Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 237/2025

Αριθμός    237 /2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από το Γραμματέα  Σ.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1) ………….. ατομικώς και υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «…………», 2) ……….. και 3) Ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία  «………….», η οποία εδρεύει στην Αίγινα (περιοχή …………) (ΑΦΜ ………..), οι οποίες  εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Σοφό Θεμιστοκλή (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….»  και το διακριτικό τίτλο «………….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα (οδός …………..) (ΑΦΜ ……….) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Αλέξιο Αθανασόπουλο.

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς   την απ0 14.1.2022 ( ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2022)  αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 2140/2022 μη οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη  η συζήτηση της ως άνω αγωγής και η υπ΄ αριθμ.  1591/2023  απόφαση αυτού, που  δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου   οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες με την από 1.6.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ  ………/2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………./2023) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 2α.11.2023 μετά δε από αναβολή,  η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλουσών, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε  και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 1-6-2023 (υπ’ αριθμ. κατάθ. ………./2023) έφεση των εναγομένων, ήδη εκκαλουσών, που στρέφεται κατά της υπ’ αριθμ. 1591/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 614 παρ. 1 ΚΠολΔ ειδική διαδικασία των περιουσιακών (μισθωτικών) διαφορών. Η ανωτέρω έφεση έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ), αρμοδίως δε, φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), ενώ έχει κατατεθεί το απαιτούμενο για την άσκησή της παράβολο, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Στην από 14-1-2022 (υπ’ αριθμ. κατάθ. ………./2022) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………….» ιστορούσε ότι, δυνάμει του από 7-10-2014 ιδιωτικού συμφωνητικού, εκμίσθωσε στις πρώτη και δεύτερη των εναγομένων, ήδη εκκαλουσών, ……… και ……….., το αναφερόμενο ακίνητο, ευρισκόμενο στην …………… Αττικής, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί αυτό, κατόπιν μετατροπής – ανακαίνισής του, που θα έκαναν οι μισθώτριες, ως ξενοδοχειακή μονάδα – τουριστικό κατάλυμα, για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ετών, ήτοι  από 7-10-2014 έως 6-10-2029, έναντι ετήσιου μισθώματος, ύψους 70.000 ευρώ για το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο έτος της μίσθωσης, προσαυξανόμενου κατά ποσοστό 5% ανά έτος, για τα επόμενα μισθωτικά έτη, ενώ, για το πρώτο μισθωτικό έτος συμφωνήθηκε να μη καταβληθεί μίσθωμα, ενόψει των δαπανών ανακαίνισης, στις οποίες θα προέβαιναν οι μισθώτριες. Ότι η τρίτη εναγόμενη, ήδη τρίτη εκκαλούσα, ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία (ΙΚΕ) με την επωνυμία “…………….”, συσταθείσα από την πρώτη εναγόμενη, κατόπιν σχετικού όρου της μισθωτικής σύμβασης, υπεισήλθε στην ως άνω μισθωτική σχέση ως μισθώτρια, οι δε πρώτη και δεύτερη εναγόμενες εξακολούθησαν να ευθύνονται έναντι της εκμισθώτριας για όλες τις υποχρεώσεις από την ένδικη μίσθωση, ως πρωτοφειλέτριες. Ότι οι εναγόμενες, μολονότι έκαναν χρήση του μισθίου, δεν κατέβαλαν τα μισθώματα των πέμπτου, έκτου, έβδομου και όγδοου  μισθωτικών ετών. Ενόψει αυτών, η ενάγουσα με την υπό κρίση αγωγή της κατήγγειλε την ως άνω μίσθωση, σύμφωνα με το άρθρο 597 ΑΚ. Ζητούσε δε να   υποχρεωθούν οι εναγόμενες να της αποδώσουν τη χρήση τού μίσθιου ακινήτου λόγω λήξης της μισθωτικής σύμβασης και να αναγνωρισθεί η υποχρέωσή τους να της καταβάλουν νομιμοτόκως, ευθυνόμενες σε ολόκληρο, για καθυστερούμενα μισθώματα, το συνολικό ποσό των 316.383,60 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφαση, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούσες, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητούν δε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και, ακολούθως, να απορριφθεί η αγωγή της αντιδίκου τους.

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων, στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, καθώς επίσης και όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του από 7-10-2014 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης, που συνάφθηκε αφενός μεν μεταξύ της εφεσίβλητης, ως εκμισθώτριας, αφετέρου δε των δύο πρώτων εκκαλουσών, ως μισθωτριών, η εκμισθώτρια εταιρεία εκμίσθωσε στις μισθώτριες τους δύο (2) επάνω από το ισόγειο ορόφους ενός τριώροφου κτηρίου, ευρισκόμενου στην Αίγινα Αττικής, στην περιοχή …………, μετά της εισόδου προσπέλασης προς τους ορόφους, τους κοινόχρηστους χώρους και τα παραρτήματα αυτού, καθώς και το κυκλικό κτήριο έμπροσθεν της εισόδου του κτηρίου. Η μίσθωση συμφωνήθηκε δεκαπενταετής, ήτοι από 7-10-2014 έως 6-10-2029, με ετήσιο μίσθωμα ποσού 70.000 ευρώ, για το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο έτος, προσαυξανόμενο κατά ποσοστό 5% ετησίως, για τα επόμενα μισθωτικά έτη, ενώ, για το πρώτο μισθωτικό έτος συμφωνήθηκε να μη καταβληθεί μίσθωμα, ενόψει των δαπανών ανακαίνισης, στις οποίες θα προέβαιναν οι μισθώτριες. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ως άνω συμφωνητικού, «Το μίσθιο παραδίδεται στην κατάσταση που βρίσκεται, η απαιτούμενη ανακαίνιση, μετατροπή ή συντήρηση θα γίνει με δαπάνες των μισθωτριών, η δε εκμισθώτρια υποχρεούται να παρέχει τη συναίνεση ή συγκατάθεσή της, εάν και εφόσον απαιτηθεί από οποιαδήποτε αρμόδια υπηρεσία ή αρχή, αφού πρώτα ενημερωθεί για τις επιγενόμενες εργασίες της ανακαίνισης ή συντήρησης», ενώ, κατά το άρθρο 2 αυτού, «Οι μισθώτριες επισκέφθηκαν το μίσθιο και, αφού εξέτασαν λεπτομερώς και εμπεριστατωμένως τη θέση, την εν γένει κατασκευή, τη διαρρύθμιση, τους χώρους και γενικά όλα τα στοιχεία και τις ιδιότητες, οι οποίες συνθέτουν τη μορφή του, καθώς και τις πάσης φύσεως εγκαταστάσεις του, βρήκαν όλα αυτά της απολύτου αρεσκείας τους και κατάλληλα για το σκοπό και τη χρήση που το προορίζουν…..». Εξάλλου, στο άρθρο 5 του συμφωνητικού, ορίσθηκε ότι «Το μίσθιο, μετά την απαιτούμενη μετατροπή, ανακαίνιση κλπ θα χρησιμοποιηθεί από τις μισθώτριες και την εταιρεία που αυτές θα συστήσουν ως ξενοδοχειακή μονάδα ή οιασδήποτε άλλης μορφής τουριστικό κατάλυμα ή δραστηριότητας συναφούς με τη δραστηριότητα των μισθωτριών και τους σκοπούς της εταιρείας που θα συσταθεί, που είναι και θα είναι οι ξενοδοχειακές και τουριστικές επιχειρήσεις, καθώς και για κάθε άλλη δραστηριότητα που θα προάγει ή θα εξυπηρετεί τον σκοπό αυτό. Η ξενοδοχειακή μονάδα που θα κατασκευαστεί θα είναι τριών αστέρων (…) Το μίσθιο θα χρησιμοποιηθεί από την εταιρεία που θα συσταθεί από τις μισθώτριες… και στην οποία θα συμμετέχουν οι ίδιες με ποσοστό τουλάχιστον 50%, στην οποία θα εισφέρουν και θα εκχωρήσουν την παρούσα μίσθωση και η οποία εταιρεία θα υπεισέλθει και αναλάβει όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα μίσθωση (…). Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, οι μισθώτριες στο παρόν ……….. και ………….. ευθύνονται απέναντι στην εκμισθώτρια για όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα μίσθωση ως πρωτοφειλέτης». Τα ίδια, για τη δυνατότητα σύστασης εταιρείας από τις μισθώτριες και τη συνεχιζόμενη ευθύνη των τελευταίων, ως πρωτοφειλετριών, για οποιαδήποτε οφειλή θα προερχόταν από τη μίσθωση, ορίζονται και στο  άρθρο 15 του μισθωτήριου συμβολαίου. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 8 του μισθωτηρίου, «Το μίσθιο παραδίδεται στις μισθώτριες, οι οποίες και το παραλαμβάνουν στην κατάσταση που είναι και βρίσκεται σήμερα. Οι μισθώτριες θα προβούν στις απαραίτητες μετατροπές, διαρρυθμίσεις και τροποποιήσεις του μισθίου, ακόμα και στην αλλαγή των εσωτερικών διαρρυθμίσεων όλων των χώρων και εγκαταστάσεων του μισθίου, με κατάργηση χώρων και δημιουργία νέων, συνένωση χώρων, κατασκευή λουτρών κλπ, προκειμένου αυτό να καταστεί κατάλληλο για τη χρήση που το προορίζουν, καθώς και η αλλαγή τής πρόσοψης του μισθίου, υπό τον όρο ότι δεν θα θιγεί η στατική επάρκεια του κτηρίου. Οι τυχόν απαιτούμενες άδειες θα εκδοθούν στο όνομα των μισθωτριών ή της εταιρείας που θα συσταθεί με επιμέλειά τους και τους ίδιους βαρύνουν όλες οι σχετικές δαπάνες. Η εκμισθώτρια υποχρεούται να συμπράξει για τη λήψη των απαιτούμενων από τις μισθώτριες αδειών, είτε στο όνομά τους, μόνο εφόσον αυτό απαιτείται από το νόμο, είτε στο όνομα των μισθωτριών ή και της εταιρείας που θα συστήσει…». Σύμφωνα με τις ανωτέρω προβλέψεις του μισθωτήριου συμβολαίου, στις 19-5-2015 συστάθηκε η τρίτη των εκκαλουσών ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία, εδρεύουσα στο μίσθιο, με κύρια δραστηριότητα την παροχή υπηρεσιών ξενοδοχείου ύπνου, β’ κατηγορίας και κάτω, με εστιατόριο, με μοναδικό εταίρο, νόμιμη εκπρόσωπο και διαχειρίστρια την πρώτη των εκκαλουσών, η οποία υπεισήλθε στην ένδικη μίσθωση ως μισθώτρια. Ήδη δε, από το έτος 2016 και εντεύθεν το επίδικο ακίνητο λειτούργησε νόμιμα, με άδεια του ΕΟΤ, ως ξενοδοχείο δύο (2) αστέρων, στο όνομα της τρίτης εκκαλούσας, με  57 δωμάτια και 111 κλίνες (βλ. το υπ’ αριθμ. ………/15-4-2016 Ειδικό Σήμα Λειτουργίας της Γενικής Διεύθυνσης Τουριστικής Πολιτικής της Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού Αττικής), προσθέτως δε, χορηγήθηκε στην ίδια εταιρεία άδεια λειτουργίας καφετέριας-μπαρ, στο ισόγειο του ίδιου ακινήτου, με συνολική δυνατότητα εξυπηρέτησης 120 ατόμων (βλ. την υπ’ αριθμ. ……../5-8-2016 βεβαίωση της Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού Αττικής). Όπως οι ίδιες οι εκκαλούσες ομολογούν, για το χρονικό διάστημα από 7-10-2018 έως 6-10-2022, δεν κατέβαλαν μισθώματα στην εκμισθώτρια εταιρεία, ισχυριζόμενες ότι απαλλάσσονται της υποχρέωσης αυτής εξαιτίας πραγματικού ελαττώματος του μισθίου, συνιστάμενου στην ακαταλληλότητα αυτού για τη συμφωνηθείσα με την ένδικη σύμβαση μίσθωσης χρήση. Συγκεκριμένα, ισχυρίζονται ότι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ισχύον από 1-1-2015 νομοθετικό πλαίσιο για την κατάταξη και αδειοδότηση των ξενοδοχείων, προέβησαν σε προπαρασκευαστικές ενέργειες για την κατάταξη και αδειοδότηση του μίσθιου ξενοδοχείου ως 3 αστέρων, πλην όμως η διαδικασία αυτή (κατάταξης και αδειοδότησης) δεν είναι δυνατόν να προχωρήσει χωρίς την προηγούμενη σύμπραξη της εκμισθώτριας, την οποία η τελευταία αρνείται να παράσχει. Ειδικότερα, διατείνονται ότι η κατάταξη του μισθίου ως ξενοδοχείου 3 αστέρων προϋπέθετε, μεταξύ άλλων, τροποποιήσεις χώρων και εγκαταστάσεων του μισθίου, που με τη σειρά τους προϋπέθεταν την έκδοση άδειας δόμησης, κατόπιν αίτησης της κυρίας του μίσθιου ακινήτου – εκμισθώτριας, προαπαιτούμενο της οποίας (της έκδοσης άδειας δόμησης) ήταν η τακτοποίηση των πολεοδομικών παραβάσεων και των υπερβάσεων των οικοδομικών αδειών, επί τη βάσει των οποίων το μίσθιο είχε ανεγερθεί, διαδικασίες στις οποίες αρνείται να προβεί η εφεσίβλητη, όλα δε τα ανωτέρω είχαν γνωστοποιηθεί στην αντίδικό τους, δια των από 21-10-2015, 6-4-2017, 10-4-2017, 7-6-2017 και 12-10-2018 εξώδικων δηλώσεών τους. Καταρχήν, όπως προεκτέθηκε, κατά τα οριζόμενα στο από 7-10-2014 ιδιωτικό συμφωνητικό, οι εκκαλούσες παρέλαβαν το μίσθιο και, αφού το εξέτασαν, το βρήκαν της απόλυτης αρεσκείας τους και κατάλληλο για τη χρήση που το προόριζαν, ήταν δε σε γνώση τους ότι το μίσθιο, προκειμένου να λειτουργήσει, έχρηζε ανακαίνισης, ανέλαβαν μάλιστα αυτές να προβούν στις απαραίτητες μετατροπές του μισθίου και δη, ακόμα και στην αλλαγή των εσωτερικών διαρρυθμίσεων όλων των χώρων και εγκαταστάσεων του μισθίου, με κατάργηση χώρων και δημιουργία νέων, κατασκευή λουτρών και λοιπά, προκειμένου αυτό να καταστεί κατάλληλο για τη χρήση που το προόριζαν, καθώς και στην αλλαγή της πρόσοψης του κτηρίου. Προκύπτει, λοιπόν, ότι οι εκκαλούσες παρέλαβαν το μίσθιο ανεπιφύλακτα κατά την υπογραφή τού συμφωνητικού μίσθωσης, είχαν δε ενημερωθεί και συμφωνήσει για την ανάγκη ριζικής ανακαίνισής του, προκειμένου αυτό να λειτουργήσει. Ευλόγως δε  θα έπρεπε να φροντίσουν να συμβουλευτούν μηχανικό για την πολεοδομική κατάσταση του μισθίου και τη δυνατότητα μεταβολών σ’ αυτό, σύμφωνα με τον σχεδιασμό τους. Συναφώς, παρατηρείται ότι στις ως άνω τέσσερις πρώτες παρατιθέμενες εξώδικες δηλώσεις των εκκαλουσών δεν γίνεται λόγος για πραγματικά ελαττώματα, συνιστάμενα σε πολεοδομικές παραβάσεις, που παρεμπόδιζαν την έκδοση άδειας δόμησης, την οποία υποτίθεται ότι αυτές επιθυμούσαν να λάβουν, αλλά, για πρώτη φορά οι εκκαλούσες αναφέρονται στο ζήτημα  αυτό με την από 12-10-2018 εξώδικη δήλωσή τους, αιτούμενες τη σύμπραξη της εφεσίβλητης για να ληφθεί η αναγκαία άδεια δόμησης, ώστε να μπορεί να λειτουργήσει απρόσκοπτα το ξενοδοχείο, υπό το νέο νομοθετικό καθεστώς και μετά τις 31-12-2018, ως τριών αστέρων, όπως επιθυμούσαν να το καταστήσουν, ισχυριζόμενες ότι είχαν διενεργήσει προς τούτο προπαρασκευαστικές ενέργειες, πλην όμως, ουδόλως αποδείχθηκε ότι υπήρξαν τέτοιες.  Εξάλλου, οι ισχυρισμοί των εκκαλουσών ότι στο μίσθιο έχουν εκτελέσει εκτεταμένες εργασίες αναμόρφωσης, για τις οποίες έχουν δαπανήσει χρηματικό ποσό άνω των 300.000 ευρώ και ότι η κατάταξη του μισθίου ως ξενοδοχείου 3 αστέρων είναι αδύνατη, λόγω πολεοδομικών παραβάσεων, που προϋπήρχαν στο μίσθιο, ουδόλως αποδεικνύονται (οι εκκαλούσες, που προέβησαν σε περιορισμένης έκτασης εργασίες στο μίσθιο, με βάση την υπ’ αριθμ. …………/19-11-2015 έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας της Υπηρεσίας Δόμησης Πειραιά, δεν προσκομίζουν φορολογικά παραστατικά δαπανών, ούτε αιτήσεις προς την πολεοδομική αρχή), ούτε βέβαια είναι εύλογο να θεωρηθεί ότι αυτές δαπάνησαν μεγάλα χρηματικά ποσά για την ανακατασκευή του μισθίου χωρίς να έχουν πρώτα εφοδιασθεί με τις αναγκαίες πολεοδομικές και οικοδομικές άδειες. Περαιτέρω, όπως οι ίδιες ομολογούν, το μίσθιο ξενοδοχείο λειτουργεί από το 2016, ενώ, ουδόλως αποδεικνύεται ότι οι υφιστάμενες, κατά τις εκκαλούσες, πολεοδομικές παραβάσεις του μισθίου και η τυχόν, εξ αυτού του λόγου, αδυναμία κατάταξης του μισθίου ως ξενοδοχείου 3 αστέρων έχουν επηρεάσει, με οποιονδήποτε τρόπο, τη λειτουργία του. Συνεπώς, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα προβαλλόμενα από τις εκκαλούσες για αδυναμία κατάταξης του μισθίου ως ξενοδοχείου 3 αστέρων, παρά τη βούληση και τις προσπάθειές τους, λόγω της μη σύμπραξης της εφεσίβλητης, ήταν αληθή, εφόσον η χρήση του μισθίου δεν παρεμποδίσθηκε, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υφίσταται πραγματικό ελάττωμα του μισθίου, εξαιτίας του οποίου να έχουν αυτές τη δυνατότητα, κατά τον νόμο, μη καταβολής των οφειλόμενων μισθωμάτων  (βλ. ΑΠ 269/2019, ΑΠ 912/2000 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι οι εκκαλούσες είχαν ασκήσει, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά της εφεσίβλητης, την υπ’ αριθμ. κατάθ. …………/10-8-2017 αγωγή, με την οποία ζήτησαν να αναγνωρισθεί, μεταξύ άλλων, ότι τα μισθώματα για τα μισθωτικά έτη από 7-10-2015 έως 6-10-2018, έχουν συμψηφισθεί με δαπάνες, στις οποίες αυτές υποβλήθηκαν για εκτέλεση εργασιών ανακαίνισης του μισθίου, κατόπιν σχετικής συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων. Επί της ως άνω αγωγής, που ασκήθηκε τέσσερα σχεδόν έτη μετά τη σύναψη της ένδικης μίσθωσης, στην οποία (αγωγή) δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά περί πραγματικών ελαττωμάτων του μισθίου, ούτε υπήρχε αίτημα για μείωση ή μη καταβολή του μισθώματος, λόγω πραγματικών ελαττωμάτων, εκδόθηκε, ερήμην της εφεσίβλητης, η υπ’ αριθμ. 176/2018 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, η οποία αναγνώρισε, ήδη αμετακλήτως, ότι ουδέν ποσό οφείλεται από τις εκκαλούσες για τα ετήσια μισθώματα α) του δεύτερου μισθωτικού έτους (7-10-2015 έως 6-10-2016), β) του τρίτου μισθωτικού έτους (7-10-2016 έως 6.-10-2017), και γ) του τέταρτου μισθωτικού έτους (7-10-2017 έως 6-10-2018). Στην κρινόμενη αγωγή της, η εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι, από την έναρξη σχεδόν της λειτουργίας της ένδικης μίσθωσης, οι πρώτη και δεύτερη των εκκαλουσών προσέγγισαν τον τότε πληρεξούσιο δικηγόρο της, …….., με σκοπό να την εξαπατήσουν, προέβη δε ο ως άνω δικηγόρος της, σε συνεννόηση με τις αντιδίκους της, σε σειρά παράνομων ενεργειών σε βάρος της, προς ματαίωση των απαιτήσεών της από την ένδικη μίσθωση. Μεταξύ άλλων, ισχυρίζεται ότι, σε συνεργασία του ως άνω δικηγόρου της με τις αντιδίκους της, μεθοδεύτηκε η έκδοση και το αμετάκλητο της ανωτέρω υπ’ αριθμ. 176/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ερήμην της. Αποδείχθηκε δε ότι ήδη η εφεσίβλητη  υπέβαλε, ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, τη με ΑΒΜ …….. μήνυσή της, δυνάμει της οποίας ασκήθηκε, σε βάρος των …………., της πρώτης και της δεύτερης των εκκαλουσών, για το σύνολο των ενεργειών, που τους αποδίδονται, ποινική δίωξη για τα αδικήματα της πλαστογραφίας κατ’ εξακολούθηση από υπαίτιο, που σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του και σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον και το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν τις 120.000 ευρώ, της απάτης κατ’ εξακολούθηση όπου η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ, της ηθικής αυτουργίας από κοινού στις ως άνω πράξεις και της απάτης από κοινού επί δικαστηρίου, όπου η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ και διατάχθηκε κύρια ανάκριση. Στη συνέχεια, η πρώτη και η δεύτερη των εκκαλουσών υπέβαλαν ενώπιον· του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά, τις με ΑΒΜ …….. και ΑΒΜ ……. μηνύσεις τους, στις οποίες ισχυρίζονται ότι, με τη χρήση από τον ως άνω …………. πλαστογραφημένων εγγράφων, η εκμισθώτρια εταιρεία επιχείρησε να επιτύχει την απόδοση του μισθίου παρανόμως. Οι ως άνω μηνύσεις συσχετίσθηκαν και, βάσει αυτών, ασκήθηκε, σε βάρος των ……………., ποινικές διώξεις για τα αδικήματα α) της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατά συρροή με συνολικό περιουσιακό όφελος και προξενηθείσα σε άλλον συνολική περιουσιακή ζημία, που υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 ευρώ, και β) της ηθικής αυτουργίας κατά συναυτουργία στην ανωτέρω πράξη, υπόθεση η οποία επίσης εκκρεμεί στην ανάκριση. Ανεξαρτήτως των αιτιάσεων της εφεσίβλητης ότι το δεδικασμένο της ως άνω υπ’ αριθμ. 176/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά προέκυψε με απατηλό τρόπο, εφόσον δεν προσβλήθηκε νομίμως ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, αυτό ισχύει μεταξύ των διαδίκων.  Εξάλλου, η πορεία των ως άνω ποινικών υποθέσεων ουδόλως επηρεάζει τη διάγνωση της κρινόμενης αστικής διαφοράς, που αφορά στην καταγγελία της μίσθωσης λόγω μη καταβολής των οφειλόμενων μισθωμάτων του πέμπτου, του έκτου, του έβδομου και του όγδοου έτους της διάρκειάς της, την επιδίκαση των οφειλόμενων ποσών, καθώς επίσης την ύπαρξη ή μη πραγματικών ελαττωμάτων του μισθίου, που παρέχουν τη δυνατότητα μη καταβολής των μισθωμάτων των ανωτέρω τεσσάρων ετών, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των εκκαλουσών. Επομένως, δεν κρίνεται αναγκαία η αναβολή της δίκης, κατά το άρθρο 250 ΚΠολΔ, μέχρι να περατωθεί αμετάκλητα η ποινική διαδικασία επί των ανωτέρω υποθέσεων, όπως κρίθηκε και από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την επισήμανση ότι η απόρριψη του αιτήματος για αναστολή της δίκης κατά το άρθρο 249 ΚΠολΔ ή για αναβολή της συζήτησης κατά το άρθρο 250 του ιδίου Κώδικα, δεν αποτελεί σφάλμα δεκτικό έφεσης, ούτε θεμελιώνει λόγο έφεσης αφού το Δικαστήριο, έχοντας, σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα, διακριτική ευχέρεια να δεχθεί ή να απορρίψει το αίτημα αναστολής της δίκης ή αναβολής της συζήτησης, δεν υποπίπτει στο σφάλμα της παράλειψης να αποφανθεί, ούτε πρόκειται για σφάλμα του διαδίκου, που μπορεί να επανορθωθεί, πολύ δε περισσότερο, αφού το διατακτικό της απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου δεν θεμελιώνεται στην παραδοχή ή απόρριψη του αιτήματος αυτού (βλ. ΕφΠατρ 17/2020, ΕφΠατρ 144/2018, ΕφΔωδ 204/2017 ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, το σχετικό σκέλος του πρώτου λόγου της έφεσης, με το οποίο οι εκκαλούσες βάλλουν κατά της εκκαλούμενης απόφασης για την απόρριψη του ως άνω αιτήματός τους, είναι μη νόμιμο και απορριπτέο. Ενόψει των ανωτέρω, οι εκκαλούσες οφείλουν στην εφεσίβλητη τα μισθώματα α) του πέμπτου μισθωτικού έτους (7-10-2018 έως 6-10-2019), το οποίο, κατά τα συμφωνηθέντα, ανέρχεται σε 73.404,75 ευρώ, β) του έκτου μισθωτικού έτους (7-10-2019 έως 6-10-2020), το οποίο, κατά τα συμφωνηθέντα, ανέρχεται σε 77.074,98 ευρώ, γ) του έβδομου μισθωτικού έτους (7-10-2020 έως 6-10-2021), το οποίο, κατά τα συμφωνηθέντα, ανέρχεται σε 80.928,72 ευρώ και δ) του όγδοου μισθωτικού έτους (7-10-2021 έως 6-10-2022), το οποίο, κατά τα συμφωνηθέντα, ανέρχεται σε 84.975,15 ευρώ. Ειδικά, όμως, για τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο, Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Νοέμβριο του έτους 2020, ήτοι για 6 μήνες, για τις επιχειρήσεις ξενοδοχείων (ΚΑΔ 55.10) αποφασίσθηκε, δια των υπό στοιχεία Α. 1135/2020 (ΦΕΚ Β’ 2219/10.06.2020), Α. 1170/2020 (ΦΕΚ Β’ 3048/22.07.2020), Α. 1214/2020 (ΦΕΚ Β’ 4181/28.09.2020) και Α. 1251/2020 (ΦΕΚ Β’ 5204/24.11.2020) ΚΥΑ, η πληρωμή  μόνο ποσοστού 40% του μισθώματος. Επίσης, για τους μήνες από Ιανουάριο έως Ιούνιο του έτους 2021, ήτοι για 6 μήνες, για τις επιχειρήσεις ξενοδοχείων (ΚΑΔ 55.10), αποφασίσθηκε, δια των υπό στοιχεία Α. 1025/2021 (ΦΕΚ Β’ 538/11.02.2021), Α. 1063/2021 (ΦΕΚ Β’ 1156/24.03.2021), Α. 1101/2021 (ΦΕΚ Β’ 1761/28.04.2021), Α. 1114/2021 (ΦΕΚ Β’ 2149/25.05.2021) και Α. 1139/2021 (ΦΕΚ Β’ 2738/25.06.2021) ΚΥΑ, η μη καταβολή μισθώματος, με αποτέλεσμα το συνολικό ποσό των οφειλόμενων από τις εκκαλούσες μισθωμάτων να ανέρχεται σε 73.404,75 ευρώ για το πέμπτο μισθωτικό έτος + [(60% των 4/12 χ 77.074,98 ευρώ) + (8/12 χ 77.074,98 ευρώ)] για το έκτο μισθωτικό έτος +[60% των 2/12 χ 80.928,72 ευρώ) + (4/12 χ 80.928,72 ευρώ)] για το έβδομο μισθωτικό έτος + 84.975,15 ευρώ για το όγδοο μισθωτικό έτος, ήτοι 73.404,75 ευρώ για το πέμπτο μισθωτικό έτος + 66.798,32 ευρώ (15.415,00 + 51.383,32) για το έκτο μισθωτικό έτος + 35.069,11 ευρώ (8.092,87 + 26.976,24) για το έβδομο μισθωτικό έτος + 84.975,15 ευρώ για το όγδοο μισθωτικό έτος = 260.247,33 ευρώ. Ο ισχυρισμός των εκκαλουσών ότι με την προαναφερόμενη υπ’ αριθμ. 176/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κρίθηκε ότι δεν οφείλεται μέρος του μισθώματος του μισθωτικού έτους, ποσού 54.58167 ευρώ, οπότε, σε κάθε περίπτωση, στην υπό κρίση υπόθεση, οφείλεται από αυτές για το συγκεκριμένο μίσθωμα το υπόλοιπο, ήτοι 18.823,08 ευρώ, είναι αβάσιμος και απορριπτέος, διότι με την ανωτέρω απόφαση το σχετικό αίτημα της αγωγής απορρίφθηκε ως προώρως ασκηθέν. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε τα ίδια και έκανε εν μέρει την αγωγή, διατάσσοντας την απόδοση του ακινήτου, λόγω λύσης της μίσθωσης κατόπιν της καταγγελίας της και αναγνωρίζοντας την υποχρέωση των εναγομένων-εκκαλουσών να καταβάλουν στην αντίδικό τους, ευθυνόμενες σε ολόκληρο, το ανωτέρω ποσό, νομιμοτόκως, δεν έσφαλε. Τα αντίθετα, συνεπώς, υποστηριζόμενα από τις εκκαλούσες, κρίνονται κατ’ ουσίαν αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολό της. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστούν οι εκκαλούσες, λόγω της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα της αντιδίκου τους του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά το τυπικό της μέρος και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση κατά το ουσιαστικό της μέρος.

ΔΙΑΤΑΖΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου, που είχε κατατεθεί για την άσκηση της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις εκκαλούσες στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, που ορίζει για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε έξι χιλιάδες (6.000) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 17 Απριλίου 2025,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Ο  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ