ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 436/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ
Του εκκαλούντος: …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Κυριάκο Παπαδέα,
Της εφεσίβλητης: ……………, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Βάια Στεργιοπούλου με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
Η νυν εφεσίβλητη άσκησε κατά του νυν εκκαλούντος ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, την από 7.6.2022 αγωγή της με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. ……/2022, επί της οποίας το παραπάνω Δικαστήριο εξέδωσε την 2546/2023 οριστική απόφασή του (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση), με την οποία δέχθηκε εν μέρει αυτή.
Ο εναγόμενος προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση με την από 2-10-2023 έφεσή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, στις 2.10.2023 με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …../2023. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε στις 15.10.2024 στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2024 και Ε.Α.Κ. …./2024, οπότε ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη δικάσιμο αυτή η έφεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, ο μεν πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, αφού έλαβαν από τον Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού τον λόγο, αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε, η δε πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της με τις προτάσεις που προκατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 2.10.2023 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2023 και Ε.Α.Κ. …./2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2024 και Ε.Α.Κ. …./2024) έφεση του ………. κατά της …….. προς εξαφάνιση της 2546/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση), το οποίο δικάζοντας την από 7.6.2022 (με αρ. κατ. δικ. …………/8.6.2022) αγωγή της εφεσίβλητης κατά του εκκαλούντος αντιμωλία των διαδίκων, δέχθηκε εν μέρει αυτή, έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.1 ίδιου Κώδικα, καθώς η εκκαλουμένη επιδόθηκε στον εναγόμενο με επιμέλεια της ενάγουσας στις 5.9.2023 (βλ. την υπ’ αρ. ……../5.9.2023 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……….) κι αυτός άσκησε την έφεσή του, εντός της νόμιμης προθεσμίας των τριάντα ημέρων, στις 2.10.2023 (βλ. την από 2.10.2023 έκθεση κατάθεσης ένδικου μέσου της γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά, …………). Πρέπει, λοιπόν, η ως άνω έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 περ.1 ΚΠολΔ εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου για να δικασθεί με την ίδια ως πρωτοδίκως ειδική διαδικασία κατ’ άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατ’ άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ.
Με την ως άνω από 7.6.2022 αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η ενάγουσα ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος πρώην σύζυγός της, με τον οποίο ο γάμος της έχει λυθεί αμετάκλητα, να της προκαταβάλλει το ποσό των 1.000 ευρώ μηνιαίως, ως τακτική σε χρήμα διατροφή της, εντός του πρώτου πενθήμερου εκάστου μηνός και για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών από την επίδοση της αγωγής, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση αυτής και έως την εξόφληση, καθόσον εκείνη (ενάγουσα) αδυνατεί να εξασφαλίσει τη διατροφή της από τα εισοδήματα ή την περιουσία της, ενώ, εξάλλου, η ηλικία και η κατάσταση της υγείας της δεν της επέτρεπαν κατά τη λύση του γάμου, αλλά ούτε και στη συνέχεια να ασκήσει οποιοδήποτε επάγγελμα για να εξασφαλίσει τη διατροφή της, ο δε εναγόμενος διαθέτει αξιόλογη ακίνητη περιουσία και εισοδήματα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και υποχρέωσε τον εναγόμενο να προκαταβάλλει μηνιαίως στην ενάγουσα ως τακτική σε χρήμα διατροφή της, το ποσό των 450 ευρώ, εντός του πρώτου πενθήμερου εκάστου μηνός και για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας παροχής και μέχρι την εξόφληση. Ήδη με την υπό κρίση έφεσή του, ο εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, προκειμένου να απορριφθεί η ως άνω από 7.6.2022 αγωγή της εφεσίβλητης κατά αυτού και να υποχρεωθεί η εφεσίβλητη στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης του για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας.
Περαιτέρω, με τον ενδέκατο λόγο της έφεσής του ο εκκαλών αιτιάται την εκκαλουμένη ότι κατά παράβαση του νόμου έκρινε ότι η ένσταση αποκλεισμού ή περιορισμού της διατροφής της εφεσίβλητης στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 1444 αρ.1 ΑΚ προβλήθηκε το πρώτον με την προσθήκη των προτάσεών του και ότι επομένως τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη. Ότι ωστόσο εάν το δικαστήριο είχε εφαρμόσει ορθώς το νόμο, θα είχε κρίνει ότι οι ανωτέρω ισχυρισμοί του περί εκούσιας πρόκλησης της απορίας της εφεσίβλητης που προβλήθηκαν με τις πρωτόδικες προτάσεις του και θεμελιώνουν τις ενστάσεις της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος αυτής και περί ουσία αβασίμου του αιτήματος για καταβολή διατροφής θεμελιώνουν ταυτόχρονα και την καταχρηστική ένσταση του άρθρου 1444 παρ.1 ΑΚ και για τον λόγο αυτό θα είχε εξετάσει την εν λόγω ένσταση στην ουσία της, κι αφού την είχε κάνει δεκτή, θα είχε αποκλείσει τη διατροφή της εφεσίβλητης. Σχετικά με τον λόγο αυτόν έφεσης σημειώνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 1444 παρ.1 ΑΚ «η διατροφή μπορεί να αποκλειστεί ή να περιοριστεί, αν αυτό επιβάλλεται από σπουδαίους λόγους, ιδίως αν ο γάμος είχε μικρή χρονική διάρκεια ή αν ο δικαιούχος είναι υπαίτιος του διαζυγίου του ή προκάλεσε εκούσια την απορία του». Με την παραπάνω διάταξη παρέχεται εκ του νόμου, στον εναγόμενο για μεταγαμιαία διατροφή πρώην σύζυγο η δυνατότητα να προβάλλει αυτοτελή ισχυρισμό στην σχετική δίκη έναντι του ενάγοντος πρώην συζύγου του προκειμένου να αποκλείσει ή να περιορίσει το κατ’ αυτού ασκούμενο δικαίωμα, προβάλλοντας μεταξύ άλλων ότι ο ενάγων πρώην σύζυγος προκάλεσε εκούσια την απορία του. Η ίδια συμπεριφορά του ενάγοντος μπορεί να στοιχειοθετήσει και άλλου είδους ένσταση σε βάρος του εκ μέρους του εναγόμενου π.χ. στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 288 περί καλής πίστης και 281 ΑΚ περί κατάχρησης δικαιώματος, ανάλογα με το πώς προβάλλονται ή συνδυάζονται τα ίδια πραγματικά περιστατικά. Ωστόσο, οι ενστάσεις εκ του άρθρου 1444 παρ.1 ΑΚ δεν ταυτίζονται με την εκ του άρθρου 281 ΑΚ ένσταση. Εξάλλου, κατ’ άρθρο 591 παρ.1 εδ.δ’ ΚΠολΔ στις ειδικές διαδικασίες τα περιεχόμενα στις προτάσεις μέσα επίθεσης και άμυνας προτείνονται συνοπτικώς και προφορικά και καταχωρίζονται στα πρακτικά συζητήσεως, διαφορετικά είναι απαράδεκτα. Στην προκειμένη περίπτωση από την επισκόπηση των πρακτικών του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και από τις προτάσεις που κατέθεσε πρωτοδίκως ο εναγόμενος προκύπτει ότι δεν προέβαλε εμπρόθεσμα ένσταση περιορισμού άλλως αποκλεισμού της διατροφής της ενάγουσας κατ’ άρθρο 1444 παρ.1 ΑΚ ως υπαίτιας του κλονισμού της έγγαμης συμβίωσης ή επειδή προκάλεσε εκουσίως την απορία της. Το πρώτον με την προσθήκη-αντίκρουση των προτάσεών του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (στη σελ. 20) προέβαλε τη σχετική ένσταση. Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη διέλαβε σχετικά «Να σημειωθεί ότι οι προβαλλόμενες με την προσθήκη-αντίκρουση από τον εναγόμενο ενστάσεις του και κυρίως η ένσταση αποκλεισμού ή περιορισμού της διατροφής της ενάγουσας, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 1444 παρ.1 του ΑΚ, πρέπει να απορριφθούν διότι δεν προβλήθηκαν νομίμως με τις κατατεθείσες προτάσεις του και με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, σύμφωνα με το άρθρο 591 παρ.1 εδ.δ’ ΚΠολΔ», εφάρμοσε ορθά τον νόμο και απέρριψε ως απαράδεκτη τη σχετική ένσταση του εναγόμενου. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 527 και 262 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι, για να θεωρηθεί ως εμπροθέσμως προβληθείσα (και, επομένως, παραδεκτή) η ένσταση, που δεν προβλήθηκε εμπρόθεσμα στον πρώτο βαθμό, επαναφερόμενη έστω με λόγο έφεσης στον δεύτερο βαθμό, θα πρέπει ο εκκαλών να επικαλεσθεί έναν από τους λόγους του άρθρου 527 ΚΠολΔ που δικαιολογούν τη βραδεία προβολή της ενστάσεως στην κατ’ έφεση δίκη, πλην όμως κανέναν τέτοιο λόγο δεν επικαλείται, εν προκειμένω, ο εκκαλών και άρα δεν θεραπεύεται το απαράδεκτο της ενστάσεως που προβλήθηκε με την προσθήκη-αντίκρουση των προτάσεων του πρωτοδίκως και το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει υπόψη, έστω καθυστερημένα, την εκ του άρθρου 1444 παρ.1 ΑΚ ένσταση, η οποία τυγχάνει απαράδεκτη (βλ. ΑΠ 846/2017 στην areiospagos.gr). Επομένως, απορριπτέος στην ουσία του τυγχάνει ο ενδέκατος λόγος της υπό κρίση έφεσης.
Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 597 παρ.2 στοιχ.2 ΚΠολΔ στις διαφορές που αναφέρονται στο άρθρο 592 ίδιου Κώδικα, όπως τέτοια διαφορά είναι και αυτή που αφορά σε διατροφή λόγω διαζυγίου κατά την παράγραφο 3 στοιχ.α’ του παραπάνω άρθρου δεν μπορούν να εξεταστούν ως μάρτυρες, μεταξύ άλλων, τα τέκνα των διαδίκων. Η απαγόρευση εξέτασης των τέκνων υπαγορεύθηκε από λόγους ηθικής τάξης με σκοπό την αποφυγή δημιουργίας διενέξεων, ερίδων και αντιδικιών των τέκνων με τον ένα ή και τους δύο γονείς τους και να μη βρίσκονται αυτά στο δίλημμα να ψευδορκήσουν ή να καταθέσουν την αλήθεια σε βάρος ενός από τους γονείς τους. Τα εν λόγω πρόσωπα είναι «ανεπιτήδειοι» μάρτυρες και η απαγόρευση εξέτασής τους λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (βλ. σχετ. ΑΠ 648/1989, ΕφΑθ 7816/2006 στην ΤΝΠ Νόμος). Τα ανωτέρω για την ταυτότητα του νομικού λόγου ισχύουν και επί ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον Ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου, που ελήφθησαν κατά τις διατάξεις των άρθρων 421 επ. ΚΠολΔ, όπως προστέθηκαν με την παρ. 3 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, με τις οποίες ο μάρτυρας καταθέτει ό,τι γνωρίζει περί των αποδεικτέων πραγματικών περιστατικών. Συνεπώς, ένορκη βεβαίωση του τέκνου των διαδίκων είναι ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο και δε λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο (βλ. σχετ. EφΠειρ 115/2014, ΕφΔωδ 296/2004, ΠΠΑθ 5859/2010, ΠΠΑθ 181/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, αναφορικά με την ερμηνεία της αντίστοιχης διάταξης του άρθρου 601 περ. 2 ΚΠολΔ, πριν την τροποποίησή της με το ν. 4335/2015, ΜΠΘεσ 1285/2019 αδημ., Μαργαρίτης Μ., ΕρμΚΠολΔ, Τόμος ΙΙ, 2018, άρθρο 597 αρ. 6-7, Λεοντής Ν., Ειδικές Διαδικασίες κατά τον ΚΠολΔ, σελ. 91-92). Ωστόσο, οι δίκες στις οποίες ισχύει η ως άνω απαγόρευση είναι οι αναφερόμενες εν γένει στο άρθρο 592. Η απαγόρευση μαρτυρικής κατάθεσης των ως άνω προσώπων ενώπιον του δικάζοντος Δικαστηρίου δεν αποκλείει, ωστόσο, τη συνεκτίμηση και αξιολόγηση από αυτό, ως αποδεικτικών μέσων, εγγράφων στα οποία περιέχονται δηλώσεις και καταθέσεις των τέκνων σχετικά με την επίδικη διαφορά [Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Ποδηματά), ΚΠολΔ ΙΙ, (2000), άρθρο 601 αρ.6, σελ. 1111], όπως ένορκες βεβαιώσεις (ΑΠ 2134/2007, ΧρΙΔ 2008, σελ. 833), οι οποίες είχαν προσκομισθεί σε άλλη συναφή δίκη, αρκεί τα έγγραφα αυτά να μην συντάχθηκαν προκειμένου να χρησιμοποιηθούν στη συγκεκριμένη δίκη (ΑΠ 126/2006, στη Νόμος, βλ. για όλα τα ανωτέρω Α. Πλεύρη, Απαλαγάκη/Σταματόπουλο, Ο Νέος ΚΠολΔ ΙΙ, Νομική Βιβλιοθήκη 2022, άρθρο 597, σελ. 2060). Περαιτέρω, για τις ένορκες βεβαιώσεις τέκνων που έχουν ληφθεί σε προηγούμενη δίκη στο πλαίσιο των ασφαλιστικών μέτρων δεν ισχύει η απαγόρευση του άρθρου 527 ΚΠολΔ, καθώς δεν εφαρμόζεται εκεί η ειδική διαδικασία των διαφορών από τον γάμο, την οικογένεια και την ελεύθερη συμβίωση, αλλά η ως άνω διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, στην οποία, ως προς τα επιτρεπόμενα αποδεικτικά μέσα εφαρμόζεται το άρθρο 347 ΚΠολΔ που ορίζει ότι «όπου ο νόμος θεωρεί αρκετή την πιθανολόγηση το δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να εφαρμόσει τις διατάξεις που ισχύουν για την αποδεικτική διαδικασία, τα αποδεικτικά μέσα και τη δύναμή τους, αλλά λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε μέσα κρίνει κατάλληλα για να σχηματίσει πιθανότητα σχετικά με την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών». Επομένως, ένορκη βεβαίωση που ελήφθη για να χρησιμοποιηθεί σε δίκη ασφαλιστικών μέτρων για επιδίκαση προσωρινής διατροφής στον ασθενέστερο οικονομικά εν διαστάσει σύζυγο, λαμβάνεται υπόψη ως δικαστικό τεκμήριο στη μεταγενέστερη δίκη των ίδιων διαδίκων επί τακτικής αγωγής διατροφής του ενός πρώην συζύγου κατά του άλλου, εφόσον δεν ελήφθη για να χρησιμοποιηθεί στη συγκεκριμένη μεταγενέστερη δίκη και αποτελεί για τη δίκη αυτή, έγγραφο που λαμβάνεται υπόψη ως δικαστικό τεκμήριο. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον δωδέκατο λόγο έφεσης ο εκκαλών παραπονείται ότι η εκκαλούμενη απόφαση κατά παράβαση του νόμου έκρινε ότι η προσκομισθείσα υπ’ αρ. …………../2007 ένορκη βεβαίωση της κόρης των διαδίκων, …………. ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά που ελήφθη στα πλαίσια παλαιότερης δίκης μεταξύ των ίδιων διαδίκων, επί της οποίας εκδόθηκε η 10.173/2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά συνιστά μη νόμιμο αποδεικτικό μέσο και για τον λόγο αυτό δεν την έλαβε υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων. Από την επισκόπηση της εκκαλουμένης σχετικά με το εν λόγω αποδεικτικό μέσο προκύπτει ότι τούτο πράγματι δεν ελήφθη υπόψη με το σκεπτικό ότι «εφόσον με αυτήν κατέθεσε η θυγατέρα των διαδίκων …………., πρόσωπο του οποίου η εξέταση ως μάρτυρα δεν επιτρέπεται στην προκείμενη δίκη όπως προβλέπεται στη διάταξη της παρ.2 του άρθρου 597 ΚΠολΔ και επομένως καθίσταται μη νόμιμο αποδεικτικό μέσο (άρθρο 597 παρ.2 αρ.2 ΚΠολΔ, βλ. και ΜΠρΠατρ 253/2022 δημ. Qualex)». Ωστόσο, όπως προκύπτει από την ως άνω υπ’ αρ. …./2007 ένορκη βεβαίωση της θυγατέρας των διαδίκων …………., αυτή δόθηκε στις 19.9.2007, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στη δίκη ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατόπιν υποβολής της από 30.7.2007 και με αυξ. αρ. κατ. ……/2007 αίτηση της νυν εφεσίβλητης κατά του νυν εκκαλούντος, που συζητήθηκε στις 11.9.2007 και αφορούσε σε επιδίκαση προσωρινής διατροφής της αιτούσας κατά του εν διαστάσει συζύγου της καθ’ ου η αίτηση, περίπου δεκαπέντε χρόνια πριν την άσκηση της ένδικης αγωγής της εφεσίβλητης κατά του εκκαλούντος που αφορά σε επιδίκαση μεταγαμιαίας διατροφής, δηλαδή ελήφθη σε προγενέστερη δίκη, σε διαδικασία όπου μάλιστα επιτρεπόταν η λήψη ένορκης βεβαίωσης από τέκνο των διαδίκων κατ’ άρθρο 347 ΚΠολΔ, αφού επρόκειτο για δίκη ασφαλιστικών μέτρων όπου επιτρέπεται η πιθανολόγηση. Πέραν τούτου, κατά τον χρόνο που ελήφθη η εν λόγω ένορκη βεβαίωση, ακόμη και στην ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών, σύμφωνα με το προγενέστερο δίκαιο και δη τη διάταξη του άρθρου 601 αριθ. 2 ΚΠολΔ, ως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του από το ν. 4335/2015, η απαγόρευση της εξέτασης ως μαρτύρων των τέκνων των διαδίκων στις κατά την διαδικασία των άρθρων 592 επ. εκδικαζόμενες διαφορές είχε εφαρμογή μόνο στις γαμικές διαφορές, που απαριθμούνταν στην παρ. 1 του άρθρου αυτού, στις οποίες ρητά αναφέρεται η διάταξη και όχι σε άλλες μεταξύ των συζύγων ή πρώην συζύγων δίκες, όπως είναι και η περί καθορισμού της οφειλόμενης λόγω γάμου ή διαζυγίου διατροφής, στις οποίες δεν αποκλειόταν να εξεταστούν ως μάρτυρες τα τέκνα των διαδίκων ή να ληφθούν υπόψη ένορκες καταθέσεις αυτών (βλ. ΑΠ 2134/2007, ΑΠ 417/2007, ΑΠ 648/1989, ΜονΕφΠατρ 27/2019, όπου παραπέμπει η ΜονΕφΑιγ 69/2020 στην ΤΝΠ Νόμος). Επομένως εσφαλμένα δεν ελήφθη υπόψη η ως άνω ένορκη βεβαίωση από την εκκαλουμένη ως έγγραφο που εκτιμάται για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, πλην όμως η πλημμέλεια αυτή δεν οδηγεί σε εξαφάνιση της εκκαλουμένης παρά μόνον εφόσον συνεκτιμωμένου του εν λόγω αποδεικτικού μέσου, το παρόν Δικαστήριο οδηγηθεί σε διαφορετικό αποδεικτικό πόρισμα σε σχέση με αυτό της εκκαλουμένης.
Παρακάτω, με τον τρίτο λόγο της υπό κρίση έφεσης, ο εκκαλών υποστηρίζει ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 281 ΑΚ απέρριψε ως νόμω αβάσιμη την σχετική ένστασή του περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος της εφεσίβλητης για καταβολή μηνιαίας διατροφής, κρίνοντας ότι τα πραγματικά περιστατικά που επικαλέστηκε για τη θεμελίωσή της δεν συνιστούν κατάχρηση του επικαλούμενου δικαιώματος της εφεσίβλητης αλλά αρνητικούς της αγωγής ισχυρισμούς που αξιολογούνται από το Δικαστήριο στο πλαίσιο της γενικότερης άρνησης της αγωγής. Ότι ειδικότερα για τη θεμελίωση του άρθρου 281 ΑΚ ο εκκαλών ισχυρίστηκε ότι η εφεσίβλητη α) είναι πλήρως ικανή για εργασία και εργάζεται αποκομίζοντας το ποσό των 500 ευρώ μηνιαίως τουλάχιστον, άλλως ότι ενώ έχει την δυνατότητα, όποτε το θελήσει, να εργαστεί, παραλείπει υπαιτίως να το πράξει (ότι άλλωστε ούτε καν ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να εξεύρει εργασία), β) υπαιτίως δεν συναινεί στην εκμίσθωση (μακροχρόνια ή βραχυχρόνια) της άλλοτε συζυγικής κατοικίας, ήτοι του διαμερίσματος της οδού …………. στο …………, επιφάνειας 113 τ.μ., με αποκλειστική χρήση θέσης στάθμευσης αυτοκινήτου, μακρυχρόνιας μισθωτικής αξίας 1.000 ευρώ μηνιαίως και βραχυχρόνιας μισθωτικής αξίας (Airbnb) 2.400-3.000 ευρώ μηνιαίως τουλάχιστον, επί του οποίου έχει το 50% εξ αδιαιρέτου του δικαιώματος της επικαρπίας και ο εκκαλών το 50% εξ αδιαιρέτου του δικαιώματος της πλήρους κυριότητας και στο οποίο κατοικεί μόνη της, παρά το γεγονός ότι έχει τη δυνατότητα να μετεγκατασταθεί στο διαμέρισμα αποκλειστικής επικαρπίας της, στην οδό ……………. στη Νίκαια, επιφάνειας 47 τ.μ., γ) από τις υπαίτιες παραλείψεις της δεν αποκομίζει την αμοιβή από την εργασία της και το ήμισυ της μισθωτικής αξίας της άλλοτε συζυγικής κατοικίας και δη το συνολικό ποσό των 1.000 ευρώ μηνιαίως (500 ευρώ αμοιβή εργασίας + 500 ευρώ αναλογική αξία μακροχρόνιας μίσθωσης) άλλως το ποσό των 1.700 ευρώ μηνιαίως (500 ευρώ αμοιβή εργασίας + 1.200 ευρώ αξία βραχυχρόνιας μίσθωσης), άλλως το ποσό των 2.000 ευρώ μηνιαίως (500 ευρώ αμοιβή εργασίας + 1.500 ευρώ βραχυχρόνιας μίσθωσης), με το οποίο θα μπορούσε να υπερκαλύψει τις ανάγκες διατροφής της και δ) η άσκηση της αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση δεν υπήρξε αποτέλεσμα της ανάγκης της εφεσίβλητης αλλά της άρνησης του εκκαλούντος να της καταβάλει το εξωφρενικό ποσό, το οποίο εκείνη απαίτησε, προκειμένου να συναινέσει στη λύση του γάμου τους. Κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, εκ των ανωτέρω ισχυρισμών, από τους οποίους ο υπό στοιχείο «γ» συνιστά συνδυασμό των «α» και «β», μόνον ο υπό στοιχείο «β» στοιχειοθετεί ένσταση λόγω καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος εκ μέρους της ενάγουσας κατ’ άρθρο 281 ΑΚ (βλ. Βασίλη Βαθρακοκοίλη, Το νέο Οικογενειακό Δίκαιο, β’ έκδοση, Αθήνα 2000, άρθρο 1442, σελ. 533), οπότε εσφαλμένα η εκκαλουμένη εκτίμησε τον ισχυρισμό αυτό ως αρνητικό αγωγικό ισχυρισμό, ενώ οι υπόλοιποι ισχυρισμοί συνιστούν πράγματι άρνηση της αγωγής. Σχετικά με τον ισχυρισμό που κρίθηκε ότι στοιχειοθετεί ένσταση του άρθρου 281 ΑΚ, αυτός θα εκτιμηθεί στη συνέχεια, στην ουσία του, όπως και οι αρνητικοί της αγωγής ισχυρισμοί, κατά την εκτίμηση των αποδείξεων.
Ακολούθως, από τις ένορκες καταθέσεις της μάρτυρα απόδειξης …………… και του μάρτυρα ανταπόδειξης …….., που εξετάσθηκαν νομίμως στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από τις επιμελεία του εναγόμενου δοθείσες ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά υπ’ αρ. …./5.12.2022, …../5.12.2022 και …/5.12.2022 ένορκες βεβαιώσεις των ……………. αντίστοιχα, κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης προ δύο εργάσιμων ημερών κατ’ άρθρο 422 ΚΠολΔ κλήσης της ενάγουσας (βλ. την από 28.11.2022 γνωστοποίηση λήψης ένορκων βεβαιώσεων-κλήση και τη συνημμένη σε αυτή υπ’ αρ. …./29.11.2022 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …………..), απ’ όλα τα έγγραφα που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, όπως είναι οι καταθέσεις που είχαν δώσει η …………… και ο ………. σε προηγούμενη μεταξύ των διαδίκων δίκη και περιέχονται στα υπ’ αρ. 2818/2020 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ομοίως και οι ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά υπ’ αρ. ……/19.9.2007 ένορκη βεβαίωση του ………. και υπ’ αρ. …………./19.9.2007 ένορκη βεβαίωση της μεγάλης κόρης των διαδίκων, ………. που ελήφθησαν με επιμέλεια του νυν εκκαλούντος- τότε καθ’ου η αίτηση σε παλαιότερη δίκη ασφαλιστικών μέτρων μεταξύ των ίδιων διαδίκων και λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια, από τις ομολογίες των διαδίκων για τις οποίες γίνεται λόγο παρακάτω και οι οποίες δεν συνιστούν πλήρη απόδειξη, αλλά εκτιμώνται ελεύθερα, τέλος δε από τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ) αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στη Νίκαια Αττικής, στις 27.2.1983, από τον οποίο απέκτησαν δύο ενήλικα πλέον τέκνα, την …. και τη ….., που γεννήθηκαν την 17.10.1985 και την 28.12.1987 αντίστοιχα. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν υπήρξε αρμονική και ήδη σήμερα ο γάμος τους έχει λυθεί λόγω υπερδιετούς διάστασης δυνάμει της 2419/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία έχει καταστεί αμετάκλητη, καθώς επιδόθηκε στην ενάγουσα στις 29.7.2020 (βλ. την προσκομιζόμενη από τον εναγόμενο-εκκαλούντα υπ’ αριθ. …/29.7.2020 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………….) και δεν ασκήθηκαν εναντίον της ένδικα μέσα από την τελευταία, όπως η ίδια ομολογεί στην αγωγή της και δεν αντιλέγει ο εναγόμενος. Ωστόσο, οι διάδικοι βρίσκονταν σε διάσταση ήδη από το έτος 2007, οπότε και η ενάγουσα υπέβαλε ως εν διαστάσει σύζυγος αίτηση περί λήψης ασφαλιστικών μέτρων για την επιδίκαση προσωρινής διατροφής, επί της οποίας εκδόθηκε η 10173/2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), η οποία, πιθανολογώντας την υπαιτιότητα του εναγόμενου για τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης, έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, επιδικάζοντας προσωρινή διατροφή σε αυτήν ποσού 500 ευρώ μηνιαίως. Εν συνεχεία, δυνάμει της 2818/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατόπιν άσκησης τακτικής αγωγής εκ μέρους της ενάγουσας, ο εναγόμενος υποχρεώθηκε να προκαταβάλλει σε αυτή, εν διαστάσει τότε σύζυγό του, διατροφή ποσού 450 ευρώ τον μήνα, κρίνοντας το Δικαστήριο ότι η διάσπαση της έγγαμης σχέσης των διαδίκων οφείλεται αποκλειστικά σε υπαιτιότητα εκείνου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος, γεννηθείς το έτος 1960, τυγχάνει εν τοις πράγμασι διαχειριστής και κύριος υπεύθυνος επιχείρησης αναψυκτήριου (φαστ φουντ) στο ………ο Αττικής, επί της οδού …….., πλησίον του νοσοκομείου «…….», η οποία λειτουργεί με την επωνυμία «………..» και στην οποία συμμετέχει εμφανώς η κόρη των διαδίκων …………., ως ομόρρυθμο μέλος, με ποσοστό 30% και ο αδελφός του εναγόμενου, …………, ως ετερόρρυθμο μέλος, με ποσοστό 70%. Δεν κρίνονται πειστικοί κι ως εκ τούτου τυγχάνουν απορριπτέοι στην ουσία τους, οι ισχυρισμοί του εναγόμενου ότι η παραπάνω επιχείρηση ανήκει στον αδελφό του και την κόρη του και ότι ο ίδιος απασχολείται σε αυτήν οικειοθελώς ως διανομέας, χωρίς να αμείβεται, βοηθώντας ουσιαστικά την κόρη του και αποκομίζοντας μόνο 500 ευρώ μηνιαίως από τα φιλοδωρήματα που του δίνουν οι πελάτες. Κατά τον χρόνο σύστασης της παραπάνω εταιρίας, η κόρη του εναγόμενου, ………… ήταν μόλις 22 ετών, χωρίς ίδια κεφάλαια ούτε επιχειρηματική εμπειρία, ενώ αντίθετα ο εναγόμενος πατέρας της είχε γνώση των εμπορικών συναλλαγών (στο παρελθόν εργαζόταν ως υπεύθυνος προμηθειών στο ……) και την οικονομική βοήθεια του αδελφού του, …………, οπότε η τοποθέτηση της μεγάλης κόρης των διαδίκων, ……. στην εταιρία με την παραπάνω ιδιότητα και ποσοστό έγινε για φορολογικούς λόγους, με τον εναγόμενο να μετέχει ουσιαστικά στην επιχείρηση αυτή και να αποκομίζει μηνιαίως, κατά τους μετριότερους υπολογισμούς, περί τα 1.500 ευρώ. Χαρακτηριστικό ως προς την ανακολουθία των όσων υποστηρίζει ο εκκαλών σχετικά με τις απολαβές του από την παραπάνω επιχείρηση είναι ότι η ως άνω θυγατέρα των διαδίκων στην ……/2007 ένορκη βεβαίωσή της που είχε δώσει ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά στις 19.9.2007 βεβαίωνε ότι ο πατέρας της λάμβανε από την εργασία του στο παραπάνω αναψυκτήριο 800 ευρώ μηνιαίως, ενώ σήμερα, ήτοι 18 χρόνια μετά, ο εκκαλών ισχυρίζεται με τον πρώτο λόγο της έφεσής του ότι λαμβάνει μόλις 500 ευρώ τον μήνα κι αυτά από φιλοδωρήματα. Κατ’ άλλη εκδοχή, σύμφωνα με τις πρωτοδίκως κατατεθείσες προτάσεις του (σελίδα 8, πρώτη παράγραφος), τα 500 ευρώ φέρεται ο εναγόμενος ότι τα εισπράττει από την απασχόλησή του στην εταιρεία «……….», με αντικείμενο την εμπορία υγρών καυσίμων, της οποίας τυγχάνει ομόρρυθμος εταίρος, όπου και είναι ασφαλισμένος και όχι από την επιχείρηση «…………….», από την απασχόληση στην οποία-κατά τα αναφερόμενα στις παραπάνω προτάσεις- φέρεται ότι δεν αμείβεται. Επίσης, ο νυν μάρτυρας του εκκαλούντος-εναγόμενου και φίλος του, ………….., εξετασθείς και στην προηγούμενη δίκη διατροφής μεταξύ των διαδίκων ομοίως ως μάρτυρας υποστήριξε μη πειστικά στις 18.9.2019 στο ακροατήριο του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ότι ο εναγόμενος από το έτος 2004 είναι άνεργος και ότι έκανε διάφορες ψιλοδουλειές τα προηγούμενα χρόνια για να ζήσει, χωρίς να μπορεί να δικαιολογήσει πώς συντηρούσε, παρόλα αυτά, υψηλό επίπεδο διαβίωσης (αυτοκίνητο MERCEDES, διαμέρισμα στο ………) (βλ. 11η σελίδα των υπ’ αρ. 2818/2020 πρακτικών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά). Ο ίδιος μάρτυρας στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στην υπό κρίση υπόθεση, κατέθεσε ότι ο εναγόμενος έχει σταματήσει να εργάζεται εδώ και χρόνια, μπορεί και δεκαπέντε, ότι βοηθάει την κόρη του στην παραπάνω επιχείρηση ως ντελίβερι, λαμβάνοντας γύρω στα 500 ευρώ τον μήνα, πλην όμως ότι ενώ έχει τα απαραίτητα ένσημα και θα μπορούσε να βγάλει σύνταξη, δεν έχει καταθέσει τα χαρτιά του για συνταξιοδότηση (βλ. σελίδα 10 των ταυτάριθμων με την εκκαλούμενη πρακτικών), κάτι που δεν δικαιολογείται αν πραγματικά οι απολαβές του ήταν τόσο χαμηλές και αναγκάζεται στην ηλικία (τότε) των 62 ετών να εργάζεται ως διανομέας-ντελίβερι. Αντίθετα, ως προς το θέμα αυτό κρίνεται περισσότερο πειστική η ένορκη κατάθεση της μάρτυρα της ενάγουσας …………. ότι ο εναγόμενος μετείχε στα κέρδη της επιχείρησης. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι η εν λόγω εταιρία παρουσιάζει ζημίες και όχι κέρδη, σύμφωνα με τα επίσημα φορολογικά στοιχεία και την τελευταία υποβληθείσα φορολογική δήλωση, τυγχάνει απορριπτέος, καθόσον όπως ορθά δέχθηκε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, η δήλωση αυτή υποβάλλεται σύμφωνα με τα όποια στοιχεία παρουσιάζει η εν λόγω επιχείρηση και σε κάθε περίπτωση αφορά σε ανέλεγκτη χρήση, απορριπτομένων στην ουσία τους των αντίθετα προβαλλόμενων από τον εκκαλούντα σχετικά με το θέμα αυτό ισχυρισμών στον δεύτερο λόγο έφεσης. Ακόμη, ο εναγόμενος τυγχάνει ομόρρυθμος εταίρος με ποσοστό 3% στην εταιρία εμπορίας υγρών καυσίμων με την επωνυμία «………………», στην οποία συμμετέχει ως ετερόρρυθμος εταίρος με ποσοστό 97% ο αδελφός του …………….., δραστηριότητα από την οποία αποκομίζει, όπως ο ίδιος παραδέχθηκε με τις πρωτόδικες προτάσεις, το ποσό των 500 ευρώ. Περαιτέρω, ο εναγόμενος διαθέτει τα παρακάτω περιουσιακά στοιχεία: α) είναι συγκύριος σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου διαμερίσματος επιφάνειας 113 τ.μ., που βρίσκεται στον τέταρτο όροφο πολυκατοικίας κείμενης επί της οδού …….. στο ………. Αττικής, που αποτελούσε και την οικογενειακή κατοικία των διαδίκων, με αποκλειστική χρήση θέσης στάθμευσης στον ακάλυπτο βοηθητικό χώρο επιφάνειας 11 τ.μ., β) είναι κύριος μιας υπόγειας αποθήκης, επιφάνειας 11,44 τ.μ., που βρίσκεται στην ως άνω οικοδομή, γ) είναι ψιλός κύριος ισόγειου διαμερίσματος, εμβαδού 37,40 τ.μ., μετά βοηθητικού χώρου 9,80 τ.μ., κείμενου στον Δήμο ……. Μεσσηνίας, δ) είναι κύριος ενός αγροτεμαχίου στη …. Αττικής, θέση ……, εμβαδού 512 τ.μ. Επίσης, αποδεικνύεται ότι η μητέρα του, το έτος 2004, τού παραχώρησε ατύπως την αποκλειστική διαχείριση και εκμετάλλευση ενός ελαιώνα εκτάσεως 4.536 τ.μ. στη θέση «……..» στο δημοτικό διαμέρισμα ………. του ν. Μεσσηνίας, το οποίο ναι μεν δηλώνει αυτός στο έντυπο Ε9, με σκοπό να εμφανίσει ότι έχει αποκτήσει την κυριότητά του με έκτακτη χρησικτησία, χωρίς όμως να αποδεικνύεται ότι έχει αποκτήσει ήδη την κυριότητά του, ούτε η ενάγουσα υποστήριξε κάτι τέτοιο στην ένδικη από 7.6.2022 αγωγή της, όπως βασίμως υποστηρίζει ο εκκαλών με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του, παρά το γενόμενο δεκτό από την εκκαλούμενη περί κτήσης κυριότητας από τον εναγόμενο του εν λόγω ακινήτου. Πέραν των ακινήτων, ο εναγόμενος διαθέτει και ένα Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής Mercedes, 1799 κυβικών εκατοστών, με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 1998. Διαμένει σε διαμέρισμα ευρισκόμενο στα …………. Αττικής, επί της οδού …………, ιδιοκτησίας της αδελφής του, ……………., η οποία του έχει παραχωρήσει τη χρήση, με αποτέλεσμα να μη βαρύνεται με δαπάνες μισθώματος, πλην όμως βαρύνεται με τις λειτουργικές δαπάνες της οικίας αυτής (ηλεκτρικού, ύδατος, τηλεφώνου, θέρμανσης κλπ). Εκτός των ανωτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος έχει άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή, ούτε διατροφικές υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα, ενώ οι δαπάνες για τη τροφή, συντήρηση, ένδυση, ψυχαγωγία είναι οι συνήθεις των ανδρών της ηλικίας του, επιπλέον δε η ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη καλύπτεται από τον ασφαλιστικό του φορέα.
Αντίστοιχα, η ενάγουσα που έχει γεννηθεί το έτος 1961, είναι απόφοιτος δημοτικού σχολείου και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης απασχολήθηκε στην ανωτέρω επιχείρηση του εναγόμενου εμπορίας υγρών καυσίμων με την επωνυμία «……………….», πλην ενός μικρού χρονικού διαστήματος, περίπου τεσσάρων ετών, που λειτούργησε με την οικονομική βοήθεια του συζύγου της, επιχείρηση (κατάστημα) εμπορίας ενδυμάτων, η οποία, επειδή ήταν ζημιογόνα, έκλεισε. Το έτος 2004 διαγνώστηκε με επιθετικό καλπάζοντα καρκίνο τύπου Grade III στον αριστερό μαστό και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση αφαίρεσης, υποβαλλόμενη εν συνεχεία σε χημειοθεραπείες, ακτινοθεραπείες και ορμονοθεραπείες. Τον Απρίλιο του έτους 2009 παρουσίασε υποτροπή της νόσου με τη μορφή της μεσοθωρακικής λεμφαδενοπάθειας, οπότε υποβλήθηκε σε νέο κύκλο χημειοθεραπειών, ακτινοθεραπειών και ορμονοθεραπειών. Στη συνέχεια, τον Απρίλιο του έτους 2013, υποβλήθηκε σε χειρουργική αφαίρεση κακοήθους νεοπλάσματος των οστών και των αρθρικών χόνδρων. Επιπλέον πάσχει από θυρεοειδοπάθεια, που χρήζει χειρουργικής αντιμετώπισης. Λόγω των προαναφερόμενων σοβαρών προβλημάτων υγείας της, κρίθηκε με αναπηρία σε ποσοστό 80% από 1.1.2013 έως 31.12.2014 και σε ποσοστό 40% από 1.2.2014 έως 31.1.2016 (βλ. τις από 20.9.2013 και από 16.3.2015 αντίστοιχα γνωστοποιήσεις αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας του ΙΚΑ), έτυχε δε αναπηρικής συντάξεως από το Ταμείο Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος, ποσού 422,75 ευρώ, ενώ επιπλέον λάμβανε και επίδομα του ΕΚΑΣ ποσού 200 ευρώ, παροχές που σταμάτησαν το έτος 2015. Ενόψει των ανωτέρω, κρίνεται ότι λόγω της βεβαρυμμένης υγείας της ενάγουσας, η οποία εμφάνισε στην ενήλικη ζωή της σε τρεις διαφορετικούς χρόνους (2004, 2009 και 2013) διάφορες μορφές καρκίνου σε συνδυασμό με την μεγάλη ηλικία της (έτος γέννησης 1961), το γεγονός ότι βρίσκεται πολλά χρόνια εκτός αγοράς εργασίας αλλά και λόγω του χαμηλού μορφωτικού της επιπέδου (απόφοιτος δημοτικού), στοιχείο αποτρεπτικό να προσληφθεί σε υπαλληλική θέση, δεν δύναται να ασκήσει βιοποριστικό επάγγελμα, ούτε θα την επέλεγε κάποιος εργοδότης να την απασχολήσει, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών με τον τέταρτο λόγο έφεσης τυγχάνουν ουσία αβάσιμα. Ο ισχυρισμός δε του εναγόμενου ότι η ενάγουσα απασχολείται με τη φύλαξη του τέκνου της θυγατέρας (…………) της αδελφής της (………….) στη Νίκαια Αττικής από Παρασκευή έως Δευτέρα κατά τις ώρες από 10.00 έως 16.00, ουδόλως αποδείχθηκε καθώς η ίδια η ως άνω αδελφή της ενάγουσας, εξετάσθεισα ως μάρτυρας πρωτοδίκως, αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο και μάλιστα κατέθεσε ότι η κόρη της δεν εργάζεται και μπορεί μόνη της να περιποιείται το τέκνο της, η δε ενάγουσα πηγαίνει τακτικά στην παραπάνω περιοχή γιατί εκεί μένουν και τα άλλα αδέλφια της. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και απορριπτέα τυγχάνουν στην ουσία τους τα όσα αντίθετα ισχυρίζεται ο εκκαλών με τον πέμπτο λόγο έφεσης. Περαιτέρω, η ενάγουσα διαθέτει τα εξής περιουσιακά στοιχεία: α) είναι επικαρπώτρια σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου του προαναφερόμενου διαμερίσματος επιφάνειας 113 τ.μ., που βρίσκεται στον τέταρτο όροφο πολυκατοικίας κείμενης επί της οδού ………. στο ………… Αττικής, που αποτελούσε και την οικογενειακή κατοικία των διαδίκων με αποκλειστική χρήση θέσης στάθμευσης στον ακάλυπτο βοηθητικό χώρο επιφάνειας 11 τ.μ., β) είναι επικαρπώτρια διαμερίσματος στη …….. Αττικής, επιφάνειας 47 τ.μ., επί της οδού ………., το οποίο έχει παραχωρήσει για να διαμένει η μικρότερη κόρη της, ………….., στην οποία και ανήκει η ψιλή κυριότητα και των δύο ανωτέρω ακινήτων, κατά τα αντίστοιχα ποσοστά επικαρπίας της ενάγουσας. Η τελευταία διαμένει μόνη της στο προαναφερόμενο διαμέρισμα επιφάνειας 113 τ.μ. επί της οδού ………. στο ………… Αττικής, κάνοντας χρήση και του ποσοστού κυριότητας του εναγόμενου, με αποτέλεσμα να μη βαρύνεται με δαπάνες μίσθωσης, πλην όμως βαρύνεται με την ανάλογη συμμετοχή της στις λειτουργικές δαπάνες της οικίας αυτής (ηλεκτρικού, ύδατος, τηλεφώνου, θέρμανσης κλπ). Σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό του εναγόμενου, τον οποίο επαναφέρει με τον έκτο λόγο της έφεσής του ότι θα έπρεπε στην τυχόν οφειλόμενη από αυτόν στην ενάγουσα διατροφή να συνυπολογισθεί ως περιορισμένης έκτασης διατροφή σε είδος ο οικιακός εξοπλισμός που της έχει παραχωρήσει στο διαμέρισμα επιφάνειας 113 τ.μ. στην οδό ……… στη ……, όπου μόνη της διαμένει, συνολικής μισθωτικής αξίας του εξοπλισμού αυτού 430 ευρώ τον μήνα, όπως εκτίθεται η μηνιαία μισθωτική αξία εκάστου αντικειμένου, το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτός τυγχάνει αόριστος καθώς δεν εξειδικεύεται η παλαιότητα, η ποιότητα και το εργοστάσιο κατασκευής των ηλεκτρικών συσκευών, δεδομένου ότι άλλη μισθωτική αξία έχει μια ηλεκτρική συσκευή παλαιότερης τεχνολογίας που αγοράστηκε κατά την τέλεση του γάμου των διαδίκων το έτος 1983 και άλλη αξία μία συσκευή που αγοράστηκε το έτος 2009, το ίδιο δε ισχύει για παλαιά και φθαρμένα έπιπλα σε σύγκριση με πρόσφατα αγορασμένα και καλής ποιότητας. Επομένως, πρέπει να αντικατασταθούν οι αιτιολογίες της εκκαλουμένης που απέρριψε τη σχετική ένσταση λόγω μη απόδειξης της κυριότητας του εναγόμενου στον ανωτέρω εξοπλισμό, από τις ευνοϊκότερες αιτιολογίες της παρούσας περί αοριστίας του σχετικού ισχυρισμού κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ, απορριπτομένου κατά τα λοιπά στην ουσία του, του έκτου λόγου έφεσης. Πέραν των ανωτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα έχει άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή, ούτε διατροφικές υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα, ενώ οι δαπάνες για την τροφή, τη συντήρηση, την ένδυση-υπόδηση και την ψυχαγωγία της είναι οι συνήθεις των γυναικών της ηλικίας της, επισημαινόμενου, όμως, ότι η ιατροφαρμακευτική της περίθαλψη δεν καλύπτεται από κάποιον ασφαλιστικό φορέα, καθώς τυγχάνει ανασφάλιστη, με αυξημένα, λόγω της κατάστασης της υγείας της, έξοδα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Η σε χρήμα απαιτούμενη διατροφή, για να καλύψει όλες τις προαναφερόμενες ανάγκες της η ενάγουσα, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 750 ευρώ τον μήνα. Ωστόσο, η ενάγουσα κατά κατάχρηση δικαιώματος, αντί να εκμεταλλευθεί οικονομικά το διαμέρισμα τέταρτου ορόφου στην οδό …………. στο …………… Αττικής επιφάνειας 113,10 τ.μ., με θέση στάθμευσης στο ακάλυπτο χώρο της ίδιας πολυκατοικίας που έχει οικοδομηθεί στις αρχές της δεκαετίας του 1990, του οποίου διατηρεί την επικαρπία κατά το ½ εξ αδιαιρέτου, με το υπόλοιπο ½ εξ αδιαιρέτου της πλήρους κυριότητας να ανήκει στον εναγόμενο και να το εκμισθώσει μαζί με τον αντίδικό της με μηνιαίο μίσθωμα που θα μπορούσε να ανέλθει κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, με βάση την επιφάνεια του ακινήτου, την εξυπηρέτησή του με θέση στάθμευσης στον ακάλυπτο χώρο, την καλή περιοχή στην οποία βρίσκεται με θέα στη θάλασσα και την έλλειψη προσφοράς διαθέσιμων προς εκμίσθωση ακινήτων στην περιοχή Αθήνας-Πειραιά, στο ποσό των 800 ευρώ, παραμένει η ίδια εντός αυτού και χρησιμοποιεί μόνη της το μεγάλο αυτό διαμέρισμα, ενώ θα μπορούσε να διαμένει στο διαμέρισμα της οδού ………… στη ….. Αττικής, επιφάνειας 47 τ.μ., του οποίου επίσης έχει την επικαρπία και τη χρήση του οποίου έχει παραχωρήσει χωρίς αντάλλαγμα στην κόρη της, ………….. Εντούτοις, η επιλογή της αυτή δεν απορρέει από κάποια εκ του νόμου υποχρέωση έναντι της κόρης της και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μετακυλήσει το κόστος της επιλογής της αυτής στον πρώην σύζυγό της εναγόμενο. Επομένως το μερίδιο της του ½ του μηνιαίου μισθώματος των 800 ευρώ, ήτοι 400 ευρώ από τη μίσθωση του διαμερίσματος στην οδό ………… στη ….., που αποφεύγει να πορισθεί, λογίζεται ως εισόδημα αυτής, γενομένης δεκτής στην ουσία της, της σχετικής ένστασης του άρθρου 281 σε συνδυασμό με το άρθρο 288 ΑΚ που προέβαλε ο εναγόμενος (βλ. ΜονΕφΠειρ 371/2024 στην efeteio-peir.gr). Αντίθετα και λόγω έλλειψης κεφαλαίων από την πλευρά της ενάγουσας, όπως αυτά απαιτούνται για την ανακαίνιση του διαμερίσματος προκειμένου αυτό να εκμισθωθεί μέσω της πλατφόρμας Airbnb, αποδεικνύεται ότι στην παρούσα φάση δεν θα μπορούσαν οι διάδικοι να το εκμεταλλευθούν με βραχυχρόνια μίσθωση μέσω της παραπάνω πλατφόρμας, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο εκκαλών-εναγόμενος. Επίσης δεν αποδείχθηκε ότι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, η ενάγουσα υποβάλλεται σε κάποια δύσκολη θεραπεία για την ασθένεια, που της παρουσιάσθηκε στο παρελθόν ή ότι υπάρχει επιδείνωση της κατάστασης της υγείας της, ώστε, λόγω αδυναμίας το οργανισμού της, να μην μπορεί να μετακομίσει από το μεγαλύτερο διαμέρισμα της οδού ……. στο μικρότερο διαμέρισμα της οδού ………… στη ……, με την έννοια ότι τούτο θα της προκαλούσε περαιτέρω ταλαιπωρία, όπως εσφαλμένως δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση. Ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, καθίσταται σαφές ότι η ενάγουσα, ήδη, από την αμετάκλητη λύση του γάμου της, δεν δύναται να εξασφαλίσει πλήρως εξ ιδίων δυνάμεων τα προς το ζην, καθώς λόγω της βεβαρυμμένης κατάστασης της υγείας της και της προχωρημένης ηλικίας της, τελεί σε μερική απορία, δικαιούμενη γι’ αυτόν το λόγο συμπληρωματική διατροφή από τον εναγόμενο τέως σύζυγό της. Βάσει δε των ανωτέρω οικονομικών δυνάμεων των διαδίκων και των αναγκών της ενάγουσας, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής της, μετά την αμετάκλητη λύση του γάμου της με τον εναγόμενο, κρίνεται ότι αυτή δικαιούται διατροφή εκ μέρους του τελευταίου λόγω της μερικής απορίας της, αλλά και για λόγους επιείκειας, η οποία (διατροφή) κατά την κρίση του Δικαστηρίου ανέρχεται κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, στο ποσό των 350 ευρώ (=750 ευρώ οι συνολικές σε χρήμα ανάγκες διατροφής της- 400 ευρώ το μερίδιο του μισθώματος που αποφεύγει να πορισθεί από την εκμίσθωση του κοινού με τον εναγόμενο διαμερίσματος), το οποίο δύναται να καταβάλλει ο εναγόμενος χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που επιδίκασε μηνιαία διατροφή στην ενάγουσα 450 ευρώ για το ίδιο διάστημα, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, μη δεχόμενο την εκ του άρθρου 281 ΑΚ ένσταση του εναγόμενου για συνυπολογισμό του μεριδίου της ενάγουσας στο μίσθωμα του διαμερίσματος στην οδό ……………. που η τελευταία αποφεύγει να πορισθεί, σαν εισόδημά της, οπότε γενομένων δεκτών του τρίτου και εν μέρει των όγδοου και ένατου λόγων έφεσης, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη κι αφού κρατηθεί για να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο η από 7.6.2022 αγωγή της εφεσίβλητης, να γίνει εν μέρει δεκτή στην ουσία της και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προκαταβάλλει μηνιαίως στην ενάγουσα, ως τακτική σε χρήμα διατροφή της, το ποσό των 350 ευρώ, εντός του πρώτου πενθήμερου κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών από την επίδοση της αγωγής, με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας παροχής και μέχρι την εξόφληση. Σημειωτέον ότι η διαμόρφωση των οικονομικών δυνάμεων των διαδίκων στο επίπεδο που δέχεται η παρούσα δεν είναι πρόσκαιρη, ώστε το Δικαστήριο να περιορίσει το χρονικό διάστημα της επιδίκασης της διατροφής στο ένα έτος, όπως αβάσιμα αιτείται ο εκκαλών με τον δέκατο λόγο της έφεσής του. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης-ενάγουσας για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί στον εκκαλούντα-εναγόμενο, ως μερικώς ηττηθέντα κατά την έκβαση της δίκης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 178 παρ.1, 191 παρ.2 και 183 ΚΠολΔ, αφαιρουμένου του ποσού των 300 ευρώ που προκατέβαλε ο τελευταίος πρωτοδίκως κατ’ άρθρο 173 παρ.4 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την από 2.10.2023 έφεση κατά της 2546/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση) αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση.
Κρατεί και δικάζει την από 7.6.2022 (με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. ……/2022) αγωγή.
Δέχεται εν μέρει αυτή.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να προκαταβάλλει μηνιαίως στην ενάγουσα ως τακτική σε χρήμα διατροφή της, το ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ εντός του πρώτου πενθήμερου κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) ετών από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση της πληρωμής κάθε μηνιαίας παροχής και μέχρι την εξόφληση.
Επιβάλλει στον εκκαλούντα-εναγόμενο μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης-ενάγουσας για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ, από το οποίο θα αφαιρεθεί το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ που έχει ήδη προκαταβληθεί από τον πρώτο.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 3.7.2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ