ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Δ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 244/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Ε.Δ.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, με Α.Φ.Μ. ……, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και ήδη, από 1.1.2017, από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων με Α.Φ.Μ. ……, ως εκπροσώπου του Δημοσίου, η οποία κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή αυτής, και στην προκειμένη περίπτωση και από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Παλλήνης, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) Δέσποινα Ντουρντουρέκα.
Των ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) …………ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Μούλιο, 2) …………… 3) …………., 4) …………., οι οποίοι (2,3,4) δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, 5) ανώνυµης τραπεζικής εταιρείας µε την επωνυµία «……….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, µε Α.Φ.Μ. ……….., όπως εκπροσωπείται νόµιµα, ως καθολικής διαδόχου του συνόλου των δικαιωµάτων, υποχρεώσεων και εν γένει εννόµων σχέσεων του αποσχισθέντος κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας της διασπασθείσας ανώνυµης τραπεζικής εταιρείας µε την επωνυµία «……….», πρώην «………….», η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Καστάνη, 6) ανώνυµης τραπεζικής εταιρείας µε την επωνυµία «……….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, µε Α.Φ.Μ.. …., όπως εκπροσωπείται νόµιµα, ως καθολικής διαδόχου του συνόλου των δικαιωµάτων, υποχρεώσεων και εν γένει εννόµων σχέσεων του απoσχισθέvτoς κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας της διασπασθείσας ανώνυµης τραπεζικής εταιρείας µε την επωνυµία «…………», πρώην «…………», 7) ανώνυµης εταιρείας µε την επωνυµία «…………..», η οποία εδρεύει στο ….. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων α) της αλλοδαπής εταιρείας µε την επωνυµία «…………», η οποία εδρεύει στο ………. Ιρλανδίας και εκπροσωπείται νόµιµα και β) της αλλοδαπής εταιρείας µε την επωνυµία «………», η οποία εδρεύει στο ……….. Ιρλανδίας και εκπροσωπείται νόµιµα και προς τις οποίες έχει εκχωρήσει και µεταβιβάσει της απαιτήσεις της από δάνεια και πιστώσεις η ανώνυµη τραπεζική εταιρεία µε την επωνυµία «………» όπως νόµιµα εκπροσωπείται, οι οποίες (6,7) εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Χαράλαµπο Ρέµπελη (µε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ), 8) Οργανισµού Τοπικής Αυτοδιοίκησης µε την επωνυµία «Δήµος Πειραιά», που εδρεύει στον Πειραιά Αττικής, με Α.Φ.Μ. ….., όπως εκπροσωπείται νόµιµα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Εµµανουήλ (µε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ) και 9) ανώνυµης εταιρείας µε την επωνυµία «………..», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, οδός …………, με Α.Φ.Μ. ………., όπως εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΣ – ΕΝΑΓΩΝ, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 26-7-2021 και µε αριθµό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……../2021 αγωγή του κατά των δεύτερου, τρίτου και τέταρτου των ήδη εφεσίβλητων για τη διανοµή του κοινού ακινήτου τους, καθώς και την από 26-7-2021 και µε αριθµό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………/2021 προσεπίκληση κατά του ήδη εκκαλούντος Ελληνικού Δηµοσίου και της πέµπτης, έκτης, όγδοου και ένατης των ήδη εφεσίβλητων. Ακολούθως, ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου, άσκησαν: α) το Ελληνικό Δημόσιο – ήδη εκκαλούν, την από 4-10-2021 και µε αριθµό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………/2021 κύρια παρέµβαση κατά των ήδη εφεσίβλητων (πλην της έβδοµης εξ αυτών, η οποία δεν ήταν καθ΄ής η ανωτέρω προσεπίκληση και άσκησε κύρια παρέµβαση ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της έκτης εξ αυτών), β) η έβδοµη των ήδη εφεσίβλητων «………», την από 26-10-2021 και µε αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………./2021 κύρια παρέµβαση, γ) η πέµπτη των ήδη εφεσίβλητων «…………..», την από 4-11-2021 και µε αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……../2021 κύρια παρέµβαση, δ) ο όγδοος των ήδη εφεσίβλητων «Δήµος Πειραιά», την από 12-11-2021 και µε αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………./2021 κύρια παρέµβαση, καθώς και ε) η δεύτερη προσεπικληθείσα και ήδη έκτη των εφεσίβλητων, την από 9-11-2021 και µε αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……./2021 πρόσθετη παρέµβαση υπέρ της έβδοµης των ήδη εφεσιβλήτων.
Το παραπάνω Δικαστήριο, εξέδωσε επί των ανωτέρω δικογράφων, την υπ΄αρ. 1715/2023 οριστική απόφασή του, με την οποία, συνεκδικάζοντας, κατά την τακτική διαδικασία, τις ως άνω: α) αγωγή, ερήμην των εναγόμενων, β) προσεπίκληση, γ) υπό στοιχείο α΄ κύρια παρέμβαση, ερήμην του πρώτου έως και πέμπτης, έβδομου και όγδοης των καθ΄ών η παρέμβαση, δ) υπό στοιχείο β΄ κύρια παρέμβαση, ερήμην του πρώτου έως και πέμπτης, έβδομου, όγδοης και ένατης των καθ΄ών η παρέμβαση ε) υπό στοιχείο γ΄ κύρια παρέμβαση, ερήμην του πρώτου έως και τέταρτου, έβδομου και όγδοης των καθ΄ών η παρέμβαση, στ) υπό στοιχείο δ΄ κύρια παρέμβαση, ερήμην του πρώτου έως και πέμπτης, έβδομου και όγδοης των καθ΄ών η παρέμβαση και ζ) υπό στοιχείο ε΄ πρόσθετη παρέμβαση, ερήμην του πρώτου έως και πέμπτης, έβδομου και όγδοης των καθ΄ών η παρέμβαση, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και την προσεπίκληση, απέρριψε ως απαράδεκτες τις υπό στοιχείο α΄και δ΄ κύριες παρεμβάσεις του Ελληνικού Δημοσίου – ήδη εκκαλούντος και του Δήμου Πειραιά – ήδη όγδοου εφεσίβλητου και έκανε δεκτές τις λοιπές δύο (υπό στοιχεία γ΄και δ΄) ως άνω κύριες παρεμβάσεις και συνακόλουθα και την πρόσθετη παρέμβαση.
Την απόφαση αυτή προσβάλλει το κυρίως παρεμβαίνον στην υπό στοιχείο α΄ ως άνω κύρια παρέμβαση Ελληνικό Δημόσιο – εκκαλούν, με την κρινόμενη από 26-2-2024 έφεσή του, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……../26-2-2024, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, με επιμέλεια του πρώτου εφεσίβλητου, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……../13-3-2024, προσδιορίστηκε δε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αρ. 27. Επίσης το εκκαλούν άσκησε, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με ιδιαίτερο δικόγραφο, τους από 3-2-2025 και με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………./3-2-2025 πρόσθετους λόγους της έφεσης, που προσδιορίστηκαν προς συζήτηση επίσης για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκαν στο πινάκιο με αρ. 60.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνηση της έφεσης και των πρόσθετων λόγων αυτής από τη σειρά του οικείου πινακίου, αντίστοιχα, η δικαστική πληρεξούσια του εκκαλούντος, καθώς και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του πρώτου και της πέμπτης των εφεσίβλητων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους, ενώ οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της έκτης, έβδομης και όγδοου των εφεσίβλητων, ύστερα από δήλωσή τους, που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση η κρινόμενη έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, που αναφέρθηκαν στην αρχή της παρούσας, κατά της υπ΄αρ. 1715/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Των δικογράφων αυτών πρέπει να διαταχθεί η συνεκδίκαση, καθώς αφορούν στην ίδια εκκαλουμένη απόφαση (άρθρα 31, 246 σε συνδ. με άρθρο 520 παρ.2 ΚΠολΔ).
΄Οπως προκύπτει από τη με αριθμό κατάθεσης ………/13-3-2024 πράξη του αρμόδιου Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, τη συζήτηση της ένδικης έφεσης επισπεύδει ο πληρεξούσιος δικηγόρος του πρώτου εφεσίβλητου. Από τις υπ΄αρ. …….΄/29-1-2025 και ………΄/24-1-2025 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ……….., τις οποίες επικαλείται και προσκομίζει ο ως άνω εφεσίβλητος, αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση έφεσης με την προαναφερόμενη πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους δεύτερο, τρίτο, τέταρτο και ένατη των εφεσίβλητων, αντίστοιχα. Επομένως, εφόσον οι τελευταίοι δεν εμφανίστηκαν κατά τη συζήτηση της έφεσης και των πρόσθετων λόγων αυτής (οι οποίοι επίσης τους επιδόθηκαν νομίμως, όπως θα αναφερθεί παρακάτω), όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά των οικείων πινακίων, πρέπει να δικαστούν ερήμην. Η συζήτηση όμως θα προχωρήσει σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 524 παρ.4 εδ.α ΚΠολΔ).
Η ως άνω υπό κρίση έφεση κατά της υπ΄αρ. 1715/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι δεν προκύπτει ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έλαβε χώρα επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης και από την έκδοση αυτής έως την άσκηση της έφεσης, δεν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της διετίας (άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, στην ουσία της, κατά την ίδια διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στο πλαίσιο που καθορίζεται από αυτούς (άρθρα 19, 522, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ). Εξάλλου, το εκκαλούν Ελληνικό δημόσιο δεν υποχρεούται στην κατάθεση του προβλεπόμενου από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ.α΄ ΚΠολΔ παραβόλου (άρθρο 19 παρ. 1 του καν. δ/τος της 26 Ιουνίου/10 Ιουλίου 1944 «περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου»).
Επίσης, παραδεκτά ασκήθηκαν από το εκκαλούν οι προαναφερθέντες πρόσθετοι λόγοι της έφεσης, με ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε ενώπιον του δικαστηρίου τούτου και επιδόθηκε νομότυπα στους εφεσίβλητους, τουλάχιστον 30 ημέρες πριν την ως άνω ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτησή της (άρθρο 520 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως προκύπτει από τις υπ΄αρ. ………..΄/3-2-2025 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς ………….., αντίστοιχα. Επομένως, πρέπει κι αυτοί να γίνουν τυπικά δεκτοί και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμό τους, συνεκδικαζόμενοι με την ένδικη έφεση.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 491 παρ. 1 ΚΠολΔ, στη δίκη διανομής προσεπικαλούνται υποχρεωτικά με επιμέλεια εκείνου, που επισπεύδει τη συζήτηση, όσοι έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, καθώς και όσοι έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στη μερίδα κάποιου εκ των κοινωνών. Με τη διάταξη αυτή θεσπίζεται ειδική μορφή υποχρεωτικής προσεπίκλησης εκείνων μόνο των προσώπων, που έχουν κάποιο εκ των προαναφερθέντων δικαιωμάτων ή έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στην ιδανική μερίδα ενός, περισσοτέρων ή όλων των κοινωνών ενόψει των σοβαρών συνεπειών, που επιφέρει η διανομή του κοινού πράγματος ως προς τα υφιστάμενα δικαιώματα των ανωτέρω προσώπων στο προς διανομή κοινό πράγμα ή στην τυχόν επιβληθείσα συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση. Ειδικότερα, δεδομένου ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 492 παρ. 1 ΚΠολΔ μετά την τελεσιδικία της απόφασης επί της δίκης διανομής και κατ΄ απόκλιση των οριζόμενων στο άρθρο 803 ΑΚ, η υποθήκη ή το ενέχυρο περιορίζονται εφεξής μόνο στα μέρη που περιέρχονται στον οφειλέτη του ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή και τέως κοινωνό, ο νομοθέτης θέλησε οι δανειστές αυτοί όχι μόνο να λαμβάνουν γνώση της δίκης διανομής, αλλά να συμμετέχουν υποχρεωτικά σ΄ αυτή προκειμένου να υποβάλουν αυτοτελείς αιτήσεις για την προάσπιση των εμπράγματων δικαιωμάτων τους (Ολ.ΑΠ 1/2016, ΑΠ 810/2018, ΑΠ 1822/2017, Εφ.Πειρ. 109/2021 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Αθ. 4409/2020, Εφ.Αθ. 1006/2017 T.N.Π. QUALEX, Ορφανίδης Γ. σε ΕρμΚΠολΔ, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, εκδ. Σάκκουλα, 2000, τ. Ι, άρθρο 491, αρ. 1, σελ. 875 και άρθρο 492, σελ. 878, αρ. 1, Μαργαρίτης Μ./Μαργαρίτη Α., ΕρμΚΠολΔ, εκδ. Σάκκουλα, 2018, άρθρο 491, σελ. 753, αρ. 1 επ. και άρθρο 492, σελ. 754, αρ. 1 επ.). Όσον αφορά στους ενυπόθηκους ή ενεχυρούχους δανειστές, η προσεπίκληση αυτή κρίνεται αναγκαία, πλέον των ανωτέρω λόγων, και προκειμένου να διευκολυνθεί η άσκηση των προβλεπόμενων από τις παρ. 2 και 3 του άρθρου 492 ΚΠολΔ δικαιωμάτων. Ειδικότερα, προκειμένου να εξασφαλιστούν πληρέστερα τα συμφέροντα του υποχρεωτικώς προσεπικαλούμενου ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή παρέχεται σε αυτόν το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο, που διατάζει τη διανομή, να διατάξει υπέρ αυτού πρόσθετα εξασφαλιστικά μέτρα και συγκεκριμένα: α) τη σύσταση υποθήκης ή ενεχύρου σε αντικείμενα, που με τη διανομή περιέρχονται στον οφειλέτη του και επί των οποίων δεν είχε συσταθεί υποθήκη ή ενέχυρο και β) την εξόφληση (εν όλω ή εν μέρει) ύστερα από αίτηση του ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή της ασφαλισμένης με την υποθήκη ή το ενέχυρο απαίτησής του, έστω και αν αυτή δεν είναι ληξιπρόθεσμη κατά τον χρόνο της διανομής, με την καταβολή εκ μέρους κάποιου άλλου κοινωνού ολόκληρου ή μέρους του ποσού στον κοινωνό, που η μερίδα του βαρύνεται με υποθήκη ή ενέχυρο, προκειμένου να εξισωθούν οι μερίδες τους (Ολ.ΑΠ 20/1995 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 810/2018 ό.π. ΑΠ 1822/2017 ό.π., Εφ.Πειρ. 109/2021 ό.π., Εφ.Πατρ. 33/2017 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Ορφανίδης Γ., ό.π., άρθρο 492, σελ. 879, αρ. 2, Μαργαρίτης/Μ. Μαργαρίτη Α., ό.π., άρθρο 492, σελ. 754, αρ. 3). Περαιτέρω, στην περίπτωση που η αυτούσια διανομή του επίκοινου είναι ανέφικτη ή ασύμφορη και διατάσσεται η πώλησή του με πλειστηριασμό δεν τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 492 ΚΠολΔ, αλλά εκείνη του άρθρου 484 παρ. 2 εδ. δ΄ του ίδιου Κώδικα, η οποία προβλέπει την απόσβεση των υποθηκών και ενεχύρων, που υπάρχουν στα πράγματα, τα οποία εκπλειστηριάστηκαν. Η απόσβεση αυτή επιβάλλει την ανεύρεση λύσης, η οποία να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ενυπόθηκων ή ενεχυρούχων δανειστών, χωρίς να υποχρεώνονται να προβούν σε περαιτέρω ενέργειες, λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά την παγίως ακολουθούμενη από τη νομολογία και τη θεωρία άποψη, στην περίπτωση του εκούσιου πλειστηριασμού, που διατάσσεται με δικαστική απόφαση λόγω του ανέφικτου ή του ασύμφορου της αυτούσιας διανομής, δεν ισχύουν οι διατάξεις για την αναγγελία και την κατάταξη των δανειστών. Στην περίπτωση αυτή γίνεται δεκτό ότι, ο εμπραγμάτως ασφαλισμένος δανειστής, που προσεπικαλείται υποχρεωτικά στη δίκη περί διανομής και ασκεί κύρια παρέμβαση, νομίμως ζητεί, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 492 παρ. 3 ΚΠολΔ, σε περίπτωση που διαταχθεί η πώληση του κοινού πράγματος με πλειστηριασμό, την καταβολή από το πλειστηρίασμα, που θα επιτευχθεί, του αναλογούντος στην απαίτησή του ποσού, που ασφαλίζεται με υποθήκη (ή ενέχυρο), ή τη δημόσια κατάθεση από το πλειστηρίασμα του ποσού, που αντιστοιχεί στην ασφαλιζόμενη με προσημείωση απαίτησή του (Ολ.ΑΠ 1/2016 ό.π., Εφ.Πειρ. 109/2021 ό.π., Εφ.Πατρ. 13/2020 ό.π., Εφ.Αθ. 1006/2017 ό.π., Μαργαρίτης Μ./Μαργαρίτη Α., ό.π., 492, σελ. 754, αρ. 4., αντίθετα σε Εφ.Αθ. 460/2010 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Πλέον δε των ανωτέρω, οι προαναφερθέντες δανειστές μπορούν να προβάλλουν και ισχυρισμούς σχετικά με τον επιδιωκόμενο τρόπο διανομής εκ μέρους των διαδίκων της δίκης διανομής (Εφ.Αθ. 4409/2020 ό.π.). Επίσης, οι περιοριστικά προσεπικαλούμενοι τρίτοι έχουν δικαίωμα να ασκήσουν παρέμβαση, η οποία είναι κύρια, ενόψει του γεγονότος ότι με αυτή επιδιώκεται η διάγνωση και στη συνέχεια η διάπλαση των εμπραγμάτων δικαιωμάτων της υποθήκης, του ενεχύρου και της επικαρπίας καθώς επίσης και της δεσμευτικότητας, που επιφέρει από τον νόμο η συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στο εξ αδιαιρέτου μερίδιο συγκυριότητας του οφειλέτη τους και τέως κοινωνού (ΑΠ 810/2018 ό.π., ΑΠ 1822/2017 ό.π., Εφ.Αθ. 4409/2020 όπ., Εφ.Πατρ. 13/2020 ό.π., Εφ.Λαρ. 398/2019, Εφ.Πατρ. 956/2006 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μαργαρίτης Μ./Μαργαρίτη Α., ό.π., άρθρο 491, σελ. 753, αρ. 3, Ορφανίδης Γ., ό.π., άρθρο 491, αρ. 3, σελ. 876, Παπαδόπουλος Κ., Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, 1989, σελ. 409, παρ. 189). Υπό το φως των ανωτέρω και ενόψει του γεγονότος ότι η άσκηση της προσεπίκλησης έχει κατ΄ άρθρο 89 εδ. β΄ ΚΠολΔ τα αποτελέσματα, που επάγεται η άσκηση της αγωγής, ο ενυπόθηκος ή ενεχυρούχος δανειστής ή ο έχων δικαίωμα επικαρπίας, από την προς αυτόν επίδοση της προσεπίκλησης, καθίσταται αναγκαίος ομόδικος των αρχικών διαδίκων -συγκοινωνών, μεταξύ των οποίων διεξάγεται η δίκη της διανομής του κοινού πράγματος, υπό την έννοια του άρθρου 76 παρ. 1 ΚΠολΔ και δεσμεύεται από το δεδικασμένο, που πηγάζει από την απόφαση, που εκδίδεται επί της αγωγής διανομής, διότι έτσι διευρύνονται και ως προς αυτόν τα υποκειμενικά όρια της δίκης (Ολ.ΑΠ 1/2016 ό.π., Ολ.ΑΠ 20/1995 ό.π., ΑΠ 811/2018 ό.π., ΑΠ 1822/2017 ό.π., Εφ.Δυτ.Μακ. 11/2020 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μαργαρίτης Μ./Μαργαρίτη Α., ό.π., άρθρο 491, σελ. 753, αρ. 4, Ορφανίδης Γ., ό.π., άρθρο 491, αρ. 4, σελ. 876). Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 89 και 215 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο τρόπος άσκησης της προσεπίκλησης είναι ίδιος με εκείνον της αγωγής, ήτοι απαιτείται αυτοτελές δικόγραφο, που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η δίκη διανομής, και επιδίδεται στον προσεπικαλούμενο έως τη συζήτηση της αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Συνεπώς, η επίδοση αντιγράφου αγωγής δεν ισοδυναμεί με προσεπίκληση, η οποία απαιτεί την κατά τα ανωτέρω προδικασία (Πίψου Λ., Δικαστική Διανομή, εκδ. 2006, σελ. 183, παρ. 8 Π). Σημειώνεται, ωστόσο, ότι ο σκοπός του νόμου, ως έχει ανωτέρω εκτεθεί, εξυπηρετείται και όταν ο ενυπόθηκος ή ενεχυρούχος δανειστής ή ο κατασχών ασκήσει παρέμβαση, ανεξαρτήτως προσεπίκλησης, ιδίως δε, εάν επικαλείται δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου (ΑΠ 1036/1981 ΕΕΝ 1982. 695., Ορφανίδης Γ. ό.π., άρθρο 491, σελ. 876, αρ. 3). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 73, 76 και 79 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η κύρια παρέμβαση, η οποία εξομοιώνεται με την κύρια αγωγή του τρίτου κατά των αρχικών διαδίκων, αποτελεί διαδικαστική πράξη με την οποία εισάγεται αυτοτελής, έναντι της αγωγής, αίτηση παροχής έννομης προστασίας με τη μορφή της διάγνωσης ότι είναι δικαιούχος του αντικείμενου της πρώτης, το οποίο αντιποιείται ολόκληρο ή κατά ένα μέρος ο κυρίως παρεμβαίνων. Ως εκ τούτου με την κύρια παρέμβαση, η οποία απλώς συνεκδικάζεται, λόγω συνάφειας, με την κύρια αγωγή, δημιουργείται νέα παρεμπίπτουσα δίκη και ο κυρίως παρεμβαίνων καθίσταται κύριος διάδικος, πλην όμως δεν τελεί σε σχέση ομοδικίας, απλής ή αναγκαστικής με τους αρχικούς διαδίκους με τους οποίος αντιδικεί καθώς επιδιώκει με την παρέμβασή του να εξέλθει νικητής (ΑΠ 1305/2020, ΑΠ 904/2015, ΑΠ 40/2014, ΑΠ 611/2013 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μαργαρίτης Μ./Μαργαρίτη Α., ό.π., άρθρο 79, σελ. 166, αρ. 2 επ., Νίκας Γ., ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, εκδ. Σάκκουλα, 2000, τ. Ι, άρθρο 79, σελ. 181, αρ. 1). Συνεπώς, η κύρια παρέμβαση κατά περιεχόμενο, σκοπό, συνέπειες και δύναμη εξομοιώνεται με την κύρια αγωγή, από την οποία τυπικώς διαφέρει, καθώς δεν είναι εισαγωγικό δικόγραφο της δίκης, αλλά «παρεμπίπτουσα αγωγή», έχουσα, όμως, αυτοτέλεια έναντι της αγωγής, καθόσον ο κυρίως παρεμβαίνων υποβάλλει αίτηση παροχής έννομης προστασίας και συγκεκριμένα τη διάγνωση ότι δικαιούχος του επιδίκου αντικειμένου είναι εκείνος (ΑΠ 761/2017, Εφ.Λαρ. 63/2019, Εφ.Αθ. 723/2018, Εφ.Δωδ. 175/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Μαργαρίτης Μ./ Μαργαρίτη Α., ό.π., Νίκας Γ., ό.π.). Απαραίτητη, ωστόσο, προϋπόθεση για την αυτοτέλεια της κύριας παρέμβασης έναντι της κύριας δίκης και την αποδέσμευσή της από αυτήν είναι η παραδεκτή άσκησή της (ΑΠ 252/2016, Εφ.Λαρ. 152/2007, Εφ.Αθ. 6442/2006 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ. Γεωργιάδου Μ./Μπαλογιάννη Ε. σε ΕρμΚΠολΔ, επιμ. Απαλλαγάκη Χ. εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2019, άρθρο 79, σελ. 300, αρ. 2). Εξάλλου, για το παραδεκτό της άσκησης της κύριας αυτής παρέμβασης, καθώς αφορά μικτή αγωγή (διανομής), σχετικά με ακίνητο, η οποία εγγράφεται κατ΄άρθρο 220 ΚΠολΔ, στα βιβλία διεκδικήσεων και ήδη στα οικεία κτηματολογικά βιβλία (Εφ.Αθ. 348/2025 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), απαιτείται η εγγραφή της κατά το ως άνω άρθρο του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις 1 περ. ιβ΄ και 5 του άρθρου 12 του ν. 2664/1998 στα κτηµατολογικά βιβλία του αρµόδιου Κτηµατολογικού Γραφείου (βλ. Μπαλογιάννη – Ρεντούλη σε Απαλαγάκη, Κώδικας Πολιτικής Δικονοµίας, Ερµηνεία κατ΄ άρθρο, υπό άρθρο 220 παρ. 3, σελ. 720, ΑΠ 1838/2014, Εφ.Λαµ. 55/2005 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείμενη περίπτωση, ο ενάγων, ήδη πρώτος εφεσίβλητος, εξέθετε στην ως άνω από 26-7-2021 και με αριθμό κατάθεσης ………./2021 αγωγή του, ενώπιον του Μονοµελούς Πρωτοδικείου κατά των εναγόμενων, ήδη δεύτερου, τρίτου και τέταρτου των εφεσίβλητων ότι αυτός και οι εναγόμενοι αδερφοί του είναι συγκύριοι, σε ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου έκαστος εξ αυτών, του ευρισκόμενου στον Πειραιά οικοπέδου επιφάνειας 221 τ.μ., που έχει λάβει ΚΑΕΚ ……………. στα κτηµατολογικά βιβλία του Κτηµατολογικού Γραφείου Πειραιά και Νήσων, όπως περαιτέρω το εν λόγω ακίνητο περιγράφεται στην αγωγή κατά θέση, όρια και αξία. Ζητούσε δε ακολούθως, αναφέροντας ότι οι αντίδικοί του δεν συναινούν στην εξώδικη διανομή του, να διαταχθεί δικαστικά η διανομή του ως άνω επίκοινου ακινήτου με πλειστηριασμό, καθώς δεν είναι δυνατή η αυτούσια διανομή του, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή, ώστε να λάβουν από το εκπλειστηρίασµα, έκαστος, τη µερίδα που του αναλογεί.
Ακόμη, με την ως άνω από 26-7-2021 και µε αριθµό κατάθεσης ………../2021 προσεπίκληση, ο ενάγων – προσεπικαλών και ήδη πρώτος εφεσίβλητος, προσεπικάλεσε στην ως άνω ανοιγείσα δίκη, το ήδη εκκαλούν Ελληνικό Δηµόσιο και τους ήδη πέµπτη, έκτη, όγδοο και ένατη των εφεσίβλητων, προκειµένου να παρέµβουν σε αυτήν, ως έχοντες εγγράψει υποθήκη και προσηµείωση υποθήκης, αντίστοιχα και έχοντες επιβάλει αναγκαστική κατάσχεση επί του υπό διανοµή ακινήτου.
Το Ελληνικό Δηµόσιο – ήδη εκκαλούν µε την ως άνω από 4-10-2021 και µε αριθµό κατάθεσης ………./2021 κύρια παρέµβαση (υπό στοιχείο α΄), που άσκησε ενώπιον του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των ήδη εφεσίβλητων (πλην της έβδοµης εξ αυτών, η οποία δεν ήταν καθ΄ής η ένδικη προσεπίκληση και άσκησε κύρια παρέµβαση ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της έκτης εξ αυτών), ζητούσε να διαταχθεί, στην περίπτωση πώλησης του ένδικου ακινήτου µε πλειστηριασµό, ο ορισθείς υπάλληλος του πλειστηριασµού να του καταβάλει το σύνολο των οφειλόµενων σε αυτόν ποσών µετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων (ήτοι ποσό 56.728,88 ευρώ ως εξασφαλισµένο µε υποθήκη, ενώ έχει επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση για ποσό 51.242,69 ευρώ), όπως αυτά αναλυτικά εκτέθηκαν σε αυτήν (παρέµβαση), άλλως να προβεί στην προνοµιακή κατάταξη του συνόλου των ένδικων απαιτήσεών του µετά των προσαυξήσεων και µέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του, σε περίπτωση δε αυτούσιας διανοµής του ενυπόθηκου και κατασχεθέντος υπό διανοµή ακινήτου, να διαταχθούν τα νόµιµα, ώστε να µεταφερθούν οι επιβληθείσες υπέρ αυτού (Ελληνικού Δημοσίου) υποθήκη και κατάσχεση επί των µεριδίων που θα λάβει ο οφειλέτης του – δεύτερος των καθ΄ών η παρέμβαση – δεύτερος εναγόμενος και ήδη δεύτερος εφεσίβλητος ………………
Περαιτέρω, στην ανωτέρω ανοιγείσα δίκη διανοµής ασκήθηκαν, όπως αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας, β) η από 26-10-2021 και µε αριθμό κατάθεσης ……../2021 κύρια παρέμβαση από την ήδη έβδοµη εφεσίβλητη «………», σχετικά με απαιτήσεις της κατά του ήδη δεύτερου εφεσίβλητου, ως διαχειρίστρια απαιτήσεων των εκεί και ανωτέρω αναφερόµενων αλλοδαπών εταιρειών, εξασφαλισµένων µε δύο προσηµειώσεις υποθήκης (εγγραφείσες την 28-12-2011 και την 23-4-2012, για ποσό 28.000 ευρώ και 110.250 ευρώ αντίστοιχα), γ) η από 4- 11-2021 και με αριθμό κατάθεσης ………../2021 κύρια παρέμβαση από την ήδη πέµπτη εφεσίβλητη «……..», σχετικά με απαιτήσεις της κατά του δεύτερου του εφεσίβλητου, εξασφαλισµένες, αφενός µεν, µε υποθήκη (προσηµείωση υποθήκης εγγραφείσα την 28-7-2011 και τραπείσα σε υποθήκη την 6-2-2015), για ποσό 50.000,00 ευρώ, αφετέρου δε, µε δύο προσηµειώσεις υποθήκης (εγγραφείσες την 30-12-2010), για ποσό 7.888,20 ευρώ και 5.283,12 ευρώ, αντίστοιχα, δ) η από 12-11-2021 και µε αριθμό κατάθεσης …………./2021 κύρια παρέµβαση από τον ήδη όγδοο εφεσίβλητο «Δήµο Πειραιά», σχετικά με απαίτησή του κατά του δεύτερου εφεσίβλητου ποσού 878,51 ευρώ, καθώς επίσης ε) η από 9-11-2021 και µε αριθμό κατάθεσης ……………/2021πρόσθετη παρέµβαση από τη δεύτερη καθ΄ής η ως άνω προσεπίκληση και ήδη έκτη εφεσίβλητη, υπέρ της ήδη έβδοµης εφεσίβλητης, προκειμένου να γίνει δεκτή η ανωτέρω ασκηθείσα κύρια παρέµβαση της τελευταίας.
Με την εκκαλουμένη απόφασή του (υπ΄αρ. 1715/2023), το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, συνεκδικάζοντας, όπως προεκτέθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, τα παραπάνω δικόγραφα, ήτοι της αγωγής, της προσεπίκλησης, των κυρίων παρεμβάσεων και της πρόσθετης παρέμβασης, αφού έκρινε παραδεκτώς ασκηθείσα, ορισμένη και νόμιμη την αγωγή και την προσεπίκληση του ενάγοντος – ήδη πρώτου εφεσίβλητου, ακολούθως, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και ως ουσιαστικά βάσιμη και διέταξε την πώληση µε δηµόσιο πλειστηριασµό του επίκοινου ακινήτου, διορίζοντας προς τούτο ως υπάλληλο επί του πλειστηριασµού τον Συµβολαιογράφο Πειραιώς …………. ή τον νόµιµο αναπληρωτή του, ορίζοντας ότι ο τελευταίος πρέπει να εκπλειστηριάσει το κοινό ακίνητο κατά τις διατάξεις του ΚΠολΔ και να µοιράσει το πλειστηρίασµα που θα εισπράξει στους συγκυρίους διαδίκους, κατά ποσοστό 25% σε έκαστο εξ αυτών. Περαιτέρω, απέρριψε ως απαραδέκτως ασκηθείσες τις ως άνω υπό στοιχεία α΄ και δ΄ κύριες παρεµβάσεις του Ελληνικού Δηµοσίου και του Δήµου Πειραιά, λόγω μη εγγραφής τους, κατ΄ άρθρο 220 ΚΠολΔ, στα οικεία κτηματολογικά βιβλία, ενώ έκανε εν μέρει δεκτές τις ως άνω υπό στοιχεία β΄ και γ΄ κύριες παρεµβάσεις της ήδη πέµπτης και έβδοµης εφεσίβλητης (και συνακόλουθα την πρόσθετη υπέρ της τελευταίας παρέμβαση της ήδη έκτης εφεσίβλητης). Ως προς αυτές ειδικότερα, το πρωτοβάθµιο Δικαστήριο, διέταξε τον ορισθέντα ως υπάλληλο του πλειστηριασµού : ί) να παρακαταθέσει στο Ταµείο Παρακαταθηκών και Δανείων, υπέρ της έβδοµης των εφεσιβλήτων «…………….», υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων των εκεί αναφερόµενων δύο αλλοδαπών εταιρειών, από το πλειστηρίασµα που θα επιτευχθεί από την εκποίηση του ποσοστού συγκυριότητας του ήδη δεύτερου των εφεσίβλητων ………., το συνολικό ποσό των 82.095,57 ευρώ και 56.149,20 ευρώ αντίστοιχα και τα οποία θα αναλάβει αυτή, µετά την τελεσίδικη επιδίκαση των απαιτήσεών της, διαφορετικά θα αποδοθούν τα κατατεθέντα ποσά στον οφειλέτη και δεύτερο των εφεσιβλήτων, ίί) να παρακρατήσει το ποσό των 50.000,00 ευρώ για το οποίο έχει εγγραφεί υποθήκη υπέρ της πέµπτης των ήδη εφεσίβλητων, «………..» από το πλειστηρίασµα που θα επιτευχθεί από την εκποίηση του ποσοστού συγκυριότητας του ήδη δεύτερου των εφεσίβλητων ……… . και να το καταβάλει σε αυτήν και ίίί) να παρακαταθέσει στο Ταµείο Παρακαταθηκών και Δανείων, υπέρ της πέµπτης των ήδη εφεσίβλητων, «…………», από το πλειστηρίασµα που θα επιτευχθεί από την εκποίηση του ποσοστού συγκυριότητας του ήδη δεύτερου των εφεσίβλητων, ………., το συνολικό ποσό των 13.171,32 ευρώ και το οποίο θα αναλάβει αυτή, μετά την τελεσίδικη επιδίκαση των απαιτήσεών της, διαφορετικά θα αποδοθεί το κατατεθέν ποσό στον οφειλέτη και δεύτερο των εφεσίβλητων.
Ήδη, κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονείται το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, με την κρινόμενη έφεσή του, για τους λόγους που εκθέτει σ΄ αυτήν και στους πρόσθετους λόγους της, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου, ζητεί δε την εξαφάνισή της, κατά το μέρος που απέρριψε ως απαράδεκτη την κύρια παρέμβασή του, ώστε να γίνει η τελευταία συνολικά δεκτή ως παραδεκτή, νόμιμη και βάσιμη.
Ωστόσο, όπως ορθά κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, πράγματι η ασκηθείσα από το προσεπικληθέν από τον ενάγοντα της ως άνω κύριας αγωγής διανομής, Ελληνικό Δημόσιο – ήδη εκκαλούν, ως άνω κύρια παρέμβαση, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω μη εγγραφής της, κατ΄άρθρο 220 του ΚΠολΔ σε συνδυασµό µε τις διατάξεις 1 περ. ιβ΄ και 5 του άρθρου 12 του ν. 2664/1998, στα κτηµατολογικά βιβλία του αρµόδιου Κτηµατολογικού Γραφείου Πειραιώς και Νήσων (βλ. Μπαλογιάννη – Ρεντούλη σε Απαλαγάκη, Κώδικας Πολιτικής Δικονοµίας, Ερµηνεία κατ΄άρθρο, υπό άρθρο 220 παρ. 3, σελ. 720, ΑΠ 1838/2014, Εφ.Λαµ. 55/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), όπως απαιτείται, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν και στη μείζονα σκέψη, αφού πρόκειται για κύρια παρέμβαση σε μικτή αγωγή (διανομής), που αφορά σε ακίνητο, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εκκαλούντος που προβάλλει με την ένδικη έφεσή του, ως αβάσιμων. Το δε κυρίως παρεμβαίνον – εκκαλούν δεν επικαλείται, ούτε προσκομίζει σχετικό πιστοποιητικό εγγραφής. Το γεγονός ότι η προσεπίκληση σε δίκη διανομής δεν απαιτείται να εγγραφεί στα οικεία βιβλία κατ΄ άρθρο 220 ΚΠολΔ (ΑΠ 1622/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), δεδομένου ότι αποσκοπεί στην ενημέρωση απλώς των προσεπικληθέντων και στην προστασία του ιδιωτικού συμφέροντος αυτών και όχι στην προστασία των συναλλαγών επί ακινήτων, δεν σημαίνει ότι δεν είναι απαραίτητο για το παραδεκτό της, να εγγραφεί και η κυρία παρέμβαση που αφορά στη δίκη διανομής, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται το εκκαλούν στην έφεσή του, καθώς αυτή, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, αντίθετα με την προσεπίκληση, έχει ίδιον αίτημα και λειτουργεί ως αυτοτελής αγωγή, η οποία απλώς συνεκδικάζεται, λόγω συνάφειας, με την κύρια αγωγή. Επομένως, απαιτείται, όπως κατά τα προεκτεθέντα γίνεται δεκτό από τη νομολογία και τη θεωρία, να εγγράφεται στα βιβλία δικεκδικήσεων και ήδη κτηματολογικά βιβλία, όπως και η ίδια η αγωγή διανομής (Εφ.Αθ. 348/2025 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Με τον πρώτο πρόσθετο λόγο της έφεσης, το εκκαλούν υποστηρίζει, ότι ανεξαρτήτως της τύχης της κύριας παρέμβασής του, εφόσον ως προσεπικληθέν, κατά τα προεκτεθέντα, είχε καταστεί διάδικος στην ανοιγείσα με την ένδικη αγωγή δίκη διανομής, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έπρεπε, δεχθέν τον προβληθέντα με τις προτάσεις του ισχυρισμό ότι έχει προνομιακές απαιτήσεις κατά του δεύτερου εναγόμενου, ήδη δεύτερου εφεσίβλητου, για τις οποίες έχει επιβάλει κατάσχεση, αφού έκανε δεκτή την αγωγή διανομής του κοινού ακινήτου και διέταξε την πώληση αυτού με πλειστηριασμό και διανομή του πλειστηριάσματος στον ενάγοντα και τους εναγόμενους της αγωγής – συγκυρίους αυτού (ήδη τέσσερεις πρώτους εφεσίβλητους), σε ποσοστό 25% σε έκαστο εξ αυτών, έπρεπε να διατάξει στον ορισθέντα υπάλληλο του πλειστηριασμού να του καταβάλει το σύνολο των ως άνω οφειλομένων ποσών σε αυτό μετά των προσαυξήσεων, άλλως να προβεί στην προνομιακή κατάταξη του συνόλου των απαιτήσεών του, μετά των προσαυξήσεων μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς το γεγονός ότι είναι διάδικος αφορά στο ότι δεσμεύεται από το δεδικασμένο της απόφασης που θα εκδοθεί, το εν λόγω, όμως, αίτημά του είναι αυτοτελές και προϋποθέτει για την κατάφασή του, παραδεκτώς ασκηθείσα κύρια παρέμβαση, όπως αναλυτικά εκτέθηκε ανωτέρω και στη μείζονα σκέψη. Με τον δεύτερο πρόσθετο λόγο της έφεσης, το εκκαλούν παραπονείται ότι, κατ΄ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, η εκκαλουμένη, αφού έκανε δεκτές τις κύριες παρεµβάσεις της ήδη πέµπτης και έβδοµης εφεσίβλητης, διέταξε τον ορισθέντα ως υπάλληλο του πλειστηριασμού να προβεί υπέρ αυτών στα ανωτέρω αναφερθέντα (υπό στοιχ. ί, ίί, και ίίί), ενώ, κατά τους ισχυρισμούς του (εκκαλούντος), τους οποίους επαναλαμβάνει, έπρεπε να γίνει δεκτό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι το ποσό που θα εισπραχθεί ως εκπλειστηρίασμα από την εκποίηση του επίδικου κοινού ακινήτου, κατά το ποσοστό 25% που αντιστοιχεί στον δεύτερο εφεσίβλητο, θα πρέπει να παρακρατηθεί από τον διενεργούντα τον πλειστηριασμό συμβολαιογράφο και να κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ώστε να ακολουθήσει η διαδικασία της κατάταξης. Ωστόσο κι αυτός ο πρόσθετος λόγος της έφεσης είναι απορριπτέος, διότι προϋποθέτει παραδεκτή άσκηση κύριας παρέμβασης, ήτοι προηγούμενη παραδοχή ως βάσιμου του λόγου της έφεσης, ο οποίος, όμως, απορρίφθηκε, κατά τα προεκτεθέντα ως αβάσιμος.
Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που, με την εκκαλουμένη απόφασή του, κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν και απέρριψε την κύρια παρέμβαση του ήδη εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου, κατά τα προεκτεθέντα, ως απαράδεκτη λόγω μη καταχώρισής της, κατ΄ άρθρο 220 ΚΠολΔ, στα οικεία κτηματολογικά βιβλία, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε τον νόμο. Πρέπει, συνεπώς, η κρινόμενη έφεση, ν΄ απορριφθεί κατ΄ ουσία, ενώ τα δικαστικά έξοδα για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, θα συμψηφιστούν συνολικά μεταξύ των παρόντων διαδίκων λόγω του δυσερμήνευτου, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε (άρθρα 183, 179 ΚΠολΔ). Τέλος, θα ορισθεί παράβολο ερήμην συζήτησης για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από τους ερήμην δικασθέντες εφεσίβλητους, σύμφωνα με τα άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει, ερήμην των δεύτερου, τρίτου, τέταρτου και ένατης των εφεσίβλητων και κατ΄ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, την έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής κατά της υπ’αρ. 1715/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.
Ορίζει το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ, για καθένα από τους ερημοδικασθέντες εφεσίβλητους.
Δέχεται τυπικά την έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής.
Απορρίπτει την έφεση και τους πρόσθετους λόγους στην ουσία.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα, για τον παρόντα δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, συνολικά μεταξύ των παρόντων διαδίκων.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 25 Απριλίου 2025, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ H ΓPAMMATEAΣ