ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 213/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(3ο ΤΜΗΜΑ)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή , Ελένη Μούρτζη Εφέτη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από την Γραμματέα Ε.Δ .
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του , στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Του εκκαλούντος : ………. , ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Θεόδωρο Πασσά του Γεωργίου (ΑΜ …… Δ.Σ. Αθηνών) , βάσει δηλώσεως.
Της εφεσίβλητης : Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «…….» , (ΑΦΜ ………), που εδρεύει στην Καβάλα (Χρυσούπολη) και εκπροσωπείται νόμιμα, διατηρούσα Παράρτημα -Υποκατάστημα …….. (………), η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Αριστείδη Τάση του Στεφάνου (ΑΜ ……… Δ.Σ. Αθηνών) .
Ο εκκαλών με την από 15-3-2022 (αριθ. έκθ. κατάθ. ……./18-3-2022) αγωγή, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ζήτησε να γίνει δεκτή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με τη με αριθμό 3201/28-9-2023 απόφασή του απέρριψε την αγωγή . Ήδη ο εκκαλών με την από 22-1-2024 (αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ……/ΕΑΚ……/29-1-2024) έφεσή του , η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό ΓΑΚ…./ΕΑΚ…/29-1-2024, προσδιορίστηκε για την στην αρχή της παρούσας αναφερόμενη δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο, προσβάλλει την απόφαση αυτή .
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά κατέθεσε την από 9-10-2024 μονομερή δήλωσή του, που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ. και προκατέθεσε προτάσεις, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης παραστάθηκε στο ακροατήριο και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσε .
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 22-1-2024 (αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ……/ΕΑΚ………./29-1-2024) έφεση που άσκησε ο ενάγων της από 15-3-2022 (αριθ. έκθ. κατάθ. ……../18-3-2022) αγωγής, κατά της με αριθμό 3201/28-9-2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο δίκασε αντιμωλία των διαδίκων την παραπάνω αγωγή κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών -εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 62 , 622 του Κ.Πολ.Δ.), αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και έχει ασκηθεί στις 29-1-2024, νομότυπα με κατάθεσή της στη Γραμματεία του εκδόσαντος την εκκαλουμένη απόφαση Δικαστηρίου και εμπρόθεσμα, καθόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται και από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, από τη δημοσίευση της οποίας (28-9-2023) μέχρι την άσκηση της ενδίκου εφέσεως (29-1-2024) δεν παρήλθε διετία (άρθρα 19, 144 παρ. 1, 145 παρ. 1 , 495 παρ. 1 και 2 , 511 , 513 παρ. 1 β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 2 , 520 παρ. 1 , 591 του Κ.Πολ.Δ.) , ενώ δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου για την άσκησή της (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. στ , 614 αρ. 3 Κ.ΠολΔ. , βλ. σχετ. ΑΠ 200/2021, ΑΠ 1191/2019, ΑΠ 117/2019, ΑΠ 1774/2014, ΑΠ 1125/2013). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η κρινόμενη έφεση και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, με την ίδια διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρα 533 παρ. 1, 591 παρ. 7 εδ. α του Κ.Πολ.Δ.).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 551/1915 «περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων», όπως κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. της 24.7/25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 38 εδ. α’ του ΕισΝΑΚ , ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των εργασιών ή επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου (εργατικό ατύχημα), για το οποίο παρέχεται δικαίωμα αποζημίωσης κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού, θεωρείται κάθε βλάβη του σώματος ή της υγείας, (περιλαμβανομένου και του θανάτου), η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, μη αναγομένου αποκλειστικά σε οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, το οποίο και δεν θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε η εργασιακή σχέση και η υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες παροχή της εργασίας (ΟλΑΠ 1287/1986, ΑΠ 246/2022 , 617/2022). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1 και 16 του ως άνω νόμου 551/1915, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 914 και 932 του Α.Κ., προκύπτει ότι χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης (ή της ψυχικής οδύνης σε περίπτωση θανάτου) οφείλεται και επί εργατικού ατυχήματος, όταν συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας. Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 του Ν. 551/1915, κατά την οποία ο παθών σε εργατικό ατύχημα ή , σε περίπτωση θανάτου του, οι προσδιοριζόμενοι στο άρθρου 6 του ίδιου νόμου συγγενείς του, δικαιούνται να εγείρουν την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου και να ζητήσουν πλήρη αποζημίωση μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν επήλθε σε εργασία στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τήρησης των διατάξεων αυτών, αναφέρεται μόνο στην επιδίκαση αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία και όχι στη χρηματική ικανοποίηση, για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ανωτέρω νόμο, οπότε εφαρμόζονται γι’ αυτή μόνο οι γενικές διατάξεις (ΟλΑΠ 1117/1986, ΑΠ 718/2024, ΑΠ 617/2022, ΑΠ 246/2022, ΑΠ 910/2015, ΑΠ 876/2014, ΑΠ 938/2013) . Επομένως, για να δικαιούται ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ή, σε περίπτωση θανάτου του, οι συγγενείς του χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης), αρκεί να συνετέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, με την έννοια του άρθρου 914 του Α.Κ. , δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια ή δόλος αυτών και όχι μόνο η ειδική αμέλεια ως προς την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 παρ. 1 του Ν. 551/1915 (ΟλΑΠ 18/2008, ΑΠ 433/2024, ΑΠ 617/2022, ΑΠ 246/2022, ΑΠ 599/2020, ΑΠ 425/2018, ΑΠ 517/2017, ΑΠ 330/2017, ΑΠ 133/2016) . Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 34 παρ.2 και 60 παρ.3 του α.ν. 1846/1951 “περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων”, συνάγεται ότι , εάν ο παθών από ατύχημα, που προκλήθηκε εξαιτίας βιαίου συμβάντος κατά την εκτέλεση της εργασίας του , υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση του ΙΚΑ (η ασφάλιση του ΙΚΑ επεκτάθηκε σε όλη την επικράτεια με το άρθρο τρίτο του ν.1305/1982), ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση προς αποζημίωση του εργαζομένου, δηλαδή απαλλάσσεται τόσο από την ευθύνη προς αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινού δικαίου (Αστικού Κώδικα), όσο και από την προβλεπόμενη, κατά τις διατάξεις του ν. 551/1915, ειδική αποζημίωση, ακόμη και εάν το ατύχημα οφειλόταν στο ότι δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών σχετικών με τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων . Μόνο αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, τότε αυτός υποχρεούται να καταβάλει στον παθόντα τη διαφορά μεταξύ της οφειλόμενης κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των παροχών, που λόγω του ατυχήματος το ΙΚΑ χορηγεί στον εργαζόμενο. Δόλος είναι η γνώση και η θέληση πραγμάτωσης της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος. Κατά την έννοια του όρου, αρκεί και ο ενδεχόμενος δόλος, ο οποίος υπάρχει οσάκις ο δράστης αποφάσισε να προχωρήσει στην πράξη, απλώς ελπίζοντας ότι τελικά δεν θα επέλθει το αξιόποινο αποτέλεσμα . Δεν εντάσσεται στο πεδίο του ενδεχόμενου δόλου η “ενσυνείδητη αμέλεια”, για τη συνδρομή της οποίας απαιτείται όχι ελπίδα αλλά πίστη περί μη επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος. Η ως άνω απαλλαγή αφορά όχι μόνο την περίπτωση που το ατύχημα προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη του εργοδότη ή του παθόντος, αλλά και όταν αυτό προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη των προστηθέντων από τον εργοδότη, οι οποίοι επίσης καλύπτονται από την απαλλαγή, ενώ καλύπτεται και η περίπτωση της ειδικής αμέλειας, που αφορά, κατά τα προεκτεθέντα, την παράβαση ειδικών διατάξεων για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων. Σε όλες, όμως, τις περιπτώσεις ο παθών από εργατικό ατύχημα και αναλόγως τα μέλη της οικογένειάς του, διατηρούν κατά του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων τις αξιώσεις τους για χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης , εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα τους, με την έννοια του άρθρου 914 Α.Κ., δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνο η ειδική αμέλεια ως προς την τήρηση των όρων ασφάλειας του άρθρου 16 παρ. 1 του ν. 551/1915 (ΑΠ 599/2020, ΑΠ 1389/1918, ΑΠ 80/2016, ΑΠ 19/2014) . Έτσι, σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος που οφείλεται σε πταίσμα επομένως και σε οποιοσδήποτε μορφής αμέλεια του εργοδότη ή των προσώπων, που αυτός έχει προστήσει στην υπηρεσία του, όταν ο παθών εργαζόμενος υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, το οποίο έχει αναλάβει την αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας, δεν νομιμοποιείται να αξιώσει από τον εργοδότη αποζημίωση, για απώλεια εισοδημάτων ή συντάξιμες αποδοχές, καθώς και την αυτοτελή αποζημίωση, από το άρθρο 931 του Α.Κ., λόγω του περιουσιακού χαρακτήρα αυτής (ΟλΑΠ 18/2008, ΑΠ 246/2022, АП 888/2015, ΑΠ 309/2015, ΑΠ 182/2015), ο δε παθών από εργατικό ατύχημα, που οφείλεται σε πταίσμα επομένως και σε οποιοσδήποτε μορφής αμέλεια του εργοδότη ή των προσώπων, που αυτός έχει προστήσει στην υπηρεσία του, έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με προαναφερθείσες συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 298, 299, 914 , 922, 929 και 932 του Α.Κ., να απαιτήσει να του καταβάλει ο εργοδότης χρηματική ικανοποίηση, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, που του προκάλεσε το ατύχημα, αφού, ως προς την αξίωση αυτή του εργαζομένου, ο εργοδότης δεν καλύπτεται από το ΙΚΑ (ΑΠ 182/2015). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 914 Α.Κ., που ορίζει ότι όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 297, 298, και 330 Α.Κ., προκύπτει ότι προϋποθέσεις της υποχρέωσης προς αποζημίωση είναι : α] ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β] παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ] υπαιτιότητα, δ] ζημία, ε] πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς (νόμιμου λόγου ευθύνης) και αποτελέσματος (ζημίας) . Αν η ζημία οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του παθόντος, δεν οφείλεται αποζημίωση, ενώ αν διαπιστωθεί οικείο πταίσμα αυτού, το δικαστήριο μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 300 Α.Κ., να μην επιδικάσει αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό της. Η παράνομη συμπεριφορά, ως όρος της αδικοπραξίας, μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη, αλλά και σε παράλειψη, εφόσον στη τελευταία αυτή περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράλειψη ήταν υποχρεωμένος σε πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία, είτε από την καλή πίστη, κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη. Αυτός που προκαλεί επικίνδυνες καταστάσεις, οφείλει, κατά την καλή πίστη να λάβει όλα τα κατά τις περιστάσεις προστατευτικά μέτρα που είναι αναγκαία, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης, της τέχνης και της κοινής πείρας, για την αποτροπή ζημιών τρίτων, έστω και αν η υποχρέωση δεν προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου, διότι αν προβλέπεται, η παράβαση της διάταξης αυτής συνιστά ήδη το παράνομο (ΑΠ 450/2024, ΑΠ 156/2021). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 298 εδ. β Α.Κ., προκύπτει ότι η απαραίτητη για τη θεμελίωση της αξίωσης αποζημίωσης αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της προκληθείσας ζημίας υπάρχει όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), η φερόμενη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης (άρθρο 298 ΑΚ) ήταν επαρκής, ήτοι ικανή [πρόσφορη], να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα και επέφερε αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 450/2024). Περαιτέρω, από το άρθρο 71 Α.Κ. προκύπτει ότι το νομικό πρόσωπο ευθύνεται για τις πράξεις ή τις παραλείψεις των οργάνων, που, κατά τα άρθρα 65 , 67 και 68 Α.Κ., το αντιπροσωπεύουν και εκφράζουν τη βούλησή του, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έλαβε χώρα κατά την ενάσκηση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί και παράγει υποχρέωση προς αποζημίωση. Στην περίπτωση δε που η πράξη ή η παράλειψη του αρμόδιου οργάνου είναι υπαίτια και παράγει υποχρέωση αποζημιώσεως για τον πράξαντα ή παραλείψαντα, ευθύνεται και αυτός εις ολόκληρον με το νομικό πρόσωπο. Έτσι, προϋποθέσεις της κατά τη διάταξη αυτή αυτοτελούς αδικοπρακτικής ευθύνης του νομικού προσώπου είναι : α) πράξη ή παράλειψη, που να μην είναι δικαιοπραξία και να παράγει υποχρέωση αποζημιώσεως με βάση άλλες διατάξεις, όπως είναι εκείνες των άρθρων 914 και 919 Α.Κ., β) να πρόκειται για πράξη ή παράλειψη των οργάνων που αντιπροσωπεύουν το νομικό πρόσωπο (ως όργανα, κατά τον νομοθετικό λόγο της διάταξης αυτής, νοούνται όχι μόνο τα πρόσωπα που διοικούν το νομικό πρόσωπο κατά τους ορισμούς των άρθρων 65 έως 70 A.K. (καταστατικά όργανα), αλλά και εκείνα των οποίων οι εξουσίες συναλλαγής με τρίτους προσδιορίζονται στο καταστατικό, την συστατική πράξη ή τον κανονισμό λειτουργίας του νομικού προσώπου ακόμα και αν τα πρόσωπα αυτά δεν μετέχουν στη διοίκηση του τελευταίου και γ) η πράξη ή η παράλειψη να έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων, που είχαν ανατεθεί στο όργανο, πρέπει δηλαδή να βρίσκεται σε εσωτερική συνάφεια με την εκτέλεση των καθηκόντων του οργάνου, είναι δε αδιάφορο για την ευθύνη του νομικού προσώπου, αν το όργανο ενήργησε καθ’ υπέρβαση των καθηκόντων αυτών κατά κατάχρηση της εξουσίας του. Δεδομένου δε, ότι η υπαιτιότητα, η οποία ορίζεται ως “η επιλήψιμη ψυχική κατάσταση ενός προσώπου απέναντι στην παράνομη εξωτερική συμπεριφορά του” προσήκει μόνο σε φυσικά πρόσωπα, το νομικό πρόσωπο δεν αδικοπρακτεί, αλλά ευθύνεται για την αδικοπραξία είτε των οργάνων του, κατ’ άρθρο 71 Α.Κ., είτε των προστηθέντων απ’ αυτό, κατ’ άρθρο 922 A.K. (ΑΠ 1885/2014). Περαιτέρω, το καταστατικό όργανο έχει πρόσθετη μετά του νομικού προσώπου υποχρέωση, ανεξάρτητη, όμως, αυτής του νομικού προσώπου. Ειδικότερα, επί ανώνυμης εταιρίας, οι διοικούντες αυτή, δεν έχουν μεν προσωπική υποχρέωση για χρέη της εταιρίας, είναι, όμως, δυνατή η ευθύνη των διοικούντων την εταιρία προσωπικά από αδικοπραξία κατά το άρθρο 914 του Α.Κ., αφού η αρχή της μη ευθύνης των διοικούντων ανώνυμη εταιρία κάμπτεται και δεν ισχύει όταν υπάρχει πταίσμα αυτών από αδικοπραξία , βάσει των γενικών αρχών (Α.Κ. 914), οπότε υφίσταται ευθύνη τους (ΑΠ 450/2024, ΑΠ 853/2019, ΑΠ 1885/2014, ΑΠ 988/2014). Τέλος, στην αγωγή, με την οποία αξιώνεται η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος από τον τραυματισμό του συνεπεία εργατικού ατυχήματος, κατά τις διατάξεις των άρθρων 299, 914, 932 του Α.Κ., πρέπει και αρκεί να αναφέρονται, οι συνθήκες του ατυχήματος, δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά, υπό τα οποία έλαβε χώρα τούτο, το πταίσμα του εργοδότη ή του υπ’ αυτού προστηθέντος, η ηθική βλάβη και η έκταση αυτής (βλ. ΑΠ 961/2007, ΕλλΔνη 2007.1350).
Στην προκείμενη περίπτωση, με την από 15-3-2022 (αριθ. έκθ. κατάθ. ……../18-3-2022) αγωγή, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ο ενάγων και ήδη εκκαλών, ισχυρίστηκε ότι δυνάμει σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου που συνήψε με το νόμιμο εκπρόσωπο της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, προσλήφθηκε από την τελευταία για να παρέχει την εργασία του ως βοηθός λογιστηρίου με πλήρη επί πενθήμερο εβδομαδιαία απασχόληση και με ωράριο εργασίας από ώρα 7.30 π.μ. έως ώρα 16.00 μ.μ., έναντι μηνιαίων αποδοχών, στο υποκατάστημα που διατηρεί η εναγόμενη στην ……….. Ότι από το καλοκαίρι του έτους 2020 η εναγόμενη διά των νομίμων εκπροσώπων της που κατονομάζονται στην αγωγή, υποχρέωσε τον ενάγοντα στην εκτέλεση πρόσθετης εργασίας που δεν ανάγεται στα καθήκοντά του και συγκεκριμένα να προβαίνει στην καθοδήγηση των φορτηγών αυτοκινήτων στους χώρους φορτοεκφόρτωσης, όπου λειτουργούσαν ειδικοί χώροι στάθμευσης με θύρες και ράμπες, προκειμένου να προσεγγίσουν στις ράμπες και να πραγματοποιηθεί η φόρτωσή τους με τα προς διανομή εμπορεύματα, όταν δεν υπήρχε αρμόδιος υπάλληλος στο χώρο, χωρίς ο ίδιος να διαθέτει την αναγκαία εκπαίδευση και εμπειρία προς τούτο, γεγονός που είχε επανειλημμένα επισημάνει στην εναγόμενη . Ότι στις 23-7-2021 ο ενάγων κατά την εκτέλεση της πρόσθετης αυτής εργασίας υπέστη τραυματισμό του αριστερού χεριού του υπό τις ειδικότερα αναφερόμενες στη αγωγή συνθήκες. Ότι αποκλειστικά υπαίτια του ένδικου εργατικού ατυχήματος και του τραυματισμού του είναι η εναγόμενη, η οποία διά των νομίμων εκπροσώπων της, ενεργώντας με δόλο που συνίσταται στην πλήρη επίγνωση της κατάστασης, τον υποχρέωσε να εκτελεί εργασία εκτός των καθηκόντων του, παραλείποντας να του παρέχουν την αναγκαία εκπαίδευση και εμπειρία και χωρίς να τηρηθούν οι όροι ασφαλείας, προς αποφυγή αύξησης δαπάνης που απαιτείται για την απασχόληση εξειδικευμένου προσωπικού, το οποίο μπορούσε να προσλάβει και να αποφευχθεί το ένδικο ατύχημα. Ζητούσε δε με την παραπάνω αγωγή, να υποχρεωθεί η εναγόμενη με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή και με απαγγελία προσωπικής κράτησης σε βάρος των νομίμων εκπροσώπων της εναγομένης, να του καταβάλει, το ποσό των 70.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από το ένδικο εργατικό ατύχημα συνεπεία της ως άνω παράνομης και αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της, καθώς και το ποσό των 30.000 ευρώ ως αποζημίωση κατ’άρθρο 931 Α.Κ., λόγω της μόνιμης σωματικής βλάβης που του προκλήθηκε και επιδρά δυσμενώς στο προσωπικό, οικογενειακό, επαγγελματικό, οικονομικό και κοινωνικό μέλλον του, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικαστεί η εναγόμενη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή παραδεκτή και νόμιμη, μετά από την εκτίμηση των αποδείξεων, απέρριψε την αγωγή ως ουσία αβάσιμη και επέβαλε σε βάρος του ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, τα οποία όρισε στο ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την κρινόμενη έφεσή του ο ενάγων και ήδη εκκαλών, για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, ώστε να γίνει δεκτή η αγωγή ως ουσία βάσιμη και να επιβληθούν σε βάρος της εφεσίβλητης τα δικαστικά του έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, απορριπτομένων των ισχυρισμών της εφεσίβλητης περί αοριστίας της αγωγής, που επαναφέρει με τις κατατεθείσες προτάσεις της (υπό στοιχεία 86 και 88 ισχυρισμοί), καθόσον η αγωγή με το ως άνω περιεχόμενο και σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, περιείχε όλα τα αναγκαία στοιχεία που απαιτούνται για το ορισμένο των αξιώσεων που ασκούνται με την ένδικη αγωγή, ως οι ως άνω ισχυρισμοί απορρίφθηκαν με την εκκαλουμένη απόφαση.
Από την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων και ειδικότερα από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων (εξετάστηκε ένας μάρτυρας από κάθε διάδικο), που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων τα οποία οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και επαναπροσκομίζουν, τις προσκομιζόμενες από τους διαδίκους φωτογραφίες των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται, καθώς και α)από τις με αριθ. ……../8-10-2024 και …../8-10-2024 ένορκες βεβαιώσεις των …………. και …………., που δόθηκαν με την επιμέλεια του εκκαλούντος ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………, τη με αριθ. πρωτ. ΔΣΘ ΕΒ ……-2024 από 2-10-2024 ένορκη βεβαίωση του ……….. που δόθηκε με την επιμέλεια του εκκαλούντος ενώπιον της Δικηγόρου Θεσσαλονίκης ……….. (ΑΜ ΔΣΘ ….), τις οποίες ο εκκαλών προσκομίζει για πρώτη φορά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, εφόσον λήφθηκαν μετά την έκδοση της εκκαλουμένης και πριν από τη συζήτηση της υπό κρίση εφέσεως και κρίνεται ότι η παράλειψη προσκόμισης του αποδεικτικού αυτού μέσου στην πρωτοβάθμια δίκη δεν οφείλεται σε πρόθεση στρεψοδικίας ή σε βαριά αμέλεια του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος που τις προσκομίζει (άρθρα 591 παρ. 1, 529 παρ. 1 εδ. α και 2 , 270 παρ. 2 εδ. γ , 524 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.. , βλ. και ΑΠ 17/2015 ΕφΑΔ 2015.556, ΑΠ 731/2014, ΑΠ 1553/2008 ΝοΒ 2009.625), απορριπτομένων των περί αντιθέτου ισχυρισμών της εφεσίβλητης και αφού προηγήθηκε νομότυπη κλήτευση της αντιδίκου του (βλ. τις με αριθ. …..΄/2-10-2024 και ….΄/24-9-2024 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……..), η οποία δεν παραστάθηκε κατά τη λήψη τους, β) τις με αριθ. …… , …. και …./19-10-2022 ένορκες βεβαιώσεις των ………., που δόθηκαν με την επιμέλεια της εναγομένης ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος (βλ. τη με αριθ. …../14-10-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………, που επαναπροσκομίζονται μετ’επικλήσεως από την εφεσίβλητη, γ)τις με αριθ. …… και ……./27-10-2022 ένορκες βεβαιώσεις των ……… και …………, που δόθηκαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς κατόπιν κλήτευσης του αντιδίκου της (βλ. τη με αριθ. ΣΤ΄………../24-10-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών …………), που δεν παραστάθηκε κατά τη λήψη τους και επαναπροσκομίζονται νομότυπα από την εφεσίβλητη και οι οποίες αποκρούστηκαν πρωτοδίκως για το λόγο ότι προσκομίστηκαν μετά τη συζήτηση με την προσθήκη στις πρωτόδικες προτάσεις αυτής, χωρίς τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύουν ισχυρισμό που προβάλλεται σε αντίκρουση ισχυρισμού του αντιδίκου, που είχε προβληθεί με τις προτάσεις του κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και λαμβάνονται υπόψη από το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 529 παρ. 1 εδ. α του ΚΠολΔ, η οποία εφαρμόζεται και κατά τη διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών κατά το άρθρο 591 παρ.1 του ιδίου Κώδικα, καθόσον το δευτεροβάθμιο δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του και αποδεικτικά μέσα που δεν είχαν προσκομισθεί στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αλλά προσκομίζονται το πρώτον ενώπιον αυτού, πολλώ δε μάλλον λαμβάνει υπόψη του και αποδεικτικά μέσα που είχαν απαραδέκτως προσκομισθεί ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου μετά τη συζήτηση, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας προσθήκης και αντίκρουσης, χωρίς να συντρέχουν οι κατά το νόμο προϋποθέσεις του επιτρεπτού της καθυστερημένης προσκομιδής και επίκλησης αυτών (ΑΠ 308/2020, ΑΠ 315/2015, ΑΠ 1621/2009, ΑΠ 1107/2008, ΑΠ 221/1993), δ)καθώς και τη με αριθ. ……../9-10-2024 ένορκη βεβαίωση του ……… , που δόθηκε ενώπιον της Συμ/φου Πειραιά …….. και προσκομίζεται μετ’επικλήσεως με τις προτάσεις από την εφεσίβλητη το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου της (βλ. τις με αριθ. ….΄/4-10-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ………), που δεν παραστάθηκε κατά τη λήψη της και κρίνεται ότι η παράλειψη προσκόμισης του αποδεικτικού αυτού μέσου στην πρωτοβάθμια δίκη δεν οφείλεται σε πρόθεση στρεψοδικίας ή σε βαριά αμέλεια της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης που τις προσκομίζει (άρθρα 591 παρ. 1 , 529 παρ. 1 εδ. α και 2, 270 παρ. 2 εδ. γ, 524 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., βλ. και ΑΠ 17/2015 ΕφΑΔ 2015.556, ΑΠ 731/2014 , ΑΠ 1553/2008 ΝοΒ 2009.625), καθώς και ε)τις με αριθ. ….. και …./15-10-2024 ένορκες βεβαιώσεις των ……………. και ………., που δόθηκαν ενώπιον της Συμ/φου Πειραιά ……… και προσκομίζονται μετ’επικλήσεως με την προσθήκη των προτάσεων από την εφεσίβλητη το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προς απόκρουση των προσκομισθέντων το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ενόρκων βεβαιώσεων του εκκαλούντος (ΑΠ 613/2018, ΑΠ 74/2017, ΑΠ 537/2016), κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου της (βλ. τις με αριθ. ……….΄/10-10-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …………), που δεν παραστάθηκε κατά τη λήψη τους, καθώς και όλων των εγγράφων και φωτογραφιών που προσκομίζονται μετ’επικλήσεως κατ’άρθρο 529 Κ.Πολ.Δ., αφού δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι κατά την παρ. 2 του άρθρου 529 του ΚΠολΔ λόγοι απόκρουσής τους, εκτιμώμενα όλα τα παραπάνω είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1286/2003 ΧρΙΔ 2004.245, ΑΠ 1428/2000 ΕλλΔνη 2000.678), εκτός από τη με αριθ. …./9-10-2024 ένορκη βεβαίωση του …………, που δόθηκε ενώπιον της Συμ/φου Πειραιά ……….., κατά τη σειρά επίκλησης με τις προτάσεις από την εφεσίβλητη το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου της (βλ. τις με αριθ. …………΄/4-10-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ………) που δεν παραστάθηκε κατά τη λήψη της, δεν λαμβάνεται όμως υπόψη ως υπεράριθμη στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 591 παρ. 1 , 529 παρ. 1 εδ. α και 2 , 270 παρ. 2 εδ. γ , 524 παρ. 1 , 422 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.), καθόσον πλέον κατά τη διάταξη του άρθρου 423 παρ.3 ΚΠολΔ τίθεται αυτοτελής ποσοτικός περιορισμός για τις ένορκες βεβαιώσεις που προσκομίζονται στον δεύτερο βαθμό, αφού επιτρέπονται μέχρι τρεις (3) ένορκες βεβαιώσεις για κάθε διάδικο και μέχρι δύο (2) για την αντίκρουση, για κάθε βαθμό δικαιοδοσίας, διάταξη που εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις και χωρίς να συντρέχει βάσιμος λόγος λήψης υπόψη και αυτής κατ’άρθρο 529 ΚΠολΔ (πρβλ. σχετ. ΜΕφΠειρ 47/2024, Χ. Απαλλαγάκη-Στ. Σταματόπουλος, ΕρμΚΠολΔ, Τόμος Ι, 2022, σελ. 1373 και Τόμος ΙΙ σελ. 1747 επ.), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη δραστηριοποιείται, μεταξύ άλλων, στην εκμετάλλευση, επεξεργασία, τυποποίηση και συντήρηση προϊόντων κρέατος, καθώς και στην εμπορία προϊόντων και υποπροϊόντων κρέατος και κρεατοσυσκευασμάτων και διατηρεί την έδρα της στη ……, καθώς και παράρτημα -υποκατάστημα στην …………….. Δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου που συνήφθη στις 24-7-2015 μεταξύ της εναγομένης εταιρίας και ήδη εφεσίβλητης διά του νομίμου εκπροσώπου της και του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, ο τελευταίος προσλήφθηκε για να παρέχει την εργασία του με την ειδικότητα του βοηθού λογιστηρίου με πλήρη επί πενθήμερο εβδομαδιαία απασχόληση από Δευτέρα έως και Παρασκευή και με ωράριο εργασίας από ώρα 7.30 π.μ. έως ώρα 16.00 μ.μ., έναντι μηνιαίων αποδοχών 1.920 ευρώ μικτά (βλ. την από 24-7-2015 αναγγελία όρων ατομικής σύμβασης εργασίας και την αναγγελία πρόσληψης). Ειδικότερα ο εκκαλών παρείχε την εργασία του στο λογιστήριο της εφεσίβλητης, που βρίσκεται στον πρώτο όροφο των εγκαταστάσεων του υποκαταστήματος της τελευταίας, ενώ στο ισόγειο βρίσκονται οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης και φορτοεκφόρτωσης των εμπορευμάτων της . Τα καθήκοντα του εκκαλούντος συνίσταντο στην προετοιμασία των παραστατικών (τιμολογίων -δελτίων αποστολής) των πελατών, στην ανάπτυξη και επίβλεψη του μηχανογραφικού συστήματος, στην επικοινωνία με τους προμηθευτές και με τους πελάτες για ζητήματα των λογαριασμών τους, στην είσπραξη χρημάτων από πελάτες ή στην παραλαβή των εισπράξεων από τους οδηγούς της εφεσίβλητης, καθώς και στην εκτέλεση κάθε συναφούς με το επάγγελμα του βοηθού λογιστή εργασίας. Επίσης, παρέδιδε ο ίδιος τα παραστατικά στους μεταφορείς -οδηγούς των φορτηγών. Στο ανωτέρω υποκατάστημα της εφεσίβλητης, στον ισόγειο χώρο, υπάρχει ειδικό σύστημα φορτοεκφόρτωσης που έχει κατασκευαστεί βάσει συγκεκριμένων διαστάσεων και προδιαγραφών ώστε οι οδηγοί των φορτηγών να προσεγγίζουν στα σημεία φόρτωσης-εκφόρτωσης με συνδρομή ειδικών αποσβεστήρων (τάκων) και οπτικών ενδείξεων (βέλη) στη φυσούνα κάθε αποβάθρας και το σύστημα αυτό αποτελείται από μία ειδική αποβάθρα, ήτοι μία θύρα («άνοιγμα») στον τοίχο και όταν ένα φορτηγό φθάνει στις εγκαταστάσεις εισέρχεται στην κενή ράμπα, κάνει οπισθοπορεία με πολύ μικρή ταχύτητα και ακολουθεί τις ενδείξεις της ράμπας. Στα σημεία που προσεγγίζει και σταθμεύει το φορτηγό υπάρχουν αποσβεστήρες (τάκοι), οι οποίοι προεξέχουν έτσι ώστε το φορτηγό να εφάπτεται με το σημείο φόρτωσης κατά την προσέγγισή του. Η επαφή αυτή γίνεται ευχερώς αντιληπτή από τον οδηγό του φορτηγού, ώστε να σταματήσει την οπισθοπορεία του οχήματος. Επιπλέον, στο σημείο εισόδου του φορτηγού υπάρχει κατασκευασμένη ειδική φυσούνα, ώστε να σφραγίσει το άνοιγμα φορτοεκφόρτωσης , δηλαδή να κλείνει το κενό ανάμεσα στο άνοιγμα του σταθμού φόρτωσης και της πόρτας του φορτηγού, επί της οποίας υπάρχουν σαφείς και ευδιάκριτες ενδείξεις, που καθοδηγούν τον οδηγό κατά τη διαδικασία οπισθοπορείας και προσέγγισής του. Στις 23-7-2021 και περί ώρα 12.30 , το φορτηγό (τριαξονικό όχημα -ψυγείο) της μεταφορικής εταιρίας «…………», με οδηγό τον ……….., μετέβη στις εγκαταστάσεις της εφεσίβλητης, προκειμένου να παραλάβει εμπορεύματα προς μεταφορά. Κατά τον ίδιο χρόνο ο εκκαλών που βρισκόταν στο γραφείο του λογιστηρίου, μετέβη στον ισόγειο χώρο φόρτωσης και εκφόρτωσης και συγκεκριμένα στο χώρο όπου είχε υποδειχθεί στον οδηγό του ανωτέρω φορτηγού ότι πρέπει να προσεγγίσει και να σταθμεύσει, προκειμένου να του παραδώσει τα αναγκαία παραστατικά (τιμολόγιο πώλησης). Κατά τη στιγμή που ο οδηγός του ανωτέρω φορτηγού είχε ευθυγραμμίσει το φορτηγό με τη ράμπα φόρτωσης, προσέγγιζε αυτή (τη ράμπα φορτοεκφόρτωσης) κινούμενος με πολύ μικρή ταχύτητα διενεργώντας οπισθοπορεία προκειμένου να σταθμεύσει και να φορτώσει εμπορεύματα, ο εκκαλών προθυμοποιήθηκε να καθοδηγήσει τον οδηγό του φορτηγού και αφού στάθηκε στην άκρη του σημείου εισόδου (θύρας) της ράμπας, έβγαλε το αριστερό του χέρι έξω από τη θύρα και την πλαστική φυσούνα που είναι τοποθετημένη περιμετρικά της θύρας και ξεκίνησε να καθοδηγεί τον οδηγό του φορτηγού προκειμένου να προσεγγίσει το όχημα στη ράμπα. Ο οδηγός είχε ευθυγραμμίσει το φορτηγό οχήμά του με τη ράμπα φόρτωσης και κινούμενος αργά με οπισθοπορεία κατά τη χρονική στιγμή της προσέγγισης του φορτηγού στη ράμπα και την επικείμενη επαφή του φορτηγού με τους αποσβεστήρες (συνδέσμους) που είναι τοποθετημένοι αριστερά και δεξιά, κάτω από την οριζόντια πλευρά της θύρας, όταν το πίσω μέρος του ψυκτικού θαλάμου του οχήματος πέρασε το περιφερειακό προστατευτικό παραπέτασμα της ράμπας, ο εκκαλών δεν απομάκρυνε έγκαιρα το αριστερό του χέρι, με αποτέλεσμα αυτό να εγκλωβιστεί ανάμεσα στο αριστερό άκρο του ψυκτικού θαλάμου του φορτηγού και στην εξωτερική κάθετη μεταλλική κατασκευή (κατακόρυφο άνοιγμα) της ράμπας και να προκληθεί ο τραυματισμός του (βλ. τη με αριθ. πρωτ. ……/12-10-2021 έκθεση έρευνας εργατικού ατυχήματος του Επιθεωρητή Ασφάλειας και Υγείας της Εργασίας ………, την από 27-7-2021 διερεύνηση ατυχήματος του τεχνικού ασφαλείας …….. και συνημμένες στις ανωτέρω εκθέσεις φωτογραφίες, καθώς και τις προσκομιζόμενες από τους διαδίκους φωτογραφίες που απεικονίζουν την επίδικη ράμπα φορτοεκφόρτωσης). Ειδικότερα ο εκκαλών μετά τον τραυματισμό του μεταφέρθηκε από τους προστρέξαντες άμεσα υπαλλήλους της εφεσίβλητης (……. και ………) στο νοσοκομείο «ΑΤΤΙΚΟΝ», όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη ανοικτό συντριπτικό κάταγμα αμφοτέρων οστών αντιβραχίου (ΑΡ) και σύνδρομο διαμερίσματος, που αντιμετωπίστηκε χειρουργικά (στις 23-7-2021 και στις 26-7-2021) και με φαρμακευτική αγωγή, χορηγήθηκε δε κατά την έξοδό του από το νοσοκομείο (30-7-2021) αναρρωτική άδεια τριάντα ημερών από το εξιτήριο και συνεστήθη επανεξέταση στα εξωτερικά ιατρεία (βλ. ιδ. τις από 2-9-2021 και 12-11-2021 ιατρικές βεβαιώσεις του αναπληρωτή Καθηγητή Ορθοπαιδικής Πανεπιστημίου Αθηνών, ΠΓΝ «ΑΤΤΙΚΟΝ», ………..). Ο τραυματισμός του εκκαλούντος έλαβε χώρα με αφορμή την εργασία και εντός του ευρύτερου χώρου παροχής εργασίας, του οποίου η επίβλεψη υπαγόταν στη σφαίρα ευθύνης της εργοδότριας εφεσίβλητης. Δεν δύναται, όμως, να αποδοθεί παράλληλα και σε υπαιτιότητα αυτής και να επιστηρίξει αξίωση χρηματικής ικανοποιήσεως ηθικής βλάβης εις βάρος της από τον παθόντα εκκαλούντα, αφού δεν αποδείχθηκε ότι επικρατούσαν συγκεκριμένες συνθήκες και παράμετροι εντός του εργασιακού χώρου, οι οποίες ετύγχαναν γνωστές σε αυτήν ή τις οποίες αυτή όφειλε και μπορούσε να γνωρίζει δια της καταβολής της δέουσας προσοχής και επιμελείας ενός μέσου συνετού εργοδότη και αυτή παρέλειψε, κατ’ αντικειμενική κρίση και με γνώμονα την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη, ως όφειλε και μπορούσε, να προβεί σε επιβεβλημένες ενέργειες ή να λάβει συγκεκριμένα μέτρα προς διαφύλαξη των συνθηκών ασφαλούς προσέγγισης και στάθμευσης των φορτηγών στο χώρο φορτοεκφόρτωσης εντός του εργασιακού χώρου και συνακολούθως προς αποτροπή τραυματισμού του εκκαλούντος. Ειδικότερα, οι ανωτέρω ενέργειες του εκκαλούντος για την παροχή οδηγιών στον οδηγό του φορτηγού, δεν περιλαμβάνονταν στα εργασιακά του καθήκοντα και έγιναν κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας και δικής του αποκλειστικά βούλησης χωρίς να έχει επιβληθεί από την εφεσίβλητη. Ο εκκαλών με την αγωγή ισχυρίζεται ότι από το καλοκαίρι του έτους 2020 του είχε ανατεθεί από τους εκπροσώπους της εφεσίβλητης (……….) η πρόσθετη εργασία παροχής καθοδήγησης στους οδηγούς κατά τη διάρκεια προσέγγισης και στάθμευσης των φορτηγών στη ράμπα φορτοεκφόρτωσης, όταν δεν υπήρχε αρμόδιος υπάλληλος στο χώρο. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδείχτηκε ότι η εφεσίβλητη διά των νομίμων εκπροσώπων της ανέθεσε στον εκκαλούντα, εγγράφως ή προφορικά, τυπικά ή άτυπα, τακτικά ή περιστασιακά, καθήκοντα καθοδήγησης ή συνδρομής των οδηγών της εταιρίας ή συνεργαζόμενων με αυτή εταιριών κατά την προσέγγιση και στάθμευση των φορτηγών στα σημεία φορτοεκφόρτωσης των εμπορευμάτων, ούτε και γενικότερα καθήκοντα που σχετίζονται με την παροχή συνδρομής τους οδηγούς των φορτηγών κατά την ως άνω διαδικασία ή με το άνοιγμα και κλείσιμο των θυρών και γενικότερα με τη λειτουργία της ράμπας, η οποία (παροχή συνδρομής) δεν ήταν αναγκαία, αφού γινόταν από τους επαγγελματίες οδηγούς των φορτηγών με τη χρήση του προαναφερόμενου ειδικού συστήματος προσέγγισης και στάθμευσης στις εγκαταστάσεις της εφεσίβλητης. Εξάλλου το υπάρχον αυτοματοποιημένο σύστημα προσέγγισης και στάθμευσης των φορτηγών έχει κατασκευαστεί και λειτουργεί με συγκεκριμένες διαστάσεις και προδιαγραφές και ευδιάκριτες ενδείξεις, ώστε οι οδηγοί των φορτηγών, οι οποίοι είναι επαγγελματίες οδηγοί φορτηγών, να προσεγγίζουν, να έρχονται σε επαφή και να σταθμεύουν στα σημεία (θύρες-αποβάθρες) φορτοεκφόρτωσης των εμπορευμάτων αποκλειστικά και μόνο με τη συνδρομή ειδικών αποσβεστήρων (τάκων) και οπτικών ενδείξεων στη φυσούνα κάθε αποβάθρας, χωρίς ανάγκη καθοδήγησης από άλλον. Συγκεκριμένα, το εν λόγω σύστημα φορτοεκφόρτωσης, ως προεκτέθηκε, συνίσταται σε μία ειδική αποβάθρα, ήτοι ένα άνοιγμα στον τοίχο, που βοηθά τα φορτηγά να ξεφορτώσουν αλλά και να παραλάβουν εμπορεύματα. Όταν το φορτηγό φθάνει στις εγκαταστάσεις εισέρχεται σε κενή ράμπα, πραγματοποιεί οπισθοπορεία με πολύ μικρή ταχύτητα και ακολουθεί τις ενδείξεις της ράμπας. Στα σημεία που προσεγγίζει και σταθμεύει το φορτηγό υπάρχουν αποσβεστήρες (τάκοι), που προεξέχουν και εφάπτεται το φορτηγό με το σημείο φόρτωσης κατά την προσέγγισή του και χρησιμεύουν και για την προστασία της αποβάθρας και του φορτηγού σε περίπτωση επαφής του τελευταίου με μεγαλύτερη ένταση από την ενδεδειγμένη. Η επαφή αυτή είναι ευχερώς αντιληπτή από τον οδηγό του φορτηγού, ώστε να σταματήσει την οπισθοπορεία. Επίσης, γύρω από το σημείο εισόδου του φορτηγού υπάρχει κατασκευασμένη ειδική φυσούνα με σκοπό να σφραγίσει το άνοιγμα φορτοεκφόρτωσης, δηλαδή να κλείνει το κενό ανάμεσο στο άνοιγμα του σταθμού φόρτωσης και της θύρας του φορτηγού, επί της οποίας υπάρχουν περιμετρικά σαφείς και ευδιάκριτες ενδείξεις, που, επίσης καθοδηγούν τον οδηγό κατά τη διαδικασία οπιοσθοπορείας και προσέγγισής του, έτσι ώστε να σταθμεύσει το φορτηγό του σωστά. Για τις συνθήκες προσέγγισης των φορτηγών στο χώρο φορτοεκφόρτωσης της εφεσίβλητης, πέραν της προαφερθείσας έκθεσης και των συνημμένων σε αυτή φωτογραφιών, κατέθεσαν με σαφήνεια και λεπτομερή περιγραφή, οι μάρτυρες που εξετάστηκαν με την επιμέλεια της εφεσίβλητης [βλ. ιδ. ένορκη κατάθεση του μάρτυρα που εξετάστηκε με την επιμέλεια της εφεσίβλητης, ……. (οδηγός φορτηγών και πωλητής της εφεσίβλητης) και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά) και τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …………… (βοηθός λογιστηρίου της εφεσίβλητης), ………….. (εισπράκτορα -υπαλλήλου της εφεσίβλητης), ………… (οδηγού φορτηγού Δ.Χ. άλλης εταιρίας), ………. (οδηγού φορτηγών της εφεσίβλητης), ….. (εργάτη-φορτοεκφορτωτή της εφεσίβλητης), ……. (οδηγού -αυτοκινητιστή)], οι οποίοι επιβεβαιώνουν και τη μη αναγκαιότητα καθοδήγησης των οδηγών από άλλο πρόσωπο, ενώ από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδείχτηκε ότι η εφεσίβλητη διά των νομίμων εκπροσώπων της ή διά των προστηθέντων της είχε δώσει προφορικά ή εγγράφως εντολή στον εκκαλούντα να προβαίνει σε καθοδήγηση-συνδρομή των οδηγών κατά την ως άνω διαδικασία προσέγγισης και στάθμευσης των φορτηγών. Τα παραπάνω δεν αναιρούνται ούτε από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος που εξετάστηκε με την επιμέλεια του εκκαλούντος και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά, η οποία είναι σύζυγός του και δεν έχει άμεση αντίληψη για τις συνθήκες εργασίας, φορτοεκφόρτωσης και του ατυχήματος, αλλά οι γνώσεις της προέρχονται από τον ίδιο τον εκκαλούντα, αλλά ούτε και από τις ένορκες βεβαιώσεις, των …….. και ………., πρώην εργαζομένων (οδηγών) της εφεσίβλητης, οι οποίοι ως εκ του χρόνου αποχώρησής τους (Σεπτέμβριος 2019 και Οκτώβριος 2016, αντίστοιχα) από την εργασία τους στην εφεσίβλητη, δεν έχουν άμεση αντίληψη για τις συνθήκες εργασίας που επικρατούσαν από το έτος 2020 μέχρι το ένδικο ατύχημα, ενώ στην ένορκη βεβαίωση του ………… (οδηγού του προαναφερόμενου φορτηγού κατά την ένδικη ημεροχρονολογία), δεν αναφέρεται, ούτε προκύπτει ότι έχει αντίληψη για το εάν η καθοδήγηση που παρείχε ο εκκαλών ή και άλλοι υπάλληλοι της εφεσίβλητης τους οποίους δεν κατονομάζει, έγινε κατόπιν εντολής της εφεσίβλητης ή αυτοβούλως. Ο ισχυρισμός του εκκαλούντος που προβάλλεται με την έφεση ότι του ανατέθηκε η επίβλεψη του συστήματος μηχανογράφησης που δεν αναγράφεται στην αναγγελία πρόσληψης προς ενίσχυση του ισχυρισμού του ότι του ανατέθηκαν ατύπως από την εφεσίβλητη και άλλα καθήκοντα εργασίας, δεν ασκεί επιρροή, καθόσον η επικαλούμενη ανάθεση της εργασίας επίβλεψης της μηχανογράφησης, ουδόλως αποδεικνύει την ανάθεση καθηκόντων καθοδήγησης των οδηγών που δεν συνάδει με την ειδικότητά του ως βοηθού λογιστή, ούτε επίσης η επικαλούμενη από τον εκκαλούντα καταβολή αποζημίωσης από την ασφαλιστική εταιρία στην οποία ήταν ασφαλισμένο το ως άνω φορτηγό, προσκομίζοντας και το σχετικό έγγραφο, θεμελιώνει ευθύνη και της εργοδότριας του εκκαλούντος. Υπό τις προαναφερόμενες συνθήκες, αποδεικνύεται ότι αποκλειστικά υπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος ήταν ο εκκαλών, ο οποίος ενεργώντας αυτοβούλως και χωρίς την προηγούμενη εντολή της εφεσίβλητης διά των νομίμων εκπροσώπων της, εκτέλεσε εργασίες καθοδήγησης του οδηγού του προαναφερόμενου φορτηγού για την προσέγγιση και στάθμευση του οχήματος αυτού στην ειδική ράμπα φορτοεκφόρτωσης. Ενόψει των προαναφερθέντων, πρέπει να απορριφθεί η αγωγή ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη αφού ουδεμία υπαιτιότητα της εφεσίβλητης αποδείχτηκε στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος, κατά παραδοχή ως βάσιμου και του σχετικού ισχυρισμού της, ενώ παρέλκει η εξέταση των επικουρικά προβληθέντων ισχυρισμών της (υπό στοιχεία 74, 87 , 89 των εγγράφων προτάσεών της), το δε πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως και απέρριψε την αγωγή ως ουσία αβάσιμη, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τους σχετικούς λόγους της έφεσης, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω και ενόψει του ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος της έφεσης προς έρευνα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και τις αποδείξεις ορθά εκτίμησε και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τους λόγους έφεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, όπως και η έφεση στο σύνολό της ως κατ’ουσίαν αβάσιμη. Συνεπώς πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, σύμφωνα με το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτής, σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 22-1-2024 (αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ…./ΕΑΚ…../29-1-2024) έφεση, κατά της με αριθμό 3201/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδική διαδικασία).
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την έφεση.
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 7 Απριλίου 2025 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους .
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ