ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩN
Αριθμός απόφασης 482 /2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή Ελένη Πρέντζα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος: ………….., o οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Στέφανου Μ. Λύρα [……….], με δήλωση (αρθ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατέβαλε το με αρ. ………./7.5.2025 γραμμάτιο προείσπραξης του ως άνω ΔΣ.
Της εφεσίβλητης: Εταιρείας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στο ……… Κρήτης, οδός ……….. και εκπροσωπείται νόμιμα, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου, Ευαγγελίας Μηλολιδάκη [ΑΜΔΣ Ηρακλείου ………], με δήλωση (αρθ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατέβαλε το με αρ. …………/5.5.2025 γραμμάτιο προείσπραξης του ως άνω ΔΣ.
Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, και εναντίον της εφεσίβλητης την από 19.12.2022 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 2862/2023 οριστική απόφαση που δέχτηκε εν μέρει αυτήν. Την απόφαση προσέβαλε ο εν μέρει ηττηθείς ενάγων, με την από 26.6.2024 έφεση, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, έλαβε αριθμό πινακίου …. και συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτές οι έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 26.6.2024 έφεση, με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα αριθμό κατάθεσης στη Γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Δικαστηρίου ………/12.07.2024 και για προσδιορισμό δικασίμου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, με την επιμέλεια του εκκαλούντος, με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα, αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/12.07.2024, για την οποία δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και έλαβε αριθμό πινακίου 10 ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε παρήλθε η νόμιμη διετής καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της, στις 04.09.2023 μέχρι την άσκησή της στις 12.07.2024, με κατάθεση του δικογράφου της στην Γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση, ενώ, για το παραδεκτό της δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Εφόσον, δε, η έφεση αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και την βασιμότητα των λόγων της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ. Η έφεση στρέφεται εναντίον τής με αρ. 2862/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 663 επ. ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχτηκε εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη την από 19.12.2022 και με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα, αριθμ. καταθ. ……………/19.12.2022 αγωγή του εκκαλούντος. Με αυτήν ο εκκαλών ισχυρίστηκε ότι κατάρτισε τα έτη 2020 και 2021, με νόμιμο εκπρόσωπο της εφεσίβλητης, τις αναφερόμενες συμβάσεις ναυτικής εργασίας, αορίστου χρόνου, σε εκτέλεση των οποίων ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου σε πλοία, πλοιοκτησίας της, σύμφωνα με τους όρους της οικείας και ισχύουσας κάθε φορά ή τελευταίας δημοσιευθείσας ΣΣΝΕ για τα Πληρώματα Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι τα πλοία, κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του και όταν αυτά εκτελούσαν τα δρομολόγια που περιγράφει στην αγωγή, εργαζόταν κατά μέσο όρο καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών επί 16 ώρες το χρονικό διάστημα από 7.1.2021 έως 23.2.2021, από 16.3.2021 έως 25.3.2021 και από 1.11.2021 έως 4.11.2021, επί 13 ώρες από 26.3.2021 έως 31.10.2021 και επί 17 ώρες όταν εκτελούνταν ημερήσια δρομολόγια, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή, τα, δε, χρονικά διαστήματα που τα πλοία ήταν σε ακινησία, επί 8 ώρες, τα Σάββατα και τις αργίες. Ότι δεν του κατέβαλε η εφεσίβλητη τις διαφορές από την υπερωριακή του εργασία, τα επιδόματα εορτών και τα εξπρές δρομολόγια, κατόπιν, δε, εν μέρει περιορισμού του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, όσον αφορά τα αιτούμενα ποσά διαφορών υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές και Κυριακές στο πλοίο ΦΠ, συνολικού ύψους 9.413,40€, ζήτησε να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εφεσίβλητης να του καταβάλει το ποσό των 9.413,40€ και να υποχρεωθεί αυτή να του καταβάλει το ποσό των 19.681,14 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επόμενη της απόλυσής του, άλλως της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η αντίδικός του στην πληρωμή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι η αγωγή αρμόδια καθ΄ ύλην και κατά τόπον εισάγεται ενώπιόν του, με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ότι είναι ορισμένη και νόμιμη (άρθρ. 192, 193, 341, 345 εδ. α΄, 346, 361, 648, 649, 651 – 653, 655, 656, 659 ΑΚ [ήδη 1-2, 3-5, 7, 8, 11 του ΚωδΠΔ 80/2022] και 669, 680 ΑΚ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019 (Υ.Α. 2242.5-1.5/56040/2019 ΦΕΚ Β’ 3170/12.8.2019), 37, 53, 54, 57 και 60 προϊσχύσαντος ΚΙΝΔ (ν. 3816/1958), πλην του αιτήματος κήρυξης προσωρινά εκτελεστής της απόφασης ως προς το τραπέν σε αναγνωριστικό ως άνω κονδύλιο. Στη συνέχεια, ερεύνησε την αγωγή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι δεν απαιτείτο η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, κατόπιν της εν μέρει τροπής του αγωγικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, διότι το καταψηφιστικό της αίτημα δεν υπερβαίνει το ποσό της υλικής αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου (άρθρο 71 ΕισΝΚΠολΔ). Ακολούθως και αφού δίκασε αντιμωλία των διαδίκων έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 2.000,01€ και αναγνώρισε την υποχρέωσή της να του καταβάλει το ποσό των 959,27€ και όλα τα παραπάνω ποσά με τον νόμιμο τόκο επιδικίας από την επόμενη της ημέρας της τελευταίας απόλυσης του ενάγοντος, ήτοι από 04.11.2021 και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και συμψήφισε την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την έφεση ο ενάγων και ήδη εκκαλών για τα κεφάλαια της απόφασης που καθορίζονται με τους λόγους της και, αποδίδοντάς της εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης με σκοπό την αποδοχή τής αγωγής στο σύνολό της και την καταδίκη της εφεσίβλητης στην δικαστική του δαπάνη, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.
Από την επανεκτίμηση των εγγράφων, που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι και λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη ή για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τις από 06.02.2023 ένορκες βεβαιώσεις των μαερύρων απόδειξης, ……….., του ….. και …………, που λήφθηκαν ενώπιον της δικηγόρου Ηρακλείου………………, με ΑΜ ΔΣ Ηρακλείου ……… (άρθρο 421 ΚΠολΔ, όπως η διάταξη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 21 Ν. 4842/2021), πριν τη λήψη της οποίας κλητεύθηκε, νομότυπα και εμπρόθεσμα, η εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη (βλ. την υπ’ αριθμ. …΄/01.02.2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Ανατολικής Κρήτης, με έδρα το Πρωτοδικείο Ηρακλείου, ………) από τις υπ’ αριθμ. …., …./02.02.2023 και ……/03.02.2023 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης, ……., του ………, του …. και ……….., του………., που λήφθηκαν ενώπιον του συμβολαιογράφου Ηρακλείου, ………., πριν τη λήψη των οποίων κλητεύθηκε, νομότυπα και εμπρόθεσμα, ο ενάγων και ήδη εκκαλών (βλ. την υπ’ αριθμ. ………/26.01.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Ανατολικής Κρήτης, με έδρα το Πρωτοδικείο Ηρακλείου, ………), από τις ομολογίες των διαδίκων και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψιν, αποδείχτηκαν τα κάτωθι πραγματικά περιστατικά: Ο εκκαλών είναι Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, κάτοχος του με στοιχεία ……… ναυτικού φυλλαδίου. Αντίστοιχα, η εφεσίβλητη είναι πλοιοκτήτρια των, υπό ελληνική σημαία, επιβατηγών – οχηματαγωγών [Ε/Γ – Ο/Γ], πλοίων «ΚΜ», που μετονομάστηκε, την 16.12.2020, σε «ΚΠ» και «ΦΠ», νηολογίου Ηρακλείου, με αριθμούς … και …., αντίστοιχα και κ.ο.χ. 36900 και 21094,52, αντίστοιχα, τα οποία εκτελούν ακτοπλοϊκούς πλόες εσωτερικού, μεταφέροντας επιβάτες και οχήματα. Ο εκκαλών κατάρτισε, στο Ηράκλειο Κρήτης, με την εφεσίβλητη, την από 08.12.2020 σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, για να εργαστεί με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, στο πρώτο από τα πλοία αυτά, πλην, όμως, όπως στο ναυτικό του φυλλάδιο αναγράφτηκε, στην πράξη, η ναυτολόγησή του έλαβε χώρα την 07.12.2020 στο λιμάνι της Νάπολης. Στο παραπάνω πρώτο πλοίο εργάστηκε μέχρι την 23.02.2021, απολυθείς στο λιμάνι του Ηρακλείου, αμοιβαία συναινέσει. Στη συνέχεια, δυνάμει συμφωνίας ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, την 16.3.2021, μεταξύ των διαδίκων, ο εκκαλών ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο λιμάνι του Πειραιά, με την ίδια ειδικότητα και με τους ίδιους όρους, στο δεύτερο πλοίο, «ΦΠ», όπου εργάστηκε μέχρι την 04.11.2021, ότε και απολύθηκε στο λιμάνι της Σούδας, αμοιβαία συναινέσει. Όσον αφορά τις αποδοχές του εκκαλούντος, συμφωνήθηκε, σε αμφότερες τις συμβάσεις, ότι (α) θα υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΣΝΕ ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, του έτους 2019, που έχει κυρωθεί με την υπ’ αριθμ. 2242.515/56040/2019, απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ 3170/Β/12.8.2019), η οποία όριζε μισθό ενέργειας 1.204,77 ευρώ, επίδομα Κυριακής, 265,05 ευρώ, επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, 36,64 ευρώ, άδεια 433,95 ευρώ, καθώς και αμοιβή για πρόσθετες εργασίες που προβλέπονται στην ανωτέρω ΣΣΝΕ, (β) ότι θα λαμβάνει και αμοιβή για συνολικά 76 υπερωρίες μηνός εκ των οποίων 38 υπερωρίες αμειβόμενες ως καθημερινές, ήτοι ποσό 330,79 ευρώ, πλέον 38 υπερωριών αμειβόμενες με την εκάστοτε ισχύουσα προσαύξηση που ισχύει για την εργασία του Σαββάτου και αργιών, ήτοι ποσό 396,95 ευρώ και συνολικά 727,74 ευρώ, ενώ η εργασία των αργιών θα αμείβεται ως οκτάωρο, σε κάθε περίπτωση, υπερωριακά, επιπλέον των 76 υπερωριών και (γ) ότι στην αμοιβή του εκκαλούντος περιλαμβάνονται και τα ποσοστά για την Επιστασία ξενοδοχειακού, που περιγράφονται στο παράρτημα 1 της σύμβασης που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της και κατανέμονται με ευθύνη του εκάστοτε Προϊστάμενου της Επιστασίας, στα μέλη της, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Εργασιών του Πλοιοκτήτη, ήτοι εισπράξεις από μπαρ, τραπεζαρία και self service, τα οποία εκεί αναφέρονται και ότι οι ως άνω αμοιβές – παροχές υπό στοιχείο β΄ και γ΄ καθώς και οποιοδήποτε ποσό ήθελε καταβληθεί στον ναυτικό πέραν των προαναφερόμενων υπόκειται σε συμψηφισμό με τυχόν αξιώσεις του για παροχή υπερωριακής εργασίας. Με τον 1ο λόγο της έφεσης ο εκκαλών διαμαρτύρεται για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξαιτίας του ότι δέχθηκε την ένσταση συμψηφισμού που υπέβαλε η εφεσίβλητη των ως άνω υπό β΄ και γ΄ ποσών με τις απαιτήσεις του από υπερωριακή εργασία, ενώ έπρεπε κατά τους ισχυρισμούς του να την απορρίψει. Επί του λόγου αυτού λεκτέα τα ακόλουθα:
Κατά το άρθρο 3 § 1 του Ν. 3239/1955, η ατομική σύμβαση εργασίας, που καταρτίζεται από πρόσωπο δεσμευόμενο από συλλογική σύμβαση εργασίας, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους θεσπισθέντες με αυτήν την τελευταία όρους, οι δε αντίθετες ατομικές συμφωνίες είναι άκυρες. Όμως, όροι ατομικής εργασιακής συμβάσεως, ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από αυτούς της συλλογικής σύμβασης, είναι επικρατέστεροι. Εκ τούτων, συνάγεται ότι, εάν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπόμενων από τη συλλογική σύμβαση και περιελήφθη όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις πέραν των νομίμων καταβαλλόμενες, ο όρος είναι ισχυρός. Τούτο ισχύει όχι μόνο για τις αποδοχές που υφίστανται κατά το χρόνο συνάψεως της ατομικής εργασιακής σύμβασης αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες που θα θεσπιστούν μετά την κατάρτιση της ατομικής σύμβασης. Τα ανωτέρω ισχύουν ομοίως και για αξιώσεις από ναυτική εργασία, που θεμελιώνονται σε ειδικές διατάξεις (ΑΠ 516/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 465/2009, ΕΝαυτΔ 2009/276). Μάλιστα, στη ναυτική πρακτική, η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές που προβλέπονται από την οικεία ΣΣΝΕ, ονομάζεται «κλειστός μισθός» και είναι έγκυρη κατ’ άρθρο 361 ΑΚ, με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον συμβατικό «κλειστό» μισθό, διαφορετικά, αν δηλαδή ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η σχετική συμφωνία δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, Δνη 44/160 = ΔΕΝ 2002/1314, ΜονΕφΠειρ. 361/2013, ΕΝαυτΔ 2013/208, ΕφΠειρ 391/2009, ΕΝαυτΔ 2009/283, ΕφΠειρ 429/2008, ΕΝαυτΔ 2008/284, ΕφΠειρ 30/2008, ΕΝαυτΔ 2008/106). Η έννοια του «κλειστού» μισθού, που προϋποθέτει υφιστάμενο ένα νόμιμα καθοριζόμενο όριο ελάχιστων αποδοχών του εργαζομένου, περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα, χωρίς ανάγκη άλλου ειδικού καθορισμού αυτών των τελευταίων (ΜονΕφΠειρ. 369/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται τακτικώς και παγίως στο ναυτικό, κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπομένου από την οικεία ΣΣΝΕ μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του, της δραστηριότητας και του ζήλου του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, χωρίς πρόβλεψη περί καταλογισμού αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο τούτο ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του εργοδότη, ελευθέρως ανακλητή ή δυνάμενη να καταλογιστεί μονομερώς προς άλλες συμβατικές αξιώσεις του ναυτικού. Αντιθέτως, το ως άνω πρόσθετο χρηματικό ποσό («επιμίσθιο») μπορεί να συμψηφιστεί προς τις προβλεπόμενες από τις οικείες ΣΣΝΕ αποδοχές στην περίπτωση, αλλά μόνον σ’ αυτήν, κατά την οποία υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση ναυτικής εργασίας περί καταλογισμού του στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή δεν έχει κάτι τέτοιο ειδικώς και ορισμένως συμφωνηθεί, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον εν λόγω συμψηφισμό, γιατί με τον τρόπο αυτό θα περιόριζε μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 213/2016, ΜονΕφΠειρ. 50/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 322/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 221/2015, Δνη 2016/1405, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ο.π., ΤριμΕφΠειρ 185/2012, ΕΝαυτΔ 2012/397, ΤριμΕφΠειρ 471/2011, ΕΝαυτΔ 2011/257, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 60, σελ. 326, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 205). Πρέπει να σημειωθεί ότι, σε περίπτωση που δεν εξειδικεύονται οι αποδοχές που καλύπτει ο «κλειστός» μισθός και υπάρχει κενό στη σύμβαση εργασίας ή γεννιέται αμφιβολία περί της έννοιας των βουλήσεων που δηλώθηκαν, αν δηλαδή περιλαμβάνονται ή όχι σε αυτόν ορισμένες από τις νόμιμες απαιτήσεις του ναυτικού, ανακύπτει θέμα ερμηνείας της σύμβασης, κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, δηλαδή, όπως απαιτεί η καλή πίστη λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών (ΑΠ 1214/2010, ΕφΑΔ 2010/1322, ΑΠ 1746/2009, ΝοΒ 58/729, ΑΠ 142/2003, Δνη 44/1305, ΑΠ 737/2001, Δνη 43/723, ΑΠ 1700/1998, ΕΝαυτΔ 1999/465, ΕφΠειρ. 670/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 457/2000, ΔΕΕ 2000/895). Από τις προσκομιζόμενες συμβάσεις εργασίας που καταρτίστηκαν μεταξύ των διαδίκων αποδείχθηκε ότι συμπεριελήφθη όρος κατά τον οποίο συμφωνήθηκε ότι «οι ως άνω αμοιβές στοιχεία β (συγκεκριμένο σταθερό ποσό για υπερωριακή αμοιβή 76 ωρών) και γ (ποσοστό επιστασίας παραρτήματος Ι που αφορά τις εισπράξεις από το μπαρ) καθώς και οποιοδήποτε ποσό ήθελε καταβληθεί στο ναυτικό πέραν των προαναφερόμενων υπόκειται σε συμψηφισμό με τυχόν αξιώσεις του για παροχή υπερωριακής εργασίας. Σύμφωνα προς όσα ανωτέρω αναφέρθηκαν, ο συμβατικός αυτός όρος, ερμηνευόμενος σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, επιτρέπει συμψηφισμό, μόνο ως προς το σταθερό ποσό που καταβαλλόταν για υπερωρίες. Όσον αφορά όμως τις εισπράξεις από το μπαρ (πέραν του ότι αυτές αφορούσαν επιστασία ξενοδοχειακού εξοπλισμού άσχετη προς την παροχή ναυτικής εργασίας) αυτές δεν επιτρέπεται να συμψηφιστούν με πραγματοποιούμενες υπερωρίες του εκκαλούντος ή με άλλες συμβατικές υποχρεώσεις της εργοδότριας. Δεν συνέτρεξαν, επομένως, εν προκειμένω ως προς την υπό β΄ αμοιβή ποσοστών οι νόμιμες προϋποθέσεις του επιτρεπτού συμβατικού συμψηφισμού. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που κατέληξε σε αντίθετο συμπέρασμα και έκανε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη την ένσταση συμψηφισμού για το ποσό αυτό της εφεσίβλητης έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα υποστηρίζει ο εκκαλών με τον πρώτο λόγο της έφεσής του και πρέπει να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιό της αυτό η εκκαλουμένη απόφαση, σύμφωνα με τα κατωτέρω ειδικότερα αναφερόμενα. Περαιτέρω, κατά το χρόνο ναυτολόγησης του εκκαλούντος στο πλοίο «ΚΠ», από 01.01.2021 έως 06.01.2021, αυτό βρισκόταν σε ακινησία και εκείνος εργαζόταν μόνο το νόμιμο 8ωρο. Αντίστοιχα, κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησής του στο ίδιο πλοίο, από 07.01.2021 έως 23.02.2021 το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς — Ηράκλειο – Σούδα με επιστροφή, με ώρα αναχώρησης από τον Πειραιά 21.00 και ώρα άφιξης στον Πειραιά, τη μεθεπόμενη ημέρα μετά την αναχώρησή του, στις 07:00. Ενδιάμεσα, το πλοίο, εκκινώντας από Πειραιά, έφτανε στο Ηράκλειο στις 06:00 της επομένης, απ’ όπου αναχωρούσε για τη Σούδα, όπου έφτανε ώρα 09:15. Η αντίστροφη διαδρομή ήταν η εξής: Αναχώρηση από Σούδα για Ηράκλειο ώρα 18:00 της ιδίας, άφιξη 20:45 και όχι 19:00, όπως οι μάρτυρες απόδειξης κατέθεσαν, εφόσον είναι ανέφικτη η εκτέλεση του δρομολογίου σε μία ώρα μόνο, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας. Στη συνέχεια, το πλοίο αναχωρούσε, από Ηράκλειο, ώρα 21:30, για Πειραιά, όπου έφτανε ώρα 07:00 της επομένης. Αντίστοιχα, κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του εκκαλούντος στο πλοίο «ΦΠ», από 26.3.2021 έως 31.10.2021, αυτό εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς-Ηράκλειο με επιστροφή, με αναχώρηση από το λιμάνι του Πειραιά στις 21:00, άφιξη στο Ηράκλειο, στις 06:30 της επομένης, αναχώρηση από το Ηράκλειο στις 21.00 και άφιξη στον Πειραιά στις 06:30 της επομένης. Παράλληλα, το εν λόγω πλοίο, ορισμένες ημέρες, κυρίως το καλοκαίρι του έτους 2021, εκτελούσε, εκτός του ανωτέρω κύριου δρομολογίου και ημερήσια δρομολόγια, στη γραμμή αυτή και, συγκεκριμένα, αναχωρούσε, επιπλέον, καθημερινά από κάθε λιμάνι (Πειραιά ή Ηράκλειο) στις 10:00 και έφθανε σε κάθε λιμάνι (Πειραιάς ή Ηράκλειο) στις 18:30 και στη συνέχεια αναχωρούσε στις 21.00 κάνοντας το κανονικό του δρομολόγιο. Περαιτέρω, το πλοίο, ορισμένες Πέμπτες και Κυριακές, το καλοκαίρι, εκτελούσε, εκτός του ανωτέρω δρομολογίου και ημερήσια δρομολόγια, στη γραμμή Ηράκλειο – Μήλος – Πειραιάς – Μήλος – Ηράκλειο. Πιο συγκεκριμένα, αναχωρούσε από το Ηράκλειο ή από τον Πειραιά στις 10:00 για Μήλο, όπου κατέπλεε στις 14:15. Στη συνέχεια αναχωρούσε από Μήλο για Πειραιά ή Ηράκλειο, όπου κατέπλεε στις 18:45. Ακολούθως, το πλοίο αναχωρούσε στις 22:00 από Ηράκλειο ή Πειραιά, με προορισμό τον Πειραιά ή το Ηράκλειο, όπου κατέπλεε στις 6:30 της επόμενης μέρας εκτελώντας, στη συνέχεια, το κανονικό του δρομολόγιο. Οι ημέρες, δε, που το πλοίο πραγματοποίησε ημερήσια δρομολόγια είναι οι εξής εννιά (9) τον αριθμό: από Ηράκλειο για Πειραιά, 01.8.2021 (Κυριακή), 06.8.2021 (Παρασκευή), 26.8.2021 (Πέμπτη) και 29.8.2021 (Κυριακή), εκ των οποίων τα τρία πρώτα με ενδιάμεση στάση στην Μήλο και τέταρτο άνευ και από Πειραιά για Ηράκλειο 08.8.2021 (Κυριακή), 13.8.2021 (Παρασκευή), 14.8.2021 (Σάββατο), 19.8.2021 (Πέμπτη) και 22.8.2021 (Κυριακή), εκ των οποίων το δεύτερο και το τέταρτο με ενδιάμεση στάση στην Μήλο και τα υπόλοιπα τρία άνευ, όπως η πραγματοποίηση μόνο αυτών των εννέα δρομολογίων αποδεικνύεται από την από 20.12.2022 βεβαίωση του Κεντρικού Λιμεναρχείου Ηρακλείου και την με αρ. πρωτ. ……………/10.01.2023 γνωστοποίηση προς την εφεσίβλητη κατόπιν σχετικής αίτησής της του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά, Α΄ Λιμενικό τμήμα, γραφείο δρομολογίων. Επομένως, συνολικά το πλοίο «ΦΠ» εκτέλεσε εννέα (9) ημερήσια δρομολόγια [4 ημερήσια με αναχώρηση από Ηράκλειο και 5 με αναχώρηση από Πειραιά] και όχι δεκαοκτώ, όπως αβάσιμα με την αγωγή του ισχυρίζεται ο εκκαλών και επαναφέρει τον ισχυρισμό του με το δεύτερο σκέλος του 4ου λόγου της έφεσής του, επικαλούμενος την με αρ. πρωτ. …………/20 από 16.10.2020 και με θέμα «Ανακοίνωση δήλωσης Τακτικής δρομολόγησης Ε/Γ-Ο/Γ «ΦΠ» Ν.Η. … δρομολογιακής περιόδου 2020-2021», της Δ/νσης θαλάσσιων συγκοινωνιών του Υπ. Ναυτιλίας, καθόσον τα εκεί αναγραφόμενα δρομολόγια είναι μόνο τα κατά δήλωση της εφεσίβλητης ήτοι με πρόθεση να τα εκτελέσει και όχι τα δρομολόγια που πράγματι εκτελέστηκαν τελικά και που αποδεικνύονται από τις προαναφερόμενες βεβαιώσεις. Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως ότι εκτελέστηκαν εννέα ημερήσια δρομολόγια και επιδίκασε πρόσθετη αμοιβή μόνο για τα δρομολόγια αυτά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και το β΄ σκέλος του 4ου λόγου της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο. Περαιτέρω, ο εκκαλών καθ΄ όλη τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του στα επίδικα πλοία ήταν επιφορτισμένος με τα εξής καθήκοντα: Αποθηκάριος κλινοσκεπασμάτων, ο οποίος αφενός παραλάμβανε, από τους επίκουρους, τα χρησιμοποιημένα κλινοσκεπάσματα τα οποία έδινε για πλύσιμο σε εξωτερικό πλυντήριο, παραδίνοντας στους επίκουρους, παράλληλα, καθαρά κλινοσκεπάσματα για να τα στρώσουν στις καμπίνες, καταμετρούσε τον ιματισμό, παραλάμβανε και διένειμε τα υλικά καθαρισμού και φρόντιζε τακτικά την καθαριότητα σε όλες τις αποθήκες του ξενοδοχειακού τμήματος των πλοίων, οκτώ τον αριθμό. Επίσης, του είχαν ανατεθεί καθήκοντα καθαρισμού του χώρου αεροπορικών καθισμάτων, υποδοχής των επιβατών στην reception του πλοίου, όπου έλεγχε το πλάνο των καμπινών των επιβατών μαζί με τον αρχιθαλαμηπόλο και παρέδιδαν τα κλειδιά σε άλλους θαλαμηπόλους για να οδηγήσουν τους επιβάτες στην καμπίνα τους. Επιπλέον, μετά από το στάδιο της επιβίβασης, o εκκαλών εργαζόταν στην κάβα του πλοίου, όπου έλεγχε την πληρότητα των προϊόντων και παρέδιδε στους θαλαμηπόλους που εργάζονται στο εστιατόριο του πλοίου, τα ποτά και τα αναψυκτικά που παράγγελναν οι επιβάτες. Ωστόσο, δεν απασχολούταν στον καθαρισμό των ξενοδοχειακών χώρων επιβατών (σαλόνια, διάδρομοι, τουαλέτες), διότι τα καθήκοντα αυτά αναλάμβαναν οι επίκουροι θαλαμηπόλοι, ούτε και ως σερβιτόρος, αφού έπρεπε να είναι στην κάβα και να παραδίδει, όπως λέχθηκε, τα ποτά και τα αναψυκτικά στους θαλαμηπόλους που ασχολούνταν με το σερβίρισμα. Με βάση τα ανωτέρω, ιδίως: α) των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν στα ένδικα πλοία, που ήταν δρομολογημένα στις ως άνω ακτοπλοϊκές γραμμές και β) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του εκκαλούντος, κατέστη αναγκαίο προς εξυπηρέτηση των αναγκών, που δημιουργούνταν από τις ως άνω συνθήκες λειτουργίας των πλοίων και στα πλαίσια εκτέλεσης των καθηκόντων της ειδικότητάς του, τούτος να εργαστεί υπερωριακά, κατά μέσο όρο, επί τέσσερις (4) ώρες ημερησίως, τόσο τις καθημερινές και τις Κυριακές, τα δε Σάββατα και τις αργίες, επί δώδεκα (12) ώρες, ενόψει του ότι, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην εφαρμοζόμενη Σ.Σ.Ν.Ε., η εργασία του Σαββάτου και των αργιών θεωρείται στο σύνολό της ως υπερωριακή απασχόληση, με εξαίρεση τις ημέρες που το πλοίο εκτελούσε ημερήσιο δρομολόγιο, οπότε οι ανάγκες ήταν αυξημένες, οπότε εργαζόταν, κατά μέσο όρο, επί δεκατρείς (13) ώρες, χωρίς, όμως, να υπερβαίνει τα όρια αυτά, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι, κατά το μεγαλύτερο μέρος του επίδικου χρονικού διαστήματος, η επιτρεπόμενη χωρητικότητα των επιβατηγών πλοίων ήταν μειωμένη λόγω των μέτρων για την αναχαίτιση της λεγόμενης πανδημίας covid – 19. Περαιτέρω, το γεγονός, ότι τα πλοία κατά τα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του εκκαλούντος ταξίδευαν με πλήρη σύνθεση πληρώματος, δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου, ως προς την πραγματοποιούμενη υπερωριακή εργασία, δεδομένου μάλιστα, ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του Κώδικα Δημόσιου Ναυτικού Δικαίου (Ν.Δ. 187/1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος των πλοίων αποσκοπεί στην ασφάλειά τους κατά τη διάρκεια των πλόων και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία. Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι στα πλοία τηρούνταν μηνιαίες καταστάσεις υπερωριών, που υπέγραφε ο εκκαλών, στις οποίες αναγράφονται λιγότερες ώρες υπερωριακής εργασίας του, αφενός δεν συνιστά παραίτηση από το δικαίωμά του να διεκδικήσει την αμοιβή του για την υπερωριακή του απασχόληση και αφετέρου δεν αποκλείει την απόδειξη εκ μέρους του με άλλα αποδεικτικά μέσα, όπως με τις μαρτυρικές καταθέσεις των συνυπηρετούντων σε αυτά μαρτύρων του, των πραγματικών ωρών εργασίας του, η δε αξιοπιστία αυτών δεν μειώνεται από μόνο το γεγονός ότι έχουν ασκήσει σε βάρος της εφεσίβλητης παρόμοιες αγωγές. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε λιγότερες ώρες υπερωριακής απασχόλησης του εκκαλούντος κατά τη διάρκεια των δρομολογίων των πλοίων και δη 11 ώρες ημερησίως με εξαίρεση τις ημέρες που τα πλοία εκτελούσαν ημερήσια δρομολόγια που έκρινε ότι εργαζόταν επί 12 ώρες ημερησίως εσφαλμένα το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ο 2ος λόγος της έφεσής του και να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο αυτό η εκκαλουμένη απόφαση. Ενόψει των ανωτέρω ο ενάγων δικαιούται ως διαφορές αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση, για τις επίδικες χρονικές περιόδους, τα ακόλουθα ποσά, δεδομένου ότι απασχολήθηκε υπερωριακά ως θαλαμηπόλος: Α] Για την ναυτολόγησή του στο πλοίο «ΚΠ»: 1) Κατά το χρονικό διάστημα από 07.01.2021 έως 23.02.2021, εργάστηκε επί 12 ώρες κατά μέσο όρο, ημερησίως, για 7 Σάββατα, ήτοι συνολικά εργάστηκε 7 ημέρες X 12 υπερωριακές ώρες = 84 ώρες Χ 10,44 ευρώ/ώρα = 876,96 ευρώ, 2)Κατά το χρονικό διάστημα που ήταν ναυτολογημένος (01.01.2021 — 06.01.2021) στο ίδιο πλοίο, όταν αυτό βρισκόταν σε ακινησία, εργάστηκε επί 8 ώρες ημερησίως για 1 Σάββατο και 2 αργίες (της Πρωτοχρονιάς και της εορτής των Θεοφανίων στις 06.01), ήτοι συνολικά εργάστηκε 3 ημέρες Χ 8 υπερωριακές ώρες = 24 ώρες Χ 10,44 ευρώ/ώρα = 250,56 ευρώ, 3) Κατά το χρονικό διάστημα από 07.01.2021 έως 23.02.2021 εργάστηκε 34 καθημερινές και 7 Κυριακές (41 ημέρες) Χ 4 ώρες υπερωριακής εργασίας υπερωριακής εργασίας = 164 ώρες Χ 8,70 ευρώ/ώρα = 1.426,80. Σύνολο υπερωριών για το χρονικό διάστημα που ήταν ναυτολογημένος στο πλοίο «ΚΠ» 2.554,32 ευρώ (876,96 + 250,56 + 1.426,80), έναντι του οποίου έχει λάβει από την εναγόμενη, σύμφωνα με τους προσκομιζόμενους από αυτήν λογαριασμούς μισθοδοσίας του ενάγοντος, για τον μήνα Ιανουάριο 2021 το συνολικό ποσό των 727,74€ [ήτοι 330,79€ υπερωρίες εταιρ. (38 ώρες) + 396,95€ ώρες Σαββ. (38 ώρες)] και για τον μήνα Φεβρουάριο 2021 το ποσό των 557,87€ [ήτοι 253,58€ υπερωρίες εταιρ. (29,13 ώρες) + 304,29€ ώρες Σαββ. (29,13 ώρες)], με την σημείωση ότι όπως λέχθηκε παραπάνω δεν θα συνυπολογιστεί το κονδύλιο που αναγράφεται ως «προμήθεια θαλαμηπόλων», επιπλέον, δε, δεν θα συνυπολογιστούν ούτε οι αποδεικνυόμενες καταβολές των ποσών 111,46€ και 85,45€, των μηνών Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου 2021, αντίστοιχα, με την ονομασία «αργία», ενόψει του ότι ούτε η εκκαλουμένη τα συνυπολόγισε και, εφόσον η εναγόμενη δεν άσκησε έφεση, ώστε να προσβάλει το κεφάλαιο αυτό της απόφασης, σε περίπτωση συνυπολογισμού θα χειροτέρευε ανεπίτρεπτα η θέση του ενάγοντος – εκκαλούντος. Συνολικά δηλαδή του καταβλήθηκε για την αιτία αυτή το ποσό των χιλίων διακοσίων ογδόντα πέντε ευρώ και εξήντα ενός λεπτών {727,74€ + 557,87€ = 1.285,61€} [και όχι το ποσό των 1.600,84 που εσφαλμένα έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την μνεία ότι στο παραπάνω ποσό εσφαλμένα υπολογίστηκε και το ποσό των 160,87€ που αφορούσε την αναλογία του ΔΠ/2021 όπως ορθά επισημαίνει ο ενάγων με τον 5ο λόγο υπό αρ. 1 της έφεσής του, δεκτού γενομένου ως ουσιαστικά βάσιμου, η δε εκκαλουμένη κατά το κεφάλαιο αυτό έχει ήδη εξαφανιστεί όπως παραπάνω αναφέρθηκε] και συνεπώς πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει την διαφορά, ύψους χιλίων διακοσίων εξήντα οκτώ ευρώ και εβδομήντα ενός λεπτών (2.554,32 – 1.285,61 = 1.268,71€). 4) Διαφορά δώρου Πάσχα 2021. Οι ναυτικοί δικαιούνται ως επίδομα εορτών Πάσχα μισθό 15 ημερών, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, ή 1/15 ημίσεος μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου. Επομένως, για το χρονικό διάστημα που ήταν ναυτολογημένος ο εκκαλών από 01.01.2021 έως 23.02.2021, στο πλοίο «ΚΠ» δικαιούται να λάβει, ως διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτής Πάσχα, για τις 54 συνολικά ημέρες που εργάστηκε 6,75 ημερομίσθια (54 δια 8). Οι τακτικές, δε, μηνιαίες αποδοχές του εκκαλούντος ανέρχονται στο ποσό των τριών χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα οκτώ ευρώ και ογδόντα επτά λεπτών (3.958,87€) και ειδικότερα: 1.204,77€ μισθός ενεργείας + 265,05€ επίδομα Κυριακών + 599,40€ μηνιαίο αντίτιμο τροφής + 36,64€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 433,95€ επίδομα αδείας μετά τροφής + 1.419,06€ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για υπερωριακή εργασία (δηλαδή 2.554,32€ συνολική υπερωριακή αμοιβή καθ΄ όλο το χρόνο της ναυτολόγησής του : 54 ημέρες εργασιακής απασχόλησης Χ 30 ημέρες), με την διευκρίνιση ότι η εφεσίβλητη παρείχε, κάθε μέρα συσκευασμένο γεύμα, όπως και τον ειδικό ιματισμό για την άσκηση των καθηκόντων των ναυτικών, με αποτέλεσμα να μην δικαιούται ανάλογης αμοιβής o εκκαλών η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για υπολογισμό των δώρων εορτών, αναφορικά με το επίδομα ιματισμού, πλην, όμως, το αντίθετο ισχύει για το μηνιαίο αντίτιμο τροφής, το οποίο αθροίζεται για τον υπολογισμό των δώρων. Συνεπώς, η αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα 2021 ανέρχεται στο ποσό των οκτακοσίων ενενήντα ευρώ και εβδομήντα τεσσάρων λεπτών (890,74€) [ήτοι 3.958,87€ τακτικές μηνιαίες αποδοχές : 2 Χ 1/15 X 6,75). Αφαιρουμένου του ποσού των 614,20€ που έλαβε ο ενάγων, πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει την διαφορά αναλογίας ΔΠ/2021 που ανέρχεται στο ποσό των διακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ και πενήντα τεσσάρων λεπτών [890,74 – 614,20 = 276,54€]. Κατόπιν αυτών ο ενάγων δικαιούται να λάβει για διαφορές υπερωριακής του εργασίας και αναλογίας επιδόματος εορτής Πάσχα για το έτος 2021 από την ναυτολόγησή του στο πλοίο «ΚΠ» το συνολικό ποσό των χιλίων πεντακοσίων σαράντα πέντε ευρώ και είκοσι πέντε λεπτών (1.268,71€ + 276,54€ = 1.545,25€), το οποίο πρέπει να υποχρεωθεί να του καταβάλει η εναγόμενη Β] Για την ναυτολόγηση του ενάγοντος στο πλοίο « ΦΠ» το έτος 2021, θα έπρεπε να λάβει τα κάτωθι ποσά: 1) Αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τα Σάββατα και αργίες: α) Κατά το χρονικό διάστημα 16.3.2021 – 25.3.2021, 01.11.2021 – 04.11.2021 εργάστηκε 12 ώρες για ένα Σάββατο και μία αργία (25η Μαρτίου), ήτοι συνολικά εργάστηκε 2 ημέρες Χ 12 ώρες = 24 ώρες X 10,44 ευρώ η ώρα = 250,56 ευρώ. β)Κατά το χρονικό διάστημα 26.3.2021 – 31.10.2021 εργάστηκε 12 ώρες ημερησίως για 24 Σάββατα και 6 αργίες (Μεγάλη Παρασκευής της 30.4, της Πρωτομαγιάς, της Δευτέρας του Πάσχα στις 03.5, της εορτής της Αναλήψεως στις 10.6, της εορτής του Τιμίου Σταυρού στις 14.9 και της 28ης Οκτωβρίου), ήτοι συνολικά εργάστηκε 30 ημέρες X 12 ώρες υπερωριακά καθ’ εκάστην = 360 ώρες X 10,44€/ώρα = 3.758,40 ευρώ, γ) Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα που ήταν ναυτολογημένος (26.3.2021 – 31.10.2021) στο ίδιο πλοίο, όταν αυτό εκτέλεσε ημερήσια δρομολόγια, εργάστηκε επί 13 ώρες κατά μέσον όρο ημερησίως για ένα Σάββατο (14 Αυγούστου), ήτοι εργάστηκε 1 ημέρες επί 13 ώρες υπερωριακά ώρες Χ 10,44 ευρώ/ώρα 135,72 ευρώ. Συνολικά δηλαδή για την αιτία αυτή έπρεπε να λάβει το ποσό των 4.144,68€ [250,56 + 3.758,40 + 135,72). Από τις μισθοδοτικές καταστάσεις του ενάγοντος αποδεικνύεται ότι έλαβε: 1) Για τα Σάββατα του προαναφερόμενου χρονικού διαστήματος το συνολικό ποσό των δύο χιλιάδων εννιακοσίων τριάντα οκτώ ευρώ {2.938,88€} [ήτοι από τον μήνα Μάρτιο έως και τον μήνα Νοέμβριο του έτους 2021 έλαβε τα εξής ποσά: 211,74€ για τον μήνα Μάρτιο + 396,95€ { Χ 3 μήνες}, ήτοι για καθένα από τους μήνες Απρίλιο, Μαϊο και Ιούνιο) + 365,61€ {Χ 2 μήνες}, ήτοι για καθένα από τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο + 386,50€ για τον μήνα Οκτώβριο + 52,96€ για τον μήνα Νοέμβριο] και 2) Για τις αργίες έλαβε το συνολικό ποσό των οκτακοσίων πενήντα τεσσάρων ευρώ και πενήντα λεπτών {854,50€} [ήτοι: 59,44€ για τον μήνα Μάρτιο + 111,46€ { Χ 7 μήνες}, ήτοι για κάθε έναν από τους μήνες Απρίλιο έως και Οκτώβριο) + 14,83€ για τον μήνα Νοέμβριο]. Συνολικά δηλαδή για Σάββατα και αργίες στο πλοίο ΦΠ ο ενάγων έλαβε το ποσό των τριών χιλιάδων επτακοσίων ενενήντα τριών ευρώ και σαράντα λεπτών [2.938,88€ + 854,50€ = 3.793,40€ -κατόπιν στρογγυλοποίησης-]. Κατόπιν των ανωτέρω η εναγόμενη οφείλει να του καταβάλει την διαφορά ύψους τριακοσίων πενήντα ενός ευρώ και τριάντα λεπτών [ 4.144,68€ – 3.793,40€ = 351,30€]. 2) Αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές και Κυριακές: α)Κατά το χρονικό διάστημα 16.3.2021 – 25.3.2021 και 01.11.2021 – 4.11.2021 ο ενάγων εργάστηκε 11 καθημερινές και 1 Κυριακή (12 ημέρες) Χ 4 ώρες υπερωριακής εργασίας = 48 υπερωριακές ώρες Χ 8,70 ευρώ/ώρα = 417,60 ευρώ, β) Κατά το χρονικό διάστημα από 26.3.2021 – 31.10.2021, πλην των ημερών που το πλοίο εκτέλεσε ημερήσια δρομολόγια, εργάστηκε ημερησίως για 141 καθημερινές και 22 Κυριακές, ήτοι συνολικά 163 ημέρες Χ 4 ώρες υπερωριακής εργασίας = 652 ώρες Χ 8,70 ευρώ/ώρα = 5.672,40 ευρώ, γ) Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα 26.3.2021 – 31.10.2021 όταν το πλοίο εκτέλεσε ημερήσια δρομολόγια, εργάστηκε επί 13 ώρες κατά μέσο όρο ημερησίως για 4 καθημερινές και 4 Κυριακές, ήτοι συνολικά εργάστηκε 8 ημέρες Χ 5 ώρες υπερωριακής εργασίας = 40 ώρες Χ 8,70 ευρώ/ώρα = 348 ευρώ. Συνολικά δηλαδή για την αιτία αυτή ο ενάγων έπρεπε να λάβει το ποσό των έξι χιλιάδων τετρακοσίων τριάντα οκτώ ευρώ [417,60€ + 5.672,40€ + 348€ =6.438€). Από τις μισθοδοτικές καταστάσεις του ενάγοντος αποδεικνύεται ότι έλαβε για τις καθημερινές και Κυριακές του προαναφερόμενου χρονικού διαστήματος το συνολικό ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων είκοσι επτά ευρώ και δεκαεπτά λεπτών {2.327,17€} [ήτοι 176,45€ Μάρτιος + 330,79€ για καθένα από τους μήνες Απρίλιος, Μαϊος και Ιούνιος + 269,85€ για καθένα από τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο + 304,67€ Οκτώβριος + 44,13€ Νοέμβριος]. Κατόπιν των ανωτέρω πρέπει να αναγνωριστεί [μετά την τροπή του εν λόγω κονδυλίου σε αναγνωριστικό], ότι η εναγόμενη οφείλει να του καταβάλει την διαφορά ύψους τεσσάρων χιλιάδων εκατόν δέκα ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών {4.110,83€ }[ήτοι 6.438€ – 2.327,17€]. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι για τις παραπάνω αιτίες καταβλήθηκε στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 7.686,79€ αντί του ορθού, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα παραπάνω, 6.120,57 [και δη για Σάββατα και αργίες το ποσό των 3.793,40€ και για καθημερινές και Κυριακές το ποσό των 2.327,17€] εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει και κατά το κεφάλαιο αυτό να εξαφανιστεί και να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο 5ος λόγος της έφεσης και κατά το σχετικό με τα κονδύλια αυτά σκέλος του. Γ] Ως διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτής Πάσχα 2021, ο εκκαλών δικαιούται να λάβει για τις 46 ημέρες που εργάστηκε δώρο 5,75 ημερομισθίων (46:8) επί των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του, που ανέρχονται στο ποσό των τριών χιλιάδων οκτακοσίων ενενήντα πέντε ευρώ και ογδόντα ενός λεπτών [3.895,81€] {ήτοι: 1.204,77€ μισθός ενεργείας + 265,05€ επίδομα Κυριακών + 599,40€ μηνιαίο αντίτιμο τροφής + 36,64€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 433,95€ επίδομα αδείας μετά τροφής + 1.356€ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για υπερωριακή εργασία (δηλαδή 10.582,68€ συνολική υπερωριακή αμοιβή:234 ημέρες εργασίας Χ 30 ημέρες)}, με την διευκρίνιση ότι η εφεσίβλητη παρείχε, κάθε μέρα συσκευασμένο γεύμα, όπως και τον ειδικό ιματισμό για την άσκηση των καθηκόντων των ναυτικών, με αποτέλεσμα να μην δικαιούται ανάλογης αμοιβής o εκκαλών η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για υπολογισμό των δώρων εορτών, αναφορικά με το επίδομα ιματισμού, πλην, όμως, το αντίθετο ισχύει για το μηνιαίο αντίτιμο τροφής, το οποίο αθροίζεται για τον υπολογισμό των δώρων. Συνεπώς, η οφειλόμενη διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτής Πάσχα 2021, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα στο πλοίο «ΦΠ», ανέρχεται στο ποσό των επτακοσίων σαράντα έξι ευρώ και εβδομήντα λεπτών (746,70€) {ήτοι 3.895,81€ τακτικές μηνιαίες αποδοχές: 2Χ1/15X5,75}). Αφαιρουμένου του ποσού των 532,68€ που έλαβε όπως αποδεικνύεται από τις μισθοδοτικές του καταστάσεις πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει την διαφορά ύψους διακοσίων δεκατεσσάρων ευρώ {214€} [ήτοι 746,70€ – 532,68€], Δ) Διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτής Χριστουγέννων έτους 2021. Από τη διάταξη του άρθρου 14 της ΣΣΝΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), ορίζεται ότι το επίδομα εορτών Χριστουγέννων καταβάλλεται ακέραιο, εφόσον η σχέση εργασίας διήρκεσε από 1.5 έως 31.12 και σε διαφορετική περίπτωση καταβάλλονται τα 2/25 του μισθού ή δύο ημερομίσθια για κάθε 19ημερο εργασίας. Επομένως, για το χρονικό διάστημα (188 ημέρες) που ο ενάγων ήταν ναυτολογημένος (01.5.2021-04.11.2021) δικαιούται, ως διαφορά αναλογίας δώρου Χριστουγέννων τα 2/25 των συνολικών του αποδοχών για κάθε 19ήμερο διάστημα υπηρεσίας του και συνεπώς δικαιούται 9,89 ημερομίσθια [188:19], ήτοι το ποσό των τριών χιλιάδων εκατόν τριάντα δύο ευρώ και είκοσι πέντε λεπτών [3.132,25€] {ήτοι 3.958,87€ οι μηνιαίες αποδοχές ως ανωτέρω Χ2/25 Χ 9,89 δεκαεννιαήμερα), έναντι του οποίου η εναγόμενη του κατέβαλε, όπως αποδεικνύεται από τις μισθοδοτικές του καταστάσεις, το ποσό των 2.091,98€ και επομένως πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει την διαφορά ύψους χιλίων σαράντα ευρώ και τριάντα λεπτών [1.040,30€] {ήτοι 3.132,25€ – 2.091,98€}. Περαιτέρω, όπως προαναφέρθηκε το πλοίο ΦΠ εκτέλεσε εννέα δρομολόγια εξπρές, με διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού μεγαλύτερη των 12 ωρών και συνεπώς δικαιούται να λάβει την πρόσθετη αμοιβή του άρθρου 33 παρ. 7 υπό α΄ της ΣΣΝΕ αμοιβή ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του [και όχι 1/60 που εσφαλμένα έκρινε η εκκαλουμένη –άρθ. 33 παρ. 7 υπό δ΄ της σσνε, υπολαμβάνοντας ότι η διάρκεια αυτών ήταν μικρότερη των 12 ωρών], δεκτού γενομένου του σκέλους Γ του 5ου λόγου της έφεσης. Οι τελευταίες ανέρχονταν, όπως αναφέρθηκε, στο ποσό των τριών χιλιάδων οκτακοσίων ενενήντα πέντε ευρώ και ογδόντα ενός λεπτών {3.895,81€} και συνεπώς ο ενάγων δικαιούται ως πρόσθετη αμοιβή για καθένα εξπρές δρομολόγιο το ποσό των εκατόν τριάντα ευρώ {σύνολο τακτικών μηναίων αποδοχών στο πλοίο ΦΠ 3.895,81 Χ 1/30 = 130€}. Ενόψει δε του ότι το πλοίο πραγματοποίησε 31,50 ώρες πρόωρης αναχώρησης από το λιμάνι αφετηρίας (3,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης Χ 9 ημέρες) προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από τον κατάπλου του στο λιμάνι του Ηρακλείου ή του Πειραιά πραγματοποίησε 3,93 εξπρές δρομολόγια [31,50 δια του συντελεστή 8 –άρθ. 33 αρ. 4 σσνε-) και δικαιούται να λάβει το ποσό των πεντακοσίων δέκα ευρώ και ενενήντα λεπτών [3,93 εξπρές δρομολόγια Χ 130 ευρώ {1/30 των μηνιαίων τακτικών αποδοχών του = 510,90€}. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε διαφορετικά και επιδίκασε μικρότερη αμοιβή για την αιτία αυτή εσφαλμένα το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ο 4ος και ο 5ος λόγος της έφεσης και να εξαφανιστεί και κατά το κεφάλαιο αυτό η εκκαλουμένη απόφαση. Κατόπιν αυτών πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως ουσιαστικά βάσιμη κατά τα όσα προαναφέρθηκαν, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της εναγόμενης, να εξαφανιστεί στο σύνολό της, για το ενιαίο της εκτέλεσης, η εκκαλουμένη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί στην ουσία της (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) η αγωγή, η οποία αρμόδια και παραδεκτά εισήχθη στο Δικαστήριο, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και είναι νόμιμη, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις. Στη συνέχεια, και ενόψει του ότι περιορίστηκε σε αναγνωριστικό το αγωγικό αίτημα, που αφορά την καταβολή διαφορών υπερωριακής απασχόλησης τις καθημερινές και Κυριακές, για την ναυτολόγηση του ενάγοντος στο πλοίο ΦΠ, όπως το ποσό αυτό ορίστηκε από το παρόν Δικαστήριο στο ποσό των 4.110,83€, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και ειδικότερα: (Α) Να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των δύο χιλιάδων εξακοσίων είκοσι ενός ευρώ και σαράντα πέντε λεπτών (2.621,45€), [ήτοι 1.545,25€ {από την ναυτολόγησή του στο πλοίο «ΚΠ» για διαφορές υπερωριακής του εργασίας και αναλογίας επιδόματος εορτής Πάσχα για το έτος 2021 (1.268,71€ διαφ. Υπερωρ. + 276,54€ διαφ. Αναλ. ΔΠ/2021)} συν {από την ναυτολόγησή του στο πλοίο ΦΠ:} 351,30€ για διαφορές υπερωριακής του εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, συν 214€ για διαφορά αναλ. επιδόματος εορτής Πάσχα 2021, συν 1.040,30€ για διαφορά αναλ. επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2021, συν 510,90€ για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές] και (Β) Να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει στον ενάγοντα για διαφορές υπερωριακής του απασχόλησης τις καθημερινές και Κυριακές, για την ναυτολόγησή του στο πλοίο ΦΠ το συνολικό ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εκατόν δέκα ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (4.110,83€) και όλα τα παραπάνω ποσά με το νόμιμο τόκο επιδικίας, όπως επιδικάστηκε και με την εκκαλουμένη απόφαση [εφόσον δεν άσκησε η εναγόμενη έφεση κατά της απόφασης και άρα δεν μπορεί να εκδοθεί απόφαση που χειροτερεύει τη θέση του εκκαλούντος] από την επομένη ημέρα της τελευταίας απόλυσης (που έλαβε χώρα την 4.11.2021) του ενάγοντος, ήτοι από 5.11.2021 [όπως έκρινε για όλα τα ποσά και η εκκαλουμένη απόφαση] και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση. Μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας βαρύνουν, μετά την υποβολή σχετικού αιτήματός του, την εναγόμενη, λόγω της ήττας της, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 178 παρ. 1, 191 παρ. 2 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την έφεση.
Δέχεται τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.
Κρατεί και δικάζει την αγωγή.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των δύο χιλιάδων εξακοσίων είκοσι ενός ευρώ και σαράντα πέντε λεπτών (2.621,45€) και αναγνωρίζει την υποχρέωσή της να του καταβάλει το συνολικό ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εκατόν δέκα ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (4.110,83€) και όλα τα παραπάνω ποσά με το νόμιμο τόκο επιδικίας, από την 5.11.2021 μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση.
Επιβάλλει σε βάρος της εναγόμενης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, στις18 Iουλίου 2025
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ