ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Δ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 324 /2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Ε.Δ.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΑΣΚΟΥΣΑΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ: …………, στο όνομα και για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου της …………., ως ασκούσας την αποκλειστική επιμέλεια αυτού, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιo δικηγόρο της Σωτήριο Αδαμαρέτσο.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΚΑΘ΄ΟΥ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ: …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αλέξανδρο Πηνιαλίδη (Δ.Ε. ΖΩΗ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ).
Η ΕΚΚΑΛΟΥΣΑ – ΑΣΚΟΥΣΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά του εναγόμενου – εφεσίβλητου – καθ΄ού οι πρόσθετοι λόγοι της έφεσης, την από 19-9-2023 και με αριθμό εκθ. κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………/2023 αγωγή της. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ΄αρ. 2815/2024 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών, που έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή.
Ήδη την απόφαση αυτή προσβάλλει η ενάγουσα – εκκαλούσα με την κρινόμενη από 31-10-2024 έφεσή της, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό εκθ. κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………/1-11-2024, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό εκθ. κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……../1-11-2024, καθώς επίσης με τους από 12-12-2024 πρόσθετους λόγους της ως άνω έφεσης, που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με αριθμό έκθ. κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………./13-12-2024. Η συζήτηση των ως άνω δικογράφων προσδιορίστηκε κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκαν στο πινάκιο με αρ. … (η έφεση) και ….. (οι πρόσθετοι λόγοι της έφεσης).
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από τα ως άνω πινάκια, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, παραστάθηκαν ως ανωτέρω και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς εκδίκαση, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: Α) η από 31-10-2024 και με Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης (Ε.Α.Κ.) …./2024 έφεση και Β) οι από 12-12-2024 και με Ε.Α.Κ. …../2024 πρόσθετοι λόγοι της ως άνω έφεσης. Τα δικόγραφα αυτά πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθώς αφορούν στην ίδια απόφαση (άρθρα 31, 246 ΚΠολΔ).
Η ανωτέρω υπό κρίση έφεση κατά της υπ΄αρ. 2815/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών (άρθρα 591, 592 παρ. 3 επ. ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 591 παρ.1 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, καθώς δεν προκύπτει ούτε επικαλούνται οι διάδικοι ότι έλαβε χώρα επίδοσή της εκκαλουμένης απόφασης στην εκκαλούσα και από τη δημοσίευσή της έως την άσκηση της έφεσης, δεν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της διετίας (άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ). Δεν απαιτείται δε η κατάθεση από την εκκαλούσα, του προβλεπόμενου, από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.3 εδ.α ΚΠολΔ, παραβόλου, καθώς, σύμφωνα με το εδ.στ της παρ.3 του ως άνω άρθρου, από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται, μεταξύ άλλων, οι διαφορές του άρθρου 592 παρ. 3, όπως η προκείμενη.
Επίσης, νομότυπα και εμπρόθεσμα ασκήθηκαν από την εκκαλούσα, οι προαναφερθέντες πρόσθετοι λόγοι της έφεσης (άρθρο 591 παρ.1 περ.ζ ΚΠολΔ), καθώς αντίγραφό τους επιδόθηκε στον καθ΄ού οι πρόσθετοι λόγοι – εφεσίβλητο στις 19-12-2024, ήτοι τουλάχιστον προ 8 ημερών από τη συζήτησή τους (όπως προκύπτει από την υπ΄αρ. …../19-12-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………, μέλους της εταιρείας με την επωνυμία ‘……………’’, που εδρεύει στην Αθήνα).
Πρέπει, επομένως, τόσο η ανωτέρω έφεση όσο και οι πρόσθετοι λόγοι της να γίνουν τυπικά δεκτοί και να εξεταστούν περαιτέρω, από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, στην ουσία τους, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ) και μέσα στο πλαίσιο που καθορίζεται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ).
Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 και 1493 του ΑΚ προκύπτει, ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση τους είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμα και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον, όμως, τα εισοδήματά από αυτήν ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του έξοδα και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του (ΑΠ 1020/2021, ΑΠ 416/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), προκαταβάλλεται δε σε χρήμα κάθε μήνα, εκτός αν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι να καταβληθεί με άλλο τρόπο. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαίδευσης, και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Εκείνος δε ο γονέας ο οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου μπορεί να συνυπολογίσει καθετί που συνδέεται με την εξαιτίας αυτής πραγματική διάθεση χρημάτων για τις ανάγκες του τέκνου καθώς και άλλες παροχές σε είδος, οι οποίες απορρέουν από τη συνοίκηση, η οποία, κατά κανόνα, συνοδεύει την επιμέλεια. Η αποτίμηση όμως σε κάθε περίπτωση των ιδιαιτέρων φροντίδων και παροχών του γονέα που έχει την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου είναι δυσχερής. Η διαφορά προσδιορίζεται στο προσήκον μέτρο με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του και την επαγγελματική του εκπαίδευση. Κατ’ αρχήν αξιολογούνται τα εισοδήματα των γονέων απ΄ οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου. Συνθήκες ζωής νοούνται οι όροι διαβίωσης χωρίς να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις και η σπατάλη χρημάτων (ΑΠ 1020/2021 ό.π, ΑΠ 1612/2017, ΑΠ 174/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Οι συνθήκες δε αυτές που ανταποκρίνονται στο επίπεδο διαβίωσης του δικαιούχου ανάλογα με την ηλικία, υγεία, ικανότητες, εκπαίδευση κ.λπ. προσδιορίζουν το ύψος της διατροφής που του οφείλεται και η οποία μπορεί να είναι μικρότερη από τις δυνατότητες του υπόχρεου. Αντίθετα η διατροφή θα μειώνεται κάτω από το επίπεδο διαβίωσης του δικαιούχου, αν οι δυνατότητες του υπόχρεου είναι περιορισμένες και δεν επαρκούν. Εξάλλου, η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 εδ. 2 ΑΚ, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Ο εναγόμενος, συνεπώς γονέας, προς καταβολή ολοκλήρου του ποσού της διατροφής, μπορεί να επικαλεστεί κατ’ ένσταση, κατ’ άρθρο 262 ΚΠολΔ, ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου, οπότε, με την απόδειξη της ένστασης αυτής, περιορίζεται η υποχρέωση του εναγόμενου γονέα κατά το ποσό που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα και στη βάση αυτής υποχρέωση συνεισφοράς του άλλου γονέα (ΑΠ 416/2007 ό.π.). Σε περίπτωση δε μη υποβολής της σχετικής αυτής ένστασης, δεν δύναται το δικαστήριο να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως την οικονομική δυνατότητα του άλλου γονέα και να κανονίσει, ανάλογα με τις δυνάμεις του κάθε γονέα, το επιδικαστέο σε βάρος του εναγόμενου ποσό της διατροφής. Σε περίπτωση, όμως, που, σύμφωνα και με τα ανωτέρω εκτιθέμενα, με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιμώνται οι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνο το μέρος το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέα (του εναγόμενου), ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Τότε, ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα προς τα εκατέρωθεν αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και δη ισχυρισμού στα πρακτικά ή τις προτάσεις του εναγόμενου (Εφ.Πειρ. 214/2016, Εφ.Πατρ. 194/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα – ήδη εκκαλούσα, ζητούσε με την ως άνω από 19-9-2023 (με Ε.Α.Κ. ……./2023) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως ασκούσα την επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου τέκνου της …………, που απέκτησε με τον εναγόμενο – ήδη εφεσίβλητο, κατά τη διάρκεια του γάμου τους, ο οποίος έχει ήδη λυθεί αμετάκλητα και όπως παραδεκτά περιόρισε το αγωγικό αίτημα από καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό, να υποχρεωθεί ο τελευταίος να της καταβάλλει, ως συνεισφορά του στην τακτική σε χρήμα διατροφή του εν λόγω ανηλίκου, μέσα στις τρεις πρώτες ημέρες κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα 3 ετών από την επίδοση της αγωγής, το ποσό των 500 ευρώ μηνιαίως, καθώς επίσης να αναγνωρισθεί ότι αυτός οφείλει να της καταβάλει για την ίδια αιτία, το ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως, με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης, μέχρι την εξόφληση, για τον λόγο ότι τα ανήλικο αυτό τέκνο αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή.
Με την εκκαλουμένη απόφασή του (υπ΄αρ. 2815/2024) το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη, καθώς περιέχει όλα τα απαιτούμενα από τον νόμο για τη θεμελίωσή της στοιχεία, παρά τους αβάσιμους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς του εναγόμενου, που επαναλαμβάνει και στις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προτάσεις του, και νόμιμη, ακολούθως την έκανε εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε τον εναγόμενο, κηρύσσοντας την απόφαση ως προς τη διάταξή της αυτή προσωρινώς εκτελεστή, να καταβάλει στην ενάγουσα, ως ασκούσας την επιμέλεια του παραπάνω ανηλίκου τέκνου τους και για λογαριασμό αυτού, ως συνεισφορά του στη μηνιαία διατροφή του σε χρήμα, το ποσό των 250 ευρώ μηνιαίως, με τον νόμιμο τόκο επιδικίας από την καθυστέρηση καταβολής κάθε περιοδικής παροχής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Σημειωτέον δε, ότι, όπως ορθά παραπονείται με τους δύο πρόσθετους λόγους της έφεσης η ενάγουσα – εκκαλούσα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, παρότι το αναφέρει στο σκεπτικό της εκκαλουμένης, εντούτοις παρέλειψε στο διατακτικό αυτής, να αποφανθεί επί του αγωγικού αιτήματος περί υποχρέωσης του εναγόμενου να καταβάλει την επιδικασθείσα ως άνω συνεισφορά του στη μηνιαία διατροφή σε χρήμα του ανήλικου τέκνου των διαδίκων, εντός των τριών πρώτων ημερών κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα τριών ετών από την επίδοση της αγωγής.
Κατά της οριστικής αυτής απόφασης παραπονείται η ενάγουσα – ήδη εκκαλούσα, με την κρινόμενη έφεσή της για τους λόγους που εκθέτει σ΄ αυτήν αλλά και τους προαναφερθέντες πρόσθετους λόγους της, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνισή της, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ώστε να γίνει συνολικά δεκτή η ως άνω αγωγή της κατά του αντιδίκου της.
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, ήτοι του μάρτυρα της ενάγουσας – ήδη εκκαλούσας, ………. και του μάρτυρα του εναγόμενου – ήδη εφεσίβλητου…………., που εξετάσθηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, καθώς και όλων των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Οι διάδικοι τέλεσαν νόµιµο πολιτικό γάµο στις 21-5-2010 στον Δήμο Κερατσινίου – Δραπετσώνας, από τον οποίο απέκτησαν ένα τέκνο, τον ………, που γεννήθηκε στις 7-12-2010. Η έγγαμη συμβίωσή τους, όμως, δεν εξελίχθηκε ομαλά και ο γάμος τους λύθηκε με συναινετικό διαζύγιο, δυνάμει της υπ΄αρ. 455/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που έχει καταστεί αμετάκλητη. Με το από 22-10-2020 πρακτικό επιτυχούς διαµεσολάβησης, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς µε αριθµό έκθ. κατάθεσης …../2020, οι διάδικοι συµφώνησαν να ανατεθεί η άσκηση της επιµέλειας του ανωτέρω ανηλίκου αποκλειστικά στην ενάγουσα – µητέρα του, ήδη εκκαλούσα, ενώ µε το ίδιο πρακτικό καθορίστηκε το ύψος της οφειλόµενης από τον εναγόµενο – πατέρα του τέκνου, ήδη εφεσίβλητο, διατροφής σε χρήµα υπέρ του τέκνου αυτού, στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ για το διάστηµα από 1-11-2020 έως 31-10-2021 και στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ για το διάστηµα από 1-11-2021 έως 31-10-2022. Έκτοτε, οι διάδικοι δεν έχουν καταλήξει σε νεότερη συµφωνία για το ζήτηµα αυτό. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι το ως άνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, καθώς δεν έχει δική του περιουσία, ούτε εισοδήµατα από οποιαδήποτε άλλη πηγή και, λόγω της ηλικίας του, δεν μπορεί να εργασθεί. Συνεπώς, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, υπόχρεοι προς διατροφή του είναι οι γονείς του από κοινού, ο καθένας ανάλογα µε τις οικονοµικές του δυνάµεις. Ο εναγόμενος, κατά το κρίσιμο διάστημα, ήτοι από την επίδοση της ένδικης αγωγής και μετά, απασχολείται ως ελεύθερος επαγγελµατίας µε την ανάληψη έργων εγκατάστασης συναγερµών και συστηµάτων ασφαλείας. Οι αποδοχές του ανέρχονται, λαμβανομένων υπόψη των αποδεικτικών στοιχείων αλλά και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, σε 1.200 ευρώ περίπου μηνιαίως, και όχι σε 900 ευρώ μηνιαίως που κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, γενομένου εν μέρει δεκτού του σχετικού τέταρτου (και τελευταίου) λόγου της έφεσης. Οι δε προσκοµιζόµενες από τον ίδιο πράξεις διοικητικού προσδιορισµού φόρου εισοδήµατος, στις οποίες εµφανίζονται χαµηλότερα εισοδήµατα, όπως ορθά ως προς το σημείο αυτό επισημαίνεται στην εκκαλουμένη, δεν δεσµεύουν το Δικαστήριο, εφόσον η ειλικρίνεια των δηλωθέντων, εκ µέρους του εναγοµένου στοιχείων δεν προέκυψε ότι έχει ελεγχθεί από τη φορολογική αρχή και, συνεπώς, δεν αποτελούν αδιάψευστο κριτήριο του πραγµατικού εισοδήµατος του φορολογούμενου. Από την άλλη πλευρά, η από 14-10-2020 βεβαίωση αποδοχών του εναγόμενου από την λογίστρια του τότε εργοδότη του (………………) ποσού 885,79 ευρώ για 15 ημέρες, την οποία επικαλείται η ενάγουσα – εκκαλούσα, αφορά στο διάστημα από 3-9-2020 έως 18-9-2020 και όχι το κρίσιμο διάστημα. Περαιτέρω, προέκυψε ότι ο εναγόμενος διαμένει σε ιδιόκτητο διαμέρισμα επιφάνειας 20 τ.µ. περίπου, που βρίσκεται στο Κερατσίνι Αττικής επί της οδού….. . αρ. …., οπότε δεν βαρύνεται µε δαπάνη µίσθωσης κατοικίας, αλλά βαρύνεται, µε τις δαπάνες συντήρησης και τις λειτουργικές δαπάνες της κατοικίας αυτής. Επίσης, ο εναγόμενος είναι κύριος ενός οικοπέδου εμβαδού 198,82 τ.µ. άνευ κτίσµατος στα Άνω Λιόσια Αττικής, το οποίο δεν αποδείχθηκε ότι του αποφέρει κάποιο εισόδηµα, εκκρεμεί δε εις βάρος του ακινήτου αυτού διαδικασία αναγκαστικής κατάσχεσης. Τέλος, έχει στην κυριότητά του ένα αυτοκίνητο μάρκας Huyndai Accent 1300 cc πρώτης κυκλοφορίας έτους 2002, το οποίο χρησιµοποιεί για τις µετακινήσεις του, καθώς και δύο ακόµη αυτοκίνητα πρώτης κυκλοφορίας ετών 1988 και 1982, τα οποία βρίσκονται σε ακινησία, ενώ δεν προέκυψε ότι έχει εισοδήματα από άλλες πηγές ή άλλα αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία. Δεν βαρύνεται δε εκ του νόµου µε τη διατροφή έτερων προσώπων, πλην του εν λόγω ανήλικου τέκνου του και ο ίδιος έχει τις συνήθεις διατροφικές ανάγκες ενός άνδρα της ηλικίας του, που ζει υπό ανάλογες κοινωνικοοικονοµικές συνθήκες. Εξάλλου, η ενάγουσα, εργάζεται ως ιδιωτική υπάλληλος σε επιχείρηση υποδηµάτων, µε καθαρές αποδοχές περί τα 800 ευρώ μηνιαίως, ενώ δεν προέκυψε ότι έχει άλλα εισοδήµατα ή αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία. Διαμένουν δε, αυτή και το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, µαζί µε τον νέο της σύντροφο στην κατοικία του τελευταίου, επί της οδού ………. στο Κερατσίνι, όπως προκύπτει από τη δήλωση φορολογίας εισοδήµατος Φ.Ε. 2022, που προσκομίζει η ίδια η ενάγουσα – εκκαλούσα, όπως κρίθηκε και με την εκκαλουμένη. Η ενάγουσα υποστηρίζει με τους δύο πρώτους λόγους της ένδικης έφεσής της, ότι, όπως κατέθεσε ο ως άνω σύντροφός της ……………., ο οποίος εξετάσθηκε ως μάρτυρας απόδειξης ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η κατοικία αυτή δεν είναι ιδιοκτησίας του, αλλά μισθωμένη, για τη χρήση της οποίας καταβάλλεται ως μηνιαίο μίσθωμα το ποσό των 450 ευρώ, στην καταβολή του οποίου συμμετέχει κατά το ήμισυ η ίδια. Ισχυρίζεται δε περαιτέρω ότι, στον πίνακα 6 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος αναγράφεται, στον κωδικό 801, ο σύντροφός της ως ιδιοκτήτης της οικίας αυτής και η ίδια, στον κωδικό 092 της ως άνω δήλωσης, ως φιλοξενούμενη, ωστόσο, στον πίνακα αυτόν, δεν αναγράφονται, κατά τις οδηγίες συμπλήρωσής του από την ΑΑΔΕ, μόνο οι ιδιοκτήτες, αλλά και όσοι είναι μισθωτές και φιλοξενούν τρίτους. Ο παραπάνω ισχυρισμός της, όμως, δεν αποδείχθηκε, καθώς δεν προσκομίζεται από αυτήν μισθωτήριο συμβόλαιο ή κάποια απόδειξη καταβολής μισθώματος, ώστε να προκύπτει πράγματι ότι η κατοικία αυτή είναι μισθωμένη. Συνεπώς, κατά τα προεκτεθέντα, δεν προέκυψε ότι η ενάγουσα βαρύνεται µε δαπάνη µίσθωσης κατοικίας, βαρύνεται, όμως, µε ανάλογη συµµετοχή στις λειτουργικές δαπάνες της κατοικίας αυτής. Δεν έχει δε (η ενάγουσα) υποχρέωση διατροφής άλλου προσώπου πλην του ως άνω τέκνου της, στις ανάγκες διατροφής του οποίου αυτή ήδη συνεισφέρει και με την προσωπική της εργασία για τη φροντίδα και την ανατροφή του, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα (100 ευρώ μηνιαίως), ενώ οι δικές της ανάγκες διατροφής είναι οι συνήθεις για μια γυναίκα της ηλικίας της, που ζει υπό ανάλογες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Το ως άνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων, που γεννήθηκε, όπως προεκτέθηκε στις 7-12-2010, είναι μαθητής γυμνασίου και φοιτά σε δηµόσιο σχολείο, οπότε δεν καταβάλλονται δίδακτρα. Παρακολουθεί µαθήµατα αγγλικής γλώσσας σε ιδιωτικό κέντρο ξένων γλωσσών (… ….), αντί αντιτίμου, µε αναγωγή στους 12 µήνες του έτους, για το διδακτικό έτος 2023-2024, το ποσό των 97 ευρώ μηνιαίως (1.160 ευρώ/12 μήνες) και ήδη, για το διδακτικό έτος 2024 – 2025, 136,66 ευρώ μηνιαίως (1.640 ευρώ/12 μήνες). Επίσης, αποδείχθηκε, παρά την αντίθετη περί τούτου κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ότι ο ανήλικος παρακολουθεί μαθήματα στο φροντιστήριο – κέντρο µελέτης ‘………., γεγονός που, εκτός από την κατάθεση του ως άνω μάρτυρα απόδειξης, προέκυψε και από το προσκομιζόμενο από την ενάγουσα – εκκαλούσα σχετικό ιδιωτικό συμφωνητικό. Τα καταβαλλόμενα δε δίδακτρα στο ως άνω φροντιστήριο είναι 1.560 ευρώ ετησίως [(170 ευρώ μηνιαίως Χ 9 μήνες=)1.530 ευρώ + 30 ευρώ εγγραφή), ήτοι, µε αναγωγή στους 12 µήνες του έτους, 130 ευρώ μηνιαίως. Περαιτέρω, το εν λόγω τέκνο έχει τις συνήθεις ανάγκες διατροφής, ένδυσης, ψυχαγωγίας, εκπαίδευσης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης κ.λπ., που έχει ένα παιδί της ηλικίας του, το οποίο ζει υπό όµοιες κοινωνικές και οικονοµικές συνθήκες, καθώς και τα ανάλογα λειτουργικά έξοδα της ως άνω οικίας του συντρόφου της μητέρας του στην οποία διαμένει.
Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες του εναγόμενου – εφεσίβλητου και της ενάγουσας – εκκαλούσας, τα ως άνω έξοδα του τέκνου και τις εν γένει περιστάσεις, η κατά μήνα διατροφή για το εν λόγω ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ανέρχεται στο ποσό των 650 ευρώ μηνιαίως, το οποίο κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου είναι ανάλογο με τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και ανταποκρίνεται στα απαραίτητα έξοδα για την εκπαίδευση, διατροφή, ένδυση, ψυχαγωγία, συντήρησή του κ.λπ. Αντίθετα το ποσό των 450 ευρώ που έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι χρειάζεται για την κάλυψη των αναγκών διατροφής του τέκνου, κρίνεται ότι δεν καλύπτει τις ανάγκες διατροφής αυτού, όπως παραπάνω εκτέθηκαν. Από την άλλη πλευρά, το ποσό των 1.180 ευρώ μηνιαίως, το οποίο υποστηρίζει η ενάγουσα – εκκαλούσα ότι απαιτείται για τις δαπάνες διατροφής του ως άνω τέκνου, κρίνεται υπερβολικό, λαμβανομένης υπόψη της ηλικίας του, του τρόπου ζωής του, αλλά και των οικονομικών δυνάμεων των γονέων του, όπως αναφέρθηκαν ανωτέρω. Από το ανωτέρω ποσό των 650 ευρώ μηνιαίως, ο εναγόµενος είναι σε θέση να καταβάλλει ως διατροφή το ποσό των 350 ευρώ µηνιαίως, το οποίο είναι ανάλογο με τις ως άνω ανάγκες του τέκνου για το επίδικο διάστημα και συνάδει με τις οικονομικές του δυνατότητες και όχι το ποσό των 250 ευρώ μηνιαίως, όπως κρίθηκε με την εκκαλουμένη, γενομένου εν μέρει δεκτού του σχετικού (τρίτου) λόγου της ένδικης έφεσης. Κατά το λοιπό ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως, που απαιτείται για τη διατροφή του ανηλίκου, συνεισφέρει η ενάγουσα, με τα έσοδα από την εργασία της, αλλά και την προσφορά της προσωπικής της απασχόλησης για τη φροντίδα του, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα, κατά τα προεκτεθέντα. Ο ως άνω συσχετισμός των οικονοµικών δυνάµεων των δύο γονέων γίνεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, διότι µε την κρινόµενη αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιµώνται οι διατροφικές ανάγκες του ανηλίκου, αλλά µόνο το µέρος, το οποίο πρέπει να βαρύνει τον εναγόµενο, καθόσον η ενάγουσα επικαλείται µε την αγωγή και τη δική της συνεισφορά στη διατροφή του τέκνου τους µε την παροχή των προσωπικών υπηρεσιών της και την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών τους, ο δε ισχυρισμός του εναγόμενου που επαναφέρει με την ένδικη έφεσή του περί συνεισφοράς της ενάγουσας στις ανάγκες του τέκνου, αποτελεί, κατά τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη άρνηση (της αγωγής) και όχι ένσταση. Το ανωτέρω ποσό των 350 ευρώ μηνιαίως, μπορεί να καταβάλει ο εναγόμενος, βάσει της προαναφερθείσας οικονομικής του κατάστασης, χωρίς να κινδυνεύσει η δική του διατροφή, απορριπτομένης της σχετικής ένστασής του (άρθρο 1487 ΑΚ) ως ουσιαστικά αβάσιμης.
Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, στο βαθμό, που κατέληξε σε διαφορετική κρίση με το παρόν, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις. Πρέπει, συνεπώς, να γίνουν εν μέρει δεκτοί οι σχετικοί λόγοι της κρινόμενης έφεσης, καθώς και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, ως και κατ΄ουσία βάσιμοι, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και, αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικασθεί κατ΄ ουσία, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή κι ως ουσιαστικά βάσιμη, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος – εφεσίβλητος να καταβάλλει στην ενάγουσα – εκκαλούσα, ως συνεισφορά στη μηνιαία τακτική διατροφή του ως άνω ανηλίκου τέκνου τους και για λογαριασμό του τελευταίου, του οποίου αυτή ασκεί την αποκλειστική επιμέλεια, το ποσό των 350 ευρώ, μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα τριών ετών από την επίδοση της ένδικης αγωγής και με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση. Τα δικαστικά έξοδα δε, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας αυτών και ανάλογα με την έκταση αυτής (άρθρα 178, 183 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας – εκκαλούσας, εις βάρος του εναγόμενου – εφεσίβλητου, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης, από τα οποία θα αφαιρεθούν τα ήδη προκαταβληθέντα από τον τελευταίο, κατ΄ άρθρο 173 παρ.4 ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει την έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την έφεση και τους πρόσθετους λόγους της κατά το τυπικό και ουσιαστικό τους μέρος.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄αρ. 2815/2024 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε τη διαφορά των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών.
Κρατεί την από 19-9-2023 (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. …………./2023), αγωγή.
Δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλλει στην ενάγουσα, ως συνεισφορά του στη μηνιαία τακτική διατροφή σε χρήμα του ανήλικου τέκνου τους ………….. και για λογαριασμό του τελευταίου, του οποίου αυτή ασκεί την αποκλειστική επιμέλεια, το ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ, μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα τριών ετών από την επίδοση της ένδικης αγωγής και με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση.
Επιβάλλει μέρος από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας – εκκαλούσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, εις βάρος του εναγόμενου – εφεσίβλητου, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων πενήντα (650) ευρώ, εκ των οποίων θα αφαιρεθούν τα ήδη προκαταβληθέντα από αυτόν.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 22 Μαϊου 2025, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ