Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 357/2025

Αριθμός    357 /2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  4ο  

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….» και τον διακριτικό τίτλο «………….», η οποία εδρεύει στο …. Αττικής, με ΑΦΜ …….. Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιά και με αριθ. ΓΕΜΗ ….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τον νόμο 4354/2015, δυνάμει της με αριθ. 220/1/13.03.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων [υπ’ αριθ. 880/16.3.2017 ΦΕΚ (τ. Β’)], ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………….» (……………), που εδρεύει στο ………, Ιρλανδία, με αριθμό μητρώου ……….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα. Η ανωτέρω εταιρεία ειδικού σκοπού, κατέστη ειδική διάδοχος της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας υπό την επωνυμία «………….» και το διακριτικό τίτλο «………….» (ΑΦΜ ……….. ΔΟΥ ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ), κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις Ν. 3156/2003. Μεταγενέστερα, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία υπό την επωνυμία «……………..» και το διακριτικό τίτλο «………..», που εδρεύει στην Αθήνα, με ΑΦΜ ………., Δ.Ο.Υ ΦΑΕ Αθηνών και με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ………., όπως νομίμως εκπροσωπείται κατέστη καθολική διάδοχος της παραπάνω πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας υπό την επωνυμία «…………….» και το διακριτικό τίτλο «……………» λόγω διασπάσεως της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της ως άνω νέας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας (άρθρο 16 ν. 2515/1997 και άρθρα 57 παρ. 3 και 59-74 του ν. 4601/2019- υπ’ αριθ. 31907 και 31909/20.03.2020 Ανακοινώσεις Γ.Ε.ΜΗ), η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Κωνσταντίνα Κόκκαλη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……….., 2) …………. και 3) …………., οι οποίοι άπαντες (1-3), δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Οι εφεσίβλητοι κατέθεσαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 1.11.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2023) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ  909/2024  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την ανακοπή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  η καθ΄ ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα με την από  19.4.2024 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………./2024 -ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………./2024) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Ι. Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 909/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με την παρουσία των διαδίκων, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 παρ. 2),καθόσον δεν προέκυψε επίδοση της εκκαλουμένης (δεν προσκομίζεται επιδοθέν αντίγραφο αυτής με σχετική επισημείωση δικαστικού επιμελητή), ενώ κατατέθηκε και το σχετικό νόμιμο παράβολο (άρθρο 495 παρ.4 ΚΠολΔ) (……………../ 2024). Πρέπει, συνεπώς να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ώστε να κριθεί το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 532, 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), ερήμην των εφεσιβλήτων, οι οποίοι, αν και κλήθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως για την  προαναφερόμενη  δικάσιμο  (βλ. τις υπ’ αριθμ. ….., ….. και …./29-4-2025  εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, ……….), δεν εμφανίστηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου. Το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, δεδομένου ότι προσκομίστηκαν το εισαγωγικό δικόγραφο (ανακοπή), οι πρωτοδίκως κατατεθείσες προτάσεις των εφεσιβλήτων καθώς και τα πρακτικά συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρο 524 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ).

ΙΙ. Με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης   ………../2023  ανακοπή  οι ανακόπτοντες και ήδη εφεσίβλητοι ζητούσαν για τους ειδικότερα αναφερόμενους λόγους, την ακύρωση της με αριθμό  …./11-10-2023  έκθεσης κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς, …. …… Επ’αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη οριστική απόφασή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που την έκανε δεκτή ως προς τον πρώτο και τρίτο λόγο της, για έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης της επισπεύδουσας την εκτέλεση, καθής η ανακοπή, επειδή δεν αποδείχθηκε  η ιδιότητα της  ως διαχειρίστρια της ένδικης απαίτησης. Η τελευταία με την κρινόμενη έφεση της παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε η ανακοπή  να απορριφθεί στο σύνολο της.

ΙΙΙ.  Από τα νομίμως προσκομιζόμενα έγγραφα προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Με την με αριθμό …./2015 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατόπιν αιτήσεως της τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………..» σε βάρος των εφεσιβλήτων, αυτοί διατάσσονται να της καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον το συνολικό ποσό των 407.749,76 ευρώ, πλέον συμβατικών τόκων υπερημερίας από 4-10-2014, των τόκων κεφαλαιοποιούμενων και ανατοκιζόμενων ανα εξάμηνο, και πλέον εισφοράς ν. 128/1975, για οφειλή απορρέουσα από την με αριθμό ……/1997 σύμβαση πίστωσης μεταξύ της ως άνω τράπεζας και της εταιρίας με την επωνυμία «……….», για την οποία εγγυήθηκαν. Ακολούθως, η απαίτηση αυτή μεταβιβάστηκε μαζί με άλλες λόγω τιτλοποίησης στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……….» (…………….), σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, δυνάμει της από 24.06.2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε αυθημερόν στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο …. με αυξ. αριθμό ……. και έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου ……/24.06.2019 (άρθρο 10 παρ. 8 του ν. 3156/2003) (βλ. και  το συναφές απόσπασμα εκ του Παραρτήματος που έχει επισυναφθεί στην ως άνω περίληψη  σελίδες 449 και 450), ενώ με σύμβαση διαχείρισης, που καταρτίστηκε την ίδια ημέρα μεταξύ της  αποκτώσας αλλοδαπής εταιρίας και της  τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………..», περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε νόμιμα με αριθ. πρωτ. …./24.06.2019 στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον Τόμο ….. με αυξ. αριθ. …., ανατέθηκε στην τελευταία η διαχείριση των μεταβιβασθέντων απαιτήσεων (άρθρο 10 παράγραφοι 14, 15 του Ν. 3156/2003).  Στη συνέχεια, στις 20.03.2020 η τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «……………..», υποκαταστάθηκε ως καθολική διάδοχος σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της ως άνω διαχειρίστριας τράπεζας, η δε μεταβολή στο πρόσωπο της αυτής (διαχειρίστριας) λόγω διάσπασης και σύστασης νέου πιστωτικού ιδρύματος καταχωρήθηκε την 29.04.2020 με αριθμό πρωτοκόλλου …../29.04.2020 στο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τ….,  αριθμό ….). Περαιτέρω, την 30.03.2020 διαχειριστής των ως άνω τιτλοποιημένων απαιτήσεων κατέστη η εταιρία με την επωνυμία «……………», λόγω μεταβίβασης της επιχείρησης στις 30-3-2020,  και η μεταβολή αυτή στο πρόσωπο του διαχειριστή καταχωρήθηκε την 29.04.2020 με αριθμό πρωτοκόλλου …./29.04.2020 στο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τόμο …,  αριθμό ….),  η επωνυμία δε της τελευταίας  τροποποιήθηκε σε «……..» μετά την τροποποίηση του καταστατικού της, και καταχωρήθηκε  σχετικώς η μεταβολή αυτή στο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τόμο …., αριθμό …),  με αριθμό πρωτοκόλλου ……/25.06.2020. Τέλος, στις 8.11.2022  συνήφθη μεταξύ της ως άνω αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού και της εκκαλούσας, διαχειρίστριας των απαιτήσεων της, Σύμβαση Συμπλήρωσης, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε νόμιμα αυθημερόν  στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθ. πρωτ. …/08.11.2022 (Τόμο …, αριθ. ….), με την οποία συμπληρώθηκε το υπ’ αριθ. πρωτ. …/29.04.2019 Έντυπο Δημοσίευσης της από 24.06.2019 Σύμβασης Διαχείρισης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, καταχωρηθέν στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο … και αριθμό …., και εξειδικεύτηκαν οι υπό διαχείριση απαιτήσεις, ως οι ανήκουσες στο χαρτοφυλάκιο που μεταβιβάστηκε στην πρώτη εξ αυτών με την από 24-6-2019 σύμβαση πώλησης, οι οποίες περιέχονται στο συνημμένο στη με αριθμό πρωτ. …../24-6-2019 δημοσιευθείσα περίληψη της παράρτημα, στις οποίες, όπως προαναφέρθηκε, περιλαμβάνεται και η επίδικη απαίτηση. Ακολούθως, η νόμιμη διαχειρίστρια αυτής, εκκαλούσα, επέδωσε στους εφεσίβλητους την από 16-3-2023 επιταγή   προς πληρωμή, που συνετάγη παραπόδας του αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής, με την οποία τους επέτασσε στην καταβολή του ποσού της, 407.749,76 ευρώ πλέον συμβατικών τόκων υπερημερίας από 4-10-2014, των τόκων κεφαλαιοποιούμενων και ανατοκιζόμενων ανα εξάμηνο, και πλέον εισφοράς ν. 128/1975, καθώς και 8.040 ευρώ, για επιδικασθείσα με αυτήν δικαστική δαπάνη, 5 ευρώ για έξοδα αντιγράφου απογράφου, 100 ευρώ και 50 ευρώ για σύνταξη της επιταγής και επίδοσης αυτής, πλέον νομίμων τόκων υπερημερίας από την επομένη της επίδοσης, ενώ στη συνέχεια, με την από 10-6-2023 έγγραφη εντολή του πληρεξουσίου της δικηγόρου, …………., προέβη στην κατάσχεση με τη προσβαλλόμενη  έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας των εφεσιβλήτων,  για  ποσό 200.000 ευρώ (ως μέρος του κεφαλαίου, προς περιορισμό των εξόδων της εκτέλεσης) και δη των οριζόντιων ιδιοκτησιών με στοιχεία Α-1, Γ-1, Δ-1,  Ε-1 σε οικοδομή στο Δήμο Πειραιά (οδός …………..), και ΗΜ/6, σε οικοδομή στον Πειραιά΄(οδός .. ……….), που ανήκουν κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 50% άπασες στην πρώτη εφεσίβλητη και εκ των λοιπών, η με στοιχεία Α-1 κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 50% στον δεύτερο εφεσίβλητο και οι υπόλοιπες κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 50% στην τρίτη εφεσίβλητη. Από τα προαναφερθέντα προκύπτει αναντίρρητα ότι η εκκαλούσα κατά τον χρόνο επιβολής της επίδικης κατάσχεσης είχε την ενεργητική προς τούτο νομιμοποίηση, ως νόμιμη διαχειρίστρια της απαίτησης, και τα όσα περί του αντιθέτου διατείνονται οι εφεσίβλητοι με τους πρώτο και τρίτο λόγο της ανακοπής τους είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατόπιν τούτου, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκανε αυτούς δεκτούς ως ουσιαστικά βάσιμους κατά το αντίστοιχο μέρος τους έσφαλε κατα την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εκτίμησε πλημμελώς τις αποδείξεις και ο λόγος της έφεσης, πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος. Συνακόλουθα, μετά την ουσιαστική παραδοχή της εφέσεως πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και το Δικαστήριο τούτο να κρατήσει και να δικάσει την υπόθεση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λοιπών λόγων της ανακοπής, που δεν εξετάστηκαν από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.

IV. Με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής οι ανακόπτοντες-εφεσίβλητοι διατείνονται, ότι στο αντίγραφο της προσβαλλόμενης κατασχετήριας έκθεσης, που τους επιδόθηκε, δεν έχει τεθεί η υπογραφή της μάρτυρος, με συνέπεια αυτή να πάσχει ακυρότητας. Εν προκειμένω, όπως προέκυψε, αυτό αποτελεί πιστό αντίγραφο (φέρον υπογραφή και σφραγίδα του δικαστικού επιμελητή) του πρωτοτύπου της κατασχετήριας έκθεσης, όπου αναφέρεται ρητώς ότι «αντίγραφα της παρούσας θα κοινοποιηθούν όταν και όπου ορίζεται από το νόμο. Σε ένδειξη όλων των παραπάνω συντάχθηκε η παρούσα έκθεση, διαβάστηκε, βεβαιώθηκε το περιεχόμενο της και υπογράφεται νόμιμα, όπως ακολουθεί. Η μάρτυρας . ………, ο επι της εκτελέσεως Δικαστικός Επιμελητής …………». Κατόπιν τούτου, καθόσον η κατασχετήρια έκθεση έχει υπογραφεί νόμιμα, ο λόγος της ανακοπής πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

V. Με τον πρώτο και τρίτο λόγο, κατά το μέρος που δεν ερευνήθηκαν από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, οι ανακόπτοντες-εφεσίβλητοι αρνούνται την πληρεξουσιότητα του δικηγόρου, που υπογράφει την επιταγή προς πληρωμή καθώς και την από 10-6-2023 έγγραφη εντολή προς τον δικαστικό επιμελητή για την επιβολή της κατάσχεσης, καθόσον δεν συγκοινοποιήθηκε σε αυτούς κατ’ άρθρο 925 ΚΠολΔ, σχετικό πληρεξούσιο έγγραφο της εκκαλούσας. Και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του, διότι ο υπογράφων την επιταγή προς πληρωμή καθώς και την εντολή για επιβολή της επίδικης κατάσχεσης, δικηγόρος …….., ενήργησε κατόπιν ειδική πληρεξουσιότητας που του χορηγήθηκε από την εκκαλούσα με το με αριθμό …………./31-8-2022 ειδικό πληρεξούσιο της συμβολαιογράφου Αθήνας, ………., που προσκομίζεται νόμιμα, το οποίο δεν ήταν αναγκαίο να συγκοινοποιηθεί στους ανακόπτοντες- εκκαλούντες με τα νομιμοποιητικά αυτής έγγραφα κατ’ άρθρο 925 ΚΠολΔ, ούτε εξάλλου αυτοί υπέστησαν κάποια δικονομική βλάβη απο το γεγονός αυτό. Ομοίως, απορριπτέες είναι και οι αιτιάσεις που περιέχονται τον πρώτο και τρίτο λόγο της ανακοπής, επειδή δεν αναφέρεται στις περιλήψεις των συμβάσεων μεταβίβασης και διαχείρισης της απαίτησης το ποσό του τιμήματος αγοράς και το ποσό της αμοιβής διαχείρισης αντίστοιχα, καθώς και οι πράξεις διαχείρισης που ανατίθενται στην εκκαλούσα. Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από τις ως άνω περιλήψεις των συμβάσεων μεταβίβασης  και διαχείρισης της επίδικης απαίτησης,  σε αυτές αναγράφεται το νόμισμα του τιμήματος πώλησης και της αμοιβής διαχείρισης, ενώ  για το ποσό τους γίνεται παραπομπή στα αντίστοιχα άρθρα των συμβάσεων πώλησης και διαχείρισης, όπου προβλέπονται συγκεκριμένα. Ειδικότερος δε προσδιορισμός αυτών (ποσών) στις ως άνω περιλήψεις δεν είναι αναγκαίο προαπαιτούμενο για την εγκυρότητα τους, δεδομένου ότι αυτά αφορούν τους συναλλαχθέντες στις αντίστοιχες συμβάσεις (ΜΕφΠειρ23/2025 ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς). Τέλος, στην παράγραφο δ‘ των ως άνω συμβάσεων διαχείρισης προβλέπονται οι εξουσίες του διαχειριστή, ως όλες οι υπηρεσίες είσπραξης και εν γένει διαχείρισης των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων.

VI. Τέλος, με τον τέταρτο και τελευταίο λόγο της ανακοπής, οι ανακόπτοντες -εφεσίβλητοι διατείνονται ότι η σε βάρος τους κατάσχεση είναι καταχρηστική, διότι αφενός, η εκκαλούσα αρνήθηκε να συμπράξει στην προσπάθεια εξωδικαστικής ρύθμισης των οφειλών τους και αφετέρου, η συνολική αξία των ακινήτων που κατάσχεσε ανέρχεται στο ποσό των 517.200 ευρώ, και υπερβαίνει κατά πολύ το ποσό της οφειλής τους. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος καταρχήν ως αόριστος κατά το πρώτο σκέλος του, διότι δεν εξειδικεύεται η καταχρηστική συμπεριφορά της εκκαλούσας και δη δεν αναφέρονται οι προτάσεις των ανακοπτών-εφεσιβλήτων για ρύθμιση της οφειλής τους , τις οποίες αυτή φέρεται να απέρριψε δίχως να εξετάσει. Κατά τα λοιπά αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του, διότι η οφειλή της εκκαλούσας, για μέρος της οποίας (200.000 ευρώ) επέβαλε την επίδικη κατάσχεση στα ακίνητα των αντιδίκων και κατά το υπόλοιπο δύναται να αναγγελθεί στον πλειστηριασμό, ανερχόταν στις 14-3-2023, συνυπολογιζομένων των τόκων, στο ποσό των  562,11 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενα αντίγραφα της κίνησης των  καρτελών οριστικής καθυστέρησης).

VII. Μετά ταύτα, η ανακοπή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικασθoύν οι ανακόπτοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καθής η ανακοπή και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρο 176 παρ.1, 191 παρ.2 και 183 ΚΠολΔ) καθώς και να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παραβόλου στη τελευταία.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει  την έφεση απόντων των εφεσιβλήτων.

Δέχεται τυπικά και  ουσιαστικά την έφεση.

Εξαφανίζει τη με αριθμό 909/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί και δικάζει την με αριθμό κατάθεσης ………./2023  ανακοπή.

Απορρίπτει την ανακοπή.

Διατάσσει την απόδοση στην εκκαλούσα του με αριθμό  ……………/2024 παραβόλου.

Καταδικάζει τους  ανακόπτοντες- εφεσίβλητους στα δικαστικά έξοδα της καθής η ανακοπή -εκκαλούσας και για τους δυο βαθμούς  δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 3 Ιουνίου 2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και της πληρεξούσιας δικηγόρου της εκκαλούσας.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ