Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 310/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  310/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ 2ο

Αποτελούμενο από την Δικαστή Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και από την Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της καλούσας – εφεσίβλητης – ενάγουσας: ……………η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ελπίδα Κορφιάτη (ΑΜ ……….. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).

Του καθ’ ου η κλήση – εκκαλούντος – εναγόμενου: ………… ο οποίος εμφανίσθηκε στο ακροατήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Χάλαρη (ΑΜ …………. Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς).

Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 15.10.2019 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2019 και ειδικό ……/2019 αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 201/2021 οριστική απόφασή του, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Ο εκκαλών – εναγόμενος προσέβαλε την απόφαση αυτή με την από 08.10.2021 έφεσή του που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./12.10.2021 και ειδικό …./12.10.2021, προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/12.10.2021 και ειδικό …./12.10.2021, για τη δικάσιμο της 22.09.2022, κατά την οποία συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων και εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 51/2023 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία δέχθηκε την έφεση τυπικά και κατ’ ουσίαν, εξαφάνισε την υπ’ αριθ. 201/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κράτησε και δίκασε την από 15.10.2019 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2019 και ειδικό …/2019 αγωγή και διέταξε την αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης μέχρι να περατωθεί αμετάκλητα η ποινική διαδικασία επί της από 08.10.2019 υπό ΑΒΜ ………. έγκλησης της ενάγουσας κατά του εναγόμενου. Ήδη την υπόθεση επαναφέρει προς συζήτηση η εφεσίβλητη – ενάγουσα με την από 05.09.2024 κλήση της που κατατέθηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./11.09.2024 και ειδικό …../11.09.2024, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, η πληρεξούσια δικηγόρος της καλούσας – εφεσίβλητης – ενάγουσας δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του καθ’ ου η κλήση – εκκαλούντος – εναγόμενου αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την από 05.09.2024 κλήση της εφεσίβλητης – ενάγουσας, νομίμως επαναφέρεται προς συζήτηση η από 08.10.2021 έφεση, μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 51/2023 μη οριστικής απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, έγινε δεκτή τυπικά και κατ’ ουσίαν η έφεση, εξαφανίσθηκε η υπ’ αριθ. 201/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κρατήθηκε και δικάσθηκε η από 15.10.2019 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2019 και ειδικό ……/2019 αγωγή, και αφού κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 297, 298, 914, 932, 346 του ΑΚ, του άρθρου 361 του ΠΚ, καθώς και των άρθρων 176, 907, 908  του ΚΠολΔ, εκτός από το αίτημά της περί προσωρινής εκτελεστότητας αναφορικά με το αναγνωριστικό της αίτημα ποσού 17.960,00 ευρώ, το οποίο κρίθηκε μη νόμιμο, στη συνέχεια διατάχθηκε η αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης μέχρι να περατωθεί αμετάκλητα η ποινική διαδικασία επί της από 08.10.2019 υπό ………. έγκλησης της ενάγουσας κατά του εναγόμενου. Ειδικότερα, από το προσκομιζόμενο αντίγραφο πορείας μήνυσης προκύπτει ότι η από 08.10.2019 υπό ΑΒΜ …………. έγκληση της ενάγουσας κατά του εναγόμενου τέθηκε στο αρχείο, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 63 του Ν. 4689/2020, και συνεπώς το Δικαστήριο τούτο δύναται να προχωρήσει στην εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης, και χωρίς να έχει αμετακλήτως περατωθεί η ποινική διαδικασία επί της από 08.10.2019 υπό ΑΒΜ Ε2019/660 έγκλησης (βλ. ΕφΠατρ 838/1996 Δ 1997. 767 με παρατηρήσεις Κ. Μπέη, Χ. Απαλαγάκη, Σ. Σταματόπουλου, Ο Νέος ΚΠολΔ, Ερμηνεία κατ’ άρθρο μετά τους Ν. 4842 & 4855/2021, τομ. Ι, άρθρο 250, σελ. 977), δοθέντος ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 63 παρ. 4 του Ν. 4689/2020, οι αστικές αξιώσεις που απορρέουν από τις πράξεις που αναφέρονται στις παρ. 1 έως 3, δεν θίγονται με οποιονδήποτε τρόπο.

Κατά το άρθρο 206 του ΚΠολΔ ο δικαστής μπορεί, ύστερα από αίτηση ενός διαδίκου ή και αυτεπαγγέλτως, να διατάξει να διαγραφούν από τα δικόγραφα ή τις προτάσεις των διαδίκων, εξυβριστικές ή άλλες ανάρμοστες φράσεις. Με τη διάταξη αυτή, με την οποία επιδιώκεται η διασφάλιση της ευπρέπειας κατά τη διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα παρέχεται η εξουσία στο δικαστήριο να διατάσσει και αυτεπαγγέλτως, χωρίς να περιορίζεται προς τούτο χρονικά, να διαγραφούν από τα δικόγραφα ή τις προτάσεις διαδίκου εξυβριστικές ή άλλες ανάρμοστες φράσεις, οι οποίες χωρίς να είναι αναγκαίες για την προσήκουσα υπεράσπιση των συμφερόντων των διαδίκων, αποβλέπουν σε ονειδισμό και περιφρόνηση του αντιδίκου ή του δικαστηρίου. Επίσης, η απόφαση αυτή για τη διαγραφή εξυβριστικών ή ανάρμοστων φράσεων δεν αφορά τη διάγνωση ιδιωτικού δικαιώματος, ούτε συνιστά επιβολή ποινής, κατά την τεχνική του όρου έννοια, αλλά ηθική κύρωση, της οποίας οι συνέπειες αντανακλούν στο πρόσωπο του πληρεξούσιου δικηγόρου, έστω και αν τα δικόγραφα συντάσσονται στο όνομα του διαδίκου. Ανάρμοστες είναι γενικά και οι φράσεις που φανερώνουν καταφρόνηση προς τους δικαστές που εξέδωσαν τις προσβαλλόμενες αποφάσεις και προς τη δικαιοσύνη γενικότερα (ΑΠ 489/2018 ΝΟΜΟΣ). Αρμόδιο για τη διαγραφή είναι το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου απευθύνεται το δικόγραφο ή οι προτάσεις του διαδίκου, όπου διαλαμβάνονται οι επίμαχες εξυβριστικές ή άλλες ανάρμοστες φράσεις (ΑΠ 921/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 794/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 156/2013 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 205 του ΚΠολΔ, το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, με την οριστική απόφασή του, επιβάλει στο διάδικο ή το νόμιμο αντιπρόσωπό του ή στο δικαστικό του πληρεξούσιο, ανάλογα με την ευθύνη του καθενός, χρηματική ποινή από χίλια (1000) ευρώ έως δύο χιλιάδες πεντακόσια (2500) ευρώ, που περιέρχεται στο Δημόσιο, ως δημόσιο έσοδο, αν προκύπτει από τη δίκη που έγινε, ότι αν και γνώριζαν: 1) άσκησαν προφανώς αβάσιμη αγωγή, ανταγωγή ή παρέμβαση ή προφανώς αβάσιμο ένδικο μέσο ή 2) διεξήγαγαν τη δίκη παρελκυστικά ή δεν τήρησαν τους κανόνες των χρηστών ηθών ή της καλής πίστης ή το καθήκον αληθείας. Με τη διάταξη αυτή η οποία εναρμονίζεται με το άρθρο 116 του ΚΠολΔ, καθιερώνεται αποκλειστικά για την εξασφάλιση της διαδικαστικής τάξης, χωρίς καμία επίδραση στο περιεχόμενο της απόφασης, η υποχρέωση του δικαστηρίου και όχι η διακριτική ευχέρεια αυτού, για την επιβολή χρηματικής ποινής, που περιέρχεται στο Δημόσιο, εφόσον διαπιστωθεί δικονομική συμπεριφορά, η οποία έχει αρνητική επενέργεια στην απονομή της δικαιοσύνης. Κύρια προϋπόθεση για την επιβολή της ποινής τάξης του άρθρου 205 του ΚΠολΔ, αποτελεί το στοιχείο της υπαιτιότητας με τη μορφή άμεσου δόλου, χωρίς να αρκεί ενδεχόμενος δόλος ή αμέλεια (ΑΠ 431/2023 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1207/2022 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1211/2021 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 489/2016 ΝΟΜΟΣ). Η απόρριψη της αγωγής ή του ενδίκου μέσου ως νόμω ή κατ’ ουσίαν αβάσιμου δεν υποδηλώνει και παράβαση της παραπάνω διάταξης (ΑΠ 431/2023 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1211/2021 ΝΟΜΟΣ).

Από όλα τα έγγραφα που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους και λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για ορισμένα εκ των οποίων γίνεται κατωτέρω μνεία, χωρίς να παραλείπεται κανένα από την εκτίμηση της ουσίας της διαφοράς, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα έγγραφα της σχηματισθείσας ποινικής δικογραφίας, τα οποία εκτιμώνται ελευθέρως στην προκειμένη δίκη ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. ΑΠ 681/2021 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1656/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1396/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 325/2009 ΝΟΜΟΣ), και, τέλος, από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εναγόμενος είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….» (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. πρωτ. …../23.08.2022 ανακοίνωση καταχώρησης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο των στοιχείων της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..»), η οποία εκμεταλλεύεται το ξενοδοχείο με το διακριτικό τίτλο “……..” που βρίσκεται στην ….., επί της οδού …….. και κατατάσσεται στην κατηγορία 2 αστέρων (βλ. το προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. ………. πιστοποιητικό κατάταξης κύριου ξενοδοχειακού καταλύματος που εξέδωσε το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος). Την 16.05.2019, η ενάγουσα έκανε κράτηση στο όνομά της, μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας “……….” της ………….., για ένα δίκλινο δωμάτιο στο εν λόγω ξενοδοχείο, κατά το διήμερο από την Παρασκευή 6η Σεπτεμβρίου έως την Κυριακή 8η Σεπτεμβρίου 2019, ενώ την 09.07.2019 έκανε επιπλέον κράτηση για την Πέμπτη 5η Σεπτεμβρίου 2019. Κατά την άφιξη της ενάγουσας και του συζύγου της …………., στο ανωτέρω ξενοδοχείο, την 05.09.2019, και ενώ βρίσκονταν στη ρεσεψιόν, ο εναγόμενος τους πληροφόρησε ότι θα χρειαστεί να μεταφερθούν σε άλλο δωμάτιο μετά την πρώτη διανυκτέρευση. Αυτό δεν έγινε αποδεκτό από την ενάγουσα και τον σύζυγό της, με αποτέλεσμα να προκληθεί επεισόδιο μεταξύ αυτών και του εναγόμενου, κατά τη διάρκεια του οποίου ο τελευταίος προσέβαλε την τιμή της ενάγουσας με τις φράσεις «Δεν μπορείς να μου πεις που θα σε βάλω, εγώ θα σου πω που θα μείνεις, και αν δεν σας αρέσει να φύγετε». Ακολούθως, ο σύζυγος της ενάγουσας, απευθυνόμενος στον εναγόμενο, διαμαρτυρήθηκε για τη συμπεριφορά του εκθέτοντας ότι αν και ο ίδιος είχε διατελέσει γενικός γραμματέας του Ε.Ο.Τ., δεν είχε ποτέ αντιμετωπίσει τέτοια συμπεριφορά. Τότε ο εναγόμενος απευθυνόμενος στην ενάγουσα, προσέβαλε την τιμή αυτής με τις φράσεις «Κι εγώ ακυρώνω τις κρατήσεις σας και να πας να γαμηθείς και εσύ και ο σύζυγός σου και ο ΕΟΤ μαζί. Να πάτε να γαμηθείτε όλοι σας». Ακολούθως, η ενάγουσα και ο σύζυγός της, που διένυαν το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας τους και είχαν ταραχθεί εξαιτίας αυτής της επιθετικής συμπεριφοράς του εναγόμενου σε βάρος τους, αποφάσισαν να αποχωρήσουν από το ξενοδοχείο. Τότε ο εναγόμενος απευθυνόμενος στην ενάγουσα, προσέβαλε την τιμή αυτής με τις φράσεις «Άντε ξεκουμπιστείτε, φύγετε, τελειώνετε και δεν με ενδιαφέρει ότι και αν κάνετε, ας με αναφέρετε χέστηκα, να πάτε να γαμηθείτε». Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι την 09.09.2019, η ενάγουσα ανάρτησε από κοινού με τον σύζυγό της, στην διαδικτυακή πλατφόρμα “…..” της ………… σχόλιο στην αγγλική γλώσσα, σχετικά με το ξενοδοχείο με το διακριτικό τίτλο “…….”, στο οποίο ισχυρίστηκαν ότι οι ιδιοκτήτες του ξενοδοχείου είναι εξαιρετικά αγενείς και πιστεύουν ότι μπορούν να μιλάνε στους πελάτες με όποιο τρόπο θέλουν, ότι η ίδια δέχτηκε λεκτική επίθεση από τον εναγόμενο και από τους γονείς του που καθόντουσαν σε ένα σκοτεινό και βρώμικο χώρο υποδοχής, ότι ακύρωσαν την κράτηση επί τόπου, αφού δέχτηκαν περαιτέρω λεκτική επίθεση, ότι πρότειναν στη “………….” να μπλοκάρει το συγκεκριμένο κατάλυμα από την διαδικτυακή πλατφόρμα της, ότι θα κάνουν και επίσημα αναφορά παραπόνων στον Ε.Ο.Τ. ώστε να κλείσουν αυτό το κατάλυμα, ότι το ξενοδοχείο είναι βρώμικο και παραμελημένο, ότι είναι το ξενοδοχείο της κόλασης, ότι ταξίδεψαν από το Μάτσου-Πίτσου στο Θιβέτ στο Μπαλί και δεν συνάντησαν ποτέ τέτοιου είδους συμπεριφορά και ότι αυτό το κατάλυμα πρέπει να κλείσει αμέσως. Την 14.09.2019, ο εναγόμενος απαντώντας στο ανωτέρω σχόλιο στην αγγλική γλώσσα, έκανε ανάρτηση στην διαδικτυακή πλατφόρμα “…………..” και ανέφερε, προσβάλοντας την τιμή της ενάγουσας, «Ίσως είναι καλύτερα να γυρίσετε στο Μπαλί, καθυστερημένο ζευγάρι». Ο ανωτέρω χαρακτηρισμός που περιέχεται στην επίδικη ανάρτηση του εναγόμενου στην διαδικτυακή πλατφόρμα “………..” είναι απαξιωτικός και προσβλητικός για την ενάγουσα. Πρέπει δε να επισημανθεί ότι η ενάγουσα υπέβαλε ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς την προσκομιζόμενη από 08.10.2019 υπό ΑΒΜ …………. έγκλησή της κατά του εναγόμενου, και ακολούθως ασκήθηκε σε βάρος του τελευταίου ποινική δίωξη για την αξιόποινη πράξη της εξύβρισης, απλής και μέσω διαδικτύου, κατ’ εξακολούθηση, που φέρεται τελεσθείσα την 05.09.2019 και την 14.09.2019, πλην όμως τέθηκε στο αρχείο, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 63 του Ν. 4689/2020, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο αντίγραφο πορείας μήνυσης. Από τα αποδειχθέντα ως άνω πραγματικά περιστατικά προέκυψε ότι ο εναγόμενος προσέβαλε παρανόμως και υπαιτίως το δικαίωμα της ενάγουσας στην προσωπικότητά της, με αδικοπρακτική συμπεριφορά που συνίσταται στην τέλεση σε βάρος αυτής της αξιόποινης πράξης της εξύβρισης, απλής και μέσω διαδικτύου, κατ’ εξακολούθηση. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι κατόπιν της από 18.11.2019 έγκλησης – μήνυσης και της συμπληρωματικής από 28.03.2022 έγκλησης – μήνυσης του εναγόμενου και των γονέων του, ………….. και …………, κατά της ενάγουσας και του συζύγου της ………….., ασκήθηκε σε βάρος του τελευταίου ποινική δίωξη για συκοφαντική δυσφήμηση τελεσθείσα μέσω διαδικτύου, ενώ δυνάμει της υπ’ αριθ. ΑΤ 3059/2023 απόφασης του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, έπαυσε υφ’ όρον η ποινική δίωξη, κατ’ άρθρο 63 του Ν. 4689/2020, για την πράξη της εξύβρισης μέσω διαδικτύου, κατ’ ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό. Αναφορικά με την ενάγουσα εκδόθηκε η προσκομιζόμενη από 06.12.2023 υπ’ αριθ. ……./11.12.2023 Διάταξη, κατ’ άρθρο 51 ΚΠΔ, της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε εν μέρει ως νόμω αβάσιμη η συμπληρωματική από 28.03.2022 έγκληση – μήνυση του εναγόμενου και των γονέων του, ………….. και ……….., κατά της ενάγουσας, για τα αδικήματα της εξύβρισης, της δυσφήμισης ανώνυμης εταιρείας και της ψευδούς καταμήνυσης, ενώ παραπέμφθηκε αυτή να δικασθεί στο αρμόδιο δικαστήριο για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης τελεσθείσας μέσω διαδικτύου κατά συναυτουργία και κατά συρροή. Κατόπιν των αποδειχθέντων ως άνω πραγματικών περιστατικών προέκυψε ότι η ενάγουσα δικαιούται να λάβει χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την παράνομη και υπαίτια προσβολή του δικαιώματος στην προσωπικότητά της, εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγόμενου που συνίσταται στην τέλεση σε βάρος αυτής της αξιόποινης πράξης της εξύβρισης, απλής και μέσω διαδικτύου, κατ’ εξακολούθηση, που συνιστά και αδικοπραξία, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 914 του ΑΚ, αφού προσέβαλε την τιμή της ενάγουσας, με τις ανωτέρω φράσεις, σε ένδειξη πλήρους καταφρόνησης προς το πρόσωπό της. Συνεπώς, η ενάγουσα δικαιούται να λάβει από τον εναγόμενο, ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, εξαιτίας της προσβολής της προσωπικότητάς της, το ποσό των δύο χιλιάδων (2.000,00) ευρώ, το οποίο είναι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, εύλογο και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας, καθώς δεν υπερβαίνει καταφανώς, ούτε υπολείπεται του ποσού που επιδικάζεται συνήθως σε παρόμοιες περιπτώσεις (βλ. ΟλΑΠ 9/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 491/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 531/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 8/2018 ΝΟΜΟΣ), λαμβανομένων υπόψη των κατά νόμο στοιχείων, και ειδικότερα των συνθηκών υπό τις οποίες έλαβε χώρα η προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας, της υπαιτιότητας του εναγόμενου, του είδους και της φύσης της προσβολής της ενάγουσας, της ηλικίας αυτής κατά τον χρόνο της αδικοπραξίας, της ψυχικής ταλαιπωρίας της, σε συνδυασμό με την κοινωνική θέση των εμπλεκόμενων φυσικών προσώπων και την οικονομική τους κατάσταση. Εξάλλου, η εφεσίβλητη – ενάγουσα με τις από 19.02.2025 προτάσεις της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ζήτησε να προβεί το Δικαστήριο τούτο σε αυτεπάγγελτη διαγραφή των περιεχόμενων στο δικόγραφο της από 08.10.2021 έφεσης του εκκαλούντος – εναγόμενου και επικαλούμενων ως ανάρμοστων για την ίδια την εφεσίβλητη – ενάγουσα και τον σύζυγό της φράσεων, και συγκεκριμένα: (α) “με το «ανάστημα» του πρώην γενικού γραμματέα του ΕΟΤ”, (β) “ανεξαρτήτως της αγένειας του ζεύγους …….”, (γ) “για ποιο λόγο τυγχάνει ανάπηρος σε ποσοστό 80% ο σύζυγός της, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με την επιθετική και ανάγωγη συμπεριφορά του”, (δ) “Είχαν αγριέψει οι άνθρωποι, δύστροποι χαρακτήρες, στριμμένοι”, (ε) “Το «εγώ» της εθίγη”, (στ) “Είναι μια άμορφη μάζα που δεν ξέρει τι ζητάει. Απλώθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατόπιν, σαν υγρό” και (ζ) “θα έπρεπε να αναφέρει την οικογενειακή της κατάσταση, την ηλικία και την καταγωγή της, την κατοχή άδειας παραμονής στην Ελλάδα, το γάμο της με τον …………, την τυχόν απόκτηση τέκνων και την οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση”. Επιπλέον με την από 24.02.2025 προσθήκη στις προτάσεις της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η εφεσίβλητη – ενάγουσα ζήτησε να προβεί το Δικαστήριο τούτο σε αυτεπάγγελτη διαγραφή των περιεχόμενων στο δικόγραφο των από 10.01.2025 προτάσεων του εκκαλούντος – εναγόμενου ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και επικαλούμενων ως ανάρμοστων για την ίδια την εφεσίβλητη – ενάγουσα και τον σύζυγό της φράσεων, και συγκεκριμένα: (α) “Η κατ’ έφεσή μας και υπό κρίση σας ένδικη αγωγή σε βάρος μας της ….. συζύγου …………., στην πραγματικότητα υποκρύπτει μια προσχεδιασμένη – στοχευμένη επιχείρηση του ζεύγους …… χρυσοθηρικής επίθεσης με σκοπό να μας πλήξει οικονομικά και να προκαλέσει την οικονομική μας καταστροφή” και (β) “Εν προκειμένω γεννώνται εύλογες απορίες εκ μέρους μας κατά πόσον πίσω από αυτήν τη μεθοδευμένη χρυσοθηρική αγωγή δεν υποκρύπτονται και επίβουλοι δρώντες (ανταγωνιστές ή/και αθρόοι ενδιαφερόμενοι αγοραστές – επενδυτές εάν όχι και παρασκηνιακά υποκινούμενες πολιτικές μεθοδεύσεις)”. Το αίτημα αυτό είναι νόμιμο, στηριζόμενο στην αναφερόμενη στη νομική σκέψη διάταξη του άρθρου 206 του ΚΠολΔ, μόνο κατά το μέρος που οι ανωτέρω φράσεις αφορούν στην ίδια την εφεσίβλητη – ενάγουσα, και όχι στο σύζυγό της (βλ. ΜονΕφΘεσ 2845/2017 ΝΟΜΟΣ), πλην όμως πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο, καθόσον οι ανωτέρω φράσεις, αν και πράγματι ορισμένες από αυτές περιέχουν υπερβολική διατύπωση, εντούτοις δεν αποβλέπουν σε περιφρόνηση και ονειδισμό της εφεσίβλητης – ενάγουσας, αλλά αντιθέτως αποσκοπούν στην υπεράσπιση των συμφερόντων του εκκαλούντος – εναγόμενου, καθώς και στην ανάπτυξη και υποστήριξη των ισχυρισμών του προς αντίκρουση του ορισμένου και της ουσιαστικής βασιμότητας της εναντίον του αγωγής. Τέλος, η εφεσίβλητη – ενάγουσα με τις από 19.02.2025 προτάσεις της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ζήτησε να επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος – εναγόμενου χρηματική ποινή, κατ’ άρθρο 205 του ΚΠολΔ, ισχυριζόμενη ότι άσκησε αόριστο, καταχρηστικό και προφανώς αβάσιμο ένδικο μέσο, που είχε ως αποκλειστικό σκοπό την παρέλκυση της δίκης και την επανάληψη της προσβολής της προσωπικότητάς της. Εντούτοις, η ανωτέρω επικαλούμενη συμπεριφορά του εκκαλούντος – εναγόμενου δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην εκτιθέμενη στη νομική σκέψη διάταξη του άρθρου 205 του ΚΠολΔ, στην οποία επιχειρείται να στηριχθεί το προαναφερθέν αίτημα της εφεσίβλητης – ενάγουσας, αφού δεν προέκυψε ότι ο εκκαλών – εναγόμενος άσκησε προφανώς αβάσιμο ένδικο μέσο, ούτε ότι διεξήγαγε τη δίκη παρελκυστικά ή αντίθετα στα χρηστά ήθη, αντιθέτως δε η κρινόμενη από 08.10.2021 έφεσή του στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 201/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην του ιδίου, και ως εκ τούτου λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, με συνέπεια την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, χωρίς έρευνα των λόγων της, και την παροχή της δυνατότητας στον εκκαλούντα – εναγόμενο να προβάλει με το δικόγραφο αυτής και τις προτάσεις του, όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως, επανορθώνοντας, με την κρινόμενη έφεσή του, τις συνέπειες που επέφερε η απουσία του πρωτοδίκως. Συνεπώς, δεν συντρέχει περίπτωση επιβολής χρηματικής ποινής σε βάρος του εκκαλούντος – εναγόμενου και το σχετικό αίτημα της εφεσίβλητης – ενάγουσας κρίνεται απορριπτέο.

Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των δύο χιλιάδων (2.000,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Επίσης, δεδομένου ότι η υπ’ αριθ. 51/2023 μη οριστική απόφαση αυτού του Δικαστηρίου δεν αποφάνθηκε περί του παράβολου της έφεσης, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης στον εκκαλούντα – εναγόμενο. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί ο εκκαλών – εναγόμενος σε μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης – ενάγουσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, λόγω της εν μέρει νίκης της (άρθρα 183 και 178 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 08.10.2021 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 201/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην του εναγόμενου, κατά την τακτική διαδικασία.

Απορρίπτει ότι στο σκεπτικό κρίθηκε ως απορριπτέο.

Δέχεται εν μέρει την από 15.10.2019 και με αριθμό κατάθεσης γενικό ……./2019 και ειδικό …./2019 αγωγή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των δύο χιλιάδων (2.000,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση.

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα – εναγόμενο του παράβολου που κατατέθηκε στην Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με το υπ’ αριθ. ……………/2021 ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα – εναγόμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης  – ενάγουσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 13.05.2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ