Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 487/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης  487/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Παναγιωτοπούλου, Εφέτη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Σαξώνη (ΑΜ ΔΣΠ ………..) που κατέθεσε την από 4.6.2025 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Της εφεσίβλητης: Της εταιρείας με την επωνυμία <<……………>>, που εδρεύει στον …………. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Λειβιδιώτου – Σαξώνη (ΑΜ ΔΣΠ ………….).

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 6.11.2023 και με αριθ.κατάθ. ………./2023 αγωγή με την οποία ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Το Δικαστήριο εκείνο δικάζοντας κατ’αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρ. 614, 621, 622 ΚΠολΔ), εξέδωσε την υπ’αριθ. 2871/2024 οριστική απόφαση, με την οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, διατάσσοντας τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από  3.10.2024 (στο εκδόν δικαστήριο με αριθ.καταθ. ………/2024 και στο Εφετείο με αριθ.καταθ. ………./2024) έφεση, η οποία προσδιορίστηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η πληρεξούσια δικηγόρος της  εφεσίβλητης, αφού έλαβε το λόγο από τη Δικαστή, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη, από 3.10.2024, έφεση στρεφόμενη κατά της υπ’αριθ. 2871/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρ. 614, 621, 622 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ), κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και έκανε δεκτή εν μέρει την από 6.11.2023 (υπ’αριθ.κατάθ. …………../2023) αγωγή, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι το δικόγραφο αυτής κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που εξέδωσε την εκκαλουμένη, κατά της οποίας στρέφεται στις 4.10.2024, ενώ από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της στις 30.8.2024, για δε το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου του άρθρου 495 ΚΠολΔ, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής, (Εφ.Πειρ. 416/2024 www.efeteio-peir.gr). Εφόσον δε η ένδικη έφεση αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.

Ι. Με τη διάταξη του άρθρου 652 του ΑΚ ορίζεται ότι ο εργαζόμενος οφείλει να εκτελέσει με επιμέλεια την εργασία που ανέλαβε και ευθύνεται για τη ζημία που προξενείται στον εργοδότη από δόλο ή αμέλεια του. Ο βαθμός της επιμέλειας για την οποία ευθύνεται ο εργαζόμενος, κρίνεται με βάση τη σύμβαση, ενόψει της μόρφωσης ή των ειδικών γνώσεων που απαιτούνται για την εργασία, καθώς και των ικανοτήτων και ιδιοτήτων του εργαζομένου, τις οποίες γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ο εργοδότης. Με τη διάταξη αυτή, για την ευθύνη του εργαζομένου υιοθετείται η αρχή της υπαιτιότητας (άρθρο 330 ΑΚ), που αποτελεί το θεμέλιο της αστικής ευθύνης στο ισχύον σύστημα αποζημίωσης, με συνέπεια ο εργαζόμενος να υποχρεούται σε αποζημίωση του εργοδότη για τη ζημία που του προκάλεσε κατά την εκτέλεση της εργασίας υπαιτίως, δηλαδή έστω και από ελαφρά αμέλειά του, επειδή και ο εργαζόμενος, όπως και κάθε άλλος οφειλέτης, οφείλει να εκπληρώσει την παροχή όπως απαιτούν η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη (άρθρο 288 ΑΚ), πολύ δε περισσότερο επειδή η επίδειξη επιμέλειας, προθυμίας, πνεύματος συνεργασίας και εντιμότητας από τον εργαζόμενο έχει στη σύμβαση εργασίας ιδιαίτερη σημασία, λόγω του σημαντικού ρόλου των αμοιβαίων παρεπομένων καθηκόντων πίστης που τη χαρακτηρίζουν. Έτσι, το απαιτούμενο μέτρο επιμέλειας κρίνεται κάθε φορά από το είδος της εργασίας, τις ικανότητες, τη μόρφωση και τις ειδικές γνώσεις, που έχει ο μέσος τυπικός εκπρόσωπος του συγκεκριμένου επαγγελματικού κύκλου, στις οποίες απέβλεψε κάθε φορά ο εργοδότης. Επομένως, σε περίπτωση παράβασης της παραπάνω υποχρέωσης του εργαζομένου (δηλαδή σε περίπτωση πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων του), ο εργοδότης μπορεί να ζητήσει αποζημίωση κατά τις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ευθύνης, η οποία περιλαμβάνει τόσο τη θετική, όσο και την αποθετική ζημία (άρθ. 298 του ΑΚ), χωρίς να αποκλείεται η ευθύνη του εργαζομένου από αδικοπραξία και συνακόλουθα η ευθύνη του τελευταίου για την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του εργοδότη (ΑΠ 1454/2018, ΑΠ 729/2015). Στην τελευταία αυτή περίπτωση υπάρχει συρροή ενδοσυμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης του εργαζομένου. Μόνη όμως η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής, όπως είναι η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων του εργαζομένου, δεν συνιστά παράλληλα και αδικοπραξία κατά την έννοια του άρθρου 914 του ΑΚ και κατά συνέπεια δεν επάγεται τη γέννηση αξίωσης για την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του αντισυμβαλλομένου κατά το άρθρο 932 του ΑΚ, η επιδίκαση της οποίας προβλέπεται μόνο στις από το νόμο οριζόμενες περιπτώσεις (άρθ. 299 του ΑΚ). Είναι, όμως, δυνατόν μια υπαίτια ζημιογόνα συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, πέραν της αξίωσης από τη σύμβαση, να θεμελιώσει και αξίωση από αδικοπραξία, όταν η συμπεριφορά αυτή θα ήταν παράνομη και αν είχε διαπραχθεί χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση, ως ενέχουσα προσβολή δικαιώματος το οποίο αντιτάσσεται κατά του ζημιώσαντος και το οποίο, επομένως, αυτός όφειλε να σεβαστεί (ΟλΑΠ 967/1973, ΑΠ 837/2019, ΑΠ 985/2015, ΑΠ 729/2015, ΑΠ 1120/2005, ΜονΕφΑθ 1106/2023, ΜονΕφΑθ 165/2022 ΝΟΜΟΣ).

ΙΙ. Κατά το άρθρο 216 παρ. 1 περ. α΄ ΚΠολΔ, η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117 του ΚΠολΔ, πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου. Ποσοτική αοριστία της αγωγής, υπάρχει όταν δεν αναφέρονται με πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που απαιτούνται κατά νόμο για τη θεμελίωση του αιτήματος της αγωγής, ενώ ποιοτική αοριστία, υφίσταται όταν γίνεται απλά επίκληση των όρων του νόμου, χωρίς να αναφέρονται τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την εφαρμογή του νόμου. Ειδικότερα, από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 652 του ΑΚ προκύπτει ότι ο εργοδότης που αξιώνει αποζημίωση κατά του μισθωτού για τη ζημία που υπέστη από την πλημμελή εκπλήρωση των εργασιακών καθηκόντων του τελευταίου στο πλαίσιο της μεταξύ τους σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, οφείλει για το ορισμένο της αγωγής αυτού να επικαλεστεί τη μεταξύ τους σύμβαση εργασίας, την παράβαση της υποχρέωσης του μισθωτού στο πλαίσιο των εργασιακών του καθηκόντων, τη ζημία του, ως και τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της παράβασης και της ζημίας. Το πταίσμα του μισθωτού, όπως σε κάθε περίπτωση ενδοσυμβατικής ευθύνης, τεκμαίρεται. Έτσι, προκειμένου να απαλλαγεί ο μισθωτός από την ευθύνη πρέπει κατ` ένσταση να επικαλεσθεί ανυπαρξία πταίσματός του και, ειδικότερα, ότι κατέβαλε την επιμέλεια που όφειλε και στο βαθμό που μπορούσε σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 652 παρ. 2 ΑΚ (ΑΠ 1454/2018, ΑΠ 1247/2017, ΑΠ 1642/2012, ΑΠ 929/2006, ΜονΕφΠειρ 6/2022 δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Με την από 6.11.2023 αγωγή η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, εξέθετε ότι τυγχάνει πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία Δ/Ξ – Υ/Φ πλοίου <<Τ>>, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……., κοχ 237,69 και ότι δυνάμει σύμβασης ναυτικής εργασίας που κατήρτισε με τον εναγόμενο, αυτός ναυτολογήθηκε στο ανωτέρω πλοίο, με την ειδικότητα του Α’ Μηχανικού και παρείχε την εργασία του από 22.8.2021 έως 14.8.2022, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας 15 ημερών και από 29.8.2022 έως 5.4.2023 που απολύθηκε με αμοιβαία συμφωνία του με τον Πλοίαρχο. ‘Ότι συνεπεία υπαίτιας αντισυμβατικής και αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγομένου, συνιστάμενης στον πλημμελή έλεγχο του μηχανοστασίου και δη στη μη έγκαιρη αντικατάσταση των φίλτρων πετρελαίου, το πλοίο στις 28.3.2023 παρέμεινε ακυβέρνητο στον κόλπο της Ελευσίνας λόγω ολικής διακοπής ηλεκτροδότησης (blackout). ‘Ότι η παράλειψη αντικατάστασης των φίλτρων πετρελαίου που εντάσσονταν στα συμβατικά καθήκοντα του εναγομένου ως Α’ Μηχανικού, είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση εκτεταμένων βλαβών στις κυλινδροκεφαλές, στα έμβολα, στους διωστήρες, στις αντλίες πετρελαίου και σε έξι καυστήρες πετρελαίου. ‘Ότι για την αποκατάσταση της προαναφερθείσας βλάβης, η ενάγουσα δαπάνησε το ποσό των 2.313,12 ευρώ για υπηρεσίες συγκράτησης και ρυμούλκησης του πλοίου και το ποσό των 23.000 ευρώ για εργασίες επισκευής, ενώ απώλεσε επιπλέον το ποσό των 3.900 ευρώ που θα αποκόμιζε από προγραμματισμένους κατά το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα εφοδιασμούς των αναφερόμενων στην αγωγή πλοίων. ‘Ότι συνολικά η ζημία που υπέστη από την κατά τα άνω αντισυμβατική και αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου, ανέρχεται στο ποσό των 29.213,12 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το ανωτέρω ποσό, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εκδοθησομένη απόφαση και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική της δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δικάζοντας την ανωτέρω αγωγή, εξέδωσε την υπ’αριθ. 2871/2024 οριστική απόφαση, με την οποία έκρινε αυτήν επαρκώς ορισμένη και νόμιμη κατά το μέρος που ερείδεται στην ενδοσυμβατική ευθύνη του εναγομένου, μη νόμιμη όμως κατά το μέρος που επιχειρείται να θεμελιωθεί με αυτήν αδικοπρακτική ευθύνη του εναγομένου και αφού προχώρησε στην ουσιαστική της έρευνα, έκανε αυτήν εν μέρει δεκτή και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 25.313,12 ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος, ήδη εκκαλών, με την κρινόμενη έφεση και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτήν λόγους, που ανάγονται, σε εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί, γενομένης δεκτής της εφέσεώς του, να μεταρρυθμιστεί η εκκαλουμένη στα σημεία που βάλλεται και ακολούθως να απορριφθεί στο σύνολό της η αγωγή της εφεσίβλητης, καταδικαζομένης της τελευταίας στη δικαστική του δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Με τον πρώτο λόγο της έφεσης, ο εκκαλών παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε την προβληθείσα ένσταση περί αοριστίας της αγωγής, ερειδόμενη στο γεγονός ότι δεν έχει ενσωματωθεί σε αυτήν το υπ’αριθ. ………/31.3.2023 τιμολόγιο της εταιρείας που επισκεύασε την επικαλούμενη στην αγωγή βλάβη προκειμένου να το αντικρούσει ιδίως ως προς τις ημέρες και ώρες εργασίας των τεχνιτών. Ωστόσο η αγωγή, με το προπαρατεθέν περιεχόμενο, είναι επαρκώς ορισμένη, καθόσον η ενάγουσα επικαλείται τη μεταξύ αυτής και του εναγομένου σύμβαση εργασίας, την παράβαση της υποχρέωσης του μισθωτού στο πλαίσιο των εργασιακών του καθηκόντων, τη ζημία που υπέστη καθώς και τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της παράβασης και της ζημίας (βλ. σχετ. υπό στοιχ ΙΙ νομική σκέψη), ενώ δεν απαιτείται, για το ορισμένο της αγωγής, να παρατίθεται στο δικόγραφο αντίγραφο του τιμολογίου παροχής υπηρεσιών, δεδομένου ότι η ενάγουσα εκθέτει στην αγωγή της τις εργασίες που πραγματοποιήθηκαν για την αποκατάσταση της βλάβης και τη συμφωνηθείσα αμοιβή που καταβλήθηκε στο συνεργείο που εκτέλεσε τις εν λόγω εργασίες. Μετά ταύτα ο πρώτος λόγος της έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος.

Από την επανεκτίμηση όλων των εγγράφων, που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε μερικά από τα οποία θα γίνει ειδική μνεία παρακάτω, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, καθώς και με τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφα τους, χωρίς να λαμβάνεται καθόλου υπόψη η υπ’αριθ. ……….._2024 από 19.4.2024 ένορκη βεβαίωση του ………… ενώπιον της Δικηγόρου Πειραιά ………… (ΑΜ ΔΣΠ …….), την οποία η ενάγουσα επικαλέστηκε και προσκόμισε το πρώτον με την από 23.4.2023 προσθήκη – αντίκρουση επί των προτάσεών της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, καθόσον από την παραδεκτή επισκόπηση του περιεχομένου της προκύπτει ότι με αυτήν δεν αντικρούονται ισχυρισμοί του εναγομένου που προβλήθηκαν με τις προτάσεις του, όπως ορθά έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δεν έλαβε υπόψη την ανωτέρω ένορκη βεβαίωση, από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, τα οποία λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) και από όλη γενικά την αποδεικτική διαδικασία, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εφεσίβλητη, η οποία είναι πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία πλοίου Δ/Ξ–Υ/Φ <<Τ>>, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……………. και ολική χωρητικότητα 237,69, κατήρτισε με τον εκκαλούντα σύμβαση ναυτικής εργασίας δυνάμει της οποίας αυτός ναυτολογήθηκε στο ανωτέρω πλοίο, με την ειδικότητα του Α΄Μηχανικού, για το χρονικό διάστημα από 22.8.2021 έως 14.8.2022, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας 15 ημερών και από 29.8.2022 έως 5.4.2023, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει αυτού και του πλοιάρχου, κατά τη σχετική αναγραφή στο ναυτικό του φυλλάδιο. Την 28.3.2023 και περί ώρα 12.15, το ανωτέρω πλοίο, ευρισκόμενο στον κόλπο της Ελευσίνας, έμεινε ακυβέρνητο λόγω μηχανικής βλάβης που προκάλεσε ολική διακοπή ηλεκτροδότησης (blackout). Με τη συνδρομή ρυμουλκού της κοινοπραξίας ρυμουλκών και ναυαγοσωστικών …………., το πλοίο μεταφέρθηκε στη Ράδα ….. Ελευσίνας, όπου κλήθηκαν μηχανικοί της εταιρείας . …….. προκειμένου να διαπιστωθεί το είδος της βλάβης και να γίνει αποκατάσταση αυτής. Κατόπιν επίσκεψης στο πλοίο, του μηχανικού ………….. και ελέγχου του μηχανοστασίου αυθημερόν, διαπιστώθηκε ότι η μηχανική βλάβη που οδήγησε στην διακοπή ηλεκτροδότησης, οφείλονταν στην κακή συντήρηση της μηχανής του πλοίου και ειδικότερα στην μη αντικατάσταση των φίλτρων πετρελαίου που ήταν ακάθαρτα, με αποτέλεσμα την πρόκληση εκτεταμένων βλαβών στις κυλινδροκεφαλές, στα έμβολα, στους διωστήρες, στις αντλίες πετρελαίου και σε έξι καυστήρες πετρελαίου, λόγω της ατελούς καύσης αυτού (πετρελαίου) που δημιούργησε υπολείμματα (άνθρακα). Υπεύθυνος για τον έλεγχο του μηχανοστασίου του πλοίου ήταν, ως εκ της ειδικότητάς του, ο εκκαλών, στα συμβατικά καθήκοντα του οποίου περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, η αλλαγή των φίλτρων πετρελαίου, η οποία είναι εξαιρετικά απλή και καθόλου χρονοβόρα διαδικασία και πραγματοποιείται όταν ο μηχανικός αντιληφθεί τη φθορά τους, συνήθως μετά από ορισμένες ώρες λειτουργίας της μηχανής. Τα εφεδρικά αυτά φίλτρα βρίσκονται κατά κανόνα σε εμφανές και προσβάσιμο σημείο του μηχανοστασίου, ενώ είναι μικρής αξίας και ανάλογα με την μηχανή του πλοίου, είτε απομακρύνονται και καθαρίζονται, είτε αντικαθίστανται από νέα. Στην προκειμένη περίπτωση, ο εκκαλών από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει σύμφωνα με τις ικανότητες και τις γνώσεις του ως έμπειρου Μηχανικού πλοίων, δεν μερίμνησε για την τακτική και προσήκουσα συντήρηση της μηχανής του πλοίου και ειδικότερα παρέλειψε να προβεί στην αλλαγή των φίλτρων πετρελαίου που είχαν φθαρεί, με συνέπεια την πρόκληση των εκτεταμένων ζημιών που προαναφέρθηκαν. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από την κατάθεση του εξετασθέντος, με επιμέλεια της εφεσίβλητης, στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου μάρτυρος, ο οποίος, ως εξωτερικός συνεργάτης της εταιρείας …………….., έχοντας λάβει ενημέρωση από τον μηχανικό που επενέβη για την αποκατάσταση της ζημίας, κατέθεσε ότι οι τεχνικοί της εταιρείας αφού έλυσαν τη μηχανή και αφαίρεσαν τα εξαρτήματα αυτής (καπάκια, έμβολα κλπ), διαπίστωσαν ότι η διακοπή της λειτουργίας της οφείλονταν στην ελλιπή τροφοδοσία της εξαιτίας της κακής συντήρησης των φίλτρων πετρελαίου, τα οποία είχαν βουλώσει από επικαθήσεις. ‘Όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζονται από τον εκκαλούντα, ήτοι ότι η βλάβη επήλθε λόγω της κακοκαιρίας με ισχυρούς ανέμους που επικρατούσε εκείνη την ημέρα σε συνδυασμό με προϋπάρχουσα βλάβη στην ανεπίστροφη βαλβίδα της αντλίας πετρελαίου στην οποία είχε εξασθενήσει το ελατήριο με αποτέλεσμα η κύρια μηχανή να δουλεύει με μικρότερη ισχύ, δεν αποδείχθηκαν και όσα κατέθεσε ο μάρτυρας ανταπόδειξης στο ακροατήριο είναι αυτά που του μετέφερε ο εκκαλών, χωρίς ο ίδιος (μάρτυρας) να έχει ιδία αντίληψη της κατάστασης του μηχανοστασίου του πλοίου κατά το χρόνο εκδήλωσης της βλάβης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της εκκαλουμένης, έλαβε υπόψη του αμφότερες τις καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, προέκρινε ωστόσο ως πλέον αξιόπιστη την κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης, στην οποία στήριξε την κρίση του, επειδή ο τελευταίος αντλούσε τη γνώση όσων κατέθεσε από την αναφορά του τεχνικού Κωνσταντίνου Αναστασόπουλου που μετέβη στο πλοίο προκειμένου να αντιμετωπίσει τη βλάβη, ενώ ο μάρτυρας του εκκαλούντος εισέφερε απλώς τις γνώσεις του ως έμπειρος μηχανικός, χωρίς όμως να γνωρίζει εξ ιδίας αντιλήψεως το είδος και την έκταση της βλάβης που ανέκυψε στο συγκεκριμένο πλοίο, αφού αυτή διαπιστώθηκε από το τεχνικό συνεργείο που ανέλαβε την αποκατάστασή της. Στην κρίση του αυτή, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν διέλαβε αντιφατικές αιτιολογίες και ορθά εκτίμησε το αποδεικτικό υλικό, όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών με τον τρίτο λόγο της έφεσής του, τυγχάνουν απορριπτέα ως αβάσιμα. Υπό τις ανωτέρω παραδοχές, η βλάβη που επέφερε τη διακοπή λειτουργίας της μηχανής του πλοίου προκλήθηκε από αμελή συμπεριφορά του εκκαλούντος, ο οποίος δεν επέδειξε την επιμέλεια που απαιτείται και μπορούσε να καταβάλει ως μέσος εκπρόσωπος του επαγγέλματός του, με βάση την επαγγελματική του ιδιότητα, την εμπειρία και την ικανότητά του περί τον έλεγχο και την συντήρηση του μηχανοστασίου του πλοίου, ιδιότητες στις οποίες απέβλεψε η εργοδότρια με την πρόσληψή του ως Α’ Μηχανικού και την ανάθεση σε αυτόν των ανωτέρω καθηκόντων, αλλά αντίθετα από αμέλειά του προκάλεσε την παραπάνω βλάβη, με αποτέλεσμα να υφίσταται ευθύνη του για την αποκατάσταση της επελθούσας περιουσιακής ζημίας της αντιδίκου του. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εφεσίβλητη δαπάνησε για την αποκατάσταση της ζημίας που προήλθε από την αμελή συμπεριφορά του εκκαλούντος, τα ακόλουθα ποσά: 1) για υπηρεσίες συγκράτησης του πλοίου στη Ράδα Κρόνου Ελευσίνας από 12.15′ έως 13.15′ της 28.3.2023, το ποσό των 756,00 ευρώ, για χρέωση λόγω υπέρβασης πρώτης ώρας από 13.15′ έως 14.00′ της 28.3.2023 το ποσό των 374,40 ευρώ, για χρέωση λόγω υπέρβασης πρώτης ώρας από 14.00′ έως 14.15′ της 28.3.2023 το ποσό των 124,80 ευρώ, για προσαύξηση 60% λόγω εργασίας από 14.00′ έως 22.00′ της 28.3.2023 το ποσό των 74,88 ευρώ, για άφιξη στη Ράδα Κρόνου Ελευσίνας από 13.40′ έως 14.15′ της 28.3.2023 το ποσό των 614,40 ευρώ, για προσαύξηση 60% λόγω εργασίας από 14.00′ έως 22.00′ της 28.3.2023 το ποσό των 368,64 ευρώ, ήτοι συνολικά για τις ανωτέρω αιτίες το ποσό των 2.313,12 ευρώ, όπως προκύπτει από το υπ’αριθ. …../30/04/2023 τιμολόγιο της Κοινοπραξίας Ρυμουλκών και Ναυαγοσωστικών ………, που εδρεύει στο ….. ., με ΑΦΜ …. και 2) για επισκευή Κ/Μ, αντικατάσταση φίλτρων πετρελαίου, επισκευή αντλιών πετρελαίου, επισκευή καυστήρων πετρελαίου και καθαρισμό κύριας μηχανής, το ποσό των 23.000,00 ευρώ, όπως προκύπτει από το υπ’αριθ. …./31/03/2023 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών της εταιρείας …. …. που εδρεύει στην …….., με ΑΦΜ ….. Ο εκκαλών, με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα κρίνοντας, απέρριψε ως αλυσιτελώς προβαλλόμενο το αίτημά του περί επίδειξης τιμολογίου αγοράς ανταλλακτικών, ενώ, κατά τους ισχυρισμούς του, η επισκευή της κύριας μηχανής, η επισκευή των αντλιών πετρελαίου και η επισκευή των καυστήρων πετρελαίου απαιτούν χρησιμοποίηση ανταλλακτικών για την αντικατάσταση των φθαρμένων. Ο λόγος αυτός τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον από το περιεχόμενο του υπ’αριθ. ……/31/03/2023 τιμολογίου προκύπτει ότι αυτό αφορά μόνο την παροχή υπηρεσιών, ενώ και ο μάρτυρας της εφεσίβλητης κατέθεσε, κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ότι για την αποκατάσταση της βλάβης δεν αγοράστηκαν ανταλλακτικά αλλά τιμολογήθηκαν μόνο οι ώρες εργασίας των τεχνικών (βλ. πρακτικά συζήτησης της 16.4.2024 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), τα δε φίλτρα που χρησιμοποιήθηκαν για την αντικατάσταση των φθαρμένων, υπήρχαν ήδη στο πλοίο, όπως συνομολογείται από τους διαδίκους. Τέλος με τον τέταρτο λόγο της έφεσης, κατ’εκτίμηση αυτού, ο εκκαλών παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημά του να προσκομισθεί από την εφεσίβλητη το ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου για το χρονικό διάστημα από 22.3.2023 που κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας του, όχι μόνο μέχρι την ημέρα απόλυσής του την 5.4.2023, αλλά για ολόκληρο το μήνα Απρίλιο του έτους 2023, από τις εγγραφές του οποίου θα αποδεικνυόταν ότι κατά το διάστημα που βρισκόταν ο ίδιος στο πλοίο, δεν διενεργήθηκαν εργασίες από την εταιρία ………………., παρά μόνο για ελάχιστη ώρα το βράδυ της 28.3.2023. Επίσης παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης για τα μηχανικά προβλήματα που μπορεί να δημιουργήσει το φράξιμο ενός φίλτρου πετρελαίου, αφού, όπως ισχυρίζεται, η μη αντικατάστασή του δεν δημιουργεί τα προβλήματα που ανέφερε η εφεσίβλητη και δέχθηκε η εκκαλουμένη. Όπως αποδείχθηκε από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, οι εργασίες επισκευής του πλοίου ξεκίνησαν το βράδυ της 28.3.2023 και ολοκληρώθηκαν έως την 31.3.2023, που εκδόθηκε το υπ’αριθ. …………../31/03/2023 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών της εταιρείας …………, χρονικό διάστημα για το οποίο η εφεσίβλητη προσκομίζει το απόσπασμα του ημερολογίου πλοίου, ενώ για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα, το εν λόγω αίτημα προβάλλεται αλυσιτελώς αφού δεν υπάρχει αγωγικός ισχυρισμός ότι έλαβαν χώρα εργασίες επισκευής του πλοίου εντός του μηνός Απριλίου 2023. Επίσης το γεγονός ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης για τα ζητήματα που επικαλείται ο εκκαλών, δεν δύναται να αποδοθεί ως πλημμέλεια της εκκαλουμένης, δεδομένου ότι ουδείς των διαδίκων προέβαλε αίτημα για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, ενώ το Δικαστήριο, το οποίο δύναται κατά την κρίση του και δεν υποχρεούται να διορίσει πραγματογνώμονα θεώρησε ως επαρκές το εισφερθέν αποδεικτικό υλικό για τη διαμόρφωση της δικανικής του πεποίθησης. Μετά ταύτα και ο τέταρτος λόγος της έφεσης τυγχάνει απορριπτέος. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι ο ισχυρισμός, στην από 13.6.2025 προσθήκη αντίκρουση επί των προτάσεων του εκκαλούντος, περί πλαστότητας της εγγραφής της 28.3.2023 του ημερολογίου του πλοίου, προβάλλεται απαραδέκτως καθόσον η διάταξη του άνω άρθρου 463 ΚΠολΔ, στην οποία επιχειρείται να θεμελιωθεί, απαιτεί την ταυτόχρονη με την προβολή του ισχυρισμού για πλαστότητα του εγγράφου προσκομιδή των αποδεικτικών εγγράφων και την αναφορά ονομαστικώς των μαρτύρων και των άλλων αποδεικτικών μέσων, τόσο στην περίπτωση που κατονομάζεται ο πλαστογράφος όσο και στην περίπτωση που αυτός δεν κατονομάζεται, καθόσον η διατύπωση της διατάξεως του άρθρου 463 του ΚΠολΔ είναι γενική και στο άρθρο 464 του ΚΠολΔ, κατά το οποίο αν έγγραφο προσβάλλεται ως πλαστό χωρίς να αποδίδεται η πλαστογραφία σε ορισμένο πρόσωπο, το δικαστήριο διατάζει αποδείξεις μόνο αν εκείνος που προσκόμισε το έγγραφο επιμένει να το χρησιμοποιήσει και το έγγραφο είναι κατά την κρίση του δικαστηρίου ουσιώδες για τη διάγνωση της υπόθεσης, δεν προβλέπεται διάφορη ρύθμιση, εάν δε η πλαστότητα δεν αποδίδεται σε ορισμένο πρόσωπο, τότε πρέπει να προταθεί μόνον κατά τη συζήτηση, κατά την οποίαν προσκομίζεται το έγγραφο (464 ΚΠολΔ) και όχι σε μεταγενέστερη συζήτηση, εκτός εάν κατονομασθεί πλαστογράφος, οπότε η ένσταση αναλαμβάνει τον προνομιακό της χαρακτήρα (βλ.ΑΠ 1756/2012, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Ανωτάτου Δικαστηρίου). Κατόπιν όσων προεκτέθηκαν, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια και έκανε δεκτή την αγωγή, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ούτε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προμνημονευόμενες διατάξεις, συνεκτιμώντας και αξιολογώντας επιμελώς όλα ανεξαιρέτως τα μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα από τους διαδίκους με τις έγγραφες προτάσεις τους και την προσθήκη αυτών αποδεικτικά μέσα, μη υποπίπτοντας σε καμία πλημμέλεια σχετικά με τις αποδείξεις και, κατά συνέπεια, όσα αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών με τους λόγους της έφεσής του κρίνονται απορριπτέα στο σύνολό τους ως ουσιαστικά αβάσιμα. Κατόπιν τούτου, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει η κρινόμενη έφεση να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος εκκαλούντος  (άρθρα 191 παρ. 2, 176 εδ.α’, 183, 189 παρ. 1ΚΠολΔικ, ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 3.10.2024 (με γεν.αριθ.καταθ. ……/2024 και ειδ.αριθ.καταθ. ……/2024) έφεση, κατά της υπ’αριθ. 2871/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσας κατά τη διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και .

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ΄ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους στις 21 Ιουλίου 2025.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                  Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ