ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Δ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 197/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Ελένη Σκριβάνου – Εισηγήτρια, Σοφία Καλούδη, Εφέτες και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………….. και 2) ……………., οι οποίοι, αμφότεροι, παραστάθηκαν μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Κωνσταντίνου Καπελλάκη.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) …………… και 2) …………., οι οποίες, αμφότερες, εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Βασιλική Τσιτσέλη (με δήλωση, κατ΄ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
ΟΙ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΕΣ άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 12-3-2015, με γενικό αριθμό κατάθεσης και αριθμό κατάθεσης δικογράφου, αντίστοιχα, ………../17-3-2015 αγωγή τους. Το ως άνω Δικαστήριο, δικάζοντας κατά την τακτική διαδικασία, εξέδωσε αρχικά την υπ΄αρ. 2843/20-6-2018 εν μέρει μη οριστική απόφασή του, με την οποία διέταξε πραγματογνωμοσύνη για τα εκεί αναφερόμενα θέματα, κατόπιν της διενέργειας της οποίας, εκδόθηκε η υπ΄αρ. 1732/31-5-2023 οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, που έκανε δεκτή την αγωγή.
Την τελευταία απόφαση, καθώς και την συμπροσβαλλόμενη με αυτή προηγηθείσα ως άνω εν μέρει μη οριστική απόφαση, πρόσβαλαν οι εναγόμενοι – ήδη εκκαλούντες, με την κρινόμενη από 8-9-2023 έφεσή τους, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ………./8-9-2023, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ………./12-1-2024, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αρ. 2.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το πινάκιο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στην έφεση και στις προτάσεις τους, ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος των εφεσίβλητων, ύστερα από δήλωσή της, που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσε προτάσεις.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ΄αρ. 1732/31-5-2023 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, καθώς και της συμπροσβαλλόμενης με αυτή προηγηθείσας υπ΄αρ. 2843/2018 εν μέρει μη οριστικής απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.2 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι δεν προκύπτει ούτε οι διάδικοι επικαλούνται ότι έλαβε χώρα η επίδοση της εκκαλουμένης και από την έκδοση της τελευταίας έως την άσκηση της ένδικης έφεσης, δεν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της διετίας. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στο πλαίσιο που καθορίζεται από αυτούς (άρθρα 19, 522, 533 παρ. 1,2 ΚΠολΔ). Έχει κατατεθεί δε από τους εκκαλούντες, το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.3 εδ.α΄ ΚΠολΔ, παράβολο του Δημοσίου, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κάτωθεν της έκθεσης κατάθεσης του δικογράφου αυτής.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 1719 αρ. 3 ΑΚ, ανίκανοι να συντάσσουν διαθήκη είναι όσοι κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, δεν έχουν συνείδηση των πράξεων τους ή βρίσκονται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής τους. Στην αμέσως πιο πάνω διάταξη προβλέπονται δύο περιπτώσεις ανικανότητας προς σύνταξη διαθήκης, δηλαδή α) η έλλειψη συνείδησης των πράξεων, η οποία υπάρχει όταν το πρόσωπο από αίτιο νοσηρό ή μη (όπως μέθη, ύπνωση κλπ.) δεν έχει τη δύναμη να διαγνώσει την ουσία και το περιεχόμενο της διαθήκης που συντάσσει, καθώς και την ικανότητα να συλλάβει τη σημασία των επί μέρους διατάξεων της διαθήκης, χωρίς να απαιτείται γενική και πλήρης έλλειψη συνείδησης του εξωτερικού κόσμου ή πλήρης έλλειψη της λειτουργίας του νου και β) η ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη. Ως ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη, νοείται ειδικότερα κάθε διαταραχή που μειώνει σημαντικά την ικανότητα για αντικειμενικό έλεγχο της πραγματικότητας, όταν, δηλαδή εξαιτίας της διαταραχής αυτής αποκλείεται κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ο ελεύθερος προσδιορισμός της βούλησης του διαθέτη με λογικούς υπολογισμούς, καθόσον ο τελευταίος κυριαρχείται από παραστάσεις, αισθήματα, ορμές ή επιρροές τρίτων. Η ανικανότητα κρίνεται κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ενώ η μεταγενέστερη επέλευσή της ή η ύπαρξή της σε προγενέστερο χρόνο δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή. Στην περίπτωση ειδικά που ο διαθέτης πάσχει από ψυχική ή διανοητική διαταραχή, αν μεν πρόκειται για πάθηση περιοδικού χαρακτήρα, απαιτείται και πάλι να αποδειχθεί η ψυχική ή διανοητική διαταραχή κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, αν όμως πρόκειται για πάθηση μη ιάσιμη ή βαριά ψυχική διαταραχή, αρκεί η απόδειξη ότι ο διαθέτης κατά την εποχή περίπου της σύνταξης της διαθήκης ‘’όχι ακριβώς και κατά το χρόνο σύνταξής της’’, έπασχε από μόνιμη πνευματική νόσο. Κατάσταση που είναι δυνατόν στη συγκεκριμένη περίπτωση να έχει ως συνέπεια την ανικανότητα για σύνταξη διαθήκης, σύμφωνα με την πιο πάνω διάταξη είναι και η γεροντική άνοια, όταν από αυτή προκαλείται μόνιμη διαταραχή της λειτουργίας του νου, σε βαθμό που να αποκλείει την ύπαρξη λογικής κρίσης, ενώ η απλή νοητική μείωση, που συχνά συνοδεύει τη γήρανση είναι φαινόμενο απολύτως φυσιολογικό και η επίκληση και απόδειξή της δεν δικαιολογεί, από μόνη της, ανικανότητα προς σύνταξη διαθήκης (ΑΠ 558/2021, ΑΠ 237/2017, ΑΠ 1337/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Διαθήκη που συντάσσεται από τέτοιο ανίκανο, κατά τα προεκτεθέντα, προς σύνταξη διαθήκης πρόσωπο, είναι αυτοδικαίως άκυρη και συνεπώς, ακόμη και χωρίς παρεμβολή σχετικής δικαστικής απόφασης, θεωρείται εξαρχής ως μη γενομένη (άρθρο 1748,180 ΑΚ) και καθένας που έχει έννομο συμφέρον όπως οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του, μπορεί να ζητήσει με αγωγή να αναγνωρισθεί ότι η εν λόγω διαθήκη είναι άκυρη (ΑΠ 1063/2006 ΕλΔνη 2006.1418, Εφ.Πειρ. 103/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Θεσ. 2075/2012 Αρμ 2013.1655). Η ικανότητα κατά τεκμήριο υφίσταται και συνεπώς αυτός που επικαλείται το αντίθετο του τεκμηρίου βαρύνεται με την απόδειξή του (ΑΠ 1063/2006 ό.π., Εφ.Πειρ. 103/2015 ό.π., Εφ.Αθ. 4518/2011 ΕλΔνη 2012. 4381). Τέλος, η καταχωρηθείσα στη δημόσια διαθήκη βεβαίωση του συμβολαιογράφου για την ικανότητα του διαθέτη να συντάξει διαθήκη κατά το άρθρο 1719 εδ.3 ΑΚ, αποτελεί υποκειμενική κρίση και αντίληψη αυτού και μπορεί να ανατραπεί με απλή απόδειξη για το αντίθετο, χωρίς προσβολή της διαθήκης για πλαστότητα (ΑΠ 1337/2015 ό.π., ΑΠ 715/2014 ό.π., Εφ.Πειρ. 103/2015 ό.π., Εφ.Πειρ. 137/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείµενη περίπτωση, οι ενάγουσες, εξέθεταν στην ως άνω από 12-3-2015 αγωγή τους, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε µε δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε νοµότυπα στα ταυτάριθµα µε την υπ΄αρ. 2843/2018 εν μέρει μη οριστική απόφαση πρακτικά δηµόσιας συνεδρίασης αυτού, αλλά και µε τις προτάσεις τους (άρθρο 224 ΚΠολΔ), ότι στις 29-1-2015 απεβίωσε στην Καλλιθέα Αττικής ο πατέρας τους …………., κάτοικος εν ζωή Δήµου Αγκιστρίου. Ότι, ο ως άνω αποβιώσας, δυνάµει της υπ΄αρ. …../12-9-2014 δηµόσιας διαθήκης που συντάχθηκε ενώπιον της Συµβολαιογράφου Αίγινας, ……….. και δηµοσιεύθηκε µε το υπ΄αρ. 6/6-2-2015 Πρακτικό του Ειρηνοδικείου Αίγινας, το περιεχόµενο της οποίας (διαθήκης) παρατίθεται στην αγωγή αυτολεξεί, εγκατέστησε ως κληρονόµους του τους εναγόμενους, σε καθένα εκ των οποίων κατέλειπε τα αναφερόµενα στο αγωγικό δικόγραφο ακίνητα, συνολικής αξίας 175.797,10 ευρώ. Ότι, εξαιτίας των εκτιθέµενων στην αγωγή παθήσεών του, ο εν λόγω διαθέτης, κατά τον χρόνο σύνταξης της ανωτέρω διαθήκης, δεν είχε συνείδηση των πραττοµένων και βρισκόταν σε ψυχική και διανοητική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του, µε αποτέλεσµα η ανωτέρω διαθήκη να είναι άκυρη. Ότι, συνεπώς, αυτές (ενάγουσες) ως πλησιέστερες συγγενείς του αποβιώσαντος, τυγχάνουν µόνες εξ αδιαθέτου κληρονόµοι του, σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου της κληρονοµιαίας περιουσίας έκαστη. Ότι, οι εναγόµενοι κατέχουν και κατακρατούν τα κληρονοµιαία ως άνω ακίνητα ως κληρονόµοι του παραπάνω αποβιώσαντος, αντιποιούµενοι το κληρονοµικό δικαίωµα των ίδιων (εναγουσών) και, παρά τις οχλήσεις τους, αρνούνται ρητά να τους παραδώσουν τη νοµή και κατοχή των κληρονομιαίων ακινήτων. Ζητούσαν δε ακολούθως, οι ενάγουσες, όπως το αίτημα της αγωγής παραδεκτά περιορίστηκε µε τις πρωτόδικες προτάσεις τους, κατ΄ άρθρο 223 εδ. β’ του ΚΠολΔ, α) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της ανωτέρω υπ΄αρ. …../12-9-2014 δηµόσιας διαθήκης του ……………, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Συµβολαιογράφου Αίγινας, …………., και β) να αναγνωριστεί το κληρονοµικό τους δικαίωµα ως εξ αδιαθέτου κληρονόµων του ως άνω διαθέτη – πατέρα τους, ………., και δη κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστης εξ αυτών επί της κληρονοµιαίας περιουσίας και επί των ανηκόντων σ’ αυτή ως άνω ακινήτων, καθώς και η υποχρέωση των εναγόμενων να τους αποδώσουν, κατά το παραπάνω ποσοστό σε έκαστη εξ αυτών, τα ακίνητα αυτά.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς), δικάζοντας την αγωγή κατά την τακτική διαδικασία, εξέδωσε την υπ΄αρ. 2843/2018 εν μέρει οριστική και εν μέρει οριστική απόφασή του, με την οποία, αφού κρίθηκε (καθ΄ύλη) αναρμόδιο προς εκδίκαση της σωρευθείσας στο αγωγικό δικόγραφο, αγωγής περί κλήρου, διέταξε τον χωρισμό της και την παραπομπή της στο αρμόδιο καθ΄ύλη και κατά τόπο Δικαστήριο, ήτοι το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Ακολούθως, κράτησε την αγωγή ως προς το έτερο αίτημα αυτής περί αναγνώρισης της ακυρότητας της επίδικης δημόσιας διαθήκης, ως προς το οποίο, αφού την έκρινε παραδεκτή, ορισμένη (καθώς περιέχει όλα τα απαιτούμενα από τον νόμο για τη θεμελίωσή της στοιχεία, παρά τον περί του αντιθέτου αβάσιμο ισχυρισμό των εναγόμενων) και νόμιμη, στη συνέχεια διέταξε την επανάληψη της συζήτησής της προκειμένου να διενεργηθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη για τα ζητήματα που αναφέρονται στην ανωτέρω απόφαση. Όρισε δε πραγματογνώμονα τον νευρολόγο – ψυχίατρο …………., ο οποίος ανατικαταστάθηκε, κατόπιν αίτησης των εναγουσών, δυνάμει της υπ΄αρ. 3812/2020 απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου, από τον πραγματογνώμονα ……… νευρολόγο- ψυχίατρο. Κατόπιν της διενέργειας από τον τελευταίο, της ως άνω διαταχθείσας πραγματογνωμοσύνης, εκδόθηκε η υπ΄αρ. 1732/2023 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία έκανε δεκτή την αγωγή και ως ουσιαστικά βάσιμη και αναγνώρισε την ακυρότητα της προσβαλλόμενης δημόσιας διαθήκης, καθώς επίσης επέβαλε τα δικαστικά έξοδα των εναγουσών εις βάρος των εναγόμενων, τα οποία όρισε στο ποσό των 3.800 ευρώ.
Κατά της παραπάνω οριστικής απόφασης και της συμπροσβαλλόμενης με αυτή προηγηθείσας ως άνω εν μέρει μη οριστικής απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου, παραπονούνται οι εναγόμενοι – ήδη εκκαλούντες, με την κρινόμενη έφεσή τους, για τους αναφερόμενους σ’ αυτή λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε την εξαφάνισή της, ώστε, να απορριφθεί η αγωγή των αντιδίκων τους.
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, ήτοι του μάρτυρα των εναγουσών ………… και του μάρτυρα των εναγόμενων …………, που εξετάστηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την προαναφερθείσα υπ΄αρ. 2843/2018 εν μέρει μη οριστική απόφαση πρακτικά αυτού, των υπ΄αρ. ….., ….. και …../14-10-2015 ένορκων βεβαιώσεων των µαρτύρων ………….., αντίστοιχα, που προσκομίζουν οι ενάγουσες και λήφθηκαν, με επιµέλειά τους, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, κατόπιν νοµότυπης και εµπρόθεσµης κλήτευσης των εναγόμενων (βλ. τις υπ΄αρ. ……/5-10-2015 και ……/5-10-2015 εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιµελητών στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ……….. και ……….., αντίστοιχα), όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και οι εκθέσεις ένορκης εξέτασης μαρτύρων στα πλαίσια σχηµατισθείσας ποινικής δικογραφίας κατόπιν έγκλησης των εναγουσών κατά των εναγόμενων, καθώς επίσης και της από 21-11-2021 και µε αριθµό πράξης κατάθεσης ……/6-12-2021 έκθεσης ιατρικής πραγµατογνωµοσύνης του πραγµατογνώµονα ……….., νευρολόγου – ψυχιάτρου, που διορίστηκε δυνάµει της υπ΄αρ. 3812/2020 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, σε αντικατάσταση του αρχικά διορισθέντος δυνάµει της ως άνω υπ΄αρ. 2843/2018 εν μέρει μη οριστικής απόφασης, αλλά και της από 31-1-2025 έκθεσης τεχνικού συμβούλου …………. νευρολόγου – ψυχίατρου, την οποία παραδεκτά κατ΄ άρθρο 529 παρ.1 ΚΠολΔ, επικαλούνται με τις προτάσεις τους και προσκομίζουν οι εκκαλούντες – εναγόμενοι το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, μη συντρέχουσας κατά την κρίση του Δικαστηρίου η περίπτωση της παρ.2 του ως άνω άρθρου, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά:
Στις 29-1-2015 απεβίωσε στην Καλλιθέα Αττικής ο πατέρας των εναγουσών, …………., κάτοικος εν ζωή Δήµου Αγκιστρίου, γεννηθείς το έτος 1939. Ο αποβιώσας, η σύζυγος του οποίου, ………., είχε προαποβιώσει αυτού στις 4-8-2014, άφησε κατά τον χρόνο του θανάτου του πλησιέστερους εν ζωή συγγενείς του και εξ αδιαθέτου κληρονόµους του τις ενάγουσες θυγατέρες του σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστη εξ αυτών. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, ο εν λόγω αποβιώσας κατέλειπε τη µε αριθµό ……/12-9-2014 δηµόσια διαθήκη του, που συντάχθηκε ενώπιον της Συµβολαιογράφου Αίγινας …………. και δηµοσιεύθηκε νόµιµα με το με αριθμό 6/6-2-2015 Πρακτικό του Ειρηνοδικείου Αίγινας. Στην ως άνω διαθήκη, µε την οποία ο θανών – πατέρας των εναγουσών διέθεσε την ακίνητη περιουσία, που είχε στην κυριότητά του, αναφέρονται τα εξής: «Αφήνω κληρονόµους µου τις κόρες µου ………….. και …………, τον ανιψιό µου …………… και την ανιψιά µου …………… Στον ανιψιό µου ………… αφήνω το σπίτι που µένω στους ……….., στον ………. µαζί µε το οικόπεδό του. Το οικόπεδο το είχα αγοράσει από τον πατέρα µου, ……… µε το …../1966 συµβόλαιο του συμβολαιογράφου Αίγινας ……….. και το σπίτι το έφτιαξα εγώ με δικά μου λεφτά. Επίσης, του αφήνω το μερτικό μου στο μαγαζί το ισόγειο πάνω στον κεντρικό δρόμο και το σπίτι το διώροφο που είναι πίσω από το μαγαζί, στο ….. στο Αγκίστρι, που τα έχω κληρονομιά του πατέρα μου …………. Στην ανιψιά μου ……. αφήνω το μερίδιό μου σε ένα κτήμα που βρίσκεται δίπλα από το σπίτι που μένω στο ……, περίπου το υπολογίζω οκτακόσια (800) μέτρα, ή όσο και αν είναι. Και αυτό είναι από κληρονομιά του πατέρα του. Τους τα αφήνω γιατί με προσέχουν και με φροντίζουν. Το μερτικό μου που έχω σε όλα τα άλλα χωράφια και οικόπεδα που βρίσκονται στο …… και στη ……. το αφήνω στις κόρες μου ….. και ……. και από μισό στην καθεμία, καθώς και το μερίδιό μου από την κληρονομιά της γυναίκας μου ………., που είναι στο ………….. Δεν τους αφήνω περισσότερα, γιατί με πετάξανε και δεν έχω να ακουμπήσω σε αυτές».
Ο ως άνω διαθέτης, ………., πατέρας των εναγουσών και θείος των εναγόμενων, ηλικίας 75 ετών κατά τον χρόνο σύνταξης της επίμαχης διαθήκης και συγκεκριμένα στις 14-9-2014, ήτοι δύο ημέρες μετά τη σύνταξη αυτής, εξετάστηκε στο ……. από ιατρό και βρέθηκε με υπερτασική κρίση και υπερνεύρωση, του χορηγήθηκε δε ενέσιμα «Lasix» και «Stedon» και συνεστήθη η επείγουσα µεταφορά του σε νοσοκοµείο, όπως αναφέρεται στην από 19-10-2015 ιατρική γνωµάτευση του χειρουργού ωτορινολαρυγγολόγου, ………. Ωστόσο ο διαθέτης αρνήθηκε σθεναρά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο.
Περαιτέρω, προέκυψε ότι, η δεύτερη ενάγουσα υπέβαλε ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά την από 9-1-2015 αίτηση περί λήψης εισαγγελικής παραγγελίας προς τα αρµόδια αστυνοµικά όργανα του Α.Τ. Αγκιστρίου, ώστε να µεταφέρουν τον πατέρα της σε εφηµερεύον νοσοκοµείο, προκειµένου να υποβληθεί αυτός σε ιατρικές εξετάσεις, αφού ο ίδιος, όπως αναφερόταν στην ως άνω αίτησή της, είχε τάσεις φυγής, δεν είχε επαφή µε το παρόν και δεν αναγνώριζε οικεία πρόσωπα. Κατόπιν της εν λόγω αίτησης, ο ανωτέρω ……………, με εντολή του ως άνω Εισαγγελέα, διακομίσθηκε στις 14-1-2015 στο Ψυχιατρικό Νοσοκοµείο Αττικής «ΔΑΦΝΙ», όπου διαγνώστηκε µε ανοϊκή συνδροµή. Την ίδια ημέρα, µεταφέρθηκε από τις ενάγουσες στο Γενικό Νοσοκοµείο Νίκαιας Πειραιά «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ», όπου διαγνώσθηκε µε αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, ενώ στο προσκοµιζόµενο από 19-1-2015 ενηµερωτικό ιατρικό σηµείωµα εξόδου από το ως άνω νοσοκοµείο αναφέρεται ότι «Έγινε CT εγκεφάλου: πολλά έµφρακτα διαφόρου χρονιότητας». Κατά τη διάρκεια δε της νοσηλείας του στο ως άνω Νοσοκοµείο ο εν λόγω διαθέτης – πατέρας των εναγουσών ήταν διεγερτικός και λόγω αυτού έγινε ψυχιατρική εκτίµηση και συστήθηκε στενή ψυχιατρική παρακολούθηση και φαρµακευτική αγωγή µε τη λήψη Plavix, Risperdal, Exelon και Stedon. Ακολούθως, οι ενάγουσες φρόντισαν για τη μεταφορά του πατέρα τους, ……, στο κέντρο φιλοξενίας µε την επωνυµία «……», στην …… Αττικής, όπου αυτός διέμεινε έως και τον θάνατό του (29-1-2015), ο οποίος επήλθε από καρδιακή ανακοπή, όπως προκύπτει από το µε αρ. …, τόµος …., έτος 2015 απόσπασµα ληξιαρχικής πράξης θανάτου του ληξιάρχου του Δήµου Αγκιστρίου. Ακόμη, στην από 29-1-2015 ιατρική βεβαίωση του ειδικού γενικού ιατρού …………., του ανωτέρω κέντρου φιλοξενίας, αναφέρεται ότι ο ………… πάσχει από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, άνοια και οργανικό ψυχοσύνδρομο, καθώς και ότι δεν δύναται να αυτοεξυπηρετηθεί, ούτε να εκτελεί μόνος του βασικές καθημερινές δραστηριότητες. Περαιτέρω, ο πραγματογνώμονας …………, αναφέροντας τα ως άνω ιατρικά πιστοποιητικά στην προαναφερθείσα έκθεση πραγματογνωμοσύνης, καταλήγει στα εξής συμπεράσματα: Ο κληρονοµούµενος …………., γενηθείς το έτος 1939, ο οποίος απεβίωσε στις 29-1-2015, κατά το χρόνο σύνταξης της υπ΄αρ. ……../12-9-2014 διαθήκης του: α) είχε σηµαντικού βαθµού µείωση της ικανότητάς του να διαγνώσει την ουσία και το περιεχόµενο της διαθήκης του, καθώς έπασχε από ανοϊκού τύπου συνδροµή, αγγειακής αιτιολογίας και β) η διανοητική αυτή διαταραχή περιόριζε σε αποφασιστικό βαθµό τη λειτουργία της βούλησής του, καθόσον µείωνε σηµαντικά την ικανότητα για αντικειµενικό έλεγχο της πραγµατικότητας και τον καθιστούσε ευάλωτο σε επιδράσεις άλλων προσώπων. Οι διανοητικές διαταραχές που αναφέρθηκαν, είχαν αναπτυχθεί τουλάχιστον στη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας της ζωής του και είχαν σηµαντική βαρύτητα κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης.
Οι εκκαλούντες παραπονούνται με τον δεύτερο λόγο της έφεσής τους, ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την προβληθείσα με τις μετ΄ απόδειξη πρωτόδικες προτάσεις τους, αίτηση εξαίρεσης του συντάξαντος την ως άνω πραγματογνωμοσύνη πραγματογνώμονα (……………) αφενός ως εκπρόθεσμη, αφετέρου ως αόριστη. Ωστόσο, ακόμη κι αν δεχθούμε τον ισχυρισμό των εκκαλούντων, ότι, εφόσον δεν προκύπτει η επίδοση της υπ΄αρ. 3812/2020 απόφασης με την οποία ορίστηκε ο ανωτέρω πραγματογνώμονας σε αντικατάσταση του αρχικά ορισθέντος, κατά τα προεκτεθέντα, δεν άρχισε η πενθήμερη προθεσμία που τάσσει το άρθρο 377 ΚΠολΔ για την άσκηση αίτησης εξαίρεσης, αυτή δεν μπορεί να εκτείνεται και μετά τη σύνταξη της πραγματογνωμοσύνης, δεδομένου και του ότι οι εκκαλούντες παραστάθηκαν κατά την εκδίκαση της αίτησης των εφεσίβλητων, με την οποία αυτοί ζήτησαν την αντικατάσταση του αρχικά ορισθέντος πραγματογνώμονα και επί της οποίας εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η ως άνω απόφαση. Πέραν τούτου, η αίτηση εξαίρεσης είναι αόριστη, διότι δεν αναφέρουν σε αυτή σε τι συνίσταται η επικαλούμενη από τους εκκαλούντες εις βάρος τους μεροληψία του πραγματογνώμονα. Οπότε ο σχετικός λόγος της έφεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, το γεγονός ότι ο εν λόγω πραγματογνώμονας δεν αναφέρεται στην ως άνω από 21-11-2021 έκθεσή του, ρητά στα έγγραφα που του παρέδωσαν οι εκκαλούντες – εναγόμενοι, και δεν τα αποκρούει, δεν σημαίνει ότι δεν τα έλαβε υπόψη του, αφού μάλιστα στην αρχή της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης αναφέρει ότι ‘’τέθηκαν υπόψη του από τις πληρεξούσιες δικηγόρους (ενν. των διαδίκων) ιατρικά και άλλα έγγραφα’’, ούτε καθίσταται εξ αυτού του λόγου η πραγματογνωμοσύνη ελλιπής ή αναξιόπιστη, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι εκκαλούντες με την ένδικη έφεσή τους. Στην έκθεση αυτή ο εν λόγω πραγματογνώμονας κάνει μνεία κυρίως των ιατρικών εγγράφων – πιστοποιητικών, που του παραδόθηκαν από τις ενάγουσες- εφεσίβλητες (οι εναγόμενοι δεν προσκομίζουν ιατρικές βεβαιώσεις), διότι προφανώς αυτά θεωρεί, με την ιδιότητά του ως νευρολόγου -ψυχιάτρου, ότι έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα σχετικά με την απάντηση των ερωτημάτων που του τέθηκαν με την προαναφερθείσα προδικαστική απόφαση. Επιπλέον, ούτε το γεγονός ότι ο πραγματογνώμονας έλαβε υπόψη του, συνδυαστικά με τα ως άνω έγγραφα, τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων που προσκόμισαν οι ενάγουσες, καθιστά ελαττωματική την πραγματογνωμοσύνη. Εξάλλου, οι εναγόμενοι δεν προσκόμισαν τέτοιες (ένορκες βεβαιώσεις), για να τις λάβει υπόψη. Δεν συντρέχει δε λόγος διενέργειας νέας πραγματογνωμοσύνης ή κλήσης του πραγματογνώμονα προς παροχή διευκρινίσεων σχετικά με την ήδη διενεργηθείσα, όπως αιτούνται οι εκκαλούντες, με τον τρίτο λόγο της έφεσης, επαναλαμβάνοντας το πρωτοδίκως προβληθέν αίτημά τους, καθώς αυτή (πραγματογνωμοσύνη) είναι σαφής και δεν χρήζει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου διευκρινίσεων. Άλλωστε το Δικαστήριο την εκτιμά ελεύθερα και σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα ήτοι έγγραφα, μαρτυρικές καταθέσεις και ένορκες βεβαιώσεις. Επίσης, ορθά απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ως απαράδεκτο και το αίτηµα που πρόβαλαν οι εναγόμενοι με τις πρωτόδικες προτάσεις τους, περί επίδειξης εγγράφων από τον ΕΟΠΥ, διότι, αυτό, εφόσον αφορά σε υποχρέωση τρίτου, δύναται να υποβληθεί μόνο με παρεµπίπτουσα αγωγή και όχι με τις προτάσεις (άρθρο 451 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Περαιτέρω, οι εναγόμενοι υποστηρίζουν με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους, επικαλούμενοι και τα αναφερόμενα στην ως άνω από 31-1-2025 έκθεση του νευρολόγου – ψυχιάτρου ………….., την οποία, όπως προαναφέρθηκε, προσκομίζουν το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ότι δεν προκύπτει από κανένα αποδεικτικό μέσο ότι ο διαθέτης έπασχε από ανοϊκή διαταραχή πριν και κατά τον χρόνο σύνταξης της εν λόγω διαθήκης και ότι η διαταραχή αυτή, καθώς και η έκπτωση των εγκεφαλικών του λειτουργιών, μπορεί να προήλθε από την υπερτασική κρίση που υπέστη δύο ημέρες μετά τη σύνταξη της διαθήκης, καθώς όλα τα προαναφερθέντα ιατρικά πιστοποιητικά αφορούν σε χρόνο μεταγενέστερο αυτής. Υποστηρίζουν, ακόμη, ότι ο πραγματογνώμονας αυθαίρετα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι διανοητικές διαταραχές του διαθέτη είχαν αναπτυχθεί τουλάχιστον στη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας της ζωής του. Ωστόσο, πέραν από τα αναφερόμενα στην εν λόγω πραγματογνωμοσύνη, η κρίση ότι ο διαθέτης είχε σημαντική έκπτωση των νοητικών του λειτουργικών και κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης αλλά και πριν από αυτόν, συνάγεται και από τα αναγραφόμενα στο ως άνω από 19-1-2015 ιατρικό σημείωμα του Νοσοκοµείου Νίκαιας «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ», όπου διαπιστώνεται ότι ο διαθέτης έχει υποστεί ‘’πολλά έµφρακτα διαφόρου χρονιότητας’’. Η ανοϊκή συνδρομή εξάλλου, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, είναι μια χρόνια μη ιάσιμη ασθένεια που δεν παρουσιάζεται ξαφνικά, όπως εκτέθηκε δε στη μείζονα σκέψη, αρκεί η απόδειξη ότι ο διαθέτης κατά την εποχή περίπου της σύνταξης της διαθήκης και όχι ακριβώς και κατά το χρόνο συνταξής της, έπασχε από μόνιμη πνευματική νόσο, όπως είναι η άνοια. Άλλωστε, τα ως άνω ιατρικά πιστοποιητικά και τα συμπεράσματα της πραγματογνωμοσύνης συνάδουν και με τα όσα καταθέτουν οι ενόρκως βεβαιούντες και ο μάρτυρας των εναγουσών. Ειδικότερα, η ανωτέρω ιατρική γνωµάτευση του χειρουργού ωτορινολαρυγγολόγου, …………., που αμφισβητούν οι εναγόμενοι ως μη ειδικού ιατρού, συνδυάζεται με τα όσα βεβαιώνει η μάρτυρας ……………, ξαδέρφη των διαδίκων, η οποία αναφέρει στην ως άνω ένορκη βεβαίωσή της, ότι στις 14-9-2014 επισκέφθηκε μαζί με τις ενάγουσες και τον σύζυγο της πρώτης τον ως άνω διαθέτη στο σπίτι του στο ………, όπου τον βρήκαν λιπόθυμο και χωρίς επικοινωνία με το περιβάλλον. Οι κόρες του κάλεσαν τον γιατρό που έκανε χρόνια τις διακοπές του εκεί (ενν. τον ως άνω ιατρό) διότι δεν υπήρχε μόνιμος γιατρός στο νησί για να τον εξετάσει. Και συνεχίζει η ενόρκως βεβαιούσα σχετικά με την κατάσταση του διαθέτη: ‘’Είχε 20 πίεση και έντονη νευρικότητα. Αντιδρούσε έντονα να πάει στο νοσοκομείο και γι αυτό ο γιατρός του έκανε ηρεμιστική ένεση και μας είπε ότι πρέπει να μπει στο νοσοκομείο. Είχαν έρθει στο σπίτι γείτονες, μέχρι και ο Δήμαρχος του νησιού. Αφού ηρέμησε, δεν αναγνώριζε τις κόρες του και δεν ήθελε να του φτιάξουν τίποτα να φάει και να πιει γιατί φοβόταν ότι θα τον δηλητηρίαζαν’’. Σχετικά δε με το παραπάνω συμβάν της 14ης-9-2014, ο διαθέτης εξέφρασε παράπονα ενώπιον του Α.Τ. Αίγινας, εναντίον των εναγουσών – θυγατέρων του, ότι ‘’…εισήλθαν παράνομα εντός της οικίας του στο …….. Αττικής περιοχή …….. άνευ της θέλησής του και τον απείλησαν’’, όπως προκύπτει από το από 16-9-2014 δελτίο συμβάντων του ως άνω Α.Τ, το οποίο μάλιστα επικαλούνται οι εναγόμενοι. Εντύπωση, ωστόσο, προκαλεί το γεγονός ότι αφενός μεν ο διαθέτης προέβη στα παράπονα αυτά δύο ημέρες μετά το συμβάν, αφετέρου δε, δεν μετέβη για να τα εκφράσει στο Α.Τ. ………, όπου ήταν η κατοικία του και συνέβη το περιστατικό της 14ης-9-2014, αλλά στο Α.Τ. Αίγινας, όπου ήταν η κατοικία της αδερφής του ………., μητέρας των εναγόμενων, υπό την επιρροή της οποίας υποστηρίζουν οι ενάγουσες ότι συντάχθηκε η επίμαχη διαθήκη από τον ανίκανο προς τούτο διαθέτη. Πέραν τούτων, τόσο ο μάρτυρας απόδειξης όσο και οι λοιποί ενόρκως βεβαιούντες, ήτοι ο ………., ο οποίος τότε κατοικούσε στο ……., σε διπλανή οικία με τον διαθέτη και ο ……….., που έχει σπίτι στο …….. από το 1970, απέναντι από το σπίτι αυτού (διαθέτη), όπως αναφέρουν στις ένορκες βεβαιώσεις τους, καταθέτουν συγκεκριμένα περιστατικά από τα οποία προκύπτει η διαταραχή των πνευματικών λειτουργιών του διαθέτη ήδη καιρό πριν τον θάνατο της γυναίκας του, που έλαβε χώρα τον Αύγουστο του 2014. Τα όσα αντίθετα καταθέτει ο μάρτυρας ανταπόδειξης, ο οποίος είναι σύζυγος της δεύτερης εναγόμενης, περί της καλής πνευματικής κατάστασης του θανόντος κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, δεν επιβεβαιώνονται από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Εξάλλου, οι εναγόμενοι επικαλούνται, προκειμένου να ενισχύσουν τον ισχυρισμό τους περί της ικανότητας του διαθέτη στη σύνταξη της επίμαχης διαθήκης, ότι τόσο η συμβολαιογράφος ενώπιον της οποίας αυτή συντάχθηκε, όπως και οι συμβολαιογράφοι που συνέταξαν το υπ΄αρ. ………/22-8-2014 πληρεξούσιο του αποβιώσαντος προς τις θυγατέρες του αλλά και το υπ΄.αρ. ………./19-9-2014 έγγραφο ανάκλησης του τελευταίου, προέβησαν στη σύνταξη των πράξεων αυτών. Εντούτοις, οι συμβολαιογράφοι που συνέταξαν τα παραπάνω, οι οποίοι συνάντησαν τον διαθέτη για σύντομο χρόνο, στερούνταν ιατρικών γνώσεων και δεν γνώριζαν το ιατρικό του φάκελο, ενδεχομένως δεν ήταν δυνατόν να διαπιστώσουν την κατάστασή του κατά την μικρής διάρκειας επαφή που είχαν μαζί του. Σε κάθε περίπτωση, όπως επίσης εκτέθηκε στη μείζονα σκέψη, η αναφερόμενη στη δημόσια διαθήκη βεβαίωση του συμβολαιογράφου για την ικανότητα του διαθέτη να συντάξει διαθήκη κατά το άρθρο 1719 εδ.3 ΑΚ, αποτελεί υποκειμενική κρίση και αντίληψη αυτού και μπορεί να ανατραπεί με απλή απόδειξη για το αντίθετο, όπως συνέβη και στην ένδικη περίπτωση, όπου, κατά τα προεκτεθέντα, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων δεν ήταν ικανός προς σύνταξή της. Ακόμη, το ότι, από τα αναφερόμενα στη, ληφθείσα στο πλαίσιο της ανωτέρω αναφερθείσας ποινικής δικογραφίας, από 12-12-2014 έκθεση ένορκης κατάθεσης της ……………, δηλ. της γυναίκας, που σε συνεννόηση με τις ενάγουσες φρόντιζε τον διαθέτη, συνάγεται ότι η τελευταία δεν μετέβαινε στην οικία του καθημερινά, όπως σημειώνουν οι εκκαλούντες, ουδόλως αναιρεί τα παραπάνω αποδειχθέντα περί διατάραξης των πνευματικών του λειτουργιών. Σύμφωνα λοιπόν με όσα αναλυτικά προαναφέρθηκαν, αποδείχθηκε ότι ο ως άνω θανών, κατά τον χρόνο της προσβαλλόμενης διαθήκης, ήταν ανίκανος προς σύνταξή της, καθώς δεν είχε συνείδηση των πραττομένων του, λόγω ψυχικής και διανοητικής διαταραχής που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του και συνεπώς η διαθήκη αυτή πάσχει από ακυρότητα, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των εναγόμενων – εκκαλούντων που προβάλουν με την ένδικη έφεσή τους. Τέλος, εφόσον το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπως και το παρόν, κατέληξε, από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία, στην κρίση ότι ο διαθέτης ήταν ανίκανος να συντάξει την επίμαχη διαθήκη, δεν συντρέχει περίπτωση μη σεβασμού της ελεύθερης βούλησης του περί διάθεσης της περιουσίας του κατά παράβαση των άρθρων 5 παρ.1 Σ, και 1 εδ.α΄ της ΕΣΔΑ, όπως αβάσιμα υποστηρίζουν οι εναγόμενοι στον τέταρτο και τελευταίο λόγο της έφεσής τους, καθώς ακριβώς λόγω της αποδειχθείσας διατάραξης των πνευματικών του λειτουργιών, η ελεύθερη αυτή βούληση περιοριζόταν σημαντικά.
Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που, με την εκκαλουμένη απόφασή του, κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν και έκανε δεκτή την αγωγή και ως ουσιαστικά αβάσιμη κατά τα προεκτεθέντα και αναγνώρισε την ακυρότητα της προσβαλλόμενης υπ΄αρ. 118/12-9-2014 δημόσιας διαθήκης του ……….., η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αίγινας ……….. και δημοσιεύθηκε με το υπ΄αρ. 6/6-2-2015 Πρακτικό του Ειρηνοδικείου Αίγινας, επιβάλλοντας τα δικαστικά έξοδα των εναγουσών εις βάρος των εναγόμενων, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση, πρέπει να απορριφθεί κατ΄ ουσία. Τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, εις βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176,183,191 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της απόφασης αυτής και να διαταχθεί η εισαγωγή του αναφερόμενου επίσης στο διατακτικό παραβόλου της έφεσης, που κατέθεσαν οι εκκαλούντες, στο Δημόσιο ταμείο, κατ΄ άρθρο 495 παρ.3 εδ.ε΄ ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ, κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων, την έφεση κατά της υπ΄αρ. 1732/2023 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, και της συμπροσβαλλόμενης με αυτή προηγηθείσας υπ΄αρ. 2843/2018 μη οριστικής απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου, που εκδόθηκαν κατά την τακτική διαδικασία.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή στην ουσία.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος των εκκαλούντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ να εισαχθεί στο Δημόσιο ταμείο, το παράβολο (e- παράβολο με αρ. ………../2023, ποσού 150 ευρώ) που κατατέθηκε από τον εκκαλούντα της ένδικης έφεσης.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 6 Μαρτίου και δημοσιεύτηκε στις 1 Απριλίου 2025, σε έκτακτη δηµόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ H ΓPΑΜΜΑΤΕΑΣ