Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 295/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός  Αποφάσεως  295 /2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από την Δικαστή Ελένη Μοτσοβολέα, Εφέτη,  που ορίσθηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιως και την Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, την  ……………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της   εκκαλούσας  : …………….., η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο,  από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Γεώργιο ΣΤΑΜΑΤΟΓΙΑΝΝΗ, βάσει δηλώσεως.

Των  εφεσιβλήτων :1) …………. 2) …………., 3) ………….. 4) ……………, εκ των οποίων η πρώτη παραστάθηκε στο ακροατήριο  διά  του πληρεξουσιου δικηγόρου Ηλία ΙΩΑΝΝΟΥ,  η δεύτερη και ο τέταρτος    παραστάθηκαν διά του πληρεξουσιου δικηγόρου Εμμανουήλ ΤΣΟΥΧΛΟΥ και ο τρίτος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Εμμανουήλ ΤΣΟΥΧΛΟΥ .

Ο  ενάγοντες και  ήδη εφεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς    την από 20-11-2020 και με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης ………../25-11-2020 αγωγή   κατά  της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας,  και ζήτησαν να γίνει δεκτή. Επί της  ανωτέρω αγωγής  , εκδόθηκε η υπ’  αριθμ. 1981/2022  απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει  την αγωγή.   Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η εκκαλούσα με την  από 6-9-2022 και με αριθμ. εκθ. καταθ. …………./2022 έφεσή της,   αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης ………/2022 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 16-3-2023, οπότε αναβλήθηκε για την δικάασιμο της 15-2-2024 και στην συνέχεια αναβλήθηκε  για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της  εκκαλούσας   δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά κατέθεσε μονομερή δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και προκατέθεσε προτάσεις, οι δε  πληρεξούσιοι δικηγόροι των εφεσιβλήτων  αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση της ηττηθείσας πρωτοδικως εναγομένης κατά της υπ’ αριθ. 1981/2022 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που  εκδόθηκε   κατά την τακτική διαδικασία    και δέχθηκε εν μέρει    την    εναντίον της  από 20-11-2020 (με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης ………../25-11-2020) αγωγή   των εναγόντων και ήδη  εφεσιβλήτων   κατ’ ουσίαν,  έχει ασκηθεί νομοτύπως   και εμπροθέσμως (άρθρα   495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517,  518  ΚΠολΔ), αφού η εκκαλουμένη επιδόθηκε στις 7-7-2022  και η έφεση κατατέθηκε στις 6-9-2022,    αρμοδίως δε  φέρεται  προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό της  έχει καταβληθει  και το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθ.  ………./2022) σύμφωνα με την παράγραφο 3 εδ. 3 του άρθρου  495  του ΚΠολΔ. Είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των κατ’ ιδίαν λόγων της κατά την  αυτήν ως άνω    διαδικασία   (533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 785, 786, 787, 792 § 2, 961, 962 και 1113 ΑΚ προκύπτει ότι, σε περίπτωση αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν από τους κοινωνούς, δικαιούνται οι υπόλοιποι, και αν δεν πρόβαλαν αξίωση σύγχρησης, να απαιτήσουν απ` αυτόν, που έκανε αποκλειστική χρήση του κοινού, ανάλογη προς το ποσοστό του δικαιώματός τους μερίδα από το όφελος (καρπούς και γενικότερα ωφελήματα) που αυτός αποκόμισε ή εξοικονόμησε και το οποίο συνίσταται στην αξία της επιπλέον της ιδανικής του μερίδας χρήσης του κοινού (ΑΠ 1121/2017, ΑΠ 2191/2007). Η σχετική αξίωση γεννιέται από μόνο το γεγονός της αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν εκ των κοινωνών, δεν αποκλείεται όμως να ανακύπτει παράλληλα και ευθύνη του ως κακόπιστου νομέα κατά το άρθρο 1098 ΑΚ ή και αδικοπρακτική ευθύνη του κατά τα άρθρα 914 ή και 1099 ΑΚ, αν παράνομα και υπαίτια εμπόδισε τη σύγχρηση του κοινού πράγματος από τους λοιπούς κοινωνούς (ΑΠ 362/2010) ή πολύ περισσότερο αν τους απέβαλε από τη συννομή του κοινού (ΑΠ 1121/2017, ΑΠ 767/2014). Ειδικότερα, προκειμένου περί αστικού ακινήτου, το όφελος αυτό συνίσταται στην κατά το χρόνο της αποκλειστικής χρήσεως μισθωτική αξία της μερίδας των εκτός χρήσεως κοινωνών, η οποία δεν αποτελεί μίσθωμα, αφού δεν υπάρχει μισθωτική σχέση, αλλά αποδοτέα, ως αποζημίωση, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, ωφέλεια (ΑΠ 802/2017, ΑΠ 187/2015), και η οποία (μισθωτική αξία) θα μπορούσε να επιτευχθεί στην ελεύθερη αγορά και υπό συνθήκες ανοικτών και ελεύθερων διαπραγματεύσεων μεταξύ των υποψήφιων μισθωτών του και, εφόσον δεν συμφωνούν όλοι οι συγκύριοι, των εχόντων την πλειοψηφία των μερίδων του κοινού πράγματος κοινωνών. Ο τρόπος που ο κοινωνός χρησιμοποίησε αποκλειστικά για λογαριασμό του το κοινό πράγμα είναι κατ` αρχήν αδιάφορος και μπορεί αυτός να το έχει εκμισθώσει ή να το έχει χρησιδανείσει σε άλλον ή να το έχει ιδιοχρησιμοποιήσει με οποιοδήποτε τρόπο, δηλαδή έστω και διατηρώντας αυτό αδρανές ή προκειμένου για ακίνητο διατηρώντας το κλειστό και ανεκμετάλλευτο, εφόσον με τον τρόπο αυτό αποκλείει στην πράξη τη σύγχρηση των λοιπών κοινωνών και ο ίδιος έχει οποτεδήποτε την ευχέρεια να το εκμεταλλευτεί κατά την κρίση και το συμφέρον του (AΠ 446/2024, ΑΠ 1602/2023, ΑΠ 848/2022, ΑΠ 1199/2021, ΑΠ 852/2019, ΑΠ276/2016, ΑΠ767/2014, ΑΠ 336/2012, 362/2010, ΕΑ 32/2025 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).  Αν δε η αποκλειστική χρήση του κοινού από ένα των κοινωνών έγινε γιατί αυτός επιλήφθηκε τούτου με παράνομη πράξη οι άλλοι κοινωνοί μπορούν να αξιώσουν και περαιτέρω αποζημίωση από αδικοπραξία (ΑΠ 336/2012,   ΑΠ 1761/2008). Επομένως με βάση τα ανωτέρω  κατά τη διάταξη του άρθρου 787  ΑΚ κάθε κοινωνός έχει  δικαίωμα  να  κάνει χρήση του  κοινού  αντικειμένου, εφόσον  αυτή δεν εμποδίζει τη σύγχρηση των λοιπών. Έτσι καθορίζεται  η  έκταση του δικαιώματος χρήσεως  εκ  μέρους κάθε  κοινωνού, του  οποίου το  δικαίωμα  παρέχει  άμεση εξουσία  επί του κοινού αντικειμένου,  χωρίς  ν` απαιτείται για  την  άσκηση αυτής συναίνεση των άλλων. Σε περίπτωση, όμως που κάποιος κοινωνός κάνει αποκλειστική χρήση του κοινού αντικειμένου και  αποστερεί τον άλλο παρανόμως από τη χρήση του κοινού και την απόλαυση των ωφελειών, όπως όταν αυθαιρέτως αποβάλει το συγκοινωνό από το κοινό, ο κοινωνός που κάνει με τον τρόπο αυτό αποκλειστική χρήση του πράγματος ,με αντιποίηση της επ` αυτού εξουσίας των άλλων κοινωνών, υποχρεούται σύμφωνα με τα άρθρα 297,298 και 914 να αποζημιώσει τον βλαπτόμενο από την παραπάνω πράξη του κοινωνό, λόγω αδικοπραξίας, η αποζημίωση δε αυτή περιλαμβάνει την αποκατάσταση της θετικής και αποθετικής ζημίας του βλαπτομένου. (ΑΠ 440/2000 Δ/νη 41.1628, ΕφΘεσ 1563/2005).   Εξάλλου από τη διάταξη του άρθρου 1099 ΑΚ προκύπτει ότι αν ο νομέας απέκτησε τη νομή του πράγματος με παράνομη πράξη ευθύνεται σε αποζημίωση του κυρίου κατά τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες, των άρθρων 914 επ. ΑΚ.  Κτήση της νομής με παράνομη πράξη αποτελεί κάθε ενέργεια εναντίον της θέλησης του κυρίου του πράγματος (άρθρο 984 παρ. 1 ΑΚ) με την οποία συντελείται η αφαίρεση της νομής του, ανεξάρτητα εάν ο αφαιρέσας τελεί ή όχι σε καλή πίστη και αν η ενέργεια με την οποία συντελέστηκε η παράνομη κτήση αποτελεί ή όχι αξιόποινη πράξη (ΑΠ 1223/2021, ΑΠ 886/2021,  ΑΠ 144/2015, ΑΠ 1900/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).. Από το αρθρο  αυτό (1099 ΑΚ)  συνάγεται ότι ο νομευς αδικοπρακτει και ευθύνεται σε αποζημίωση αν προβεί σε πράξη και όχι σε παράλειψη. Συνεπώς αυτός ο νομεύς   ο οποίος δεν πράττει,  ήτοι  δεν αποβάλλει  διά πράξεως τους  συγκοινωνους,  αλλα ευρισκόμενος στην νομή παραλειπει  να συμμορφωθει με το περιεχομενο του δικαιωματος   του κοινωνού  δεν αδικοπρακτει κατά την ανωτέρω διάταξη. Για τη θεμελίωση της αδικοπρακτικής ευθύνης απαιτείται ο συγκοινωνός  που χρησιμοποποιεί αποκλειστικά το ακίνητο να έχει προβεί σε παράνομη και υπαίτια πράξη η οποία προσβάλλει το δικαίωμα των λοιπών συγκοινωνων και τους προξενεί ζημία (914),  όπως η παράνομη αποβολή τους από την νομή,  πέραν της απλής άρνησης σύγχρησης. Η αποκλειστική χρήση  αυτή καθ’ αυτή άνευ άλλου τινός  δεν στοιχειοθετεί  αυτομάτως  αδικοπραξία, εφόσον από μόνη της δεν περιέχει  πράξη παρανόμως επεμβαίνουσα  στην νομή  των λοιπων συγκοινωνών, πέραν της άρνησης σύγχρησης. Για να υπάρχει αδικοπρακτική ευθύνη απαιτούνται πρόσθετα στοιχεία παρανομίας και υπαιτιότητας  (όπως   αποβολή από την συννομή),   στην συμπεριφορά του αποκλειστικώς χρήστη κοινωνού.

Με την     από 20-11-2020 και με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης ………/25-11-2020 αγωγή  οι ενάγοντες εκθέτουν ότι στις 3-7-2010 απεβίωσε  ο ……………., πατέρας της πρώτης, παππούς των  δεύτερης, τρίτου και τέταρτου  των εναγόντων και σύζυγος  της εναγομένης, με την οποία τέλεσε  δεύτερο γάμο  το έτος 2007.  Ότι στις 8-10-2010, με επιμέλεια  της εναγομένης, δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία η από 14-3-2010 ιδιόγραφη διαθήκη του αποβιώσαντος, στην οποία φερόταν ότι η εναγομένη ήταν κληρονόμος ακίνητης περιουσίας του θανόντος πολύ μεγαλύτερης  από το ποσοστό που  θα της αναλογούσε κατά τους κανόνες της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής. Ότι οι ενάγοντες αμέσως μόλις πληροφορήθηκαν την δημοσίευση της διαθηκης, αμφισβήτησαν το κύρος της , επειδή γνώριζαν  ότι κατά τον φερόμενο χρόνο  σύνταξής της ο αποβιώσας δεν είχε συνείδηση των πράξεών του και άσκησαν την από 19-1-2012 αγωγή τους με αιτημα την αναγνώριση της ακυρότητας της διαθήκης.  Ότι με την υπ’ αριθ 4307/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία κατέστη αμετάκλητη αναγνωρίσθηκε  η ακυρότητα της διαθήκης, με αποτέλεσμα οι διάδικοι να έχουν καταστεί εξ αδιαθέτου συγκληρονόμοι του ως άνω αποβιώσαντος  και συγκεκριμένα η πρώτη ενάγουσα κατά ποσοστό 3/8, οι δεύτερη, τρίτος και τέταρτος των εναγόντων κατά ποσοστό 1/8  έκαστος και η εναγομένη κατά ποσοστό  2/8. Ότι στην κληρονομιαία περιουσία ανήκε και το λεπτομερώς περιγραφόμενο, κατά θέση ,έκταση και όρια ακίνητο,  ητοι οικόπεδο με διώροφο κτίσμα, που βρίσκεται στην Νίκαια Αττικής, ότι   ενάγοντες  αποδέχθηκαν το κληρονομιαίο αυτό  δυνάμει της  υπ’ αριθ. 3.928/2020  συμβολαιογραφικής πράξης  αποδοχής κληρονομίας, που καταχωρήθηκε νομίμως  στο αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο κι έτσι το ως άνω ακίνητο  περιήλθε  στην πλήρη και αποκλειστική  κυριότητα των εναγόντων κατά τα  ως  άνω εξ αδιαιρέτου ποσοστά. Ότι από τον θάνατο του αποβιώσαντος  ………….., η εναγομένη  κάνει αποκλειστική χρήση του επικοίνου  κατά τον αναφερόμενο στην αγωγή τρόπο αρνούμενη να τους παραχωρήσει την χρήση του. Ότι η εναγομένη ακόμη και μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 4307/2014, ήδη αμετάκλητης, απόφασης του Πολυμελούς  Πρωτοδικείου Πειραιώς  συνέχισε να κανει αυθαίρετα και παράνομα αποκλειστική  χρήση ολοκλήρου του ως άνω κοινού  ακινήτου,  παρά τις  εκπεφρασμένες αντιρρήσεις τους, ότι  ακολούθως της επέδωσαν  στις 28-4-2015 την από 22-4-2015 εξώδικη δήλωση, με την οποία αξίωσαν  την σύγχρηση του επικοίνου και ότι  υπαίτια και παράνομα τους παρεμποδίζει  από την χρήση  του άνω κοινού ακινήτου και την απόλαυση των ωφελειών του, προκαλώντας τους έτσι  αποθετική ζημία, συνιστάμενη στο αναλογούν  στη μερίδα εκαστου τμημα του μισθώματος επικοίνου, που θα μπορούσε να συμφωνηθεί με υποψήφιους μισθωτές. Ότι η μισθωτική αξία  του επικοίνου, για το χρονικό διάστημα από 1-8-2010 έως 1-11-2020 ανέρχεται στο συνολικο ποσό των 177.870,00 ευρώ και ότι, με βάση την εν λόγω  μισθωτική αξία του επικοίνου, η  εναγομένη οφειλει να τους αποζημιώσει κατά το μέρος που αναλογεί στο εξ αδιαιρέτου μερίδιο  του καθενός για τη χρήση που αποκλειστικά εκείνη έκανε και ωφελήθηκε, ήτοι  για την μεν πρώτη, με το   ποσό των 66.701,25 ευρώ, για δε έκαστο των δεύτερης, τρίτου και τέταρτου , με το ποσό των 22.233,75 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητούσαν  να υποχρεωθεί η εναγομένη  να καταβάλει  Α)  στην πρώτη ενάγουσα το συνολικο  χρηματικο ποσό των 66.701,25 ευρώ και σε  έκαστο των δεύτερης , τρίτου και τέταρτου των εναγόντων το ποσό των 22.233,75 ,κυρίως μεν  κατά τις διατάξεις  για τις αδικοπραξίες, ως αποζημίωση διαφυγόντων κερδών, επικουρικώς δε  κατά τις περί κοινωνιας διατάξεις  ως αποδοτέα, ως αποζημίωση, ωφέλεια, που αντιστοιχεί  στην κατά τον χρόνο της αποκλειστικής χρήσεως μισθωτική  αξία της μερίδας εκάστου  συγκοινωνού, την οποία η εναγομένη αποκόμισε χωρίς ποτε να  τους καταβάλει την αναλογία τους, με τον νόμιμο  από την επομένη της επιδόσεως της εξώδικης  όχλησής τους, ήτοι από 29-4-2015, άλλως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής και Β) το χρηματικό ποσό των 5.000 ευρώ σε έκαστο εξ αυτών ως χρηματική ικανοποίηση  της ηθικής βλάβης που υπέστησαν από την αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης, νομιμοτόκως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση, καθώς και να καταδικασθεί  η εναγομένη   στην δικαστική της δαπάνη. Επί της ανωτέρω αγωγής  εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση, δια της οποίας τo πρωτοβάθμιο Δικαστήριο  εκρινε νόμιμη την αγωγή  κατά την κύρια βάση της αδικοπραξίας,  κατά τις παραδοχες  της,  από  το χρονικό σημείο της επιδόσεως  της υπ’ αριθμ. 4307/2014 αποφάσεως   ήτοι από 25-11-2014 οπότε η εναγομένη έλαβε γνώση της ακυρότητας της διαθήκης   και εντεύθεν, ενώ για  τα αγωγικά κονδύλια που αφορούν το προγενέστερο χρονικό διάστημα  έκρινε νόμιμη την αγωγή κατά την  επικουρική βάση  της κοινωνίας δικαιώματος και,  περαιτέρω  μετ’ ετίμηση αποδείξεων δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της απόφασης  αυτής παραπονείται η εκκαλούσα με την υπό κρίση έφεσή της για τους αναφερόμενους  σε αυτήν λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και  πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και διώκει την εξαφάνισή της εκκαλουμένης, ώστε να γίνει δεκτή  η   αγωγή   της. Εν προκειμένω η αγωγή δεν είναι νόμιμη κατά την κύρια βάση της αδικοπραξίας,  διότι   δεν εκτίθεται  ότι οι ενάγοντες απεβλήθησαν  της συννομής   η ότι  η εναγομένη αντιποιηθηκε  την νομή  εφόσον υπό τα εις την αγωγή εκτιθέμενα, η εναγομένη ευρίσκετο  πάντοτε στην νομή του ακινήτου και αρνήθηκε χωρίς δικαστική απόφαση στο να εγκατασταθούν οι ενάγοντες στην συννομή. Το γεγονός και μόνον ότι η εναγομένη έκανε αποκλειστική χρήση του επικοίνου αρνούμενη να συμμορφωθεί με το περιεχόμενο της αποφάσεως περί ακυρώσεως της  διαθήκης δεν αποτελεί αδικοπραξία κατά την έννοια του άρθρου  914 (σε συνδυασμό με την διάταξη του άρθρου 1099 ΑΚ), κατά τα προναφερόμενα στην μείζονα σκέψη της παρούσας.  Επομένως, κατά το μέρος που  η εκκαλουμένη  απερριψε  τα κονδύλια του επίδικου χρονικου διαστήματος  από  1-8-2010 έως 24-11-2014 κατά την κύρια   βάση της αδικοπραξίας δεν πλήττεται διά λόγου εφέσεως από την εναγομένη και δεν ερευναται από το παρόν Δικαστήριο.  Κατά το μέρος, όμως, που  η εκκαλούμενη που  έκρινε την αγωγή νομιμη κατά την κυρία βάση για το μη πρωτοδίκως απορριφθεν   επίδικο διάστημα από 25-11-2014 έως 1-11-2020  έσφαλε  και πρέπει να εξαφανισθεί, να κρατηθεί κατά τουτο και να ευρευνηθεί κατ’ ουσίαν η αγωγή ως προς το σύνολο του αγωγικού αιτήματος  ως προς το εισαγόμενο επικουρικό εκ της κοινωνίας αίτημα, το οποίο είναι νόμιμο ερειδόμενο στις περί κοινωνίας διατάξεις  των άρθρων 785, 786, 787, 792 παρ. 2, 961 και 962 του ΑΚ. Έσφαλε επίσης  η εκκαλουμένη  κρινασα νόμιμη την αγωγή ως προς το κεφάλαιο της ηθικής βλάβης και πρέπει να εξαφανισθεί  κατά τουτο η εκκαλουμένη  και να απορριφθεί η αγωγή κατά τουτο. Περαιτέρω η αγωγή,  η οποία  ειναι  νόμιμη ως προς όλα τα αγωγικα κονδυλια   κατά  την επικουρική βάση της κοινωνίας δικαιωματος, πρεπει να ευερυνηθει κατά ουσίαν   καθόσον πλήττεται  με τον γενικό λόγο εφέσεως για  κακή ετίμηση αποδείξεων, συνεπεία του οποιου το δευτεροβαθμμιο δικαστήριο  ερευνά  το παραδεκτο, νόμιμο και ουσία βάσιμο της αγωγής ως προς όλα τα πληττόμενα κονδύλια.

Από την εκτίμηση   των μετ’ επικλήσεως  νομίμως προσκομιζομένων υπ’ αριθμ. ………./2-4-2021 και ……../2-4-2021 ενόρκων βεβαιώσεων  των ……… και …………  , ενώπιον του συμβολαιογράφου Πειραιώς …….. , που ελήφθησαν επιμελεία των εναγόντων  κατόπιν  νομοτύπου και εμπροθέσμου  κλητεύσεως  της εναγομένης (υπ’ αριθ.  ………..΄ / 29-3-2021 εκθέσης  επίδοσης της δικαστικής επιμελητριας  της περιφερείας του Εφετείου Πειραιώς  με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………),  των μετ’ επικλήσεως νομίμως προσκομιζομένων υπ’ αριθ.  …/ 26-3-2021 και …./26-3-2021 ενόρκων βεβαιώσεων των ………. και ……………  ενώπιον του συμολαιογράφου  Νικαίας  , …………., που ελήφθησαν επιμελεία  της εναγομένης κατόπιν   νομοτύπου και εμπροθέσμου κλητεύσεως  των  εναγόντων (υπ’ αριθ.  ………… εκθέσεων  επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφερείας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών  . ………),    ως  και την συνεκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των μετ’ επικλήσεως νομίμως προσκομιζομένων υπό των διαδίκων εγγράφων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη (άρθρα 432 επ. ΚΠολΔ) είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 § 3, 339, 395 ΚΠολΔ),  από τις φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα  ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 3-7-2020 απεβίωσε ο …………,  α) πατέρας της πρώτης εναγουσας,  που ήταν   τέκνο  από τον πρώτο του γάμο με την ……… , β) παππούς  των λοιπών εναγόντων, που ήταν τέκνα  του προαποβιώσαντος υιού του, ……………, και γ) σύζυγος της εναγομενης με την οποία είχε τελέσει  δεύτερο γάμο  στις 7-6-2007. Στις  8-10-2010, κατόπιν αιτήσεως της εναγομενης, με την υπ’ αριθμ.  970/2010 απόφαση του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία η από 14-3-2010 ιδιόγραφη  διαθήκη του ως άνω αποβιώσαντος  συζύγου της.  Με την ως άνω διαθήκη  η εναγομένη φερόταν να κληρονομεί, μεταξύ άλλων, το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου και την επικαρπία  του δώματος  και του υπογείου  της  κείμενης επί της οδού ………. στην Νίκαια Αττικής οικοδομής, που ανήκε ολόκληρη στον κληρονομούμενο. Η πρώτη ενάγουσα (τέκνο του αποβιώσαντος ) και η  μη διάδικος  ………….., μητερα των λοιπών εναγόντων   ενεργούσα για λογαριασμό των ανηλίκων τότε τέκνων της (εγγονών του αποβιώσαντος),  μόλις πληροφορήθηκαν την δημοσίευση της ως άνω διαθήκης αμφισβήτησαν το κύρος της και   άσκησαν σε βάρος της εναγομένης  την από 19-1-2012 (με αρ. κατ. …./2012)  αγωγή τους ενώπιον  του  Πολυμελούς Πρωτοδικειου Πειραιά, με αίτημα την  αναγνωριση της  ακυρότητας της διαθήκης. Επί της αγωγής αυτής εξεδόθη η υπ’ αριθ.  4307/2014  απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εδέχθη την αγωγή  και αναγνώρισε την ακυρότητα της διαθήκης του ως άνω αποβιώσαντος  ………… με την αιτιολογία ότι  κατά τον χρόνο σύνταξής της ο θανών  στερείτο πνευματικής διαύγειας εξαιτίας σοβαρών προβλημάτων υγείας.   Η ως άνω απόφαση επεδόθη στην εναγομένη στις 25-11-2014 και, λόγω μη ασκήσεως ενδικων  μέσων κατ’ αυτής , κατέστη αμετάκλητη.   Συνεπώς ματαιώθηκε   η διαδοχή από διαθήκη και εχώρησε  εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή του θανόντος, ο οποίος κληρονομήθηκε από την μεν πρώτη ενάγουσα, θυγατέρα του, κατά ποσοστό  3/8 εξ αδιαιρέτου, από τους λοιπούς εναγοντες εγγονούς του, κατά ποσοστό   1/8 εξ αδιαιρέτου και από την εναγομένη, σύζυγό του, κατά ποσοστό 2/8 εξ αδιαιρετου.  Στην κληρονομιαία περιουσία  ανήκει και το επίδικο ακίνητο, ήτοι ένα οικόπεδο, με ΚΑΕΚ …………, που βρίσκεται  στην …… Πειραιώς, επί  της οδού  ……………. συνολικού εμβαδού 77,07 τ.μ. , μετά της εντός αυτού οικοδομής, αποτελούμενης από υπόγειο, ισόγειο με πατάρι,  πρώτο πάνω από το ισόγειο  όροφο , δεύτερο πάνω από το ισόγειο όροφο και δώμα. Ειδικότερα : α) Το υπόγειο έχει είσοδο από την πάροδο ….. με κλίμακα καθόδου σε αυτό και αποτελείται από κλίμακα καθόδου σε αυτό , κλίμακα ανόδου στο ισόγειο, φρεάτιο ανελκυστήρα, από έναν ενιαίο χώρο με W.C.  και έχει επιφάνεια 77,04 τ.μ., β) το ισόγειο αποτελείται  από  ένα κατάστημα με είσοδο στην οδο ……, σε ενιαίο χώρο με W.C. και με εσωτερική σκάλα ανόδου στο άνωθεν  του καταστήματος πατάρι, το οποίο έχει εμβαδό  59 τ.μ. και κλιμακοστάσιο ανόδου στο πρώτο όροφο, φρεατιο ανελκυστήρα, γ) το  άνωθεν του ισογείου καταστήματος πατάρι επικοινωνεί αποκλειστικά με  το  ισόγειο κατάστημα με εσωτερική κλίμαμα, αποτελείται από έναν ενιαίο χώρο και έχει εμβαδόν 26,16 τ.μ., δ) Ο πρώτος (Α) πάνω από το ισόγειο όροφος έχει συνολική επιφάνεια 74,47 τ.μ. αποτελείται από κλιμακοστάσιο, πλατύσκαλο κλιμακοστασίου, φρεάτιο ανελκυστήρα και ένα διαμέρισμα, αποτελούμενο από είσοδο, διάδρομο, σαλόνι, δύο δωμάτια, κουζίνα και λουτρό, έχει δε εξώστες προς την οδό …. και προς την Πάροδο …… και έχει επιφάνεια 62,50 τ.μ., ε) ο δεύτερος (Β) πάνω από το ισόγειο όροφος έχει συνολικη επιφάνεια 74,47 τ.μ., αποτελείται από κλιμακοστάσιο, πλατύσκαλο κλιμακοστασίου, φρεάτιο ανελκυστήρα και ένα διαμέρισμα, αποτελούμενο από είσοδο, διάδρομο, αποθήκη, δύο δωμάτια, κουζίνα και λουτρό, έχει δε εξώστες προς την οδό ….. και προς την πάροδο … και  έχει επιφάνεια ( το διαμέρισμα ) 62,50 τ.μ. και στ) το δώμα αποτελείται από την απόληξη του κλιμακοστασίου, η οποία έχει επιφάνεια 13,60 τ.μ. και την αδόμητη ταράτσα.  Οι ενάγοντες αποδέχθηκαν το ως άνω κληρονομιαίο,  κατά τα προαναφερόμενα ποσοστά  τους,  δυνάμει  της υπ’ αριθ.  …………/21-10-2020 δήλωσης αποδοχής κληρονομίας εξ αδιαθέτου  της συμβολαιογράφου Πειραιώς  ……….., που καταχωρήθηκε νομίμως  στις 23-10-2020 με αριθμό ….. στο βιβλίο του  Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιώς και Νήσων κι έτσι το ως άνω ακίνητο  περιήλθε  στην  κυριότητά τους κατά τα  ως  άνω εξ αδιαιρέτου ποσοστά,  η δε εναγομένη   απεδείχθη ότι δεν αποποιήθηκε  την κληρονομία κατά το προαναφερθέν ποσοστό της. Περαιτέρω  απεδείχθη ότι από το  χρόνο του θανάτου  του . ….. μέχρι και τον κρίσιμο χρόνο άσκησης της αγωγής, η εναγομένη  κατοικεί στο  διαμέρισμα του πρώτου ορόφου του επικοινου ακινήτου, ενώ παράλληλα κανει  αποκλειστική χρήση, πέραν, αυτού,  και του υπογείου και του διαμερίσματος  του δευτέρου ορόφου και του δώματος  του επικοίνου,  ητοι ολοκλήρου του επικοίνου, ειδικώς δε του ισογείου,  κατά το ενδιαφερον εν προκειμενω μερος,  από 7-3-2016 και εντεύθεν. Εκ τουτων η εναγομένη συνομολογεί μονον την χρήση του διαμερίσματος του  πρωτου οροφου. Σημειούται ότι ο αγωγικός ισχυρισμός  περί αποκλειστικής  χρήσης του  ισογείου  από την εναγομένη  για το προγενέστερο της 7-3-2016 χρονικό διάστημα απερρίφθη ως ουσιαστικά αβάσιμος από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο  και το παρόν Δικαστήριο δεν θα  ασχοληθει  με το κονδύλιο αυτό, διότι οι ενάγοντες δεν άσκησαν  έφεση. Ο ισχυρισμός της εναγομένης   όσον αφορά το υπόγειο,  ότι ο κληρονομούμενος, προ του θανάτου του, από 1-1-2005,  είχε παραχωρήσει δωρεάν στην πρώτη εναγομένη τη χρήση του (υπογείου), προκειμενου να το χρησιμοποιεί για επαγγελματική δραστηριότητα και ότι η ιδία (εναγομένη) δεν κανει αποκλειστική χρήση αυτού,  κρίνεται απορριπτέος, καθόσον  απεδειχθη  ότι   μετά τον θάνατό του  κληρονομούμενου,   η εναγομένη  προβαίνει σε αποκλειστική χρήση και του υπογείου.   Οι  ενάγοντες  επέδωσαν, ως προεκτέθη την  υπ’ αριθ. 4307/2014 αποφαση  του Πολυμελούς  Πρωτοδικείου Πειραιώς στην εναγομένη στις 25-11-2014, και, στην συνέχεια της επέδωσαν (οι δεύτερη, τρίτος και τέταρτη εξ αυτών  εκπροσωπούμενοι από την μητέρα τους )  στις 28-4-2015 την από 22-4-2015 εξώδικη – δήλωση, με  την οποία διαμαρτύροντο για την εκ μέρους της  αποκλειστική χρήση του επικοίνου και την καλούσαν  να τους παραδώσει εντός 15 ημερών την σύγχρηση αυτού, προκειμενου να το εκμισθώσουν και να εισπράττει  εκαστος συγκοινωνός  την αναλογία του επί των μισθωμάτων. Η εναγομένη, όμως  αρνήθηκε   να τους παραδώσει τα κλειδιά  και την σύγχρηση του επικοίνου και να τους εγκαταστησει στην συννομη, όπως σαφώς κατέθεσαν η ………. και  ο ……… στις υπ’ αριθ. ……/2021  και …../2021 ενορκες βεβαιώσεις τους αντιστοίχως. Το γεγονός ότι η πρώτη εναγουσα  έχει επισκεφθεί την εναγομένη  στην οικία της, ήτοι στο διαμέρισμα του πρώτου ορόφου του επικοίνου, στο πλαίσιο κοινωνικής συναναστροφής, όπως καταθέτει η ………. στην υπ’ αριθ.  …. /2021 ενορκη βεβαίωσή της  καθώς και   το ότι  η εναγομένη  επέτρεψε το έτος 2019  σε μηχανικό των εναγόντων να  προβεί  σε μετρήσεις του ακινήτου, όπως καταθέτει ο …….. στην  υπ’ αριθ.  ………… /2021 ένορκη βεβαίωσή του   δεν αναιρούν  το γεγονός  ότι η εναγομένη έκανε αποκλειστική χρήση του επικοίνου.  Μάλιστα από κανένα σημείο των καταθέσεων των  ………. και …………  δεν αποδεικνύεται   ότι η εναγομένη  έχει παραδώσει τα κλειδιά και την χρήση του επιδίκου στους ενάγοντες κατά τα προαναφερθέντα ποσοστά τους.   Επομένως  αποδεικνύεται  ότι η εναγομενη  προέβη  σε αποκλειστική χρήση ολοκλήρου του επικοίνου ακινήτου από τον χρόνο του θανάτου  του κληρονομούμενου  και εφεξής, πλην του ισογείου για το οποίο η εκκαλουμένη εδέχθη ότι  χρησιμοποιείται  αποκλειστικά   από 7-3-2016.    Ειδικότερα,  κατέχει τα κλειδιά της οικοδομής, κατοικεί στο διαμέρισμα του πρώτου ορόφου, και  χρησιμοποιεί   το διαμέρισμα  του δευτέρου ορόφου, το δώμα,   το ισόγειο και     το   υπογειο   για  τις δικές της ανάγκες και ως αποθηκευτικούς χώρους, ενώ δεν έχει παραχωρήσει καθόλου την χρήση τους στους ενάγοντες. Σημειουται ότι ο τρόπος που ο κοινωνός χρησιμοποίησε αποκλειστικά για λογαριασμό του το κοινό πράγμα είναι κατ` αρχήν αδιάφορος και μπορεί αυτός να το έχει εκμισθώσει ή να το έχει χρησιδανείσει σε άλλον ή να το έχει ιδιοχρησιμοποιήσει με οποιοδήποτε τρόπο, όπως απεδείχθη εν προκειμένω,  δηλαδή έστω και διατηρώντας αυτό, προκειμένου για ακίνητο, ως εν προκειμένω, κλειστό και ανεκμετάλλευτο, εφόσον με τον τρόπο αυτό αποκλεισε στην πράξη τη σύγχρηση των λοιπών κοινωνών- εναγόντων και η ίδια ( εναγομένη) είχε οποτεδήποτε την ευχέρεια να το εκμεταλλευτεί κατά την κρίση και το συμφέρον της.   Ο ισχυρισμός της εναγομένης  ότι   δεν αρνήθηκε στους ενάγοντες    την χρήση του επιδίκου ακινήτου δεν απεδείχθη, ενοψει του ότι απεδειχθη ότι αυτή δεν τους παρεδωσε τα κλειδιά ώστε να εγκατασταθούν στην  συννομη.  Ο ισχυρισμος, επίσης   της εναγομένης  ότι   το πρώτον οχλήθηκε  την 28-4-2015 με το εξώδικο των εναγόντων  στερειται εννομου επιρροής, διότι  κατά τα προεκτεθέντα στην μείζονα της παρούσας σκέψη, δεν απαιτείται   να  έχουν προβαλει οι ενάγοντες  αξίωση συγχρήσεως. Η σχετική αξίωση γεννιέται από μόνο το γεγονός της αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν εκ των κοινωνών.   Επομένως, εφόσον απεδείχθη ότι κατά  το κρίσιμο  χρονικό διάστημα από 1-8-2010 μέχρις και  1-11-2020  η εναγομένη  έκανε αποκλειστική χρήση ολοκλήρου του επικοίνου,  οι ενάγοντες δικαιούνται ως αποζημίωση  κατά τις περί κοινωνίας διατάξεις ανάλογη προς το ποσοστό του δικαιώματός τους μερίδα  από το όφελος που η εναγομένη αποκόμισε  και το οποίο  συνίσταται στην αξία  της χρήσης του κοινού. Ειδικότερα, το όφελος συνίσταται στην κατά το χρόνο  της αποκλειστικής χρησης μισθωτική αξία  της μερίδας  των  εκτός χρήσης εναγόντων- συγκοινωνών, η οποία,  δεν αποτελεί μίσθωμα, εφόσον άλλωστε για τις μεταξύ των κοινωνών σχέσεις  δεν υπάρχει μισθωτική  σχέση αλλά αποδοτέα, ως αποζημίωση κατά τις ως άνω διατάξεις, ωφέλεια, που αποκόμισε η εναγομένη από την αποκλειστική και καθολική χρήση του ανωτέρω επίκοινου ακινήτου, επομένως και των ιδανικών των εναγόντων μεριδίων.  Η έκταση της αποζημίωσης αυτής   πρέπει να καθοριστεί με βάση την μισθωτική αξία των κοινών ακινήτων των διαδίκων, λαμβανομένων υπ` όψιν της θέσης τους, της επιφάνειάς τους και των λοιπών χαρακτηριστικών τους.   Ειδικότερα, εφόσον πρόκειται  για εν μέρει αστικο ακίνητο, που προορίζεται για κατοικία και εν μέρει  εμπορικό ακίνητο, λαμβάνοντας υπόψιν την προνομιακή θέση της οικοδομής, που είναι  γωνιακή με πρόσβαση  σε πεζόδρομο και βρίσκεται  πλησίον της  κεντρικής αγοράς, των  συγκοινωνιών  και του σταθμού του ΜΕΤΡΟ Νίκαιας,  καθώς και την καλή κατάσταση  της οικοδομής,   έτους   κατασκευής 1980, το ύψος της μισθωτικής αξίας  του επιδίκου ακινήτου ανέρχεται   για το χρονικό διάστημα   από 1-8-2010  εως 1-11-2020 ως εξής :  α)  για το υπόγειο, χρησιμοποιούμενο  ως αποθήκη, στο ποσό των 160  ευρώ μηνιαίως  για το χρονικό διάστημα  από 1-8-2010 έως 31-12-2016 και συνολικώς (160χ 77 μήνες) 12.320 ευρώ   και στο ποσό των 200 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1-1-2017 έως 1-11-2020 και συνολικώς (200 χ 46, 03 μήνες) 9.206 ευρώ ,   και  επομένως η  μισθωτική αξία του  υπογείου  για το επίδικο διάστημα (1-8-2010 έως 1-11-2020) ανέρχεται στο  ποσό  των  ευρώ  21.526,00,    β)  για το ισόγειο κατάστημα  στο ποσό των 350 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 7-3-2016 έως 31-12-2016 και συνολικώς  ( 350 ευρώ χ  9, 81 μήνες) 3. 433,50  ευρώ  και για το χρονικό διάστημα από 1-1-2017 έως 1-11-2020 στο ποσό των 400 ευρώ και συνολικώς (  400 χ 46,03  μήνες) 18.412 ευρώ   και  επομένως η  μισθωτική αξία του  υπογείου  για το επίδικο διάστημα (1-8-2010 έως 1-11-2020) ανέρχεται στο  ποσό  των  ευρώ  21.845,50 ,   γ) για το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου , στο ποσό των 350  ευρώ μηνιαίως  για το χρονικό διάστημα  από 1-8-2010 έως 31-12-2017 και συνολικώς (350χ 89 μήνες) 31.150 ευρώ  και στο ποσό των 380 ευρώ για το χρονικό διάστημα  από 1-1-2018 έως 1-11-2020 και συνολικώς (380 χ 34,03 μήνες) 12.931,40 ευρώ,    και  επομένως η  μισθωτική αξία του  διαμερισματος του πρώτου ορόφου  για το επίδικο διάστημα (1-8-2010 έως 1-11-2020) ανέρχεται στο  ποσό  των  ευρώ  44.081,00, δ) για το διαμέρισμα του δευτερου  ορόφου , στο ποσό των 350  ευρώ μηνιαίως  για το χρονικό διάστημα  από 1-8-2010 έως 31-12-2017 και συνολικώς (350χ 89 μήνες) 31.150 ευρώ  και στο ποσό των 380 ευρώ από 1-1-2018 έως 1-11-2020 και συνολικώς (380 χ 34,03 μήνες) 12.931,4 ευρώ ,  και  επομένως η  μισθωτική αξία του  διαμερισματος του δευτέρου ορόφου  για το επίδικο διάστημα (1-8-2010 έως 1-11-2020)  ανέρχεται στο  ποσό  των  ευρώ  44.081,40, και ε) για το δώμα, χρησιμοποιούμενο   ως βοηθητικό – αποθηκευτικό χώρο, στο ποσό των 50  ευρώ μηνιαίως  για το χρονικό διάστημα  από 1-8-2010 έως 31-12-2016 και συνολικώς (50χ 77μήνες) 3.850 ευρω   και στο ποσό των 60 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1-1-2017 έως 1-11-2020 και συνολικώς (60 χ 46,03 μήνες) 2. 761,8 ευρώ, και  επομένως η  μισθωτική αξία του  δώματος   για το επίδικο διάστημα (1-8-2010 έως 1-11-2020) ανέρχεται στο  ποσό  των  ευρώ 6.611,8. Συνεπώς η συνολική μισθωτική αξία του εποικοίνου ακινήτου ανέρχεται στο ποσό τω 138.146,10 ευρώ. Επομένως η εναγομένη οφείλει να αποζημιώσει τους ενάγοντες κατά το μέρος που αναλογεί στο εξ αδιαιρέτου μερίδιο εκάστου  ως αποδοτέα, ως αποζημίωση, ωφέλεια  με βάση τις διατάξεις για την κοινωνία για την χρήση που αποκλειστικά εκείνη έκανε και ωφελήθηκε ως εξής : Στην πρώτη ενάγουσα οφείλει να καταβάλει το ποσό των 51.804,79 (138.146,10 χ 3/8), στην δεύτερη ενάγουσα το ποσό των  17.268,26 (138.146,10 χ 1/8), στον τρίτο ενάγοντα το ποσό των  17.268,26  (138.146,10 χ 1/8) και  στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό των  17.268,26 (138.146,10 χ 1/8). Η εναγομένη προέβαλε  με τις προτάσεις της πρώτης συζήτησης την ένσταση πενταετούς παραγραφής της αξιώσεως  βάσει του άρθρου 250  αρ. 16 ΑΚ ισχυριζόμενη  ότι  οι απαιτήσεις  των εναγόντων για μισθώματα πέραν της πενταετίας  έχουν παραγραφεί και ειδικότερα οι απαιτήσεις που γεννήθηκαν μέχρι την 10-12-2015 αφού η αγωγή επιδόθηκε στις 10-12-2020. Η ένσταση αυτή είναι μη νόμιμη διότι στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού  επίδικα εν προκειμένω δεν  είναι  μίσθωματα, αφού δεν υπάρχει μισθωτική σχέση, αλλά αποδοτέες, ως αποζημίωση,  ωφέλειες. Είναι νομικώς αδιάφορο , αν οι ωφέλειες  αυτές μαθηματικώς  ισούνται με μισθώματα, καθόσον ο κοινωνός δεν οφείλει στον συγκοινωνό μίσθωμα, αλλά την ωφέλεια που απήλαυσε. Οι αξιώσεις δε  του κοινωνού πράγματος κατά του συγκοινωνού, που έκανε αποκλειστική χρήση του κοινού, για απόδοση ανάλογης μερίδας των ωφελημάτων από τη χρήση αυτή  υπάγονται στην περ. 17 του άρθρου 250 ΑΚ (ΑΠ 7/2015, ΑΠ 898/2009 Νόμος), που δεν προεβλήθη. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι αν ήθελε υποτεθεί  ότι η ως άνω ένσταση επιχειρείται να θεμελιωθεί στην  περίπτωση 17 του άρθρου 250, αυτή είναι αόριστη, διότι δεν αναφέρεται το απαραίτητο για την πληρότητα και το ορισμένο αυτής αφετήριο σημείο της παραγραφής  για έκαστο κονδύλιο της αγωγής, δεδομένου ότι  από τις διατάξεις των άρθρων 262 παρ. 1 ΚΠολΔ και 249, 250 επ. και 277 ΑΚ προκύπτει ότι, για να είναι ορισμένη η ένσταση πενταετούς παραγραφής των αναφερομένων στο άρθρο 250 ΑΚ αξιώσεων, πρέπει να αναφέρεται, εκτός των άλλων και το έτος εντός του οποίου, σύμφωνα με το άρθρο 251 ΑΚ, γεννήθηκε η σχετική αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη, ήτοι το αφετήριο αυτής χρονικό σημείο, που αποτελεί νόμιμη προϋπόθεση έναρξης της πενταετούς παραγραφής των αναφερομένων στο προαναφερόμενο άρθρο 250 ΑΚ αξιώσεων (ΑΠ 7/2015, ΑΠ 898/2009,  ΑΠ 1096/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω η εναγομενη προέβαλε πρωτοδίκως και επαναφέρει με σχετικό λόγο εφέσεως ότι  οι έναγοντες ασκούν την αγωγή  καταχρηστικά, διότι    γνωρίζουν   ότι η εναγομένη χρησιμοποιεί  ως κατοικία της  μονο το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου, χωρίς ποτέ να έχει αρνηθεί την ελεύθερη πρόσβασή τους στο υπόλοιπο ακίνητο, ότι  επιδιώκουν να  περιορίσουν το κληρονομικο της δικαίωμα  μόνο στο διαμέρισμα του πρώτου ορόφου και ότι  δεν έχουν οικονομική ανάγκη, όπως αβασίμως ισχυρίζονται. Ο ισχυρισμός αυτός, που τεινει να θεμελιωθεί στην διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι   τα ως άνω εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά, τα οποία επικαλέσθηκε η εναγομένη – εκκαλούσα  προς θεμελίωση της πιο πάνω ένστασής της, και αληθή υποτιθεμενα δεν περιάγουν την άσκηση του παραπάνω δικαιώματος των εναγόντων – εφεσιβλήτων σε προφανή αντίθεση με την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό αυτού   (ΑΠ 1199/2021).   Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που επιδίκασε στην πρώτη ενάγουσα το ποσο των 54.915 ευρώ ως αποζημίωση και το ποσο των 3.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης  και σε έκαστο των λοιπών εναγόντων το ποσό των 18.305 ευρώ ως αποζημίωση και το ποσο των  3.000  ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, εσφαλμένα εφάρμοσε τον νόμο και πλημμελώς εκτίμησε τις αποδείξεις και    πρέπει,  αφού γίνουν   δεκτοί οι συναφείς λόγοι εφέσεως ως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολό της, να εξαφανισθεί κατά τούτο η εκκαλουμένη, να διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο για  να δικασθεί,  κατά τη διάταξη του άρθρου 535ΚΠολΔ, και κατ’ ουσίαν η αγωγή η οποια ερείδεται επί των περί της κοινωνίας δικαιώματος  διατάξεων,  και να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή  και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα  το ποσό των 51.804,79 ευρώ, στην δεύτερη ενάγουσα το ποσό των  17.268,26 ευρώ, στον τρίτο ενάγοντα το ποσό των  17.268,26 ευρώ    και  στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό των  17.268,26 ευρω,  άπαντα δε τα ως άνω ποσά νομιμοτόκως   από της επιδόσεως της αγωγής, διότι  δεν απεδείχθη όχληση για την καταβολή των επίδικων ποσών αποζημιώσεως χρήσεως σε προγενέστερο χρονικό σημείο, δεδομένου ότι από την  προαναφερθείσα από 22-4-2015 εξώδικη όχληση  αποδεικνύεται ότι οι ενάγοντες δεν ζήτησαν τα επίδικα χρηματικά ποσά αλλά μονο την χρήση του επικοίνου  κι ως  εκ τούτου η εναγομένη δεν κατέστη υπερήμερη χρηματικής οφειλής κατ’ άρθρο 345 ΑΚ, ήτοι υπερήμερη ως προς την απόδοση των επιδίκων χρημάτων,  ώστε να οφείλει τόκο από της οχλήσεως. Τέλος,  η εκκαλούμενη απόφαση πρέπει να εξαφανιστεί αναγκαίως  και ως προς τη διάταξή της για τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των ανωτέρω διαδίκων, και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας , εν μέρει σε βάρος της εναγομένης, λόγω της εν μέρει ήττας της(άρθρα 106,  178 183 189 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ,), κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό. Σημειούται ότι ο περί δικαστικής δαπάνης  λόγος εφέσεως, μετα την εξαφάνιση της παρούσας και αναγκαίως και της διαταξης  περι δικαστικής δαπάνης, κατέστη  άνευ αντικειμενου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.

Διατάσσει την επιστροφή του κατατεθέντος παράβολου της έφεσης στην εκκαλούσα.

Εξαφανίζει  την εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 1981/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά τις εις το σκεπτικό διακρίσεις.

Κρατεί την υπόθεση  και δικάζει  την  από 20-11-2020 ( με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης …………./25-11-2020)  αγωγή .

Απορρίπτει  ο,τι κρίθηκε απορριπτέο.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει   στην πρώτη ενάγουσα  το ποσό των πενήντα μία χιλιάδων οκτακοσίων τεσσάρων ευρώ και εβδομήντα εννέα λεπτών (51.804,79), στην δεύτερη ενάγουσα το ποσό των δεκαεπτά χιλιάδων διακοσίων εξήντα οκτώ ευρώ και είκοσι έξι λεπτών  (17.268,26), στον τρίτο ενάγοντα το ποσό των δεκαεπτά χιλιάδων διακοσίων εξήντα οκτώ ευρώ και είκοσι έξι λεπτών (17.268,26)   και  στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό των των δεκαεπτά χιλιάδων διακοσίων εξήντα οκτώ ευρώ και είκοσι έξι λεπτών (17.268,26),   άπαντα δε τα ως άνω ποσά νομιμοτόκως   από της επιδόσεως της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή  εξόφληση.

Καταδικάζει την εναγομένη  στην καταβολή μέρους την  δικαστικής δαπάνης  των εναγόντων και για τους δύο  βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των έξι χιλιάδων  (6.000,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις  8.5.2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ