Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 356/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

4ο ΤΜΗΜΑ

Αριθμός αποφάσεως  356 /2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Βασιλική Παπιγκιώτη, Εφέτη, την οποία όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Ε.Δ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την …………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της εκκαλούσας: Εταιρίας με την επωνυμία «……………» (ή ……….), με Α.Φ.Μ. ………, που εδρεύει στη ……… Αττικής (……….) και εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της εδρεύουσας στο ………. Ιρλανδίας εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…………», που εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Βαγενά, συνεργάτη της δικηγορικής εταιρίας με την επωνυμία «Εταιρεία Δικηγόρων Ε. Τζαννίνη & Συνεργάτες».

Του εφεσίβλητου: ……….  που εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μάριο Βουρίκη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Ο ανακόπτων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 4-10-2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2023 ανακοπή του ζητώντας τα διαλαμβανόμενα σε αυτή. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 581/2024 απόφαση, με την οποία δέχτηκε την ανακοπή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε η καθής η ανακοπή, με την από 14-3-2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά ……./2024 έφεσή της (αριθμός κατάθεσης δικογράφου και προσδιορισμού δικασίμου ενώπιον του Εφετείου Πειραιά, …………./2024), δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις της, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσίβλητου δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσε προτάσεις, με τις οποίες ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 14-3-2024 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2024 και Ε.Α.Κ. …./2024 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2024 και Ε.Α.Κ. …/2024) έφεση της εκκαλούσας προς εξαφάνιση της υπ’ αριθμ. 581/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), που δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την από 4-10-2023 ανακοπή του εφεσίβλητου προς ακύρωση: α) της επιταγής προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της υπ’ αριθ…. /2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 11-7-2023, και β) της υπ’ αριθμ. …../21-7-2023 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης οριζόντιας ιδιοκτησίας της δικαστικής επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……………, δυνάμει της οποίας η καθής επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση επί ενός ακινήτου, κυριότητας του ανακόπτοντος, δέχτηκε αυτή και ακύρωσε τις παραπάνω πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ, στις 15-3-2024 και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης στην εκκαλούσα (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ – βλ. προσκομιζόμενο από την εκκαλούσα αντίγραφο της εκκαλουμένης με την από 26-2-2024 επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας ………). Επομένως, η έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 περ.1 ΚΠολΔ, εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου για να συζητηθεί με την ίδια ως πρωτοδίκως ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών κατ’ άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατ’ άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ. Για το παραδεκτό του ένδικου μέσου κατατέθηκε από την εκκαλούσα κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 Α στοιχ.β’ ΚΠολΔ, το με κωδικό ……………. e-παράβολο του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένα στο εφετήριο αντίγραφο του e- παράβολου και την από 13-3-2024 απόδειξη πληρωμής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε.).

Με την ως άνω ένδικη ανακοπή του ο ανακόπτων (ήδη εφεσίβλητος) ζητεί, για τους προβαλλόμενους με το δικόγραφο λόγους να ακυρωθούν: α) Η επιταγή προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της υπ’ αριθμ. …/2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και επιδόθηκε στον ανακόπτοντα την 11-7-2023, και β) Η υπ’ αριθμ. …./21-7-2023 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης οριζόντιας ιδιοκτησίας της δικαστικής επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών …………, δυνάμει της οποίας η καθής επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση επί ενός ακινήτου, κυριότητας του ανακόπτοντος. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, δέχθηκε τυπικά την ανακοπή, καθώς και τον τέταρτο λόγο αυτής και ακύρωσε τις προσβαλλόμενες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης (απέρριψε δε τους τρεις πρώτους λόγους ανακοπής και ειδικότερα τον πρώτο και τον τρίτο λόγο ως μη νόμιμους και τον δεύτερο ως ουσιαστικά αβάσιμο). Ήδη, με την υπό κρίση έφεση της η καθής η ανακοπή παραπονείται ότι εσφαλμένα, αναιτιολόγητα και μη νόμιμα έγινε δεκτός από την εκκαλουμένη ο τέταρτος λόγος ανακοπής, ερειδόμενος  στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, επί τω τέλει όπως απορριφθεί εξ ολοκλήρου η ένδικη ανακοπή και να επικυρωθεί η υπ’ αριθμ. ……./21-7-2023 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης οριζόντιας ιδιοκτησίας της δικαστικής επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών …………… Τέλος ζητεί να καταδικασθεί ο εφεσίβλητος στο σύνολο της δικαστικής του δαπάνης για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας.

Με τον πρώτο λόγιο της έφεσής της η εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 281 ΑΚ, διότι ο σχετικός λόγος της ανακοπής, όπως προβλήθηκε, τυγχάνει αόριστος. Ειδικότερα, η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι δεν αναφέρεται στο δικόγραφο της ανακοπής, η συμπεριφορά της ή η υφιστάμενη πραγματική κατάσταση, η οποία δημιούργησε στον ανακόπτοντα την εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει τα δικαιώματά της, καθώς, επίσης, δεν αναφέρεται η βλάβη που υπέστη ο ανακόπτων. Ο λόγος αυτός της έφεσης τυγχάνει απορριπτέος, καθότι στο δικόγραφο αναφέρεται ειδικά και συγκεκριμένα για ποιους λόγους ο  ανακόπτων θεωρούσε ότι η καθής η ανακοπή δεν θα επισπεύσει εις βάρος του τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης.  Επιπλέον, γίνεται λόγος στην ένδικη ανακοπή και για τη βλάβη που θα υποστεί ο ανακόπτων, καθότι το ακίνητο για το οποία επισπεύδεται η αναγκαστική κατάσχεση αποτελεί το μοναδικό περιουσιακό του στοιχείο.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281ΑΚ, 116 και 933 ΚΠολΔ, 20 παρ. 1 και 25 παρ. 3 του Συντάγματος συνάγεται ότι άσκηση ουσιαστικού δικαιώματος, που ανήκει στο δημόσιο δίκαιο, αποτελεί και η μέσω αναγκαστικής εκτέλεσης πραγμάτωση της απαίτησης του δανειστή. Επομένως, λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ μπορεί να αποτελέσει και η αντίθεση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης στα αντικειμενικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ και η εντεύθεν ακυρότητα της εκτέλεσης, ήτοι και όταν υφίσταται προφανής δυσαναλογία μεταξύ του χρησιμοποιούμενου μέσου και του επιδιωκόμενου σκοπού, ασκούμενου του σχετικού δικονομικού δικαιώματος με κακοβουλία, κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη ή την καλή πίστη (ΑΠ 724/2017, ΑΠ 893/2008 www.areiospagos.gr). Περαιτέρω, οι πράξεις του υπόχρεου και η διαμορφωθείσα υπέρ αυτού κατάσταση πραγμάτων, είναι αναγκαίο να τελούν σε αιτιώδη σχέση προς την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου, αφού, κατά τους κανόνες της καλής πίστης, τις συνέπειες που απορρέουν από πράξεις άσχετες προς αυτή τη συμπεριφορά δεν συγχωρείται να επικαλεσθεί ο υπόχρεος προς απόκρουση του δικαιώματος (Ολ. ΑΠ 62/1990, ΑΠ 563/2003 ΤΝΠ Νόμος). Μόνο το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και μεγάλη, στον οφειλέτη δεν μπορεί να αποτελέσει κατάχρηση δικαιώματος κατ` άρθρου 281 ΑΚ, παρά μόνον αν τούτο μπορεί να συνδυασθεί και με άλλες περιπτώσεις. ως λ,χ. όταν ο δανειστής δεν έχει συμφέρον στην άσκηση του δικαιώματος, Έλλειψη όμως συμφέροντος δεν μπορεί να υπάρχει όταν ο δανειστής, όπως έχει δικαίωμα από τη σύμβαση, αποφασίζει να εισπράξει την απαίτησή του, διότι τούτο αποτελεί δικαίωμα συνυφασμένο με τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας (διαχειρίσεως) αυτός μπορεί να αποφασίζει, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει υπέρβαση και δη προφανής των αρχών της καλής πίστεως, των χρηστών ηθών και του οικονομικού και κοινωνικού σκοπού του δικαιώματος (Ολ. ΑΠ 5/2011, ΑΠ 1202/2018, ΑΠ 535/2015, ΑΠ 91/2011, ΑΠ 823/2010 www.areiospagos.gr).

Με τον δεύτερο λόγο της έφεσής της η εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 281 ΑΚ και κακή εκτίμηση των αποδείξεων από την εκκαλουμένη. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ο ως άνω τέταρτος λόγος ανακοπής είναι νόμιμος. Ειδικότερα, από όλα τα έγγραφα που προσάγουν με επίκληση οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……/2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε επί της από 3-6-2014 αίτησης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………..», ο ανακόπτων και η μη διάδικος στην παρούσα δίκη . …. υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην παραπάνω τράπεζα, εις ολόκληρον ο καθένας, το ποσό των 58.853,45 ευρώ, έντοκα με το ισχύον συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας και με εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων από 7-9-2013, για απαίτηση που πηγάζει από την υπ’ αριθμ. ……./17-3-2003 σύμβαση στεγαστικού δανείου, που καταρτίσθηκε μεταξύ της τράπεζας και του ανακόπτοντος, με την εγγύηση υπέρ του δανειολήπτη της παραπάνω μη διαδίκου, καθώς και το ποσό των 1.000 ευρώ για δικαστικά έξοδα έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Ακριβές αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της παραπάνω διαταγής πληρωμής, με την από 7-7-2014 επιταγή προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από αυτό, επιδόθηκε για πρώτη φορά στον ανακόπτοντα, με επιμέλεια της παραπάνω τράπεζας, στις 10-7-2014, όπως τούτο αποδεικνύεται από την υπ’ αριθμ. ……. Δ/10-7-2014 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου Αθηνών …………… Στη συνέχεια, στις 11-7-2023 η καθής η ανακοπή – εταιρία με την επωνυμία «……………….», ενεργώντας με την ιδιότητα της διαχειρίστριας των απαιτήσεων που μεταβιβάσθηκαν λόγω τιτλοποίησης δυνάμει της από 30-4-2020 σύμβασης πώλησης και διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων από την αρχική δανείστρια τράπεζα στην εδρεύουσα στο ……. Ιρλανδίας εταιρία με την επωνυμία «……………….», επέδωσε στον ανακόπτοντα για δεύτερη φορά ακριβές αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της παραπάνω διαταγής πληρωμής, με την από 6-7-2023 συμπροσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτω από αυτό. Με την παραπάνω επιταγή προς πληρωμή η καθής επέταξε τον ανακόπτοντα να της καταβάλει: α) για επιδικασθέν κεφάλαιο 58.853,45 ευρώ, εντόκως, με το ισχύον συμβατικό επιτόκιο και με εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων από την 7-9-2013 μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, β) για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη 1.000 ευρώ, γ) για απόγραφο, αντίγραφο τέλη απογράφου 6 ευρώ, δ) για σύνταξη και χαρτοσήμανση της πρώτης επιταγής 200 ευρώ, ε) για δαπάνη επίδοσης της πρώτης επιταγής 60 ευρώ, και στ) για δαπάνη επίδοσης της παρούσας επιταγής 40 ευρώ, και συνολικά το ποσό των 60.159,45 ευρώ, εντόκως, με το συμβατικό ονομαστικό επιτόκιο υπερημερίας ως προς το υπό στοιχείο α’ κονδύλιο, και με το νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας ως προς τα υπό στοιχεία β’, γ’, δ’, ε’ και στ’ κονδύλια, από την επίδοση της επιταγής μέχρι την εξόφληση. Ακολούθως, με βάση την παραπάνω επιταγή προς πληρωμή και δυνάμει της συμπροσβαλλόμενης υπ’ αριθμ. ………./21-7-2023 κατασχετήριας έκθεσης της δικαστικής επιμελήτριας ……… η καθής επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση για το ποσό των 50.000 ευρώ, που αποτελεί μέρος του επιδικασθέντος κεφαλαίου, επί της με ΚΑΕΚ ……….. οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος, κυριότητας του ανακόπτοντος, που βρίσκεται επί της οδού ……. στη ………….. Αττικής και περιγράφεται στην παραπάνω κατασχετήρια έκθεση. Ο πλειστηριασμός του κατασχεθέντος ακινήτου, το οποίο εκτιμήθηκε σε 68.000 ευρώ, προσδιορίστηκε να διενεργηθεί από την συμβολαιογράφο Αθηνών ………… την 6-3-2024. Περαιτέρω, μετά την ως άνω πρώτη επίδοση της διαταγής πληρωμής μεταξύ της αρχικής δανείστριας τράπεζας και των καθών η διαταγή πληρωμής καταρτίσθηκε η από 19-5-2015 πρόσθετη πράξη της αρχικής δανειακής σύμβασης, με την οποία, αφενός οι καθών η διαταγή πληρωμής αναγνώρισαν ότι η οφειλή από τη δανειακή σύμβαση ανερχόταν τότε σε 66.277,08 ευρώ, πλέον δεδουλευμένων τόκων από την τελευταία ημερομηνία εκτοκισμού, αφετέρου οι συμβαλλόμενοι συμφώνησαν τη ρύθμιση της εν λόγω οφειλής και την αποπληρωμή της σε 180 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις, με ημερομηνία πρώτης καταβολής την 1-6-2015, με συμφωνηθέν επιτόκιο Euribor τριμήνου, πλέον περιθωρίου 3,5% και της εκάστοτε ισχύουσας εισφοράς του ν. 128/1975. Ακολούθως, μεταξύ της αρχικής δανείστριας τράπεζας και του ανακόπτοντος καταρτίσθηκε η από 29-9-2017 έγγραφη συμφωνία, με την οποία, αφενός ο παραπάνω αναγνώρισε ότι η οφειλή του από τη δανειακή σύμβαση ανερχόταν την παραπάνω ημερομηνία σε 69.671,50 ευρώ, πλέον δεδουλευμένων τόκων από την τελευταία ημερομηνία εκτοκισμού, αφετέρου μεταξύ των συμβαλλομένων συμφωνήθηκε η αποπληρωμή της οφειλής σε 151 μηνιαίες δόσεις, με έναρξη καταβολής την 1-11-2017, σύμφωνα με τους όρους που διαλαμβάνονται στο συμφωνητικό. Στη συνέχεια, μεταξύ της αρχικής δανείστριας τράπεζας και των καθών η διαταγή πληρωμής καταρτίσθηκε η από 1-3-2019 συμφωνία όρων εξόφλησης οφειλής, δυνάμει της οποίας, αφενός οι συνοφειλέτες αναγνώρισαν ότι η οφειλή από τη δανειακή σύμβαση ανερχόταν την 15-2-2019 σε 69.583,20 ευρώ, το οποίο αποτελούσε το κατά την παραπάνω ημερομηνία χρεωστικό υπόλοιπο του υπ’ αριθ. ……………. τηρούμενου λογαριασμού, αφετέρου συμφωνήθηκε η αποπληρωμή της οφειλής, σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στους όρους ΔΙ έως ΔΙΙΙ του παραρτήματος του εν λόγω συμφωνητικού. Ειδικότερα, με την ως άνω ρύθμιση, με συνολική διάρκεια 336 μήνες, συμφωνήθηκε ότι για τους πρώτους 36 μήνες το ποσό της μηνιαίας δόσης θα ανέρχεται στα 70,13 ευρώ. Κατόπιν δε, η δόση θα αναπροσαρμόζονταν στο ποσό των 192,44 ευρώ, η οποία θα λαμβάνει προσαύξηση 28,87 ευρώ κάθε 36 μήνες. Από την προσκομισθείσα από τη εκκαλούσα κίνηση του επίδικου λογαριασμού, προκύπτει ότι, μετά τη λήξη των 36 πρώτων μηνών, ο ανακόπτων – εφεσίβλητος, δεν κατέβαλλε το συμφωνηθέν ποσό των 192,44 ευρώ, ως υποχρεούνταν, προχωρούσε δε άτακτες, ανά διαστήματα, καταβολές, με αποτέλεσμα να προκύψει ληξιπρόθεσμη οφειλή άνω των 90 ημερών, η οποία δεν έχει έως και σήμερα τακτοποιηθεί. Συγκεκριμένα, κατά τον χρόνο που επιβλήθηκε η αναγκαστική κατάσχεση (Ιούλιος 2023), το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο ανέρχονταν στο ποσό των 66.881,64 ευρώ, ενώ στη συνέχεια, στις 13-7-2024, η οφειλή ανέρχονταν σε ποσό κεφαλαίου 66.411,05, πλέον τόκων επί ενήμερου και ληξιπρόθεσμου κεφαλαίου 6.629,39 ευρώ, ήτοι σύνολο οφειλής 73.151,24 ευρώ. Συνεπώς, ο ανακόπτων – εφεσίβλητος δεν τήρησε τους όρους της από 1-3-2019 συμφωνίας όρων εξόφλησης οφειλής, στον όρο 8.3 της οποίας αναφέρεται: «Σε περίπτωση καθυστερήσεως πληρωμής οποιουδήποτε οφειλομένου, από τη Συμφωνία μετά του Παραρτήματός της, ποσού, για χρονικό διάστημα άνω των ενενήντα (90) ημερών, για οποιοδήποτε λόγο, παύουν να ισχύουν οι ευνοϊκές συμφωνίες του Παραρτήματος και η Τράπεζα δικαιούται να καταγγείλει τη Σύμβαση μετά της Συμφωνίας και του Παραρτήματός της, άλλως εφόσον η Σύμβαση έχει καταγγελθεί, παύει αυτοδίκαια η ισχύς της Συμφωνίας μετά του Παραρτήματός της. Στις ανωτέρω περιπτώσεις, το συνολικό οφειλόμενο ποσό εκτοκίζεται αυτοδίκαια με επιτόκιο υπερημερίας (8.1) και η Τράπεζα δικαιούται να προβεί, σε οιαδήποτε ενέργεια για την είσπραξη του συνόλου της ανεξόφλητης Οφειλής». Από τα ανωτέρω αναφερόμενα ουδόλως προκύπτει καταχρηστική συμπεριφορά της εκκαλούσας, αφού, ουδόλως δόθηκε η εντύπωση εκ μέρους της, ότι μετά την κατάρτιση της από 1-3-2019 συμφωνίας, επίκειται να σταματήσει την περαιτέρω διαδικασία. Αντιθέτως, η εκκαλούσα μερίμνησε με σαφείς όρους να καταστήσει απόλυτα αντιληπτό, ότι θα κινούσε διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης για την ικανοποίηση της απαίτησής της. Επιπλέον, μόνο το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και μεγάλη, στον ανακόπτοντα – εφεσίβλητο, καθώς το ακίνητο στο οποίο επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, αποτελεί το μοναδικό του περιουσιακό στοιχείο, δεν μπορεί να αποτελέσει κατάχρηση δικαιώματος, καθώς δεν συνδυάζεται και με άλλα στοιχεία. Ακόμη, η συμπεριφορά της καθής  η ανακοπή- εκκαλούσας δεν αντιβαίνει στην καλή πίστη και στα χρηστά συναλλακτικά ήθη, διότι, όπως προαναφέρθηκε, δεν δημιούργησε την «απόλυτη πεποίθηση» ότι δεν θα ασκήσει το δικαίωμά της.  Αντίθετα, με την υπογραφή της πιο πάνω συμφωνίας παρείχε στον ανακόπτοντα το χρονικό περιθώριο να αποπληρώσει την οφειλή του, πλην όμως αυτός δεν τήρησε τους όρους της συμφωνίας. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο σχετικός λόγος έφεσης και, συνακόλουθα, η εκκαλουμένη, που εσφαλμένα δέχθηκε ως βάσιμο τον παραπάνω λόγο ανακοπής ως βάσιμο κατ’ ουσίαν αντί να τον απορρίψει, εσφαλμένα εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει αυτή να εξαφανιστεί. Η δε ανακοπή, αφού κρατηθεί για να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο και δη ως προς τον τέταρτο λόγο της, δοθέντος ότι οι λοιποί της λόγοι είχαν ήδη απορριφθεί από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, πρέπει να απορριφθεί. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εφεσίβλητος στα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (176, 183, 191 ΚΠολΔ) κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό και να επιστραφεί στην εκκαλούσα το καταβληθέν παράβολο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 14-3-2024 έφεση.

Δέχεται αυτή τυπικά και κατ’ ουσίαν.

Διατάσσει την επιστροφή του κατατεθέντος παράβολου στην εκκαλούσα.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 581/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά το μέρος που προσβάλλεται, ήτοι κατά τον τέταρτο λόγο της ανακοπής.

Κρατεί και δικάζει κατά το μέρος αυτό την ανακοπή.

Απορρίπτει την ανακοπή και ως προς τον λόγο αυτόν.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του ανακόπτοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

Kρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στον Πειραιά, στις   3 Ιουνίου 2025.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                             H ΓPAMMATEAΣ