Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 271/2025

Αριθμός απόφασης: 271/ 2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα K.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ 1) : Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός …………), 2) Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος εδρεύει στην Αθήνα (………..) με την ιδιότητά του ως ασκούντος την εποπτεία επί των κηδεμόνων σχολαζουσών κληρονομιών (Β.Δ. 18/09/20.10.1947, σε συνδυασμό με το άρθρο 118 παρ. 3 ΕισΝΑΚ), οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο Δικαστήριο από την δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ, Σπυριδούλα Φωτοπούλου.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ :               ……………… με την ιδιότητά της ως κηδεμόνα της σχολάζουσας κληρονομιάς του ……………., που δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Η αιτούσα και ήδη εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τμήματος εκούσιας δικαιοδοσίας, την από 13.10.2008 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2008 αίτησή της. Το (α) εκκαλούν – Ελληνικό Δημόσιο άσκησε στο ίδιο Δικαστήριο την από η από 22.2.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2010 κύρια παρέμβασή του. Επί της αίτησης και κυρίων παρεμβάσεων που συζητήθηκαν, αφού συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε η με αρ. 3537/2013 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που έκανε εν μέρει δεκτή την αίτηση και απέρριψε την κύρια παρέμβαση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι εκκαλούντες με την από 16.12.2015, με αρ. Γ.Α.Κ./ Ε.Α.Κ. …/2022/…../2022 έφεσή τους, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, η Δικαστική Πάρεδρος του ΝΣΚ αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις της, η δε εφεσίβλητη δεν παραστάθηκε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις με αρ. από τις με αρ. ………./12.1.2023 και …./20.1.2023, αντίστοιχα, εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …….. προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο στη έφεσης με πράξη καταθέσεως και ορισμό δικασίμου για τη δικάσιμο της 5.10.2023 επιδόθηκε νομότυπα κι εμπρόθεσμα στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά και την εφεσίβλητη αντίστοιχα. Την άνω δικάσιμο η συζήτηση ματαιώθηκε λόγω των δημοτικών και Νομαρχιακών Εκλογών της 8.10.2023. Η υπόθεση επαναπροσδιορίστηκε με την με αρ. 81/2023 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, ορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας κι εγγράφηκε στο πινάκιο, που ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (άρθρο 260 παρ. 4 ΚΠολΔ). Κατά συνέπεια η εφσίβλητη θα πρέπει να δικασθεί ερήμην, η συζήτηση όμως θα πρέπει να συνεχισθεί σαν να ήταν παρούσα (άρθρο 524 αρ.3 ΚΠολΔ).

Η έφεση, κατά της με αρ. 3537/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκούσιας δικαιοδοσίας έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα, (άρθρο 518 ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό αυτής δεν απαιτείται η καταβολή παράβολου, που προβλέπεται από το άρθρο 495 § 3 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι το Δημόσιο και ο Υπουργός Οικονομιών κατά το άρθρο 19 § 1 του Κωδ. Δ/τος της 26-6/10.7.1944 σε συνδυασμό με άρθρο 36 ΠΔ 28/1931 (ΦΕΚ α’ 239/1931) απαλλάσσονται της προκαταβολής των τελών της δίκης (βλ. Μιχάλης και Άντα Μαργαρίτη, ΕρμΚΠολΔ, τόμ. Α’, έκδοση 2018, άρθρο 495, αρ. 19, σελ. 849765).

Η αιτούσα και ήδη εφεσίβλητη ως διορισμένη με την με αρ. 5395/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κηδεμόνας σχολάζουσας κληρονομιάς του …………….., που απεβίωσε στη Νίκαια Απικής στις 18-12-1993, ζήτησε με την κρινόμενη αίτησή της, αφού παρέθεσε αναλυτικά τις εργασίες που προέβη για τη διακρίβωση του ενεργητικού και των χρεών της κληρονομιάς του θανόντος να καθορισθεί η αμοιβή της στο ποσό των 2.533,80 € και να επιβληθούν τα δικαστικά της έξοδα. Ο Υπουργός Οικονομικών και το Ελληνικό Δημόσιο άσκησαν την από 22.2.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2010 κύρια παρέμβασή τους με την οποία ζήτησαν να καθορισθεί το ποσό της αμοιβής σε κατώτερο από αυτό που δίωκε η αιτούσα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού απέρριψε την κύρια παρέμβαση ως απαράδεκτη αναφορικά με τον Υπουργό Οικονομικών, λόγω του ότι ήταν ήδη διάδικος και ως προς το Ελληνικό Δημόσιο λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος, έκανε την αίτηση εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, καθόρισε το ποσό της αμοιβής της αιτούσας σ’αυτό των 700 € και επέβαλε τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας σε βάρος της περιουσίας. Κατά της απόφασης παραπονούνται οι εκκαλούντες για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων.

Η έννοια του διαδίκου στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, η οποία χαρακτηρίζεται από την ελαστικότητα της διαδικασίας, έχει άλλο περιεχόμενο από ό,τι έχει στο πεδίο της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας. Και τούτο, διότι στη διαδικασία αυτή δεν υφίσταται, κατά κανόνα, αντιδικία είναι όμως δυνατόν να υπάρξουν και στη διαδικασία αυτή περισσότεροι διάδικοι και με αντιτιθέμενα συμφέροντα και κατά συνέπεια να διεξαχθεί η δίκη κατ’ αντιδικία. Τα πρόσωπα τα οποία μετέχουν στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ονομάζονται μεν «διάδικοι», όμως στην ουσία πρόκειται περί «ενδιαφερομένων» θετικώς ή αρνητικώς ως προς τη ρύθμιση που θα αποφασισθεί και αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης. Έτσι, η έννοια του διαδίκου, που προσδιορίζεται τόσο με το τυπικό όσο και με το ουσιαστικό κριτήριο, προσλαμβάνεται στην εκούσια δικαιοδοσία με τον ακόλουθο τρόπο: α) με την υποβολή αίτησης για την εκδίκαση ορισμένης υπόθεσης της εκούσιας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευση τρίτων στη διαδικασία, κατόπιν διαταγής του αρμόδιου δικαστηρίου (αρθρ. 748 παρ. 3 ΚΠολΔ), γ’) με την προσεπίκληση τρίτων κατόπιν πρωτοβουλίας του διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (άρθρο 753 ΚΠολΔ), δ’) με την άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης, ε’) με την άσκηση τριτανακοπής αρθρ. 773, 583 επ. ΚΠολΔ (ΑΠ 41/2003, ΝοΒ 2003.1619, ΑΠ 1305/1994, ΕλλΔνη 1996.638, Βαθρακοκοίλης ΚΠολΔ 748 αρ. 21). Από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι η ιδιότητα του διαδίκου προσδίδεται στον τρίτο, που καλείται έπειτα από διαταγή του δικαστηρίου. Αντίθετα, η αυτόβουλη εκ μέρους του αιτούντος κλήτευση τρίτου προσώπου δεν το καθιστά διάδικο. Επιπλέον, η παράλειψη κλητεύσεως τρίτου έπειτα από διαταγή του δικαστηρίου ή κατ’ επιταγή του Νομοθέτη συνεπάγεται το απαράδεκτο της συζητήσεως. Το παραδεκτό της συζητήσεως εξαρτάται ενίοτε από την κοινοποίηση της αιτήσεως και προς άλλα εκτός της παρ.2 του άρθρου 748 ΚΠολΔ πρόσωπα. Τέτοια περίπτωση αποτελεί το άρθρο 813 ΚΠολΔ (όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του από το ν. 4182/2013), το οποίο επιβάλει για τη συζήτηση της αίτησης για τον καθορισμό της αμοιβής και των εξόδων του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομιάς την επίδοση στον Υπουργό οικονομικών, που αποτελεί την εποπτεύουσα αρχή, ώστε έχει με την έννοια αυτή και την ιδιότητα του διαδίκου. Εξάλλου με την ίδια διάταξη (του άρθρου 813 ΚΠολΔ) καταργήθηκε το άρθρο 9 ΒΔ 18-9/20-10-1947 μόνο κατά το μέρος που μ’ αυτό υπαγόταν ο καθορισμός των εξόδων και της αμοιβής του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομιάς στην διοικητική διαδικασία, αν δε ο κηδεμόνας είναι δικηγόρος, το δικαστήριο, προκειμένου να καθορίσει την αμοιβή του, δεν δεσμεύεται από τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 100 επ. του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΑΠ 498/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η αμοιβή μπορεί να καθορισθεί με αίτηση του κηδεμόνα και πριν βεβαιωθεί δικαστικώς ότι δεν υπάρχει άλλος κληρονόμος εκτός από το Δημόσιο, που συνεπάγεται την κτήση από πλευράς του ιδιότητας του εξ αδιαθέτου κληρονόμου (ΑΚ 1824- 1868,1870) στη δε σχετική δίκη μπορεί παραδεκτά να ασκήσει (κύρια) παρέμβαση το Ελληνικό Δημόσιο (ΕφΑΘ 7733/1995, ΕφΑΘ 2300/1983 ΤΝΠ ΔΣΑ, παρατηρήσεις της Ε.Βαλαβάνη-Πολατίδου στην ΑΠ 283/1995 Δ/νη 1998.806).

Στην προκειμένη περίπτωση το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, ορθώς απέρριψε την κύρια παρέμβαση ως προς τον Υπουργό Οικονομικών ως απαράδεκτη με δεδομένο ότι ο ανωτέρω ως εποπτεύουσα αρχή είχε λάβει ήδη την ιδιότητα του διαδίκου, αφού είχε κληθεί κατόπιν διαταγής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (βλ επισημείωση στην έκθεση κατάθεσης του δικογράφου). Εσφαλμένα όμως απέρριψε την κύρια  παρέμβαση ως προς το Ελληνικό Δημόσιο λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος, αφού όπως εκτέθηκε αυτό έχει έννομο συμφέρον να παρέμβει στη σχετική δίκη προς υποστήριξη των συμφερόντων του, με δεδομένο μάλιστα ότι ζητά η αμοιβή της αιτούσας να καθορισθεί σε ποσό μικρότερο από το ζητούμενο αμφισβητώντας ειδικότερα την αιτούμενη αμοιβή αυτής, κυρίως ως προς χρόνο απασχόλησής της. Κατόπιν αυτών, κατά το βάσιμο σχετικό λόγο της έφεσης θα πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς το δεύτερο κυρίως παρεμβαίνον, να κρατηθεί η υπόθεση και να ερευνηθεί αυτή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Εξάλλου και η έφεση που άσκησε ο Υπουργός Οικονομικών ως εποπτεύουσα αρχή, είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το δεύτερο λόγο αυτής.

Από την εκτίμηση των εγγράφων, που προσκομίστηκαν με νόμιμη επίκληση από τους εκκαλούντες αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Με την υπ’ αριθμό 5395/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας, διορίστηκε η αιτούσα, Δικηγόρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, ως κηδεμόνας της σχολάζουσας κληρονομιάς του ……………., κατοίκου εν ζωή Νίκαιας Αττικής που απεβίωσε στη Νίκαια Αττικής στις 18-12-1993 (βλ. το με αρ. πρωτ. …/20-12-1993 απόσπασμα της με αρ. …./τόμος …../έτος …… ληξιαρχικής πράξης θανάτου του του Ληξίαρχου του Δήμου Νίκαιας), δεδομένου ότι, μετά τις αποποιήσεις των πλησιέστερων συγγενών του, δεν υπήρχε γνωστός κληρονόμος του. Με την με αριθμό …/2010 δήλωσή της ενώπιον της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιώς, (11-6-2010) η διορισθείσα κηδεμόνας αποδέχθηκε τον διορισμό της. Περαιτέρω, η αιτούσα, έχοντας πλέον την ιδιότητα του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομιάς του άνω θανόντος προέβη εκτός από τον άνω διορισμό της και στις ακόλουθες ενέργειες και πράξεις για την εξακρίβωση της κατάστασης και διαχείριση. Ειδικότερα: 1) επικοινώνησε με το Υποθηκοφυλακείο Αμαλιάδας προκειμένου να πληροφορηθεί εάν υπάρχει σε αυτό μερίδα του αποβιώσαντος και κατόπιν αίτησής της έλαβε το με αριθμό …./2010 πιστοποιητικό της Υποθηκοφύλακος Αμαλιάδας μαζί με τα με αριθμούς …./1976, …/1979  …/1979,         …/1979, …/1981 και …../1982 συμβόλαια που εμφαίνονται στην μερίδα του αποβιώσαντος και 2) ενήργησε η ίδια αυτοπροσώπως έρευνα στα Υποθηκοφυλακεία Πειραιώς και Καλλιθέας, όπου δεν ανευρέθηκε κανένα περιουσιακό στοιχείο του αποβιώσαντος, 3) υπέβαλε αίτηση προς την ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε. 4) παρέλαβε τις αποφάσεις-πράξεις επιβολής προστίμου σε βάρος του αποβιώσαντος από την Α’ Δ.Ο.Υ. Καλλιθέας, 5) συνέταξε και κοινοποίησε την από 22-7-2010 εξώδικη γνωστοποίηση- πρόσκληση προς την ……………, προκειμένου αυτή να της γνωστοποιήσει τα χρέη και τα περιουσιακά στοιχεία του αποβιώσαντος, 6) Δήλωσε την διακοπή εργασιών της επιχείρησης (εμπορία χάρτου) που διατηρούσε ο αποβιώσας προς την Α’ Δ.Ο.Υ. Καλλιθέας και 7) Κατέθεσε δύο υπομνήματα προς την Γενική Γραμματεία Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων την 18-11-2010 και την 23-5-2011. Τις ενέργειες αυτές καθαυτές δεν αρνούνται οι εκκαλούντες Υπουργός Οικονομικών και κυρίως παρεμβαίνον Ελληνικό Δημόσιο, οι οποίοι αμφισβητούν τον χρόνο που δαπάνησε για τη διεκπεραίωση αυτών και τον τρόπο υπολογισμού επ΄αυτών της αμοιβής της. Η ίδια η αιτούσα υπολογίζει το συνολικό χρόνο απασχόλησής της (μετάβαση σε ΔΟΥ έρευνα σε Υποθηκοφυλακείο, μελέτη κτλ.) σε 31 ώρες, επί των οποίων δικαιούται όπως επικαλείται αμοιβή 60 € την ώρα και ζητά επιπλέον το ποσό των 200 € για τη σύνταξη της με στοιχ. (5) εξώδικης δήλωσης, χωρίς πρόσθετα έξοδα. Με αυτά τα δεδομένα αυτών αν ληφθεί υπόψη η κατάσταση της κληρονομιάς, οι ενέργειες που προέβη η αιτούσα και ο αναγκαίος χρόνος απασχόλησής της γι’ αυτές (με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας όχι πάνω από μία εβδομάδα εργασίμων ωρών) η συνολική εύλογη αμοιβή αυτής, η οποία δεν υπόκειται στα καθοριζόμενα όρια του κώδικα περί Δικηγόρων, πρέπει να καθορισθεί στο ποσό των 650,00 € (σημ. το Δικαστήριο δεν υποχρεούται να αποτιμήσει κάθε μία από τις πράξεις βλ. ΕφΑΟ 7733/1995 ΝοΒ 1996/838, πρβλ ΕφΛαρ 1/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ για εκκαθαριστή κληρονομιάς). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο καθόρισε το ποσό της αμοιβής της αιτούσας σ’ αυτό των 700 € έσφαλε, ώστε ο σχετικός δεύτερος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος. Κατά συνέπεια πρέπει να εξαφανισθεί στο σύνολό της η εκκαλούμενη απόφαση, να διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και αφού δικασθούν κατ’ ουσίαν η αίτηση και η κύρια παρέμβαση ως προς το πρώτο κυρίως παρεμβαίνον (άρθρα 535 παρ.1 και 741 ΚΠολΔ) να γίνουν αυτές εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμες και να καθορισθεί η αμοιβή της αιτούσας στο άνω ποσό. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων των δύο βαθμών δικαιοδοσίας θα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της μερικής νίκης και ήττας αυτών, αλλά και της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρα 178, 179, 22 παρ.2 στοιχ. β’ του ν. 3693/1957). Τέλος, για την περίπτωση άσκησης αιτιολογημένης ανακοπής ερημοδικίας πρέπει να ορισθεί παράβολο το (άρθρ. 764 παρ.3, 741, 505 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εφεσίβλητης.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) €.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ουσίαν την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη με αρ. 3537/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας.

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την από 13.10.2008 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2008 αίτηση και την από 22.2.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2010 κύρια παρέμβαση, ως προς το πρώτο κυρίως παρεμβαίνον.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση και την κύρια παρέμβαση.

ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ την αμοιβή της αιτούσας ως κηδεμόνα της σχολάζουσας κληρονομιάς του ………….. στο ποσό των εξακοσίων πενήντα (650) €.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων

ΚΡΙΘΗΚΕ αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους Δικηγόρων την 30.4.2025.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ