφλησης των εναγομένων και επομένως του οφείλεται η διαφορά ποσού 3.024,94 ευρώ. Περαιτέρω, οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος για το έτος 2021 ανέρχονταν στο ποσό των 4.552,07 ευρώ [2.539,81 ευρώ κατά τα ανωτέρω + 1.530,60 μέσος όρος υπερωριακής απασχόλησης ( 5.387,04 + 6.855,60 = 12.242,64 ευρώ /240 ημέρες = 51,02 ευρώ χ 30 ημέρες=) + 351,08 ευρώ κατά μέσο όρο μηνιαία αμοιβή έχμασης οχημάτων (ως το ποσό αυτό δεν αμφισβητείται ειδικά από τις εναγόμενες) + 130,58 ευρώ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για ρολόγια ναυτών, ως τo ποσό αυτό δεν αμφισβητείται ειδικά από τις εναγόμενες και συνυπολογίζεται, διότι, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, καταβάλλονταν σε αυτόν τακτικώς κάθε μήνα καθ’όλο τον ένδικο χρόνο βλ.σχετ. ΕφΠειρ 284/2022, δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς) =] συνεπώς δικαιούται ι) για αναλογία δώρου Πάσχα 2021, δεδομένου ότι εργάστηκε κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως 6.1.2021, από 29.1.2021 έως 22.3.2021 και από 14.4.2021 έως 30.4.2021, ποσό ίσο με το 1/5 του μισού μηνιαίου μισθού για κάθε 8 ημέρες εργασίας, ήτοι 4.552,07 ευρώ : 1/2 χ 1/15 χ 9,50 οκταήμερα = 1.441,49 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 752,59 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί και επομένως οφείλεται σε αυτόν η διαφορά ποσού 688,90 ευρώ, ιι) για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2021, δεδομένου ότι εργάστηκε κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2021 έως 20.7.2021, από 28.9.2021 έως 2.10.2021 και από 13.10.2021 έως 17.12.2021, ποσό ίσο με τα 2/25 του συνολικού μηνιαίου μισθού του για κάθε 19 ημέρες εργασίας, ήτοι συνολικό ποσό 2.913,33 ευρώ (4.552,07 ευρώ οι μηνιαίες αποδοχές ως ανωτέρω χ 2/25 χ 8 δεκαεννεαήμερα=), έναντι του οποίου  έλαβε το ποσό των 1.396,29 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί και επομένως οφείλεται σε αυτόν η διαφορά ποσού 1.517,04 ευρώ, ιιι) για αναλογία δώρου Πάσχα του χρονικού διαστήματος από 11.1.2022 έως 22.1.2022, ποσό ίσο με το 1/5 του μισού μηνιαίου μισθού για κάθε 8 ημέρες εργασίας και δεδομένου ότι οι μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των 4.556,82 [2.539,81 ευρώ κατά τα ανωτέρω + 1.496,40 μέσος όρος υπερωριακής απασχόλησης (598,56 ευρώ υπερωριακή αμοιβή του ανωτέρω χρονικού διαστήματος /12 ημέρες = 49,88 ευρώ χ 30 ημέρες=) + 386,12 ευρώ κατά μέσο όρο μηνιαία αμοιβή έχμασης οχημάτων (ως το ποσό αυτό δεν αμφισβητείται ειδικά από την εναγομένη) + 134,49 ευρώ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για ρολόγια ναυτών, ως τo ποσό αυτό δεν αμφισβητείται ειδικά από την εναγομένη =] δικαιούται να λάβει το ποσό των [4.556,82 : 1/2 χ 1/15 χ 1,5 οκταήμερο =] 227,85 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 129,05 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί και επομένως οφείλεται σε αυτόν η διαφορά ποσού 98,80 ευρώ, iv) για αναλογία δώρου Πάσχα 2022, για το χρονικό διάστημα από 12.2.2022 έως 30.4.2022, ποσό ίσο με το 1/5 του μισού μηνιαίου μισθού για κάθε 8 ημέρες εργασίας και δεδομένου ότι οι μηνιαίες αποδοχές του για το έτος 2022 ανέρχονταν στο ποσό των 4.814,34 ευρώ [2.616,02 ευρώ κατά τα ανωτέρω + 1.570,20 μέσος όρος υπερωριακής απασχόλησης (6.326,88 + 8.171,52 = 14.498,40 ευρώ /277 ημέρες = 52,34 ευρώ χ 30 ημέρες=) + 497,54 ευρώ κατά μέσο όρο μηνιαία αμοιβή έχμασης οχημάτων (ως το ποσό αυτό δεν αμφισβητείται ειδικά από τις εναγόμενες) + 130,58 ευρώ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για ρολόγια ναυτών, ως τo ποσό αυτό δεν αμφισβητείται ειδικά από τις εναγόμενες =] δικαιούται να λάβει το ποσό των [4.814,34:1/2 χ 1/15 χ 9,75 οκταήμερα =] 1.564,66 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 828,47 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί και επομένως οφείλεται σε αυτόν η διαφορά ποσού 736,19 ευρώ και v) για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2022, δεδομένου ότι εργάστηκε κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2022 έως 30.6 2022, από 20.7.2022 έως 13.8.2022 και από 23.8.2022 έως 14.12.2022, ποσό ίσο με τα 2/25 του συνολικού μηνιαίου μισθού του για κάθε 19 ημέρες εργασίας, ήτοι συνολικό ποσό 4.051,75 ευρώ (4.814,34 ευρώ οι μηνιαίες αποδοχές ως ανωτέρω χ 2/25 χ 10,52 δεκαεννεαήμερα=), έναντι του οποίου  έλαβε το ποσό των 1.979,58 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί και επομένως οφείλεται σε αυτόν η διαφορά ποσού 2.072,17 ευρώ. κατά μερική παραδοχή του δεύτερου λόγου της έφεσης του ενάγοντος – εκκαλούντος (υπό στοιχ.Β), με τον οποίο παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, εσφαλμένα εκτιμώντας τις αποδείξεις, κατά τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλόμενων σε αυτόν επιδομάτων εορτών των ετών 2021 και 2022,  συνυπολόγισε το μέσο όρο της μηνιαίας αμοιβής του με την παραδοχή ότι αυτός απασχολούνταν ημερησίως υπερωριακά μόνον επί έντεκα ώρες και δεκατέσσερις ώρες τις ημέρες που το πλοίο εκτελούσε διπλό δρομολόγια και απορριπτόμενου του δεύτερου λόγου της έφεσης των εναγομένων – εκκαλουσών (υπό στοιχ. Α) με τον οποίο οι τελευταίες  υποστηρίζουν ότι για τον υπολογισμό των αιτούμενων δώρων εορτών έπρεπε να συνυπολογιστεί μικρότερος μέσος όρος υπερωριακής εργασίας καθώς και ότι η αξίωση αυτή του ενάγοντος έχει εξοφληθεί πλήρως, αφού όπως αποδείχθηκε, με τις καταβολές των εναγομένων εξοφλήθηκαν μερικώς και όχι πλήρως οι απαιτήσεις του ενάγοντος.

Κατ’ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς εξέταση, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη η υπό στοιχ. Α έφεση, να γίνει εν μέρει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη η υπό στοιχ. Β έφεση, κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους της και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη πληγέν και μη ανατραπέν μέρος της για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, η μεν πρώτη ως κυρία του πλοίου και μέχρι την αξία αυτού, η δε δεύτερη ως εργοδότρια και ως ασκούσα τον εφοπλισμό και την εκμετάλλευση του πλοίου, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των 11.235,53 (1.581,52 + 2.717,35 + 1.823,56 + 688,90 + 1.517,04 + 98,80 + 736,19 + 2.072,17=) ευρώ και να αναγνωρισθεί η υποχρέωσή τους – ευθυνόμενων  αλληλεγγύως και εις ολόκληρον σύμφωνα με τα ανωτέρω – να του καταβάλουν το ποσό των 3.024,94 ευρώ, όπως το σχετικό αγωγικό αίτημα περιορίστηκε, νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της απόλυσής του, ήτοι από 15.12.2022 και μέχρι την πλήρη εξόφληση, εκτός από το ποσό των 2.072,17 ευρώ που αντιστοιχεί στο επίδομα εορτών Χριστουγέννων του έτους 2022, που είναι τοκοφόρο από 1.1.2023. Τέλος, οι εναγόμενες, λόγω της ήττας τους πρέπει να καταδικαστούν σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 180, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

    ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων α) την από 19.1.2024 (με γεν.αριθ.καταθ. …../24.1.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …../24.1.2024) έφεση και β) την από 29.1.2024 (με γεν.αριθ.καταθ. …../12.7.2024 και ειδ.αριθ.καταθ. …../12.7.2024) έφεση, στρεφόμενες κατά της υπ’αριθ. 4030/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσας κατά τη διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών,

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την από 19.1.2024 έφεση.

Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ουσίαν την από 29.1.2024 έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.

Κρατεί και δικάζει την αγωγή κατ’ουσίαν.

Δέχεται αυτήν εν μέρει.

Υποχρεώνει τις εναγόμενες, ευθυνόμενες αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, η μεν πρώτη ως κυρία του πλοίου και μέχρι την αξία αυτού, η δε δεύτερη ως εργοδότρια και ως ασκούσα τον εφοπλισμό και την εκμετάλλευση του πλοίου, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των έντεκα χιλιάδων διακοσίων τριάντα πέντε ευρώ και πενήντα τριών λεπτών (11.235,53) νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της απόλυσής του, ήτοι από 15.12.2022 και μέχρι την πλήρη εξόφληση, εκτός από το ποσό των δύο χιλιάδων εβδομήντα δύο ευρώ και δεκαεπτά λεπτών (2.072,17) που αντιστοιχεί στο επίδομα εορτών Χριστουγέννων του έτους 2022, που είναι τοκοφόρο από 1.1.2023 και

Αναγνωρίζει την υποχρέωση των εναγομένων, ευθυνόμενων  αλληλεγγύως και εις ολόκληρον σύμφωνα με τα ανωτέρω, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων είκοσι τεσσάρων ευρώ και ενενήντα τεσσάρων λεπτών (3.024,94), νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της απόλυσής του, ήτοι από 15.12.2022 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Επιβάλλει σε βάρος των εναγομένων μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 20.3.2025

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ