ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
4Ο τμήμα
Αριθμός απόφασης: 269/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(4° τμήμα)
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε στο ακροατήριό του την ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ : Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών (ΑΦΜ …..), ο οποίος εδρεύει στην Αθήνα και ήδη από την 1-1-2017 από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), με ΑΦΜ ……….., και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή αυτής και στην προκειμένη περίπτωση από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. A ‘Πειραιά, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Δικαστική Πληρεξούσια Ν.Σ.Κ. Χρυσάνθη Τέλιου.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιού του Δικηγόρου Σπηλιού Κουτσουμπάκη.
Το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο άσκησε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς την από 11-5-2022 με αρ. κατ. ΓΑΚ ΕΑΚ …………/2022 ανακοπή του, επί της οποίας εκδόθηκε η με αρ. 827/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που απέρριψε την ανακοπή. Κατά της τελευταίας απόφασης το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο άσκησε την από 20-07-2023 με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……………/2023 έφεσή του, η συζήτηση της οποίας ορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η Δικαστική πληρεξούσια του ΝΣΚ, και ο πληρεξούσιος Δικηγόρος του εφεσιβλήτου αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 20-07-2023 με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023 έφεση του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου κατά της με αριθμό 827/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την διαδικασία περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ) έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ 1, 517, 518 παρ 1 και 2 του ΚΠολΔ), για την οποία δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, αφού το Δημόσιο απαλλάσσεται της προκαταβολής των τελών της δίκης [19 § 1 του του Κωδ. Δ/τος της 26-6/10.7.1944 “περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου σε συνδυασμό με άρθρο 36 ΠΔ 28/1931 (ΦΕΚ α’ 239/1931)]. Πρέπει επομένως να γίνει δεκτή κατά το τυπικό μέρος και να ερευνηθεί ως προς τη βασιμότητα των λόγων της.
Το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο με την από 11-5-2022 και με αρ. καταθ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2022 ανακοπή του, ζήτησε την μεταρρύθμιση του με …/2022 πίνακα κατάταξης της Συμβολαιογράφου Αίγινας …… …. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την ανακοπή και κατά της απόφασης αυτής το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο παραπονείται, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου.
Σύμφωνα με το άρθρο 977 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου όγδοου του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, και ίσχυε πριν την τροποποίηση με το άρθρο 71 του ν. 4842/ 2021, «αν εκτός από τις απαιτήσεις του άρθρου 975 υπάρχουν και απαιτήσεις του άρθρου 976, καθώς και μη προνομιούχες απαιτήσεις, τότε οι απαιτήσεις του άρθρου 976 ικανοποιούνται έως το εξήντα πέντε τοις εκατό (65%), οι απαιτήσεις του άρθρου 975 έως το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) και οι μη προνομιούχες απαιτήσεις έως το δέκα τοις εκατό (10%) του ποσού του πλειστηριάσματος, που πρέπει να διανεμηθεί στους πιστωτές συμμέτρως. Από τα υπόλοιπα που απομένουν από την ικανοποίηση των εγχειρόγραφων δανειστών ικανοποιούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 976 και του άρθρου 975 κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο 2 της παραγράφου […]». Κατά δε το τελευταίο εδάφιο : «Αν υπάρχουν απαιτήσεις του άρθρου 975 και μη προνομιούχες απαιτήσεις, οι απαιτήσεις του άρθρου 975 ικανοποιούνται σε ποσοστό έως το εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ποσού του πλειστηριάσματος, που πρέπει να διανεμηθεί στους πιστωτές, ενώ οι μη προνομιούχοι ικανοποιούνται στο υπόλοιπο ποσοστό συμμέτρως». Σημαντική τομή στο σύστημα του ΚΠολΔ, αναφορικά με τη διανομή του πλειστηριάσματος, αποτελεί η κατάταξη των μη προνομιούχων απαιτήσεων σε ποσοστό 10%, όταν αυτές συντρέχουν με απαιτήσεις εξοπλισμένες με γενικά και ειδικά προνόμια (προηγούμενά εδάφια της παρ.3) και αντίστοιχα η κατάταξη αυτών στο 30 %, όταν συντρέχουν με απαιτήσεις εξοπλισμένες μόνο με γενικά προνόμια. Σκοπός του νομοθέτη με την ανωτέρω ρύθμιση του άρθρου 977 παρ. 3 ΚΠολΔ ήταν να ενθαρρύνονται και οι μη προνομιούχοι δανειστές να επιχειρήσουν αναγκαστική εκτέλεση, ώστε ακόμα και αν υπάρχουν προνομιούχοι δανειστές, να λάβουν και αυτοί ποσοστό, έστω μικρό, του πλειστηριάσματος (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4335/2015, σελ. 23, άρθρο 977). Αναφορικά με την ερμηνεία και εφαρμογή της ως άνω διάταξης, κατά την ορθότερη και μάλλον κρατούσα στην νομολογία άποψη στο 10% ή 30% του πλειστηριάσματος κατατάσσονται μόνον οι μη προνομιούχες απαιτήσεις, ενώ οποιαδήποτε διαφορετική ερμηνεία (βλ. αμέσως προηγούμενες απόψεις) έρχεται σε αντίθεση με τη γραμματική διατύπωση της διάταξης. Πρόσθετο επιχείρημα υπέρ της άποψης αυτής αντλείται και από το εδ. γ’ του άρθρου 975 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπου και ρητά προβλέπεται η εκ νέου κατάταξη των προνομιούχων δανειστών των άρθρων 975 και 976 ΚΠολΔ στο πλειστηρίασμα που αντιστοιχεί στο 10%, στην περίπτωση που προκύπτει υπόλοιπο μετά την κατάταξη των εγχειρόγραφων δανειστών. Είναι σαφές ότι δεν θα υπήρχε λόγος να γίνεται η ως άνω μνεία στο νόμο, σε περίπτωση που χωρίς άλλο αντιμετωπίζονταν ως εγχειρόγραφοι οι ενέγγυοι πιστωτές αν δεν ικανοποιούνται προνομιακά (εν όλω ή εν μέρει). Αν ο νομοθέτης ήθελε να αποτελεί κανόνα η διπλή κατάταξη των προνομιούχων απαιτήσεων θα το προέβλεπε ρητά, όπως άλλωστε έκανε στο άρθρο 160 του Πτωχευτικού Κώδικα, ειδικά και κατ’ εξαίρεση από το άρθρο 977 του ΚΠολΔ, το οποίο ισχύει κατά τα λοιπά και στην πτωχευτική διαδικασία (άρθρο 156 ΠτΚ). Πέρα όμως από το γράμμα της διάταξης, η παραπάνω ερμηνεία απολήγει στην καταστρατήγηση της βούλησης του νομοθέτη, ο οποίος θέλησε, για πρώτη φορά, να αναλώνεται το ποσοστό του 10% -30 % του πλειστηριάσματος για την ικανοποίηση των μη προνομιούχων πιστωτών. Η τελολογία για τη θέσπιση της ως άνω ρύθμισης του άρθρου 977 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως αυτή διατυπώνεται σαφώς στην αιτιολογική έκθεση του ν.4335/2015, κατά τα προδιαλαμβανόμενα, ήταν να ενθαρρύνονται και οι μη προνομιούχοι δανειστές να επιχειρήσουν αναγκαστική εκτέλεση, ώστε ακόμα και αν υπάρχουν προνομιούχοι δανειστές, να λάβουν και αυτοί ποσοστό, έστω μικρό, του πλειστηριάσματος. Η υλοποίηση της νομοθετικής αυτής ratio είναι αμφίβολη στην περίπτωση που αναγνωριζόταν η δυνατότητα κατάταξης των προνομιούχων πιστωτών στο υπόλοιπο 10%, κατά το μέτρο που δεν ικανοποιήθηκε ολικά ή εν μέρει η απαίτησή τους με βάση το προνόμιό της, αφού είναι επόμενο ότι δεν θα απέμεινε καθόλου ή ελάχιστο υπόλοιπο για τους εγχειρόγραφους δανειστές. Εξάλλου, σύμφωνη με τις ανωτέρω σκέψεις τυγχάνει και η πρόσφατη τροποποίηση της εν λόγω διάταξης του άρθρου 977 παρ.3 ΚΠολΔ, με την προσθήκη τελευταίου εδαφίου (άρθρο 71 του ν. 4842/ 2021), όπου ρητά πλέον ορίζεται, προς άρση ερμηνευτικών αμφισβητήσεων (βλ. αιτιολογική έκθεση νόμου 4842/2021), ότι αν υπάρχουν και εγχειρόγραφοι δανειστές οι προνομιούχες απαιτήσεις των άρθρων 975 και 976 δεν συμμετέχουν στο δέκα τοις εκατό (10%) ακόμη και εάν δεν ικανοποιήθηκε η απαίτησή τους, η οποία (νέα διάταξη) εφαρμόζεται, όταν ο πίνακας κατάταξης αφορά σε πλειστηριασμό, που διενεργήθηκε μετά από τις 12-11-2021 (βλ. συνδυασμό διατάξεων περ. θ’ παρ.6 του άρθρου 116 Ν.4842/2021, ΦΕΚ A 190 και άρθρου 176 4855/ 2021). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη θεμελιώδη δικονομική αρχή της διαθέσεως, αν κάποιος δανειστής επέλεξε να αναγγείλει την απαίτησή του ως προνομιούχο, θα πρέπει η απαίτηση αυτή να καταταχθεί στον πίνακα κατάταξης ως τέτοια. Ούτε ο υπάλληλος του πλειστηριασμού, ούτε το δικαστήριο κατόπιν άσκησης σχετικής ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης, μπορούν να προβούν σε μη προνομιακή κατάταξη, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 972 παρ. 1 ΚΠολΔ, ουσιώδες στοιχείο του αναγγελτηρίου, μεταξύ άλλων, είναι το αίτημα κατάταξης και, όταν υπάρχει προνόμιο, σύμφωνα με ορθή άποψη, το αίτημα προνομιακής κατάταξης (βλ. ΑΠ 194/2018, ΑΠ 697/2008 www.areiospagos.gr Π. Γέσιου-Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, τ. ΙΙα, 2017, σελ. 381,390 και 726- 727 με εκεί παραπομπές). Επομένως, με βάση όλα τα παραπάνω, τυχόν ερμηνεία, κατά την οποία οι μη ικανοποιηθείσες, εν όλω ή εν μέρει, αναγγελθείσες ως προνομιούχες απαιτήσεις, εξομοιώνονται κατ’ αποτέλεσμα προς τις εγχειρόγραφες και, συνεπώς, κατατάσσονται και στο ποσοστό του 10% (είτε 30 %) του πλειστηριάσματος, προσκρούει τόσο στη βούληση του νομοθέτη όσο και στο σαφές γράμμα του νόμου (ΕφΑΘ 2574/2024, ΕφΑΘ 2521/2024, ΕφΑιγ 64/2024, ΕφΠειρ 1/2023, ΕφΘεσ 768/2022, ΕφΘεσ 297/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1064/2023 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕφΠειρ 629/2024, ΕφΠειρ 379/2023, ΕφΠειρ 363/2023, ΕφΠειρ 525/2022 σε https://www.efeteio-peir.gr/Απαλαγάκη/Σταματόπουλος (Ρεντούλης) ο νέος ΚΠολΔ, 2022 άρθρο 977 αρ. 11. Αντ. Βαθρακοκοίλη- Γ,Πλαγάκου ο πίνακας κατάταξης δανειστών σελ. 527-529, Π. Κολοτούρο, Συρροή δανειστών και σύγκρουσις δικαιωμάτων εις το πεδίον της αναγκαστικής εκτελέσεως, ΕΠολΔ 2019 σελ.138 και την άποψη αυτή φαίνεται να ακολουθεί και η ΑΠ 524/2023 www.areiospagos.grl.
Στην προκειμένη περίπτωση το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο με το μοναδικό λόγο της έφεσής του επαναφέρει το μοναδικό λόγο της ανακοπής του, στον οποίο εξέθετε τα εξής : Ότι με επίσπευση του εφεσίβλητου, του πρώτου εφεσίβλητου ………….., και δυνάμει του με αρ …../2019 πρώτου (α’ ) εκτελεστού απογράφου της 222/2019 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, πλειστηριάσθηκαν αναγκαστικά, ενώπιον της υπαλλήλου του πλειστηριασμού Συμβολαιογράφου Αίγινας ………, δυνάμει της ………/17-11- 2021 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού της ανωτέρω, δέκα τέσσερα (14) οχήματα του οφειλέτη …………., όπως αυτά περιγράφονται αναλυτικά στην ……./29-06-2020 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης κινητής περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……………, τα οποία και κατακυρώθηκαν στο όνομα της ………….., αντί του συνολικού ποσού των € 24.250. Ότι στον πλειστηριασμό αυτό αναγγέλθηκε, μεταξύ άλλων, το Ελληνικό Δημόσιο δια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά με την με αρ. πρωτ. …./2021 και αρ. ειδ. βιβλίου …./2021 αναγγελία του για απαιτήσεις του συνολικού ποσού 114.342,60 €, προνομιακές, ληξιπρόθεσμες κατά τα άρθρα 61 ΚΕΔΕ και 975 παρ. 3 και 5 ΚΠολΔ ζητώντας επικουρικά για το ποσό κατά το οποίο δεν θα τύχει κατάταξης να καταταγεί ως εγχειρόγραφος δανειστής. Ότι η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος συνέταξε τον με αρ. …../2022 πίνακα κατάταξης, στον οποίο αφού προαφαίρεσε ως έξοδα εκτέλεσης το συνολικό ποσό των € 5.703,20 ευρώ και απέμεινε έτσι προς διανομή το ποσό των € 18.546,80 ευρώ, κατέταξε : Α) προνομιακά, οριστικά και σύμμετρα, στο 70% του διανεμητέου ποσού (€ 12.982,76 € (ϊ) το Ελληνικό Δημόσιο δια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά για το ποσό των 3.037,05 €, (ϋ) τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΕΦΚΑ) δια του Διευθυντή του ΕΦΚΑ ΚΕΑΟ Πειραιά για το ποσό των € 5.841, 35 (ϊϋ) τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΕΦΚΑ) δια του Διευθυντή του ΕΦΚΑ ΚΕΑΟ Πειραιά για το ποσό των € 3.777,24 και (ίν) τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΕΦΚΑ) δια του Διευθυντή του ΕΦΚΑ ΚΕΑΟ Πειραιά για το ποσό των € 327,12. β)οριστικά στο 30% του διανεμητέου ποσού, ως εγχειρόγραφο δανειστή, τον επισπεύδοντα Παύλο Γεράκη του Ιωάννη και της Ελευθερίας, για το ποσό των 5.564,04€. Ότι εσφαλμένα δεν κατετάγη το ίδιο και ως εγχειρόγραφος δανειστής, για το υπόλοιπο των απαιτήσεών του που δεν ικανοποιήθηκαν και ζήτησε την αποβολή του καθ’ού από το άνω ποσό των 5.564,04€, λαμβανομένου υπόψη και του επικουρικού αιτήματος της αναγγελίας του. Ωστόσο, με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, το ανακόπτον και ήδη εκκαλούν δεν είναι δυνατό να καταταγεί ως εγχειρόγραφος δανειστής για το μέρος των προνομιακών απαιτήσεών του (με γενικό προνόμιο κατά άρθρο 975) που δεν ικανοποιήθηκαν, των οποίων ο προνομιακός χαρακτήρας δεν αναιρείται, ενώ δεν ασκεί επιρροή το επικουρικό αίτημα στην αναγγελία του, (επικουρικώς για το υπόλοιπο αναγγελθέν ποσό, που δεν θα τύχει κατάταξης να καταταγεί ως εγχειρόγραφος δανειστής), αφού δεν είχε παραιτηθεί ρητώς του προνομίου του πριν τη διανομή του πλειστημιάσματος, ούτε είναι δυνατός ο διαχωρισμός των απαιτήσεών του σε εν μέρει σε προνομιούχες και εγχειρόγραφες. Αντίθετη ερμηνεία, όπως εκτέθηκε θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση του νόμου, ο οποίος θέλει αποκλειστικά από το 30% (είτε 10% σε συρροή γενικών ειδικών προνομίων] του πλειστηριάσματος να ικανοποιούνται οι μη προνομιούχοι δανειστές (ad hoc ΕφΠειρ 1/2023 οπ.) Συνακόλουθα ο άνω λόγος ανακοπής έπρεπε να απορριφθεί ως νομικά αβάσιμος, και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που απέρριψε αυτόν για τον ίδιο λόγο, ορθά εφάρμοσε το νόμο, ώστε ο λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Με δεδομένο ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης, αυτή πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμη. Σε βάρος του εκκαλούντος πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176,183 ΚΠολΔ) μειωμένα, όμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ.1 του ν. 3693/1957.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου σε βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων ογδόντα (280] €
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 30.4.2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ