Aριθμός 202 /2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από το Γραμματέα Σ.T.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ……….. και 2) ……….. ως κληρονόμων του ……….., κατοίκου Πειραιώς (οδός ……..) (ΑΦΜ ……….), οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Δρακούλη Δρακουλόγκωνα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» και τον εμπορικό διακριτικό τίτλο «………», η οποία εδρεύει στο …… Αττικής (οδός ……..) (ΑΦΜ ………..), η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Ιωάννη Κωλέττη.
Ο αρχικός ενάγων και ήδη αποβιώσας …………, κληρονόμοι του οποίου και συνεχίζοντες τη δίκη είναι οι ήδη εκκαλούντες, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 17.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ 2242/2021 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με την προαναφερόμενη ιδιότητά τους, οι ήδη εκκαλούντες με την από 7.12.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……./2022-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………../2023) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσιβλήτης, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 524 παρ. 1 και 2 και 528 ΚΠολΔ (όπως αυτά ισχύουν, το πρώτο μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 20 παρ.1 του ν. 4912/2022 και το δεύτερο μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 44 παρ. 2 του ν. 3994/2011, αντίστοιχα), προκύπτει ότι η προφορική συζήτηση ενώπιον των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων είναι υποχρεωτική μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε από τον διάδικο που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, οπότε, με την τυπική παραδοχή της έφεσης, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης και αναδικάζεται η υπόθεση από το Εφετείο, η συζήτηση ενώπιον του οποίου γίνεται πλέον προφορικά. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση αυτή, που είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση ενώπιον του Εφετείου, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και έτσι δεν είναι επιτρεπτή η παράσταση κατά τη συζήτηση με κοινή δήλωση των διαδίκων, που υπογράφεται από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, ή με δήλωση του ενός ή ορισμένων μόνο πληρεξουσίων ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση (βλ. ΜονΕφΔωδ 72/2022 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), οι δε προτάσεις και οι σ’ αυτές περιεχόμενοι αυτοτελείς ισχυρισμοί, καθώς και τα αποδεικτικά μέσα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, κατόπιν δήλωσης των πληρεξουσίων δικηγόρων τους κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, δεν λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο (βλ. ΑΠ 93/2013, ΜονΕφΠειρ 160/2022 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η απαγόρευση της παράστασης με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου στην περίπτωση του άρθρου 528 ΚΠολΔ ισχύει όχι μόνο για το διάδικο, ο οποίος δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, αλλά και για τον αντίδικό του, ο οποίος κανονικά είχε παραστεί στον πρώτο βαθμό. Τούτο σαφώς προκύπτει από τις προαναφερόμενες διατάξεις, γιατί διαφορετικά, χωρίς δηλαδή την πραγματική παράσταση όλων των διαδίκων, προφορική συζήτηση δε νοείται, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα της εκατέρωθεν ακρόασης και της κατ` αντιδικία συζήτησης της υπόθεσης (άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος), αλλά και για να εξασφαλίζεται η ισότητα των όπλων (άρθρο 110 ΚΠολΔ) και η αρχή της δίκαιης δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ (ΑΠ 491/2023 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 3 εδ. α’ του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 28 ν. 4842/2021, «Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται, εφόσον είναι παραδεκτή». Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι αν, παρά την ερημοδικία του εκκαλούντος, διαπιστώνεται ότι απουσιάζει κάποιο στοιχείο του παραδεκτού της έφεσης, λ.χ. είναι εκπρόθεσμη, αυτή απορρίπτεται για τυπικούς λόγους ως απαράδεκτη. Αν, αντίθετα, είναι παραδεκτή, η ερημοδικία του εκκαλούντος οδηγεί σε κατ’ ουσίαν (ως ανυποστήρικτη) και όχι κατά τους τύπους απόρριψη, διότι, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη σχετικού αιτήματος του εφεσίβλητου, ο εκκαλών με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του, θεωρείται ότι παραιτείται από την έφεση και αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση (βλ. ΑΠ 60/2017, ΑΠ 268/2016, ΑΠ 355/2016, στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει και τις υποθέσεις που εκδικάζονται κατά τις ειδικές διαδικασίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 591 παρ. 1, 7 ΚΠολΔ, αφού με τη διάταξη του άρθρου 39 του ν. 3842/2021 προστέθηκε δεύτερο εδάφιο στην παρ. 7 του άρθρου 591 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο «Σε περίπτωση ερημοδικίας του ανακόπτοντος, του εκκαλούντος, του αντεκκαλούντος ή του αιτούντος την αναψηλάφηση, το αντίστοιχο ένδικο μέσο απορρίπτεται». Για να επέλθει όμως το αποτέλεσμα αυτό, ελέγχεται προηγουμένως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση της έφεσης και, τελικά, αν μεσολάβησε νόμιμη κι εμπρόθεσμη κλήτευση των διαδίκων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 110 παρ. 2 ΚΠολΔ, από την οποία απορρέει η θεμελιώδης δικονομική αρχή της ακρόασης όλων των διαδίκων και η παροχή δυνατότητας σε καθέναν από αυτούς να ακουσθεί από το δικαστήριο και να αναπτύξει τους ισχυρισμούς του. Αν, επομένως, επισπεύδων είναι ο απολειπόμενος διάδικος, τότε δεν απαιτείται κλήτευσή του, ενώ αντίθετα απαιτείται τέτοια κλήτευση, όταν τη συζήτηση επισπεύδει ο παριστάμενος διάδικος. Και εάν μεν ο εκκαλών δεν κλητεύθηκε ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως για να παραστεί κατά τη συζήτηση της έφεσης, το Δικαστήριο κηρύσσει τη συζήτηση απαράδεκτη, αν δε, αντιθέτως, επισπεύδει αυτός (εκκαλών) τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως από τον εφεσίβλητο να παραστεί σε αυτήν, η έφεση, εφόσον είναι παραδεκτή, απορρίπτεται (βλ. ΜονΕφΠειρ 78/2024 στην nomotelia.gr, ΜονΕφΠειρ 313/2024 στην efeteio-peir.gr, ΜονΕφΠειρ 195/2023 στην efeteio-peir.gr).
Στην προκείμενη περίπτωση, φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η από 7-12-2022 υπ’ αριθμ. κατάθ. ………./2022 έφεση των εκκαλούντων 1) ………. και 2) ……….., ως νόμιμων κληρονόμων του αρχικώς ενάγοντος ………., κατά της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία ……. και τον διακριτικό τίτλο ……….., που στρέφεται κατά της υπ’ αριθμ. 2242/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία περιουσιακών διαφορών). Ειδικότερα, στην από 17-10-2019 (υπ’ αριθμ. …………/2019) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ο ενάγων ιστορούσε ότι, από υπαιτιότητα του ……….., οδηγού του υπ’ αριθμ. κυκλ. ………. δίκυκλου οχήματος, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στην ανωτέρω εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, τραυματίσθηκε σοβαρά κατά το περιγραφόμενο τροχαίο ατύχημα. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει νομιμοτόκως το ποσό των 200.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, απεβίωσε ο ενάγων ……….., γι’ αυτό τη δίκη του συνέχισαν, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, οι ανωτέρω νόμιμοι κληρονόμοι του 1) ………. και 2) ……………. Όμως, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ο συνήγορος των τελευταίων δεν προσκόμισε το απαιτούμενο από τη διάταξη του άρθρου 61 παρ, 1, 4 ν. 4194/2013 (Κώδικα Δικηγόρων) γραμμάτιο για τις προτάσεις και την παράστασή του, με συνέπεια να θεωρηθούν οι ενάγοντες ως ερήμην δικασθέντες. Με την ανωτέρω έφεση του εκκαλούντων, που έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 ίδιου Κώδικα, οι εκκαλούντες ζητούν να εξαφανιστεί η ως άνω πρωτόδικη απόφαση και να γίνει δεκτή η αγωγή. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η μεν εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία εκπροσωπήθηκε από τον παριστάμενο πληρεξούσιο δικηγόρο της, οι δε ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες δεν εμφανίστηκαν και εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση κατά το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Ωστόσο, οι τελευταίοι, ενόψει της ερημοδικίας στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, όφειλαν, για να θεωρηθούν προσηκόντως παριστάμενοι στον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, κατά τον οποίο, όπως προεκτέθηκε, ήταν υποχρεωτική η προφορική συζήτηση της υπόθεσης, να εκπροσωπηθούν από πληρεξούσιο δικηγόρο και όχι να παραστούν με δήλωση αυτού, κατά το άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ. Όπως εξάλλου προκύπτει από την υπ` αριθμ. Γ …../28-11-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …………., οι εκκαλούντες κλητεύθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα για τη συζήτηση της υπό κρίσης έφεσης, ακριβές αντίγραφο της οποίας, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, που είχε καταθέσει την έφεση. Συνεπώς, πρέπει να δικαστούν ερήμην και να απορριφθεί η έφεσή τους, να οριστεί δε το προκαταβλητέο παράβολο, για την περίπτωση άσκησης εκ μέρους του ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας μετά από σχετικό αίτημά της, σε βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), επίσης κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην των εκκαλούντων.
Ορίζει το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 7-12-2022 έφεση.
Καταδικάζει τους εκκαλούντες στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, που ορίζει για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε εφτακόσια (700) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 3 Απριλίου 2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ