Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 396/2025

Αριθμός    396/2025

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών,  Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη και Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη-Εισηγήτρια   και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την  ………..,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο, Μαρία-Ιωάννα Σιφνιώτου.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών (κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα, οδός ………….) και ήδη από 1.1.2017 από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα (οδός …………..)  και τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Καλλιθέας κατοικοεδρεύοντα στην Καλλιθέα (οδός …………),  το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Δικαστική Πληρεξουσία Ν.Σ.Κ.  Βασιλική Τζίφα.  

Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον  του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 18.5.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2021) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ 142/2023 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 17.2.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ …………/2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ……./2023) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 1η.2.2024, μετά δε από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος και η δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εφεσιβλήτου, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στο αρ. 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προβλέπεται ρητά ότι αν μετά την κατάθεση του δικογράφου της αγωγής στην γραμματεία του δικαστηρίου δεν ακολουθήσει η επίδοση αντιγράφου της αγωγής στον εναγόμενο, η αγωγή «θεωρείται ως μη ασκηθείσα», δηλαδή είναι ανυπόστατη. Η κύρωση του να θεωρηθεί η αγωγή ως μη ασκηθείσα αποτελεί μία γενικότερη κύρωση που χρησιμοποιεί ο ν. 4335/2015 χωρίς να διευκρινίζεται με ενιαίο τρόπο η φύση και οι συνέπειές της. Μη ασκηθείσα θεωρείται η αγωγή α) αν δεν επιδοθεί εντός προθεσμίας 30 ημερών (215§2 ΚΠολΔ), β) αν παρέλθουν εξήντα ημέρες από τη ματαίωση της αγωγής χωρίς να ζητηθεί ο προσδιορισμός νέας συζήτησης (260§2 εδ2 ΚΠολΔ) γ) σε περίπτωση ερημοδικίας του εναγομένου, αν η αγωγή δεν επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα (271 ΚΠολΔ) ( Βλ. Ε. Κλουδά, Η πρωτοβάθμια πολιτική δίκη κατά τον ελληνικό ΚΠολΔ μετά το ν.4335/2015 : επίκαιρα ζητήματα, ΝοΒ 2017, σελ 1031). Πιο σύνθετη εμφανίζεται η περίπτωση της εμπρόθεσμης πλην ελλαττωματικής επίδοσης, διότι η διάταξη του άρθρου 215 § 2 εδ. β΄ αναφέρεται μόνον στη μη εμπρόθεσμη επίδοση της αγωγής. Πλην, όμως, επισημαίνεται ότι ως υπαρκτή και εμπρόθεσμη επίδοση υπολαμβάνεται μόνο η νομότυπη, με δεδομένο ότι η επίδοση αντιγράφου στον εναγόμενο δεν συνιστά μόνο μέσο γνωστοποίησης της ύπαρξης  της αγωγής προς αυτόν εναγόμενο αλλά και προδικασία της. Η μη ασκηθείσα αγωγή δεν παράγει δικονομικές συνέπειες και ιδίως δεν επιφέρει εκκρεμοδικία. Επομένως και σε επόμενη δίκη μεταξύ των ίδιων διαδίκων για την ίδια διαφορά δεν γεννάται απαράδεκτο συζήτησης της μεταγενέστερης αγωγής. Αντίθετα με τις δικονομικές συνέπειες, οι ουσιαστικές συνέπειες δεν κατονομάζονται στον ΚΠολΔ, αλλά βρίσκονται διάσπαρτες στις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου και ιδίως του ΑΚ. Σημαντικότερες είναι η διακοπή της παραγραφής (άρθρο 261 §1 ΑΚ) , της χρησικτησίας (άρθρο 1049 §1 ΑΚ) και η γέννηση της υποχρέωσης καταβολής τόκων (άρθρο 346 ΑΚ). Σύμφωνα, με την Αιτιολ. Έκθεση ν. 4335/2015 η μη ασκηθείσα αγωγή δεν παράγει δικονομικού δικαίου συνέπειες, αλλά οι ουσιαστικού δικαίου συνέπειες βεβαίως διατηρούνται». Κατά την απολύτως κρατούσα άποψη η θέση που διατυπώνεται στην Αιτιολογική Έκθεση  δεν καταλαμβάνει την περίπτωση απουσίας της επιδόσεως, οπότε ο εναγόμενος δεν λαμβάνει γνώση της εναντίον του αγωγής και καμία συνέπεια ουσιαστικού δικαίου δεν είναι δυνατό να παραχθεί. Διακρίνεται, αντιθέτως, η περίπτωση κατά την οποία έλαβε χώρα επίδοση, εκπρόθεσμη ή παράτυπη οπότε και εκτιμάται το αποτέλεσμά της κατά το ουσιαστικό δίκαιο. Ειδικά για την περίπτωση παραγραφής, θεωρείται ότι η εκπρόθεσμη ή ελλαττωματική αρχική επίδοση της αγωγής (που εκ των υστέρων κρίθηκε ως μη ασκηθείσα) διακόπτει την παραγραφή της αξίωσης (261 ΑΚ) και προτείνεται η δυνατότητα αναλογικής εφαρμογής του άρθρου 263 ΑΚ, ώστε να επέρχεται η αναδρομική διακοπή της παραγραφής από το χρόνο επίδοσης της αρχικής αγωγής αν ο δικαιούχος εγείρει την αξίωση εντός προθεσμίας έξι μηνών. ( βλ. Δημητρίου, Ζητήματα από τη διακοπή της παραγραφής της επίδικης αξιώσεως μετά τις τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με τον ν. 4335/2015, ΕΠολΔ 2016,321 επ. Διαμαντόπουλος, ο.π, 33-34, Καλαβρός 334 επ. Μακρίδου/Απαλαγάκη/Διαμαντόπουλος, ο.π,8-9). Τίθεται τότε το ερώτημα, ποιο χρονικό σημείο εκλαμβάνεται εδώ ως αφετηρία για τον υπολογισμό του εξαμήνου. Πρόκειται για ζήτημα που στην πραγματικότητα συνδέεται με την προβληματική της έκδοσης ή μη απόφασης περί του ανυποστάτου, όπως αυτή προεκτέθηκε. Έτσι, ενώ σε προγενέστερο στάδιο είχε υποστηριχθεί η άποψη ότι η προθεσμία αυτή εκκινεί από την εκπρόθεσμη επίδοση της αρχικής αγωγής, ήδη σήμερα το χρονικό αυτό σημείο τοποθετείται στην τελεσιδικία της αναγνωριστικής περί του ανυποστάτου απόφασης. Κατά την ανάπτυξη του εν λόγω προβληματισμού στη θεωρία γίνεται αναφορά συλλήβδην τόσο σε εκπρόθεσμη όσο και σε παράτυπη επίδοση, πλην, όμως είναι αναγκαίο να διακρίνει κανείς τις περιπτώσεις της ελαττωματικής επίδοσης. Γιατί παρά την ασαφή θέση της αιτιολογικής έκθεσης σκοπός του νομοθέτη δεν είναι να δημιουργήσει το δικονομικό δίκαιο υποχρεώσεις στον εναγόμενο που κατά το ουσιαστικό δίκαιο μόνο μία υποστατή στο νομικό κόσμο αγωγή μπορεί να επιφέρει ιδίως δε όταν η επέλευση των αποτελεσμάτων εξαρτάται άμεσα από την περιέλευση μίας δήλωσης βούλησης σε σφαίρα επιρροής του αντιδίκου Όπου, λοιπόν, η ελλαττωματική επίδοση επηρεάζει τη δυνατότητα γνώσης του εναγομένου, ορθότερο κρίνεται να εξομοιώνεται η παρατύπως επιδοθείσα αγωγή  με την ανεπίδοτη και όχι την εκπρόθεσμη αγωγή (όπως λ.χ συμβαίνει σε περίπτωση επίδοσης με θυροκόλληση σε τόπο άλλο από την κατοικία, η επίδοση σε μη σύνοικο, η επίδοση σε άλλο πρόσωπο από αυτό στο οποίο απευθύνεται κ.λπ), ενώ αν πρόκειται για επιδοθείσα παρατύπως αγωγή, το ελάττωμα της επίδοσης της οποίας δεν επηρεάζει τη δυνατότητα γνώσης του εναγομένου, αυτή πράγματι ορθώς εξομοιώνεται με την εκπροθέσμως επιδοθείσα (λ.χ οι πλημμέλειες στην επίδοση με θυροκόλληση, η επίδοση σε εξαιρετέα ημέρα, η επίδοση κατόπιν άκυρης παραγγελίας).Σημειώνεται πως αντίθετη στην επιχειρηματολογία των ανωτέρω τάσσεται η άποψη, η οποία επισημαίνει ότι η εφαρμογή του ΑΚ 263 προϋποθέτει ότι ήδη έχει επέλθει διακοπή της παραγραφής κατ’ άρθρο ΑΚ 261, ουσιαστική συνέπεια που δεν συνάδει με το ανυπόστατο της μη ασκηθείσας αγωγής. Για τον λόγο αυτό, εξάλλου, υποστηρίζει την εφαρμογή των άρθρων 159 §3 και 160 επί του κύρους της επιδόσεως. Ελλείψει ακύρωσης της επίδοσης το σφάλμα του εκπροθέσμου ή παρατύπου καλύπτεται και η άσκηση της αγωγής ολοκληρώνεται. Συνεπώς, δεν υπάρχει ανάγκη εφαρμογής του άρθρου ΑΚ 263 εάν δεν ακυρωθεί η επίδοση η αγωγή παράγει κανονικά τις ουσιαστικές συνέπειές της και μεταξύ αυτών προκαλεί τη διακοπή της παραγραφής. Εάν, ωστόσο, η επίδοση ακυρωθεί κατά τα ανωτέρω, καμία ουσιαστική συνέπεια δεν επέρχεται, ούτε και η παραγραφή διακόπτεται.( βλ. «Ζητήματα εφαρμογής ΚΠολΔ μετά τους ν.4335/2015 και 4512/2018», υπό στοιχεία V. Αγωγή μη ασκηθείσα, V. Δικονομικού δικαίου συνέπειες από τη μη ασκηθείσα αγωγή, VI. Ουσιαστικού δικαίου συνέπειες από τη μη ασκηθείσα αγωγή, ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ, Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, Αικατερίνη Καραϊνδρου, Πρωτοδίκης Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 12 Απριλίου 2019 ) .

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1711, 1846 1847, 1848, 1849, 1850, 1851, 1856 και 1857 ΑΚ συνάγεται ότι ο κληρονόμος, είτε καλείται από διαθήκη, είτε εξ αδιαθέτου, αποκτά αυτοδίκαια την κληρονομία με μόνο το θάνατο του κληρονομουμένου, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε ενέργεια από μέρους του, ακόμα και χωρίς τη γνώση ή θέλησή του. Το δικαίωμα, όμως, αυτό της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας είναι προσωρινό και μετακλητό, γιατί τελεί υπό την τιθέμενη από το νόμο διαλυτική αίρεση της εμπρόθεσμης αποποίησης της κληρονομιάς (άρθρ. 1847 ΑΚ), δηλαδή δικαιούται ο κληρονόμος να αποποιηθεί, κατά βούληση, την κληρονομία που έχει επαχθεί σ’ αυτόν από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου, οπότε η κτήση αναιρείται, εξαρχής, και θεωρείται σαν να μην έγινε. Η αποποίηση της κληρονομίας είναι δήλωση του προσωρινού κληρονόμου ότι αποκρούει – δεν δέχεται – την κληρονομία που έχει επαχθεί σ’ αυτόν από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου. Η αποποίηση συνιστά μονομερή δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα, μη απευθυντέα σε τρίτο, υποκείμενη σε συστατικό τύπο και είναι ανεπίδεκτη οποιασδήποτε αίρεσης ή προθεσμίας, χάριν της ασφάλειας των συναλλαγών (άρθρο 1851 εδ. β ΑΚ). Η σχετική δήλωση αποποίησης γίνεται ενώπιον του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών (με τη διαφοροποίηση του άρθρου 1847 παρ. 2 ΑΚ), που αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος έλαβε γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής. Στην επαγωγή, όμως, από διαθήκη η προθεσμία δεν αρχίζει πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης (άρθρ. 1847 παρ. 1 εδ. β ΑΚ). Από την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας αποποίησης τεκμαίρεται αμαχήτως από το νόμο (άρθρ. 1850 εδ.β ΑΚ) η αποδοχή της κληρονομίας. Η δήλωση αποποίησης έχει διαπλαστικό χαρακτήρα, αφού δημιουργεί μία νέα νομική κατάσταση ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου. Η κληρονομία επάγεται σ’ εκείνον που θα είχε κληθεί, αν εκείνος που αποποιήθηκε δεν ζούσε κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου (άρθρ. 1856 ΑΚ). Κατά τη διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 και 2 ΑΚ, η αποδοχή ή η αποποίηση της κληρονομίας είναι αμετάκλητη, ενώ η αποδοχή ή η αποποίηση που οφείλεται σε πλάνη ή απάτη ή απειλή κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες. Δεν αποκλείεται, όμως, παρά το ότι η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 ΑΚ καθιερώνει το αμετάκλητο της αποδοχής ή της αποποίησης ως μονομερούς δικαιοπραξίας, με προφανή σκοπό τη δημιουργία βεβαιότητας ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου, η αποδοχή και η αποποίηση να είναι συνέπεια πλάνης που δεν αναφέρεται στο λόγο της επαγωγής, ή που είναι αποτέλεσμα απάτης ή απειλής. Στις περιπτώσεις αυτές, η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 2 ΑΚ προβλέπει τη δυνατότητα ακύρωσης της αποδοχής ή αποποίησης, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις για τις ακυρώσιμες δικαιοπραξίες (άρθρ. 140 επ., 147 επ., 150 επ. ΑΚ), που εφαρμόζονται ενόσω δεν τροποποιούνται από τις ιδιαίτερες ρυθμίσεις των διατάξεων του άρθρου 1857 παρ. 2 – 4 ΑΚ. Έτσι, εφόσον πρόκειται για δήλωση από πλάνη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 140, 141 και 142 ΑΚ, αν κατά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, η δήλωση δεν συμφωνεί από ουσιώδη πλάνη με τη βούληση του δηλούντος, αυτός έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας και η σχετική αγωγή είναι δυνατόν να στραφεί κατά του δανειστή της κληρονομίας (ΑΠ 842/2022, ΑΠ 1041/2022, ΑΠ 827/2017). Η πλάνη είναι ουσιώδης, όταν αναφέρεται σε σημείο ή ιδιότητα του προσώπου ή του πράγματος τέτοιας σπουδαιότητας για την όλη δικαιοπραξία ώστε, αν ο πλανηθείς γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε τη δικαιοπραξία (ΑΠ 217/2023, ΑΠ 842/2022).  Από τις διατάξεις των άρθρων 157 και 1857 παρ. 2 του ΑΚ προκύπτει ότι η αγωγή, για την ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας, που οφείλεται σε εξακολουθητική πλάνη παραγράφεται μετά εξάμηνο, το οποίο αρχίζει αφότου παρήλθε η κατάσταση αυτή, από την άρση δηλαδή της πλάνης, και διακόπτεται αυτή με την άσκηση της αγωγής, σύμφωνα με τον γενικό κανόνα του άρθρου 261 εδ. α’ του ΑΚ (ΑΠ 1496/2023, ΑΠ 572/2016, ΑΠ 10412015). Η προθεσμία αποποίησης της κληρονομίας είναι αποσβεστική προθεσμία, το δικαίωμα ακύρωσης της αποδοχής είναι διαπλαστικό, και η, από το άρθρο 1857 παρ. 2 εδ. β ΑΚ, εξάμηνη προθεσμία, παρά το γράμμα της δεν συνιστά παραγραφή αλλά αποσβεστική προθεσμία. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης όταν η, με τον τρόπο αυτό, συναγόμενη, κατά πλάσμα του νόμου, αποδοχή, δεν συμφωνεί με τη βούλησή του από ουσιώδη πλάνη, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της κατάστασης που διαμόρφωσε τη βούλησή του, αν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε, αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση, ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Η εσφαλμένη γνώση ή άγνοια, που δημιουργεί τη, μεταξύ βούλησης και δήλωσης, διάσταση, η οποία, όταν είναι ουσιώδης, θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δήλωσης λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των προαναφερόμενων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομιάς (Ολ ΑΠ 858/1990), υπάρχει δε πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομίας και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια που ανάγεται: α) στο σύστημα της κτήσης της κληρονομίας κατά το ΑΚ που επέρχεται, αμέσως, μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847 ΑΚ δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει τη γνώση της επαγωγής της κληρονομιάς και β) σε άγνοια μόνο της ύπαρξης της προθεσμίας του άρθρου 1847 ΑΚ προς αποποίηση ή της κατά το άρθρο 1850 ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης (ΑΠ 1497/2023, ΑΠ 217/2023, ΑΠ 842/2022). [6] Από τις διατάξεις των άρθρων 215, 237, 238 ΚΠολΔ, που ορίζουν το πλαίσιο της νέας τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, οι οποίες, κατά την διάταξη του άρθρου 1 άρθρου ενάτου παρ. 1 του Ν. 4335/2015, εφαρμόζονται για τις κατατιθέμενες μετά την 01/01/2016 αγωγές, διαμορφώνεται η εξέλιξη της έγγραφης διεξαγωγής της δίκης στη βάση συγκεκριμένων κάθε φορά προθεσμιών, που δημιουργούν επί μέρους στάδια προόδου της δίκης. Ειδικότερα, στο άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ ορίζεται ότι στην περίπτωση του άρθρου 237 η αγωγή επιδίδεται στον εναγόμενο μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την κατάθεσή της και αν αυτός ή κάποιος από τους ομόδικους διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής μέσα σε προθεσμία 60 ημερών, αν δε η αγωγή δεν επιδοθεί μέσα στην προθεσμία αυτή, θεωρείται ως μη ασκηθείσα, στο άρθρο 237 ΚΠολΔ ορίζεται ότι μέσα σε προθεσμία 100 ημερών ή 130 ημερών αν κάποιος από τους διαδίκους διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής, η οποία αρχίζει από την επίδοση της αγωγής, οι διάδικοι οφείλουν να καταθέσουν τις προτάσεις τους και να προσκομίσουν όλα τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα, που επικαλούνται σ` αυτές (παρ. 1), ότι οι αμοιβαίες αντικρούσεις γίνονται με προσθήκη στις προτάσεις, που κατατίθεται μέσα στις επόμενες 15 ημέρες από την λήξη της ανωτέρω προθεσμίας της παρ.1, οπότε κλείνει και ο φάκελος της δικογραφίας (παρ. 2), ότι μέσα σε 15 ημέρες από το κλείσιμο του φακέλου ορίζεται ο δικαστής και για τις υποθέσεις του πολυμελούς πρωτοδικείου η σύνθεση του δικαστηρίου και ο εισηγητής καθώς και η ημέρα και ώρα συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο του δικαστηρίου, σε δικάσιμο που ορίζεται σε χρόνο όχι μεγαλύτερο από 30 ημέρες από την παρέλευση της ανωτέρω δεκαπενθήμερης προθεσμίας, κατά την οποία δικάσιμο η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (παρ. 3). Με τις ανωτέρω διατάξεις θεσπίζονται σύντομες σχετικά προθεσμίες ενέργειας τόσο των διαδίκων όσο και του δικαστηρίου, ειδικά δε για την παράλειψη του ενάγοντος να επιδώσει την αγωγή στον εναγόμενο εντός των προθεσμιών του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ επιβάλλεται ως κύρωση να θεωρηθεί η αγωγή ως μη ασκηθείσα, δηλαδή ανυπόστατη (ΑΠ 1497/2023, ΑΠ 343/2023, ΑΠ 692/2023).  Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 126 παρ.1 εδ. δ` ΚΠολΔ των άρθρων 5, 96 παρ. 1 του Κώδικα των νόμων περί Δικών του Δημοσίου (Διάταγμα 26.6/10.7.1944), άρθρ. 8 παρ. 1 περ. γ` και παρ. 3 περ. α` του ν. 3086/2002, άρθρ. 85 παρ.1 του ΚΕΔΕ (ν.δ. 356/1974), άρθρων 1, 2, 17, 36, 41, 43 του ν. 4389/2016, και 85 παρ. 1 του ν.δ. 356/1974, άρθρα 2 παρ. 2 περ. γ υποπερ. ιι, 69 παρ. 2 περ. Γ, 80 π.δ. 111/2014, Α’ 178, προκύπτει ότι, ειδικώς, η επίδοση της αγωγής με την οποία διώκεται η ακύρωση, λόγω πλάνης, της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας, η οποία επήλθε στο πρόσωπό του κληρονόμου, με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας αποποίησης, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1711, 1846 1847, 1848, 1850, 1856, 1857 ΑΚ και 70 ΚΠολΔ, με την οποία επιδιώκεται η οριοθέτηση του κληρονομικού δικαιώματος του διάδικου – κληρονόμου και το καταληκτικό της δίκης πόρισμα έχει ως συνέπειες, μεταξύ άλλων, και την απάλειψη της ιδιότητας του οφειλέτη του Δημοσίου από το πρόσωπο του διάδικου ως κληρονόμου γίνεται, μετά την 01-01-2017, είτε στον Υπουργό Οικονομικών (άρθρ. 5 του Κώδικα των νόμων περί Δικών του Δημοσίου (Διάταγμα 26.6/10.7.1944) είτε στον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής …, άρθρ. 1 παρ.1 και 4, 17 παρ. 1, 36 παρ. 1. 41 παρ. 1, 43 του ν. 4389/2016, 85 του ν.δ. 356/1974, άρθρα 2 παρ. 2 περ. γ υποπερ. ιι, 69 παρ. 2 περ. Γ, 80 π.δ. 111/2014, Α’ 178 (Α.Π 361/2024 , ΑΠ 1496/2023, ΑΠ 1497/2023, ΑΠ 1498/2023, Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ ).

Νόμιμα φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 17.02.2023 με (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. …………/2023 και αρ. εκ. κατ. Εφ. ……………./20.02.2023) έφεση του ενάγοντος – και ήδη εκκαλούντος κατά του εναγομένου και ήδη εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου  προς εξαφάνιση της με αριθμό 142/2023 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων και απέρριψε την από 18.05.2021 (Γ.Α.Κ …../2021/ΕΑΚ …../2021) αγωγή του νυν εκκαλούντος κατά του νυν εφεσιβλήτου. Η ανωτέρω έφεση έχει ασκηθεί νόμιμα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ, καθώς η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στον ενάγοντα στις 23.01.2023 (βλ. την σχετική επισημείωση της  δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών …………. επί του σώματος της απόφασης στον ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα, η δε έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του εκδόσαντος την εκκαλούμενη απόφαση Δικαστηρίου στις 17.02.2023. Πρέπει, λοιπόν, η έφεση που αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 του ΚΠολΔ εισάγεται για να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, δεδομένου ότι για το παραδεκτό του ένδικου μέσου έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα , κατ’ άρθρο 495 παρ.3Α στοιχ.β’ του ΚΠολΔ το με κωδικό ……../2023 e-Παράβολο του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού  εκατό πενήντα (150) ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένα στο εφετήριο αντίγραφα του e- Παράβολου και της από 17.02.2023  βεβαίωσης της Γραμματέως  περί εξόφλησης αυτού).

Με την από 18.5.2021 (Γ.Α.Κ …/2021 και  Ε.Α.Κ  …/2021) αγωγή, ο  ενάγων εκθέτει ότι στις 28-01-2013 απεβίωσε ο ……………., κάτοικος Κορυδαλλού, ο οποίος άφησε πλησιέστερους εξ αδιαθέτου συγγενείς του, κατά το χρόνο του θανάτου του, τον ενάγοντα, που τυγχάνει αδελφός του αποβιώσαντος και τον πατέρα τους, …………, ο οποίος απεβίωσε στις 17-01-2021. Ότι στις 12-03-2018 ο νυν ενάγων άσκησε από κοινού με τον ήδη αποβιώσαντα πατέρα του, την με αριθμό κατάθεσης …………/2018 αγωγή κατά του νυν εναγόμενου ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αιτούμενοι την ακύρωση λόγω ουσιώδους πλάνης της πλασματικής αποδοχής κληρονομιάς του ως άνω αποβιώσαντος, λόγω άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας αποποίησης. Ότι επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε η υπ αριθμ. 1455/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη ενώ ακολούθως κατόπιν ασκήσεως εφέσεως από το τότε εναγόμενο – εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 689/2020 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Πειραιά, η οποία δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, δέχθηκε την έφεση τυπικά και ουσιαστικά, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση, κράτησε και δίκασε την αγωγή την  οποία θεώρησε ως μη ασκηθείσα, λόγω μη επίδοσής της στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. Ότι ο νυν ενάγων από το χρόνο θανάτου του αδερφού του μέχρι και τις 20-11-2017, ότε και κλήθηκε από την αρμόδια Δ.Ο.Υ Καλλιθέας και ενημερώθηκε σχετικά με τα χρέη του αποβιώσαντος αδερφού του, τελούσε σε πλάνη, αγνοώντας, τις διατάξεις του αστικού κώδικα που αφορούν στην αποποίηση κληρονομιάς και τις έννομες συνέπειες που επέρχονται από την άπρακτη παρέλευση της σχετικής προθεσμίας αποποίησης. Ότι από την άσκηση της προγενέστερης αγωγής έχει επέλθει διακοπή της προβλέπομενης εξάμηνης παραγραφής της σχετικής αξίωσής του. Με το περιεχόμενο αυτό, ζητούσε  να ακυρωθεί λόγω ουσιώδους πλάνης η πλασματική λόγω άπρακτης παρέλευσης του τετράμηνου προς αποποίηση της αποδοχή της κληρονομιάς του …………… και να χορηγηθεί σε αυτόν νέα τετράμηνη προθεσμία από την τελεσιδικία της απόφασης που θα εκδοθεί, προκειμένου να αποποιηθεί την κληρονομιά του θανόντος αδερφού του και να καταδικαστεί το εναγόμενο στη δικαστική του δαπάνη. Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη οριστική απόφασή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία δίκασε αντιμωλία των διαδίκων, έκρινε την ως άνω αγωγή νόμιμη, πλην του αιτήματος για χορήγηση στον ενάγοντα τετράμηνης προθεσμίας για την αποποίηση της κληρονομιάς, το οποίο απέρριψε ως μη νόμιμο και απέρριψε την ως άνω αγωγή, γενομένης δεκτής της ένστασης παραγραφής που πρότεινε το εναγόμενο και ήδη εφεσίβλητο ως ουσιαστικά βάσιμης. Ήδη ο ενάγων – εκκαλών με την κρινόμενη έφεση του παραπονείται  για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί  να γίνει δεκτή η έφεση του, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ώστε να γίνει δεκτή η από 18.5.2021 (Γ.Α.Κ ……../2021 /Ε.Α.Κ ……/2021)  αγωγή.

Από την εκτίμηση των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικότερα στη συνέχεια, χωρίς, ωστόσο, να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 335 και 339 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 28-01-2013 απεβίωσε στην Αθήνα, χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο ………………., κάτοικος εν ζωή Κερατσινίου Αττικής, καταλείποντας ως μοναδικούς εξ΄ αδιαθέτου κληρονόμους τον αδερφό του-νυν ενάγοντα (άρθρο 1814 ΑΚ) σε ποσοστό 1/2 εξ αδιαθέτου και τον  μεταποβιώσαντα στις 17-01-2021 πατέρα του, ………… στο υπόλοιπο 1/2 εξ’ αδιαθέτου επί της κληρονομιαίας περιουσίας. Οι ως άνω εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμοι του αποβιώσαντος άσκησαν στις 12-03-2018 την με αριθμό κατάθεσης ……………./2018 αγωγή τους, αιτούμενοι την ακύρωση λόγω ουσιώδους πλάνης της πλασματικής λόγω άπρακτης παρέλευσης της νόμιμης προθεσμίας προς αποποίηση, αποδοχής κληρονομιάς του αποβιώσαντος αδελφού και πατρός τους, την οποία επέδωσαν και στον Υπουργό Οικονομικών, (αντίγραφο αυτής παραλαμβανόμενο αρμοδίως στο Νομικό Συμβούλιο του κράτους) την 20.03.2018, όπως προκύπτει από την έκθεση επίδοσης του  δικαστικού επιμελητή …………. Επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1455/2019 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δικάζοντας αντιμωλία των διάδικων, έκρινε ότι η αγωγή επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, ήτοι μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κατάθεσή της, στις 20.3.2018, στο εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, εκπροσωπούμενο νόμιμα –  στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ Καλλιθέας και στον Υπουργό Οικονομικών- το οποίο εναγόμενο προκατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα προτάσεις και εκπροσωπήθηκε από την Δικαστική πληρεξουσία του Ν.Σ.Κ και την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη. Επί της ασκηθείσας από την πλευρά των τότε εναγόντων – εκκαλούντων από  9.10.2019 με αρ. εκ κατ. ………../2019 έφεσης εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 689/2020 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, η οποία δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, δέχθηκε την έφεση τυπικά και ουσιαστικά, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση, κράτησε και δίκασε την αγωγή την  οποία θεώρησε ως μη ασκηθείσα, λόγω μη επίδοσής της στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., διότι κατατέθηκε μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4389/2016. Κατά της ως άνω απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, δεν ασκήθηκε ένδικό μέσο, όπως προκύπτει από το αρ. πιστ. ……/19.11.2021 πιστοποιητικό περί κατάθεσης ένδικών μέσων της γραμματείας του Εφετείου Πειραιά. Συνεπώς από την ως άνω με αριθμό 689/2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς παράγεται δεσμευτικό δεδικασμένο, τόσο προς τα κριθέν με την ως άνω απόφαση ζήτημα της αναγκαιότητας επίδοσης της από 12-03-2018 με αριθμό κατάθεσης …………./2018 αγωγής στον Διοικητή της ΑΑΔΕ, όσο και  ως προς την κριθείσα συνέπεια της έλλειψης της επίδοσης αυτής ήτοι του να θεωρηθεί η ως άνω αγωγή ως μη ασκηθείσα. Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η θέση  της  Αιτιολογικής Έκθεσης του νόμου 4335/2014 στο άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠΟΛΔ, περί του ότι οι ουσιαστικού δικαίου συνέπειες της μη ασκηθείσας αγωγής  διατηρούνται, σύμφωνα με την άποψη που το παρόν Δικαστήριο υιοθετεί ως ορθότερη, καταλαμβάνει την υπό κρίση περίπτωση  κατά την οποία έλαβε χώρα παράτυπη επίδοση της από 12-03-2018 με αριθμό κατάθεσης ………/2018 αγωγής στον Υπουργό Οικονομικών και όχι  Διοικητή της ΑΑΔΕ, οπότε και εκτιμάται το αποτέλεσμά της κατά το ουσιαστικό δίκαιο και ειδικά  για την περίπτωση παραγραφής, θεωρείται ότι η ελλαττωματική αρχική επίδοση της αγωγής (που εκ των υστέρων κρίθηκε ως μη ασκηθείσα) διέκοψε την παραγραφή της αξίωσης κατ’ άρθρο 261 ΑΚ. Τούτο διότι , το ελάττωμα της επίδοσης της από 12-03-2018 με αριθμό κατάθεσης ……../2018 αγωγής  δεν επηρέασε  τη δυνατότητα γνώσης του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου, που προκατέθεσε προτάσεις και παραστάθηκε κατά τη συζήτηση, οπότε η ως άνω ελλαττωματική επίδοση της αγωγής ορθώς εξομοιώνεται με την εκπροθέσμως επιδοθείσα αγωγή. Συνεπώς, με την αρχική ελλαττωματική επίδοση της από 12-03-2018 με αριθμό κατάθεσης ……………./2018 αγωγής  που έλαβε χώρα την 20.3.2018  η οποία με την με αριθμ. 689/2020 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, κρίθηκε ως μη ασκηθείσα, διακόπηκε η παραγραφή της αξίωσης του τότε πρώτου  ενάγοντος – εκκαλούντος, κατ΄ άρθρο 261 ΑΚ και κατά αναλογική εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 263 ΑΚ, επήλθε αναδρομική διακοπή της παραγραφής από το χρόνο επίδοσης της αρχικής από 12-03-2018 με αριθμό κατάθεσης …………/2018 αγωγής, καθόσον ο νυν ενάγων και ήδη εκκαλών προέβη στη άσκηση της υπό κρίση από 18.5.2021 (Γ.Α.Κ ……./2021 και Ε.Α.Κ ……./2021) αγωγής ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής κληρονομιάς, η οποία κατατέθηκε στις 18-05-2021 και επιδόθηκε στο εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο στις 19-05-2021, όπως προκύπτει από τις από 20.5.221 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείου Αθηνών ήτοι εντός προθεσμίας έξι μηνών, από την δημοσίευση της με αριθμό 689/2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, που έλαβε χώρα την 19.11.2020. Συναφώς, αποδεικνύεται ότι μέχρι την άσκηση της κρινόμενης αγωγής δεν παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του εξαμήνου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1857 εδ. β΄ ΑΚ, διότι η ως άνω προθεσμία εκκίνησε την 22-11-2017, ήτοι την επομένη από την κοινοποίηση στον νυν ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα του υπ΄ αριθμ. πρωτ. …../15-11-2017 εγγράφου της Δ.Ο.Υ Καλλιθέας, διακόπηκε κατ΄ άρθρο 261 Α.Κ με την  επίδοση της από 12-03-2018 και με αριθμό κατάθεσης ……../2018 αγωγής, που έλαβε χώρα την 20.3.2018 κατ΄ άρθρο 261 ΑΚ  και δεν συμπληρώθηκε μέχρι την άσκηση της από 18.5.2021 (Γ.Α.Κ ……/2021 και  Ε.Α.Κ  ……./2021) αγωγής,  η οποία κατατέθηκε στις 18-05-2021 και επιδόθηκε στο εναγόμενο στις 19-05-2021, ήτοι εντός προθεσμίας έξι μηνών από την δημοσίευση της με αριθμό 689/2020 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, που έλαβε χώρα την 19.11.2020.  Ως εκ τούτου, η αξίωση του εκκαλούντος περί ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής κληρονομιάς δεν έχει υποπέσει σε παραγραφή, η οποία, παρά το γράμμα της, δεν συνιστά παραγραφή αλλά αποσβεστική προθεσμία, απορριπτομένης ως ουσιαστικά αβάσιμης της ένστασης αποσβεστικής προθεσμίας (κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό) της ένδικης αγωγής, που πρότεινε το εναγόμενο Ελληνικό  Δημόσιο, κατ΄ αποδοχή  και ως βάσιμης και καρτ΄ουσίαν της αντένστασης από την πλευρά του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος  περί διακοπής της εξάμηνης παραγραφής με την άσκηση της από 12-03-2018  με αριθμό κατάθεσης ………../2018 προγενέστερης αγωγής. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκανε δεκτή ως βάσιμη κατ΄ουσίαν την ως άνω ένσταση αποσβεστικής προθεσμίας, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, γενομένου δεκτού του πρώτου λόγου της υπό κρίση έφεσης. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση και κατ’ ουσίαν, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 142/2023  οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς στο σύνολό της, και, αφού κρατηθεί η υπόθεση κατ’ άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ από το παρόν Δικαστήριο, να εξεταστεί η από 18.5.2021 (Γ.Α.Κ ……/2021 και Ε.Α.Κ ……/2021) αγωγή ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής κληρονομιάς, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Από την εκτίμηση των ως άνω εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, αποδείχθηκε ότι στις 28-01-2013 απεβίωσε ο ……….., κάτοικος …….., ο οποίος άφησε πλησιέστερους εξ αδιαθέτου συγγενείς του, κατά το χρόνο του θανάτου του, τον ενάγοντα, που τυγχάνει αδελφός του αποβιώσαντος και τον πατέρα τους, ……….., ο οποίος απεβίωσε στις 17-01-2021, την κληρονομία του οπoίου ο νυν ενάγων και ήδη εκκαλών επικαλείται ότι αποποιήθηκε.  Ο  νυν ενάγων στις 20-11-2017,  κλήθηκε από την αρμόδια Δ.Ο.Υ Καλλιθέας και ενημερώθηκε σχετικά με τα χρέη του αποβιώσαντος αδερφού του. Στις 12-03-2018 ο νυν ενάγων άσκησε από κοινού με τον ήδη αποβιώσαντα πατέρα του, την από 12-03-2018 με αριθμό κατάθεσης ……../2018 αγωγή κατά του νυν εναγόμενου, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αιτούμενοι την ακύρωση λόγω ουσιώδους πλάνης της πλασματικής αποδοχής κληρονομιάς του ως άνω αποβιώσαντος, λόγω άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας αποποίησης. Αποδείχθηκε ότι ο ενάγων και ήδη εκκαλών από το χρόνο θανάτου του αδερφού του, που έλαβε χώρα την 28-01-2013, μέχρι και την 20-11-2017, ότε και ενημερώθηκε με την με αριθμό πρωτ. ……../15/11/2017 επιστολή από την αρμόδια Δ.Ο.Υ Καλλιθέας σχετικά με τα χρέη του αποβιώσαντος αδερφού του και εκδόθηκε η με αρ,. πρωτ, ατομική ειδοποίηση καταβολής – υπερημερίας για την τακτοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών του ως άνω αποβιώσαντος, ύψους 5.897,64 ευρώ,  τελούσε σε πλάνη, αγνοώντας, τις διατάξεις του αστικού κώδικα που αφορούν στην αποποίηση κληρονομιάς και τις έννομες συνέπειες που επέρχονται από την άπρακτη παρέλευση της σχετικής προθεσμίας αποποίησης. Συνεπώς, αποδείχθηκε, ότι στο πρόσωπο του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, ο οποίος έχει γραμματικές γνώσεις αποφοίτου λυκείου και ασχολείται ως αυτοκινητιστής και δεν είχε νομική ενημέρωση, υφίσταται ουσιώδης πλάνη, ήτοι  διάσταση μεταξύ της πραγματικής βούλησής του και της κατά πλάσμα δικαίου δήλωσής του περί αποδοχής κληρονομίας, που δικαιολογεί την ακύρωσή της (πλασματικής αποδοχής της ανωτέρω κληρονομιάς), καθόσον, ο μόνος λόγος για τον οποίο αυτός  δεν προέβη εμπροθέσμως στην αποποίηση της επίδικης κληρονομίας, ήταν ότι αγνοούσε την ύπαρξη νόμιμης προθεσμίας αποποίησης και των νομικών διατάξεων που ρυθμίζουν την αποποίηση κληρονομιάς, καθώς και τις έννομες συνέπειες που επέρχονται από την άπρακτη παρέλευση της σχετικής προθεσμίας αποποίησης.  Περαιτέρω, κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα, η υπό κρίση αγωγή  δεν υπέπεσε στην προβλεπόμενη από το άρθρο 1857 παρ. 2 ΑΚ εξάμηνη αποσβεστική προθεσμία, όπως αβάσιμα διατείνεται το  εναγόμενο και ήδη εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο. Κατ’ ακολουθίαν, η  αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη  και να ακυρωθεί, λόγω ουσιώδους πλάνης, η εκ μέρους του ενάγοντα και νυν εκκαλούντα πλασματική αποδοχή της κληρονομιάς του αποβιώσαντος στις 28-01-2013 αδελφού του ………… Περαιτέρω, λόγω της νίκης του εκκαλούντος – ενάγοντος πρέπει να επιστραφεί σε αυτόν το κατατεθειμένο παράβολο (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Ενόψει της εξαφάνισης της εκκαλουμένης απόφασης, κατά τα προαναφερθέντα, εξαφανίζεται και η περί επιβολής των δικαστικών εξόδων διάταξή της, και ακολούθως τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων που εφαρμόστηκαν, αλλά και διότι εκτιμωμένων των περιστάσεων υπήρχε εύλογη αμφιβολία ως προς την έκβαση της δίκης (άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ, όπως το πρώτο άρθρο τροποποιήθηκε με το άρθρο 116 παρ. 1β’ του Ν. 4842/2021 και διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του Ν. 4871/2021 ΦΕΚ Α’ 246/10.12.2021 και εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ως ειδικότερο του άρθρου 533 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 17.02.2023 με ( αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. …………/2023 και αρ. εκ . κατ. Εφ. ………./20.02.2023) έφεση του ενάγοντος – και ήδη εκκαλούντος  κατά του εναγομένου και ήδη εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου προς εξαφάνιση της με αριθμό 142/2023 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων .

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και  κατ’ ουσίαν την ως άνω έφεση .

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 142/2023 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ  την υπόθεση και δικάζει την από 18.5.2021 (Γ.Α.Κ ……./2021 και  Ε.Α.Κ  ……../2021) αγωγή .

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την εκ μέρους του ενάγοντα  πλασματική αποδοχή της κληρονομίας του αποβιώσαντος αδελφού του, …………., στις 28-01-2013, χωρίς να αφήσει διαθήκη, κατοίκου εν ζωή Κορυδαλλού Αττικής.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στον εκκαλούντα του παραβόλου υπέρ Δημοσίου, υπ’ αριθμ. …………../2023 e-Παραβόλου, ποσού εκατό (150,00) ευρώ.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 22α.5.2025  και δημοσιεύθηκε στις 18 Ιουνίου 2025 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους, την πληρεξούσια δικηγόρο του εκκαλούντος και τη δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εφεσιβλήτου.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ