Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 362/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός  Αποφάσεως  362/2025

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή  Εφέτη και Ελένη Μοτσοβολέα  Εφέτη- Εισηγήτρια  και από την Γραμματέα  Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, την  …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του   εκκαλούντος :   ………… ο  οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο  διά του πληρεξουσιου δικηγόρου, Κώστα Κουτσουλέλου.

Των εφεσιβλητων: 1) ………… 2) ……….., 3) ………… 4) ……….. και 5) ……………, οι οποιοι παραστάθηκαν δια του  πληρεξουσίου δικηγόρου, Νικολάου Κουλουρίδη.

Ο  ενάγων  ζήτησε να γίνει δεκτή η από 8.11.2019 και με αριθμό κατάθεσης  …………../2019 αγωγή του,  την οποία άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 1932/2021 απόφασή του, δικάζοντας ερήμην του εναγοντος απέρριψε την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο ενάγων με την  από 27-5-2022 και με αριθμ. εκθ. καταθ. ………/2022 έφεσή του,   αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης ……./2022 και προσδιορίσθηκε αρχικώς  για τη δικάσιμο της 19-10-2023, οπότε και αναβλήθηκε για την δικάσιμο της 20.2.2025, και στην συνέχεια με την από 26-10-2023 (………/27-10-2013) κλήση του  ενάγοντος προσδιορίσθηκε   για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, οι   πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων  αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 2 του ν. ΓΠΟΗ/1912, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 7 του ν.δ. 1544/1942 και τροποποιήθηκε με το άρθ. 11 ν.δ. 4189/1961, προκύπτει ότι ο ενάγων, αν παραλείψει την προκαταβολή του οφειλόμενου τέλους δικαστικού ενσήμου, λογίζεται ότι δικάζεται ερήμην και η αγωγή του απορρίπτεται λόγω πλασματικής ερημοδικίας. Περαιτέρω, ο ενάγων που παρέλειψε πρωτοδίκως την καταβολή δικαστικού ενσήμου, μπορεί, εκτός από την αιτιολογημένη ανακοπή ερημοδικίας, να ασκήσει έφεση κατά της ερήμην του εκδοθείσας απορριπτικής απόφασης κατ` άρθ. 513 § 1 εδ. β` ΚΠολΔ. Στην περίπτωση αυτή, αν ασκηθεί από τον ενάγοντα έφεση νομότυπα και εμπρόθεσμα και συνοδεύεται με την καταβολή του δικαστικού ενσήμου, ο μοναδικός λόγος που μπορεί να προταθεί είναι η άρση της παράλειψης, δηλαδή η εκ των υστέρων καταβολή του δικαστικού ενσήμου, καθόσον το ένδικο μέσο της έφεσης ασκείται και προς διόρθωση των σφαλμάτων των διαδίκων, όπως επί μη καταβολής από τον ενάγοντα του νομίμου δικαστικού ενσήμου. Επομένως, αυτός που δικάσθηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό λόγω μη καταβολής του δικαστικού ενσήμου, μπορεί να το καταβάλει κατά τη συζήτηση της έφεσης του και να προκαλέσει νέα συζήτηση της υπόθεσης, ανατρέποντας την ερήμην του εκδοθείσα δικαστική απόφαση. Αν ο λόγος αυτός κριθεί βάσιμος, η πρωτόδικη απόφαση εξαφανίζεται. Μετά την εξαφάνιση της απόφασης χωρεί ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου νέα συζήτηση της υπόθεσης, κατά την οποία ο ενάγων, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθ. 528 ΚΠολΔ, μπορεί να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους και πρωτοδίκως μπορούσε να προτείνει, χωρίς να δεσμεύεται από τους περιορισμούς του άρθρου 527 ΚΠολΔ (ΕφΠειρ 55/2009, ΔΙΚΗ 2009/246, ΕφΑθ 5798/2003, ΕλλΔ/νη 45.535, Σ Σαμουήλ  «η έφεση» § 236). Περαιτέρω όσον αφορά την καταβολή του αναλογούντος στην αξία του αντικειμένου της διαφοράς δικαστικού ενσήμου, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα : Η ανάλωση του δικαστικού ενσήμου προϋποθέτει δικαστική εκτίμηση για την ουσία της διαφοράς. Συνεπώς, δεν αναλώνεται το δικαστικό ένσημο που καταβλήθηκε, αν έλαβε χώρα παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής και επανάσκησή της, αν η αγωγή απορρίφθηκε ως αόριστη ή απαράδεκτη (Εφ Αθ 3328/2022, Εφ Πειρ 125/2022, ΕφΑθ 32/2019, ΕφΠειρ 331/2015, ΕφΠειρ 466/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση ο ενάγων και ήδη εκκαλών άσκησε  την από 8.11.2019 και με αριθμό κατάθεσης  ………./2019 αγωγή του ενώπον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων.  Επί της ανωτέρω αγωγής,   εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1932/2021  απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, η οποια  δικάζοντας ερήμην  του ενάγοντος απέρριψε την  αγωγή του  λόγω μη καταβολής δικαστικού ενσήμου. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εκκαλών   με την υπό κρίση  έφεσή του, με την οποία,  ζητεί  την άρση της παράλειψής του της σχετικής με την καταβολή του δικαστικού ενσήμου ώστε να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, με σκοπό, στη συνέχεια, να γίνει δεκτή η αγωγή του.   Η υπό κρίση έφεση  κατά της υπ’ αριθ. 1932/2021 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε  κατά την τακτική διαδικασία,     έχει ασκηθεί νομοτύπως  και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517,  518  ΚΠολΔ), αφού δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης ενώ εξάλλου δεν έχει παρέλθει διετία από την δημοσίευσή της,  αρμοδίως δε φέρεται  προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό της  έχει καταβληθει  και το νόμιμο παράβολο (βλ. το με κωδικό πληρωμής ………………/2022 παράβολο) σύμφωνα με την παράγραφο 3 εδ. 3 του άρθρου  495  του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως,  σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η έφεση αυτή  να γίνει τυπικά δεκτή, και, εφόσον ήδη ο εκκαλών  κατέβαλε το αντίστοιχο προς το αντικείμενο της αγωγής τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα ποσοστά υπέρ τρίτων, πρέπει, να γίνει δεκτή  ως κατ` ουσίαν βάσιμη και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, σύμφωνα  με τα προεκτεθέντα  στην άνω νομική σκέψη, να διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό και να ερευνηθεί   περαιτέρω  η  αγωγή   του εκκαλούντος  ως προς το νόμω και ουσία  βασιμο αυτής   κατά την αυτή ως άνω  διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση(524 παρ.1, 532, 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), ενώ, τέλος, το παράβολο  που ο εκκαλών προκατέβαλε  κατά την κατάθεση της εφέσεώς του, πρέπει να αποδοθεί σε αυτόν  (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. 3 ΚΠολΔ).Ο  ενάγων με την υπό κρίση αγωγή του, ισχυρίζεται ότι στον Άλιμο Αττικής στις 9-5-2007, εκτέθηκε σε αναγκαστικό πλειστηριασμό με επίσπευση του πρώτου εναγομένου,   το περιγραφόμενο  σε αυτή (αγωγή)   ακίνητο, κυριότητάς του,  κείμενο στην θέση ……..» στο «………..» του Δήμου Αλίμου  και επί της οδού ………,  το οποίο κατακυρώθηκε  αντί του ποσού  των 142.890,00 ευρώ στον πρώτο εναγόμενο, ως τελευταίο  υπερθεματιστή,  ο οποίος υπερθεμάτισε και πλειοδότησε ενεργώντας τοσο για τον εαυτό του όσο και για λογαριασμό της δεύτερης εναγομένης – συζύγου του και των τρίτης και τέταρτης  των εναγομένων – θυγατέρων του, οι οποίες  δυνάμει του υπ’ αριθ. ………./9.5.2007 ειδικού  συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου, του οποίου ο πρώτος εναγόμενος  έκανε χρήση,   είχαν ορίσει αυτόν (πρώτο εναγόμενο) ως ειδικό πληρεξούσιο, αντιπροσωπο και  αντίκλητό τους με τις ειδικες εντολές  να παρίσταται, να τις αντιπροσωπεύει και να υπερθεματίζει γι’ αυτές σε διαδικασίες  δημοσίου αναγκαστικού πλειστηριασμού. Ότι πράγματι, αφότου εκδόθηκε στις 24-5-2007 η υπ’ αριθ. …/24.5.2007 περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης, αλλά και στις 8-6-2007 η υπ’ αριθ. …./8.6.2007 έκθεση βιαιας αποβολής και εγκατάστασης, ο ενάγων  αποβλήθηκε από το επίδικο ακίνητο, στο οποίο εγκαταστάθηκαν οι πρώτος,  δεύτερη,  τρίτη και  τέταρτη εναγόμενοι. Ότι  ο ενάγων προσέβαλε με την απευθυνόμενη στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών  από 9-7-2007 (αρ. κατ. …………/2007)   ανακοπή του τη διαδικασία του  πλειστηριασμού, ως μη νόμιμη. Ότι η  συζητηση της ανωτέρω ανακοπής ματαιώθηκε, χωρίς να την έχει επαναφέρει προς συζήτηση.  Ότι όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. …../9.5.2007 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού, στον συγκεκριμένο πλειστηριασμό  πλειοδότησαν τρία και μόνον ατομα και συγκεκριμένα ο πρώτος εναγόμενος, ο πέμπτος των εναγομένων, φίλος του πρώτου εναγομένου,  και ο …………, που ήταν τρίτο πρόσωπο.   Ότι προκειμένου να λάβει μέρος στον πλειστηριασμό ο πρώτος εναγόμενος  πριν από την έναρξη της διαδικασίας κατέθεσε ως εγγύηση συνολικά το ποσό των 46.700,00 ευρώ με την έκδοση  δύο τραπεζικών επιταγών   της Αγροτικής Τράπεζας, ήτοι της με αριθμό …….. επιταγής ποσού  19.800,00 ευρώ και της με αριθμό …….  επιταγής ποσού  26.900,00 ευρώ, με ημερομηνία έκδοσης 9-5-2007.  Ότι αντίστοιχα ο …………… για να λάβει μέρος στον πλειστηριασμό κατέθεσε στις 9.5.2007 στον συμβολαιογράφο  ως εγγύηση το ποσό των 46.700,00 ευρώ με την έκδοση τραπεζικής επιταγής, η οποία είχε εκδοθεί στις 9.5.2007 στο όνομα του πρώτου εναγομένου, γεγονός που δεικνύει την προαποφασισμένη συμπαιγνία του πρωτου εναγομενου και του πέμπτου εναγομένου και την συναπόφασή τους να αποτρέψουν την υγιή πλειοδοσία. Ότι ο πρώτος εναγόμενος έλαβε  εικονικά μέρος στην διαδικασία του πλειστηριασμού για να προσδώσει   επίφαση νομιμότητας στην διαδικασία με σκοπό ο πρώτος εναγόμενος  μαζί με την δεύτερη εναγομένη, την τρίτη εναγομένη,  και την τέταρτη  εναγομένη να αποκτήσουν  κατά κυριότητα το επίδικο ακίνητο με το μικρότερο δυνατό πλειστηρίασμα, βλάπτοντας  αντίστοιχα τον ίδιο ( ενάγοντα). Ότι πράγματι ο πέμπτος εναγομενος παρείχε την άμεση  συνδρομή του στον πρώτο εναγόμενο, αφού έλαβε μέρος  στον επίδικο  πλειστηριασμό, και δη με την κατάθεση, ως εγγύηση,  τραπεζικής επιταγής ποσού 46.700,00 ευρώ, η οποία είχε εκδοθεί στις 9-5-2007 σε διαταγή  του πρώτου εναγομένου και υπερθεμάτισε μόνο με το ποσό των 141.510,00 ευρώ, δηλαδή με μόνο 1.510,00 ευρώ πάνω  από την τιμή πρώτης  προσφοράς που ανερχόταν στο ποσό των 140.000,00 ευρώ, δίχως να δώσει άλλη προσφορά,   πετυχαίνοντας  με τον τρόπο αυτόν την αποφυγή αύξησης της τελευταίας προσφοράς, η οποία ανήλθε στο ποσό των 142.890,00 ευρώ και στην οποία εκπλειστηριάσθηκε το ακίνητο.  Ότι επίσης ο πρώτος  εναγόμενος έπεισε με φορτικότητα τον ήδη θανόντα συμβολαιογράφο Πειραιώς, ……………, ως υπάλληλο επί του εν λόγω πλειστηριασμού, να  βεβαιώσει με περισσότερες πράξεις στα ακόλουθα δημόσια έγγραφα που αναφέρονται αναλυτικώς στην αγωγή ψευδή γεγονότα που είχαν τις εκτιθέμενες  σε αυτήν έννομες συνέπειες.  Ότι ειδικότερα  τα χρήματα των επιταγών στου πρώτου  εναγομένου ως τελευταίου υπερθεματιστή  όφειλε κατά νομον ο συμβολαιογράφος να τα καταθέσει εντός τριών ημερών στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων,  στην συνέχεια εντός δεκαπέντε ημερων να καταθέσει στο ανωτέρω Ταμείο και το υπόλοιπο του εκπλειστηριάσματος  ποσού 96.190,00 ευρώ (142.890,00 – 46.700,00), ποσο που όφειλε ο πρώτος εναγόμενος και οι λοιποί υπερθεματιστές να καταβάλουν στον συμβολαιογράφο το αργότερο εντός δέκα πέντε ημερών από τον πλειστηριασμό και ότι σε κάθε περίπτωση ο συμβολαιογράφος  επρεπε να προβεί σε  δημόσια κατάθεση του πλειστηριάσματος στο ως άνω Ταμείο  το αργότερο την τρίτη ημέρα από τον πλειστηριασμό η  από την πιο πάνω κατά παράταση δεκαπενθήμερη προθεσμία σύμφωνα με το άρθρο 965  ΚΠολΔ.   Ότι στις 21.5.2007 ο συμβολαιογράφος συνέταξε την υπ’ αριθ. …./21.5.2007 πράξη  κατάθεσης πλειστηριάσματος στην οποία  ψευδώς βεβαίωσε  ότι ο ………. κατέθεσε ολόκληρο το υπόλοιπο πλειστηρίασμα ποσού 96.190,00 ευρώ  με την έκδοση και παράδοση της α)υπ’ αριθ. …….. επιταγής της Αγροτικής Τράπεζας Α.Ε., ποσού 46.700 ευρώ β) της υπ’ αριθ…………  επιταγής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε., ποσού 27.000 ευρώ και γ) της υπ’αριθ. …….. επιταγής της Εμπορική Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. ποσού 22.490 ευρώ, ενώ το αληθές ήταν ότι η πρώτη εκ των   ανωτέρω επιταγών είχε εξοφληθεί την 16η-5-2006 στην Αγροτική Τράπεζα, όπως προκύπτει από σχετική βεβαίωση  επί του σώματός της και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε να βρίσκεται εις χείρας του πρώτου εναγομένου, ενώ η τρίτη των προαναφερομενων επιταγών έφερε  ημερομηνία έκδοσης 22-5-2007 και δεν θα μπορούσε να έχει κατατεθεί στο υπάλληλο του πλειστηριασμού την 21η -5-2007, ήτοι μία ημέρα πριν την έκδοσή της.   Ότι  περαιτέρω  στις 24-5-2007 συνέταξε την υπ’ αριθ. ……/24.5.2007 περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης, η οποία αποτέλεσε τίτλο  μεταβίβασης της κυριότητας  της ανωτέρω οριζοντιας ιδιοκτησίας προς τον πρώτο, την δεύτερη, την τρίτη και την τέταρτη των εναγομένων,  στην οποία βεβαιωνόταν ψευδώς   ότι ο πρώτος εναγομενος- υπερθεματιστής κατέβαλε ολόκληρο  το υπόλοιπο του πλειστηριάσματος προκειμενου να διανεμηθεί στους δικαιούχους. Ότι οι ανωτέρω βεβαιώσεις ήταν ψευδείς, διότι από τα αναφερόμενα στην αγωγή   έγγραφα του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, προέκυψε  ότι το μονο ποσό  που καταβλήθηκε  από τον πρώτο εναγόμενο προς μερική εξόφληση του πλειστηριάσματος  ήταν αυτό των 50.000, 00 ευρώ, το οποίο καταβλήθηκε  στις 18.12.2008, ήτοι ενάμιση χρόνο μετά την ημερομηνία διεξαγωγής  του πλειστηριασμού  (9.5.2007).     Ότι  στις 25.6.2007 του κοινοποιήθηκε η υπ’ αριθ. …./15.6.2007 πρόσκληση δανειστών, η οποία εκδόθηκε από τον ίδιο ως άνω συμβολαιογράφο, στην οποία αναφέρεται ότι αναγγέλθηκε στον πλειστηριασμό μόνον ο ………….,ο οποίος κατατάχθηκε για το ποσό των 128.050,06 ευρώ. Οτι στη συνεχεια περιήλθε σε γνώση του ο υπ’ αριθ. ……./5.6.2007 πινακας κατάταξης  δανειστών, τον οποίο συνέταξε ο ίδιος ως άνω συμβολαιογράφος, στον οποίον αναφέρεται ότι αναγγέλθηκε εκτός από τον …. . και η Δ.Ο.Υ  κατοίκων Εξωτερικού για το ποσό των 3.115,90 ευρώ. Ότι στον πίνακα αυτό  αφού αφαιρούνται τα έξοδα εκτέλεσης κατέταξε τον πρώτο εναγόμενο για το ποσό των 124.934,96 ευρώ και όχι για το ποσό των 128.050,06 ευρώ.  Ότι η Δ.Ο.Υ κατοίκων Εξωτερικού ουδέποτε αναγγέλθηκε στον πλειστηριασμό και συνεπώς ο ως άνω συμβολαιογράφος δεν έπρεπε να την είχε κατατάξει ούτε να την πληρώσει από τα χρήματα του πλειστηριασμού.  Ότι  ενώ στον υπ’ αριθ. …./5.6.2007  πίνακα κατάταξης δανειστών, που φέρεται να συντάχθηκε στις 5.6.2007 υπήρχε αναγγελία της Δ.Ο.Υ. κατοίκων Εξωτερικού και κατάταξη του ……….  για το ποσό των 124.934,96 ευρώ,  στην υπ’ αριθ. ……./15.6.2007 πρόσκληση δανειστών, που συνετάγη μεταγενέστερα δεν υπηρχε αναγγελία της Δ.Ο.Υ κατοίκων Εξωτερικού και   είχε καταταγεί ο . …..  για το ποσό των 128.050,06 ευρώ. Ότι είναι προφανές ότι  ο πίνακας κατάταξης συνετάγη  μετά τις 3.7.2007 με σκοπό να του χρεώσουν  το ποσό  των 3.115,90 ευρώ που αναγκάσθηκαν να  πληρώσουν στη Δ.Ο.Υ. κατοίκων Εξωτερικού, για να την αποτρέψουν να ασκήσει ανακοπή κατά του πλειστηριασμού, διότι δεν της είχε γίνει κοινοποίηση.   Ότι  στην υπ’ αριθ.  ……/22.12.2008 πράξη εξόφλησης του πινακα κατάταξης του ιδίου συμβολαιογράφου εμφανίζεται  ο πρώτος εναγόμενος  να εξοφλείται  στις 22.12.2008  ως προς το ποσό για το οποίο κατετάγη, ήτοι για το ποσό των 124.934,96 ευρώ,  πλην όμως το μονο ποσό που ο υπάλληλος του πλειστηριασμού είχε καταθέσει  στις 18.12.2008 στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ήταν αυτό  των 50.000,00 ευρώ.    Ότι για την αποκατάσταση της ζημίας του ευθύνονται : α) ο πρώτος εναγόμενος ο οποίος με πειθώ και φορτικότητα αφενός έπεισε τον θανόντα  συμβολαιογράφο να βεβαιώσει με περισσότερες πράξεις  σε  δημόσια έγγραφα, ψευδή  γεγονότα  και αφετέρου συνέπραξε μαζί του προσυπογράφοντας την υπ’ αριθ. ……/21.5.2007 πράξη κατάθεσης του υπολοίπου πλειστηριάσματος  και μεταγράφοντας στην υπ’ αριθ. …/24.5.2007 περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης, με συνέπεια την απώλεια της κυριότητος του, β)  ο πέμπτος των εναγομένων, ο οποίος δέχθηκε να συμπράξει σε εικονικό μεθοδευμένο  και παράνομο πλειστηριασμό, παρέχοντας άμεση συνδρομή στον  πρώτο εναγόμενο γ) η δεύτερη, η τρίτη και η τέταρτη των εναγομένων κατά 922ΑΚ διότι προέστησαν τον πρώτο εναγόμενο στην υπηρεσίας τους  και η ζημία  προήλθε  στα πλαίσια της υπηρεσίας που του ανατέθηκε.   Ότι εξαιτίας της αδικοπρακτικής αυτής συμπεριφοράς  των εναγομένων, ο ίδιος (ενάγων)  υπέστη όχι μόνο  ηθική βλάβη συνιστάμενη στην ψυχική και σωματική  ταλαιπωρία του λόγω της εμπλοκής  του σε δικαστικές  διαδικασίες προκειμένου να ανακτήσει την κυριότητα του επίδικου ακινήτου του, που παρανόμως στερηθηκε από υπαιτιότητα των εναγομένων, αλλά και περιουσιακή ζημία. Ότι ειδικότερα η περιουσιακή του ζημία έγκειται: α) στην απώλεια  της κυριότητας του επίδικου ακινήτου του, το οποίο κατά τον χρόνο διενέργειας  του πλειστηριασμού είχε πραγματική  εμπορική αξία  ύψους 300.000,00 ευρώ, οπότε ο ίδιος υπέστη ζημία ισόποση με την διαφορά  μεταξύ της εν λόγω αξίας  και του πλειστηριάσματος  ύψους 142.890,00 ευρώ, ήτοι ζημία ύψους 157.110,00 ευρώ (300.000,00 -142.890,00) και β) στην απώλεια μισθωμάτων από την μη εκμίσθωση του ακινήτου από τις 8-6-2007 (οπότε  και του κοινοποιήθηκε η υπ’ αριθ.  1650/8-6-2007 έκθεση βίαιης αποβολής του  από το επίδικο ακίνητο και εγκατάταστης  σε αυτό των 1ου, 2ης, 3ης και 4ης εναγομένων μέχρι και τις 8-5-2017 (ήτοι, για χρονικό διάστημα δέκα ετών), τα οποία ανέρχονται στο συνολικό ποσό  των 84.000,00 ευρώ, αφού, το επίδικο ακίνητο θα του απέφερε, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, εισόδημα 700,00 ευρώ μηνιαίως και επομενως 8.400,00 ευρώ ετησίως  και 84.000,00 ευρώ για το χρονικό διάστημα των δέκα ετών.  Ότι  για όλα τα ανωτέρω είχε  ασκήσει την από 22.11.2013 (……/2013)  αγωγή  η οποία δυνάμει της υπ’ αριθ. 783/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της υπ’ αριθ. 379/2019 τελεσίδικης απόφασης του  Εφετείου Πειραιά απορρίφθηκε για τυπικό λόγο και συγκεκριμένα ως επιγενομένως αόριστη λόγω απαραδέκτου  τρόπου περιορισμού του καταψηφιστικου αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό. Ότι το Δικαστήριο τούτο με την ανωτέρω απόφασή του  δικάζοντας πλην  της δικής του αγωγής  και επί της από 29.10.2010 (αρ. κατ.  ………./2014) αντίθετης αγωγής του πεμπτου των εναγομένων και της από 31.5.2015 (αρ. κατ. ………../2015) αντίθετης αγωγής του πρώτου των εναγομένων έκρινε με δύναμη δεδικασμένου  ότι τα πραγματικά γεγονότα που περιγράφονται στην ένδικη αγωγή ειναι αληθή. Με βάση το ιστορικό αυτό  ο ενάγων μετά τον παραδεκτο περιορισμό των καταψηφιστικών αγωγικών αιτημάτων του σε εν μέρει εντόκως αναγνωριστικά και σαφή προσδιορισμό των κονδυλίων που παραμένουν καταψηφιστικά  και αυτών που τρέπονται  ολικώς ή εν μέρει σε έντοκα αναγνωριστικά, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου  του που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου τούτου ζητησε  α) να υποχρεωθούν    οι εναγόμενοι να του καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος το ποσό των 20.000,00 ευρώ ως αποζημίωση του για την απώλειας μέρους της αξίας του επιδίκου  ακινήτου του (διαφορά αξίας διαμερίσματος), 2) να  αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος το ποσό των 137.110,00 ευρώ ως αποζημίωσή του για την απώλεια του υπολοίπου  μέρους της αξίας του επιδίκου ακινήτου του (διαφορά αξίας διαμερίσματος), 3) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομενων να του καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος  το ποσό των 84.000,00 ευρώ ως αποζημίωσή του  για τα διαφυγόντα κέρδη από την μη εκμίσθωση του  ακινήτου του για το χρονικό διάστημα από 8-6-2007 έως 8-5-2017, 4) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν εις ολόκληρον  έκαστος  το ποσό των 120.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της  ηθικής του βλάβης, όλα δε τα ως άνω αγωγικά αιτήματα νομιμοτόκως   από της επιδόσεως  της υπό κρίση αγωγής  και μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως,  και να καταδικασθούν  οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Σημειούται ότι ο εναγων άσκησε την υπό κρίση αγωγή του στις 12-11-2019, δηλαδή εντός έξι μηνών από την έκδοση στις 2-7-2019 της ως άνω υπ’ αριθ. 379/2019 τελεσίδικης απόφασης του Εφετείου Πειραιώς.
Σύμφωνα  με τις διατάξεις των άρθρων  965 παρ. 4 και 5 ΚΠολΔ ( όπως ίσχυε κατά τον χρόνο διενέργειας  του επίδικου πλειστηριασμού) «…4. Ο  υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα  από τον πλειστηριασμό να προβεί σε δημόσια κατάθεση του πλειστηριάσματος  στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.  5. Αν ο υπερθεματιστής  δεν καταβάλει εμπροθέσμως το πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού  οφείλει μέσα στις επομενες  δύο (2) εργάσιμες ημέρες να τον οχλήσει με εξώδικη πρόσκληση που επιδιδεται με δικαστικό επιμελητή. Αν ο υπερθεματιστής δεν καταβάλει το πλειστηρίασμα μέσα στις επόμενες  από τον όχληση πέντε εργάσιμες ημέρες, η κατακύρωση σε αυτόν ανατρέπεται, η εγγυοδοσία που έχει καταθέσει καταπίπτει, καλούνται δε οι επόμενοι πλειοδότες, η προσφορά των οποίων, αθροιζόμενη με το ποσό της  εγγυοδοσίας που κατέπεσε, είναι ίση με το πλειστηρίασμα, να καταβάλουν σε τακτή ημέρα που ορίζεται στην πρόσκληση, το ποσό που είχαν προσφέρει. Η πρόσκληση επιδίδεται  με δικαστικό επιμελητή. Αν εμφανισθούν περισσότεροι ενδιαφερόμενοι, συντάσσεται σχετική έκθεση από τον συμβολαιογράφο και η κατακύρωση γίνεται σε εκείνον κατά τον πλειστηριασμό το μεαγλύτερο ποσό. Το πλειστηρίασμα συνίσταται στο άθροισμα του ποσού που καταβλήθηκε και της εγγυοδοσίας του αρχικού υπερθεματιστή που κατέπεσε. Αν, κατά την ελεύθερη κρίση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, η κατά τα προηγούμενα εδάφια πρόσκληση των επόμενων πλειοδοτών  είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής  για λόγους  που εκτίθενται σε σχετική έκθεση, καθώς και σε κάθε περίπτωση που η διαδικασία  αυτή δεν τελεσφόρησε, γίνεται αναπλειστηριασμός κατά τις διατάξεις των επόμενων εδαφίων. Η επίσπευση του αναπλειστηριασμού γίνεται είτε με επιμέλεια του υπαλλήλου του  πλειστηριασμού είτε από τον υπερ ου ή από τον καθ’ου η εκτέλεση ή από κάθε δανειστή που έχει αναγγελθεί  με τίτλο εκτελεστό…».   Στην προκειμένη περίπτωση η αγωγή είναι μη νόμιμη διότι υπο τα εκτιθέμενα αληθη υποτιθεμενα, κατά βάση στηρίζεται στην  αποζημίωση λόγω απώλειας  της κυριότητος λόγω μη επίτευξης μεγαλυτερου  πλειστηριάσματος,   συνεπεία των μεθοδευμενων  ενεργειών του πρώτου και του πέμπτου εναγομένου.  Ανεξαρτήτως του ότι ο πλειστηριασμός αυτός   δεν ακυρώθηκε με την άσκηση ανακοπών  και κατέστη απρόσβλητος (ΟλΑΠ 9/2010), παρά ταυτα  δεν υφίσταται αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των εκτιθέμενων ενεργειών των εναγομένων και της απωλείας της κυριότητας του ενάγοντος, καθόσον δεν εισάγεται ισχυρισμός   ότι υπήρξαν έτεροι ενδιαφερόμενοι να πλειοδοτήσουν, οι οποίοι να εμποδίσθηκαν καθ’ οιονδήποτε  τρόπο να συμμετάσχουν στον πλειστηριασμό, ακόμη περισσσότερο αφου, υπό τα εκτιθέμενα στον πλειστηριασμό αυτόν   συμμετείχε και τρίτο πρόσωπο  (επί αναλόγου θέματος ΑΠ 1249/2020 ΝΟΜΟΣ).  Περαιτέρω ως προς το ειδικότερο θέμα της αδικοπραξίας  λόγω ηθικής αυτουργίας  στον συμβολαιογράφο  να διαπράξει  ψευδείς βεβαιώσεις αυτές δεν τελούν σε αιτιώδη  συνάφεια με την απώλεια της κυριότητος του εναγοντος επί του επιδίκου, η οποία επέρχεται από την  διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Με βάση  τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου  965 παρ. 4 και 5 ΚΠολΔ, η εκτιθέμενη στην αγωγή  αδικοπρακτική συμπεριφορά  των εναγομενων δεν τελεί σε άμεση αιτιώδη συνάφεια  με την επέλευση  του επιζήμιου αποτελέσματος, ήτοι την απώλεια της κυριότητας του εναγοτος  επί του επιδίκου ακινήτου, καθόσον αυτή θα είχε επέλθει ακόμη και στην περιπτωση  που ο  υπάλληλος του πλειστηριασμού ενεργούσε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου  965 παρ. 4 και 5 ΚΠολΔ, καθόσον ενόψει του ότι στη διαδικασία του επίδικου  αναγκαστικού πλειστηριασμού υπήρχαν περισσότεροι πλειοδότες, όλοι οι επόμενοι πλειοδότες (των οποίων η προσφορά  αθροιζόμενη με το ποσό της καταπεσούσης  εγγυήσεως ήταν τουλάχιστον ίση προς το πλειστηρίασμα) θα καλουνταν από τον υπάλληλο  του πλειστηριασμού να καταβάλουν  σε τακτή ημερομηνία  το προσφερθέν  κατά την αρχική πλειοδοσία ποσό, ώστε να επιτευχθεί  νέα κατακύρωση, που θα επέφερε την απώλεια  της κυριότητας του εναγοντος  στο εκπλειστηριασθεν ακίνητο. Εν προκειμένω,  κι αν ακόμη  δεν είχε  καταβληθεί το πλειστηρίασμα και ο συμβολαιογράφος  προέβαινε στις ενέργειες που επιτάσσει το άρθρο 965 παρ. 4 και παρ. 5, το ακίνητο θα κατακυρώνετο  στον κατά την αγωγή μη μετέχοντα του  δόλου τρίτο υπερθεματιστή.   Αλλά ακόμη  και στην περίπτωση που δεν θα ευοδωνοταν η ενδιάμεση αυτή διαδικασία του άρθρου  965 παρ.5  θα λάμβανε χώρα  αναπλειστηριασμος του επιδίκου ακινήτου. Περαιτέρω όσον αφορά τις   ψευδείς βεβαιώσεις-– αναγγελίες του συμβολαιογράφου αναφορικά με την  Δ.Ο.Υ.  κατοίκων  εξωτερικού και ειδικότερα όσον αφορά το κονδύλιο των 3.115,90 ευρώ που κατετάγη η Δ.Ο.Υ. κατοίκων εξωτερικού, ακόμη και αληθής υποτιθέμενος ο ισχυρισμός  του ενάγοντος  ότι ουδέποτε αναγγέλθηκε η Δ.Ο.Υ. κατοίκων  εξωτερικού για  ποσό 3.115,90 και ότι κακως καταταχθηκε στον πίνακα κατάταξης, ο συμβολαιογράφος δεν αδικοπράκτησε εις βάρος του ενάγοντος  αλλά εις βάρος του πρώτου εναγομένου, διότι το  εν λόγω ποσό  δεν θα αποδιδόταν στον ενάγοντα αλλά σε αυτό θα κατατασσόταν, ενόψει και των εξόδων της εκτελεστικής διαδικασίας,  ο πρώτος εναγόμενος και δεν  θα δεν απέμενε ποσό που να αποδοθεί  στον καθ’ου η εκτέλεση – ενάγοντα.

Σημειούται ότι δεν υφισταται δεδικασμένο,  από την υπ’ αριθ. 379/2019 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου  διότι  όσον αφορά την από 22-11-2013 αγωγή του εναγοντος και ήδη εκκαλούντος,  αυτή απορρίφθηκε λόγω αοριστίας,  διότι ο ενάγων   δεν προσδιόριζε   σε ποια από τα περισσότερα κονδύλια της αγωγής αφορούσε ο περιορισμος του αιτήματός του   και το Δικαστήριο δεν υπεισήλθε στην έρευνα του νομίμου των κονδυλίων,  ενώ όσον αφορά τις δύο άλλες συνεκδικασθείσες  αγωγες του πρώτου και του πεμπτου εναγομένου τις οποίες έκρινε νόμιμες και ερεύνησε κατ’ ουσίαν (δεχόμενο ότι τα ισχυριζομενα  από τον ενάγοντα  είναι αληθή)  αυτές είχαν ως αίτημα την επιδίκαση αποζημίωσης λόγω προσβολής της προσωπικοτητάς τους και συνεπώς δεν υφίσταται ταυτότης νομικής αιτίας.  Τα πραγματικά περιστατικά που  έγιναν δεκτά ως αληθή δεν καταλαμβάνονται από το δεδικασμένο,   παρά μόνο αν πρόκειται για την αυτή νομική αιτία, εκτός αν προκειται για κριθεν παρεμπιπτον ζήτημα, που δεν συντρέχει εν προκειμενω.  Επίσης,  όσον αφορά τον ισχυρισμό των εναγομένων ότι υφίσταται δεδικασμένο από την υπ’ αριθ. 68/2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, το οποίο  απέρριψε ως ανυποστήρικτη  την ασκηθείσα από τον ……….. έφεση κατά της υπ’ αριθ. 2884/2015 αποφάσεως του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, το οποίο είχε απορρίψει την  από 2-5-2012 (αρ.κατ……./4-5-2012) προγενεστέρα αγωγή του τότε εναγοντος   …. κατά του πρώτου εναγομένου,  λόγω της ερημοδικίας του,  με την οποία ζητούσε αποζημίωσή  για την απώλεια του υπολοίπου  μέρους της αξίας του επιδίκου ακινήτου του καθώς και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης,  δεν παράγεται δεδικασμένο διότι δεν προκύπτει η επίδοση της  υπ’ αριθ. 68/2019 αποφασεως κι ως εκ τούτου εξακολουθεί να τρέχει η προθεσμία της ανακοπής ερημοδικίας.

Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί ως μη νόμιμη.  Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί ο ενάγων στα  δικαστικα εξόδα των εναγομένων  και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας  του (άρθρο  176 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει την υπ’ αριθ. 1932/2021 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από  8.11.2019 και με αριθμό κατάθεσης  ……………./2019 αγωγή .

Απορρίπτει την αγωγή.

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του παράβολου που κατατέθηκε στην Γραμματέα του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου.

Καταδικάζει τον ενάγοντα  στην καταβολή   των δικαστικών εξόδων των   εναγομένων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων  (3.000,00) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά  στις. 20.2.2025

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε  την   5.6.2025  σε έκτακτη  δημόσια συνεδρίαση,  απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσιων δικηγόρων τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ