Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 298/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΠΟ ΜΙΣΘΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ

Αριθμός απόφασης      298/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευδοξία Πιστιόλα, Εφέτη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Δ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………….., ο οποίος παραστάθηκε, στο ακροατήριο, δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Γεωργίου Κωνσταντόπουλου, με δήλωση (άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ……………., η οποία παραστάθηκε, στο ακροατήριο, δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Κωνσταντίνου Μάτσα, με δήλωση (άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Η εφεσίβλητη άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά του εκκαλούντος, την από 4-1-2024 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ……../2024 αγωγή, επί της οποίας εξεδόθη, κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, η υπ’ αριθμ. 3328/2024 οριστική απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή. Την ως άνω απόφαση προσέβαλε, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ο εναγόμενος, με την από 9-12-2024 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ………./2024, ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ……../2024, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έφεση, η οποία προσδιορίσθηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Ο διάδικοι κατέθεσαν εμπρόθεσμα τις προτάσεις τους και παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, ως αναφέρεται ανωτέρω.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 9-12-2024 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ……/2024, ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ………/2024, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έφεση του εκκαλούντος, κατά της οριστικής υπ’ αριθμ. 3328/2024 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, έχει ασκηθεί, νομότυπα και εμπρόθεσμα, εφόσον δεν προκύπτει από τα έγγραφα που προσκομίζονται, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται ότι έχει χωρήσει επίδοση της εκκαλουμένης και δεν έχει παρέλθει διετία από τη δημοσίευση της τελευταίας, στις 8-10-2024, έως την άσκηση της ως άνω  εφέσεως, στις 13-12-2024 (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 513 παρ. 1β΄, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ). Επομένως, δοθέντος ότι, για το παραδεκτό αυτής, έχει καταβληθεί το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ παράβολο (βλ. το υπ’ αριθμ. …………../2024 e – παράβολo), πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια διαδικασία, με την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση.

Η εφεσίβλητη άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά του εκκαλούντος, την από 4-1-2024 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ………../2024 αγωγή, με την οποία, εκτίθετο ότι η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη και ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών τυγχάνουν συνιδιοκτήτες διαμερισμάτων πολυόροφης οικοδομής, κειμένης στον Πειραιά, η οποία διέπεται από τις διατάξεις του Ν. 3471/1929, περί σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας. Ότι ο εναγόμενος έχει μετατρέψει, με κατασκευή και τοποθέτηση πόρτας, τον ακάλυπτο εμπρόσθιο χώρο του ως άνω ακινήτου σε χώρο στάθμευσης για το αυτοκίνητό του, ποιώντας αποκλειστική χρήση αυτού, ενώ αποκλειστική χρήση ποιεί και του οπίσθιου ακαλύπτου τμήματος του ακινήτου, διακρατώντας τα μοναδικά κλειδιά για την είσοδο στον ανωτέρω χώρο. Ότι, με τον τρόπο αυτό, ο εναγόμενος αποκλείει παντελώς την πρόσβαση της ενάγουσας και των λοιπών συνιδιοκτητών στους προαναφερόμενους κοινοχρήστους χώρους του ως άνω ακινήτου, όπως αυτοί αναλυτικά περιγράφονται στην αγωγή, κατά παράβαση του νόμου και της σχετικής πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, που ορίζει ότι οι κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι χώροι είναι όλοι οι ακάλυπτοι χώροι. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητείτο: α) να διαταχθεί η επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προβεί σε καθαίρεση – αποξήλωση της ως άνω αναφερόμενης κατασκευής και πόρτας θέση στάθμευσης στο εμπρόσθιο καταληφθέν τμήμα του ανωτέρω ακινήτου, σε περίπτωση δε μη συμμορφώσεώς του, να επιτραπεί στην ενάγουσα να προβεί στην ανωτέρω καθαίρεση – αποξήλωση, με δαπάνες του εναγομένου, υποχρεώνοντας αυτόν στην προκαταβολή τους, ύψους 3.000 ευρώ, και να παύσει ο εναγόμενος να χρησιμοποιεί μόνον αυτός το ως άνω εμπρόσθιο καταληφθέν τμήμα, επ’ απειλή, σε βάρος του, χρηματικής ποινής 500 ευρώ, για κάθε μελλοντική παράβαση της ως άνω υποχρέωσης του, και β) να παύσει ο εναγόμενος να χρησιμοποιεί αποκλειστικά το ως άνω οπίσθιο καταληφθέν τμήμα του ως άνω ακινήτου, επ’ απειλή χρηματικής ποινής 500 ευρώ, για κάθε μελλοντική παράβαση της σχετικής υποχρέωσης του, και να υποχρεωθεί αυτός παραδώσει στην ενάγουσα τα κλειδιά της πόρτας που οδηγεί στο εν λόγω καταληφθέν από αυτό τμήμα του ακινήτου. Επί της αγωγής αυτής, εξεδόθη η υπ’ αριθμ. 3328/2024 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία, αφού απορρίφθηκε, ως αόριστο, το αίτημα για προκαταβολή δαπανών, ύψους 3.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο εναγόμενος υποχρεωθεί και δεν εκτελέσει τις ενέργειες της καθαίρεσης και αποξήλωσης της ως άνω κατασκευής και της πόρτας στάθμευσης, η αγωγή κρίθηκε, κατά τα λοιπά, παραδεκτή, νόμιμη και βάσιμη, ακολούθως, στην ουσία της, και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος: α) να προβεί σε καθαίρεση – αποξήλωση της ως άνω αναφερόμενης κατασκευής και πόρτας θέση στάθμευσης στο εμπρόσθιο καταληφθέν τμήμα του ανωτέρω ακινήτου, και σε περίπτωση μη συμμορφώσεώς του, εντός εξαμήνου από την επίδοση της αποφάσεως αυτής, επετράπη στην ενάγουσα να προβεί στην ανωτέρω καθαίρεση, με δαπάνες του εναγομένου, β) να παύσει να χρησιμοποιεί αποκλειστικά τα ανωτέρω καταληφθέντα, εμπρόσθιο και οπίσθιο, ακάλυπτα τμήματα και γ) να παραδώσει στην ενάγουσα κλειδιά της πόρτας της κλειστής θέσης στάθμευσης, που ο ίδιος ποιεί αποκλειστική χρήση στο εμπρόσθιο ακάλυπτο τμήμα του ανωτέρω ακινήτου, επ’ απειλή, σε βάρος του, χρηματικής ποινής, ύψους 500 ευρώ, σε περίπτωση μη εκτέλεσης, εντός δέκα ημερών από την επομένη της επιδόσεως της εν λόγω αποφάσεως, των ανωτέρω υπό στοιχεία β) και γ) υποχρεώσεών του. Κατά της ως άνω αποφάσεως, ο ενάγων άσκησε την από 9-12-2024 και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ……../2024, ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και με αριθμ. εκθ. καταθ. δικ. ………../2024, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έφεση, με την οποία, επικαλούμενος σφάλμα της εκκαλουμένης, αναφορικά με την εφαρμογή του νόμου  και την εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί, αφού εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, να απορριφθεί η αγωγή.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1, 3 παρ. 1, 5 εδ. α, 7 παρ. 1, 8 και 13 του Ν. 3741/1929 «περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους», που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα, με το άρθρο 54 του Εισαγωγικού Νόμου αυτού, και 1117 του ΑΚ, συνάγεται ότι, επί οριζόντιας ιδιοκτησίας, ιδρύεται, κυρίως, χωριστή κυριότητα σε όροφο οικοδομής ή διαμέρισμα ορόφου, παρεπομένως δε, και αναγκαστική συγκυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ’ ανάλογη μερίδα, στα μέρη του όλου ακινήτου, που χρησιμεύουν σε κοινή από όλους τους οροφοκτήτες χρήση. Μεταξύ των μερών αυτών, περιλαμβάνονται, κατ’ ενδεικτική στις διατάξεις αυτές απαρίθμηση, το έδαφος, τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, η καπνοδόχος, οι αυλές, τα φρεάτια ανελκυστήρων, οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, το ηλιακωτό δώμα. Εξάλλου, με βάση το άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 3741/1929, προσδιορίζονται τα κριτήρια υπαγωγής στην ομάδα των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων μερών της οικοδομής, που δεν αναφέρονται ρητά στη συμφωνία ή στο νόμο. Ειδικότερα, ο προσδιορισμός των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων αυτών μερών, γίνεται, είτε με τη συστατική της οροφοκτησίας δικαιοπραξία, είτε με ιδιαίτερες συμφωνίες μεταξύ όλων των οροφοκτητών, κατά τα άρθρα 4 παρ. 1, 5 και 13 του Ν. 3741/1929, δηλαδή με σύμφωνη απόφασή τους, που πρέπει να καταρτισθεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγραφεί. Αν τούτο δεν γίνει, αν δηλαδή δεν ορίζεται τίποτα από την ως άνω δικαιοπραξία, ούτε με ιδιαίτερες συμφωνίες, τότε ισχύει ο προσδιορισμός, που προβλέπεται από τις ως άνω διατάξεις. Στην τελευταία περίπτωση, κριτήριο για το χαρακτηρισμό πράγματος, ως κοινόκτητου και κοινόχρηστου, είναι ο, κατά τη φύση του, προορισμός, για την εξυπηρέτηση των συνιδιοκτητών με την κοινή από αυτούς χρήση του (ΑΠ 1655/18, ΑΠ 92/17 ΝΟΜΟΣ). Δεδομένου ότι η θεσπιζόμενη με τα άρθρα 1002 του ΑΚ και 1 επ. του Ν. 3741/1929 αποκλειστική (χωριστή) κυριότητα επί ορόφου ή τμήματος ορόφου, αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα superficies solo cedit, που έχει περιληφθεί στο άρθρο 1001 εδ. α του ΑΚ, οποιοδήποτε μέρος του όλου ακινήτου που δεν ορίστηκε ή δεν ορίστηκε έγκυρα, με τον συστατικό της οροφοκτησίας τίτλο, ότι αποτελεί αντικείμενο της αποκλειστικής κυριότητας κάποιου συνιδιοκτήτη, υπάγεται αυτοδικαίως από το νόμο, κατ’ εφαρμογή του ανωτέρω κανόνα, στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας επί του εδάφους και θεωρείται κοινόκτητο και κοινόχρηστο μέρος του ακινήτου (ΟλΑΠ 23/00, ΑΠ 505/22, ΜονΕΑ 54/25, ΜονΕΠειρ 583/22 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, επί οριζοντίου ιδιοκτησίας, η κυρία είσοδος της οικοδομής, η αυλή, οι πρωτότοιχοι, τα θεμέλια, οι κλίμακες ανόδου προς το δώμα και το ηλιακό δώμα (ταράτσα), εξομοιούμενο με τη στέγη της οικοδομής, αποτελούν αντικείμενο αναγκαίας συγκυριότητας και κοινόχρηστα πράγματα για όλους τους ιδιοκτήτες ορόφων ή διαμερισμάτων, καθένας από τους οποίους δικαιούται να ποιείται απόλυτη χρήση, εκτός εάν, με συμφωνία που τον δεσμεύει, αποκλείστηκε από το δικαίωμα αυτό, το οποίο διαφυλάχθηκε για μερικούς μόνο από τους ιδιοκτήτες. Ειδικότερα, η διαφορετική συμμετοχή των συνιδιοκτητών στη χρήση κοινοχρήστου μέρους της οικοδομής ή ο αποκλεισμός του κοινοχρήστου χαρακτήρα του και η περιέλευση αυτού αποκλειστικά σε ένα ή περισσότερους ιδιοκτήτες είναι δυνατή, λόγω του ενδοτικού χαρακτήρα της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 3741/1929, αλλά προϋποθέτει, κατά το άρθρο 13 παρ. 1 αυτού, συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών, που πρέπει να καταρτισθεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγραφεί (ΑΠ 1655/18, ΑΠ 92/17 ΝΟΜΟΣ). Επιτρέπεται, έτσι, κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα με την ενδοτικής φύσεως διάταξη του άρθρου 2 του Ν. 3741/1929, με ειδική μεταξύ των συνιδιοκτητών του εδάφους συμφωνία, που καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και καταχωρίζεται στα βιβλία μεταγραφών (άρθρο 5 και 13 παρ. 1 του Ν. 3741/1929), το δικαίωμα να παραχωρηθεί αποκλειστικώς σε κάποιους από τους συνιδιοκτήτες ή και σε έναν από αυτούς η χρήση σε κάποιο από αυτά τα κοινά μέρη, οπότε η χρήση του δεν ανήκει σε όλους από κοινού τους συνιδιοκτήτες του εδάφους (ΑΠ 505/22, ΑΠ 532/19, ΑΠ 92/17, ΑΠ 892/15, ΑΠ 1250/11, ΜονΕΠειρ 583/22 ΝΟΜΟΣ), δεδομένου ότι, με την συμφωνία αυτή, δεν αναιρείται η συγκυριότητα, αλλά η χρήση (ΟλΑΠ 5/91, 7/92, ΑΠ 746/18, ΑΠ 92/17, ΑΠ 1096/15, 1250/11 ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση, όμως, αυτή, το παρεχόμενο στον ιδιοκτήτη δικαίωμα αποκλειστικής χρήσεως κοινοκτήτου πράγματος, δεν περιέχει και εξουσία άρσεως του προβλεπομένου προορισμού του κοινοκτήτου και κοινοχρήστου μέρους της συνιδιοκτησίας (ΑΠ 1096/15, ΑΠ 892/15, ΑΠ 1832/14, ΑΠ 1618/13, ΑΠ 1734/11 ΝΟΜΟΣ). Οι συμφωνίες αυτές, με τις οποίες κανονίζονται, κατά διαφορετικό τρόπο, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών οριζόντιων ιδιοκτησιών στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα πράγματα, δημιουργούν περιορισμούς της αναγκαστικής συγκυριότητας επί των πραγμάτων αυτών, από την οποία και απορρέει το δικαίωμα συμμετοχής στη χρήση τους. Οι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, δημιουργούμενοι περιορισμοί έχουν χαρακτήρα «δουλείας», δηλαδή, χωρίς να είναι δουλείες, κατά την έννοια των άρθρων 1118 επ., 1142 επ. και 1188 επ. του ΑΚ, δεσμεύουν και τους καθολικούς και ειδικούς διαδόχους των ιδιοκτητών των οριζόντιων ιδιοκτησιών που τους συνομολόγησαν, αλλά και όσους προσχωρούν στον κανονισμό μεταγενέστερα, και αντιτάσσονται κατά τρίτων (ΑΠ 166/20, ΑΠ 519/19, ΑΠ 1096/15, ΑΠ 1300/14, ΑΠ 562/14, ΑΠ 849/13, ΑΠ 635/10, ΑΠ 1465/09 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η ρύθμιση που εισάγεται με το Ν. 3741/1929, ως προς την απόκτηση και την κατάργηση ιδιαίτερων δικαιωμάτων χρήσης στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της υπαγόμενης στη ρύθμισή του ιδιοκτησίας, εναρμονίζεται προς την ιδιαιτερότητα που δεσμεύει τις κατ’ όροφον ιδιοκτησίες και, προπαντός, εξυπηρετεί την ανάγκη δημιουργίας κατάστασης σταθερότητας και ασφάλειας, σε σχέση προς τα δικαιώματα των ιδιοκτητών των οριζόντιων ιδιοκτησιών, στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της κατ` ορόφους ιδιοκτησίας. Από αυτά παρέπεται ότι οι διατάξεις αυτές, ως ειδικές, κατισχύουν των γενικών διατάξεων των άρθρων 785 επ. ΑΚ, για την κοινωνία, και ότι οι γενικές διατάξεις του ΑΚ, που προβλέπουν τη σύσταση, με χρησικτησία, και την κατάργηση, με αχρησία των δουλειών, δεν μπορούν να εφαρμοστούν ευθέως ή κατ’ αναλογία και για τη σύσταση ή την κατάργηση των ως άνω περιορισμών, πολύ περισσότερο, δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής για την κατάργηση του ορισθέντα, με τη συστατική πράξη, κοινόκτητου και κοινόχρηστου χαρακτήρα συγκεκριμένων μερών της οικοδομής. Ειδικότερα, κανένας από τους ιδιοκτήτες οριζόντιας ιδιοκτησίας δεν μπορεί, με χρησικτησία, να αποκτήσει δικαίωμα αποκλειστικής ή μεγαλύτερης από τη μερίδα του χρήσης στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη, ούτε να απωλέσει, με αχρησία, το δικαίωμα συμμετοχής του στην κοινή χρήση τούτων (ΑΠ 92/17, ΑΠ 746/18, ΑΠ 298/15, ΑΠ 562/14, ΑΠ 1250/11, ΑΠ 402/10 ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, στο πλαίσιο των ως άνω αρχών εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων του Ν. 3741/1929, εφαρμόζονται συμπληρωματικά και οι διατάξεις του ΓΟΚ, με τις οποίες ορίζεται ότι κοινής χρήσεως χώροι του κτιρίου και του οικοπέδου είναι οι χώροι που προορίζονται για χρήση από όλους τους ενοίκους του κτιρίου και ότι ο υποχρεωτικός ακάλυπτος χώρος του οικοπέδου πρέπει να είναι προσπελάσιμος από τους χώρους κοινής χρήσης του κτιρίου. Ειδικότερα, η εφαρμογή της ως άνω ρύθμισης προϋποθέτει στο πλαίσιο εφαρμογής και των διατάξεων του Ν. 3741/1929 ότι οι συγκεκριμένοι χώροι του οικοπέδου έχουν χαρακτηρισθεί ως κοινόχρηστοι, με τον υπάρχοντα κανονισμό, και, εφ’ όσον δεν υπάρχει κανονισμός, η κοινοχρησία προκύπτει από τη φύση του πράγματος και το σκοπό που αυτό υπηρετεί στη λειτουργία της οροφοκτησίας (ΑΠ 92/2017, ΑΠ 38/2015, ΑΠ 639/2010 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, αν και πότε θίγονται τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών ή υπάρχει μεταβολή του συνήθους προορισμού των κοινών μερών με τη χρήση τους από ορισμένους συνιδιοκτήτες, κρίνεται, κατά περίπτωση, με βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες και στο πλαίσιο του γενικότερου συμφέροντος της ομαλής λειτουργίας της σχέσεως της οροφοκτησίας. Ειδικότερα, βλαπτική για τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών είναι η χρήση που εμποδίζει ή δυσχεραίνει υπερμέτρως αυτούς στη χρήση των οριζόντιων ιδιοκτησιών τους ή και στη σύγχρηση των κοινών μερών, ενώ μεταβολή του συνήθους προορισμού προκαλείται όταν η συγκεκριμένη χρήση αλλοιώνει τον προορισμό των κοινών μερών, που ορίζεται με δικαιοπρακτική ρύθμιση ή, σε περίπτωση ελλείψεώς της, προκύπτει από τη φύση των πραγμάτων και τον σκοπό που αυτά υπηρετούν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, στη λειτουργία της οροφοκτησίας, καθώς και από τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης. Κάθε δε συνιδιοκτήτης δικαιούται να προβαίνει σε απόλυτη χρήση των κοινοχρήστων μερών της οικοδομής, να ενεργεί επισκευές και ανανεώσεις αυτών, καθώς και μεταβολές και προσθήκες, με τον όρο ότι δεν παραβλάπτει τα δικαιώματα των άλλων ιδιοκτητών και δεν μεταβάλλει τον συνήθη προορισμό αυτών ή δεν δημιουργούνται κίνδυνοι για τη στατική της οικοδομής ή των διαμερισμάτων της, δεν παρεμποδίζεται η σύγχρηση, εκ μέρους των λοιπών οροφοκτητών, δεν επέρχονται μεταβολές στην αισθητική του κτιρίου και δεν θίγεται η ασφάλειά του (ΑΠ 92/17, ΑΠ 1501/11 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η απαγόρευση, από τα ως άνω άρθρα του Ν. 3741/1929, του κυρίου ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου πολυώροφης οικοδομής, που υπάγεται στο σύστημα της οριζόντιας ιδιοκτησίας του νόμου αυτού και των άρθρων 1002 και 1117 Α.Κ., να ενεργεί κατασκευές στους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής, οι οποίες παρεμποδίζουν τη σύγχρηση των κοινόχρηστων αυτών χώρων από τους κυρίους των λοιπών αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών, δεν αίρεται από την, κατά τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις, νομιμοποίηση των κατασκευών αυτών και την εξαίρεσή τους από την κατεδάφιση, με την πληρωμή των σχετικών προστίμων της πολεοδομικής αρχής. Και τούτο, διότι, με τον τρόπο αυτό, οι εν λόγω κατασκευές, ούτε νομιμοποιούνται, έναντι των λοιπών συνιδιοκτητών της οικοδομής, ούτε παύει η, εξ αυτών, παρακώλυση της ελεύθερης και απρόσκοπτης χρήσης των κοινόχρηστων πραγμάτων από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες (ΑΠ 932/21, ΑΠ 70/19, ΑΠ 442/19, ΑΠ 532/19, ΑΠ 881/19, ΑΠ 1655/18, ΑΠ 1300/14, ΑΠ 907/09 ΝΟΜΟΣ). Ο συνιδιοκτήτης δε που προσβάλλεται στη χρήση των κοινών πραγμάτων, έχει το δικαίωμα να ζητήσει, με αγωγή, την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, κατ’ άρθρο 947 ΚΠολΔ, όπως και την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση (ΑΠ 1655/18, ΑΠ 1300/14, ΑΠ 1090/14, ΑΠ 151/14, ΑΠ 108/14 ΝΟΜΟΣ). Η ανωτέρω αξίωση, με την οποία επιδιώκεται η συμμόρφωση στις διατάξεις της περί οριζοντίου ιδιοκτησίας νομοθεσίας, μπορεί να αποκρουστεί, ως καταχρηστική, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, όταν η άσκησή της υπερβαίνει προφανώς τα όρια, που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (ΑΠ 442/19, ΑΠ 70/19 ΝΟΜΟΣ). Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η οποία αποσκοπεί στην πάταξη της κακοπιστίας και της ανηθικότητας στις συναλλαγές και γενικώς στην άσκηση κάθε δικαιώματος, «καλή πίστη» θεωρείται η συμπεριφορά του χρηστού και συνετού ανθρώπου, που επιβάλλεται κατά τους συνηθισμένους τρόπους ενεργείας, δηλαδή η στην κοινωνική συμβίωση επιβαλλόμενη ευθύτητα και εντιμότητα, ενώ, ως κριτήριο των «χρηστών ηθών», χρησιμεύουν οι ιδέες του, κατά γενική αντίληψη, χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου (ΑΠ 123/17, ΑΠ 1658/17 ΝΟΜΟΣ). Η υπέρβαση θεωρείται προφανής, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, όταν η συμπεριφορά του ενάγοντος απέναντι στον εναγόμενο υπήρξε τέτοια, ώστε να δημιουργήσει στον τελευταίο την πεποίθηση ότι δεν θα ασκηθεί το ένδικο δικαίωμα, η ικανοποίηση του οποίου θα ήταν γι` αυτόν (εναγόμενο) ιδιαίτερα επαχθής στα συμφέροντά του. Επίσης, η υπέρβαση αυτή είναι προφανής και όταν η ικανοποίηση του προβαλλόμενου από τον ενάγοντα δικαιώματος προκαλεί την έντονη εντύπωση αδικίας σε σχέση με το όφελος που θα αποκομίσει ο δικαιούχος, ή όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε, ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, ή οι περιστάσεις που μεσολάβησαν, χωρίς, κατά νόμο, να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, ως αντιτιθεμένη στο περί δικαίου αίσθημα και την ηθική τάξη και ως προκαλούσα έντονη εντύπωση αδικίας, αφού τείνουν στην ανατροπή κατάστασης, που δημιουργήθηκε, υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες, και διατηρήθηκε, για πολύ χρόνο, με το επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο (ΑΠ 442/19, ΑΠ 881/19, ΑΠ 1370/19, ΑΠ 123/17, ΑΠ 1658/17 ΝΟΜΟΣ). Απαιτείται, δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος, να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από τη συμπεριφορά του δικαιούχου σε συνάρτηση με εκείνη του υπόχρεου, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Απαιτείται, ακόμη, οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ` αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, που συνεπάγεται ιδιαιτέρως επαχθείς για τον ίδιο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σχέση με την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου. Το ζήτημα δε, αν οι συνέπειες που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν, σε βάρος του δικαιούχου, από την παρακώλυση της ικανοποίησης του δικαιώματός του (ΑΠ 970/22, ΑΠ 442/19, ΑΠ 70/19, ΑΠ 480/18, ΑΠ 151/14, ΑΠ 381/09 ΝΟΜΟΣ).

Από την  εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, που εμπεριέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του, και όλων των, μετ’ επικλήσεως, νομίμως προσκομιζομένων από τους διαδίκους εγγράφων (η μνεία κατωτέρω ορισμένων εξ αυτών είναι απλώς ενδεικτική, καθώς κανένα δεν παραλείφθηκε να εκτιμηθεί), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τυγχάνουν κύριοι αυτοτελών και ανεξάρτητων οριζόντιων ιδιοκτησιών σε πολυώροφη οικοδομή, που αποτελείται από ισόγειο, πρώτο και δεύτερο όροφο, και με δικαίωμα υψούν τρίτου και τέταρτου ορόφων, και βρίσκεται στη Δημοτική Ενότητα Πειραιά του Δήμου Πειραιά της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά της Περιφέρειας Αττικής, στη θέση «Πειραϊκή Χερσόνησος» και επί της διασταυρώσεως των οδών …………… Η ανωτέρω οικοδομή έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου άρτιου και οικοδομήσιμου, που κείται στην ως άνω θέση του Δήμου Πειραιά, στο Ο.Τ. που περικλείεται από τις οδούς ………. και στη διασταύρωση των οδών ……….., έχει έκταση 209,16 τ.μ. και, κατά το Εθνικό Κτηματολόγιο, 213 τ.μ., και εμφαίνεται στο Κτηματολογικό Γραφείο Πειραιά και Νήσων, με αριθμό ΚΑΕΚ ……… Δυνάμει της, νομίμως μεταγεγραμμένης στο οικείο κτηματολογικό φύλλο, υπ’ αριθμ. …………/29-9-2020 συμβολαιογραφικής πράξης της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., η ενάγουσα απέκτησε, αιτία πωλήσεως, την κυριότητα του διαμερίσματος του δευτέρου πάνω από το ισόγειο ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, που καταλαμβάνει ολόκληρη την επιφάνεια του ως άνω ορόφου, όπως αποτυπώνεται στο από Ιουνίου 1992 σχεδιάγραμμα της Αρχιτέκτονος – Μηχανικού …………. και έχει καταχωρηθεί στο Εθνικό Κτηματολόγιο, Κτηματολογικό Γραφείο Πειραιά και Νήσων, με τον αριθμό ΚΑΕΚ ………. Ο δε εναγόμενος τυγχάνει κύριος του ισογείου, του πρώτου, καθώς και των προς ανέγερση τρίτου και τετάρτου ορόφου της εν λόγω πολυόροφης οικοδομής, που έχουν καταχωρηθεί στο Εθνικό Κτηματολόγιο (Κτηματολογικό Γραφείο Πειραιά και Νήσων), με τους αριθμούς ΚΑΕΚ ……………., αντίστοιχα. Η ως άνω οικοδομή έχει υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 3471/1929, του Ν.Δ. 1024/1971 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, περί οριζόντιας ιδιοκτησίας, σύμφωνα και με τη, νομίμως μεταγεγραμμένη στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς (τόμ. .. αριθμ. …), υπ’ αριθμ. …/10-9-1992 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας της Συμβολαιογράφου Πειραιώς …………., με την οποία συστάθηκαν οι οριζόντιες ιδιοκτησίες της οικοδομής, μεταξύ των οποίων και οι ιδιοκτησίες των διαδίκων. Στην ανωτέρω δε πράξη σύστασης ορίσθηκε ότι «κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι χώροι της οικοδομής είναι όσοι ο νόμος χαρακτηρίζει έτσι και ειδικότερα, το οικόπεδο, οι ακάλυπτοι χώροι, τα θεμέλια, οι μεσότοιχοι, τα υποστηλώματα, η πρόσοψη, όχι όμως οι βεράντες και τα μπαλκόνια των οριζοντίων ιδιοκτησιών και οι διάδρομοι, και στους μη ιδιόκτητους χώρους, οι γενικές εγκαταστάσεις ύδατος και ρεύματος, τα πλατύσκαλα των ορόφων, η κεντρική είσοδος της οικοδομής, το κουβούκλιο του τυχόν ανελκυστήρα και κάθε άλλος χώρος, πράγμα ή εγκατάσταση που από το νόμο θεωρούνται κοινόχρηστα και κοινόκτητα και εξυπηρετούν όλους τους ιδιοκτήτες της οικοδομής. Επίσης κοινόχρηστο χώρο θα αποτελεί το κάθε φορά υπάρχον δώμα της οικοδομής». Συνεπώς, σύμφωνα με την ανωτέρω πράξη σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών, οι ακάλυπτοι χώροι του οικοπέδου της εν λόγω οικοδομής αποτελούν κοινόχρηστους και κοινόκτητους αυτής χώρους. Ωστόσο, ο εναγόμενος έχει προβεί στην κατάληψη ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου της ως άνω πολυόροφης οικοδομής, εμβαδού περίπου 25 τ.μ., στο βορειοδυτικό όριο του οικοπέδου της οικοδομής προς την οδό ………, συνορευομένου δυτικά με την οδό ……………, επί πλευράς περίπου 4 μ., ανατολικά με κοινόχρηστο χώρο της εν λόγω οικοδομής, επί πλευράς περίπου 2,50 μ., βόρεια με γειτονική ιδιοκτησία, επί πλευράς περίπου 5,20 μ., και νότια με κοινόχρηστη κεντρική είσοδο της οικοδομής επί πλευράς περίπου 4,90 μ., με την κατασκευή κλειστού χώρου στάθμευσης στο εν λόγω καταληφθέν ακάλυπτο τμήμα, από τούβλα και μπετόν, εμβαδού 25 τ.μ. και ύψους 3 μ. περίπου, και με την τοποθέτηση μεταλλικής πόρτας (γκαραζόπορτας) από υλικό πάνελ αλουμινίου, ύψους περίπου 2 μ., και μήκους 3 περίπου μ. και σε απόσταση περίπου 2 μ. από το βόρειο όριο του οικοπέδου της πολυκατοικίας και ακριβώς στο δυτικό όριο του οικοπέδου της ως άνω οικοδομής στην οδό ………….., για την οποία μόνο ο ίδιος έχει κλειδιά και τηλεχειριστήριο και μόνον αυτός κάνει χρήση. Επίσης, ο εναγόμενος έχει προβεί στην κατάληψη ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου της ως άνω πολυόροφης οικοδομής, εμβαδού περίπου 30 τ.μ., στο βορειοανατολικό όριο του οικοπέδου της οικοδομής αυτής προς τις γειτονικές ιδιοκτησίες, συνορευομένου δυτικά εν μέρει με ημιυπαίθριο κοινόχρηστο χώρο της ως άνω οικοδομής, επί πλευράς περίπου 4,30 μ., και εν μέρει με ισόγειο διαμέρισμα, επί πλευράς περίπου 3,80 μ., ανατολικά με γειτονική ιδιοκτησία, επί πλευράς περίπου 7,60 μ., βόρεια με γειτονική ιδιοκτησία, επί πλευράς περίπου 5,20 μ., και νότια εν μέρει με ισόγειο διαμέρισμα, επί πλευράς περίπου 1,50 μ., εν μέρει με κοινόχρηστο χώρο, αποθήκη, επί πλευράς περίπου 1,50 μ., και εν μέρει με ισόγειο διαμέρισμα, επί πλευράς περίπου 0,80 μ., απαγορεύοντας τη χρήση, σε οποιονδήποτε άλλο συνιδιοκτήτη της εν λόγω πολυόροφης οικοδομής, εσωτερικής κοινόχρηστης λευκής πόρτας από αλουμίνιο, που βρίσκεται βόρεια του κεντρικού ανελκυστήρα και νότια του κεντρικού κλιμακοστασίου της οικοδομής και οδηγεί στον ανωτέρω καταληφθέντα χώρο, με τον ίδιο μόνο να έχει τα κλειδιά αυτής και να ποιεί αποκλειστικά αυτός χρήση του ως άνω χώρου. Η ενάγουσα, στις 30-3-2023, κοινοποίησε στον εναγόμενο, την από 27-3-2023 εξώδικη διαμαρτυρία – πρόσκληση – δήλωσή της,  με την οποία διαμαρτυρόταν για τη δημιουργία του ως άνω κλειστού χώρου στάθμευσης στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και τον αποκλεισμό τής πρόσβασής της, παρά τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του, σε αυτόν, καθώς και για την αδιαφορία του ενάγοντος στις επανειλημμένες κλήσεις της, προκειμένου να άρει ο ίδιος τις προσβολές, συμμορφούμενος με τις διατάξεις της σύστασης και του νόμου, ή έστω να προβούν σε, μεταξύ τους, συνεννόηση, για την τροποποίηση της σχετικής πράξης σύστασης, έτσι ώστε να διαμορφωθεί μια κατάσταση που θα τους διευκόλυνε όλους και δεν θα προσέβαλε τα δικαιώματα κανενός, και καλούσε αυτόν, για τελευταία φορά, όπως, εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση της ως άνω εξώδικης πρόσκλησης, να άρει τις προσβολές, να διασφαλίσει την ακώλυτη χρήση του ακαλύπτου χώρου και να αποφύγει οποιαδήποτε μελλοντική προσβολή των δικαιωμάτων της, ως συνιδιοκτήτριας, δηλώνοντας του, περαιτέρω, ότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα ελάμβανε, εναντίον του, κάθε νόμιμο μέτρο για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων της και την άρση των συνεπειών των παράνομων ενεργειών του. Σε απάντηση της ως άνω εξώδικης δήλωσης, ο εναγόμενος κοινοποίησε, στις 12-6-2023, στην ενάγουσα την από 8-6-2023 εξώδικη πρόσκληση – δήλωση μετ’ επιφυλάξεως δικαιωμάτων, στην οποία ανέφερε ότι ο ως άνω χώρος στάθμευσης δεν αποτελεί κοινόχρηστο, κοινόκτητο ή ακάλυπτο χώρο της ως άνω οικοδομής (γεγονός που η ίδια γνώριζε από την  δικαιοπάροχό της), αλλά ιδιοκτησία του, καθώς, -παρότι δεν αναφέρεται, ως τέτοια, στην οικεία  σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας-, με το, νομίμως μεταγεγραμμένο στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς, υπ’ αριθμ. …………../1993 συμβόλαιο – δήλωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………….., δηλώθηκε  από  τον  ίδιο,  τον  πατέρα  του,  ……….., και  τον  αδελφό  του, ………., τότε συνιδιοκτήτες της οικοδομής, ότι ο χώρος αυτός θα χρησιμοποιείτο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 950/1977, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 1221/1981, ως χώρος στάθμευσης, για την εξυπηρέτηση των ιδιοκτησιών της ως άνω οικοδομής, ενώ είχε ήδη συμφωνηθεί, μεταξύ τους, ότι ο ίδιος θα είχε το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης του, όπως και γίνεται, για διάστημα μεγαλύτερο της τριακονταετίας, χωρίς κανένας να φέρει ποτέ οποιαδήποτε αντίρρηση, και καλούσε την εναγομένη να παύσει να τον ενοχλεί για μη υφιστάμενο θέμα, δηλώνοντάς της, ταυτόχρονα ότι, εάν επέμενε στις απόψεις της, θα αναγκαζόταν να ασκήσει τα δικαιώματά του, με αγωγή, σε βάρος της, ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων. Τον ανωτέρω ισχυρισμό του περί ιδίας κυριότητας, επί του ως άνω ακαλύπτου χώρου, που δεν έχει το χαρακτήρα κοινοχρήστου, αλλά αποτελεί νόμιμη θέση στάθμευσης, που χρησιμοποιεί ο ίδιος, αποκλειστικά, δυνάμει της ως άνω άτυπης συμφωνίας όλων των προαναφερομένων συνιδιοκτητών, αδιάλειπτα, από το έτος 1993, χωρίς, ωστόσο, ο χώρος αυτός να αναφέρεται ως ξεχωριστή ιδιοκτησία στη σχετική συμβολαιογραφική πράξη σύστασης οριζόντιων ιδιοκτησιών, προέβαλε ο εναγόμενος, ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και επαναφέρει με τον πρώτο λόγο εφέσεως αυτού. Ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει απορριπτέος, ως νόμω αβάσιμος, σύμφωνα και με τα προεκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, καθώς η επικαλούμενη από αυτόν συμφωνία για την περιέλευση του ανωτέρω χώρου αποκλειστικά στον ίδιο ή στην αποκλειστική χρήση αυτού δεν έχει περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο και μεταγραφεί, ενώ και η εφαρμογή της χρησικτησίας στις σχέσεις από οροφοκτησία δεν είναι δυνατή. Το πρωτοβάθμιο δε δικαστήριο που, με την εκκαλουμένη απόφασή, απέρριψε, με την αυτή ως άνω αιτιολογία, τον ανωτέρω ισχυρισμό, ορθά εφάρμοσε το νόμο, απορριπτομένου, του δευτέρου λόγου εφέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, ως αβάσιμου. Ομοίως απορριπτέος, ως νόμω αβάσιμος, τυγχάνει και ο πρωτοδίκως προβληθείς ισχυρισμός του εναγομένου, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο εφέσεως και επιχειρείται να θεμελιωθεί στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, σύμφωνα με τον οποίο, η σχετική αξίωση της εναγομένης, αναφορικά με την κοινή χρήση της ως άνω κλειστής θέσης στάθμευσης, ασκείται καταχρηστικά, -δοθέντων όλων των προαναφερομένων περιστατικών, ήτοι της προηγούμενης ως άνω συμφωνίας του εναγομένου με τους λοιπούς ιδιοκτήτες της ως άνω οικοδομής, περί παραχωρήσεως σε αυτόν της αποκλειστικής χρήσης, επί του ως άνω εδαφικού τμήματος του οικοπέδου, ως θέση στάθμευσης, και της αδιατάρακτης, έκτοτε, επί τριακονταετία, τουλάχιστον, ασκήσεως, από τον ίδιο, της χρήσης αυτής, γεγονός του οποίου τελούσε σε γνώση η ενάγουσα, πριν την αγορά του ως άνω διαμερίσματός της-, καθώς ο εναγόμενος δεν εκθέτει πραγματικά περιστατικά από τα οποία να συνάγεται ότι η ενάγουσα, με τη συμπεριφορά της, είχε σαφώς αναγνωρίσει δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης του ή του είχε δημιουργήσει την εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκούσε το σχετικό δικαίωμά της. Το πρωτοβάθμιο δε δικαστήριο, που απέρριψε τον ανωτέρω ισχυρισμό, ως μη νόμιμο, ορθά εφάρμοσε το νόμο, με συνέπεια ο πρώτος λόγος εφέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, να πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος. Ακολούθως, αναφορικά με τον δεύτερο ως άνω καταληφθέντα ακάλυπτο χώρο, από τον εναγόμενο, ο ίδιος διατείνεται ότι αυτός δεν αποτελεί, στο σύνολό του, ακάλυπτο και κοινόχρηστο χώρο, αλλά τμήμα του είναι χώρος προαυλισμού του ισογείου διαμερίσματός του, όπως απεικονίζεται σε παλαιότερα σχεδιαγράμματα κάτοψης των ετών 1960 και 1992, η δε απρόσκοπτη πρόσβαση της ενάγουσας θα βλάψει την ιδιωτικότητά του, ενώ η ίδια καταχρηστικά ζητεί την πρόσβασή της στο χώρο αυτό, αφού το σχετικό της αίτημα δεν τείνει σε ικανοποίηση πραγματικής ανάγκης της για χρήση, αλλά μοναδικό σκοπό έχει να τον βλάψει και να του «χαλάσει τη ζωή». Οι ως άνω ισχυρισμοί, που επαναφέρονται με τον τρίτο και τέταρτο λόγο εφέσεως, αντίστοιχα, πρέπει να απορριφθούν. Ειδικότερα, ως προς τον πρώτο ισχυρισμό, αυτός δεν μπορεί να θεμελιώσει νόμιμη ένσταση περί δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης, ελλείψει του αναγκαίου,  σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα, μεταγεγραμμένου συμβολαιογραφικού τίτλου, που να χορηγεί τέτοιο δικαίωμα, δοθέντος ότι η αυλή και οι ακάλυπτοι χώροι του οικοπέδου αποτελούν κοινόχρηστους χώρους, ελλείψει αντίθετης συμφωνίας, συναφθείσας με συμβολαιογραφικό έγγραφο που έχει μεταγραφεί, εν προκειμένω δε, κατά τα αναφερόμενα από τους διαδίκους, η σύσταση των οριζοντίων ιδιοκτησιών της ως άνω οικοδομής έπεται χρονικά των σχεδιαγραμμάτων που επικαλείται ο εναγόμενος. Ακολούθως, ο ως άνω περί κατάχρησης ισχυρισμός τυγχάνει απορριπτέος, ως μη νόμιμος, καθώς δεν αναφέρονται συγκεκριμένες ενέργειες της ενάγουσας, αλλά υποθετικές, ούτε δε και συμπεριφορά της, από  την οποία να συνάγεται  ότι  η  ίδια  έχει  αναγνωρίσει  δικαίωμα  του εναγομένου για αποκλειστική χρήση του χώρου αυτού, ή που να δημιούργησε στον ενάγοντα την εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει το ανωτέρω δικαίωμά της. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, απορρίπτοντας, για τους ως άνω λόγους, τους ανωτέρω ισχυρισμούς, ορθά εφάρμοσε το νόμο. Επομένως, ο τρίτος και τέταρτος λόγος εφέσεως πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμοι. Περαιτέρω, η, κατά τους προαναφερόμενους τρόπους, εκ του ενάγοντος, κατάληψη των ανωτέρω κοινοχρήστων ακαλύπτων χώρων της οικοδομής και ο αποκλεισμός της ενάγουσας από την χρήση αυτών, αντίκειται στη σύσταση και στις ανωτέρω διατάξεις περί οροφοκτησίας, καθόσον, όπως αποδείχθηκε, πραγματοποιήθηκε, χωρίς προηγούμενη απόφαση της γενικής συνέλευσης των ιδιοκτητών και τροποποίηση της πράξης σύστασης των οριζοντίων ιδιοκτησιών της ανωτέρω οικοδομής, αναφορικά με το δικαίωμα χρήσης επί των χώρων αυτών και της επεμβάσεως σε τούτους. Άλλωστε, στην ανωτέρω πράξη σύστασης αναφέρεται η ύπαρξη ακαλύπτων χώρων στο ισόγειο της οικοδομής που προσδιορίζονται, γενικά, ως κοινόχρηστοι χώροι, πλην όμως, ουδόλως αναφέρεται δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης ή προαυλισμού σε μέρος του ακάλυπτου χώρου, υπέρ του ιδιοκτήτη του ισογείου διαμερίσματος, ή δυνατότητα αποκλειστικής χρήσης μέρους του ακάλυπτου χώρου, για χρήση θέσης στάθμευσης. Η ανωτέρω δε ενέργεια της κατασκευής θέσης στάθμευσης, με την τοποθέτηση γκαραζόπορτας, αποτελεί μεταβολή και προσθήκη στους κοινόχρηστους χώρους, για τις οποίες, αντίθετα με την επισκευή ή την ανανέωση του κοινού, απαιτείται η συναίνεση όλων των συνιδιοκτητών. Εξάλλου, η, από πολεοδομική άποψη, νομιμοποίηση της ανωτέρω κατασκευής δεν ασκεί έννομη επιρροή και αλυσιτελώς προβάλλεται, σε κάθε περίπτωση, από τον εναγόμενο, η νομιμοποίησή της, διότι, ως προκτέθηκε, η απαγόρευση του κυρίου ορόφου ή διαμερίσματος οικοδομής, η οποία έχει υπαχθεί στο καθεστώς της οριζόντιας ιδιοκτησίας, να ενεργεί κατασκευές ή χρήσεις που είναι αντίθετες στο Ν. 3741/1929, στη συστατική πράξη της οροφοκτησίας ή στον κανονισμό (όταν υπάρχει), ή η υποχρέωση σε ορισμένη χρήση της οριζοντίου ιδιοκτησίας, σύμφωνα με την συστατική πράξη της οροφοκτησίας και τον κανονισμό, δεν αίρονται από την, κατά τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις, νομιμοποίηση των κατασκευών και χρήσεων και ούτε νομιμοποιούνται, οι κατασκευές αυτές και χρήσεις, έναντι των λοιπών συνιδιοκτητών της οικοδομής, όταν, με αυτές, βλάπτονται τα δικαιώματα των τελευταίων, ούτε ακόμη οι πολεοδομικές διατάξεις κατισχύουν της συστατικής πράξεως και του κανονισμού. Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, η ενάγουσα δικαιούται να κάνει ακώλυτη χρήση των ανωτέρω κοινών τμημάτων, κατά τον προορισμό τους, καθόσον, όπως αποδείχθηκε, ούτε με τη συστατική της οροφοκτησίας πράξη, ούτε με μεταγενέστερη ιδιαίτερη συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών, καταρτισθείσα με μεταγραφέν συμβολαιογραφικό έγγραφο, ορίσθηκε ότι τα τμήματα αυτά του εδάφους δεν θα είναι κοινόχρηστα μέρη, αλλά θα ανήκουν στην αποκλειστική χρήση του ενάγοντος, ως κυρίου αυτοτελούς κατοικίας της ανωτέρω πολυόροφης οικοδομής. Για δε το λόγο αυτό, ο εναγόμενος πρέπει να υποχρεωθεί να προβεί σε καθαίρεση – αποξήλωση της ως άνω αναφερόμενης κατασκευής και πόρτας της θέσης στάθμευσης, άλλως, να επιτραπεί αυτό στην ενάγουσα, με δαπάνες του εναγομένου, καθώς και να παύσει ο τελευταίος να χρησιμοποιεί αποκλειστικά τα ανωτέρω καταληφθέντα κοινόχρηστα μέρη. Η εκκαλουμένη απόφαση που, δεχθείσα τα ανωτέρω, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, συνεκτιμώντας όλα τα, μετ’ επικλήσεως, νομίμως προσκομιζόμενα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου πέμπτου, έβδομου και όγδοου λόγων εφέσεως, ως αβάσιμων. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, η έφεση πρέπει να απορριφθεί, στην ουσία της, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθειμένου από τον εκκαλούντα παραβόλου εφέσεως στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του, στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 183, 179 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

-ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.-

-ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της, εκδοθείσας κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, υπ’ αριθμ. 3328/2024 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.-

-ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του υπ’ αριθμ. …………./2024 e – παραβόλου εφέσεως στο Δημόσιο Ταμείο.-ΚΑΙ

-ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.-

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια, στο ακροατήριό του, συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 8.5.2025

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ