ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 383/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε η πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος – αιτούντος: …………….ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Γρηγόριο Μπλαβέρη.
Της εφεσίβλητης – καθ’ ης η αίτηση : Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….», και με τον διακριτικό τίτλο «…………..», πρώην «……………..» με ΑΦΜ …………., με έδρα το ……….. Αττικής, ως νομίμως εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Γεώργιο Μανουδάκη, ο οποίος δήλωσε ότι, δυνάμει της από 6.3.2025 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων (αρ. πρωτ…../7.3.2025, Τ. …., α.α. ….. του δημόσιου βιβλίου του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών), η διαχείριση της επίδικης απαίτησης έχει ανατεθεί πλέον στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………………», και με τον διακριτικό τίτλο «…………..» με ΑΦΜ ……., με έδρα την ………… Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία και υπεισέρχεται στη δικονομική θέση της αρχικής εφεσίβλητης και εκπροσωπείται από τον ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο.
Ο εκκαλών άσκησε την με αρ. κατ. …………/2024 ανακοπή προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, το οποίο με την με αρ. 1396/2025 απόφαση την απέρριψε.
Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε ο ανακόπτων με την με αρ. κατ. ………./2025 έφεση – αίτηση αναστολής προς το δικαστήριο τούτο, η οποία ορίστηκε (με την με αρ. ……………./2025 έκθ. κατ. Εφετείου Πειραιώς) να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 2) και κατατέθηκε και το σχετικό παράβολο (ηλεκτρ. παράβολο ………………/2025). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή, όπως και η ασκηθείσα με αυτήν αίτηση αναστολής (ΚΠολΔ 938), και πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Με την πρωτοδίκως κριθείσα ανακοπή ο εκκαλών (ανακόπτων) ζήτησε να ακυρωθεί α) η από 3.9.2024 επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου της υπ’ αρ. ……../2013 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και β) η με αρ. …………/11.9.2024 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικ. επιμ. …….., η οποία επιβλήθηκε επιμελεία της εφεσίβλητης (καθ’ ης), με βάση την ως άνω διαταγή πληρωμής, για τους λόγους που ανέφερε. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απέρριψε την ανακοπή. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονείται ο εκκαλών με την έφεση για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της προκειμένου να γίνει δεκτή η ανακοπή και να ακυρωθούν οι πράξεις εκτέλεσης. Με την ασκηθείσα με την έφεση αίτηση αναστολής ο αιτών ζητεί την αναστολή της επισπευδομένης εκτέλεσης, μέχρις έκδοσης τελεσίδικης απόφασης.
Ειδικότερα, με την ανακοπή ζήτησε να ακυρωθεί η επιταγή προς εκτέλεση της επίδικης διαταγής πληρωμής και η δυνάμει αυτής επιβληθείσα αναγκαστική κατάσχεση επειδή: 1) οι υπάλληλοι της δανείστριας τράπεζας (Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος) όχι μόνο δεν επεδίωξαν την ικανοποίηση της απαίτησης αλλά και διαβεβαίωναν τον εκκαλούντα στα πλαίσια ρύθμισης άλλων οφειλών του προς την τράπεζα ότι δεν υπήρχε άλλη οφειλή του προς αυτήν. Με τον τρόπο αυτό δημιούργησαν εύλογα την πεποίθηση στον εκκαλούντα ότι η επίδικη οφειλή είχε αποσβεσθεί και συνεπώς η επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης ήταν καταχρηστική (ΑΚ 281), 2) με την επιταγή και την κατάσχεση επιδιώκετο η είσπραξη τόκων υπερημερίας από 7.6.2012 που έχουν υποπέσει σε πενταετή παραγραφή, 3) η επίδικη διαταγή πληρωμής είναι άκυρη γιατί εκδόθηκε από τοπικά αναρμόδιο δικαστή, 4) με την επιταγή και την κατάσχεση επιδιώκεται η είσπραξη τόκων από εξάμηνο ανατοκισμό, χωρίς να διατάσσεται αυτό με τη διαταγή πληρωμής.
Σε σχέση με τους υπό στ. 1, 2 και 4 λόγους, αυτοί κρίνονται απαράδεκτοι λόγω αοριστίας αυτών, αφού, ως προς τον υπό στ. 1 λόγο, δεν προσδιορίζονται οι υπάλληλοι της δανείστριας τράπεζας οι οποίοι είχαν τη νόμιμη εξουσία εκπροσώπησης αυτής και διαβεβαίωσαν τον εκκαλούντα ανακόπτοντα για τη μη ύπαρξη της οφειλής του, ως προς τους υπό στ. 2 και 4 λόγους, δεν προσδιορίζονται στο δικόγραφο τα ποσά που αφορούν και, ως προς τα οποία ζητείται η ακύρωση της επιταγής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε τον υπό στ. 1 λόγο ως μη νόμιμο και, συνεπώς, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου, δεκτής γενομένης της έφεσης ως προς το κεφάλαιο αυτό, ενώ τους υπό στ. 2 και 4 λόγους τους απέρριψε επίσης ως απαράδεκτους (ΚΠολΔ 935) και, ως προς τα κεφάλαια αυτά, δεν έσφαλε κατ’ αποτέλεσμα, γι’ αυτό, πρέπει να αντικατασταθεί η εσφαλμένη αιτιολογία της εκκαλουμένης με την ορθή αυτής της απόφασης και να απορριφθεί η έφεση ως προς αυτά (ΚΠολΔ 534).
Περαιτέρω, ο εκκαλών ανακόπτων με την υπό κρίση ανακοπή του ισχυρίστηκε, ότι ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών άσκησε την με αρ. κατ. ……………../2024 ανακοπή κατά της ίδιας διαταγής πληρωμής (ΚΠολΔ 632) και κατά της αυτής επιταγής προς εκτέλεση ζητώντας την ακύρωσή τους για τους ίδιους λόγους που επικαλείται με την υπό κρίση. Από το δικόγραφο αυτής της προγενέστερης ανακοπής παραιτήθηκε με το δικόγραφο της υπό κρίση ανακοπής μόνο ως προς την ακύρωση της επιταγής. Έτσι η προγενέστερη ανακοπή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, καθ’ ο μέρος στρέφεται εναντίον της επίδικης διαταγής πληρωμής (δηλαδή μόνο ως προς το λόγο ακυρότητας του εκτελεστού τίτλου λόγω της τοπικής αναρμοδιότητας του δικαστή που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής) εκκρεμεί (προσδιορίστηκε να συζητηθεί την 20.9.2033). Ο ισχυρισμός αυτός του εκκαλούντος ανακόπτοντος, τον οποίο αγνόησε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απορρίπτοντας εσφαλμένα και το λόγο αυτό ως απαράδεκτο κατ’ άρθρο 935 ΚΠολΔ, ασκεί έννομη επιρροή στη δίκη, αφού η εκκρεμότητα της ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής (ΚΠολΔ 632) δημιουργεί εκκρεμοδικία ως προς την εγκυρότητα του τίτλου την οποία προσβάλλει και με την κρινόμενη ανακοπή του κατά της εκτέλεσης, επηρεάζει δε την νομική και ουσιαστική εκτίμηση αυτής, αφού αν ακυρωθεί τελεσίδικα η διαταγή πληρωμής, ήτοι ο εκτελεστός τίτλος που στηρίζει την προσβαλλόμενη αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδεται με την προσβαλλόμενη επιταγή και την αναγκαστική κατάσχεση, τότε λόγω του θετικού δεδικασμένου που δημιουργείται (ΚΠολΔ 324) και αυτές οι επιμέρους πράξεις στερούνται νόμιμης βάσης και θα πρέπει να ακυρωθούν, δεκτής γενομένης της ανακοπής. Μετά ταύτα, η συζήτηση της υπό κρίση ανακοπής, ως προς το λόγο υπό στ. 3, έπρεπε να ανασταλεί κατ’ άρθρο 222 παρ. 2 ΚΠολΔ, άλλως να αναβληθεί κατ’ άρθρο 249 ΚΠολΔ, μέχρι τελεσιδίκου πέρατος της δίκης επί της ως άνω ανακοπής (ΚΠολΔ 632), που εκκρεμεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, από το αποτέλεσμα της οποίας εξαρτάται η εγκυρότητα ή μη του εκτελεστού τίτλου και, κατ’ επέκταση, της επιταγής και της επ’ αυτών ερειδόμενης επίδικης κατάσχεσης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε τον ως άνω λόγο της υπό κρίση ανακοπής, ως απαράδεκτο και δεν ανέστειλε – ανέβαλε τη συζήτηση ως προς αυτόν, λόγω της εκκρεμοδικίας που δημιουργήθηκε από την προγενέστερη ανακοπή (ΚΠολΔ 632), έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου. Πρέπει, επομένως, να γίνει εν μέρει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η υπόθεση ως προς τα ως άνω κεφάλαια των ως άνω λόγων ανακοπής (1 και 3) και, στη συνέχεια, να απορριφθεί ο υπό στ. 1 λόγος ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας και, ως προς τον υπό στ. 3 λόγο, να ανασταλεί – αναβληθεί η συζήτηση της υπόθεσης μέχρις τελεσιδίκου πέρατος της δίκης επί της εκκρεμούσης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ανακοπής (ΚΠολΔ 632). Τέλος πρέπει να επιστραφεί το παράβολο της έφεσης στον καταθέσαντα και να γίνει δεκτή η αίτηση αναστολής της επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης της με αρ. ………/2013 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών μέχρις έκδοσης τελεσίδικης απόφασης επί της υπό κρίση έφεσης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την έφεση μόνο για εκείνα τα κεφάλαια της εκκαλουμένης, τα οποία αναφέρονται στο σκεπτικό, και απορρίπτει την έφεση κατά τα λοιπά.
Εξαφανίζει την 1396/2025 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τα πιο πάνω κεφάλαια, που έγινε δεκτή η έφεση και αφορά τους λόγους υπό στ. 1 και 3 της ανακοπής, όπως αριθμούνται με αυτήν την απόφαση.
Δικάζει την ανακοπή ως προς τα ως άνω κεφάλαια των λόγων.
Απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη ως προς τον λόγο υπό στ. 1.
Αναστέλλει – αναβάλλει τη συζήτηση της ανακοπής ως προς το λόγο υπό στ. 3, κατ’ άρθρο 222 παρ. 2 και 249 ΚΠολΔ, μέχρι τελεσιδίκου πέρατος της δίκης επί της προγενέστερης ασκηθείσας ανακοπής (με αρ. κατ. ……………/2024), που εκκρεμεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα αυτό.
Δέχεται την αίτηση αναστολής.
Αναστέλλει τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης της με αρ. …………/2013 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών μέχρις έκδοσης τελεσίδικης απόφασης.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά, στις 13 Ιουνιου 2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ