ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός 408 /2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Βασίλειο Τζελέπη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ………….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρίας με την επωνυμία <<………..>> (……………, που εδρεύει στη …….. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …….., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Μαρία Αρβανίτη ( με δήλωση κατ’ άρθρο 242 ΚΠολΔ).
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια του δικηγόρο Άννα Κοντοσέα [Γ. ΚΟΝΤΟΣΕΑΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ] (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Ο εφεσίβλητος – εκκαλών άσκησε την από 18.12.2023 και με ΓΑΚ …………/2023 και ΕΑΚ …/2023 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, απευθυνόμενη κατά της εκκαλούσας – εφεσίβλητης. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 2439/2024 οριστική απόφαση του άνω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται: α) η εναγόμενη με την από 13.8.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτ: ……/2024 έφεσή της και β) ο ενάγων με την από 3.4.2025 με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτ:……../2025 έφεσή του, οι οποίες ορίσθηκαν να συζητηθούν για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκαν.
Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο εκφωνήθηκαν με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου οι υποθέσεις, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν αλλά προκατέθεσαν τις προτάσεις τους και με σχετική δήλωσή τους, δήλωσαν, σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ, ότι συμφωνούν να συζητηθεί η ένδικη έφεση, χωρίς να παρασταθούν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι υπό κρίση α) από 13.8.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτ: ……./2024 και β) από 3.4.2025 με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτ:……/2025 εφέσεις, οι οποίες στρέφονται κατά της ίδιας πρωτόδικης απόφασης και δη κατά της με αριθμό 2439/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, επί της από 18.12.2023 και με ΓΑΚ …/2023 και ΕΑΚ …/2023 αγωγής είναι συναφείς και πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επιτυγχάνεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 και 246 του Κ.Πολ.Δ).
Οι άνω εφέσεις έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, ενόψει του ότι δεν προκύπτει η επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, (άρθρα 19, 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.) εντός της καταχρηστικής προθεσμίας των δύο ετών από τη δημοσίευση της απόφασης (17.7.2024) και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ για το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της παρ.4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ. α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την αυτή (ειδική) διαδικασία των περιουσιακών/εργατικών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).
Ο ενάγων και ήδη – εφεσίβλητος – εκκαλών με την υπό κρίση αγωγή του εκθέτει ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας, τις οποίες κατήρτισε με την εναγομένη, προσλήφθηκε κάθε φορά για αόριστο χρόνο για να προσφέρει τις υπηρεσίες του με την ειδικότητα του ναύτη στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο <<BSP>>, πλοιοκτησίας της εναγομένης. Ότι ναυτολογήθηκε στο ένδικο πλοίο 28.9.2021 έως και 29.2.2022, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας έως την 1.3.2022, β) από 3.3.2022 έως και 21.7.2022, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας έως την 21.8.2022, γ) από 20.8.2022 έως και 22.11.2022, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας έως την 22.12.2022, δ) από 23.12.2022 έως 06.05.2023, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, λόγω διακοπής των πλόων για ετήσια επιθεώρηση και, ε) από 22.05.2023 έως 19.09.2023, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, «αμοιβαία συναινέσει». Ότι ως αμοιβή του συμφωνήθηκε να λαμβάνει τις αποδοχές της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών πλοίων των ετών 2022 και 2023, εφαρμοζόμενης εκάστης αναδρομικά από την 1η Ιανουαρίου του κάθε έτους, σύμφωνα με τις οποίες έπρεπε να λαμβάνει τα αναφερόμενα ποσά. Ότι από την απασχόλησή του στο ως άνω πλοίο διατηρεί κατά της εναγομένης απαιτήσεις συνολικού ύψους 47.004,89 €, για διαφορά υπερωριακής εργασίας του τις καθημερινές και Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, διαφορά δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, διαφορά αμοιβής για δρομολόγια εξπρές, και αποζημίωση για μη λήψη άδειας διανυκτέρευσης, όπως οι επιμέρους απαιτήσεις εξειδικεύονται, κατ’ είδος και ποσό στο δικόγραφο της αγωγής. Με βάση το ιστορικό αυτό, και κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό, με τις προτάσεις του και με δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου του που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρ. 223 εδ. β’ ΚΠολΔ), ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 21.109,17 €, για διαφορά της υπερωριακής του απασχόλησης, αναγνωριζόμενης της υποχρέωσής της να του καταβάλει επιπλέον το ποσό των 25.895,72 €, για τα λοιπά κονδύλια, νομιμότοκα από τις 19.09.2023, άλλως από την επίδοση της αγωγής.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε την αγωγή εν μέρει ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 7.651,08 ευρώ, αναγνωριζομένης της υποχρέωσής της να του καταβάλει επιπλέον το ποσό των 21.659,11 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 20.9.2023. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται αμφότεροι οι διάδικοι, η μεν εναγόμενη με την έφεσή της, ο δε ενάγων με την έφεσή του, που έχουν εισαχθεί στο παρόν Δικαστήριο προς κρίση, για τους ειδικότερα εκτιθέμενους στο κάθε δικόγραφο λόγους, οι οποίοι, στο σύνολό τους εκτιμώμενοι, ανάγονται σε σχέση με την έφεση της εναγομένης, σε κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ως προς τα κεφάλαια αυτής, που αφορούν στο σύνολο των αγωγικών κονδυλίων, ζητώντας την ουσιαστική παραδοχή τους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, την αναδίκαση της υπόθεσης από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω απόρριψη η μεν εκκαλούσα – εναγομένη, τη δε αποδοχή της αγωγής κατά τα εκκληθέντα κεφάλαια ο εκκαλών – ενάγων αντίστοιχα.
Απ’ όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 Κ.Πολ.Δ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται στη συνέχεια, χωρίς να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς (Α.Π. 983/2021, 139/2009), την υπ’ αριθ. ………../8.4.2024 ένορκη βεβαίωση μάρτυρα ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ληξουρίου ……… και την υπ ‘αριθ. …./5.4.2024 ένορκη βεβαίωση μάρτυρα ενώπιον της Συμβολαιογράφου Βόνιτσας …………, οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια του ενάγοντος κατόπιν προηγούμενης νόμιμης κλήτευσης της αντιδίκου του (αρ.442 παρ.1 ΚΠολΔ) οι οποίες σταθμίζονται κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας κάθε μάρτυρα καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ βλ ΑΠ 48/2009 ΝΟΜΟΣ), αποδεικνύονται πλήρως τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης εταιρείας με την επωνυμία “………”, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίου «BSP», κόρων ολικής χωρητικότητας 10.755 και υπό Διεθνές Διακριτικό Σήμα …… και του ενάγοντος, …………, απογεγραμμένου ναυτικού, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε, με την ειδικότητα του ναύτη, στο ως άνω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του σε αυτό: α) από 28.09.2021 έως και 29.01.2022, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας έως την 1.03.2022, β) από 3.03.2022 έως και 21.07.2022, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας έως την 21.8.2022, γ) από 20.8.2022 έως και 22.11.2022, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας έως την 22.12.2022, δ) από 23.12.2022 έως 06.05.2023, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, λόγω διακοπής των πλόων για ετήσια επιθεώρηση και, ε) από 22.05.2023 έως 19.09.2023, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, «αμοιβαία συναινέσει». Κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται υπό τινός των διαδίκων, κατόπιν συμφωνίας αυτών, οι ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας του ενάγοντος διήποντο από την εκάστοτε Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων και ως αμοιβή, για την εργασία του συμφωνήθηκε: Α) κατά το έτος 2022 να λαμβάνει, τις μηνιαίες αποδοχές που προβλέπονταν από τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2022 που κυρώθηκε από την ΥΑ 2242.5-1.5/8785/2022 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, (ΦΕΚ Β’ 663/15.02.2022), σύμφωνα με την οποία ειδικότερα έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως για μισθό ενεργείας το ποσό των 1.240,91€, για επίδομα Κυριακών το ποσό των 273 €, για επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας το ποσό των 446,97 € (μισθός ενεργείας + επίδομα Κυριακών /22+ τροφοδοσία 20,58 € X 5 ημέρες), για αντίτιμο τροφής το ποσό των 617,40 €, για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 37,74 €, ήτοι συνολικά ποσό 2.616,02 €, πλέον επιδόματος ιματισμού ποσού 60,54 € και Β) για την εργασία του κατά το έτος 2023 όπου εφαρμοστέα τυγχάνει η αντίστοιχη ΣΣΕ του έτους 2023 που κυρώθηκε από την ΥΑ 2242.5-1.5/51894/2023 (ΦΕΚ Β’ 4621/19.7.2023), προβλέπεται για μισθό ενεργείας το ποσό των 1.315,36 €, για επίδομα Κυριακών το ποσό των 289,38 €, για επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας το ποσό των 473,76 € (μισθός ενεργείας + επίδομα Κυριακών /22+ τροφοδοσία 21,81 € X 5 ημέρες), για αντίτιμο τροφής το ποσό των 654,30 €, για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 40 €, ήτοι συνολικά ποσό 2.772,80 €, πλέον επιδόματος ιματισμού ποσού 64,17 €. Τα γενικά και ειδικά καθήκοντα και οι λοιπές εργασιακές υποχρεώσεις των ναυτών που εργάζονταν στο ανωτέρω πλοίο, ορίζονται στον Κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας που ισχύει για τα, υπό ελληνική σημαία, επιβατηγά πλοία χωρητικότητας μείζονος των πεντακοσίων (500) κόρων (ΒΔ 683/1960, ΦΕΚ Α΄ 158/4.8.1960), στις διατάξεις των άρθρων 62 και 63 του οποίου, ορίζεται ότι, οι ναύτες τελούν υπό τις διαταγές και τον έλεγχο του ναύκληρου και βοηθούν αυτόν και τον υποναύκληρο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους και, ειδικότερα, εκτελούν, αφενός μεν κατά φυλακές (βάρδιες), τις εργασίες πηδαλιούχου, οπτήρα και αγγελιοφόρου γέφυρας, αφετέρου δε εκτός φυλακής (βάρδιας), μεταξύ άλλων, τις εργασίες καθαριότητας και συντηρήσεως του σκάφους και των σωσιβίων μέσων του, όπως και κάθε εργασία σχετική προς την ειδικότητά τους. Επιπλέον, στις διατάξεις των άρθρων 136 § 1 και 137 του ιδίου Κανονισμού, ορίζεται ότι: «Οι διηρημένοι εις τας γενικάς εργασίας καταστρώματος άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του Ναυκλήρου και του Υπαναυκλήρου ένδον εις καθαρισμούς, αποσκωρίασιν ελασμάτων, χρωματισμούς, καθαρισμόν των υδροσυλλεκτών και δεξαμενών πρωραίας και πρυμναίας ζυγοσταθμίσεως, προετοιμασίαν των κυτών διά φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, εις πρωρατικά έργα, ευθέτισιν των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόληψιν μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου πυρκαϊάς, τοποθέτησιν παραφραγμάτων φορτίου και εις πάσαν άλλην εργασίαν της ειδικότητός των, διατασσομένην υπό του Υπάρχου (άρθρο 136 § 1) και ότι: “1. Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται κατά τον κατάπλουν, την αγκυροβολίαν, την άπαρσιν και τον απόπλουν επί τη βάσει του οικείου πίνακος διαιρέσεως προσωπικού ως εξής: α) Ο Πλοίαρχος επί της γεφύρας, β) ο Ύπαρχος όπου θεωρείται αναγκαίον, γ) ο Υποπλοίαρχος εις το πρόστεγον μετά του Ναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος, δ) ο Ανθυποπλοίαρχος εις το επίστεγον μετά του Υποναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος…, ε) ο Δόκιμος αξιωματικός επί της γεφύρας διά την διαβίβασιν των παραγγελμάτων, στ) ο Πηδαλιούχος εις το πηδάλιον. 2. Κατά τον κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν, δεν τηρούνται αι συνήθεις ώραι εργασίας, αλλά πάντες εργάζονται διά την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή διά την κανονικήν άπαρσιν αυτού και πέραν έτι των ωρών εργασίας, χωρίς τούτο να θεωρήται υπερωρία. Εάν το πλοίον είναι ηγκυροβολημένον εις ανοικτόν όρμον ή εις άλλο αγκυροβόλιον ουχί ασφαλές δύναται κατά την κρίσιν του Πλοιάρχου να εξακολουθήση η εργασία κατά φυλακάς ως εν πλώ” (άρθρο 137). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 146 § 2 του ιδίου ΒΔ «εν όρμω το προσωπικόν καταστρώματος υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του Υπάρχου και υπό την διεύθυνσιν του Ναυκλήρου, ασχολείται εις καθαρισμούς, υποσκωρίασιν ελασμάτων χρωματισμούς, καθαρισμόν υδροσυλλεκτών και δεξαμενών, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, πρωρατικά έργα και εις πάσαν άλλην εργασίαν σκάφους, διατασσομένην υπό του Υπάρχου, συμφώνως προς το ωρολόγιον πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν όρμω, χειμερινόν ή θερινόν, αναλόγως της εποχής του έτους». Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει, μεταξύ άλλων, πρώτον, ότι στα λιμάνια προσέγγισης του πλοίου το προσωπικό καταστρώματος μετέχει σύσσωμο στις εργασίες κατάπλου (πρόσδεση και αγκυροβολία) και απόπλου (απόδεση και άπαρση) και δεύτερον, ότι η εργασία αυτή, ακόμα και αν εκτείνεται πέραν του οκταώρου της καθημερινής απασχόλησης των ναυτών, δεν θεωρείται υπερωριακή. Όμως, η τελευταία αυτή ρύθμιση υποχωρεί, καθόσον στη (μεταγενέστερη και ειδικότερη) διάταξη του άρθρου 13 § 1 της ως άνω ΣΣΝΕ, που έχει ισχύ νόμου, ορίζεται αντιθέτως ότι, για όλες τις εργασίες που εκτελούνται στο λιμάνι πέραν των κανονικών εργασίμων ωρών, ο ναυτικός δικαιούται πρόσθετη αμοιβή, επειδή οι εργασίες αυτές, στις οποίες ρητά συμπεριλαμβάνονται και αυτές κατά τον κατάπλου και τον απόπλου, θεωρούνται υπερωριακές (ΜονΕφΠειρ 602/2015, 85/2015, 618/2014, 539/2014, 23/2014, όλες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, όπως έγινε δεκτό από την εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικότερα από τους διαδίκους το ανωτέρω πλοίο, εκτελούσε τα ακόλουθα δρομολόγια:
(ακολουθουν πίνακες δρομολογίων)
Επίσης, απεδείχθη ότι, κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα που ο ενάγων εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο, στο προσωπικό καταστρώματος, σύμφωνα και με την οργανική του σύνθεση, υπηρετούσαν ένας Ναύκληρος, ένας Υποναύκληρος, δώδεκα (12)Ναύτες και δύο Ναυτόπαιδες. Ο ενάγων με την αγωγή του, υποστήριξε ότι, επί του ανωτέρω πλοίου, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεών του, εργαζόταν καθημερινά και τις ημέρες Σαββάτου και αργιών επί δέκα έξι [16] ώρες ημερησίως για τις ναυτολογήσεις που έλαβαν χώρα μέχρι το Σεπτέμβριο 2022 ενώ για τις ναυτολογήσεις που έλαβαν χώρα από Οκτώβριο 2022 μέχρι την απόλυσή του (19.9.2023) επί δέκα τέσσερις (14) ώρες. Η εναγόμενη, με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής της, υποστήριξε ότι ο ενάγων δεν εργάζονταν υπερωριακά, διότι το προσωπικό καταστρώματος ήταν πλήρως στελεχωμένο, σε κάθε δε περίπτωση η ημερήσια εργασία του δεν υπερέβαινε τις 10-11 ώρες, με αποτέλεσμα η καταβληθείσα σε αυτόν από την ίδια υπερωριακή αμοιβή, να έχει καλύψει την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση. Από την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων μεταξύ των οποίων και των εξετασθέντων με επιμέλεια του ενάγοντος μαρτύρων ……. και ……………, οι οποίοι συνυπηρέτησαν ο μεν πρώτος από αυτούς ως υποναύκληρος και στη συνέχεια ως ναύκληρος ο δε δεύτερος με την ίδια ειδικότητα του ενάγοντος στο εν λόγω πλοίο, κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα αποδείχθηκε ότι ο ενάγων απασχολούνταν σε καθήκοντα σχετικά με την ειδικότητα του ναύτη, όπως αυτά ανωτέρω ειδικότερα αναφέρθηκαν, είτε σε δύο εναλλασσόμενες τετράωρες βάρδιες ανά 24ωρο, είτε ως ημερεργάτης (dayman/ντεϊμάνης], τα δε καθήκοντα αυτά εναλλάσσονταν περιοδικά και συγκεκριμένα τρεις εβδομάδες εκτελούσε φυλακή γέφυρας και μια εβδομάδα καθήκοντα ημερεργάτη, απασχολούμενος, ακόμα και πριν την έναρξη της βάρδιας του είτε μετά τη λήξη της, με εργασίες που αφορούν την ως άνω ειδικότητα του, ήτοι την πρόσδεση και την απόδεση του πλοίου κατά τον κατάπλου και απόπλου, την φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση των οχημάτων στους χώρους στάθμευσης (γκαράζ) αυτού, καθώς και με εργασίες καθαριότητας των καταστρωμάτων και των γκαράζ τόσο στο λιμάνι του Πειραιά όσο και στο λιμάνι του τελικού προορισμού, καθώς επίσης ασχολούνταν με εργασίες συντήρησης διαφόρων χώρων του πλοίου (όπως μικροεπισκευές, γρασαρίσματα, επιδιορθώσεις στους κάβους). Περαιτέρω απεδείχθη ότι, για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του πλοίου που προέκυπταν κατά τη διάρκεια των πολύωρων δρομολογίων του, όταν ο ενάγων υπηρετούσε ως ναύτης βάρδιας φυλακής και το πλοίο προσέγγιζε σε λιμάνι μέσα στο δίωρο πριν την έναρξη ή μετά τη λήξη της βάρδιας του, η εργασία του ενάγοντος, ξεκινούσε δύο ώρες νωρίτερα και τελείωνε δύο ώρες αργότερα προκειμένου να συμμετάσχει στις εν λόγω εργασίες. Αντίστοιχα, όταν αυτός (ενάγων) εργαζόταν ως ημερεργάτης, απασχολείτο σε γενικές εργασίες συντήρησης και καθαριότητας στο κατάστρωμα και στο γκαράζ του πλοίου, από ώρας 08.00 έως ώρας 17.00 και επιπλέον, στους λιμένες αφετηρίας και προορισμού, αλλά και στους ενδιάμεσους λιμένες, που προσέγγιζε το πλοίο κατά τη διάρκεια του δρομολογίου του από ώρας 08.00 έως ώρας 17.00, συμμετείχε στις εργασίες απόπλου και κατάπλου του πλοίου και συγκεκριμένα στην πρόσδεση και απόδεση του πλοίου και στη φορτοεκφόρτωση των οχημάτων, συμπεριλαμβανομένης της έχμασής τους. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του πλοίου, όταν ο ενάγων υπηρετούσε ως ημερεργάτης και το πλοίο προσέγγιζε σε λιμάνι, ο ενάγων απασχολείτο στις εργασίες κατάπλου και απόπλου του πλοίου στα λιμάνια, τα οποία προσέγγιζε το πλοίο και πέραν της ημερήσιας δωδεκάωρης απασχόλησής του και μετά τις 17.00 και έως ώρας 08.00 της επομένης ημέρας, εργαζόμενος στην φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση στο γκαράζ του πλοίου. Η συμμετοχή στις εν λόγω εργασίες, απαιτούσε αφενός μεν ετοιμότητά του μισή ώρα προ του κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι, αφ’ ετέρου δε εργασία συνεχιζόμενη επί μισή ώρα μετά τον απόπλου του πλοίου από αυτό. Επιπλέον, στο λιμάνι προορισμού αλλά και μετά την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά, ο ενάγων μαζί με άλλα μέλη του κατωτέρου πληρώματος, απασχολείτο με το πλύσιμο και τον καθαρισμό του γκαράζ και των εξωτερικών χώρων του πλοίου. Η καθημερινή επομένως διάρκεια της απασχόλησης του ενάγοντος δεν ήταν εκ των προτέρων επακριβώς καθορισμένη, ενόψει της συνάρτησης αυτής με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών, το ωράριο εκάστης βάρδιας του, όταν αυτός υπηρετούσε ως ναύτης φυλακής γέφυρας, αλλά και τον αυξομειούμενο ανά περιόδους του έτους όγκο της επιβατικής κίνησης αυτών. Επίσης από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, τις οποίες συνέτασσε η εναγομένη προκύπτει ότι μόνον για το μήνα Σεπτέμβριο 2022 κατέβαλε αμοιβή για παρασχεθείσα από αυτόν (ενάγοντα) υπερωριακή εργασία και για κανένα άλλο μήνα από τους ένδικους μήνες των ετών 2022 και 2023. Αποδεικνύεται, επομένως, ότι ο ενάγων, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών, που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του, απαιτήθηκε να εργασθεί και πράγματι εργαζόταν καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, αργιών και Κυριακών, πέραν του νομίμου ωραρίου του, που προβλέπονταν από τις ισχύσασες και εν προκειμένω εφαρμοστέες, κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησής του, ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε.. Λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόλησή του επί του πλοίου αυτού, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος (περισσότερο αυξημένη κατά τη θερινή, σε σχέση με τη χειμερινή), που επιδρούσε στο ημερήσιο ωράριο εργασίας του, των προσκομιζομένων από την εναγομένη αρχείων ωρών ανάπαυσης ναυτικών και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, και το παρόν Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της εναγομένης ανερχόταν σε δώδεκα (12) ώρες, κατά μέσο όρο. Ο αγωγικός ισχυρισμός περί απασχόλησης του επί δεκαέξι (16) ώρες και δεκατέσσερις (14) ώρες καθημερινά υπό τις ανωτέρω αναφερόμενες χρονικές διακρίσεις, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος δεν κρίνεται, ενόψει των προεκτεθέντων, πειστικός για το πέραν των ως άνω ωρών καθημερινής απασχόλησης σκέλος του, ενόψει και της πληρότητας της οργανικής σύνθεσης του πληρώματος καταστρώματος του εν λόγω πλοίου. Ομοίως και ο ισχυρισμός της εναγομένης, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσής της, ότι ο ενάγων δεν απασχολείτο υπερωριακά και σε κάθε περίπτωση όχι πλέον των ένδεκα – δώδεκα ωρών, κρίνεται ενόψει όλων των ανωτέρω ομοίως ουσιαστικά αβάσιμος. Το γεγονός, εξάλλου, ότι το εν λόγω πλοίο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ταξίδευε με πλήρη σύνθεση πληρώματος δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, σύμφωνα με όσα ήδη προεκτέθηκαν, αλλά και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΚΔΝΔ, ΦΕΚ Α 261/3.10.1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια αυτού κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν υποδηλώνει ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία, ενώ και το γεγονός ότι ο ενάγων υπέγραφε τις έγγραφες μηνιαίες καταστάσεις ωρών αναπαύσεως που συνέτασσε ο πλοίαρχος του εν λόγω πλοίου ή ο επιφορτισθείς με αυτό αξιωματικός του πλοίου, καθώς και τα φύλλα μισθοδοσίας του χωρίς επιφύλαξη και χωρίς διαμαρτυρία, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού. Αλλά και η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ανωτέρω μηνιαίων καταστάσεων ωρών αναπαύσεως και των φύλλων μισθοδοσίας του δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ως άνω εγγράφων ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (νοούμενη ως άφεση χρέους) είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (παραίτηση) λαμβάνει χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 166/2016, ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), απορριπτομένων συνεπώς ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ειδικότερων ισχυρισμών της εναγομένης, που επαναφέρονται στα πλαίσια του πρώτου λόγου της έφεσής της. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες επί δώδεκα (12) ώρες, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος και ο πρώτος λόγος της έφεσης της εναγομένης, που βάλλουν κατά της παραδοχής αυτής, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι, εκτός από τις παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως, επί της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, οι διάδικοι δεν πλήττουν, με τις εφέσεις τους, κατά τα λοιπά, το μαθηματικό υπολογισμό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο της αμοιβής του ανωτέρω για την παροχή τέτοιας εργασίας και δη τον αριθμό των καθημερινών ημερών της εβδομάδας, των Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, κατά τις οποίες έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση ότι εργάσθηκε αυτός στο πλοίο κατά τις χρονικές περιόδους των ναυτολογήσεών του εντός των ετών 2022 και 2023, το ποσό του ωρομισθίου της υπερωρίας για τους ναυτικούς της ειδικότητας του ναύτη της συγκεκριμένης κατηγορίας πλοίων κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές και το αντίστοιχο ποσό του ωρομισθίου για την εργασία της αυτής ειδικότητας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, που θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, όπως διαμορφώνονται σε αμφότερες τις περιπτώσεις με τις προβλεπόμενες στις εφαρμοστέες Σ.Σ.Ν.Ε. προσαυξήσεις, καθώς και τα ποσά, που έγινε δεκτό ότι ο ενάγων εισέπραξε συνολικά από την εναγόμενη για την αιτία αυτή σε μερική εξόφληση της απαίτησής του κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του, οπότε και αμφισβητούνται τα χρηματικά ποσά που επιδικάσθηκαν με την εκκαλουμένη απόφαση.
Ενόψει όσων προεκτέθηκαν και αποδείχθηκαν στα πλαίσια του πρώτου λόγου των δύο εφέσεων, αβάσιμος και απορριπτέος τυγχάνει ο δεύτερος λόγος της έφεσης της εναγομένης και ο αντίστοιχος δεύτερος λόγος της έφεσης του ενάγοντος με το οποίο οι διάδικοι παραπονούνται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό, που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλομένων σ’ αυτόν επιδομάτων εορτών των ετών 2022 και 2023, ως μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της εναγομένης εντός των ιδίων ετών. Ειδικότερα ο ενάγων ισχυρίσθηκε ότι το ανωτέρω ποσό υπολογίσθηκε εσφαλμένα στην εκκαλουμένη και δη επί τη βάσει της επίσης εσφαλμένης παραδοχής ότι αυτός απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του λιγότερες ώρες απ’ όσες πράγματι εργάσθηκε καθ’ υπέρβαση του προβλεπομένου στις εφαρμοστέες ΣΣΝΕ ωραρίου, αφού έγινε δεκτό ότι η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του ανερχόταν κατά μέσο όρο σε δώδεκα (12) και όχι σε δεκαέξι (16) ώρες και δεκατέσσερις (14) ώρες, όπως επικαλέσθηκε με την αγωγή του, ενώ η εναγόμενη, δια παραπομπής στα όσα αναπτύσσει στον πρώτο λόγο έφεσης, διατείνεται ότι, τέτοιο ποσό δεν θα έπρεπε να συνυπολογισθεί στις μηνιαίες αποδοχές του, διότι δεν το δικαιούται, καθώς ουδέποτε παρείχε υπερωριακή εργασία στο πλοίο της, άλλως ότι το ημερήσιο ωράριό του δεν επεκτείνονταν πέραν των ένδεκα – δώδεκα ωρών. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι, εκτός από τις παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως αναφορικά με τα χρονικά όρια της παρασχεθείσας υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό των οφειλομένων κονδυλίων δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα 2022 και 2023, οι διάδικοι δεν πλήττουν, με τις εφέσεις τους, κατά τα λοιπά, το μαθηματικό υπολογισμό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με συνέπεια να μην αμφισβητούνται τα χρηματικά κονδύλια που επιδικάσθηκαν για τις αιτίες αυτές. Κατά συνέπεια τόσο ο δεύτερος λόγος έφεσης της εναγομένης, όσο και ο αντίστοιχος δεύτερος λόγος της έφεσης του ενάγοντος πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Επιπλέον ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του, υποστήριξε ότι, το εν λόγω πλοίο, κατά τη διάρκεια των ένδικων ναυτολογήσεων ετών 2022 και 2023 πραγματοποίησε συνολικά 25,90 και 54, 02 δρομολόγια εξπρές αντιστοίχως, αξιώνοντας πρόσθετη αμοιβή για την εν λόγω αιτία για συνολικά 69,99 δρομολόγια εξπρές εκ ποσού ευρώ 3.190 ενόψει του ότι, εκ της συνολικώς δικαιούμενης εκ ποσού ευρώ 14.835,60 για την εν λόγω αιτία αμοιβής του, αυτός έλαβε από την εναγομένη το ποσό των ευρώ 11.645,37. Με την εκκαλουμένη απόφαση, ο ανωτέρω αγωγικός ισχυρισμός έγινε εν μέρει δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του και συγκεκριμένα, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, το ένδικο πλοίο, εντός του έτους 2022, πραγματοποίησε σύμφωνα και με τον αγωγικό ισχυρισμό συνολικά 37,42 δρομολόγια εξπρές, για τα οποία ο ενάγων εδικαιούτο συνολικής αμοιβής εκ ποσού ευρώ 10.083,79 συμπεριληφθέντος στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, βάσει των οποίων υπολογίσθηκε η εν λόγω αμοιβή, ποσού ευρώ 2.254,15 ως μηνιαία αμοιβή του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση. Ακολούθως, η εκκαλουμένη απόφαση, αφού δέχθηκε ως βάσιμο στην ουσία του, τον ισχυρισμό της εναγομένης περί καταβολής του ανωτέρω αιτουμένου ποσού επεδίκασε στον ενάγοντα για υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές ετών 2022 και 023, το ποσό των ευρώ 10.858,32 ευρώ εναντι του οποίου καταβλήθηκε το ποσό των 2.023,64 ευρώ πλέον ποσού 36,03 ευρώ, οπότε του επιδικάσθηκε οφειλόμενη διαφορά από ευρώ 8.798,65 ευρώ. Το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως πλήττουν αμφότερες οι διάδικες πλευρές και δη ο ενάγων με τον τρίτο λόγο της έφεσής της, ισχυριζόμενος ότι το υπόλοιπο, της οφειλομένης σε αυτόν πρόσθετης αμοιβής για τα δρομολόγια εξπρές που πραγματοποίησε το ανωτέρω πλοίο κατά την ένδικη περίοδο, ποσό, υπολογίσθηκε εσφαλμένα στην εκκαλουμένη απόφαση και δη επί τη βάσει της επίσης εσφαλμένης παραδοχής ότι αυτός απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του λιγότερες ώρες απ’ όσες πράγματι εργάσθηκε καθ’ υπέρβαση του προβλεπομένου στις εφαρμοστέες ΣΣΝΕ ωραρίου, αφού έγινε δεκτό ότι η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του ανερχόταν κατά μέσο όρο σε δώδεκα (12) ώρες, παραδοχή η οποία οδήγησε και σε εσφαλμένο υπολογισμό της αναλογίας των επιδομάτων δώρων εορτών, τα οποία ελήφθησαν υπόψη στις τακτικές αποδοχές του, επί τη βάσει των οποίων υπολογίσθηκε η αμοιβή του για τα ανωτέρω δρομολόγια εξπρές. Η εναγόμενη, με τον τρίτο λόγο έφεσής της, δια παραπομπής στα όσα αναπτύσσει στον πρώτο λόγο έφεσης, διατείνεται ότι, εσφαλμένως συνυπολογίσθηκε στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, επί τη βάσει των οποίων υπολογίσθηκε η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή του (ενάγοντος) και αμοιβή αυτού για υπερωριακή απασχόληση, διότι αυτός (ενάγων) ουδέποτε παρείχε υπερωριακή εργασία στο πλοίο της, άλλως ότι το ημερήσιο ωράριό του δεν επεκτείνονταν πέραν των ένδεκα ωρών. Ενόψει, των όσων απεδείχθησαν στα πλαίσια του πρώτου λόγου της ένδικης έφεσης και αντέφεσης και δη ότι ο ενάγων εργαζόταν υπερωριακά καθημερινά επί δώδεκα ώρες ημερησίως, ο τρίτος λόγος της έφεσης της εναγομένης και ο αντίστοιχος τρίτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος κατά το άνω σκέλος τους, εφόσον η υπερωριακή αμοιβή του ενάγοντος που συνυπολογίσθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση προς ανεύρεση της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, υπολογίσθηκε επί τη βάση εργασίας δώδεκα ωρών καθημερινά, χωρίς οι μαθηματικοί υπολογισμοί της εκκαλουμένης αποφάσεως να πλήττονται από τους διαδίκους, τυγχάνουν αβάσιμοι και απορριπτέοι. Με τον τέταρτο και τελευταίο λόγο της έφεσής της η εναγόμενη παραπονείται επειδή η εκκαλουμένη δέχθηκε τον ισχυρισμό του ενάγοντος ότι του οφείλει τη νόμιμη αποζημίωση για 16 μη χορηγηθείσες άδειες διανυκτέρευσης για τις ναυτολογήσεις έτους 2022 και 14 μη χορηγηθείσες άδειες διανυκτέρευσης έτους 2023, τις οποίες στερήθηκε στο πλαίσιο των προαναφερόμενων ενδίκων ναυτολογήσεων αιτούμενος την καταβολή του ποσού των 902,40 ευρώ και 837,06 ευρώ αντιστοίχως καθώς ο ενάγων διανυκτέρευε σπίτι του όταν το πλοίο ήταν ελλιμενισμένο στο λιμένα Πειραιώς. Από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι πράγματι ο ενάγων κατά το έτος 2022, δικαιούταν να λάβει 2 άδειες διανυκτέρευσης κατά τους μήνες Ιανουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο, Ιούνιο, Οκτώβριο και Νοέμβριο, και 1 άδεια για τον μήνα Σεπτέμβριο, ήτοι συνολικά 15 άδειες διανυκτέρευσης, πλην των μηνών Ιουλίου και Αυγούστου, που δεν εργάστηκε ολόκληρους τους μήνες και ως εκ τούτου, δεν θεμελιώνει την εν λόγω αξίωση. Περαιτέρω, για το έτος 2023 έπρεπε να του χορηγηθούν από 2 άδειες διανυκτέρευσης κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο και Ιούνιο και από 1 άδεια κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, ήτοι συνολικά 12 άδειες διανυκτέρευσης, παρεκτός τους μήνες Μάιο και Σεπτέμβριο, που δεν εργάστηκε ολόκληρους τους μήνες και ως εκ τούτου, δεν θεμελιώνει την εν λόγω αξίωση. Εξάλλου ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι ο ενάγων ελάμβανε άδεια διανυκτέρευσης στο λιμάνι του Πειραιά δεν αποδείχθηκε καθώς δεν προσκομίσθηκε από την τελευταία αντίγραφο από το ημερολόγιο γέφυρας των πλοίων της, στο οποίο θα έπρεπε να έχει γίνει ειδική εγγραφή από τον πλοίαρχο αναφορικά με τις χορηγηθείσες στον ενάγοντα διανυκτερεύσεις. Σημειωτέον ότι η μνεία στο ημερολόγιο γέφυρας των χορηγούμενων στα μέλη του πληρώματος αδειών διανυκτέρευσης συνιστά νόμιμη υποχρέωση του πλοιάρχου κάθε ακτοπλοϊκού πλοίου, που θεσπίσθηκε όχι μόνον για λόγους ασφάλειας των πλόων του, δια της συμμετοχής σε αυτούς επαρκούς για την αξιοπλοΐα του αριθμού ναυτικών, αλλά και για αποδεικτικούς λόγους (ΕφΠειρ 481/2022, δημοσιευμένη στη βάση δεδομένων του Εφετείου Πειραιά). Το γεγονός ότι το πλοίο διανυκτέρευε στο λιμάνι του Πειραιά δεν αρκεί για την απόδειξη ότι κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα κατέστη δυνατή και η διανυκτέρευση του ενάγοντος στο λιμάνι αυτό (Εφ.Πειρ. 50/2016, Εφ.Πειρ. 213/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), πολύ περισσότερο αν συνεκτιμηθεί και ο περιορισμένος χρόνος που μεσολαβούσε από το πέρας των καθηκόντων του μετά τον κατάπλου στον Πειραιά και την ολοκλήρωση των διαδικασιών πρόσδεσης, της εκφόρτωσης και των εργασιών καθαριότητας που επακολουθούσαν, μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων του νωρίς το επόμενο πρωί για την προετοιμασία της φόρτωσης και του απόπλου. Ενόψει αυτών, οφείλεται στον ενάγοντα η προβλεπόμενη αποζημίωση διανυκτέρευσης (άρθρο 16 παρ. 2 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε), α) ποσού (μισθός ενεργείας 1.240,91 € X 1/22 X 15=) 846,07 €, για το έτος 2022, έναντι του οποίου του καταβλήθηκε, όπως ως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, το ποσό των 163,57 €, οπότε δικαιούται τη διαφορά ποσού 682,50 €, β) ποσού (μισθός ενεργείας 1.315,36 € X 1/22 X 12=) 717,47 €, για το έτος 2023, έναντι του οποίου του καταβλήθηκε, ως ο ίδιος συνομολογεί με την αγωγή του, το ποσό των 255,39 €, πλέον του ποσού των 5,89 € που έλαβε ως αναδρομικά στις 12.09.2023 (βλ. σχετική απόδειξη πληρωμής αναδρομικών), και, συνεπώς, γενομένης δεκτής και ως κατ’ ουσία βάσιμης της σχετικής ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, του οφείλεται η διαφορά ποσού 456,19 €. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι, για τις ως άνω αιτίες, οφείλονται στον ενάγοντα τα ίδια άνω ποσά, με αιτιολογία που συμπληρώνεται με αυτήν της παρούσας, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και ο τέταρτος λόγος της έφεσης της εναγομένης με τον οποίον υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Επομένως μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς έρευνα και ως προς τις συνεκδικαζόμενες δύο εφέσεις πρέπει να απορριφθούν αμφότερες ως κατ΄ουσίαν αβάσιμες. Τέλος πρέπει να συμψηφισθεί μεταξύ των διαδίκων η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας λόγω της εκατέρωθεν νίκης και ήττας αυτών. (αρ.176, 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων τις από 13.8.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτ: ………../2024 και από 3.4.2025 με ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτ:………./2025 εφέσεις, οι οποίες στρέφονται κατά της ίδιας πρωτόδικης απόφασης και δη κατά της με αριθμό 2439/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει αυτές κατ’ ουσίαν.
Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τη δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 24 Ιουνίου. 2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ