ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 390/2025
TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) …………, 2) ………. και 3) ………….. οι οποίοι ήταν απόντες και δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………………», που εδρεύει στο ……. Αττικής, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, με ΑΦΜ …., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Σπηλιόπουλο.
Οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 6.11.2022 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………/2022 ανακοπή τους, κατά της καθής η ανακοπή-εφεσίβλητης. Η ανακοπή δικάστηκε ερήμην της καθής η ανακοπή κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και επ’ αυτής, εκδόθηκε η με αριθμό 813/2023 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που απέρριψε την ανακοπή. Την απόφαση αυτή προσβάλλουν ενώπιον του Δικαστηρίου οι εκκαλούντες με την από 10.4.2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………./2023 έφεση. Για την συζήτηση της έφεσης ορίστηκε αρχικά η δικάσιμος της 7.3.2024 και μετά από αναβολή η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οπότε η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο με αριθμό ….. και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης αφού έλαβε τον λόγο από την Δικαστή αναφέρθηκε στους ισχυρισμούς που ανάπτυξε με τις προτάσεις του.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ. 7 εδ. β΄ του KΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 κι ακολούθως τροποποιήθηκε με το άρθρο 39 του ν. 4842/2021, με έναρξη ισχύος, κατ’ άρθρο 120 αυτού, από την 1-1-2022, εφαρμοζόμενου και επί εκκρεμών ένδικων μέσων (άρθρο 116 παρ. 3 α΄ αυτού, το οποίο τροποποιήθηκε από το άρθρο 65 του παρ.2 του Ν.4871/2021 και το άρθρο 21 παρ.1 του ν. 4912/2022), «Σε περίπτωση ερημοδικίας του ανακόπτοντος, του εκκαλούντος, του αντεκκαλούντος ή του αιτούντος την αναψηλάφηση το αντίστοιχο ένδικο μέσο απορρίπτεται.». Η δε απόρριψη της έφεσης λόγω της ερημοδικίας του εκκαλούντος γίνεται κατ’ ουσίαν και όχι κατά τύπους. Γιατί, παρόλο που στην πραγματικότητα οι λόγοι της έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται, κατά πλάσμα του νόμου, ότι είναι αβάσιμοι και για την αιτία αυτή πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίδεται στο δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί παραδοχής τους (ΟλΑΠ 16/1990 ΝοΒ 1990.1337, ΑΠ 53/2021, ΑΠ 635/2020, ΑΠ 1478/2019, ΑΠ 268/2016 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, ο εκκαλών με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του τεκμαίρεται, ότι παραιτείται από την έφεση και αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση (ΑΠ 476/2017 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 268/2016 ό.π). Η κατ’ ουσίαν απόρριψη της έφεσης λόγω ερημοδικίας του εκκαλούντος ισχύει τόσο στην τακτική όσο και σε όλες ανεξαιρέτως τις ειδικές διαδικασίες (άρθρο 591 § 7, όπως αναμορφώθηκε με το άρθρο 39 N 4842/2021), (Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, επιμ. Χ. Απαλλαγάκη, σελ.1728). Για να επέλθει όμως το αποτέλεσμα αυτό, ελέγχεται προηγουμένως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση της έφεσης και, τελικά, αν μεσολάβησε νόμιμη κι εμπρόθεσμη κλήτευση των διαδίκων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 110§2 ΚΠολΔ, από την οποία απορρέει η θεμελιώδης δικονομική αρχή της ακρόασης όλων των διαδίκων και η παροχή δυνατότητας σε καθέναν από αυτούς να ακουσθεί από το δικαστήριο και να αναπτύξει τους ισχυρισμούς του. Αν το γεγονός αυτό δεν διευκρινίζεται, τότε η συζήτηση της έφεσης κηρύσσεται απαράδεκτη γιατί λείπει η απαιτούμενη προδικασία της κλήσης προς συζήτηση (ΕφΑθ 1535/2001 ΑρχΝ 52.563). Αν επισπεύδων είναι ο απολειπόμενος διάδικος, τότε δεν απαιτείται κλήτευσή του, ενώ αντίθετα απαιτείται τέτοια κλήτευση, όταν τη συζήτηση επισπεύδει ο παριστάμενος διάδικος. Και εάν μεν ο εκκαλών δεν κλητεύθηκε ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως για να παραστεί κατά τη συζήτηση της έφεσης, το Δικαστήριο κηρύσσει τη συζήτηση απαράδεκτη, αν δε αντιθέτως επισπεύδει αυτός (εκκαλών) τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως από τον εφεσίβλητο να παραστεί σε αυτήν, η έφεση, εφόσον είναι παραδεκτή, απορρίπτεται (βλ. ΜονΕφΠειρ 195/2023 στην efeteio-peir.gr).
Στην προκειμένη περίπτωση, οι εκκαλούντες-ανακόπτοντες άσκησαν κατά της ανώνυμης εταιρείας με τον διακριτικό τίτλο «………..», με την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………..» την από 6.11.2022 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………../2022 ανακοπή τους, ζητώντας την ακύρωση της αναγκαστικής εκτέλεσης που επέβαλε η καθής η ανακοπή δυνάμει της με αριθμό ………../7.10.2022 κατασχετήριας έκθεσης που συνέταξε ο Δικαστικός Επιμελητής …….. επί δυο ακινήτων συγκυριότητάς τους με εκτελεστό τίτλο την με αριθμό …………/2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δίκασε την ανακοπή, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, ερήμην της καθής η ανακοπή, με την με αριθμό 813/2023 οριστική απόφασή του απέρριψε την ανακοπή ως προς όλους τους λόγους αυτής. Κατά της παραπάνω απόφασης παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες με την έφεσή τους για τους αναφερόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της, ώστε να γίνει δεκτή η ανακοπή τους και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στο σύνολο της δικαστικής της δαπάνης. Σημειώνεται ότι εκ προφανούς παραδρομής η κρινόμενη έφεση στρέφεται κατά της ανώνυμης εταιρείας με τον διακριτικό τίτλο «……….», με την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……….», πλην όμως από την εκτίμηση του συνόλου του δικογράφου της έφεσης αλλά και το γεγονός ότι η εφεσίβλητη, κατέθεσε προτάσεις με την ιδιότητα που αναφέρεται στην εκκαλουμένη απόφαση, ήτοι ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού «………….», αδιαστίκτως συνάγεται ότι η κρινόμενη έφεση στρέφεται κατά αυτής με την τελευταία ως άνω ιδιότητά της και ουδεμία αμφιβολία δημιουργείται για την ταυτότητα της εφεσίβλητης.
Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 813/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έχει ασκηθεί νόμιμα (άρθρα 495 παρ·1 και 2, 499, 511, 513 παρ- 1 περ.β, 516 παρ.1, 517 και 520 παρ. 2 KΠολΔ) από τους πρωτοδίκως ηττηθέντες ανακόπτοντες και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 518 παρ. 2,καθώς ούτε από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει, ούτε η παριστάμενη διάδικος επικαλείται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, που δημοσιεύθηκε την 15.3.2023 ενώ η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε με την κατάθεσή της στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 11.4.2023. Εισάγεται δε αρμόδια προς συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό (άρθρο 19 KΠολΔ). Επιπλέον με την κατάθεση της έφεσης έχει καταβληθεί το κατ’ άρθρο 495 παρ· 3 KΠολΔ ηλεκτρονικό παράβολο Δημοσίου με κωδικό ……………….., σε συνδυασμό με την από 11.4.2023 απόδειξη εξόφλησής του.
Από την πράξη κατάθεσης έφεσης με ημερομηνία 11.4.2023 που συνέταξε η γραμματέας του Πρωτοδικείου Πειραιώς, προκύπτει ότι κατά την ως άνω ημερομηνία ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων, που είχε παραστεί κατά την συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατέθεσε την ανωτέρω έφεση στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς. Εξάλλου, από την έκθεση κατάθεσης και ορισμού δικασίμου με ημερομηνία 11.9.2023 που συνέταξε η γραμματέας του Εφετείου Πειραιώς, η οποία υπάρχει συνημμένη στην ανωτέρω έφεση, προκύπτει ότι με μέριμνα του ιδίου ως άνω πληρεξούσιου δικηγόρου ορίστηκε νόμιμα ως δικάσιμος για την εκδίκαση της έφεσης αυτής η δικάσιμος της 7.3.2024. Επιπλέον, η παριστάμενη διάδικος, εφεσίβλητη, προσκομίζει αντίγραφο της κρινόμενης έφεσης, με επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή από την οποία προκύπτει ότι την 20.4.2023 της επιδόθηκε αντίγραφο της κρινόμενης έφεσης, με κλήση για να παραστεί κατά ως άνω δικάσιμο της 7.3.2024. Κατά την ως άνω δικάσιμο η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Επομένως, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, δεν απαιτείται η κλήτευση των μη παριστάμενων διαδίκων, δεδομένου ότι, η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο μετά την αναβολή, επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων (άρθρο 226 παρ 4.ΚΠολΔ) Όπως δε προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του δικαστηρίου, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οι εκκαλούντες ήταν απόντες και δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο. Επομένως, εφόσον οι εκκαλούντες ερημοδικούν, πρέπει, σύμφωνα με την παραπάνω νομική σκέψη, η υπό κρίση έφεσή τους να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη, χωρίς να ακολουθήσει περαιτέρω έρευνα των λόγων της, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παραβόλου στο Δημόσιο ταμείο και να καταδικασθούν οι εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, λόγω της απόρριψης του ασκηθέντος ένδικου μέσου (άρθρο 183 ΚΠολΔ) κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση, ερήμην των εκκαλούντων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση ως ανυποστήρικτη.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου Δημοσίου με κωδικό …………. που καταβλήθηκε από τους εκκαλούντες κατά την άσκηση της έφεσής τους.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τετρακόσια ευρώ (400 €).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, με παρούσα την Γραμματέα στις 17 Ιουνίου 2025.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ