ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός αποφάσεως 395/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Βασίλειο Πορτοκάλλη, Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς και από την Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος ………….., ο οποίος παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου του Αναστασίας Τσακατούρα (Α.Μ Δ.Σ.Α …………), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
Της εφεσίβλητης ………., η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ιωάννη Ξένου (Α.Μ Δ.Σ.Α …………..).
Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, άσκησε σε βάρος του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 15/2/2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2022 αγωγή, με την οποία ζητούσε τα αναφερόμενα σε αυτήν. Το ως άνω Δικαστήριο, συζήτησε την ως άνω αγωγή στις 9/11/2022, αντιμωλία των διαδίκων και με την υπ’ αριθ. 3677/2023 οριστική απόφασή του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της προαναφερόμενης αποφάσεως, ο εναγόμενος άσκησε την από 18/12/2023 έφεση του, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου …………/2023 και β) δικογράφου …………/2024, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 18/12/2023 έφεση του εναγομένου, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………../2023 και β) δικογράφου ………../2024, η οποία στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 3677/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 15/2/2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2022 αγωγής της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης, κατά του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, η οποία συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), έχει, δε, ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, στις 20/12/2023, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στον εναγόμενο, που έλαβε χώρα στην 1/12/2023 (βλ. την υπ’ αριθ. ……../2023 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, …………..) (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).
Με την κρινόμενη αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι σε εκτέλεση συμβάσεων άτοκων δανείων, που καταρτίσθηκαν προφορικά μεταξύ της ιδίας και του εναγομένου στην Αθήνα στο πλαίσιο της στενής προσωπικής τους σχέσης, του μεταβίβασε σταδιακά κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο του 2018 έως τον Μάρτιο του 2021 το ποσό των 25.000 ευρώ και εκείνης ανέλαβε την υποχρέωση να της αποδώσει άτοκα την ίδια ποσότητα χρημάτων σε εύλογο χρονικό διάστημα. Ότι στις 21.1.2022 του απέστειλε εξώδικη δήλωση καταγγελίας της σύμβασης δανείου και ο εναγόμενος της απάντησε με την από 28.1.2022 εξώδικη δήλωσή του, επιβεβαιώνοντας και αναγνωρίζοντας την εν λόγω οφειλή του ενώ το ίδιο είχε πράξει και με την από 2.3.2021 υπεύθυνη δήλωσή του. Ότι ο εναγόμενος ωστόσο, αδιαφορεί και καθυστερεί την εκπλήρωση της υποχρέωσής του και ουδέν ποσό της έχει καταβάλλει έως τώρα, ενώ η αντισυμβατική και παράνομη συμπεριφορά του, έχει επιπλέον διαταράξει την ψυχική της ηρεμία προκαλώντας της άγχος, στεναχώρια και φόβο ότι θα χάσει τα χρήματά της. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητά, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλλει, ποσό 25.000 ευρώ με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της κοινοποίησης της από 21/1/2022 καταγγελίας του δανείου άλλως από την επίδοση της αγωγής, ποσό 1.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική της βλάβη καθώς και την δικαστική της δαπάνη. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, με την υπ’ αριθ. 3677/2023 απόφαση του, απέρριψε την αδικοπρακτική βάση της αγωγής και έκανε εν μέρει δεκτή την δικαιοπρακτική βάση της αγωγής, για το ποσό των 14.828 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της παρόδου 30 ημερών από την καταγγελία του δανείου ήτοι από τις 22/2/2022. Ήδη, με την κρινόμενη έφεση του, ο εναγόμενος προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση κατά το μέρος αυτής που δέχθηκε την αγωγή της ενάγουσας, παραπονούμενος για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και να απορριφθεί εν όλω η αγωγή της ενάγουσας.
Από την εκτίμηση της υπ’ αριθ. …./31.3.2022 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ………, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, την οποία προσκομίζει η εφεσίβλητη και ελήφθη κατόπιν εμπρόθεσμης και νομοτύπου κλητεύσεως του εκκαλούντος (βλ. την με αριθμό ………/28.3.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……….), της από 14/6/2022 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος …………., ενώπιον του δικηγόρου Κορίνθου (Α.Μ ………) …………., την οποία προσκομίζει ο εκκαλών και ελήφθη κατόπιν εμπρόθεσμης και νομοτύπου κλητεύσεως της εφεσίβλητης (βλ. την με αριθμό ………../8.6.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……………), καθώς και από όλα τα έγγραφα, που επικαλούνται και νομίμως προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και έγγραφα που παραδεκτώς προσκομίσθηκαν το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 529 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ), εφόσον δεν προέκυψε ότι δεν προσκομίσθηκαν πρωτοδίκως από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς, όμως, να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004/723), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, πλήρως, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Οι διάδικοι, στο πλαίσιο στενής προσωπικής τους σχέσης, την οποία ανέπτυξαν από τον Οκτώβριο του έτους 2017, προέβησαν στην κατάρτιση προφορικών συμβάσεων άτοκων δανείων, δυνάμει των οποίων η ενάγουσα μεταβίβασε σταδιακά από τον Ιανουάριο του 2018 έως και τον Μάρτιο του 2021 στον εναγόμενο, το συνολικό ποσό των 25.000 ευρώ, ο τελευταίος δε, ανέλαβε την υποχρέωση να της μεταβιβάσει σε εύλογο χρονικό διάστημα αντίστοιχο χρηματικό ποσό προς εξόφληση των ανωτέρω δανείων. Περαιτέρω, ο εναγόμενος δήλωσε στην ενάγουσα ότι σκόπευε να αντλήσει τα χρήματα για την επιστροφή του δανείου από πώληση μικρού διαμερίσματος κυριότητας του, κείμενου στην Αθήνα, άλλως σε αδυναμία πώλησης του, δεσμεύτηκε να μεταβιβάσει το ως άνω ακίνητο στην ενάγουσα προς εξόφληση. Όταν η προσωπική σχέση των αντιδίκων άρχισε να διαρρηγνύεται και να οδεύει στο τέλος, το οποίο επήλθε τον Ιούνιο του 2021, προέκυψε ζήτημα επιβεβαίωσης και εξασφάλισης της δανείστριας ενάγουσας και έτσι στις 2.3.2021 ο εναγόμενος σε υπεύθυνη δήλωσή του επιβεβαίωσε ότι οφείλει σε αυτήν το ποσό των 25.000 ευρώ. Στη συνέχεια, στις 21.12.2021, οι διάδικοι υπέγραψαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………. τη με αριθμό …………./21.12.2021 σύμβαση δανείου, σύμφωνα με την οποία δηλώθηκε και έγινε κοινά αποδεκτό μεταξύ των διαδίκων ότι η ενάγουσα δάνεισε στον εναγόμενο το ποσό των 13.188 ευρώ και ο τελευταίος ανέλαβε την υποχρέωση να αποπληρώσει το δάνειο αυτό στο σύνολό του, άτοκα, σε 48 μηνιαίες ισόποσες δόσεις των 273 ευρώ και μια των 357 ευρώ, της πρώτης δόσης καταβλητέας στις 15.1.2022 και έκαστης επόμενης καταβλητέας στις 15 εκάστου επόμενου μηνός και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, της δε τελευταίας δόσης καταβλητέας στις 15.12.2026. Επιπλέον, συμφωνήθηκε σε περίπτωση καθυστέρησης δόσης να καταβάλλεται τόκος υπερημερίας, ενώ οι καταβολές ορίσθηκαν να γίνουν σε τραπεζικό λογαριασμό της ενάγουσας στην τράπεζα Πειραιώς. Η εν λόγω συμφωνία ωστόσο, αφορούσε σε διακριτό από το επίδικο, έτερο καταναλωτικό δάνειο, που είχε μεν λάβει η ενάγουσα στο όνομά της από την τράπεζα Πειραιώς στις 15.10.2019 ύψους 15.989,10 ευρώ, αλλά στην ουσία για λογαριασμό του εναγομένου στον οποίο το κατέβαλλε, κατά ποσό 5.000 ευρώ με διατραπεζική μεταφορά στο λογαριασμό του στις 16.10.2019, κατά ποσό 950 ευρώ με τον ίδιο τρόπο, όπως αποδεικνύεται από την κίνηση του σχετικού λογαριασμού της ενάγουσας στην τράπεζα Πειραιώς και κατά τα λοιπά σε μετρητά κατά την ανάληψη του δανείου. Από την ίδια τη σύμβαση τραπεζικού δανείου που συνάφθηκε μεταξύ της τράπεζας Πειραιώς και της ενάγουσας με αριθμό ………/11.6.2019, προκύπτει η ορισθείσα μηνιαία δόση των 272,77 ευρώ, η οποία επίσης ορίσθηκε καταβλητέα και στην ως άνω συμβολαιογραφική σύμβαση μεταξύ των διαδίκων, χωρίς να καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι η τελευταία σύμβαση καταρτίσθηκε προκειμένου να εξασφαλισθεί η εξυπηρέτηση της πρώτης. Η καταβολή της δόσης των 273 ευρώ πραγματοποιούνταν και συνεχίζει να πραγματοποιείται, από το λογαριασμό του εναγομένου προς τον τραπεζικό λογαριασμό της ενάγουσας, από τον οποίο η τράπεζα παρακρατούσε την μηνιαία δόση με πάγια εντολή. Προς εξόφληση αυτού τον τραπεζικού δανείου και πριν ρυθμισθεί η εξόφληση αυτού με την από 21/12/2021 σύμβαση των διαδίκων, ο εναγόμενος είχε καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των 1.100 ευρώ στις 20.6.2021, το οποίο αφορούσε τις 4 τοκοχρεωλυτικές δόσεις Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2021 (4 μήνες x 272,77 = 1.091,08 ευρώ) και το ποσό των 540 ευρώ στις 7.6.2021, το οποίο αφορούσε δύο έτερες ληξιπρόθεσμες δόσεις (2 μήνες x 272,77 ευρώ = 545,54 ευρώ). Για την αποπληρωμή αυτού του δανείου, ο εναγόμενος κατέβαλε επίσης στις 14.2.2022, την 2.3.2022, την 11.4.2022 και την 20.5.2022 ποσά 550 ευρώ, 280 ευρώ, 273 ευρώ και 273 ευρώ, που αντιστοιχούν σε εξόφληση 5 τοκοχρεωλυτικών δόσεων από Ιανουάριο έως και Μάιο του 2022. Κατά τον ισχυρισμό του εναγομένου, η ως άνω συμβολαιογραφική δανειακή σύμβαση των 13.188 ευρώ που υπογράφηκε μεταξύ των διαδίκων αφορά σε μέρος του επίδικου δανείου των 25.000 ευρώ και ρύθμιση μέρους αυτού, με ανανέωση της ενοχής, ωστόσο ο σχετικός ισχυρισμός δεν κρίνεται πειστικός ούτε άλλωστε και αναφέρεται κάτι σχετικό στο κείμενο της από 21/12/2021 σύμβασης. Περαιτέρω, στις 20.1.2022, ήτοι έναν μήνα μετά την μεταξύ τους κατάρτιση της ως άνω συμβολαιογραφικής σύμβασης δανείου, η ενάγουσα με την από 18.1.2022 εξώδικη δήλωσή της κατήγγειλε την σύμβαση δανείου των 25.000 ευρώ και έταξε προθεσμία στον εναγόμενο ενός μηνός από την επίδοση για την εξόφληση του ενώ ο τελευταίος της απάντησε ότι αναγνωρίζει ως οφειλόμενο το ποσό των 25.000 ευρώ, ότι έχει ήδη από το φθινόπωρο του 2021 δώσει εντολή σε μεσίτες να αναζητήσουν αγοραστές για το ακίνητό του στα Πατήσια ώστε με την πώληση αυτού να εξοφλήσει στο ακέραιο το δάνειο, άλλως σε περίπτωση πού δεν βρεθεί αγοραστής μέσα σε προθεσμία τριών μηνών δεσμεύεται να της μεταβιβάσει το διαμέρισμα άνευ ανταλλάγματος σε πλήρη και ολοσχερή εξόφληση του δανείου. Επιπλέον, σε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που απέστειλε στον πληρεξούσιο δικηγόρο της ενάγουσας στις 18.2.2022 ανέφερε ότι βρέθηκε αγοραστής για το ακίνητό του και ότι μέχρι τις 12-15 Μαρτίου το θέμα θα έχει λήξει και θα εξοφλήσει στο ακέραιο την οφειλή τον. Στα ως άνω έγγραφα ουδόλως αναφέρεται είτε από τη δανείστρια, ιδίως όμως από τον οφειλέτη εναγόμενο ότι υπάρχει ρύθμιση για μέρος αυτού του δανείου, αντιθέτως ο τελευταίος ομολογεί την οφειλή των 25.000 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος, κατόπιν πώλησης του ως άνω ακινήτου του, με το με αριθμό ………./4.10.2022 συμβόλαιο πώλησης της συμβολαιογράφου …….., αυτί τιμήματος 21.041,64 ευρώ, άμεσα κατέθεσε στην τράπεζα ………….. σε λογαριασμό που τηρεί η ενάγουσα το ποσό των 10.172 ευρώ, προς ολοσχερή εξόφληση του δανείου κατά πεποίθησή του, ωστόσο, σύμφωνα με τα ανωτέρω αποδειχθέντα, με την ανωτέρω καταβολή, δεν επήλθε ολοσχερής αλλά μερική εξόφληση του δανείου των 25.000 ευρώ κατά το ποσό αυτό, δοθέντος ότι άπασες οι προηγούμενες καταβολές του εναγομένου έγιναν προς εξόφληση του έτερου τραπεζικού καταναλωτικού δανείου που έλαβε η ενάγουσα για λογαριασμό τον και ρυθμίσθηκε μεταξύ τους με τη συμβολαιογραφική σύμβαση και το οποίο δεν αποτελεί μέρος του επίδικου δανείου των 25.000 ευρώ. Συνεπώς, κατόπιν των ανωτέρω παραδοχών, ορθά έκρινε η εκκαλουμένη απόφαση και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη, απορριπτομένων των ενστάσεων εξόφλησης και απόσβεσης ενοχής του εναγομένου και γενομένης δεκτής μερικά της ένστασης εξόφλησης του και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των (25.000 – 10,172 =) 14.828 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από τις 22.2.2022, ήτοι από την επομένη ημέρα της παρέλευσης ενός μήνα από την καταγγελία της σύμβασης δανείου που έγινε στις 20.1.2021, απορριπτομένου σχετικά και του μοναδικού λόγου εφέσεως του εναγομένου περί κακής εκτίμησης των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.
Κατόπιν αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς εξέταση στην έφεση του εναγομένου, αυτή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, ως αβάσιμη στην ουσία και να καταδικασθεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατέβαλε ο εκκαλών, στο δημόσιο ταμείο, λόγω της ήττας του (άρθρο 495 παρ.3 εδαφ.τελευτ. ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου για την άσκηση της εφέσεως στο Δημόσιο Ταμείο.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 18 Ιουνίου 2025.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Β. ΠΟΡΤΟΚΑΛΛΗΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΣΚΟΥΡΤΗ