Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 255/2025

Αριθμός    255/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  4ο  

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

  ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1)………… και 2) …………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους Δικηγόρο Κωνσταντίνο Μουλαγιάννη (με δήλωση κατ’  άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Ελληνικού Δημοσίου, ως νόμιμα εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον Δικαστικό Πληρεξούσιο Ν.Σ.Κ. Παναγιώτη Γαρόζη.

Οι εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 28.3.2022   (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2022)   αγωγή, επί της εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1535/2023 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες  με την από 19.7.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ  ………./2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ……../2023) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και ο δικαστικός πληρεξούσιος ΝΣΚ του εφεσιβλήτου, αφού έλαβε  τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από  19.07.2023 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/20.7.2023  και ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……/20.7.2023 των ηττηθέντων πρωτοδίκως εναγόντων και ήδη εκκαλούντων κατά του εναγομένου και ήδη εφεσιβλήτου, προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμό 1535/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία απέρριψε την από 28.3.2022 και με αριθμό κατάθεσης ………/2022 αγωγή των εναγόντων και ήδη  εκκαλούντων κατά του εναγομένου και ήδη  εκκαλούντος. Η ανωτέρω έφεση έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως κατά τα άρθρα 495, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της με το άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 που εφαρμόζεται για τις εφέσεις που ασκούνται από την 1.1.2016, 499, 500, 511, 513 παρ1 εδ. β, 516 παρ. 1 εδ. β και 517 και 518 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το ανωτέρω άρθρο, διότι η προσβληθείσα με την ως άνω έφεση με αριθμό 1535/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, επιδόθηκε εμπροθέσμως και νομοτύπως στους ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες την 10.07.2023, όπως προκύπτει από την σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ……. επί του σώματος της εκκαλουμένης, η δε  εναντίον της εκκαλουμένης απόφασης έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 20.07.2023, όπως προκύπτει από τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/20.7.2023 έκθεση κατάθεσης ένδικου μέσου, δηλαδή εντός της τασσόμενης από τη διάταξη του άρθρου 518 παρ.1 προθεσμίας των τριάντα ( 30) ημερών.  Πρέπει, λοιπόν, η έφεση που αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 του ΚΠολΔ εισάγεται για να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, δεδομένου ότι για το παραδεκτό του ένδικου μέσου έχει κατατεθεί από τους  εκκαλούντες κατ’ άρθρο 495 παρ.3Α στοιχ.β’ του ΚΠολΔ το με κωδικό ……../2023  e- Παράβολο του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένα στο εφετήριο αντίγραφα του e- Παράβολου και της από 20.07.20223  βεβαίωσης της Γραμματέως  περί εξόφλησης αυτού).

Με την από  28.3.2022 και με αριθμό κατάθεσης ………../2022 αγωγή οι ενάγοντες, εκθέτουν ότι οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι αυτοί και η αποβιώσασα την 03η-02-2019 αδελφή τους, έχουν αποκτήσει με πρωτότυπο τρόπο, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος, ένα γεωτεμάχιο με παλαιό κεραμοσκεπές ισόγειο κτίσμα εντός αυτού, που βρίσκεται στον …………, το οποίο βρίσκεται στο ΟΤ …… και στην οδό ….., επί της οποίας φέρει τον αριθμό ….., όπως λεπτομερώς περιγράφεται στην αγωγή κατά θέση, έκταση και όρια. Ειδικότερα, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι από το έτος 1955, προσμετρώντας στον χρόνο νομής τους το χρόνο νομής των δικαιοπαρόχων τους, ασκούν επί του γεωτεμαχιου αυτού, τις προσιδιάζουσες στη φύση του και αναφερόμενες στην αγωγή πράξεις νομής χωρίς ουδέποτε να οχληθούν από κανένα. Ότι με την έναρξη του κτηματολογίου στην περιοχή και κατά τις πρώτες εγγραφές, το ανωτέρω γεωτεμάχιο καταχωρήθηκε με ΚΑΕΚ ………. ως “αγνώστου ιδιοκτήτη", διότι παρέλειψαν εκ παραδρομής να υποβάλλουν δήλωση για το δικαίωμά τους. Ότι η ανωτέρω εγγραφή είναι ανακριβής καθώς προσβάλλει το δικαίωμα κυριότητας τους επί του ακινήτου. Με βάση το ιστορικό αυτό και αναφέροντας ότι η αξία του ακινήτου ανέρχεται στο ποσό των 74.415,85 ευρώ, οι ενάγοντες επικαλούμενοι έννομο συμφέρον για τη διόρθωση της ανακριβούς εγγραφής ζητούσαν : α) να αναγνωριστεί ότι κατά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του Κτηματολογίου στην περιοχή της Νίκαιας το έτος 2005, οι ενάγοντες και η αδελφή τους …………., ήταν αποκλειστικοί κύριοι στο δικαίωμα πλήρους κυριότητας σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος, β) να διαταχθεί η διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ ……. στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νίκαιας και ήδη Πειραιώς και Νήσων, ώστε στο κτηματολογικά φύλλο να αναγραφούν οι ενάγοντες και η αδελφή αυτών ………….., ως κύριοι σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος εξ αυτών, με τίτλο κτήσης την έκτακτη χρησικτησία, αντί της εσφαλμένης αναγραφής “άγνωστος”. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την  εκκαλουμένη απόφαση του, απέρριψε  την  ως άνω αγωγή ως αβάσιμη και κατ΄ ουσίαν στο σύνολό της . Ήδη οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες με την υπό κρίση έφεσή τους ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και ακολούθως να γίνει δεκτή η ως άνω αγωγή ως βάσιμη κατ΄ ουσίαν  για τους λόγους που αναφέρουν  και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και λανθασμένη εκτίμηση των αποδείξεων.

Με την υπ’ αριθμ. 3473 της 14-2/25-3-1923 απόφαση της επανάστασης του 1922 ορίστηκε, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 17 του Συντάγματος του 1911, ότι επί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων ακινήτων για γεωργική αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών ή για εγκατάσταση γενικά προσφύγων, ομογενών ή μη, επιτρέπεται η κατάληψη των ακινήτων και πριν από την καταβολή της αποζημίωσης. Όμοια παρέκκλιση από το άρθρο  17 του Συντάγματος του 1911 εισήγαγε και το στηριζόμενο στην απόφαση αυτή  νδ. της 4/9 Ιουνίου 1923 «περί παραχωρήσεως δημοσίων κτημάτων και αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ιδιωτικών τοιούτων προς αστικήν αποκατάστασιν προσφύγων», με τα άρθρα 3 και 4 του οποίου επιτράπηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση, με σκοπό την αστική αποκατάσταση προσφύγων, κάθε είδους οικοπέδων και αγροτικών κτημάτων, εκτός φυτειών, που ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, η οποία ενεργείται με απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Υγιεινής Πρόνοιας και Αντιλήψεως. Σύμφωνα, όμως, με το άρθρο 2 § 5 του από 29/30-4-1953 ΒΔ «περί κωδικοποιήσεως των κειμένων διατάξεων περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων κλπ», προσφυγικές απαλλοτριώσεις ανακαλούνται αυτοδικαίως από την 15 Απριλίου 1957, εφόσον μέχρι τη χρονολογία αυτή δεν χώρησε ούτε κατάληψη ούτε αποζημίωση. Με τη διάταξη αυτή επιδιώχθηκε εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων από τις ρυθμίσεις απαλλοτριώσεων, δυνάμει του άρθρου 119 του Συντάγματος του 1927 ή άλλων προγενεστέρων, κατά παρέκκλιση από τους ορισμούς των συνταγματικών διατάξεων για την προστασία της ιδιοκτησίας (ΑΠ 557/2012 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, με το άρθρο 64  § 5 του ΒΔ 330/1960 περί κωδικοποιήσεως της περί αποκαταστάσεως των αστών προσφύγων νομοθεσίας Ν. 2044/1952 ορίστηκε ότι, η αληθινή έννοια του όρου κατάληψη των ΑΝ 2003/1939 και 1731/1939, όπως αυτοί συμπληρώθηκαν και τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα, κωδικοποιήθηκαν δε όπως προαναφέρθηκε, είναι κάθε με οποιονδήποτε τρόπο εξουσίαση του χώρου που απαλλοτριώθηκε από το Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας ή των περιφερειακών αυτού υπηρεσιών και ότι στη νομική έννοια του όρου κατάληψη υπάγονται υλικές πράξεις επί του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, με τις οποίες καθυποτάσσεται τούτο στην εξουσία αυτού που τις επιχειρεί. Εμβαδομετρήσεις, κτηματογραφήσεις και σύνταξη ρυμοτομικών και κτηματογραφικών διαγραμμάτων, δεν συνιστούν καθεαυτές κατάληψη παρά μόνον αν έγιναν με εμφανείς εργασίες και ενέργειες στο ακίνητο, που δηλώνουν την πραγματική περιέλευσή του σ’ αυτόν που τις ενήργησε (ΑΠ 925/1996 ΕΕΝ 1998.149, ΕφΘεσ 1959/2003 Αρμ. 2005.27). Τέτοια κατάληψη αποτελεί και η παραχώρηση του όλου ή τμήματος του ακινήτου που απαλλοτριώθηκε σε δικαιούχο αποκατάστασης ή εγκατάστασης, σύμφωνα με τον σκοπό της απαλλοτρίωσης. Σε περίπτωση κατάληψης μέρους της έκτασης, που απαλλοτριώθηκε, είναι ζήτημα πραγματικό αν η μερική αυτή κατάληψη θεωρείται ως κατάληψη ολόκληρης της έκτασης (ΑΠ 401/2005 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ). Ακόμη, κατάληψη κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων συνιστούν και εμφανείς πράξεις της Διοικήσεως, με τις οποίες μαρτυρείται τουλάχιστον χρησιμοποίηση του απαλλοτριωθέντος χώρου για τον σκοπό, για τον οποίο αυτός απαλλοτριώθηκε. Επί της απαλλοτριώσεως δε μεγάλης εκτάσεως προς ίδρυση συνοικισμού για την αστική αποκατάσταση προσφύγων, εφόσον το μείζον μέρος του χώρου καταλήφθηκε πραγματικά και καλύφθηκε από συνοικισμό, θεωρείται καταληφθέν και το υπόλοιπο τμήμα, εκτός αν αυτό  εμφανίζει σαφή κατά χώρο αυτοτέλεια έναντι της έκτασης που καταλήφθηκε πραγματικά και καλύφθηκε με οικισμό (ΣτΕ 79/2018 ΝΟΜΟΣ). Η μεταγενέστερη διάταξη του άρθρου 7 του ΝΔ 266/1974 «περί τροποποιήσεως της περί αποκαταστάσεως αστών προσφύγων νομοθεσίας», με την οποία προς την κατάληψη εξομοιώνονται και η οριοθεσία ή η κτηματογράφηση ή η ρυμοτόμηση ή η αποτύπωση σε τοπογραφικό διάγραμμα θεωρημένο από την αρμόδια υπηρεσία ή η παραχώρηση του για την εξυπηρέτηση γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, ως ψευδοερμηνευτική, δεν έχει αναδρομική ισχύ (Ολ. ΑΠ 389/1978, ΑΠ 354/2007 ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, από 15 Απριλίου 1957, ακίνητο που απαλλοτριώθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του ΝΔ της 4/9 Ιουνίου 1923, του οποίου δεν έγινε πραγματική κατάληψη από το δημόσιο και για το οποίο δεν καταβλήθηκε αποζημίωση, επανέρχεται στην κυριότητα του προηγούμενου ιδιοκτήτη του και δεν ανήκει στο Δημόσιο, στο οποίο ούτε με χρησικτησία έως την ημερομηνία αυτή μπορούσε να είχε περιέλθει, εφόσον, για να επέλθει η ανάκληση προϋποτίθεται ότι το δημόσιο δεν το είχε με εμφανείς υλικές πράξεις καταλάβει και δεν ασκούσε φυσική εξουσία σε αυτό (ΑΠ 354/2007, ΑΠ 1365/2004 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1598/2018, ΕΦ. ΠΕΙΡ. 51/2021, 283/2021).

Από την επανεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων και δη της με αριθμό ………./23-09-2022 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρας……………….., ληφθείσα ενώπιον της συμβολαιογράφου Νίκαιας, ………., από την με αριθμό πρωτοκόλλου ΔΣΑ ΕΒ …….. και με αριθμό ………/4-10-2022 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρας …….,  ληφθείσα ενώπιον της δικηγόρου ………., τις οποίες προσκομίζουν και επικαλούνται οι ενάγοντες, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγόμενου (βλ. την υπ’ αριθμόν …../1.5-09-2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς …………) και από όλα τα έγγραφα τα οποία προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μερικά από τα οποία αναφέρονται κατωτέρω, δίχως να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς αποδείχθηκαν τα εξής: Το επίδικο ακίνητο είναι ένα γεωτεμάχιο με παλαιό κεραμοσκεπές ισόγειο κτίσμα, που βρίσκεται στον ………. στο ΟΤ ….., στην οδό ….., και στον αριθμό …… Το ως άνω γεωτεμάχιο εμφαίνεται με τα αλφαβητικά στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Α, στο από 09-10-2021 τοπογραφικό διάγραμμα της πολιτικής μηχανικού ………., είναι άρτιο και οικοδομήσιμο και βρίσκεται εντός σχεδίου πόλεως της Δημοτικής Ενότητας Νίκαιας, σύμφωνα με την εμπεριεχόμενη στο ως άνω τοπογραφικό δήλωση του ν. 651/1977 της συντάξασας το ως άνω τοπογραφικό. Έχει έκταση σύμφωνα με το ως άνω τοπογραφικό 72,87 τ.μ και σύμφωνα με την καταμέτρητηση του κτηματολογίου 73 τμ και συνορεύει βόρειόνανατολικά σε πλευρά Α-Β μήκους μέτρων 4,50 με οδό …., νοτιοανατολικά εν μέρει σε πλευράς Β-Γ μήκους 14,68 με ιδιοκτησία ……. (ΚΑΕΚ ……..) και εν μέρει σε πλευρά Γ-Δ μήκους μέτρων 1,50 με διάδρομο ιδιοκτησίας Ελληνικού Δημοσίου (ΚΑΕΚ ………), νοτιοδυτικά σε πλευρά Δ-Ε μέτρων 4,50 με ιδιοκτησία Ιερού Ναού ……… (ΚΑΕΚ ……….) και βορειοδυτικά σε πλευρά Ε-Α μήκους 16,19 μέτρων με ιδιοκτησία του πρώτου ενάγοντα και ήδη εκκαλούντος  (ΚΑΕΚ ………..). Εντός του γεωτεμαχίου βρίσκεται παλαιό κεραμοσκεπές ισόγειο κτίσμα, το οποίο εμφαίνεται με τα στοιχεία 1/Κ στο ανωτέρω αναφερόμενο τοπογραφικό, το οποίο έχει επιφάνεια 33,56 τ.μ. Δυνάμει του υπ΄ αριθμόν πρωτ. ……../1949, με αριθμ. κτημ ….. Παραχωρητηρίου της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, που έχει μεταγραφεί νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά, στον τόμο ….. με α/α …., ο πατέρας των εναγόντων και ήδη εκκαλούντων ……….., απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα, από παραχώρηση παρά του Ελληνικού Δημοσίου ένα γεωτεμάχιο το οποίο εμφαίνεται στο από 09-10-2021 τοπογραφικό διάγραμμα της πολιτικής μηχανικού ………, όμορο προς το επίδικο, το οποίο έχει επιφάνεια 78 τμ, με ισόγεια οικία επιφάνειας 77,52 τ.μ. βρίσκεται στο ΟΤ …. επί της οδού ….. και στον αριθμό ….. Από το έτος 1955, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις ανάγκες της πολυμελούς οικογένειάς του, ο πατέρας των εναγόντων και ήδη εκκαλούντων ………., άρχισε να ασκεί ο ίδιος μαζί με τη σύζυγό του και μητέρα τους, ………….., με διάνοια κυρίου τις προσιδιάζουσες στην φύση του πράξεις νομής επί του όμορου επίδικου γεωτεμαχίου. Ειδικότερα οι ανωτέρω, από το έτος αυτό, το φρόντιζαν και το επιμελούνταν, καθάριζαν την εμπρός και την πίσω αυλή από τα αγριόχορτα και τα σκουπίδια, επιδιόρθωναν την περίφραξη, επισκεύαζαν συχνά την στέγη, η οποία λόγω παλαιότητας της κατασκευής εμφάνιζε εισροή υδάτων, το χρησιμοποιούσαν ως χώρο για την αποθήκευση πραγμάτων και τροφίμων και ως κύριο χώρο για να κοιμούνται δύο από τα τέκνα τους, λόγιο της στενότητας του χώρου της πατρικής τους οικίας. Μετά το θάνατο του πατρός τους που συνέβη την 12η-06-1958, την νομή του ακινήτου συνέχισε να ασκεί η σύζυγος του, η οποία απεβίωσε την 03η-01-1976 αφήνοντας μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους τα τέκνα της. Μετά το θάνατο της μητρός τους τη νομή επί του επίδικου συνέχισε να ασκεί με διάνοια κυρίου και για λογαριασμό όλων των τέκνων, ο αδελφός των εναγόντων και ήδη εκκαλούντων, ….., ο οποίος μόνος αυτός κατοικούσε στην πατρική οικία, ήτοι στο επί της οδού ……… ακίνητο με ΚΑΕΚ ………., στην νότια πλευρά του οποίου άνοιξε στη μεσοτοιχία θύρα, ώστε να επικοινωνεί απευθείας με το επίδικο και να μην χρειάζεται να εξέρχεται στο δρόμο. Μετά το θάνατο του ……., ο οποίος απεβίωσε την 17η-04-2005 αδιάθετος, μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του ήταν τα αδέλφια του, τα οποία αποδέχθηκαν το όμορο πατρικό ακίνητο με ΚΑΕΚ …….. κατά ποσοστό 1/3 εξ΄ αδιαιρέτου έκαστος και συνέχισαν να ασκούν τη νομή επί του επίδικου ακινήτου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι δυνάμει της υπ΄ αριθμόν 122283/27.12.1923 (ΦΕΚ Β 3/16,1.1924, απόφασης του τότε Υπουργού της Υγιεινής και Γεωργίας, ευρύτερη έκταση 718,771 τμ εντός της οποίας κείται και το επίδικο ακίνητο απαλλοτριώθηκε υπέρ του εναγόμενου και ήδη εφεσιβλήτου, για την υλοποίηση στεγαστικού προγράμματος αποκατάστασης προσφύγων. Το επίδικο αντιστοιχεί στο εμφαινόμενο με τον αριθμό 16 του Ο.Τ. του προσφυγικού συνοικισμού ……., στο με αριθμό ……./1930 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού …….., το οποίο είναι κατατεθειμένο στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και αποτελεί τμήμα ευρύτερης έκτασης που περιήλθε στην κυριότητα του εναγόμενου και ήδη εφεσιβλήτου με την αναγκαστική απαλλοτρίωση. Από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε ότι το εναγόμενο και ήδη εφεσίβλητο κατ΄ αρχάς ενέταξε την απαλλοτριωθείσα έκταση στο ρυμοτομικό σχέδιο και στη συνέχεια οικοπεδοποίησε τα δημιουργηθέντα οικοδομικά τετράγωνα, μεταξύ των οποίων και τα ευρισκόμενα στο  Ο.Τ. ….., στο οποίο βρίσκεται το επίδικο οικόπεδο, άφησε κοινόχρηστους χώρους για τη δημιουργία κοινωφελών έργων, από τα δημιουργηθέντα δε οικόπεδα άλλα τα παραχώρησε σε προσφυγικές οικογένειες και άλλα παρέμειναν αδιάθετα. Έτσι δημιουργήθηκε προσφυγικός συνοικισμός “…….”, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό γνωστό ότι στην ανωτέρω τοποθεσία οι ιδιοκτησίες ήταν του Δημοσίου.  Ειδικότερα, για το επίδικο ακίνητο αποδείχθηκε ότι έγινε κατάληψη του οικοδομικού τετραγώνου ….. επί του οποίου βρίσκεται με την έκδοση παραχωρητηρίων για γειτονικά οικόπεδα και ειδικότερα για το με αριθμό …  το έτος 1962,  για το με αριθμό …  το έτος 1964, για το με αριθμό 14Α το έτος 1954, για το με αριθμό … το έτος 1964 και για το με αριθμό …. το έτος 1949, το τελευταίο εκ των οποίων αποτελεί όπως ανωτέρω αναφέρθηκε την πατρική οικία των εναγόντων και ήδη εκκαλούντων και είχε παραχωρηθεί στον πατέρα τους με το ως άνω παραχωρητήριο. Αποδείχθηκε ότι το εναγόμενο και ήδη εφεσίβλητο είχε προβεί σε πραγματική κατάληψη του οικοδομικού τετραγώνου ….. στο οποίο περιλαμβάνεται και το επίδικο, με δεδομένο ότι η παραχώρηση αποτελεί εκδήλωση κατάληψης  και εξουσίασης και δη εμφανής και γνωστή προς όλους (Α.Π. 401/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), θέτοντας την ανωτέρω έκταση υπό την άμεση εξουσίασή του κατά τρόπο εμφανή, σταθερό και διαρκή, πριν την ημερομηνία 15.4.1957,  οπότε οι απαλλοτριώσεις στα πλαίσια των οποίων  δεν είχε καταβληθεί αποζημίωση και δεν είχε λάβει χώρα κατάληψη εκ μέρους του Δημοσίου, ανακαλούντο αυτοδικαίως σύμφωνα με τη διάταξη 2 παρ. 5 του από 29/30-4-1953 β. δ/τος περί κωδικοποιήσεως των κειμένων διατάξεων περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων κλπ.  Τούτο διότι, για την υλοποίηση της απαλλοτρίωσης σε σχέση με το σκοπό της, το εναγόμενο και ήδη εφεσίβλητο προέβη πριν το έτος 1957 και ειδικότερα το έτος 1949 και το έτος 1954 στην έκδοση παραχωρητηρίων, εξουσίαζε δε την έκταση αυτή μέχρι την ανωτέρω κρίσιμη ημερομηνία (15.4.1957),   ώστε να διακόπτεται η άσκηση της νομής επί του επιδίκου από το δικαιοπάροχο των εναγόντων που άρχισε το έτος 1955, μετά την έκδοση του υπέρ αυτού παραχωρητηρίου για το όμορο του επιδίκου ακίνητο του, το έτος 1949 με το οποίο το επίδικο εμφανίζει εδαφική εγγύτητα και υφίσταται μεταξύ τους ενότητα ως όμορα ακίνητά του αυτού οικοδομικού τετραγώνου. Για το επίδικο με αριθμό 16 γεωτεμάχιο, δεν έχει μέχρι σήμερα εκδοθεί οριστικό παραχωρητήριο σε δικαιούχο και το ακίνητο εξακολουθεί να αποτελεί αδιάθετο υπόλοιπο στεγαστικού προγράμματος αποκατάστασης προσφύγων ήταν ανεπίδεκτο χρησικτησίας, το έτος 1955, χρόνο κατά τον οποίο περιήλθε στη νομή των δικαιοπαρόχων των εναγόντων,  ως πράγμα προορισμένο προς εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού. Συνεπώς, εφόσον αποδεικνύεται ότι μέχρι την 15.4.1957 το εναγόμενο είχε ενεργήσει επί του επιδίκου εμφανείς πράξεις εξουσίασης, η προαναφερθείσα απαλλοτρίωση δεν έχει ανακληθεί αυτοδικαίως, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες, απορριπτομένου του πρώτου λόγου  έφεσης ως ουσιαστικά αβάσιμου. Αποδείχθηκε ότι στην τοποθεσία που αναφέρθηκε δημιουργήθηκε  προσφυγικός  οικισμός ………,  κατόπιν έκδοσης των ως άνω παραχωρητηρίων,  ώστε  οι ιδιοκτησίες ήταν του Δημοσίου. Οι δε ως άνω διακατοχικές πράξεις  των  δικαιοπαρόχων των εναγόντων και ήδη εκκαλουντων στο επίδικο ακίνητο δεν ανάγονται σε χρονικό διάστημα πριν το έτος 1955, ώστε οπωσδήποτε έγιναν μετά την διενέργεια των απαλλοτριώσεων, και δη την έκδοση των ως άνω δυο παραχωρητηρίων τις οποίες είναι βέβαιο ότι  δεν αγνοούσε ο πατέρας των εναγόντων και  ήδη εκκαλούντων, ο οποίος κατοικούσε σε εφαπτόμενο με το επίδικο ακίνητο που του είχε παραχωρηθεί με παραχωρητήριο το έτος 1949. Επομένως κρίνεται ότι ο δικαιοπάροχος των εναγόντων και ήδη εκκαλούντων,  κατά την κτήση της νομής το έτος 1955 έως το χρόνο του θανάτου του   γνώριζε σαφώς ότι το επίδικο οικόπεδο  ανήκε  στο Ελληνικό Δημόσιο, ώστε δεν συνέτρεχε στο πρόσωπό του το στοιχείο της καλής πίστης, απορριπτομένου του ισχυρισμού των εκκαλούντων περί συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 4 παρ. 1 περ. β ν. 3127/2003.  Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο,  που προέβη στις ίδιες παραδοχές  απέρριψε την  ένδικη αγωγή στο σύνολό της ως ουσία  αβάσιμη δεν έσφαλλε, παρά τα περί του αντιθέτου διατεινόμενα από τους εκκαλούντες καθώς ορθά ερμήνευσε το Νόμο και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτόμενων αμφότερων των λόγων της  υπό κρίση εφέσεως. Ενόψει των ανωτέρω και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς έρευνα, πρέπει η υπό κρίση έφεση, να απορριφθεί στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη και να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του e-παραβόλου που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας, ποσού εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε από τους  εκκαλούντες, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας  και να συμψηφιστεί μετά των διαδίκων η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183 και 179 ΚΠολΔ, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας στην ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της  παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία των  διαδίκων την από  19.07.2023 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……./20.7.2023 και ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………../20.7.2023 προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμό 1535/2023  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την έφεση.

Συμψηφίζει τη  δικαστική δαπάνη στο σύνολο της μεταξύ των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού εκατό (100,00) ευρώ,  που καταβλήθηκε εκ μέρους των εκκαλούντων κατά την άσκηση της ως άνω  έφεσης.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 28 Απριλίου  2025,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων, του πληρεξουσίου δικηγόρου των εκκαλούντων και του δικαστικού πληρεξουσίου ΝΣΚ  του εφεσιβλήτου.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ